παραβασεως . ἡ δε παραβασις του χορικου . το ἰδιον κωμικου στιχου το ἐκ τρισυλλαβων ὡς ἐπι το πλειστον συγκεισθαι
στιγων εἰτουν στιγματιας . φερει δε και ἀπο χρησεως του κωμικου το ” παλιμβολος τριπρατος ” και πολλακις ἀπημπολημενος .
9999981 ἡγεμονικους
ἐστι : των ποδων ἑκαστος ὁλοις ὀνομασιν περιειλημμενος παντας ὁμοιως ἡγεμονικους και ἀκολουθητικους ἐχει τους † ποδας † , οἱον
Ζευς και Ἡλιος ὁμοσε ἰοντες λαμπρους ἐπιδοξους ἀποτελουσιν , ἀρχικους ἡγεμονικους τυραννικους πρακτικους ὑπο ὀχλων τιμωμενους και εὐφημουμενους , εὐπορους
9999980 κοσμικου
μουσικων λογων ἐστιν ὁ η ἀριθμος και εἰσιν ὁροι του κοσμικου συστηματος οὑτοι : α ἀριθμος ὁ η ἐχει ἐπογδοον
βασιλεων κγʹ , ἐτων δε φϘδʹ , ἀρξαμενος ἀπο του κοσμικου ͵γυοζʹ ἐτους και ληξας εἰς το ͵δοʹ ἐτος ,
9999979 σκοπος
ἰασιν ; και λεγομεν ὁτι οὐδε προς μιαν αἰτιαν ὁ σκοπος : το μεν γαρ τευτλον συνθετον κεκτηται την δυναμιν
πρωτον μεν γαρ αὐτου δει του που ποθ ' ὁ σκοπος στοχασασθαι , και ὁ τοτ ' ἠν παρα των
9999978 παρεστησεν
παρασχων ἱκανος : δια του ἱκανος το ἀξιοπιστον του ποιητου παρεστησεν . οὐκ ἀν οὐν νησων κτἑ . : συλλογισμος
Βρισηιδα . . ὡς γενομενον λεγει , γινομενον δε οὐ παρεστησεν . . . . . Β Κ Λ .
9999978 ἀφοριζειν
ὡς ἐν τῳ προ τουτου λογῳ εἰρηται , γενεσθαι , ἀφοριζειν ἀπο ἑνος και δευτερου βανδου ἠ και προς το
γ κυκλων παραλληλων συνεστηκεν , ὡν οἱ μεν το πλατος ἀφοριζειν Λεγονται του ζῳδιακου κυκλου , ὁ δε δια μεσων
9999978 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999977 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999977 μαχομενα
μερος αὐτο εἰναι των ἐναντιων δεκτικον . εἰ οὐν τα μαχομενα περι ἑν ὑποκειμενον μαχονται , ὡς φησιν ὁ Πλωτινος
κατακλινομενοι χειμεριον . Και ὠτα κρουων ὀνος χειμεριον : και μαχομενα προβατα και ὀρνιθες περι σιτου παρα το ἐθος :
9999977 ἀντιστραφεισης
. εἰ δε ἀποφατικη και ἡ μειζων ᾐ , παλιν ἀντιστραφεισης της ἐλαττονος εἰς την καταφατικην το συμπερασμα ἑξουσιν ,
το δεινον λελυσθαι του παροτρυναντος την πρωτην αἰσθησιν φασκει , ἀντιστραφεισης αὐθις της χολης προς τα κατω . Των γε
9999976 ἀμετοχος
: μεγαλοφωνον τελλεται : γινεται ἀναλκιν : ἀδυνατον ἀμοιρος : ἀμετοχος ἀγαλλων : καλλωπιζων λαγετας : ἡγεμονας μεμαοτας : προθυμους
την οἰκειαν της φυσεως ληξιν ἀνακαμπτειν . ὁ δε κοσμος ἀμετοχος της ἐν τοις λεχθεισιν ἀταξιας ἐστιν . ἐπει ,
9999976 φαλακρους
οἱ κωμικοι εἰσηγον δια γελωτα . οὐδ ' ἐσκωψε τους φαλακρους : Εὐπολις : † ἐποιησα τῳ φαλακρῳ κἀδωρησαμην †
ὠνειδισε . , ὑβρισε . . οὐδ ' ἐσκωψε τους φαλακρους : Ἑρμιππος τις ἠν κωμικος ποιητης : εἰσηξε δε
9999976 ἱστορικου
τῳ Περι Ἰουδαιων συγγραμματι πρωτον μεν ἀμφιβαλλειν , εἰ του ἱστορικου ἐστι το συγγραμμα , δευτερον δε λεγειν , ὁτι
ἀναγκη γαρ ἀπο του παραδειγματος ἠ του μυθικου ἠ του ἱστορικου μεταβαινοντα εἰς το ἰδιον πραγμα το αὐτο λεγειν πολλακις
9999976 τυγχανειν
γαρ ἐνεστι λεγειν μη πασαν ἀκαταληπτον φαντασιαν ἰσην πασῃ ἀκαταληπτῳ τυγχανειν φαντασιᾳ , ἀλλα την μεν μαλλον εἰναι ἀκαταληπτον την
περι των σπονδων οὑτως ἐσπεισαντο , ὡστε μη βεβαιους αὐτας τυγχανειν , ἀλλ ' ἀποτεινεται προς Ἀλκιβιαδην τε και Κλεοβουλον
9999975 ἀναπνοης
γενηθεντος ἀποληται το κατ ' ἐκεινο το μερος ἐργον της ἀναπνοης , ἡ λοιπη κοιλια σῳζομενη το γουν ἡμισυ της
τα των φλεβων ποιει ῥευματα . Παλιν δε το της ἀναπνοης ἰδωμεν παθος , αἱς χρωμενον αἰτιαις τοιουτον γεγονεν οἱονπερ
9999975 ὡροσκοπουντος
μαρτυρουντων συγγενης ἐσται ὁ πεισας και φανησεται ἐλευθερος ὠν . ὡροσκοπουντος Ταυρου ἠ Διδυμων ἠ Καρκινου ἠ Λεοντος ἠ Παρθενου
