περ πονεωμεθα : ὡδε που ἀμμι Ζευς ἐπι γιγνομενοισιν ἱει κακοτητα βαρειαν . Ὡς εἰπων ἀπεπεμπεν ἀδελφεον εὐ ἐπιτειλας :
. [ ὡς δ ' ὁτ ' ἀνηρ ἀσπαστον ὑπεκπροφυγῃ κακοτητα νουσου ὑπ ' ἀργαλεης ἠ και κρατερου ὑπο δεσμου
9999987 ποιοτητα
ὡστε ἐναργεστερον προσπεσειν το της Νεκυιας . Ἰθι ἐπι την ποιοτητα του αἰτιου και ἀπο του ὑλικου αὐτο περιγραψας θεασαι
μεν πληθος του ποσου των μερων ἰσον , την δε ποιοτητα των μερων ἀφ ' ἑκατερου μερους των ἐλασσονων ἀριθμων
9999984 κακοστομαχον
αὐτοις ψιλοις τοις ἁλσιν : το γαρ ἀνατρεπτικον αὐτης και κακοστομαχον ἐπανορθουσιν οἱ ἁλες . διδοται και μετα μελιτος ἑφθου
τουτῳ χρηστεον . Θερμον δε ὀν και οὐκ ἐμφανως βουτυρωδες κακοστομαχον μεν , καλως δε πεφθεν , αἱματος γεννητικον ,
9999984 προσταξεως
περι το ῥειθρον ἱππομαχιας , ἁμα και των πεζων ἐκ προσταξεως του βασιλεως προκατειληφοτων ὀφρυν τινα περι τον ποταμον και
ἐστι το ἀγε , το δε γραψον μετα της ἐγκειμενης προσταξεως και το πραγμα ὑπαγορευει και τους συνοντας ἀριθμους ,
9999984 ταυτοτητα
. , . , . , σφαιρικης ἐπιφανειας ἐξαπλωσιν , ταυτοτητα λογων ἐν ἑτεροτητι των σχηματων τηρουσαν , ᾐνιξατο μεν
, ὡσπερ δη και ἐν χρονῳ καιρος . οὐ παντελη ταυτοτητα ἠ ὁμοιοτητα ἐχοντα . ἀλλα μεν ταυτα ταις δραστικαις
9999983 κατεχομενην
σπουδαιας οὐσης της ἑτερας την ἑτεραν την φυσιν χειρονα εἰναι κατεχομενην ὑπο της ἑτερας βιᾳ . Ὁσῳ δη σπευδει προς
οὐκ ἐσηκουον , εὐθυς στρατευει ἐπι Τορωνην την Χαλκιδικην , κατεχομενην ὑπο Ἀθηναιων : και αὐτον ἀνδρες ὀλιγοι ἐπηγοντο ,
9999983 περιαιρετεον
προϲθετεον ταιϲ τροφαιϲ και εὐχυμοτεραϲ διδοναι και τουϲ πλειοναϲ περιπατουϲ περιαιρετεον , την τε κοιλιαν , εἰ πλειον του δεοντοϲ
τινα , ἠ ὁτι ταυτα πραξαι διανοηθεις καλως ἠτυχησε , περιαιρετεον την συγγνωμην λεγοντα τοις ἀκουουσιν , ὡς οὐ δει
9999983 ἀμελειαν
ἀφυλακτον γιγνομενων ἀνθρωπινῃ φυσει , των δε παρα την ἡμετεραν ἀμελειαν και ἀνεπιστατον της διαφορας , βουληθεντες κωλυσαι την βλαπτουσαν
των ἐν ταις στηλαις γεγραμμενων δια την ἀμαθιαν τε και ἀμελειαν των ἐπιγιγνομενων : εἰναι δε και ταυτα ἐν τοις
9999983 κελευοντα
τεθναναι : ὁ δε παις ἀξιοι χρηματα ἐκτινειν κατα τον κελευοντα νομον , εἰ τις ἀποπεμψαμενος την γυναικα και αὐθις
σιωπωμενων και σιωπης ὀντως ἀξιων δια το νομον εἰναι τον κελευοντα μηδενα των τελεσθεντων και μυηθεντων τα μυστηρια δημοσιευειν την
9999983 ἀναλαβοντα
διαφθειραι του Διονυσου τα πατρωια βασιλεια , αὐτον δ ' ἀναλαβοντα την γυναικα Ῥεαν και τινας των συνηγωνισμενων φιλων λαθειν
Φριξον τον Ἀθαμαντος μυθολογουσι δια τας ἀπο της μητρυιας ἐπιβουλας ἀναλαβοντα την ἀδελφην Ἑλλην φυγειν ἐκ της Ἑλλαδος . περαιουμενων
9999982 γενικωτατων
γενικωτατα μονως κατηγορειται . ἐπειδη τοινυν αἱ δεκα φωναι των γενικωτατων εἰσι και μονως κατηγορουνται μηδενι ὑποκειμεναι , δια τουτο
ἠν ἡ ἐλασσων του συλλογισμου προτασις , δεικνυσιν ἐκ των γενικωτατων γενων , ὡς ὑπαρχοντος ἐν πασι του ἀγαθου .
9999982 ἐπαρχος
[ . . . . , . ] Σαλουστιος , ἐπαρχος πραιτωριων : ὁς προεβαλετο βασιλεα Βαλεντινιανον . ὁ δε
. ὁ δε των κακων ἁπαντων αἰτιος ἠν Ἀβλαβιος , ἐπαρχος μεν της βασιλικης αὐλης , ὑπο Σωπατρου δε παρευδοκιμουμενος
9999982 πικρον
, ὡστε το μεν ἡδυ ἐνδιδοναι τῃ αἰσθησει το δε πικρον και δυσχυμον τῃ γευσει μη ἐμφαινειν ἀλλα συμβαινειν τῳ
ἐνεοντα και λυμαινομενα τον ἀνθρωπον . Ἐνι γαρ ἀνθρωπῳ και πικρον και ἁλμυρον , και γλυκυ και ὀξυ , και
9999982 παραγομενα
ἐξ ἐκεινου δεικνυομενα τε και ἐκφαινομενα , οὐ ποιουμενα οὐδε παραγομενα : ἐκ των ποιουμενων δε ὁ λογος γινεσθω ,
γεγονε : τα γαρ ἀπο των εἰς ξ εἰς α παραγομενα ἐθνικα εἰσι , Φοινιξ Φοινισσα , Κιλιξ Κιλισσα .
