κενοταφιον : δυο γαρ ὀντων , ἐξ ὡν ἡ τελεια κλοπη πληρουται , του τε εἰσελθειν εἰς ἱερον και ὑφελεσθαι
σου μητε κορῳ μητε λιμῳ ἐθιζεσθωσαν : λιμῳ γαρ ἑπεται κλοπη , κορῳ δε ὑβρις . Παρατηρητεον μηδεν των εὐτελεστερων
9999276 βελτιω
και προς ὑμας τα γε ἀληθη , χειρω δε και βελτιω νομιζειν ἐξεστιν ὡς ἀν ἑκαστῳ δοκῃ . οὑτω γαρ
ἐπιτηδεια . και τα κητωδη δε των θαλαττιων ζῳων ταριχευομενα βελτιω γινεται , περιττωματικην ἐχοντα και αὐτα την σαρκα :
9999257 λιθαργυρῳ
λειον μετα χοληϲ αἰγοϲ και βοοϲ και προβατου καταχριομενον ϲυν λιθαργυρῳ , προβατειοϲ ἀϲτραγαλοϲ κεκαυμενοϲ λειοϲ ϲυν αὐϲτηρῳ οἰνῳ ,
το οὐρον του βουρδωνος και συνεψησῃ κηρῳ και ἐλαιῳ και λιθαργυρῳ , και καταπλασσῃ ποδαγρῳ , ὁ μεν ἀσθενων ἰαθησεται
9999245 κλοπῃ
ταυτα τους κυριους κατεχειν : ὁσα δε βιασαμενοι τινες ἠ κλοπῃ λαβοντες ᾠκοδομησαντο , κομισαμενους τας δαπανας , ἁς ἀν
ἀπο δε του μειζονος , οἱον , εἰ κρινοιτο ἐπι κλοπῃ , ἐρει ὡς εἰπερ ἡττων ὑπηρχον των αἰσχρων πλημμεληματων
9999244 ἰδιωϲ
ἀρχαϲ πλην των ἀγαν τε δριμεων και των καυϲτικων : ἰδιωϲ δε προχριϲαϲ ἐλαιῳ το δηγμα μαραθρου ῥιζηϲ μετα μελιτοϲ
προϲ φλεγμοναϲ εἰρημενα πλην των ἐλαιωδων τε και δριμεων , ἰδιωϲ δε τουτο : ῥοιαν γλυκειαν ἑψηϲαϲ ἐν οἰνῳ και
9999198 Αἰσχινῃ
οἱ ἐμπλεοντες τῃ Παραλῳ Παραλοι , ὡς και παρ ' Αἰσχινῃ , ⌈ οἱ δε ⌉ τῃ Σαλαμινιᾳ Σαλαμινιοι .
ἐχρησιμευεν ἀπολογουμενῳ ὑπερ αὐτου μνημονευσαι του γενους . τῳ δε Αἰσχινῃ κατηγορουντι χρησιμον , διο εἰπεν : „ Σκυθης βαρβαρος
9999142 Νικανωρ
διετριβε κατασκευαζομενος την ναυτικην δυναμιν . Ἁμα δε τουτοις πραττομενοις Νικανωρ ὁ την Μουνυχιαν κατεχων ἀκουων τον μεν Κασανδρον ἐκ
. τουτων δ ' ἐτι περι ταυτ ' ἀσχολουμενων ὁ Νικανωρ , πολλους ἐξενολογηκως , λαθρᾳ νυκτος ἐξαγαγων τους στρατιωτας
9999140 ἐλλεβοροϲ
ἀνθοϲ ποθεντα ϲυν μελικρατῳ ὀβολοι ε καθαιρει ἀνω , ὡϲπερ ἐλλεβοροϲ λευκοϲ , ἀκινδυνωϲ : ὁ δε καρποϲ και κατω
κοιλιᾳ τε και ϲτομαχῳ χολην ἀγουϲα . ἁρμοζει δε ὁ ἐλλεβοροϲ και τοιϲ ὀξεωϲ νοϲουϲι και τοιϲ ἐν χρονιοιϲ νοϲημαϲι
9999130 κωλυσῃ
ληγει , και ἀναβιβαζει τον τονον , εἰ μη δισυλλαβεια κωλυσῃ : ὠ βελτιον , το βελτιον : ὠ ἀρειον
οὐν , ἀλλ ' ἐφοβηθη , φησι , μη τις κωλυσῃ την αἰτησιν : αὑτη ἀναγκαια ἀντιθεσις : ὡσπερ ἐν
9999111 ϲφοδραϲ
ἠ αἱμορραγιαϲ ἠ ἀγρυπνιαϲ ἠ λιμον ἠ κινηϲειϲ πολλαϲ και ϲφοδραϲ , ἐπι κενωϲεϲιν ἑπονται . και ὁταν τινι των
ἐξ ὁδοιποριων ϲυνιϲταμενων κοπων προειποντεϲ , νυνι περι των ἀνευ ϲφοδραϲ κινηϲεωϲ αὐτοματωϲ γιγνομενων κοπων δηλωϲομεν . νοϲωδειϲ γαρ εἰϲιν
9999111 Ἀλοπη
αὐτοις πολεις αἱδε : Λαρυμνα , Κυνος , Ὀπους , Ἀλοπη : εἰσι δε και ἀλλαι πολλαι Λοκροις . Παραπλους
δεικνυται και κρηνη τις Αἰανις . Ἑξης μετα τον Κυνον Ἀλοπη ἐστι και ὁ Δαφνους , ὁν ἐφαμεν κατεσπασθαι :
9999099 βλαξ
πλουσιος πλουταξ : μαλαξ οὐν και κατα συγκοπην και τροπην βλαξ . εἰς δε το λεξικον το Ῥητορικον εὑρον ἐγω
των ἐναντιων νωθης , βραδυς , ἀμβλυς , ἀργος , βλαξ , ἀπους , κακοπους , μελλητης , δειλος ,
9999058 Εἰληφθω
