προς Ἀφροδιτην ὀργῃ φερομεναι , διοτι πολλας αὐτων εἰς ἐρωτα κινησασα ἐπεισεν ἀνδρασι μιγηναι και τεκειν οἱον Καλλιοπην ἐξ Οἰαγρου
βουκερων ἀγαλμα το Αἰγυπτιον , ἀφεισα την Μεμφιν δευρο μετοικιζεται κινησασα μεν ὀνειρασι Σελευκον τον ἀπο του Σελευκου τεταρτον εἰς
9999953 ἀπεσχετο
, και πασας τας των πολεμιων ναυς φυγειν ἀναγκασας , ἀπεσχετο παντελως του διωγμου : ἀναμνησθεις γαρ της ἐν Ἀργινουσαις
το οὐλον : ἀπαγορευσαντων δε των ἰατρων , δυο ἡμερας ἀπεσχετο τροφης . και πως ἐσχε καλως ὡστε τους ἰατρους
9999952 ἠρνησατο
, το δε τα δεοντα εἰρηκεναι ἐξ ἀρχης μεν παντῃ ἠρνησατο , ἐπειτα συνεχωρησεν εἰς χαριν Φαιδρου : ὡστε πῃ
Πωρος ᾐτησεν , ὁ δε Ἀλεξανδρος ἐπραξε , και οὐκ ἠρνησατο : οὐδε γαρ οἱος τε ἠν . βασιλεα γαρ
9999949 Πελοπιδας
ἀν πολλακεις τους ἀληθεινους ἡγεμονας . οὐτε γαρ Ἐπαμεινωνδας οὐτε Πελοπιδας οὐτε Ἀθηνηθεν Ἰφικρατης και Χαβριας ἐστρατηγησαν ἀν οὐθ '
στρατηγους κατα τους ὑποκειμενους χρονους . ἐπιφανεστατοι δ ' ἠσαν Πελοπιδας και Γοργιας και Ἐπαμεινωνδας : οὑτος γαρ οὐ μονον
9999949 μαθηματικῃ
δε ἑτερως νοουμενον , και τουτο τα κοινα ὑποκειμενα τῃ μαθηματικῃ ἐπιστημῃ τῳ λογισμῳ περιλαμβανει . οὐ μεντοι δει ταυτα
Θεωνος και Σωκρατους και ἀλλων πολλων , οὑτω και ἐν μαθηματικῃ εἰ πιστον ἐστιν ὁτι ὁδε ὁ σχηματισμος των ἀστερων
9999944 ἀπεστησε
και ἐκτος πολεμιων χρησιμος ἡ παρασκευη , και τουτο αὐτο ἀπεστησε του πολεμου τους ἐναντιους , το γνωναι παρεσκευασμενους ὑμας
' ὁσαι στρατηγιδες αὐτον ἐκ των πολεμων ἐτι ἐσωματοφυλακουν , ἀπεστησε της φυλακης και μετα της δημοσιας ὑπηρεσιας ἐπεφαινετο μονης
9999944 ἐτερπετο
πως ὁ ταλας ἀνθρωπος ἐβαρηθη ; το δεινοτερον ἐπακουσον . ἐτερπετο Μωμου ταυτα λεγοντος Ἑρμης και ταυτα ἐπραττεν , ὁσα
θεμις οὐδε διανοηθηναι . ταυτα μεν οὐν ἀκουων και ὁρων ἐτερπετο και προσειχε τον νουν , ὡς οὐδεποτε αὐτων ἐπιλησομενος
9999943 δυνηθεισα
οὐδεν προκοπτει , μηδε χειρουργιας ἀμελησωμεν . ἰσως γαρ μη δυνηθεισα ἡ φυσις διαφορησαι τον χυμον , δευτερον πλουν πλευσασα
„ . ἡ δε ταυτα ἀκουσασα και προς μηδεν ἀντειπειν δυνηθεισα , ” ποθεν , ἀνερ ” , φησι „
9999943 ἀμφιβολια
κατα συνθεσιν και διαιρεσιν . ἐστι δε κατα πνευμα μεν ἀμφιβολια ὡς τοδε . κατελιπε τις φιλῳ την οὐσιαν ,
μολειν ] γρ . φυγειν . οὐκ ἐνι στασις ] ἀμφιβολια . τουτο οὐκ ἀδηλον . φευ , ταχεια ]
9999943 ἀπελθουσα
ξυντελειαν . . οὐκ ἐς φθορον ] οὐκ εἰς φθοραν ἀπελθουσα ἀφωνως μενεις . εἰωθαμεν δε τοιουτοις λογοις προς τους
ὁτι κἀκεινων ἀθανατος ἐστιν ἡ ψυχη , εἰ γε και ἀπελθουσα ἐπανερχεται παλιν και γνωριζει και ἐπανιστησι το σωμα και
9999943 ποιητικῃ
τε και εὐεδροτερον γενοιτο . τουτο το στοιχειον ἐν μεν ποιητικῃ δαψιλεστερον ἐστιν , ἐν δε λογοις πεζοις σπανιωτερον :
ἐτι των καθολου λογων ὑπερηπλωνται . ταυταις δε προς τῃ ποιητικῃ και την τελικην αἰτιαν ἀποδοτεον , οὐχ ὁτι και
9999943 πιθανως
λεγειν ἀλλ ' ἐοικοτα και ἐνδεχομενα : ἀν γαρ ἐρῃ πιθανως , κἀν οὐ πεισῃ τον ἀκροατην , και οὑτω
ἀλλα και ἀνατελλειν βορειοτατον και δυνειν βορειοτατον , τοιουτῳ τινι πιθανως προσαναπαυομενοι : ἐπει γαρ αἱ θεριναι τροπαι γινονται ἐν
9999943 συγγενειᾳ
