τερπνας δ ' ἐπει χρυσοστεφανοιο λαβεν καρπον Ἡβας , Ἀλφεῳ μεσσῳ καταβαις ἐκαλεσσε Ποσειδαν ' εὐρυβιαν , ὁν προγονον ,
Κεμψοι θ ' , οἱ ναιουσιν ὑπαι ποδα Πυρηναιον . μεσσῳ δ ' ἀμφοτερων παραπεπταται Αὐσονις ἀκρη , πουλυτενης :
9999944 κατεσκευαστο
τας πανταχοθεν δυναμεις και παντα τα προς την παραταξιν χρησιμα κατεσκευαστο . τα μεν γαρ ξιφη και τα ξυστα πολυ
αἱ σκηναι συνεσκιαζον τους περιπατους . ἑξης δε τουτων Ἀφροδισιον κατεσκευαστο τρικλινον , δαπεδον ἐχον ἐκ λιθων ἀχατων τε και
9999941 κατεφρονησε
ἰσχυον . ὁ δε γε παις ὁ ἐμος και τειχων κατεφρονησε , και την πολιν ἐχειν εἰς τροπαιον . ἀνῃρεθην
ἀλλως παρα Ῥωμαιοις . και δια τουτο των μεν ὀνοματων κατεφρονησε , των δε πραγματων και αὐτων των σημειων φροντιδα
9999941 φυλακης
τον βασιλεα και την μητερα την Ῥωξανην προαγαγων ἐκ της φυλακης ἀποδῳ τοις Μακεδοσι και το συνολον ἐαν μη πειθαρχῃ
τα ἰδια , ἀλλ ' ὡς τα ἰδια ἑξοντων δια φυλακης . ἀντιπροκαλουμεθα τε ὑμας , εἰ βουλεσθε τα δικαια
9999941 ἀπεδοντο
μεν αὐτεων ἐς Λιβυην , την δε ἐς την Ἑλλαδα ἀπεδοντο , δοκεει ἐμοι ἡ γυνη αὑτη της νυν Ἑλλαδος
ἐνιοι , δοξαν , ὁτι τριακοσιοις ἐτεσιν ὑστερον της κτισεως ἀπεδοντο του λιμενος τα τελη , προτερον δ ' οὐκ
9999941 κατειργασατο
ἀντιτεταγμενοις , το δε πλειστον ἀλκῃ και βιᾳ των ἐλεφαντων κατειργασατο , χρησασθαι τῃ ἀρετῃ προς την μαχην των Ῥωμαιων
τεκνα γονεις , ἐπειδη ὡς ἐκεινος τῳ μη ὑπαρχοντι ὑπαρξιν κατειργασατο , και οὑτοι μιμουμενοι καθ ' ὁσον οἱον τε
9999940 κατελαβετο
εἰς Ἀμφικτυονας κατα των Σπαρτιατων , ὁτι Φοιβιδας ὁ Σπαρτιατης κατελαβετο την Καδμειαν , και διετιμησαντο το ἀδικημα ταλαντων πεντακοσιων
Κορνηλιον . ἐπι δε τουτων Θεμισων ὁ Ἐρετριας τυραννος Ὠρωπον κατελαβετο . ταυτην δε την πολιν οὐσαν Ἀθηναιων παραλογως ἀπεβαλεν
9999939 συμπιπτουσα
και τῃ ΔΖ δια του Γ παραλληλος ἠχθω ἡ ΓΗ συμπιπτουσα τῃ ΒΑ κατα το Η , και προσεκβεβλησθω ἡ
τῃ τομῃ , ὡσπερ και ἡ δια του Θ ἀπεδειχθη συμπιπτουσα τῃ τομῃ κατα τα Μ , Ν σημεια :
9999939 ἐνομισεν
της ἀκροπολεως κατιδων τας εἰκοσι νεας ἐπι Σαλαμινος πλεουσας , ἐνομισεν εἰναι Πτολεμαϊκας ἐπι Κορινθου πορευομενας . οἱ δε ἐπι
τους γαρ αὐτους ἐπαινεσας και διαβαλων ἠ διεβαλεν , οὑς ἐνομισεν ἐπαινων ἀξιους , ἠ ἐπῃνεσεν , οὑς ἐχρην διαβαλλοντα
9999939 κατεσκευαζεν
“ τοσουτονι ” : ἐστι δε ἀττικον . ἐγλυφεν ] κατεσκευαζεν , γλυφων ἐποιει . ναυς τ ' ἐγλυφεν ]
προσδεχομενος την πολιορκιαν , τα περι τον εἰσπλουν του λιμενος κατεσκευαζεν : εἰς μεν γαρ τα βραχη του λιμενος πλοια
9999939 παγκρατιῳ
ἐν τῳ Λαβυρινθῳ ἐξησθενει προς την ἰσχυν του Μινωταυρου , παγκρατιῳ αὐτον διαπαλαιων περιγεγονεν : οὐ γαρ εἰχε μαχαιραν :
γυμναστικης ἐχεται , Λακεδαιμονιοις ἀφωμεν , ὡν τα γυμνασια οὐτε παγκρατιῳ οὐτε πυγμῃ εἰκασται . φασι δε αὐτοι Λακεδαιμονιοι μηδε
9999939 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999939 δοκιμωτατοι
εὑρισκουσιν οἰνου πεπλησμενους τους λεβητας . ταυτα Ἠλειων τε οἱ δοκιμωτατοι ἀνδρες , συν αὐτοις δε και ξενοι κατωμνυντο ἐχειν
πολλοι , μεγεθει δε και ἀλκῃ και ἐς ἐμε ἐτι δοκιμωτατοι Φωκεων . το δε ὀνομα τῃ πολει τεθηναι λεγουσιν
9999939 θαυμαζουσι
αὐτον θεασαιντο . και τινος εἰποντος , “ Στιλπων , θαυμαζουσι σε ὡς θηριον , ” “ οὐ μεν οὐν
Ἠδη δε τισι και τουτο το προβλημα παρεσχε πλανην : θαυμαζουσι γαρ πως οὐχι τοὐναντιον συμβαινει : ἀπειροι γαρ τινες
9999938 τιμιωτερα
και καλλος μετα ὑγιειας λαμβανον , τοσουτῳ ὁσῳπερ ψυχη σωματος τιμιωτερα ; Πανταπασιν μεν οὐν , ἐφη . Οὐκουν ὁ
μεν ἀν τις οὐκ εἰναι τουτων ὑπερβολην , ἐνεστι δε τιμιωτερα : ὡσπερ γαρ ἀφθονου πηγης χρυσιου σοι ναματα χορηγουσης
9999938 αἰτιασαιτο
ὁ δη τον παρ ' ἡμιν μαλιστ ' ἀν τις αἰτιασαιτο τοπον , ἠ το φιλοχρηματον το περι τους τε
ἀντι της νυν ἀνιας . Οὐθ ' ὑμας ἀν τις αἰτιασαιτο τον εἰωθοτα ἀπαιτουντας λογον , ὠ δοξης ἐπιθυμουντες ὑμεις
9999938 Ἀντικλειδης
προς γαμου κοινωνιαν ὁ Πεισιστρατος Ἱππαρχωι τωι υἱωι , ὡς Ἀντικλειδης ἱστορει ἐν η Νοστων : ἐξεδωκεν . . .
