μεμψῃ . ” ὁ μυθος δηλοι , ὁτι χρη τον εὐεργετην ἐπιγινωσκειν και τουτῳ χαριτας ἀποδιδοναι . γεωργος χειμωνος ὡραν
, μη τινα πολιν ἐφ ' ἑκατον ἐτων τεκειν ἀνδρα εὐεργετην προς τους φιλους ἐν ταις ἑαυτου φρονησεσι και μεγαλοδωροτερον
9999976 εὐεργετηθεις
ὁτι δι ' ἡδονης αὐτῳ ἐγεννηθησαν , οὑτω και ὁ εὐεργετηθεις ἡττον φιλει τον εὐεργετην , ὁτι ἀπονως και μεθ
φυσικως ἀρα μαλλον φιλει ὁ εὐεργετης τον εὐεργετηθεντα ἠπερ ὁ εὐεργετηθεις τον εὐεργετησαντα . το μεν εὐεργετεισθαι γαρ ὑπερεχεσθαι ἐστι
9999975 παρεκελευοντο
Δεινοκρατης μεν και ὁσοι των Μεσσηνιων ἠσαν δυνατοι χρημασι , παρεκελευοντο ἀποκτειναι Φιλοποιμενα : οἱ δε του δημου περιποιησαι τα
: ἀλλα και καταλειψειν τινες αὐτων την πολιν ἐλεγον και παρεκελευοντο ἀλληλοις μη φιλοχωρειν πολει μηδενος αὐτοις ἀγαθου μεταδιδουσῃ .
9999974 διπλασιοι
δη τοσουτων εἰναι μοναδων τους δυο πρωτους ἀριθμους , οἱπερ διπλασιοι ἐσονται των λοιπων δυο , ὀντων δηλονοτι και αὐτων
μεν γαρ των διπλασιων , παντες μεν οἱ κατα πλατος διπλασιοι , οἱ δε διαγωνιοι τριπλασιοι , οἱ δε ὑποκατω
9999973 εὐεργεσιων
' οὐ θερισαι λεγεται : ὁ γαρ σταχυν ἁδροτερον των εὐεργεσιων και πληρη πεποιηκως ἑτερος ἠν , ὁς εὐτρεπισαμενος και
των φιλων ἀμοιβαις ἀπορια ἐστιν . ἐπει γαρ ἀπο μεγαλων εὐεργεσιων μικραι ὠφελειαι γινονται τοις εὐεργετουμενοις και ἀπο μικρων μεγαλαι
9999973 εὐφοριαν
Ἀνατειλασα τοινυν ἡ Σωθις χρυσοειδης εἰς ἁπαντα γινεται συμφορος : εὐφοριαν γαρ και τα καλλιστα τῃ χωρᾳ μηνυει , τας
μαγοι δυο ταυτα ἐμαντευσαντο , εὐετηριαν την ἐξ ὡρων και εὐφοριαν την παρα τον της ἀρχης αὐτου χρονον και πολλους
9999972 εὐανδριαν
και τολμωσι κινδυνου μετα : οἱ γαρ πονοι τικτουσι την εὐανδριαν , ἡ δ ' εὐλαβεια σκοτον ἐχει καθ '
πασιν ἀγαθοι πλην των ἐν δεσμοις ὀντων και εἱρκτῃ : εὐανδριαν γαρ και εὐπραξιαν σημαινοντες τουτοις μονοις εἰσι πονηροι :
9999971 τετρακοσιων
. περι δε τουτους τους χρονους Ἀθηναιοι την ἐκ των τετρακοσιων ὀλιγαρχιαν κατελυσαν και το συστημα της πολιτειας ἐκ των
πολεμιων ὑπερ τους πεντακοσιους , ἐζωγρησαν δε οὐκ ἐλαττους των τετρακοσιων . ὀλιγαις δ ' ὑστερον ἡμεραις γενομενης μαχης περι
9999971 στρεψας
δε ἐμαθεν αὐτων την ὁρμην , και αὐτος ὑπο - στρεψας το ἐμπαλιν ἐπι τους Τριβαλλους ἠγεν , και καταλαμβανει
