μη ἐχουσαις πωματα , ἐξ ἐλατου μεν χαλκου προς το εὐτονα και ἰσχυρα ὑπαρχειν , προποιηθεντα δε κηρινα και χωνευθεντα
καρφινων και ἀλλων τοιουτων , ὁσα και ἐλαφρα ἐστι και εὐτονα . Αὑται και ἀκολουθειν δυνανται παρεσκευασμεναι ὡσπερ ὁπλα ,
9999970 κοσμηθεν
ἠλομεν και ἀλομεν και κατα συγκοπην ἀλεν ὡς το κοσμηθημεν κοσμηθεν , οἱον : οἱ δη τοι εἰς ἀστυ ἀλεν
οἱον ἐκοσμηθημεν , ἐκοσμηθησαν , ὡς το : αὐταρ ἐπει κοσμηθεν και φυλασσει την παραληγουσαν της γενικης των μετοχων :
9999969 ἐλαττονες
πηχων ἑκκαιδεκα , καταργυρος ὠν ὁλος , οἱ δε τρεις ἐλαττονες ὀντες διαλιθοι κατα μεσον ὑπηρχον . Μετα τουτους ἐφεροντο
τῃ κατεψυγμενῃ ζωνῃ . Ἀναπαλιν δε τοις προς μεσημβριαν οἰκουσιν ἐλαττονες ἀει μαλλον και ἐλαττονες αἱ ἡμεραι γινονται . Παρ
9999969 ἀπαρασκευοι
τους φιλους μεγιστ ' ἀν ὠφελησειεν . ἑως οὐν ἐτι ἀπαρασκευοι θαρσουσι και του ὑπαπιεναι πλεον ἠ του μενοντος ,
ἡμιν ἐπιτιθεσθαι : πορρω γαρ οἰκουσιν ἀφ ' ἡμων , ἀπαρασκευοι τ ' εἰσι προς την χωραν . ᾡ γαρ
9999969 παρεσκευαστο
κυριον ʃ εὐθεια των ἐκεινων τι χωριων : αἰνιττεται Ἐπιδαμνον παρεσκευαστο : τα της μαχης πεμπτος αὐτος : ἀντι του
του βωμου ἐκαθητο Μουνιχιασι , σωθηναι : και γαρ πλοια παρεσκευαστο και οἱ ἐγγυηται ἑτοιμοι ἠσαν συναπιεναι . καιτοι εἰ
9999969 κατελειπετο
παραγ - γελλειν τι , οὐδ ' ὡς οὐδεν ἀναρχον κατελειπετο , ἀλλα δωδεκαδαρχοις και ἑξαδαρχοις παντα τα καταλειπομενα διεκοσμειτο
δεκα : ἀφ ' ἑκαστης δε της πεμπαδος εἱς ἡμεροφυλαξ κατελειπετο : και ἑνα μεν ἐτι καθευδοντα ἀπεκτειναν , ἀλλον
9999968 Κασανδρου
τωι ἐγγονωι Ἀλεξανδρωι ἀπηνως παρα του υἱου του Ἀντιπατρου του Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την
και τον χοιρον ἰακχον . τοιουτος ἠν και Ἀλεξαρχος ὁ Κασανδρου του Μακεδονιας βασιλευσαντος ἀδελφος , ὁ την Οὐρανοπολιν κτισας
9999967 χαλεπων
εὐνομιαι ἀγαθα , ἁπερ ἐπικουρηματα τηι ζωηι και παραψυχη των χαλεπων ἐξ αὐτης γιγνεται : τα δ ' ἐκ της
των ἀλλων ζωων . Ἀνηρ γαρ καμνων νουσηματι μητε των χαλεπων τε και ἀφορων , μητ ' αὐ των πανταπασιν
9999967 Καρχηδονος
' ἑκαστον ἐθνος ἰδειν ἐθελοντα ἀπεφερεν ἡ γραφη πολλακις ἀπο Καρχηδονος ἐπι Ἰβηρας και ἐξ Ἰβηρων ἐπι Σικελιαν ἠ Μακεδονιαν
Ἡφαιστου χωραν , την καταντικρυ κειμενην της Φοινικης της τε Καρχηδονος , ἱνα λεγῃ την Λιβυφοινικων χωραν , μητερα δε
9999967 ἐκβληθεισαν
ΔΛ , καθετοι δ ' ἠχθωσαν ἐπι μεν την ΓΖΘ ἐκβληθεισαν ἀπο των Η και Δ ἡ τε ΗΜ και
ἀπο των Δ και Ν σημειων - ἐπι την ΑΘ ἐκβληθεισαν αἱ ΔΦ και ΝΧ . ἐπει τοινυν ἡ ΞΕ
9999967 ἀναλαβουσα
του ποδος το παθος καταμαθουσα οἰκτειρει τον νεοττον , και ἀναλαβουσα συν πολλῃ τῃ φειδοι κατειλει την πληγην , και
πραγμα πεπειραμενῳ . Οὑτω γαρ κατασκευαζεται ψυχης καθαρα διαθεσις , ἀναλαβουσα τα καλλιστα : και προς το παντων κυριωτατον νενευκυια
9999967 πλεοναζουσης
και ἀκολασιαι δειλιαι τε και ἀδικιαι και ὁσαι ἀλλαι ἐκ πλεοναζουσης ὁρμης εἰωθασι φυεσθαι ἀλογοι ἐπιθυμιαι , σκιρτωσαι και ἀπαυχενιζουσαι
τα πολλα ἐκπτυεται . ἀναγκην δε εἰναι λεγει της θερμης πλεοναζουσης διιστασθαι και τας φλεβας και τα ἀρθρα . .