πρωτον εὑροντος τας ἀρχας των στοιχειων αὐτης , ὡς φησιν Ἀντικλειδης ἐν δευτερῳ Περι Ἀλεξανδρου . μαλιστα δε σχολασαι τον
9999938 δακτυλιων
προαγει τον νεοττον . Αἰγυπτιων δε οἱ μαχιμοι ἐπι των δακτυλιων εἰχον ἐγγεγλυμμενον κανθαρον , αἰνιττομενου του νομοθετου , δειν
[ - ] , ὑποβολας παιδιων , ἀναγνωρισμους δια τε δακτυλιων και δια δεραιων , ταυτα γαρ ἐστι δηπου τα
9999937 ἀκμαζουσης
οὐσιαν εἰχεν ἐλαττονα . προς δη τουτον τον Περτινακα νυκτος ἀκμαζουσης παντων τε ὑπνῳ κατειλημμενων ἀφικνουνται ὁ Λαιτος και ὁ
χρηστοτητα κεναις ἐλπισι προσανειχεν . , . . ) Ὁτι ἀκμαζουσης της των Μακεδονων βασιλειας Δημητριος ὁ Φαληρευς ἐν τῳ
9999937 Νικανδρου
ἐχοντα . περσειης δε εἰπε το ἀρχαιον ἀπο του Θεοδοσιακου Νικανδρου μεταγεγραμμενον σκληρ ' ] γραφεται ξηρ ' , ξηρα
χειρον ἐχοντα δευρο νομισθειη ποτε , ὠ Ἑρμησιαναξ . Των Νικανδρου Ἀντιφαρμακων ταδε ἐνεστιν : περι ἀκονιτου περι ψιμυθιου περι
9999937 τραγακανθης
⋖ η , μολυβδου κεκαυμενου και πεπλυμενου ⋖ η , τραγακανθης ⋖ η , σμυρνης ⋖ η , ὀπιου πεφωσμενου
, σεραπιαδος της τριορχεως χυλου , ἀνα οὐγγιας στ , τραγακανθης , πιτυϊνης , ἀνα οὐγγιας γ , τινες δε
9999937 τραγακανθαν
παχυνον . παχυντικων δε ὁτε χρεια , ἀμυλον διδοϲθω κομμι τραγακανθαν κατ ' ἰδιαν και ϲυν ἀλληλοιϲ . τουτου του
. . . . δραχ . Ϛʹ . διαλυε την τραγακανθαν ὠων προσφατων τῳ λευκῳ και τριψας ἐπιβαλλε το σπερμα
9999937 ἐντεριωνηϲ
. ] Ἱερα Ῥουφου ἐκ του περι μελαγχολιαϲ . Κολοκυνθιδοϲ ἐντεριωνηϲ ⋖ κ χαμαιπιτυοϲ ⋖ ι χαμαιδρυοϲ ⋖ ι καϲϲιαϲ
ς καϲτοριου κεγχριου ϲαμψυχου δαφνοκοκκων κοκκου κνιδιου θερμων ξηρων κολοκυνθιδοϲ ἐντεριωνηϲ ἀνα # α ς ϲκαμμωνιαϲ # α χοληϲ ταυρειαϲ
9999937 παρεσκευασατο
, ἐξεφερε δη και ἀλλας Μηδικας στολας , παμπολλας γαρ παρεσκευασατο , οὐδεν φειδομενος οὐτε πορφυριδων οὐτε ὀρφνινων οὐτε φοινικιδων
χρηματα παντα διαγνους κατακομιζειν ἐπι θαλασσαν , ἁμαξας και καμηλους παρεσκευασατο και μετα της δυναμεως ἐχων ταυτα προηγεν ἐπι της
9999937 ἐφρασεν
' , ἀν λιαν εὐδοκιμῃς , λεγει προς τινα κομψως ἐφρασεν τα περι τον Ξερξην , ἀλλος οὐ : ἀλλα
τἀληθη λεγοντα ἁ γε ἐν ἀρχῃ , εἰ τις αὐτοις ἐφρασεν , οὐκ ἀν ποτε ἀνειλοντο . οὑτω δε τουτο
9999937 κατελυσε
. . . Κριτιας δε ὁ σοφιστης , εἰ μεν κατελυσε των Ἀθηναιων τον δημον , οὐπω κακος , ἀλλ
τις κυκλιος αὐλητης τα πελματα των ποδων αὐτου ηὐλοκοπησθαι . κατελυσε και ἐπαυσατο αὐλων τε και ἀγωνιζομενος , και οὑτως
9999937 σκευης
κωμῳδοις χορηγων Κηφισοδωρῳ ἐνικων , και ἀνηλωσα συν τῃ της σκευης ἀναθεσει ἑκκαιδεκα μνας , και Παναθηναιοις τοις μικροις ἐχορηγουν
† ἐπιτρεχουσι . το δ ' αὐτο ποιουσι και μετα σκευης 〚 εἰς 〛 τα βρεφη περι την ἑστιαν περιφεροντες
9999937 κινηθεισης