των Ἑλληνων και ὁ ὀχλος ἀκμην διεβαινε , Ξενοφων δε στρεψας προς τους Καρδουχους ἀντια τα ὁπλα ἐθετο , και
9999971 εὐεργετου
ὑπερεχειν φιλητον , το εὐεργετειν φιλητον . ὁραται δε του εὐεργετου ὑπεροχη και το εἰναι αὐτου , ᾑ ὑπερεχων και
ἐξειναι ὁσακις ἀν θελῃς ἀποκηρυττειν , και κατα γε του εὐεργετου προσετι την ἐξουσιαν ταυτην συγχωρησωμεν , οὐχ ἁπλως ,
9999971 παρες
προς το εἰρημενον φησιν ὁτι παρες αὐτῳ διαρραγηναι . Γ παρες ] παιζων τουτο φησι . τῳ και πεποιθως ]
Βλεπης Ἐλευσινιοςἐπεστην ὀχλον ἰδων προς τοις προπυλαιοις , και ” παρες μ ' “ εἰπων ὁρω καθημενην παιδ ' εἱς
9999971 τετελευτηκοτων
ὁσιοτητος διττος τροπος : ἠ γαρ περι την ἐκφοραν των τετελευτηκοτων αἱ τιμαι γινονται ἠ περι τα νομιζομενα κατα τα
φυσει . φυλαξαμενος οὐν γυμνοις ὀνομασι καλεσαι γονεις ἐπι παιδων τετελευτηκοτων κληρονομιαν , ὑπερ του μη δοκειν ἀπευκτην ὠφελειαν προσνεμων
9999971 ἀποπροηγμενα
πολλην ἐχοντα ἀξιαν προηγμενα λεγεσθαι , τα δε πολλην ἀπαξιαν ἀποπροηγμενα , Ζηνωνος ταυτας τας ὀνομασιας θεμενου πρωτου τοις πραγμασι
ἐκτος πλουτον , δοξαν , εὐγενειαν και τα ὁμοια . ἀποπροηγμενα δ ' ἐπι μεν των ψυχικων ἀφυϊαν , ἀτεχνιαν
9999971 διδασκαλοι
ἀπο των Κορυβαντων , οἱ και τροφεις και φυλακες και διδασκαλοι του Διος εἰναι μυθολογουνται . τινες δε τους αὐτους
τῳ μη δυνασθαι στρεβλουμενος και φλεγομενος κατατεινηται . ῥητορικης δε διδασκαλοι συζωντες προτερον τοις ἀρχας ἐχουσιν ἀπελαυνονται των θυρων ,
9999971 ψηφισαμενης
βαθος ἀβυσσον και τουτ ' ἐπι πολλας ἡμερας διαμειναι . ψηφισαμενης δε της βουλης οἱ ἐπι των Σιβυλλειων χρησμων ἐπισκεψαμενοι
πολεμους μεχρι του καθ ' ἡμας χρονου διατετελεκε . Ταυτα ψηφισαμενης της βουλης και πρεσβευτας ἑτερους ἑλομενης δεκα ἀνδρας ἐκ
9999970 Τιμοκρατης
Την δ ' οἰκιαν την ἐν Μελιτῃ παρεχετωσαν Ἀμυνομαχος και Τιμοκρατης ἐνοικειν Ἑρμαρχῳ και τοις μετ ' αὐτου φιλοσοφουσιν ,
γραφεσθαι . εἰ μεν οὐν μη πασιν ἠν ἐνοχος τουτοις Τιμοκρατης , και παρα παντα ταυτ ' εἰσενηνοχει τον νομον
9999970 ἐνεργουσαν
το εἰναι τα ἐμβρυα , μηδεμιαν ἀλλην δυναμιν ἠ ταυτην ἐνεργουσαν ἐν αὐτοις κεκτημενα , ἐφ ' ὁσον εἰσιν ὡς
! ! ] ἀπολαμβανειν [ ? ] κινησιν [ ] ἐνεργουσαν ἐν τηι κειμ ? [ ! ! ! !
