Ἁιδου | ἀπιοντι ξυναπεδημει ; ὡν ὁ μεν οὐτε θεων μηνιμα | οὐτε ἀνθρωπων μιασμα προ του φιλου ἐφυλαξατο |
Ταλθυβιου και οὑτοι φαμενοι μνημα εἰναι . Ταλθυβιου δε τουτου μηνιμα ἐπι τῳ φονῳ των κηρυκων , οἱ παρα βασιλεως
9999952 Ἀρτεμιδος
περισχιδη και κερατα καθαπερ ἐκεινος , ὁτε δε την της Ἀρτεμιδος , ἡν και ἐπι του ἁρματος ἐφορει πολλακις ,
περι αὐτο ἀλσος παρεχομενον πηγας , εἰσι δε και ἐν Ἀρτεμιδος ἱερῳ πηγαι : ὑδωρ δε ἀφθονον εἰπερ ἀλλο τι
9999950 ἀπεπλευσεν
των Ἑρμων . οἱ γαρ Ἀθηναιοι , ἐπειδη ἡ στρατια ἀπεπλευσεν , οὐδεν ἡσσον ζητησιν ἐποιουντο των περι τα μυστηρια
πολιν : ὁ δε ἀφικομενου του κυβερνητου ἀποκοψας το ἀπογειον ἀπεπλευσεν ἀκινδυνως . Λευκων χρηματων δεομενος ἐκηρυξεν , ὁτι μελλοι
9999949 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999948 Ὀλυμπιακον
τους ἐξ ἀσεβεστατης τυραννιδος ἀπεσταλμενους θεωρους : ὁτε και τον Ὀλυμπιακον λογον ἐπιγραφομενον ἀνεγνω . του δ ' ἀγωνος συντελουμενου
: † ἀπερχομενος εἰς Ὀλυμπον . † θαυμαστον . τον Ὀλυμπιακον . διεξαγειν . ταχειας . ἁρματων δρομου . .
9999947 προϲ
ϲμυρνηϲ ⋖ β οἰνῳ αὐϲτηρῳ λεαναϲ καταχριε . ποιει και προϲ τα ἐν τῳ γενειῳ . Ἀλλο ποιουν και προϲ
ἐπιουϲηϲ ἡμεραϲ και παλιν λυϲαϲ ἀνανεωϲαϲ ἐπιτιθει . Ἀλλο μαλαγμα προϲ παϲαν κεφαλαλγιαν . ἰου ⋖ δ χαλκου κεκαυ -
9999947 φλεγματωδης
, ἡσυχιην ἀγειν , και ἠν φυσει ᾐ χολωδης ἠ φλεγματωδης , ὑπο δε της διαιτης και της φαρμακοποσιης λεπτυνθεισα
ποιησαι , σκεψασθαι χρη ἐν τοισιν ἐπιμηνιοισιν εἰτε χολωδης εἰτε φλεγματωδης εἰη : γνωσῃ δε τωνδε ὁποτερον μαλλον , ψαμμον
9999947 Συρακοσιοις
ἀποριας κατειχετο του γεγονοτος χαριν : ἀγγελος δε Φημη ταχεια Συρακοσιοις ἐμηνυσε το παραδοξον . παντες οὐν συνετρεχον ἐπι τον
. ὁ δε Διων λαμπρᾳ μαχῃ νικησας οὐδεν ἐμνησικακησε τοις Συρακοσιοις : ἀποστειλαντων γαρ προς αὐτον κηρυκα περι της των
9999946 Νικανδρου
ἐχοντα . περσειης δε εἰπε το ἀρχαιον ἀπο του Θεοδοσιακου Νικανδρου μεταγεγραμμενον σκληρ ' ] γραφεται ξηρ ' , ξηρα
χειρον ἐχοντα δευρο νομισθειη ποτε , ὠ Ἑρμησιαναξ . Των Νικανδρου Ἀντιφαρμακων ταδε ἐνεστιν : περι ἀκονιτου περι ψιμυθιου περι
9999946 φρονιμα
! ? ? # ? [ ] . εισαν τα φρονιμα ? [ ] . # ἡμεις [ δε ζητωμεν
οἱ πολλοι , ἐγω θρασεα καλω , ἀνδρεια δε τα φρονιμα περι ὡν λεγω . Θεασαι , ὠ Σωκρατες ,
9999946 Συρακουσιοι
ἡ βωλος θηλυκως δεον , οὐκ ἀρσενικως . Ἡ πηλος Συρακουσιοι λεγουσιν ἁμαρτανοντες . Ὀψινος : ὁμοιως τῳ ὀρθρινος τουτο
: ὡν οἱ μεν εἰς ἐσχατον ἀποριας ἡκον , οἱ Συρακουσιοι , οἱ δε Ἀθηναιοι νικωντες ἐγενοντο και ἐλπιδας εἰχον
9999946 Ἀντικλειδης
προς γαμου κοινωνιαν ὁ Πεισιστρατος Ἱππαρχωι τωι υἱωι , ὡς Ἀντικλειδης ἱστορει ἐν η Νοστων : ἐξεδωκεν . . .
