ιβʹ ἀνδριαντων ἐν οἱς ἐγραφοντο οἱ στρατιωτικοι καταλογοι και τα κηρυγματα . εἰδεν οὐν , φησι , το ἑαυτου ὀνομα
, οὐχι ἐρανιζεσθαι . Αἰσχινης : ” ἐρανιζων στεφανους και κηρυγματα ψευδη φιλοτιμιαν κταται ” . ἐρεουν και λινουν περισπαται
9999977 λιπαραι
Ἀλονη και Φυσια και Ὀφιοεσσα και Βεσβικος , γονιμοι και λιπαραι . : Ἀδραστεια , μεταξυ Πριαπου και του Παριου
τῳ ἀπολλωνι . ὡς και καλλιμαχος . τερπουσιν [ ] λιπαραι φοιβον ὀνοσφαγιαι . διδυμος δε φησι : ταυτα μετα
9999977 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999976 προσεθετο
, κατεγινωσκεν ἀει της μοιρας ὡς ἀτυχουσης ἀμειλικτως και Σεξστιῳ προσεθετο , εὐμενιζομενος δι ' αὐτου Καισαρα . προσεθεντο δε
ἀρετη . λεγω δε την ἠθικην . τουτο πανυ ἀκριβως προσεθετο δια τας θεωρητικας , αἱ οὐ τῳ μεσῳ χαρακτηριζονται
9999976 χονδρους
ὑδατι , και ἐντιθεναι τους μολιβδους : μετεπειτα δε ἁλος χονδρους και σμυρναν ἐς τρυχιον ἀποδησας και την πισσην την
σικυον ] ἀπο εὐθειας της ὁ σικυος . Γ ἠ χονδρους ἁλος : οὑτως οἱ Ἀττικοι : πολλοι δε ἠσαν
9999975 διαφραγμα
και κατασπᾳ την κλειν και βηχια κινει και στενοχωρει το διαφραγμα και μαλλον βαρους ἠ ὀδυνης συναισθησιν ποιει . εἰ
διαφραγμα , ἐξ οὑ το ἡπαρ ἠρτηται : το δε διαφραγμα τον ὑπο τῃϲι πλευρῃϲι ὑμενα βριθει : ξυνηπται γαρ
9999975 Ἀνδρονικον
τους ὀφθαλμους . Ὁ δη και γενομενον μεγαλως ἠνιασε τον Ἀνδρονικον και μαλλον ὁτι και πειρασθεις διασωσασθαι τουτον οὐ δεδυνητο
ἐπενδυουσι σχημα , και οὑτω του φρουριου ἐξαγαγοντες προς τον Ἀνδρονικον μετα πλειστης ὁτι της περιχαρειας ἀπαγουσιν : ὁ δε
9999975 συστρεφων
παρα το ἀποθεν εἰναι ἐλεους : ἠ παρα το ἀπειλλειν συστρεφων το δεον , ἠ λογος ἀπειργων των ἁμαρτηματων .
διαῤῥεον . κουφα : ἡσυχως , ἐλαφρως . κυλινδων : συστρεφων . Λαβρους : σφοδρους , ὁρμητικους . τρομεουσι :
9999975 φυλαξασθαι
κυλικα , ἐν τουτῳ δε Ἀλεξανδρῳ δοθηναι ἐπιστολην παρα Παρμενιωνος φυλαξασθαι Φιλιππον : ἀκουειν γαρ διεφθαρθαι ὑπο Δαρειου χρημασιν ὡστε
. φυλακτεον ] δει φυλαξασθαι . φυλακτεον ] ἀξιον ἐστι φυλαξασθαι και σκοπησαι ἱνα ἀρκουντα τινα ἀντιταξῃς αὐτῳ . θ
9999975 διαφορητικην
ῥυπωντες ἐν τοις βαλανειοις χρωνται , ῥυπτικην ἐχοντι δυναμιν και διαφορητικην . ὁ δ ' ἀφρος του λιτρου της αὐτης
ἐκβαλλει . Ἠριγερων ἐπιμικτον ἐχει δυναμιν ψυκτικην τε και μετριωϲ διαφορητικην . Ἠρυγγιον θερμαινει μεν οὐ καταφανωϲ , ξηροτητοϲ δε
9999975 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999975 Συρακουσιων
διαθεσθαι περι της ἀνθρωπου . και γαρ , ὡς πυνθανομαι Συρακουσιων , πασαν τε την ἀλλην ἀρετην , προς δε
Δημοσθενην δε και Νικιαν ἀποθανειν Τιμαιος οὐ φησιν ὑπο των Συρακουσιων καταλευσθεντας , ὡς Φιλιστος ἐγραψε και Θουκυδιδης , ἀλλ
9999975 χρονικως
ὑπερ το μετρον . πελας . τουτο τοπικως τασσεται και χρονικως και ἐπι συγγενειας . Θουκυδιδης γουν ἐπι Κερκυραιων εἰρηκεν
Ἀλλο ἐπιληπτικοις και τοις περιοδικως σπωμενοις ἠ εἰλεωδεως ὀχλουμενοις ἠ χρονικως κεφαλαλγουσιν . Καστοριου , ἀβροτονου , πανακος , πυρεθρου
9999975 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999975 ἐκκλησιων