' αὐτον οἰδε νους . μετουσιᾳ δε και ἀλλοιωσει και συγγενειᾳ τα ὑπερ αὐτον . εἰ δε μη παντες ταυτα
ἀλλ ' ἡμιν γε ἀμεινον δεσποτας φυλαττεσθαι ἠ τῃ ἡμετερᾳ συγγενειᾳ χαριζεσθαι . ” οὑτω και των οἰκετων οὐ μεμπτεοι
9999942 ναρδου
βραχεων : ἠ οἰνανθην λειαν ἐμπασσε τῳ ποτῳ μετα σταχυος ναρδου . ἁρμοζει δε και σεριν ἐσθιειν και καυλον θριδακινης
τοις κατα γαστερα και ἐντερα παθεσι ῥοωδεσιν ἱκανως βοηθει : ναρδου σταχυς , ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος
9999942 θρια
του ἐγκεφαλου . ἐστι γαρ ὡσπερ δυο θρια συγκειμενα . θρια δε , τα της συκης φυλλα , και τα
, τα ῥα οἱ γερα παρθεσαν αὐτῳ : οὐ γαρ θρια και κανδυλον και ἀμητας μελιπηκτα τε τοις βασιλευσιν ἐξαιρετα
9999941 σφραγιδας
ἀσωματους και νοητας ἰδεας παριστησιν , ἁς των αἰσθητων ἀποτελεσματων σφραγιδας εἰναι συμβεβηκε ; πριν γαρ χλοησαι την γην ,
. εὐ ἐσφραγισθαι ὁσα εὑρισκει ἐνδον . ῥυπους : τας σφραγιδας : ἐκ πηλου γαρ ὑπηρχον . παιζουσα λεγει μηδεν
9999941 ἐγιγνωσκεν
τοις πωλουσι τας πατριδας μονοις εἰναι θαρρειν , οὐκ ὀρθως ἐγιγνωσκεν . Ἀφικομεθα μεν οὐ λογῳ προς Φιλιππον ἀγωνιουμενοι ,
, και τους λογους τους ὑπερ της δημοκρατιας οὐχ ὡς ἐγιγνωσκεν , εἰρηκως , ἀλλ ' ἐς ἀντιλογιαν του Ἀπολλωνιου
9999941 Πελοποννησος
οὐχ ὑπερσυντελικος . . . + . Ἀπια : ἡ Πελοποννησος , ποταμου , και Μελιτης της Ὠκεανου , τελευταιον
Ἰωνια , ” ἐκ δε θατερου ” ταδ ' ἐστι Πελοποννησος οὐκ Ἰωνια . „ Ἀλεξανδρος δε της Ἰνδικης στρατειας
9999941 ἀποτομῃ
τῃ ὁλῃ : ὁπερ ἐστιν ἀδυνατον . Τῃ ἀρα μεσης ἀποτομῃ δευτερᾳ μια μονον προσαρμοζει εὐθεια μεση δυναμει μονον συμμετρος
μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ . Μια ἀρα μονη τῃ ἀποτομῃ προσαρμοζει ῥητη δυναμει μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ :
9999941 γεννητικα
αὐξεται . και ἐν ἐκεινηι ἐστι τηι τροφηι μορια αἱματος γεννητικα και νευρων και ὀστεων και των ἀλλων : ἁ
ἁπαντα τα θερμαινοντα και χοληϲ τηϲ ὠχραϲ τε και ξανθηϲ γεννητικα και οἰνουϲ τουϲ παλαιουϲ τε και κιρρουϲ και μελαναϲ
9999941 ὠφελησεν
: τουτο πολλων προ αὐτου γεγενημενων και μηδεν ἀνυοντων μεγαλως ὠφελησεν . Ἠ κυπρου φυλλα λειωσας χλωρα ποιει τροχισκους ,
και κατεργαζεται . ἀρχομενας δε ὑπο ῥευμα παχυ ἐπι πολυ ὠφελησεν ὡσπερ την μυδριασιν ἐβλαψεν : οὐ καθ ' ὁ
9999940 κρα
τραγου τα δε λοιπα ? ? ? ? ? 〚 κρα 〛 κρεα ἐσθιετω βεβηλος μη ἐφορατω λλου ? ἀναθεις
αὐτου τι κεχωρισμενον , οἱον ἡ σω συλλαβη ἠ ἡ κρα οὐδεν σημαινει . ἐξηγησωμεθα λοιπον ἑκαστου του ὁρισμου λεξιν
9999940 Δημοσθενες
αὐτῳ : ὁ δε δημος ὁ Ἀθηναιων ποι καταφυγῃ , Δημοσθενες ; προς ποιαν συμμαχων παρασκευην ; προς ποια χρηματα
λαβειν , και προς τουτοις ἐν τῳ ψηφισματι γραψαντος ὠ Δημοσθενες σου και ἑτερων πολλων , ζητειν την βουλην περι
9999940 ἐκεκλετο
, σακε ' ὠμοισι κλιναντες . Αἰνειας δ ' ἑτερωθεν ἐκεκλετο οἱς ἑταροισι Δηϊφοβον τε Παριν τ ' ἐσορων και
και θυμον ἑκαστου . Αἰας δ ' αὐθ ' ἑτερωθεν ἐκεκλετο οἱς ἑταροισιν : αἰδως Ἀργειοι : νυν ἀρκιον ἠ
9999940 Ἀνδροκλης
Βοιωτιος , Ἡλιοδωρος Πιθευς μαρτυρουσι παρειναι , ὁτ ' ἐδανεισεν Ἀνδροκλης Ἀπολλοδωρῳ και Ἀρτεμωνι ἀργυριου τρισχιλιας δραχμας , και εἰδεναι
