ἀφικνουμενων , και ἀγοραν δε μεγιστην τε και καλλιστην ἐν μεσῃ τῃ πολει ἐγγυς που των βασιλειων κελευει γινεσθαι τειχεσι
ἀπο του ἐγων το ἐγωνη παρα Ταραντινοις , και ἐν μεσῃ λεξει το πολεμηια , πολιητης , μυθιητης , και
9999946 Αἰσχινην
λεγει καπνον , ⌈ Προξενιδην * [ Προξενιαδην ] και Αἰσχινην τον Σελλου . και ἐν Ὀρνισι μεμνηται Προξενιδου ὡς
: ἡκετε και ὑμεις Ἀρκαδες , αὐτοχθονες , δι ' Αἰσχινην μεταβαλοντες την τυχην και τεως Φιλιππῳ δια τουτον δουλευοντες
9999943 νοσημα
ὡν ἐπιγραφει ὁ Ἱπποκρατης , ἀλλ ' οὐκ εἰχε το νοσημα . τα γαρ ἐπιῤῥηγνυμενα και ἐπιγενομενα συμπτωματα κακοηθεστερα ἠσαν
μηδε την ἰδιαν χροιαν και δια τουτο χρονιωτερον σημαινει το νοσημα . ἐπι δε των συνεχων πυρετων ἐπι πληθει αἱματος
9999942 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999941 ἐτειχισαν
πρωτοι το Καπιτωλιον και το Παλατιον και τον Κυρινον λοφον ἐτειχισαν , ὁς ἠν οὑτως εὐεπιβατος τοις ἐξωθεν ὡστ '
πλειστον μερος ἐν θαλασσῃ , τας ἀπο της γης προσοδους ἐτειχισαν και πυργους πυκνους ἐποιησαν , και ταφρον ὀρυξαντες μεγαν
9999940 μαθημα
, ἐργον , σπουδασμα , ἐπιτηδευμα , ἐπιχειρημα ἐγχειρημα , μαθημα , τεχνημα , μεταχειρισις . και ὁ πραττων ἐργαζομενος
γαρ ὁμολογειν τἀληθηὀκνῳ κατειχομην περι το συγγραφειν και παραδιδοναι το μαθημα τουτο , ὡς ἀπημαυρωμενον και ταχα μηδεν ἐτι χρησιμον
9999939 γηθησεν
, ἐπει σφι φιλος περι κηρι . Ὡς φατο , γηθησεν δ ' ὁ γερων , και ἀμειβετο μυθῳ :
νηϊ μελαινῃ ἡμενον : οὐδ ' ἀρα τω γε ἰδων γηθησεν Ἀχιλλευς . τω μεν ταρβησαντε και αἰδομενω βασιληα στητην
9999939 διεβαλλετο
ὁ Παυσων ζωγραφος πενης σκωπτολογος . Λυσιστρατος : ἐπι μαλακιᾳ διεβαλλετο . ἐν ἐνιοις δε και πενης ὁ αὐτος και
Θεαγενους ὑηνια Γ : μωρια Γ και ἀμαθια . Γ διεβαλλετο γαρ ὁ Θεαγενης Γ εἰς μαλακιαν και Γ ὡς
9999939 φυσικα
. Παιτος βασιλει βασιλεων τῳ μεγαλῳ Ἀρταξερξῃ χαιρειν . Τα φυσικα βοηθηματα οὐ λυει την ἐπιδημιην λοιμικου παθους : ἁ
οὐν ζητει ἐν τοις ψυχικοις . ἐρχου δε εἰς τα φυσικα . ἀλλα των φυσικων προηγειται ἡ πεινα . διο
9999939 κατακλυσμῳ
ὁ δικαιος και ἐν τῳ μεγαλῳ και ἐπαλληλῳ του βιου κατακλυσμῳ , μηπω δυναμενος διχα αἰσθησεως ψυχῃ μονῃ τα ὀντα
και Ἠλεκτρας της Ἀτλαντος θυγατρος καταλιπων την Σαμοθρᾳκην ἐν τῳ κατακλυσμῳ κατασκευασας σχεδιαν και εἰς τα κατα την Τροιαν μερη
9999939 ἀφοριζει
των σφυγμων πυκνοτητος τε και σκληροτητος οὐσα , τον πυρετον ἀφοριζει . εἰδη δε πυρετων κατα παντας δυο , ὁ
κατεγραφησαν εἰς την σφαιραν . Ὁ μεν γαρ ἀρκτικος κυκλος ἀφοριζει τα ἀει θεωρουμενα των ἀστρων . Ὁ δε θερινος
9999938 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999937 διεπεμπετο
ηὐτρεπιζε πεμπειν προς ἀντιπαραταξιν . Στρατευματος δ ' ἀπορων οἰκειου διεπεμπετο προς τους των Τουρκων ἐξαρχοντας ἐν Νικαιᾳ της Βιθυνιας
ἐπι τα προσω πορειας . Ἀλλ ' ἐν Ἀγκυρᾳ γενομενος διεπεμπετο πανταχοθεν μαθειν τι πλεον και ὡς βουλοιντο οἱ τον
9999937 παρηγγελλε
στεφανωσαμενος και ἀποδυς ἐλαμβανε τα ὁπλα και τοις ἀλλοις πασι παρηγγελλε , και τους λοχαγους ἐκελευεν ἀγειν τους λοχους ὀρθιους
