ἀλλον ταὐτον τουτο πεπονθοτα ἐπισκεψασθαι οἱος τ ' ἠν , μεγαλωστι ἀν ἡμιν , φαμεν , ὠφελιμον ἠν σωφροσιν εἰναι
προσκυνουμενος . Ταυτα δη και τοιαυτα εἰποντα Καλλισθενην ἀνιασαι μεν μεγαλωστι Ἀλεξανδρον , Μακεδοσι δε προς θυμου εἰπειν . και
9999980 πληρουμενη
' ΑΥΤΕΥΝ . Πλημνη ἡ του τροχου τρυπη , ἡ πληρουμενη ὑπο των ἀξονιων , ἠ πλημναι αὐτα τα ἀκροξονια
και ψυχομενη , και ὑπο ἀναθυμιασεων των ἐκ της κοιλιας πληρουμενη , και ἀπο των ἐξωθεν , των καρωδων και
9999980 πλανωμενην
πριν ἠ Ναον ἀφικεσθαι [ γαρ ] και ἐνταυθα Δημητρα πλανωμενην : ὁσοι δε Φενεατων οἰκῳ τε και ξενιοις ἐδεξαντο
, κεντουσα βελεσι φοιταλεοις , τοις ποιουσιν ἐμε ἁπανταχου πορευεσθαι πλανωμενην . . : ἐτυμα προσθροεις ] ἐτυμως προσφωνεις .
9999980 μεμνης
τυπτε . , σχετλιαζε , δερε . , τιμωρει . μεμνης ' ] ἐνθυμου . . ὁπως ] ἱνα .
. Ὡς φαμενην προσεειπε πυκα φρονεων Μενελαος : Μηκετι νυν μεμνης ' ἁ τ ' ἐπασχομεν ἀλγεα θυμῳ : ἀλλα
9999979 θεραπευθηναι
αὐτος ἁμα κρισει . Ἀλκιππος , ἐχων αἱμοῤῥοϊδας , ἐκωλυετο θεραπευθηναι : θεραπευθεις ἐμανη : πυρετου ὀξεος ἐπιγενομενου , ἐπαυσατο
ὀλιγῳ ὑϲτερον . ἑτερα δε νουϲηματα ἐϲτιν , οἱϲι καιροϲ θεραπευθηναι ἁπαξ τηϲ ἡμερηϲ , και ὁπηνικα γε , οὐδεν
9999979 κομισαμενοι
παρον εὐ διαθειναι ἠβουλοντο . και οὐν αὐτικα τα πιστα κομισαμενοι προς Ναρσου , ὡς οὐδεν αὐτοις των προγεγενημενων ἑνεκα
τοινυν Αἰνιοι ἐδεισαν και ἀφηκαν τον ἑαλωκοτα . και ἐκεινοι κομισαμενοι ὡς ἑνα των κηδεστων ᾠχοντο ἀπιοντες . σπανιως δε
9999978 ἀπηλλαγμενοι
αὐτοις περι τας κωμας , ἀριστοκρατιᾳ δ ' ἐχρωντο , ἀπηλλαγμενοι δ ' ἠσαν των βαρεων δημαγωγων , ἡδοντο τοις
και τα δεοντ ' ἐσομεθ ' ἐγνωκοτες και λογων ματαιων ἀπηλλαγμενοι : οὐ γαρ ἁττα ποτ ' ἐσται δει σκοπειν
9999978 ἀφαιρεισθαι
οὑς λεγεις μονους κακιζων , ἀλλα κοινῃ πασι βασκαινων παντας ἀφαιρεισθαι πειρασθαι τας δωρεας . μαλλον δε οὐκ εἰκαζειν ,
ἀπο μερους ἠ μερος ἀπο ὁλου . ὁλον μεν οὐν ἀφαιρεισθαι λεγειν ἠτοι ἀπο ὁλου ἠ ἀπο μερους ἀπεμφαινει προδηλως
9999978 ἀγανακτουντος
περι του τον γυμνασιαρχον , των ἰσχιων αὐτου ἡπτετο : ἀγανακτουντος δε , ἐφη , “ τι γαρ ; οὐχι
Ἐκλαβων γαρ ὡς ἐοικεν ἱππον ἀλινδουμενον γραψαι , τρεχοντα ἐγραψεν ἀγανακτουντος δε του ἀνθρωπου γελασας ὁ Παυσων κατεστρεψε τον πινακα
9999978 προσαγορευομενην
. Περι ἡς ἀξιον θαυμαζειν , πως περιειδον Ἀθηναιοι οὑτω προσαγορευομενην την πορνην , πανηγυρεως ἐνδοξοτατης ὀνοματι κεχρημενην : κεκωλυτο
και μακραν ἐρημην ἁπασαν ἀνυσαντες ἐπι θαλατταν ἀφικνουνται την Ἐρυθραν προσαγορευομενην : εἰθ ' ὡς εἰκος ἐν ἀμηχανοις ἠσαν οὐτε
9999978 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999978 θεν
την θε συλλαβην . ἡ γουν καταληξις ἡ δια του θεν οὐδεποτε το ν ἀποβαλλει : το γαρ Λεσβοθεν οὐκετι
σημασιας ὡδε ἐχει . τα παρα προθεσιν παραγομενα των εἰς θεν ληγοντων κοινῃ χρηται σημασιᾳ κατα την τοπικην ἐκφοραν ,
9999978 λαμβανομενη
ὁσον βραχιων το λεπτοτατον . αὑτη ἡ ῥιζα ὁσον σπιθαμη λαμβανομενη , οὑ ἀν προσαχθηι , ἁπαντα ἑλκει προς ἑαυτην
παρ ' Ἀττικοις πολλακις [ και ] ἐπι του τυχοντος λαμβανομενη , παρα δε Συρακουσιοις διχα του α , οὐχ
9999978 πληρωσεις
κενουται ῥᾳστα . κενωσεις μεν δη φυσικαι των ἀρκτων και πληρωσεις ἐς δεον εἰρηνται μοι μητε ἰατρων μητε συγκραματων ,
κενουται ῥᾳστα . κενωσεις μεν δη φυσικαι των ἀρκτων και πληρωσεις εἰς δεον εἰς τοσουτον εἰρηνται μοι , μητε ἰατρων
9999978 ἐξαλεασθαι
ἐπιβλαβες * δακος : γραφεται και κακον δηγμα το δε ἐξαλεασθαι ἀπαρεμφατον ἐστι ἀντι προστακτικου , ἠτοι ἀντι του ἐξαλυξον
Ἀλλ ' ἐτι τονδ ' ἐπακουσον , ὁν εἰπε σοι ἐξαλεασθαι χρησμον Λητοϊδης , Κυλληνην , μη σε δολωσῃ .
