ἐπειδαν δε ἀνηρ ἐρχηται παρα τον Τροφωνιον , κλιμακα αὐτῳ κομιζουσι στενην και ἐλαφραν . καταβαντι δε ἐστιν ὀπη μεταξυ
οὐν ἐσχηματισται : ἀρριχος λεγεται ὁ κοφινος , ἐν ᾠ κομιζουσι τους βοτρυς , και ἐξ αὐτου ἀρριχω και ἀναρριχω
9999980 φλεγματωδεις
και τους ἀλλους ἁπαντας , ὁσοι τε μελαγχολικοι και ὁσοι φλεγματωδεις εἰσι και σπλαγχνων φλεγμονης ἐκγονοι : και γαρ οὐν
οὐδ ' ἐκφυσαν ἠ πινειν ψυχρον . γινονται δε και φλεγματωδεις ἐμετοι . και ὁσα δια γαστρος ἐκκενουται , ψυχροτερα
9999980 Πυθαγορικος
μη μοι βαιων : κακος ἰχθυς . ΒΟΥΓΛΩΣΣΟΣ . ὁ Πυθαγορικος δε δι ' ἐγκρατειαν Ἀρχεστρατος φησιν : εἰτα λαβειν
νυκτι μιῃ . Γεγονασι δε Λυκωνες και ἀλλοι : πρωτος Πυθαγορικος , δευτερος αὐτος οὑτος , τριτος ἐπων ποιητης ,
9999980 Πυθαγορικους
: εἰ αὐταρκειαν ἀσπαζῃ , φιλοσοφε , τι οὐ τους Πυθαγορικους ἐκεινους ζηλοις , περι ὡν φησιν Ἀντιφανης μεν ἐν
το δεχομενον αὐτην οὐκετι προσδιοριζουσιν , ὡσπερ ἐνδεχομενον κατα τους Πυθαγορικους μυθους , οἱς ἐκεινος μεν ἐχρητο πολιτικως , οὑτοι
9999979 ἀπουσιᾳ
, ἡ πολις ἐκεινη διαφθειρεται ; και μην σωμα μεν ἀπουσιᾳ ψυχης , ψυχη δε ἀπουσιᾳ λογισμου , λογισμος δε
γης . μεταξυ γαρ ἐστιν Εὐρωπης και Ἀσιας . τῃ ἀπουσιᾳ αὐτων ἐπιμονως πενθουσαι , ὡς δοκειν ἁβρυνεσθαι ἐπι τῳ
9999978 ἐλαττονες
πηχων ἑκκαιδεκα , καταργυρος ὠν ὁλος , οἱ δε τρεις ἐλαττονες ὀντες διαλιθοι κατα μεσον ὑπηρχον . Μετα τουτους ἐφεροντο
τῃ κατεψυγμενῃ ζωνῃ . Ἀναπαλιν δε τοις προς μεσημβριαν οἰκουσιν ἐλαττονες ἀει μαλλον και ἐλαττονες αἱ ἡμεραι γινονται . Παρ
9999978 Συρακουσαις
' οὑ τα ἐπιτηδεια ἑξει . Τῳ δε Ἁβροκομῃ ἐν Συρακουσαις ὡς χρονος πολυς ἐγενετο , ἀθυμια ἐμπιπτει και ἀπορια
και ὁσων δεοι παρασκευασωνται ὡς ἐς το ἐαρ ἐπιχειρησοντες ταις Συρακουσαις . Και οἱ μεν ταυτῃ τῃ γνωμῃ ἀπεπλευσαν ἐς
9999978 δοκιμαζουσι
της ἀναπνοης γινομενοις . ” Ἐρασιστρατος δε φησιν ὡς “ δοκιμαζουσι τινες τα ὑδατα σταθμῳ ἀνεξεταστως . ἰδου γαρ του
περιεχον τι ποτε των σαρκων , ὡριμους εἰναι προς τρυγητον δοκιμαζουσι τας σταφυλας : εἰ δε ἐκπηδησῃ το γιγαρτον μετα
9999977 κατεστρατοπεδευσαν
ἐκ της ἐν Φεραις τυραννιδος : συστησαμενοι δε δυναμιν ἀξιομαχον κατεστρατοπεδευσαν περι Μαντινειαν . μετα δε ταυτα ἐπι πολιν Ὀρνεας
περι Ἀγαθοκλεα και βραχυ διαχωρισαντες ἀπ ' ἀλληλων την δυναμιν κατεστρατοπεδευσαν . εἰθ ' οἱ μεν Καρχηδονιοι πυθομενοι την τουτων
9999977 σπουδας
φρονουντων τα των πολλων ἀνθρωπων ἰδων ἐργα και τας ὑπερβαλλουσας σπουδας , αἱς ἠ προς ἀργυρισμον ἠ δοξαν ἠ την
ὡρισμενης ὡρας ἡκουσης . ἰδοις δ ' ἀν και τας σπουδας τας περι τινα μεχρι των ὑπνων ἐπακολουθουσας : ὁ
9999977 προστακτικα
, ἐξ ἀμφοιν δε παν διακριθεν εἰς τα συνεχη και προστακτικα των ὁλων σχισθηναι . Πιθανως δε και την νησον
ἐνεστωτος βραχειᾳ θελει παραληγεσθαι . τιθετω : τα εἰς θι προστακτικα τροπῃ του θι εἰς τω το τριτον ποιει .
9999977 ἐχειροτονησεν
ψηφισμα Φιλοκρατης ὁ Ἁγνουσιος , και ὁ δημος ἁπας ὁμογνωμονων ἐχειροτονησεν , ἐξειναι Φιλιππῳ δευρο κηρυκα και πρεσβεις πεμπειν ὑπερ
εἰς Σικελιαν ἐδει τους πρεσβεις ἀγειν , οὑς ὁ δημος ἐχειροτονησεν . ἡ οὐν ἀναγωγη δια ταχεων ἐγιγνετο μοι .