του της διανοιας διαφερει , ὁτι το μεν της λεξεως κινηθεισης της λεξεως της συσχουσης το σχημα ἀπολλυται , οἱον
ἡμεις γαρ ἐνσταντος του πολεμου και καταρραγεισης της μαχης και κινηθεισης ἡμιν προς τους ἐχθρους φιλονεικιας ἀλλον μεν οὐδενα των
9999937 φλεγματωδης
, ἡσυχιην ἀγειν , και ἠν φυσει ᾐ χολωδης ἠ φλεγματωδης , ὑπο δε της διαιτης και της φαρμακοποσιης λεπτυνθεισα
ποιησαι , σκεψασθαι χρη ἐν τοισιν ἐπιμηνιοισιν εἰτε χολωδης εἰτε φλεγματωδης εἰη : γνωσῃ δε τωνδε ὁποτερον μαλλον , ψαμμον
9999937 Φιλιππικων
ἐν α Γενεαλογιων . Θεοπομπος Ἀμφαναιαν αὐτην καλει ἐν ε Φιλιππικων . ἐστι και χωριον Θετταλιας ὡσαυτως . . Οἰνη
: περι οὑ και αὐτου ἱστορων ἐν τηι δεκατηι των Φιλιππικων ὁ Θεοπομπος φησι : Κιμων ὁ Ἀθηναιος ἐν τοις
9999937 ἀπειχετο
ὁ δ ' εἰδως οὐκ ἐπιστρεφεται . ἐκεινος μεν οὐν ἀπειχετο μου και στενων , ἐγω δε ᾐσχυνομην ἀν προδοτης
πασι φιλος και τιμιος ἐστιν . οὐδε γαρ της σκηνης ἀπειχετο της ἀρχαιας οὐδε του θεατρου ὡς πανταπασι βεβηλων και
9999936 κυριωτερα
παντα και ἀφετα καθ ' ἑαυτα ὑπαρχει : και το κυριωτερα ποιειν τα σωματα προς το εἰδοποιειν τα ἑαυτων πρωτα
της σοφιας , καθοσον ἀρχη ἐστι πραξεως και δια τουτο κυριωτερα της σοφιας , ἡτις μονον θεωρητικη ἐστιν . ἡ
9999936 μονογενες
. ἐκ παραγωγης . Παν εἰς ΟΝ ὑπερ τρεις συλλαβας μονογενες κυριον ἠ προσηγορικον ἠ ὑποκοριστικον προπαροξυνεται : Περγαντιον Αἰαντιον
πρεσγυς πρεσγυος . Ἰστεον δε ὁτι το πρεσβυς οἱ τεχνικοι μονογενες λεγουσιν εἰναι , και ὁτι ἐπειδη μονογενες ἐστιν ὠφειλε
9999936 εὐπορωτερα
μενων ἐφυλαττε τον πορον : ὁσα δε ἀλλα του ποταμου εὐπορωτερα , ἐπι ταυτα φρουρας διαπεμψας και ἡγεμονας ἐπιστησας ἑκαστοις
ὑμας ὑπολαμβανειν δει , ὁτι και τα Φιλιππου πραγματα γεγονεν εὐπορωτερα ἐκ της εἰρηνης πολλῳ και κατασκευαις ὁπλων και χωραις
9999936 εὐτυχημα
οὐκ ἠν ἀναβολη και βουλομενῳ ῥᾳθυμειν . Τουτο ἐγενετο το εὐτυχημα , και παντα ὡσπερ ὀστρακου μεταπεσοντος ἐπι το βελτιον
αἰωνιος νεκρος . Φυσικη ζωγραφια , ἰδιοπλαστον ἀγαθον , ὀλιγοχρονιον εὐτυχημα , ἀπαραμονον κτημα , ἀνδρος εὐσεβους ναυαγιον , σεσαρκωμενη
9999936 ἀνεκτησατο
' ἡμας γενομενου , ὁν Ἀρταξαρης ἀποκτεινας Περσαις την ἀρχην ἀνεκτησατο , τα τε γειτνιωντα ἐθνη βαρβαρα χειρωσαμενος ῥᾳδιως ἠδη
την ἀπαλλαγην την Δημητριου τας μεν κατα την Θετταλιαν πολεις ἀνεκτησατο , Πλεισταρχον δε μετα δυναμεως ἐξεπεμψεν εἰς την Ἀσιαν
9999936 συνεγραψεν
Γναθαινα και οὐκ ἀναστειος ἀποφθεγξασθαι : ἡτις και νομον συσσιτικον συνεγραψεν , καθ ' ὁν δει τους ἐραστας ὡς αὐτην
, ἁς οὐκ ἀν , εἰ μη τοιουτος ἐπεφυκει , συνεγραψεν ὑφηγησαμενου θεου και παρεδωκε τοις ἀξιοις χρησθαι , κτηματων
9999935 σπουδαιως
δια της φυγης την ὑπονοιαν : οὐ γαρ ἀν οὑτω σπουδαιως ἐφυγεν , εἰ μη συνῃδει ὡς ὑπευθυνος ἠν .
