αἱμορραγιας δε μη γενομενης , ἠρεμα δει το ἐπικειμενον τῃ μηνιγγι αἱμα ἐριῳ περι μηλωτριδα ὀξυκρατῳ βεβρεγμενῳ ἀποκαθαιρειν και τοτε
, ἀλλ ' ὁ αὐτος ἀει διαμενει συμφυης ὠν τῃ μηνιγγι και τῃ ἀκοῃ , ἐπει τοις γε μοριοις οἰκειαν
9999884 μηνιγγα
δε και ἑτερος κινδυνος , ἠν αὐτικα ἀφαιρεῃς προς την μηνιγγα ἐκπρισας το ὀστεον , τρωσαι ἐν τῳ ἐργῳ τῳ
ἰημα πριῃς , οὐ χρη ἐκπριειν το ὀστεον προς την μηνιγγα αὐτικα : οὐ γαρ συμφερει την μηνιγγα ψιλην εἰναι
9999811 θαυμαστῃ
κατορωρυγμενα πλησιον ἐκεινα , τα δε ἰυγγι τινι ἀπορρητῳ και θαυμαστῃ δε το ὑδωρ ἐκεινο ἐκ των ἀσκων ἑλκει ,
. ταυτα τοι και τεθνεωτα ἐθαψεν αὐτον ὁ βασιλευς ταφῃ θαυμαστῃ . τεθνεωτων δε πολλων και σαλευοντων ὑπερ του ζην
9999809 πυραμιδα
ΖΗΘΚΛ βασιν , οὑτως ἡ ΑΒΓΔΕΜ πυραμις προς την ΖΗΘΚΛΝ πυραμιδα . Ἐπεζευχθωσαν γαρ αἱ ΑΓ , ΑΔ , ΖΘ
ἡ τριγωνον ἐχουσα βασιν πυραμις προς την τριγωνον βασιν ἐχουσαν πυραμιδα , οὑτως το πρισμα προς το πρισμα δια ιεʹ
9999807 ἐσχατη
γαρ ἀρτος ἡ πρωτη τροφη , το δε αἱμα ἡ ἐσχατη . δηλον οὐν ὡς οἱ μεν το οἱ δε
σφοδρα ἀδικος εἰναι . τον ἁλισκομενον δε φαυλον ἡγητεον : ἐσχατη γαρ ἀδικια δοκειν δικαιον εἰναι μη ὀντα . δοτεον
9999805 εὐλαβειᾳ
εἰς τας των φρουριων φυλακας . ἐπειτα δεον αὐτους συν εὐλαβειᾳ και λογισμῳ σωφρονι πραττειν ἑκαστα , ἐνθυμουμενους , προς
ἀλλα τῳ ὀντι πρεσβυτερας και γενναν ἐπισταμενης ἐργον ἐστι συζην εὐλαβειᾳ και μηδενος καταφρονειν το παραπαν , ἀλλα το ἀδραστον
9999804 Ἐνδυμιωνα
πολυμηλον ἀντρον ὑπο ζαθεον καλλιπλοκαμων Νυμφαων , ἡχι ποτ ' Ἐνδυμιωνα παρυπνωοντα βοεσσιν ὑψοθεν ἀθρησασα κατηλυθε δια Σεληνη οὐρανοθεν :
ὀργανον της συριγγος φησι : τουτο γαρ πολυφωνον ὀν και Ἐνδυμιωνα ἐγειραι δυναιτ ' ἀν : ἀπηχησις συριγξεως : συριγγος
9999803 ὀργισθεισα
, φησιν , ἀποβλεπει εἰς ἡμας ὀργιλως , ὡς λεαινα ὀργισθεισα ὑπερ των τεκνων αὐτης : ἀνοητους ἀπαιδευτους . τους
οὐν ὑπ ' αὐτης τον κυβερνητην θεωρησασα ἡ Ἑλενη και ὀργισθεισα ταις αἱμορροϊσιν , ἐκλασε την ἀκανθαν αὐτης και ἐξεβαλε
9999802 τεσσαρεσκαιδεκατῃ
, ἐκ τρωματος κεφαλης ὡς δωδεκαετης θνησκει ἐν μεσῳ θερει τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἡμερῃ : θυρην τις αὐτῃ ἐνεβαλε , και το
, ὁτι τῃ μεν δεκατῃ ἱδρως ἀνω , τῃ δε τεσσαρεσκαιδεκατῃ κατω . διατι δε , οὐκ ἰσμεν . ἀλλα
9999801 βελτιστη
ἀρχας και αἰτιας ἐνῳκισθη τοις Ἑλλησι . πολιτεια δε ἡ βελτιστη και ὁμοδημια και κοινα τα φιλων και θρησκεια θεων
τελος δε ἀφνω καταλιπων οὑτως ἀπιστως και προδοτικως : ἡ βελτιστη δε Πενια πονοις με τοις ἀνδρικωτατοις καταγυμνασασα και μετ
9999800 φλεγματωδεα
λευκα γινεται μαλιστα ταυτην την ὡρην , και τἀλλα νοσηματα φλεγματωδεα . Του δε ἠρος το φλεγμα ἐτι μενει ἰσχυρον
ἐπιμηνια χωρησει οἱ φλεγματωδεα : γνωστον δε ἐστιν ἠν χωρεῃ φλεγματωδεα : ὑμενωδεα τε γαρ φαινεται οἱ , και ὡσπερ
9999798 αἰσχυνη
μεν τουτο ἐν σπουδῃ , σοι δε οὐκ ἐργον , αἰσχυνη δε ἀπεστι της χαριτος , τι οὐ διδως ;
βροτολοιγος ἰδησι ἠ Φαινων κρυοεις ὀλοον τοδε σημα δαμαρτι ἐσσεται αἰσχυνη τε και οὐκ ἐπι δηθα μενουσιν , ἠν δ
9999797 κρατηθῃ
την παθην οὐκ ἐλαβεν εὐπετες ὀργανον , ἱνα μη παμπαν κρατηθῃ ὑπο του ἐσιοντος . Λοιπος ἐστιν ὁ λογος ὁ
ὀντων ἐν αὐξησει ἐπι πασης μηρου ἐξαρθρησεως , ὁταν μη κρατηθῃ , τα [ μη ] παρακολουθουντα διηριθμηται , ἁ
9999797 φυλακα
ὡν φλεχθεις ὠλετο . Ῥυτηρα : ῥυστην , βοηθον , φυλακα . Τυφαονιον : του Τυφωνος . ὀλετηρα : φθορεα