9999977 διανοεισθε
ὀνειδιζειν τινα ὑμιν ὁτι οὐκ ὀρθως ζητε , οὐ καλως διανοεισθε : οὐ γαρ ἐσθ ' αὑτη ἡ ἀπαλλαγη οὐτε
. τι δ ' , εἰ γενοιτο οὑ ἑνεκα πραττειν διανοεισθε , ἰστε ὁτι συνοισει τουτο ὑμιν ; οὐδε τουτο
9999977 παραφροσυνη
νοσειν με κατα σε κριτην , ἐαν νοσημα ἐστι και παραφροσυνη και μανια το μισειν τους ἐμους ἐχθρους . .
, ἐμετος , και λειποψυχιη γινεται . Ἐπι αἱματος ῥυσει παραφροσυνη ἠ σπασμος , κακον . Ἐπι εἰλεῳ ἐμετος ,
9999976 ἑλκουσι
ἠ ἡτταν ἐκ βιας ἐπιθυμιων , αἱ προσελθουσαι ἀγουσι και ἑλκουσι και οὐκετι ἐργα ἐωσιν εἰναι , ἀλλα παθηματα παρ
διογενεις δε τους θεους λεγει ὁτι ἐκ Διος το γενος ἑλκουσι : πατηρ γαρ ἀνδρων τε θεων τε ὁ Ζευς
9999976 ἀπολογια
ἡ ἀντιληψις , ἡ μεταθεσις της αἰτιας , ἡ πιθανη ἀπολογια : ἐχοντων οὐν ἀμφοτερων τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
παριων ἐς Πελοποννησον τῳ λογῳ . ἡ γαρ ἐμοι προσηκουσα ἀπολογια τις ; οὐκ ἐθυσα οὐ θυω οὐ θιγγανω αἱματος
9999975 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999975 Μουσης
. Ἀλλ ' εἰτε νεα των μετρων ἡ θεωρια εἰτε Μουσης εὑρημα παλαιας ἑκατερον ἑξει καλως . ἀρχαια μεν γαρ
ἀνευθε χορδης . Ἀγε , ζωγραφων ἀριστε , λυρικης ἀκουε Μουσης * * * * * * * * *
9999975 χειρονες
πανυ με θραττει , πως ὡς κρειττονες παρακαλουμενοι ἐπιταττονται ὡς χειρονες : ἐγω δε σοι ἐρω την ὁλην περι των
ἐργων οὐ γνωμῃ διαφεροντες ἀλληλων οἱ μεν βελτιονες οἱ δε χειρονες εἰσιν , ἀλλα σαφως ἐπιμελειᾳ . ἁ γαρ και
9999975 ἀλλοτριῳ
τοις δακρυοις , εἰ χοαι τουτο : και ἐπι τῳ ἀλλοτριῳ ταφῳ , εἰ ἀποκηρυκτος ἀλλοτριος ἐστι : και δυνατον
δη μοι φαινονται ψηλαφωντες οἱ πολλοι ὡσπερ ἐν σκοτει , ἀλλοτριῳ ὀνοματι προσχρωμενοι , ὡς αἰτιον αὐτο προσαγορευειν . διο
9999975 ἀπεπλευσαν
των Λιπαραιων την γην : ἐκεινων των νησιωτων δηλονοτι . ἀπεπλευσαν : ἀποπλευσαντες ἐπανηλθον . του δ ' ἐπιγιγνομενου θερους
ἐφθασαν καταφυγειν ἐς τας οἰκειας τριηρεις . οὑτω μεν δη ἀπεπλευσαν ἀπρακτοι ἐκ Μιλητου οἱ Περσαι . Ἀλεξανδρος δε καταλυσαι
9999975 σπουδαστεον
τε και αἰτιας και των ἀρχων ὁ θεος ἐξηγειται , σπουδαστεον ἐν τουτῳ μαλιστα ἐκεινην την ἐπιστημην κτησασθαι , δι
εἰ δε ἐν τουτῳ μαλιστα ἐστιν ἡ ὀντως εὐδαιμονια , σπουδαστεον περι αὐτην , εἰπερ ὀντως βουλομεθα μακαριοι εἰναι .
9999974 ἐμποιουσα
φυτον * * * δηξιν και κνησμον ἐν τῳ ἁπτεσθαι ἐμποιουσα , κατα ἀντιφρασιν ἡ ἐχουσα ἀκαλην την ἁφην ,
, πολυκοπιαστοις , πολυκαματοις . Ἀλγινοεσσα : ὀδυνηρα , ἀλγη ἐμποιουσα . κατενηρατο : ἐφονευσεν : ἀναιρω το φονευω .
