. τουτου : του προσθειναι την κλιμακα . του γαρ κωδωνος : Θουκυδιδης του γαρ κωδωνος παρενεχθεντος , ἀρσενικως :
πνευματος τῳ χονδρωδει , ὁπερ φησιν ἐξηρτησθαι ἐντος του ὠτος κωδωνος δικην αἰωρουμενον και τυπτομενον . Ἀλκμαιων ἀκουειν ἡμας τῳ
9999983 παραταττεσθαι
ταὐτον ἐμοι ἐφη , Ὑγιαινε , βασιλευ , καιρος ἠδη παραταττεσθαι . ταραχθεντων δε των παροντων προς το παραδοξον της
πως δε κἀν ἡμεις οἱ μηδε την ἀγοραν εἰδοτες ὑπομειναιμεν παραταττεσθαι και ὁπλομαχοις ἀνδρασιν ὑπηρετειν ; δυοιν δε ὀντοιν χαλεποιν
9999983 ὑποπτερος
δωματα . . . . ἱνα μαθωσι τι ἐστιν ἡ ὑποπτερος δρυς και το ἐπ ' αὐτηι πεποικιλμενον φαρος ,
εὑρειν τεχνην , δι ' ἡς ἀρθεις ἀφ ' Ἑλληνων ὑποπτερος , μεταρσιος ἐκεισε πετωμαι . ἀλλα γαρ ἐφθης ,
9999983 διπλασιον
παραλληλοις ταις ΒΓ , ΑΕ . ἀλλα το ΑΒΓΔ παραλληλογραμμον διπλασιον ἐστι του ΑΒΓ τριγωνου : ἡ γαρ ΑΓ διαμετρος
ἐστιν ἰση ἡ ὑπο ΔΛΠ γωνια τῃ ὑπο ΚΛΝ : διπλασιον ἀρα ἐστι το ὑπο ΚΛΝ του ὑπο ΛΔΓ .
9999983 ἐπανερεσθαι
, οὐτε πυρετων ἐπιλαμβανοντων , οὐτε ἐμπυηματων ἐπιγινομενων , τουτους ἐπανερεσθαι , ὁκοταν βησσωσι τε και δυσπνοοι ἐωσιν , εἰ
ταυτ ' ἐχῃ ἀμφω , χρονιον το νουσημα γινεται : ἐπανερεσθαι δε και εἰ ἐν τῳ μηρῳ ναρκαι ἐγγινονται ,
9999983 λειμωνος
. το γαρ του σωματος καλλος αὐτης προς τα του λειμωνος ἠριζεν ἀνθη . ναρκισσου μεν το προσωπον ἐστιλβε χροιαν
γης ἐστι κοσμος , φυτων ἀγλαϊσμα , ὀφθαλμος ἀνθεων , λειμωνος ἐρυθημα , καλλος ἀστραπτον : ἐρωτος πνεει , Ἀφροδιτην
9999983 ὠνομασμενος
Λιθος ὁ αἱματιτης , ἀπ ' αὐτης της χροιας οὑτως ὠνομασμενος , αἱματωδης γαρ ἐστι την μορφην . Αλλα και
Κιρραιον ὠνομασμενον πεδιον και λιμην ὁ νυν ἐξαγιστος και ἐπαρατος ὠνομασμενος . Ταυτην ποτε την χωραν κατῳκησαν Κιρραιοι και Κραγαλιδαι
9999983 γενικωτερον
περι σφυρον παχεια μισητη γυνη οὑτως ἐξηγουνται . μηποτε μεντοι γενικωτερον ἐστιν ἀπληστια , ὁ και νυν ἐμφαινεται . λουμενος
ὡστε το μεν των μυθικων ὑμνων [ το ] μερος γενικωτερον ἀν εἰη , το δε των γενεαλογικων εἰδικωτερον .
9999983 Στρατων
, ἀλλα και ὁ Πλατων κτλ . . , : Στρατων μεν προσειναι τοις σωμασι φυσικον βαρος , τα δε
: καθηνται δε και οἱ ποιησαντες τα ἀγαλματα Ξενοφιλος και Στρατων . ἐξ ἀρχης δε ἱδρυσατο Σφυρος το ἱερον ,
9999983 βουλευεται
ὡσαυτως , οὐχ ὡς περι ἰδιου μιᾳ τινι των αἰσθησεων βουλευεται , ἀλλα περι του ἁπλως και καθ ' ἑκαστα
μη ἐχων ὁ Στρεψιαδης , τι ποιησει τα χρεα , βουλευεται ⌈ προσελθειν [ προσαγαγειν ] τῳ Σωκρατει τον τουτου
9999983 γινομενοι
κυων ὡσαυτως : ἐπι δεξιον δε χειμωνα . Τεττιγες πολλοι γινομενοι νοσωδες το ἐτος σημαινουσι . Λυχνος χειμωνος καιομενος ἡσυχαιος
τους θυρεους εἰς ὑψος ἀνατεινοντες , ἐπειτα γυροι και βραχεις γινομενοι , τας μεν ἐκεινων πληγας ὑπερπετεις γινομενας ἀπρακτους και
9999982 ἀπεργαζεται
ἐπιμελεια μεν εὐ διατιθησι , ῥᾳθυμια δε ἀκροσφαλη και σαθραν ἀπεργαζεται . μη γαρ δη οἰου , εἰ μεν οἰκιαν
και ψυξεις πραξεων και κινδυνους και ἐκτρωσμους και αἱμαγμους γυναικων ἀπεργαζεται και νοσους . Και ἐαν ἐν Ἡλιου οἰκῳ ἡ
9999982 ἐπαγγειλαμενος
νοσερου γενεσιν λεγων , πολυχρονιον αὐτον τῃ μητρι † ὡς ἐπαγγειλαμενος ᾐτει τον μισθον . της δε εἰπουσης : Ἐλθοντι
' οἱς προτερον ηὐξηθη , φενακιζων ἀει τινας και μεγαλα ἐπαγγειλαμενος εὐεργετησειν μεχρι του ἁπαντας ὑφορασθαι και διαβεβλησθαι προς αὐτον
9999982 πολιτευομενοις