9999982 παραταξεως
δε και ἐν ταις ἀκιαις και ἐν τοις κερασι της παραταξεως , τουτεστιν ἐσωτερω των καβαλλαριων , πολλακις δε και
περιγινομενον ζην : Λακαινα πομπην τελουσα πανδημον ἠκουσεν ἐπι της παραταξεως νικαν τον υἱον , ἐκ δε των τραυματων πολλων
9999981 προσταττομενα
μητε τους καταδουλωθεντας ἀδικως ἐλεουντες μητε τα δια των λογων προσταττομενα δρωντες , ἁτε δη του θεου τρανοτεραις χρησμων ἀποδειξεσι
ἐπιδους , κοσμιον δ ' ἐμαυτον παρεχων και ποιων τα προσταττομενα και τας στρατειας στρατευομενος ἀξιω των της μητρος πατρῳων
9999981 μυριας
κορρης τις ἐκεινον : και παταχθεις , ὡσπερ βασανους παθων μυριας , καταλεγει μηδενος ἐρωτωντος αὐτον : Ἐγω την κορην
περι τας Συρακουσιας τραπεζας ἠ οἱ φιληκοοι και φιλοθεαμονες εἰς μυριας ἀκουσματων και θεαματων ἡδονας ἐμπεσοντες : οὐκ ἐχουσιν ἐφ
9999981 φυσαντα
ἐβοσκον ἐμαυτῳ γηροτροφον . ἀλλα μη τοσουτον ἐχε προς τον φυσαντα φιλονεικως . ἐστιν ὁπου και νικη τῳ νικησαντι βλαβερον
' ἀναστεναζεται ? ? ? [ τον ] δοντα και φυσαντα , Τανταλου βιαν [ , εἰς οἱον ] ?
9999981 ἑτεροτης
ῥυσιν και μεταβολην του αὐτου , κἀν μη παρεμπιπτῃ τις ἑτεροτης , ἀλλ ' ἠ φυσις ἐκεινη προ πασης ἐστιν
ἑτερα , ἀλλα μονον οὐχ ὑλη : και γαρ ἡ ἑτεροτης διακριτικη ἐστι της ταυτοτητος , οὐδε ἑτεροτης : εἰδος
9999981 ἀπολαυων
τῳ λοιπῳ δημῳ των νεκρων , ἐμοι δοκειν , τοσουτον ἀπολαυων του μνηματος , παρ ' ὁσον ἐβαρυνετο τηλικουτον ἀχθος
ἑτοιμον ἠν ἀπολωλεναι κρυμῳ τε και νιφασιν , οὑτω φαιδρας ἀπολαυων ἐπορευετο της ἀκτινος , ὡστ ' ἐαρ ὀνομαζοντες την
9999981 μεγαλοπρεπειαν
, πασαν θειαν μαντικην , τα δε καλλιω μεγαλοφροσυνην μεγαλοψυχιαν μεγαλοπρεπειαν εὐσταθειαν εὐφημιαν γνωσιν θεων , οὐ δοξαν , εἰδησιν
μεν εὐπαιδευσιαν καλουντες , ἀναρχιαν δε ἐλευθεριαν , ἀσωτιαν δε μεγαλοπρεπειαν , ἀναιδειαν δε ἀνδρειαν . ἀρ ' οὐχ οὑτω
9999981 παραδεξασθαι
μεν λογος καθιστορησαι δυνησεται , ποια δε ἀκοη την τουτου παραδεξασθαι τραγῳδιαν ; ἐμοι δε ἐκστασις ἐπεισερχεται , ὁσακις εἰς
δευτεραν ἐχων ταξιν . Ὡς γαρ ἰατρου μετα το πεισαι παραδεξασθαι την θεραπειαν το προσαγειν ἐστι τα μεν θεραπευτικα ,
9999981 κρινουσι
μαρτυρειν ἀγραμματῳ οὐκ ἐξεστιν . Ἀταραντες Λιβυες των θυγατερων ἀριστας κρινουσι τας πλειστον χρονον μεμενηκυιας παρθενους . Παρα Καρχηδονιοις οὐκ
, ἁς ἀνωτερω των ἀλλων ὑπεξειλομεθα . ὁπου γαρ δικασται κρινουσι Λακεδαιμονιων οἱ παραγενομενοι και κρινεται προς την ἐρωτησιν ὁ
9999981 ἐπανελθοντα
πλειονα ἐτι των Φιλιππῳ δοθεντων Ἀλεξανδρῳ εἰς τιμην συγχωρησαι . ἐπανελθοντα δε ἐς Μακεδονιαν ἐν παρασκευῃ εἰναι του ἐς την
οὐν χρη ποιειν . Και ὁς ἐφη : κτεινειν αὐτον ἐπανελθοντα ὡς ταχιστα : μονη γαρ αὑτη ἀσφαλεια ἀν εἰη
9999981 γινωσκομενων
τα στοιχεια * * * αἱ οὐσιαι γνωριζονται των ἀρχων γινωσκομενων , τας δε ἀρχας πασων δεικνυσιν ὁ πρωτος φιλοσοφος
οὐδε μην τοπος ἐπουρανιος : ὁ γαρ Ὁμηρος ἀπο των γινωσκομενων πασι ποιειται τας ὁμοιωσεις . καταλειπεται τοινυν το ὀρος
9999981 κατελαμβανον
Ὁτι Κλεαρχος ἠν ἐν Θρᾳκῃ : νυκτερινοι φοβοι το στρατευμα κατελαμβανον : ὁ δε παρηγγειλεν , εἰ γενοιτο θορυβος ,