9999974 τετραπλασιοι
, παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι , και τουτο μεχρις ἀει
οἱ ἐπι πλατος εἰεν τριπλασιοι , παντως οἱ διαγωνιοι ἐσονται τετραπλασιοι , εἰ δε ἐκεινοι τετραπλασιοι , εὐθυς οὑτοι πενταπλασιοι
9999974 θαυμασθηναι
ἐκαθημεθα δε ἐν τῃ στοᾳ . και ἀποβλεφθηναι ἐπι του θαυμασθηναι Αἰσχινης εἰπεν ὁ Σωκρατικος . γλωττας δε τας των
. ῥηθεντων δε τουτων των ἐπων , οὑτω σφοδρως φασι θαυμασθηναι τους στιχους ὑπο των Ἑλληνων ὡστε χρυσους αὐτους προσαγορευθηναι
9999974 μικρολογιαν
και χρυσον πλειστον . μονοσιτειν τε αὐτους ἀει λεγει δια μικρολογιαν , ἐσθητας τε φορειν πολυτελεστατας „ . ] Ἰβυλλα
ἠ δυσφορουντες ἀπιασιν ἠ διαβαλλοντες το δειπνον ἠ ὑβριν ἠ μικρολογιαν ἐγκαλουντες . πληρεις δε αὐτων ἐμουντων οἱ στενωποι και
9999974 κομισθηναι
, σφισι δε ἀσμενοις ἀντι χρυσου γενεσθαι το σκηπτρον . κομισθηναι δε αὐτο ἐς την Φωκιδα ὑπο Ἠλεκτρας της Ἀγαμεμνονος
ὁσῳ παρα μεν ἐκεινων βουλομενων ἀπολυσαι ἐστι και ἀλλοθεν εὐπορησαντι κομισθηναι , ἐπι δε τοις ἐχθροις γενομενον οὐ δυνατον :
9999974 δακτυλικον
, ἐκ χοριαμβου και ἀναπαιστου : εἰ δε βουλει , δακτυλικον πενθημιμερες . το εʹ ἰαμβικον ἑφθημιμερες του πρωτου και
δακτυλικον πενθημιμερες : το ιδʹ ἀναπαιστικον τριπουν : το ιεʹ δακτυλικον τετραπουν εἰς τρισυλλαβιαν : το ιϚʹ δακτυλικον διπλουν εἰς
9999974 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999974 τελειοτητι
ἐξαιθριασαντες προσεπλεξαν τῳ κηριῳ και θειῳ : και οὑτως ἐκπυρωσαντες τελειοτητι και συμμετροις πυριαις , τουτεστιν λειωσεσιν ἠ ὀπτησεσιν ἀνελομενοι
ἀλογως δ ' ἀν οὐτε ἀπορησειεν οὐτε ἀξιωσειεν : ἐν τελειοτητι μεν γαρ τινι το σπερμοφυειν και των ζωων ὁσων
9999974 ἀπολαβουσα
ἐτι μετεωρος τυγχανουσα , παλιν προσεπιδιισταται και τοτε την ὀφειλομενην ἀπολαβουσα συστολην , ὁμοιως ἐξερεθιζει την ἁφην διπλην ἐν τῃ
συμβολικως τελειοτητος τι οἰκειον μετρον δηλουσιν , ὁ το προσηκον ἀπολαβουσα ἡ ψυχη και την ἑαυτης σχουσα τελειοτητα ἀποκαθισταται .
9999974 παρεκελευσατο
ἐπειθε , τοις Ἑλλησι ἐφρασε κρυφα τα πραττομενα , και παρεκελευσατο φυλαττεσθαι . Οἱ δε , θυσιαν τινα παρασκευασαμενοι και
χωριων και ἐδει κατα ταχος βοηθειν , ἐξορμων ὁ Ἱππαρινος παρεκελευσατο τῳ παιδι , εἰτις ἐντος της αὐλης βιαζοιτο ,
9999974 κοινωνια
: ἑξις καθ ' ἡν το ἐχον ἀγαθον λεγεται : κοινωνια νομων δικαια : διαθεσις , καθ ' ἡν το
μαλλον κοινωνουντα και φιλουντα , ἠ προς ὁν ἡττων ἡ κοινωνια και ἡ φιλια γινεται . πασαι δε κοινωνιαι ,
9999974 Πυθαγορειος
, : ποσωι δε βελτιων Κελσου . . . ὁ Πυθαγορειος Νουμηνιος , ὁστις ἐν τωι πρωτωι Περι τἀγαθου λεγων
ἀν ἐφερε τῃ μεθοδῳ : ἐπει δε Πρωρος μεν ὁ Πυθαγορειος πολλα και σεμνα και θεοπρεπη περι ἑπταδος εἰπων οὐδεμιᾳ
9999974 θεραπευουσι
, ἱνα μητε φθειρ μητε ἀλλο μυσαρον μηδεν ἐγγινηται σφι θεραπευουσι τους θεους . Ἐσθητα δε φορεουσι οἱ ἱρεες λινεην
κυουσαν βουν , τεκουσαν δε ἀρα αὐτην οἱα δηπου λεχω θεραπευουσι . το δε ἀρτιγενες βρεφος καταθυουσιν ὑποδησαντες κοθορνους .
9999974 ἐγχειρισαι
Πτολεμαιος , ὁ της Αἰγυπτου σατραπης , ἐπειθε πολλοις χρημασιν ἐγχειρισαι οἱ την Συριαν , προβολην τε οὐσαν Αἰγυπτου και
Ἐραον , Δαναην , Εὐρυμαχον . Φασι δε Πυρρῳ μεν ἐγχειρισαι την βασιλειαν τον πατερα , Μολοσσῳ δε την ἐκ
9999974 ἀφαιρετεον
οὐν τας ἀρχας των ἀρρωστιων και τας των φλεγμονων γενεσεις ἀφαιρετεον ἀν εἰη πασαν προσφοραν ῥοφηματων τε και σιτιων :
την διαιρεσιν δακτυλων δυο : μετα δε την ἐνθεσιν μηδεν ἀφαιρετεον του ἐνθεματος , ἀλλ ' ἐατεον ὁσον ἀν ἐχῃ
9999974 τεσσαρεσκαιδεκατον
, ἐμετος χολωδων ἠ φλεγματωδων . τουτων προφαινομενων περι το τεσσαρεσκαιδεκατον ἐτος , δει τον ἰατρον τεκμαιρεσθαι ὡς ἐπειγει ἡ
παιδι Κλεοδαμου νικησαντι την οϚʹ Ὀλυμπιαδα . . . Το τεσσαρεσκαιδεκατον εἰδος μονοστροφικον ἐστιν ἐκ ιηʹ κωλων και ιζʹ .