λωβαις , οὐδε χωρις ὀντ ' ἐμου : τοιον πυλωρον φυλακα Τευκρον ἀμφι σοι λειψω τροφης ἀοκνον ἐμπα , κεἰ
9999795 κλιμακτηρες
γυναικων εὐνοηθησεται , ὀψεται δε θανατους τεκνων . οἱ δε κλιμακτηρες αὐτου εἰσιν ἐτος ζʹ , ιαʹ , ιθʹ ,
, και καταπονηθησεται ὑπ ' αὐτου . εἰσι δε οἱ κλιμακτηρες του θεου ἐτος θʹ , ιβʹ , ιδʹ ,
9999795 νοσωδες
προς την ἀκοην δυσχερειαννοσηροτερον , ὁθεν και νοσηρον χωριον και νοσωδες χωριον : το γαρ νοσακερον ἐσχατως κωμικον . ἀσθενως
. ἀνευ δε τουτων ὁ μεν ἀλυπου και καθαρας και νοσωδες ἐχουσης οὐδεν ὑγειας αἰτιος ἁπασι γινεται , ὁ δε
9999795 εὐωδες
μελαν , φησι , την μεν αὐτην θεωριαν ἐχει , εὐωδες δ ' ἐστι πολυ μαλλον . Ἀπολλοδωρος δε ἐν
ἐκπιεσθεντων και ἀναπλασσομενων : ἐστι δ ' αὐτου καλον το εὐωδες , μεσως κατασμυρνον , βαρυ , μελαν , ἀξυλον
9999794 φλεγματοϲ
ρδ Κοινον καθαρτηριον ρε Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ ρϚ Χοληϲ και φλεγματοϲ ἀγωγα ρζ Ἀλοηδαρια δοκιμα ρη Ἀλοηδαρια Ὀριβαϲιου ρθ Ἀλλωϲ
ἐμφρονεϲτερον και τουϲ τον ἀλλον τροπον ἐκμανενταϲ και τοιϲ ἀπο φλεγματοϲ νοϲημαϲι κρατιϲτον ἐϲτιν : οἱ δε και εὐϲιτοτεροι ἀντι
9999794 Κρητικη
ἀφροδιϲιαϲ . ἀντι κομαρεαϲ ἀμμωνιακον θυμιαμα . ἀντι κιϲηρεωϲ γη Κρητικη . ἀντι κυφεωϲ ἰϲχαϲ κεκαυμενη . ἀντι κηρυκων ὀϲτρεα
. εἰσι δε δυο γενη της βοτανης , ἡ μεν Κρητικη , ἡ δε Ἀσιατικη . ὁ δε Πλουταρχος πλειονα
9999793 φανερῳ
καλουσιν ἀει φανερους . ταυτα δε ἐστι τα ἑπομενα τῳ φανερῳ πολῳ ἀστρα ἑως του ἀρκτικου κυκλου . και ἐπι
αὐτον Νεμεα , Πυθια , Ἰσθμια , Ὀλυμπια : ἐν φανερῳ δε μη πλεονεκτει μηδ ' ὑφαρπαζε το κοινον .
9999792 θαυμασειε
πολεως , το δε παρα την ἐνεργειαν των ἀδικησαντων . θαυμασειε δ ' ἀν τις τον συγγραφεα , πως ἐν
ἐφ ' ἑτερα μεταβηναι δυναται : ὡστε μαλιστα ἀν τις θαυμασειε , των μεχρις ἀλογων το της ψυχης ἡμων βιασαμενων
9999791 λουτρῳ
ἀνεϲαϲ , α χυλῳ πτιϲϲανηϲ χρω . χρη ἐν τῳ λουτρῳ ἐμβαλλειν το ϲμηγμα τῳ βρεγματι , προδιαϲτειλαντι ταϲ τριχαϲ
σπερματος # α , μελιτος # β . διδου ἐν λουτρῳ ἠ προ λουτρου δι ' οἰνομελιτος ἠ χρυσαττικου κυαμου
9999791 φυλα
† νικωι δ ' ὁ καρρων . ϝειπατε μοι ταδε φυλα βροτησια . Πολλαλεγων ὀνυμ ' ἀνδρι , γυναικι δε
. τις γαρ ἀν ἠνεγκεν ὁμοθυμαδον ἐπιοντα των θηριων τα φυλα , ὁπου γε και ἠν ἑν τι τουτων δη
9999791 ἐννεα
θεων , [ και ] μη ἐξειναι αὐτων μηδενι των ἐννεα ἀρχοντων λαχειν μηδε ἱερωσυνης μηδεμιας , τοις δ '
ὑπαρχοντος , ἀναγκαιου , ἐνδεχομενου , τριων δε και σχηματων ἐννεα εἰσιν αἱ πασαι μιξεις . και ἐπι μεν της
9999789 ὀρυγμα
αὐτοις , ὁτι τε παν ὡς στρατιωτης ἐπραττεν , εἰτε ὀρυγμα τι ὀρυττειν ἐδει , σκαπτων πρωτος , εἰτε ῥειθρον
ὠρυσσεν ἐς ποιησιν βαθρου : και ὡς ἐγενετο ἐγγυτατα το ὀρυγμα αὐτῳ της του Οἰνομαου κιονος , ἐνταυθα εὑρισκον οἱ
9999789 πλατεα
ταις κεναις ; εἰτ ' ἐκεραμευσαντο τοις μεν ἀνδρασιν ποτηρια πλατεα , τοιχους οὐκ ἐχοντ ' ἀλλ ' αὐτο τοὐδαφος
ὑπερ αὐτην , μαλλον δε και ἁπαλωτερα , ἐχοντα θηκαρια πλατεα , ἱνα ἐν καιρῳ δυνατον ἐστι τεταμενα χωρειν τα
9999789 θυμιαματοϲ
ʹ : κοχλιαριον ὑδατι . Ἀλλο . καϲτοριου , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖ η , πεπερεωϲ κοκκουϲ μ : γλυκει
, ἰξου το ἀρκουν . Ἀλλο , ἐπιϲπαϲτικον . ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ # Ϛ , κηρου , τερμινθινηϲ ἀνα # δ
9999789 ἐννεακαιδεκα
ἡ Ἑκαβη οὐ δυσχεραινει . λεγει γουν ὁ Πριαμος : ἐννεακαιδεκα μεν μοι ἰης ἐκ νηδυος ἠσαν , τους δ