οὐχ ὑμιν , ὠ Οὐεργινιε , τοις τα καλα ταυτα πολιτευομενοις ; ἡμιν μεν οὐν , οἱς ἀναγκη μηδεν ταπεινον
, και ταυτα εἰδοτα , ὁτι τοις μεν ἐν δημοκρατιᾳ πολιτευομενοις ἡ ἀναφορα περι παντων των πραγματων εἰς τον νομον
9999982 λαμβανοντος
καθοσον δε ἰσον , δυο τινων ἐστι , του τε λαμβανοντος και του δωρου : το γαρ ἰσον των προς
ἐπιστημην του εὐ λεγειν , ἀλλως μεν Ξενοκρατους την ἐπιστημην λαμβανοντος και ἀρχαϊκῳ , νομῳ ἀντι της τεχνης , ἀλλως
9999982 ξυλινος
μεσῳ πυργος ὑψηλοτατος τε ἠν , και ἐπ ' αὐτου ξυλινος ἐπεκειτο τετρωροφος , ὁθεν καθεωρα τα γιγνομενα ἐν τῃ
τινα ποτε χαλκουν ἠ ξυλινον και χρυσεον προσην . οὐδαμως ξυλινος ἐκεινος * * * * ἀλλα χαλκους ὠν ἀπεδρα
9999982 καταστησας
ποιησας ἐκει τετρακιονιον ἐν ὑψει ἐστησεν αὐτην την Τυχην , καταστησας ἐμπροσθεν αὐτης βωμον ὑψηλον : ἡντινα στηλην της Τυχης
δια κηδους ἑαυτῳ ᾠκειωσατο , δομεστικον των Σχολων της ἀνατολης καταστησας , αὐτοκρατορα στρατηγον του κατα Τουρκων πολεμου τουτον ἐκπεπομφεν
9999982 πολυτελει
ἐστιν ἐπιστολων , παντως αὐτῳ δηλουν εἰ τινι συμπεριενεχθειη δειπνῳ πολυτελει , τα ὁμοια κἀκεινου ἀντιπροπινοντος αὐτῳ . ἑκατερων οὐν
το δε κενον δυσποριστον , οἱ τε λιτοι χυλοι ἰσην πολυτελει διαιτῃ την ἡδονην ἐπιφερουσιν , ὁταν ἁπαν το ἀλγουν
9999981 ἐλθουσιν
[ [ ] ! [ ! ! ! ] ν ἐλθουσιν μαφ ! ! [ ! ] ? [ .
τυραννουντων . Και τουτο δις τρις ἑτεροις και ἑτεροις πρεσβεσιν ἐλθουσιν εἰπων ἐπηγγελλεν ὁμως , εἰ θελοιεν την τε συγκλητον
9999981 φιληματων
, μονου δε ἐμβαλουσα ὑδατος και τοις χειλεσι προσφερουσα πληρου φιληματων το ἐκπωμα και οὑτως διδου τοις δεομενοις . ἐστι
δε μηρων ἁγνον οὐ κατηιδεσω , ὠ δυσχαριστε των πικρων φιληματων . Πως ἀν τις διακρινειε τον κολακα του φιλου
9999981 ἐπιλαμβανεσθαι
ἡ βατος , ” ἐμου βουληθεισα ἐπιλαβεσθαι , ἡτις παντων ἐπιλαμβανεσθαι εἰωθα . ” ὁ μυθος δηλοι , ὁτι οὑτω
ψυχη οὐν αἰτια τοιαυτην ἐχουσα φυσιν ὡστε των αἰσθητων παραρρεοντων ἐπιλαμβανεσθαι των ὁμοιων τυπων και ἐναποτιθεσθαι τῃ μνημῃ , συλλεγουσαν
9999981 συντελει
τα παντα , και οὐδεν ἐστιν , ὁ τι μη συντελει εἰς τα παντα , οὐδεν ἐστιν αὐτου , ὁ
ἑκαστος , ἀλλ ' εἰ τον φθογγον τον αὑτου εἰσφερομενος συντελει εἰς μιαν ἁρμονιαν ζωην και αὐτος φωνων , ἐλαττω
9999981 ποιησαντος
το σπονδειον αὐτοις ἐπαυλησαι μελος : του δε το προσταχθεν ποιησαντος οὑτως αἰφνιδιον μεταβαλειν σωφρονισθεντας ὡς εἰ και την ἀρχην
ἐπιτρεψειν αὑτον . τα Ὀλυμ - πια δε του νεωτερου ποιησαντος τῳ Διι και ἐμου της ἀναγκης ἡττημενου ζημιοι μεν
9999981 τιθεντος
. Ἀρχοντος γαρ που , ἠν δ ' ἐγω , τιθεντος τους νομους και τα ἐπιτηδευματα ἁ διεληλυθαμεν , οὐ
τυφθεντος ἐαν τυφθω , τυπεις τυπεντος ἐαν τυπω , τιθεις τιθεντος ἐαν τιθω : ἠ ἡνικα ὠσιν ἐνεστωτος και παρατατικου
9999981 δυνατωτερους
ἑκατεραν αἱρεσιν μαρτυρησαντων , ὁποτερους ἀν εὑρισκωμεν ἠτοι πλειους ἠ δυνατωτερους ἐν τῳ ἀνατολικωτερους ὑπαρχειν ἠ ἐπικεντροτερους ἠ καθυπερτερειν ἠ
ἐτρεφε μαλλον ἠ ἐλυεν , των ἀσθενεστερων ἐπεμελειτο , τους δυνατωτερους καθῃρει , τοις δημοις φιλος ἠν , τους δημαγωγους
9999981 φερτατον
θεων ἀπο μηδεα εἰδως εἰπ ' ἀγε μοι παμπρωτα τι φερτατον ἐστι βροτοισιν ; Ὁμηρος : ἀρχην μεν μη φυναι
' ἐξαυτις ἀφ ' Αἱμονος , ὁν ῥα Πελασγος γεινατο φερτατον υἱον : ὁ δ ' αὐ τεκε Θεσσαλον Αἱμων
9999981 χερειων
μεν τον ὀρθρον καλη ἐστι , προς δε την δειλην χερειων : οὐ γαρ ταυτο μονας και ἑνας : ἡ
