και ἀλλα πολλα ποιειν , και διαφορα πασχειν : ἑνι μονῳ δυςκολον εὑρειν παρεπομενον , ἑκαστον μερισθεν εἰς καθολικας διαθεσεις
πασιν . Ἀληθη . Και δη και τουτῳ γε οἰμαι μονῳ της ἀγνοιας ἀμαθιαν τοὐνομα προσρηθηναι . Πανυ γε .
9999958 ἐδημιουργει
ὁ δ ' οὐ σκιας , αὐτας δε τας ἀρχετυπους ἐδημιουργει φυσεις . εἰ δη και τα ἁγια ποικιλτικῃ τεχνῃ
πρωτον μετα την οὐρανου και γης και των μεταξυ γενεσιν ἐδημιουργει | τον ἀνθρωπον ὁ ζῳοπλαστης , φησιν ὁτι „
9999958 αἰδημονα
ἀπολλυσθαι την τεχνην . οὑτως τον μεν αἰδημονα σῳζει τα αἰδημονα ἐργα , ἀπολλυει δε τα ἀναιδη : τον δε
ἀπολλυμεν και ἀναιρουμεν ; τινα ; τον πιστον , τον αἰδημονα , τον ὁσιον . ταυτα μονα ; γειτνιασιν δ
9999956 Ὀλυμπιακος
διχομηνις : ἡ σεληνη , ἐπει ἐν τῃ πανσεληνῳ ὁ Ὀλυμπιακος ἀγων ἀγεται , και τῃ ἑκκαιδεκατῃ γινεται ἡ κρισις
: τηλοθεν δεδορκε : τουτεστι πανταχη βλεπεται και βοαται ὁ Ὀλυμπιακος ἀγων . το γαρ δεδορκεν , ἀντι παθητικου του
9999955 δακρυσας
ὑπατος ἐς μεσους τας τε ῥαβδους καθειλεν οἱα ἰδιωτης και δακρυσας ἐφη : ” παρα μεν ὑμων , ὠ πολιται
ὁ δεινος εἰπειν κἀν τῳ προτερῳ σχηματι κἀν τῳ νυν δακρυσας μεν ἀπων ἠβουληθη και παρων . θρηνησας δε και
9999954 δακρυουσι
κυκλῳ την ψυχην περιερχεται . τουτο τοι και ἡδονται και δακρυουσι μεταξυ ἀκουοντες , ὁπερ και αὐτος ἐπασχον , ἡσυχῃ
, ὡστ ' εἰναι βραχυ τοις σιτοποιοις το ἐργον . δακρυουσι δε οἱ μεν οὐπω την πολιν ἀφεντες τῳ μηπω
9999954 θαυμαστως
καιπερ ὀντων ποτιμων . ἐστι δε και προς βαφην ἐριων θαυμαστως συμμετρον το κατα την Ἱεραν πολιν ὑδωρ , ὡστε
συμπλεοντων τῳ Ὀδυσσει και τῳ Νεοπτολεμῳ . τα τε ἠθη θαυμαστως σεμνα και ἐλευθερια , το τε του Ὀδυσσεως πολυ
9999954 κατεστρατοπεδευσε
: καταντησασα δε προς ὀρος το καλουμενον Βαγιστανον πλησιον αὐτου κατεστρατοπεδευσε , και κατεσκευασε παραδεισον , ὁς την μεν περιμετρον
της Φρυγιας ] και της Παφλαγονιας ἐκει [ το στρατευμα κατεστρατοπεδευσε ] , τον δε Σπιθριδατην [ προς Γυην ἐπεμψεν
9999953 Πελοποννησιακον
παλιν ἐπ ' ἐκεινου . ἐδοξε τοις Ἑλλησι καταλυσαι τον Πελοποννησιακον πολεμον : γραφει τις και τα τροπαια ἀναιρειν :
την κοινην της φυσεως ὁμοπαθειαν . Ἀθηναιοι γαρ κατα τον Πελοποννησιακον πολεμον εἰς την Σφακτηριαν νησον πολλους των Λακεδαιμονιων κατακλεισαντες
9999953 σωφροσυνην
τροπον , την εὐσεβειαν μεν και δικαιοσυνην , ἐτι δε σωφροσυνην και ἐγκρατειαν και φρονησιν και την ἀλλην * *
ὡς εἰς γενος ἀναφερομεναι την ὑποληψιν , και φησι την σωφροσυνην την τοιαυτην ὑποληψιν σωζειν μονην , την περι τα
9999953 συγγενεσι
ἐπιμεριζει ὁ Ἡλιος ἐν τῃ γεροντικῃ ἡλικιᾳ , εὐφρανθησεται ἐπι συγγενεσι και τεκνοις και τευξεται ἀξιολογων εὐτυχιων : ἐπιμεριζει δε
Λατινους ἐπι παντα ἐκαλει τα Ῥωμαιων , ὡς οὐκ εὐπρεπως συγγενεσι της βουλης ἀντιστηναι δυναμενης : των τε ἑτερων συμμαχων
9999953 Ὀλυμπιαδων
βιαιῳ ταχει διεπλευσεν ὁ Καισαρ ἐς την Βρεττανιαν . ὁτι Ὀλυμπιαδων τοις Ἑλλησιν ζʹ και Ϙʹ γεγενημενων , της γης
πατρωϊαι κεδˈναι πολιων κυβερνασιες . Καδˈμου κοραι , Σεμελα μεν Ὀλυμπιαδων ἀγυιατι , Ἰνω δε Λευκοθεα ποντιαν ὁμοθαλαμε Νηρηϊδων ,
9999952 γιγνωσκουσι
τι ὑμας διαφεροντως δει γιγνωσκειν περι αὐτου ἠ οἱ οἰκειοι γιγνωσκουσι : τοιαυτα γαρ ἐστιν , ὡστ ' εἰ και
και ἀλλο παθημα , ὠ Σιμωνιδη , των τυραννων . γιγνωσκουσι μεν γαρ οὐδεν ἡττον των ἰδιωτων τους ἀλκιμους τε