9999967 κατεφιλησεν
Ταυτα εἰπων ἐντιθησι τοις κολποις : ἡ δε ἐγγυς γενομενον κατεφιλησεν , ὡστε ὁ Δαφνις οὐ μετεγνω τολμησας ἀνελθειν εἰς
ἑκυρα ἡ μητηρ του ἀνδρος . ἐκυρσεν ἐπετυχεν . ἐκυσεν κατεφιλησεν τῳ στοματι : ἀφ ' οὑ και ἡμεις το
9999967 Πυθαγορικος
μη μοι βαιων : κακος ἰχθυς . ΒΟΥΓΛΩΣΣΟΣ . ὁ Πυθαγορικος δε δι ' ἐγκρατειαν Ἀρχεστρατος φησιν : εἰτα λαβειν
νυκτι μιῃ . Γεγονασι δε Λυκωνες και ἀλλοι : πρωτος Πυθαγορικος , δευτερος αὐτος οὑτος , τριτος ἐπων ποιητης ,
9999967 ἀλλοτριῳ
τοις δακρυοις , εἰ χοαι τουτο : και ἐπι τῳ ἀλλοτριῳ ταφῳ , εἰ ἀποκηρυκτος ἀλλοτριος ἐστι : και δυνατον
δη μοι φαινονται ψηλαφωντες οἱ πολλοι ὡσπερ ἐν σκοτει , ἀλλοτριῳ ὀνοματι προσχρωμενοι , ὡς αἰτιον αὐτο προσαγορευειν . διο
9999967 συνελθουσης
τῳ κρατυναντι τον θηρα την δοραν δωσειν ἀριστειον ὑπεσχετο , συνελθουσης δε μετα των ἀριστεων και Ἀταλαντης της Σχοινεως ,
Ῥεας Σιλβιας , οὑτω καλουμενης Ἑστιακης παρθενου , τῳ Ἀρεϊ συνελθουσης , ὡς ὁ πολυς κατειχε λογος , ἐκ διδυμου
9999966 παρελθουσα
. κωλυοντων δε αὐτην των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και
τῃ νησῳ των Λαιστρυγονων ἡ Κιρκη ἠν , πασας γυναικας παρελθουσα μαγειαις . προσεσχεν οὐν Ὀδυσσευς ἐν τῃ νησῳ μετα
9999966 καθαρωτερα
το ἀγελαιαν εἰναι : τα γαρ ἐν τοις ὀρεσι διατριβοντα καθαρωτερα και ὑγιεινοτερα των ἀλλων . ἠ ἁγνης της ἀσινους
ζητων ἀντιστροφον ἐνταυθα προβεβληκεναι σκοπων ἀρα ἐστι τις ἑτερας ἀλλη καθαρωτερα ἐπιστημης ἐπιστημη , καθαπερ ἡδονης ἡδονη . Και μαλα
9999966 δακτυλικον
, ἐκ χοριαμβου και ἀναπαιστου : εἰ δε βουλει , δακτυλικον πενθημιμερες . το εʹ ἰαμβικον ἑφθημιμερες του πρωτου και
δακτυλικον πενθημιμερες : το ιδʹ ἀναπαιστικον τριπουν : το ιεʹ δακτυλικον τετραπουν εἰς τρισυλλαβιαν : το ιϚʹ δακτυλικον διπλουν εἰς
9999966 παραγγελμα
μαχην . Θηβαιοι νυκτωρ εἰσπεσειν Ἀθηναζε διενοουντο . Ἰφικρατης μαθων παραγγελμα ἐδωκεν Ἀθηναιοις νυκτωρ ὑποσημηναντος ἐς ἀγοραν ἀθροιζεσθαι : προδιδοται
σημειον ἀμφιγνοουντες παρεπλεον . οἱ δε των Ἀθηναιων κατα το παραγγελμα [ ταις ] ἐπισημοις των νεων ἐφθανον διδοντες διττας
9999966 ἀφαιρετεον
οὐν τας ἀρχας των ἀρρωστιων και τας των φλεγμονων γενεσεις ἀφαιρετεον ἀν εἰη πασαν προσφοραν ῥοφηματων τε και σιτιων :
την διαιρεσιν δακτυλων δυο : μετα δε την ἐνθεσιν μηδεν ἀφαιρετεον του ἐνθεματος , ἀλλ ' ἐατεον ὁσον ἀν ἐχῃ
9999966 παρεκελευσατο
ἐπειθε , τοις Ἑλλησι ἐφρασε κρυφα τα πραττομενα , και παρεκελευσατο φυλαττεσθαι . Οἱ δε , θυσιαν τινα παρασκευασαμενοι και
χωριων και ἐδει κατα ταχος βοηθειν , ἐξορμων ὁ Ἱππαρινος παρεκελευσατο τῳ παιδι , εἰτις ἐντος της αὐλης βιαζοιτο ,
9999965 Καλλιππος
ναυν τους ναυτας . ἐπει δε πληρης ἠν , ἀναβαινει Καλλιππος ὁ Φιλωνος ὁ Αἰξωνευς , και φραζει προς τον
δε ἐστιν ἁπασι . και γαρ οὐδε εἱς ἐστιν ὁ Καλλιππος οὑτος , ἀλλα και των οἰκετων ἑκαστος , πολλοι
9999965 κατασκευαστικα
τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον αὐτον
ἐστι και ἀφανους πραγματος , τα δε του κατηγορου κεφαλαια κατασκευαστικα , οὐκ ἀποδειξεις , οὐκ ἠδυνηθη ταυτα προταγηναι εἰς
9999965 ἀνθρωποειδες
οὑ δηλον , ὁτι τον δυσελπιν οὐκ ἀνθρωπον ἀλλ ' ἀνθρωποειδες ἡγειται θηριον το οἰκειοτατον ἀνθρωπινης ψυχης , ἐλπιδα ,
] ντ ' απερ τεθριππον ? [ . . . ἀνθρωποειδες θηριον ὑδατι συζων δαυλος δ ' ὑπηνη και γενειαδος
9999965 Αἰγυπτιοις
Ζευς παντος του αἰσθητου κοσμου δημιουργος , οὑτος παρ ' Αἰγυπτιοις Ἀμμων καλειται ἀπο του ἀφανους εἰς το ἐμφανες παντα
Ὠριωνος ἐπιτελλει . Ἱππαρχῳ ἐτησιαι ἀρχονται πνειν . κεʹ . Αἰγυπτιοις ζεφυρος ἠ ἀργεστης και καυμα . κϚʹ . ὡρων
9999965 Δημοφων
προτερον ἐξηπιστατο παρα της ἐπιτηθης . Τουτων ἁπαντων ὁ ῥαχιστης Δημοφων . Και σε τῃ νουμηνιᾳ ἀγαλματιοις ἀγαλουμεν ἀει και
μη ὀντων ἁπλων ἀλλ ' ἠ συνθετων , ὡς το Δημοφων Ξενοφων Ἀγλαοφων Κτησιφων Ἱπποκων Δεξικρων , ἠ παρασυνθετων ,
9999965 βουν
παχυτερου γεννητικη , βελτιονος δ ' εἰς εὐχυμιαν ἠ κατα βουν και προβατον . κακοχυμος δε τουτων οὐδεν ἡττον ἐστι
της θεου φερειν τευχη διδοται , τῳ δε δευτερῳ τον βουν ἀγειν , ὁ δε τριτος τας θυηλας ἐπιτιθησιν .