9999978 ἐπικρατουν
παντων μεν ἐν πασιν ἐνοντων , ἑκαστου δε κατα το ἐπικρατουν ἐν αὐτωι χαρακτηριζομενου . χρυσος γαρ φαινεται ἐκεινο ,
, ἀλλα παντα μεν μεμικται , λεγεται δε κατα το ἐπικρατουν ἑκαστον . Ἐπει οὐδε την γην ἀνευ ὑγρου φασι
9999978 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999978 Περιανδρου
την πολιν ἐπιτροπευοι . Θρασυβουλος δε τον ἐλθοντα παρα του Περιανδρου ἐξηγαγε ἐξω του ἀστεος , ἐσβας δε ἐς ἀρουραν
, φευγων την Πεισιστρατου τυραννιδα , οὐ φευγων δε την Περιανδρου . οὐ γαρ ἠν ὁμοιον : ὁ μεν καταλυσας
9999978 ἀπαρασκευος
ἀλογως ἡμας φησι δουλωσαμενους τους ἐνθαδε ἐλευθερουν , ξυμφορος ἡμιν ἀπαρασκευος ὠν και χρηματα μονον φερων , τα δε ἐνθαδε
δε ὁ ἐπι μηδενι τινι διαπρεπων . . . . ἀπαρασκευος ἀπαρασκευαστου διαφερει . ὁ μεν γαρ δι ' ἑαυτου
9999977 ἀποφατικην
τηνικαυτα ἀνομοιοσχημονας ἐχουσα τας προτασεις δια το [ εἰς ] ἀποφατικην εἰναι την ὑπαρχουσαν , καταφατικην δε την ἐνδεχομενην ,
τινες τισιν ἀντιστρεφουσι , μη ἀντιστρεφειν μεν ἑαυτῃ την καθολου ἀποφατικην ἐνδεχομενην εἰπομεν , ὑπερεθεμεθα μεντοι την αἰτιαν ἀποδωσειν ,
9999977 ἐγενηθησαν
, και κατεξανασταντα του παθους εἰπειν , ὡς οὐκ ἀν ἐγενηθησαν ἀθῳοι τηλικαυτα ἁμαρτησαντες , εἰ μη ἐτυχεν ὀργιζομενος .
οἱ δε των Ἀθηναιων στρατηγοι των τε νεων ἁπασων ἐγκρατεις ἐγενηθησαν και πολλους μεν αἰχμαλωτους , ἀναριθμητον δε πληθος λαφυρων
9999977 ἀνακτησασθαι
ἀπο της χθεσινης διαρροιας τον στομαχον ἡμων θελει τῳ ὀξει ἀνακτησασθαι . ” και μετα το πιειν αὐτους προς δυο
λοφου τους τοτε κατοικουντας Σικελους : διο δη φασκοντες πατρῳαν ἀνακτησασθαι χωραν και περι ὡν εἰς τους ἑαυτων προγονους ἐξημαρτον
9999977 καταλαβουσης
μηδεν παθουσας . παρδαλεως δε ποτε ὀξυτατῳ δρομῳ τον ἐκκαλουμενον καταλαβουσης φθασας τῳ ἀκοντιῳ μελλουσαν δηξεσθαι , την μεν ἀπεκτεινε
ὁσον εὐγενειας χαριν πολυ των εὐπατριδων ἀπελειπετο . ἡμερας οὐν καταλαβουσης κατηλθεν ἐπι το συνεδριον της βουλης οὐτε το πυρ
9999977 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999977 συμπληρουντα
ἐκεινα , ὡσπερ ὁ οἰκος εἱς λεγεται τῳ παντα τα συμπληρουντα αὐτον περιεχειν . τουτο δε διχως λεγεται : ἠ
το της ψυχης εἰδος ἀπομαξαμενης εἰς αὐτην της τεχνης τα συμπληρουντα την ψυχην : και γαρ λογισμου κατηγορειτο δηλωμα και
9999977 ἐλευθεριοτητος
δαπανηματα . τοιαυτη δ ' οὐσα ποτερον εἰδος ἐστι της ἐλευθεριοτητος ἠ μερος ; εἰ μεν γαρ εἰδος , ἐπει
προς την μεγαλοπρεπειαν : ὡς γαρ ἡ μεγαλοπρεπεια διαφερει της ἐλευθεριοτητος τῳ μεγαλῳ , περι τα χρηματα και αὐτης οὐσης
9999977 ἀκριβειαν
ἡπτοντο , ὁπως μηποτ ' ἀν ἀψυχα ὀντα οὑτως εἰς ἀκριβειαν θαυμαστοις λογισμοις ἀν ἐχρητο , νουν μη κεκτημενα :