ΗΘ : ὁτι ἰση ἐστιν ἡ ΒΕ τῃ ΘΚ . Εἰληφθω το κεντρον του ΑΒΓ κυκλου το Λ , και
, τουτεστι το ὑπο ΑΒΓ . . . Ἀλλως . Εἰληφθω το κεντρον του κυκλου το Ε , και ἐπεζευχθω
9999036 ἁλιεα
συνεχως ὑπο του παθους βυθιζεται . ποθεν γαρ ποτε εἰς ἁλιεα δυστηνον ἀγαπητως την ἀναγκαιαν ἐκποριζοντα διατροφην ἐρως ἐνεσκηψε και
: ἐπι των γαστριμαργων . Ἁλιευς πληγεις νουν οἰσει : ἁλιεα φασι ποτε τους ἁλισκομενους ἰχθυας χειρι λαβοντα , ὑπ
9999013 Ῥεα
καλουμενη κρηνη . λεγεται δε και τοιαδε ὑπο Ἀρκαδων , Ῥεα ἡνικα Ποσειδωνα ἐτεκε , τον μεν ἐς ποιμνην καταθεσθαι
, και εἰς ὁμα παιδι καθευδε . και τυ , Ῥεα , κλαιεις τον βουκολον . οὐχι δε και τυ
9999012 ἐταξε
ἐτευξατο χαλκελατῳ τεχνᾳ μακαρων δρομον ἐς μετρον ἁμερας ; τις ἐταξε κυκλῳ δρομον ἀστερων , παγχαλκεον εἰκονα κοσμου , μερισας
ἁμμα της τιαρας ἁπτομενοις του μετωπου . Δαρειος πρωτος φορους ἐταξε τοις ἐθνεσιν : ὁπως δε μη χαλεπηνειαν , οὐκ
9999009 ἱδρωταϲ
ὡϲ μαλιϲτα ψυχεϲθωϲαν . τουϲ δε κατ ' ἐκθλιψιν γινομενουϲ ἱδρωταϲ διακρατηϲει και θαλψει των ἀκρων και ἀποψηϲει δια ῥακιδιων
και πεπιϲτευται ἱδρωταϲ κινειν και πιϲτακιου δε καρποϲ ἐϲθιομενοϲ κινει ἱδρωταϲ ἀλυπωϲ : ἀλειφομενα δε ἐξωθεν κινει ἱδρωταϲ νιτρον μετ
9998999 ὠκεα
ἀναρρηξασα μελαθρων ἐκθορεν ἠυτ ' ἀελλα : φερον δε μιν ὠκεα γυια . Ὡς δ ' ὁτ ' ἀν '
λιγεα λιγα : κρατυς κρατεα κρατα και καρτα : ὠκυς ὠκεα ὠκαΔιο . και σημειωτεον παρα το θαμυς , ἀφ
9998997 Ὀλυμπῳ
εἰναι νομισωσι το μηδεν , τουτους δε θεους τους ἐν Ὀλυμπῳ ; Τοτε χρη στρουθων νεφος ἀρθεν και σπερμολογων ἐκ
της Μακε - δονιας , τα δ ' ἐν τῳ Ὀλυμπῳ τῳ Μυσιῳ και ἐν Πινδῳ , τα δ '
9998995 φραζε
μετριως ἡμιν τα περι λογων : και συ τε ἐλθων φραζε Λυσιᾳ ὁτι νω καταβαντε ἐς το Νυμφων ναμα τε
ὀντα , τον ἀληθη μαντιν Τειρεσιαν . ὁ δε οἱ φραζε και παντι στρατῳ : ὁ δε μαντις Τειρεσιας εἰπεν
9998986 ἡλιωι
ἐπενοησαν τωι πηλωι της πλινθου συμμιγνυειν φορυτον , και τωι ἡλιωι αὐτας τερσαινειν : ἀλλα και στεγας ἐξευρον . ἀπο
ἀρα γ ' ὁμαλην την πορειαν ἡ σεληνη ὑπο τωι ἡλιωι διεξερχεται . Και οἱ ἀπλανεις ἀστερες ἰσοχρονοι εἰσιν [
9998986 Σκορπιῳ
σημαινει , ἐν δε Ζυγῳ φανερωθῃ , ἀλλα και τῳ Σκορπιῳ : Τοξοτῃ γαρ οὐδεποτε , βραδυ δ ' ἐν
ἑω ὁλως προσακοντισαι προσων Καρκινῳ ἠ Ἰχθυι ἠ τῳ δεινῳ Σκορπιῳ , Περσαις μηνυει ἀγαθα : ἐκχυθεντες γαρ οὑτοι πλουτον
9998973 ἀψινθιῳ
ὡσπερ και ἡ χονδριλη . Σεριφον παραπλησιον μεν ἐστι τῳ ἀψινθιῳ : διαλλαττει δ ' ὁμως τῳ μητε ὁμοιως ἐκεινῳ
. εἰ δ ' ἐπειγοι τα των ἑλμινθων , προποτιστεον ἀψινθιῳ ἠ σεριφῳ ἠ ἐμπαστεον εἰς κυαθους γ ὑδατος μυστρου
9998960 μυξωδη
κηριαζουσι γαρ και οὑτοι . ἀφιασι δ ' ἀρχομεναι κηριαζειν μυξωδη γλισχροτητα , ἐξ ὡν τα λεπυρωδη συνισταται . ταυτα
τῳ στοματι της μητρας . Οὑτος ἀγει ὑγρασιαν πολλην και μυξωδη και τα τοιαυτα των φαρμακων . Καθαρσεως δε ἱκανης
9998957 κνημῃ
Ὑδροχοου γ Ϛʹ βο δʹ Ϛʹ των ἐν τῃ δεξιᾳ κνημῃ β ὁ νοτιωτερος . . . . . .
δ # νο ε # εʹ των ἐν τῃ ἀριστερᾳ κνημῃ β ὁ νοτιωτερος . . . . . .
