σαρκων ἀπιον αὐ γλισχρον και λιπαρον ἁμα μεν την σαρκα κολλᾳ προς την των ὀστων φυσιν αὐτο τε το περι
πασαν την ἀπο σιδηρου ἠ λιθου ἠ ἑτερου τινος πληγην κολλᾳ και μαλιστα ἐν τοις νευρωδεσι και δυσκολλητοις μοριοις ,
9999862 σαρκωδες
λιαν μακραι φλυαρων και ματαιολογων . Προσωπον το παν ἀνθρωπου σαρκωδες μεν ὀν εὐπαθους και ἡβωντος ἀνδρος , ἀσαρκον δε
πολλαι , ῥηγνυται αὐτεῃ κατα το αἰδοιον αἱμα πουλυ και σαρκωδες : και ἠν μεν μετριαζῃ , σωζεται : ἠν
9999860 κολλυριοιϲ
βλεφαρον ϲτυπτηριᾳ ϲχιϲτῃ μετ ' ὀξουϲ δριμεοϲ και τοιϲ θερμοτεροιϲ κολλυριοιϲ ἠ τῳ δια ϲανδυκοϲ . μη καθιϲταμενου δε ἀναρραπτειν
το λειψανον του παθουϲ κολλυριοιϲ και τῃ λοιπῃ ἐπιμελειᾳ . κολλυριοιϲ δε ἁπαλοιϲ χρηϲτεον ἐπι τουτων , τοιϲ ἀδηκτοιϲ λεγομενοιϲ
9999858 Σικελικη
ὁ Ἀττικος κεραμος . πρωτον μεν ἡ των κοτταβων εὑρεσις Σικελικη ἐστιν παιδια , ταυτην πρωτων εὑροντων Σικελων , ὡς
τουτων ἑκαστη κατα λογον ἐπιγραφονται , Ῥωμαϊκων Κελτικη τε και Σικελικη και Ἰβηρικη και Ἀννιβαϊκη και Καρχηδονιακη και Μακεδονικη και
9999857 κολλυριῳ
τοιϲ τετραϲι δακτυλιοιϲ πλειονι χρονῳ , εἰτα ἐπιχριειν τῳ ὑποκειμενῳ κολλυριῳ : λιβανου ⋖ Ϛ κομμεωϲ ⋖ Ϛ ϲτυπτηριαϲ ϲχιϲτηϲ
: ἡμειϲ δε εὐδοκιμουμεν ἐπ ' αὐτων τῳ τε διακεντητῳ κολλυριῳ και τῃ προϲ ὑποχυϲειϲ Ἀγλαϊδου χλωρᾳ χρωμενοι . κοινον
9999855 κολοφωνα
' ἀκουων . τουτους τους στιχους , ἀγαθε διδασκαλε , κολοφωνα των περι της μουσικης λογων πεποιημαι , ἐπει φθασας
λεγεται γαρ ἐν τηι συνηθειαι [ ] [ ] τον κολοφωνα ? [ ] ἐπεθηκεν ἠ κατα ? [ ]
9999843 Καρχηδονα
των Συρακοσιων αὐθις ἀνορθωσαντες διεχειμαζον . και ἐπεμψαν μεν ἐς Καρχηδονα τριηρη περι φιλιας , εἰ δυναιντο τι ὠφελεισθαι ,
ἀποικισμος αὐτης γεγονεν ὑστερον ἐτεσιν ἑκατον ἑξηκοντα της κατα την Καρχηδονα κτισεως . Ἀλλαι δ ' ὑπαρχουσι νησοι κατ '
9999841 τυγχανετω
πινειν διδου , εἰτα το δευτερον ὀξους μετα δη τουτο τυγχανετω , και ὁ τριτος παλιν οἰνου πινεσθω ὑπ '
κακουργοι , γραμμασι , φανεις δε ὡν τον χρηστον εἰκος τυγχανετω . Οἱ πρεσβεις οἱ παρ ' ὑμων χρυσουν μεν
9999837 ἑνδεκα
, και ἠλπιζον πασας τας ναυς ἀποληψεσθαι . των δε ἑνδεκα μεν τινες αἱπερ ἡγουντο ὑπεκφευγουσι το κερας των Πελοποννησιων
ἐπεπλει αὐτων Ἀντισθενης Σπαρτιατης . ξυνεπεμψαν δε οἱ Λακεδαιμονιοι και ἑνδεκα ἀνδρας Σπαρτιατων ξυμβουλους Ἀστυοχῳ , ὡν εἱς ἠν Λιχας
9999836 Ἀληθη
φοβουνται , ὁταν φοβωνται , οὐδε αἰσχρα θαρρη θαρρουσιν ; Ἀληθη , ἐφη . Εἰ δε μη αἰσχρα , ἀρ
οὑτως το ἑν πολλα εἰη ἀλλ ' οὐχ ἑν . Ἀληθη . Δει δε γε μη πολλα ἀλλ ' ἑν
9999835 Θετταλια
ἐν δε τῳ θʹ Φι - λιππικῳ φησιν ” ἀλλα Θετταλια πως ἐχει ; οὐχι τας πολεις και “ τας
γιγνωσκειν ὡς ἐστιν κατα γε την Ἑλλαδα χωραν κρατιστη ἡ Θετταλια . Το δε μεγεθος τρια των ὀνοματων ἐπιδεχεται :
9999835 ἡγεμονικῳ
δε αὐτον ἐλυπει το φιλοτιμον , Ἀντιπατρου δε ἠχθετο τῳ ἡγεμονικῳ , Πτολεμαιου δε το δεξιον ὑφεωρατο , Ταρριου δε
ἐπιρρεψει , ἀν τε θελῃς ἀν τε μη . λογικῳ ἡγεμονικῳ δειξον μαχην και ἀποστησεται : ἀν δε μη δεικνυῃς
9999834 κλυστηρι
αὐτου ἐλαιου ἐνεματισομεν ὁσον οὐγκιας ἑξ , προκενωσαντες αὐτους ἐκκοπρωτικῳ κλυστηρι , ἐν ᾡ ἀφηψηται πηγανον και κυμινον : εἰτα
ἐν χηνος στεατι τριψας και ῥητινην , ἐς τα αἰδοια κλυστηρι ἐνειναι . Ἠν ὑπο ῥοου ὑδατωδεος το ἠτρον ἀλγεῃ
9999833 σοφωτατε
Ταυτα δρασομεν : συ δ ' ἡμιν , ὠ θεων σοφωτατε , ἁττα χρη ποειν ἐφεστως φραζε δημιουργικως : τἀλλα
φωσιν , αὐτα ταυτα εἰναι νομιμα ; Εἰεν , ὠ σοφωτατε Καλλικλεις : οὑτω λεγεις ; Πανυ μεν οὐν .