ἀλλ ' αἰσχροκερδειας και ἀπατης δελεαρ . [ Ὁτι Πυθαγορας παρηγγελλε τοις μανθανουσι σπανιως μεν ὀμνυναι , χρησαμενους δε τοις
9999937 ἐρυθημα
ἐστι κοσμος , φυτων ἀγλαϊσμα , ὀφθαλμος ἀνθεων , λειμωνος ἐρυθημα , καλλος ἀστραπτον : ἐρωτος πνεει , Ἀφροδιτην προξενει
και δηξις γινεται [ και ] ἀμετρος και φλεγμονη και ἐρυθημα . δει οὐν λυσαι τηνικαυτα τον πασχοντα και ἀπαντλησαι
9999937 ἀπεθετο
πυλης ἀγροικος εἰναι νομιζομενος . εἰσελθων δε το μεν πιλιον ἀπεθετο , γνωρισθεις δε ἐδεξιουτο παντας ὡς ἐπι σωτηριᾳ της
ὁτι ἀλλου θυοντος , ἡρπασεν ὀρνεον το κωλον και ἐκεισε ἀπεθετο . Ἡ δε Ταπροβανη της Ἀφρικης νησος ἱερα :
9999937 ἐκινδυνευσεν
μηδεν προσηκοντων κηδεται . παις ποτε λουομενος ἐν τινι ποταμῳ ἐκινδυνευσεν ἀποπνιγηναι : ἰδων δε τινα ὁδοιπορον τουτον ἐπι βοηθειαν
και ἀποθετον . ἐφ ' οἱς φωραθεις ἐν ταις Ἀθηναις ἐκινδυνευσεν ἀν , εἰ μη ἐφυγεν . και μετ '
9999937 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999937 Αἰσχινης
σχημα τιθησιν : εἰ ἐκρινομην μεν ἐγω , κατηγορει δε Αἰσχινης , Φιλιππος ἠν ὁ κρινων : ταυτα γαρ οὐτε
ἡ Ἀθηνα θερμα λουτρα τῳ Ἡρακλει ἐποιησε . Θερσανδρος : Αἰσχινης κατα Τιμαρχου . ὁτι παιδεραστης οὑτος σφοδρος και Ἀριστογειτων
9999937 ἐσπουδακοτα
Ἀκακιον ἐπεμψας , οἰδα σοι χαριν , ἐδεικνυ γαρ τον ἐσπουδακοτα και βουλομενον ἐργον ἰδειν , ἀλλος δ ' ἀν
πως ἀν , πυθομενος ] μηδε ἑν του πραγματος , ἐσπουδακοτα μ ' αἰσθοιο συλλαβοις τε μοι ; ἐσπουδακοτα ;
9999936 κἀκεινῳ
συνεχειν το στρατοπεδον : ὁ δε βαρεως το κελευομενον ἐφερε κἀκεινῳ ὑπισχνειτο ἐγκαρτερησειν εἰ μονον ἐξαποστειλειεν ὑστερον κατα των Τουρκων
το γουν ἐμε τε παρα σοι δια την σπουδην εὐδοκιμειν κἀκεινῳ τινα παραμυθιαν εἰναι το μη περιωφθαι δυστυχουντα παρα των
9999936 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999936 κινημα
, ὡς και το παντα ψευδη : τοινυν οὐδε το κινημα της διανοιας ἀληθες ἐστιν . Ἀλλα γαρ δια τοσουτων
. : κινυγμα ] Εἰδωλον . : κινυγμα : Το κινημα : και ἐστι πρωτοτυπον το κινω , ἐξ οὑ
9999936 ματηρ
, διοπερ και ταν ἀλλαν ἀρεταν αὑτα ἁγεμων ἐντι και ματηρ . πασαι γαρ ποτι τον λογον και νομον τον
φερε δ ' ἰνιν ἀπο δειραδος εἰναλιας λοχεια κλεινα λιπουσα ματηρ ταν ἀστακτων ὑδατων συμβακχευουσαν Διονυσωι Παρνασιον κορυφαν , ὁθι
9999936 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999936 ξηραντικη
δ ' ἐναιμος , κολλητικη προς τε αἱμοπτυϊκους και ἀρθρα ξηραντικη . Νευροτρωτων ἐμμεθοδος θεραπεια ἐκ των Γαληνου ἡ και
: διο και ἡ δυναμις αὐτου ῥυπτικη τε ἁμα και ξηραντικη . Κριθαι της πρωτης εἰσι ταξεως ἐν τῳ ξηραινειν
9999935 ἀπεδεχετο
ἀντεποιουντο δ ' αὐτου και οἱ ἐν Σιδωνι Κιτιεις . ἀπεδεχετο δ ' αὐτον και Ἀντιγονος , και εἰ ποτ
τα δικαια λεγων ἠνθουν “ . ταυτα γαρ ἀγαν Ἀριστοφανης ἀπεδεχετο ὡς εὐ πεποιημενα . λεξω τοινυν την ἀρχαιαν :
9999935 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999935 τραχυτητι
, ἀλλα λινουν και τετριμμενον , ἱνα μη ἀνιᾳ τῃ τραχυτητι . δει γαρ και περι της οὐσιας αὐτου και
λεπται , καθαπερ ἀμπελου . διαφερουσι δε και λειοτητι και τραχυτητι και πυκνοτητι . παντων γαρ αἱ ῥιζαι μανοτεραι των