9999970 χολωδεις
, ὁτι χολωδεες ; και τινες φασιν ὁτι ναι : χολωδεις γαρ εἰσιν , ὡς δηλοι το κουφον και μετεωρον
' οὐρα διεξερχονται ταχεως οὐτε συναπαγουσιν ἑαυτοις οὐτε συνεκκενουσι τους χολωδεις χυμους . ἑν οὐν αὐτοις μονον ἀγαθον ὑπαρχει το
9999970 προετρεψατο
† εὐξησε [ φιλοσοφιαν ] και κατελυσε [ ] : προετρεψατο ? [ ] μεγ γαρ ἀπειρους [ ] ?
: ἐπειτα πολλους και των ἀλλων των ἐπι Θρᾳκης κατοικουντων προετρεψατο κοινωνειν [ μετα ] της των Λακεδαιμονιων συμμαχιας .
9999970 παραφροσυνην
ἀνακεκλισθαι τους ἀνθρωπους ἐν τῳ ὑγιαινειν : δηλοι γαρ ἠ παραφροσυνην ἠ μεγιστην ὀδυνην των περι την γαστερα χωριων ,
και σφυγμος ἐνειη ἐν τῳ ὑποχονδριῳ , θορυβον σημαινει ἠ παραφροσυνην [ . . ] : τινα των ἀντιγραφων “
9999970 εὐωδεις
γνωμης ἁπτεται μαλλον του μελανος και αὐστηρου , και οἱ εὐωδεις κεφαλαλγεις : ὁ ὑδατωδης γουν οὐτε κεφαλης οὐτε νευρων
, αἱμα γεννᾳ , και μετα ταυτην ἰντυβοι . οἱ εὐωδεις οἰνοι εὐχυμοι : των εὐχυμοτατων δ ' ἐστι Φαλερινος
9999970 ἀγανακτουντας
πλουσιοις των τε κινδυνων και των ἀναλωματων , ὡς εἰδεν ἀγανακτουντας αὐτους , δι ' ἑτερου τροπου την τ '
αὐτο και ἐπι των ῥυθμων γινομενον ἐθεασαμην , ἁμα παντας ἀγανακτουντας και δυσαρεστουμενους , ὁτε τις ἠ κρουσιν ἠ κινησιν
9999970 ἐναντιωτατα
Ἰασονα και τους συν αὐτῳ . ἀντικρυ : φανερωτατα και ἐναντιωτατα . διειρομενοισι : διερευνωσιν ἠ λεγουσιν . ὁ γαρ
πασαι προς την πολιν ἀγειν λεγονται μιαν οὐσαν ἐς τα ἐναντιωτατα τελευτωσαι . Ἐνθα δη μοι και ἡ πασα ἀπορια
9999970 μεσουρανουσης
ὁταν ἡ διαστασις των μοιρων της τε ὡροσκοπουσης και της μεσουρανουσης ἐλαττων ᾐ των Ϙ μοιρων , ἡ διαστασις της
” . ταυτης γαρ „ ὑψι μαλα „ φερομενης και μεσουρανουσης , οὐχ ὁ Τοξοτης ἀνατελλει , ἀλλ ' ὁ
9999970 σφενδονητας
, Δημοσθενης δ ' ἐκ των περι την Ἀκαρνανιαν χωριων σφενδονητας τε και ἀκοντιστας ξυναγειρων . Οἱ δ ' ἐκ
δημου των Περσων δεκα μεν πελταστας προσελεσθαι , δεκα δε σφενδονητας , δεκα δε τοξοτας : και οὑτως ἐγενοντο μυριοι
9999970 ἀνανδρως
ψεγουσι , και ἐθελησωσιν ἀνδρικως πολυν χρονον ὑπομειναι και μη ἀνανδρως φευγειν , τοτε ἀτοπως τελευτωντες οὐκ ἀρεσκουσιν αὐτοι αὑτοις
ποτε διανοηθειην ἀδικειν , ἐπιλιπειν τἀδικειν , και εἰπερ ζην ἀνανδρως , ἐπιλιπειν το ἀκολασταινειν , και εἰ θρασεως μεντοι
9999970 τετελευτηκοσιν
μεχρι γονατων διηκει . ἐγχυτριστριαι : αἱ τας χοας τοις τετελευτηκοσιν ἐπιφερουσαι : Πλατων Μινωι ἠ Περι νομου . ἐλεγον
] . ὁ δε Ἀχερων ἀπο των γινομενων ἐπι τοις τετελευτηκοσιν ἀχων παρηχθη [ και ἡ Ἀχερουσια λιμνη ] .
