? [ ˘ × [ ] ! ⋮ μη ? λαβ ! [ [ ηκαμε ? ? ? ] ?
' ὑδωρ κατα χειρος . μηδαμως : καλως ἐχει . λαβ ' , ὠγαθ ' : οὐδεν χειρον . ἡ
9999824 ἀπαλλαγη
οὐκ ἀλλο τι ἠ ἡ της ψυχης ἀπο του σωματος ἀπαλλαγη , και ἐστι τουτο το τεθναναι , χωρις μεν
' ἀριστα διαπονουμενου . νυν δ ' εὐτυχης γενοιτ ' ἀπαλλαγη πονων εὐαγγελου φανεντος ὀρφναιου πυρος . ὠ χαιρε λαμπτηρ
9999822 εὐωδες
μελαν , φησι , την μεν αὐτην θεωριαν ἐχει , εὐωδες δ ' ἐστι πολυ μαλλον . Ἀπολλοδωρος δε ἐν
ἐκπιεσθεντων και ἀναπλασσομενων : ἐστι δ ' αὐτου καλον το εὐωδες , μεσως κατασμυρνον , βαρυ , μελαν , ἀξυλον
9999820 νοσωδες
προς την ἀκοην δυσχερειαννοσηροτερον , ὁθεν και νοσηρον χωριον και νοσωδες χωριον : το γαρ νοσακερον ἐσχατως κωμικον . ἀσθενως
. ἀνευ δε τουτων ὁ μεν ἀλυπου και καθαρας και νοσωδες ἐχουσης οὐδεν ὑγειας αἰτιος ἁπασι γινεται , ὁ δε
9999818 κλητικη
παγκρατες εἰ μεν προς το ὠ Ζευ συναψεις , ἀρσενικη κλητικη ἐστιν , εἰ δε προς το βελος , οὐδετερος
ἰδιοτητος . . Φησι γουν ὁ Τρυφων : Καθοτι ἡ κλητικη ὀνομα , κἀν δευτερον προσωπον ᾐ , και το
9999813 λαβρακα
' εὐπροσωπον λοπαδα του θαλαττιου γλαυκου φερουσαν εὐγενεστερον * * λαβρακα θ ' ἑφθον * * ἁλμῃ μιαν . Ὠ
ἀλκη γυιοις , ἀλλα δολοισι και ἀλκιμον ὠλεσαν ἰχθυν , λαβρακα , σφετερῃσιν ἐπικλεα λαβροσυνῃσιν . οἱ μεν γαρ σπευδουσι
9999810 σφαιροειδες
ὁ της Ἐλεατικης αἱρεσεως ἡγησαμενος ἑν εἰναι το παν ἐφησε σφαιροειδες και πεπερασμενον , οὐ γενητον ἀλλ ' ἀιδιον και
και Κοδρατος και ὁ διδασκαλος μου Ἰσιδωριανος διαφερειν σφαιρας το σφαιροειδες ταυτηι , ἡι ἡ μεν σφαιρα κυκλοτερως πανταχοθεν εἰς
9999808 Περσιδες
. . . . . . . . . α Περσιδες . . . . . . . . .
τε διεζη , ὡς αἱ Ἑλληνιδες γυναικες λεγουσι και αἱ Περσιδες . ὁρμος ἐκομισθη ποτε Κυρῳ ἐκ Θετταλιας , πεμψαντος
9999807 ἱστορησε
ἀναλωματι : ἑκατον γαρ μνας ἀνηλισκεν , ὡς ὁ Ἐφιππος ἱστορησε . Μενανδρος δ ' ἐν Μεθῃ του μεγιστου δειπνου
λεγον , οὐτε Ἀριστοτελης αὐτην προσεθηκεν , Εὐδημος δε συντομως ἱστορησε τινων φαινομενων ἑνεκα ταυτας προσθετεας εἰναι τας σφαιρας ᾠετο
9999807 Φαρναβαζου
τα πεδια οὐδε ἐν τῃ Φρυγιᾳ ἐδυνατο στρατευεσθαι δια την Φαρναβαζου ἱππειαν , ἐδοξεν αὐτῳ ἱππικον κατασκευαστεον εἰναι , ὡς
Ἀθηναιοι ἐπι Κυζικον . οἱ δε Κυζικηνοι των Πελοποννησιων και Φαρναβαζου ἐκλιποντων αὐτην ἐδεχοντο τους Ἀθηναιους : Ἀλκιβιαδης δε μεινας
9999807 ἠπειλησε
καλος ἠν και ἀστικος και ἡλικιωτης Χαιρεου ; Ἀλλ ' ἠπειλησε Χαιρεας ἀποσφαξειν ἀμφοτερους , εἰ λαβοι με ποτε μετ
ἀνακτι : ἐπι δε ὀργης : αἰψα δ ' ἀναστας ἠπειλησε μυθον . το δε εὐχομαι παρα τας † ἀπελλας
9999807 κτητικα
ἰδιαν ποιοτητα σημαινει , ὀρθως οὐδε τα ἀπ ' αὐτων κτητικα ἐπι πληθους νοειται , λεγω δε το Ἑκτορειος και
σχηματιζομεναι , ἐχουσι τινα παρεκδεδραμηκοτα παρα τας εὐθειας : τα κτητικα των εἰς κος ληγοντων παρα γενικας σχηματιζεται , ποιμενικον
9999806 φρικωδες
. ιβʹ . Το θηριωδες φθινοπωρον , καρδιαλγιαι και το φρικωδες και τα μελαγχολικα . Πολλων ζητουμενων λογων ἐν τῳ
πριν δη τις ἀδυτων ἐκ μεσων ἐφθεγξατο δεινον τι και φρικωδες , ὠρσε δε στρατον στρεψας προς ἀλκην . ἐνθ
9999806 ἡγεμονιᾳ