ὁπερ εἰπον , εἰρηκει προτερον , ἀναστας τῃ προτερᾳ των ἐκκλησιων ἐν αἱς περι της εἰρηνης ἐβουλευεσθε , ἠρξατ '
ἠδη βεβουλευσθαι . Εἰρηκε δε ὡς ἐν τῃ προτερᾳ των ἐκκλησιων δημηγορησαντος Φιλοκρατους , ὑστερον ἀναβας ἐγω κατεμεμψαμην ἡν εἰσηγειτο
9999975 παραδειγματικως
ὡς ἀδικουντες παρωξυναν , την συνηθη πολιτειαν ζητησαντες ; εἰτα παραδειγματικως τουτο εἰπε : δια τουτο προς Δαρειον ἡμεις παρεταξαμεθα
Πολιτειᾳ γραμμης εἰκονας μεν εἰναι των νοητων , προεσταναι δε παραδειγματικως των αἰσθητων : ἐν δε Φαιδωνι της ἀναμνησεως ἡμιν
9999975 δυσι
∠ ʹ και δʹ ἐγγιστα , περιδρομαις δε του ἀστερος δυσι και μοιρᾳ α και διμοιρῳ και εἰκοστῳ , ἐπειδηπερ
των ἐν τῃ κεφαλῃ . Ἀνατελλει δε ὁ Ἀετος ἐν δυσι πεμπτημοριοις της ὡρας . Του δε Δελφινος ἀνατελλοντος συνανατελλει
9999975 κρατουσι
ὑπο ἡγεμονι Ὑλλῳ τῳ Ἡρακλεους Ἀχαιοι περι ἰσθμον τον Κορινθιων κρατουσι μαχῃ , και Ἐχεμος ἀποκτιννυσιν Ὑλλον μονομαχησαντα οἱ κατα
' εὐρυνωτοι φωτες ἀσφαλεστατοι , ἀλλ ' οἱ φρονουντες εὐ κρατουσι πανταχου . Μεγας δε πλευρα βους ὑπο σμικρας ὁμως
9999975 λογισμοις
, ἐκστασιν ἡμιν ἐνεποιει και φρικην . Πλην ὁτι τοις λογισμοις θατερου τουτων παλαιοντες , οὑτω τας ἐφεξης ἡμερας διετελουμεν
. και ταυτα μεν περι τουτων . τοις δε ὀρθοις λογισμοις ἐξ ἀναγκης ἑπεται και περι των δοκουντων ἀτακτως κατα
9999974 βραχυκαταληκτον
τεταρτον χοριαμβικον , του δευτερου ποδος ὀντος διτροχαιου , τριμετρον βραχυκαταληκτον . το εʹ ἀναπαιστικον διμετρον ἀκαταληκτον . το Ϛʹ
το ιαʹ χοριαμβικον τριμετρον καταληκτικον . το ιβʹ ἰαμβικον διμετρον βραχυκαταληκτον . το ιγʹ Πινδαρικον , δια το πολλακις τον
9999974 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999974 κηρωτας
δευτεραν ἠ τριτην ἡμεραν . κατα των ἀνθρακων ἐπιρριπτεον κεφαλικας κηρωτας ἀνιεμενας , καλη τε ἡ τε δια βοτανων και
μετα τας ἐμβροχας παραλαμβανομενων των ἀκοπων , ὡς παραλαμβανεται μετα κηρωτας και μαλαγματα . διαφοραι δε των ἀκοπων τρεις ,
9999974 σκοπουντες
μαλλον ἑτερων τυχον μεν και ἀλλως , ἐτι δε κἀκεινο σκοπουντες ὁτι μηδεν ἰδιᾳ μοι διαφερει , μηδε ὀχλησιν τινα
τε τῃ ἠπειρῳ στρατοπεδευομενοι και προσβολας ποιουμενοι τῳ τειχει , σκοπουντες καιρον εἰ τις παραπεσοι ὡστε τους ἀνδρας σωσαι .
9999974 προσεφερετο
και ταυτῃ μαλιστα ἐψευσθησαν : τα μεν γαρ εὐθυς ὡς προσεφερετο κατηκοντισαν οἱ τε Ἀγριανες και οἱ ξυν Βαλακρῳ ἀκοντισται
μαλιστα μεν δια τας των χρηματων ἐπιδοσεις , αἱς ἀφειδως προσεφερετο αὐτοις , ὁτι τε παν ὡς στρατιωτης ἐπραττεν ,
9999974 συλλογισμον
ταυτα του πατρος , ὁ ἐστι του κατηγορου , τον συλλογισμον ἐπαγοντος , και ὡς μηδεν διαφερουσι λεγοντος , οὐ
εὑρισκεται το προς τι ἀπο του ἰσου , σιωπωμεν τον συλλογισμον , εἰ μη ἀρα δυναμεθα αὐτον μεθοδῳ τινι εἰσαγαγειν
9999974 βακτηριας
ἐστιν ἀκανθα λευκη τριοζος , ἐξ ἡς και σκυταλια και βακτηριας ποιουσιν : ὀπωδης δε και μανη : ταυτην δε
, την δε βασιν προς τῳ ὁρωμενῳ : ὡς δια βακτηριας οὐν του ταθεντος ἀερος το βλεπομενον ἀναγγελλεσθαι . Ἀκουειν
9999974 Ἀλεξανδρον
ἀποπλουν ὁλοκληρῳ χρονῳ εἰς Τροιαν κατηρεν . ὀνειδιζει δε τον Ἀλεξανδρον ὡς ἀντι της εὐεργεσιας κακα διαπραξαμενον τῳ Μενελαῳ .