ἐγκλινεται δε , ὡς ἐπι του ἐπει οὐ ἑθεν ἐστι χερειων . Οὐ γαρ , ὡς ἐνιοι , χρη μονως
9999981 ἐπικαιρους
το τελος ἐπηνεγκαν , ἐπι δε το μεσουρανημα ἠ τους ἐπικαιρους τοπους ἀπραξιας και αἰτιας ἐπιταραχους ἠ κινδυνωδεις : ὁμοιως
εἰληθερουσας στερνα τ ' ἠμφιεσμενας , γυμνας ἐφεξης τ ' ἐπικαιρους τεταγμενας : ὡν ἐστιν ἐκλεξαμενον ᾑ τις ἡδεται ,
9999981 Διοφαντος
ἁπασαις κρισεσιν , Προαιρεσιος τε και Ἡφαιστιων και Ἐπιφανιος και Διοφαντος , Σωπολις ἐκ της παραβυστου και παρημελημενης ἐς τον
αἰτιας . Της Ἀραβιας ἐν ταις καλουμεναις Ἀβαις ᾠκει τις Διοφαντος ὀνομα , το δε γενος Μακεδων . οὑτος ἐγχωριον
9999981 πολιτικων
και λεγει πρωτον περι των ἐριστικων , εἰτα περι των πολιτικων : τεμνει δε τουτο εἰς δυο , εἰς τε
κοιμασθαι , μεχριπερ ἀν ἐθελωσι , και βιον ἐξω των πολιτικων ἀσχολιων ᾑρηνται , τουτοις ἐγχωρει και τα παχυχυμα και
9999981 μελανος
ἱμαν ἐπι τον κοραμον . ἀλλαι δ ' ὑποπρεσβυτεραι Θασιου μελανος μεστον κεραμευομεναι κοτυλαις μεγαλαις ἐνεχεον ἐς το σφετερον δεμας
ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ δε Περσευς ὡσπερ νοημα ἐπετετο
9999981 Ἀρριανος
εὐψυχιαν τινα ἐν τοις δεινοις ἐπιδεικνυμενων . . θειασμος : Ἀρριανος : κροτος τε ἀθροος και ἐπιθειασμοι ὡρμηθησαν ὑπερ τε
ιγ Παρθικων . . Ἡφαιστου Νησοι : της Ἀδιαβηνης : Ἀρριανος ιγ Παρθικων . . Χαζηνη : σατραπεια προς τωι
9999981 λυμαινομενων
και ἐν Ῥοδῳ Σμινθεια ἑορτη , ὁτι των μυων ποτε λυμαινομενων τον καρπον των ἀμπελωνων Ἀπολλων και Διονυσος διεφθειραν τους
των βλαπτοντων τινας το σωμα , την δε ψυχην μη λυμαινομενων . Ἐμποδων ἐστι το πραγμα : ἐπι των προχειρων
9999981 Κριτωνος
Πυθιου ἐπι τῳ λιμενι . . . . . . Κριτωνος Πυθαγορειου ἐκ του Περι φρονησεως . Ὁ γαρ θεος
ἀλφιτα ἐπλεον εἰς Σκυρον Δολοπηιδα . . . . . Κριτωνος ἠτοι Δαμιππου Πυθαγορειου ἐκ του Περι φρονησεως και εὐτυχιας
9999981 ἀνθησις
. Αἰτιον δε φαινεται δι ' ὁτι πεψις τις ἡ ἀνθησις το δε πεττομενον ἐν μεταβολῃ του ὑπαρχοντος . Ὁσα
ὁταν ᾐ καλυκωδες , ἐκκαλυπτομενον δε ἐπιξανθον : ἡ δε ἀνθησις ἁμα τοις ἡμεροις . ὁ δε καρπος στρογγυλος προμακρος
9999981 πολιτευομενων
. πολλοις γαρ δη και ἀλλοις των ἀπο του βελτιστου πολιτευομενων τα παραπλησια συνεβη παθειν : και σπανιοι δη τινες
ἐντευθεν , ὁπερ εἰκος , εἰς ἐχθραν τινι προηλθε των πολιτευομενων . ὁ δε ζωντι μεν ἐφθονει μονον , τελευτησαντος
9999981 μεγαθυμων
, των αὐθ ' ἡγεμονευ ' Ἐλεφηνωρ ὀζος Ἀρηος Χαλκωδοντιαδης μεγαθυμων ἀρχος Ἀβαντων . τῳ δ ' ἁμ ' Ἀβαντες
ἐθνικον Ἰβηρες ὡς Πιερες Βυζηρες . Διονυσιος ” ἀγχου στηλαων μεγαθυμων ἐθνος Ἰβηρων „ . και Ἀριστοφανης Τριφαλητι „ μανθανοντες
9999981 μερικωτερων
, ὡϲ ἀναγκαια τεθεωρηϲθαι και τηϲ ὁληϲ νοϲου και των μερικωτερων παροξυϲμων ἡ ἐπιδοϲιϲ και χαλαϲιϲ ὡϲ πλειϲτον ἀπεχουϲηϲ ἐτι
οὐσιαν ὁδου , της μεν καθ ' ἡν ἀπο των μερικωτερων προς τα καθολικωτερα και γενικωτερα ἀναγομεθα , της δε
9999981 περιβεβλησθαι
τῃ δε προς ἀλληλας οἰμαι συμπλοκῃ και την ἐμφασιν του περιβεβλησθαι ποιουσιν . οὐκουν περιβλητικον το τι ἐρουμεν οὐδε το
σχηματι την κεφαλην περιβεβλημενους : Θ ὡστε και πεντε περιβολαια περιβεβλησθαι τον υἱον . Θ ἀλλ ' εἰ δοκει ,
9999981 βουλευομενος
ἐν Ῥοδῳ διηγε μετα των συντροφων , ὁ τι πραξει βουλευομενος : ὁ δε Ἱπποθοος διεγνω την Ἀνθιαν ἀγαγειν ἀπο
ἐγκαλει , και ἐμαρτυρησεν ὡς ὀργιζομενος ἐκεινῳ και οὐκ ὀρθως βουλευομενος ταυτα διεθετο . Πως γαρ ἀν εὐ φρονων ,