ταχιον τρεπεσθαι , οὑτως και την των ἀρρενικων ἀπο του ὡροσκοπουντος δια το ἀπηλιωτικωτερον : και οἱ μεν ὁμοιως παρ
9999975 πηλικου
και ἑστωτος πηλικου ἐξετασιν καταγινομενῃ συλληπτρια ὑπηρξεν ἡ σφαιρικη κινουμενου πηλικου ἐπιγνωμων καταστασα , του τελειοτατου δηλονοτι και τεταγμενην και
του μεν οὐν ποσου στοιχειον ἡ μονας , του δε πηλικου στιγμη , λογου δε και ἀναλογιας ἰσοτης . οὐτε
9999975 Συρακουσιων
διαθεσθαι περι της ἀνθρωπου . και γαρ , ὡς πυνθανομαι Συρακουσιων , πασαν τε την ἀλλην ἀρετην , προς δε
Δημοσθενην δε και Νικιαν ἀποθανειν Τιμαιος οὐ φησιν ὑπο των Συρακουσιων καταλευσθεντας , ὡς Φιλιστος ἐγραψε και Θουκυδιδης , ἀλλ
9999975 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999975 συνεμαχησαν
την προαιρεσιν : και αἰνιξαι ἐξ ὡν ἐπι Μαραθωνα οὐ συνεμαχησαν κινδυνευουσῃ τῃ πολει : εἰτα εἰςβαλλεις εἰς την καταστασιν
δε Θουκυδιδης παλιν ζητουμενου , δια τι οἱ Κερκυραιοι οὐδενι συνεμαχησαν , ἀπο της γνωμης ἐπιχειρησας το αὐτο συνεστησε τε
9999975 μακαριους
δε και ὁ αὐτος ἑτερον : νοσησας μεν γαρ τις μακαριους κρινει τους ὑγιαινοντας , και κρειττον παντων ἀποφαινεται την
αὑτον μαλιστα ἐθαυμαζε και ἐξεπληττετο , σοφους ἀν ἡγεισθαι και μακαριους : ὁμως δε προλεγω ὑμιν ὁτι ἐσπουδακατε ἀνδρος ἀκουσαι
9999975 ἐστεφανουν
τουτοις οἱ παρεστωτες παντες των ἐλλογιμων και στρατιωτων τον Ὁμηρον ἐστεφανουν , ὁ δε Πανηδης ἐκρινε νικαν Ἡσιοδον ὡς εἰρηνην
ἀγγελιαν εὐθυς μεταβαλλομενους της ὀργης και στεφανουντας τον ἀπαγγειλαντα . ἐστεφανουν μ ' εὐαγγελια : τους εὐαγγελιζομενους τι ἀγαθον στεφανοις
9999975 κομισασθαι
ἑτερωσε ὁρωσαν λαβειν ζητει και τους εἰωθοτας μισθους των εὐεργεσιων κομισασθαι . δια ταυτα οἱ Φωκεις και το Τιλφωσσαιον ὑμνειται
μεν Ποτιδαιαν και τας ἀποικιας , Αἰγινηται δε την αὑτων κομισασθαι , Μεγαρεις δε ἀγοραις και λιμεσι χρησθαι τοις Ἀθηναιων
9999975 συλλογισμον
ταυτα του πατρος , ὁ ἐστι του κατηγορου , τον συλλογισμον ἐπαγοντος , και ὡς μηδεν διαφερουσι λεγοντος , οὐ
εὑρισκεται το προς τι ἀπο του ἰσου , σιωπωμεν τον συλλογισμον , εἰ μη ἀρα δυναμεθα αὐτον μεθοδῳ τινι εἰσαγαγειν
9999975 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999975 δικελλαν
: την μεν γαρ λιτραν εἰρηκασιν οἱ Σικελικοι κωμῳδοι , δικελλαν δε πενταστατηρον Σωσικρατης ἐν Παρακαταθηκῃ την πενταλιτρον . ὁ
μηχανας , πυρ ἐπι την κομην , ἐπι τους ὀφθαλμους δικελλαν , θυρας τινες ἐπι το στομα και τας της
9999975 βελτιστων
τα της ψυχης , διατηρουσαν την ὑγειαν και την των βελτιστων ἐπιτηδευματων ἐπιθυμιαν . φανερον δε εἰναι και δια της
και μετασχων τουτου του μαθηματος οὐκ ἀν ποτε ἀποσταιη των βελτιστων , οὐδε τουτων ἀμελησας αἰσχρον τι και φαυλον προελοιτ
9999974 δορυφορους
της ἀκροπολεως , το δειξαι φυγαδα , το μηκετι ἐχειν δορυφορους , και εἱς παλιν ἀνθορισμος , ἀλλα τυραννοκτονια ἐστι
οὐκ εἰσω παρηλθεν , οὐ τον κινδυνον τον προς τους δορυφορους ὑπεστη : ὡστε οὐκ ἀν εἰη τυραννοκτονος , οὐδε
9999974 ἀναπνοην
, αἰων γιγνεται . ἀλλ ' ἐν πελαγει συγκλυσμος ; ἀναπνοην ἐχει ” Ζευ σωτερ ” εἰπειν „ ἀντεχου των
διενηχετο λανθανων ἐπι πολυ , μονην ἐκ διαστηματος ἀνισχων την ἀναπνοην , μεχρι φιλιᾳ νηι προσπελασας ὠρεξε τας χειρας και
9999974 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999974 μετεστησεν
: ἠ γαρ το μεγεθος της συμφορας εἰς ἀπαθειαν αὐτον μετεστησεν , ἠ τῳ παιδι συγχαιρων της ληξεως , ἐμεινεν
ἐκ της ἀκροπολεως εἰς το “ βουλευτηριον και την ἀγοραν μετεστησεν Ἐφιαλτης , ὡς φησιν ” Ἀναξιμενης ἐν Φιλιππικοις .