ηὐξατο τῳ Ἡλιῳ τας χειρας ἀνατεινας ἠ αὐτον βασιλευειν ἠ Ἀλεξανδρον . Ῥαδαμανθυος δε του δικαιου Ἰβυκος ἐραστην φησι γενεσθαι
9999974 διεμειναν
το παλαιον ἐγραφησαν οἱ νομοι γλωσσῃ Χαλδαϊκῃ και μεχρι πολλου διεμειναν ἐν ὁμοιῳ την διαλεκτον οὐ μεταβαλλοντες , ἑως μηπω
τοις ἀπο των ἀλλων πολεων θεωρουσιν ἀχθομενοι τῃ συμφορᾳ : διεμειναν δ ' ἀκροωμενοι καιτοι και αὐτου του Ἡγημονος ,
9999973 διαλεκτικως
δη τοι ἐπειτα θεοι φρενας ὠλεσαν αὐτοι . δουναι . διαλεκτικως . τελευτωντες . ἐλεγχομενοι . ἡ ῥητορικη ἐκεινη .
ζητησεως , των τε θεολογικως περι αὐτων ζητουντων των τε διαλεκτικως , φησιν ὁτι οὐ θεολογικωτερον περι αὐτων ζητω ,
9999973 θαυμαστου
πολλαπλασιεπιμοριον και το πολλαπλα - σιεπιμερες , νυν ἐξ ἑτερου θαυμαστου προσταγματος δεικνυσι την ταξιν , ἀναφαινονται οὐν εὐτακτως τα
ἐπειδαν ἐκγραψῃ . Και περι της ἀνωθεν προς ἡμας του θαυμαστου Θαλασσιου φιλιας και περι των πονων , οὑς ὑπεμεινεν
9999973 λεγετωσαν
εἱς ἐστιν ὁ βοηθων ἐτι . ἐπει κατα γε τουτο λεγετωσαν μηδεν εἰναι χαλεπον μηδε το τους ὀρφανους βλαπτειν τους
δε ταρασσονται δια την ὁμοφωνιαν , μηδε το ὁς ἀρθρον λεγετωσαν ὑποτακτικον , ὁτι και συναρθρον ἀντωνυμιαν σημαινει , και
9999973 εὐποριαν
δια τιμην , ἠ φιλαρχιαν , ἠ κερδος , ἠ εὐποριαν . Καταλυεσθαι δε τας πολιτειας δια δυο αἰτιας ,
χηρᾳ διαβολην . Ὁ μεγας ἀγαθα σημαινει μεγιστα : δουλῳ εὐποριαν , παρθενῳ γαμον , χηρᾳ ὠφελειαν . Ὀνυχες ἀριστερου
9999973 καταφρονητικως
το χαλεπως ἐχειν προς ἀτιμιαν , ἐκ τουτων δε το καταφρονητικως ἐχειν της τυχης . οὑτοι μεν οὐν των ἀτομων
δε της ἑαυτων εὐγενειας ὑπομνησθεντες και φραξαμενοι δυνατωτερᾳ χειρι μαλα καταφρονητικως ᾐεσαν ὡς αὐτοβοει περιεσομενοι και συμπλακεντες τους μεν εὐθυς
9999973 Αἰγοκερωτος
του αὐτου ζῳδιου ἠγουν του Ὑδροχοου , τον δε Κρονον Αἰγοκερωτος μοιρᾳ εʹ , τον δε Ἑρμην ἐπ ' αὐτου
, ἀπο Καρκινου ἑως του βορειου πολου και ἀπο του Αἰγοκερωτος , του χειμερινου τροπικου , ἑως του νοτιου πολου
9999973 μελικρητου
ἠν φυσει φλεγματωδης ᾐ : κνεωρου ποσον τριψας , διειναι μελικρητου κοτυλῃ αἰγινητικῃ , τουτεῳ κλυσαι : ἠν δε χολωδης
ἠν οὐν φλεγματωδεα ᾐ , κνηστρου ὁσον ποσιν διιεναι ξυν μελικρητου κοτυλῃ , και κλυσαι . Καθαρτικον μαλθακον ὑδωρ ἀγει
9999973 λιθοις
το πελαγος και εὐθυνων ἐπι τον ἐσπλουν . ἐχου δε λιθοις τε μεγαλοις και πυκνοις , ἱνα μη ὑπο του
, ἐπι τουτοις ἐστι και ἡ λαμπροτης : οἱον οὐ λιθοις ἐτειχισα την πολιν οὐδε πλινθοις ἐγω , οὐδ '
9999973 ἀπενεγκασθαι
τε και ἱκανως : ὡστε τα πρωτεια της ἰατρικης εὐκλειας ἀπενεγκασθαι των καθ ' ἑαυτον ἰατρων , παραβαλλεσθαι δε ἠδη
τα πρωτ ' ἐσεσθαι : ἀντι του : τα πρωτεια ἀπενεγκασθαι και βασιλευσειν κατα την Κορινθιαν ἁμα τοις ἐκ Γλαυκης
9999973 Συρακουσιος
δεξαιτο ὁ Ἱερων . οἰκοθεν οἰκαδε : ὁτι Ἀρκας και Συρακουσιος ὁ Ἀγησιας . ὁ δε νους : οἰκειον ὀντα
, συνετους δε τινας και νομοθετικους . Ἀρχετιμος δε ὁ Συρακουσιος [ ] ὁμιλιαν αὐτων ἀναγεγραφε παρα Κυψελωι , ἡι
9999973 γιγνωσκοντες
μη λογῳ ἐργῳ τε ἱκανοι φυλακες εἰεν , ἀρετης περι γιγνωσκοντες ἱκανως , θαυμαστον τι ταυτην την πολιν ἀφυλακτον οὐσαν
' ἀκολουθει τις νεμεσις τῳ τολμηματι . ἁ και Λακεδαιμονιοι γιγνωσκοντες οὐδεν οὑτως ὡς τας δια πολλου στρατειας φυλαττονται .
