αὐτων ναυς ἐς την βασιλικην ἐν τῃ περι Ῥοδον ναυμαχιᾳ λαθουσα ἐνεβαλε , πρωτα μεν ἐδημευσε τα ὀντα Χιοις τοις
! ! ! ! ! ! ὁτε ἐξεπλευσεν [ ] λαθουσα αὐτας ? [ ὡν ] ? αὐτῃ μελειἀσφαλες ?
9999977 μαθουσα
Μοιρων ἐπι τῳ παιδι δογμα του πατρος Νηρεως ἡ Θετις μαθουσα και ὡς ἐπ ' ἀμφω πεπρωμενον αὐτῳ εἰη ἠ
σε ; οὐδε γαρ κυων ἁπαξ παυσαιτ ' ἀν σκυτοτραγειν μαθουσα . το δ ' ἑτερον ῥᾳδιον , το μηκετι
9999970 συλλαβουσα
γευσεως ὀργανων , και δια των ἁφης ἁπαν σωμα , συλλαβουσα ἐγκυμων τε γινεται και εὐθυς ὠδινει και τικτει κακων
: και προσηυξατο Κυριῳ μετα νηστειας δωδεκα ἡμερας : και συλλαβουσα ἐτεκε με . Σφοδρα γαρ ὁ πατηρ ἡμων ἠγαπα
9999968 τετρακοσια
ἀντι του τεσσαρακοντακις ι , γινεται υ : οὑτος ὁ τετρακοσια προμηκης ἐστιν , ἐπειδη ἐξ ἀνισων πλευρων γεγονε του
' ἑκαστον ἐνιαυτον ἐκ του φορου των συμμαχων ἀνεφερετο ταλαντα τετρακοσια ἑξηκοντα . χωρις δε τουτων † ἡ τε πομπεια
9999967 Νικανδρου
ἐχοντα . περσειης δε εἰπε το ἀρχαιον ἀπο του Θεοδοσιακου Νικανδρου μεταγεγραμμενον σκληρ ' ] γραφεται ξηρ ' , ξηρα
χειρον ἐχοντα δευρο νομισθειη ποτε , ὠ Ἑρμησιαναξ . Των Νικανδρου Ἀντιφαρμακων ταδε ἐνεστιν : περι ἀκονιτου περι ψιμυθιου περι
9999966 τετρακοσιοι
, ὁμοιως δε και Θηβαιων ἀπο της ἑτερας μεριδος ὡς τετρακοσιοι : διεφεροντο γαρ οἱ τας Θηβας κατοικουντες προς ἀλληλους
βʹ ἐχοντες σιβυνας ἐπιχρυσους . ἠγοντο δε και κυνες δισχιλιοι τετρακοσιοι , οἱ μεν Ἰνδοι , οἱ λοιποι δε Ὑρκανοι
9999965 Συρακουσιοι
ἡ βωλος θηλυκως δεον , οὐκ ἀρσενικως . Ἡ πηλος Συρακουσιοι λεγουσιν ἁμαρτανοντες . Ὀψινος : ὁμοιως τῳ ὀρθρινος τουτο
: ὡν οἱ μεν εἰς ἐσχατον ἀποριας ἡκον , οἱ Συρακουσιοι , οἱ δε Ἀθηναιοι νικωντες ἐγενοντο και ἐλπιδας εἰχον
9999965 ἐκληθησαν
' αὐτας ὀρνιθας ἐποιησε : και ἀπο του πατρος Ἀλκυονες ἐκληθησαν : αἱ δε νηνεμοι και γαληνην ἐχουσαι ἡμεραι ,
γεγενηται , πλουσιωτατος ὠν . γεγονασιν οὐν ἐξ αὐτου οἱ ἐκληθησαν ἀλκμαιωνιδαι , οἱ και κατελυσαν την των πεισιστρατιδων τυραννιδα
9999964 ὡροσκοπουσαν
κλιμασιν ἐπι των ἠδη τελειωθεντων ἀνθρωπων , ἐξακριβουντες δε την ὡροσκοπουσαν μοιραν κατα την του θειου Πτολεμαιου μεθοδον σχεδον ἐπι
πευσεως ἠτοι του πραγματος προειπειν δυνησομεθα ἐπαν ἀκριβως λαβωμεν την ὡροσκοπουσαν μοιραν ἐξ ὑδροσκοπιου ἠ ἀστρολαβου ἠ ἀλλου τινος ὡροσκοπιου
9999964 Κρονιδης
Ἀνθεμιων Ἀνθεμιωνος Ἀνθεμιωνιδης Ἀνθεμιδης , ὡς Δευκαλος Δευκαλιδης και Κρονος Κρονιδης . . . . ἀνθ ' ὡν : ἀπο
ἐχει Οὐρανιδῃσι , χαιρων υἱωνων περιωσιον υἱωνοισιν , ὁττι σφεων Κρονιδης μελεων ἐξειλετο γηρας , ἀθανατοι δε καλευνται ἑοι νεποδες
9999964 τυπτουσα
ι εἰς ε το δυϊκον ποιει , Αἰαντι Αἰαντε . τυπτουσα : πασα δοτικη ἑνικων εἰς η ληγουσα τροπῃ του
δια της προσθηκης του υ μεγεθυνεσθαι πεφυκεν , οἱον τυπτοντος τυπτουσα , λεγοντος λεγουσα , γραφοντος γραφουσα , και αὐτο
9999964 κατελαβετο
εἰς Ἀμφικτυονας κατα των Σπαρτιατων , ὁτι Φοιβιδας ὁ Σπαρτιατης κατελαβετο την Καδμειαν , και διετιμησαντο το ἀδικημα ταλαντων πεντακοσιων
Κορνηλιον . ἐπι δε τουτων Θεμισων ὁ Ἐρετριας τυραννος Ὠρωπον κατελαβετο . ταυτην δε την πολιν οὐσαν Ἀθηναιων παραλογως ἀπεβαλεν
9999963 ἐμπιπτουσα
ἰσαι εἰσιν . Ἡ ἀρα εἰς τας παραλληλους εὐθειας εὐθεια ἐμπιπτουσα τας τε ἐναλλαξ γωνιας ἰσας ἀλληλαις ποιει και την
σκιας ἠ νοτιωτερα παρουσα και κατ ' οὐδεν εἰς αὐτην ἐμπιπτουσα , οὐδ ' ὁλως ἐκλειψει . ταυτι μεν ὁ
9999963 δακτυλιου
μεθιεται ἡ γη του ἐριου . την δε ἰσχυν του δακτυλιου και της ῥαβδου , ἁ φορειν αὐτους ἀμφω ,
Δικτυῳ ἀνεμον θηραν : ἐπι των ματην πονουντων . Δια δακτυλιου δει σε ἑλκυσθηναι : ἐπι των δια νοσον ἠ
9999963 λαβουσα