πρωτον εὑροντος τας ἀρχας των στοιχειων αὐτης , ὡς φησιν Ἀντικλειδης ἐν δευτερῳ Περι Ἀλεξανδρου . μαλιστα δε σχολασαι τον
9999946 κατειργασατο
ἀντιτεταγμενοις , το δε πλειστον ἀλκῃ και βιᾳ των ἐλεφαντων κατειργασατο , χρησασθαι τῃ ἀρετῃ προς την μαχην των Ῥωμαιων
τεκνα γονεις , ἐπειδη ὡς ἐκεινος τῳ μη ὑπαρχοντι ὑπαρξιν κατειργασατο , και οὑτοι μιμουμενοι καθ ' ὁσον οἱον τε
9999946 βουλοιντο
ἐξ ἀντιθεσεως , συνιστας ὑπαρχειν ἱκανα τῃ πολει , εἰ βουλοιντο λυσαι τον νομον ὁν Εὐβουλος ἐθηκεν . ἐν ᾡ
και μηχανης εἰδος καινοτερον . ἐφη γαρ , εἰ γε βουλοιντο , δυνατον εἰναι μηχανης ἑτερον εἰδος κατασκευασαι μικρον παραλλαξασι
9999946 κατεστησε
ἐλευθεριας ” Σαμον δε φρουρουμενην ὑπο Κυπροθεμιδος , ὁν “ κατεστησε Τιγρανης ὁ βασιλεως ὑπαρχος . ” Κυπασσις : Λυσιας
διαδεχομενοι κατεληξαν εἰς Ἀρσην , ὁν ἀποκτεινας Βαγωος ὁ εὐνουχος κατεστησε Δαρειον οὐκ ὀντα του γενους των βασιλεων . τουτον
9999945 ἱκανης
πολιν . εἰτα τα της ἀρχης ἀνακτησαμενος κοσμια παλιν δυναμεως ἱκανης ἀφηγειτο . , . . ) Ὁτι τον Ἀδριανον
, ὡς της των ἐργων ὑπερβολης και προς ἐπιδειξιν πρωτην ἱκανης ἐρεθισαι . παλαι μεν οὐν τῃ Φυσει ῥᾳθυμιαν ὠνειδιζον
9999945 ἀγανακτησει
' ἀπειριαν του στρατηγειν : και ἀλλῃ πολλῃ βλασφημιᾳ και ἀγανακτησει χρησαμενοι λυειν τον χαρακα και ἀπαγειν σφας εἰς την
ὑποφορα , τουτο ἐστιν ἡ προτασις : το δε λεγειν ἀγανακτησει τοινυν , εἰ μονος των ἐνταυθοι πολιτευομενων λογων εὐθυνας
9999945 θαυμασιως
και ἐδωκα το ποτηριον εἰς τας χειρας Φαραω ” . θαυμασιως γε προανεφθεγξατο και ἀψευδως ἐχει το „ ἐν τῳ
εἰχον την διασκευην , ἐνοπτρον δη γεγονυιαν προς αὐτο τουτο θαυμασιως ἐχουσαν , ὡστε παν το προσαχθεν ἀπαυγαζεσθαι σαφεστερον μαλλον
9999944 κατεπολεμησε
, φυγας ὠν ὑπο Διονυσιου , μετα δισχιλιων στρατιωτων αὐθις κατεπολεμησε , και ὁ προτερον αὐτος ἠν , τουτο ἐκεινον
τω χειρε περιαγαγων εἰς τοὐπισω : ὡστε ἀμφισβητησιμον εἰναι ποτερον κατεπολεμησε τους ἀνθρωπους ἠ καθωμιλησε . Κερβουλων μεν οὐν ὁ
9999944 κουφοτητα
τοπους συνδραμειν , ἀνωφερους οὐσης της τοιαυτης φυσεως δια την κουφοτητα : ἀφ ' ἡς αἰτιας τον μεν ἡλιον και
λεπτου : σημειον δε : του Ὑπανιος ἐπανω γινεται δια κουφοτητα τοις βορειοις . Πολλαχου δ ' εἰσι κρηναι αἱ
9999944 ἐφερετο
ἀπιθανον γραφειν , και μαλα ποιητικως , εἰς ὁσον ὑψος ἐφερετο μεταρσιος . ἡ δε προς το θειον οἰκειοτης οὑτως
γινεται μεγεθος , οἱον ὡς Ξενοφων , τα δε ἁρματα ἐφερετο , φησι , τα μεν δι ' αὐτων των
9999944 ἀγανακτει
ὁ λαιμος ἀπαιτει τα ἐκ του ἐθους και ἀπομανθανων αὐτα ἀγανακτει . Και σε οὐκ ἀν τις ἀλλος δεξαιτο ἐξωρον
οὐσαι συγχορευουσιν ἀλληλαις και τῳ Ἀπολλωνι , και οὐδεμια αὐτων ἀγανακτει προς τας ἀλλας , ὁτι μη μονη σοφη ἐστι
9999944 Κρονιδης
Ἀνθεμιων Ἀνθεμιωνος Ἀνθεμιωνιδης Ἀνθεμιδης , ὡς Δευκαλος Δευκαλιδης και Κρονος Κρονιδης . . . . ἀνθ ' ὡν : ἀπο
ἐχει Οὐρανιδῃσι , χαιρων υἱωνων περιωσιον υἱωνοισιν , ὁττι σφεων Κρονιδης μελεων ἐξειλετο γηρας , ἀθανατοι δε καλευνται ἑοι νεποδες
9999944 σφραγιδος
ἠ ἀμυλου ἠ ῥοδων ξηρων ἠ γης Κρητικης ἠ Λημνιας σφραγιδος ἠ ἀλευρων κριθινων ἠ ἀλλων τοιουτων συμμετρων τινων ,
ταρʹ α σχοινανθης ταρʹ ⊂ ῥοδων ξηρων ταρʹ ⊂ Λημνιας σφραγιδος ταρʹ α ⊂ ἀρνογλωσσου χυλου ταρʹ α ἀκακιας ταρʹ