και δεκατην τε ὁ λιψ προσεπιπνεει : προς δε τας ἐννεακαιδεκα Ὑαδες μεσαι δυνουν , την εἰκοστην δε του μηνος
9999788 Πρωταγορα
σοφιστην λεγουσι ποιειν . ἑκαστου γαρ των προσιοντων λεγοντος ὠ Πρωταγορα , ποσου με διδαξεις ; ἀπεκρινατο φοιτων παρ '
εἰ οὐν εἰποι : ” Ἀληθη ὁδε λεγει , ὠ Πρωταγορα ; συ φῃς οὐκ εἰναι το ἑτερον μοριον οἱον
9999787 ἀμπελουργε
Ἀθλητης γε και τουτων ὁ Ἡρακλης ἐγενετο μεγαληγοριαν ἐπαινων , ἀμπελουργε , παρ ' ἡς δει δηπου τον ποιητην φθεγγεσθαι
ἀνηπτο ποτε αὐτοις αἰχμαλωτα κρανη Μυσια . Τι οὐν , ἀμπελουργε , φωμεν ἑκοντα τον Ὁμηρον ἠ ἀκοντα παραλιπειν ταυτα
9999787 Φοινικα
νεωτερου του Μενελαου προς γεροντα τον φαινομενον δια της Ἀθηνας Φοινικα . φησι γαρ : Φοινιξ , ἀττα , γεραιε
λογῳ κατασκευαζων το ἀναγκαιον εἰναι μενειν , μιμουμενος τον Ὁμηρου Φοινικα . και γαρ ἐκεινος ἐν ταις Λιταις προτεινεται την
9999786 ἀπαλλαγη
οὐκ ἀλλο τι ἠ ἡ της ψυχης ἀπο του σωματος ἀπαλλαγη , και ἐστι τουτο το τεθναναι , χωρις μεν
' ἀριστα διαπονουμενου . νυν δ ' εὐτυχης γενοιτ ' ἀπαλλαγη πονων εὐαγγελου φανεντος ὀρφναιου πυρος . ὠ χαιρε λαμπτηρ
9999785 ἡγεμονιᾳ
δυναστειαις ἐπιστησας τον νουν και τῃ μετα ταυτα γενομενῃ Ῥωμαιων ἡγεμονιᾳ . Ὁτι των πρεσβευτων των Καρχηδονιων τους αἰτιους του
ἐπανασταντων γαρ των κατα την Ἰταλιαν ἐθνων τῃ της Ῥωμης ἡγεμονιᾳ και των ἐξ αἰωνος ἀριστων κεκριμενων ἐλθοντων εἰς ἐριν
9999785 φοινικες
ἀρνων σαρξ , το του σησαμου σπερμα , βολβοι , φοινικες οἱ λιπαροι . Φοινικες χλωροι χυμων ὠμων ἐμπιπλωσι τους
, και στεφανος κυκλῳ χρυσους ἀμπελινος . Παρηλθον δε και φοινικες ἐπιχρυσοι ὀκταπηχεις ἑπτα , και κηρυκειον ἐπιχρυσον πηχων τεσσαρακοντα
9999784 ἱστορησε
ἀναλωματι : ἑκατον γαρ μνας ἀνηλισκεν , ὡς ὁ Ἐφιππος ἱστορησε . Μενανδρος δ ' ἐν Μεθῃ του μεγιστου δειπνου
λεγον , οὐτε Ἀριστοτελης αὐτην προσεθηκεν , Εὐδημος δε συντομως ἱστορησε τινων φαινομενων ἑνεκα ταυτας προσθετεας εἰναι τας σφαιρας ᾠετο
9999784 κλητικη
παγκρατες εἰ μεν προς το ὠ Ζευ συναψεις , ἀρσενικη κλητικη ἐστιν , εἰ δε προς το βελος , οὐδετερος
ἰδιοτητος . . Φησι γουν ὁ Τρυφων : Καθοτι ἡ κλητικη ὀνομα , κἀν δευτερον προσωπον ᾐ , και το
9999783 ψηφισμα
του τοιουτου θανατου περισωθεις οὐκετι κωμῳδιαν μετηλθεν ἀπαρακαλυπτον , ἀλλα ψηφισμα θεντος Ἀλκιβιαδου κωμῳδειν ἐσχηματισμενως και μη προδηλως αὐτος τε
ἀξιολογος , εἱς των πολιτευομενων , Ἀμυντωρ , ᾡ το ψηφισμα ἐπεδειξατο Δημοσθενης και ἀνεκοινουτο , εἰ δῳ τῳ γραμματει
9999782 ἀπεσφαξε
εἱλεν Ἀθηναιοις συμμαχουσαν , και τους μεν ἡβωντας ὀκτακοσιους ὀντας ἀπεσφαξε , παιδας δε και γυναικας λαφυροπωλησας κατεσκαψε την πολιν
το Ἀδραμυττιον ἐν τῳ Μιθριδατικῳ πολεμῳ : την γαρ βουλην ἀπεσφαξε των πολιτων Διοδωρος στρατηγος χαριζομενος τῳ βασιλει , προσποιουμενος
9999782 φυγαδες
χρησαιτ ' ἀν παραδειγμασι λεγων , ὡς οἱ μεν Ἀθηνησι φυγαδες το πρωτον μετα πεντηκοντα ἀνδρων Φυλην τε καταλαβοντες και
και ἐκπεσοντας ἐκ της πατριδος ὑπεδεξαντο . Μετα δε οἱ φυγαδες των Κολοφωνιων φυλα - ξαντες τους Σμυρναιους ὁρτην ἐξω
9999781 ξυμμαχια
αἱ διαφοραι των ἐργων καθιστανται . ἡμιν δε και Ἀθηναιοις ξυμμαχια ἐγενετο πρωτον ἀπολιποντων μεν ὑμων ἐκ του Μηδικου πολεμου
ἡ ἐπιστολη , ὁτι Φιλιππῳ τε προς Ἀρτοξερξην φιλια και ξυμμαχια ἐγενετο και , ἐπειδη Ἀρσης ὁ υἱος Ἀρτοξερξου ἐβασιλευσεν
9999781 ἱστοριᾳ
δικην Πολυευκτος , ὡς φησι Φαβωρι - νος ἐν Παντοδαπῃ ἱστοριᾳ : συνεγραψε δε τον λογον Πολυκρατης ὁ σοφιστης ,