9999935 οἰδημα
, και κατ ' οὐδενα ὁμοιας δειται ἀγωγης . και οἰδημα , και κηλη , και χοιρας , και μελικηρις
οἰδημα νεαρον , τουτεστι προσφατον , βορβορυγμος γενομενος λυει το οἰδημα και το ἐπαρμα τῃ ὑποχαλασει διαφορουμενων των πνευματων των
9999935 γραμμαρια
. Φυλλου γραμμαρια ἑξ , ναρδοσταχυος γραμμαρια δωδεκα , ἀλοης γραμμαρια ἐννεα , μελιτος ξεστην ἑνα , οἰνου ξεστας ἑξ
. Ἀγαρικου , ῥοδων ξηρων ἀνα γραμμαρια δυο , ἀλοης γραμμαρια ἑπτα , μαστιχης γραμμαρια δωδεκα , μελιτος ξεστην ἑνα
9999934 στρατευσῃ
καταλλασσῃ τῃ γυναικι α ἐαν κοινωνησῃς , βλαπτῃ β ἐαν στρατευσῃ , ταχυ προκοπτεις γ οὐκ ? ἐστιν ? ?
προκοπτεις ἀρτι Ϛ οὐ κοινωνεις ἀρτι τῳ πραγματι ζ ἐαν στρατευσῃ , μετανοησεις η μετα φοβου ἐρωτησον και ἀκουεις ἀληθειαν
9999934 ἀπελιπεν
δε κρινας ἐχεσθαι του πολεμου , Πνυταγοραν μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἡγε - μονα των ὁλων ποιησας ἐν τῃ Κυπρῳ
γε : τρις γαρ τελειος ὑπαρχουσα οὐδ ' ἐπιδοσιν αὐξησεως ἀπελιπεν , ἀλλα και δυο κυβων ἁμα συνθεσις , του
9999934 ἐξουσιᾳ
πρωτα ἐπιτρεψαντες αὐτοις και το ἀνοητον της ἀρχης μεγαλῃ καθοπλισαντες ἐξουσιᾳ , ὁτε Κοιντιον Καισωνα τῳ παρελθοντι ἐνιαυτῳ κρινειν ἐπ
το βρεχειν ἠν , φησιν , ἐπι τῃ του Διος ἐξουσιᾳ , και μη των Νεφελων ἠν τουτο ἐργον ,
9999934 ἑλκουσα
! ! ! ς δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
ἐστι πανυ τουτο . δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
9999934 δημιουργοι
οἱ θεωροι και οἱ πολεμαρχοι : ἐν δε Ἠλιδι οἱ δημιουργοι και οἱ τα τελη ἐχοντες και οἱ ἑξακοσιοι ,
δ ' αὐλητριδες ἐχουσι μισθον και μαγειροι δωδεκα , και δημιουργοι μελιτος αἰτουσαι σκαφας . το δειπνον ἐστι μαζα κεχαρακωμενη
9999934 φανταζομεθα
. και ἐνταυθα το μεν ἐργον του φιλοσοφουντος τοιουτον τι φανταζομεθα , ὁτι δει την αὑτου βουλησιν συναρμοσαι τοις γινομενοις
ἐγρηγορεναι διαφοροι γινονται φαντασιαι , ἐπει ὡς καθ ' ὑπνους φανταζομεθα , οὐ φανταζομεθα ἐγρηγοροτες , οὐδε ὡς φανταζομεθα ἐγρηγοροτες
9999934 συλλογῳ
Ἀχαιοις ἐκκλησιαν ἀθροισας ὁ ποιητης τον Τυδεως ἀνιστησι ῥητορα τῳ συλλογῳ και διδωσιν ἐπη τῳ νεανισκῳ τοιαυτα , ἁ ἀν
ὁτι τῳ προτερος λεγειν πλεονεκτει λοιδοριαις και σκωμμασιν ἐμφραττων τῳ συλλογῳ τας ἀκοας , πως ἀν τις πολλην ἐπιστομισειε φημην
9999934 ἐκαθισεν
ψυχης πολυ τους ἡμιθεους ἐνικα και ὁς Περσας μεν κλαοντας ἐκαθισεν , ἡμας δε εἰς ὑψος ἠρεν ; οὐκ οἰσθ
ἐφικεσθαι και γελωτα ὀφλισκανουσι . κολοιος λιμωττων ἐπι τινος συκης ἐκαθισεν . εὑρων δε τους ὀλυνθους μηδεπω πεπειρους προσεμενεν ,
9999934 δριμυτερα
προϲ μεν την κοινην διαιταν τα γλυκεα , τα δε δριμυτερα ὡϲ φαρμακον ποτε δοτεον , οἱον ἑλειοϲ ἀϲπαραγοϲ πετροϲελινα
κατα θερμοτητα ἐπιδεξαμενη δυσκρασιαν , τα τε οὐρα ἀλλοιωθειη ἀν δριμυτερα τε και λεπτοτερα γεγενημενα και του πυρετου ἐπινεμομενου ἠδη
9999933 θεατρα
τον γαρ προ του χρονον οὑτω κεκολασμενος ἀτακτως ἐς τα θεατρα ἐφοιτα και ἐπι την τουτων ἠχω . εὐδοκιμουντι δε
φρονησας εἰκοτως περιιστατο των πολλων , οὐδεμιαν φιλοτιμιαν περι τα θεατρα ποιουμενος . διο τοσουτον αὐτον ἐβλαπτε τουτο ὁσον ὠφελει
