αὐτην εἰσι διαμετρον . ἐστω αὐτων διαμετρος ἡ ΕΒ και καταγεγραφθω το σχημα . και ἐπει ἰσον ἐστι το ΛΖ
ΝΞ τετραγωνα . ἐστω αὐτων διαμετρος ἡ ΟΡ , και καταγεγραφθω το σχημα . ἐπει οὐν ἰσον ἐστι το ὑπο
9999981 κατειργασατο
ἀντιτεταγμενοις , το δε πλειστον ἀλκῃ και βιᾳ των ἐλεφαντων κατειργασατο , χρησασθαι τῃ ἀρετῃ προς την μαχην των Ῥωμαιων
τεκνα γονεις , ἐπειδη ὡς ἐκεινος τῳ μη ὑπαρχοντι ὑπαρξιν κατειργασατο , και οὑτοι μιμουμενοι καθ ' ὁσον οἱον τε
9999977 κατελαβετο
εἰς Ἀμφικτυονας κατα των Σπαρτιατων , ὁτι Φοιβιδας ὁ Σπαρτιατης κατελαβετο την Καδμειαν , και διετιμησαντο το ἀδικημα ταλαντων πεντακοσιων
Κορνηλιον . ἐπι δε τουτων Θεμισων ὁ Ἐρετριας τυραννος Ὠρωπον κατελαβετο . ταυτην δε την πολιν οὐσαν Ἀθηναιων παραλογως ἀπεβαλεν
9999976 Καλλιππου
Ὑπονομευοντες : ἀντι του ὑπονομους ὀρυττοντες Δειναρχος ἐν τῳ κατα Καλλιππου . Ὑποστησας : ἀντι του ὑποβαλομενος Ὑπερειδης ἐν τῳ
ἐγενετο , γενει μεν ἐκ Ταρσου της Κιλικιας , υἱος Καλλιππου νεωτερος , σφοδρα ταυτην την τεχνην συνθεις : λεγεται
9999976 Πελοπος
κλεος , ἠγουν του Ἱερωνος , παρα τῃ ἀποικιᾳ του Πελοπος του Λυδου , ἠγουν ἡν ἀποικισθεις ὁ Πελοψ της
των αὐλων ἐν Λυδιᾳ γινονται , ἠ ὁτι τους μετα Πελοπος ἐλθοντας πρωτους αὐλητας οἱ Ἑλληνες ἐμιμησαντο . γλυκυ δε
9999976 γεγραφεν
και Βαρρων : πλην ὁτι τοὐνομα του Ἀντρωνος Βαρρων οὐ γεγραφεν , οὐδ ' ὑπο Κορνηλιου φησι του ἱερεως ,
ὁρασις της ὀψεως . και προ τουτου δε του ῥητου γεγραφεν : ἐπει οὐν εἰσιν αἱ πλεισται των κινησεων αἱ
9999976 ἐστρατευσατο
στρατιωτης ἀγαθος ; ἀλλ ' οὐδεπωποτ ' ἐκ της πολεως ἐστρατευσατο , οὐτε ἱππευς οὐτε ὁπλιτης , οὐτε τριηραρχος οὐτ
, ἀλλ ' ἐνταυθα γε ἀπροφασιστος ἐκεινος στρατιωτης ἠν . ἐστρατευσατο γουν ἐπι Δηλιον , και ἐς Ἀμφιπολιν και ἐς
9999975 τετρακοσια
ἀντι του τεσσαρακοντακις ι , γινεται υ : οὑτος ὁ τετρακοσια προμηκης ἐστιν , ἐπειδη ἐξ ἀνισων πλευρων γεγονε του
' ἑκαστον ἐνιαυτον ἐκ του φορου των συμμαχων ἀνεφερετο ταλαντα τετρακοσια ἑξηκοντα . χωρις δε τουτων † ἡ τε πομπεια
9999975 φλεγματωδης
, ἡσυχιην ἀγειν , και ἠν φυσει ᾐ χολωδης ἠ φλεγματωδης , ὑπο δε της διαιτης και της φαρμακοποσιης λεπτυνθεισα
ποιησαι , σκεψασθαι χρη ἐν τοισιν ἐπιμηνιοισιν εἰτε χολωδης εἰτε φλεγματωδης εἰη : γνωσῃ δε τωνδε ὁποτερον μαλλον , ψαμμον
9999975 Ἀριστωνα
φησιν εἰρηκεναι τινας Ξενοφανους αὐτον ἀκηκοεναι . λεγειν τ ' Ἀριστωνα ἐν τῳ περι Ἡρακλειτου και τον ὑδερον αὐτον θεραπευθηναι
' ἑν οὐδ ' ἀπογεγραπται , ἀλλα βουλευσεως τον Ἀλωπεκηθεν Ἀριστωνα διωκει . ναι , φησιν : ἀδικως γαρ μ
9999975 δακτυλιου
μεθιεται ἡ γη του ἐριου . την δε ἰσχυν του δακτυλιου και της ῥαβδου , ἁ φορειν αὐτους ἀμφω ,
Δικτυῳ ἀνεμον θηραν : ἐπι των ματην πονουντων . Δια δακτυλιου δει σε ἑλκυσθηναι : ἐπι των δια νοσον ἠ
9999975 δωδεκατης
. ἐπι δε τηι ιε φαλαγγι τεταχθω το σημειον της δωδεκατης φαλαγγος , και χιλιαρχαι ἀμφ ' αὐτωι και ἑκατονταρχαι
Βαβυλωνος δε φθοραν δηλοι , ἀπο δε ὀγδοης ὡρας ἑως δωδεκατης πολεις ἐπιθαλασσιους ἀναστατους ἐσεσθαι και τα κοινα αὐτων διαφθαρηναι
9999974 Ὀλυμπιακον
τους ἐξ ἀσεβεστατης τυραννιδος ἀπεσταλμενους θεωρους : ὁτε και τον Ὀλυμπιακον λογον ἐπιγραφομενον ἀνεγνω . του δ ' ἀγωνος συντελουμενου
: † ἀπερχομενος εἰς Ὀλυμπον . † θαυμαστον . τον Ὀλυμπιακον . διεξαγειν . ταχειας . ἁρματων δρομου . .