9999974 Πυθαγορειοις
κεχωρισμενος και καθ ' αὑτο ὑπαρχων , ὡς ἐδοκει τοις Πυθαγορειοις τε και Πλατωνι , εἰ μη εἰη το ἑν
, ἐπειδη διαφερουσιν ἀλληλων . ὡστε ἐνταυθα φαινεται ἑπομενος τοις Πυθαγορειοις και τῳ Πλατωνι : κἀκεινοι γαρ φασιν ὁτι ἑτερος
9999974 κρατουσης
τυχῃ αὐτην εἰναι θερμοτεραν , ψυχρον ὑδωρ προς λογον της κρατουσης δυσκρασιας ἐπιβαλειν τῃ κεφαλῃ συμμετρως . ἀλλα τουτο γε
. δοξης μεν οὐν ἐπι το ἀριστον λογῳ ἀγουσης και κρατουσης τῳ κρατει σωφροσυνη ὀνομα : ἐπιθυμιας δε ἀλογως ἑλκουσης
9999974 συνειχετο
τοις ἀδικοις ἐναντιουται . ὁδοιπορος πολλην ὁδον διανυσας ἐπειδη κοπῳ συνειχετο , πεσων παρα τι φρεαρ ἐκοιματο . μελλοντος δε
. οὑτος ὡδε ἐκ Κροτωνος ἀπιγμενος Πολυκρατει ὡμιλησε . πατρι συνειχετο ἐν τηι Κροτωνι ὀργην χαλεπωι . τουτον ἐπειτε οὐκ
9999974 λαμπροτατα
οἱ παλαιοι ᾀδοντες και γραφοντες ποιηματα . ἠ τῃ Λητοι λαμπροτατα ὀμματα λεγει . παλιν δε φως ἐγενετο αὐτοις ἀπο
δει τα ἰδια ἐργα δια των ποιηματων και παραδιδοναι ἐπειτα λαμπροτατα . ἀλλως . ἐσοπτρον φησι των καλων ἐργων τον
9999974 ἐλθουσι
συμφορας της των τριακοντα πονηριας : δηλον γαρ ἁπασι τοις ἐλθουσι Πελοποννησιων ἐγεγενητο , ὁτι οὐ τους πονηροτατους των πολιτων
και των ἐπι δεξια σημαινει : λυεται δε οὐροισιν ἐξαπινης ἐλθουσι , πολλοισιν , ἀθροοισιν . Ἱδρωτες δε , οἱ
9999974 Αἰθιοπιας
παντων ἀποφαινομενος , και ταυτα ἑν εἰδως , οὐδεπωποτε ἐξ Αἰθιοπιας τον ἑτερον ποδα προελθων ; τι βουλει ἀποκρινωμαι αὐτῳ
το ἐθνικον Συεσσινος . Συηνη , πολις μεση Αἰγυπτου και Αἰθιοπιας ἐπι τῳ Νειλῳ , μεθ ' ἡν ὠνομασται Σιρις
9999974 πλεοναζουσης
και ἀκολασιαι δειλιαι τε και ἀδικιαι και ὁσαι ἀλλαι ἐκ πλεοναζουσης ὁρμης εἰωθασι φυεσθαι ἀλογοι ἐπιθυμιαι , σκιρτωσαι και ἀπαυχενιζουσαι
τα πολλα ἐκπτυεται . ἀναγκην δε εἰναι λεγει της θερμης πλεοναζουσης διιστασθαι και τας φλεβας και τα ἀρθρα . .
9999973 συγγενεια
τοις πολεμιοις σχεδον , ἐξ οὑπερ γεγονεν ὁ πολεμος , συγγενεια ἀρχει μια δια τελους , ἡν ποτε κατεστησαν οἱ
γενησεται και νυν πανταχου γινεται : του , ὁση ἡ συγγενεια ἀνθρωπου προς παν το ἀνθρωπειον γενος : οὐ γαρ
9999973 κατενευσεν
' ἐκφατο μυθον : Εἰ μεν δη Μεμνων τοι ἀριφραδεως κατενευσεν ἡμεων αἰνον ὀλεθρον ἀπωσεμεν , οὐ τι μεγαιρω μιμνειν
, ὠγυγιος τις ἠλιθιοτης . οὐδε γαρ Μωυσῃ τῳ πανσοφῳ κατενευσεν ὁ θεος τουτο γε , καιτοι γε μυριας ποιησαμενῳ
9999973 τετρακισχιλιων
τους ὁρους τους της Καρμανιας και της Περσιδος πλειοσι των τετρακισχιλιων και τετρακοσιων : σχεδον δη τι προς την δια
μετα ταυτα γενομενους εὐδαιμονας , ἐκδεκατευσαι τας οὐσιας οὐσας ταλαντων τετρακισχιλιων . Λευκολλος γαρ ὁ των καθ ' αὑτον Ῥωμαιων
9999973 ἀναθημα
σφισιν ἐφασαν οἱ Μαντινεις , και τουδε ἑνεκα τροπαιον ἐποιησαντο ἀναθημα τῳ Ποσειδωνι . πολεμῳ δε και ἀνθρωπων φονοις παρειναι
' ἀνθεντων δημοσιᾳ Σαμιων : τουτο μεν δη τους το ἀναθημα ἀναθεντας μηνυει , το δ ' ἐφεξης ἐς αὐτον
9999973 ἀκαταληκτοι
εἰσιοντων αὐθις των ὑποκριτων . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ξγʹ . ὡν τελευταιος καταιθαλωσεις των νεωτερων τινα .