9999965 Μελαμποδος
Ἰφικλοιο : Ἰφικλος Φυλακου παις του Δηιονεως . μητηρ δε Μελαμποδος Δωριππη , ὡς Διευχιδας . φησι δε και την
ὀν το ζωον προς οἰωνισματα , ἠ καθο ἠν ἀπο Μελαμποδος , οὑ ἱστορουσι δυο δρακοντας διαλειξαι τας ἀκοας και
9999965 τετραπλασιοι
, παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι , και τουτο μεχρις ἀει
οἱ ἐπι πλατος εἰεν τριπλασιοι , παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι
9999965 λεπτομερες
δε ἑψομενα , ἐπειδη κατα την ἑψησιν το ἐν αὐτοις λεπτομερες δαπαναται και παχυνεται και δυσπεπτοτερα γινονται . δια τουτο
κατα την οὐσιαν . ὀξος μεν οὐν οὐ μονον ἐστι λεπτομερες , ἀλλα και αὐτης της ἀποκρουστικης δυναμεως οὐ μετριως
9999965 λιθαργυρον
. ξεστ . δʹ . ἑψε το ἐλαιον και την λιθαργυρον και το ὀξος ἑως ἀμολυντου , εἰτα θες χαμαι
, ψιμμυθιου δραχμας κε , ἐλαιου λιτραν ἡμισειαν . Ἑψε λιθαργυρον , ἐλαιον , ἑως συστῃ , εἰτα κηρον ,
9999965 ἠδικουν
Ὠκεανου θυγατρος ἐγενοντο παιδες δυο : οὑτοι τους παριοντας βιαζομενοι ἠδικουν . Ἡ δε μητηρ αὐτοις παρῃνει μηδεν ἀδικον ποιειν
ἐπι τῳ ὁμοιοι τοις λειπομενοις εἰναι ἐκπεμπονται . ὡς δε ἠδικουν σαφες ἐστιν : προκληθεντες γαρ περι Ἐπιδαμνου ἐς κρισιν
9999964 ἐφρουρουν
ἐπι της οἰκιας ἀποκεκρυμμενος λοχος ὑπασπιστων , οἱ συλλαβοντες Νικανορα ἐφρουρουν . Κασσανδρος δε παραχρημα συνηγαγεν ἐκκλησιαν και τοις βουλομενοις
ἐκ του ἰσθμου [ τειχος ] εὐθυς οἱ Ἀθηναιοι ἀποτειχισαντες ἐφρουρουν : το δ ' ἐς την Παλληνην ἀτειχιστον ἠν
9999964 παρεσκευασεν
τοτε ᾑρημενος Λυκορταν μεν και την συν αὐτῳ στρατιαν ἀναχωρησαι παρεσκευασεν ἀπρακτον , τας ἐς την Μεσσηνιαν ἐκ της Ἀρκαδιας
γαρ τυχη , φησι , τουτους ἡμιν παντας τους καιρους παρεσκευασεν : οὐκουν μεθ ' ἡμων εἰσιν οἱ κρειττους .