δυναστειαις ἐπιστησας τον νουν και τῃ μετα ταυτα γενομενῃ Ῥωμαιων ἡγεμονιᾳ . Ὁτι των πρεσβευτων των Καρχηδονιων τους αἰτιους του
ἐπανασταντων γαρ των κατα την Ἰταλιαν ἐθνων τῃ της Ῥωμης ἡγεμονιᾳ και των ἐξ αἰωνος ἀριστων κεκριμενων ἐλθοντων εἰς ἐριν
9999806 Κρατινῳ
και λογῳ και ἐργῳ μετριος μοι δοκει εἰναι Διων . Κρατινῳ τῳ Τιμοθεου μεν ἀδελφῳ , ἐμῳ δ ' ἑταιρῳ
χρησασθαι , οὐ μην εὑρηκεναι πρωτον : ἐπει και παρα Κρατινῳ και προ τουτου παρ ' Ἐπιχαρμῳ και Ἀριστοξενῳ τῳ
9999805 ἀερωδες
: τρεφεται δε τῳ ψυχρῳ το κατα το λευκον και ἀερωδες διαπνεομενον . Οὐδε γαρ ἀγνοειν χρη ὁτι κατα την
φωνηεν , τροπικον , ἀνθρωποειδες , ἀνωφερες , δικαιον , ἀερωδες , εὐμεταβολον , μετοπωρινον , ὑπογειον κοσμου , δημοσιον
9999804 ἀτελη
τον υἱον αὐτου γραφειϲα πολλων εἰϲ το παντελεϲ λειπομενη νοϲηματων ἀτελη την των λοιπων περιεχει θεωριαν πη μεν αἰτιων πη
συνδεδεμενα , κλειδας συμπεφυκυιας , τραχηλον κολοβον παχυν , ἀκρα ἀτελη , παρειας σαρκωδεις , μετωπον στρογγυλον , βλεμμα κωφον
9999802 μανιᾳ
δηθεν ἐλεους ἐχομενον καθ ' ἑαυτον βουλευσαμενος , ταχα τῃ μανιᾳ της φιλαργυριας εἰς τουτο συνελαθεις , οὐχι δε συμπαθειᾳ
την αὐτου του καλλους ἀχραντον τε και καθαραν ἰδεαν ἐξορμωσαν μανιᾳ σωφρονι των ψυχων , “ ὁσαι Ζηνος ἐγγυς και
9999801 δυσωδες
ἐστι και την αἰτιαν ἑκαστου εἰπειν . το λεπτον και δυσωδες οὐρον ἐνδεικνυται ἐσχατην ἀπεψιαν και ἀκραν καταβολην των φυσικων
οἱ πολλοι ἀπολλυνται . Οἱσι καιομενοισι πυον βορβορωδες ἐρχεται και δυσωδες , ἀπολλυνται ὡς τα πολλα . Οἱσιν ἀπο του
9999801 Ἑκατη
: Εὐρυτον δε θυρσῳ Διονυσος ἐκτεινε , Κλυτιον δε δᾳσιν Ἑκατη , μαλλον δε Ἡφαιστος βαλων μυδροις . Ἀθηνα δε
χθονιην ἐνεροισιν ἀνασσαν . . . . Βριμω ἡ αὐτη Ἑκατη , ὁτι Ἑρμου ἐν κυνηγεσιῳ βιαζοντος αὐτην ἐνεβριμησατο και
9999801 ἑλμινθες
, ἡπατικη διαθεσις , τεινεσμος , δυσεν - τερια , ἑλμινθες αἱ πλατειαι , ἑλμινθες αἱ στρογγυλαι , ἀσκαριδες ,
Ἐπει δε και ἐλμινθες και ἀσκαριδες και πλατειαι οὑτω καλουμεναι ἑλμινθες ἐν τοις ἐντεροις τε και τῃ γα - στρι
9999798 κεκτημεθα
. Ἀπροσδοκητον οὐδεν ἀνθρωποις παθος : ἐφημερους γαρ τας τυχας κεκτημεθα . Ἐμε μεν οὐχ ὁρᾳς πεπωκοτα ἠδη τ '
διηγουμενος . οὑτω γαρ και οἱ ἀνθρωποι οὐδεν των τῃδε κεκτημεθα ἰδιον : ἀλλα ζωντες μεν προς ὀλιγον ἐπιπλαστῳ σεμνυνομεθα
9999798 ἐκολασε
τε και μεγεθει και πολλους ἀνθρωπους ἀναιρουσαν , ἀπεκτεινεν . ἐκολασε δε και Σκειρωνα τον οἰκουντα της Μεγαριδος τας ὀνομαζομενας
και τα λῃδια και τας των ἐφεστριδων βαφας και τραπεζαν ἐκολασε και το ἐραν μετεθηκεν , ὡσπερ τους προτερους ὀφθαλμους
9999797 διεξηλθε
αὐτος ὁ Καλλιας , και παρελθων εἰς την ἐκκλησιαν λογους διεξηλθε κατεσκευασμενους ὑπο Δημοσθενους . Εἰπε γαρ ὡς ἡκοι ἐκ
και την ἀναμετρησιν ταυτης μετα της προσηκουσης ἐπιμελειας ἐν ἑνδεκα διεξηλθε βιβλιοις , ὡς σαφεστατον και ἀκριβεστατον περιπλουν της καθ
9999795 ἐννεακαιδεκα
ἡ Ἑκαβη οὐ δυσχεραινει . λεγει γουν ὁ Πριαμος : ἐννεακαιδεκα μεν μοι ἰης ἐκ νηδυος ἠσαν , τους δ
και δεκατην τε ὁ λιψ προσεπιπνεει : προς δε τας ἐννεακαιδεκα Ὑαδες μεσαι δυνουν , την εἰκοστην δε του μηνος
9999795 θυμιαματοϲ
ʹ : κοχλιαριον ὑδατι . Ἀλλο . καϲτοριου , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖ η , πεπερεωϲ κοκκουϲ μ : γλυκει