9999981 καταστησαντος
ηὐτυχει : και ἐμελλον ἐπι μειζον χωρησαντος αὐτου και ἀντιπαλα καταστησαντος των μεν στερεσθαι , τοις δ ' ἐκ του
εἰς Ἐφεσον κατεφυγον : Ἀτταλου δ ' εἰς Μυοννησον αὐτους καταστησαντος μεταξυ Τεω και Λεβεδου , πρεσβευονται Τηιοι δεομενοι Ῥωμαιων
9999981 κατορθουμενων
εἰ στεφανουν ἐπι τοις ἠτυχημενοις ἠξιου την βουλην : των κατορθουμενων γαρ ἐγωγ ' ἡγουμην ἐργων τας τοιαυτας ὡρισθαι τιμας
ἐπιεικειας κρινομενα παντων ἐστι των ἀγαθων των παρα του φρονιμου κατορθουμενων , προς ἀλλον του ἐπιεικους την οἰκειαν ἐνδεικνυμενου ἐνεργειαν
9999980 Πασιωνος
Ἀπολλοδωρον , εἰ μη φησιν ἀντιγραφα εἰναι των διαθηκων των Πασιωνος Ἐπισχες . ἐνθυμεισθ ' ὁτι των διαθηκων γεγραπται των
ἱνα μη ἀποθανῃ ὁ Ἀρεθουσιος , ἀλλ ' ἱνα ἐγω Πασιωνος ὠν και κατα ψηφισμα πολιτης μηδενα Ἀθηναιων ἀπεκτονως εἰην
9999980 Μινουκιανος
του ἀδικηματος , ὁ ἐστι της δεινωσεως : ὁ οὐν Μινουκιανος οὐκ ἀνεχομενος ἐκβηναι του ἀγωνος τον σκοπον , ὁ
ὁ τεχνικος παρηκεν , ἐπιμνησθηναι περι τουτων , ἁ φησι Μινουκιανος : ὑποτιθεται γαρ εἰναι ἰδεας , πανηγυρικην , δικανικην
9999980 προσαγοντα
ὑδρελαιου και τηλεως ἀφεψημασιν καταπλασσοντα τε ὡσαυτως και πεσσους μαλακτικους προσαγοντα . εἰ δ ' ἐγχρονιζοι τα της διαθεσεως ,
οὐτε ἀξιομαχοι δοξαντες εἰναι Ἀλεξανδρῳ οὐτε ὑποδυναι ἐθελησαντες , ὡς προσαγοντα ἐπυθοντο Ἀλεξανδρον , φευγουσιν ἐς την ἐρημον . Ἀλεξανδρος
9999980 ἀκουσματων
ἐμε δε ἐκ των αὐτων εὐφραινων : ὡς ἐμοι τουτο ἀκουσματων ἡδιστον , ὁταν ἠ σε τις ἠ τον σε
νομιζομεν ἀμυθητων μυριαδων ἀνα πασαν ἡμεραν πληρουσθαι ; οἱ γαρ ἀκουσματων και θεαματων ἡττους και ὠτα και ὀφθαλμους χωρις ἡνιων
9999980 κατεργαζεται
γευσαμενον καθαπαξ ἀνθρωπινου χροος , μελανον πρωτον μεν το σωμα κατεργαζεται του τρωθεντος , ἐπειτα τρεπει αὐτο , και νεκρωδες
θορυβους ἑξει , τισι δε και νοσους γυναικος ἠ πενθος κατεργαζεται , και ἐν πασι λυπηρος και ἀηδης ὁ χρονος
9999980 ἀφωνος
ναιτη [ ἐξηγε ? ἑκα [ ὡστε ἀνετεινον [ τωι ἀφωνος προ [ ἐσεσθαι και οὑτω [ κρουσωιτωιλοδ ? [
, πιτυοκαμπη , λαγωος θαλασσιος , φρυνος , βατραχος ἑλειος ἀφωνος , βδελλαι καταποθεισαι : σπερματων δε ὑοςκυαμος , κοριον
9999980 παρατατικον
, ὁπερ ἀπο του καλεω συνεκοπη . Ἠ και εἰς παρατατικον , ἀπο του κεκλω , ὁπερ ἀπο του κλεω
προ πολλου : και εἰ μεν ἀτελες , ποιει τον παρατατικον , οἱον ἐγραφον ἐποιουν : εἰ δε τελειον ,
9999980 στενειν
ἐκπνευσαι βιον . ἁλις δε μυθων : οὐ διπλα χρηιζω στενειν . ὡν δ ' οὑνεκ ' ἠλθον τουσδε βασιλειους
ἐπι τοις κειμενοις ὀδυρεσθαι προσην , ὁτε θρηνειν , ὁτε στενειν την συμφοραν : εἰ μη γαρ τουτο μοι προς
9999980 ὑγιαινοντων
νοϲουντων ϲημειωϲομεθα . οὐρον τοινυν ἀριϲτον ἐϲτι το τοιϲ των ὑγιαινοντων ὁμοιοτατον : τοιουτον δε ἐϲτι το ὑποπυρρον τε ἁμα
: ὑγιαινοντων δε φροντιζειν , ἑνεκεν ἀνοσιης : φροντιζειν και ὑγιαινοντων , ἑνεκεν εὐσχημοσυνης . Οἱ μεν οὐν ἐοντες ἐν
9999980 Παρθενος
Λεων τον στομαχον και τας πλευρας κεκτηται , ἡ δε Παρθενος την κατω κοιλιαν . ὁ δε Ζυγος γλουτων δεσποτευει
Λεων δε προσαντεις και τραχεις και ἐρημους , ἡ δε Παρθενος σιτοσπορους , ὁ δε Ζυγος πεδινους , ὁ δε
9999980 παρακαταθεσθαι
ὁταν παρακαταθεσθαι κτλ . . ὁτι ὁ δικαιος χρησιμος ὁταν παρακαταθεσθαι δει ἀργυριον και σων εἰναι , ὡς φησι Πολεμαρχος
Αἰητῃ δε την Ἐφυραιαν : και Αἰητην ἀπιοντα ἐς Κολχους παρακαταθεσθαι Βουνῳ την γην , Βουνον δε Ἑρμου και Ἀλκιδαμειας