ἀνδρες , οὐχ ὡς περι γνησιων ἐπραττεν Εὐκτημων , ὁ Ἀνδροκλης μεμαρτυρηκε , και αὐτο τουτο ἱκανον τεκμηριον : τοις
9999940 κινημα
, ὡς και το παντα ψευδη : τοινυν οὐδε το κινημα της διανοιας ἀληθες ἐστιν . Ἀλλα γαρ δια τοσουτων
. : κινυγμα ] Εἰδωλον . : κινυγμα : Το κινημα : και ἐστι πρωτοτυπον το κινω , ἐξ οὑ
9999940 μαθηματικῳ
τον τοιουτον τοπον και το διαστημα , ἐοικεναι μεντοι τῳ μαθηματικῳ κατα τε το ἀυλον και το ἀκινητον και το
δε κατα τι μεν χωριστα κατα τι δε ἀχωριστα τῳ μαθηματικῳ . ὁτι δε τα μεν ἐνυλα εἰδη πανταπασιν ἀχωριστα
9999940 μονοειδες
ἡντινουν ἐνδεχεται ; ἠ ἀει αὐτων ἑκαστον ὁ ἐστι , μονοειδες ὀν αὐτο καθ ' αὑτο , ὡσαυτως κατα ταὐτα
μεσπιλωδες : διοπερ οἱον ἀγρια μεσπιλη δοξειεν ἀν εἰναι . μονοειδες δε και οὐκ ἐχον διαφορας . Ὁ δε πρινος
9999939 κατεσκευασε
τρισμυριους νεανισκους ἐπιλεξας και παιδευσας τα πολεμικα των ἐργων ἀντιταγμα κατεσκευασε τῃ Μακεδονικῃ φαλαγγι . νβʹ . Ὡς Ἁρπαλος δια
ὑποτροχον δε πασαν τροχοις στερεοις τεσσαρσιν ὀκταπηχεσι το ὑψος . κατεσκευασε δε και κριους ὑπερμεγεθεις και χελωνας δυο κριοφορους .
9999939 ἀποφαινῃ
και κατ ' ἰδιαν ἐξηγησαμεθα , συ δε πρωτον μεν ἀποφαινῃ γνωμην των μαντεων , ὡς παντες δια θεων ἠ
ἑκαστου ὡν λεγεις ποτερον αὐτος ταυτα λεγεις και γνωμην σαυτου ἀποφαινῃ , ἠ ἐμε ἐρωτᾳς . Ἀλλ ' ἐγωγε σε
9999939 σκοτεινῳ
μετα δε το ἀριστον μη πολυν διατριψαντα χρονον καταδαρθειν ἐν σκοτεινῳ ἠ ψυχεινῳ τοπῳ και χωρις πνευματος : ἐγερθεντος δε
ἠ μαγειρειῳ , Κρονου δε παρα δουλικῳ προσωπῳ ἠ ἐν σκοτεινῳ τοπῳ ἠ ὑγρῳ ἠ ῥυπαρῳ ἠ ὑψηλῳ . ἐαν
9999939 κλιμασι
. Ἀσκησας γαρ την γραμματικην ἐπιστημην ἐν τοις της Ἀσιας κλιμασι και παντων των ἐκει βελτιων γενομενος , διεγνων ἑως
” τοιαυτα δε και ὁ Τριπτολεμος ποιει . κἀν τοις κλιμασι δε κἀν τοις ἀνεμοις διαφαινει το πολυμαθες το περι
9999939 ἠρωτησεν
] ἐνθυμημα . ἀντιβολω ] παρακαλω . ἀνηρετ ' ] ἠρωτησεν . ὁ Σφηττιος ] ὁ ἀπο τοπου Σφηττου .
, ἐν ταις χερσιν αὐτων κρατουντας ξιφη ἠκονημενα , και ἠρωτησεν Ἁβρααμ τον ἀρχιστρατηγον : Τινες εἰσιν οὑτοι ; και
9999939 κατεσκευαζε
, μετα δε ταυτα και μισθοφορους ἐκ των ἀλλοεθνων ἀθροιζων κατεσκευαζε δυναμιν ἀξιοχρεων . ἐπεμψε δε και προς Ἀθηναιους πρεσβεις
του συνεχες τε εἰναι και ἀδιαιρετον ἑν εἰναι το ὀν κατεσκευαζε , λεγων ὡς εἰ διαιρειται , οὐδε ἐσται ἀκριβως
9999939 ἐβουλευσατο
, ἐκεινο δοκει πρωτον των ἀλλων παντων αἱρεισθαι περι ὡν ἐβουλευσατο . Μετα ταυτα ζητει περι τινων βουλευονται οἱ ἀνθρωποι
' ἐσθ ' ἁ και καθ ' αὑτον ὁ δημος ἐβουλευσατο , τινα ταυτ ' ἐχει τοις ἀνδρασι φαυλοτητα ,
9999939 συμβαινῃ
] ἀπωνατο ; [ δεον πολλακις εὐλαβεισθαι , κἀν ἀρα συμβαινῃ τινι * * ] τῳ Βιωνι δοκει μη δυνατον
ἀλληλοις ἠ ἑξαγωνα , και μαλιστα , ὁταν ἐναλλαξ τουτο συμβαινῃ , πολυ δε πλειον , ὁταν ἡ του ἀνδρος
9999939 θερμασιᾳ
τῃ ξανθῃ χολῃ . οὐ μονον δ ' ὁτι πολλῃ θερμασιᾳ τους τοιουτους ἐργαζεται χυμους πικρους , [ και ]
προσωπῳ , και πολ - λακις ἀναστομωσις ἀγγειου ἀπαντᾳ τῃ θερμασιᾳ . οἱ δε λεγοντες ὁτι ψυχουσι , φασιν ὁτι
9999938 αἰφνιδιως
Βυζαντιων , ἐγνωσαν διαρπασαι την πολιν , και πολυς ταραχος αἰφνιδιως κατεσχε τους Βυζαντιους . ἐπει δε ὡπλιζοντο τε οἱ