9999952 κατεσκευασατο
, τουτῳ δωρα ἀμεμπτως ἐδιδου , ὡστε λαμπροτατα το ξενικον κατεσκευασατο . συνεστρατευετο δε τῳ Φαρναβαζῳ και ὁποτε εἰς Μυσους
προϊοντος γνωσθεις , εἰς το χαλεπον γηρας ἐρημιαν αὑτῳ πασαν κατεσκευασατο ἐπι τελει του βιου , ὡστε ζωντων και μη
9999952 σωφροσυνης
μαινεται , εἰ μη και μαλλον ὁ τι περ κεφαλαιον σωφροσυνης ὁ αὐτος ἀν και φρονησεως εἰη . ὁμοιως δε
: περι των μεγιστων γαρ ἐστιν ἡ αἱρεσις , ἠ σωφροσυνης ἠ τεκνου . ” παλιν τουτο ἐπῃνεσεν ἡ Πλαγγων
9999952 πληθυντικα
λεγει εὐαγγελεις . Ἐκαθεσθη , καθεσθεις , καθεσθησομαι και τα πληθυντικα καθεσθησονται ἐκφυλα . λεγε οὐν καθεζομαι , καθεδουμαι ,
φαγων ἐλαβα λεγοντες και ἐφαγα , και τριτα δε τουτων πληθυντικα εἰς αν ληγοντα λεγουσιν . ὁ οὐν ἀπο της
9999952 χαλκανθου
εἰπε χαλκανθον ξανθην , ὡδε ἀπροσδιοριστως , μετα της κυανου χαλκανθου , ἐπηγαγεν ; Ἀλλα ταυτα , ὠ Διοσκορε ,
κεκαυμενος ἠ χαλκανθος ἁμα χορειᾳ χολῃ . ἀλλο δραστικωτερον . χαλκανθου μερος αʹ . κομμεως Ἀραβικου μερος ʹʹ . οἰνῳ
9999951 ἀκανθου
και αὐτος ἱστατο και οἱ ἐπακολουθουντες . μνημονευει δε του ἀκανθου και Θεοφραστος ἐν τῳ περι φυτων . ἐχει δε
αὐτο , ἀμπελοπρασον , ἀδιαντον , ἀρου αἱ ῥιζαι , ἀκανθου ἠτοι μελαμφυλλου ἠ παιδερωτος ῥιζα , γληχων , δρακοντιον
9999951 Πελοποννησιους
ἡλιαιᾳ λαβειν της Ἀττικης πεντωβολον ἐν τῃ Ἀρκαδιᾳ νικησαντα τους Πελοποννησιους . Γ τουτον ] δημον . Γ δει ]
ἐν τῃ Νισαιᾳ δεισαντες , σιτου τε ἀποριᾳ και τους Πελοποννησιους οὐ νομιζοντες ταχυ ἐπιβοηθησειν , τους τε Μεγαρεας πολεμιους
9999951 ἀκολουθουν
, ἠ λημμασι προσχρηται ψευδεσιν , ἠ ἐπιφερει το μη ἀκολουθουν . οὐτε γαρ τῳ ἀπο Βαβυλωνος εἰς Θαψακον εἰναι
και ποθεν ἐχομεν , ἐρει τις , δειξαι ὁτι το ἀκολουθουν τῳ ἐξ ὑποθεσεως ληφθεντι ἀληθες ἐστιν ; ἀρα γε
9999950 Πειραιως
ἐν Ἀθηναις δηλονοτι . ʃ του κρατειν τον πλουν του Πειραιως αὐτοι : οἱ Σαμιοι ἐκεινους : τους τετρακοσιους ἐποριζοντο
δε ἱππεις ἐστιν ὁτε και λῃστας ἐχειρουντο των ἐκ του Πειραιως , και την φαλαγγα αὐτων ἐκακουργουν . περιετυχον δε
9999950 κυβερνητου
, ὡσπερ και κυβερνητου μεν ἀρετη , ἀν τα του κυβερνητου ποιῃ και ἀρχῃ των ναυτων , των δε γε
δη . . . : περι του Ἀριστωνος του Κορινθιου κυβερνητου και της συμβουλης αὐτου και οἱ Συρακοσιοι : σημειωσαι
9999950 κατεγνωσθη
. Ἐπειδη τοινυν , ὠ ἀνδρες δικασται , θανατος αὐτων κατεγνωσθη και ἐδει αὐτους ἀποθνῃσκειν , μεταπεμπονται εἰς το δεσμωτηριον
τε δεοι και ἁ μη δεοι ποιειν ὑπο των δικαστων κατεγνωσθη θανατος , οἰεται αὐτον ἐλεγχεσθαι περι του δαιμονιου ψευδομενον
9999950 ὁριστικα
ἐκεινου οὑ ἀν ᾐ ἀριθμος οὑτω και τα εἰδη παντων ὁριστικα εἰσι και μετρητικα : ἐπει οὐν λογοι των εἰδων
καταφασει , τα ἐν καταφασει ῥηματα ἀναιρει , ἁπερ ἐστιν ὁριστικα , ἐχοντα ἐν αὑτοις την καταφασιν , ἀνθ '
9999950 θαυμασιοι
προσγινεσθαι . Ἀλλ ' ὑμας γε οὐκ ἀξιον , ὠ θαυμασιοι . τα τε γαρ ἀλλα ἀγαθα ὑμιν ὑπερ τους
πολλων ἀνθρωπων ὀρθως μοι ἐδοκει μεμφεσθαι . Ὠ Κριτων , θαυμασιοι εἰσιν οἱ τοιουτοι ἀνδρες . ἀταρ οὐπω οἰδα ὁτι
9999949 ἀποδεικτικη
ἐσται των καθ ' αὑτα ὑπαρχοντων ταις πασαις οὐσιαις και ἀποδεικτικη , εἰτε και ἡ αὐτη εἰη τῃ περι τας
πασων ἡ διαιρετικη , δευτερα ἡ ὁριστικη , τριτη ἡ ἀποδεικτικη , τεταρτη ἡ ἀναλυτικη . των δε τριων μονων