9999832 δωδεκα
πλειους φαμεν εἰναι των τετταρων και ἡμιολιους , ἐαν δε δωδεκα , ἐλαττους και ἡμισεις , και οὐδε ἀνεκτον ἀλλως
ἀντωνυμιαν ἀναφορικην δηλουσαν το ταυτῃ , οἱον “ τῃ και δωδεκα παιδες ἐνι μεγαροισιν λιποντο , ” ῥημα δε προστακτικον
9999831 ἰαμβικη
παροντα κατα σχεσιν , κωλων δε εʹ . το αʹ ἰαμβικη βασις . το βʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον του δευτερου
πεμπτον . . . καλειται φερεκρατειον ἀτελες : το ἑκτον ἰαμβικη βασις . το ἑβδομον . . . πενθημιμερες ,
9999829 ἐθεσθε
αὐτος ζων ἐκεινος ἐποιησατο , ἀλλα τους νομους οὑς ὑμεις ἐθεσθε βεβαιωσατε μοι : κατα τουτους γαρ ἀμφισβητω , ὁσιωτατην
κατα γαρ τους νομους οἱ συγγενεις ἀμφισβητουσιν , οὑς ὑμεις ἐθεσθε . Προς δε τουτοις , ὠ ἀνδρες , εἰ
9999825 ἐξεθεμεθα
και Καππαδοκια , Μεσοποταμια , Συρια , Ἐρυθρα θαλασσα . ἐξεθεμεθα δε τα κατα μερος δια το χρησιμευειν το τοιουτον
των αὐτων ὁρων και δι ' ἀδυνατου . ἐπει οὐν ἐξεθεμεθα την δι ' ἀδυνατου , δεικτεον ἡμιν το αὐτο
9999825 ἐρωτικῳ
και τοτε πρωτον ἐμαθον ὁτι μηδεν ἐριζει προς ἡδονην φιληματι ἐρωτικῳ . Ἐπειδη δε του δειπνου καιρος ἠν , παλιν
ὠ Γλαυκων , λεγειν ἁ λεγεις : ἀνδρι δ ' ἐρωτικῳ οὐ πρεπει ἀμνημονειν ὁτι παντες οἱ ἐν ὡρᾳ τον
9999824 σωφροσυνῃ
δε τελος του βιου ἀνυσαιμι ὡσπερ και ἠρξαμην , ἐν σωφροσυνῃ διατελεσας : ἀναξ : θεους γαρ : ἀναξ κυριως
το γαρ ἡδυ και το λυπηρον μονῃ δοκουσιν ὑποκεισθαι τῃ σωφροσυνῃ , και τουτων ἐπικρατουντος του λογου κατορθουσθαι αὐτην ,
9999821 εὐωδη
οὑτως : και τοτε περιπατησεις κἀπονιψει κατα τροπον τας χειρας εὐωδη λαβων [ την ] γην . και Φιλοξενος δ
. Και τοτε περιπατησεις κἀπονιψει κατα τροπον τας χειρας , εὐωδη λαβων την γην . Τις δ ' ἐγχελειον ἀν
9999819 γονῳ
ὁμοιους εἰναι τοις εἰσποιητοις των παιδων , τουτους δε γνησιους γονῳ της πατριδος πολιτας εἰναι . δοκει δε μοι και
, οἱς οὐδ ' ὁτιουν προσηκει : οὑτοσι δε οὐτε γονῳ του τετελευτηκοτος υἱος ὠν οὐτ ' εἰσποιηθεις κατα τους
9999818 ἐκυριευσε
παρελαβεν παρα Κρατησιπολεως . τας δε αἰτιας δι ' ἁς ἐκυριευσε πολεων ἐπιφανων προδεδηλωκοτες ἐν ταις προ ταυτης βιβλοις το
μετα δε ταυτα την των Πανορμιτων χωραν λεηλατησας ἀναριθμητου λειας ἐκυριευσε , των δε Πανορμιτων πανδημει παραταξαμενων προ της πολεως
9999817 ἑπτακαιδεκατῃ
ναυς ἐσβαν ἀπεκομισθη ἐπ ' οἰκου . του δε Δηλιου ἑπτακαιδεκατῃ ἡμερᾳ ληφθεντος μετα την μαχην και του ἀπο των
. . : Και Ἀπολλοδωρος δε ἐν τῃ περι Θεων ἑπτακαιδεκατῃ περι του των Ἡσυχιδων γενους και της ἱερειας φησι
9999817 αἰσθητικῳ
ἐξωθεν ἡλιου ἀκτινος μη εἰσβαλλουσης , αὐταρκες το ἐν ὑποκειμενῳ αἰσθητικῳ τῳ της μητρος ὀγκῳ την δημιουργιαν συντελεισθαι . Ἀλλ