9998944 Χαραξ
ὑπο Κεκροπος , ὁθεν και διφυη τον Κεκροπα λεγεσθαι ὁ Χαραξ φησιν , διοτι το νομιμως ἐκ δυοιν φυεσθαι δι
Αἰγυπτιου Διονυσου πατριον ὀνομα . . . . : Ὁ Χαραξ το χρυσουν δερμα μεθοδον εἰναι λεγει χρυσογραφιας μεμβραναις ἐμπεριειλημμενην
9998943 Ἑρμῃ
: τινες δε την Θεμιν . γνωρισαντα δε τον Δια Ἑρμῃ προσταξαι ἐγκαθειναι παλιν λεβητι τα κρεα και ὑγιη τον
κεφαλη και αἱ ᾠαι του ἡπατος και ὁ πνευμων , Ἑρμῃ δε τα ὠτα ἀμφοτερα της καρδιας και αἱ χειρες
9998936 σιωπη
ἐστιν ὁστις ἐξαναγκασει τον ἀνδρα τουτον φωνησαι , ὁτου ἡ σιωπη κατακεκριται . Οὑτοι γυμνοι διαιτωνται οἱ σοφισται , του
γαρ λογος ἀηδης κινειν οἰδεν ἐριν και πολεμον , δηλονοτι σιωπη εἰρηνην ἡμιν ἁμα και φιλιαν χαριζεται : τι γαρ
9998924 Μυκαλῃ
ἐν Πλαταιῃσι το τρωμα ἐγενετο , συνεκυρησε γενεσθαι και ἐν Μυκαλῃ της Ἰωνιης . Ἐπειδη γαρ ἐν τῃ Δηλῳ κατεατο
ἡ Τρωγιλιος ἀκρα προπους τις της Μυκαλης ἐστι . τῃ Μυκαλῃ δ ' ὀρος ἀλλο προσκειται της Ἐφεσιας Πακτυης :
9998920 δωσω
' ἀλλα . κακοδαιμων ἐγω . οἱαν δικην τοις κορεσι δωσω τημερον . φροντιζε δη και διαθρει παντα τροπον τε
. πιμπλη συ μεν ἐμοι , σοι δ ' ἐγω δωσω πιειν : ἀμυγδαλη μεν παιζετω παρ ' ἀμυγδαλην .
9998919 Λαϊδα
, ἀλλ ' ἀπ ' ἀνδριαντος ἀνασταιη . ἐνιοι δε Λαϊδα φασι παρακατακλιναι αὐτῳ τους μαθητας : τον δε οὑτως
Προς πτωχον , Προς Λαϊδα , Προς Πωρον , Προς Λαϊδα περι της κατοπτρου , Ἑρμειας , Ἐνυπνιον , Προς
9998917 Φαραω
ἀποφηνας : ” διδωμι γαρ σε ” φησι „ θεον Φαραω „ : θεος δε ἐλλειψιν ἠ προσθεσιν οὐκ ἀνεχεται
σωματικης χωρας βασιλευς : ” ἐπιστραφεις ” γαρ φησι „ Φαραω εἰσηλθεν εἰς τον οἰκον αὐτου , και οὐκ ἐπεστησε
9998894 ὁρῃ
ἐστι δε και νοητη , καθ ' ἡν φαμεν νους ὁρῃ και νους ἀκουει : ἀνευ γαρ νου οὐδε των
ὁς ἐπει σφεων δεξηται τα ἀγγηια , την τε σφρηγιδα ὁρῃ και μισθον ἀρνυμενος ἀνα τε λυει τον δεσμον και
9998881 μυρμηκι
ὁτι ἀσωματα εἰσιν : ἐν γαρ τῳ ἐλεφαντι και τῳ μυρμηκι το αὐτο ζωον ὑπαρχει : οὐ γαρ φαμεν τον
ἐπι των βαρους τινος ἠ κακων ἀπηλλαγμενων . Ἐνεστι κἀν μυρμηκι χολη : παρεγγυᾳ μηδε των μικρων καταφρονειν . Ἐν
9998878 ʹʹ
ʹʹδʹʹ μβʹ γʹʹ Κλωδιανου ποτ . ἐκβολαι ιθʹ μβʹ ∠ ʹʹ Ῥοδη πολις ιθʹ ∠ ʹʹ μβʹ ∠ ʹʹ μεθ
νʹ Νουαισιον λαʹ ∠ ʹʹ ναʹ Ϛʹʹ Μηλοκαβος λαʹ ∠ ʹʹ νʹ γοʹʹ Γραυιοναριον λαʹ ∠ ʹʹ νʹ Ϛʹʹ Λοκοριτον
9998866 ΕΖ
ὑπο ΔΕΑ μετα του ἀπο ΑΖ ἰσον ἐστιν τῳ ἀπο ΕΖ , και ἐστιν το ἀπο ΑΖ ἰσον τῳ ὑπο
μειζων της ΕΖ . ὁτι δε μειζων ἡ ΔΕ της ΕΖ , δηλον ἐκ του δυνασθαι την μεν ΔΓ ἑξαγωνου
9998863 κηκιδοϲ
τα δια λεπιδοϲ χαλκου , μιϲυοϲ , χαλκιτεωϲ κεκαυμενων , κηκιδοϲ , ἰϲχυροτερα δε τα δια χαλκανθου , ἰου ,
χρωϲ : προελθοντοϲ δε χρονου προϲβαλλεται βραχυ τι ἐλλεβορου και κηκιδοϲ ὁμοιωϲ . Ἀλλο . ϲυκηϲ μελαινηϲ τουϲ ἀκρεμοναϲ βρεξον
9998844 ἐτυψα
δη παντως ὀφειλει συντεταχθαι του αὐτου προσωπου ῥημα , ἐμαυτου ἐτυψα παιδα . ἀλλ ' εἰ και ἡ συντασσομενη αἰτιατικη
ἐτυπτον , ἐτυπον , ἠ εἰς α ὡς τετυφα , ἐτυψα , ἠ εἰς ειν διφθογ - γον , ὡς
9998844 ὀμιχλη
κορυφαι Σιπυλου περιμηκεες ὡν καθυπερθεν ἐχθρη μηλονομοισιν ἀει περιπεπτατ ' ὀμιχλη : ἡ δε πελει μεγα θαυμα παρεσσυμενοισι βροτοισιν ,
ἀνεμοι μεταπιπτοντες . . Ϛ : . . . Αἰγυπτιοις ὀμιχλη και καυμα ἠ ὑετος ἠ βροντη , Εὐδοξῳ ἀνεμος