9999949 μαλθακωτατοισι
την ὡρην και γαλα ὀνου πιπισκειν , και σιτιοισιν ὡς μαλθακωτατοισι χρησθαι και ψυχροισιν , ἀπεχομενον των δριμεων και των
πιεζῃ , χλιαινειν : ἐπην δε παυσηται , σιτιοισιν ὡς μαλθακωτατοισι χρησθαι . Ἠν δε ἀπηλλαγμενον της νουσου δυσπνοιη λαμβανῃ
9999949 ἐργαστηρια
σμηνη μη φαρμακουσθαι μηδε ἀγρους μηδε οἰκιας μηδε κτηνοτροφεια μηδε ἐργαστηρια . θʹ . προς το ἀνελειν κηφηνας . ιʹ
τεχναις ἀποβαινουσιν . αὐτοις δε και ταις τεχναις ὁμοιως τα ἐργαστηρια αὐτων ὁρωμενα ἀποβαινει χωρις ἑταιρας και πορνειου : αὐτη
9999949 Ὀλυμπιαν
σε ἐφη οὐκ ἐς μυλην ἐμβαλω , ἀλλ ' ἐς Ὀλυμπιαν ἀξω . πολλῳ γαρ ᾠετο πικροτεραν ὡς το εἰκος
ξυντονου κατασχουσης το Ἑλληνικον ζην τον ἀνδρα και ἀφιχθαι ἐς Ὀλυμπιαν , καταρχας μεν ἐδοκει μη ἐρρωσθαι ὁ λογος ,
9999949 τυγχανουσης
παρα φυσιν , λεγω δη της ἐκτος θερμοτητος , δραστηριου τυγχανουσης , διαφορεισθαι το κατα φυσιν ἡμιν θερμον . ἀλλα
της σεληνης κατα το ἀπογειον ἠ το περιγειον του ἐπικυκλου τυγχανουσης , τουτεστιν ἀνωμαλιας # ἠ ρπ : πλειστον δ
9999948 πελοιτο
] ἑουὡς δη ? ῥ ? ' ἀταφος ταφος εἱο πελοιτο εἰ μη ληϊδιηισι ? γυας ἐταμοντο βοεσσι Τηλεβοαι ?
ἠματα δ ' αὐτε ἀμβροσιῃ χριεσκε τερεν δεμας , ὀφρα πελοιτο ἀθανατος και οἱ στυγερον χροϊ γηρας ἀλαλκοι : αὐταρ
9999948 πρακτικα
παραπεπτωκοτος ὁ κληρος του δαιμονος και τα σωματικα και τα πρακτικα μεριζει . ὁμοιως και ἡ τυχη ἀμφοτερα μεριει του
Ἡλιος ἠ και Σεληνη ἠ και ἀμφοτεροι μαλιστα περι τα πρακτικα κεντρα τυχοντες και κατα τροπον ὑπο παντων των ἀστερων
9999948 σκοπης
ποιεισθαι την ἐπιθεσιν . διο και τους Ἀργοναυτας ἀπο της σκοπης καταμαθοντας το πυρ , και νομισαντας συντετελεσθαι την ἀναιρεσιν
' εἰ γε δει μηδεν ὑποστειλαμενον τἀληθες διηγησασθαιοἰκω γαρ ἐπι σκοπης , ὡς ὁρᾳς πολλους αὐτων πολλακις ἠδη ἐθεασαμην περι
9999948 μυριοι
[ ! ! ! ⌊ ε παρεσσονται ] ⌋ μαλα μυριοι οὐδε ⌊ κεν [ ἀνηρ ⌋ ! ! !
ἑκαστῳ πεντηκοντ ' ἐσαν ἀνδρες παρεχει λογιζεσθαι ὁτι ἠσαν πεντακις μυριοι ἀνευ των συμμαχων . Την δε μουσικην , οἰκειοτατην
9999948 Ὀλυμπιαδος
παντων ἐργων βιου ἀσχολιαν παρασκευαζοντος , του Πυθιαδος τε και Ὀλυμπιαδος νικης ὀρεγομενου , διπλασιας τε και ἐτι πολλῳ πλεονος
εἰναι τον πρωτον ἐντεχνως πυκτευσαντα ἐπι της ὀγδοης και τετταρακοστης Ὀλυμπιαδος , κομητην και ἁλουργιδα φορουντα , ἐκκριθηναι τ '
9999948 μισθου
. . οὐδεν ἀπρατον ] διεβαλλετο γαρ ὡς ἡταιρηκως και μισθου λογους γραφων και δωροδοκων . . . . ὑπηρξατε
, φιλους και συγγενεις διδασκοντων : ὀψε δ ' ἠρξαντο μισθου διδασκειν , και πρωτος ἀνεῳξε γραμματοδιδασκαλειον Σποριος Καρ -
9999948 συνεχωρησε
, οὐκ ἐγενετο ἐλεγχος : ᾑ δε ποσως και ὁλως συνεχωρησε τουτο , ἠλεγχθη . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις
ἐασαι παραφυλαξαι τον χρονον τον ἐπιτηδειον ἐς την πραξιν . συνεχωρησε το μειρακιον . ἐφ ' ἑαυτου τοινυν ὁ Χαριτων
9999948 ἐτιθετο
τιθεσθε , τιθενται . Ἑνικα . Ἐτιθεμην , ἐτιθεσο , ἐτιθετο : πας ἐνεστως παθητικος τρεπων την μαι εἰς μην
παιδα και τις ἐρως ἐπῃει τον Περιανδρον , ἠδη σπουδην ἐτιθετο γνωρισαι την ἀνθρωπον ἡτις ἠν . και ἑως μεν
9999947 τερμινθινης
# γ , κηρου # β , ὑσσωπου ὑγρου , τερμινθινης ἀνα # β . Ἰσχιαδικον παρα του Εὐτονιου ἀρχιητρου
τῳ ἀπεφθῳ μελιτι μιγνυται . πλασσεται δε και ἐκ ῥητινης τερμινθινης και νιτρου , και ποτε και κοκκου Κνιδιου συμμετρου