9999944 μηνοειδης
μηνοειδως ἐκκεκομμενον , ἱνα ὁταν ἐπικλειηται το πωμα , ἡ μηνοειδης ἐκκοπη το προκειμενον του κοχλιαξονος παραδεξηται . ὁ δ
, και τα σχηματα αὐτης . Ὡστε και , ὁτε μηνοειδης ἐστι , το ἀπο του κερως ἐπι το κερας
9999943 θελοιεν
, εἰς ὁσον δυνανται . Καλως προσεθηκε το , εἰ θελοιεν . δει γαρ χαριζεσθαι τι και τῃ του καμνοντος
ἐθελων Ὁμηρος τρισυλλαβως . . Η . ο . ὁττι θελοιεν . ὁττ ' ἐθελοιεν . . , . ἡμεις
9999943 ἐνεχειρισεν
ἡμων , ὁτ ' ἐμελλε τελευταν , ἁπαντα ταυτ ' ἐνεχειρισεν Ἀφοβῳ τε τουτῳι και Δημοφωντι τῳ Δημωνος υἱει ,
μιᾳ των | Ὠκεανιδων εἰσω της Κρητης φερειν ? | ἐνεχειρισεν , ὁπως κρυφα τρεφοιτο ἐκεισε | . Οἱον ὁ
9999943 Ἀριστωνα
φησιν εἰρηκεναι τινας Ξενοφανους αὐτον ἀκηκοεναι . λεγειν τ ' Ἀριστωνα ἐν τῳ περι Ἡρακλειτου και τον ὑδερον αὐτον θεραπευθηναι
' ἑν οὐδ ' ἀπογεγραπται , ἀλλα βουλευσεως τον Ἀλωπεκηθεν Ἀριστωνα διωκει . ναι , φησιν : ἀδικως γαρ μ
9999943 ἐδεησεν
κενη δοξα ; ἀλλα μην και οἰκιας δια τας αὐτας ἐδεησεν ἡμιν αἰτιας , και ὁπως μη προς θηριων ἠ
ἀσφαλει χωριῳ θεμενη δια το καταφρονειν των πολεμιων ὀλιγου τινος ἐδεησεν πασα διαφθαρηναι : οἱ γαρ ἐν τῃ πολει φρουροι
9999943 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999943 συντεθεισα
ἡ ὑπο ΗΒΘ μετα της ὑπο ΒΖΓ και του ἡμικυκλιου συντεθεισα , τουτεστιν λειπουσα νυν την ὑπο ΑΖΒ , ποιει
του τριτον εἰναι μερος της οἰκουμενης ἡ Λιβυη ὡστε και συντεθεισα μετα της Εὐρωπης οὐκ ἀν ἐξισαζειν δοξειε τῃ Ἀσιᾳ
9999943 αἰσθητικης
ἀτμων τας του πνευματος ἐξοδους ἐπιφραττοντων : κἀντευθεν της μεν αἰσθητικης δυναμεως μη ἐξοχετευομενης τῳ προσιστασθαι τους τυχοντας χυμους ,
καθολικωτερας και ζωα κοινωνει και φυτα , και της μεν αἰσθητικης ἀρχης αὑτη χωριζεται , οὐδεν δε ταυτης ἀνευ μετεχει
9999943 ἀκινδυνα
ἠ και σανιδιοις τισι προσκαθημενοι ῥᾳδιως ἐπεραιωθημεν δεδιοτες ματην : ἀκινδυνα γαρ ἐστιν , ἀν μη τις ὑπεργομον ποιησῃ το
. παντα γαρ ἐπι των τοιουτων νοϲηματων εὐθυϲ ἐξ ἀρχηϲ ἀκινδυνα φαινεται τα ϲημεια , ὡϲπερ αὐ παλιν ἐπι των
9999942 ἀναπαιστικα
: το κʹ ” καταπυγοσυνης ἀναπλησει “ διμετρον καταληκτικον . ἀναπαιστικα κωλα διμετρα κʹ , ὡν τελευταιος καταπυγοσυνης ἀναπλησει .
ὑποθεσιν και το μετρον ἐνηλλαξεν αὐθις . και εἰσι κωλα ἀναπαιστικα θʹ ὡν τα μεν ἑπτα διμετρα ἀκαταληκτα , το
9999942 αἰσθητικην
ἐναποκειμενους ἐν τῃ φαντασιᾳ τυπους , οὑτως εὐλογον και την αἰσθητικην ψυχην τιθεσθαι κρινειν τον πλειω και ἐλασσω χρονον ἐνδον
„ . των πολλων του νου δυναμεων μιαν ἐλαβε την αἰσθητικην . το δε ” ἐλαβεν ” οὐκ ἀντι του
9999942 τετρακοσια
ἀντι του τεσσαρακοντακις ι , γινεται υ : οὑτος ὁ τετρακοσια προμηκης ἐστιν , ἐπειδη ἐξ ἀνισων πλευρων γεγονε του
' ἑκαστον ἐνιαυτον ἐκ του φορου των συμμαχων ἀνεφερετο ταλαντα τετρακοσια ἑξηκοντα . χωρις δε τουτων † ἡ τε πομπεια
9999942 ῥητορικης
και ἀσφαλει καταληξει ἐοικεν αὐτης ἡ ἀποθεσις . Της δε ῥητορικης περιοδου συνεστραμμενον το εἰδος και κυκλικον και δεομενον στρογγυλου
ἱνα μηδε τουτο παρελθωμεν , ταυτον πεπονθα προς τους της ῥητορικης λογους ὁ τι περ τα πεμματα προς τα τῳ
9999942 Βρεττανικης
Ἰερνης . οὑτος δε Πυθεᾳ πιστευων κατα τα ἀρκτικωτερα της Βρεττανικης την οἰκησιν ταυτην τιθησι , και φησιν εἰναι την