το αἰσθανομενον , μεγεθος ἐχει : οὐ μεντοι το γε αἰσθητικῳ εἰναι οὐδ ' ἡ αἰσθησις μεγεθος ἐστιν , ἀλλα
9999817 σφαιρᾳ
τῃ ΑΒΓ σφαιρᾳ στερεον πολυεδρον προς το ἐν τῃ ΔΕΖ σφαιρᾳ στερεον πολυεδρον : ἐναλλαξ [ ἀρα ] ὡς ἡ
, ἡς κεντρον το Α , και γεγραφθω ἐν τῃ σφαιρᾳ περι κεντρον το Α κυκλος ὁ ΒΓ , και
9999817 ἑνδεκατῃ
ἐν τοισι πυρετοισι τῃ ἑβδομῃ ἠ τῃ ἐνατῃ ἠ τῃ ἑνδεκατῃ ἠ τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἰκτεροι ἐπιγινονται , ἀγαθον , ἠν
νησος . Μασιον , ὀρος ὑπερ της Νισιβιος . Στραβων ἑνδεκατῃ . οἱ οἰκουντες Μασηνοι , ἠ ὡς Παριον Παριανος
9999816 Σαλαμινι
τα δευτερα ἐκδεξαμενους ἐγκωμιαζων , τους ἐπ ' Ἀρτεμισιῳ και Σαλαμινι ναυμαχησαντας , και τους γε εἰς Κυπρον και Παμφυλιαν
ἁ προσηκει πραττειν εἰδεναι . ἐκεινοι Θεμιστοκλεα τον την ἐν Σαλαμινι ναυμαχιαν στρατηγουντα και Μιλτιαδην τον ἡγουμενον Μαραθωνι και πολλους
9999815 εὐμεγεθη
, προστισας τας του λαγοου τριχας . ἀλλο . σικυαν εὐμεγεθη προσβαλλε τῳ ὑποχονδριῳ κατ ' ἰξιν της ῥινος πασχουσης
τα σκελη και τα κερατα , και ταυτα μεν ὑπερφυως εὐμεγεθη και θαυμασια την ὀψιν εἰναι , τα δε σκελη
9999813 Σικελικα
ἠ ἐφ ' ὁ τι , καταγελαστος ἐγω του πλου Σικελικα μεν πελαγη και Τυρρηνους κολπους ἀναμετρων , οὐκ εἰδως
και πεντε κλινας Σικελικας . λεγ ' ἀλλο τι . Σικελικα προσκεφαλαια πεντε . τριποδες οὑτοι πεντε σοι . και
9999813 ἐκβεβλησθω
μη ἐκτος της κωνικης ἐπιφανειας , και ἐπιζευχθεισα ἡ ΑΘ ἐκβεβλησθω : πεσειται δη ἠ ἐπι την περιφερειαν του κυκλου
ἡλιου δε κεντρον το Β , και ἐπιζευχθεισα ἡ ΑΒ ἐκβεβλησθω , και ἐκβεβλησθω δια της ΑΒ και του κεντρου
9999813 βραχε
δ ' ἀσπις ἑαφθη και κορυς , ἀμφι δε οἱ βραχε τευχεα ποικιλα χαλκῳ . οἱ δε μεγα ἰαχοντες ἐπεδραμον
χθονι φυλλα πελασσῃ : ὡς πεσεν , ἀμφι δε οἱ βραχε τευχεα ποικιλα χαλκῳ . Τευκρος δ ' ὁρμηθη μεμαως
9999813 φυλαξι
της παρεμβολης αὐτον , και ταυτης γιγνεται κυριος συν τοις φυλαξι τετρακιςχιλιοις και πεντακοσιοις ἀνδρασιν : οἱ δε πεσοντες ἠσαν
ὡς οἰκειῳ δει τῳ δικαιῳ κεχρησθαι τοις οὑτω καλως τραφεισιν φυλαξι : και δια τουτο οὐδε δικαστηρια εἰναι αὐτοις .
9999812 φυλαξω
ἀζηλον ὀχησω ] οἰκησιν κακην , ἡν οὐδεις ζηλωσει , φυλαξω . . λευσσω , Προμηθευ ] βλεπω , ὠ
, ἐκ δε πιω τον ἐρωτα : φιλημα δε τουτο φυλαξω ὡς αὐτον τον Ἀδωνιν , ἐπει συ με ,
9999811 οἰεσθε
Διογενες , περι τουτων ἀποκρινασθαι σοι . τι δε ἐφην οἰεσθε ὑμεις οἱ Κυζικηνοι κακον εἰναι ; νοσον , πενιαν
: ὁ δε και ταυτας λαβων κατεχρησατο . τινα γαρ οἰεσθε , ὠ ἀνδρες δικασται , φιλοτιμον μεν ὀντα ,
9999810 ὠνομασθη
ἀποβαλλει την Ἑλλην , ὁθεν και ἀπ ' αὐτης Ἑλλησποντος ὠνομασθη , τον δε Φριξον ἐπι την Σκυθιαν διακομιζει .