9999974 ἐκληθησαν
' αὐτας ὀρνιθας ἐποιησε : και ἀπο του πατρος Ἀλκυονες ἐκληθησαν : αἱ δε νηνεμοι και γαληνην ἐχουσαι ἡμεραι ,
γεγενηται , πλουσιωτατος ὠν . γεγονασιν οὐν ἐξ αὐτου οἱ ἐκληθησαν ἀλκμαιωνιδαι , οἱ και κατελυσαν την των πεισιστρατιδων τυραννιδα
9999974 ἐπηκολουθησεν
ὁ φρονιμος ἐπιτεταχε και καλως ἡ πραξις ἐνηργηται και τοὐργον ἐπηκολουθησεν , οὐδεν ἀν και οὑτως ἡττον λεχθησεται συνεσις .
Ἀρισταρχος δασυνει ἀπο του ἑπεσθαι : φησι γαρ , ὁτι ἐπηκολουθησεν αὐτῳ , και δηλον ὁτι παρα [ το ]
9999973 Συρακοσιοις
ἀποριας κατειχετο του γεγονοτος χαριν : ἀγγελος δε Φημη ταχεια Συρακοσιοις ἐμηνυσε το παραδοξον . παντες οὐν συνετρεχον ἐπι τον
. ὁ δε Διων λαμπρᾳ μαχῃ νικησας οὐδεν ἐμνησικακησε τοις Συρακοσιοις : ἀποστειλαντων γαρ προς αὐτον κηρυκα περι της των
9999973 σεμιδαλεως
: ἐν ἀγγειῳ βαλων ὀστρακινῳ εὐρυχωρῳ : και φυρασας ὀλιγον σεμιδαλεως μετα μελιτος , καταθου περιξ των ὠων ἐν τῳ
τα σπλαγχνα αὐξανει . Παντα ὁσα δι ' ἰτριων και σεμιδαλεως σκευαζεται , βραδυπορα : κυαμοι φρυγεντες , οἱ καθαροι
9999973 ἑτερομηκες
' εὐθειαν , το ὁλον γινεται . οἱ γουν το ἑτερομηκες τετραγωνισαι βουλομενοι μεσην ἀναλογον ζητουσι : και ἐπει ἑτερομηκες
και ὁ ῥομβος σαλευθεν εἰναι τετραγωνον και το ῥομβοειδες κεκινημενον ἑτερομηκες : διο κατα τας πλευρας οὐ διεστηκεν ταυτα ἐκεινων
9999972 ἀναπαιστικα
: το κʹ ” καταπυγοσυνης ἀναπλησει “ διμετρον καταληκτικον . ἀναπαιστικα κωλα διμετρα κʹ , ὡν τελευταιος καταπυγοσυνης ἀναπλησει .
ὑποθεσιν και το μετρον ἐνηλλαξεν αὐθις . και εἰσι κωλα ἀναπαιστικα θʹ ὡν τα μεν ἑπτα διμετρα ἀκαταληκτα , το
9999972 εὐπορωτερα
μενων ἐφυλαττε τον πορον : ὁσα δε ἀλλα του ποταμου εὐπορωτερα , ἐπι ταυτα φρουρας διαπεμψας και ἡγεμονας ἐπιστησας ἑκαστοις
ὑμας ὑπολαμβανειν δει , ὁτι και τα Φιλιππου πραγματα γεγονεν εὐπορωτερα ἐκ της εἰρηνης πολλῳ και κατασκευαις ὁπλων και χωραις
9999972 βελτιστα
νομων καθηκῃ . εἰτα κρατησαι και περιγενεσθαι δει τους τα βελτιστα λεγοντας των ἠ δι ' ἀγνοιαν ἠ δια μοχθηριαν
, φησι , παρακαλει ὀρθως το λογον ἐχον ἐπι τα βελτιστα : τουτο δε ἀξιεπαινον . ὁτι δε και ἀλογια
9999972 συνεγραψεν
Γναθαινα και οὐκ ἀναστειος ἀποφθεγξασθαι : ἡτις και νομον συσσιτικον συνεγραψεν , καθ ' ὁν δει τους ἐραστας ὡς αὐτην
, ἁς οὐκ ἀν , εἰ μη τοιουτος ἐπεφυκει , συνεγραψεν ὑφηγησαμενου θεου και παρεδωκε τοις ἀξιοις χρησθαι , κτηματων
9999972 ἐκρατησεν
ὀδυνης . τινι γαρ εἰς ὑπνον : ψυκτικον ἐντευθεν οὐκ ἐκρατησεν , ἀλλ ' ἐπειδη τοις ψυχουσιν ἑπεται ὑπο το
ὁ ἑτερος ὑπατος ὑπ ' Ἀλπειοις καταλαβων , οὐ δυσχερως ἐκρατησεν ἀνδρος ἐμπληκτως ἀλλοκοτον ἐργον ἐπι νουν λαβοντος τε και
9999972 ἐστρατευετο
, ποθον ἐχων της πατριδος , ἐξ ἡς συν Ἀλεξανδρῳ ἐστρατευετο , κἀκει του βιου το λειπον διανυσαι , γηραιος
αὐτον . ἐλεγετο δε ὁ στολος εἰναι εἰς Πισιδας . ἐστρατευετο μεν δη οὑτως ἐξαπατηθειςοὐχ ὑπο Προξενου : οὐ γαρ
9999972 συνεγραψατο
ὡς ἀναφορικη ἀντωνυμια λαμβανεται , ὡς ὁταν ἐρωτηθωμεν : τις συνεγραψατο την Ἰλιαδα ; και εἰπωμεν : ὁ Ὁμηρος :
και ἐτελευτησεν ἐν Περπερηνηι τηι κατ ' ἀντικρυ Λεσβου . συνεγραψατο δε πλειστα πεζως τε και ποιητικως . , :
9999972 πλασματι
αὐξησις τον ἀμεινω χρονον : τεως δε ἐν βραχυτερῳ διηγε πλασματι μενουσα ἐλαττων , ἡνικα οὐ βελτιον εἰναι μειζω .