9999980 πλανον
τωνδε και βαδιζε δευρ ' ἁμα . Κηφισοδωρον φασιν ἐπικαλουμενον πλανον τιν ' ἐν Ἀθηναις γενεσθαι , την σχολην εἰς
και τιτθαι και παιδαγωγοι και μυριοι ἀλλοι των συνηθων ἐνεχαραξαν πλανον ἀνηνυτον περι της του ἀριστου γνωσεως ἀπεργασαμενοι . τι
9999980 πολιης
: ἀμφοτερῃσι δε χερσιν ἑλων κονιν αἰθαλοεσσαν χευατο κακ κεφαλης πολιης , ἁδινα στεναχιζων . του δ ' ὠρινετο θυμος
μενετε Τρωας σχεδον ἐλθεμεν ἐνθα τε νηες εἰρυατ ' εὐπρυμνοι πολιης ἐπι θινι θαλασσης , ὀφρα ἰδητ ' αἰ κ
9999980 παραδοντα
ὁρκου ὀντος της τετραδος : οὐ μα τον ἁμετερᾳ κεφαλᾳ παραδοντα τετρακτυν , παγαν ἀεναου φυσεως ῥιζωματ ' ἐχουσαν .
που και Ἐμπεδοκλης : οὐ , μα τον ἁμετερᾳ γενεᾳ παραδοντα τετρακτυν , παγαν ἀεναου φυσεως ῥιζωματ ' ἐχουσαν .
9999980 ναιων
και δεκα μηνας ἡ ἀβεβαιος εἰρηνη Λακεδαιμονιων και Ἀθη - ναιων , μετα την συμπληρωσιν του δεκατου ἐτους , παρεμεινεν
πολιταις ἐδοξαν ἐμμεν . Σωτηρ ὑψινεφες Ζευ , Κρονιον τε ναιων λοφον τιμων τ ' Ἀλφεον εὐρυ ῥεοντα Ἰδαιον τε
9999980 φιλαυτος
ἀγαθον περιποιουμενον ἑαυτῳ μαλιστα φησι φιλειν ἑαυτον . ὁς και φιλαυτος δοξειεν ἀν εἰναι μαλ - λον εἰκοτως : ἑαυτῳ
πλουτων ἀπεραντοις ὀρεξεσι και τρυφαις ἀμετροις , ὁ τοιουτος οὐδε φιλαυτος ἐστιν . οὐ γαρ ἑαυτον φιλει ἀλλα τον ἐν
9999980 ἐπιμελειαι
τετμημεναι , οὐ ληροι , οὐδε φλυαριαι , οὐδ ' ἐπιμελειαι γεωργικαι οὐδε ἀγοραιοι σπουδαι , οὐδε δημωδεις κοινωνιαι ,
γαρ πασα ἐπιμελεια δια νομων : και αἱ μεν κοιναι ἐπιμελειαι δια των κοινων νομων , αἱ δε σπουδαιαι και
9999980 συνειρειν
. Ἀριστον δε ἱππασιμων ὀντων τοπων και ὑπαρχοντων ἱππων ἱππεας συνειρειν , ἱνα δια τωνδε θασσον ἀγγελληται . Πεμπειν δε
προϊοντος ἀει του λογου δυναμεως ἐμπιπλασθαι μετα κουφοτητος , και συνειρειν οὑτως ὡσθ ' ἑπεσθαι μολις τους ἀκροωμενους . και
9999980 καταστικτος
και ἰδια δε γυναικων ἐπωμις , διπλοιδιον , ἡμιδιπλοιδιον , καταστικτος , καταγωγις και ἐπιβλημα και χιτων : πεπλος :
διψηρη τε και αὐχμηεσσα τετυκται , τῃ και τῃ κυανῃσι καταστικτος φολιδεσσιν . ἀλλ ' ἠτοι πυματῃ μεν ὑπο γλωχινι
9999980 σεμνοτερος
ἀνηρ ἀγαθος τηνδε ἀν θειτο περι τουτοιν την ψηφον , σεμνοτερος τουτῳ μαλλον ἠ ' κεινῳ γιγνομενος . ἀμειβομεθα δη
την του συνηθους ἐξαλλαγην , ὑφ ' ἡς ἐναργεστερος ἠ σεμνοτερος ἠ παντως τερπνοτερος γινεται , και ἡ μεν των
9999980 ἐπιστατουντος
λοχαγου τοπον ἀντιμεταλαβῃ , οἱον λοχαγουντος του αβγδε και ἑξης ἐπιστατουντος του ζηθικ και ἐφ ' ἑξης του λμνξο ,
καταπολεμησαι τουτον παρεσκευαζετο . μετα δε ταυτα Θρασυδαιου του Θηρωνος ἐπιστατουντος της των Ἱμεραιων πολεως βαρυτερον του καθηκοντος , συνεβη
9999980 μετατιθησιν
, ὁτι ἡ μεν μεταθεσις το παρα του κατηγορου ἐπιφερομενον μετατιθησιν ἐπι το ἀνευθυνον , ἡ δε πιθανη ἀπολογια το
συνταξεως ἀνεμερισθη , καθο ἡ ἀπολελυμενη συνταξις αἰτουσα ὑποτακτικην ἀντωνυμιαν μετατιθησιν και την τασιν , τουτεστιν ἐγκλιτικας αὐτας καθιστησιν ,
9999980 ὑπερβαλλοντος
ἐστιν περι την δοθεισαν εὐθειαν παντος του παραβεβλημενου ἠδη χωριου ὑπερβαλλοντος τετραγωνῳ μειζον χωριον παραβαλλειν ὑπερβαλλον τετραγωνῳ και παλιν ἐλασσον
: ἰστεον δε , ὡς το παραγραφικον το ἀπο του ὑπερβαλλοντος τοτε μονον θελει ἐμπιπτειν ὁ Μαϊωρ ὁτ ' ἀν
9999980 Ἰασιωνος
δε γενεσθαι φασιν ἐν Τριπολῳ της Κρητης ἐκ Δημητρος και Ἰασιωνος , διττως ἱστο - ρουμενης αὐτου της γενεσεως .