, ἰξου το ἀρκουν . Ἀλλο , ἐπιϲπαϲτικον . ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ # Ϛ , κηρου , τερμινθινηϲ ἀνα # δ
9999795 φοινικες
ἀρνων σαρξ , το του σησαμου σπερμα , βολβοι , φοινικες οἱ λιπαροι . Φοινικες χλωροι χυμων ὠμων ἐμπιπλωσι τους
, και στεφανος κυκλῳ χρυσους ἀμπελινος . Παρηλθον δε και φοινικες ἐπιχρυσοι ὀκταπηχεις ἑπτα , και κηρυκειον ἐπιχρυσον πηχων τεσσαρακοντα
9999795 κυλικες
φιαλη . Ἀχαιος δε ὁ Ἐρετριευς ἐν Ἀλκμαιωνι ἀντι του κυλικες παραγωγως κυλιχνιδας εἰρηκε δια τουτων : ἀλλ ' ὡς
. νυν γαρ δη ζαπεδον καθαρον και χειρες ἁπαντων και κυλικες : πλεκτους δ ' ἀμφιτιθει στεφανους , ἀλλος δ
9999794 χειροηθη
πρωτον αὐτῳ πορρωθεν , ὡσπερ δη τοις πωλοις , ἠρεμα χειροηθη ποιουντας , ἀπο των σμικρων και φαυλοτατων ὡς ἀν
ἀκμαζοντα και γεγηρακοτα φαινομενα , ἐτι δε αὐτων τα μεν χειροηθη τε και ἡμερα , τα δ ' ἀγρια εἰσι
9999794 ϲτυπτηρια
ἀναλαμβανοντεϲ ἐριῳ το ἡμετερον φαρμακον ἀκρωϲ ἐνεργουν : ἐϲτι δε ϲτυπτηρια ὑγρα και μελι και ῥοδινον ἰϲα ἐπ ' ὀλιγον
τουτων τινι και ἀκανθηϲ Αἰγυπτιαϲ ὁ καρποϲ και ἡ ϲχιϲτη ϲτυπτηρια , του δε ῥοδου και το ϲπερμα και τα
9999794 σκληροτητι
το μεν γαρ δερμα αὐτου παν φολιδωτον ἐστι και τηι σκληροτητι διαφορον : ὀδοντες δε ἐξ ἀμφοτερων των μερων ὑπαρχουσι
δ ' οὐ δεχοιτο ἀλλ ' ἀποστεγοι τῃ πυκνοτητι και σκληροτητι . Διῃρημενου δ ' οὑτω του τεραμονος και ἀτεραμονος
9999793 τεσσαρεσκαιδεκατῃ
, ἐκ τρωματος κεφαλης ὡς δωδεκαετης θνησκει ἐν μεσῳ θερει τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἡμερῃ : θυρην τις αὐτῃ ἐνεβαλε , και το
, ὁτι τῃ μεν δεκατῃ ἱδρως ἀνω , τῃ δε τεσσαρεσκαιδεκατῃ κατω . διατι δε , οὐκ ἰσμεν . ἀλλα
9999793 Ὀδυσσειᾳ
τε δαιμων ” ἀντι του ἐμαρτυρησε . και ἐν τῃ Ὀδυσσειᾳ “ ξεινοδοκος μεν ἐγω ” ἐδοξε τισι λεγειν .
. Ι διπλη ὁτι ὀνοματοθετικος ὁ ποιητης , και ἐν Ὀδυσσειᾳ παραπλησιως ποιει . οἱ δ ' εὑδειν ὠρνυντο κατα
9999792 ἠλθετε
του : διοτι δη ἐπι το κατ ' ἀλληλων μονομαχειον ἠλθετε : ἀθλιοι : διοτι εἰς ἐνθυμησιν μονομαχιας ἠλθετε :
μεγαλαι ὠφελιαι τε και ἐπαυρεσιες γεγονασι , οὐτε ἐμεο εἱνεκα ἠλθετε βοηθησοντες οὐτε τον Δωριεος φονον ἐκπρηξομενοι , το τε
9999791 ἀφρωδες
ἐαν το διαχωρημα ὑδαρες ἐστιν ἠ λευκον ἠ ὠχρον ἠ ἀφρωδες , πονηρα ἐστι ταυτα παντα . και ἡ αἰτια
καθαιρεται ἁμα τῃ βηχι , το μεν πρωτον πολυ και ἀφρωδες σιαλον , ἑβδομῃ δε και ὀγδοῃ , ὁκοταν ὁ
9999790 δεδοικε
λεων ] ἠ δια τον ἐξωθεν τον πολιορκουμενον ἡμας : δεδοικε γαρ ἡ καρδια μου . ἡ ἀμφι ἀντι του
σῳζουσα ; ὁ γαρ ἀγαθα και ἐννομα διαπραττομενος ἐξουσιαν οὐ δεδοικε . και γαρ , εἰ μη νομος με εἰργε
9999789 ὀργισθεισα
, φησιν , ἀποβλεπει εἰς ἡμας ὀργιλως , ὡς λεαινα ὀργισθεισα ὑπερ των τεκνων αὐτης : ἀνοητους ἀπαιδευτους . τους
οὐν ὑπ ' αὐτης τον κυβερνητην θεωρησασα ἡ Ἑλενη και ὀργισθεισα ταις αἱμορροϊσιν , ἐκλασε την ἀκανθαν αὐτης και ἐξεβαλε
9999789 λιθινα
τε παντοδαπα ὑπερεχοντα του τειχιου και ἀνδριαντας και ἀλλα ζῳα λιθινα τε και ξυλινα και παντοια εἰργασμενα , οἱον εἰκος
πεντε ἀνδρων ἐργον , ἐν πενθ ' ἡμεραις ἀποτελουμενον : λιθινα δε ἐπιστηματα μη μειζω ποιειν ἠ ὁσα δεχεσθαι των