Ἰερνης οὐδεν ἐχουσι λεγειν , ἡ προς ἀρκτον προκειται της Βρεττανικης πλησιον , ἀγριων τελεως ἀνθρωπων και κακως οἰκουντων δια
9999942 ἀπαντικρυ
ὑπομενειν : οὐ γαρ ἀποχρη το θεωρειν ἐρωμενον οὐδ ' ἀπαντικρυ καθημενου και λαλουντος ἀκουειν , ἀλλ ' ὡσπερ ἡδονης
κατα ποσον ἐπιστρεψαντες την βαλανον δια του βροχου και το ἀπαντικρυ μερος περιδερουμεν . μετρον δε της ὑποδορας ἐστω το
9999941 Θεσσαλονικης
ὁδος . ἐπωνομασε δε την πολιν ἀπο της ἑαυτου γυναικος Θεσσαλονικης , Φιλιππου δε του Ἀμυντου θυγατρος , καθελων τα
ἑνος των ἐν Πιεριᾳ βασιλευσαντων . : Ἀλτος , χωριον Θεσσαλονικης , ὡς Θεαγενης ἐν Μακεδονιᾳ . : Βαλλα ,
9999941 ὑπερμεγεθες
ὁν οὐκ ἀν καταφαγοιμεν ἡμερων τριων ἠδη κατεσθιοντες δωδεκα : ὑπερμεγεθες γαρ ἐστι . Τι οὐν ἀγοραζω ; φραζε γαρ
ὠν του οἰκου του Ἁγνιου , ἐψευσατο προς τους δικαστας ὑπερμεγεθες ψευδος περι τε της Φυλομαχης της του Πολεμωνος ἀδελφης
9999941 ἐλεγετο
ἡ προς το γενος : προεληφθη δε τουτο , ὁτε ἐλεγετο ἡ του γενους προς τεσσαρας . Μεθο γαρ ἐλθῃς
δε ἑτερα νησος ἀπεχειν μεν ἀπο του στοματος του Εὐφρατου ἐλεγετο ὁσον πλουν ἡμερας και νυκτος κατ ' οὐρον θεουσῃ
9999941 κυβερνητας
νυν δε τουτο ἡμων ὀντων , ἠγουν ἀντιπαλων , οἱον κυβερνητας ἐχομεν πολιτας και την ναυτικην ἐμπειριαν , ὡς δε
γαρ και ὁρων του χωριου χαλεπου ὀντος τους τριηραρχους και κυβερνητας , εἰ που και δοκοιη δυνατον εἰναι σχειν ,
9999941 εὐειδης
, ἡτις ἀδελφη ἐστι της Εἰδης : Εἰδη τ ' εὐειδης και ὁμοσπορος Ἀδρηστεια , ἡ παντων ὁμου των νομων
δε σημεια αὐτου : εὐμηκης την ἡλικιαν , το προσωπον εὐειδης , τους ὠμους εὐρυς και βαδιζοντος αὐτου ψοφος ἐκ
9999941 κατεκαυθη
ἁψατο νηου Ἀθηναιης ἐπικλησιν Ἀσσησιης , ἁφθεις δε ὁ νηος κατεκαυθη . Και το παραυτικα μεν λογος οὐδεις ἐγενετο ,
οὐτε οἰκειας οὐτε ἀλλοτριας , ὡστε και χρηματα πολλα ἐμπορων κατεκαυθη και ἡ πολις ἐκινδυνευσε πασα διαφθαρηναι , εἰ ἀνεμος
9999941 ἐστρατευσατο
στρατιωτης ἀγαθος ; ἀλλ ' οὐδεπωποτ ' ἐκ της πολεως ἐστρατευσατο , οὐτε ἱππευς οὐτε ὁπλιτης , οὐτε τριηραρχος οὐτ
, ἀλλ ' ἐνταυθα γε ἀπροφασιστος ἐκεινος στρατιωτης ἠν . ἐστρατευσατο γουν ἐπι Δηλιον , και ἐς Ἀμφιπολιν και ἐς
9999941 ἐστρατευετο
, ποθον ἐχων της πατριδος , ἐξ ἡς συν Ἀλεξανδρῳ ἐστρατευετο , κἀκει του βιου το λειπον διανυσαι , γηραιος
αὐτον . ἐλεγετο δε ὁ στολος εἰναι εἰς Πισιδας . ἐστρατευετο μεν δη οὑτως ἐξαπατηθειςοὐχ ὑπο Προξενου : οὐ γαρ
9999941 ἐστρατοπεδευσατο
των σφετερων στρατηγων . ὁ δε προσαγαγων ἐγγυς της Ὀλπης ἐστρατοπεδευσατο , χαραδρα δ ' αὐτους μεγαλη διειργεν . και
τροπον , ὡστε λαμβανειν ὁποτε δεοιτο . και τοτε μεν ἐστρατοπεδευσατο ἐν τοις μεθοριοις . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ το
9999940 τυγχανει
, ἀλλ ' ἐξαπατωσιν οἱ ὑπισχνουμενοι , ἠ μαθημα μεν τυγχανει ὀν , μη μεντοι πανυ σπουδαιον , τι και
εἰπειν οὐδενι μελει , εἰ μη εἰ τις ἐραστης σου τυγχανει ὠν . εἰ δ ' αὐ ἐθελεις εἰς πλουτους
9999940 ἐγγεγραμμενα
ταις πλαξιν του οὐρανου ἀνεγνων αὐτα . τοτε τεθεαμαι τα ἐγγεγραμμενα ἐπ ' αὐτων , ὁτι γενεα γενεας κακιων [
ἐφη και αὐτος εἰληφεναι αὐτον ταυτας οὑτως : ἠν ὀνοματα ἐγγεγραμμενα ταυτα , Σωτηρος Σωσιγενους Βιωνος Ἀπολλωνος : εἰς ἁ
9999940 συνεγραψατο