9999933 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999933 Τυνδαρεως
γη μεν πατρις οὐκ ἀνωνυμος , Σπαρτη , πατηρ δε Τυνδαρεως . Σοι γ ' , ὠλεθρε , πατηρ ἐκεινος
τυγχανεις μοι υἱος , τον δε Καστορα μετα ταυτα ὁ Τυνδαρεως σπερμα θνητον ὀντα τῃ σῃ μητρι συνελθων ἐσπειρεν .
9999933 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999933 ἐμηχανησατο
οὐ προσηνεγκεν ἑτεραν πειραν ἰσχυροτεραν . βασιλευς δε ὁ μεγας ἐμηχανησατο και ἐξευρεν ὁτῳ ἀν μονῳ ἐγω ὑπεικαθοιμι και ὑποσχοιμι
? διεταξατο , της των ? τῃδε ἑνεκα ? εὐκοσμιας ἐμηχανησατο θειαν τινα μεθοδον , την πολιτικην φημι γνωσιν ,
9999933 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999932 νομαδες
ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι τε και Μαχαονες ἐκαλουντο το παλαιον , νομαδες οἱ πλειους αὐτων και αὐτονομοι και ἀβασιλευτοι ἐκ πολλου
. κακοβιοι τε δη και γυμνητες εἰσι τα πολλα και νομαδες : τα τε βοσκηματα αὐτοις ἐστι μικρα , προβατα
9999932 καθαρῳ
των νεφων ἐστιν , ἐν αὐτῳ τῳ [ τε ] καθαρῳ και αἰθριῳ ἀερι , ἡ δε ἑτερα πολυ κατωτερω
τ ' ἐστι θερμαινειν , ἀλλ ' ἠδη τις ἐν καθαρῳ της μεσημβριας ἐρριγωσε της καταβολης ἐπελθουσης . ἀν οὑτω
9999932 φιλημα
του φιληματος ὡσπερ σωματος και ἐφυλαττον ἀκριβως ὡς θησαυρον το φιλημα τηρων ἡδονης , ὁ πρωτον ἐστι γλυκυ . και
το γηρας προς το μη διωκειν ἐμε μετα το ἑν φιλημα . Δυσθηρατος δ ' εἰμι και ἱερακι και ἀετῳ
9999932 ἐλθουσα
συνδειπνων ? ? [ ] παντελως την γνωμην διασεσεισμενη . ἐλθουσα δη ἐπι σκηνην και ῥιψασα ? ? ? ἑαυτην
, τον αὐτον βαλλοντα δεικνυς και βαλλομενον : γη δε ἐλθουσα το παθος ἀνηκεν ὁμωνυμον : την μνημην του νεου
9999931 μεθηκε
ἐκεινον ἐμε συγκατακανειν . “ οἰκτου δε ἐξ ἁπαντων γενομενου μεθηκε σῳζεσθαι τον Μετελλον ὁ Καισαρ , καιτοι πολεμιωτατον αὐτῳ
βασιλεα τοσαυτῃ κατεχρησατο παρρησιᾳ , ὡς ὁ βασιλευς ἠδη και μεθηκε την ψυχην , και παντα γε συνεχωρησεν ὁσα Κλεαρχος
9999931 ἀπεπεμψαν
τον Πελοπιδαν , βουλομενον διελεγχειν της ἀποκρισεως την ἀποριαν , ἀπεπεμψαν ἐκ του συνεδριου . Μιθριδατης μεν οὐν , ὡς
τοις μεν πειραταις τον μισθον ἀποδοντες παραχρημα της πολεως αὐτους ἀπεπεμψαν το ἀπιστον αὐτων περι τους πρωτους φιλους οὐκ ἀσφαλες
9999931 ἐστελλετο
την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο . και τον μεν ὑπαρχον , ὁστις αὐτῳ ἐπι
αὐτῳ ᾀδοντες . Ἱκανως δε ἐχων των περι την Ἀλεξανδρειαν ἐστελλετο ἐς Αἰγυπτον τε και ἐς Αἰθιοπιαν ἐς ξυνουσιαν των
9999931 καιροϲ
τηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ διδωϲι ταϲ τροφαϲ : και γαρ οὑτοϲ ὁ καιροϲ πλειϲτον ἀπεχει του μελλοντοϲ παροξυϲμου . ἐτι δε και
μηδενοϲ κωλυοντοϲ των προρρηθεντων ἐπι του ϲυνοχου πυρετου , ἠδη καιροϲ τηϲ του ψυχρου δοϲεωϲ . ἐφ ' ὡν μεν
9999931 ἀνεχωρησε
κατα σπουδην δε της ἐλασεως οὐσης , το μεν θηριον ἀνεχωρησε , παρεδραμε δε και ὁ τρωσας και οἱ λοιποι
πολλακις τουτο ποιησας ὠφεληθη μηδεν , μετ ' ὀργης εἰπων ἀνεχωρησε : „ ἀλλ ' ἐγωγε μωροτερος ἀν ὑμων εἰην
9999931 ἀπορῳ
: ἀντι του καταλιπων την αὐτου φυλακην ἀλλ ' ἐν ἀπορῳ ἠσαν εἰκασαι : ἀποριαν εἰχον μεχρι και εἰκασμου .