Κορυβαντος και Δημοδικης παις , των της Ῥεας μυστηριων τελουμενων αἰφνιδιως [ την θεαν ] θεασαμενος , ἐμμανης ἐγενετο και
9999938 μελαινηϲ
των νεκρων εἰωθαϲι ῥειν ϲωματων : ἡ δε ἀπο χοληϲ μελαινηϲ ἀρχομενη δυϲεντερια θαναϲιμοϲ ἐϲτι τον μεθ ' ἑλκωϲεωϲ δηλουϲα
οὐν αἱματωδη πτυϲματα μετρια , τα δε τηϲ ξανθηϲ ἠ μελαινηϲ χοληϲ χαλεπα . προϲεπιϲκεπτεϲθαι δε δει και τον τηϲ
9999938 τριπλασιῳ
των ιϚʹ και τα λϚʹ των κδʹ , ἐν δε τριπλασιῳ λογῳ , ἱνα το δια πασων και δια πεντε
ἐν ἀμφοτεραις ταις πυθμενικαις οἱ τε ἀκροι ἐν διπλασιῳ και τριπλασιῳ λογῳ εἰσι προς ἀλληλους και αἱ των μειζονων προς
9999938 χρισμα
: πολλα δε γινεται περι Κιλικιαν και ποιουσιν ἐξ αὐτων χρισμα . Φασι δε και εἰς τα σπουδαια των μυρων
τους διδυμους και περιναιον και ὀσφυν . Ἐκ των Ῥουφου χρισμα ἐνεργον , ἐντεινον το αἰδοιον ] . Σμυρνης ,
9999938 δευτερῳ
μεταφυτευσις τον καρπον ποιει . και τα μεν ἐνριζα τῳ δευτερῳ ἐτει , ἠ και θαττον τον καρπον ἀποδιδωσι :
Πυρρον Μολοσσον Αἰακιδην και Τρωαδα . Λυσιμαχος δε ἐν τῳ δευτερῳ των Νοστων [ . ] φησι Προξενον * *
9999937 Αἰσονιδης
' ἐπ ' ἰκριοφιν , χειρος δε ἑ χειρι μεμαρπως Αἰσονιδης ἐκομιζε δια κληιδας ἰουσαν . ἐνθα δ ' ἀοιδῃσιν
, χθονιην , εὐαντεα δουναι ἐφορμην . εἱπετο δ ' Αἰσονιδης , πεφοβημενος : αὐταρ ὁγ ' ἠδη οἰμῃ θελγομενος
9999937 ὀνομασθεισα
λιμνην : κυμα , οἰδημα τι ὀν : τινι δουλη ὀνομασθεισα προς τον οἰκον ἀφιξομαι : ἀρα , φησιν ,
τεθηναι . Χρυσαορις , πολις Καριας , ἡ ὑστερον Ἰδριας ὀνομασθεισα . Ἀπολλωνιος ἐν ἑβδομῳ Καρικων „ . . .
9999937 γλυκυσιδης
νηστει διδοναι : ἠ δαυκου ῥιζην αἰθιοπικου , σεσελι , γλυκυσιδης ῥιζην τον αὐτον τροπον : ἠ ἱπποσελινου και δαυκου
δια μελιτος , ἀρτεμισιας , δικταμνου , κραμβης χυλου , γλυκυσιδης , πρασου χυλου , πηγανου , σκαμμωνιας . οἱ
9999937 γραμμα
δε τουτο καλως εἰδες και ὁπως ἀν λυθειη . το γραμμα γουν ὡς ἡκεν , εὐθυς τε ἡδομην και ᾠμην
την δε ὁλκην ϲυνωνυμωϲ και δραχμην λεγουϲιν . Το δε γραμμα ἐχει ὀβολον αʹ χαλκουϲ δʹ . Ὁ δε ὀβολοϲ
9999937 κτισθεισαν
τον Καυκασον ἐν δεκα ἡμεραις ἀφικετο εἰς Ἀλεξανδρειαν πολιν την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο
ἀπο τουτου Ῥηγιον ὀνομασθηναι , και την ὑστερον πολλοις ἐτεσι κτισθεισαν πολιν τυχειν της ὁμωνυμου προσηγοριας . ἐνιοι δε λεγουσι
9999937 μνημα
σαφως ἐπιστας ' , Ἰονιος κεκλησεται , της σης πορειας μνημα τοις πασιν βροτοις . σημεια σοι ταδ ' ἐστι
δ ' ἀποδοκιμασθειησαν , την μεν οὐσιαν ἐλαμβανον διπλην , μνημα δε αὐτοις ὡς νεκροις ἐχωννυτο ὑπο των ὁμακοων ,
9999937 χαλεπωτατα
προπεμπομενοι δεδιοτος , μη συλληφθεντες ἀπολωνται και συμβῃ δυο τα χαλεπωτατα , ἀνδρων τε , οἱ φυλης ἑκαστης ὀψις ἠσαν
μετιων : ὡς κἀν τουτῳ γεωργιαν θαυμασιωτεραν εἰναι , τῳ χαλεπωτατα εἰναι και ἀγριωτατα των ἐθνων , εἰπερ ὀντως ἐστιν
9999936 φοινικουν
και σκληροτερα : την δε κεφαλην ἐπιμηκεστεραν ἐχει : ἀνθος φοινικουν : ῥιζαρια λεπτα και πλειονα : ἡ δε τις
, και μαλλον ἀγριου , καππαρεως , ἀνεμωνης της το φοινικουν ἀνθος ἐχουσης , χαμαιλεοντος , μαραθου , θαψιας ,
9999936 μετηνεγκε
και τον Ἡρακλεα , τον δε Δια εἰς το Καπετωλιον μετηνεγκε κατασκευασας αὐτῳ ναϊσκον . Περιπλους δ ' ἐστι της