ἠ δυναμεως οὑτως ἐπαινει , ὁ μεν της λεξεως την ἀκριβειαν , ὁ δε του νου την λεπτοτητα , ὁ
9999977 θεραποντι
μοι χρηματα γραψαντας και κατασημηναμενους δουναι την ἐπιστολην τῳ Κροισου θεραποντι φερειν . ταυτα δε ὁσα ἐλεγε και γραψας και
' ἠν , ἱππῳ δε Ποδαργος και κυνι Ληθαργος και θεραποντι Βαβης : Θεσσαλος , ἐκ Κρητης , Μαγνης γενος
9999977 χαλκοις
κλιμακα ἠ το ὑδωρ ἠ το ἐλαιον θερμον ἐν ἀγγειοις χαλκοις , περιβληθεντος σχοινιου τροχιλῳ ἀνω κατα το ἀκρον της
, οἱ δε ἐν τῃ της οἰκιας αὐλῃ ὑπο τοις χαλκοις ἀνδριασιν . ἐστι δε οὐδεν τουτων ἀληθες , εἰ
9999977 κελευσας
σχειν διαθεσιν : ἰασαμην οὐν και τουτον , ἀπορριψαι μεν κελευσας τα κωλικα βοηθηματα , τραφηναι δε χονδρῳ ἀλικος θερμῳ
ἐν αὐτῃ γιγνομενοις τῃ δικῃ . οὑτος ἠν ὁ κἀμε κελευσας εἰσαγειν , ὡς δη της Φιλουμενου γοητειας ἐν ἐμοι
9999977 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999977 μετωνομασθησαν
Θρᾳκων ἐθνος , ὡν τινες διαβαντες εἰς την Ἀσιαν Φρυγες μετωνομασθησαν : μετα δε Θεσσαλονικειαν ἐστι τα λοιπα του Θερμαιου
τετταρες , Κεκροπις Αὐτοχθων Ἀκταια Παραλια , ἐπι δε Κραναου μετωνομασθησαν Κραναϊς Ἀτθις Μεσογαια Διακρις , ἐπι δε Ἐριχθονιου Διας
9999977 κυριοις
και χαρησῃ ἐπ ' αὐτοις μεγαλως ι οὐ καταλλαγηση τοις κυριοις ἀρτι α οὐ δυνησῃ νυν ἀρξαι β κληρονομησεις την
: τας ἀλλοτριωθεισας κτησεις οἰεται δειν ἀποδιδοσθαι τοις ἐξ ἀρχης κυριοις , ἱν ' αἱ κληρουχιαι τοις γενεσι διαφυλαττωνται |
9999977 ἐπιστωσατο
και ἀνδριαντων ἀναστασεσι ταις τε λοιπαις τιμαις την δοθεισαν χαριν ἐπιστωσατο . ἐπει δε αὐτῳ τα προς τον Ἀλβινον δια
προς την Ὀλυνθιαν γυναικα , ἐκ του ἀλλου βιου ταυτα ἐπιστωσατο : οὐκ ἰσασιν οὑτοι σε το μεν ἐξ ἀρχης
9999977 κελευσαι
διαλεχθωσιν ; ἠ θεαν μη κατανειμαι τον ἀρχιτεκτον ' αὐτοις κελευσαι ; ἀλλ ' ἐν τοιν δυοιν ὀβολοιν ἐθεωρουν ἀν
προσηγοριαν . . . , ἱερειας καλεσας σκιλληι ἠ σκυλακι κελευσαι αὑτον περικαθαραι . . . , , . ,
9999977 κρηναις
κωλυματα τεχνιταις ἀποτεμων τα τοιαυτα δεινοις ; τις ὁ ταις κρηναις ἑτερας ἐτι προσθεις , ὡς της των ὑδατων ῥυμης
και των ἐν ταις βασιλικαις λιμναις . ἐν μεν γαρ κρηναις ταχ ' ἀν ἰσως εἰης ᾐσθημενος . Πανυ μεν
9999977 φονευθηναι
κρατουμενους γυμνους περιαγειν και ὑποτιθεσθαι αὐτοις παρακαλειν τους στρατιωτας μη φονευθηναι , εἰς το παντας τους ἐχθρους ἐλεεινους εἰναι νομιζεσθαι
; ἀργιαν τινες ἐπανῃρημενοι δια την ἀσωτιαν ἑαυτους εἰς το φονευθηναι πιπρασκουσιν : και πωλει μεν ἑαυτον ὁ πεινων ,
9999977 διωκομενη
! ! το διαστημα συναισθανεται : εἰ δ ' οὐν διωκομενη του ῥηγματος μη θαρρησειεν ἑαυτηι ὡς εἰς το καταντικρυ
ἐρχεται , και οὑτω πικρως ἀγρευεται πληγεισα τῳ βελει . διωκομενη γε μην ἐλαφος , εἰ προς ὑδωρ ἐμβαψει τους
9999977 σπουδαζοντων