9999973 φοβερωτατον
ὑπαρξασα προσοδος το ἐπιτηδειον συγκατασκευαζοι ἀν . ὁ δε ἰσως φοβερωτατον δοκει πασιν εἰναι , μη , εἰ ἀγαν πολλα
ὑμιν και τρυφαν μη μιαινομενοις . ἡμας δε σκυθρωποτατον και φοβερωτατον ἐδεξατο βιου και χρονου μερος , εἰς πολλην και
9999973 εὐτρεπιζειν
δε εὐτρεπισῃς , φρυγανων φακελον μαλθακων ἠ τι τῳδε ἐοικος εὐτρεπιζειν ὁσον την κλινην οὐ περιοψεται ἐπι την γην ῥιπτευμενην
παλιν . μελει : δια φροντιδος ὑπαρχει . ἐντυνεσθαι : εὐτρεπιζειν , κατασκευαζειν , ὁπλιζειν εἰς ἀγραν . Των :
9999973 ἐκκλησιαν
; Προς ταυτα τοινυν ἰσχυρον ἐχων οὐδεν εἰς γελωτα την ἐκκλησιαν ἐκινεις ὑφορασθαι σχηματιζομενος , μη ποτε σοι την εὐπορον
ἐχρησατο παντι τῳ νομῳ , ἀλλα συναγαγων τον δημον εἰς ἐκκλησιαν και περι των πεπραγμενων λογον ἀποδους ἐξωμοσατο την ἀρχην
9999972 ἀπαλλαξεις
σκευαζε ὡς ἐπιθεμα και καταπλασσε ὁν θελεις , και ταχεως ἀπαλλαξεις της νοσου . Ἐαν δε ποιησῃς το καταπλασμα ἡμεραν
χυλῳ αὐτης ἐαν μετα ῥοδινου συγχρισῃς τριταιζοντας και τεταρταιζοντας , ἀπαλλαξεις του παθους . εἰ δε τις ὑπο δαιμονιου κρατειται
9999972 στρατευματι
τῃ ἐπιγιγνομενῃ ἡμερᾳ ἐξηταζοντο και ἐλαθον αὐτους παντι ἠδη τῳ στρατευματι ἐκ της Κατανης σχοντες κατα τον Λεοντα καλουμενον ,
' αὐ Κυρος ταυτα ἰδων περιισταται τον λοφον τῳ παροντι στρατευματι , και προς Χρυσανταν πεμψας ἐκελευε φυλακην του ὀρους
9999972 κρατησαντα
και των ἀλλων οὐκ ὀλιγους ἀνελειν , το δε τελευταιον κρατησαντα των βασιλειων την μεν Κλεοπατραν [ ἐκ ] της
ἐτι και βασιλεα μονον ἐφ ' ἁπαντων γενεσθαι τῳ ἀστραγαλῳ κρατησαντα , ὡς μητε ἐπιταχθειης γελοια ἐπιταγματα και αὐτος ἐπιταττειν
9999972 διαφορητικης
τας αὐξησεις ἀφαιρειν μεν τι ταυτης , προστιθεναι δε της διαφορητικης : ὁταν δ ' εἰς την οἰκειαν ἀκμην ὁ
κινναμωμου διπλασιον αὐτο βαλλουσιν : λεπτυντικης τε γαρ ἐστι και διαφορητικης , εἰ ποθειη , δυναμεως . Βρεττανικης τα φυλλα
9999972 φυλακαι
ἡν ἑωρακαμεν λυπησαι δυναμεθα ; του μεν γαρ σωματος αὐτῳ φυλακαι και προφυλακαι , κἀν ἀποκτεινωμεν δε τινα των ἐκεινου
και νυν τῳ αὐτῳ τροπῳ πασαι μεν αἱ ὑπο βασιλει φυλακαι ὁμοιως φυλαττονται , πασαι δε αἱ των ἀρχοντων θυραι
9999972 βουκολου
: Λαρινοι βοες , οἱ ἐν Ἠπειρῳ , ἀπο Λαρινου βουκολου , κλεψαντος τας Ἡρακλεους βους , ὡς Λυκος ὁ
οἰκουρουσι λειψανοις πυρος παιδος καταβρωθεντος αἰθαλῳ δεμας , τοις Τευταρειοις βουκολου πτερωμασι : τα παντα προς φως ἡ βαρυζηλος δαμαρ
9999972 Μενανδρον
των χρηματων αὐθις ἐταχθη Ἁρπαλος . ἐς Λυδιαν δε σατραπην Μενανδρον ἐκπεμπει των ἑταιρων : ἐπι δε τοις ξενοις ,
πολλοι μη εἰρησθαι , λεγοντες μη δειν εἰς χρησιν δεχεσθαι Μενανδρον . Εὑρισκομεν δε ὁμως αὐτο και παρα Δημοσθενει κειμενον
9999972 κατεσκευαζον
τον χρυσον , αἱ δε δη Πραξιτελειοι χειρες ζωτικα διολου κατεσκευαζον τα τεχνηματα . ἀλσος ἠν και Διο - νυσος
τα ἐν ἐρημιᾳ μηχανηματα , ἑφθον τῃ ῥυμῃ το ᾠον κατεσκευαζον . . , Οὐκ ἐπαναλωσαμεν τῳ πολεμῳ χρονον ,