δε Θεστυλιδα ὁ Θεοκριτος ἀπει - ροκαλως ἐκ των Σωφρονος μετηνεγκε Μιμων : . . . [ και μ '
9999936 ἐτειχισαν
πρωτοι το Καπιτωλιον και το Παλατιον και τον Κυρινον λοφον ἐτειχισαν , ὁς ἠν οὑτως εὐεπιβατος τοις ἐξωθεν ὡστ '
πλειστον μερος ἐν θαλασσῃ , τας ἀπο της γης προσοδους ἐτειχισαν και πυργους πυκνους ἐποιησαν , και ταφρον ὀρυξαντες μεγαν
9999936 θερμοτεροϲ
ὁ κιρροϲ την χροιαν . ὁ δε παλαιοτεροϲ του νεου θερμοτεροϲ τε και ξηροτεροϲ . αὑτη μεν ἡ του οἰνου
ἱκανωϲ ὀντεϲ και πνευματωδειϲ . ὁ δε Κυρηναιοϲ ἁπαντων ἐϲτι θερμοτεροϲ τε και λεπτομερεϲτεροϲ . Ὀριγανοι παϲαι τμητικηϲ τε και
9999936 ἐκβληθεισα
ΑΒΔΖ , και τῃ Γ ἰση ἐνηρμοσθω ἡ ΑΒ και ἐκβληθεισα συμπιπτετω τῃ ἀπο του Δ ἐφαπτομενῃ του κυκλου κατα
ΒΔ της ΓΕ , και ἐπεζευχθω ἡ ΔΕ : ὁτι ἐκβληθεισα ἡ ΔΕ συμπιπτει τῃ ΒΓ . Κεισθω τῃ ΓΕ
9999936 τουτεοιϲι
μυων : ὠμοπλαται ἐκφανεεϲ ὁλαι , ὁκωϲ πτερυγεϲ ὀρνιθων . τουτεοιϲι ἠν κοιλιη ἐκταραχθῃ , ἀνελπιϲτοι : ἠν δε ἐϲ
την ἀνω γναθον , και χαλεπωϲ ϲυμβαλλουϲι ταϲ γναθουϲ . τουτεοιϲι δε ἐμβολη προδηλοϲ οἱη τιϲ γινεται ἁρμοζουϲα : χρη
9999936 πεντακισχιλια
πληθος ἀλλων κατασκευασματων , των παντων συναγομενων εἰς μυρια και πεντακισχιλια ταλαντα . ἠθροισθη δ ' αὐτῳ και ἀλλο πληθος
τῳ Περι μαθηματων φησιν εἰς την Τροιας ἁλωσιν ἐτη γεγονεναι πεντακισχιλια . ἐπειδη πολλαχου μεμνηται του Πλατωνος ὁ Ἀριστοτελης ὡς
9999935 χειρεσσι
εὐκλε ' ἐπιφροσυνης ἑνεκεν , βασιληιον ὀλβον νωμωντ ' ἐν χειρεσσι , και ἐκ πολιων ἐθνεων τε χρηματα και δασμους
λυγροις ἱκετῃσι τετυκται , ἡ μεν ἐπ ' ἀμφοτεραις θεμενη χειρεσσι μετωπα , αὐταρ ὁ κωπηεν μεγα φασγανον ἐν χθονι
9999935 φανειη
Στρατων τῳ ὑδατι : την δε γην ἰσως ἀν ἑτερος φανειη ψυχροτητος αἰτιαν ὑποτιθεμενος . . . , : ἰστεον
το πληθος το Ἀθηναιων ὡς ἐν Ὑμηττῳ χρυσου ψηγμα πολυ φανειη και φυλαττοιτο ὑπο των μαχιμων μυρμηκων . οἱ δ
9999935 εὐχετο
: αἰψα δ ' ἐπι νευρῃ κατεκοσμει πικρον ὀϊστον , εὐχετο δ ' Ἀπολλωνι Λυκηγενεϊ κλυτοτοξῳ ἀρνων πρωτογονων ῥεξειν κλειτην
ἡλιος , σπενδων ἐκ χρυσεης φιαλης Ξερξης ἐς την θαλασσαν εὐχετο προς τον ἡλιον μηδεμιαν οἱ συντυχιην τοιαυτην γενεσθαι ἡ
9999935 ἀπαιδες
ἐλθουσα θαψῃς την Πολυξενην : ὁσον το κατα σε μερος ἀπαιδες ἐσμεν . ὁσον το κατα σε ἡκεν : ἐζη
τροπων ἠθη συννομα πειρασθαι προσαρμοττειν . και ὁσοι μεν ἀν ἀπαιδες αὐτων ἠ ὀλιγοπαιδες ὀντες διαφερωνται , και παιδων ἑνεκα
9999935 ἑλκουσα
! ! ! ς δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
ἐστι πανυ τουτο . δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
9999935 ἀπελιπεν
δε κρινας ἐχεσθαι του πολεμου , Πνυταγοραν μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἡγε - μονα των ὁλων ποιησας ἐν τῃ Κυπρῳ
γε : τρις γαρ τελειος ὑπαρχουσα οὐδ ' ἐπιδοσιν αὐξησεως ἀπελιπεν , ἀλλα και δυο κυβων ἁμα συνθεσις , του
9999935 χαλεπωτεροι
: νυν δ ' ἐδεισαν μη οἱ Ἀθηναιοι ἐχοντες αὐτην χαλεπωτεροι σφισι παροικοι ὠσιν . Μετα δε ταυτα τριτον μερος
το μεγεθος , ἐπιμελη ποιουμενοι ζητησιν . οἱ μεν οὐν χαλεπωτεροι τας φυσεις ἐπι το μειζον τε και φοβερωτερον ἁπαντα
9999935 μετεξετεροιϲι
τραγου ἠ λινου ϲπερματι ἠ τηλιοϲ μαλθαϲϲειν και ὑγραινειν . μετεξετεροιϲι δε και ἡ κιονιϲ διεβρωθη μεχρι ὀϲτεου του τηϲ