9999974 κοιλιαν
: διαγνωσις δ ' αὐτων πριν μεν ἐσθιειν ἀναπτυξαντι την κοιλιαν , ἐσθιοντι δε κατα την πρωτην εὐθεως ὀδμην τε
τουϲ ἐπιληπτουϲ . ὁ δε Ἀρμενιακοϲ καθαιρει μεν κατω την κοιλιαν , ἐϲτι δε κακοϲτομαχοϲ . Λιθοϲπερμον , οἱ δε
9999974 Ἀρτεμισιον
μαχων : προς γαρ τῃ περι Σαλαμινα την περι το Ἀρτεμισιον σοι προσθησω κατα θαλατταν μαχην . ἀλλα γαρ ἀποβλεποντες
Μαγνησιης : ἐκ δε του στεινου της Εὐβοιης ἠδη το Ἀρτεμισιον δεκεται αἰγιαλος , ἐν δε Ἀρτεμιδος ἱρον . Ἡ
9999974 τελικην
δε ὁθεν γινεται πρωτου μη ἐνυπαρχοντος , ἱνα εἰπῃ την τελικην ἀρχην : αὑτη γαρ ἐξωθεν ἐστι του πραγματος .
οὐ δυναται : ὡστε ἐχοι ἀν και ποιητικην αἰτιαν και τελικην : του γαρ ἀγαθου χαριν και ἐστι τα ἀκινητα
9999974 προσεταξεν
και τον κιονα , ἐν ᾡ ταυτα ἐγεγραπτο , καθελειν προσεταξεν εἰπων προς τους φιλους : οὐδαμως συμφερει τοις βασιλευσιν
, ; , . . τριβωνοφορος ὑπεμεινεν ὁ δε Προκλος προσεταξεν Ἰσιδωρον μετασχηματισασθαι προς τον ἀριστον βιον και τριβωνοφορειν :
9999974 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999974 σκολιων
παιανα . οὐδεμιαν γαρ παιανος ἐμφασιν ἐχει , ἀλλα των σκολιων ἑν τι και αὐτο . ἐχει δε ὡδε :
: ἐπι των θρασυτατων . Ἁρμοδιου μελος : ἐπι των σκολιων . Ἀρας ἱερον : ἐπι των πολλα ἀρωμενων .
9999974 σκοπουντες
μαλλον ἑτερων τυχον μεν και ἀλλως , ἐτι δε κἀκεινο σκοπουντες ὁτι μηδεν ἰδιᾳ μοι διαφερει , μηδε ὀχλησιν τινα
τε τῃ ἠπειρῳ στρατοπεδευομενοι και προσβολας ποιουμενοι τῳ τειχει , σκοπουντες καιρον εἰ τις παραπεσοι ὡστε τους ἀνδρας σωσαι .