ἐχομενη της ἀνω ἐκθεσεως . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι μαʹ , ὡν . . . ἀκαταληκτον . ἑξης
9999973 θαυμαζοντα
δε λογων των ἑαυτου . ἐλεγε τε πολλακις και Ἐπικουρον θαυμαζοντα την Πυρρωνος ἀναστροφην συνεχες αὐτου πυνθανεσθαι περι αὐτου διηκουσε
ἐτι νεος τε και εὐηθης ἐστι . Κἀγω γνους αὐτον θαυμαζοντα , Ἀρα οὐκ οἰσθα , ἐφην , ὠ Κλεινια
9999973 παρεσκευαστο
κυριον ʃ εὐθεια των ἐκεινων τι χωριων : αἰνιττεται Ἐπιδαμνον παρεσκευαστο : τα της μαχης πεμπτος αὐτος : ἀντι του
του βωμου ἐκαθητο Μουνιχιασι , σωθηναι : και γαρ πλοια παρεσκευαστο και οἱ ἐγγυηται ἑτοιμοι ἠσαν συναπιεναι . καιτοι εἰ
9999973 ἐμβαλουσα
την ἀνθρωπον ἀκρατως ἠνεμωσθαι . οἰκτον γε μην και δακρυα ἐμβαλουσα παντας , ὡς και τους ἀτεγκτους τε και ἀτεραμονας
και εὐθυς μετα τον ἐγκαθισμον ἡ μαια λελιπασμενον τον δακτυλον ἐμβαλουσα και τον ἐγκειμενον θρομβον πραεως διαλυσασα κομιζεσθω . Χρονιζουσης
9999973 ἀνεχωρησεν
του ἀνακτος λεγει , τουτεστι † της τυφωσεως † , ἀνεχωρησεν ἡ φλοξ : ἠ ἡ φλοξ του ἀνακτος τουτου
και πολλα τετραποδα καταλιπων του καπνου σκοτεινοτεραν την νυκτα ποιουντος ἀνεχωρησεν ἐς τοπον δασυ και συσκιον . ἡμερας δε γενομενης
9999973 κολαζουσι
Ἐρινυες ] : εἰσι δε θεων ὑπηρεται και ἀνθρωπους [ κολαζουσι ] ? ? ? : ὁσαι δε εἰσιν ὁπωσπερ
ἐπληξεν , οὐκ ἐξετασας ἀλλ ' ἀμελησας εἰδεναι , ἠδη κολαζουσι τον τοιουτον ὡς ἐξον αὐτῳ γνωναι ὁς ἠν παρεστως
9999973 ἀφαιρεσις
μοναδων σπ ἰσοι ἀριθμῳ ἑνι . . Διχως γινεται ἡ ἀφαιρεσις κατα τε μοναδα και ἀριθμον . Και γαρ προτερον
του η ὁ β και ὁ δ . Ἡ δε ἀφαιρεσις των λογων ἐκ του ιʹ . λαβοντες τον μεταξυ
9999973 ἀπεδειχθησαν
πολλοι προς την κληρουχιαν Ἑλληνες ἀπηντησαν : τελος δε οἰκητορες ἀπεδειχθησαν εἰς μεν την Συρακοσιαν την * ἀδιαιρετον τετρακισμυριοι ,
γαρ τοις ὑμνοις και φορμιγγες , δι ' οὑς και ἀπεδειχθησαν : ἠ οἱ ἀνασσομενοι ὑπο φορμιγγων ὑμνοι : προτερον
9999973 Κασανδρου
τωι ἐγγονωι Ἀλεξανδρωι ἀπηνως παρα του υἱου του Ἀντιπατρου του Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την
και τον χοιρον ἰακχον . τοιουτος ἠν και Ἀλεξαρχος ὁ Κασανδρου του Μακεδονιας βασιλευσαντος ἀδελφος , ὁ την Οὐρανοπολιν κτισας
9999973 βαρυτεροι
, ὁπου μηδε τοις ἐλαττοσιν , ὁτι , ἐφη , βαρυτεροι ὀντες ἀσθενεστερους τους ἀντιπαλους ἑξομεν και της τουτων χωρας
βλαπτει και βαρυνει . Οἱ δε ποταμιοι και λιμναιοι ἐτι βαρυτεροι τουτεων . Πουλυποδες δε και σηπιαι και τα τοιαυτα
9999973 Ἡρακλης
τοις ἀπο Διος : Διονυσος μεν γαρ ἐχαιρε Σατυροις , Ἡρακλης δε Κερκωψιν . ἐστιν δ ' ὁτε και διερεθισθεις
και θυμῳ φερομενος τῃ χιονι ἐμπεσων καταδυομενος περιπταιων ἁλισκεται . Ἡρακλης πλευσας ἐπι Τροιαν αὐτος μεν ἀπεβη πεζομαχησων , τοις
9999972 καθαρωτερα
το ἀγελαιαν εἰναι : τα γαρ ἐν τοις ὀρεσι διατριβοντα καθαρωτερα και ὑγιεινοτερα των ἀλλων . ἠ ἁγνης της ἀσινους
ζητων ἀντιστροφον ἐνταυθα προβεβληκεναι σκοπων ἀρα ἐστι τις ἑτερας ἀλλη καθαρωτερα ἐπιστημης ἐπιστημη , καθαπερ ἡδονης ἡδονη . Και μαλα
9999972 δακρυοις
τε φερεσβιος ἠδ ' Ἀιδωνευς Νηστις θ ' , ἡ δακρυοις τεγγει κρουνωμα βροτειον . Ζηνα μεν εἰπε τον αἰθερα
τον ὑπνωι παρειμενον ἐασετ ' ἐκλαθεσθαι κακων ; κατα σε δακρυοις στενω , πρεσβυ , και τεκεα και το καλλινικον
9999972 τελευτησασι
, ἱν ' ὡς ἀλλο τι δικαιον τελευταιον ἀποδωμεν τοις τελευτησασι : λαμβανεις δε παραδειγματα τους πολεμιους τους κακουργους πληρουντας
γονεας και παιδευτας , και ὁπως τουτοις και ζωσι και τελευτησασι τον ἁπαντα του βιου κεχρηνται χρονον , οὐ μονον
9999972 ἐβασιλευσεν
τροφου αὐτου υἱοι τεσσαρες ἐπιβουλευσαντες ἀπωλεσαν , ὡν ὁ πρεσβυτερος ἐβασιλευσεν ἐτη δωδεκα . Μεθ ' οὑς Ἀσταρτος ὁ Δελαιασταρτου
ἐσχεν ἀφελομενος Θυμοιτην τον Ὀξυντου : Θυμοιτης γαρ Θησειδων ἐσχατος ἐβασιλευσεν Ἀθηναιων . τα μεν οὐν Κρεσφοντου και των Ἀριστοδημου
9999972 ἐλθουσαν
τῃ δε μητρι την ἀπο των τεκνων ἐπ ' αὐτην ἐλθουσαν διαφθοραν ἀμηχανον φυγειν . Μονη δε των ἀλλων ἑρπετων
εἰωθοτας πελανους ἐπι το πυρ και αὐτικα προς τους βασιλεις ἐλθουσαν εἰπειν . τον μεν οὐν Ταρκυνιον ἀκουσαντα τε και
9999972 κομισθεντα
δενδρα ταυτα τα ἀγλαοκαρπα , ὁτι σοι μη ἐθελοι δευρο κομισθεντα βριθομενων των κλαδων ἐναρμοσθεντα τῃ γῃ ταὐτον ποιειν .