πατρος , ὀμνυς ἐτι , και τας σπονδας αἱ σφαγαι κατελαμβανον . καιτοι μη νομιζετ ' αὐτον τοις μεν ἐξω
9999981 ἀναγινωσκειν
μεντοι γραψῃ , πειρασθω καθ ' ἑκαστην ἡμεραν ἐντυγχανειν και ἀναγινωσκειν , ὑπερ τε συνεχους και ἀδιαστατου μνημης καλων και
ὁτε αὐτον εἰδον οὑτως ἐσταλμενον . Ἐν τῳ γραφειν και ἀναγινωσκειν οὐ προτερον ἀρξεις πριν ἀρχθῃς . τουτο πολλῳ μαλλον
9999981 συστελλειν
ψυχρον και ὁ παγος εἰ και ἀοσμοτερον ποιει δια το συστελλειν , ἀλλ ' οὐκ ἀφαιρειται γε την δυναμιν τελεως
νυκτας ἑπτα , ἡλιου μη θεωρησαντος δια το τας ἡμερας συστελλειν αὐτο και νυκτος αἰθριαζειν , τουτο εὑρησεις γινομενον σκορπιον
9999981 διδασκομενων
, και μαλλον διδασκει , ἐπειδη τας ἀρχας ἐχει των διδασκομενων , και ἐκεινος δια τουτων δυναται διδασκειν : οὑτοι
ποριζοντων δε τουτο και ἐλεγχομενων ὑπο του ὁρου και των διδασκομενων . ἐγραψαν δε ἀπο συμβεβηκοτος οὑτως : πορισμα ἐστιν
9999981 προδιδους
ἀνεθηκε την χωραν τῳ θεῳ . Φρυνιχος ἐν Σαμῳ στρατηγων προδιδους την πολιν , ἐν τῳ μελλειν διαβληθεις καταφανης γιγνεσθαι
παλιν στρατηγος , δηλονοτι τοις πολεμιοις , ἠ ἀπατων ἠ προδιδους : και το τελος και ἡ των πραγματων ἐκβασις
9999981 παρακολουθουντος
δακρυουσιν . Γ κἀπεμορξαμην ] ἠγουν ἐδακρυσα . ἐκ του παρακολουθουντος . ἑπεται γαρ τοις δακρυουσι το ἀπομορξαι τους ὀφθαλμους
και παλιν το ἐναντιον ἀπο των φαινομενων τας ἀκριβεις . παρακολουθουντος δε τῃ τοιαυτῃ ἐπισκεψει του μητε τας κατα μερος
9999981 ἐπικινδυνους
χρονον παντα ἐπιμοχθον διανυειν ποιει , και ξενιτειας ἀθετους και ἐπικινδυνους παρεχεται και οἰκειακας λυπας και συγγενικα πενθη ἀνωφελη .
δια την καμπην του ποδος , ὀφθαλμων ἀλγηδονας και αἰτιας ἐπικινδυνους ἠ πηρωσεις δια την Πληϊαδα : ἐστι δε και
9999981 πατριαρχου
ποδηγειν . ὑπο των ἡλιων . των ἡλιων : του πατριαρχου το βιβλιον : ὑπο του ἡλιου . βαλειν .
στασιωτειαι . στασιωτειαι . λεγοιντ ' ἀν ὀρθοτατα . του πατριαρχου το βιβλιον : λεγοιτ ' ἀν ὀρθοτατα . ὁπλα
9999981 λευκοτατον
μαλλον και ἰσχυροτερον γινεται και χρονιωτερον . της δε φλογος λευκοτατον ἀει και καθαρωτατον το μεσον , το δε κατω
ἐν θυειᾳ και λειου τῳ δοιδυκι ἐπι πολυ , ὡς λευκοτατον γενεσθαι , και χρω . ποιει παραδοξως ἀλειφομενον ἐπι
9999981 ἀποκαταστησαι
και την μεταβολην του πολιτευματος εἰς τον ἐξ ἀρχης κοσμον ἀποκαταστησαι προθυμουμενος αὐτος τ ' ἀναφανδον , ὡσπερ και προτερον
Δεομεθα σου , μακροθυμησον ἐφ ' ἡμας : ἰδωμεν πως ἀποκαταστησαι σοι δυναμεθα . κἀγω ἀνυπερθετως προεφερον αὐτοις το χειρογραφον
9999981 ἀπολαβων
και τα ἀνω : και εἰ τις βουλεται του σωματος ἀπολαβων μερος κακως ποιεειν το σμικροτατον , παν το σωμα
των Ἀθηναιων καταλυσαντες ἐλυμηναντο τους Δρακοντος και Σολωνος νομους . ἀπολαβων οὐν ὁ δημος την ἐλευθεριαν εἱλετο πολιτας κʹ τους
9999981 βραδυνειν
των θεων , ὠ ἀνδρες | Ἀθηναιοι , διοτι το βραδυνειν | τοις νυν καθεστωσιν | ἡκιστα συμφερον ἐστιν .
την λεξιν και παρα τῳ Ἡροδοτῳ . . βλακευειν ] βραδυνειν και μαλακιζεσθαι : λεγει δε των αὐτου στρατιωτων .