πολυ ἀνακτωνται οἱ πλειστοι , τα δε ἀκρα αὐτων διακρατητεον σπουδαιως ταινιδιοις , και θερμῳ μεν ὑδατι ζεστοτερῳ ἐνθετεον ἀκρα
9999935 ἑτερομηκες
' εὐθειαν , το ὁλον γινεται . οἱ γουν το ἑτερομηκες τετραγωνισαι βουλομενοι μεσην ἀναλογον ζητουσι : και ἐπει ἑτερομηκες
και ὁ ῥομβος σαλευθεν εἰναι τετραγωνον και το ῥομβοειδες κεκινημενον ἑτερομηκες : διο κατα τας πλευρας οὐ διεστηκεν ταυτα ἐκεινων
9999935 μεσουρανημα
τοπος του θεματος της γυναικος ἐμπεσῃ εἰς το του ἀνδρος μεσουρανημα εἰδεναι χρη ἐν αὐτῳ τῳ ἐτει την παιδοποιιαν ποιησασθαι
ἐπι τας Ϛ ὡρας καιρικας ἐπειδη προς το ὑπερ γην μεσουρανημα ἐστιν ἡ των ρμη μζ χρονων ἀποχη , ποιει
9999935 Πελοπος
κλεος , ἠγουν του Ἱερωνος , παρα τῃ ἀποικιᾳ του Πελοπος του Λυδου , ἠγουν ἡν ἀποικισθεις ὁ Πελοψ της
των αὐλων ἐν Λυδιᾳ γινονται , ἠ ὁτι τους μετα Πελοπος ἐλθοντας πρωτους αὐλητας οἱ Ἑλληνες ἐμιμησαντο . γλυκυ δε
9999934 ὡρισεν
νομῳ ἀντιθησομεν , μεθ ' ἡς γνωμης ὁ νομοθετης τουτο ὡρισεν : οὐ γαρ οὑτως ὡς ὁ φευγων ὑπολαβων πεποιηκεν
, ἀποτυχων δε μη ἀχθου . ὁ Κυπριος νεανισκος ὀνειρον ὡρισεν ἀποβεβηκοτα φιλονεικως . ἠν δε οὑτος ὁ ὀνειρος :
9999934 ἐκινησεν
Ἰλιου , εἰ μη ὁτε πυρι κατεφλεχθη ὁ νεως , ἐκινησεν οὑτος , και προς γαμον δη ἐς την βασιλειον
ἀκινητον ὠθισθη τον τοιχον . ὁ μεν οὐν ἀνθρωπος μονως ἐκινησεν , ἡ δε θυρα μονως ἐκινηθη , τα δε
9999934 δακρυσαι
Φροντισαντα των πληγων , Ἀττικως . ἠ ἐπιστραφεντα , του δακρυσαι ἠ ἀποιμωξαι ἑνεκα . προτιμησαντα : Φροντισαντα , ἠ
, και μη θαυμασῃς , εἰ ἐδακρυσαν τα περα του δακρυσαι : παισι γαρ εὐρουν το δακρυον , κἀν μικρον
9999934 ἡμισεια
ΑΒΓ . δια τα αὐτα δη και ἡ ὑπο ΒΑΔ ἡμισεια ἐστιν ὀρθης . ὁλη ἀρα ἡ ὑπο ΔΑΓ γωνια
τεσσαρων , το δε ἀπο της τετραποδος , ἡτις τετραπους ἡμισεια ἐστι της ὀκταποδος , το οὐν ἀπο της τετραποδος
9999934 ἀγανακτησει
' ἀπειριαν του στρατηγειν : και ἀλλῃ πολλῃ βλασφημιᾳ και ἀγανακτησει χρησαμενοι λυειν τον χαρακα και ἀπαγειν σφας εἰς την
ὑποφορα , τουτο ἐστιν ἡ προτασις : το δε λεγειν ἀγανακτησει τοινυν , εἰ μονος των ἐνταυθοι πολιτευομενων λογων εὐθυνας
9999934 κινδυνευουσι
οὑτως δε ὑπερβαινοντες , χρονια τα παθη ποιουσι και ὁμοιως κινδυνευουσι . ἐαν δε ♃ και ♀ συμπαρῃ τῃ ☾
ταις χρειαις ἀλληλοις ἀμυνειν . ἀμυνατε οὐν ἐς τα μεγιστα κινδυνευουσι Ῥωμαιοις . Κασσιος ὑμιν ἐστιν ὁ τας συνθηκας τασδε
9999934 ἀπεπλευσεν
των Ἑρμων . οἱ γαρ Ἀθηναιοι , ἐπειδη ἡ στρατια ἀπεπλευσεν , οὐδεν ἡσσον ζητησιν ἐποιουντο των περι τα μυστηρια
πολιν : ὁ δε ἀφικομενου του κυβερνητου ἀποκοψας το ἀπογειον ἀπεπλευσεν ἀκινδυνως . Λευκων χρηματων δεομενος ἐκηρυξεν , ὁτι μελλοι
9999934 Συρακουσιοι
ἡ βωλος θηλυκως δεον , οὐκ ἀρσενικως . Ἡ πηλος Συρακουσιοι λεγουσιν ἁμαρτανοντες . Ὀψινος : ὁμοιως τῳ ὀρθρινος τουτο
: ὡν οἱ μεν εἰς ἐσχατον ἀποριας ἡκον , οἱ Συρακουσιοι , οἱ δε Ἀθηναιοι νικωντες ἐγενοντο και ἐλπιδας εἰχον
9999934 βελτιστοι
, διορισον μοι : την του διαμαχεσθαι Ἀθηναιοις ὁπως ὡς βελτιστοι ἐσονται , ὡς ἰατρον , ἠ ὡς διακονησοντα και
γε δρᾳ αὐτο ; Ἀκουων σκοπει . οἱ γαρ που βελτιστοι ἡμων ἀκροωμενοι Ὁμηρου ἠ ἀλλου τινος των τραγῳδοποιων μιμουμενου
9999933 κληθεισαν
ὁς και την της Νεαιρας θυγατερα Στρυμβηλην την ὑστερον Φανω κληθεισαν ὡς ἰδιαν θυγατερα ἐξεδοτο Φραστορι τῳ Αἰγιαλει , ὡς
Δαρδανον τῳ κατακλυσμῳ φασιν ἐκ Σαμοθρᾳκης εἰς την ὑστερον Τροιαν κληθεισαν διανηξαμενον σωθηναι . Δεει δε τους ἐκ του ὑδατος
9999933 αἰσθητικην
ἐναποκειμενους ἐν τῃ φαντασιᾳ τυπους , οὑτως εὐλογον και την αἰσθητικην ψυχην τιθεσθαι κρινειν τον πλειω και ἐλασσω χρονον ἐνδον
„ . των πολλων του νου δυναμεων μιαν ἐλαβε την αἰσθητικην . το δε ” ἐλαβεν ” οὐκ ἀντι του
9999933 λιθινην
ὡδε . Νιοβης ἀποθανοντων των παιδων , ποιησας τις εἰκονα λιθινην ἐστησεν ἐπι τῳ τυμβῳ [ των παιδων ] .