λαβειν . τα μεν οὐν εἰς Ἰταλιαν ὑπ ' Αἰνειου κομισθεντα ἱερα τοις εἰρημενοις ἀνδρασι πειθομενος γραφω των τε μεγαλων
9999972 τελευτησασης
. Ἀθαμας δε ἐκ Νεφελης Ἑλλην και Φρυξον ἐγεννησε . τελευτησασης δε της Νεφελης ἠγαγετο γυναικα Ἰνω , ἡτις Ἑλλῃ
ὡς ἰδιον ἐτρεφε , της Κριθηιδος μετα την κυησιν εὐθεως τελευτησασης . χρονου δε οὐ πολλου διελθοντος και αὐτος ἐτελευτησε
9999972 μυθολογουσι
θεου ταυτης , ἐν ᾡ τοπῳ την γενεσιν αὐτης ὑπαρξαι μυθολογουσι . λεγουσι δε και τους γαμους του τε Διος
χασμα καταγειον προς την ἀρκτον νενευκος , δι ' οὑ μυθολογουσι τον Πλουτωνα μεθ ' ἁρματος ἐπελθοντα ποιησασθαι την ἁρπαγην
9999972 Κορινθιους
ποτε μετα Γλαυκωνος συν ναυσιν εἰκοσι Κερκυραιοις βοηθησων διαφερομενοις προς Κορινθιους . μετα δε ταυτα αἰτιαθεις ἀσεβειν ὡς και αὐτος
αἰσθομενοι τον θρουν τουτον ἐν τῃ Πελοποννησῳ καθεστωτα και τους Κορινθιους διδασκαλους τε γενομενους και αὐτους μελλοντας σπεισεσθαι προς το
9999972 δοκουσης
ὁ παραφραστης της ἐναντιας ἐγενετο δοξης της και τῳ Ἀριστοτελει δοκουσης . τουτοις οὐν τοις δυο , τῳ τε Μαξιμῳ
των ἀπολογουμενων , το ἀξιοπιστον της κατηγοριας ἐκ της παλαι δοκουσης φιλιας προειληφοτες , οὐδε τουτο λογιζομενοι , ὁτι πολλαι
9999972 συνελθουσης
τῳ κρατυναντι τον θηρα την δοραν δωσειν ἀριστειον ὑπεσχετο , συνελθουσης δε μετα των ἀριστεων και Ἀταλαντης της Σχοινεως ,
Ῥεας Σιλβιας , οὑτω καλουμενης Ἑστιακης παρθενου , τῳ Ἀρεϊ συνελθουσης , ὡς ὁ πολυς κατειχε λογος , ἐκ διδυμου
9999972 κρητικου
καταληκτικος ἐξ τριτων ἐπιτριτων δυο – – ˘ – και κρητικου ἠτοι ἀμφιμακρου – ˘ – , και ἐστι χοριαμβικος
αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον καταληκτικον ἐκ διιαμβου , παιωνος πρωτου και κρητικου . το βʹ ὁμοιον τριμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου
9999972 κατελειπετο
παραγ - γελλειν τι , οὐδ ' ὡς οὐδεν ἀναρχον κατελειπετο , ἀλλα δωδεκαδαρχοις και ἑξαδαρχοις παντα τα καταλειπομενα διεκοσμειτο
δεκα : ἀφ ' ἑκαστης δε της πεμπαδος εἱς ἡμεροφυλαξ κατελειπετο : και ἑνα μεν ἐτι καθευδοντα ἀπεκτειναν , ἀλλον
9999972 ἐκπιπτουσι
οὑτως ἐχει , και τοδε : τοισι γαρ βουσι τοτε ἐκπιπτουσι μαλλον οἱ μηροι ἐκ της κοτυλης , ἡνικα ἀν
δε των Ἀθηναιων αἱ μεν μαλιστα ὁρμησασαι τρεις διαφθειρονται και ἐκπιπτουσι προς την πολιν των Χιων , και ἀνδρες οἱ
9999972 πεπονες
, κιναρα , και μαλλον ὁταν σκληροτερα γενηται , σικυοι πεπονες , μηλοπεπονες δ ' ἡττον . κολοκυνθη τουτων μεν
χυμον ψυχροι και ὑγροι ἱκανως τυγχανοντες και δυσπεπτοι . οἱ πεπονες δε ὡς πεπανσιν λαβοντες πολλῳ γ ' ἀμεινους :
9999972 ἐπελθουσα
οὑτω της ἀγορας συνεχως ὁμοιας ἀπολαυεις , και οὐδε νυξ ἐπελθουσα την ἀκμην διακοπτει , ἀλλα πλεον τι παρ '
χειμων ἐπιπεσων ἀμηχανον ἀν ποιησειεν , και γεωργον χαλεπη ὡρα ἐπελθουσα ἀμηχανον ἀν θειη , και ἰατρον ταὐτα ταυτα .