ἀνερωταν , ὡς μαλιστα περι ταυτα ἡμων τε και ἐκεινων σπουδαζοντων . και μοι τῳ λογῳ συνακολουθησατε . προστησωμεθα γουν
οὑτω γαρ αὐτον ἐκαλει . Πολλων δ ' αὐτῳ συνεκδημειν σπουδαζοντων , δια το μεγεθος της ἐν αὐτῳ ἐλπιδος ,
9999977 καινα
δι ' οὑπερ και το προτερον λογου , οἰει δη καινα ἀττα δειν ἀκουειν ἀποδειξεις τε ἑτερας , ὡς των
, ὠ δυστηνε συ ; ἀπιστ ' ἀπιστα , καινα καινα δερκομαι . ἑτερα δ ' ἀφ ' ἑτερων κακα
9999977 ἐπικρατουσης
ὀρθως τῳ σωματι και † αὐτα κατορθουμενα . κακιας γαρ ἐπικρατουσης ἐν τῃ ψυχῃ , εἰς πονηρα και αὐτα συντελεσουσι
ψιλην δυσκρασιαν καμοντων τα οὐρα πανυ λεπτα διαφαινεται της οἱασδητινος ἐπικρατουσης δυσκρασιας , ἡττον δ ' αὐ λεπτα διαφαινεται ,
9999977 θαυμαστων
σεαυτου προς αὐτον συγγενειαν ἀνενεωσω και των ταπεινοτερων τουτων , θαυμαστων δε τοις ἀλλοις κατεφρονησας , φιλοτιμιας και πλουτου και
ἱεραν χθονα ] την θειαν Ἀττικην . ζαθεων ] λιαν θαυμαστων ἠ ταχυτατων . κελαδηματα ] ἠχους . κελαδοντα ]
9999976 φοβεισθαι
φοβερα . Δειξας ὁτι μη ὁ περι παντα ἁ δει φοβεισθαι ἀφοβος ἀνδρειος , δεικνυσι το αὐτο ἐκ του ἐναντιου
και ὁτε δει . ἐστι δε τα φοβερα και μαλλον φοβεισθαι και ἡττον : και γαρ των μη ἀνδρειων μηδε
9999976 κυριωτατον
δεομενον δε κρισεως οὐκ ἐσται κριτηριον . το δε παντων κυριωτατον , εἰπερ τινα των δογματικων λεγομεν εἰναι κριτην της
ἐπραξε προτειναι ἀν , οἱον ὁτι γυμνασιου και ἀκροχειριζομενος . κυριωτατον οὐν ἐν τοις δι ' ἀγνοιαν το οὑ ἑνεκα
9999976 κινδυνευσειν
τῳ μαγῳ Σμερδι . Ἀντιπεμπει προς ταυτα ἡ Φαιδυμη φαμενη κινδυνευσειν μεγαλως , ἠν ποιῃ ταυτα : εἰ γαρ δη
προηγορευεν : μη καταλαβων δε μη ἀποθανεισθαι μεν ἐδηλου , κινδυνευσειν δε τω ποδε δια την διωξιν : και το
9999976 Καρκινος
μισθουται ὀθνειον στρατον : ἠλθε δε αὐτῳ ἀγων την στρατιαν Καρκινος ὀνομα τῳ ἀνδρι , μεγας την ἰσχυν και πολεμικος
πεπονημενους τοπους , οἱ δε Διδυμοι . . . , Καρκινος δε ἐνυδρους και χερσαιους , ὑψηλους , Λεων δε
9999976 πικρους
, ὁσσα μηδεις των ἐμων τυχοι φιλων . Εἰ δε πικρους , ἀναξ , Ἀτρειδας ἐχθεις , ἐγω μεν ,
μεν ἑκαστα τουτους ἐχει λεγω δ ' οἱον γλυκεις ἠ πικρους ἠ λιπαρους την πρωτην αἰτιατεον συστασιν ὑπερ ἡς οἱ
9999976 ποιητικην
ἀκηρατον εἰναι και παντος κακου ἀχραντον . δει γαρ τοις ποιητικην μετιουσιν αἰδους μεμοιρασθαι παντως : διο και τας Μουσας
την δ ' ἁπλως οὐδ ' εἰναι τεχνην , την ποιητικην , ἀλλ ' ἐπιπνοιαν ἐκ Μουσων , ὁς δ
9999976 σκευους
ἀπ ' αὐτων , ὡς το ἰτριον ἀπο του χαλκου σκευους : οὐδε οἱον τε λειον λειῳ συναφθηναι . μεγιστη
ὁ δε πιστευων ποιησει ; Ναι . Του αὐτου ἀρα σκευους ὁ μεν ποιητης πιστιν ὀρθην ἑξει περι καλλους τε
9999976 προλαβουσα
ἀπεικαζει τους βασιλεας , θυμῳ δε τους στρατιωτας , ἀλλα προλαβουσα ἡ Ῥωμαιων φωνη και ὁ θεσμος της πολιτειας την