, παθος , τροπος : και οὐδεν ἐξω τουτων ἐν ἱστοριᾳ περιεχει οὐδεμια διηγησις . οὑτως ἐστι και παρα τῳ
9999781 στιβαδα
ἡμιστιχιον ἐπειγομενων κερκιδος ὑμνοις , ἡ τους εὑδοντας ἐγειρει . στιβαδα δε σχοινων χαμευνην ἐκ βοτανης σχοινιου . . τους
το λευκαινεσθαι ὑπο των κυματων κλυζομενον . φυλλαδα δε την στιβαδα των φυλλων . λαρον : παρα το λιαν ἀρηρος
9999780 μυκτηρες
, ἐμον βοσκημα , και γλωττης στροφιγξ και ξυνεσι και μυκτηρες ὀσφραντηριοι , ὀρθως μ ' ἐλεγχειν ὡν ἀν ἁπτωμαι
ἐποιησαν ἡμιν ῥινας οἱ θεοι . οἱ μεν γαρ σοι μυκτηρες εἰς γην ὁρωσιν , οἱ δε ἐμοι ἀναπεπτανται ,
9999780 πυρωδες
Αἰγυπτιοι : πνευματικωτατον γαρ το ζωιον παντων των ἑρπετων και πυρωδες ὑπ ' αὐτου παρεδοθη : παρ ' ὁ και
περι την γλωσσαν στρυφνοις και δριμεσι , λαμπρον δε το πυρωδες λευκον , τα δε ἀλλα ἐκ τουτων : ἐν
9999780 σφαιροειδες
ὁ της Ἐλεατικης αἱρεσεως ἡγησαμενος ἑν εἰναι το παν ἐφησε σφαιροειδες και πεπερασμενον , οὐ γενητον ἀλλ ' ἀιδιον και
και Κοδρατος και ὁ διδασκαλος μου Ἰσιδωριανος διαφερειν σφαιρας το σφαιροειδες ταυτηι , ἡι ἡ μεν σφαιρα κυκλοτερως πανταχοθεν εἰς
9999780 ὁλκαδες
ὑπο του Λεπιδου καθειλκοντο , και ὑστερον αὐτας προσιουσας αἱ ὁλκαδες ὡς και τασδε ἀλλας πολεμιας ἐξεκλιναν , ἑως αἱ
χρονοις ἁπαξ ἠ δις , ἀλλ ' ὁσημεραι συνεχως και ὁλκαδες και ἐμποροι κομιζονται δι ' ἀμφοτερας της θαλαττης ,
9999779 θυμιατηρια
στεφανος ἐπεκειτο ἐκ μυριων κατεσκευασμενος χρυσων . ἐπομπευσε δε και θυμιατηρια χρυσα τριακοσια και πεντηκοντα , και βωμοι δε ἐπιχρυσοι
. μεθ ' οὑς Νικαι χρυσας ἐχουσαι πτερυγας , φερουσαι θυμιατηρια ἑξαπηχη , ζῳωτους ἐνδεδυκυιαι χιτωνας , μετα δε ταυτας
9999778 φλεγμαινῃ
ἠν δε τα οὐλα ἠ τι των ὑπο τῃ γλωσσῃ φλεγμαινῃ , διαμασσητοισι χρησθαι : ἀπο φλεγματος δε και ταυτα
: ἠν γαρ ἑλκωσῃ το στομα των ὑστερεων , ὁταν φλεγμαινῃ , το παμπαν κινδυνος ἀτοκον γενεσθαι : ἀλλα προστιθεσθαι
9999778 Θουκυδιδης
παυσασθαι τον πολεμον ἐστιν ὁ Κλεων . ὁπερ οὐν και Θουκυδιδης ἱστορει δια τουτων : “ ἐπειδη και ἡ ἐν
ἑκατερον αὐτων . και ὁριστικῳ συντασσεται ῥηματι και ἀπαρεμφατῳ . Θουκυδιδης ἐν δʹ : ” ἐφ ' ᾡ φυλακῃ τῃ
9999778 ἐκκλησιᾳ
' ἀρχας ἠναγκαζον τοις νομοις χρησθαι , και ἐν τῃ ἐκκλησιᾳ και ἐν τῃ βουλῃ μετα των προεδρων ἐκαθηντο ,
ἀπειριαν : το δ ' αὐτο τουτο και ἐν τῃ ἐκκλησιᾳ διεπραξατο ἐπιψηφισθηναι και γενεσθαι δημου ψηφισμα , ἐπ '
9999777 διεξηλθε
αὐτος ὁ Καλλιας , και παρελθων εἰς την ἐκκλησιαν λογους διεξηλθε κατεσκευασμενους ὑπο Δημοσθενους . Εἰπε γαρ ὡς ἡκοι ἐκ
και την ἀναμετρησιν ταυτης μετα της προσηκουσης ἐπιμελειας ἐν ἑνδεκα διεξηλθε βιβλιοις , ὡς σαφεστατον και ἀκριβεστατον περιπλουν της καθ
9999777 ἀερωδες
: τρεφεται δε τῳ ψυχρῳ το κατα το λευκον και ἀερωδες διαπνεομενον . Οὐδε γαρ ἀγνοειν χρη ὁτι κατα την
φωνηεν , τροπικον , ἀνθρωποειδες , ἀνωφερες , δικαιον , ἀερωδες , εὐμεταβολον , μετοπωρινον , ὑπογειον κοσμου , δημοσιον
9999777 δεσμωτηριῳ
ξυνεχομενους τους ἀνθρωπους ἐν τῃδε τῃ φρουρᾳ και τῳδε τῳ δεσμωτηριῳ μενειν τον τεταγμενον ἑκαστον χρονον , και μη πριν
κατηγορος διανοιας το ῥητον , ὁτι δεσμωτας λεγει τους ἐν δεσμωτηριῳ οὐ τους ἐν ἰδικῃ οἰκιᾳ : διαφερει δε του
9999777 θειῳ
Ἰθακη πατρις ἐστιν , πλεομεν δ ' ἁμ ' Ὀδυσσεϊ θειῳ . Νεοχμον τι παρηχθαι ἀθυρμα . Κρανια δισσα φορειν
, εἰ μη και παντα , χρεων ὀγκον ἐπιφερει τῳ θειῳ προτερον μεν οὐ φανεντων , νυν δε ἀναφυντων .