ὁκοϲοιϲι δε ὁμου παντα ξυμπιπτει , οἱδε ὀξυτατοι ῥηϊζουϲι . μετεξετεροιϲι δε πυον πολλον γιγνεται ἐν πνευμονι , ἠ μεταϲταϲιϲ
9999935 τεκτονικη
ἠ λευκῳ λιθῳ λευκη σταθμη : ἐστι δε σταθμη σπαρτος τεκτονικη . κατ ' ἐλλειψιν δε εἰρηται ἡ παροιμια :
ἐπιστημαι και τεχναι περι τινα μερικα καταγινονται , οἱον ἡ τεκτονικη περι μονα τα ξυλα , ἡ ἀστρονομια περι μονα
9999934 νομαδες
ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι τε και Μαχαονες ἐκαλουντο το παλαιον , νομαδες οἱ πλειους αὐτων και αὐτονομοι και ἀβασιλευτοι ἐκ πολλου
. κακοβιοι τε δη και γυμνητες εἰσι τα πολλα και νομαδες : τα τε βοσκηματα αὐτοις ἐστι μικρα , προβατα
9999934 βουλευσομεθα
λοιπων ὁμοιως . πλεον δε περι των κατα τας τεχνας βουλευσομεθα ἠ τας ἐπιστημας : πλεον γαρ δισταζομεν ἐν ταις
πολιτικοις , ἠ ὁποιον ἀν τι ἡμιν δοκῃ , τοτε βουλευσομεθα , βελτιους ὀντες βουλευεσθαι ἠ νυν . αἰσχρον γαρ
9999934 λιθαργυρου
και χωσθεντος . Πισσης Βρυττιας # α # δ , λιθαργυρου # α # δ , λιβανου # η ,
, ἀλοης , σμυρνης , λιβανου , πανακος ῥιζης , λιθαργυρου , ψιμυθιου ἰσα παντα . λειουται ἐν ἡλιῳ θερους
9999934 λιπεν
τηλου ἀπωλετο νοστιμον ἠμαρ . ” ὡς εἰπων τους μεν λιπεν αὐτοθι ἠκα κιοντας , αὐταρ ὁ βη , μαλα
. πως οὐν ὀλοφυρεται ὡς ἐν δεινοις ὠν ; . λιπεν ῥοον Ὠκεανοιο νηυς , ἀπο δ ' ἱκετο κυμα
9999934 ἀγρα
, και πονος ἐντι θαλασσα , και ἰχθυες ἁ πλανος ἀγρα . αὐταρ ἐμοι γλυκυς ὑπνος ὑπο πλατανῳ βαθυφυλλῳ ,
ἡ εὐθυδικια εὑρισκεται πλην της μεταληψεως της ἐγγραφου τε και ἀγρα - φου : πως γαρ οἱον τε στασιν εὑρεθηναι
9999934 ἀπηλλαττετο
μηλα τον πολον διεδεξατο . και οὑτως ἀνελομενος αὐτα Ἡρακλης ἀπηλλαττετο . ἐνιοι δε φασιν οὐ παρα Ἀτλαντος αὐτα λαβειν
τουτον μεν γαρ τον τροπον πραξας , ὁλου του πραγματος ἀπηλλαττετο , μονος μονῳ δ ' ἀποδιδους , τους ἐπι
9999934 μεμνησο
μερος . ἠν οὐν τις ἐπιγραφῃ με τῳ τροπαιῳ , μεμνησο του Μαραθωνι τροπαιου και των μη συμμεμαχημενων μεν Λακεδαιμονιων
τυραννος . ὑπο τυραννου γινομενης ἀπειλης τινος εἰ τοτε μαλιστα μεμνησο . λογον οἰς οὐ θεμις ὁ λεγων περι θεου
9999934 φορημα
και καθευδειν . ἐτι δε φανερωτερον και ἐν τοισδε οἱον φορημα ὁ φοβος : ἐνιοι γαρ φοβουμενοι μη ληφθεντες ἀποθανωσι
περιβεβληται τηβενναν , το ἐπιχωριον των ὑπατων τε και στρατηγων φορημα , στεφανον δ ' ἐπικειται δαφνης , μεμειωται δε
9999934 εὐτελες
. . . . δουναι ὁσον τ ' εἰλυμα : εὐτελες και βραχυτατον περιβλημα . ἐποψιος : ἐποπτης . κριου
δε ἀμφικαυστιν την ὡραιοτατην . ἀναλφαβητος : ἐδοκει μεν εἰναι εὐτελες . Νικοχαρης δε αὐτο ἐποιησεν ἀρχαιον χρησαμενος ἐν Γαλατειᾳ
9999934 γραφικη
Διωκτεα μεν οὐν . Ἐστιν δε γε που πληρης μεν γραφικη αὐτων και πασα ἡ τοιαυτη δημιουργια , πληρης δε
αὑται μεν γαρ εἰσιν ἡ μεν μουσικη , ἡ δε γραφικη : ἠ γαρ ; Ναι . Τι δε δη
9999934 διδασκε
' ὠ τυραννε θεων τε κἀνθρωπων Ἐρως , ἠ μη διδασκε τα καλα φαινεσθαι καλα ἠ τοις ἐρωσιν ὡν συ
μυθων , ἀλλα μοι αὐτος ἀειδεν ἐρωτυλα , και με διδασκε θνατων ἀθανατων τε ποθως και ματερος ἐργα . κἠγων
9999934 κοινωνιᾳ
κοινωνου . ἐν δε τοις προς ἑτερον ἀδυνατουσιν , ἐν κοινωνιᾳ , δια το μη ἐμπειριαν ἐχειν των πραγματων .