μελλουσης λεγειν ὁτι [ οὐ ] δει ἀντιποιεισθαι λεχους , προλαβουσα την ἀπολογιαν της Ἑρμιονης φησιν : οἰδα ὁτι χειρον
9999976 πλησιαζουσι
βαθεσι τοποις , ἐν χωρῳ πορρωθεν οὐσι του ποντου και πλησιαζουσι τῃ θαλασσῃ , ὁτι ἀνα πασαν την γην ὁ
: πλαταμωνες κυριως εἰσι βοθροι ἐχοντες ὑδωρ ὀμβριμον , οἱτινες πλησιαζουσι τῃ θαλασσῃ , και ὁταν πεφυσιασθῃ ἡ θα -
9999976 κοινωνιαις
νομους και θεων ἱερα , κηδειας τε συναψαντες ἀλληλοις και κοινωνιαις πολεμων ἀνακερασθεντες , οἱ συμπαντες κοινῃ ὀνομασιᾳ προσαγορευοντες ἑαυτους
' αὐτην ἐνεργειαι ἀνθρωπικαι ἐν ταις προς ἀλληλους των ἀνθρωπων κοινωνιαις συνισταμεναι . δικαια γαρ και ἀνδρεια και τα ἀλλα
9999976 Παναθηναιων
δε Ἀρειου παγου πλησιον δεικνυται ναυς ποιηθεισα ἐς την των Παναθηναιων πομπην . και ταυτην μεν ἠδη που τις ὑπερεβαλετο
το ἐν ἀκροπολει ξοανον της Ἀθηνας ἱδρυσατο , και των Παναθηναιων την ἑορτην συνεστησατο , και Πραξιθεαν νηιδα νυμφην ἐγημεν
9999976 Ἀπολλωνιατης
, ; , . . . . Δ . ὁ Ἀπολλωνιατης ὑπο ἀερος φερεσθαι την γην . . . Β
ἀποκρυψαι παντας τους προ αὐτου . Και Διογενης δε ὁ Ἀπολλωνιατης σχεδον νεωτατος γεγονως των περι ταυτα σχολασαντων τα μεν
9999975 θεραπαιναις
ἐλθειν ἐπειγεσθαι , δεδιεναι δ ' ὡς ἐν νυκτι και θεραπαιναις το ὑποπτον , μεθ ' ἡμεραν ἡξειν ἐφη .
, την Περσεφονην * ἐβλαψε : ἐπετρεψεν θεραπναις ἠγουν ταις θεραπαιναις ἠ τοποις προς ξενιαν ἐπιτηδειοις . * ὑλην :
9999975 μυριοις
γης ὡς προς την σεληνην ἐχουσης . Ἐν γαρ σταδιοις μυριοις τοσαυτης της διαφορας γινομενης γνωριμον ὁτι μη πολυ της
γραφης , ἡν περι του γενους αὐτων συνταξαμενος ἐξεδωκα , μυριοις βεβαιωσειν τεκμηριοις την προθεσιν , ἐθη και νομιμα και
9999975 δωρησασθαι
τῳ καλλει . εὐθυς οὐν αὐτο κομισαντας εἰς την ἐπαυλιν δωρησασθαι τῳ προεστηκοτι των βασιλικων κτηνων , ὀνομα Σιμμᾳ :
ὀμνυναι : φασι γαρ τον Δια τῃ Περσεφονῃ την Σικελιαν δωρησασθαι . ἀπφυς μαν τηνος : . . . ἡ
9999975 σωτηριος
, ὀλετηριος ? [ ] ? ? ? ? , σωτηριος , αρ ? ? ! ! ! ! !
, αὐτος ἐν ἑαυτῳ ἑστως , χωρητικος των παντων και σωτηριος των ὀντων , οὑ ὡσπερ ἀκτινες εἰσι το ἀγαθον
9999975 ὀπισθιους
' ἐν μεσῳ τῳ πνευμονι , τῃ μεν κατα τους ὀπισθιους λοβους ἐγκειμενος , οἱ τοις νωτοις προσιζουσιν , τῃ
ὑπο τα ὀπισθια γονατα , „ και ἀλλος ὑπο τους ὀπισθιους ποδας . ” ὁ δε Ἀρατος : δε οἱ
9999975 ψυχροτεροι
Οἱ μεν ὑψηλοι των τοπων εἰσι ψυχροτεροι και εὐπνουστεροι , ψυχροτεροι μεν δια το ἀπ ' ὀλιγου του ἐπιπεδου ὀλιγας
διαλυουσιν . ὁσοις δε μη παρεστι θερμη δυσκρασια , ἀλλα ψυχροτεροι και παχυτεροι και ὠμοτεροι μαλλον ἐν τοις ἀρθροις ὑποστρεφονται
9999975 ὠκεανος
ληπτεον . Ὁπου γαρ μεσος ἐστι τις τοπος , μεσος ὠκεανος λεγεται , ὁπου δε παρα τουτο , τελευταιος .