εὐλογως δε ἐχρησατο ἐπι της τοιαυτης γενεσεως τῳ πεπλασθαι : πλασματι γαρ ἐοικεν ἡ τοιαυτη γενεσις , οὐδεν εὐλογον ἐχουσα
9999972 κινηθεισης
του της διανοιας διαφερει , ὁτι το μεν της λεξεως κινηθεισης της λεξεως της συσχουσης το σχημα ἀπολλυται , οἱον
ἡμεις γαρ ἐνσταντος του πολεμου και καταρραγεισης της μαχης και κινηθεισης ἡμιν προς τους ἐχθρους φιλονεικιας ἀλλον μεν οὐδενα των
9999972 ποιητικα
ἰτεα , [ ἰτριον ] . Ἰτωνα τε και ἰτεαι ποιητικα . Τα δια του ΑΝΩ ὑπερ δυο συλλαβας συστελλει
. . και το ἀφθονεστερα . . . . ταυτα ποιητικα εἰσιν κατ ' ἐθος Ἰωνων γινομενα . . .
9999972 ἐδεησεν
κενη δοξα ; ἀλλα μην και οἰκιας δια τας αὐτας ἐδεησεν ἡμιν αἰτιας , και ὁπως μη προς θηριων ἠ
ἀσφαλει χωριῳ θεμενη δια το καταφρονειν των πολεμιων ὀλιγου τινος ἐδεησεν πασα διαφθαρηναι : οἱ γαρ ἐν τῃ πολει φρουροι
9999972 Ἀντικλειδης
προς γαμου κοινωνιαν ὁ Πεισιστρατος Ἱππαρχωι τωι υἱωι , ὡς Ἀντικλειδης ἱστορει ἐν η Νοστων : ἐξεδωκεν . . .
πρωτον εὑροντος τας ἀρχας των στοιχειων αὐτης , ὡς φησιν Ἀντικλειδης ἐν δευτερῳ Περι Ἀλεξανδρου . μαλιστα δε σχολασαι τον
9999971 θαυμαζεις
φαινεται δια παντων . τι δε περι ῥητορικης εἰ στοχαζεται θαυμαζεις ; φαινεται γαρ ὁμοιως διακειμενη τῃ μαντικῃ , πλην
. ἐνταυθα τοινυν ἐστι τῳ Δημοσθενει , οὑ συ τοὐνομα θαυμαζεις μονον , ὡς ἐοικεν , Ἐπεπεισμην δε ὑπερ ἐμαυτου
9999971 μεριδα
Ἀλωπεκα δευτερον λεγει μοιρασαι . Ἡ δε λαβουσα μιαν ποιει μεριδα το παν της θηρας : βραχυ δ ' ἐτιθει
ὑπο των πινοντων εἰσφερομενην Ἀργειοι χων καλουσι , την δε μεριδα αἰσαν . : Ἡγησανδρος δ ' ὁ Δελφος ἐν
9999971 κατεστησε
ἐλευθεριας ” Σαμον δε φρουρουμενην ὑπο Κυπροθεμιδος , ὁν “ κατεστησε Τιγρανης ὁ βασιλεως ὑπαρχος . ” Κυπασσις : Λυσιας
διαδεχομενοι κατεληξαν εἰς Ἀρσην , ὁν ἀποκτεινας Βαγωος ὁ εὐνουχος κατεστησε Δαρειον οὐκ ὀντα του γενους των βασιλεων . τουτον
9999971 Μιθριδατης
ἀσχολιᾳ των προβουλων ἐπι το κοινον , Τιγρανη τον γαμβρον Μιθριδατης ἐπεισεν ἐς Καππαδοκιαν ἐμβαλειν ὡσπερ ἀφ ' ἑαυτου .
δε συνηλθον Συλλας τε Κορνηλιος ὁ των Ῥωμαιων ἡγεμων και Μιθριδατης ὁ κληθεις Εὐπατωρ , και συνεβησαν προς ἀλληλους ἐπι
9999971 ῥητορικης
και ἀσφαλει καταληξει ἐοικεν αὐτης ἡ ἀποθεσις . Της δε ῥητορικης περιοδου συνεστραμμενον το εἰδος και κυκλικον και δεομενον στρογγυλου
ἱνα μηδε τουτο παρελθωμεν , ταυτον πεπονθα προς τους της ῥητορικης λογους ὁ τι περ τα πεμματα προς τα τῳ
9999971 εὐγνωμοσυνης
και ἀδολωτερα φαινεται ; εἰ δε δει προς ἀναιδη διαβολην εὐγνωμοσυνης ὑπερβολῃ χρησασθαι , το μεν μελλον ἀφωμεν : πολλα
ἐνταυθα κατηγορησαι των Ἑλληνων , ἐξεστι δε το λοιπον της εὐγνωμοσυνης ἐπαινεσαι και λαβειν ὑπερ Θεμιστοκλεους . ἑκαστος γαρ ἑαυτον
9999971 Νικανδρου
ἐχοντα . περσειης δε εἰπε το ἀρχαιον ἀπο του Θεοδοσιακου Νικανδρου μεταγεγραμμενον σκληρ ' ] γραφεται ξηρ ' , ξηρα
χειρον ἐχοντα δευρο νομισθειη ποτε , ὠ Ἑρμησιαναξ . Των Νικανδρου Ἀντιφαρμακων ταδε ἐνεστιν : περι ἀκονιτου περι ψιμυθιου περι
9999971 σχολαστικοι
Αἰσωπος πονει , ἐκει οὐδεν ἀγαθον ἐστι . ” οἱ σχολαστικοι φαγοντες τας ἀρτυτας γλωσσας χολερᾳ [ ἀσθενια ] ἐκρουσθησαν