9999974 παραδειγματικως
ὡς ἀδικουντες παρωξυναν , την συνηθη πολιτειαν ζητησαντες ; εἰτα παραδειγματικως τουτο εἰπε : δια τουτο προς Δαρειον ἡμεις παρεταξαμεθα
Πολιτειᾳ γραμμης εἰκονας μεν εἰναι των νοητων , προεσταναι δε παραδειγματικως των αἰσθητων : ἐν δε Φαιδωνι της ἀναμνησεως ἡμιν
9999974 Αἰγοκερωτος
του αὐτου ζῳδιου ἠγουν του Ὑδροχοου , τον δε Κρονον Αἰγοκερωτος μοιρᾳ εʹ , τον δε Ἑρμην ἐπ ' αὐτου
, ἀπο Καρκινου ἑως του βορειου πολου και ἀπο του Αἰγοκερωτος , του χειμερινου τροπικου , ἑως του νοτιου πολου
9999974 Ἀνδρονικον
τους ὀφθαλμους . Ὁ δη και γενομενον μεγαλως ἠνιασε τον Ἀνδρονικον και μαλλον ὁτι και πειρασθεις διασωσασθαι τουτον οὐ δεδυνητο
ἐπενδυουσι σχημα , και οὑτω του φρουριου ἐξαγαγοντες προς τον Ἀνδρονικον μετα πλειστης ὁτι της περιχαρειας ἀπαγουσιν : ὁ δε
9999974 ἑνικως
. . . ἀφυη : ἰχθυδιον μικρον : εἰρηται δε ἑνικως σπανιως . Ἀριστοφανης : † οὐποτ ' ἀφυας εἰδον
συμφερον . Ἀντρωνας ] πολις Εὐβοιας πληθυντικως λεγομενη . Ὁμηρος ἑνικως ἀγχιαλον τ ' Ἀντρωνα ἰδε Πτελεον λεχεποιην . εἰσι
9999974 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999974 Λευκανους
πολεμον . ἠλπιζε γαρ ὁ Διονυσιος των Ἰταλιωτων πολεμουντων προς Λευκανους ἐπελθων ῥᾳδιως ἀν κρατησαι των κατ ' Ἰταλιαν πραγματων
και κουφοτητι διωσαμενων το πυρ , Φ . μεν εἰς Λευκανους φυγων ἐκειθεν ἀνεσωθη προς τους ἀλλους φιλους ἠδη παλιν
9999974 Σικελικον
εἰναι τα περι τον Ποντον , το δε Κρητικον και Σικελικον και Σαρδῳον πελαγος σφοδρα βαθεα : των γαρ ποταμων
της των Ἀθηναιων δυναμεως παραπλευσαντες εἰς Αἰγεσταν , Ὑκκαρα μεν Σικελικον πολισματιον ἑλοντες ἐκ των λαφυρων συνηγαγον ἑκατον ταλαντα :
9999974 ἐσχατης
σε δωρεαις τετιμηκαμεν ; ὑποπτευσουσι γαρ ἡμας εἰκοτως ἐξ ἀνανδριας ἐσχατης εὐεργετην ὁριζεσθαι τον διαλυοντα μαχην και το συμπλοκης ἀπηλλαχθαι
ὁμοιου γαρ ] : το γαρ σπερμα περιττωμα ἠν της ἐσχατης τροφης . γινεται οὐν τηνικαυτα και γενεσεως αἰτια τροφη
9999974 κρυσταλλον
μεγιστου πιθου και πανυ γαστριδος . οὐκουν ἰχθυες πολλοι τον κρυσταλλον διαδραναι θελοντες οἱονει στεγην ἐπικειμενον και ποθουντες το φως
ἡτις οὐκ ἐχει ζων φυτον δια την χιονα και τον κρυσταλλον , ἀλλ ' ἐψιλωται . και παντα δε τα
9999974 σκολιος
τα μετρα της ζωης . νγʹ Ὁ δ ' αὐ σκολιος Εἰπων περι του εὐγενεστερου των ἱππων , λοιπον τα
Σκοπησον οὐν κατα την ἀντιθεσιν : ἐκεινος ὀρθος , οὑτος σκολιος , ὡς της ἐπιθυμιας ὠν : ἡ γαρ ἐπιθυμια
9999974 οἰκειοτατα
ὀντεσσι και διαφοροις ταν φυσιν ἐξαρχει τι ζῳον κατ ' οἰκειοτατα ἐγγενη και δια το μετεχεν πλεον τω θειω .
δε γενει μεν ἐγγυτατω προσηκοντες , χρωμενοι δε ἐκεινῳ παντων οἰκειοτατα , δεδωκοτων δ ' ἡμιν και των νομων κατα
9999974 πλατεως
ποιων τῃ αὐτοθι δηλονοτι οἰκησει τον Ἀλφειον τον ποταμον τον πλατεως ῥεοντα , και ὁ τιμων ἀπο κοινου , το
: του γαρ ἐκ κεφαλης ὁλκου μεχρις ὀμφαλου ἁδρου και πλατεως ὀντος , εἰκος ἐστιν ἐχειν και τας φολιδας πλατειας
9999974 ἀποκαθαιρει