αὐτῳ περιθεντες κλαδους , ἐπικομιζονται και χειροηθεις ὀρνιθας ἐπι τῃ κοινωνιᾳ της ἀγρας . εἰναι δ ' αὐτους ταχεις προσηκει
9999933 γλυκυτερα
. κρειττων δε , φησιν , ἡ βουνιας καθεστηκεν : γλυκυτερα γαρ ἐστι και πεπτικωτερα προς τῳ εὐστομαχος εἰναι και
Χαριβαηλ , τους ὁρμους μεν ἐπιτη - δειους και ὑδρευματα γλυκυτερα [ και ] κρεισσονα της Ὀκηλεως ἐχουσα , ἠδη
9999933 τελευτησῃ
τε και μεγαλοπρεπους τυγχανει , και ἐαν πενης τις ὠν τελευτησῃ , και ἐπαινου αὐ ἐτυχεν , και ἐαν φαυλος
προς τουτῳ κεκακωμενη ἐστιν ἡ Ἀφροδιτη , δεος μη ποτε τελευτησῃ . Εἰ δε ἐπι τον Ἑρμην παραγενηται ὁ Ἀρης
9999933 μαθημα
, ἐργον , σπουδασμα , ἐπιτηδευμα , ἐπιχειρημα ἐγχειρημα , μαθημα , τεχνημα , μεταχειρισις . και ὁ πραττων ἐργαζομενος
γαρ ὁμολογειν τἀληθηὀκνῳ κατειχομην περι το συγγραφειν και παραδιδοναι το μαθημα τουτο , ὡς ἀπημαυρωμενον και ταχα μηδεν ἐτι χρησιμον
9999933 θριδακινης
προσειληφοτα χυλον ψυχουσων βοτανων , κοτυληδονος τε και ὀξαλιδος και θριδακινης και ἀτραφαξυος και ἀνδραχνης και ἀρνογλωσσου και ἀλλων μυριων
καταπλαττε παραπτομενος ῥοδινῳ , ἐξωθεν δε ἐπιτιθει φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης . ἐνιοτε δε το ὀπιον και τον κροκον λεαναντες
9999933 μηδετερῳ
και μενειν . Μηποτε οὐν το προϊον τοιουτον ἐστιν οἱον μηδετερῳ κρατεισθαι μητε μονῃ , μητε προοδῳ μονον , ἀλλα
, φησι Σπευσιππος , και κακον κακῳ και ἀμφω τῳ μηδετερῳ , τουτεστι και ἀμφω τα κακα τῳ ἀγαθῳ .
9999933 τρισαριστεα
ἐν ἀντιληψει τῃ κατα νομον , ὡς ἐπι του τον τρισαριστεα μοιχευοντα ἀνελοντος δια τον νομον τον τους μοιχους κελευοντα
φυλαττειν δοκει . οἱον τον μοιχον ἀναιρεισθαι νομος , μοιχον τρισαριστεα τις ἀναιρων κρινεται δημοσιᾳ . ἐνταυθα γαρ το ὑπο
9999933 τυγχανοι
ἐστιν , ἠ ἡττον τι της κεραμευτικης ἠ της μαγειρικης τυγχανοι ἀν τουδε του ὀνοματος ; Οὐχ ἡττον ἰσως .
και ψαλλοιτο και ἀλλο ὁτιουν παθος πασχοι ἐκεινα ἐξ ὡν τυγχανοι οὐσα , ἀλλ ' ἑπεσθαι ἐκεινοις και οὐποτ '
9999933 Λευκιππος
την ὑλην ἑνος τιθεασιν οἱον Ἐμπεδοκλης και Ἀ . και Λευκιππος , τουτοις δε ἑτερον [ ̈ ἀλλοιωσιν και γενεσιν
μεν πυρ και γην , οἱ δε ἀπειρα , ὡσπερ Λευκιππος και Δημοκριτος και Ἀναξαγορας . και παλιν οἱ μεν
9999933 σκληροτητα
ἀναθεωρησιν . ἐμαρτυρησε δ ' αὐτου την ἀρετην και την σκληροτητα της ψυχης ἡ περι την τελευτην περιπετεια . ταυτα
χρησις ἐθεραπευσε το παιδαριον : μετα γαρ το λυθηναι την σκληροτητα των διαφορητικων ἐστι χρεια φαρμακων . οἱ μεν οὐν
9999933 τραυματοϲ
ἀγκιϲτρα καταπειραντεϲ ἐν τῳ δερματι το πληθοϲ προϲ το του τραυματοϲ μεγεθοϲ τυφλαγκιϲτρῳ ἠ κοπαριῳ τουϲ ὑμεναϲ και την πιμελην
μεν οὐδεν ὀχληρον φερουϲι πλην ὁϲον ὀδυνην την ἐκ του τραυματοϲ , ὑϲτερον δε παθοϲ ἐμποιουϲι το καλουμενον ὑδροφοβικον ,
9999932 δημοκρατιᾳ
πολλη την πολιν ἐπειχε . των δ ' ἐναντιουμενων τῃ δημοκρατιᾳ διαβαντων εἰς την Ἀσιαν και πορευθεντων εἰς Σαρδεις προς
γαρ εἰπων εἰς πιστιν ἀγει την τολμαν . ὡς ἐν δημοκρατιᾳ δεινα ποιω ] μιμειται του Αἰσχινου τους λογους ,
9999932 δαιμονιᾳ
πηγνυσθαι , σοφος ἀνηρ ὁμιλειν τοιουτοις θηριοις ἐπωλευσεν αὐτους , δαιμονιᾳ τινι και ἐκπληκτικῃ διδασκαλιᾳ μεταχειρισαμενος . προσηγε δε αὐτους