δωρηθεντα ἐν τῳ της Ἁρμονιας γαμῳ δια την συνουσιαν του Ἰασιωνος . και τα μεν κατα μερος της τελετης ἐν
9999980 πολυχρονιωτερον
παυομενον ἀκριβη τριταιον ὠνομασαμεν : ὁστις δ ' ἀν ἐχῃ πολυχρονιωτερον τουτου τον παροξυσμον , ἐκεινον ἁπλουν τριταιον ὠνομασαμεν :
ἐστιν ἀδυνατον . δια δε την αὐτην αἰτιαν οὐδε το πολυχρονιωτερον και ὀλιγοχρονιωτερον ἐν ταις τοιαυταις διαφοραις ὑπολογιζεσθαι ἀξιον ,
9999980 λογιζομενους
ἁπλως , φησι , πειρατεον πασι το οἰκειον ἀπονεμειν , λογιζομενους ὁτι ὁδε ἐστι μοι χρησιμος εἰς τοδε και δει
, και ὡς περι μικρων προς μειζω μυστηριων περι ἀμφοιν λογιζομενους ἑκατερᾳ την προσηκουσαν ἀξιαν και τιμην ἀπονεμητεον , και
9999980 παρεξεσθαι
την Μηδειαν παραχρημα ἐπι του σωματος ἑαυτης τας τουτων πιστεις παρεξεσθαι . εἰπουσαν γαρ μιαι των Πελιου θυγατερων καθαρον ἐνεγκειν
μονον οὐκ ἐλαττω της ἱκανης , ἀλλα και θαυμαστην πληθει παρεξεσθαι ; ταυτην ἐγω μονην αἰτιαν ἐπινοω δι ' ἡν
9999980 καταγελαστον
σε μονον θαυμαζοντες . δια τουτο ἀν μεν τινα αἰσθῃ καταγελαστον και του παντος ἡμαρτηκοτα , τουτῳ και εὐμενης εἰ
; ἀρα τους πνευματα ἐχοντας τουτεστι δαιμονια ; ἀλλα τουτο καταγελαστον . πνευματιας γαρ καλει τους ἐχοντας μεγαλην και πυκνην
9999980 οἰκειος
γενεσει και φθορᾳ ἐν τοπῳ εἰναι και ἐστι τις τοπος οἰκειος ἑκαστου και ὁ αὐτος του τε μοριου και ἁπαντος
ᾠκειωμαι . ἐπιτηδειως ἐχω , και ἐπιτηδειος μοι ἐστιν , οἰκειος , φιλος , ἑταιρος , και ὁσα τοιαυτα .
9999980 παρελεσθαι
τυραννιδος των Ἀθηναιων κατεσχεν . Πεισιστρατος Ἀθηναιων τα ὁπλα βουλομενος παρελεσθαι παρηγγειλεν ἡκειν ἁπαντας εἰς το Ἀνακειον μετα των ὁπλων
σαθρος ἐστι μηδεν ἀνειναι ῥωμης , ἀλλ ' ἐπικεισθαι και παρελεσθαι τας λαβας και μη τἀκεινῳ συμφεροντα προκριναι . οὐ
9999980 καταστικτον
των κατακλειδων . * αἰολον : ἐυστροφον * περιστικτον . καταστικτον τοις ἐν τῳ δερματι λεπεσσιν καταστικτον πολυστροφον : ἀντι
φθισικους καλως ἰαται . Περι ψαρου . Ψαρος στρουθιον ἐστι καταστικτον πασι γνωστον , ὁπερ ἐσθιει κωνειον , ὡς ὀρτυξ
9999980 ἐνδεικνυμενος
την γραφην οὐχ ὑπερ της πολεως ἐγραψαμην , ἀλλ ' ἐνδεικνυμενος Ἀλεξανδρῳ δια την προς αὐτον ἐχθραν . Και νη
σπουδαζῃ τε και ἐπανορθοι τον προσδιαλεγομενον , ἐκεινα μονα αὐτῳ ἐνδεικνυμενος τα σφαλματα , ἁ αὐτος ὑφ ' ἑαυτου και
9999980 διδασκομενος
περισκελιδες χρυσαι . Θειον δη τι νομισας το εὑρημα και διδασκομενος παρα της ὀϊος ἐλεειν τε το παιδιον και φιλειν
γηρασκω κτλ . παροιμια : γηρασκω δ ' ἀει πολλα διδασκομενος , ἐπι των δια το γηρας ἐμπειροτερων . εἱλκυσται
9999980 ἐπιδιδωσιν
θυραυλιᾳ δε ἐποτρυνει , προβαλλει δε χειμωνι , καυματι δε ἐπιδιδωσιν . ὁ δε Ἀλεξανδρος ἐκεινος Δαρειου μεν ἐκρατει ,
μετα την Νωε και των υἱων αὐτου γενεσιν εἰς πολυανθρωπιαν ἐπιδιδωσιν ἡμων το γενος . ἀλλ ' ἰσως οὐ χαλεπον
9999980 προβαλλομενοι
και πολλην εἰσονται χαριν . ἐαν δ ' ἀναδυωνται σκηψιν προβαλλομενοι την νεαν ἀρχην , ὡς οὐκ ἐξον αὐτοις ἑτερους
και ἀθροα ἠφιεσαν ἐπ ' ἀλληλοις , οἱ δε Ῥωμαιοι προβαλλομενοι τας ἀσπιδας ἐπῃεσαν . Συφαξ δε Μασσανασσην ἰδων ἱετο
9999980 πολυτελειαν