9999788 ῥητορι
και προπετης και εὐχερως ἐπι το λοιδορειν αἰσχρως και ἀπρεπως ῥητορι ἐξαγομενη , ἐχουσα δε τι και εὐφυες και εὐαγωγον
διανοιας και δρομον ῥηματων κεκραμενον καταπληξει και εὐμενειᾳ οὐδε ἐν ῥητορι τουτο ἐργον ποιουμενῳ ῥᾳδιως κατειδον . ὡστε μοι μικρος
9999788 ἐνδεα
και μητε του βαρους των χειρων ἡττασθαι μητε του πνευματος ἐνδεα γιγνεσθαι μητε τῳ καυματι ἀχθεσθαι , τουτο δε εἰναι
ἐν τοις μεγαλοις ἀγωσι , παντα τε ἐργῳ ἐτι σφισιν ἐνδεα εἰναι και λογῳ αὐτοις οὐπω ἱκανα εἰρησθαι , αὐθις
9999788 δωδεκατῳ
διαφορᾳ τοις # Ϛ , και την ΟΠ ἰσην τῳ δωδεκατῳ μερει της ΘΠ τοις # δ , και τῃ
Καρχηδονος κτισεως ἐτη ρνεʹ , μηνες ὀκτω . τῳ δε δωδεκατῳ ἐτει της Ἱερωμου βασιλειας ἐν Ἱεροσολυμοις ὁ ναος ᾠκοδομηθη
9999788 Ἑλλαδι
Ἀρτεμιδι και Ἐνυαλιῳ και ἀλλοις θεοις , ὡν χαλεπον ἐξειπειν Ἑλλαδι γλωττῃ τα ὀνοματα , ἐν ἁπασαις τε ταις κουριαις
ζωγραφημασι , και ἀνδριασι , και ὑφασματων ποικιλιαις , ἐν Ἑλλαδι και βαρβαρῳ κατα πολιν ἑκαστην εὐδοκιμουντα ; τουτων οὐν
9999787 ἑκκαιδεκατῳ
λεγειν βαρυνειν Ἀττικους το στρουθος , ὁμοιως και ἐν τῳ ἑκκαιδεκατῳ της καθολου λεγων και Τρυφωνα μεμνησθαι ἐν δευτερῳ περι
δε Γινδαρους ἐφη . Γιττα , πολις Παλαιστινης . Πολυβιος ἑκκαιδεκατῳ . το ἐθνικον Γιτταιος . Γλανις , ποταμος Κυμης
9999787 βραχειαϲ
διχρονοϲ , οἱον λογοϲ : τροχαιοϲ ἐκ μακραϲ – και βραχειαϲ ˘ τριχρονοϲ , οἱον † Ϲολων : ἰαμβοϲ ἐκ
τε και ὑποϲπαιροντων ἀτακτωϲ , εἰτα και ἀϲφυξιαϲ ἑπομενηϲ , βραχειαϲ δε νοτιδοϲ δροϲιζουϲηϲ την ἐπιφανειαν , τηϲ δε ἀναπνοηϲ
9999787 νενευκυια
Βελγικην προσεισιν ἐπ ' ἀνατολας συχνον ὁσον ἡ Γερμανια , νενευκυια και αὐτη προς την ἐκτος θαλασσαν : μετα δε
δε γʹ καταληκτικον εὐριπιδειον . ἐπι τῳ τελει διπλη ἐσω νενευκυια . τῃ αὐτῃ και το ἐπιρρημα . τουτο δε
9999787 ἐκινηθη
: και εἰ τουτο , ματην ἀρα και την ἀρχην ἐκινηθη . ἀλλ ' οὐδεν ματην ἡ φυσις ποιει ,
ταυτην καταλυσαντων Μακεδονων , πολλα των πατριων τοις Ἰουδαιοις νομιμων ἐκινηθη . οὑτως μεν κἀνταυθα φησιν περι των παρα Ἰουδαιοις
9999787 Κρητικη
ἀφροδιϲιαϲ . ἀντι κομαρεαϲ ἀμμωνιακον θυμιαμα . ἀντι κιϲηρεωϲ γη Κρητικη . ἀντι κυφεωϲ ἰϲχαϲ κεκαυμενη . ἀντι κηρυκων ὀϲτρεα
. εἰσι δε δυο γενη της βοτανης , ἡ μεν Κρητικη , ἡ δε Ἀσιατικη . ὁ δε Πλουταρχος πλειονα
9999786 ὁμωνυμιᾳ
προς τους ἐπιληπτους ἐν μελικρατῳ . ταυτα μεν οὐν ὡσπερ ὁμωνυμιᾳ τινι συνειληπται . Των δε ῥιζων και ἐν τοις
στησαμενος , κἀν τα ἐπη του θειου ἐκεινου ἀνδρος τῃ ὁμωνυμιᾳ πεπλανημενοι λεγειν τουτον ἐπλασαντο . Ὁμηροι γαρ πολλοι γεγονασιν
9999785 δομοιο
οἱ περι τοιχους ἐξειης ἀνεχον , θριγκος δ ' ἐφυπερθε δομοιο λαϊνεος χαλκεῃσιν ἐπι γλυφιδεσσιν ἀρηρει . εὐκηλοι δ '
ἀλγος . ” Ἠ ῥα , και ὀρθωθεισα θυρας ὠιξε δομοιο νηλιπος οἰεανος , και δη λελιητο νεεσθαι αὐτοκασιγνητηνδε και
9999785 βελτιστη
ἀρχας και αἰτιας ἐνῳκισθη τοις Ἑλλησι . πολιτεια δε ἡ βελτιστη και ὁμοδημια και κοινα τα φιλων και θρησκεια θεων
τελος δε ἀφνω καταλιπων οὑτως ἀπιστως και προδοτικως : ἡ βελτιστη δε Πενια πονοις με τοις ἀνδρικωτατοις καταγυμνασασα και μετ
9999785 εὐμεγεθες
τῃ ἑβδομηκοστῃ πνειν ἐπετρεπεν , ἀριθμου κρατος και φυσεως το εὐμεγεθες ἁμα και μονιμον τοις νοτοις δωρουμενος . ἀναγκαιως οὐν