φοβει τε ἠδη λιμον , ἐπειδαν τ ' ἐν τῳ ἀπορῳ γενωμεθα ἐτι μαλλον φοβησει , χωρις δε τουτων ὁ
9999931 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999931 λιμενι
ἐκ του νοτου πετομενοι και τευθιδες χειμεριαι . Φωνη ἐν λιμενι ἀποψοφουσα και πολυπλοκον ἠχουσα χειμεριον . Και οἱ πνευμονες
ἠν ἐν κατασκευῃ τοτε ὁ νεως ὁ προς τῳ ἐξω λιμενι . και οἰδα εὐδοκιμησας οἱς ἀπεκριναμην : ἐφην γαρ
9999931 χονδροι
ἀταρ ἠδε ἐϲ θιξιν : θερμη γαρ αἱματοϲ προκληϲιϲ . χονδροι πλυτοι : ὀρυζα ἐϲ ὀξυκρητον : ἠν δε το
του χονδρος , οἱον χονδρος ἁλς , χονδρου ἁλος , χονδροι ἁλες . Ψευδες δε τουτο , ὡς μαρτυρει ὁ
9999931 γεωμετρικη
προς Η : και ἐσται των Ζ Γ Η εὐθειων γεωμετρικη μεσοτης , τουτεστιν ἀναλογια κυριως . κἀν δια το
περι της ἀριθμητικης μεσοτητος . Ἡ δε ἐπι ταυτῃ συνεχης γεωμετρικη μεσοτης κυριως ἀναλογια μονη καλουμενη δια το ἀνα τον
9999931 ἀπεδημησεν
Βοιωτου Σχοινεως ἐχων την κλησιν . εἰ δε ὁ Σχοινευς ἀπεδημησεν οὑτος παρα τους Ἀρκαδας , εἰεν ἀν και οἱ
εἰ τελευτησειεν ἀταφον μενειν , ἐχων τις γυναικα και υἱον ἀπεδημησεν , ὑπο καταποντισταις γενομενος ἐδηλωσε τοις οἰκοι περι λυσεως
9999931 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη
9999931 φαινοιτο
εἰναι σον εὑρημα : και ἐγω εἰπον ὁτι τουτο εἰ φαινοιτο σοι οὑτως ἐχειν , πολλων ἀν εἰης λογων ἐμε
περι αὐτων ἐρω . εἰ δε τι βλασφημον ἠ τραχυ φαινοιτο ἐχων ὁ λογος , οὐ τον διελεγχοντα ἐμε ,
9999931 ἐγκλημα
καειν , Ἀθηναιοις δε και το μη τρεφειν ἠ χειραγωγειν ἐγκλημα ἐδοκει . τινες δε και τουτο φασιν : ὡς
οὐν αὐξει το γεγονος δεινουντος του κατηγορου και μεγαλοποιουντος το ἐγκλημα ἠ το εὐεργετημα : ἐκ δε των ἐναντιων του
9999931 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999931 ἰδιοτητι
το ἀληθες ] : οὐτε δε κοινον ἐστιν οὐτε ἐν ἰδιοτητι κειμενον : οὐκ ἀρα αἰσθητον ἐστι το ἀληθες .
περι τας των οὐρων κρισεις τα παχεα των οὐρων οὐκ ἰδιοτητι τινι διαθεσεων των αὐτοις ἁρμοζουσων συμβαινειν οἰονται , ἀλλα
9999930 μακαριοι
δε Ξενοφων ἐπειθεν , ὁ δε Διογενης ὠνειδιζεν . Ὠ μακαριοι μεν των δραματων οἱ ὑποκριται , μακαριοι δε των
κατ ' ἐνιαυτον θηριον τικτει . μεγας γαρ , ὠ μακαριοι , κατα τον Θεοφιλου Κιθαρῳδον , θησαυρος ἐστιν και
9999930 κυβερνητης
ὁδου ἐπανελθειν μη δυνηθεντες , ταυτα ὁρων οὐχ ὡς ἀπειρος κυβερνητης εἰασεν ὁπως ἐτυχε φερεσθαι οὐδε κινδυνευειν , ἀλλ '
: μακροτατω δε των ἐκπεμφθεντων προὐχωρησεν Ἱερων ὁ Σολευς ὁ κυβερνητης , λαβων και οὑτος παρ ' Ἀλεξανδρου τριακοντορον .