ὡς δια την των πολεμων συνεχειαν και την των βιων πολυτελειαν καταχρεοι ἐγενοντο . Ἀγαθαρχιδης δ ' ἐν δωδεκατηι Ἱστοριων
ἐπιτραγῳδων προς σεμνοτερον ὀγκον εὐτελειαν και εὐκολιαν ἐπετηδευεν ἰδιωτου , πολυτελειαν δε τῳ ὀντι βασιλικην ἐν οἱς καλον ἠν πλεονεκτειν
9999980 παραταξαμενων
. το μεν οὐν πρωτον ἐγινοντο συνεχεις ἀκροβολισμοι : εἰτα παραταξαμενων ἑκατερων και της μαχης ὡδε κἀκεισε ῥεπουσης και πολλων
οὑτω συστραφεντες ἐν Μαντινειᾳ ἐνικησαν , των Ἀθηναιων ἱππεων καλως παραταξαμενων . μετα τα ἐν Μαντινειᾳ οὐν ἐπεμψαν Λακεδαιμονιοι προς
9999980 κατοιχομενοις
. Ἐναγιζειν . τας χοας ἐπιφερειν , ἠ θυειν τοις κατοιχομενοις , ἠ το δια πυρος δαπαναν . Ἡβηδον .
Ἐπιτρεπουσι και Φιλημων ἐν Μυρμιδοσι . | ἐναγιζειν : τοις κατοιχομενοις ἠ τοις καταχθονιοις θυειν . ἐρυματων : στηριγματων .
9999980 καταλαβειν
ἡ γενεσις , ἀλλα και ἡ αὐξησις τῳ πλειονα τοπον καταλαβειν , και ἡ μειωσις τῳ ἐλαττονα τοπον καταλαβειν ,
τινα των ἐμων δυναμεων κατα την οὐσιαν ἐλπισῃς ποτε δυνησεσθαι καταλαβειν . των δ ' ἐφικτων , ὡς εἰπον ,
9999980 Διωνος
τινα λεγει . οὑτος ὁ ἀνθρωπος πανυ τεχνικωτατα γραφει , Διωνος πολυ καλλιον . ὁλον ἀλλο ἐστιν . μη τι
κἀκεινο σκεψωμεθα , ὁσῳ και κατα τουτο Μιλτιαδης και Θεμιστοκλης Διωνος δικαιοτεροι και βελτιους τα πολιτικα και το ἰσον μαλλον
9999980 νοσηματων
ἐστιν . ὁτι δε διαφερουσιν οἱ καιροι των τε ὁλων νοσηματων και των ἐπι μερους παροξυσμων , δηλον ἐκ του
και ἀκμαζει και παρακμαζει . τα μεν γαρ ὀξεα των νοσηματων , ὡς ἡ ἀποπληξια , ἁμα τῃ προσβολῃ την
9999980 συντελειαν
, παντα τε τα περιοικα βαρβαρα χειρωσασθαι και ἐς φορου συντελειαν ὑπαγαγεσθαι , οὐχ ἡσυχαζει οὐδ ' ἐντος Τιγριδος ποταμου
θεοι προς την ὁλην του κοσμου διαταξιν και προς την συντελειαν τοις θεοις των ψυχων ἀποβλεποντες , την κρισιν των
9999980 προφερομενοι
εἰσι πιστοι , οὑτω και οἱ ἀπορητικοι τοὐναντιον δια ψιλης προφερομενοι φασεως γενησονται πιστοι , ἠ εἰπερ ἀπιστουνται , και
Ἀθηνησι καταστησαι , τας ὑβρεις και τας πλεονεξιας των ὀλιγων προφερομενοι και τας στασεις τας γινομενας τοις ταπεινοις προς τους
9999980 διπλασιονος
ἠ μαραθρου χυλον και χολην ταυρειαν ὑγραν ἰσα , μετα διπλασιονος μελιτος ἐγχριε : ἠ χολη ἀρκεια μετα ὑδατος διπλασιου
δε τρεις εἰσιν Ϟ β . Ϟ ἀρα β του διπλασιονος του τριτου ὑπερεχουσι μο κ . Ὁ ἀρα διπλασιων
9999980 μισθωσαμενος
παρακαταθηκας . Ἁς μεν τοινυν παρεσχετο συνθηκας ὡς κατα ταυτας μισθωσαμενος την τραπεζαν , αὑται εἰσιν , ὠ ἀνδρες δικασται
ἑαυτου , πολεμου καταλαβοντος ἐξεπεμψε τις ἀλλον ἀνθ ' ἑαυτου μισθωσαμενος , ἀριστευσας ἐκεινος κατα τον νομον ἐλαβε την δωρεαν
9999980 ἀπηλλαγμενος
και ῥαπισματων και της περι τα ἐδωδιμα των πλουσιων ἀνοσιοτητος ἀπηλλαγμενος . ἐπει δε ἐκ της καθ ' ἡμεραν συνηθειας
' ἀριστα ποιεων ἀριστος ἰητρος : ὁ δε τουτεου πλειστον ἀπηλλαγμενος πλειστον ἀπηλλακται και της τεχνης . Τα μεν οὐν
9999980 δευτερους
και ποιουσα ἐν αὐτοις τους μεν πρωτους , τους δε δευτερους . εἰ γαρ και ὡς ἐν παντι τῳ λογικῳ
τινες των σοφων μεγαλα δυνασθαι τους ἀνθρωπους ἐφησαν και λογισμῳ δευτερους εἰναι θεων . Ὁμηρος μεν γαρ [ Β .