9999964 φλεγματωδεις
και τους ἀλλους ἁπαντας , ὁσοι τε μελαγχολικοι και ὁσοι φλεγματωδεις εἰσι και σπλαγχνων φλεγμονης ἐκγονοι : και γαρ οὐν
οὐδ ' ἐκφυσαν ἠ πινειν ψυχρον . γινονται δε και φλεγματωδεις ἐμετοι . και ὁσα δια γαστρος ἐκκενουται , ψυχροτερα
9999964 ἀριθμητικης
και ἡ ἐπαγωγικη πιστις ἀπο των μαθηματων , γεωμετριας ἀστρολογιας ἀριθμητικης . ἀλλα τις ἀναγκη τοιαυτην εἰναι ἐπιστημην , ἡτις
ἑξεις αἱ περι αὐτα , ὡς ἐπι γεωμετριας ἐχει και ἀριθμητικης . ἐπει γαρ ἑτερον ἀριθμος και ἑτερον μεγεθος ,
9999964 Φιλιππους
και καλουσιν ἑκατονταφυλλα : πλειστα δε τα τοιαυτα ἐστι περι Φιλιππους : οὑτοι γαρ λαμβανοντες ἐκ του Παγγαιου φυτευουσιν :
της ὀρειου χιλιους και πεντακοσιους σταδιους , μεχρι πολιν ὑπερβαντες Φιλιππους τα στενα Κορπιλων και Σαπαιων , της Ῥασκουπολιδος ὀντα
9999964 καμνοντοϲ
πανυ παχυ μηδε μην λεπτον ὑπαρχον ὑποβεβληϲθω τῃ μαϲχαλῃ του καμνοντοϲ ἠ ἑϲτωτοϲ ἠ καθημενου , ὁπωϲ ἀν και μηκουϲ
ἐνδεικνυται . και τινεϲ των ἰατρων πιϲτευϲαντεϲ τοιϲ ὑπο του καμνοντοϲ λεγομενοιϲ , ὡϲ εἰναι τι ὑπο το βλεφαρον ψαμμιον
9999964 θεραπαιναν
εἰς τα οἰκια παραδιδωσι τῃ Ἀηδονι κατα τα συγκειμενα ὡς θεραπαιναν την ἀδελφην , ἡ δε αὐτην διεφθειρε προς τα
αὐτοπτης ἐγινετο και φησιν , ὁτι γυνη τις ὑπηρχεν ἐχουσα θεραπαιναν , ἡτις εὐπρεπεστατη ἠν , και ἐκ της πορνειας
9999964 ἀξιως
, ἡκον προς αὐτην , ἐρωτησεν , εἰ καλως και ἀξιως της Σπαρτης ὁ υἱος ἐτελευτα : μεγαλυνοντων δ '
προτερον ἐπι την Πελοποννησον ἐλθοντα ἠ τα παρ ' ὑμων ἀξιως προαπαντησαι , και νυν τους Ἀθηναιους οὐχ ἑκας ,
9999964 συνεστηκε
του το συνεχον ἐκλελοιπεναι τυγχανῃ γενομενον , ἐνδοξου προσωπου ἐπιλαμβανομενον συνεστηκε , ἠν δε ἐκ του το αἰτιον , ἀδοξου
. ἐπει γαρ ἐκ των ἐν τῳ τι ἐστι κατηγορουμενων συνεστηκε μονῳ τε ἁρμοζει τῳ πραγματι πρωτως , οὐδεν ἀλλο
9999964 κατειχετο
ἐς δεσποτας τους ἡμετερους . Οἰκος μεν πας Ἁρπαγου κλαυθμῳ κατειχετο : ἐγω δε ἐκπλαγεις ἠια ἐσω . Ὡς δε
ἐθνος αὐθιγενες : τα δε προ τουτων οὐθ ' ὡς κατειχετο προς ἑτερων οὐθ ' ὡς ἐρημος ἠν οὐδεις ἐχει
9999964 βακτηριαν
˘˘˘ – ἀπαλλαγηναι ] . . α ἀζημιος ] ι βακτηριαν ] ι ] προς το “ φενακισας ” φησι
τις ἐγενετο ἀνηρ Ἀθηνησι μεγιστων τιμων λαχων . Δαφνινην φορω βακτηριαν : ἐπι των ὑπο τινων ἐπιβουλευομενων : παροσον ἀλεξιφαρμακον
9999964 πραγματικῃ
καθ ' ὁρον αἰτησεις των δωρεων διαφερουσι των ἐν τῃ πραγματικῃ , καθ ' ὁ ἐν μεν ὁρῳ οὐκ ἀξιον
ἐφαμεν , ἀδηλου πραγματος ἐλεγχος , και μαλιστα ἐν τῃ πραγματικῃ : ἀδηλον γαρ πραγμα ἐστιν , εἰ συμφερει βοηθησαι
9999964 θαυμαζων
ζηλωτης γεγονεναι των Πυθαγορικων : ἀλλα και αὐτου Πυθαγορου μεμνηται θαυμαζων αὐτον ἐν τωι ὁμωνυμωι συγγραμματι . παντα δε δοκειν
ἐθελει εἰναι . , . . βουλομενῳ ὁ δε ἐφη θαυμαζων , ἐθελησεις τι μοι μαντευσασθαι ; πανυ γε ,
9999964 Σαλαμινιος
κοινωνουσι : των γαρ Αἰαντων ὁ μεν ἐστι Τελαμωνος υἱος Σαλαμινιος , ὁς ἐμονομαχησεν Ἑκτορι , ὁ δε ἑτερος Ὀιλεως
ἠ ὁτι ἐν Ἀργει ἐναυπηγηθη , ὡς φησιν Ἡγησανδρος ὁ Σαλαμινιος . πεταυρον δε καλειται ἡ πλατεια σανις . αὑτη
9999964 τελειοτητι
ἐξαιθριασαντες προσεπλεξαν τῳ κηριῳ και θειῳ : και οὑτως ἐκπυρωσαντες τελειοτητι και συμμετροις πυριαις , τουτεστιν λειωσεσιν ἠ ὀπτησεσιν ἀνελομενοι