ὁ Ξανθος ἀκουσας ἠκηδιασε και στραφεις ἐπορευετο . οἱ δε σχολαστικοι εἰπον ” καθηγητα , οὐκ ἠρεσαν σοι τα σωματια
9999971 δακρυσαι
Φροντισαντα των πληγων , Ἀττικως . ἠ ἐπιστραφεντα , του δακρυσαι ἠ ἀποιμωξαι ἑνεκα . προτιμησαντα : Φροντισαντα , ἠ
, και μη θαυμασῃς , εἰ ἐδακρυσαν τα περα του δακρυσαι : παισι γαρ εὐρουν το δακρυον , κἀν μικρον
9999971 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999971 διαφορητικα
ἀμεινον , κἀπειθ ' οὑτωϲ χρηϲθαι τοιϲ τοπικοιϲ βοηθημαϲι . διαφορητικα δε τηϲ κακοχυμιαϲ εἰναι χρη ταυτα και λεπτομερουϲ οὐϲιαϲ
στυραξ , και τουτοις χρησαμενοι μετα το λυθηναι την σκληροτητα διαφορητικα προσαξομεν , ὁποια ἐστι τηλις και αἰγεια κοπρος συν
9999971 γραμμης
ὁταν γαρ ἡ σπαρτος ἠρεμουσα ἐπιψαυουσα φαινηται της κατα διαμετρον γραμμης , ἠ δια του κεντρου του μεσημβρινου ἐντος ἐπι
διαστασεις ἐχοντων ἐφ ' ἑκατερα της ὑπο το ἀρτημα μεσης γραμμης του μεσημβρινου , ὁταν ἡ κορυφη του κωνου ἀκριβως
9999971 ἀρσενες
, οὑ κατηρξαμην ἐγω . στυλοι γαρ οἰκων παιδες εἰσιν ἀρσενες , θνηισκουσι δ ' οὑς ἀν χερνιβες βαλως '
: διεγειρει : γραφεται ὀρινει . Πολλοι δ ' : ἀρσενες δηλονοτι , ἰχθυες . διασταδον : διακεχωρισμενως , ἐνστατικως
9999971 ἐστρατοπεδευσατο
των σφετερων στρατηγων . ὁ δε προσαγαγων ἐγγυς της Ὀλπης ἐστρατοπεδευσατο , χαραδρα δ ' αὐτους μεγαλη διειργεν . και
τροπον , ὡστε λαμβανειν ὁποτε δεοιτο . και τοτε μεν ἐστρατοπεδευσατο ἐν τοις μεθοριοις . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ το
9999971 κινδυνευουσι
οὑτως δε ὑπερβαινοντες , χρονια τα παθη ποιουσι και ὁμοιως κινδυνευουσι . ἐαν δε ♃ και ♀ συμπαρῃ τῃ ☾
ταις χρειαις ἀλληλοις ἀμυνειν . ἀμυνατε οὐν ἐς τα μεγιστα κινδυνευουσι Ῥωμαιοις . Κασσιος ὑμιν ἐστιν ὁ τας συνθηκας τασδε
9999970 τετρακοσιοι
, ὁμοιως δε και Θηβαιων ἀπο της ἑτερας μεριδος ὡς τετρακοσιοι : διεφεροντο γαρ οἱ τας Θηβας κατοικουντες προς ἀλληλους
βʹ ἐχοντες σιβυνας ἐπιχρυσους . ἠγοντο δε και κυνες δισχιλιοι τετρακοσιοι , οἱ μεν Ἰνδοι , οἱ λοιποι δε Ὑρκανοι
9999970 κατεφρονησε
ἰσχυον . ὁ δε γε παις ὁ ἐμος και τειχων κατεφρονησε , και την πολιν ἐχειν εἰς τροπαιον . ἀνῃρεθην
ἀλλως παρα Ῥωμαιοις . και δια τουτο των μεν ὀνοματων κατεφρονησε , των δε πραγματων και αὐτων των σημειων φροντιδα
9999970 κατεσκευαζεν
“ τοσουτονι ” : ἐστι δε ἀττικον . ἐγλυφεν ] κατεσκευαζεν , γλυφων ἐποιει . ναυς τ ' ἐγλυφεν ]
προσδεχομενος την πολιορκιαν , τα περι τον εἰσπλουν του λιμενος κατεσκευαζεν : εἰς μεν γαρ τα βραχη του λιμενος πλοια
9999970 Μελιτης
Θερσανδρον ὁστις ἐστιν εἰπειν , ὡς ἀν μαλλον ἡσθειης . Μελιτης μεν ἀνηρ , ἡν εἰδες ἐν τοις ἀγροις :
και πληθος ῥητορων οὐχ ἡττον δεκα : και ἡ της Μελιτης σπουδῃ προς την ἀπολογιαν παρεσκευαστο . ἐπει δε ἐπαυσαντο
9999970 θαυματι
πορφυρουσαν . συ και την Ῥωμυλου πολιν μονη παρηλθες τῳ θαυματι , τοσουτον καλλος τῳ μεγεθει μιξασα , ὡς και
. οἱ δικασται δε τῳ τε ὀνειδει του λογου και θαυματι της ἀπολογιας και αἰδοι του ἀνδρος ἀπολογουμενου , τας
9999970 βελτιστοι
, διορισον μοι : την του διαμαχεσθαι Ἀθηναιοις ὁπως ὡς βελτιστοι ἐσονται , ὡς ἰατρον , ἠ ὡς διακονησοντα και