φιλοιη των ὠτων ἐπιλαμβανομενα : ὑποδηλοι δε Εὐνικος ἐν Ἀντειᾳ λαβουσα των ὠτων φιλησον την χυτραν . οὐ μην ἀλλα
ἠν αὐτων ἡ τουτο πραξαι πεισασα : Κλοιλια προ - λαβουσα τας ἀλλας ὡμολογησε . Πορσινας ὑπεραγασθεις το ἀνδρειον της
9999963 ὑπηκουσα
οἱου του Πλωτινου μεγαλου εἰ και παλαι διαβεβοημενα ὁλοσχερεστερον γνωναι ὑπηκουσα και νυν ἡκω ἀποδιδους σοι τα ἐπηγγελμενα ἐν τρισιν
γην πλεῃ . ὁ δε ἀπεκρινατο ὁτι μολις ἀν σου ὑπηκουσα , εἰ παρα την θαλασσαν ἐμελλες πεζευειν και μη
9999962 κατειργασατο
ἀντιτεταγμενοις , το δε πλειστον ἀλκῃ και βιᾳ των ἐλεφαντων κατειργασατο , χρησασθαι τῃ ἀρετῃ προς την μαχην των Ῥωμαιων
τεκνα γονεις , ἐπειδη ὡς ἐκεινος τῳ μη ὑπαρχοντι ὑπαρξιν κατειργασατο , και οὑτοι μιμουμενοι καθ ' ὁσον οἱον τε
9999961 ῥηματικα
σαρκωδης , και εἰτι ὁμοιον . Τα εἰς της ὀξυτονα ῥηματικα δια καθαρου του τ ἐκφερομενα , πρωτης ἠ δευτερας
ὁτι , ὡσπερ το κομητης και πεδητης και πλανητης οὐ ῥηματικα ἀλλα παρωνυμα , ἀπο γαρ του πεδη πεδητης και
9999961 δουσα
των ἑαυτοις ἐπιφεροντων κακον , ἀπο Κορινθιακης παροιμιας ἡ αἰξ δουσα την μαχαιραν . οὑτω γαρ λεγεται : Κορινθιων τῃ
ὀξυτητα της τουτων οἰκοδομιας ἑκαστωι των φιλων σταδιον διεμετρησε , δουσα την ἱκανην εἰς τουτο χορηγιαν και διακελευσαμενη τελος ἐπιθειναι
9999961 κυριωτερα
παντα και ἀφετα καθ ' ἑαυτα ὑπαρχει : και το κυριωτερα ποιειν τα σωματα προς το εἰδοποιειν τα ἑαυτων πρωτα
της σοφιας , καθοσον ἀρχη ἐστι πραξεως και δια τουτο κυριωτερα της σοφιας , ἡτις μονον θεωρητικη ἐστιν . ἡ
9999961 ἀπαιδευσια
ξενον και ἀμαθη και φλυαρον . 〚 χελιδων δε , ἀπαιδευσια . ἀηδονιον δε νομον , παροσον ἡ ἀηδων τον
πονηρια , μοχθηρια , φαυλοτηςφλαυροτης δε σκληρον , σκαιοτης , ἀπαιδευσια , πανουργια , ἀμαθια , μισολογια , ἀνοια ,
9999960 Πελοπος
κλεος , ἠγουν του Ἱερωνος , παρα τῃ ἀποικιᾳ του Πελοπος του Λυδου , ἠγουν ἡν ἀποικισθεις ὁ Πελοψ της
των αὐλων ἐν Λυδιᾳ γινονται , ἠ ὁτι τους μετα Πελοπος ἐλθοντας πρωτους αὐλητας οἱ Ἑλληνες ἐμιμησαντο . γλυκυ δε
9999960 ἀκουουσα
διετελει οὐχ ὁρωσα ὁλως , ἐστι δ ' ὁτε οὐδε ἀκουουσα : μετεβαλλε δε ἐς ἀμφοτερα θορυβον τε και ἡσυχιην
. λογους οὐν προσενεγκαντος του νεανισκου προς αὐτην ἡ Πλαγγων ἀκουουσα της Βακχιδος το καλλος και ἀποτρεψαι θελουσα τον νεανισκον
9999960 συνεγραψατο
ὡς ἀναφορικη ἀντωνυμια λαμβανεται , ὡς ὁταν ἐρωτηθωμεν : τις συνεγραψατο την Ἰλιαδα ; και εἰπωμεν : ὁ Ὁμηρος :
και ἐτελευτησεν ἐν Περπερηνηι τηι κατ ' ἀντικρυ Λεσβου . συνεγραψατο δε πλειστα πεζως τε και ποιητικως . , :
9999960 διαφορητικα
ἀμεινον , κἀπειθ ' οὑτωϲ χρηϲθαι τοιϲ τοπικοιϲ βοηθημαϲι . διαφορητικα δε τηϲ κακοχυμιαϲ εἰναι χρη ταυτα και λεπτομερουϲ οὐϲιαϲ
στυραξ , και τουτοις χρησαμενοι μετα το λυθηναι την σκληροτητα διαφορητικα προσαξομεν , ὁποια ἐστι τηλις και αἰγεια κοπρος συν
9999960 ἀναιρετικα
κοινοτητες το συμφερον ἐνδεικνυνται . και εἰ τα παραλαμβανομενα βοηθηματα ἀναιρετικα των ἐνδειξαμενων , ἀπο των ἐπι μερους βοηθηματων ἀναιρουνται
λεπραϲ ἀφιϲτηϲιν . τα δε τορνευματα του ξυλου ποθεντα φαϲιν ἀναιρετικα εἰναι . Μελιλωτον μικτηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ , ϲτυπτικηϲ τε
9999960 ἐκλειπουσα
Εἰλειθυιας ζῳδιον ἀκεφαλον ὀν , ἐν δε ταις τελευταιαις ὡραις ἐκλειπουσα ἠ και ἐχουσα τι μερος της ἐκλειψεως δυνει ,
των ἡμερινων ζῳδιων ἐπισκοπητεον . Βλαπτει δε και ἡ Σεληνη ἐκλειπουσα , και μαλιστα ἐν τῳ γενεθλιῳ ζῳδιῳ ἠ τοις
9999959 ποιητικα
ἰτεα , [ ἰτριον ] . Ἰτωνα τε και ἰτεαι ποιητικα . Τα δια του ΑΝΩ ὑπερ δυο συλλαβας συστελλει
. . και το ἀφθονεστερα . . . . ταυτα ποιητικα εἰσιν κατ ' ἐθος Ἰωνων γινομενα . . .