9999981 ἀπολαμβανομενης
. . ὁτι το ἀπο τησδε τῳ ὑπο δοθεισης και ἀπολαμβανομενης ὑπο καθετου ἑως δοθεντος . . ὁτι συναμφοτερος ἡδε
δυνησονται το περιεχομενον ὀρθογωνιον ὑπο της Κ εὐθειας και της ἀπολαμβανομενης ὑπ ' αὐτων προς τῳ Ζ σημειῳ ὑπερβαλλον εἰδει
9999981 ἀνθρωπιναις
των ψυχων λυσις ἐστι και των ἀφυων ἡ θηρα ταις ἀνθρωπιναις ψυχαις ἐλευθερια γιγνεται . Ἠδη δε μελιττουργοι της μελιττης
και το οἰκειωτικον : αἱτινες δυναμεις οὐσαι και ἐν ταις ἀνθρωπιναις ψυχαις μετα το ἐνσωματωθηναι οἱον μεταβολην λαμβανουσιν , ἡ
9999981 ἡμεροτητος
' οὐκ ἀξιον ἐρασθηναι των νομων , οἱ τοσαυτης γεμουσιν ἡμεροτητος ; δι ' ἡν οἱ μεν πλουσιοι διδασκονται μεταδιδοναι
αὐτου σκληροτερον κεχρημενων τῃ πολει , οὑτος δια της ἰδιας ἡμεροτητος διωρθωσατο τας ἐκεινων ἀποτομιας , προκρινας της τιμωριας την
9999981 κληρονομειν
το αὐτο περας ἀσυστατον : νομος τους παιδας ἐξ ἰσου κληρονομειν : δυο τις ἐχων παιδας ἀπεκηρυξε τον ἑτερον :
τα μεν μεγαλα ὑπαρχοντα και ὑπαρκτα , ἁ τῳ γνησιῳ κληρονομειν ἐφειται μονῳ , τα δε μικρα δοματα , ὡν
9999981 παρανατελλει
καλουμενος , κρασεως Ἀφροδιτης . Και τῳ μεν πρωτῳ δεκανῳ παρανατελλει ταδε : Δαιμων τις κατακεφαλα Ταλας προσκεκλημενος και Κοραξ
, μεγεθους αʹ , κρασεως Ἀρεως και Διος . παλιν παρανατελλει λαμπρος ἀστηρ ὁ ἐπι του βορειου Στεφανου μοιρας ιεʹ
9999981 νομισαντας
φθονησαντας τηι δια την εἰρηνην εὐτυχιαι εἰτε και συνεργους ἑξειν νομισαντας προς το καταλυσαι τον Φειδωνα , ἀφηιρημενον αὐτους την
και φιλοθεῳ καταχρησθαι προς τας των ἀσεβων ἀπαραιτητους κολασεις , νομισαντας αὐτους ὑπο του καιρου τα παντα γεγενησθαι , βουλευτας
9999981 παραταξει
. Ὠ ἀφθονως ἐχων φιλε μοι , στησον ὡς ἐν παραταξει τον σον λογον , ἀμυντηριοις χρωμενος της σης καλοκαγαθιας
τῳ στρατῳ φαινονται , προπαραγγελλειν τῳ στρατῳ ἐν αὐτῃ τῃ παραταξει , ὁτι ἀλογων ἠτοι τουλδου πληθος ἐστι το φαινομενον
9999981 Χρυσαντας
εὐβουλια , Διομηδους δε ἐλευθερια , και ὁ του Κυρου Χρυσαντας και ὁ του Ξερξου Ἀρταβαζος . Εἰτα σοι προοιμιον
γαστηρ γιγνεται , των δε ἀδειπνων σιμη . και ὁ Χρυσαντας ἐφη : Ψυχρῳ δ ' ἀν , προς των
9999981 διακαθαιρειν
θερμαινειν την ψυξιν : τον δε θωρακα και τον πνευμονα διακαθαιρειν και τα εἰς τον στομαχον περιεχομενα . δει δε
, οὐ μην αὐταρκες εἰς ἀκριβη διαγνωσιν . βελτιον οὐν διακαθαιρειν την περι αὐτου ἐννοιαν , ἀφαιρουντα την ἐπεισιουσαν του
9999981 εὐβουλον
εὐδιαιτον εὐσημον , εὐπυρον , εὐσιτον , εὐοινον , εὐδουλον εὐβουλον εὐλογιστον , εὐσυνετον , εὐκαρδιον , εὐπροσωπον , εὐτραπελον
εἰναι του κλυειν : ἀηρ γαρ πεπληγμενος ἡ φωνη . εὐβουλον δε και εὐβουλεα κατα ἀποδυσπετησιν ὠνομασαν αὐτον ὡς καλως
9999981 πλατειαν
φυκοφαγος , την γλωτταν ἀπολελυμενος , καρδιαν λευκην ἐχων και πλατειαν . Φερεκρατης Δουλοδιδασκαλῳ : κιθαρος γεγενησθαι κἀγοραζειν κιθαρος ὠν
και μυκτηρων τριχας ἐξεχουσας και μαλα γε ὑψηλας ἐπιδεικνυναι , πλατειαν δε την οὐραν και οἱαν δοκειν καραβου . ἠδη
9999981 μαντευομενοι