Ἡρακλειον πορθμον και τον ναον της Ἡρας ἐκδεχεται μεν ὁ ὠκεανος , ἀναπεπταμενος ἐφ ' ἑκατερας τας ἠπειρους , την
9999975 πλατει
τα ῥευματα , ὑφ ' ὡν εἰς το μετεωρον κυρτουμενος πλατει μεν και μεγεθει χωρας καλυπτει τας παραιγιαλιτιδας : οὑτως
ἡ κατασκευη τοιαυτη : ξυλον ἑξαπηχυ τῳ μηκει , τῳ πλατει δε διπηχυ , παχει δε πως σπιθαμιαιον . τουτο
9999975 ἐλευθεροις
εὐτελης . μοθωνας γαρ ἐκαλουν οἱ Λακωνες τους παρεπομενους τοις ἐλευθεροις : ἐστι δε και γενος ὀρχησεως . ΓΘ ἀλλως
τους Αἰτωλους αὑτοις βοηθειν , ἐπει και ὁ Κασσανδρος αὐτοις ἐλευθεροις οὐσιν ἐπεχειρει , ὡς ἐν αὐτῳ τῳ λογῳ γιγνεται
9999975 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999975 εὐωνυμος
δακτυλους ἐκτεταμενους ἐχουσα σημαινει βιου πορισμον , ἡ δ ' εὐωνυμος συνηγμενη τηρησιν και φυλακην χρηματων . ὁ δ '
. . . . . . . . . Γαστροκνημη εὐωνυμος ἐαν ἁλληται χαραν ἐπι τινι σημαινει . . .
9999975 κρατουμενα
ἀλλων ὑπεροχην , και το κρατιστον κατα την προς τα κρατουμενα δυναμιν , και το ἀγαθον τε και ἐφετον και
την συστασιν χωρει τα χυματα , μη ῥᾳδιως τῃ ἐμφυτῳ κρατουμενα τε και πεττομενα θερμοτητι . Δια τα αὐτα δ
9999975 πιστευθηναι
ἐνδοξον ἐστι το φιλοσοφειν και το ῥητορευειν , και το πιστευθηναι στρατηγιαν , διορισμῳ χρησεται , δεικνυς ὁτι χρηστος μεν
ὁλοις ἁρμοσει : και γαρ το εἰναι φιλον , και πιστευθηναι παρα του ἀνδρος και κληρονομησαι και γαμησαι , και
9999975 τουτονι
αὐτος αὑτου κυριος γενομενος γραφεται προς τους θεσμοθετας γραφην Στεφανον τουτονι , ἀδικως εἱρχθηναι ὑπ ' αὐτου , κατα τον
τουτους ἁπαντας , παυσαμενους ψηφισματων . Ἐχε νυν ἐπι τουτοις τουτονι τον ὀκλαδιαν και παιδ ' ἐνορχην , ὁσπερ οἰσει
9999975 κεκομισθαι
. φαιην δ ' ἀν ἐγωγε και ταυτην παρα σου κεκομισθαι την χαριν , το σε τον παντα ἀριστον παρειναι
χρυσιου καλλιον , γραμματα σα , οὐ γραμματα ἡγησαμην μοι κεκομισθαι μονον , ἀλλα και του γραφειν σοι λαμπραν ἐξουσιαν
9999975 χαλεποις
. οὐκ ᾐδειμεν δε παραπλησιοις ἐν αὐτῃ των πρῳην ὁμιλειν χαλεποις , ἠ και χειροσι , και δια ταυτα γε
. . α . , . Ἀταρτηροις : σκληροις και χαλεποις : παρα την ἀτην , ὁ σημαινει την βλαβην
9999975 ἀπελαβον
, πολλοι δε πιοντες στερνον ἰαθησαν και το ἀναγκαιον πνευμα ἀπελαβον , των δε ποδας ἐξωρθωσε , των δε ἀλλο
' ὁμως και ἀπολαμβανουσι τα ἀφαιρεθεντα , καθαπερ την Συμβακην ἀπελαβον παρα των Ἀρμενιων ὑπο Ῥωμαιοις γεγονοτων , και αὐτοι
9999975 κινδυνοις
ὁ ἐν τοις κακιστοις ἠ ὁ ἐν τοις κατα θαλατταν κινδυνοις ἀδεης ἠ ἐν νοσῳ , ἀλλ ' ὁ ἐν
γνωμην . Χαλασω την ἱεραν ἀγκυραν : ἐπι των ἐν κινδυνοις φευγοντων εἰς τινα δυνατον . [ Χαμαιλεοντος εὐμεταβολωτερος :
9999975 προσελαβεν
ἑβδομον ὁμοιως τῳ πεμπτῳ . το ὀγδοον προσοδιακον δωδεκασημον διαφορως προσελαβεν . το ἐνατον ἀναπαιστικον . το δεκατον ἰαμβικον τριμετρον
βασιλεα , και την ἀρχην αὐτου και ὁσα ἀλλα ἐθνη προσελαβεν ἀμφι την ἑω , διετασσετο : ὁ δε Καισαρ
9999975 περιστατικα
δακρυα οὐκ ἐστιν ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους , ἀλλα περιστατικα , μονην τῳ ἀποκηρυκτῳ την βουλησιν την κατα του
ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι . Τοπικα δε προοιμια Ἁρποκρατιων φησι τα περιστατικα . σκοπος δε του προοιμιου το τοιονδε παρασκευασαι τον
9999975 σοφωτατον
οὑτω λαβοντα , ὡς ἐγω λεγω , τουτον ἐγω καλω σοφωτατον και διισχυριζομαι παιζων τε και σπουδαζων . δηλον γαρ
του Σωκρατους ὁ θεος μεμαρτυρηκε περι ἀμφοιν , χρησας ἐκεινον σοφωτατον εἰναι , ὡστε διπλην οὐσαν την του Σωκρατους μαρτυριαν
9999975 μαθηματικην
παρ ' αὐτοις ἐπετηδευετο , ἀλλ ' ἑνεκα του την μαθηματικην πραγματειαν ἑνος ἐχεσθαι , του καλου και ἀγαθου ,