, νυκτος δ ' ἐπωδυνα ἐστιν : διοπερ και οὑτως ὠνομασθη : και ὀδυναι μειζους ἠ κατα το μεγεθος του
9999810 δωδεκατῃ
τους νομους ἐπεχειροτονησατε , οὐσης ἑνδεκατῃ του ἑκατομβαιωνος μηνος , δωδεκατῃ τον νομον εἰσηνεγκεν , εὐθυς τῃ ὑστεραιᾳ , και
ἐν Λιμναις Διονυσου , ᾡ τα ἀρχαιοτερα Διονυσια [ τῃ δωδεκατῃ ] ποιειται ἐν μηνι Ἀνθεστηριωνι , ὡσπερ και οἱ
9999810 κοσμῳ
ἡμων τον νουν ἡλιον , ὁς ἐν ἀνθρωπῳ τῳ βραχει κοσμῳ μη ἀνατειλας και το ἰδιον φεγγος ἐκλαμψας , πολυ
το ἀστρον ὁραται δυνον ἐλασσων ἡμισους ἐνιαυτου . Ἐστω ἐν κοσμῳ ὁριζων ὁ αβγδʹ , ζῳδιακος δε ὁ αεγζʹ ,
9999809 εἱνεκα
και ἡ μεν κατεκαη πασα , Σκυλης δε οὐδεν τουτου εἱνεκα ἡσσον ἐπετελεσε την τελετην . Σκυθαι δε του βακχευειν
ὁτι δοιης ἀν , ἐπει τοι και την ἀρχην πειρας εἱνεκα ᾐτουν , ὁπως εἰδειην εἰ και τα τοιαυτα δωσεις
9999809 ἀπηγγελλε
γαμον τολμησῃ τι θανατωδες , ἀλλας αὐτῳ της ἀντιρρησεως αἰτιας ἀπηγγελλε . Πενητες ἐσμεν , ὠ παι , και δεομεθα
ἀτιμως . Ὁ δ ' ἐπανελθων και τι πλεον ἀκηκοως ἀπηγγελλε Καισαρι , ὡς οὐδε τοὐνομα αὐτου διαφεροιτο περι τας
9999809 γνωσεσθε
ἐγνωκως ποιειν ἐφενακιζεν ὑμας , ἀπο της διαβασεως ἡν ἐποιησατο γνωσεσθε : ἐκ γαρ Ἀβυδου της τον ἁπαντα χρονον ὑμιν
- τον ἐμοι τῃ συγγενειᾳ προσηκοντες ἐτυγχανον . Τῳ δε γνωσεσθε τουθ ' , ὁτι ἐμοι μεν ἀγχιστευειν , τοις
9999808 κολαξ
πιθηκους * * ὁ μεν γε δειλος , ὁ δε κολαξ , ὁ δε νοθος . Τις δ ' ἐστιν
: ὡς Μενανδρος [ . ] πραττει δ ' ὁ κολαξ ἀριστα παντων : δευτερα ὁ συκοφαντης , ὁ κακοηθης
9999808 φυλακη
των πατρικιων τον ἀνδρα καταγεσθαι ξενικαις δυναμεσιν , ἱνα ἡ φυλακη καταλυθειῃ νυν τε και εἰς τον λοιπον χρονον των
τον πορον . και γαρ και Μαζαιος , ὁτῳ ἡ φυλακη του ποταμου ἐκ Δαρειου ἐπετετραπτο , ἱππεας μεν ἐχων
9999807 ἑπτακαιδεκα
ἰαμβικου πενθημιμερους . το ιηʹ ἰαμβικον ἑφθημιμερες . τα λοιπα ἑπτακαιδεκα οὑτως : το αʹ Φαλαικιον το βʹ ἐκ χοριαμβου
ἀπολοιμεθα : ὑπαρχει γαρ νυν ἡμιν οὐδεν των ἐπιτηδειων . ἑπτακαιδεκα γαρ σταθμων των ἐγγυτατω οὐδε δευρο ἰοντες ἐκ της
9999801 ἀπεπεμψε
μεν λοιπους των Νομαδων ὡς ὑποπτους ὁ Καισαρ ἐς Λιβυην ἀπεπεμψε , Πασιου δε πελασαντος αὐτῳ συν καταφρονησει και μερος
δειπνοποιεισθαι . της δ ' ἡμερας διελθουσης τον μεν κηρυκα ἀπεπεμψε , δους εἰς την αὐριον την ἀναιρεσιν , αὐτος
9999801 Μακεδονιᾳ
Ἀνδροτιων ἑκτῳ Ἀτθιδος . Γρηστωνια , χωρα Θρᾳκης προς τῃ Μακεδονιᾳ , Θουκυδιδης δευτερᾳ . ἀπο Γραστου τινος . το
δουλων και ὑπηκοων , και της Θρᾳκης τα πολλα τῃ Μακεδονιᾳ προσεθηκεν , και των ἐπι θαλαττῃ χωριων τα ἐπικαιροτατα
9999801 μαθησῃ
εὐκρατον , εὐοφθαλμον , εὐσαρκον , στρογγυλοπροσωπον . Ἀκριβεστερον δε μαθησῃ περι των αὐτων οὐ μονον τους ἀστερας σκοπων ἀλλα
, ὁ ἐστιν οἱ στρομβοι , και παρ ' αὐτων μαθησῃ , ποιᾳ ἀν χρησαιο γυναικι : ἀπελθων ἐκεινος ἠκροασατο
9999800 ἁρπαγες
χρονον κακουργων πραγματων ἠ λῃστρικων ἐρωσι : γινονται γαρ πλαστογραφοι ἁρπαγες θυρεπανοικται κυβευται τεθηριωμενην την διανοιαν ἐχοντες . ἐαν δε
δε οὐσαι και ἀμφοτερα σημαινουσιν . Οἱ ὀξεις ὀφθαλμοι ταραχωδεις ἁρπαγες : οἱ δε ἰλλωπτοντες και τα βλεφαρα ἐπιβαλλοντες ἀνδρογυνοι
9999800 σωτηριᾳ
των ἐγκληματων . ὁ δε βασιλευς περιχαρης γενομενος ἐπι τῃ σωτηριᾳ τἀνδρος μεγαλαις αὐτον δωρεαις ἐτιμησε : γυναικα γαρ αὐτῳ
. „ ὁ μυθος προς ἀνδρα δια θησαυρων εὑρεσιν ἐπι σωτηριᾳ κινδυνευσαντα . κολοιος ἰδων περιστερας ἐν τινι περιστεροτροφειῳ καλως
9999800 νουϲοϲ