9999980 γενειου
γε μην δεομενου ἐπι μηκιστον τριχων ἀποριας των ἐπι του γενειου , αἱμα ἐπιχρισθεν θυννου ἀωρολειον το μειρακιον ἀπεργαζεται .
λιαν λυπηρως και γοερως τιλλω και κοπτω τας τριχας του γενειου μου . ἀπριγδα : τουτο ἐπιφωνημα και ἐπιφθεγμα ἐπι
9999980 Λακωνος
' εἰσιν ἀμφοτεραι . πυῤῥιχη δε καλειται ἀπο τινος Πυῤῥιχου Λακωνος , φησιν Ἀριστοξενος , και ἐστι Λακωνικον ὀνομα ὁ
ἡς παλιν ὁ Φιλοχορος διειλεκται ὁτι παραπλησιον αὐτην τηι του Λακωνος Ἀνταλκιδου προσηκαντο , ἀπειρηκοτες ταις ξενοτροφιαις [ ] και
9999980 μετεωρος
γυμναζομενου τι ἑτερον , δραμοντος δε ἀσημος ἡ γη , μετεωρος γαρ τις και οἱον ἐπικυματιζων αἰρεται . φησι δε
αἱμοῤῥους ἀπο της ἀρτηριης ταυτης δια τουτο ἐσχισθη , ὁτι μετεωρος ἐνταυθα ἐστι δια καρδιης πορευομενη . Τα δε κατω
9999980 ἀποκρισιν
Και ἐγω , ἐφη ὁ Ἰσχομαχος , ἀγασθεις αὐτης την ἀποκρισιν εἰπον : Ἀρα γε , ὠ γυναι , δια
δε μετα σκληρων των ἀπο της τροφης περισσωματων προς την ἀποκρισιν διαπιπτει , οὐ συμμιγνυμενον αὐτοις . εἰ μεν οὐν
9999980 ὑπολογον
νυν ἡμεις μεν ἀξιουντες , ἐπειδηπερ ἀπηλλαγη Φορμιων , μηδεν ὑπολογον εἰναι εἰ ποτε του σου πατρος ἐγενετο , ὑπερ
και προς ταυταις ἑτερας εἰκοσι πολεις , οὐκ ἐποιησασθ ' ὑπολογον , οὐδε της τοτ ' ἐνεστωσης κρισεως οὐδε των
9999980 καταστησαι
την οἰκειαν κοσμουντα πανηγυριν συμβαινουσαν τῳ πληθει την ἀφθονιαν ἡμιν καταστησαι του διαρκεσαι προς ὀψοφαγιαν και πολυτελειαν δειπνων . ἐδει
ἐκ της Ἰνδων γης , ὡς οἱ ταυτα κεκοσμεατο , καταστησαι βασιλεα της χωρης Σπατεμβαν , των ἑταιρων ἑνα τον
9999980 παραλαβοντας
οὑς ἐδει το Πανακτον και τους ἀνδρας τους παρα Βοιωτων παραλαβοντας Ἀθηναιοις ἀποδουναι , το μεν Πανακτον ὑπο των Βοιωτων
λαβοις λογον οὐτε ἑκοντων οὐτε ἀκοντων : αὐτους δε δει παραλαβοντας ὡσπερ προβλημα ἐπισκοπεισθαι . Και μετριως γε λεγεις .
9999980 γινομεναις
ἡ μεν βασις ἰση ἐστιν ταις ὑπο των ΑΔ ΔΓ γινομεναις κατα την στροφην ἐπιφανειαις , ὑψος δε ἡ ἀπο
προς ᾠδαις ἀναρθροις και προς ταις συνουσιαις ταις παιδιας χαριν γινομεναις , ὑπ ' οὐδενος περισπωμενοι , δια την εὐκοπιαν
9999980 ἐπιμελειαν
ζητειν παρακελευεται κἀκεινου ἐχεσθαι και της προς ἐκεινον ὁμοιωσεως πλειστην ἐπιμελειαν ποιεισθαι . και οὑτως ἀμφοτερα συμβαινει , τα τε
ᾡ φυσει ἐοικε , της προς ἐκεινον ὁμοιωσεως ἀει την ἐπιμελειαν ἐχοις , παν δε το της ὁμοιωσεως παραγον μεγιστην
9999980 ἐπιβουλευεσθαι
τε και βοωντα οὐ προγεγραφθαι , ἀλλα δια τα χρηματα ἐπιβουλευεσθαι προς αὐτων , ἐπι τον πινακα ἀγαγοντες ἀναγινωσκειν ἑαυτου
προς τον δημον και ξυν ὁρμῃ ἀναπεμψαντων ἁ ἠκουσαν , ἐπιβουλευεσθαι παρ ' αὐτων ὁ Ἡρωδης ἐφασκεν ὡς ἀναθολουντων ἐπ
9999980 ποθεντα
και πασαν φλεγμονην πραϋνειν συν ἀρτῳ και ἀλφιτῳ καταπλασθεντα , ποθεντα δ ' ἀμβλυνει τον στομαχον και ἐμετους κινει .
τε ἁμα και ϲιτιον . ἀλφιτα δι ' οἰνου αὐϲτηρου ποθεντα ξηραινει : ὀρυζα ἐπεχει , ἐλυμον ἠτοι μελινη κεγχροϲ
9999980 Ἑλληνος
. χρονῳ δε ὑστερον ἀποθανοντος Ἑλληνος Ξουθον οἱ λοιποι του Ἑλληνος παιδες διωκουσιν ἐκ Θεσσαλιας , ἐπενεγκοντες αἰτιαν ὡς ἰδιᾳ
Ταλαου του Βιαντος του Ἀμυθαονος του Κρηθεως του Αἰολου του Ἑλληνος του Διος , μητρος δε Λυσιμαχης της Κερκυονος του

Back