μεν γαρ εἰ και μη φυσικην , ἀλλ ' οὐν μαθηματικην ὑλην διδομεν την ὑποβεβλημενην αὐτοις ποσοτητα , τους δε
9999975 κλειδος
ἐν τῳ κανονι και χωρις του κτεις κτενος και κλεις κλειδος : ταυτα γαρ την αὐτην ἐχουσιν ὀρθην και κλητικην
ἐπιπονον εἰναι το νοσημα και τῳ τα ἀλγηματα διηκειν μεχρι κλειδος και τριτον τῳ εἰ μη ἀναπτυσθειη ἐν ταις κυριαις
9999975 αἱμορραγουντων
ἡ τοιαυτη ἀφαιρεσις , πολλων ἀγγειων κατα τον αὐτον καιρον αἱμορραγουντων : διο μοι δοκει τα ἀσαρκοτερα μερη του κωλου
. Ἀντιϲπαϲεωϲ μεν ἑνεκα ἑκαϲτοτε ταϲ κατ ' εὐθειαν των αἱμορραγουντων τεμνε φλεβαϲ , οἱον δεξιου μυκτηροϲ αἱμορραγουντοϲ την ἐν
9999975 θεμελιους
Θρᾳκων ὁ μυς ἀργιλος καλειται , σκαπτοντων δε εἰς το θεμελιους καταβαλεσθαι πρωτος μυς ὠφθη . . . Αὐταριαται :
και ἐξουσιαν λαμβανειν και μαλιστα των προς βορραν τοπων , θεμελιους τιθεναι οἰκοδομης ἀνευ του στεγαζειν , ποταμους διαιρειν ,
9999975 παραλογισμοι
Ἐκ ποσων μεν οὐν και ποιων γινονται τοις διαλεγομενοις οἱ παραλογισμοι , και πως δειξομεν ψευδομενον τε και παραδοξα λεγειν
δε παρα το μη διωρισθαι τι ἐστι συλλογισμος Οἱ δε παραλογισμοι παλιν οἱ γινομενοι παρα το μη ἐξακριβουσθαι τις ἐστιν
9999975 στρατευσαι
αὐτον ἐκ Σικυωνος οἱ Ἠλειοι φασι και ἀρχειν Σικυωνιων , στρατευσαι δε ἐπι Σικυωνα αὐτοι φιλιᾳ Θηβαιων ὁμου τῃ ἐκ
των Γοργονων ἐθνος , ἐφ ' ὁ λεγεται τον Περσεα στρατευσαι , παρειληφαμεν ἀλκῃ διαφερον : το γαρ τον Διος
9999975 ἀναξυριδας
προτερον δε Λακεδαιμονιοι και Μακεδονες , ἀλλους δε τιαραν και ἀναξυριδας , καθαπερ οἰμαι Περσαι τε και Βακτριοι και Παρθυαιοι
. μοιραν μιαν ἐταξε γυμνα τα σωματα , μοιραν ἑτεραν ἀναξυριδας , κανδυς , στρεπτα και ὁσα τοιαδε . οἱ
9999975 σκευος
τι χρεος ἐβα δωμα ; διφρισκου : διφρος καλειται το σκευος , ἐφ ' ᾡ οἱ ἡνιοχοι ἐφεστωτες ἐλαυνουσιν .
αὐτῳ ὁ διαβολος : μη φοβου : μονον γενου μοι σκευος , κἀγω λαλησω δια στοματος σου ῥημα ἐν ᾡ
9999975 στρατευσας
ἐπι Κυπρον και Φοινικην και παλιν Ἀσσυριους τε και Μηδους στρατευσας , ἁπαντας , τους μεν δορατι , τους δε
τε και Λουσονες , οἱ περι τον Ἰβηρα ᾠκηνται . στρατευσας οὐν ἐπ ' αὐτους [ ὑπατος ] Φουλβιος Φλακκος
9999975 τρισχιλιους
και το ἀπο Βυζαντιου διαστημα ἐπι τον Βορυσθενη σταδιους εἰναι τρισχιλιους ἑπτακοσιους , τοσουτοι ἀν εἰεν και οἱ ἀπο Μασσαλιας
ταυτης και της ἀλλης Καριας φυλακην ἐγκαταλιπων ξενους μεν πεζους τρισχιλιους , ἱππεας δε ἐς διακοσιους και Πτολεμαιον ἡγεμονα αὐτων
9999975 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999975 κολοιων
και των ὀρνεων τας φωνας συνιεμεν , των κορακων ἠ κολοιων και των ἀλλων ζῳων , οἱον βατραχων ἠ τεττιγων
μεν προθεντας ταυτα εἰτα ἀναχωρειν . και τα μεν των κολοιων νεφη των ὁρων ἐξω καταμενειν , δυο δε ἀρα
9999975 βλαβερος
. βλαβη ] λυπη . ἀνιαρος ] λυπηρος . , βλαβερος . λυσανιας ] ἐλευθερωτης , λυων τας λυπας ,
τον τοιουτον ἐραστην , και δειξαι ὁτι και κακος και βλαβερος ἐστι , και ὁτι αἰσχρος , και λοιπον ὁτι
9999975 Βαβυλωνιους
προσθεν , και τουτου ἑνεκα τον χουν ἐκφερειν ἐκελευε τους Βαβυλωνιους , οἱ δε , ὁτι και μειζονα ἐτι του
το αἰπολιον και τρεφων , και Μηδοις πολεμων , και Βαβυλωνιους λαμβανων , και μηδενι ἐφιεις λυκῳ βαρβαρῳ και ἀργιᾳ
9999975 οἰχομενοιο
ἐεικοσιν , ἡ τις ἀριστη , ἐρχεο πευσομενος πατρος δην οἰχομενοιο , ἠν τις τοι εἰπῃσι βροτων , ἠ ὀσσαν
ἐεικοσιν , ἡ τις ἀριστη , ἐρχεο πευσομενος πατρος δην οἰχομενοιο : Πρωτος εὐσεβης και δικαιος ἐκ βαθειας της δια
9999975 μυριαν
– – ] ? [ ] ˘ι – ] ? μυριαν [ φλογ ] ? ' ὀπων τε δοκτυποι ?