9999930 μνημοσυνα
ἐννεα , και της Εὐρωπης τα μεχρι Θρᾳκης , πανταχοσε μνημοσυνα ἐγειρας της των ἐθνων σχεσεως ἐπι μεν τοις γενναιοις
, και ἱστορεων ἐπυνθανετο . εἰκος δε μιν ἠν και μνημοσυνα παντων γραφεσθαι . ζʹ . Ἀνακομιζομενοι δε ἐκ Τυρσηνιης
9999930 σφραγις
και δυσεπουλωτα και χρονια και σηπεδονωδη και πλαδαρα . Λημνια σφραγις τα τοιαυτα ἑλκη ὠφελει μεγαλως προσκομιζομενη κατα συστασιν πηλωδη
ὁ χυλος : Σαμιος ἀστηρ προς πασας ὁμοιως και Λημνια σφραγις . προς δ ' αἱματος θρομβωσεις ποιει πυτια ποθεισα
9999930 ἀποριᾳ
' αὐτων τον οὐρανον . Παντα γαρ που τα τοιαυτα ἀποριᾳ ὀψεως , και ἀσθενειᾳ δηλωσεως , και γνωμης ἀμβλυτητι
προτιμωσιν ἁπαντων το καλλος ; ἀλλ ' ἱνα μη δοξωμεν ἀποριᾳ των περι καλλους λογων περι ταὐτα διατριβειν ἀει ,
9999930 ἐνικα
ἐβουλευσαμεθα περι του τι χρη ποιειν , ἀλλ ' εὐθυς ἐνικα σοι το πραγμα ἐπιτρεπειν ὡς εὐνῳ τε ἡμιν και
ἐπιοντι ἐτει [ ᾡ ἠν Ὀλυμπιας , ᾑ το σταδιον ἐνικα Κροκινας Θετταλος , Εὐδιου ἐν Σπαρτῃ ἐφορευοντος , Πυθοδωρου
9999930 πλημμελημα
θεον λεγῃ την τυραννιδα : και γαρ οὑτως εἰς ταὐτον πλημμελημα περιισταται . ὁ γαρ θεος ὁ τι περ ἀκροτατον
και ἀπειροκαλιᾳ τοις αἰσχιστοις των παθων περιπεπτωκοτες . Ἐτι κἀκεινο πλημμελημα ἐν τῃ λεξει το ὑπο φιλοτιμιας πασι χρησθαι τοις
9999930 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999930 ἐσεμνυνετο
κοσμον παρεχειν . ἐπειτα δε ὁ μεν τῳ δυσπροσοδος εἰναι ἐσεμνυνετο , ὁ δε τῳ πασιν εὐπροσοδος εἰναι ἐχαιρε :
δ ' ἱκανος και των σκωπτοντων αὐτον ὑπεροραν . και ἐσεμνυνετο ἐπι τῃ εὐτελειᾳ , μισθον τε οὐδενα εἰσεπραξατο .
9999930 ἐλαβετο
. ὡς δε οὐ συνιει , ὁ δε τῳ στοματι ἐλαβετο , και ὠρεξεν οἱ , και εἱπετο ἐκεινος ,
ὑμιν ὡς ἀν δυνωμαι ἀριστα . ἀκουσας ταυτα ὁ Ἀγησιλαος ἐλαβετο της χειρος αὐτου και εἰπεν : Εἰθ ' ,
9999930 ηὐξησεν
, εἰ και κατ ' ὀλιγους προσιον , την δυναμιν ηὐξησεν . ὁ δε Μακρινος ὡς ταυτα ἐπυνθανετο , ἀθροισας
ἀλλ ' ὁσῳπερ το ὀργανον ἐκακισε , τοσουτῳ τον μουσουργον ηὐξησεν , ὁποτε της κρουσεως πολλακις προς τον τονον ἐμπεσουσης
9999929 Αἰγισθου
ἀλλ ' ἀδοξως . φυγειν ] ὡστε φυγειν τας ἐπιβουλας Αἰγισθου τιμωρησαμενην αὐτον . οὑτω γαρ ] οὑτω γαρ ἀν
τλαμονι . . . χειρι ] τηι χειρι Κλυταιμηστρας και Αἰγισθου . τελειται ] ἱνα το ὁμοιον και ἰσον τωι
9999929 ἐγραψαν
τουτο και ἐλεγχομενων ὑπο του ὁρου και των διδασκομενων . ἐγραψαν δε ἀπο συμβεβηκοτος οὑτως : πορισμα ἐστιν το λειπον
οὐν ἐκηρυξαν κατ ' αὐτου Ἀθηναιοι και ἐν χαλκῃ στηλῃ ἐγραψαν , ὡς φησι Μελανθιος ἐν τῳ περι μυστηριων .