λωτος δενδρον ἐστιν ἐν Λιβυῃ κατα την Μεμφιν φυομενον , εὐμεγεθες , ἡλικον ἀπιος ἠ μικρῳ ἐλαττον : φυλλον δε
9999785 δημηγοριᾳ
προεισιν ὁ Φιλιππος , ὡσπερ και Θουκυδιδης πεποιηκεν ἐν τῃ δημηγοριᾳ των Κορινθιων και ἰσμεν οἱᾳ ὁδῳ χωρουσιν οἱ Ἀθηναιοι
την ἑαυτου σωτηριαν . Ἐστι δε και ἀλλα ἐν τῃ δημηγοριᾳ ταυτῃ μεμψεως ἀξια , περι ὡν οὐδεν δεομαι τα
9999785 θωρακες
το Εὐριπιδου , καταχαλκον ὁραν πεδιον τοτε φησεις ἀληθως . θωρακες δε οὑτως ἀλληλων ἐχονται ὡστε εἰ και γυμνον ταξαις
μελλων ῥησω : ῥηδην , και διαρρηδην : δρυφακτοι ξυλινοι θωρακες : τα διαφραγματα : ἠ τα περιτειχισματα : ἠ
9999784 ἑνδεκατῳ
ἐπι του ὡροσκοπου ἠ ἐν τῳ μεσουρανηματι ἠ ἐν τῳ ἑνδεκατῳ , τῳ κυριῳ των ὁριων αὐτου : οὐχ ἁπλως
προσφερων τῳ γεννωμενῳ . Ὁτε ὑπαρχει ὁ Ἀρης ἐν τῳ ἑνδεκατῳ , οὐ καθαρευει ὁ τουτον οὑτως ἐχων προς τον
9999784 ξυλωδες
ἐχοντα τιν ' ἡδονην αἱ ῥιζαι δε ἀβρωτοι δια το ξυλωδες ἠ πικρον ἠ ὁλως δυσχυμον ἠ ἀχυμον : διαφορα
το ἀγγειον ἀποτακησεται ὡς δι ' ἠθμου , το δε ξυλωδες ἐν τῳ ὀθονιῳ μενει . Χαμαιδαφνη ῥαβδους ἀνιησι πηχυαιους
9999784 σκληρα
τεκτονες οὑτως . τα δε μοχθηρα σιδηρια δυναται τεμνειν τα σκληρα μαλλον των μαλακων : ἀνιησι γαρ ἐν τοις μαλακοις
σωφρονιστης και ἐπανορθωτης : ἀπο γαρ των λοιπων τα μεν σκληρα τα δε μαλλον προς ἑτερα , πλην του ἐπιτιμητου
9999783 Ἀκαρνανες
ἐς τον ἐπειτα χρονον σπονδας και ξυμμαχιαν ἐποιησαντο ἑκατον ἐτη Ἀκαρνανες και Ἀμφιλοχοι προς Ἀμπρακιωτας ἐπι τοισδε , ὡστε μητε
ἐφασαν ἀκολουθειν . στασιαζοντων δ ' αὐτων , οἱ μεν Ἀκαρνανες διαλυσαμενοι τοις Ἀμπρακιωταις συνεθεντο την εἰρηνην εἰς ἐτη ἑκατον
9999782 ἱστοριᾳ
δικην Πολυευκτος , ὡς φησι Φαβωρι - νος ἐν Παντοδαπῃ ἱστοριᾳ : συνεγραψε δε τον λογον Πολυκρατης ὁ σοφιστης ,
, παθος , τροπος : και οὐδεν ἐξω τουτων ἐν ἱστοριᾳ περιεχει οὐδεμια διηγησις . οὑτως ἐστι και παρα τῳ
9999782 ἐγεννηθη
ἐμον αὐχενα τριψει . ” Λυκος τις ἁδρος ἐν λυκοις ἐγεννηθη , λεοντα δ ' αὐτον ἐπεκαλουν . ὁ δ
προχοαις : τριτων ποταμος Λιβυης , ἐν ᾡ ἡ Ἀθηνα ἐγεννηθη [ ἀφ ' οὑ και Τριτογενεια ὀνομαζεται ] .
9999782 καθαρϲεωϲ
πεπτηκοτι δει διδοναι το φαρμακον και κωλυειν ὑπνουν μεχρι παντελουϲ καθαρϲεωϲ και κινηϲιν μετριαν , εἰ δυνατον , παραλαμβανειν και
δε διαλιποντα παλιν ἀνακαμπτεον ἀπο τηϲ δια τηϲ ἱεραϲ ἀρχομενον καθαρϲεωϲ ὑπερτιθεμενουϲ την φλεβοτομιαν ἐπιβλαβεϲτεραν μαλλον ἠ ὠφελιμον ἐϲομενην ,
9999782 ἀτρεμα
ἁμα εὐθαρσεστατοις ἐς τους ναυτικους ἀγωνας , τα μεν πρωτα ἀτρεμα τῃ εἰρεσιᾳ ἐπι μιας νεως ἐξεπλεον ἀνευ κελευστων τας
τῳ σιγω το σιγα , ἀντω ἀντα , οὑτως ἀτρεμω ἀτρεμα και ἀτρεμας , καθ ' ὁν λογον ἐστι πολλακις
9999782 Μηδειᾳ
ἀξιοι παρ ' αὐτου πιστιν λαβειν . και Εὐριπιδης ἐν Μηδειᾳ Μηδεια δ ' ἡ δυστηνος ἠτιμασμενη βοᾳ μεν ὁρκους
Τελμησσευσι και Φερεκρατης ἐν Πεταλῃ , Στραττις δ ' ἐν Μηδειᾳ οὑτως : και λεγ ' , ὁτι φερεις αὐτῃ
9999782 αἱμορραγια
εἰ μη ὀλιγον ὑδατωδεϲ , ϲτομαχου πονοϲ , δυϲπνοια , αἱμορραγια δια των μυκτηρων και ἀπο των τρηϲεων του δηγματοϲ
, γινωσκε ὁτι ἐκ του δεξιου μελλει γενεσθαι μερους ἡ αἱμορραγια : εἰ δε το ἀριστερον , ἐκ του ἀριστερου
9999782 ἀλεα