9999959 ἐστρατευσατο
στρατιωτης ἀγαθος ; ἀλλ ' οὐδεπωποτ ' ἐκ της πολεως ἐστρατευσατο , οὐτε ἱππευς οὐτε ὁπλιτης , οὐτε τριηραρχος οὐτ
, ἀλλ ' ἐνταυθα γε ἀπροφασιστος ἐκεινος στρατιωτης ἠν . ἐστρατευσατο γουν ἐπι Δηλιον , και ἐς Ἀμφιπολιν και ἐς
9999959 ἐμηχανησαντο
τε τῳ ἐαρι και τῳ θερει και τοις ἀλλοις καιροις ἐμηχανησαντο τα προσφορα . δεον δε εἰπειν : σοφισματα ἐβαλον
: ἀλλα και ὀρνιθων γενος αὐτοδιδακτον ἐπ ' ἀκρων φυτων ἐμηχανησαντο καλειαδας αὐτουργῳ τεχνῃ , και ἀραχναι αὐτοφυει μιτῳ θηρατρα
9999959 μελανα
: τους δε καταιγιδωδεις ἀνεμους τυφως καλουσι . τουτῳ ἐνομιζον μελανα ἀρνα σφαζειν , ὁπως ληξῃ το πνευμα . εἰς
: “ δεκα οἰμοι ἐσαν μελανος κυανοιο . ” οἰνοπα μελανα , οἰνωδη κατα την χροαν . οἰος ἀωτῳ τῳ
9999959 ἀπαγορευει
ὀντες . δει δε λεγειν ὁτι τῳ ἐκ του γενους ἀπαγορευει κηρυκευειν , ἀν τι παθῃ . Ἀλλως . κηρυκων
ᾐκισαντο τα χωρια ἁ κατελιπεν Ἁγνιας . ὁ δε νομος ἀπαγορευει μηδ ' ἐκ του αὑτου χωριου του πατρῳου μηδεν
9999959 εὐγνωμοσυνης
και ἀδολωτερα φαινεται ; εἰ δε δει προς ἀναιδη διαβολην εὐγνωμοσυνης ὑπερβολῃ χρησασθαι , το μεν μελλον ἀφωμεν : πολλα
ἐνταυθα κατηγορησαι των Ἑλληνων , ἐξεστι δε το λοιπον της εὐγνωμοσυνης ἐπαινεσαι και λαβειν ὑπερ Θεμιστοκλεους . ἑκαστος γαρ ἑαυτον
9999959 Καλλιππου
Ὑπονομευοντες : ἀντι του ὑπονομους ὀρυττοντες Δειναρχος ἐν τῳ κατα Καλλιππου . Ὑποστησας : ἀντι του ὑποβαλομενος Ὑπερειδης ἐν τῳ
ἐγενετο , γενει μεν ἐκ Ταρσου της Κιλικιας , υἱος Καλλιππου νεωτερος , σφοδρα ταυτην την τεχνην συνθεις : λεγεται
9999959 συμπιπτουσα
και τῃ ΔΖ δια του Γ παραλληλος ἠχθω ἡ ΓΗ συμπιπτουσα τῃ ΒΑ κατα το Η , και προσεκβεβλησθω ἡ
τῃ τομῃ , ὡσπερ και ἡ δια του Θ ἀπεδειχθη συμπιπτουσα τῃ τομῃ κατα τα Μ , Ν σημεια :
9999959 πλασματι
αὐξησις τον ἀμεινω χρονον : τεως δε ἐν βραχυτερῳ διηγε πλασματι μενουσα ἐλαττων , ἡνικα οὐ βελτιον εἰναι μειζω .
εὐλογως δε ἐχρησατο ἐπι της τοιαυτης γενεσεως τῳ πεπλασθαι : πλασματι γαρ ἐοικεν ἡ τοιαυτη γενεσις , οὐδεν εὐλογον ἐχουσα
9999959 διαλεκτικη
αἱρειται , το δε γιγνωσκει μονον . ῥητορικη δε και διαλεκτικη εἰσι μεν ἐπιχειρητικαι ἀμφοτεραι , ἀλλ ' ὁμοιως ἐχουσι
ὡς ζωγραφικη βʹ αἱ δε περι λογους μονους ὡς ἡ διαλεκτικη γʹ αἱ δε περι τε ἐργα και λογους και
9999959 Μιθριδατης
ἀσχολιᾳ των προβουλων ἐπι το κοινον , Τιγρανη τον γαμβρον Μιθριδατης ἐπεισεν ἐς Καππαδοκιαν ἐμβαλειν ὡσπερ ἀφ ' ἑαυτου .