ἀλογως δ ' ἀν οὐτε ἀπορησειεν οὐτε ἀξιωσειεν : ἐν τελειοτητι μεν γαρ τινι το σπερμοφυειν και των ζωων ὁσων
9999964 περιμηκεα
ἀνηρ . Ὁ δ ' ἀρ ' οὐ τι τρεσας περιμηκεα πετρην αὐτικα οἱ σχεδον ἠλθε μακρον δορυ προσθε τιταινων
' ἀνιοντος ἠελιου φλογερῃσιν ἐρευθεται ἀκτινεσσιν : αὐταρ ὁ ἀντικρυ περιμηκεα τεινετο δειρην ὀξυς ἀυπνοισι προϊδων ὀφις ὀφθαλμοισιν νισσομενους ,
9999964 ἐπηγαγοντο
τε Σικυωνιων τυραννουντα προεστησαντο ἡγεμονα εἰναι και Σολωνα ἐξ Ἀθηνων ἐπηγαγοντο συμβουλευειν : χρωμενοις δε σφισιν ὑπερ νικης ἀνειπεν ἡ
πολλαις γενεαις ὑστερον πιεζομενοι Ἀμπρακιωτας ὁμορους ὀντας τῃ Ἀμφιλοχικῃ ξυνοικους ἐπηγαγοντο , και ἡλληνισθησαν την νυν γλωσσαν τοτε πρωτον ἀπο
9999964 Συρακουσαις
' οὑ τα ἐπιτηδεια ἑξει . Τῳ δε Ἁβροκομῃ ἐν Συρακουσαις ὡς χρονος πολυς ἐγενετο , ἀθυμια ἐμπιπτει και ἀπορια
και ὁσων δεοι παρασκευασωνται ὡς ἐς το ἐαρ ἐπιχειρησοντες ταις Συρακουσαις . Και οἱ μεν ταυτῃ τῃ γνωμῃ ἀπεπλευσαν ἐς
9999964 ἐπληρωσαν
βασιλεως θυμον παντας τους περιτυχοντας ἀνῃρουν και την πολιν νεκρων ἐπληρωσαν . ἐπι πολλας δε ἡμερας του βασιλεως ἀσχοληθεντος περι
ἐπ ' αὐτους ἀναχθεντων τετταρακοντα ναυσιν , οἱ Συρακοσιοι πασας ἐπληρωσαν τας ναυς , και ναυμαχησαντες της τε στρατηγιδος νεως
9999964 χαλεπηνας
κατεσκευαζον : και ὀρος ἐπ ' ὀρει θεντες ἀνῃεσαν : χαλεπηνας δε ἐπι τουτοις ὁ Ζευς ἑνι κεραυνῳ την ἐπιχειρησιν
στηθεων ἐκθρωσκει . ” ἀλυσκαζων ἐκκλινων . ἀλαστησας δεινοπαθησας , χαλεπηνας , στεναξας . ἀλαστα γαρ τα χαλεπα , δια
9999964 κομιζουσι
ἐπειδαν δε ἀνηρ ἐρχηται παρα τον Τροφωνιον , κλιμακα αὐτῳ κομιζουσι στενην και ἐλαφραν . καταβαντι δε ἐστιν ὀπη μεταξυ
οὐν ἐσχηματισται : ἀρριχος λεγεται ὁ κοφινος , ἐν ᾠ κομιζουσι τους βοτρυς , και ἐξ αὐτου ἀρριχω και ἀναρριχω
9999964 Αἰγυπτιου
δε μεθ ' ὑδρομελιτος εἰς νυκτα , κυαμου το μεγεθος Αἰγυπτιου . ὁμοιως και προς τους ἐμπνευματουμενους στομαχους ἠ στροφουμενους
οἰνῳ γλυκει , ἠ κλυζειν αὐτον ἐν τουτοισι : νιτρου Αἰγυπτιου ὁκοσον ἀστραγαλον ὀϊος , τουτο τριψαι λειον , και
9999964 Συρακουσσων
τα κατα την δυναστειαν , μελλοντος δ ' ἐκ των Συρακουσσων ἐξιππευειν προς ἑκουσιον φυγην Ἑλωρις ὁ πρεσβυτατος των φιλων
φιλοσοφοι κατεχουσι . . . . ἀφ ' οὑ Ἱερων Συρακουσσων ἐτυραννευσεν ἐτη ΗΗΓΙΙΙ ἀρχοντος Ἀθηνησι Χαρητος [ / ]
9999964 ἀπολυε
ὁμοιοπτωτα . νυκτος δε ἐπιθεις την ἀναφοραν του σεληνιακου ζῳδιου ἀπολυε ἀπο του κατα γενεσιν Ἡλιου . οἱον ἐπι του
του ζῳδιου , ἐν ᾡ ὁ Ἡλιος τυγχανει , και ἀπολυε ἀπο της κατα γενεσιν Σεληνης , ἑκαστῳ ζῳδιῳ ἀνα
9999964 Ἀριστειδης
της ἀγορας ἰδειν ἀνισχοντα , τουτο δε ἀνα στομα ἐχειν Ἀριστειδης μελετησεται τημερον ἐν τῳ βουλευτηριῳ ὡρας τεταρτης . ταυτα
* : δυσπαραιτητοι ] Παραιτουμαι το συγγνωμην αἰτω , ὡς Ἀριστειδης : παραιτεισθαι μεν οὐκ οἰδα . δυσπαραιτητος δε κριτης
9999964 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999964 θεραπευουσι
, ἱνα μητε φθειρ μητε ἀλλο μυσαρον μηδεν ἐγγινηται σφι θεραπευουσι τους θεους . Ἐσθητα δε φορεουσι οἱ ἱρεες λινεην
κυουσαν βουν , τεκουσαν δε ἀρα αὐτην οἱα δηπου λεχω θεραπευουσι . το δε ἀρτιγενες βρεφος καταθυουσιν ὑποδησαντες κοθορνους .