. και ὁ χυλοϲ δε του καρπου τα ἐν ὀφθαλμοιϲ ἀποκαθαιρει . Δρυοϲ ἁπαντα τα μορια ϲτυφουϲηϲ μετεχει ποιοτητοϲ ,
, χρηϲιμον δε ἐϲτι προϲ πιτυρα και ἀχωραϲ και ἐφηλειϲ ἀποκαθαιρει και το προϲωπον λευκαινει και ἀποϲμηχει και προϲφατον ποιει
9999974 ἀπενεγκασθαι
τε και ἱκανως : ὡστε τα πρωτεια της ἰατρικης εὐκλειας ἀπενεγκασθαι των καθ ' ἑαυτον ἰατρων , παραβαλλεσθαι δε ἠδη
τα πρωτ ' ἐσεσθαι : ἀντι του : τα πρωτεια ἀπενεγκασθαι και βασιλευσειν κατα την Κορινθιαν ἁμα τοις ἐκ Γλαυκης
9999974 ἐνεκειντο
διδοντων δε σφισι δικας των Ἀργειων , οἱ δε δευτερα ἐνεκειντο Κορινθιοις ἐκσπονδον το Ἀργολικον παν του ἀγωνος γενεσθαι του
. τοτε οὐν ἀναβεβηκοτες και οὑτοι παρα την βουλην προθυμοτατα ἐνεκειντο Ἀχαιοις : Ἀχαιοι δε σφισιν ἀπελθουσιν ἐπιβαλλουσιν ἐν τῳ
9999974 αἰχμαλωτων
. Σηταιον χωρα περι Συβαριν , ἐνθα Σηταιαν μιαν των αἰχμαλωτων πεισασαν τας ἀλλας των Ἑλληνων ἐμπρησαι τας ναυς αὐτοι
φυγην ἀνεσκεδασαν , τους δε ἐπιστροφαδην κτεινοντες ἡβηδον διαφθειρουσιν , αἰχμαλωτων δε πολυν ὀχλον ἀγαγοντες μετα της ἀλλης λειας διενεμοντο
9999974 θερμοτεροι
μεν οὐν ὠχροι δολερωτεροι , οἱ δε αἱματωδεις ἀβουλοτεροι και θερμοτεροι . ὁσοις δε οὐ κεγχροι εἰσι χαροποις , ἀλλ
τε και κιρρος ὁμοιως τοις προειρημενοις ὠν , ἐπιτηδειος : θερμοτεροι γαρ παντες εἰσιν οἱ τοιουτοι , και ἑτοιμον ἐστι
9999974 θαυμαστου
πολλαπλασιεπιμοριον και το πολλαπλα - σιεπιμερες , νυν ἐξ ἑτερου θαυμαστου προσταγματος δεικνυσι την ταξιν , ἀναφαινονται οὐν εὐτακτως τα
ἐπειδαν ἐκγραψῃ . Και περι της ἀνωθεν προς ἡμας του θαυμαστου Θαλασσιου φιλιας και περι των πονων , οὑς ὑπεμεινεν
9999974 συμπτωσεως
κυκλου περιφερειας δυο εὐθειαι ἐφαπτομεναι συμπιπτωσιν , ἡ ἀπο της συμπτωσεως ἀγομενη διαμετρος διχα τεμει την τας ἁφας ἐπιζευγνυουσαν εὐθειαν
προσεισιν : ἐκ γαρ της [ δια ] των τοπων συμπτωσεως προδηλα κρινειν των γενομενων τα πραγματα . και το
9999974 σχολαστικος
οἱ Σαμιοι ἀνεβοησαν εὐφημουντες αὐτον και θαυμαζοντες . ὁ δε σχολαστικος προσπεσων τηνικαυτα τῳ Ξανθῳ , νενικησθαι τε ὡμολογει και
, οἱον ὁλος ὁ φορος ἠλθε και ὁ δεινα ὁ σχολαστικος . Παρονομασια δε ἐστι παραποιησις ὀνοματος προς παραπλησιον ἐγγυς
9999974 μαλακου
μεν την του ἐναρμονιου , τρεις δε του χρωματικου , μαλακου τε και ἡμιολιου και τονιαιου , τας δε λοιπας
φαρμακον , εἰτ ' εἰς χαλκουν ἀναληφθεν ἀγγειον ἑψεται ἐπι μαλακου πυρος , μεχρι γενηται ἰξωδες , εἰτα μεταχειται εἰς
9999974 προσαγορευσας
ἀποθανειν ἠθελεν . οὑτω δε γνωμης ἐχων ἐλεφαντι περιτυγχανει και προσαγορευσας εἱστηκει διαλεγομενος . και ὁρων διαπαντος τα ὠτα κινουντα
, ὁ δε ἀναγαγων ἐξ Ἁιδου την μητερα , και προσαγορευσας Θυωνην , μετ ' αὐτης εἰς οὐρανον ἀνηλθεν .
9999974 μισθωσασθαι
ναυσθλωσομαι : οὐ νεως ἐπιβησομαι . κυριως δε το ναυν μισθωσασθαι . ὡς εἰς ναυν . του μυθοποιου . φερεται
. μισθοφορων ] μισθον δεχομενος ἐκ της πολεως ὑπερ του μισθωσασθαι ξενους και διαδουναι αὐτοις χρηματα . . . .