δε συνηλθον Συλλας τε Κορνηλιος ὁ των Ῥωμαιων ἡγεμων και Μιθριδατης ὁ κληθεις Εὐπατωρ , και συνεβησαν προς ἀλληλους ἐπι
9999959 στενα
και Μαρκιον Σαυνιτων τε αὐτῳ χειρι πολλῃ προθυμως περι τα στενα κακοπαθουντων , ἀπογνους ἁπαντων ἀσθενως ἐφευγε συν τοις φιλοις
ἀδραφαξυος : ὁμοιον γαρ τῳ του σιλφιου : τα δε στενα και γραμμωδη , καθαπερ του κυμινου . και τοις
9999959 ἐπηκολουθησεν
ὁ φρονιμος ἐπιτεταχε και καλως ἡ πραξις ἐνηργηται και τοὐργον ἐπηκολουθησεν , οὐδεν ἀν και οὑτως ἡττον λεχθησεται συνεσις .
Ἀρισταρχος δασυνει ἀπο του ἑπεσθαι : φησι γαρ , ὁτι ἐπηκολουθησεν αὐτῳ , και δηλον ὁτι παρα [ το ]
9999959 ἀπεπλευσεν
των Ἑρμων . οἱ γαρ Ἀθηναιοι , ἐπειδη ἡ στρατια ἀπεπλευσεν , οὐδεν ἡσσον ζητησιν ἐποιουντο των περι τα μυστηρια
πολιν : ὁ δε ἀφικομενου του κυβερνητου ἀποκοψας το ἀπογειον ἀπεπλευσεν ἀκινδυνως . Λευκων χρηματων δεομενος ἐκηρυξεν , ὁτι μελλοι
9999958 Μιθριδατην
ἐτη τεσσαρεσκαιδεκα . Λευκολλου δε , του Ῥωμαιων στρατηγου , Μιθριδατην διωκοντος , ἐς τον Τιγρανην ὑποφευγοντα , ὁ Βαγαδατης
ἐπετραπη Λικινιῳ Λουκουλλῳ : ἀνεψιος δε ἠν Λουκουλλου του προς Μιθριδατην πολεμουντος : ἐκινηθη δε κατα την Ἰταλιαν πολεμος καινος
9999958 εἰσελθουσα
ὁ δε ὑπεδειξεν αὐτῃ την ἑαυτου καλυβην . ἡ δε εἰσελθουσα ἐκρυπτετο ἐν τῃ γωνιᾳ . των δε κυνηγων ἐλθοντων
βουλομενοι ῥυσασθαι εἰς μειζους περιπιπτουσιν . κυων εἰς τι μαγειρειον εἰσελθουσα του μαγειρου ἀσχολουμενου καρδιαν ἁρπασασα ἐφυγεν . ὁ δε
9999958 ἐστρατοπεδευσατο
των σφετερων στρατηγων . ὁ δε προσαγαγων ἐγγυς της Ὀλπης ἐστρατοπεδευσατο , χαραδρα δ ' αὐτους μεγαλη διειργεν . και
τροπον , ὡστε λαμβανειν ὁποτε δεοιτο . και τοτε μεν ἐστρατοπεδευσατο ἐν τοις μεθοριοις . τῃ δ ' ὑστεραιᾳ το
9999958 διαφορητικη
βωλοϲ παραπληϲιαϲ ἐϲτι τῃ Ἀρμενιᾳ δυναμεωϲ . ἡ δε ὠχρα διαφορητικη τε και ϲηπτικη την δυναμιν : καταϲτελλει γουν τα
φαρμακων ἡ ἑλκτικη δυναμις , κατα δε τα διαφορητικα ἡ διαφορητικη . ἐστι δ ' ἡ ὑλη και των διαφορουντων
9999958 ἐμπεσουσα
, Ἀμαγη μεθ ' ἡς εἰχεν ὁρμης ἐς το βασιλειον ἐμπεσουσα τον Σκυθην και τους συνοντας αὐτῳ συγγενεις και φιλους
ἐν Σαλαμινι δε χλωρου σιτου και ληιου κομωντος ἐαν συς ἐμπεσουσα ἀποκειρῃ , νομος ἐστι Σαλαμινιων τους ὀδοντας ἐκτριβειν αὐτης
9999958 ἐθελουσα
θεος ὠπασε πολλην , ῥεια δ ' ἀφειλετο φαινομενην , ἐθελουσα γε θυμῳ . ἐσθλη δ ' ἐν σταθμοισι συν
ὑποχειριος ἐλθῃ . και δε κεν ἀλλ ' ἐπιβαθρον ἐγων ἐθελουσα γε δοιην : παιδα γαρ ἀνδρος ἐηος ἐνι μεγαροις
9999958 νομισειεν
των ὑπερ τον Βορυσθενην νομαδων ἀφιχθαι συμμαχιαν τοις Τρωσι τις νομισειεν , ἐπαινει δε μαλιστα την Ἑκαταιου του Μιλησιου και
ἐξαιφνης ἐπιστας τοις γινομενοις οὐκ ἀν μαινεσθαι και παραφρονειν ἡμας νομισειεν , οἱ φιλοτιμουμεθα μεν ἐπι τοις των προγονων ἐργοις
9999958 μεσσα
τον Ὀρφικον , ὁς ἐστιν οὑτος Ζευς ἀρχη , Ζευς μεσσα , Διος δ ' ἐκ παντα τετυκται : Ζευς
Ἀχιλληος , την δ ' Ἑκτορος ἱπποδαμοιο , ἑλκε δε μεσσα λαβων : ῥεπε δ ' Ἑκτορος αἰσιμον ἠμαρ ,
9999958 εὑρισκομενη
ἡμερας δευτερον . ἡ δε δροσος ἡ ἐν τοις ῥοδοις εὑρισκομενη , καθαρως πτερῳ συναγομενη , και δια της μηλης
ἐστι δε τις και ὀρυκτη , κατα Σεβαστην και Κωρυκον εὑρισκομενη , ἡς και αὐτης ἐστι βελτιων ἡ μη σκωροειδης
9999958 Ἀκουσατε