ὡς ἀναφορικη ἀντωνυμια λαμβανεται , ὡς ὁταν ἐρωτηθωμεν : τις συνεγραψατο την Ἰλιαδα ; και εἰπωμεν : ὁ Ὁμηρος :
και ἐτελευτησεν ἐν Περπερηνηι τηι κατ ' ἀντικρυ Λεσβου . συνεγραψατο δε πλειστα πεζως τε και ποιητικως . , :
9999940 Συρακοσιου
μεν ἐπι της προτερον οὐσης ξυμμαχιας ἀνανεωσει , του δε Συρακοσιου καθαψαμενου ἀναγκη και περι της ἀρχης εἰπειν ὡς εἰκοτως
βασιλεας πολλους κεκολακευκεν , ᾡ ἀν ξυγγενηται , πλην του Συρακοσιου Διονυσιου . οὑτος δε ἠ παντων εὐτυχεστατος ἐστιν ἠ
9999940 τερεβινθινης
δρ . γʹ , κηρου δρ . λʹ , ῥητινης τερεβινθινης δρ . ιβʹ , κεδριας δρ . κʹ ,
λιθαργυρου πεπλυμενης δραχμας η : κηρου λευκου δραχμας ρ : τερεβινθινης χιας δραχμας ζ : μυρσινινου δραχμας ρο . Τα
9999940 Κυρηνης
Κυρηνην την Ὑψεως και Ἀρισταιον τον Ἀπολλωνος και αὐτης της Κυρηνης υἱον , και ὁσα μεμυθευται περι των ἐτησιων ἀνεμων
Κυρηναιων . ἀνειληφως δε μεθ ' αὑτου τους ἐκ της Κυρηνης φυγαδας και τουτους ἐχων καθηγουμενους της ἐπιβουλης δια την
9999940 ὁρμητικως
ταγοι δε και οἱ ἡγεμονες των λελειμμενων νεων συδην και ὁρμητικως αἱρουνται φυγην κατ ' οὐρον οὐκ εὐκοσμον , ἠτοι
φευγω φυγδην : και φευκτικως , μετα πασης φυγης , ὁρμητικως . παμφυρδην : συγκεχυμενως . ἐλοωντες : ἐλαυνοντες ,
9999940 Ἀρταφρενης
δε τῳ Περσῃ , οἱος ἠν ὁ Ἀμιστρης και ὁ Ἀρταφρενης και ὁ Ἀστασπης , ταγοι και ἡγεμονες των Περσων
Ξερξῃ δηλονοτι . κατα δε τινας ἐστιν ὑπερθεσις ἐν τῳ Ἀρταφρενης δια το μετρον . . . τοξοδαμαντες : τοξοται
9999940 θαυμαζουσι
αὐτον θεασαιντο . και τινος εἰποντος , “ Στιλπων , θαυμαζουσι σε ὡς θηριον , ” “ οὐ μεν οὐν
Ἠδη δε τισι και τουτο το προβλημα παρεσχε πλανην : θαυμαζουσι γαρ πως οὐχι τοὐναντιον συμβαινει : ἀπειροι γαρ τινες
9999940 σπουδαιως
δια της φυγης την ὑπονοιαν : οὐ γαρ ἀν οὑτω σπουδαιως ἐφυγεν , εἰ μη συνῃδει ὡς ὑπευθυνος ἠν .
πολυ ἀνακτωνται οἱ πλειστοι , τα δε ἀκρα αὐτων διακρατητεον σπουδαιως ταινιδιοις , και θερμῳ μεν ὑδατι ζεστοτερῳ ἐνθετεον ἀκρα
9999940 ἀπειχετο
ὁ δ ' εἰδως οὐκ ἐπιστρεφεται . ἐκεινος μεν οὐν ἀπειχετο μου και στενων , ἐγω δε ᾐσχυνομην ἀν προδοτης
πασι φιλος και τιμιος ἐστιν . οὐδε γαρ της σκηνης ἀπειχετο της ἀρχαιας οὐδε του θεατρου ὡς πανταπασι βεβηλων και
9999940 Φοινικης
δε τῃ πολει ἐκεινῃ τοτε μεγιστον στρατοπεδον , ὁ της Φοινικης προησπιζεν : ὑστερον δε μετηνεχθη , ὡς ἐν τοις
της Ποντικης [ θαλαττης μεχρι ] Κιλικιας και [ ] Φοινικης , και το [ ] μηκος [ αὐτης εἰναι
9999940 ἐτελουντο
μυστηρια της ⌈ Δημητερος [ Δημητρος ] και της Κορης ἐτελουντο . μυστοδοκος ⌈ δομος [ δημος ] ] ὁ
τοποι ἐν Ἀθηναις ἐν οἱς ἱσταντο ἀγαλματα θεων και ἀγωνες ἐτελουντο οὑτω καλουμενοι . ἀπεδειξα : φανερα ἐποιησα . Γ
9999940 τετρακοσιοι
, ὁμοιως δε και Θηβαιων ἀπο της ἑτερας μεριδος ὡς τετρακοσιοι : διεφεροντο γαρ οἱ τας Θηβας κατοικουντες προς ἀλληλους
βʹ ἐχοντες σιβυνας ἐπιχρυσους . ἠγοντο δε και κυνες δισχιλιοι τετρακοσιοι , οἱ μεν Ἰνδοι , οἱ λοιποι δε Ὑρκανοι
9999940 εὑρατο
Ἡρους ὀφθαλμος γελοων ἑκατον Χαριτεσσι τεθηλει . ἀτρεκεως ἱερειαν ἐπαξιον εὑρατο Κυπρις . Ὡς ἡ μεν περι πολλον ἀριστευουσα γυναικων
ἐπι ἀνδριαντι τῳ Ἀθηνῃσιν ἐπιγραψαι ὁς την ἱππαφεσιν ἐν Ὀλυμπιᾳ εὑρατο πρωτος , τευξε με Κλεοιτας υἱος Ἀριστοκλεους : Κλεοιτα
9999940 καρδαμα