γαρ το πλεον θνῃϲκουϲιν . ἠν δε κοτε ἐπαναφερῃ ἡ νουϲοϲ , και τι ἐϲ ἀγαθον τραπηται , αἱμορραγιη λαβρωϲ
νουϲοϲ , εὐτε ἐπι προφαϲει ϲμικρῃ ὁ πονοϲ και ἡ νουϲοϲ ἐξηφθη . ἐϲτι δε ἁπαντων μεν ξυλληβδην των νευρων
9999800 σεληνῃ
ἀπο του των συνεσχηματισμενων ἀστερων τῳ τε ἡλιῳ και τῃ σεληνῃ και τῳ ὡροσκοπῳ προσωπου προς ἀρρε - νογονιαν ἠ
περι αὐτην συμβαινον καταμαθοιμεν . Δυο κυκλοι νοουνται ἐν τῃ σεληνῃ , εἱς μεν , ᾡ διακρινεται το σκιερον αὐτης
9999800 αἰσχρῳ
μην ὀνειροπολουντες ἐκ κληρου διαδοχην , μητ ' ἀλλῳ τῳ αἰσχρῳ και κιβδηλῳ τε και καπηλῳ και ἡκιστα ἐλευθερῳ ἁλισκομενοι
και καθ ' ἡσυχιαν , αὐτος δηλονοτι οὐδεποτε εἰξας τῳ αἰσχρῳ ὀνειδει ἀλογως κινδυνευσειν . ξυμβησεσθαι : ἠτοι κατα γνωμην
9999799 ἐκπεσε
: της δ ' ἐλελιχθη γυια , χαμαι δε οἱ ἐκπεσε κερκις : ἡ δ ' αὐτις δμῳῃσιν ἐϋπλοκαμοισι μετηυδα
πληξεν : ὁ δ ' ἰδνωθη , θαλερον δε οἱ ἐκπεσε δακρυ : σμωδιξ δ ' αἱματοεσσα μεταφρενου ἐξυπανεστη σκηπτρου
9999799 Σελευκῳ
' ἐπεμψε την τιγριν , ἡν εἰδομεν ἡμεις , τῳ Σελευκῳ παλιν ἐδει ἡμας τι παρ ' ἡμων ἀντιπεμψαι θηριον
αὐτον κατοπιν ἐχεσθαι αὐτων : των πεζων δε την φαλαγγα Σελευκῳ και Ἀντιγενει και Ταυρωνι προσεταξεν ἀγειν , μη προσθεν
9999799 κλυσμα
σχηματιζειν αὐτον : οὐ γαρ συγχωρουσιν αἱ κυστεις εἰσω το κλυσμα παριεναι , σκληραι και βαρειαι γενομεναι και ἐπικειμεναι τῳ
του ῥου τοσουτος διειμενος τῳ οἰνῳ , ὡς ποριμον το κλυσμα δια του κερατος εἰς το ἐντερον ἰεναι . και
9999799 ἀψευδες
και ἐκτεινας αὐτοχειρι τον φιλον : κἀγω το Φοιβου θειον ἀψευδες στομα ἠλπιζον εἰναι , μαντικῃ βρυον τεχνῃ , ὡς
φιλοσοφον . ἀλλ ' ὠ Εὐριπιδη , χρυσουν σου το ἀψευδες στομα , ὁτε ἐλεγες πολλαι μεν ὀργαι κυματων θαλασσιων
9999798 κορη
' ἀχησεται ὡς οἰνοπληγες και μεθυσταδες γαμων μοναστραβης ὀχος νεοφθιτος κορη χρονου πολλου νοστον προμαθοντες ὁδιος οἰωνος ὁμοπαιδα κασιν Κασανδρας
λειου εἰϲ ὀθονιον ἐγχριϲαντα . ὁταν δε ἠδη προκαθαιρηται ἡ κορη , ὑπαλειφειν τοιϲ προϲ ταϲ παλαιαϲ διαθεϲειϲ κολλυριοιϲ ,
9999798 Λακωνικῃ
, ἰδε κρηνην Ὑπερειαν . εἰναι δε φασι και ἐν Λακωνικῃ Ὑπερειαν κρηνην . ἐκ δε Μεσσανας Ἀμυθαν : ἐκ
χωραν ἐχουσιν Ἐρετριεις . Καρυστος δε ἐστι και ἐν τῃ Λακωνικῃ τοπος της Αἰγυος προς Ἀρκαδιαν , ἀφ ' οὑ
9999797 θελω
ἐαν δε τουτο δρᾳς , κυλοιδιαν ἀναγκη . Ἐπει ' θελω ' γω σωφρονως ὡσπερ κορη καθησθαι , λυπουσα μηδεν
δωμα βεβαλοι , οὐδ ? ? ' ἐσιδην φαεεσσι [ θελω νεκυν ] , οὐδε γοασαι γυμναισιν χαιταισιν , [
9999797 μαχαιρᾳ
και μη λιαν μεγας , ὀπταν ὀρθῃ κεντησαντα δεμας νεοθηγι μαχαιρᾳ . και πολλῳ τυρῳ και ἐλαιῳ τουτον ἀλειφε :
ἡ συμμαχια . Μεγα φρονει μαλλον ἠ Πηλευς ἐπι τῃ μαχαιρᾳ : ἐπι των ἐπι τοις τιμιοις μεγαλαυχουντων : παροσον
9999796 Πατηρ
τροφην τε και παιδευσιν , ᾑ χρησαμενος τοσοσδε ἐγενετο . Πατηρ μεν οὐν ἠν αὐτῳ Γαϊος Ὀκταουϊος , ἀνηρ των
Υἱου τῳ αἰτιῳ : το αἰτιον φυσει μειζον : ὁ Πατηρ ἀρα μειζων του Υἱου φυσει . ἐνταυθα παρα το
9999795 ἐμποριῳ
και ἀδικον , ὠ ἀνδρες δικασται , δανειζεσθαι ἐν τῳ ἐμποριῳ ναυτικα χρηματα και ταυτ ' ἀποστερειν και μη ἀποδιδοναι
αἰτιωμενος τους χρηστας ἐπιθυμουντας της νεως διαβεβληκεναι αὑτον ἐν τῳ ἐμποριῳ , ἱνα κατασχωσι την ναυν εἰς ἀποριαν καταστησαντες του
9999795 ἐξεναριξε
εὐ . . κατα δ ' ἐκτανεν Ἠετιωνα οὐδε μιν ἐξεναριξε , σεβασσατο γαρ το γε θυμῳ , ἀλλ '
τ ' ἐξεναριξε : ἡ διπλη , ὁτι κυριως το ἐξεναριξε νυν , τα ἐναρα περιειλεν . . . .