ὑποφωνουντων και των ἀλλων βασιλεων και των στρατευματων αὐτων . Ἀκουσατε οὐν του κλαυθμου του Ελιου ὑποδεικνυοντος τοις παισιν τον
χωραν ὀβελιζειν τους δυο στιχους τουτους , το ἐπιμυθιον . Ἀκουσατε δε ὠ Προκλε τε και Ἀρισταρχε , κἀν περ
9999958 Μελανιππος
ἡρπαγη παρα Διος . ὁτι Χαριτων και τα αὐτου παιδικα Μελανιππος φανεντες ἐπιβουλευοντες Φαλαριδι και βασανιζομενοι ἐφ ' ᾡ εἰπειν
ταις βασανοις . ἐπει δε μακρον τουτο ἠν , ὁ Μελανιππος ἡκεν ἐπι τον Φαλαριν , και ὡμολογησεν οὐ μονον
9999958 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999957 Θεραπεια
πιϲτιϲ δε τουτεων κεφαλαιη , ἡϲ ἀμφι προτερον φραϲω . Θεραπεια κεφαλαιηϲ . Κεφαλη δε ὁκοϲον ἐϲ ζωην ἀναγκαιον ,
λουοιτο ψυχρῳ , ἐλπιϲ ὡϲ ὠκιϲτα ἀνδρωθηναι τον ἀνθρωπον . Θεραπεια ϲτομαχικων . Ἡ ἐν τοιϲι ἀλλοιϲι παθεϲι μετα την
9999957 αἰσθητικην
ἐναποκειμενους ἐν τῃ φαντασιᾳ τυπους , οὑτως εὐλογον και την αἰσθητικην ψυχην τιθεσθαι κρινειν τον πλειω και ἐλασσω χρονον ἐνδον
„ . των πολλων του νου δυναμεων μιαν ἐλαβε την αἰσθητικην . το δε ” ἐλαβεν ” οὐκ ἀντι του
9999957 συνεβουλευσα
εἰς δυστυχιαν μεταπιπτοντα . διο , φησι , κἀγω εὐκαιρως συνεβουλευσα γενεσθαι την εἰρηνην . . ὑπο τινων ] ἱνα
θεασωμεθα : εἰ δ ' ἐφ ' οἱς ἐξ ἀρχης συνεβουλευσα , ἠ ἐπραξα , τοτε ἐδει ἀντιλεγειν , δηλον
9999957 Συρακοσιοις
ἀποριας κατειχετο του γεγονοτος χαριν : ἀγγελος δε Φημη ταχεια Συρακοσιοις ἐμηνυσε το παραδοξον . παντες οὐν συνετρεχον ἐπι τον
. ὁ δε Διων λαμπρᾳ μαχῃ νικησας οὐδεν ἐμνησικακησε τοις Συρακοσιοις : ἀποστειλαντων γαρ προς αὐτον κηρυκα περι της των
9999957 ἀκουσιῳ
, το μεν τῳ οὐχ ἑκουσιῳ , το δε τῳ ἀκουσιῳ . εἰποι ἀν οὐν τις και τα ὑπο την
δ ' οἱ κατα Μεμφιν νομοι τον φευγοντα ἐπ ' ἀκουσιῳ , δει δε φευγειν , ἐπι τοις Γυμνοις εἰναι
9999956 εὐπορωτερα
μενων ἐφυλαττε τον πορον : ὁσα δε ἀλλα του ποταμου εὐπορωτερα , ἐπι ταυτα φρουρας διαπεμψας και ἡγεμονας ἐπιστησας ἑκαστοις
ὑμας ὑπολαμβανειν δει , ὁτι και τα Φιλιππου πραγματα γεγονεν εὐπορωτερα ἐκ της εἰρηνης πολλῳ και κατασκευαις ὁπλων και χωραις
9999956 μεσουρανημα
τοπος του θεματος της γυναικος ἐμπεσῃ εἰς το του ἀνδρος μεσουρανημα εἰδεναι χρη ἐν αὐτῳ τῳ ἐτει την παιδοποιιαν ποιησασθαι
ἐπι τας Ϛ ὡρας καιρικας ἐπειδη προς το ὑπερ γην μεσουρανημα ἐστιν ἡ των ρμη μζ χρονων ἀποχη , ποιει
9999956 κατεσκευαζεν
“ τοσουτονι ” : ἐστι δε ἀττικον . ἐγλυφεν ] κατεσκευαζεν , γλυφων ἐποιει . ναυς τ ' ἐγλυφεν ]
προσδεχομενος την πολιορκιαν , τα περι τον εἰσπλουν του λιμενος κατεσκευαζεν : εἰς μεν γαρ τα βραχη του λιμενος πλοια
9999956 κολλουρια
ἐκτυλωθῃ , ἰῳ ἑφθῳ μετα μελιτοϲ καθαρωτατου ὀκταπλαϲιου ἀνακαθαιρε ποιων κολλουρια : μετα δε το ἐκτυλωθηναι ϲαρκωτικοιϲ δει χρηϲθαι .
και κροκομαγμα μεθ ' ὑδρομελιτοϲ : ἠ ἐλατηριον τερμινθινῃ ἀναλαβων κολλουρια ποιει και ἐντιθει , ἠ ϲιλφιου ῥιζηϲ χυλῳ ἐγχυματιζε
9999956 ἐνεχειρισεν
ἡμων , ὁτ ' ἐμελλε τελευταν , ἁπαντα ταυτ ' ἐνεχειρισεν Ἀφοβῳ τε τουτῳι και Δημοφωντι τῳ Δημωνος υἱει ,
μιᾳ των | Ὠκεανιδων εἰσω της Κρητης φερειν ? | ἐνεχειρισεν , ὁπως κρυφα τρεφοιτο ἐκεισε | . Οἱον ὁ
9999956 Ὀλυμπιακον
τους ἐξ ἀσεβεστατης τυραννιδος ἀπεσταλμενους θεωρους : ὁτε και τον Ὀλυμπιακον λογον ἐπιγραφομενον ἀνεγνω . του δ ' ἀγωνος συντελουμενου
: † ἀπερχομενος εἰς Ὀλυμπον . † θαυμαστον . τον Ὀλυμπιακον . διεξαγειν . ταχειας . ἁρματων δρομου . .