. ἐν ἐνιοις δε τοποις και την ἑαυτου κατεσκευασεν εἰκονα λιθινην , τοξα και λογχην ἐχουσαν , τῳ μεγεθει τετταρσι
9999933 φορτικως
νυνδη μοι , ὠ Σωκρατες , ἐπεπληξας περι ἀστρονομιας ὡς φορτικως ἐπαινουντι , νυν ᾑ συ μετερχῃ ἐπαινω : παντι
ἀοριστου αʹ και μελλοντος . Κανονιζει δε αὐτο ὁ τεχνικος φορτικως : ἀπο γαρ της μετοχης του ὁριστικου παθητικου αʹ
9999933 ἐπεμελετο
ποθον , ἠν τις αὐτα διασπᾳ ἀπ ' ἀλληλων . ἐπεμελετο δε και τουτου ὁ Κυρος ὁπως μηποτε ἀνιδρωτοι γενομενοι
ἑωρα γιγνομενα ἐν τοις πολεμικοις : δια ταυτα οὐν και ἐπεμελετο ταυτης της εὐθημοσυνης μαλιστα . και αὐτος μεν δη
9999933 ἀνηνεγκεν
τις λαβων ἑλκος ἐν ἀκρῳ δακτυλῳ του ποδος , βουβωνα ἀνηνεγκεν . ὁ Ἱπποκρατης οὐν , προς ὑπομνησιν αὐτου γραφων
ἐλθων φραζε Ὡσπερ την ἀρχην του λογου τουτου εἰς θεους ἀνηνεγκεν , οὑτω και το τελος θεοις ἀνατιθησι , και
9999933 ἐστρατευσατο
στρατιωτης ἀγαθος ; ἀλλ ' οὐδεπωποτ ' ἐκ της πολεως ἐστρατευσατο , οὐτε ἱππευς οὐτε ὁπλιτης , οὐτε τριηραρχος οὐτ
, ἀλλ ' ἐνταυθα γε ἀπροφασιστος ἐκεινος στρατιωτης ἠν . ἐστρατευσατο γουν ἐπι Δηλιον , και ἐς Ἀμφιπολιν και ἐς
9999933 Καλλικρατιδας
ἀλλα ἀπεθνησκεν ὑπερ της Σπαρτης : μερος ὁ Ὀθρυαδας , Καλλικρατιδας μερος : τοιγαρουν ἀφαιρουμενων σμικρων μερων , ἐσωζοντο αἱ
ὡρμισατο εἰς τον εὐριπον τον των Μυτιληναιων . ὁ δε Καλλικρατιδας ἐπιπλευσας αὐτῳ ἐξαιφνης δεκα μεν των νεων ἐλαβε ,
9999933 διπλασιονι
και τετραγωνον : ὁ μεν οὐν ἀπο μοναδος τριτος ἐν διπλασιονι λογῳ , τετταρα , τετραγωνος ἐστιν , ὁ δε
δε ἐστιν ἡ των λογων ὁμοιοτης . τα γαρ ἐν διπλασιονι λογῳ ὀντα ὁποσα ἀν ᾐ , καθο τοιαυτα ἐστι
9999933 Ὀλυμπιακον
τους ἐξ ἀσεβεστατης τυραννιδος ἀπεσταλμενους θεωρους : ὁτε και τον Ὀλυμπιακον λογον ἐπιγραφομενον ἀνεγνω . του δ ' ἀγωνος συντελουμενου
: † ἀπερχομενος εἰς Ὀλυμπον . † θαυμαστον . τον Ὀλυμπιακον . διεξαγειν . ταχειας . ἁρματων δρομου . .