9998844 ῥοπαλῳ
Ἀλκμηνας νοθον : και γαρ τον Ἀλκμηνης νοθον ἀδελφον Λικυμνιον ῥοπαλῳ ἐλαιας τυπτων ἀπεκτεινεν ἐν τῃ Τιρυνθι παραγενομενον ἐκ της
την κακιαν των ἀνθρωπων καθαιροντα , τουτο δε ποιειν τῳ ῥοπαλῳ μονῳ , λογον δε μυεισθαι τῳ μυθῳ τουτο το
9998843 Ἀρχιαδῃ
ἐαν ἐν τῳ οἰκῳ εἰναι τον Λεωκρατην υἱον εἰσποιητον τῳ Ἀρχιαδῃ , συνεχωρησεν ὁ Μειδυλιδης , οὐχ ἡττηθεις ἐν δικαστηριῳ
προφασιν Λεωκρατης ὁ τουτουι πατηρ Λεωστρατου εἰσποιει αὑτον υἱον τῳ Ἀρχιαδῃ , και ἐνεβατευσεν οὑτως εἰς την οὐσιαν ὡς ὑπ
9998842 Πληθ
ῥᾳον γενηται και βιῳ . Δυϊκα . Ἐαν θητονθητον . Πληθ . Ἐαν θωμενθητεθωσιν . Ἑνικα . Ἐαν τιθωμαιτιθῃτιθηται :
. Τω σωληνε , τοιν σωληνοιν , ὠ σωληνε . Πληθ . Οἱ σωληνες , των σωληνων , τοις σωλησι
9998841 ΖΗ
τετραγωνος ἀριθμος προς τετραγωνον ἀριθμον : και το ἀπο της ΖΗ ἀρα προς το ἀπο της Κ λογον ἐχει ,
νθ νϚ . ὁμοιως δ ' , ἐπει ἡ μεν ΖΗ τῃ ΗΘ ἐστιν ἰση , διπλη δε ἡ ΕΘ
9998829 Δωδωνῃ
. . . ἐλθειν ] οἱς ἐχρησεν ὁ θεος ἐν Δωδωνῃ τον μεν ἐπι ἀνατολας τον δ ' ἐπι δυσμας
ἀπαραιτητον : φαινεται δε και ὁ θεος παραινων ὁ ἐν Δωδωνῃ νεμειν ἐς ἱκετας αἰδω . Ἀθηναιοις γαρ ἐπι ἡλικιας
9998826 ὑσμινῃ
. Ζευς δ ' ἐπι νυκτ ' ὀλοην τανυσε κρατερῃ ὑσμινῃ , ὀφρα φιλῳ περι παιδι μαχης ὀλοος πονος εἰη
φονῳ Πατροκλου μερμηριζων , ἠ ἠδη και κεινον ἐνι κρατερῃ ὑσμινῃ αὐτου ἐπ ' ἀντιθεῳ Σαρπηδονι φαιδιμος Ἑκτωρ χαλκῳ δῃωσῃ
9998825 ΑΔ
ὀψεις , ἀλλα κατα διαστημα , ἐσονται τινα ἐν τῳ ΑΔ διαστηματι , προς ἁ αἱ ὀψεις οὐ προσπεσουνται .
ἐαν γαρ ἀφελω και ἀπο του ΑΒ των ι το ΑΔ δοθεν τα β , το λοιπον το ΔΒ τα
9998825 ϲτιμμεωϲ
, ὑδαρεϲ . Καδμιαϲ , κομμεωϲ ἀνα ⋖ κ , ϲτιμμεωϲ , χαλκανθου ἀνα ⋖ κ , ὀπιου ⋖ ιδ
του Νεαπολιτου προϲ μιλφωϲειϲ και χρονιαϲ των βλεφαρων διαθεϲειϲ . ϲτιμμεωϲ , καδμιαϲ , χαλκιτιδοϲ , μιϲυοϲ ξενικου ἰϲα κοπτε
9998819 ἀλωπηξ
μη προσσχοντες ἀπηλθον παραχρημα . ὡς οὐν εἰδεν αὐτους ἡ ἀλωπηξ παρελθοντας , ἐξηλθεν οὐ προσφωνουσα . μεμφομενου δε αὐτην
ὁπως ἀνελθῃ ἐκ του βαθους ὁ τραγος . Ἡ δε ἀλωπηξ τουτον ἐκβλεψαμενη ἐμειδιασε και προς αὐτον ἐλαλει : Ὠ
9998813 ξηραϲ
ἀει τηϲ ἐπικρατουϲηϲ ποιοτητοϲ ἐπικρατηϲει τα γνωριϲματα . Θερμηϲ και ξηραϲ κραϲεωϲ ϲημεια . Ἡ δε θερμη και ξηρα κραϲιϲ
ληφθειϲ αἱμα δι ' οὐρων ἀγει . Ὀροβακχη ψυχραϲ και ξηραϲ ἐϲτι κραϲεωϲ κατα την πρωτην ταξιν . Ὀρυζα ἐχει
9998810 ἠλθε
αὐτῳ καταλεξειαν ἁπερ βουλοιτο . και πρωτη μεν ἡ Ἐλπηνορος ἠλθε ψυχη , ὁς ἐν τῃ Κιρκης οἰκιᾳ ἐτι ἀθαπτος
' ἀγων ὁδ ' οὐκ ἀφροντιστος παλαι : νεικης παλαιας ἠλθε , συν χρονῳ γε μην : ἑστηκα δ '
9998808 ΒΔ
. ιηʹ . Παλιν των ΑΒ ΒΓ μεση ἀναλογον ἡ ΒΔ , και τῃ ΓΔ ἰση κεισθω ἡ ΔΕ :
ἡ ὑπο ΒΑΓ γωνια . ἐπει γαρ το ὑπο των ΒΔ , ΔΓ περιεχομενον ὀρθογωνιον ἰσον ἐστι τῳ ἀπο της
9998806 σπογγῳ
των στραγγουρικων . Ἠν δε ὁ ἀρχος ἐκπιπτῃ , ἀνωσας σπογγῳ μαλθακῳ , και καταχρισας κοχλιῃ , των χειρων δησας
και ἀθλιπτως φερειν : και τας ἐμφερομενας τοις ὀφθαλμοις λημας σπογγῳ ἁπαλῳ δι ' ὑδατος θερμου ἀφαιρειν , και λε
9998802 λυπῃ
τῳ ποδι παραχρημα νεκρον ἐδειξεν . ὁ δε πατηρ τῃ λυπῃ συσχεθεις και πελεκυν ἁρπα - σας ἐπειρατο φονευσαι τον
ἀλλ ' ὁτι τῳ μεν ἠμελημενῳ το λυπηθηναι , τῃ λυπῃ δε ἠκολουθησεν ἀν οὐκ ἀλογως ἡ σιγη . τουτῳ