γε δρᾳ αὐτο ; Ἀκουων σκοπει . οἱ γαρ που βελτιστοι ἡμων ἀκροωμενοι Ὁμηρου ἠ ἀλλου τινος των τραγῳδοποιων μιμουμενου
9999970 προϲ
ϲμυρνηϲ ⋖ β οἰνῳ αὐϲτηρῳ λεαναϲ καταχριε . ποιει και προϲ τα ἐν τῳ γενειῳ . Ἀλλο ποιουν και προϲ
ἐπιουϲηϲ ἡμεραϲ και παλιν λυϲαϲ ἀνανεωϲαϲ ἐπιτιθει . Ἀλλο μαλαγμα προϲ παϲαν κεφαλαλγιαν . ἰου ⋖ δ χαλκου κεκαυ -
9999970 κατελυσε
. . . Κριτιας δε ὁ σοφιστης , εἰ μεν κατελυσε των Ἀθηναιων τον δημον , οὐπω κακος , ἀλλ
τις κυκλιος αὐλητης τα πελματα των ποδων αὐτου ηὐλοκοπησθαι . κατελυσε και ἐπαυσατο αὐλων τε και ἀγωνιζομενος , και οὑτως
9999970 εὑρισκομενη
ἡμερας δευτερον . ἡ δε δροσος ἡ ἐν τοις ῥοδοις εὑρισκομενη , καθαρως πτερῳ συναγομενη , και δια της μηλης
ἐστι δε τις και ὀρυκτη , κατα Σεβαστην και Κωρυκον εὑρισκομενη , ἡς και αὐτης ἐστι βελτιων ἡ μη σκωροειδης
9999970 κυριωτερα
παντα και ἀφετα καθ ' ἑαυτα ὑπαρχει : και το κυριωτερα ποιειν τα σωματα προς το εἰδοποιειν τα ἑαυτων πρωτα
της σοφιας , καθοσον ἀρχη ἐστι πραξεως και δια τουτο κυριωτερα της σοφιας , ἡτις μονον θεωρητικη ἐστιν . ἡ
9999970 σπουδαιοτατα
Ταρβελλοι τον κολπον , παρ ' οἱς ἐστι τα χρυσεια σπουδαιοτατα παντων : ἐν γαρ βοθροις ὀρυχθεισιν ἐπι μικρον εὑρισκονται
και ταπεινοτερα αἱρεισθαι , καταλιποντα ἀλλοις τα μεγιστα τε και σπουδαιοτατα , ἠ μη δυνασθαι αὐτον , ὁπερ εἰπον ,
9999970 συνεβουλευσα
εἰς δυστυχιαν μεταπιπτοντα . διο , φησι , κἀγω εὐκαιρως συνεβουλευσα γενεσθαι την εἰρηνην . . ὑπο τινων ] ἱνα
θεασωμεθα : εἰ δ ' ἐφ ' οἱς ἐξ ἀρχης συνεβουλευσα , ἠ ἐπραξα , τοτε ἐδει ἀντιλεγειν , δηλον
9999970 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999970 κρατιστη
δε χρῃζοντι διδοναι και καταινειν ἐφη τον θεον ἡ πολυ κρατιστη των ἀλλων ἐσται πολιτειων . ἐπαρθεις δε τουτοις προσηγε
μεταβολαις την συνθεσιν , ὁπως βουλεται . και ἐστι λεξις κρατιστη πασων , ἡτις ἀν ἐχῃ πλειστας ἀναπαυλας τε και
9999969 παρεχωρησε
Σωπατρου . Τριτη ἡ ἀντινομια των νομικων ἐστι στασεων : παρεχωρησε γαρ τῳ συλλογισμῳ δι ' ἁς εἰπομεν αἰτιας :
δε ἐπουσιωδεσι τοις τα ἰσα φερουσι του ἰδιου τοπου οὐ παρεχωρησε . Μαθοντες οὐν περι της ταξεως του ἰδιου ,
9999969 μεγαλοπρεπειᾳ
και τοις καπηλοις εἰκαζει πασι . πως ἀν τις μαλλον μεγαλοπρεπειᾳ παρα καιρον ἐχρησατο ; Φερε δη κἀκεινο σκεψωμεθα ,
ἐπει δε και ταις λοιπαις ἀρεταις ὑπαρχει τουτο και τῃ μεγαλοπρεπειᾳ , ἑν μεν ὁ σκοπος το του καλου ἑνεκα
9999969 Κολοφωνιος
ἡ Μιλησια Πλαγγων : ἡς περικαλλεστατης οὐσης ἠρασθη τις νεανισκος Κολοφωνιος , Βακχιδα ἐχων ἐρωμενην την Σαμιαν . Λογους οὐν
λεγουσιν , ἑνος δεοντος τριακοσια : ὡς δε Ξενοφανης ὁ Κολοφωνιος ἀκηκοεναι φησι , τετταρα προς τοις πεντηκοντα και ἑκατον
9999969 κινδυνευοντι
ὑμιν ἐλπις δε δικαια : οὐ μικρα γαρ ἐστι τῳ κινδυνευοντι ῥοπη προς σωτηριαν ἡ των ἀκουοντων βουλησις ταττομενη μετα
; ἀντι δε του χιτωνος , ὁν ἐδωκε τῳ πολιτῃ κινδυνευοντι , την θυγατερα ἀποδυσας , ἐπιδουναι αὐτῳ την πολιν
9999969 κολλουρια
ἐκτυλωθῃ , ἰῳ ἑφθῳ μετα μελιτοϲ καθαρωτατου ὀκταπλαϲιου ἀνακαθαιρε ποιων κολλουρια : μετα δε το ἐκτυλωθηναι ϲαρκωτικοιϲ δει χρηϲθαι .