9999974 σκεπτικοις
, φησομεν , και την φωνην ἀνυπαρκτον ἡμιν ἐν τοις σκεπτικοις ὑπομνημασι δεδειχθαι ἀπο της των δογματικων μαρτυριας . οἱ
ἐστι το ὁλον και τινα τα μερη , τοις δε σκεπτικοις προς ἐλεγχον της των δογματικων προπετειας . και δη
9999974 Ἱππονικου
ἐοντας ἑτερου πρηγματος εἱνεκα ἀγγελους Ἀθηναιων , Καλλιην τε τον Ἱππονικου και τους μετα τουτου ἀναβαντας , Ἀργειους δε τον
δεοι σε τἀληθη λεγειν , φαιης ἀν εἰναι Καλλιου του Ἱππονικου πλουσιωτερος ; καιτοι οὐκ ἀν ἀμαθεστερος γε ὁμολογησαις ἀν
9999974 φοβερωτατον
ὑπαρξασα προσοδος το ἐπιτηδειον συγκατασκευαζοι ἀν . ὁ δε ἰσως φοβερωτατον δοκει πασιν εἰναι , μη , εἰ ἀγαν πολλα
ὑμιν και τρυφαν μη μιαινομενοις . ἡμας δε σκυθρωποτατον και φοβερωτατον ἐδεξατο βιου και χρονου μερος , εἰς πολλην και
9999974 θερμοτερα
παρουσαν φρικην , συννευει προς ἑαυτο και ἀποφευγει προς τα θερμοτερα μερη του σωματος : τουτου δε ἀναθολουμενου και καθισταμενου
ζωμον Κυδωνιου ἠ μυρτων συν οἰνῳ στυφοντι . ἐπιθεματα δε θερμοτερα μεν το τε δε δια δαφνιδων και το δια
9999974 παραλληλα
αἱ κοιναι αὐτων τομαι παραλληλοι εἰσιν . Δυο γαρ ἐπιπεδα παραλληλα τα ΑΒ , ΓΔ ὑπο ἐπιπεδου του ΕΖΗΘ τεμνεσθω
ΒΓ παραλληλοι εἰσιν ἀλληλαις . παλιν , ἐπει δυο ἐπιπεδα παραλληλα τα ΝΗΞ , ΒΕΓ ὑπο τινος ἐπιπεδου του ΑΗΚ
9999973 ὀνομαζει
τοις δε ἀλλοις οὐ συνηθη , ὡς εἰ τις ἀγοραν ὀνομαζει τον λιμενα , καθαπερ Θετταλοι , ἠ κλεινον ἀντι
ἐν τῳ ὀντι . Ὡστε την οὑτω διαθεσιν εἰ τις ὀνομαζει προνοιαν , οὑτω νοειτω , ὁτι ἐστι προ τουδε
9999973 συναχθεισης
τιμαις παραπεμποντες εἰς την πολιν . ἐκκλησιας δε μετα τουτο συναχθεισης , ἐν ᾑ διηνεγκαν ὑπερ αὐτου τας ψηφους αἱ
πειθομενων δε αὐτων ἀπειλουντες πολεμησειν αὐτοις μετα των συμμαχων . συναχθεισης οὐν περι τουτων ἐκκλησιας , ὁ Περικλης , δεινοτητι
9999973 θερμοτης
και τῳ θερει καιονται . Χρη δε , ὁσον ἡ θερμοτης του ἡλιου κατεισι , τοσουτον ὀρυττειν και φυτευειν ,
ὑγιασαντος τριψις ἐγενετο των ποδων του καμνοντος , και ἐντευθεν θερμοτης ἐκινηθη , και ἐδρασεν εἰς τα ἐνοχλουντα αἰτια και
9999973 ἀφροδισιαζειν
ἀλλας διαθεσεις του σωματος : και γαρ ἐπι πονοις πονηρον ἀφροδισιαζειν , καιτοι διαλυειν πεπιστευται τους πονους : οὐ μην
τξεʹ δοσεις . παραφυλαττεσθω δε ὁ παραλαμβανων μη χολαν μηδε ἀφροδισιαζειν μηδε πινειν οἰνους στυφοντας ἠ πανυ γλυκεις και παντα
9999973 ἀποδεικτικην
εἰπων δε την τοιαυτην δειξιν λογικην εἰναι ἀλλ ' οὐκ ἀποδεικτικην ἑξης προτιθεται ζητησαι , εἰ ὁλως ἐνδεχεται , πως
χειρας ποδας κεφαλην φλεβας σαρκας ὀστα . προς δε την ἀποδεικτικην ἐναντιως ἐχει ἡ ἀναλυτικη , ὁτι ἡ μεν ἀποδεικτικη
9999973 συνεστωσης
οἱς λεγει : ἐπειδη γαρ ἐστιν προς ἀνδρα και οὐχι συνεστωσης πολεως ἰσχυν ὁ πολεμος . . . . ἐγραψαςΦορμιωνι
μη ζοφος και ὀμβρος και βρονται βαρειαι της μαχης ἐτι συνεστωσης ἐπιπεσουσαι διεστησαν αὐτους ἀπ ' ἀλληλων και ὁ ἀγων
9999973 κατηντησεν
ἐτους ἐκεινου , ἀλλ ' ὁρωμεν το ζῳδιον ἐν ᾡ κατηντησεν ὁ περιπατος ἀπο του ἀφετου εἰτε αὐτος ὁ Ἡλιος
, οὐκ ὀλιγην δε ἐρημον διελθων ἐπι τα Ὠρειτιδος ὁρια κατηντησεν . εἰς τρια δε μερη την δυναμιν διελομενος του
9999973 κατεληξεν
οἱον τε ἀνθρωπον ἀγαθον ἀποτελουσα . εἰς τουτο γαρ και κατεληξεν ὁ λογος μελλων μεταβαινειν ἐπι τα θεοποια παραγγελματα .