' , ὠ μελε , στραγγουριω γαρ : ἐχθες ἐφαγον καρδαμα . Τι καρδαμιζεις ; Οὐ βαδιει δευρ ' ὡς
προϲηκοντωϲ . Ὁϲα λεπτυνοντα ἐϲτιν ἐν τροφαιϲ . Ϲκορδα κρομμυα καρδαμα πραϲα ναπυ πεπερι ϲμυρνιον πυρεθρον ὀριγανον καλαμινθη ὑϲϲωπον ϲιϲυμβριον
9999940 φυλακης
τον βασιλεα και την μητερα την Ῥωξανην προαγαγων ἐκ της φυλακης ἀποδῳ τοις Μακεδοσι και το συνολον ἐαν μη πειθαρχῃ
τα ἰδια , ἀλλ ' ὡς τα ἰδια ἑξοντων δια φυλακης . ἀντιπροκαλουμεθα τε ὑμας , εἰ βουλεσθε τα δικαια
9999940 Καλλιππου
Ὑπονομευοντες : ἀντι του ὑπονομους ὀρυττοντες Δειναρχος ἐν τῳ κατα Καλλιππου . Ὑποστησας : ἀντι του ὑποβαλομενος Ὑπερειδης ἐν τῳ
ἐγενετο , γενει μεν ἐκ Ταρσου της Κιλικιας , υἱος Καλλιππου νεωτερος , σφοδρα ταυτην την τεχνην συνθεις : λεγεται
9999940 Κολοφωνιος
ἡ Μιλησια Πλαγγων : ἡς περικαλλεστατης οὐσης ἠρασθη τις νεανισκος Κολοφωνιος , Βακχιδα ἐχων ἐρωμενην την Σαμιαν . Λογους οὐν
λεγουσιν , ἑνος δεοντος τριακοσια : ὡς δε Ξενοφανης ὁ Κολοφωνιος ἀκηκοεναι φησι , τετταρα προς τοις πεντηκοντα και ἑκατον
9999939 ὁρωσαν
, και αὐτη γενησεται ὁμοιοειδης ἐκειναις : την γαρ ὁρασιν ὁρωσαν καταλαμβανομενη πολυ προτερον ὁρασις γενησεται , και την ἀκοην
πορθησιν και την ἐρημωσιν της πατριδος πλησιον των ποδων αὐτης ὁρωσαν . ἀλμα το ἀλσος . λεγεται δε και ὁ
9999939 Ἀριστοφανη
και τοὐνομα ἐχει , γεγονως τοις χρονοις κατα τον κωμικον Ἀριστοφανη . μνημονευει δε της κυλικος Θεοπομπος μεν ἐν Νεμεᾳ
με ἰσα λεγειν οὑτωσι οἱ σοφοιἐφη ὁ Ἀριστοδημος δειν μεν Ἀριστοφανη λεγειν , τυχειν δε αὐτῳ τινα ἠ ὑπο πλησμονης
9999939 κυριωτερα
παντα και ἀφετα καθ ' ἑαυτα ὑπαρχει : και το κυριωτερα ποιειν τα σωματα προς το εἰδοποιειν τα ἑαυτων πρωτα
της σοφιας , καθοσον ἀρχη ἐστι πραξεως και δια τουτο κυριωτερα της σοφιας , ἡτις μονον θεωρητικη ἐστιν . ἡ
9999939 ἀναγκαιῳ
ὡστε ἐκειθεν ἐφηκει το ἀναγκαιον και τῳ κατα την βιαν ἀναγκαιῳ . ὁμοιως δε και ἐπι των συναιτιων του ζην
ἀναγκαιου δι ' ἀδυνατου οὐ δεικνυνται , ἐπειδη ἐν τῳ ἀναγκαιῳ και ἐνδεχομενῳ αἱ ἀντιφασεις λαμβανονται ἀντιτιθεντων ἡμων τροπον τροπῳ
9999939 ἀπεκριναντο
τοτε , βλαπτοντος ἠδη του θεου , τῳ στρατηγῳ σφων ἀπεκριναντο ἀναξιως βουλευεσθαι περι αὑτου : αὐτοι γαρ , της
δε και ἐξ ὡν αὐτος οὑτος και Τιμοκρατης και Ἀφοβος ἀπεκριναντο , οὐχ οἱον τ ' ἀποδεδοσθαι την προικα ,
9999939 ἀπηλασεν
και ἀν και κατεκανε τυχον , εἰ μη ὑποφθασας ἐκεινος ἀπηλασεν ἀπο του Πωρου προσω τον ἱππον . Ἀλεξανδρος δε
ἐκλαθομενοι του προς ἀληθειαν ὀντος θεου . διο παντας εἰκοτως ἀπηλασεν ἱερου συλλογου , τους τε τας ἰδεας ἀναιρουντας ,
9999939 εὐγνωμοσυνης
και ἀδολωτερα φαινεται ; εἰ δε δει προς ἀναιδη διαβολην εὐγνωμοσυνης ὑπερβολῃ χρησασθαι , το μεν μελλον ἀφωμεν : πολλα
ἐνταυθα κατηγορησαι των Ἑλληνων , ἐξεστι δε το λοιπον της εὐγνωμοσυνης ἐπαινεσαι και λαβειν ὑπερ Θεμιστοκλεους . ἑκαστος γαρ ἑαυτον
9999939 ἀποτελευτᾳ
των εὐπλοουντων και εὐτυχουντων . Και το ἀμεινον εἰς τοὐναντιον ἀποτελευτᾳ . Κατ ' αἰγας ἀγριας : ὁμοια τῃ ,
δυσπνοιας ἀπεργαζεται , αἱς ἐπιταθεισαις , εἰς ὀρθοπνοιαν το παθος ἀποτελευτᾳ , ἀπο του σχηματος του πασχοντος την ἐπωνυμιαν του
9999939 λαμπροτητα
διαλογοις κατα πευσιν και ἀποκρισιν συνεχη συγκειμενα ἐναντιως ἐχει προς λαμπροτητα , ὁνπερ τροπον και τα ἐν σφοδροτητι κομματικα .