: φησιν οὐν , τον ἑαυτου οἰκον . ἀλλως : ἀλεα λεγεται ὁ τοπος παρελθε : πολλα δ ' ἀεργος
ὑπο ἡλιου τεθερμασμενον . εἱλη και ἑλη : ἡλιου [ ἀλεα ] αὐγη . εἰλυσπασθαι : ὁμοιως ὀφει και σκωληκι
9999781 ἀσπιδες
καλειται δε Λαλιχμιον του ἀναθεντος ἐπωνυμον . περι δε αὐτο ἀσπιδες ἀνακεινται , θεας ἑνεκα και οὐκ ἐς ἐργον πολεμου
λευκην ἀσπιδα φερων . λευκασπις ] + ἀπεστιλβον γαρ αἱ ἀσπιδες αὐτῳ τῳ χαλκῳ . ὀρνυται ] διεγειρεται . ὀρνυται
9999781 σφηκες
τα δ ' ἐκ ζῳων σηπομενων ὡς μελισσαι ταυρων και σφηκες ἱππων : των δ ' ἐκ συμπλοκης τα μεν
οἱ λαγαροι τοις σωμασι και συνεζωσμενοι . και γαρ οἱ σφηκες την κοιλιαν ἐπισυνηγμενην ἐχουσιν . Σφηττιοι : δημος της
9999781 ἡδομεθα
οὐκ ἀει εἰσιν ἡδεις και χρησιμοι : ἀλλοτε γαρ ἀλλοις ἡδομεθα και ἀλλοτε ἀλλο ἐστι το χρησιμον . μη παραμενοντος
ἑνεκα του ἀγαθου . Ἡδυ δε ἐστιν τουτο οὑ παραγενομενου ἡδομεθα , ἀγαθον δε οὑ παροντος ἀγαθοι ἐσμεν ; Πανυ
9999780 αἰσχυνη
μεν τουτο ἐν σπουδῃ , σοι δε οὐκ ἐργον , αἰσχυνη δε ἀπεστι της χαριτος , τι οὐ διδως ;
βροτολοιγος ἰδησι ἠ Φαινων κρυοεις ὀλοον τοδε σημα δαμαρτι ἐσσεται αἰσχυνη τε και οὐκ ἐπι δηθα μενουσιν , ἠν δ
9999780 ἐθεραπευσε
ἀλλ ' ἡ μετα μετρου του προσηκοντος ἐναλλαξ αὐτων χρησις ἐθεραπευσε το παιδαριον : μετα γαρ το λυθηναι την σκληροτητα
ὑστερον ἀφικνειται ἐς Ἐφεσον . και ὁ Θεμιστοκλης ἐκεινον τε ἐθεραπευσε χρηματων δοσει και μετα των κατω Περσων τινος πορευθεις
9999780 κεστρεα
δ ' ἀπολλυμαι . ὁ δε καλος Ἀρχεστρατος φησι : κεστρεα δ ' Αἰγινης ἐξ ἀμφιρυτης ἀγοραζε , ἀνδρασι τ
: λαμβανε δ ' ἐκ Γαισωνος ὁταν Μιλητον ἱκηαι , κεστρεα τον κεφαλον και τον θεοπαιδα λαβρακα . εἰσι γαρ
9999780 φυγαδες
χρησαιτ ' ἀν παραδειγμασι λεγων , ὡς οἱ μεν Ἀθηνησι φυγαδες το πρωτον μετα πεντηκοντα ἀνδρων Φυλην τε καταλαβοντες και
και ἐκπεσοντας ἐκ της πατριδος ὑπεδεξαντο . Μετα δε οἱ φυγαδες των Κολοφωνιων φυλα - ξαντες τους Σμυρναιους ὁρτην ἐξω
9999779 πουλυβοτειρῃ
θεοις . Τρις γαρ ὡς ἀληθως μυριοι εἰσιν ἐπι χθονι πουλυβοτειρῃ οὐκ ἀθανατοι , ἀλλα λιθινοι και ξυλινοι δεσποται ἀνθρωπων
τουτων ποιητων : ἁρματα δ ' ἀλλοτε μεν χθονι πιλνατο πουλυβοτειρῃ , ἀλλοτε δ ' ἀϊξασκε μετηορα : τοι δε
9999779 φρικωδεες
μεν οὐν τοισι πλειστοισι τουτων ἐξαιφνης ἐκ τουτων κακουσθαι : φρικωδεες πυκνα : πολλακις πυρετοι ξυνεχεες , ὀξεες : ἱδρωτες
βορειον , βηχες , φαρυγγες , κοιλιαι σκληροτεραι , δυσουριαι φρικωδεες , ὀδυναι πλευρεων , στηθεων , ὁκοταν οὑτος δυναστευῃ
9999779 ὀρωδες
την δριμυτητα , λεπτυνει δ ' ὁμως ἐτι . το ὀρωδες του γαλακτος λεπτυνει παχος χυμων . συκα ῥυπτει :
φλεγμα προκαλειται , και καππαρεως της ῥιζης ὁ φλοιος . ὀρωδες μεν οὐν περιττωμα δια των τοιουτων κενουται : το
9999778 δυωδεκα
ὁ Παφιος στρατηγος Πενθυλος ὁ Δημονοου , ὁς ἠγε μεν δυωδεκα νεας ἐκ Παφου , ἀποβαλων δε σφεων τας ἑνδεκα
των πρωτων λεγομενων θεων , Ἡρακλεης δε των δευτερων των δυωδεκα λεγομενων εἰναι , Διονυσος δε των τριτων , οἱ
9999778 φλεγματοϲ
ρδ Κοινον καθαρτηριον ρε Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ ρϚ Χοληϲ και φλεγματοϲ ἀγωγα ρζ Ἀλοηδαρια δοκιμα ρη Ἀλοηδαρια Ὀριβαϲιου ρθ Ἀλλωϲ