9999777 κτητικα
ἰδιαν ποιοτητα σημαινει , ὀρθως οὐδε τα ἀπ ' αὐτων κτητικα ἐπι πληθους νοειται , λεγω δε το Ἑκτορειος και
σχηματιζομεναι , ἐχουσι τινα παρεκδεδραμηκοτα παρα τας εὐθειας : τα κτητικα των εἰς κος ληγοντων παρα γενικας σχηματιζεται , ποιμενικον
9999777 σφαιρικη
του μενοντος και ἑστωτος πηλικου ἐξετασιν καταγινομενῃ συλληπτρια ὑπηρξεν ἡ σφαιρικη κινουμενου πηλικου ἐπιγνωμων καταστασα , του τελειοτατου δηλονοτι και
ἠ κοιλη και βαθεια , ἠ τετραγωνος ἠ πυραμοειδης ἠ σφαιρικη το σχημα . Τιθεντες οὐν ὡς ἀληθες τουτο το
9999776 Ἀρταξερξης
παρασκευην , ῥᾳδιως ἀπο των τειχων ἠμυνοντο τους πολιορκουντας . Ἀρταξερξης δε ὁ βασιλευς πυθομενος τα περι την Κυπρον ἐλαττωματα
, ἀλλα λειτουργησει τοις κοινοις , κἀν μη προαιρηται . Ἀρταξερξης γαρ αἰτουμενῳ Σατιβαρζανῃ σατραπειαν τινα μη προσηκουσαν ἐπι τρισχιλιοις
9999776 θερμῳ
λουσαντας οὑτως ἀποσχαζειν , εἰ δε μη , καταιοναν ὑδατι θερμῳ μεχρι φοινιξεως ἠ πυριαν δια σπογγων ἠ παραβαλλειν ἡλιῳ
τριψας , διεις ὑδατι , διδου πιειν : και τῳ θερμῳ λουεσθω , και πρασα και κραμβην ἐσθιετω : συνεψειν
9999776 ἀσπιδες
καλειται δε Λαλιχμιον του ἀναθεντος ἐπωνυμον . περι δε αὐτο ἀσπιδες ἀνακεινται , θεας ἑνεκα και οὐκ ἐς ἐργον πολεμου
λευκην ἀσπιδα φερων . λευκασπις ] + ἀπεστιλβον γαρ αἱ ἀσπιδες αὐτῳ τῳ χαλκῳ . ὀρνυται ] διεγειρεται . ὀρνυται
9999775 κυνη
ἀξιον . ἀρκτη , λεοντη , παρδαλη , μοσχη , κυνη . οὐχι παρα πολλοις ἡ χαρις τικτει χαριν .