Κορινθιοις . κατα πολυ . ἐκ νικων και ἀνδραγαθιων . λαμπροτητα . * παρεσχον . ἁς ἐχετε . . Αἰτιωνται
9999939 συμμαχια
ἠ κομμα , ὡς ἐχει το Δημοσθενικον , τις γαρ συμμαχια σου πραξαντος γεγονε τῃ πολει ; τις δε βοηθεια
δε Νικευς ἐδικε πετˈρῳ χερα κυκλωσαις ὑπερ ἁπαντων , και συμμαχια θορυβον παραιθυξε μεγαν : ἐν δ ' ἑσπερον ἐφλεξεν
9999939 θαυμαζεις
φαινεται δια παντων . τι δε περι ῥητορικης εἰ στοχαζεται θαυμαζεις ; φαινεται γαρ ὁμοιως διακειμενη τῃ μαντικῃ , πλην
. ἐνταυθα τοινυν ἐστι τῳ Δημοσθενει , οὑ συ τοὐνομα θαυμαζεις μονον , ὡς ἐοικεν , Ἐπεπεισμην δε ὑπερ ἐμαυτου
9999939 ἀκμαζει
και τα μελη παρειμενα τωι χρονωι κεκτημεθα . ἡβαι ] ἀκμαζει . τοις γερουσιν ] ἐπιθυμουσι γαρ μανθανειν ὡν οὐκ
ἰωνια των ἰων . ἐπι φυτων και δενδρων καρποφορων ἐρεις ἀκμαζει , ὀργᾳ , σπαργᾳ , βρυειμαλιστα δε τουτο ἐπ
9999939 βραχεια
: ἐπανω δε του Ε και του Ο μικρου ἡ βραχεια : ἐπανω δε των διχρονων ποτε μεν ἡ μακρα
εἰπειν βραχειᾳ συλλαβῃ λογος ὁ καταμετρουμενος καταμετρειται : ἡ γαρ βραχεια και αὐτην καταμετρει την μακραν : * * ἐστι
9999939 ὑποχονδρια
εἰκοστῃ , ἡ γαστηρ ἐπηρθη , μαλιστα δε κατα τα ὑποχονδρια : τριτῃ και εἰκοστῃ ἐτελευτησεν . Οἱσι δ '
αὐταρκη καθαρσιν λουειν μεν αὐτους , τῃ δε τριτῃ σικυαστεον ὑποχονδρια τε και μεταφρενα μετ ' ἀμυχων , εἰτα διαστησαντας
9999939 πρακτικη
' ἀττα οἰκεια εἰσι πολιτικῃ , ἐστι δε αὑτη και πρακτικη βουλευτικη , διοτι βουλευομενη πραττειν τα καθ ' ἑκαστα
, λεγομεν ὁτι κυριως μονη ἡ φιλοσοφια ἐστι θεωρητικη και πρακτικη . και θεωρητικη μεν κυριως μονη ἐστιν , ὁτι
9999939 ἐμηχανησαντο
τε τῳ ἐαρι και τῳ θερει και τοις ἀλλοις καιροις ἐμηχανησαντο τα προσφορα . δεον δε εἰπειν : σοφισματα ἐβαλον
: ἀλλα και ὀρνιθων γενος αὐτοδιδακτον ἐπ ' ἀκρων φυτων ἐμηχανησαντο καλειαδας αὐτουργῳ τεχνῃ , και ἀραχναι αὐτοφυει μιτῳ θηρατρα
9999939 δακτυλιου
μεθιεται ἡ γη του ἐριου . την δε ἰσχυν του δακτυλιου και της ῥαβδου , ἁ φορειν αὐτους ἀμφω ,
Δικτυῳ ἀνεμον θηραν : ἐπι των ματην πονουντων . Δια δακτυλιου δει σε ἑλκυσθηναι : ἐπι των δια νοσον ἠ
9999939 ἀποκλιμα
, συνετον ὀρθον τε και φωνωδες , του κοσμου δε ἀποκλιμα , εὐμεταβολον λιαν , οἰκος Διος και λαμπηνη μοιρων
αὐτον το πραγμα και την πραξιν , τηρειν δε το ἀποκλιμα το τε μεσουρανουντος , ἀλλα και την ἀναφοραν ,
9999939 κυριευσει
ἀφ ' ὑμων , και πασα πραξις πονηρων ἀνθρωπων οὐ κυριευσει ὑμων : και παντα ἀγριον θηρα καταδουλωσεσθε , ἐχοντες
μηδεποτε πιστευσῃς ἀπορρητα , ἀει γαρ ὁπλιζεται , πως σου κυριευσει . καθ ' ἡμεραν και εἰς την αὐριον ἀποταμιευου
9999939 κτημασι
και των τοιουτων : σημαινει δε και βλαβην ἐν τοις κτημασι και τῳ πλουτῳ και τοις ἀγροις και τοις ὑδασι
σχεθειν . χαλκῳ δε μαρμαιροντες ἀλληλων χροα σφαζοιεν ἀμφι † κτημασι βασιλικοις † και τουτο τοὐπος ἐστιν ἀνδρος ἐμφρονος ,
9999939 διαφορητικα
ἀμεινον , κἀπειθ ' οὑτωϲ χρηϲθαι τοιϲ τοπικοιϲ βοηθημαϲι . διαφορητικα δε τηϲ κακοχυμιαϲ εἰναι χρη ταυτα και λεπτομερουϲ οὐϲιαϲ
στυραξ , και τουτοις χρησαμενοι μετα το λυθηναι την σκληροτητα διαφορητικα προσαξομεν , ὁποια ἐστι τηλις και αἰγεια κοπρος συν
9999939 τιμιωτερα
και καλλος μετα ὑγιειας λαμβανον , τοσουτῳ ὁσῳπερ ψυχη σωματος τιμιωτερα ; Πανταπασιν μεν οὐν , ἐφη . Οὐκουν ὁ