9999972 φιλονεικων
περι των ἀλλων σωματων , ὑπεξαιρουμενου του πεμπτου , φαινεται φιλονεικων Ἀριστοτελης μη τα αὐτα λεγειν Πλατωνι . Ζητησαντος γαρ
ἀνθρωποι ὀντες πολυλογουσιν . ἑλκομενος ] συρομενος . φιλονικειν , φιλονεικων , διαμαχομενος , κινουμενος . πραγματιου ] εὐτελους πραγματος
9999972 θαυμαζεσθαι
ἀπο τυχης : μακαριζω : ἀντι του : ἀξιους κρινω θαυμαζεσθαι : ἀντι του ἐχοντας : ἐπιλεκτοις ἐκκριτοις : την
μαντικης δε εἰς ἐξουσιαν παριουσης , λογων δε εἰς το θαυμαζεσθαι , Ῥωμαιων δε εἰς το θαρρειν , βαρβαρων δε
9999972 λογισμους
μεν οὐδε ἐκεινον οἰμαι λεγων πεποιηκεναι τουτο : και τους λογισμους ἐκθησομεθα δι ' οὑς οὐκ ἀν ἐπραξεν : εἰ
ἐγωγε . και των περι ἀστρονομιαν τε και ἁρμονιας και λογισμους ; προθυμουμαι γε δη . και γαρ ἐγω ,
9999972 συνιστε
πραττοντας ἠ ' κεινῳ συμφερει : οὐχ οὑτω ταπεινον οὐδεν συνιστε ὑμιν αὐτοις , ὡστε ἠ μη δεισαι τον Φιλιππον
λογους πιστοτερους ἡγησασθαι των ἐργων , μηδε περι ὡν αὐτοι συνιστε , τα τοιαυτ ' ἀνασχεσθαι των ἐμων ἐχθρων λεγοντων
9999972 μαρτυρομαι
ἐν Λαμιᾳ πασας . το γαρ συνηθες οὐδαμου παροπτεον . μαρτυρομαι τον φιλιον , ὠ Κρατων , Δια . Μυσων
ἠδη ποιω . Καταθου το δερμα . Ταυτ ' ἐγω μαρτυρομαι και τοις θεοισιν ἐπιτρεπω . Ποιοις θεοις ; Το
9999972 ἐπιστευθη
, εἰ τα κατασκευασθενθ ' ὑπο τουτου παρ ' ὑμιν ἐπιστευθη . αἰτιασαμενος γαρ με , ἁ και λεγειν ἀν
δια δε το της παιδειας ἐπισημον ἀλλας τε πολιτικας ἀρχας ἐπιστευθη και εἰς το των ὑπατων ἀνεβη τελος . ἐγραψε
9999972 ἐκκλησιαι
θεραπειαι και προσοδοι και χοροι και θυμηδιαι , ἐτι δε ἐκκλησιαι και βουλευτηρια , ἁ θεων ἡ πρεσβυτατη συναγει Θεμις
αἰτιᾳ τους προτερους εἰχον δημαρχους ὡς προδεδωκοτας το κοινον : ἐκκλησιαι τε συνεχεις ὑπο των τοτε δημαρχων ἐγινοντο και ἀπαιτησεις
9999972 λεπτοτατα
παντα και διαλυσας τῳ οἰνῳ , τον δε στυρακα εἰς λεπτοτατα τοις δακτυλοις διαμερισας ἐπιβαλλε αὐτοις , και ἑνωσας αὐτα
ἠ θερμοτατα , ἠ ἁλμυροτατα , ἠ γλυκυτατα , ἠ λεπτοτατα , ἠ παχυτατα , ὁμαλως ἠ ἀνωμαλως , το
9999972 σκευοφορων
πολεμιοις κεκμηκοσιν ἐν τῃ διωξει και τεταραγμενοις ἐν τῃ των σκευοφορων ἁρπαγῃ πολλους μεν αὐτων διεφθειρεν , πολλῳ δε πλειονας
ἐλασσους χιλιων και Ἱπποκρατης ὁ στρατηγος , ψιλων δε και σκευοφορων πολυς ἀριθμος . Μετα δε την μαχην ταυτην και
9999972 τετυχηκεναι
αὑτο . Δει οὐν , εἰ καταμανθανει αὑτο , ἀκαταμαθητον τετυχηκεναι εἰναι αὐτου και τῃ αὐτου φυσει ἐλλιπες εἰναι ,
: ἀλλ ' ὁτι φανταζεται μεχρι νυν δια το μη τετυχηκεναι τουτου ἐμποδιζεσθαι και δυσροειν . ἀν ἀφεθω , φησιν
9999972 γενετο
αὐταρ ἐπει δη τειχος ἐπεσσυμενους ἐνοησαν Τρωας , ἀταρ Δαναων γενετο ἰαχη τε φοβος τε , ἐκ δε τω ἀϊξαντε
εὐχωλη των ὀλλυντων . . . . ὡς των μισγομενων γενετο ἰαχη τε πονος τε . φοβος : ἡ διπλη
9999972 πλατεως
ποιων τῃ αὐτοθι δηλονοτι οἰκησει τον Ἀλφειον τον ποταμον τον πλατεως ῥεοντα , και ὁ τιμων ἀπο κοινου , το