ζῳδιῳ παρειχον μοιρας λ : και ὁπου δ ' ἀν κατεληξεν , ἐκεινο ἐλεγον εἰναι το δωδεκατημοριον . οὑτω και
9999973 λιθοις
το πελαγος και εὐθυνων ἐπι τον ἐσπλουν . ἐχου δε λιθοις τε μεγαλοις και πυκνοις , ἱνα μη ὑπο του
, ἐπι τουτοις ἐστι και ἡ λαμπροτης : οἱον οὐ λιθοις ἐτειχισα την πολιν οὐδε πλινθοις ἐγω , οὐδ '
9999973 τοιουτῳ
την καρδιαν ἐνδεικνυται πεπονθεναι και οὐ τον ἐγκεφαλον , τροπῳ τοιουτῳ : πυρετος ὑποκειται ὀξυς : ἐπι τῳ πυρετῳ βλαπτεται
τις ἡ διδασκαλια των προς τι . ἰστεον τοινυν ὁτι τοιουτῳ κεχρηται τροπῳ διδασκαλιας τῳ ῥηθησομενῳ : πρωτον ὁριζεται τα
9999973 πινομενοϲ
οὐτε πυκνοϲ ἐϲτιν οὐτε καρτεροϲ και δυναται μετ ' οἰνου πινομενοϲ ἀκρατου αἱμοπτυικουϲ ὠφελειν . ὁ δε ἐκλευκοϲ και ϲποδιζων
ὀξυκρατου διδοαϲιν . Ἀκτηϲ του φλοιου τηϲ ῥιζηϲ ὁ χυλοϲ πινομενοϲ ὁϲον # β ϲυν οἰνῳ ὑδωρ ἀγει . Κολοκυνθιδοϲ
9999973 εὐποριαν
δια τιμην , ἠ φιλαρχιαν , ἠ κερδος , ἠ εὐποριαν . Καταλυεσθαι δε τας πολιτειας δια δυο αἰτιας ,
χηρᾳ διαβολην . Ὁ μεγας ἀγαθα σημαινει μεγιστα : δουλῳ εὐποριαν , παρθενῳ γαμον , χηρᾳ ὠφελειαν . Ὀνυχες ἀριστερου
9999973 κατηγορησεν
ἐπι το ἀρχειον αὑτων . και ὁ Καισαρ οὐκετι ἐνεγκων κατηγορησεν ἐπι της βουλης των περι τον Μαρυλλον ὡς ἐπιβουλευοντων
τῃ φωνῃ , ὡσπερ και νυν , μαρτυρα μεν ὡν κατηγορησεν οὐδενα παρασχομενος οὐτε των δημοτων οὐτε των ἀλλων πολιτων
9999973 βακτηριας
ἐστιν ἀκανθα λευκη τριοζος , ἐξ ἡς και σκυταλια και βακτηριας ποιουσιν : ὀπωδης δε και μανη : ταυτην δε
, την δε βασιν προς τῳ ὁρωμενῳ : ὡς δια βακτηριας οὐν του ταθεντος ἀερος το βλεπομενον ἀναγγελλεσθαι . Ἀκουειν
9999973 Αἰσωπος
τῳ Ξανθῳ το τελος και ἀπηλλαγησαν . Ὁ μεν οὐν Αἰσωπος ἠκολουθει προς την οἰκιαν ἀπιοντι τῳ Ξανθῳ . μεσημβρινου
Ζηνας ἀκουσας του Αἰσωπου οὑτως λαλουντος ἐθαμβηθη και φησιν ” Αἰσωπος λαλειν ἀρξαμενος ἐμε κεκρουκε : προκαταλαβωμαι αὐτου , ἐπει
9999973 ἀκαθαρτων
. οἱ δε προς ἀμυναν εὐτρεπεις των οὑτως βεβηλων και ἀκαθαρτων τροπων δυο μεν εἰσιν ἀριθμῳ , Συμεων και Λευι
ἐγκαθιστεον δε αὐτας εἰς ἀφεψημα θερμων . Ἐπι δε των ἀκαθαρτων ἐν μητρᾳ ἑλκων χρηστεον τῃ Αἰγυπτιᾳ οὐ τῃ δια
9999973 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999973 Λακωνικου
ὑμενα . * ἐκτα : ἐκτανε * Ἀμυκλαιου : του Λακωνικου * ἠραξε : ἐκοψε ὀποιο : ὀπον νυν τον
ὡς ἐοικε , συκοφαντας αἱρουμενοι τους ἀξιοπιστοτατους των πολιτων . Λακωνικου δε συκου μνημονευει Ἀριστοφανης : συκας φυτευω παντα πλην
9999973 σπληνικοις
ἑλενιου ἰσα , και ἡμεις οὑτως . Ἀντιδοτος ἡπατικοις , σπληνικοις , ἰκτερικοις , προς θωρακος πονους , ὑποχονδρια διῳδηκοτα
α # βαλλουσιν . Το δια σπυραθων κειται ἐν τοις σπληνικοις . Ἰπωτηριον ὑδρωπικοις , σπληνικοις , ἰσχιαδικοις , ἀρθριτικοις
9999973 ἐφαινοντο
και ἐκ των ταξεων ὁσοι ἐς φυλακην της χωρας ἱκανοι ἐφαινοντο , πολιν τε ἐνταυθα κτισαι ἐκελευσεν ἐπ ' αὐτῃ
δε ἀντιπραττειν οὐδεν , ἀλλ ' ἀτρεμειν , ὡς ἐκεινοις ἐφαινοντο , ἐπει δ ' αὐτοι προσῃεσαν , πρηστηρες αὐτους
9999973 μυροβαλανου
μοδ . α , ϲεμιδαλεωϲ # δ , τριφυλλου , μυροβαλανου , ἰρεωϲ Ἰλλυρικηϲ ἀνα λι . δ , ἀμμωνιακου
μυελος ἐλαφειος . ἀντι μυοχοδων , μυιας ἰσα . ἀντι μυροβαλανου , πευκινον ἠ γλαυκιον . ἀντι μυρσινιτου , ὀπος
9999973 Κολοφωνος
την νοσον , ἀλλα τυφλωθηναι ἐνθαυτα . ἐκ δε της Κολοφωνος τυφλος ἐων ἀπικνεεται εἰς την Σμυρναν και οὑτως ἐπεχειρει
. οὐχ οὑτω Φαιδρον ἀπωλεσαμεν ; Ἀρχεανασσαν ἐχω την ἐκ Κολοφωνος ἑταιραν , ἡς και ἐπι ῥυτιδων πικρος ἐπεστιν ἐρως
9999973 ἐκτροπας
Την ἀμειβουσαν και ἀλλαττουσαν την πορειαν : ἐχει γαρ πολλας ἐκτροπας ἡ τριοδος . Το δε τεον εἰ μισθῳ ]
, λιμενας , ἀρτοπωλια , πορνει ' , ἀναπαυλας , ἐκτροπας , κρηνας , ὁδους , πολεις , διαιτας ,
9999973 μαχου
? εἰ κλυων [ γνωμης ] ἀτερ [ ] ηι μαχου [ ] εὐ ? ? φρονει [ ] !