και παρ ' αὐτον λεβης τις ἱστατο . οἱ οὐν μαντευομενοι ἠρχοντο παρα τον τοπον τουτον και ηὐχοντο . ὁτε
της σχισεως , εἰ μεν εὐθεια γενηται , καλα ἐσεσθαι μαντευομενοι , εἰ δε λοξη , ἀποτροπαια . * †
9999981 φυλαττοντων
ταυτην την τελειαν ποιησεται αὐξησιν ἀπο παντων των περιστατικων , φυλαττοντων μονον ἑν τι τουτων ἀνεξεταστον , ὁ την μεταληψιν
. Κατα πολυπληθειαν δε φυλης ἑκαστης το μεγεθος του τειχους φυλαττοντων . Ἐπειτα οὑτως ἀφ ' ἑκαστης φυλης τους δυναμενους
9999981 ὠφελειων
διδασκων και μη παραχωρειν ἑτεροις μητε των πονων μητε των ὠφελειων . διῃρει γαρ αὐτοις ἐξ ἰσου γην τε ὁσην
και δορυφορεισθαι προς ὑπασπιζοντων ἑκατερωθεν ἀξιωματος ἑνεκα και μεγεθους και ὠφελειων , ἁς τοις ἐπιγειοις ἁπασι παρεχει , δικαιος ἀλλως
9999981 προσταξει
ἐν τῃ οἰκιᾳ „ : εἰτα ἐπιφερει : ” και προσταξει ὁ ἱερευς ἀποσκευασαι την οἰκιαν προ του εἰσελθοντα τον
ῥιψαι . φασι δε ἐκβρασθεντας εἰς Κορινθον αὐτους ἀναληφθηναι και προσταξει του Σισυφου [ ὡς και ] ἀγωνα Ἰσθμιον ἐπι
9999980 παρακολουθουντων
κατα συμβολικον τροπον , ὁς οὐδεν δυναται των συστατικων ἠ παρακολουθουντων ἐμφαινειν . εἰ δε το ποιουμενον καθα δεδηλωκαμεν ἁτε
φασιν οἱ περι τον Καρυστιον Ἀντιγονον , ὑπο των γνωριμων παρακολουθουντων . Αἰνεσιδημος δε φησι φιλοσοφειν μεν αὐτον κατα τον
9999980 συμμαχουντων
και Στησιλεω , πολεμαρχουντος δε Καλλιμαχου και Κυναιγειρου και Πλαταιεων συμμαχουντων αὐτοις χιλιων , ἡττωνται και προς Δαρειον ὑποστρεφουσιν ,
τον Μασσυαν κατεχοντι και την Ἰτουραιων ὀρεινην . των δε συμμαχουντων τῳ Βασσῳ ἠν και Ἀλχαιδαμνος , ὁ των Ῥαμβαιων
9999980 παρατηρητεον
: ἀλλα καθαπαξ ἀνελειν την κρισιν ἐξ ἀρχης πειρασεται : παρατηρητεον δε ὡς διπλη τις ἡ τοιαυτη στασις , τουτεστιν
ὀνομα του ἐπιτρεχοντος μοριου ἐν τοις εἰδεσι του πολλαπλασιεπιμοριου . παρατηρητεον δε ἐφ ' ἑκαστης πλασεως των τε ἐπιμερων σχεσεων
9999980 ἐνδεχομενας
βουλεται και τον ὁρισμον του ἐνδεχομενου ἀντιστρεφειν , και τας ἐνδεχομενας ἀντιστροφας και την νυν ταξιν ὑφηγησαμενος , ὁτι μετα
γε ζητεισθαι . δικαιως ἀρα οἱ Πλατωνικοι οὐ προσιενται τας ἐνδεχομενας ἀντιστροφας : ζητουμεν γαρ αὐτας δια τους συλλογισμους :
9999980 διδασκοντων
φαντασματων τραγῳδοις μαλλον ἁρμοττει . Ἰχθυν νηχεσθαι διδασκεις : ἐπι διδασκοντων , ἁ ἐπιστανται . Ἰαλεμου ψυχροτερος : Ἰαλεμον τον
ἡμεων , ὁκοιον ἡ χωρη : τα δε δογματα των διδασκοντων , ὁκοιον τα σπερματα : ἡ δε παιδομαθιη ,
9999980 ὑπεμεινας
ποιησῃς . εἰ τοινυν ταυτα παντα φιλανθρωπως και πεποιηκας και ὑπεμεινας δι ' ἐμε , πως νυν ἐασεις , ὠ
ἀνδρος γυναικα γεγονοτα , Ὠ ταλαιπωρε , ἐφη , πως ὑπεμεινας ὡδε λωβηθηναι , και οὐ προτερον ἀπεθανες ; Ὁ
9999980 ἀναδιπλασιασμον
ὁτι ἐκ του εἰρημενου φαυσκω και το πιφαυσκω γινεται κατα ἀναδιπλασιασμον συνηθη τοις Ἰωσιν , οἱ τα ἀπο συμφωνου ἀρχομενα
: το γαρ λαβω μιᾳ συλλαβῃ οὑτως ὑστερει του κατα ἀναδιπλασιασμον λελαβω , το δ ' αὐτο και ἐπι των
9999980 ἀποδεικνυναι
ἀνυπαρκτος ἐσται ἡ ἀποδειξις : νενοηται μεν γαρ συν τῳ ἀποδεικνυναι , ἀποδεικνυναι δε οὐκ ἀν δυναιτο μη καταλαμβανομενη .