9999795 μοριῳ
, μετ ' αὐτην ἡ φρονησις ὡς ἐν τῳ τιμιωτερῳ μοριῳ της ψυχης τῳ λογῳ ἐποχουμενη , μετ ' αὐτην
οὐ παντος δε ὡσπερ ἐφην , ἀλλ ' οὐδε παντι μοριῳ : οὐ γαρ τῳ τυχοντι : ψοφουμεν γαρ και
9999795 ἀφειλε
Ἑλληνας ἐσπεισατο , ἀλλ ' ἐνηλλαξεν . ἐκεινων μεν γαρ ἀφειλε πασαν την κατω χωραν και την ἐντος ὡν εἰπον
πολεως διακοσια ταλαντα τελουσης προς ἐτος αὐτῳ , τα πεντηκοντα ἀφειλε : προς ὁν διαβληθεις ὡς την πολιν ἐγχειριζων Πτολεμαιῳ
9999794 Μενεσθεα
ἀμφισβητησαντος δε Εὐβουλιδου του κληρου του Ἁγνιου κατα γενος , Μενεσθεα μη ἀμφισβητησαι του κληρου , μηδ ' Εὐκτημονα τον
τε ἐν Θεσπρωτοις ἐχομενου και Ἀθηναιων οὐχ ὁμονοουντων ἀλλα ἐς Μενεσθεα ῥεποντων μαλλον ταις εὐνοιαις . οὐ μην οὐδε ἀγωνος
9999794 ἀκρεα
τα περι τα χειλη μορια , πτερα και τἀλλα τα ἀκρεα : ἐντερα τε και μητρα και οὐρα των σαρκων
οἱ πετραιοι των ἰχθυων και [ οἱ ] κρεων τα ἀκρεα και οἱ ἁπαλοι ὀρνιθες . ὁταν δε τῃ αὐξησει
9999793 ἐξηλασε
βρεφους ἐδωκε σοι καταπιειν , ὁ δε εἰς ἡλικιαν ἀφικομενος ἐξηλασε σε της ἀρχης πολεμῳ κρατησας , εἰτα ἐς τον
γ ' οὐδεν ἠν ἑτερον ἀρα , ὁ της πατριδος ἐξηλασε και των ἀλλων ἀγαθων ἀνονητον ἐποιησεν , ἠ το
9999793 ῥητινῃ
, εἰτα τον κηρον τηξας ἐπ ' ἀνθρακων ἁμα τῃ ῥητινῃ ἐμπασσε εἰς αὐτον την σανδαρακην και την σανδυκα λεια
, ἀμμωνιακον μετα μελιτος μαλαχθεν και ἐπιτεθεν , ἰξος συν ῥητινῃ και κηρωτῃ , ἰτεας φυλλα συν κηρωτῃ . ῥησσει
9999792 λαβεσθε
ἀγνοων ὁτι μεταγενεστερων Ἰωνων ἐστι τα τοιαυτα , πιθεσθε , λαβεσθε . Σ : σμερδαλεω δε λεοντε δυ ' ἐν
μεταπεμπου νυν ταυτα σπουδῃ και μυρον , εὑρημα Μεγαλλου . λαβεσθε : και γαρ ἐσθ ' ὁμου . ἐπειθ '
9999792 ἀκριβη
σχετλιον τοις μεν τα Φιλιππου πραγμαθ ' ᾑρημενοις θεραπευειν οὑτως ἀκριβη την παρ ' ἐκεινου προς ἑκατερ ' αἰσθησιν ὑπαρχειν
ὠν και τα της ἡγεμονιας συνδιοικων . ἀλλα καιτοι βασανον ἀκριβη λαβων ἐκ μακρων χρονων της ἐν τε λογοις και
9999792 θυγατηρ
ὑστερον Μνησιμαχην Λυσιππου του Κριωεως θυγατερα . και γιγνεται αὐτῳ θυγατηρ ὀνομα Κλειτομαχη , ἡν ἐβουληθη μεν ἐκεινος ἀγαμῳ τῳ
Λευκιππου εἰναι του Περιηρους , ἡς και Ἀπολλωνος Ἀσκληπιος και θυγατηρ Ἐριωπις : [ . . . ] δ '
9999792 Κρονιδα
παρα Διος : τι ἐρδων φιλος σοι τε , καρτεροβροντα Κρονιδα , φιλος δε Μοισαις Εὐθυμιᾳ τε μελων εἰην ,
πολλους ἀνδρας ἀγαγειν ἀπο Θηρας εἰς την Λιβυην . τεμενος Κρονιδα : τον Νειλον Κρονιδαν [ φησιν ] , ὡς
9999791 εὐφροσυνῃ
ἑορταις ἐπιδοσιν ἐχουσιν αἱ τραπεζαι : ὡστε πρωτον ταυτῃ τῃ εὐφροσυνῃ της ἐλπιδος μειονεκτουσι των ἰδιωτων . ἐπειτα ὁσῳ ἀν
ἐχουσιν αἱ τραπεζαι αὐτων ἐπιδοσιν : ὡστε ταυτῃ πρωτον τῃ εὐφροσυνῃ της ἐλπιδος μειονεκτουσι των ἰδιωτων . ἐπειτα δ '
9999789 ἀφηκα
. και Λαμψακον μεν ἠλευθερωσα και πολλῳ φορῳ βαρυνομενην ἁπαντος ἀφηκα , Μυουντα δε την ἐν Μαγνησιᾳ και αὐτην Μαγνησιαν