9998793 ναυαρχῳ
ποδαπον ; και ποθεν γενομενον τον χαλκον τουτον τῳ Βοιωτιῳ ναυαρχῳ ; ποτερα κατ ' ἐμποριαν ἀχθεντα ἠ ἀπ '
νησου περιφεροντες . ἐπι δε της νησου σκηνη πεποιητο τῳ ναυαρχῳ , ὁθεν ἐδει και τον σαλπικτην σημαινειν και τον
9998792 Ῥωμῃ
ἐπι διαλλαγῃ . Γιγνομενων δε τουτων τερατα και σημεια ἐν Ῥωμῃ πολλα και φοβερα ἠν . κυνες τε γαρ ὠρυοντο
ἐνιαυτον . Ἐπ ' ἀρχοντος δ ' Ἀθηνησι Τιμοσθενους ἐν Ῥωμῃ την ὑπατικην ἀρχην διεδεξαντο Καισων Φαβιος και Λευκιος Αἰμιλιος
9998789 ῥιζηϲ
ὀϲφραντον δε τουτο καλλιϲτον : μηκωνοϲ λευκηϲ κωδιων πεφωγμενων μανδραγορου ῥιζηϲ φλοιου το ἰϲον λεια ποιηϲαϲ και φυραϲαϲ οἰνῳ και
παιωνιαϲ ἡ ῥιζα ἐρεβινθων μελανων ἀφεψημα ἀμυγδαλα μαλιϲτα πικρα ἠρυγγιου ῥιζηϲ ἀφεψημα δαμαϲωνιον ἀδιαντον ϲελινου ϲπερμα μαραθρου δαυκου πετροϲελινου ἀμεωϲ
9998788 Φοινιξι
ἐπειδη ἐστι κηρυκες κηρυκων κηρυξι κηρυκας κηρυκες και Φοινικες Φοινικων Φοινιξι Φοινικας Φοινικες : και ἰδου ἐπι τουτων ἡ δοτικη
προσθεσει του ι ποιει την δοτικην των πληθυντικων , Πελοψι Φοινιξι . τους θωρακας , ὠ θωρακες . Ἑνικα .
9998779 δακῃ
καλουμενου βασιλισκου ῥητως οὑτω φησιν : ὁταν δε ὁ βασιλισκος δακῃ , πληγη ὑποχρυσος γινεται . Τα μεν οὐν ἐν
. μηʹ . περι σκιγκου . ὁτι ὁ σκιγκος ἐαν δακῃ τινα και προτερος ἐγκυλισθῃ τοις ἰδιοις οὐροις ἠ ὑδατι
9998776 κωμῃ
και λιτρωδεστερα , ὡς και τα ἐν τῃ καλουμενῃ Λεοντος κωμῃ της Φρυγιας . τα δε περι Δορυλαιον και πινομενα
. Κλεαρχος Κυρου πεσοντος ἀναχωρων μετα των Ἑλληνων ἐστρατοπεδευεν ἐν κωμῃ τροφην ἀφθονον ἐχουσῃ . Τισαφερνης πρεσβεις πεμψας ἠξιου μενειν
9998774 τἀδελφῳ
το σωμα οὐ ῥωμαλεοι , οἱπερ οὐν χρονῳ ὑστερον βασκηναντες τἀδελφῳ της τε ἀρετης και της ἀλλης εὐδαιμονιας ἐκεινον μεν
βουλει , τῳ πατρι και τοις ἀδελφοις , ἀλλα και τἀδελφῳ του πατρος ” , ἐπιστραφεις και τουτους ἐν ᾡπερ
9998767 Ἀσενεθ
την νυκταν μετα στεναγμου ἑως πρωϊ . Και ⌈ ἀνεστη Ἀσενεθ τῳ πρωϊ και εἰδε και ⌉ ἰδου ἠν ἡ
⌉ . Και εἰπεν αὐτῃ ὁ ἀνθρωπος : θαρσει , Ἀσενεθ , και μη φοβου , ἀλλα ἀναστηθι ἐπι τους
9998764 ὀνυξι
περιφερεις τα σωματα , στερεοι τους ποδας , καθωπλισμενοι ὀξυτατοις ὀνυξι και πυκνους ἐν τῳ στοματι τους κυνοδοντας φεροντες :
τοιϲ ὑπογεγραμμενοιϲ : μοϲχου τουϲ ὀπιϲθιουϲ ποδαϲ κατακαυϲαϲ ϲυν τοιϲ ὀνυξι και λεαναϲ μιξαϲ τῃ γῃ χρω και λευκογραφιδα λεαναϲ
9998762 δʹʹ
πρωτη ἐξοχη λθʹ γʹʹ νθʹ γʹʹ το ἀνατολικωτατον αὐτης μʹ δʹʹ νηʹ ∠ ʹʹ ἡ ὑπο ταυτην ἐφεξης λζʹ νζʹ
πολις νβʹ ∠ ʹʹ μαʹ δʹʹ Ἰμβρος νγʹ γʹʹ μαʹ δʹʹ Ἡ δε Χερσονησος περιοριζεται ἀπο μεν ἀρκτων τῃ εἰρημενῃ
9998758 χυμοϲ
ἀϲθενεια δια παντοϲ ἐνυπαρχει τοιϲ ἀϲθενουϲιν ἀρθροιϲ : οὐτε δε χυμοϲ μονοϲ : οὐ γαρ δη τοιϲ ἀρθροιϲ ἐνεϲκηπται μονοιϲ
παντωϲ αἱματοϲ ἀφαιρετεον . ἐϲθ ' ὁτε γαρ ὠμοϲ τιϲ χυμοϲ ἠθροιϲται κατα το ϲωμα : διο προϲεχειν χρη ἀκριβωϲ
9998750 δριμυ
. Κἀπειτ ' ἐπειδη τἀργυριον ἐπραττομην , ἐβλεψεν εἰς με δριμυ κἀμυκατο γε Τουτου πανυ τοὐργον : οὑτος ὁ τροπος
δευτερον , ὁτε δε οἱον πολυπου θολον , ὁτε δε δριμυ οἱον ὀξος , ὁτε δε σιαλον και λαπην ,
9998749 Τετμησθω
εἰδει τετραγωνῳ : δις γαρ τα δυο γινεται τεσσαρα . Τετμησθω γαρ ἡ ΒΓ διχα κατα το Ε σημειον .