μη ἐθελοντα τουτοις ἐκ του ἐμφανους μαχεσθαι , ὡσπερ ἀιδος κυνη τον περικειμενον αὐτην . Οὐ γεγονασιν οἱ ἀνθρωποι των
9999775 ἀφρωδες
ἐαν το διαχωρημα ὑδαρες ἐστιν ἠ λευκον ἠ ὠχρον ἠ ἀφρωδες , πονηρα ἐστι ταυτα παντα . και ἡ αἰτια
καθαιρεται ἁμα τῃ βηχι , το μεν πρωτον πολυ και ἀφρωδες σιαλον , ἑβδομῃ δε και ὀγδοῃ , ὁκοταν ὁ
9999775 τεχνῃ
γαρ ἠ τεχνωμενος ἑτερον τι δηλοι , ἀμεινον δε το τεχνῃ μετιων . και ταυτα παραπλησια , εἰδεναι , γινωσκειν
τῳ λυπειν , ὡσθ ' ὁταν φανωσι , καταρωμαι τῃ τεχνῃ . Καλον μοι δωρον ἐξ Αἰγαιου μεσου πεπομφας της
9999775 δεκανῳ
ἡ κεφαλη του Λεοντος της δωδεκαωρου . τῳ δε βʹ δεκανῳ παρανατελλουσι Μουσα λυριζουσα και τα μεσα του Κορακος και
των ποδων ὁ της δωδεκαωρου . και τῳ μεν πρωτῳ δεκανῳ ὀνομα Χοου πελει . παρανατελλουσιν αὐτῳ των κατησττερισμενων Πλειαδες
9999775 ἐμετοιϲ
οἱϲ δ ' ἀν ἡ ἀνω κοιλια φλεγμα ἐχῃ , ἐμετοιϲ κενουν , οἱϲ δ ' ἀν το αἱμα ὑπερβαλλῃ
χλωρα και κρομυου ὀλιγον και πραϲου . ϲυνεργει δε τοιϲ ἐμετοιϲ και των ὀϲπριων αἱ τε πτιϲαναι μελιτοϲ ἐχουϲαι και
9999775 ἐγγεγραφθω
του κωνου μειζων ἠ τριπλασιος τῳ ΡΣ στερεῳ . και ἐγγεγραφθω εἰς τον ΑΒΓΔ κυκλον τετραγωνον το ΑΒΓΔ , και
Η , Θ γωνιων της προς τῳ Ζ , και ἐγγεγραφθω εἰς τον ΑΒΓΔΕ κυκλον τῳ ΖΗΘ τριγωνῳ ἰσογωνιον τριγωνον
9999774 τεκμηριῳ
φιλος ἡμιν νυνδη γεγονεναι . Πως λεγεις τουτο και τινι τεκμηριῳ χρῃ ; Φρασω δηλον ὁτι : συ δε μοι
ἡμας ἠδη σου μαχομενου τρεμοντας ἐπερρωσε τε και παρεθαρρυνεν ἐναργει τεκμηριῳ . τουτο δε ἠν , κυκνον τις ἑλων ἐν
9999774 σφετερῳ
ἀρχειν και φιλον ὀντα πεμπειν στρατιαν και την χορηγιαν τῳ σφετερῳ στρατοπεδῳ . ἀει δε μαλλον αὐξομενος ἐστρατευσεν εἰς την
λεγεται γαρ ὡς ἀρα Διι θηλην ὑπεσχεν ὑς και τῳ σφετερῳ γρυσμῳ περιοιχνευσα τον κνυζηθμον του βρεφεος ἀνεπαιστον τοις παρουσιν
9999773 θεωριδα
την πολυστονον . ναυστολον θεωριδα : την του Χαρωνος ναυν θεωριδα εἰπεν : κυριως δε του Ἀπολλωνος ἡ εἰς Δηλον
ὁδον ἐκαθηρε των ληιστων : και ὁταν πεμπωσιν εἰς Δελφους θεωριδα , προερχονται ἐχοντες πελεκεις ὡς διημερωσοντες την γην .
9999773 Ἀκαρνανες
ἐς τον ἐπειτα χρονον σπονδας και ξυμμαχιαν ἐποιησαντο ἑκατον ἐτη Ἀκαρνανες και Ἀμφιλοχοι προς Ἀμπρακιωτας ἐπι τοισδε , ὡστε μητε
ἐφασαν ἀκολουθειν . στασιαζοντων δ ' αὐτων , οἱ μεν Ἀκαρνανες διαλυσαμενοι τοις Ἀμπρακιωταις συνεθεντο την εἰρηνην εἰς ἐτη ἑκατον
9999773 τεθαυμακα
μη πλανηθεισα δια - μαρτῃ της ὀρθης ὁδου . πανυ τεθαυμακα κἀκεινους , τον μεν φιλοπευστουντα περι του μεσου των
ποθεν ἐπηλθεν αὐτῳ [ λεγειν ] , ὑπερ παντα ἐγωγε τεθαυμακα . οὐδεν γαρ εὑρισκω τουτων παρα Δημοσθενει κειμενον ,
9999772 κοιλη
το παν . φανερον δη ὁτι ἐν ᾡ χρονῳ ἡ κοιλη σφαιρα του πλανωμενου της των ἀπλανων ὑπολειπεται φερουσα την
ὑπαρχουσιν ἐν ταις εὐδιαις ἐχρητο , εἰ δε ἡ θαλασσα κοιλη γενοιτο , θατερα δια της παρεξειρεσιας κατα τας θρανιτιδας
9999772 Θεσσαλια
δε πˈροσθεν πτερα δεξατο νικαν . Ὀλβια Λακεδαιμων , μακαιρα Θεσσαλια . πατρος δ ' ἀμφοτεραις ἐξ ἑνος ἀριστομαχου γενος
την φρασιν ἀντι του μετεβαλλε τους οἰκητορας ἡ τε νυν Θεσσαλια καλουμενη : προτερον γαρ Ἠμαθια ἐκαλειτο ʃ Αἱμονια τα
9999772 ἀϲτεροϲ
, οἰνανθηϲ ⋖ Ϛ , μανδραγορου ῥιζηϲ χυλου , γηϲ ἀϲτεροϲ ἀνα ⋖ ιβ , ῥου του ἐπι τα ὀψα
Ἀλλο των πανυ ἐξαιρετων , ᾡ μαρτυρω : λιβανου γηϲ ἀϲτεροϲ ἀνα ⋖ η κροκου ἀμυλου ἀρνογλωϲϲου χυλου ξηρου ἀνα
9999772 καρκινῳ
βιβρωσκεται ὑπ ' αὐτου . πινοτηρης ] ζῳον συννομον τῳ καρκινῳ . ποιει ] κοινη . των ὀρχιλων : ὀρχιλος
αἱ μελαιναι ὑδατικον και μαλλον αἱ δειλης . Ἐν τῳ καρκινῳ δυο ἀστερες εἰσιν , οἱ καλουμενοι ὀνοι , ὡν
9999771 μανιᾳ