9999963 δαιμονα
γενεσεως ἐπιφανεστερα ὑπαρξαι νομιζουσι : Νικοτελειᾳ γαρ τῃ μητρι αὐτου δαιμονα ἠ θεον δρακοντι εἰκασμενον συγγενεσθαι λεγουσι . τοιαυτα δε
Εὐρυκλης ἐπι των ἑαυτοις κακα μαντευομενων . Εὐρυκλης γαρ ἐδοκει δαιμονα τινα ἐν τῃ γαστρι ἐχειν , τον ἐγκελευομενον αὐτῳ
9999963 τυραννιδας
πραγματων και του ταυτα ποιειν ἐγενοντο , τοσουτον ὑπερεβαλλοντο ὡστε τυραννιδας ἐν πασαις ταις Ἑλληνισι πολεσι κατεστησαν , ἁς προσειπον
περι πλειονος ποιουμενοι , οἱ δε τιμας , οἱ δε τυραννιδας , οἱ δε ἀκολαστον ἡδονην ; ὀκνω δε ἐγω
9999963 κρατουσης
τυχῃ αὐτην εἰναι θερμοτεραν , ψυχρον ὑδωρ προς λογον της κρατουσης δυσκρασιας ἐπιβαλειν τῃ κεφαλῃ συμμετρως . ἀλλα τουτο γε
. δοξης μεν οὐν ἐπι το ἀριστον λογῳ ἀγουσης και κρατουσης τῳ κρατει σωφροσυνη ὀνομα : ἐπιθυμιας δε ἀλογως ἑλκουσης
9999963 ἀναθημα
σφισιν ἐφασαν οἱ Μαντινεις , και τουδε ἑνεκα τροπαιον ἐποιησαντο ἀναθημα τῳ Ποσειδωνι . πολεμῳ δε και ἀνθρωπων φονοις παρειναι
' ἀνθεντων δημοσιᾳ Σαμιων : τουτο μεν δη τους το ἀναθημα ἀναθεντας μηνυει , το δ ' ἐφεξης ἐς αὐτον
9999963 ἰσχυροτατην
διαπεφωνηται και των ζητουμενων ἐστι πραγματων . οἱον Ἐπικουρος δοκει ἰσχυροτατην τεθεικεναι ἀποδειξιν εἰς το εἰναι κενον τοιαυτην : ”
δε ἀλλως ἐπεχει προσωπου . των δ ' αὐ ἐξεταζομενων ἰσχυροτατην μεν ἐχει δυναμιν τα ὡρισμενα και κυρια , οἱον
9999963 παραφροσυνη
νοσειν με κατα σε κριτην , ἐαν νοσημα ἐστι και παραφροσυνη και μανια το μισειν τους ἐμους ἐχθρους . .
, ἐμετος , και λειποψυχιη γινεται . Ἐπι αἱματος ῥυσει παραφροσυνη ἠ σπασμος , κακον . Ἐπι εἰλεῳ ἐμετος ,
9999963 κρητικου
καταληκτικος ἐξ τριτων ἐπιτριτων δυο – – ˘ – και κρητικου ἠτοι ἀμφιμακρου – ˘ – , και ἐστι χοριαμβικος
αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον καταληκτικον ἐκ διιαμβου , παιωνος πρωτου και κρητικου . το βʹ ὁμοιον τριμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου
9999963 ἀπολογια
ἡ ἀντιληψις , ἡ μεταθεσις της αἰτιας , ἡ πιθανη ἀπολογια : ἐχοντων οὐν ἀμφοτερων τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
παριων ἐς Πελοποννησον τῳ λογῳ . ἡ γαρ ἐμοι προσηκουσα ἀπολογια τις ; οὐκ ἐθυσα οὐ θυω οὐ θιγγανω αἱματος
9999963 ἐνεκαλουν
δε την Ἑλλαδα Λεσβιοι μεν ἀπεστησαν ἀπο των Ἀθηναιων : ἐνεκαλουν γαρ αὐτοις , ὁτι βουλομενων συνοικιζειν πασας τας κατα
. Ῥωμαιοι δ ' ἐς τας Σενονων πολεις ἐπρεσβευον και ἐνεκαλουν , ὁτι ὀντες ἐνσπονδοι μισθοφορουσι κατα Ῥωμαιων . τουσδε
9999963 ἐγραψαμεν
εἰη τον ἱερεα τυχειν . οὑτω πολλας εὐφημιας πυρος ἀγγειοις ἐγραψαμεν . ταυτα γυναικας οἰκουρειν εἰθισμενας προιεναι παρασκευαζει και τας
, ἡμεις μεν , ὠ ἀνδρες δικασται , οὐτε μαρτυριας ἐγραψαμεν περι των ὁμολογουμενων , οὐτε μαρτυρας προσεκαλεσαμεθα , ἀλλ
9999963 ἐκολασθησαν
εἰ μεν γαρ τινες ἠ ἐν διαφερουσι καιροις ἠ ἑτεραις ἐκολασθησαν τιμωριαις , εἰκος ἠν το ἀστατον της τυχης προφασιζεσθαι
ἐλεγον : Αἱ Ἰβυκου γερανοι . εἰτα ἐκ τουτου ἁλοντες ἐκολασθησαν . Αἰθερα νηνεμον ἐρεσσεις : ἐπι των ματην πονουντων
9999963 κατενευσεν
' ἐκφατο μυθον : Εἰ μεν δη Μεμνων τοι ἀριφραδεως κατενευσεν ἡμεων αἰνον ὀλεθρον ἀπωσεμεν , οὐ τι μεγαιρω μιμνειν
, ὠγυγιος τις ἠλιθιοτης . οὐδε γαρ Μωυσῃ τῳ πανσοφῳ κατενευσεν ὁ θεος τουτο γε , καιτοι γε μυριας ποιησαμενῳ
9999963 τετρακισχιλιων
τους ὁρους τους της Καρμανιας και της Περσιδος πλειοσι των τετρακισχιλιων και τετρακοσιων : σχεδον δη τι προς την δια
μετα ταυτα γενομενους εὐδαιμονας , ἐκδεκατευσαι τας οὐσιας οὐσας ταλαντων τετρακισχιλιων . Λευκολλος γαρ ὁ των καθ ' αὑτον Ῥωμαιων
9999962 προστακτικα
, ἐξ ἀμφοιν δε παν διακριθεν εἰς τα συνεχη και προστακτικα των ὁλων σχισθηναι . Πιθανως δε και την νησον
ἐνεστωτος βραχειᾳ θελει παραληγεσθαι . τιθετω : τα εἰς θι προστακτικα τροπῃ του θι εἰς τω το τριτον ποιει .