: δει δη εἰς το ΑΒΓΔΕ πενταγωνον κυκλον ἐγγραψαι . Τετμησθω γαρ ἑκατερα των ὑπο ΒΓΔ , ΓΔΕ γωνιων διχα
9998748 λβʹ
δʹʹ Ἀμισιου ποταμου ἐκβολαι κθʹ νεʹ αἱ πηγαι του ποταμου λβʹ νγʹ Οὐισουργιος ποτ . ἐκβολαι λαʹ νεʹ αἱ πηγαι
Βακχεβακχον ] τον Διονυσον . διπλη και στιχοι ἰαμβικοι ὁμοιοι λβʹ , ὡν τελευταιος “ ἀνηρ ἀν ἡδεως λαβοι ”
9998746 ῥαφαιϲ
δερματιον ἀποδειρωμεν , εἰτα τουϲ μωλωπαϲ ἀποϲπογγιϲαντεϲ τριϲιν ἠ τετραϲιν ῥαφαιϲ τα χειλη του τραυματοϲ ϲυναγαγωμεν ἀπο τηϲ μεϲηϲ ἀρχομενοι
το του δερματοϲ , μυρϲινοειδεϲ αὐτου μεροϲ ἀφελοντεϲ χρηϲωμεθα ταιϲ ῥαφαιϲ και φαρμακον ἐναιμον ἐπιβαλωμεν . Του γενουϲ ὀντα και
9998744 ἑλκω
κατα τονικην παραγωγην περισπωμενα , οἱον τυπτω τυπτω , ἑλκω ἑλκω , μηνιω μηνιω , δηριω δηριω . Ἐν οἱς
οἰετεας ἐπλεονασε το ι ὀμοετεας . Ὁλκος . παρα το ἑλκω , ὀλκη και ἐχω ὀχος . Ὀπαδος . το
9998741 Εἰρηνῃ
λινου . της κολλυρας δε καλουμενου ἀρτου Ἀριστοφανης μεμνηται ἐν Εἰρηνῃ . ὁ δε ὀβελιας ἀρτος κεκληται ἠτοι ὁτι ὀβολου
ἐν τοις Ἀχαρνευσιν ἠ Βαβυλωνιοις , ἠ ἐν τῃ ἑτερᾳ Εἰρηνῃ ” και σποραδην † δια † τινα ποιηματα παρατιθεται
9998740 Ἰσθμῳ
πατερα , τουτους μεν ἐνταυθα ἱππων νικας , ἐν δε Ἰσθμῳ του Θεοχρηστου λαβειν τον πατερα , το ἐπιγραμμα δηλοι
, και τους παριοντας ἀποκτεινοντα , δευτερον δε τον ἐν Ἰσθμῳ κατοικουντα Σινιν . οὑτος γαρ δυο πιτυς καμπτων ,
9998738 ἑλκῃ
του μη ἐπι του βηματος , ἠ παρακελευηται , ἠ ἑλκῃ τον ἐπιστατην , ἀφειμενης της ἐκκλησιας ἠ της βουλης
διιοντα ἠν . Το ἐν ψυχει κεισθαι ἐπιβεβλημενον , ὡς ἑλκῃ μεν το ψυχρον , θαλπῃ δε το τοιουτον εἰδος
9998727 χηνοϲ
ἐπιτιθεναι τοιϲ βλεφαροιϲ εἰϲ κοιτην ᾠον μετα ῥοδινου ἠ ϲτεαρ χηνοϲ φευγονταϲ τα ψυχρα και ϲκληρυντικα : ϲκεπαζεϲθω δε και
ἀνηθου , νηϲϲηϲ ἀρρενοϲ αἱματοϲ ξηρου , ἐριφου αἱματοϲ , χηνοϲ αἱματοϲ , θηλειαϲ νηϲϲηϲ αἱματοϲ , βουνιαδοϲ ἀγριαϲ ϲπερματοϲ
9998725 Νειλῳ
, και ναυν δε ἰδιοστολον ἐκεκτητο και ἐναυκληρει ἐν τῳ Νειλῳ . ἰδων οὐν ἀναπλεοντα τον Ἀπολλωνιον καταπλεων αὐτος ξυνηκε
τας ῥυσεις ποιουμενοι , την ἀναβασιν οὐκ ἐχουσιν ἀναλογον τῳ Νειλῳ : τοὐναντιον γαρ ἐν μεν τῳ χειμωνι πληρουμενοι ,
9998725 μυκτηραϲ
ἐκκρινει ϲυϲτελλομενοϲ , εἰ δε ποτε ἐμπεφραγμενων των κατα τουϲ μυκτηραϲ ὁδων κωλυεται ἐκκριναι το βαρυνον πνευμα ἠ βλενναν ,
ὀζαιναϲ και ἀναβρωϲειϲ και νομαϲ και παχυϲματα και ὁϲα περι μυκτηραϲ . ἀμπελου λευκηϲ φυλλων χυλον # γ μαννηϲ χαλκανθου
9998723 ὀψε
, βραχεα ἐκεκτηντο , και τουτων τα πολλα πεντηκοντορους : ὀψε τε ἀφ ' οὑ Ἀθηναιους Θεμιστοκλης ἐπεισεν Αἰγινηταις πολεμουντας
καταγνωναι των ἐξαπατησαντων ἐκεινων , οἱ δε κἀν αἰσθωνται ἐξηπατημενοι ὀψε ποτε γεροντες ἠδη γενομενοι , ὀκνουσιν ἀναστρεφειν αἰδουμενοι εἰ
9998721 ὁρᾳς
σοι ὁτουουν πεποιηκεναι ; τουτῳ γαρ που και συγγεγονας και ὁρᾳς οἱος ἐστιν . εἰ δε βουλει , Περικλεα ,
ὁ ἀνοητος . Και τι σοι λεγομεν τον Ἀπολλω ; ὁρᾳς τουτονι τον Ἡλιον τον προγονον του Ἀπολλωνος , ὡς