: ἐν γαρ τοις Προς Εὐδοξον και Ἀρατον πειραται τουτο ἀποδεικνυναι . Συναγορευει δε αὐτῳ και Διονυσιος ἐν τῳ Περι
9999980 σκοτους
ὁ θεος ἀνα μεσον του φωτος και ἀνα μεσον του σκοτους „ : ἀλλως τε ὡς ἡλιος ἀνατειλας τα κεκρυμμενα
, Θεοφραστος δε ἐοικε διαπορουντι και ἰσως ὑφεωρατο τας ἀπο σκοτους εἰς φως μεταβολας , ὁταν εἰσκομισθεντος εἰς το δωματιον
9999980 φρατριας
φυλας δʹ κατα τας ὡρας του ἐνιαυτου , τας δε φρατριας και τριττυας δυοκαιδεκα , οἱον μηνας , τα δε
ἀλλ ' οἱ ἐκ των γενων των συννενεμημενων εἰς τας φρατριας . οὑτοι δε εἰσι καθαπερ οἱ δημοται και φρατορες
9999980 κεκρισθαι
πολυ μειζων τιμη της χαλκης εἰκονος το καλων κἀγαθων ἀνδρων κεκρισθαι πρωτους . και γαρ τοι των ἐργων των τοτ
παρ ' ὑμιν δ ' ἀναιδειαν και προδοσιαν και δειλιαν κεκρισθαι καλλιστον . Εἰ δε μη δυνασθε ὑπ ' ἐμου
9999980 ὑπερβαλλουσας
. οὐ γαρ ὁτι κολασεις , ἀλλ ' οὐδ ' ὑπερβαλλουσας και ἀκρατους εὐεργεσιας χωρησαι δυναμεθα , ἁς ἀν αὐτος
δε το ἐγρηγορεναι δοκειν νυκτος κατακεκλιμενον ἐν τῃ κοιτῃ φροντιδας ὑπερβαλλουσας τινας τοις εὐπορουσι προαγορευει , πενησι δε και τοις
9999980 εὐδαιμον
ἑτερον τι , ἐξ ὡν φησιν , ἠ το παρασιτειν εὐδαιμον νομιζων . και μην οὐδε τῳ τυχοντι ἀνδρι περιτεθεικε
βασιλεως , ὁσοι τε κολακες τραπεζης [ και ] το εὐδαιμον γαστρι και τοις αἰσχιστοις μετρουσιν , ὑπεμιμνησκον αὐτον της
9999980 διακινδυνευειν
των δε πολιορκουμενων ἀπολομενων συν τοις Χειρισοφου μονοις κακιον ἐστι διακινδυνευειν ἠ τωνδε σωθεντων παντας εἰς ταὐτον ἐλθοντας κοινῃ της
διαφερειν . αὐτοι δ ' ἐκριναν πολιτικοις μεν σωμασι μη διακινδυνευειν , μισθοφορους δε ἀλλοεθνεις ἀθροιζειν και μαλιστα Ἑλληνας :
9999980 γεγραμμενους
τα πατρια ἐθη και τα νομιμα : το σῳζειν τους γεγραμμενους νομους : το ἀληθευειν ἐν τῳ διαφεροντι : το
τουτους ἀψευδεις , και προς το καλλιστον εἰδος ἐνθεου πνευματος γεγραμμενους : και τοι γε οὐτε μετρον ἠπιστατο , οὐτε
9999980 βουλομενης
το κακον ὡμολογουν και ταυτα της του γηρως φιλοτιμιας παντα βουλομενης εἰδεναι δοκειν . ἀνελογιζομεθα τοινυν τον ἐμπροσθεν χρονον μεχρι
, το δ ' ἐκει ὁρωμενον ἀει μεταφερειν εἰς ἀλλο βουλομενης , το μεν ἀθροον αὐτῃ παν παρειναι οὐκ ἠθελεν
9999980 παραβαλων
μειζονα ὀρκυνον , ὑπερβαλλοντως δε αὐξανομενον γινεσθαι κητος . ὀμμα παραβαλων θυννου δικην . φησιν Αἰσχυλος , ὡς του θυννου
θυννος ὡς ἠνειχετο ἀναυδος , και ἀλλαχου το σκαιον ὀμμα παραβαλων θυννου δικην , ὡς του θυννου τωι σκαιωι ὀφθαλμωι
9999980 παρειληφεναι
τεθναναι ἐλεχθη , νεος δε και σφοδρος ὁ ὑος αὐτου παρειληφεναι την ἀρχην και οὐδαμως ἀφιστασθαι της ὁρμης . οἱ
' Ἡρακλεους οἰκειοτητα προς το ἐθνος , ἡν μυθικως ἑαυτους παρειληφεναι παρα των προγονων ἱστορουσιν . ἡ δ ' ἑξης
9999980 ἐναντιωθηναι
ὁς ἀν των Ἑλληνων ἀρχειν ἀει βουληται , μονην ἀν ἐναντιωθηναι και της παντων ἐλευθεριας προστηναι , οὐ μα Δι
βαλομενον , ἐαν μη πασι το αὐτο δοκῃ , μητε ἐναντιωθηναι τινα τοις πραττομενοις , ὁς ' ἀν αἱ πλειους
9999980 τριποδος
αὐτοισιν ὀχεσφιν , ἐλθοντες μετ ' „ ἀεθλα : περι τριποδος γαρ ἐμελλον θευσεσθαι : τους ” δ ' αὐθι
Γενητης ἐκ της Γενητος , ὡς της Οἰδιποδος Οἰδιποδης και τριποδος τριποδης . Ἡρωδιανος δε „ ὡς το σεληναια ἁμαξαια
9999980 ἀπελθειν
κατα την φυγην ἐν ὡρισμενοις τισι χρονοις ἐκ της Τρωαδος ἀπελθειν παραδοντας Ἀχαιοις τα φρουρια : Ἀχαιους δε παρασχειν αὐτοις