: του γαρ ἐκ κεφαλης ὁλκου μεχρις ὀμφαλου ἁδρου και πλατεως ὀντος , εἰκος ἐστιν ἐχειν και τας φολιδας πλατειας
9999972 ἐποιουν
ἐπεισαν ἐν τῃ βουλῃ κατηγορειν των στρατηγων . ἐντευθεν ἐκκλησιαν ἐποιουν , εἰς ἡν ἡ βουλη εἰσηνεγκε την ἑαυτης γνωμην
, εἰ μη ἐδυναντο ταυτα ποιειν , οὐκ ἀν ποτε ἐποιουν ; Δηλον δη . Ἀλλα μεντοι δυναμει γε δυνανται
9999972 δορυφορους
της ἀκροπολεως , το δειξαι φυγαδα , το μηκετι ἐχειν δορυφορους , και εἱς παλιν ἀνθορισμος , ἀλλα τυραννοκτονια ἐστι
οὐκ εἰσω παρηλθεν , οὐ τον κινδυνον τον προς τους δορυφορους ὑπεστη : ὡστε οὐκ ἀν εἰη τυραννοκτονος , οὐδε
9999972 ἀποχρωσαν
ἐξαψαι τας ὁρμας ἀνεχαιτισαν αὐτων : οὑ γενομενου , ἐδοκει ἀποχρωσαν φυλακην ἐγγιστα των τειχων της πολεως καταλειφθηναι , μη
και ἀστεϊσμων . , . . ἐνεβη ἐνεβη δε ναυν ἀποχρωσαν τοις ἑταιροις . εἰς Ἀθηνας και Προκλον ἀπαιρει ἐτι
9999972 Ἱππονικου
ἐοντας ἑτερου πρηγματος εἱνεκα ἀγγελους Ἀθηναιων , Καλλιην τε τον Ἱππονικου και τους μετα τουτου ἀναβαντας , Ἀργειους δε τον
δεοι σε τἀληθη λεγειν , φαιης ἀν εἰναι Καλλιου του Ἱππονικου πλουσιωτερος ; καιτοι οὐκ ἀν ἀμαθεστερος γε ὁμολογησαις ἀν
9999972 λελεγμενα
πεμψω σον κασιγνητον ταχυ , ᾡ παντα λεξεις τἀξ ἐμου λελεγμενα , και αὐτος λαλησει βασιλεως ἐναντιον , συ μεν
τοι των αἰτιων , πιστωσαιτ ' ἀν τις μαλλον τα λελεγμενα . Και ὁ μεν περι της διαγνωσεως οὐρων λογος
9999972 παρεστη
οὑτω και φρονησις ἐν λογοις . “ [ οὐ γαρ παρεστη μοι ὡς πολλακις συνχρομενη , ἀλλα τον λογον ἀκουσαι
Νυκτωρ ἐφ ' ὑμας δολιος ὁρμαται μονος . Ἠ και παρεστη κἀπι τερμ ' ἀφικετο ; Και δη ' πι
9999972 σκευαζειν
. τιμωρεισθαι . και ἀντικαταλλασσεσθαι . ἀρτυειν γʹ : το σκευαζειν . το ἐπιβουλευειν . και το τελειουν . ἀσαι
ψυχρα δυσκρασια , τουτῳ μαλλον ἁρμοζει κεχρησθαι . δει δε σκευαζειν και αὐτο οὑτω : κροκου . . . .
9999972 μεσουρανουσης
ὁταν ἡ διαστασις των μοιρων της τε ὡροσκοπουσης και της μεσουρανουσης ἐλαττων ᾐ των Ϙ μοιρων , ἡ διαστασις της
” . ταυτης γαρ „ ὑψι μαλα „ φερομενης και μεσουρανουσης , οὐχ ὁ Τοξοτης ἀνατελλει , ἀλλ ' ὁ
9999972 παρες
προς το εἰρημενον φησιν ὁτι παρες αὐτῳ διαρραγηναι . Γ παρες ] παιζων τουτο φησι . τῳ και πεποιθως ]
Βλεπης Ἐλευσινιοςἐπεστην ὀχλον ἰδων προς τοις προπυλαιοις , και ” παρες μ ' “ εἰπων ὁρω καθημενην παιδ ' εἱς
9999972 αἰτιατικης
ἐπει τινα ὀξυτονως φαμεν ἐπι της ἀποφασεως , καιτοι μηδεμιας αἰτιατικης εἰς α ληγουσης και ὀξυτονουμενηςΠως . δε οὐχι κἀκεινο
στεφανους . ὁρμοισι των χερας : ὁρμους : ἀντι της αἰτιατικης τῃ δοτικῃ ἐχρησατο . ὁρμοις [ οὐν ] λεγει
9999972 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999971 προστιθεισα
, ἱερα , ταφους , ἐλευθεριαν , ὑπαρξιν , οὐδαμου προστιθεισα πολιν την Καρχηδονα , παρακρυπτουσα δε την ταυτης ἀναιρεσιν
χρωματι διαπρεπη . αἰδως δ ' ἐπερρυθμιζεν ἠπιωτατον ἐρυθημα λαμπρῳ προστιθεισα χρωματι : κομαι δε κηροχρωτος ὡς ἀγαλματος αὐτοισι βοστρυχοισιν