9999947 ἀκριβουν
λογισμου δια την ἀγωνιαν συγκεχυμενου και τας των πραγματων ἀντιληψεις ἀκριβουν ἀδυνατουντος : τοτε γαρ εὐλαβειαν μεν την δειλιαν ,
συνηθειαν διασῳζειν των ὀνοματων ἐπι παντων οἱ πολλοι ἠ το ἀκριβουν την ἑλληνικην φωνην και την ὀρθοτητα την ἐν τῃ
9999947 δακρυου
χρηϲιν πυριαν δαψιλεϲτερον . διαλυϲιϲ γαρ ἐϲται τηϲ ἐνταϲεωϲ του δακρυου . ἐπειτα τῳ ψιλῳ λευκῳ του ὠου ἐγχυματιζειν προθερμανθεντι
ἀντι δρακοντιου ἀποβρωϲιμον . ἀντι ἐλελιϲφακου καλαμινθη . ἀντι ἐλαιαϲ δακρυου ὑποκιϲτιδοϲ χυλοϲ . ἀντι ἑρπυλλου ποταμογειτων . ἀντι εὐζωμου
9999947 ὑποδειγμα
ἑως ” και “ τεως ” , και ὁτι εἰς ὑποδειγμα χρησιμον . παρατηρητεον ὁτι ἐνταυθα ἀδιαφορως ἐχρησατο “ τεως
Ἱνα δε , φησιν , φανερωτερον γενηται το λεγομενον ἐκκεισθω ὑποδειγμα . και ὑποτιθεται τον ἀφετην εἰναι ἐπι της του
9999947 ἐδωρησαντο
τε ἀλλα ὑπερ ὡν ἡκεν οὐκ ἀπρακτον ἀπεπεμψαντο και ταλαντῳ ἐδωρησαντο και την εἰκονα του σωματος ἐστησαντο * * *
δε και δεξιοτητος Θεμιστοκλεϊ , και τουτῳ στεφανον ἐλαιης : ἐδωρησαντο τε μιν ὀχῳ τῳ ἐν Σπαρτῃ καλλιστευοντι : αἰνεσαντες
9999947 κατηνεχθη
παροιμια δηπου και τουτο και λογος ἐχων ἀξιωμα της ὁθεν κατηνεχθη φιλοσοφιας την ἀρχαιοτητα , ὡστε βοειον ἐπιβλεπειν αὐτῃ :
. Νικιας τις των συγκυνηγετουντων ἀπροοπτως παραφερομενος ἐς ἀνθρακευτων καμινον κατηνεχθη , οἱ δε κυνες οἱ συν αὐτῳ τουτο ἰδοντες
9999947 ποιητικη
και προς πιστιν ἀγουσιν . . Ἡ χαρις , ἡ ποιητικη δυναμις : το αἰτιατον ἀντι του αἰτιου : τῃ
και ἀναλογον και ἡ δικαιοσυνη μεσοτητος και ἰσοτητος και ἀναλογιας ποιητικη . και μεσον μεν ἐστι το δικαιον , ὁτι
9999947 σημαντικα
, τα δε θηλυκα πονηρα , ἀμφοτερα δε φροντιδων ἐστι σημαντικα . παιδες δε και νεανισκοι γεροντων συμφορωτεροι βλεπεσθαι προς
ὡστε ἀποφαινεσθαι ” . διοτι οὐν πας μεν λογος ἐχει σημαντικα τινα μορια , ταυτα δ ' ἐπι μεν τινων
9999947 λαμβανετε
οὑς δακρυσειεν ἀν τις ἰδων ὡσπερ ἀνευ νομεως ἀγελην , λαμβανετε κατα νουν , ὡς ἐν παισι μεν ὀξυς ,
ὑμιν δοκωσι μαλιστα συνισχυριειν τε ὑμας και συγκοσμησειν , τουτους λαμβανετε . μαρτυρει δε μοι και τοδε προς το ἀγαθον
9999947 μεσοτητι
δει οἰκονομουμενη . ἀλλως : ἠθικη ἀρετη ἐστιν ἑξις ἐν μεσοτητι οὐσα παθων τε και πραξεων ὡρισμενη τῳ ὀρθῳ λογῳ
μητε την νεμεσιν ἀρετας εἰναι ἀλλα παθη ἐπαινετα τῳ ἐν μεσοτητι εἰναι . ἐστι δε ἡ νεμεσις λυπη ἐπι ταις
9999947 μαθηματικα
. εἰ τοινυν μη ἐστι παρα τα αἰσθητα και τα μαθηματικα ἑτερα τινα ἑν ὑπαρχοντα τῳ ἀριθμῳ , οἱα περ
και τοις φυσικοις . διαφερουσι δε ἀλληλων ὁτι τα μεν μαθηματικα ἀκινητα ὑπαρχουσι , τα δε φυσικα παντα ἐν κινησει
9999946 νυκτερινα
κινδυνους και πνευματα και βασκανιαν , δαιμονας , ληστας και νυκτερινα συναντηματα , θηρια και ἑρπετα και φαντασματα . δει
, παντοιους δαιμονας οὐ φοβειται , οὐδε την Γελλω και νυκτερινα συναντηματα . δακρυα δε ὀνου συν ἐλαιῳ σμηξας και
9999946 ἀπεπεμπεν
πορειαν Κρατερῳ συμπιπτοι , ὁτι και μαλακως το σωμα ἐχοντα ἀπεπεμπεν αὐτον , μη ποθησαι στρατηγον τους ἰοντας . Λογος
. ἐπει δε οὐδεν ἡττον ηὐτομολουν , τελευτων και μαστιγων ἀπεπεμπεν . οἱ μεντοι ἐνδοθεν τους γε δουλους οὐκ ἐδεχοντο
9999946 ἀπεδεξαντο