και τα πραγματα ἐλαττω ἐστιν , ἀσχο - λιαν δε μυριαν και πονους , και πολλακις οὐδε χαρις οὐδ '
9999974 μαστοι
ἐστιν ὁλοπορφυρον . οὐδας ἐδαφος . οὐθατα ὁ μεν Ἀπιων μαστοι . ὁταν δε λεγῃ “ οὐθαρ ἀρουρης , ”
το δε στηθων μεσον στηθυνιον . ἐπι δε τοις στερνοις μαστοι , ἀφ ' ὡν και τα της γης ὑπερεχοντα
9999974 εἰπουσης
τι μονη ἐπι το δειπνον οὐκ ἠλθε . της δε εἰπουσης : ” οἰκος φιλος , οἰκος ἀριστος „ ἀγανακτησας
προς τας σοφιστικας ἐνοχλησεις ” . εἰ δε της καταφασεως εἰπουσης ἀνθρωπος δικαιος ἐστι και ἀληθευουσης δια τον Σωκρατην την
9999974 συλλαμβανει
, ᾡ δ ' οὐδεν προσηκει , τουτῳ τα ψευδη συλλαμβανει και των οὐ πραχθεντων γραμματειον ἡκει φερων : πολυ
βουλομενον τον ἰατρον αἰτιωμεθα οὐδ ' ὁστις ἐκεινῳ προς τουτο συλλαμβανει . καλως δ ' ἀν ἐχοι κἀκεινῳ και τοις
9999974 ἐγκωμιαστικοις
χαιρει , ὁ δε κατα ἐπιθυμιαν ζων τοις κολακικοις και ἐγκωμιαστικοις λογοις χαιρει . σκςʹ Οὑτω μεν οὐν φιλε Οὐδαμως
και την δυναμιν κατασκευασωμεν , οὐκ ἀκριβως οὐν ἐν τοις ἐγκωμιαστικοις αὐτα ἐταξεν ὁ τεχνικος εἰπων : ὁτι εἰτι των
9999974 ἀκριβεστερας
δ ' οἱ μονας τας κεφαλαιωδεις ὑποθηκας των γραμματων ἀνευ ἀκριβεστερας διηγησεως ἀκηκοοτες . . [ . . , ]
μετα ταυτα πειραται λεγειν , δια τι συμβαινει τας αἰσθησεις ἀκριβεστερας εἰναι και των ποιων . ὀσφρησιν μεν οὐν ὀξυτατην
9999974 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999974 γεγραμμενοι
και ὁ οἰσυπηρος και οἱ παραπλησιοι ἐν τῳ ιδʹ λογῳ γεγραμμενοι . χριονται δε συν οἰνῳ γλυκει , μιγνυνται δε
” φησι “ βουστροφηδον ἠσαν οἱ ἀξονες και οἱ κυρβεις γεγραμμενοι ” δεδηλωκεν Εὐφοριων ἐν τῳ Ἀπολλοδωρῳ . ἠ ἐπει
9999974 κληρονομιαν
μετα την Ἀμυντου τελευτην ὑπο των πεμφθεντων ἐπι την ἐκεινου κληρονομιαν . Συνναδα δ ' ἐστιν οὐ μεγαλη πολις :
μου : οὐ γαρ ὑμων ἐπελαθομην : ἠδη ὑμιν ἐπεμψα κληρονομιαν κρειττονα των ἑπτα ἀδελφων ὑμων . τοτε καλεσας την
9999974 ἁρμονικος
„ . κρουμα , διασχεσιν . εἰσουμενα ἐπι Ἀριστοξενους λεπτοετι ἁρμονικος . Ἐνεπισκηψασθαι και Ἐγγυην καταβολης . καταδικασθεντων τινων δημευεσθαι
και τἀποβαινον : ὀξυ το περικομμ ' , ἀφες . ἁρμονικος , οὐ μαγειρος . ἐπιτεινον το πυρ . ὁμαλιζετω
9999974 ἀκολουθους
υἱον , ἠ παιδα τον ἀκολουθον : και γαρ τους ἀκολουθους παιδας ἐκαλουν : παραδειγμα και τουτο : ἐθετο ὁ
δε τους ἑπομενους και τους τελευταιους του στρατοπεδου οὐκ ὠκνησεν ἀκολουθους ὀνομασαι . και ἐν τοις Ἀπομνημονευμασι θαυμαζω οὐν φησι

Back