9999956 τεσσαρα
γουν ἡμιολιος και ἐπιτριτος ποιουσι τον διπλασιον : του γαρ τεσσαρα προς τον γ ἐπιτριτου ὀντος και του γ προς
αἱ πλευραι ιϚ , ξγ , ξε . Και γινεται τεσσαρα τριγωνα ὀρθογωνια ἰσας ἐχοντα τας ὑποτεινουσας : ἐλθων οὐν
9999956 καταγεγραφθω
αὐτην εἰσι διαμετρον . ἐστω αὐτων διαμετρος ἡ ΕΒ και καταγεγραφθω το σχημα . και ἐπει ἰσον ἐστι το ΛΖ
ΝΞ τετραγωνα . ἐστω αὐτων διαμετρος ἡ ΟΡ , και καταγεγραφθω το σχημα . ἐπει οὐν ἰσον ἐστι το ὑπο
9999956 σφραγιδος
ἠ ἀμυλου ἠ ῥοδων ξηρων ἠ γης Κρητικης ἠ Λημνιας σφραγιδος ἠ ἀλευρων κριθινων ἠ ἀλλων τοιουτων συμμετρων τινων ,
ταρʹ α σχοινανθης ταρʹ ⊂ ῥοδων ξηρων ταρʹ ⊂ Λημνιας σφραγιδος ταρʹ α ⊂ ἀρνογλωσσου χυλου ταρʹ α ἀκακιας ταρʹ
9999956 κρατεροιο
δε ταθεισης τεσσαρα δακτυλα μουνα μεταρσια πασι φαεινει , ἀντιπορου κρατεροιο μετακλινων σθενος αὐλου , ὁττι μεριζομενων τετραζυγα φιλτρα κερασσας
λεοντος , ἡ δε χιμαιρης , ἡ δ ' ὀφιος κρατεροιο δρακοντος . [ προσθε λεων , ὀπιθεν δε δρακων
9999956 σπουδαιως
δια της φυγης την ὑπονοιαν : οὐ γαρ ἀν οὑτω σπουδαιως ἐφυγεν , εἰ μη συνῃδει ὡς ὑπευθυνος ἠν .
πολυ ἀνακτωνται οἱ πλειστοι , τα δε ἀκρα αὐτων διακρατητεον σπουδαιως ταινιδιοις , και θερμῳ μεν ὑδατι ζεστοτερῳ ἐνθετεον ἀκρα
9999956 σκευης
κωμῳδοις χορηγων Κηφισοδωρῳ ἐνικων , και ἀνηλωσα συν τῃ της σκευης ἀναθεσει ἑκκαιδεκα μνας , και Παναθηναιοις τοις μικροις ἐχορηγουν
† ἐπιτρεχουσι . το δ ' αὐτο ποιουσι και μετα σκευης 〚 εἰς 〛 τα βρεφη περι την ἑστιαν περιφεροντες
9999956 Μελιτης
Θερσανδρον ὁστις ἐστιν εἰπειν , ὡς ἀν μαλλον ἡσθειης . Μελιτης μεν ἀνηρ , ἡν εἰδες ἐν τοις ἀγροις :
και πληθος ῥητορων οὐχ ἡττον δεκα : και ἡ της Μελιτης σπουδῃ προς την ἀπολογιαν παρεσκευαστο . ἐπει δε ἐπαυσαντο
9999956 κατεπλευσε
της διαλυσεως , ὁ δε Νυψιος διαφαινουσης ἠδη της ἡμερας κατεπλευσε μετα του στολου και καθωρμισθη περι την Ἀρεθουσαν .
ἐκ Συρακουσσων , αὐτος δ ' ἀναλαβων ναυς ἡμιολιας νυκτος κατεπλευσε πλησιον της πολεως . προαισθομενων δε των [ προἐπιβουλευομενων
9999956 κατελυσε
. . . Κριτιας δε ὁ σοφιστης , εἰ μεν κατελυσε των Ἀθηναιων τον δημον , οὐπω κακος , ἀλλ
τις κυκλιος αὐλητης τα πελματα των ποδων αὐτου ηὐλοκοπησθαι . κατελυσε και ἐπαυσατο αὐλων τε και ἀγωνιζομενος , και οὑτως
9999956 διελιπεν
οἱον Εὐαγοντι τῳ Δαϊθαρσεος . Οἱσι δε ἐκρινεν ἑκταιοισι , διελιπεν ἑπτα : ἐκ δε της ὑποστροφης , ἐκρινε τεταρτῃ
οὐρα λεπτα μεν , εὐχροα δε . Ἑβδομηκοστῃ ἀπυρος , διελιπεν ἡμερας δεκα . Ὀγδοηκοστῃ ἐπεῤῥιγωσε : πυρετος ὀξυς ἐλαβεν
9999956 βελτιστα
νομων καθηκῃ . εἰτα κρατησαι και περιγενεσθαι δει τους τα βελτιστα λεγοντας των ἠ δι ' ἀγνοιαν ἠ δια μοχθηριαν
, φησι , παρακαλει ὀρθως το λογον ἐχον ἐπι τα βελτιστα : τουτο δε ἀξιεπαινον . ὁτι δε και ἀλογια
9999956 συνεγραψεν
Γναθαινα και οὐκ ἀναστειος ἀποφθεγξασθαι : ἡτις και νομον συσσιτικον συνεγραψεν , καθ ' ὁν δει τους ἐραστας ὡς αὐτην
, ἁς οὐκ ἀν , εἰ μη τοιουτος ἐπεφυκει , συνεγραψεν ὑφηγησαμενου θεου και παρεδωκε τοις ἀξιοις χρησθαι , κτηματων
9999956 ἐπεκρατησε