τρισμυριους , ἱππεας δε τρισχιλιους , ἱππαρχους δε χιλιους . ἀπεδεξαντο δε και την Πυθαγορειον φιλοσοφιαν , διαφεροντως δ '
ἐκ του ποταμου ἐπιεν : οἱ Μακεδονες το στρατηγημα ἀποθαυμασαντες ἀπεδεξαντο . Ὁτι Φιλιππος Βυζαντιους πολιορκων συμμαχους ἐχοντας πλειστους δι
9999946 μυριασι
ἑκατον ναυσιν ἐφορμουντες τῳ μεγαλῳ λιμενι : πεζῃ δε πεντε μυριασι πλησιον των τειχων στρατευοντες , τειχηρεις συνειχον τους Συρακοσιους
εὐδαιμονιας και των ἐν αὐτῃ κατασκευασματων . Ὡς Καρχηδονιοι τριακοντα μυριασι στρατευσαντες εἰς Σικελιαν ἐπολιορκησαν Ἀκραγαντα . Ὡς Συρακοσιοι παραλαβοντες
9999946 βλεπουσα
και ἐπι ποιηματων μεταβολης . Ἡ δε διπλη ἡ ἐξω βλεπουσα παρα μεν τοις κωμικοις και τοις τραγικοις ἐστι πολλη
' ἐχθρας γενοιμην ὁμευνετῃ τινι των οὐρανιων . φοβουμαι γαρ βλεπουσα την της Ἰους παρθενιαν την ἀστεργανορα : ἡν οὐ
9999946 ἐνικησεν
οὐσα του Ἁγνιου . ἐπειδαν οὐν λεγῃ Μακαρτατος , ὁτι ἐνικησεν ὁ πατηρ αὐτου Θεοπομπος του κληρου τουτου , ὑπολαμβανετε
ἐς τους ἐπειτα ὁσων τε και οἱων τον Οἰνομαον κρατησαντα ἐνικησεν αὐτος . ἀπεθανον δε ὑπο του Οἰνομαου κατα τα
9999946 φιλονεικια
ποιεισθαι : ὑστεριζοντες γαρ ἡττον προορωσι . τριτον ὀργη και φιλονεικια : ταραττομενοι γαρ ἡττον δυνανται φυλαττεσθαι παντα . στοιχεια
ἐπι Ἀφροδιτην και ὡροσκοπον , ἱνα γενηται ἡ στασις και φιλονεικια και ἀντιζηλια δια την πραξιν , και ἀπο Ἑρμου
9999946 ἀκοντιῳ
μειρακιον ἐναλλαξαν τω ποδε και την χειρα ἐπεχον πεπηγοτι τῳ ἀκοντιῳ ἐν ἀριστερᾳ , ἡ δεξια δε περιηκται εἰς το
τετραποδων ὁλων . Ὁ δ ' ἀκοντιας ὁμοιος ἐστιν τῳ ἀκοντιῳ , κραδαινεται ὁ σιδηρος : οὑ και φανεντος τοτε
9999946 ἐστεφανωσατο
και βωμος ἐν αὐτῳ τῳ τοπῳ , ἐν ᾡ και ἐστεφανωσατο και τον κλαδον ἀφειλε . και ἐτι και νυν
πομπα και κρισις ἀμφ ' ἀεθλοις . των ἀνθεσι Διαγορας ἐστεφανωσατο δις , κλεινᾳ τ ' ἐν Ἰσθμῳ τετˈρακις εὐτυχεων
9999946 ὑπετιθετο
ἐναντιον . Και ὁ Ἀναξαγορας οὐν , φησι , δυο ὑπετιθετο τα στοιχεια , τον νουν ποιητικον αἰτιον και τας
λυρας ἀνεπεμπετο , ἠ ὁτι καλαμος παλαι ἀντι του κερατος ὑπετιθετο τῃ λυρᾳ . και δια τουτο ἐκ συνηθειας καλαμον
9999946 Ὀλυμπου
τῳ αἰγιαλῳ του Θερμαιου κολπου ἐστιν ἐν ταις ὑπωρειαις του Ὀλυμπου , ἀλλ ' ὁσον ἑπτα ἀπεχει σταδιους : ἐχει
ἀλση : νυν δε το μεταξυ της Ὀσσης και του Ὀλυμπου χωριον , ὁ ἐστι περικαλλες και ὡσπερ ὑπο θειας
9999946 ἐναλλαγην
ζῳδιῳ ἐν ᾡ ἐχει λογον , ποιει τον ἐχοντα την ἐναλλαγην ἐνδυναμον την ψυχην και ἀποτρεπει παντα ὀκνον και ῥαθυμιαν
ἐπιμονῃ ἡ προσεπαναδοσις , τῃ ἀντιληψει ἡ ἐφοδος κατ ' ἐναλλαγην και ἡ ἐπιτομη και ἡ παροδος και τα καλουμενα
9999946 Λακεδαιμονα
εἰκος ἐστιν , Ἀντισθενην Ἀττικον γε ὀντα παραγενομενον Ἀθηνηθεν εἰς Λακεδαιμονα ἐκ της γυναικωνιτιδος λεγειν εἰς την ἀνδρωνιτιν ἐπιεναι .
ἀπο των εἰς τουτο ἀξιουσων πολεων βοηθον αὐτον γενεσθαι . Λακεδαιμονα γουν παρειληφαμεν μετα τον ὑπ ' ἐκεινου γενομενον αὐτῃ
9999946 διαφορητικηϲ
Λιβανωτιδεϲ τρειϲ εἰϲιν ὁμοιαϲ ἁπαϲαι δυναμεωϲ , μαλακτικηϲ τε και διαφορητικηϲ , ὁ δε χυλοϲ ὁ τε τηϲ ῥιζηϲ και
την τριτην ἀποϲταϲιν , ξηραινει δε κατα την δευτεραν : διαφορητικηϲ δε ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ ὑπωπια χρονιζοντα και τα
9999946 ἀπεστρεψεν
ἐνην και κατα τον Ξενοφωντα τους τουτων ὁτι πορρωτατω ὀχετους ἀπεστρεψεν , οὐδαμη καταισχυνασα το του ὁλου ζῳου καλλος .