δηθεν ἐλεους ἐχομενον καθ ' ἑαυτον βουλευσαμενος , ταχα τῃ μανιᾳ της φιλαργυριας εἰς τουτο συνελαθεις , οὐχι δε συμπαθειᾳ
την αὐτου του καλλους ἀχραντον τε και καθαραν ἰδεαν ἐξορμωσαν μανιᾳ σωφρονι των ψυχων , “ ὁσαι Ζηνος ἐγγυς και
9999770 λινοιο
δεμας ἠπαφε νηων . Και μεν δη σκολιῃσιν ἐν ἀγκοινῃσι λινοιο κυκλωθεις ξιφιης μεγα νηπιος ἀφροσυνῃσιν ὀλλυται , ὁς θρωσκει
δωσων , χαριν ἀζυγος ἀμβροτοπωλου : κλωστου δ ' ἀμφιβολοις λινοιο ναος ὡσει σκαφος κελαινον εἰς ἑδρανα λαϊνα δαπεδα τε
9999770 οἰκοδομικη
ἐστι το ὁλον τοιουτον , ὁτι ἐπει οὐ μονον ἡ οἰκοδομικη ἐπιδεχεται τουτον τον ὁρισμον ἀλλα και πασα τεχνη ,
ὑλας λαμβανουσαι συμφορητον ἐκ τουτων ποιουσι το τελος , ὡς οἰκοδομικη και τεκτονικη και πολιτικη , το αὐτο συμβαινει :
9999770 ἐκινηθη
: και εἰ τουτο , ματην ἀρα και την ἀρχην ἐκινηθη . ἀλλ ' οὐδεν ματην ἡ φυσις ποιει ,
ταυτην καταλυσαντων Μακεδονων , πολλα των πατριων τοις Ἰουδαιοις νομιμων ἐκινηθη . οὑτως μεν κἀνταυθα φησιν περι των παρα Ἰουδαιοις
9999770 Γαλατειᾳ
ἐν Σικελιᾳ ἠν παρα Διονυσιῳ . λεγουσι δε ὁτι ποτε Γαλατειᾳ [ τινι ] παλλακιδι Διονυσιου προσεβαλε : και μαθων
ἐστιν οὑτω καλουμενος ἱερος ἰχθυς . Καλλιμαχος δ ' ἐν Γαλατειᾳ τον χρυσοφρυν : χρυσειον ἐν ὀφρυσιν ἱερον ἰχθυν ,
9999770 δυσωδες
ἐστι και την αἰτιαν ἑκαστου εἰπειν . το λεπτον και δυσωδες οὐρον ἐνδεικνυται ἐσχατην ἀπεψιαν και ἀκραν καταβολην των φυσικων
οἱ πολλοι ἀπολλυνται . Οἱσι καιομενοισι πυον βορβορωδες ἐρχεται και δυσωδες , ἀπολλυνται ὡς τα πολλα . Οἱσιν ἀπο του
9999770 αἰτιῳ
γε ἐξῃρημεναι ὑπαρχουσι . φαμεν δε αὐτας συμβαλλεσθαι τῳ ποιητικῳ αἰτιῳ , τουτεστι τῃ φυσει . ἡ γαρ φυσις ἐχουσα
οἰκειαν ἑαυτοις εὐζωϊαν ἐπισυναγοντας , εἰπερ ἡμιν μελει τῳ ἀναιτιῳ αἰτιῳ ἐπισυναπτεσθαι . οὑτω γαρ και ὁ σωτηρ ἡμων και
9999770 χοριαμβικα
, εἰτα παραγραφος . στροφη ἑτερα κωλων ζʹ . + χοριαμβικα κωλα ὁμοια τοις ῥηθεισιν ζʹ , εἰτα παραγραφος και
. ἀνδροκμητας ] στροφη ἑτερα . τα δε κωλα εἰσι χοριαμβικα ὁμοια τοις ῥηθεισι ιβʹ . ταδε τοι χωρᾳ ]
9999769 νενευκυια
Βελγικην προσεισιν ἐπ ' ἀνατολας συχνον ὁσον ἡ Γερμανια , νενευκυια και αὐτη προς την ἐκτος θαλασσαν : μετα δε
δε γʹ καταληκτικον εὐριπιδειον . ἐπι τῳ τελει διπλη ἐσω νενευκυια . τῃ αὐτῃ και το ἐπιρρημα . τουτο δε
9999768 ἑνδεκατῳ
ἐπι του ὡροσκοπου ἠ ἐν τῳ μεσουρανηματι ἠ ἐν τῳ ἑνδεκατῳ , τῳ κυριῳ των ὁριων αὐτου : οὐχ ἁπλως
προσφερων τῳ γεννωμενῳ . Ὁτε ὑπαρχει ὁ Ἀρης ἐν τῳ ἑνδεκατῳ , οὐ καθαρευει ὁ τουτον οὑτως ἐχων προς τον
9999768 ἡλικα
ὡστ ' ἀπωχυρωσθαι . παντα δε ταυτα μεγεθη μεν ἐχειν ἡλικα συκη , το δε ἀνθος ὑπερβαλλον τῃ εὐωδιᾳ ,
οὑτως : ἡλικα γαρ και ὁ παλαιος λογος τερπειν τον ἡλικα . το δε τελειον ἐχει ἡλιξ ἡλικα τερπε ,
9999768 ἡσυχια
ἐοικοτα μορφᾳ , οὐκετι πορσω , και τα ἑξης . ἡσυχια δε φιλει μεν συμποσιον : τῃ μεν οὐν εἰρηνῃ
και το πληρωσαντα αὐθις ἀπορρειν , και ἡ μετα τουτο ἡσυχια του ῥευματος οὐκ ἐᾳ παρα τοις ὑετοις εἰναι την
9999767 τεσσαρεσκαιδεκα
Εὐναπιου Χρονικης ἱστοριας της μετα Δεξιππον νεας ἐκδοσεως ἐν βιβλιοις τεσσαρεσκαιδεκα . ἀρχεται μεν της ἱστοριας ἀπο της Κλαυδιου βασιλειας
πεντακισχιλιοι , ἱππεις δε ἑξακισχιλιοι ἑκατον , ἐλεφαντες δε ἑκατον τεσσαρεσκαιδεκα . Ἀντιγονος δ ' ἐκ μετεωρων τοπων κατιδων την
9999767 σκωμμα
οἰδα δ ' Ἀκεστορ ' αὐτο τον στιγματιαν παθοντα : σκωμμα γαρ εἰπ ' ἀσελγες , εἰτ ' αὐτον ὁ
των συμβεβηκοτων τοις σωμασι . ῥητεον δε και προς το σκωμμα , ὁτι μηδε τους ἱππους ἀριθμησαι δυνατον , εἰ
9999767 κινησω
την ἁρμονιαν . . . : παρα παροιμιας φησι της κινησω τον ἀφ ' ἱερας , ἡ τετακται ἐπι των
χρηματιτης . Ἐλεγον δε ἐπι των ἀργυριον τελουντων . Παντα κινησω πετρον : ὁμοια τῃ , Παντα λιθον κινησω .