ἀποδουναι και μη περιιδειν εἰς λαβυρινθον ἐμπιπτοντα πραγματων , ὁθεν ἀπελθειν οὐ ῥᾳστον . ἡμιν γαρ ἐν τοις δυσκολοις μια
9999980 ἡλιακον
ἡλιος ἐνιαυσιαιαν ἐχει την περιοδον , δει τρισκαιδεκαπλασιονα εἰναι τον ἡλιακον κυκλον του σεληνιακου : ὡστε και ὁ ἡλιος της
νους ὀψις νοητα ὁρατα νοητος τοπος ὁρατος τοπος νοεισθαι ὁρασθαι ἡλιακον φως νυκτερινον φεγγος ἀληθεια εἰκος νοησις δοξα ὀν γενητον
9999980 συνελαμβανον
στενωπους , των δε περι ταις ἁλισκομεναις οἰκιαις μαχομενων . συνελαμβανον δε του ἐργου τοις ἐνδον και γυναικες ἀπο των
. ἐπει δε αὐτους ἐπι των ἀγρων νυκτος ἐπελθοντες λῃσται συνελαμβανον , οἱ δε ἐκ των πυργων ἐβαλλον και πυρ
9999980 τεταρτων
οὐδε δυο ἑκτων : τριτον γαρ εὑρισκεται . τριων δε τεταρτων και τριων πεμπτων και τετταρων πεμπτων και τετταρων ἑκτων
εἰτα ἀπο δυο πεμπτων . οὐ γαρ δυνασαι εἰπειν δυο τεταρτων : παλιν γαρ ἡμισυ εὑρισκεται . οὐδε δυο ἑκτων
9999980 ἀποσταληναι
των ἱερων γραφων βιβλοις ἐντυχειν . ἐπεμψε γουν ἀξιων ἀνδρας ἀποσταληναι τους ἑρμηνευσοντας αὐτωι τον νομον , και του γραφηναι
ἀναδιδαξαμενην τἀνδρι τον μεν πρεσβυτερον μετα συμμετρου χορηγιας εἰς Ῥωμην ἀποσταληναι παρασκευασαι , τον δε νεωτερον εἰς την Ἰωνιαν χαριν
9999980 συμβολην
δε μερος οὐλοτεραις ταις σειραιαις ἐπιδιπλωσεσι κατα την των χιτωνισκων συμβολην συστελλοντες ἐκ πλαγιων κολπους ἀπαιωρουσιν , εὐρυνοντες τα κοιλα
της κατασκευης , ἀθεατον και ἀνευρετον την των ἁρμων κατασκευασαντες συμβολην . Ἡμιπηχιου δε οὐκ ἐλασσονος ἠν το παχος της
9999980 πονηροτατους
τῳ δεσμωτηριῳ τοσουτον ἀρετης μεγεθος ἐπεδειξατο , ὡς και τους πονηροτατους των ἐκει τεθηπεναι και καταπληττεσθαι και παρηγορημα των συμφορων
γενει προσηκοντας , τους ἀτυχουντας των πολιτων , οὐχι τους πονηροτατους , ὁ ἐστιν ἐκ της του ἀκολουθου ἀπαιτησεως ,
9999980 συμβουλευοντα
τα βελτιστ ⌊ ⌋ ' ⌊ ἐπι πασι δικαιοις ⌋ συμβουλευοντα : τουτο μεν γαρ ⌊ λαβειν ⌋ ⌊ ὁτωι
συνοραν ἁ πρακτεον ἐστιν , κρινειν ἱκανοι ἐσεσθε τον ὀρθως συμβουλευοντα περι τουτων ὑμιν . οὐδ ' αὐ τουτο γε
9999980 ἀνανδρον
της καταδικης , περιοραν δε καθιερουμενην την χωραν οὐ μονον ἀνανδρον ὑπαρχειν , ἀλλα και κινδυνον ἐπιφερειν * τῃ των
και το σημειον μαρτυρει τοιουτωδες . Πλευραι λεπται ἀσθενη , ἀνανδρον και δειλον σημαινουσι τον ἐχοντα : αἱ δε πανυ
9999980 κανθους
ἐν τῃ κοτιδι , δυο ἐν τῃ ῥινι παρα τους κανθους : τας φλεβας καιειν δε τας μεν παρα τα
και τραχωματα , ὑδατιδας τε και ψωροφθαλμιαν , και βεβρωμενους κανθους θεραπευει . Λαγωος ὁ θαλασσιος λειωθεις και περιχρισθεις τας
9999980 ἀποδεδειγμενων
το ψηφισμα . Ἀξιοπιστον δε και το τα ζητουμενα των ἀποδεδειγμενων και ὁμολογουμενων προσποιεισθαι εἰναι περιφανεστερα , ὡς ἐν τῳ
τμηματων ἐστιν ρξζ λϚ , των ΕΗ , ΘΖ συναμφοτερων ἀποδεδειγμενων μοιρων ιβ κδ . Ἐαν τοινυν την ἐν Παρθενῳ
9999980 Ἀριστοφανους
, την φρασιν αὐτων ὠφεληθηναι βουλομενος . ἀμελει και τον Ἀριστοφανους ἀνεμαξατο χαρακτηρα , ὁς των ἀλλων προὐχει κωμικων :
τοις παλαιοις και ὑπ ' ἀνδρων , ὡς ἐν Ἱππευσιν Ἀριστοφανους και ἐν Θεαιτητῳ Πλατωνος . Μενανδρος Συνερωσῃ : ἀφες
9999980 ἀκεραιος
ἀναγραφης ἀξιωσαι τα διαφωνουμενα παρα τοις συγγραφευσιν ἀναγκαιον , ὁπως ἀκεραιος ἡ περι της ἀληθειας κρισις ἀπολειπηται τοις ἀναγινωσκουσιν .