9999933 ἐκληθησαν
' αὐτας ὀρνιθας ἐποιησε : και ἀπο του πατρος Ἀλκυονες ἐκληθησαν : αἱ δε νηνεμοι και γαληνην ἐχουσαι ἡμεραι ,
γεγενηται , πλουσιωτατος ὠν . γεγονασιν οὐν ἐξ αὐτου οἱ ἐκληθησαν ἀλκμαιωνιδαι , οἱ και κατελυσαν την των πεισιστρατιδων τυραννιδα
9999933 ὑπνωσεν
και οὐδεν διῃει , εἰ μη βαλανον προσθοιτο : νυκτα ὑπνωσεν . Πεμπταιῃ το τε πυρετιον πρηϋτερον , και προς
: παρεκρουσεν . Ὀκτωκαιδεκατῃ διψωδης : γλωσσα ἐπεκαυθη : οὐχ ὑπνωσεν : παρεκρουσε πουλλα : σκελεα ἐπωδυνως εἰχεν . Περι
9999933 Κλεαρχος
, ὁτι καταλιπων την προτεραν ἑτεραν ἐβουλευετο περικαλλεστεραν ἀγαγεσθαι . Κλεαρχος δ ' ὁ Σολευς ἐν τοις περι Παροιμιων ἐν
χαριν εἰρημενον . ἐν δε τῳ περι γριφων ὁ αὐτος Κλεαρχος φησιν ἑπτα εἰδη εἰναι γριφων . ἐν γραμματι μεν
9999933 καταπλασμα
οἰσθα , το καλουμενον ὑπο των ἰατρων ἀρτομελι κατασκευαζοντες εἰς καταπλασμα τοιαυτης φλεγμονης , ὑδατος ἐμιξαμεν , ἐπι δε σπληνος
σκευαζεσθω δε χωρις ὀξους . ἁρμοζοι δ ' ἀν το καταπλασμα τουτο και δοθιησι και τοις ἀλλοις φυμασι τοις σκληροις
9999933 συγγραφευσι
δεησει τον γραμματικον , εἰπερ ἐχει τεχνην διαρθρωτικην των παρα συγγραφευσι και ποιηταις λεγομενων , ἠτοι τας λεξεις μονον ἠ
συντεθεντων , οἱπερ εἰσι και τελειοτατοι ἐπαινοι και μαλιστα τοις συγγραφευσι πρεποντες : τῳ μεν γαρ ποιητῃ ἐξαρκει και μερος
9999932 λοιδορια
και γαλλον νυν καλουμενον . οὑτω Σημωνιδης . κυδος : λοιδορια ἀρσενικως , και παροιμια κυδου δικην ὀφειλειν ἐπι των
λοιδοριαις . κερτομω ἀπο του κηρ τεμνειν : ἡ γαρ λοιδορια την ψυχην οἱονει του λοιδορουμενου τεμνει . Τι πτωσσεις
9999932 λειοτητι
διαφοροις ἀγλαϊαις τε και χροιαις και ποικιλιαις κεκοσμημενα στιλπνοτητι και λειοτητι και διαυγειᾳ νικωντων και τεχνῃ τῃ πρωτῃ τε και
ἀπατηλη και ἀγεννης και ἀνελευθερος , σχημασι και χρωμασι και λειοτητι και ἐσθητι ἀπατωσα , ὡστε ποιειν ἀλλοτριον καλλος ἐφελκομενη
9999931 καταγεγραφθω
αὐτην εἰσι διαμετρον . ἐστω αὐτων διαμετρος ἡ ΕΒ και καταγεγραφθω το σχημα . και ἐπει ἰσον ἐστι το ΛΖ
ΝΞ τετραγωνα . ἐστω αὐτων διαμετρος ἡ ΟΡ , και καταγεγραφθω το σχημα . ἐπει οὐν ἰσον ἐστι το ὑπο
9999931 ἀκινδυνα
ἠ και σανιδιοις τισι προσκαθημενοι ῥᾳδιως ἐπεραιωθημεν δεδιοτες ματην : ἀκινδυνα γαρ ἐστιν , ἀν μη τις ὑπεργομον ποιησῃ το
. παντα γαρ ἐπι των τοιουτων νοϲηματων εὐθυϲ ἐξ ἀρχηϲ ἀκινδυνα φαινεται τα ϲημεια , ὡϲπερ αὐ παλιν ἐπι των
9999931 Καλλιππου
Ὑπονομευοντες : ἀντι του ὑπονομους ὀρυττοντες Δειναρχος ἐν τῳ κατα Καλλιππου . Ὑποστησας : ἀντι του ὑποβαλομενος Ὑπερειδης ἐν τῳ
ἐγενετο , γενει μεν ἐκ Ταρσου της Κιλικιας , υἱος Καλλιππου νεωτερος , σφοδρα ταυτην την τεχνην συνθεις : λεγεται
9999931 ἀθροαις
οὐκ ὀλιγας κατεδυσε των ἀντιτεταγμενων τριηρων : του δε Μαγωνος ἀθροαις ταις ναυσι ταις τριακοντα περιχυθεντος , ταις μεν ἀρεταις
του των ὀξεων ὑπαρχοντι γενους , ὁτε γε μη κρισεσιν ἀθροαις ἡ λυσις αὐτων , ἀλλα δια της καλουμενης ἐπιτελειται
9999931 δραστικωτερα
ἀλλων τα φυλλα . ἐπι τοινυν του ἀψινθιου ἡ κομη δραστικωτερα , ὡς ἀν λεπτομερεστερα των ῥιζων ὑπαρχουσα . χρη
θερμαινοντων τε και ξηραινοντων ὁμοιως αὐτῳ : τα γαρ λεπτομερη δραστικωτερα των παχυμερων ἐστι , κἀν ἰσην ἐχῃ την δυναμιν
9999931 κτητικην
ἠ ὁτι τα ἐπιμεριζομενα , μερη ὀντα ὁλου ἀθροισματος , κτητικην συνταξιν ἀπῃτει , δι ' ἀλλης δε πτωσεως οὐκ
. γαρ πρωτω γαρ και δαιτος ἀκουαζεσθον ἐμειο συνηρπασται εἰς κτητικην συνταξιν : ἀμεινον γαρ τῳ ῥηματι συντασσειν Ὁμηρικωτερον λειπουσης
9999931 ἀποτελευτᾳ
των εὐπλοουντων και εὐτυχουντων . Και το ἀμεινον εἰς τοὐναντιον ἀποτελευτᾳ . Κατ ' αἰγας ἀγριας : ὁμοια τῃ ,
δυσπνοιας ἀπεργαζεται , αἱς ἐπιταθεισαις , εἰς ὀρθοπνοιαν το παθος ἀποτελευτᾳ , ἀπο του σχηματος του πασχοντος την ἐπωνυμιαν του
9999931 μακαριως
τον ἐν Θηβαις θεον ὁτι βασιλευειν οὐ δυνησεται της Αἰγυπτου μακαριως οὐδε πολυν χρονον , ἐαν μη τους ἱερεις ἁπαντας
παρατιθεντες , ὡστε ἐμε εὐδαιμονιζειν τους ἀνθρωπους ἐκεινους και οἰεσθαι μακαριως ζην παντων μαλιστα ὡν ἠπισταμην . καιτοι πλουσιων οἰκιας
9999931 εὐγνωμοσυνης
και ἀδολωτερα φαινεται ; εἰ δε δει προς ἀναιδη διαβολην εὐγνωμοσυνης ὑπερβολῃ χρησασθαι , το μεν μελλον ἀφωμεν : πολλα
ἐνταυθα κατηγορησαι των Ἑλληνων , ἐξεστι δε το λοιπον της εὐγνωμοσυνης ἐπαινεσαι και λαβειν ὑπερ Θεμιστοκλεους . ἑκαστος γαρ ἑαυτον
9999931 ἀπολογιᾳ
Μενανδρου Σικυωνιου . Παλληνευς : Ὑπερειδης ἐν τῃ ὑπερ Χαιρεφιλου ἀπολογιᾳ . Παλληνη δημος της Ἀντιοχιδος . το δε ἐκ
πεπραγμενα , ἀλλα τα εἰκοτα , ἐν τε κατηγοριᾳ και ἀπολογιᾳ , και παντως λεγοντα το δη εἰκος διωκτεον εἰναι
9999931 μερισμῳ
παραδειγματος ἀκουειν ἀναγκη . δοκει οὐν μοι χρηναι χρησασθαι μεν μερισμῳ το νυν του μη το παν ἀντι του μερους
του Εὐφρατου και τοις ἐντος , το ἐνταυθα μεντοι τοιουτῳ μερισμῳ διασπαν ἐθνος γνωριμωτατον και τα μερη συναπτειν τοις ἀλλοεθνεσιν
9999931 θαυμαστα
τον τοπον ἀθεωρητον . προ δε της εἰσοδου πεφυκεναι δενδρα θαυμαστα , τα μεν καρπιμα , τα δε ἀειθαλη ,
ἐκχαυνουν τον πολυν λαον . ἐν τοισι γαρ τουτοισι ταυτα θαυμαστα ἐστιν , ἠν ἠ κρεμαμενον ἰδωσιν ἠ ῥιπτομενον .