τουτο πρασσοντι , ἀλλα προς την δοξαν . ᾑ παντη μαχου , κἀν μηδεν σε ἐπειγῃ : καλον γαρ τι
9999973 κρατεροι
κλονεουσι ῥινοισιν πισυνοι σακεεσσι τε και τελαμωσι , τους οὐτε κρατεροι γενυων ταμνουσιν ὀδοντες , οὐτε σιδηρειων ὀνυχων πειρουσιν ἀκωκαι
, νυν μοι ἐελδομενῳ τεκμηρατε , οἱ τινες ἐστε ἐκπαγλως κρατεροι και ἀμυμονες : ἠ γαρ ἱκανει ἐργον ἀναγκαιης .
9999973 ἀθροιζειν
βασιλικην ἐσθητα περιετιθει της συνηθους οὐκ ἐλαττουμενην , και λαον ἀθροιζειν συνεβουλευεν , ἐχων και αὐτος δυναμιν οὐκ ὀλιγην ,
μεγαλῃ δυναμει στρατευσουσιν ἐπι τους Φωκεις ὁ Φιλομηλος ἐκρινε μισθοφορων ἀθροιζειν πληθος . προσδεομενου δε του πολεμου χρηματων πλειονων ἠναγκαζετο
9999973 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999973 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999973 πιθανοτητος
' αὐ κακουργειν ἀσεβεια : το δε μετα λογου και πιθανοτητος ἐπιχειρειν τι και πραττειν κακον οὐχ ἁπλη ἐστιν ἀσεβεια
γενεσθαι δια το μελειν αὐτῳ καλλους μαλλον και ἐπιμελειας ἠ πιθανοτητος και ἀληθειας . ταις μεντοι καθ ' ὁλον κωλον
9999973 παραλλαγην
ἡ δε δευτερα δυο , ἐπι τετραγωνον ἐγηγερμενη , μιαν παραλλαγην ἐχουσα παρα της ἐπι της βασεως γωνιας , ὑπο
γαρ τον ἰχθυν ἐγχυλον , μικραν ἐχοντα των ὠμων την παραλλαγην , οὐχ οἱον ὑγραν τροφην ἐπιζητουσιν , ἀλλ '
9999973 ἐστεφανουτο
ἡς ἠρχεν ὑπευθυνος ἠν , ἐφ ' οἱς δ ' ἐστεφανουτο οὐχ ὑπευθυνος . οὐκουν οὐδ ' ἐγω : ταὐτα
ἐνταυθα δηλουν ὁτι ὁ στεφανουμενος προ του ἀγωνισασθαι τους τραγῳδους ἐστεφανουτο . . . . μετα γαρ τον στεφανον ἠγωνιζοντο
9999973 Ἀπολλοφανης
τι οὐ ποιησει , εἰπειν φασιν αὐτον ὁτι ἠν αὐτῳ Ἀπολλοφανης ὁ Πυδναιος ξενος και φιλος , ἐπειδη δε δολοφονηθεις
δε . Ἀρτεμιδωρος δ ' ὁ Ἀριστοφανειος ποτηριον ποιον . Ἀπολλοφανης δε Κρησι : και λεπαστα μ ' ἁδυοινος εὐφρανει
9999973 ἐπανεισι
τοις εἰρημενοις δοθεντων , μετα βαρβαρικης πολυπληθιας ἐς την Ῥωμαϊκην ἐπανεισι γην και ταυτην προλοχισας ἀντικρυ της ὀχθης νυκτος διανιστησιν
πολλην αὐτος ἀνδραποδων τε και βοσκηματων και τῃ στρατιᾳ διαδους ἐπανεισι φθινοπωρου ἐς το Βυζαντιον . και τεταρτον δη και
9999973 ὁριστικως
, εἰ μελλει ὁ ὁρισμος ἀποδεικνυσθαι , ὁταν ὁ μεσος ὁριστικως ληφθῃ κατα του ἐλαττονος , ὁς και το ὁριστον
πλατυνομενη ἐν τῃ κατα ῥητον και διανοιαν της ἐξετασεως στασει ὁριστικως ἐργαζεται , λεγεται κατα ὁρον ἐξεταζεσθαι , τουτεστι του
9999973 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι

Back