9999971 ἐνδεχομενως
τῳ Β ἐνδεχεται , παντων ἀρα των μερων αὐτου κεχωρισται ἐνδεχομενως : ἑν δε των μερων του Β το Γ
ἐπει δε λεγεται ἐνδεχομενον και ὁ ὑπαρχει μεν ἠδη , ἐνδεχομενως δ ' ὑπαρχει και οὐκ ἀναγκαιως , λεγεται δε
9999971 νεανιαι
ἐς στρατειαν ἐπιτηδειου . ταυταις αὐτου ταις ὑποσχεσεσι πιστευσαντες οἱ νεανιαι παντες , ἐοικοτα τε ἐλπισαντες δια την προϋπαρξασαν παρ
ὀφθαλμων βολας ἐς την των δρωμενων ἐννοιαν τεινουσης . οἱ νεανιαι δε οὑτοι Μελεαγρος και Πηλευς , τουτους γαρ δη
9999971 Βακτριανης
εἰρημενην πλευραν , ἀπο δε ἀρκτων τῳ ἐκτεθειμενῳ μερει της Βακτριανης , ἀπο δε ἀνατολων Ἰνδικης μερει τῃ ἀπο των
. οὑτος δ ' ἐπεβαλετο μεν ἀθροιζειν τας ἐκ της Βακτριανης και των ἀνω σατραπειων δυναμεις , καταταχουμενος δε και
9999971 θερμοτεροι
μεν οὐν ὠχροι δολερωτεροι , οἱ δε αἱματωδεις ἀβουλοτεροι και θερμοτεροι . ὁσοις δε οὐ κεγχροι εἰσι χαροποις , ἀλλ
τε και κιρρος ὁμοιως τοις προειρημενοις ὠν , ἐπιτηδειος : θερμοτεροι γαρ παντες εἰσιν οἱ τοιουτοι , και ἑτοιμον ἐστι
9999971 Ἀγαμεμνονος
αὐτην δια το ἰσως την κορην μετα την κοιτην του Ἀγαμεμνονος καθαρμου χαριν ἑωθεν εἰς την θαλασσαν ἀπεληλυθεναι παλιν ἐξελθειν
δ ' ἀλλων ἁ μοι ἐστι . , παρ ' Ἀγαμεμνονος ἐξαιρετον : Ι . ἠιε συν τε Μενοιτιαδῃ και
9999971 εὐδαιμονει
. το γαρ ἀληθως ἀγαθον , δι ' οὑ τις εὐδαιμονει , ἐν αὐτῳ δει εἰναι : ἡ δε τιμη
δυστυχει , κατα δε το ἀπολελυσθαι της των παιδων φροντιδος εὐδαιμονει : ἠλεησα : ἀλλοτριος : τυχῃ : περιστρεψαντες περιδησαντες
9999971 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999971 κατεβαλεν
ἐπιστρεφεται , ἀλλα φευγουσι παντες κἀν τις δυνηται , πληξας κατεβαλεν . συ κεντρον ἐχεις τοιουτον , ὡστε ὁν ἀν
δαπιδα , και πρῳην δυο μνας , και το ἐνοικιον κατεβαλεν ὑπερ ἡμων , οὐ σανδαλα Παταρικα και τυρον Γυθιακον
9999971 κρατεροι
κλονεουσι ῥινοισιν πισυνοι σακεεσσι τε και τελαμωσι , τους οὐτε κρατεροι γενυων ταμνουσιν ὀδοντες , οὐτε σιδηρειων ὀνυχων πειρουσιν ἀκωκαι
, νυν μοι ἐελδομενῳ τεκμηρατε , οἱ τινες ἐστε ἐκπαγλως κρατεροι και ἀμυμονες : ἠ γαρ ἱκανει ἐργον ἀναγκαιης .
9999971 ὁριστικως
, εἰ μελλει ὁ ὁρισμος ἀποδεικνυσθαι , ὁταν ὁ μεσος ὁριστικως ληφθῃ κατα του ἐλαττονος , ὁς και το ὁριστον
πλατυνομενη ἐν τῃ κατα ῥητον και διανοιαν της ἐξετασεως στασει ὁριστικως ἐργαζεται , λεγεται κατα ὁρον ἐξεταζεσθαι , τουτεστι του
9999971 ἀναστρεφει
του ῥου : παλιν δ ' ἐν χρῳ της πετρας ἀναστρεφει και ἐξ ἀνακοπης οἱον ἀντισπαστος του πελαγους ἐναντιον αὐτος
οὑτως πεπονθα και με συμφορας ἀει βαθεια κηλις ἐκ βυθων ἀναστρεφει λυσσης πικροις κεντροισιν ἠρεθισμενον . . . ἐμοιγε νυν
9999971 κατεθεντο
ἐμεναι : τωι παντ ' ὀνομα ἐσται , ὁσσα βροτοι κατεθεντο πεποιθοτες εἰναι ἀληθη , γιγνεσθαι τε και ὀλλυσθαι ,
ἐκινδυνευσε παρ ' ὀλιγον πολις εἰναι : ἐν ταυτῃ γαρ κατεθεντο της πολεως την κτισιν οἱ της ἀποικιας ἡγεμονες .