9999969 χαλεπωτερον
, προς Ἱμεραιους καταψευσομαι σου , κἀν ἐτι παραστῃ . χαλεπωτερον δε σοι οἰμαι και τουθ ' , ὁπερ προπεμπειν
, ἀλλα χαλεπωτερον γε ἐκεινου και ποικιλωτερον : πως δε χαλεπωτερον και ποσαχως συμβαινει και πως προς αὐτο ἐνστατεον ,
9999969 τεταμενα
τε ξυνεχουσι τενοντες Ἀγκωνος : ἡ διπλη ὁτι παντα τα τεταμενα νευρα τενοντας Ὁμηρος λεγει . . . . αὐταρ
αὐτοις της ἐπιφανειας ὁλης : τα μεντοι κατα της γαστρος τεταμενα ἀγγεια πελιουνται . Πολλη δε δυσελπιστια ἐστιν , εἰ
9999969 βορειοτερα
μια δε διακεκαυμενη . των δε εὐκρατων ἡ μεν ἐστι βορειοτερα , ἡ δε νοτιωτερα . και ἐστιν ἡ βορειοτερα
Τουτο δε γενοιτ ' ἀν , εἰ γραφοιτο τα τε βορειοτερα προτερα των νοτιωτερων και τα δυσμικωτερα των ἀπηλιωτικωτερων ,
9999969 τεταρταιοι
οἱσι μεν ἀν ὁ πονος ἀρξηται τῃ πρωτῃ ἡμερᾳ , τεταρταιοι μαλιστα πιεζουνται και πεμπταιοι , ἐς δε την ἑβδομην
και παλιν δυο ἀμφημερινοι και τρεις ἀμφημερινοι : και δυο τεταρταιοι και τρεις τεταρταιοι : ἑτερογενεις δε , οἱ ἀπο
9999968 βορειοτεροι
ἐν τῃ κεφαλῃ τοινυν του Κριου τριων οἱ δυο οἱ βορειοτεροι και ὁ ἐν τῳ νοτιῳ γονατι του Περσεως λαμπρος
Νωρικι ' ἀστε ' ἐρεμνα , Παννονιοι Μυσοι τε , βορειοτεροι Θρηϊκων , αὐτοι τε Θρηϊκες , ἀπειρονα γαιαν ἐχοντες
9999968 ὑγραινουσι
ἀγριοι ἀμεινους . ὀρτυγες και κορυδαλοι κακιστοι : και γαρ ὑγραινουσι τε και οὐ πεττονται . των δε τιθα -
και καππαρεως . δει οὐν μη παντοτε τοις ἐμψυχουσι και ὑγραινουσι κεχρησθαι , ἀλλα διορισαντας ἀκριβως και διεγνωκοτας οὑτω κεχρησθαι
9999968 κονις
πυρσον τον φανοτατον της ἐμης δοξης ἀπεσβεσε ; τις κατεχει κονις τας ἱερας ἐκεινας κομας , ἁς Διονυσῳ μετα την
. οὐδ ' εἰ μοι τοσα δοιη ὁσα ψαμαθος τε κονις τε : ἡ διπλη προς την διαφοραν της ψαμαθου
9999968 ἰσοσυλλαβον
γαρ ἠν ἐκ του ἐδω βαρυτονου , ἐτυς ὠφειλεν εἰναι ἰσοσυλλαβον τῳ ἐδω , ὡσπερ γραφω γραπτυς , πρασσω πρακτυς
προϋπηρξεν αὐτῳ ὀνομα , οὑ το τελος εἰς Ω τραπεν ἰσοσυλλαβον ῥημα ἀπετελεσε . και βαρυνεται μεν ταυτα : βαζω
9999968 ἑκουσιοι
φλαυροι , ἐπην διαφυγωσιν . , . Δου . οἱ ἑκουσιοι πονοι την των ἀκουσιων ὑπομονην ἐλαφροτερην παρασκευαζουσι . του
ποιησαι ἀπ ' ἀρχης αὐτων μεχρι τελους : και εἰσιν ἑκουσιοι κυριως : ἡ δε ἑξις οὐ γινωσκεται παντελως .