9999929 τυγχανουσα
νοερα τε ἐσται και σπουδαια και ἀθανατος . τοιαυτη δε τυγχανουσα θεος ἐστιν . εἰσιν ἀρα θεοι . εἰπερ τε
ὠα ῥοφητα γαρου χωρις και θριδακινη ψυχουσα τε και εὐχυμοτατη τυγχανουσα και κραμβη , ὁμοιως δε και φακη . πινετω
9999929 συγγενη
νυξ . ὡσπερ δε ἐκει ἐκλειψιν σεληνης και αὐξησιν ὡς συγγενη ἀλληλοις τῳ περι αὐτην και ἀμφω ζητεισθαι παρελαβε ,
ταυτα οὑτως , ἀρ ' οὐκ ἐξ ἀναγκης τα ψυχης συγγενη προτερα ἀν εἰη γεγονοτα των σωματι προσηκοντων , οὐσης
9999929 θελημα
, εὐχομενος ὑπερ αὐτου . τουτο γαρ ποιων ποιεις το θελημα του θεου . λεγει γαρ ὁ νομος ὁ του
ψυχας ὑμων , ὁτι σιωπωντες ἐν καθαροτητι καρδιας δυνησεται το θελημα του Θεου κρατειν , και ἀπορριπτειν το θελημα του
9999929 χαλεποτητα
ὁρωντες οἱ Λακεδαιμονιοι τεταραγμενην την δυναμιν των ἐναντιων δια την χαλεποτητα της διαβασεως , καιρον ἐλαβον εὐθετον προς την ἐπιθεσιν
πασιν μεσον τεμειν , τοις τε φευγουσιν της ἀρχης την χαλεποτητα ὑμιν και τοις της ἀρχης παλιν ἐρωσιν τυχειν ,
9999929 ἀπελθουσα
ξυντελειαν . . οὐκ ἐς φθορον ] οὐκ εἰς φθοραν ἀπελθουσα ἀφωνως μενεις . εἰωθαμεν δε τοιουτοις λογοις προς τους
ὁτι κἀκεινων ἀθανατος ἐστιν ἡ ψυχη , εἰ γε και ἀπελθουσα ἐπανερχεται παλιν και γνωριζει και ἐπανιστησι το σωμα και
9999929 φιλοτητι
' ἀρα οἱ Σεμελη τεκε φαιδιμον υἱον μιχθεις ' ἐν φιλοτητι , Διωνυσον πολυγηθεα , ἀθανατον θνητη : νυν δ
ὀνομ ' ἐμμεναι , οὑνεκα νυμφην εὑρομενος ἱλεων μιχθη ἐρατηι φιλοτητι ἠματι τωι , ὁτε τειχος ἐυδμητοιο ποληος ὑψηλον ποιησε
9999929 θαυμασειεν
παντων ὡν μνημονευομεν ἀμφοτεροις τοις εἰρημενοις πεπρωτευκοτα . διο και θαυμασειεν ἀν τις εἰκοτως , εἰ στερησαι σφας αὐτους ἀνδρος
σωφρονα πασιν ἐπιδειξας . ὁ και μαλιστ ' ἀν τις θαυμασειεν : των γαρ ἀλλων ἐπι μεν της πραοτητος ταπεινων
9999929 ἡγεμονες
δ ' οἱ φθονου και βασκανιας ἑταιροι , πονηρας ἀγελης ἡγεμονες , ἐλαυνουσιν αὐτας της κατα φυσιν χρησεως . αἱ
ἀφεικεναι . πορευομενοι δε ἀφικοντο εἰς κωμας ὁθεν ἀπεδειξαν οἱ ἡγεμονες λαμβανειν τα ἐπιτηδεια . ἐνην δε σιτος πολυς και
9999929 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999929 θερμοτεροϲ
ὁ κιρροϲ την χροιαν . ὁ δε παλαιοτεροϲ του νεου θερμοτεροϲ τε και ξηροτεροϲ . αὑτη μεν ἡ του οἰνου
ἱκανωϲ ὀντεϲ και πνευματωδειϲ . ὁ δε Κυρηναιοϲ ἁπαντων ἐϲτι θερμοτεροϲ τε και λεπτομερεϲτεροϲ . Ὀριγανοι παϲαι τμητικηϲ τε και
9999929 ἐξαιρετως
τε Βυβλῳ και Τυρῳ και κατα πολλα της Συριας μερη ἐξαιρετως ἱερουργουμενας , και οὐχι δεισιδαιμονιας ἑνεκα το τοιουτον ὑπομεινας
οὐδεις ἀν εἰποι . το πλαττομενον οὐν τουτον τον τροπον ἐξαιρετως σχημα καλειται , και ἡμεις περι τουτου ποιουμεθα τον
9999929 συγγενειᾳ
' αὐτον οἰδε νους . μετουσιᾳ δε και ἀλλοιωσει και συγγενειᾳ τα ὑπερ αὐτον . εἰ δε μη παντες ταυτα
ἀλλ ' ἡμιν γε ἀμεινον δεσποτας φυλαττεσθαι ἠ τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ χαριζεσθαι . ” οὑτω και των οἰκετων οὐ μεμπτεοι
9999929 ἠρωτησεν
] ἐνθυμημα . ἀντιβολω ] παρακαλω . ἀνηρετ ' ] ἠρωτησεν . ὁ Σφηττιος ] ὁ ἀπο τοπου Σφηττου .