9999972 χαλεπων
εὐνομιαι ἀγαθα , ἁπερ ἐπικουρηματα τηι ζωηι και παραψυχη των χαλεπων ἐξ αὐτης γιγνεται : τα δ ' ἐκ της
των ἀλλων ζωων . Ἀνηρ γαρ καμνων νουσηματι μητε των χαλεπων τε και ἀφορων , μητ ' αὐ των πανταπασιν
9999972 Συρακουσσων
τα κατα την δυναστειαν , μελλοντος δ ' ἐκ των Συρακουσσων ἐξιππευειν προς ἑκουσιον φυγην Ἑλωρις ὁ πρεσβυτατος των φιλων
φιλοσοφοι κατεχουσι . . . . ἀφ ' οὑ Ἱερων Συρακουσσων ἐτυραννευσεν ἐτη ΗΗΓΙΙΙ ἀρχοντος Ἀθηνησι Χαρητος [ / ]
9999972 ἀποτυγχανει
τινων μεν τυγχανει του ὀντος , ἐπι δε των πολλων ἀποτυγχανει . Οὐ μην οἱ γε θεοπεμπτοι καλουμενοι ὀνειροι τουτον
παντα τελειοι , ἡ δε διψυχια μη καταπιστευουσα ἑαυτῃ παντων ἀποτυγχανει των ἐργων αὐτης ὡν πρασσει . βλεπεις οὐν ,
9999972 ἀπανευθεν
ἀμφι δε φορμιγγων ἰαχη πελεν ἱμεροεσσα . Ἀργειοι δ ' ἀπανευθεν ἐθαμβεον εἰσοροωντες αὐλων φορμιγγων τ ' ἰαχην αὐτων τε
μεν ἀρ πολεμοιο τεραατα παντα τετυκτο : εἰρηνης δ ' ἀπανευθεν ἐσαν περικαλλεα ἐργα . Ἀμφι δε μυρια φυλα πολυτλητων
9999972 δριμειαι
. αἱ δε ῥιζαι των λαχανωδων φυτων κακοχυμοι μεν ὁσαι δριμειαι , καθαπερ ἡ των κρομμυων και πρασων και σκοροδων
και προς τας ἐκκρισεις εὐ ἐχουσιν . σαλπαι αἱ πελαγιαι δριμειαι , εὐστομοι , δυσφθαρτοι , δυσδιαχωρητοι , τροφωδεις ,
9999972 Βοιωτιαν
αὑτους πολιτευεσθαι , μετα δε ταυτα δοντες πολιτειαν την χωραν Βοιωτιαν ἐποιησαντο . Τουτων δε πραττομενων Λακεδαιμονιοι και ἀλλα μεν
ταξιαρχον ἐστεφανου και τοις ἀλλοις ἀριστεια ἐδιδου . και την Βοιωτιαν , συνεχως μετατιθεμενην , διηρπαζε και ἐς Θεσσαλιαν ἐλθων
9999972 παρεσκευασεν
τοτε ᾑρημενος Λυκορταν μεν και την συν αὐτῳ στρατιαν ἀναχωρησαι παρεσκευασεν ἀπρακτον , τας ἐς την Μεσσηνιαν ἐκ της Ἀρκαδιας
γαρ τυχη , φησι , τουτους ἡμιν παντας τους καιρους παρεσκευασεν : οὐκουν μεθ ' ἡμων εἰσιν οἱ κρειττους .
9999972 τριπλασιοι
τριαδων και ἑξης ἀκολουθως . ἐκ δε των πλασθεντων διπλασιων τριπλασιοι , πρωτοι παλιν ἐκ πρωτων και συνεχεις ἐκ συνεχων
το βαθος και την ὑποτεινουσαν . ἐκ μεν γαρ διπλασιων τριπλασιοι τε και ἡμιολιοι φυσονται , ἐκ δε τριπλασιων τετραπλασιοι
9999972 ἐπικρατειᾳ
' ὁλα τα ὀντα τῃ της αἰτιας δυναμει και τῃ ἐπικρατειᾳ εὐλογως ἀν ἀποδοιη τις , ἡ δ ' ἐχει
ὀξει ἐν Σικανοις της Σικελιας : ἐν τῃ Καρχηδονιων δε ἐπικρατειᾳ κρηνη ἐστιν ᾑ το ἐφισταμενον ἐλαιῳ ἐστιν ὁμοιον ,
9999972 ἐλλειπουσι
ἰχθυοφαγων τα μεν ἀχρηστα περιγεγραφασι , των δε καθηκοντων οὐδεν ἐλλειπουσι , τῃ θειᾳ προς το ζην ὁδῳ βραβευομενοι παντες
: ἐστι γαρ αἰτησωμεθα , παρακαλεσωμεν . πλεοναζουσι γαρ και ἐλλειπουσι ταις προθεσεσιν Ἀττικοι . ΓΓΘ παραιτησομεθα : το παρα
9999972 ἀμεινονες
διοριζεται λεγων ὁτι Ἐν πολεμῳ , ἀγορῃ δε τ ' ἀμεινονες εἰσι και ἀλλοι . ἐχων οὐν ἐνεχυρον ὁ Ὀδυσσευς
' ἐπισταμενος σαφα εἰπειν : ἡμεις τοι πατερων μεγ ' ἀμεινονες εὐχομεθ ' εἰναι : ἡμεις και Θηβης ἑδος εἱλομεν
9999972 Φιλιπποις
: ὁ δε τοπος κοιλος και ἐφυδρος : ἐν τε Φιλιπποις προτερον μεν μαλλον ἐξεπηγνυντο , νυν δ ' ἐπει
μη ῥᾳδιως ἀν περιλαβειν τετταρας ἀνδρας . ἡ δε ἐν Φιλιπποις ἰτεα περιεκοπη μεν τους ἀκρεμονας , οὐ μην παρεπελεκηθη
9999972 συμπεφυκεν
ἑρμασμα και ἑρμασις το αὐτο δηλοι . ἠγκιστρευται : ἀγκιστροειδως συμπεφυκεν . ἠγκυροβολησε : κατηντησεν . ἡ μεταφορα ἀπο των