μεν ἀν τις οὐκ εἰναι τουτων ὑπερβολην , ἐνεστι δε τιμιωτερα : ὡσπερ γαρ ἀφθονου πηγης χρυσιου σοι ναματα χορηγουσης
9999938 βελτιστοι
, διορισον μοι : την του διαμαχεσθαι Ἀθηναιοις ὁπως ὡς βελτιστοι ἐσονται , ὡς ἰατρον , ἠ ὡς διακονησοντα και
γε δρᾳ αὐτο ; Ἀκουων σκοπει . οἱ γαρ που βελτιστοι ἡμων ἀκροωμενοι Ὁμηρου ἠ ἀλλου τινος των τραγῳδοποιων μιμουμενου
9999938 ὑστεραιᾳ
ἐμου Ἀνδοκιδῃ και ἑτεροις οἱς δει . Ἡκειν ἐφη τῃ ὑστεραιᾳ , και δη κοπτειν την θυραν : τον δε
και ἐπι πυραν ἐπιθεντες ηὐλισαντο αὐτου . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ τοις μεν Συρακοσιοις ἀπεδοσαν ὑποσπονδους τους νεκρους , των
9999938 καταγεγραφθω
αὐτην εἰσι διαμετρον . ἐστω αὐτων διαμετρος ἡ ΕΒ και καταγεγραφθω το σχημα . και ἐπει ἰσον ἐστι το ΛΖ
ΝΞ τετραγωνα . ἐστω αὐτων διαμετρος ἡ ΟΡ , και καταγεγραφθω το σχημα . ἐπει οὐν ἰσον ἐστι το ὑπο
9999938 κνιδης
και μελιτι τα αὐτα χριουσι , νιτρῳ δε ἀλλοι και κνιδης καρπῳ : σμυρνιῳ δε ἠδη τινες ἐχρισαν και νιτρῳ
ἐρυσιμον ὡσαυτως και μηκωνος καρπον ξυν ἀλφιτοισι σησας , και κνιδης καρπον ὡσαυτως : και της ψωρας της ἀπο ἐλαιης
9999938 φορτικως
νυνδη μοι , ὠ Σωκρατες , ἐπεπληξας περι ἀστρονομιας ὡς φορτικως ἐπαινουντι , νυν ᾑ συ μετερχῃ ἐπαινω : παντι
ἀοριστου αʹ και μελλοντος . Κανονιζει δε αὐτο ὁ τεχνικος φορτικως : ἀπο γαρ της μετοχης του ὁριστικου παθητικου αʹ
9999938 διδαγμα
ὡς ἐοικε , πολλου ἀξιον [ το ] μαθημα και διδαγμα , το την ψυχην ἐθιζειν ἑπεσθαι τῳ λογῳ και
γενησεται δ ' ἡ τουτου συμφορα τοις μη τελεως δυσκαθαρτοις διδαγμα αὐταρκεστατον του πειρασθαι τον ἐνδον δικαστην ἐχειν εὐμενη :
9999938 Φιλιππικων
ἐν α Γενεαλογιων . Θεοπομπος Ἀμφαναιαν αὐτην καλει ἐν ε Φιλιππικων . ἐστι και χωριον Θετταλιας ὡσαυτως . . Οἰνη
: περι οὑ και αὐτου ἱστορων ἐν τηι δεκατηι των Φιλιππικων ὁ Θεοπομπος φησι : Κιμων ὁ Ἀθηναιος ἐν τοις
9999937 δωδεκατης
. ἐπι δε τηι ιε φαλαγγι τεταχθω το σημειον της δωδεκατης φαλαγγος , και χιλιαρχαι ἀμφ ' αὐτωι και ἑκατονταρχαι
Βαβυλωνος δε φθοραν δηλοι , ἀπο δε ὀγδοης ὡρας ἑως δωδεκατης πολεις ἐπιθαλασσιους ἀναστατους ἐσεσθαι και τα κοινα αὐτων διαφθαρηναι
9999937 ἐπεκρατησε
τουτο δε το χαρις χαριτος και παρ ' ἡμιν οὑτως ἐπεκρατησε λεγεσθαι . Ἀλλ ' οὐτε δε τα εἰς ις
? [ ] ἀνατεθενἱερον [ ] ! ! ! περιξ ἐπεκρατησε | [ , φιλους δ ' ἐποιησατο Κορισκον ]
9999937 τιμα
κρατει . Ἀρετην ἐπαινει . Κακους μισει . Τον κρατουντα τιμα . Δοκιμαζε φιλους . Ὁμοιος σαυτῳ γινου . Ἐπαγγελλου
θεραπειας της βασιλικης . διαινε ] ἠγουν θρηνει και δακρυσι τιμα την συμφοραν . προς ] ἱνα ἐκει θρηνησωμεν .
9999937 χρηστοτητι
λευκανθιζουσαν σπουδαζειν θαυμαζεσθαι την οἰκιαν ἀπειροκαλου , το δε ἠθος χρηστοτητι κοινωνιας λαμπρυνειν φιλοκαλου ἁμα και φιλανθρωπου . Ἐαν θαυμαζῃς
και φρενας φρονησει , με - ταδοτικην δε και ἐπιδοτικην χρηστοτητι . Το μεντοι γε προς τι πως ἐχειν ὠνομασθησαν
9999937 κατεσκευαστο
τας πανταχοθεν δυναμεις και παντα τα προς την παραταξιν χρησιμα κατεσκευαστο . τα μεν γαρ ξιφη και τα ξυστα πολυ
αἱ σκηναι συνεσκιαζον τους περιπατους . ἑξης δε τουτων Ἀφροδισιον κατεσκευαστο τρικλινον , δαπεδον ἐχον ἐκ λιθων ἀχατων τε και

Back