ἐμφρονεϲτερον και τουϲ τον ἀλλον τροπον ἐκμανενταϲ και τοιϲ ἀπο φλεγματοϲ νοϲημαϲι κρατιϲτον ἐϲτιν : οἱ δε και εὐϲιτοτεροι ἀντι
9999778 φυσικῳ
ἀδιψον ἐποιει . ἐν μαλαχῃ τε και ἀσφοδελῳ : τῳ φυσικῳ λογῳ ἐπιπλεκει το μυθωδες ὁτι την ὠφελειαν την ἐκ
και το ἀπυκνον . το μεν οὐν ἐναρμονιον τῳ τε φυσικῳ και τῳ ἠθικῳ παραβλητεον δια την κοινην παρα τἀλλα
9999778 ἐμετοιϲ
οἱϲ δ ' ἀν ἡ ἀνω κοιλια φλεγμα ἐχῃ , ἐμετοιϲ κενουν , οἱϲ δ ' ἀν το αἱμα ὑπερβαλλῃ
χλωρα και κρομυου ὀλιγον και πραϲου . ϲυνεργει δε τοιϲ ἐμετοιϲ και των ὀϲπριων αἱ τε πτιϲαναι μελιτοϲ ἐχουϲαι και
9999778 ἀσυνηθη
εἰς ψυχρον το παν ἀφικται , ἐκ του συνηθους εἰς ἀσυνηθη και εἰς σκληρον ἐκ μαλακου . Το δε γαλα
χρονον ἐνδιῃτηθη , προελθον ἐξαπιναιως εἰς ἀερα , ψυχρον και ἀσυνηθη τοπον , ἐπληχθη και της ὀδυνης και του δυσχεραινειν
9999777 χρωμεθα
ὑπο το γενειον ἀγαγοντας ἁμματιζειν , τουτῳ και ἐπι ἰνιῳ χρωμεθα τας ἀρχας ἐκ πλαγιων της κεφαλης ἁμματιζοντες . Κεφ
γευστων μεταφερομεν τας ἐπικλησεις και ταις των χυμων προσηγοριαις ἀναλογον χρωμεθα ἐπι των ὀσφραντων : οὐδεμια γαρ λανθανει χυμου διαφορα
9999776 ἐγραφη
γαρ Ἀθηναιων ἐφθονειτο . , . : ἐπιτετευγμενως δε αὐτῳ ἐγραφη τα Φαινομενα , ὡς παρευδοκιμηθηναι παντας ὑπ ' Ἀρατου
και ἀρχην αὐτου τηνδε παρεθετο : ὁδε ὁ νομος ἰσος ἐγραφη και ὁμοιος , στιχων τριακοσιων εἰκοσι τριων . Καλλιστιον
9999776 Ἀρταξερξης
παρασκευην , ῥᾳδιως ἀπο των τειχων ἠμυνοντο τους πολιορκουντας . Ἀρταξερξης δε ὁ βασιλευς πυθομενος τα περι την Κυπρον ἐλαττωματα
, ἀλλα λειτουργησει τοις κοινοις , κἀν μη προαιρηται . Ἀρταξερξης γαρ αἰτουμενῳ Σατιβαρζανῃ σατραπειαν τινα μη προσηκουσαν ἐπι τρισχιλιοις
9999776 δυστυχιᾳ
κατηγορον αὐτην τουτων γινεσθαι φησι , τουτεστιν , οἱ κομπαζοντες δυστυχιᾳ περιπιπτοντες ὑστερον αὐτοι ὑπ ' αὐτων ἐξελεγχονται , ἐπι
τουτο γνωρισμα εἰναι ἐπιχωριον και νομιμον Ἀττικον των ἐπι τοιαυτῃ δυστυχιᾳ τετελευτηκοτων και μη ἐν Ἀθηναις ταφεντων . Διδυμος δ
9999776 μιγεισα
και ἠδη μελανθεντα ῥαφανος καταπλασσομενη και ἀρου ῥιζα τεθεισα και μιγεισα μελιτι καταπλασσομενη . τα δε μετα φλεγμονης ὑπωπια πυριων
τ ' Ἐριωπιν . και Ἀρσινοης ὁμοιως : Ἀρσινοη δε μιγεισα Διος και Λητους υἱῳ τικτ ' Ἀσκληπιον υἱον ἀμυμονα
9999776 ἀπελιπε
και ῥᾳθυμιᾳ ἐπειρωντο το χωριον ἀβατον φυλαττειν . Ἀριστοτελης ὁτε ἀπελιπε τας Ἀθηνας δεει της κρισεως , προς τον ἐρομενον
τοιουτῳ συνων σωματι τινα ἡγουμεθα εἰχε ψυχην ; Διογενης ἡνικα ἀπελιπε την πατριδα , εἱς αὐτῳ των οἰκετων ἠκολουθει ὀνομα
9999775 τειρεα
πανθ ' Ἡγησιαναξ τε και Ἑρμιππος τα κατ ' αἰθρην τειρεα και πολλοι ταυτα τα φαινομενα βιβλοις ἐγκατεθεντο , †
το ὀνομα αὐτης ἐτυμολογουσι παρα το ῥειν ἀει και ποιειν τειρεα . και φυσικως ταυτης ἀνδρα τον Κρονον φασιν ,
9999775 χαρακι
ἀλλ ' ὡς ὁτι μαλιστα φθανειν προσβαλλοντα εἰτε φρουριῳ εἰτε χαρακι εἰτε πολει , μαλιστα δ ' ὁτ ' ἀν
. οἱ δε κατασκιρτωντες της ὀλιγοτητος των ἱππεων ἐπηλθον τῳ χαρακι : οἱ μεν ἐχουν τας ταφρους , οἱ δε
9999775 λαβετω
ὑποστρεψας εἰπε προς τους συνδειπνουντας : οὐ δυναμαι τανυσαι , λαβετω δε και ἀλλος . ἠν δε ἐκ νεου προς
φιλοσοφος , ἀλλα ἐπιφανης , ἀλλα πολλοις φιλοις κεχρημενος . λαβετω και ἁγω ἐχω , διδασκετω δ ' ἀλλους .