' ὑπερ Ἑλληνων τε και εὐθυμαχων πολιηταν ἐσταθεν εὐχεσθαι Κυπριδι δαιμονιᾳ : οὐ γαρ τοξοφοροισιν ἐμησατο δι ' Ἀφροδιτα Περσαις
9999932 Πελοποννησιακου
ἐστι ὁ λυροποιος ἐπικαλουμενος . ἐδημαγωγησε δε τα ἐσχατα του Πελοποννησιακου πολεμου μετα την ἐν Σικελιᾳ συμφοραν . ἐν δε
δυοιν πολεμων αἰτια γεγονεναι , του τε Σαμιακου και του Πελοποννησιακου , ὡς ἐστι μαθειν παρα τε Δουριδος του Σαμιου
9999931 τρισχιλια
ἀποδημου αὐτου ὀντος ἐθεασατο αὐτον ἐν ὑπνοις ἐλθοντα και λεγοντα τρισχιλια ὀκτακοσια νομισματα ἠνεγκα . και ἀναθεμενος τινι των ἐπιστημονων
ὑπο Δαναου . οὑτος ἐποιησεν ᾀσματα και γριφους εἰς ἐπη τρισχιλια . Και το ἐπιγραμμα τινες το ἐπι Μιδᾳ τουτον
9999931 κουρευς
' ἐμου τον φαλακρον ἐξυπνισεν . Σχολαστικος και φαλακρος και κουρευς συνοδευοντες συνεθεντο προς τεσσαρας ὡρας βιγλευσαι . ἐλαχεν οὐν
ποιμενας , ἐν δε Χρυσῳ γενει Εὐπολιδος ἐπειθ ' ὁ κουρευς τας μαχαιριδας λαβων ὑπο της ὑπηνης κατακερει την εἰσφοραν
9999931 στρατευσῃ
καταλλασσῃ τῃ γυναικι α ἐαν κοινωνησῃς , βλαπτῃ β ἐαν στρατευσῃ , ταχυ προκοπτεις γ οὐκ ? ἐστιν ? ?
προκοπτεις ἀρτι Ϛ οὐ κοινωνεις ἀρτι τῳ πραγματι ζ ἐαν στρατευσῃ , μετανοησεις η μετα φοβου ἐρωτησον και ἀκουεις ἀληθειαν
9999931 γενησθε
ἀπο της ἀπολογιας ἀποσπασθητε και τας ψυχας ἐφ ' ἑτερων γενησθε , εἰς ληθην ἐμπεσοντες της κατηγοριας , ἐξερχεσθ '
διαφυγων του ἀπο της ἰσης ἐχθρου . Μη οὐν προδοται γενησθε ὑμων αὐτων , γενομενοι δ ' ὁτι ἐγγυτατα τῃ
9999931 κατεπλαγη
κρηνας και ἀρτους ἠν φερειν . Στιλπων δ ' οὐ κατεπλαγη την ἐγκρατειαν καταφαγων σκοροδα και κατακοιμηθεις ἐν τῳ της
εἰς το χωριον και εἰδε τε τους περι Ἁβροκομην και κατεπλαγη την εὐμορφιαν και εὐθυς μεγα κερδος νομιζων ᾐτησατο ἐκεινους
9999931 ἐτεσι
: ὡς γαρ και ὑμεις ὁρατε , και ἐπι πλειστοις ἐτεσι διαρκουσας τροφας ἐχομεν . εἰ γουν δοκει σπονδας ποιησαμενοι
ἐκ της διορθωσεως ἐπιλελογισμενων ἀποκαταστασεων . ἐν μεν τοινυν Αἰγυπτιακοις ἐτεσι τ και νυχθημεροις οδ ὁ μεν ἡλιος ὑποκεισθω ποιουμενος
9999931 ἀπεθετο
πυλης ἀγροικος εἰναι νομιζομενος . εἰσελθων δε το μεν πιλιον ἀπεθετο , γνωρισθεις δε ἐδεξιουτο παντας ὡς ἐπι σωτηριᾳ της
ὁτι ἀλλου θυοντος , ἡρπασεν ὀρνεον το κωλον και ἐκεισε ἀπεθετο . Ἡ δε Ταπροβανη της Ἀφρικης νησος ἱερα :
9999931 Περσευς
οὑ Προιτος , οὑ Ἀκρισιος , οὑ Δαναη , ἡς Περσευς , οὑ Ἠλεκτρυων , οὑ Ἀλκμηνη , ἡς Ἡρακλης
ἰδιας ἀγχινοιας και τολμης κατεπολεμησε τους Μακεδονας . Ὁτι ὁ Περσευς βουλομενος κατα την φυγην προτρεψασθαι πλειους αὐτῳ συνεκπλευσαι ,
9999931 μαστιγες
ἰδιον . Κερκυραιαι δ ' οὐδεν * * * ἐπιβαλλουσιν μαστιγες . Βοασομαι τἀρα ταν ὑπερτονον βοαν . Ἡδυ δ
ἠν εἰδεναι , μηδε γαρ ὁλως της πραξεως κεκοινωνηκεναι . μαστιγες ᾐτουντο και πυρ ἐπεφερετο και βασανιστηριων ἠν παρασκευη ,
9999931 εἰρηκε
και τα συνῳδα οὐ νοων και μαλιστα ἐκ τινος Ἁλιζωνους εἰρηκε τους Χαλυβας ἀποδοκιμαζει την δοξαν . ὁ δε Σκηψιος
τον δια Βυζαντιου τωι δια Μασσαλιας : ὁν γαρ λογον εἰρηκε του ἐν Μασσαλιαι γνωμονος προς την σκιαν , τον
9999931 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της

Back