τουτο δε το χαρις χαριτος και παρ ' ἡμιν οὑτως ἐπεκρατησε λεγεσθαι . Ἀλλ ' οὐτε δε τα εἰς ις
? [ ] ἀνατεθενἱερον [ ] ! ! ! περιξ ἐπεκρατησε | [ , φιλους δ ' ἐποιησατο Κορισκον ]
9999955 νοσημασι
! α κρημνισαι ἑαυτον . νοσουσι δε οἱ ἱπποι πλειοσι νοσημασι , ποδαγρᾳ και ἰλεῳ και τετανῳ και ἐμπυησεσι και
και τοις ἀνευ πυρετου ὀξεως νοσουσι και τοις ἐν χρονιοις νοσημασι δεομενοις χολαγωγου φαρμακου , οἱον μαινομενοις , ἑτεροκρανικοις ,
9999955 κειτο
εἰσω χαλκος ἀφαρ διεχευεν : ὁ δ ' ἐς στομα κειτο νενευκως Λυγκευς , καδ δ ' ἀρα οἱ βλεφαρων
φησιν ἀνατεθηναι τῳ Ἀρει το του χρυσομαλλου κριου δερος . κειτο γαρ λοχμᾳ : τῳ δασει της ὑλης : λοχμη
9999955 δακρυσαι
Φροντισαντα των πληγων , Ἀττικως . ἠ ἐπιστραφεντα , του δακρυσαι ἠ ἀποιμωξαι ἑνεκα . προτιμησαντα : Φροντισαντα , ἠ
, και μη θαυμασῃς , εἰ ἐδακρυσαν τα περα του δακρυσαι : παισι γαρ εὐρουν το δακρυον , κἀν μικρον
9999955 φιλια
πολιτευομενοις λυσιτελησει : λεγομεν οὐν ἀρξαμενοι . Ὁτι μεν ἡ φιλια μοριον ἐστιν οὐ της ὁλης δικαιοσυνης , της ὡς
φιλτρον ἀπωσαμενου παλιν ἀνενεωσω το νοσημα ; ἡ γαρ τοιαυτη φιλια λυσεως ἀρχην δεξαμενη μολις προς ἑαυτην ἀναστρεφει . Εἰ
9999955 ὡρισεν
νομῳ ἀντιθησομεν , μεθ ' ἡς γνωμης ὁ νομοθετης τουτο ὡρισεν : οὐ γαρ οὑτως ὡς ὁ φευγων ὑπολαβων πεποιηκεν
, ἀποτυχων δε μη ἀχθου . ὁ Κυπριος νεανισκος ὀνειρον ὡρισεν ἀποβεβηκοτα φιλονεικως . ἠν δε οὑτος ὁ ὀνειρος :
9999955 φυλαττουσα
ἐζητει τουτον . Της δε συνθεμενης δουναι , Ἡρα μανιαν φυλαττουσα προς αὐτον , εἰκασθεισα μιᾳ των Ἀμαζονων περιῃει πασαις
' αὐτῳ δοξαντα καλως ἐχειν ὡσπερ ἐν * τῃσι θυραις φυλαττουσα . ἐλθε λοιπον και ἐπι τας * φθαρτικας ἐνεργειας
9999955 Ἀριστωνα
φησιν εἰρηκεναι τινας Ξενοφανους αὐτον ἀκηκοεναι . λεγειν τ ' Ἀριστωνα ἐν τῳ περι Ἡρακλειτου και τον ὑδερον αὐτον θεραπευθηναι
' ἑν οὐδ ' ἀπογεγραπται , ἀλλα βουλευσεως τον Ἀλωπεκηθεν Ἀριστωνα διωκει . ναι , φησιν : ἀδικως γαρ μ
9999955 σπουδαιοτατα
Ταρβελλοι τον κολπον , παρ ' οἱς ἐστι τα χρυσεια σπουδαιοτατα παντων : ἐν γαρ βοθροις ὀρυχθεισιν ἐπι μικρον εὑρισκονται
και ταπεινοτερα αἱρεισθαι , καταλιποντα ἀλλοις τα μεγιστα τε και σπουδαιοτατα , ἠ μη δυνασθαι αὐτον , ὁπερ εἰπον ,
9999955 ἀκινδυνα
ἠ και σανιδιοις τισι προσκαθημενοι ῥᾳδιως ἐπεραιωθημεν δεδιοτες ματην : ἀκινδυνα γαρ ἐστιν , ἀν μη τις ὑπεργομον ποιησῃ το
. παντα γαρ ἐπι των τοιουτων νοϲηματων εὐθυϲ ἐξ ἀρχηϲ ἀκινδυνα φαινεται τα ϲημεια , ὡϲπερ αὐ παλιν ἐπι των
9999955 μεγαλοπρεπειᾳ
και τοις καπηλοις εἰκαζει πασι . πως ἀν τις μαλλον μεγαλοπρεπειᾳ παρα καιρον ἐχρησατο ; Φερε δη κἀκεινο σκεψωμεθα ,
ἐπει δε και ταις λοιπαις ἀρεταις ὑπαρχει τουτο και τῃ μεγαλοπρεπειᾳ , ἑν μεν ὁ σκοπος το του καλου ἑνεκα
9999955 κατεστησε
ἐλευθεριας ” Σαμον δε φρουρουμενην ὑπο Κυπροθεμιδος , ὁν “ κατεστησε Τιγρανης ὁ βασιλεως ὑπαρχος . ” Κυπασσις : Λυσιας
διαδεχομενοι κατεληξαν εἰς Ἀρσην , ὁν ἀποκτεινας Βαγωος ὁ εὐνουχος κατεστησε Δαρειον οὐκ ὀντα του γενους των βασιλεων . τουτον
9999955 φρονημα
τον Ἰστρον , οὑ βασιλευς τα ὁπλα δειξας ἐστορεσε το φρονημα των Σκυθων , οὐκ ἐπεστελλον , οὐ γαρ ἠν