μονον των ἐγκληματων ἐρρυσατο Ἡρωδην , ἀλλα και την ὀργην ἀπεστρεψεν ἐπι τους κατηγορους . Ὁ μεν οὐν Ἀραψ ἠδη
9999945 σεμνοτητα
το δε ἀναστρεψαι και το παρακολουθουν προθεσιν εἰναι του προσωπου σεμνοτητα μετα γλυκυτητος εἰργασατο , ὡσπερ ἀν ἡ σωφρονεστατη παρθενος
, ἐξ ἰσου γιγνομενοι στερξομεν ; εἰ δ ' ἐπωνυμιας σεμνοτητα σκοπουσιν , ἠ προς δοξαν ὀνοματος τα τοιαυτα κρινουσιν
9999945 ἀπεδειξεν
οὐσια δε ὡς πατηρ ἠ σιμος . Ἀρ ' οὐν ἀπεδειξεν αὐτος περι του την ἀντιφασιν μη συναληθευειν ; τουτο
κεκομισμενον ναυτικα και τετρακισχιλιας δραχμας και τουτων τα γραμματ ' ἀπεδειξεν . ἐν γαρ τῃ διοικισει , ὁτ ' ἐκ
9999945 συγχωρησειεν
συνηθων , οὐκ ἀν ποτε που το ἀπορηθεν περι αὐτων συγχωρησειεν ἐπιδραμων οὑτως εὐθυς , στας δ ' ἀν ,
του της θαλαττης της μεχρι στηλων , μαλλον ἀν τις συγχωρησειεν ὡς ἐπι μιας γραμμης ἐξεταζεσθαι τας παραλληλους ἐκεινης ἐν
9999945 Λακεδαιμονιοισι
την Ἀσιην Δημαρητος και τοιαυτῃ χρησαμενος τυχῃ , ἀλλα τε Λακεδαιμονιοισι συχνα ἐργοισι τε και γνωμῃσι ἀπολαμπρυνθεις , ἐν δε
Σπαρτης προ δυντος ἡλιου : οὐδενα γαρ λογον εὐεπεα λεγεις Λακεδαιμονιοισι , ἐθελων σφεας ἀπο θαλασσης τριων μηνων ὁδον ἀγαγειν
9999945 δενδρεσι
πολλων δ ' ὀντων ἐν αὐτοις δρυμων και πυκνων τοις δενδρεσι , φασιν ἐν τοις παλαιοις χρονοις ὑπο τινων νομεων
ἀν ἐν τοις αὐτοις δενδρα τε ἀναδραμοντα και ὑπο τοις δενδρεσι ληια θαλλοντα , μαλλον δε και μεμερισμενως ταυτα δεικνυσι
9999945 ἀπειργασατο
νους οὑτως : ἀλλ ' Ὁμηρος τῃ ἑαυτου ποιησει τιμιωτατον ἀπειργασατο τον Αἰαντα , ὁστις αὐτου πασαν ἀρετην τοις ἐγκωμιοις
εὐθυς ἀπηχθετο τοις ἀκουου - σιν , ἐπειτα διαβολην ἀν ἀπειργασατο κατα της πολεως οὐ την τυχουσαν . και γαρ
9999945 Ἀναξιμανδρου
, ὁτι Θαλης Ἰων ὠν , Μιλησιος γαρ , καθηγησατο Ἀναξιμανδρου : ἡ δε Ἰταλικη ἀπο Πυθαγορου , ὁτι τα
. τουτον Θεοφραστος ἐν τηι Ἐπιτομηι [ . . ] Ἀναξιμανδρου φησιν ἀκουσαι . . . . [ ] πολυμαθιη
9999945 ἀπεικονισμα
αὐτη τε και τα μερη . ὁλη μεν δη γεγονεν ἀπεικονισμα και μιμημα του κοσμου , τα δε μερη των
περιγειοις ἐξαιρετον ἀπονενεμησθαι τοπον ἱερον τῳ ἀορατῳ θεῳ μηδεν ὁρατον ἀπεικονισμα περιεξοντα προς μετουσιαν ἐλπιδων χρηστων και ἀπολαυσιν ἀγαθων τελειων
9999945 εὐδαιμονες
ἀρχωμεθα και τουτου ἐντευθεν . ὀρθως λεγονται οἱ μηδενος δεομενοι εὐδαιμονες εἰναι , και ὡς των ἀπεραντους ἐχοντων τας ἐπιθυμιας
ἐπιμισγεται , ἀλλοτε δ ' ἐσθλῳ . δοκουσι γαρ οἱ εὐδαιμονες συγκεκραμενον ἐχειν τοις ἀγαθοις και φαυλον : οἱ δε
9999944 γιγνωσκων
αὐτον ἡ γη ἑως ἑσπερας . Λεγει ὁτι ὡς και γιγνωσκων την μορφην του ἡλιου ὁποια ἠν . Και ἐξωρισεν
' αὐτο ἐφαμεν τοιουτον εἰναι , ὁτι ἐνιοτ ' ἐγω γιγνωσκων Σωκρατη , πορρωθεν δε ὁρων ἀλλον ὁν οὐ γιγνωσκω
9999944 εἰργασατο
τε ὁ Σωφρονισκου προ της ἐς την ἀκροπολιν ἐσοδου Χαριτων εἰργασατο ἀγαλματα Ἀθηναιοις . και ταυτα μεν ἐστιν ὁμοιως ἁπαντα
νοειν περι θεου ἐμφασιν του ὑψιστου κινει . τι δε εἰργασατο ἠδη καλον ὁ Ἀβραμ , ὁτι κελευει αὐτῳ πατριδος
9999944 ἐξεδεξαντο
εἱμαρτο ἁλωναι : ἡ διπλη ὁτι ἐκ τουτου οἱ νεωτεροι ἐξεδεξαντο λευγαλεον τον διυγρον : ἐστι δε κατα κοινωνιαν στοιχειων
, πυρ και δικελλας αἰτων . τινες ἐκ του Τυφωνος ἐξεδεξαντο ἑνος των γιγαντων : τυφων : τεραστιος δαιμων .