9998718 ῥιζαϲ
τῳ παιδι ἀχωραϲ ἐχοντι και ἰαθη . Ἀλλο . ἀγχουϲηϲ ῥιζαϲ καυϲαϲ , λεαναϲ μετ ' ἐλαιου ὡϲ γλοιου ἐχειν
και δια βαθουϲ ἀλλοιοι το δερμα μεχρι του κατα ταϲ ῥιζαϲ των τριχων τοπου . ἡ βλαβη δε ταιϲ χρωμεναιϲ
9998711 Ἀθω
περι Μαρδονιου ἱστορων και του διαφθαρεντος στρατου Περσικου περι τον Ἀθω γραφει και ταυτα : και λευκαι περιστεραι τοτε πρωτον
ἡ περι την Ἀκανθον , καθ ' ἡν Ξερξης τον Ἀθω διορυξαι λεγεται και διαγαγειν ἐκ του Στρυμονικου κολπου δια
9998702 Χαλκιδι
, Ξενοκρατους μεν ἐν Ἀκαδημειᾳ , Ἀριστοτελους δ ' ἐν Χαλκιδι διατριβοντος . τελευτησαντος δε Ἀλεξανδρου του Μακεδονος και των
ἐν Πιεριᾳ ἀπο του Ἑλικωνος , των δε το ἐν Χαλκιδι ἀπο της Ἀρεθουσης , εἰτα ἐρωτωντων αὐτον ποιῳ συγκατατιθεται
9998692 ʹʹδʹʹ
∠ ʹʹ μδʹ Τειβουρων Νεμετοβριγα ζʹ ∠ ʹʹ μγʹ ∠ ʹʹδʹʹ Γιγουρρων Φορος Γιγουρρων ηʹ μγʹ ∠ ʹʹδʹʹ Μεταξυ δε
∠ ʹʹδʹʹ Κανεντελου ποτ . ἐκβολαι ιζʹ δʹʹ μζʹ ∠ ʹʹδʹʹ Πικτονιον ἀκρον ιζʹ μηʹ Σικορ λιμην ιζʹ ∠ ʹʹ
9998690 Εὐρυπυλῳ
οἱ ἐνι φρεσι μεμβλετ ' Ἀχαιων τειρομενων ὑπο Τρωσι και Εὐρυπυλῳ μεγαθυμῳ . Οἱ δ ' Ἀχιληιον υἱα παρεζομενοι ἑκατερθε
ἀριστειαν ἀνονητον και τῳ Διομηδει και τῳ Ὀδυσσει [ και Εὐρυπυλῳ ] , και τον Αἰαντα φησι μαχεσθαι προθυμως ,
9998690 ὡραϲ
ναπυ και ϲυκα τριψαϲ πεποιημενον ἐκ τουτου κολλουριον ἐντιθεναι ἐπι ὡραϲ δυο κἀπειτα ἐξελεϲθαι μεν τουτο , ἐγχεαι δε ἐλαιον
ϲυνοχων . ἐπι μεν των φλεβοτομουμενων ἐγω ὡϲ μετα δυο ὡραϲ τηϲ φλεβοτομιαϲ ἀει διδωμι πτιϲϲανηϲ χυλον ἀγριον και κελευω
9998675 ΔΕ
μεσον ἀρα ἐστι το ΔΛ . και παρα ῥητην την ΔΕ παραβεβληται : ῥητη ἀρα ἐστιν ἡ ΜΔ και ἀσυμμετρος
ἀρα και το ὑπο ΖΔΕ . και ἐστι δοθεισα ἡ ΔΕ : δοθεισα ἀρα και ἡ ΖΔ . και ἐστιν
9998673 Ὠκεανῳ
μεχρι της ἐξω θαλασσης , ἀπο δε δυσεως τῳ δυτικῳ Ὠκεανῳ , ἀπο δε ἀρκτων Κανταβριῳ Ὠκεανῳ . Της μεν
φονος . ὁ δε νους : προσεπελασαν δε και τῳ Ὠκεανῳ και τῃ Ἐρυθρᾳ θαλασσῃ . καινως δε ὁ Πινδαρος
9998663 Λευκη
Ἑλιου φασι του Περσεως . ἐστι δε και πεδιον καλουμενον Λευκη : εἰτα πολις ἐπι χερρονησου ἱδρυμενη Κυπαρισσια λιμενα ἐχουσα
ὀστρακινῳ ἀγγειῳ ἐπι ξηρου και ἀνοτιστου τοπου . Ἀπουλωτικα . Λευκη ἐμπλαστρος ἀπουλωτικη προς τους ἁπαλοχρωτας και γυναικας , ἐτι
9998660 φθογγῳ
ὀξεος , ἐκ του βαρεος , ὀνοματι μεν ὁμοιων , φθογγῳ δε οὐχ ὁμοιων : τα πλειστα διαφορα μαλιστα ξυμφερει
δια θεαων : ἠλθον δ ' ἀμφιπολοι λευκωλενοι ἐκ μεγαροιο φθογγῳ ἐπερχομεναι : την δε γλυκυς ὑπνος ἀνηκε , και
9998659 λυμῃ
τα ἐκεινου ἐφρονεον , ἀνδρα τον δοκιμωτατον ἑωυτων οὑτω αἰσχρως λυμῃ διακειμενον , οὐδενα δη χρονον ἐπισχοντες ἀπιστεατο προς τους
' ἀλλα περιεωρων ἀπολλυμενα . Ἑρνικες δε δυσανασχετουντες ἐπι τῃ λυμῃ και διαρπαγῃ των ἀγρων , ἀναλαβοντες τα ὁπλα ἐξηλθον
9998659 ῥιγη
τουτο γουν αὐτῃ τινες ἐχρησαντο και προς τα κατα περιοδον ῥιγη , ἐξωθεν μεν ἀφεψοντες ἐλαιῳ και συναλειφοντες ὁλον το
τουτο ὑπερβατως ἀναγινωσκεσθαι χρη , ὁτι τα νοσηματα ἰσχυρα ἐχοντα ῥιγη , τουτεστι τα χρονια . και ἱνα σαφης ὁ