9999931 συλλαβουσα
γευσεως ὀργανων , και δια των ἁφης ἁπαν σωμα , συλλαβουσα ἐγκυμων τε γινεται και εὐθυς ὠδινει και τικτει κακων
: και προσηυξατο Κυριῳ μετα νηστειας δωδεκα ἡμερας : και συλλαβουσα ἐτεκε με . Σφοδρα γαρ ὁ πατηρ ἡμων ἠγαπα
9999931 συνεβουλευσα
εἰς δυστυχιαν μεταπιπτοντα . διο , φησι , κἀγω εὐκαιρως συνεβουλευσα γενεσθαι την εἰρηνην . . ὑπο τινων ] ἱνα
θεασωμεθα : εἰ δ ' ἐφ ' οἱς ἐξ ἀρχης συνεβουλευσα , ἠ ἐπραξα , τοτε ἐδει ἀντιλεγειν , δηλον
9999930 μεγαλοψυχιᾳ
πλουτουντες φορτικως ἐπιδεικνυνται τον πλουτον . ἀντικεισθαι δε φησι τῃ μεγαλοψυχιᾳ την μικροψυχιαν μαλλον της χαυνοτητος . και γαρ προτερον
και προσχρησαμενος και προς αὐτο γε τουτο τῃ της πολεως μεγαλοψυχιᾳ και δη προς αὐτα τα κυρια του λογου τρεψομαι
9999930 μηνοειδης
μηνοειδως ἐκκεκομμενον , ἱνα ὁταν ἐπικλειηται το πωμα , ἡ μηνοειδης ἐκκοπη το προκειμενον του κοχλιαξονος παραδεξηται . ὁ δ
, και τα σχηματα αὐτης . Ὡστε και , ὁτε μηνοειδης ἐστι , το ἀπο του κερως ἐπι το κερας
9999930 χαλαζης
ἐκεινους ἀδυνατως ἐχοντες κατεσθιειν . Ἀκουω δε ἐν τῃ Θηβαϊδι χαλαζης πεσουσης ἐπι της γης , ὁρασθαι μυς , ὡν
μη τολμωντων ἐργαζεσθαι : ἠ ξηροτητι των αὐχμων , ἠ χαλαζης καταφοραις : ἠ ἐπομβριαις ἀμετροις ἐνιοτε των γεωργιων ἀπολλυμενων
9999930 ἐπαναγκες
πανυ ἐν τῳ νομῳ , ἁ δει ποιειν τους προσηκοντας ἐπαναγκες : ἀλλα πολλα πανυ ἐστιν ἁ προσταττει ποιειν τοις
την ἐν ἑτερῳ γαρ κειμενην ἁμαρτιαν εἰς μεμψιν ἰδιαν αὐτον ἐπαναγκες λαβειν . ὁστις δε διαβολαισι πειθεται ταχυ , ἠτοι
9999930 ἀλλαγη
Τι δε ; της μεταβλητικης οὐχ ἡ μεν κατα πολιν ἀλλαγη , σχεδον αὐτης ἡμισυ μερος ὀν , καπηλικη προσαγορευεται
ἐσται τα ἀλλασσομενα και οἱ ἀλλασσοντες , δικαια ἐσται ἡ ἀλλαγη . ἐστω ►α γαρ σκυτοτομος , ἐφ ' οὑ
9999930 διηγησατο
, ἐπειδη Τεισις προς αὐτον την ἐν τῃ παλαιστρᾳ λοιδοριαν διηγησατο , βουλομενος χαριζεσθαι και δοκειν δεινος και ἐπιβουλος εἰναι
γεγονασιν ἐπι ναυσι μαχαι και πολλαι : τοιαυτην και Ὁμηρος διηγησατο : οὐδε γε εἱλκε τις ἐκεινας , ἀλλα πυρ
9999930 ἁλμης
ἐγνων ἰσως : ἐπειτα τουτο ζημιοις με ; μηδαμως : ἁλμης δ ' ἐχρην τι παραφερειν ποτηριον . οἰσθ '
ἐναλιγκιον αἰγιαληι καρκινῳ ὁς μνια λεπτα ῥοθον τ ' ἐπιβοσκεται ἁλμης . ἀλλοι δε ῥοικοισιν ἰσηρεες ἀντα παγουροις γυια βαρυνονται
9999930 γεγενημενῳ
οὐκ ἀν ἠγνοειτο . συγχαιρω δε σοι κρειττονι του καιρου γεγενημενῳ : παρα μεν γαρ ἡμων πολυ το πετομενον ,
ἀν ἱκανον το τεταρτημοριον της χοινικος και τῳ ἠδη ἀπεφθῳ γεγενημενῳ δυο κοτυλαι μιχθεισαι ὑδατος και ἐλαιου . χρησαιο δ
9999930 ἐνεχειρισεν
ἡμων , ὁτ ' ἐμελλε τελευταν , ἁπαντα ταυτ ' ἐνεχειρισεν Ἀφοβῳ τε τουτῳι και Δημοφωντι τῳ Δημωνος υἱει ,
μιᾳ των | Ὠκεανιδων εἰσω της Κρητης φερειν ? | ἐνεχειρισεν , ὁπως κρυφα τρεφοιτο ἐκεισε | . Οἱον ὁ