9999968 μονοσυλλαβων
των ἀκναπτων ἱματιων κροκυδα . οὑτως Φιλοξενος ἐν τῳ Περι μονοσυλλαβων ῥηματων . . , : ναμα : παρα το
, χωρητικος ὠν των ἐγγραφομενων . Φιλοξενος ἐν τῳ Περι μονοσυλλαβων ῥηματων . . . . . . χαρτης ,
9999968 λευκοτερα
ἐπι βουβωσιν οὐ πυῤῥοτερα τα οὐρα ἐστιν , ἀλλα μαλλον λευκοτερα . Προσεστι δε τοις μεν δια λυπην δριμυτης μαλλον
κρομμυον και σκιλλα και οἰνος , εἰς ὁσον ἀν ᾐ λευκοτερα , ἡττον ἐστι θερμα : τα δ ' ὑποξανθα
9999968 ἀποτομης
ὀνοματων , ἡς τα ὀνοματα συμμετρα τε ἐστι τοις της ἀποτομης ὀνομασι και ἐν τῳ αὐτῳ λογῳ , ἡ το
: το ΗΖ ἀρα περιεχεται ὑπο ῥητης της ΖΕ και ἀποτομης τεταρτης της ΖΘ . ἐαν δε χωριον περιεχηται ὑπο
9999968 μνησθεις
της μαχης Ἀντιοχος ὁ φιλοσοφος ἐν τηι Περι θεων γραφηι μνησθεις οὐ φησιν ἀλλην ἐφεωρακεναι τοιαυτην τον ἡλιον . Στραβων
και μιτρην : ἡ διπλη , ὁτι παλιν του ζωματος μνησθεις τον θωρακα παραλελοιπεν . . . . ἐνθ '
9999968 ἐκρινοντο
, ὡς Δημοσθενης . . ἐπι Παλλαδιῳ ] ἐπι τουτῳ ἐκρινοντο οἱ ἀκουσιοι φονοι . οἱ δε ἐν τουτῳ τῳ
τεσσαρες μεν ἐχειροτονουντο δι ' εὐγενειαν ἀρρηφοροι , δυο δε ἐκρινοντο , αἱ της ὑφης του πεπλου ἠρχον και των
9999968 κρατουσι
ὑπο ἡγεμονι Ὑλλῳ τῳ Ἡρακλεους Ἀχαιοι περι ἰσθμον τον Κορινθιων κρατουσι μαχῃ , και Ἐχεμος ἀποκτιννυσιν Ὑλλον μονομαχησαντα οἱ κατα
' εὐρυνωτοι φωτες ἀσφαλεστατοι , ἀλλ ' οἱ φρονουντες εὐ κρατουσι πανταχου . Μεγας δε πλευρα βους ὑπο σμικρας ὁμως
9999968 βλεφαροις
προκαλυπτομενα βοτρυωδεος ἁβρα παρηιδος οὐδ ' ὑπο παρθενιας τον ὑπο βλεφαροις φοινικ ' , ἐρυθημα προσωπου , αἰδομενα φερομαι βακχα
και μελικηριδες και πωρια μικρα προς τῃ ἐπιφανειᾳ ἐν τοις βλεφαροις γινεται : δει οὐν του βλεφαρου διατεινομενου ταινιδιον περιχαρασσειν
9999968 Μενανδρον
των χρηματων αὐθις ἐταχθη Ἁρπαλος . ἐς Λυδιαν δε σατραπην Μενανδρον ἐκπεμπει των ἑταιρων : ἐπι δε τοις ξενοις ,