και κροκομαγμα μεθ ' ὑδρομελιτοϲ : ἠ ἐλατηριον τερμινθινῃ ἀναλαβων κολλουρια ποιει και ἐντιθει , ἠ ϲιλφιου ῥιζηϲ χυλῳ ἐγχυματιζε
9999969 αἰσθητικην
ἐναποκειμενους ἐν τῃ φαντασιᾳ τυπους , οὑτως εὐλογον και την αἰσθητικην ψυχην τιθεσθαι κρινειν τον πλειω και ἐλασσω χρονον ἐνδον
„ . των πολλων του νου δυναμεων μιαν ἐλαβε την αἰσθητικην . το δε ” ἐλαβεν ” οὐκ ἀντι του
9999969 ἀριστεα
μοιχον εἰς ἱερον μη εἰσιεναι , και νομος παλιν τον ἀριστεα εἰς ἱερον την πανοπλιαν ἀνατιθεναι : μοιχος δε τις
φαυλον το γεγονος , ἀλλ ' ἐκ περιστασεως δια το ἀριστεα εἰναι τον μοιχον , ἐν μεταστασει δε ὁμολογουμενως και
9999969 κατεσκευαστο
τας πανταχοθεν δυναμεις και παντα τα προς την παραταξιν χρησιμα κατεσκευαστο . τα μεν γαρ ξιφη και τα ξυστα πολυ
αἱ σκηναι συνεσκιαζον τους περιπατους . ἑξης δε τουτων Ἀφροδισιον κατεσκευαστο τρικλινον , δαπεδον ἐχον ἐκ λιθων ἀχατων τε και
9999969 φυλακης
τον βασιλεα και την μητερα την Ῥωξανην προαγαγων ἐκ της φυλακης ἀποδῳ τοις Μακεδοσι και το συνολον ἐαν μη πειθαρχῃ
τα ἰδια , ἀλλ ' ὡς τα ἰδια ἑξοντων δια φυλακης . ἀντιπροκαλουμεθα τε ὑμας , εἰ βουλεσθε τα δικαια
9999969 ἀγανακτει
ὁ λαιμος ἀπαιτει τα ἐκ του ἐθους και ἀπομανθανων αὐτα ἀγανακτει . Και σε οὐκ ἀν τις ἀλλος δεξαιτο ἐξωρον
οὐσαι συγχορευουσιν ἀλληλαις και τῳ Ἀπολλωνι , και οὐδεμια αὐτων ἀγανακτει προς τας ἀλλας , ὁτι μη μονη σοφη ἐστι
9999968 ἀπεπλευσεν
των Ἑρμων . οἱ γαρ Ἀθηναιοι , ἐπειδη ἡ στρατια ἀπεπλευσεν , οὐδεν ἡσσον ζητησιν ἐποιουντο των περι τα μυστηρια
πολιν : ὁ δε ἀφικομενου του κυβερνητου ἀποκοψας το ἀπογειον ἀπεπλευσεν ἀκινδυνως . Λευκων χρηματων δεομενος ἐκηρυξεν , ὁτι μελλοι
9999968 χρηστηρια
μειον ἐχειν ἀει των πολεμιων καταφευγουσιν ἐπι τα του θεου χρηστηρια , εἰδοτες ὁτι μονος θεος ἐξ ἀμηχανων εὑρισκει πορους
ἠν ἐτ ' ἐν φαει , ἐπαιρε σαυτον προς θεου χρηστηρια , ὡς μοι συνησθηις , εἰ τι Λοξιας ἀναξ
9999968 ὑπνωσεν
και οὐδεν διῃει , εἰ μη βαλανον προσθοιτο : νυκτα ὑπνωσεν . Πεμπταιῃ το τε πυρετιον πρηϋτερον , και προς
: παρεκρουσεν . Ὀκτωκαιδεκατῃ διψωδης : γλωσσα ἐπεκαυθη : οὐχ ὑπνωσεν : παρεκρουσε πουλλα : σκελεα ἐπωδυνως εἰχεν . Περι
9999968 ἐμηχανησαντο
τε τῳ ἐαρι και τῳ θερει και τοις ἀλλοις καιροις ἐμηχανησαντο τα προσφορα . δεον δε εἰπειν : σοφισματα ἐβαλον
: ἀλλα και ὀρνιθων γενος αὐτοδιδακτον ἐπ ' ἀκρων φυτων ἐμηχανησαντο καλειαδας αὐτουργῳ τεχνῃ , και ἀραχναι αὐτοφυει μιτῳ θηρατρα
9999968 πιθανης
, πιθανη μεν ἀπολογια οὐκ ἐστιν : ἐπιχειρηματα δε της πιθανης ἀπολογιας καθαπερ τοπον τηρουντα , και κατασκευαστικα τυγχανοντα του
ὡς συνειδυιας κατηγορει : μετα ταυτα τους ἐπιλογους θησομεν , πιθανης γαρ ἀπολογιας , ὡς προλαβοντες εἰρηκαμεν , οὐκ ἐμπιπτουσης
9999968 καταπλασμα
οἰσθα , το καλουμενον ὑπο των ἰατρων ἀρτομελι κατασκευαζοντες εἰς καταπλασμα τοιαυτης φλεγμονης , ὑδατος ἐμιξαμεν , ἐπι δε σπληνος
σκευαζεσθω δε χωρις ὀξους . ἁρμοζοι δ ' ἀν το καταπλασμα τουτο και δοθιησι και τοις ἀλλοις φυμασι τοις σκληροις
9999968 ἐπηκολουθουν
οὐδενι κοσμωι φευγοντων προς τους ἐπι των λοφων στρατοπεδευοντας , ἐπηκολουθουν ἀλληλοις παρακελευομενοι μηδενα ζωγρειν , και πλειους ἀνειλον των
πεπυκασμενος , ἐχων ἀμπελινον χρυσουν στεφανον μεσολευκοις μιτραις διειλημμενον . ἐπηκολουθουν δ ' αὐτῳ παιδες ἐν χιτωσι πορφυροις , λιβανωτον
9999968 ἐνομισεν
της ἀκροπολεως κατιδων τας εἰκοσι νεας ἐπι Σαλαμινος πλεουσας , ἐνομισεν εἰναι Πτολεμαϊκας ἐπι Κορινθου πορευομενας . οἱ δε ἐπι
τους γαρ αὐτους ἐπαινεσας και διαβαλων ἠ διεβαλεν , οὑς ἐνομισεν ἐπαινων ἀξιους , ἠ ἐπῃνεσεν , οὑς ἐχρην διαβαλλοντα
9999968 ἀπεδοντο
μεν αὐτεων ἐς Λιβυην , την δε ἐς την Ἑλλαδα ἀπεδοντο , δοκεει ἐμοι ἡ γυνη αὑτη της νυν Ἑλλαδος
ἐνιοι , δοξαν , ὁτι τριακοσιοις ἐτεσιν ὑστερον της κτισεως ἀπεδοντο του λιμενος τα τελη , προτερον δ ' οὐκ
9999968 ἰδιως
. Ἀνδρομεδᾳ : ” διδου δαφοινον μασθλητα διγονον ” . ἰδιως μεντοι διδασκαλους οἱ Ἀττικοι τους μουσικους βουλονται καλειν .