ὁ σοφος ὑπο της τυχης ἀηττητος ἐστι και ἀδουλωτος και ἀκεραιος και ἀπαθης , πασαν ἐπεχειρησεν ἐργῳ ἐλεγξαι την τουτου
9999980 ὑπαρχος
τους πολεμιους . Των ἐστρατηγεε ὁ ἀπο Κυμης της Αἰολιδος ὑπαρχος Σανδωκης ὁ Θαμασιου , τον δη προτερον τουτων βασιλευς
κλοπης ἐδιωκεν ἀρχοντα ἀρχομενος , Φλωρεντιος δε , ὡς μεν ὑπαρχος , ἐδικαζεν , ὡς κλεπτειν δε εἰδως και τοτε
9999980 παραλλαγας
ἀλλως και εἰδοποιος ὑπαρχει τοις ἀλλοις ἁπασι κατα πασας διαφορων παραλλαγας : εἰ γαρ και ἐστι τι τελειον εἰδος το
τῳ ὁτι , δυναμιν τε την αὐτην . ἐχει δε παραλλαγας το μη ζητεισθαι ποσα μερη λογου , το ἐν
9999980 μεταλαγχανειν
Περσαις , τον ἐς ὀφθαλμους ἐλθοντα βασιλεως μη προτερον λογου μεταλαγχανειν πριν ἠ προσκυνησαι αὐτον . εἰ τοινυν αὐτος δι
περι Παρμαν χωριοις των ἐδωδιμων τοις στρατιωταις ἐς το ἀποχρων μεταλαγχανειν : μηδε γαρ παρειναι Ἀντιοχον ἐνταυθα τον ὑπαρχον ,
9999980 τεταρταιος
ῥιγει . Ὁ παις ὁ παρα το ἐσχατον καπηλειον ᾑμοῤῥαγησε τεταρταιος πολλον : αὐτικα ἐφλυηρει : γαστηρ ἀντισχετο : ὑποχονδριον
τοδε ἀπορον ἠν : ποτε του ἀσθματος παλιν δη ὁ τεταρταιος και του ἀσθματος ἐχει λυσιν , πυρετων παντων ὀρθως
9999980 δεινοτητα
δεινου λογου οὐ μην δοκουντος γε εἰναι τοιουτου την Λυσιου δεινοτητα την οὐσαν μεν μη δοκουσαν δε και ἐκ παντων
τοιαυτη τις ἀν εἰη συστροφη και λογου καθαπερ ἐσπειραμενου προς δεινοτητα . Ἡ δε τοιαυτη βραχυτης κατα την συνθεσιν κομμα
9999980 παραχωρησαι
ἐργων ἀπολογησομαι . Συν δυσι παισιν ἀριστευσας τις ἐδειτο ἑτερου παραχωρησαι τῳ ἀδελφῳ του γερως : μονομαχησας ἀπεκτεινε τον ἀδελφον
Ἑλληνων τριποδα θειναι : κριθηναι δε Ἀριστοδημον Σπαρτιατην , ὁν παραχωρησαι Χειλωνι . . . . , : Σπαρτιατην δε
9999980 συνειδος
δ ' ὁρων πασχοντας † τους ἀναξιους . } Το συνειδος ἡμων ἐνδον ἐγκεκρυμμενον ἐπι τῳ μετωπῳ την ἀληθειαν φερει
και δικαστην ἐπεστησε τον δικαιοτατον ἁμα και οἰκειοτατον , το συνειδος αὐτο και τον ὀρθον λογον και αὐτον ἑαυτῳ ,
9999980 ἐμπειριας
και κυβερνητης πειρας και της ἀπο της των πραγματων τριβης ἐμπειριας . ὁτι ἀρχη τον ἀνδρα δειξει : εἱς οὑτος
ἀπο των καθολου καταβαινων . οὑτος δε ὁ νους ἀπο ἐμπειριας περιγινομενος ἐν τοις πρεσβυτεροις εὑρισκεται : δια τουτο δει
9999980 μακροτεραν
οὐχ ] ἑωρωνἐτυχον γαρ ὀντες ἐτι πορρω και ˈ [ μακροτεραν ] ὁδον των ἑτερων βαδιζοντες , ˈ [ τους
. ἐτυχεν ὁ Κλεανθης καθημενος και μεντοι και σχολην ἀγων μακροτεραν ἀλλως . οὐκουν μηρμηκες περι τοις ποσιν ἠσαν αὐτῳ
9999980 προσφιλης
και βαθυρριζον και πολυκαλαμον : ὁ δε καρπος κουφοτατος και προσφιλης πασι τοις ζωοις . των δε ἀλλων ὁ βρομος
ἀφισταται , δολιως κολακευων τους ἀκουοντας , ἱνα δοκων αὐτοις προσφιλης πιστευηται . το δε ἀγαν προς το σαινων συναπτε
9999980 ἀπολογιας
γε ἑνεκα , ὡς οὐ φαυλον με ὑποκριτην ἑξων της ἀπολογιας , πειρωμενος δια βραχεων εἰπειν , ὡς ἀν μαλλον
οὐν και παρα το ὡς ὡσδεἈλλα . τουτο μεν δυναται ἀπολογιας ἐχεσθαι , τῃ μεν ἀπο Δωρικου δυναμενον ἐσχηματισθαι του
9999980 παρεπομενα
μη τους ταφους ἀνορυττων : ἐν μεντοι τοις στοχαστικοις ζητημασι παρεπομενα μονον τα τοιαυτα λαμβανομεν , οὐχ ὡς μερος .
χρονικη συνταξις , των λεξεων κατα την συνουσαν παραθεσιν τα παρεπομενα αὑταις ἀναδεξαμενων . . . . : παραθησομαι και
9999980 παραγγελλειν
αὐτης , και του πληθους κατα τας ὁδους συντρεχοντος , παραγγελλειν πασι δεχεσθαι την θεον εὐσεβως . παρειναι γαρ αὐτην
ἐστι γαρ ταυτα οὐσια των παντων . κυαμους δε λεγεται παραγγελλειν μη ἐσθιειν . . : Ἀριστοξενος δ ' ἐν
9999980 ἀκουσαντα
και ] κεραυνωθηναι ἀμφοτερα μνημεια . λεγουσι δε και Σοφοκλεα ἀκουσαντα ὁτι ἐτελευτησεν , αὐτον μεν ἱματιῳ φαιῳ προελθειν ,
, τουτον φυγοντα , και του θεου του ἐν Δελφοις ἀκουσαντα , ὁτι ἀν ἐλθῃ Ἀθηναζε τευξεται των νομων ,
9999980 φιλολογους
” . , . Ζηνων των μαθητων ἐφασκεν τους μεν φιλολογους εἰναι , τους δε λογοφιλους . ̈ . .
. . ] ονηι [ ! ] περι ] των φιλολογους ] ] στου ο συν ] ς ἡμιν ]
9999980 Συριας
, τα δ ' ἐν τῃ Νυσῃ τῃ ὑπερ της Συριας , και προς τοις ἀλλοις ὀρεσιν ὁσα οἱα τ
Φιλων . . . . . Λαοδικεια : πολις της Συριας , ἡ προτερον Λευκη ἀκτη λεγομενη και προ τουτου

Back