9999971 Ἀρτεμισιον
μαχων : προς γαρ τῃ περι Σαλαμινα την περι το Ἀρτεμισιον σοι προσθησω κατα θαλατταν μαχην . ἀλλα γαρ ἀποβλεποντες
Μαγνησιης : ἐκ δε του στεινου της Εὐβοιης ἠδη το Ἀρτεμισιον δεκεται αἰγιαλος , ἐν δε Ἀρτεμιδος ἱρον . Ἡ
9999971 αἰσθητας
οἱ προ ἡμων . ἀδηλον δε ἡμιν ἐστι ποτερον τας αἰσθητας μονον εἰναι ἐλεγον οὐσιας , και τουτων ἀρα πασας
το ἀκρον της του γνωμονος σκιας ἀπο του ἰσημερινου κυκλου αἰσθητας καθ ' ἡμεραν τας ἀποστασεις ποιειται . Αἰτια δε
9999971 ἡμισεως
δε δωδεκα ὑποδιπλασιος , μειζων δε ὁ ὑπεπιτριτος λογος του ἡμισεως . το ΑΒ ἀρα προς το Δ μειζονα λογον
βοταναις , βρεχε ὁλην νυκτα : ἑωθεν δε ἑψησας ἑως ἡμισεως και διηθησας , ἐπιβαλλε μελιτος καλου το ἀρκουν και
9999971 Ἐρατοσθενης
τετραχη αὐ τεμνομενης μεγιστην μεν μοιραν των Ἰνδων γην ποιει Ἐρατοσθενης τε και Μεγασθενης , ὁς ξυνην μεν Σιβυρτιῳ τῳ
εἰη συναπτων πως ἠδη τῃ ἀοικητῳ . φησι δ ' Ἐρατοσθενης τον ὑπο των Ἑλληνων γνωριζομενον περιπλουν της θαλαττης ταυτης
9999971 ἐδιδασκον
ἰσχυν ἁνηρ συνεκερασε σαφηνειᾳ . Εἰ μεν ἠγνοεις Θεοφιλον , ἐδιδασκον ἀν σε ὁτι οὑτος ἐν καιρῳ παρεχοντι παροινειν μετριος
ὁ τε Δ . και ὁ Πλατων ἀντιλεγοντες τωι Πρωταγοραι ἐδιδασκον . εἰ γαρ πασα φαντασια ἐστιν ἀληθης , και
9999971 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999971 δριμυτατον
' αὐτους χρη μεθ ' ἁλων ἐπι πλειστον . Ἀδαρκιον δριμυτατον ἐστι και θερμαντικωτατον : διο και καθ ' αὑτο
παντι καιρῳ προϲ ἀχωραϲ τεμνον και διαφορουν και ἀποκρουομενον , δριμυτατον δε ἐϲτι . διαφορει δε καλλιϲτα και κρινου ῥιζα
9999971 ξηραντικην
, ἐχουσα τι και ὑποθερμον και ἑλκτικον : και καθολου ξηραντικην ἐχουσι δυναμιν και ἀδηκτον . Ἀναγυρις δυσωδης ἐστι και
: Ἀφροι χαζαρμες : παραπλησιαν ἐχει δυναμιν τῳ αἱματιτῃ , ξηραντικην και ῥυπτικην και ἑλκτικην , ψυχραν , και ξηραν
9999971 ἐκρινοντο
, ὡς Δημοσθενης . . ἐπι Παλλαδιῳ ] ἐπι τουτῳ ἐκρινοντο οἱ ἀκουσιοι φονοι . οἱ δε ἐν τουτῳ τῳ
τεσσαρες μεν ἐχειροτονουντο δι ' εὐγενειαν ἀρρηφοροι , δυο δε ἐκρινοντο , αἱ της ὑφης του πεπλου ἠρχον και των
9999971 διακοσια
πολεμον ] τον περι Ἀμφιπολιν λεγει , εἰς ὁν χιλια διακοσια ταλαντα ἀνηλωθη . προσεσθ ' ] τῃ ζημιᾳ περιφρονησις
: μιλια δ ' ἐστι , φησι Πολυβιος , ταυτα διακοσια ἑξηκοντα ἑπτα . ταυτην δη την ὁδον ἐκ των
9999971 καταληπτικη
τουτο οὐν το κριτηριον ἠτοι καταληπτικη γενησεται φαντασια ἠ οὐ καταληπτικη . και εἰ μεν οὐ καταληπτικη , ἀκολουθησει και
, και ἡ ὁρασις . οὐχι δε γ ' αὑτη καταληπτικη τινος ἐστιν , ὡς παραστησομεν : οὐκ ἀρα ἐστι
9999971 ἀσκουσι
πλειστον κακον . και μην ὁσοι μεν σαρκος εἰς εὐεξιαν ἀσκουσι βιοτον , ἠν σφαλωσι χρηματων , κακοι πολιται :
, ὁτι μη καταφρονητεον λογων τοις ἀθληταις ἁτε ἐν ἐργοις ἀσκουσι . λογος γαρ εἰς παντα ἐπιτηδειος και προς παν
9999971 Ἀριστειδου
” των δε το πραγμα φανερως παραιτησαμενων , και τα Ἀριστειδου μετα πολλης σκεψεως και πονου , προενεγκοντων δε ὁμως
, το δε οἰκειον συνιστας : παραδειγμα του μηδετεροις βοηθειν Ἀριστειδου ὁ πεμπτος των Λευκτρικων . ἰστεον , ὡς ἐν
9999971 ποιητικως
Ῥοδον και Ἀταβυριν , και ἐτι Λακεδαιμονα και Ταϋγετον : ποιητικως δε τοὐναντιον . ἐν μεντοι τῳ „ ναιεταω δ
του Διος ἐνιεσθαι χαριν του σῳζειν τον ἀριθμον αὐτων , ποιητικως αἰνιττομενος ὁτι των Πλειαδων ἑξ ὁρωμενων ὁμως ὁ ἀριθμος
9999971 κοιλιακους
ὀξυακανθου ὁ καρπος ἐσθιομενος τε και πινομενος . ἀκανθα λευκη κοιλιακους και στομαχικους ὠφελει . μορεας ὁ ἀωρος καρπος ξηρανθεις
ἐντερα αὐτου ἑφθα μετα ἁλατος βρωθεντα , πονον κοιλιας και κοιλιακους ἀκρως ἰωνται . συν δε τουτοις και ἡ κοιλια

Back