9999962 λαμπροτατα
οἱ παλαιοι ᾀδοντες και γραφοντες ποιηματα . ἠ τῃ Λητοι λαμπροτατα ὀμματα λεγει . παλιν δε φως ἐγενετο αὐτοις ἀπο
δει τα ἰδια ἐργα δια των ποιηματων και παραδιδοναι ἐπειτα λαμπροτατα . ἀλλως . ἐσοπτρον φησι των καλων ἐργων τον
9999962 Πυθαγορικους
: εἰ αὐταρκειαν ἀσπαζῃ , φιλοσοφε , τι οὐ τους Πυθαγορικους ἐκεινους ζηλοις , περι ὡν φησιν Ἀντιφανης μεν ἐν
το δεχομενον αὐτην οὐκετι προσδιοριζουσιν , ὡσπερ ἐνδεχομενον κατα τους Πυθαγορικους μυθους , οἱς ἐκεινος μεν ἐχρητο πολιτικως , οὑτοι
9999962 ἐουσης
, και καλεονται οἱ τοιουτοι ἠλιθιοι : ἁτε γαρ βραδειης ἐουσης της περιοδου , κατα βραχυ τι προσπιπτουσιν αἱ αἰσθησιες
και νεου ἐοντος και γεροντος , και της ὡρης ψυχρης ἐουσης και θερμης , και τεκμηρια παρεξω , και ἀναγκας
9999962 μελιτι
κενταυριου χυλος συν μελιτι ἐπιχριομενος , ἠ πενταδακτυλου φυλλα συν μελιτι ἐπιτιθεμενα . [ Προς ἀχλυν ὀφθαλμων . ] Κολοκυνθης
κεκομμενου και σεσησμενου ἐμπασσεσθαι μελικρατου κυαθοις ε ἠ ἑξ ἠ μελιτι ἀπεφθῳ ἀναλαμβανειν μετ ' ὀλιγου πεπερεως . της δε
9999962 ἐντυγχανει
δε ἐπι την θηραν του Καλυδωνιου καπρου ἐλθων , Εὐρυτῳ ἐντυγχανει και κτεινει τουτον ἀκων . Παλιν οὐν ὁ Πηλευς
ὑποστρεφῃ , ἐπι τα ὑψηλοτερα του κοσμου ἀνατρεχων ἀει κυκλοις ἐντυγχανει μειζονα του χειμερινου τμηματα ὑπερ γης ἐχουσι : και
9999962 Σκορπιου
τα γαρ λϚʹ ἐτη ἀναφορα Λεοντος , ὁμοιως δε και Σκορπιου , ἐνθα ἐτυχεν Ἀφροδιτη καθυπερτερουμενη ὑπο Κρονου . ἐμελλε
. . . . . . . . . . Σκορπιου κζ # βο νβ δʹ με των ἐν τῳ
9999962 παρηκε
μερος αὐτου προσλαβων την νομοθετικην , τα δε λοιπα παντα παρηκε . πως οὐν ὀρθως ἠ δικαιως ταυτα ὑποκειται κατ
ἡ δε ἐλαττων μερικη ᾐ . ὁτι των ὀκτω τροπων παρηκε τον ἐχοντα την μειζονα καθολου ἀποφατικην την δ '
9999962 ἐσπουδακοτας
συνεπεσεν ἐρις , ὁς ἀναβησεται πρωτος . ἐδοξεν ἀν τις ἐσπουδακοτας ἰδων οὐ προς ἀγωνα και κινδυνον αὐτους ἀναβαινειν ,
Ἀδαμ „ , τους γηϊνους ἁπαντας τροπους οὐρανιον οὐδεν ἀγαθον ἐσπουδακοτας ἰδειν ἠλασεν , ἀοικους και ἀπολιδας και σποραδας ὀντως
9999962 σπουδας
φρονουντων τα των πολλων ἀνθρωπων ἰδων ἐργα και τας ὑπερβαλλουσας σπουδας , αἱς ἠ προς ἀργυρισμον ἠ δοξαν ἠ την
ὡρισμενης ὡρας ἡκουσης . ἰδοις δ ' ἀν και τας σπουδας τας περι τινα μεχρι των ὑπνων ἐπακολουθουσας : ὁ
9999962 Ἡρακλης
τοις ἀπο Διος : Διονυσος μεν γαρ ἐχαιρε Σατυροις , Ἡρακλης δε Κερκωψιν . ἐστιν δ ' ὁτε και διερεθισθεις
και θυμῳ φερομενος τῃ χιονι ἐμπεσων καταδυομενος περιπταιων ἁλισκεται . Ἡρακλης πλευσας ἐπι Τροιαν αὐτος μεν ἀπεβη πεζομαχησων , τοις
9999962 κατεσκευασαν
Ἀπολλον , ἐν τῃ ἐξοχωτατῃ Πυθωνι τον σον οἰκον θαυμαστον κατεσκευασαν . Ἀπολλον , οἱ τεον τε δομον : οἱ
πασαν την δεκατην , εὐωχιας ποιων συνεχεις και πολυδαπανους . κατεσκευασαν δε και Ῥωμαιοι τουτῳ τῳ θεῳ παρα τον Τιβεριν
9999962 πορευομενῳ
συμμαχους ἐπορευετο , και πρεσβεις Φωκεων ἠσαν οἱ παρηκολουθουν αὐτῳ πορευομενῳ , και παρ ' ἡμιν ἠριζον οἱ πολλοι Θηβαιοις
τῃ του νικηφορου οἰκιᾳ , προσυποτιθεται δε ὁτι και ὑπηντησε πορευομενῳ εἰς τον ἀγωνα και της μαντειας ἐφηψατο και αὐτος
9999962 ἀνεμνησθην
ὁτι ὑποσχομενος αὐτῳ δωσειν ὁ Λαομεδων ψευσαιτο . και ἐγω ἀνεμνησθην των ἐπων , ἐν οἱς ταυτα φησιν : ὁς
τι γελᾳς , ὠ Διογενες ; Τι γαρ ἀλλο ἠ ἀνεμνησθην οἱα ἐποιει ἡ Ἑλλας , ἀρτι σε παρειληφοτα την