, ἐν ταις χερσιν αὐτων κρατουντας ξιφη ἠκονημενα , και ἠρωτησεν Ἁβρααμ τον ἀρχιστρατηγον : Τινες εἰσιν οὑτοι ; και
9999928 ἀλγηδονες
του δεινου και ὡς ὁτι μαλιστα τρεποντος , ἰσχουσι τε ἀλγηδονες τον πληγεντα ἀπαυστοι , και ὁλος ὀγκουται , συχναι
δυο ἀδελφοι πλησιον μιᾳ φλογι κρυφθωσι χθονι : μεριμναι και ἀλγηδονες τῃ μητρι οὐ καλως φησι ταυτα ὁ ἀγαμεμνων ἐχρην
9999928 ὑβρισεν
, φερε , εἰ δ ' ἐν ἀλλῳ τινι καιρῳ ὑβρισεν , οὐκ ἀν ἠν δεινον ; εἰ δ '
ἐφ ' ἁπασι τοις ἑαυτῳ νενεανιευμενοις ἐπεθηκεν , ἐμου μεν ὑβρισεν το σωμα , τῃ φυλῃ δε κρατουσῃ τον ἀγων
9999928 ἐκεκλετο
, σακε ' ὠμοισι κλιναντες . Αἰνειας δ ' ἑτερωθεν ἐκεκλετο οἱς ἑταροισι Δηϊφοβον τε Παριν τ ' ἐσορων και
και θυμον ἑκαστου . Αἰας δ ' αὐθ ' ἑτερωθεν ἐκεκλετο οἱς ἑταροισιν : αἰδως Ἀργειοι : νυν ἀρκιον ἠ
9999928 μαλακοτητι
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τῃ τε λεπτοτητι και τῃ μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
κρατιστους δε τους ὀθονια ποιουντας τηι τε λεπτοτητι και τηι μαλακοτητι διαπρεπη , τας τε οἰκησεις ἀξιολογους και κατεσκευασμενας φιλοτιμως
9999928 δοιεν
ἐμον Δωρικως τον τοις ἐμοις ἐχθροις ἐναντιουμενον εὐτυχειν οἱ θεοι δοιεν , ὁτι δικαιως προμαχος πολεως ὀρνυται , ἠγουν προμαχεται
οὑτως ἐχετω , σοι δε οἱ χρωμενοι ταις περιστεραις θεοι δοιεν εὐ φερεσθαι την ἀρχην δια τελους , ὁπως ἀφορμη
9999928 Ἀλεξανδρευσι
δημαρχων νομον , ἀνευ στρατιας Πομπηιον ἐχοντα ῥαβδουχους δυο διαλλαττειν Ἀλεξανδρευσι τον βασιλεα . Και Πομπηιος μεν ἐδοκει τῳ νομῳ
ἐπιχρυσοι και θυμιατηρια και τρυβλια . ΒΗΣΣΑ ποτηριον παρ ' Ἀλεξανδρευσι πλατυτερον ἐκ των κατω μερων , ἐστενωμενον ἀνωθεν .
9999928 ἀφαιρεθεισης
μη χρωμενων , ἀπηλλοτριωται δ ' αὐτων , της χρειας ἀφαιρεθεισης δια το εἰς ἐνια ἀπρεπες . Δεδειγμενου δ '
ἀλλα τινα φυσιν ἐν μεθοριῳ , καθαπερ ἀπο ἀμπελου κληματιδος ἀφαιρεθεισης εἰς ἑτερας ἀμπελου γεννησιν . Διο φησιν : ἑνεκα
9999928 Παναθηναια
ἡ διοικησις ἱκανη γενηται και εἰ τινος ἐνδει προς τα Παναθηναια διοικηθῃ , τους πρυτανεις τους της Πανδιονιδος καθισαι νομοθετας
Σιμος ὁ Θετταλος ἐχων Νεαιραν ταυτηνι ἀφικνειται δευρο εἰς τα Παναθηναια τα μεγαλα . συνηκολουθει δε και ἡ Νικαρετη αὐτῃ
9999928 ἀγνωμονες
ἀγαθα περιποιησησθε , ὁρατε ὑμεις , πως ἀνισοι ἐστε και ἀγνωμονες . τι δε και βουλεσθε μαλλον ; ἀργυριον ἠ
, ἀλλα των τας τιμας παρεχοντων , ἱνα , κἀν ἀγνωμονες ὠσι , δια γε τους νομους ἀμοιβην ἀπονεμοιεν τοις

Back