9998655 κλυϲτηροϲ
φλεβοτομιαϲ ποιειϲθαι : κωλυομενηϲ δε δια τι τηϲ φλεβοτομιαϲ δια κλυϲτηροϲ ἐκκενωϲομεν την γαϲτερα , ἀντιϲπαϲεωϲ ἁμα και κενωϲεωϲ ἑνεκα
ἀναιρει δε και ἑλμινθαϲ το ἀφεψημα αὐτηϲ πινομενον και δια κλυϲτηροϲ ἐνιεμενον , μαλλον του ἀψινθιου . ἐλαχιϲτηϲ δε τινοϲ
9998654 ῥιζῃ
ἐν τῳ μεϲῳ καθεϲτηκε . το δ ' ἐν τῃ ῥιζῃ δακνωδεϲ τε και λεπτομερεϲ ἐϲτι μεν ὀλιγον , ἐϲτι
ἀρτιου και περισσου εἰδη ὡς πηγῃ τινι και ἀμφοτερων ἀδιακριτῳ ῥιζῃ και ἀναγκαιως ἀδιαιρετῳ παρα τα ἀλλα παντα . και
9998645 σχετλιε
τον δ ' αὐτε προσεειπε θεα γλαυκωπις Ἀθηνη : “ σχετλιε , και μεν τις τε χερειονι πειθεθ ' ἑταιρῳ
δ ' ἑταιροι μειλιχιοις ' ἐπεεσσιν ἐρητυον ἀλλοθεν ἀλλος : σχετλιε , τιπτ ' ἐθελεις ἐρεθιζεμεν ἀγριον ἀνδρα ; ὁς
9998644 φοβῳ
. Ἀλλ ' οὐχ ἱκανως , εἰπον , ἐδηλωθη , φοβῳ ὡν ὑμεις ἀντιλαμβανομενοι δεδηλωκατε μακραν και χαλεπην αὐτου την
ὑμας , ἀλλ ' ὑπερ ὑμων δεδιεναι , και τοιουτῳ φοβῳ παρα παντων των ὑπηκοων δορυφορεισθαι ὑμιν την βασιλειαν :
9998643 ξυμφερῃ
ἐς το ἐσω , και ἠν τε στρογγυλον τον μοχλον ξυμφερῃ εἰναι , ἠν τε πλατος ἐχοντα : ἀλλος γαρ
, και φλεγμαινειν ποιεειν : και ἠν μηδ ' οὑτω ξυμφερῃ , δηλον ὁτι οὐκ ἐχρην τον πυρετον παρεχειν :
9998642 κηρυξ
. . . . τω μεν ζευγνυσθην ἐν δωμασιν ὑψηλοισιν κηρυξ και Πριαμος πυκινα φρεσι μηδε ' ἐχοντε : ἡ
. ἀλλ ' αγν ? ? ? [ ] ὁ κηρυξ αὐτοθι ] ! αγ ? ! [ του [
9998633 γλωϲϲηϲ
την ὀϲμην και κατα την γευϲιν ἐμφαινει : ἐπιφερει δε γλωϲϲηϲ φλεγμονην ἰϲχυραν και παρακοπην και ταϲ ἐκκριϲειϲ ἐπεχει παϲαϲ
ὀρεξεωϲ . νβʹ . Περι διψηϲ . νγʹ . Περι γλωϲϲηϲ τραχειαϲ . νδʹ . Περι ναυτιαϲ . νεʹ .
9998631 ιε
λοιπα ποιειν ἰσ . ⃞ῳ : γινονται δε λοιπαι ΔΥ ιε # Μο λϚ ἐν μοριῳ ΔΥ Δ α Μο
μεσον κατα μεν τον Ἱππαρχον βορειοτερον εὑρημενον του ἰσημερινου μοιραις ιε και Ϛʹ , κατα δε ἡμας ιϚ και δʹ
9998630 ιαʹ
Σκορπιου τυγχανον , περι κλοπης ἠ θησαυρου , το δε ιαʹ περι πλου ἠ καθυγρων πραγματων , το δε τελευταιον
καμουμαι : συστημα ἑτερον κατα περικοπην ἀνομοιομερες στιχων ἰαμβικων τριμετρων ιαʹ : ἐπι τῳ τελει παραγραφος . και οἱ ἑξης
9998626 Θηβαϊδα
Αἰτωλικον συντελουντες : Βοιωτοι δε Θηβαιων ἠρημωμενην την γην την Θηβαϊδα νεμομενοι δεει μη Θηβας αὐθις Ἀθηναιοι σφισιν ἐποικιζωσιν οὐτε
ταυτην ἀβατον εἰναι τοις παριουσι . και παντας τους την Θηβαϊδα κατοικουντας , ἡπερ ἐστιν ἀρχαιοτατη της Αἰγυπτου , μεγιστον
9998614 Δαφνιδι
οἱον οὐδε ἐπι της πολεως εὑρων , ἐπιθεσθαι διεγνω τῳ Δαφνιδι και πεισειν ᾠετο ῥᾳδιως ὡς αἰπολον . Γνους δε
ἐπικειται και ] προκειται , ἡν ἐπιδιδωσιν ὁ κριτης τῳ Δαφνιδι ὡς νικησαντι . οἱ μεν χρωματος εἰδος την μυταλην
9998601 κυβερνᾳ
καρδιαν ἀταλλοισα γηροτροφος συναορει ἐλπις ἁ μαλιστα θνατων πολυστροφον γνωμαν κυβερνᾳ . εὐ οὐν λεγει θαυμαστως ὡς σφοδρα . προς
δηλοι το ἀγαθον ἐν ἐκεινῳ τῳ καιρῳ ἐστ ' ἀν κυβερνᾳ : εἰ δε κακοποιος , δηλοι το κακον .

Back