9999962 Μελισσος
του ι γραφονται : οἱον , κυπαρισσος : ναρκισσος : Μελισσος : Κυρμισσος : Πολισσος : Ἀρχεμισσος ὀνομα ποταμου :
και Ἡρακλειδης ὁ Ποντικος ἀπειρον τον κοσμον . Διογενης και Μελισσος το μεν παν ἀπειρον , τον δε κοσμον πεπερανθαι
9999962 ἐγχειρισαι
Πτολεμαιος , ὁ της Αἰγυπτου σατραπης , ἐπειθε πολλοις χρημασιν ἐγχειρισαι οἱ την Συριαν , προβολην τε οὐσαν Αἰγυπτου και
Ἐραον , Δαναην , Εὐρυμαχον . Φασι δε Πυρρῳ μεν ἐγχειρισαι την βασιλειαν τον πατερα , Μολοσσῳ δε την ἐκ
9999962 ἀναποδιζει
την ἐναλλαγην ἐχων ἐπιτηδευσεται ψευδη και πλαστογραφιας . εἰ δε ἀναποδιζει τις αὐτων , δηλοι και κλοπας . εἰ δε
την Σεληνην , δηλοι κακιαν του ἐτους . ὁτε δε ἀναποδιζει ὁ κυριος τινος των κατα πηξιν τοπων ἠ των
9999962 αἱμορραγιας
πασχοντι μοριῳ τεμνομενων ἀρτηριων , ἀλλα δια το δυσεπισχετον της αἱμορραγιας οὐ τολμωσιν οἱ ἰατροι διαιρειν τας ἀρτηριας , και
τουτο ποιω τεμνων και μετα ταυτα καιων προς ἐποχην της αἱμορραγιας , και ἐστιν ἀκινδυνος ἡ αἱμορραγια αὑτη . Μετα
9999962 συνεβουλευσεν
ἡ εἰρηνη ποιει . οὐ μονος δε περι της εἰρηνης συνεβουλευσεν , ἀλλα και ἀλλοι πολλοι ποιηται . οὐδεν γαρ
Πολυνεικους εἰς το Ἀργος προς τον ἐκεισε βασιλευοντα Ἀδραστον και συνεβουλευσεν αὐτῳ στρατευσαι κατα Θηβαιων . Ἐριννυος κλητηρα ] τον
9999962 χωρουν
νυν ἀγαθων ὀνησιν πασι : ταυτ ' εὐχωμεθα . κοτυλας χωρουν δεκα ἐν Καππαδοκιᾳ κονδυ χρυσουν , Στρουθια , τρις
του ἑκτου του μεδιμνου ἠτοι το ⌈ ἐχον τετταρας ⌈ χωρουν χοινικας . ἠγουν ὁ ὀκτω ἀριθμος : ὁ γαρ
9999962 ἐστρατοπεδευοντο
Ἀσωπου και της κρηνης της Γαργαφιης , ἐπ ' ᾑ ἐστρατοπεδευοντο τοτε , δεκα σταδιους ἀπεχουσα , προ της Πλαταιεων
ὑφορωντες τουτους αὐτοι ἐφ ' ἑαυτων ἐχωρουν ἡγεμονας ἐχοντες . ἐστρατοπεδευοντο δε ἑκαστοτε ἀπεχοντες ἀλληλων παρασαγγην και πλεον : ἐφυλαττοντο
9999962 ἀπουσιᾳ
, ἡ πολις ἐκεινη διαφθειρεται ; και μην σωμα μεν ἀπουσιᾳ ψυχης , ψυχη δε ἀπουσιᾳ λογισμου , λογισμος δε
γης . μεταξυ γαρ ἐστιν Εὐρωπης και Ἀσιας . τῃ ἀπουσιᾳ αὐτων ἐπιμονως πενθουσαι , ὡς δοκειν ἁβρυνεσθαι ἐπι τῳ
9999962 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999962 δουλοσυνην
ἀν προκαμων ἀλλωι καματον μεταδοιης , οὐτ ' ἀν πτωχευων δουλοσυνην τελεοις : οὐδ ' , εἰ γηρας ἱκοιο ,
τουτους ηὐξησατε ῥυματα δοντες , και δια ταυτα κακην ἐσχετε δουλοσυνην . ὑμεων δ ' εἱς μεν ἑκαστος ἀλωπεκος ἰχνεσι
9999962 ἐμποιουσα
φυτον * * * δηξιν και κνησμον ἐν τῳ ἁπτεσθαι ἐμποιουσα , κατα ἀντιφρασιν ἡ ἐχουσα ἀκαλην την ἁφην ,
, πολυκοπιαστοις , πολυκαματοις . Ἀλγινοεσσα : ὀδυνηρα , ἀλγη ἐμποιουσα . κατενηρατο : ἐφονευσεν : ἀναιρω το φονευω .
9999962 γλυκυτητος
εἰ και βραχυ , ἀλλ ' οὐν ἐχειν τι και γλυκυτητος , δηλον γε μην , ὁπερ ἐφην , ὁτι
δυο , μεστη χυλου , δριμεια μετα ποσης στυψεως και γλυκυτητος , ὑπερυθρος : ὁμοιως δε και ὁ χυλος ἐρυθρος
9999962 ἐκρατουν
ὁμως δε ὡς οἱ μεν περι τον Κλεομβροτον το πρωτον ἐκρατουν τῃ μαχῃ σαφει τουτῳ τεκμηριῳ γνοιη τις ἀν :
πολεμου . ᾐσαν ἐς χειρας : συνεπλακησαν . ἐπειχον : ἐκρατουν . οὑτοι δε ἐν τῳ εὐωνυμῳ μαλλον : οἱ
9999962 οὑτινοσουν
ἀποδιδομενον ὁρον ἀνασκευασει : ψευδης γαρ ὁ πας γινεται και οὑτινοσουν ἀναιρεθεντος των ἐν αὐτῳ . οὐ μην προς ὁλον
εὐ φρονουσιν . ἐαν δε τις ἐκβιασθεις ὀμοσῃ περι παντος οὑτινοσουν , ὁ μη νομος | ἀπειρηκε , παντι σθενει

Back