. ἀντι του προτερον . οὑς ἡμεις ἐκδοτικους λεγομεν . φρονημα . ἐπιτηδες ὁ κηδεστης ὑπερ τας ἀλλας γυναικας γυναικιζεται
9999955 ῥητορικης
και ἀσφαλει καταληξει ἐοικεν αὐτης ἡ ἀποθεσις . Της δε ῥητορικης περιοδου συνεστραμμενον το εἰδος και κυκλικον και δεομενον στρογγυλου
ἱνα μηδε τουτο παρελθωμεν , ταυτον πεπονθα προς τους της ῥητορικης λογους ὁ τι περ τα πεμματα προς τα τῳ
9999955 δημοσια
και διῃρημενου , ὡς ἐν τῳ ΑΥΛΗΤΡΙΣ πεσου - σα δημοσια ἐστω : ἑν μεν γαρ τι ἐστι το ὑφ
: λυσεις τῳ ἀνθορισμῳ . ὁτι οὐ ταυτα μονα ἐστιν δημοσια ἀδικηματα , ἀλλα και ἀλλα πολλα , και ὁτι
9999955 κινδυνευουσι
οὑτως δε ὑπερβαινοντες , χρονια τα παθη ποιουσι και ὁμοιως κινδυνευουσι . ἐαν δε ♃ και ♀ συμπαρῃ τῃ ☾
ταις χρειαις ἀλληλοις ἀμυνειν . ἀμυνατε οὐν ἐς τα μεγιστα κινδυνευουσι Ῥωμαιοις . Κασσιος ὑμιν ἐστιν ὁ τας συνθηκας τασδε
9999955 μεριδα
Ἀλωπεκα δευτερον λεγει μοιρασαι . Ἡ δε λαβουσα μιαν ποιει μεριδα το παν της θηρας : βραχυ δ ' ἐτιθει
ὑπο των πινοντων εἰσφερομενην Ἀργειοι χων καλουσι , την δε μεριδα αἰσαν . : Ἡγησανδρος δ ' ὁ Δελφος ἐν
9999955 νοσουσα
οὐχ ἑκουσῃ ταυτα πασχουσῃ . Και ἡ μεν ἐθεραπευετο ὡς νοσουσα παρα τῳ πορνοβοσκῳ : ὁ δε Ἁβροκομης ἀπο της
' ἑαυτων τον ἐλεγχον ἐπισπωμενοι . γυνη πρεσβυς τους ὀφθαλμους νοσουσα ἰατρον τινα ἐπι μισθῳ παρεκαλεσεν στοιχησασα αὐτον ἐνωπιον μαρτυρων
9999955 μετεωρῳ
μεν αὐτους οὐκ ἀσφαλες ἐμαυτῳ ἡγουμην δεισας μη ἀπογνοντες ἐμβαλωσι μετεωρῳ τῃ νηι και ἀπολωμεθα που του πελαγους , ὡς
χαριτες . τῳ κορακι το θηραμα τυρος ἠν και ἐν μετεωρῳ φερων ἐκαθητο . ἰδουσα δε ἀλωπηξ ἀπατῃ περιενοστει τον
9999955 συνεστησε
ψυχαγωγησοιτο , τουτῳ δη θεος ἐπιβουλευσας αὐτῳ την ἡπατος ἰδεαν συνεστησε και ἐθηκεν εἰς την ἐκεινου κατοικησιν , πυκνον και
αὐτικα παραλυει της ἀρχης , ἀλλο δε περι αὑτον ἑταιρικον συνεστησε . και ὁ μεν Ἀβλαβιος τα περι Βιθυνιαν χωρια
9999955 σοφωτεροι
ἀλλ ' ἠπισταντο ἁ ἐγω οὐκ ἠπισταμην και μου ταυτῃ σοφωτεροι ἠσαν . ἀλλ ' , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι ,
ῥητορες αὐ των ῥητορων πρᾳοτερον ἐπταικοτες , και ταυτῃ γε σοφωτεροι του Παλαμηδους ὀντες , τοσουτον , εἰ μη τι
9999955 δωδεκατης
. ἐπι δε τηι ιε φαλαγγι τεταχθω το σημειον της δωδεκατης φαλαγγος , και χιλιαρχαι ἀμφ ' αὐτωι και ἑκατονταρχαι
Βαβυλωνος δε φθοραν δηλοι , ἀπο δε ὀγδοης ὡρας ἑως δωδεκατης πολεις ἐπιθαλασσιους ἀναστατους ἐσεσθαι και τα κοινα αὐτων διαφθαρηναι
9999955 θειτο
ἀλλος εἰδειη , τις οὐκ ἀν ἐννοων προ των ἀλλων θειτο ὁν ἐκεινος ἐν ταξει Τιτιανου ; ἐγω μεν οὐν
τεθειητε , τεθειησαν . Ἑνικα . Θειμην , θειο , θειτο : το ῥημα ἐθεμην , προσθηκῃ του ι και
9999955 ἀνακολουθα
Τρωων . ἐστι δε πολις Ἰταλιας . Καλχας : παλιν ἀνακολουθα ληρωδει γραφων : οὑτος γαρ ὁ Καλχας , ὁν
' εἰς Ἁιδην : φευ , πως , Λυκοφρον , ἀνακολουθα γραφεις ἐναντια συμπασι και σαυτῳ πλεον ; ἀνω γαρ
9999955 συλλογισμοι
ἀλληλων , και ὁσα τα μεσα , τοσουτοι και οἱ συλλογισμοι . και το αὐτο μεν προβλημα δια πλειονων ὁρων
γαρ αὐτο δια πλειονων δεικνυσι μεσων : διο πλειους οἱ συλλογισμοι . οἱον το Ε δια τε των Α ,

Back