μεν ἐστιν φωτος ἀλλα πεπληρωμενος , το δ ' ὀνομαν συμπεφυκεν ἐκ του σχηματος τουτου . Μεθ ' ὡν κεραστης
9999972 ὑπερβαλλουσῃ
ὡστε παν εἰδεναι το στρατοπεδον . τουτου και οἱ ἑταιροι ὑπερβαλλουσῃ τροφῃ ἐχρησαντο . ὡν εἱς ὠν ὁ Ἁγνων χρυσους
κατηγορειτο πορνοβοσκος ὠν ἑταιρας : ἀλλοι δε , ἐπι των ὑπερβαλλουσῃ πονηριᾳ χρωμενων . Ζευς κατειδε χρονιος εἰς τας διφθερας
9999972 Μελαμποδος
Ἰφικλοιο : Ἰφικλος Φυλακου παις του Δηιονεως . μητηρ δε Μελαμποδος Δωριππη , ὡς Διευχιδας . φησι δε και την
ὀν το ζωον προς οἰωνισματα , ἠ καθο ἠν ἀπο Μελαμποδος , οὑ ἱστορουσι δυο δρακοντας διαλειξαι τας ἀκοας και
9999972 θαυμαζειν
και τῃ κινησει διαδεικνυσθαι , ὡστε τῃ ποικιλιᾳ των ἐξω θαυμαζειν τας περι των ἐνδον νοησεις : οἱονει τις ζωγραφος
την των ἁρμονιων ἀκριβειαν . ὁ δε μαλιστα των ἀλλων θαυμαζειν ἀξιον , ῥυθμος οὐδεις των μακρων οἱ φυσιν ἐχουσιν
9999971 κατεσκευασαν
Ἀπολλον , ἐν τῃ ἐξοχωτατῃ Πυθωνι τον σον οἰκον θαυμαστον κατεσκευασαν . Ἀπολλον , οἱ τεον τε δομον : οἱ
πασαν την δεκατην , εὐωχιας ποιων συνεχεις και πολυδαπανους . κατεσκευασαν δε και Ῥωμαιοι τουτῳ τῳ θεῳ παρα τον Τιβεριν
9999971 Παφλαγονιαν
, τρωθεις ἀνεχωρησεν και ἀπεθανε καθ ' ὁδον περι την Παφλαγονιαν . την δε περι Σθενελου ἱστοριαν ἐλαβε παρα Προμαθιδα
εἰς Εὐαρχον ποταμον σταδιοι πʹ : οὑτος ὁ ποταμος ὁριζει Παφλαγονιαν και την ἐχομενην Καππαδοκιαν . Οἱ παλαιοι γαρ την
9999971 κατεψηφισαντο
ὁτι το μεν πρωτον ηὐδοκιμει Περικλης και οὐδεμιαν αἰσχραν δικην κατεψηφισαντο αὐτου Ἀθηναιοι , ἡνικα χειρους ἠσαν : ἐπειδη δε
ὡν δ ' ἐδοξαν καταψηφιζεσθαι δυοιν , οὐδε τουτων ἀδικειν κατεψηφισαντο , ἀλλ ' ὡσπερ παιδες διδασκαλον αὐτοις ἠξιωσαν ὑποχωρησαι
9999971 φοινικων
δε ἑλκωδηϲ ἐῃ , κομμι και ἀμυλον δευθεντα ῥοδων ἠ φοινικων ἀφεψηματι , και πτιϲανηϲ ἠ τραγου χυλοϲ . ἐπι
περι τον τοπον , ὁς τας τε δη βαλανους των φοινικων τας ὀνομαστας και τον ὀπον φερει , λιμνην εἰναι
9999971 κομισαι
δε των συγγραφεων φασι τους μεν υἱους της Μηδειας δωρα κομισαι τηι νυμφηι φαρμακοις κεχριμενα , την δε Γλαυκην δεξαμενην
τε καρπων και πληθους ἀνθρωπων , ἐξ Αἰγυπτου τον Ἐρεχθεα κομισαι δια την συγγενειαν σιτου πληθος εἰς τας Ἀθηνας :
9999971 παρελαμβανετο
. Ἐπι πασι δε τοις κατειλεγμενοις ὁ τουτων συνδετικος συνδεσμος παρελαμβανετο , οὐδεν δυναμενος ἰδιᾳ παραστησαι χωρις της των λεξεων
' ἀν τουτο πιθανον , εἰ παντοτε ἀντι του και παρελαμβανετο ὁ κατα . και φαινεται ὁτι , δι '
9999971 θαυμαζων
ζηλωτης γεγονεναι των Πυθαγορικων : ἀλλα και αὐτου Πυθαγορου μεμνηται θαυμαζων αὐτον ἐν τωι ὁμωνυμωι συγγραμματι . παντα δε δοκειν
ἐθελει εἰναι . , . . βουλομενῳ ὁ δε ἐφη θαυμαζων , ἐθελησεις τι μοι μαντευσασθαι ; πανυ γε ,
9999971 ἱστορικης
; τι δ ' ὀφελος ἠν τοις ἐντυγχανουσιν ἐς ὠφελειαν ἱστορικης χρειας , εἰ κατα ταυτην ἐτεχθη την ἡμεραν ὁ
και ῥωννυναι την ψυχην ὑπ ' ἀναγνωσεως τε και της ἱστορικης ἐμπειριας . Χωρησαντων δε καλως των πραγματων , ὁ
9999971 δριμεις
πηγανον , κυμινον , δαφνιδες , ἀνηθον , ἀσφαλτος . δριμεις δ ' ἁλμη , θαλασσια , γαρος σιλουρου ,
ἀγωνας οὐ τους τυχοντα ὑπομενουσι και καθαιρεσεις . ἀλλως τε δριμεις και εὐσυνετους περι τας πραξεις ἀποτελουσι , ποικιλως τον

Back