9999775 ἐνεθηκε
αἰσθησεις , ὁπου και Πραξιτελης εἰς την εἰκονα του Ἐρωτος ἐνεθηκε μικρου και νοηματα και πτερυγι τον ἀερα τεμνειν ἐμηχανησατο
Ἀθηνα δε ἐν μεσῃ τῃ ἀσπιδι της Γοργονος την κεφαλην ἐνεθηκε . λεγεται δε ὑπ ' ἐνιων ὁτι δι '
9999775 πιονι
ὀλεθρον ἐυφρονος υἱει Λερνου ὁν τεκετ ' Ἀμφιαλη Ῥοδιων ἐν πιονι γαιῃ . Τον δ ' ὡς οὐν ἐδαμασσε Παρις
εὐνας „ ἐπεισφερουσι ” χωρῳ ἐνι δρυοεντι , Ὑδης ἐν πιονι δημῳ . ” ἀλλοι δ ' ἐν Κιλικιᾳ ,
9999775 κτητικη
ἐμαυτου οἰκου δεσποζω . φαινεται δε ὁτι παρηξεν αὐτον ἡ κτητικη συνταξις και ἡ προσθεσις του ἀρθρου , ἁπερ οὐκ
παραδεξασθαι την ἐμειο , καθο κυριωτερα λεξις , λεγω ἡ κτητικη ἀντωνυμια , δυναμενη και ἑνεκα μετρου και ἑνεκα λογου
9999775 Θουκυδιδης
παυσασθαι τον πολεμον ἐστιν ὁ Κλεων . ὁπερ οὐν και Θουκυδιδης ἱστορει δια τουτων : “ ἐπειδη και ἡ ἐν
ἑκατερον αὐτων . και ὁριστικῳ συντασσεται ῥηματι και ἀπαρεμφατῳ . Θουκυδιδης ἐν δʹ : ” ἐφ ' ᾡ φυλακῃ τῃ
9999773 ὁλκαδες
ὑπο του Λεπιδου καθειλκοντο , και ὑστερον αὐτας προσιουσας αἱ ὁλκαδες ὡς και τασδε ἀλλας πολεμιας ἐξεκλιναν , ἑως αἱ
χρονοις ἁπαξ ἠ δις , ἀλλ ' ὁσημεραι συνεχως και ὁλκαδες και ἐμποροι κομιζονται δι ' ἀμφοτερας της θαλαττης ,
9999773 Περσικα
Κιμμεριων ἀφανιζων το φως σκοτος ποιει , οὑτως και τα Περσικα βελη πεμπομενα συγκρυψει τον ἡλιον . Λοκρων : ὁ
φησιν Ἱερωνυμος , το μεν προοιμιον ἀκουσα , τα δε Περσικα βουληθεισα δια το ἀτελειωτα εἰναι . καθολου δε φησι
9999773 Μαγνησιᾳ
τας Ἑλληνικας πραξεις , ἀδικεισθαι δε φησιν ὑπο τινος ἐν Μαγνησιᾳ . διακουσον οὐν αὐτου το πραγμα και βοηθησον ὡς
, προς τῳ προτερον αἰρομενῳ πυρσῳ δευτερον ἀνασχοιεν τοις ἐν Μαγνησιᾳ , κἀκεινοι τοις ἐν Παγασαις . Λεωσθενης μεν τρεις
9999772 ἑνδεκατη
ὑστερον παρα Ῥωμαιων ἐκ της Κιλικιας τοις προ Ἀρχελαου και ἑνδεκατη στρατηγια , ἡ περι Κασταβαλα τε και Κυβιστρα μεχρι
' ἀγε νυν ἐπιμεινον ἐνι μεγαροισιν ἐμοισιν , ὀφρα κεν ἑνδεκατη τε δυωδεκατη τε γενηται : και τοτε ς '
9999772 φανερῳ
καλουσιν ἀει φανερους . ταυτα δε ἐστι τα ἑπομενα τῳ φανερῳ πολῳ ἀστρα ἑως του ἀρκτικου κυκλου . και ἐπι
αὐτον Νεμεα , Πυθια , Ἰσθμια , Ὀλυμπια : ἐν φανερῳ δε μη πλεονεκτει μηδ ' ὑφαρπαζε το κοινον .
9999772 χειμωνοϲ
: καλα δε και , ὁϲα θερουϲ μεν ψυχροτερα , χειμωνοϲ δε θερμοτερα . τινεϲ δε και τῳ ϲταθμῳ δοκιμαζουϲι
ἐπιμελειϲθαι ῥητεον . κατακεκλιϲθαι τοινυν προϲηκει τον νοϲουντα ἐν οἰκῳ χειμωνοϲ μεν ἀλεεινῳ , θερουϲ δε ψυχεινοτερῳ , ἡϲυχιαν δε
9999772 Κυνοσαργες
Κοιρωνιδας . γενος ἐστι παρ ' Ἀθηναιοις οἱ Κυννιδαι . Κυνοσαργες : Δημοσθενης ἐν τῳ κατα Τιμοκρατους . ἑν των
, ἐπειπερ οἱ εἰς Κορυβαντων εἰσιοντες παναγεις εἰσιν . Εἰς Κυνοσαργες : εἰρηται ἐπι ὑβρει και ἀρᾳ . Ὠνομασται δε
9999771 τυραννιδα
και αἰτει το γερας : ἡ προβολη : ἐπαυσα την τυραννιδα και δει λαμβανειν με την δωρεαν : τουτο δε
μεν οὐν και ἀριστοκρατιαν και δημοκρατιαν ἐφιεσθαι του ὀρθου : τυραννιδα δε και ὀλιγαρχιαν και ὀχλοκρατιαν του φαυλου . Γιγνεσθαι
9999771 δεκανῳ
ἡ κεφαλη του Λεοντος της δωδεκαωρου . τῳ δε βʹ δεκανῳ παρανατελλουσι Μουσα λυριζουσα και τα μεσα του Κορακος και
των ποδων ὁ της δωδεκαωρου . και τῳ μεν πρωτῳ δεκανῳ ὀνομα Χοου πελει . παρανατελλουσιν αὐτῳ των κατησττερισμενων Πλειαδες

Back