εἰπω . . ἐς ταυτον ] ἐκεισε ὁθεν τους λογους ἀφηκα . . ἐστιν πολις Κανωβος ] ἀναχρονισμος . ἐστι
9999789 σπουδαιῳ
ἀρετας , ἀλλα και τας ἀλλας τεχνας τας ἐν τῳ σπουδαιῳ ἀνδρι ἀλλοιωθεισας ὑπο της ἀρετης , και γενομενας ἀμεταπτωτους
κακιᾳ κακος : ἐναντιον δ ' ἀρετῃ μεν κακια , σπουδαιῳ δ ' ὁ κακος . εἰκοτως τοινυν ἐναντιοτης θεωρειται
9999789 φανῃ
. εἰ δε μη σφοδρος ὁ πυρετος και τινα πεψεως φανῃ σημεια , και των ὀρνεων ἐπιδιδου τα πτερα και
τῳ ξενῳ ὡς νιψουσα αὐτου τους ποδας : ἰσως εὐλαβηθεις φανῃ περιεργος και ὁ Αἰσωπος δαρησεται . “ ἡ δε
9999787 ἐδημιουργησε
γενος το αἰσθησεων ἐστιν , ᾡ κρατηρας οἰκειους ἡ φυσις ἐδημιουργησε . κρατηρες δε ὁρασεως μεν ὀφθαλμοι , ἀκοης δε
ζωτικην οὐσαν τας ἁπλας και ἀπαθεις σφαιρας ἀπ ' αὐτης ἐδημιουργησε , το δε ἐσχατον αὐτης εἰς τα γεννητα και
9999787 ἐδηλωσα
Δημητρος , παρ ' ᾡ συμβηναι οἱ και την τελευτην ἐδηλωσα ἐν τῃ Ἀτθιδι συγγραφῃ . του δε της Δημητρος
: και Ἡφαιστος την μητερα ἐστιν ἀπολυων των δεσμων . ἐδηλωσα δε και ταυτα , ὁποια λεγεται , προτερον ἐτι
9999787 σφοδρῳ
, περιελκειν δε ἁπασαν ἐφ ' ἑαυτῳ την τεχνην τῳ σφοδρῳ της ἐνοχλησεως . ἐνταυθα τοινυν περι των πυρετων διαλεξεται
. πολιαινομενης ] λευκαινομενης τοις ὑδασι . . λαβρῳ ] σφοδρῳ . . ποντιον ] θαλαττιον . ἐπειδη το ἀλσος
9999786 ἠδικηκα
μυουμενων τα μυστηρια , ἀποδυσαι αὐτον βουλεται την ἐσθητα . ἠδικηκα τι ; ] ἐποιησα τινα ἀδικιαν ; οὐκ ,
γαρ ταὐτ ' ἐδεξαμην παρα . τι δητα ς ' ἠδικηκα ; του ς ' ἀποστερω ; μη θνηισχ '
9999786 νοτιῳ
κατα τον Καρκινον ἀστερων ἀναγραφει , ὁτι ὁ ἐν τῃ νοτιῳ χηλῃ του Καρκινου και ὁ ταυτης τε και της
. ἀναμεμικται δε τουτοις τα Ἰλλυρικα ἐθνη τα προς τῳ νοτιῳ μερει της ὀρεινης και τα ὑπερ του Ἰονιου κολπου
9999786 χωρῳ
: ὡς δ ' ὁτ ' ἀεξηται σικυος δροσερῳ ἐνι χωρῳ . Ἀττικοι μεν οὐν ἀει τρισυλλαβως , Ἀλκαιος δε
μεν ὁμαλος διαδεχεται χωρος σταδιῳ προσεοικως , ὁ και τῳ χωρῳ γεγενηται κλησις , τῃ δε ἑτερος μεν διῃρημενος προς
9999785 ἐκτισθη
τῃ πολει της Κιλικιας . Ἡ δε αὐτη πολις Ῥωσος ἐκτισθη ὑπο Κιλικος του υἱου Ἀγηνορος . Ὁ δε Σελευκος
ἐστιν ἁ χωρια . παντα δε ταυτα ὑστερον των Τρωικων ἐκτισθη . Δυνατωτερας δε γιγνομενης της Ἑλλαδος και των χρηματων
9999785 ἀγριῳ
: το δ ' ὁλον ἁπαν το τοιουτον ἐμφερεστερον τῳ ἀγριῳ . Σικυου δε και κολοκυντης του μεν εἰναι φασι
ὁ θερμος : ἀλλ ' ἐοικε γ ' οὑτος ὡσπερ ἀγριῳ . Διαφερει δε ὡς ἐοικε χωρα χωρας και ἀηρ
9999784 δεδηλωκε
δε τουτοις μετην της πολιτειας οἱς εἰη Ζευς ἑρκειος , δεδηλωκε και Ὑπερειδης ἐν τῳ ὑπερ δημοποιητου , εἰ γνησιος
δημου πολιτης γεγενημενος . ὁν δε τροπον γινονται τινες δημοποιητοι δεδηλωκε Δημοσθενης ἐν τῳ κατα Νεαιρας , εἰ γνησιος .