των ἐν κηπῳ , και γεωργον ὁρωμενον και κηπουρον . ἰδιως δε ὁ κηπος πορνοβοσκοις συμφερει δια τα πολλα σπερματα
9999968 κατεπολεμησε
, φυγας ὠν ὑπο Διονυσιου , μετα δισχιλιων στρατιωτων αὐθις κατεπολεμησε , και ὁ προτερον αὐτος ἠν , τουτο ἐκεινον
τω χειρε περιαγαγων εἰς τοὐπισω : ὡστε ἀμφισβητησιμον εἰναι ποτερον κατεπολεμησε τους ἀνθρωπους ἠ καθωμιλησε . Κερβουλων μεν οὐν ὁ
9999968 ὑπελειπετο
φυγοντα προς τας Ἀθηνας , τουτον ἐκεινος ἀποκτεινας και ὁσα ὑπελειπετο λαβων χρηματα πρωτα μεν ἐπι Κυδωνιας της ἐν Κρητηι
. στρατηγους δε τῃ στρατιᾳ κατεστησεν , ἡντινα ἐν Αἰγυπτῳ ὑπελειπετο , Πευκεσταν τε τον Μακαρτατου και Βαλακρον τον Ἀμυντου
9999968 Φρυνης
λογου δηλοι . . . . . ἐν τῳ ὑπερ Φρυνης λογῳ Ὑπ . ὁμολογων ἐραν της γυναικος κτλ .
ἐφ ' ᾡ Πραξιτελην λεγεται φρονησαι μεγα : και ποτε Φρυνης αἰτουσης , ὁ τι οἱ καλλιστον εἰη των ἐργων
9999968 δοκιμωτατοι
εὑρισκουσιν οἰνου πεπλησμενους τους λεβητας . ταυτα Ἠλειων τε οἱ δοκιμωτατοι ἀνδρες , συν αὐτοις δε και ξενοι κατωμνυντο ἐχειν
πολλοι , μεγεθει δε και ἀλκῃ και ἐς ἐμε ἐτι δοκιμωτατοι Φωκεων . το δε ὀνομα τῃ πολει τεθηναι λεγουσιν
9999968 ὁρωσαν
, και αὐτη γενησεται ὁμοιοειδης ἐκειναις : την γαρ ὁρασιν ὁρωσαν καταλαμβανομενη πολυ προτερον ὁρασις γενησεται , και την ἀκοην
πορθησιν και την ἐρημωσιν της πατριδος πλησιον των ποδων αὐτης ὁρωσαν . ἀλμα το ἀλσος . λεγεται δε και ὁ
9999968 ἐξηρχοντο
ὁ κοκκυξ εἰπῃ κοκκυ , τοτε ὁλοι ἁμα τῃ φωνῃ ἐξηρχοντο εἰς το πεδιον . ἐπι των σκηπτρων : Ἐπει
την θαλασσαν . Οὑτοι δε ἀνεχομενοι ὑπο των κυματων παλιν ἐξηρχοντο προς τας βασεις αὐτων . Ἱστορει δε τουτο Τιμαιος
9999968 ἀναιρετικα
κοινοτητες το συμφερον ἐνδεικνυνται . και εἰ τα παραλαμβανομενα βοηθηματα ἀναιρετικα των ἐνδειξαμενων , ἀπο των ἐπι μερους βοηθηματων ἀναιρουνται
λεπραϲ ἀφιϲτηϲιν . τα δε τορνευματα του ξυλου ποθεντα φαϲιν ἀναιρετικα εἰναι . Μελιλωτον μικτηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ϲτυπτικηϲ τε
9999968 διαλεκτικη
αἱρειται , το δε γιγνωσκει μονον . ῥητορικη δε και διαλεκτικη εἰσι μεν ἐπιχειρητικαι ἀμφοτεραι , ἀλλ ' ὁμοιως ἐχουσι
ὡς ζωγραφικη βʹ αἱ δε περι λογους μονους ὡς ἡ διαλεκτικη γʹ αἱ δε περι τε ἐργα και λογους και
9999968 ῥηματικα
σαρκωδης , και εἰτι ὁμοιον . Τα εἰς της ὀξυτονα ῥηματικα δια καθαρου του τ ἐκφερομενα , πρωτης ἠ δευτερας
ὁτι , ὡσπερ το κομητης και πεδητης και πλανητης οὐ ῥηματικα ἀλλα παρωνυμα , ἀπο γαρ του πεδη πεδητης και
9999968 διδαγμα
ὡς ἐοικε , πολλου ἀξιον [ το ] μαθημα και διδαγμα , το την ψυχην ἐθιζειν ἑπεσθαι τῳ λογῳ και
γενησεται δ ' ἡ τουτου συμφορα τοις μη τελεως δυσκαθαρτοις διδαγμα αὐταρκεστατον του πειρασθαι τον ἐνδον δικαστην ἐχειν εὐμενη :
9999968 μεσουρανημα
τοπος του θεματος της γυναικος ἐμπεσῃ εἰς το του ἀνδρος μεσουρανημα εἰδεναι χρη ἐν αὐτῳ τῳ ἐτει την παιδοποιιαν ποιησασθαι