9999944 ἐσπουδασαν
οὐν ἐπαινειν ἀξιον , ὁτι πρωτοι ταις ἐπιβολαις ἐχρησαντο και ἐσπουδασαν εὑρειν τι χρησιμον τῳ βιῳ . ἐπιγενομενος δε τουτοις
γαρ ἐκεινος και οἱ μετ ' αὐτον ἁπαντες περι ταυτην ἐσπουδασαν την πολιν και το βασιλειον ἐνταυθα μετηνεγκαν : και
9999944 ἰσοσυλλαβως
τα ὁμοια . Καν . ιζʹ . Ὁ Μενελαος Μενελαου ἰσοσυλλαβως κλινεται : παντα γαρ ἁπλως τα εἰς ος μικρον
Μηριονου , και Ἀττικοι συναιρουντες την Δημοσθενεος γενικην Δημοσθενους φασιν ἰσοσυλλαβως : ἐπειδη δε πασα εὐθεια εἰς ς ληγουσα ,
9999944 λαβουσα
φιλοιη των ὠτων ἐπιλαμβανομενα : ὑποδηλοι δε Εὐνικος ἐν Ἀντειᾳ λαβουσα των ὠτων φιλησον την χυτραν . οὐ μην ἀλλα
ἠν αὐτων ἡ τουτο πραξαι πεισασα : Κλοιλια προ - λαβουσα τας ἀλλας ὡμολογησε . Πορσινας ὑπεραγασθεις το ἀνδρειον της
9999944 Καρχηδονιους
' ἁς οὐκ ἐδει διαβαινειν τον Ἰβηρα ποταμον ἐπι πολεμωι Καρχηδονιους . εἰ δε την Σαρδονος ἀφαιρεσιν και τα συν
την ἀκτην ἐχοντας Ἰταλιωτων , ἐς δε την Σικελιαν διαβας Καρχηδονιους ἠναγκασεν ἀπαναστηναι Συρακουσων . φρονησας δε ἐφ ' αὑτῳ
9999944 ἑκατερῳ
ἠσαν τα μερη : στροφικον και ἀντιστροφικον λογια , ἑκατερον ἑκατερῳ ἰσαριθμους ἐχον τους στιχους , και μετρων δε των
' ἠδη πορευσομαι , τας ἀριστα δοκουσας ἐχειν παρ ' ἑκατερῳ των ἀνδρων λεξεις προχειρισαμενος και ἀντιπαραθεις αὐταις τας Δημοσθενους
9999944 ὑπολαβῃς
. ὁρα , ὠ ἀναγινωσκων , μη τον του ὀφεως ὑπολαβῃς ὡδε εἰρησθαι ἰον , ἀλλα το ἐπι της Πεντηκοστης
το ἰσον τοις ἀρχαιοις , μηκει δε μειζονας . μη ὑπολαβῃς δε , διοτι μειζονας τῳ μηκει ποιουντες παρεκβησομεθα την
9999944 Πελλαν
μοι τα βρωμαθ ' ἡδονην ποιῃ . Στρατονικος ἀπεδημησεν εἰς Πελλαν ποτε παρα πλειονων ἐμπροσθε τουτ ' ἀκηκοως ὡς σπληνικους
πατρωνυμικως Βερενικιαδαι . ἐστι και ἀλλη περι Συριαν , ἡν Πελλαν καλουσι . Βερενικιδαι , δημος της Πτολεμαϊδος φυλης .
9999944 ἀθλιοι
. ἀλλ ' εἰ μεν ὁτι ἐδεηθησαν κολασεως λεγοιεν ὡς ἀθλιοι οἱ κακοι , διδοντες δε δικην ὠφελουντο ὑπο του
τι ἀτοπον εἰρηκεν ; οὐ γαρ ὡς ἁπαντες οἱ ἀνθρωποι ἀθλιοι εἰσι φησιν , ἀλλ ' ὁτι οὐθεν ἐστι ζῳον
9999944 φευγουσα
ἐπι Ἰνδους και Κυρος : ἀλλ ' ἡ μεν ἀνεστρεψε φευγουσα μετα εἰκοσιν ἀνθρωπων , ἐκεινος δε μεθ ' ἑπτα
μεταξυ Μεγαρων και Κορινθου , ἀφ ' οὑ ἡλατο Ἰνω φευγουσα τον Ἀθαμαντα . το πρωτοτυπον Γερανη , ἐξ ἡς
9999944 δοκιμαζει
δια Βορυσθενους , ὁπερ και αὐτο δοκιμαζει ὁ Ἱππαρχος , δοκιμαζει δε και το ἀπο Βυζαντιου διαστημα ἐπι τον Βορυσθενη
ἐξεταζομενων ἐν λογοις , παροσον ἡ Λυδια λιθος τον χρυσον δοκιμαζει . Βοιωτια αἰνιγματα : ἐπι των ἀσυνετων : Βοιωτη
9999944 πισσης
μηδενι τροπῳ ἐρεθιζων : ἠ θειον ἀπυρον ἠ λιβανωτον μετα πισσης ὑγρας εἰς σπληνιον ἐπιτιθει . Ἐφ ' ὡν δε
ὑδατος οὐγγιας θ , και ἑνωσας χρω . Κηρου , πισσης , κολοφωνιας , στεατος ταυρειου , ἀσβεστου ἰσα τηξας
9999944 θαυμασιωτερα
εἰ τας στηλας ἀνελοιεν . και ἡ λυσις δε ἐτι θαυμασιωτερα : γινωσκων γαρ ὁπως ἐχουσι γνωμης Ἀρκαδες προσποιειται ἀγνοειν
ἡ περι την φυλακην αὐτου προνοια και οἰκονομια πολυ μαλλον θαυμασιωτερα . πεπιστευμεναι γαρ , ὡς εἰκος , παρα θεων
9999944 ἐπιφωνημα
των ἐργων ἐθελησαντι προσλαβειν . οἱς ἐπιτιθησιν οὐδε μειρακιῳ προσηκον ἐπιφωνημα : λογῳ μεν γαρ την ἡμετεραν δυναμιν σῳζοι ἀν