πολλοι μη εἰρησθαι , λεγοντες μη δειν εἰς χρησιν δεχεσθαι Μενανδρον . Εὑρισκομεν δε ὁμως αὐτο και παρα Δημοσθενει κειμενον
9999968 ἀντιστραφεισης
. εἰ δε ἀποφατικη και ἡ μειζων ᾐ , παλιν ἀντιστραφεισης της ἐλαττονος εἰς την καταφατικην το συμπερασμα ἑξουσιν ,
το δεινον λελυσθαι του παροτρυναντος την πρωτην αἰσθησιν φασκει , ἀντιστραφεισης αὐθις της χολης προς τα κατω . Των γε
9999968 βιβλιων
δοκει , οἱς ἀρεσκεται μονοις χρησθω , τα λοιπα των βιβλιων μη ἐξαιρων , θεον ἐποπτην και φυλακα παντων νομιζων
φερον εἰς σοφιστας ἐμβαλῃ πειρωμενον ταπεινα τα μεγαλα ποιειν . βιβλιων μεν οὐν ὡν φῃς εἰναι χειρω μεν την λεξιν
9999968 εὐποριαν
δια τιμην , ἠ φιλαρχιαν , ἠ κερδος , ἠ εὐποριαν . Καταλυεσθαι δε τας πολιτειας δια δυο αἰτιας ,
χηρᾳ διαβολην . Ὁ μεγας ἀγαθα σημαινει μεγιστα : δουλῳ εὐποριαν , παρθενῳ γαμον , χηρᾳ ὠφελειαν . Ὀνυχες ἀριστερου
9999968 λεχθησομενα
παραθεμενος ἑαυτῳ δελτον , εἰς ἡν νυκτος ἐμελλε γραψειν τα λεχθησομενα ἐν τῳ δημῳ , νεκρος ἀνευ τραυματος εὑρεθη ,
γαρ μετ ' ὀλιγον εἰ ληρος εἰναι σοι δοξει τα λεχθησομενα . και πρωτον γε ἐκεινο πανυ ἠγνοηκεναι μοι δοκεις
9999968 λογισμοις
, ἐκστασιν ἡμιν ἐνεποιει και φρικην . Πλην ὁτι τοις λογισμοις θατερου τουτων παλαιοντες , οὑτω τας ἐφεξης ἡμερας διετελουμεν
. και ταυτα μεν περι τουτων . τοις δε ὀρθοις λογισμοις ἐξ ἀναγκης ἑπεται και περι των δοκουντων ἀτακτως κατα
9999968 παραγενοιτο
, ὡς δει θεοσεβειαν ἀσκειν . αὑτη δε οὐκ ἀν παραγενοιτο , εἰ μη τις ἀφομοιωσειε τῳ θεραπευομενῳ το θεραπευον
ἐκαιε , και την ἐντελη πολιτειαν ἐλεγεν ἀποδωσειν , εἰ παραγενοιτο ἐκ Παρθυαιων Ἀντωνιος : πειθεσθαι γαρ κἀκεινον ἐθελειν ἀποθεσθαι
9999968 γιγνωσκοντες
μη λογῳ ἐργῳ τε ἱκανοι φυλακες εἰεν , ἀρετης περι γιγνωσκοντες ἱκανως , θαυμαστον τι ταυτην την πολιν ἀφυλακτον οὐσαν
' ἀκολουθει τις νεμεσις τῳ τολμηματι . ἁ και Λακεδαιμονιοι γιγνωσκοντες οὐδεν οὑτως ὡς τας δια πολλου στρατειας φυλαττονται .