9999767 βαρυτατη
τους ὀδοντας και την γλωτταν . Κυπερος ἀριστη ἐστιν ἡ βαρυτατη και πυκνη , ἁδρα και δυσθραυστος , τραχεια ,
κουφοτεραι γαρ της πευκινης . πλειστη δε ἡ πευκινη και βαρυτατη και πιττωδεστατη δια το μαλιστα ἐνδᾳδον εἰναι την πευκην
9999766 ἀσυνηθη
εἰς ψυχρον το παν ἀφικται , ἐκ του συνηθους εἰς ἀσυνηθη και εἰς σκληρον ἐκ μαλακου . Το δε γαλα
χρονον ἐνδιῃτηθη , προελθον ἐξαπιναιως εἰς ἀερα , ψυχρον και ἀσυνηθη τοπον , ἐπληχθη και της ὀδυνης και του δυσχεραινειν
9999766 εὐδιᾳ
: οὐδετερου γαρ ἡ χαρις εὐνοιαν γεννᾳ . Ἐν μεν εὐδιᾳ σπανιον το ναυαγησαι , ἐν δε εὐβουλιᾳ το ἀτυχησαι
μετα της ἀγουσης ὁλκαδος , ὁ δε πολυ τοὐναντιον ἐν εὐδιᾳ τε δια - περαιωθηναι , ὡς φασι , παρεσχεν
9999766 τεμνῃ
αὐτα τα κοιλα ἐχωσι , και ἡ ἑτερα την ἑτεραν τεμνῃ κατα τεσσαρα τα Α , Β , Γ ,
τομῃ ἠ κυκλου περιφερειᾳ δυο παραλληλους εὐθειας εὐθεια τις διχα τεμνῃ , διαμετρος ἐσται της τομης . ἐν γαρ κωνου
9999766 φρουριῳ
ἐν πεδιῳ ἱδρυμενον Γαζακα , [ χειμερινον δε ] ἐν φρουριῳ ἐρυμνῳ Ὀυερα , ὁπερ Ἀντωνιος ἐπολιορκησε κατα την ἐπι
φευγοντας ἐκ των πολεμιων . . εἰσω λεγει ἐν τῳ φρουριῳ . λεγει δε ὁτι ὁ βουλομενος ἁρπασαι τι εἰσιτω
9999765 κρινω
ταδ ' ἐστι λῳστα : ἀντι του : καλως ἐχειν κρινω μετα γνωμης ὑμων , σου τε και του Κρεοντος
και βραχειαν την παραληγουσαν ἐχοντα : κρινω και ὁ μελλων κρινω περισπωμενως , του Ν ἐπι του ἐνεστωτος και ἐπι
9999765 Ἀλεξανδρωι
ἐγενετο της Ἐφεσιας Ἀρτεμιδος : ἐπεστελλε τε πολλα κατα Χιων Ἀλεξανδρωι , και μεντοι και αὐτον Ἀλεξανδρον ἐγκωμιασας πολλα .
. Ἀθαμαντι σατυρικῳ , . . δευτερος Εὐριπιδης . . Ἀλεξανδρωι . . Παλαμηδει . . Τρῳασι . . Σισυφῳ
9999765 μιγεισα
και ἠδη μελανθεντα ῥαφανος καταπλασσομενη και ἀρου ῥιζα τεθεισα και μιγεισα μελιτι καταπλασσομενη . τα δε μετα φλεγμονης ὑπωπια πυριων
τ ' Ἐριωπιν . και Ἀρσινοης ὁμοιως : Ἀρσινοη δε μιγεισα Διος και Λητους υἱῳ τικτ ' Ἀσκληπιον υἱον ἀμυμονα
9999764 ὀρωδες
την δριμυτητα , λεπτυνει δ ' ὁμως ἐτι . το ὀρωδες του γαλακτος λεπτυνει παχος χυμων . συκα ῥυπτει :
φλεγμα προκαλειται , και καππαρεως της ῥιζης ὁ φλοιος . ὀρωδες μεν οὐν περιττωμα δια των τοιουτων κενουται : το
9999764 Ἑκατη
: Εὐρυτον δε θυρσῳ Διονυσος ἐκτεινε , Κλυτιον δε δᾳσιν Ἑκατη , μαλλον δε Ἡφαιστος βαλων μυδροις . Ἀθηνα δε
χθονιην ἐνεροισιν ἀνασσαν . . . . Βριμω ἡ αὐτη Ἑκατη , ὁτι Ἑρμου ἐν κυνηγεσιῳ βιαζοντος αὐτην ἐνεβριμησατο και
9999764 ἀκηκοατε
' , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , τοιαυθ ' οἱα παντες ἀκηκοατε : δει δ ' ὑμας μηδεν ἐκπεπληγμενως διακεισθαι ,
καταδικασας αὐτην , ] και ὑμεις του δεινος μεν πολλακις ἀκηκοατε και διαμεμνησθε των σκωμματων αὐτου και των του δεινος
9999763 ἐμελησε
ἠ ἀναγινωσκειν . ταυτας δε τας σχεσεις καλουσιν , οἱς ἐμελησε της τουτων τεχνολογιας , των προτασεων ὑλας , και
τας λειτουργιας : σεμνη γαρ ἡ ἀναπαυσις και βεβηκυια : ἐμελησε γαρ τῳ ῥητορι του μη διολου καλλωπιζειν δοκειν .

Back