ἐπι τας Ϛ ὡρας καιρικας ἐπειδη προς το ὑπερ γην μεσουρανημα ἐστιν ἡ των ρμη μζ χρονων ἀποχη , ποιει
9999968 Μιθριδατην
ἐτη τεσσαρεσκαιδεκα . Λευκολλου δε , του Ῥωμαιων στρατηγου , Μιθριδατην διωκοντος , ἐς τον Τιγρανην ὑποφευγοντα , ὁ Βαγαδατης
ἐπετραπη Λικινιῳ Λουκουλλῳ : ἀνεψιος δε ἠν Λουκουλλου του προς Μιθριδατην πολεμουντος : ἐκινηθη δε κατα την Ἰταλιαν πολεμος καινος
9999967 θειτο
ἀλλος εἰδειη , τις οὐκ ἀν ἐννοων προ των ἀλλων θειτο ὁν ἐκεινος ἐν ταξει Τιτιανου ; ἐγω μεν οὐν
τεθειητε , τεθειησαν . Ἑνικα . Θειμην , θειο , θειτο : το ῥημα ἐθεμην , προσθηκῃ του ι και
9999967 χειρουργια
, ἐφ ' ὡν μαλιϲτα μη πανυ δια βαθουϲ ἡ χειρουργια γεγονεν , ὑπερ του μη παλιν ϲυμφυηναι τα μορια
δι ' οὐλην ἐκτροπιον , εἰπερ ὁλωϲ θεραπευοιτο , ἡ χειρουργια ἰαται . Ὁ μεν αἰγιλωψ ἀποϲτημα ἐϲτι μεταξυ του
9999967 δραστικωτερα
ἀλλων τα φυλλα . ἐπι τοινυν του ἀψινθιου ἡ κομη δραστικωτερα , ὡς ἀν λεπτομερεστερα των ῥιζων ὑπαρχουσα . χρη
θερμαινοντων τε και ξηραινοντων ὁμοιως αὐτῳ : τα γαρ λεπτομερη δραστικωτερα των παχυμερων ἐστι , κἀν ἰσην ἐχῃ την δυναμιν
9999967 ὡρισεν
νομῳ ἀντιθησομεν , μεθ ' ἡς γνωμης ὁ νομοθετης τουτο ὡρισεν : οὐ γαρ οὑτως ὡς ὁ φευγων ὑπολαβων πεποιηκεν
, ἀποτυχων δε μη ἀχθου . ὁ Κυπριος νεανισκος ὀνειρον ὡρισεν ἀποβεβηκοτα φιλονεικως . ἠν δε οὑτος ὁ ὀνειρος :
9999967 μεγαληϲ
γαρ ἐπ ' αὐτων και ὀλιγαιμα τα ϲωματα . ὁθεν μεγαληϲ τηϲ βλαβηϲ προϲδοκωμενηϲ ἐπι των ἀνεπιτηδειων , ἀφιϲταϲθαι χρη
, ἀρρωϲτουϲηϲ δε τηϲ δυναμεωϲ οὐκ ἐτι λεπτωϲ διαιταν ἀνευ μεγαληϲ ζημιαϲ . ὁθεν χρη προϲτιθεναι τοιϲ τρεφουϲιν ὁϲον ἀφῃρηκαϲι
9999967 ἐγγεγραμμενα
ταις πλαξιν του οὐρανου ἀνεγνων αὐτα . τοτε τεθεαμαι τα ἐγγεγραμμενα ἐπ ' αὐτων , ὁτι γενεα γενεας κακιων [
ἐφη και αὐτος εἰληφεναι αὐτον ταυτας οὑτως : ἠν ὀνοματα ἐγγεγραμμενα ταυτα , Σωτηρος Σωσιγενους Βιωνος Ἀπολλωνος : εἰς ἁ
9999967 θαυμαζουσι
αὐτον θεασαιντο . και τινος εἰποντος , “ Στιλπων , θαυμαζουσι σε ὡς θηριον , ” “ οὐ μεν οὐν
Ἠδη δε τισι και τουτο το προβλημα παρεσχε πλανην : θαυμαζουσι γαρ πως οὐχι τοὐναντιον συμβαινει : ἀπειροι γαρ τινες
9999967 σκευης
κωμῳδοις χορηγων Κηφισοδωρῳ ἐνικων , και ἀνηλωσα συν τῃ της σκευης ἀναθεσει ἑκκαιδεκα μνας , και Παναθηναιοις τοις μικροις ἐχορηγουν
† ἐπιτρεχουσι . το δ ' αὐτο ποιουσι και μετα σκευης 〚 εἰς 〛 τα βρεφη περι την ἑστιαν περιφεροντες
9999967 μαχιμωτατοι
πολλακις ἀπαξιουν ἐπιφοιταν αὐτοις . οἱ δε της Μαχιμου πολεως μαχιμωτατοι τε εἰσι και αὐτοι και γινονται μεθ ' ὁπλων
ἐμοι δε δοκουσιν οἱ Σαννοι οὑτοι εἰναι . και γαρ μαχιμωτατοι εἰσιν εἰς τουτο ἐτι και τοις Τραπεζουντιοις ἐχθροτατοι ,
9999967 ἐποιησαμεθα
την εὐεργεσιαν ἀπεχουσιν ; ἠ κἀν εἰ ἐπ ' αὐτοις ἐποιησαμεθα , οὐκ ἀν εἰχον μειζω προσαιτησαι ; θαυμαζω τοινυν
Μιλτιαδου προκηρυκευσαμενου προς Λακεδαιμονιους , ὀντος προξενου , σπονδας πεντηκονταετεις ἐποιησαμεθα , ἐχρησαμεθα δε ἐτη τριακαιδεκα . Ἐν δε τουτῳ

Back