σ βαρυνεται : σεσημειωται το πρωϊ ὀξυνομενον : το γιγγρι ἐπιφωνημα τι ὀν ἐν καταμωκησει λεγομενον , εἰ ὀξυνετο ,
9999944 ὁριστικη
κωλυων : οὐκουν ἐν τουτῳ τῳ προβληματι ἡ μεν ἐστιν ὁριστικη ζητησις , εἰ τουτο ἐστιν εἰσηγησασθαι : ἡ δε
μεν ἐστιν ἐμπεριεκτικα πραγματων , ἐφ ' ἁ και ἡ ὁριστικη ἐγκλισις ἐπερειδεται και αἱ ὑπολοιποι , ὡς το γραφω
9999944 σπουδης
τειχει ἰδοντες και πηδωντα ἐσω ἐς την ἀκραν , ὑπο σπουδης τε και φοβου μη τι αὐτοις ὁ βασιλευς παθῃ
ὑποφερομενοις αὐτοις εἰξομεν , οὐδε μεταβαλλομενοις ἐκ της περι φιλοσοφιαν σπουδης εἰς ἑτεραν τινα του βιου προθεσιν ἐπακολουθησομεν και αὐτοι
9999944 κρηπιδας
ἐστα , και μυχους * δεινασατο ” βαλλομενος [ ] κρηπιδας ἀλσεων . ” οὐκ εὐ δ ' ὁ Ἀλκαιος
μεταβαλουσα και αὐτη το ὀνομα ἀνελομενου Θησεως ὑπ ' αὐτῃ κρηπιδας τας Αἰγεως και ξιφος : προτερον δε βωμος ἐκαλειτο
9999943 κατηλθε
μεν ἐπι Προυσιαδος ἠγεν , ἐντευθεν δε ἐπι την Ποντικην κατηλθε θαλασσαν , και παρελθων την παραλιαν τοις κατα κορυφην
ἐκεινος , ἀλλ ' ἐκυσε μεν Αἰσχυλον , ὁτε δη κατηλθε , κἀνεβαλε την δεξιαν κἀνεικος ὑπεχωρησεν αὐτῳ του θρονου
9999943 πικροτατα
ἀναθεωρησεως , μισοπονηρος μεν φαινεται δια το παντων των νομοθετων πικροτατα προστιμα θειναι κατα παντων των ἀδικουντων , δικαιος δ
ὑπο δε της προς τους ἀκληρουντας ὀργης ἡττασθαι , και πικροτατα μισουντας τους ὑπερ ἀνθρωπον φρονουντας , ἐν ταις εὐτυχιαις
9999943 φυγασι
φησιν Ζωπυρον ἱστορειν 〛 τους γαρ Ἀθηναιους καθοδον δεδωκεναι τοις φυγασι πλην των Πεισιστρατιδων μετα την ἡτταν την ἐν Σικελιαι
μεν ὑποσχεσεσι δωρων , τους δε δεησεσι πεισαντος συμπραξαι τοις φυγασι την καθοδον . και γινεται κοινη των συναγομενων εἰς
9999943 ἀφορμης
, ἀναλαβειν δε την ἀρχην την πατρῳαν δι ' ὀξυτατης ἀφορμης : ἐπιμελησεσθαι γαρ αὐτος ἐν ταις ναυσιν ὠν μηδενα
δια την τοιαυτην συνεμπτωσιν Τρυφων ἐν τῳ περι προσωπων αἰτιος ἀφορμης ἐγενετο τοις ἐθελουσι προς αὐτον ἀντιλεγειν , οὐ παραδεξαμενος
9999943 σπουδαιοι
το ἀλογον ἀποσειεται . και δια τουτο συγχαιρουσιν ἑαυτοις οἱ σπουδαιοι και συλλυπουνται . εἰρηται γαρ ὁτι οἱς χαιρει ἠ
χρωνται προς την των ἀδοκιμων δογματων εἰσηγησιν και παλιν οἱ σπουδαιοι προς τε την τουτων ἀναιρεσιν και προς το των
9999943 γραμματευς
κατειθισμενην ἐπιμελειαν το σωμα παραδιδοασι . και πρωτος μεν ὁ γραμματευς λεγομενος τεθεντος χαμαι του σωματος ἐπι την λαγονα περιγραφει
, ἐνθυμιον ποιουμαι την του ἐνυπνιου φωνην , ὡς ὁ γραμματευς ὑπισχνειτο μοι συμπραξειν . και το τε ὀναρ αὐτο
9999943 συγγενες
πανυ γυναικες εἰς τας ἀλληλων πολεις ἐκδεδομεναι και δια το συγγενες και δια φιλιαν , αἱ τυχουσαι της ἐκ του
στερξομεν . εἰ γαρ Κορατιοις ἐλαττον κρινεται του καλου το συγγενες , οὐδε Ὁρατιοις τιμιωτερον φανησεται το γενος της ἀρετης
9999943 γινωσκουσα
σχολην ] βραδυτητα . ἀξυνημων ] ἠγουν μη συνιεισα και γινωσκουσα τα λεγομενα . δεχηι ] ἠγουν νοεις . λογον
ἀγνοουσα , οὐδεις ἐσται ταυτῃ προσεχων , εἰ δε ὡς γινωσκουσα , τῳ περιττῳ και τῳ ἀδυνατῳ ἐκβληθησεται τοιαυτα φαμεν
9999943 Εὐθυδημου
: τα μεν γαρ αὐτος , τα δε Δημητριος ὁ Εὐθυδημου υἱος του Βακτριων βασιλεως : οὐ μονον δε την
δε φησι κατα την ἑκτην , και πρωτον ἐφορον γενεσθαιἐπι Εὐθυδημου , ὡς φησι Σωσικρατης . και πρωτος εἰσηγησατο ἐφορους

Back