9999930 δακτυλιου
μεθιεται ἡ γη του ἐριου . την δε ἰσχυν του δακτυλιου και της ῥαβδου , ἁ φορειν αὐτους ἀμφω ,
Δικτυῳ ἀνεμον θηραν : ἐπι των ματην πονουντων . Δια δακτυλιου δει σε ἑλκυσθηναι : ἐπι των δια νοσον ἠ
9999930 μαψιδιως
ὀϊς και πιονας αἰγας , εἰλαπιναζουσιν πινουσι τε αἰθοπα οἰνον μαψιδιως : τα δε πολλα κατανεται . οὐ γαρ ἐπ
: τις νυ σε τοιαδ ' ἐρεξε φιλον τεκος Οὐρανιωνων μαψιδιως , ὡς εἰ τι κακον ῥεζουσαν ἐνωπῃ ; Τον
9999930 αἰσθητικης
ἀτμων τας του πνευματος ἐξοδους ἐπιφραττοντων : κἀντευθεν της μεν αἰσθητικης δυναμεως μη ἐξοχετευομενης τῳ προσιστασθαι τους τυχοντας χυμους ,
καθολικωτερας και ζωα κοινωνει και φυτα , και της μεν αἰσθητικης ἀρχης αὑτη χωριζεται , οὐδεν δε ταυτης ἀνευ μετεχει
9999930 ἀγανακτησις
και χλευασμον ἐπι τῳ δολοφονησαι δοκουντι . ἡ μεν οὐν ἀγανακτησις ἐπι τῃ του δεδρακοτος γνωμῃ γινεται , ὁτι το
ἐπηκοῳ στας ” ἀνδρες ” εἰπεν , „ ἡ μεν ἀγανακτησις ὑμων εὐλογος και δικαια : χρηστα γαρ ἀφ '
9999930 συμπτωμασι
μην το πλεον οἱ χυμοι και συνεπιδεικνυνται τοις ἐξ αὐτων συμπτωμασι τας ἐν ταις μιξεσι πλεονεξιας . οὐ δει δε
εἰναι πειρᾳ κατειληφεναι : και ὁτι ἐπι μεν τοισδε τοις συμπτωμασι χρη τηρειν , ἐπι δε τοισδ ' οὐκ ἐτι
9999930 δοιοι
ἠθετει , Ζηνοδοτος δε οὐδε ἐγραφεν . . . . δοιοι δ ' ἐντοσθεν ὀχηες εἰχον ἐπημοιβοι , μια δε
. Τουτο τοι και περι τον βιον Ὁμηρος ᾐνιξατο : δοιοι γαρ τε πιθοι κατακειαται ἐν Διος οὐδει , φησιν
9999930 Μελανιππος
ἡρπαγη παρα Διος . ὁτι Χαριτων και τα αὐτου παιδικα Μελανιππος φανεντες ἐπιβουλευοντες Φαλαριδι και βασανιζομενοι ἐφ ' ᾡ εἰπειν
ταις βασανοις . ἐπει δε μακρον τουτο ἠν , ὁ Μελανιππος ἡκεν ἐπι τον Φαλαριν , και ὡμολογησεν οὐ μονον
9999930 λεχθεισι
. Πολυβιος δε προστιθησι τοις δυσι φυλοις των Λιγυων τοις λεχθεισι το τε των Ὀξυβιων και το των Δεκιητων .
περαιτερω ἐτι οἰκησιμα ἐστιν , οὐδε δει φροντιζειν τοις ἐπανω λεχθεισι [ προσεχοντας ] : προς τε γαρ ἐπιστημην ἀρκει
9999930 ὁρωσαν
, και αὐτη γενησεται ὁμοιοειδης ἐκειναις : την γαρ ὁρασιν ὁρωσαν καταλαμβανομενη πολυ προτερον ὁρασις γενησεται , και την ἀκοην
πορθησιν και την ἐρημωσιν της πατριδος πλησιον των ποδων αὐτης ὁρωσαν . ἀλμα το ἀλσος . λεγεται δε και ὁ
9999930 σπουδαιοτατα
Ταρβελλοι τον κολπον , παρ ' οἱς ἐστι τα χρυσεια σπουδαιοτατα παντων : ἐν γαρ βοθροις ὀρυχθεισιν ἐπι μικρον εὑρισκονται
και ταπεινοτερα αἱρεισθαι , καταλιποντα ἀλλοις τα μεγιστα τε και σπουδαιοτατα , ἠ μη δυνασθαι αὐτον , ὁπερ εἰπον ,
9999929 σκληροτης
ἡν δια το ζην προϊεται το ἐμβρυον . και ἡ σκληροτης δ ' ἡ γενομενη του παθηματος μωλυσεως ἐργον ἐστιν
την πυκνοτητα , και μαλιστα εἰ τις ἐνουσα ταις ἀρτηριαις σκληροτης ἀπειργοι το ἐπι τῃ χρειᾳ μεγεθος . τἀναντια δε

Back