9999784 ἀγορευσω
οὐ πεισεσθ ' , οὐδ ' εἰ μαλα πολλ ' ἀγορευσω , οὑνεκ ' Ἐριννυες ἀμμι γαμου κεχολωμεναι αἰνου ἀμφ
“ τοιγαρ ἐγω τοι , τεκνον , ἀληθεα παντ ' ἀγορευσω . ἠ τοι μεν τοδε καὐτος ὀϊεαι , ὡς
9999782 φαραγγα
τῳ αὐχενι , παρα τον βροχον εἰρηται , ὁν και φαραγγα καλουσι . και ἡ μεν συνηθεια βρογχον καλει :
προς ἀνατολας μακραν , και ἰδον τοπον ἀλλον μεγαν , φαραγγα ὑδατος , ἐν ᾡ και δενδρα χροα ἀρωματων ὁμοιων
9999782 Διωνι
οὐκ ἐνδεχεται την ἐν Θεωνι ἀναπνοην εἰναι , την ἐν Διωνι δε μη εἰναι : ἐνδεχεται δε του μεν φθαρεντος
ὁ μη εἰδως τον Διωνα οὐδε τα συμβεβηκοτα αὐτῳ ὡς Διωνι δυναται νοειν , οὑτως ἐπει οὐκ ἰσμεν την οὐσιαν
9999782 ὁμιλιᾳ
, την δε γλωτταν εἰς δρομον ἀσκων τῃ των ῥητορων ὁμιλιᾳ . καιτοι τις οὐκ ἀν ἀρκουσας ὑπολαβων εἰς εὐδαιμονιαν
τοσουτον διηνεγκε των προ αὐτου και μαλιστα τῃ προς Ῥωμαιους ὁμιλιᾳ και πολιτειᾳ , ὡστε και βασιλευς ἐχρηματισε , δοντος
9999782 ὁρισμῳ
ἐν ἰδιοις μετασχηματισμοις διαφορους χρονους δηλουν : προστιθησι δε τῳ ὁρισμῳ και φησι μετ ' ἐνεργειας και παθους ἠ οὐδετερου
εἰς καταφασιν και ἀποφασιν : οὐδεποτε γαρ ὁμωνυμος φωνη ἐν ὁρισμῳ τινος ἠ ὑπογραφῃ λαμβανομενη , οἱον οὐδεις ὁριζομενος ἠ
9999781 τἀληθη
ὁτιουν . ἐγω μεν γαρ ὑπ ' ἀβελτεριας ᾠμην δειν τἀληθη λεγειν περι ἑκαστου του ἐγκωμιαζομενου , και τουτο μεν
ἰατρον , ἠ ὡς διακονησοντα και προς χαριν ὁμιλησοντα ; τἀληθη μοι εἰπε , ὠ Καλλικλεις : δικαιος γαρ εἰ
9999780 ὠφελησε
οἱ δε ἐπιλογοι ἐχουσιν ὁσα ζων ὁ πενης την πολιν ὠφελησε , διασκευην του παθους , ἠθοποιϊαν , καταδρομην του
πειραν και το θαυμαστον , ὁτι και ἐπι θερμων ῥευματων ὠφελησε προσενεχθεν και ἐκωλυσε παλιν γενεσθαι ῥευματισμον δευτερον . μετριας
9999780 ἐβαλλε
οἱ τ ' εἰς ἁλαδε προρεουσι . ταων ἡ μεν ἐβαλλε θρονοις ' ἐνι ῥηγεα καλα πορφυρεα καθυπερθ ' ,
τηβενναν φορων μονος ἐρεμβετο λιθους ὑπο μαλης ἐχων , οἱς ἐβαλλε των ἰδιων τους ἀκολουθουντας . ἐλουετο τε και εἰς
9999779 ἡπατοϲ
και την κυϲτιν παθων . μϚʹ . Περι των του ἡπατοϲ παθων . μζʹ . Περι καχεξιαϲ . μηʹ .
ψυχροτερον τε και φλεγματικωτερον αἱμα περιεχεται πη μεν ἀπο του ἡπατοϲ τοιουτο φερομενον , πη δε και παϲηϲ τηϲ ϲαρκοϲ
9999779 ἐσπουδαζε
τῳ υἱῳ κατελιπεν . Διονυσιος τους ἐπιβουλευοντας φωραν μαλιστα παντων ἐσπουδαζε . των ξενων τις περιῃει την πολιν φασκων μονος
, και παραγενομενος προς τας νυμφας , και τυχων ὡν ἐσπουδαζε , την μεν κιβισιν περιεβαλετο , τα δε πεδιλα
9999778 εὐνῃ
δ ' ὠρινε θεαων . Ἡρη μεν παρακοιτις ἀγαλλομενη Διος εὐνῃ ἱστατο θαμβησασα και ἠθελε ληιζεσθαι : πασαων δ '
μεν δη μαλα παγχυ , Μελανθιε , νυκτα φυλαξεις , εὐνῃ ἐνι μαλακῃ καταλεγμενος , ὡς σε ἐοικεν : οὐδε
9999778 ἐδραμε
κεινα δε κυμασι παντα κυλινδομενοισιν ὁμοια εἰς ἁλα συν ποταμοις ἐδραμε πεπταμενοις . ἐστι και Ἐφεσος νησος ἐν τῳ Νειλῳ
ῥομφαιαν . Και ὡς ἐμελλε παταξαι τον υἱον Φαραω , ἐδραμε Λευις και ἐκρατησε της χειρος αὐτου και εἰπε :
9999778 φυλαξ
προς την φρονησιν , παντων οὑτος ἀνθρωπων γιγνεται σωτηρ και φυλαξ , ἀνπερ ᾐ τοιουτος . του γαρ παντων ἀρχοντος
. ἐχορηγει Ξενοκλης Ἀφιδναιος . τα του δραματος προσωπα : φυλαξ , χορος , ἀγγελος , Κλυταιμηστρα , Ταλθυβιος κηρυξ
9999778 ἐθελοιμι
, των Ἀθηνησι γενομενων ἁπαντων προτιμω τε και πλειστου ἀναγινωσκειν ἐθελοιμι . ἐν ἐκεινοις γαρ , οἰμαι , και τουτο
δικασται , ἐν τῃ αὐτῃ μαρτυριᾳ , ὡς ἐγω οὐκ ἐθελοιμι ἀναβαλεσθαι , ὁ δε Θεοφημος κελευοι , ἱνα μοι
9999778 ἀκανθωδες
δε φυλλα αὐτης ὀζει κεδρομηλων . Μεσπιλον : το δενδρον ἀκανθωδες ἐστι , καρπον φερον μικρον , μηλῳ ὁμοιον ,
το δενδρον ὁ λωτος οὐ μεγα , τραχυ δε και ἀκανθωδες , ἐχει δε φυλλον χλωρον παραπλησιον τῃ ῥαμνῳ ,

Back