9999968 ὑγραν
μητηρ Ἐλευσινος . οἱ δε περι τελετας και μυστηρια την ὑγραν οὐσιαν Δαιραν ὀνομαζουσιν . δαπητες : ἐπιβολαια ἠ στρωματα
την δε ὀσφυν ἐχετω ὑγρανγνοιη δ ' ἀν τις την ὑγραν , εἰ μη ἐν ἀμφοιν τοιν σκελοιν σταιη ,
9999968 Ἰσοκρατην
της ἁρμονιας , ποιητων μεν προχειρισαμενος Σαπφω , ῥητορων δε Ἰσοκρατην . ἀρξομαι δε ἀπο της μελοποιου . Ποικιλοθρον '
μη περι ταυτα διατριβων ἀναγκασθω παραλιπειν τι των περιλειπομενων , Ἰσοκρατην μεν και τον χαρακτηρα της ἀγωγης ἐκεινης ἐασω ,
9999968 ἀγανακτουντων
των κατα την ἀγοραν των μεν οἰκτειροντων , των δε ἀγανακτουντων , των δε ὁμοσε τοις δεδρακοσι χωρειν ἐσπουδακοτων .
τας τουτων οὐσιας ἀφῃρειτο . ἐφ ' οἱς δυσχεραινοντων και ἀγανακτουντων , την παρα παντων ὀργην ἐπαναιρουμενος ταχυ τοις ὑποτεταγμενοις
9999968 τεταγμενα
πασιν Ἑβραιοις ὁμου , ἐπειτα βασιλει τα ὑπ ' ἐμου τεταγμενα , ὁπως συ λαον τον ἐμον ἐξαγοις χθονος .
τοινυν τοις ἀλλοις ἐγωγ ' ὁρω πασιν ἀνθρωποις διωρισμενα και τεταγμενα πως τα τοιαυτα . ἀδικει τις ἑκων : ὀργην
9999968 ὠμοτερα
και τηϲ καλουμενηϲ καρου . ὠκιμον κακοχυμοτατον , γογγυλιϲ ἡ ὠμοτερα , κραμβη βολβοι μη καλωϲ ἑψηθεντεϲ , κρομμυα δε
ϲταφυλαι ὀξειαι και αὐϲτηραι φοινικεϲ παντεϲ κερατια ὠκιμον γογγυλιϲ ἡ ὠμοτερα οἱ βολβοι ὠμοτεροι ϲταφυλινοϲ δαυκοϲ καρω και παϲαι αἱ
9999968 θεραπευσεις
, περιβαλλων ἡμιν ἱερωτερον τειχος . Πολιν , οὐκ ἀνδρα θεραπευσεις , βουλην δε νοσουσαν και κινδυνευουσαν ἀποκλεισθηναι , μελλεις
εἰ δακνωδες ἁμα και γλισχρον εἰη το ἐπιῤῥεον , ἀριστα θεραπευσεις . Περι διαγνωσεως του εἰναι το ἐνοχλουν αἰτιον ψυχρον
9999968 ἀνελπιστως
ἁμα και χαιρει . Κινδυνευει . Τι δ ' ὁταν ἀνελπιστως ἐχῃ κενουμενος τευξεσθαι πληρωσεως ; ἀρ ' οὐ τοτε
της ὡρας συγκλειουσης παντες μεν ἀπεγινωσκον , ὁ δε Φιντιας ἀνελπιστως ἐπι της ἐσχατης του χρονου ῥοπης δρομαιος ἠλθε ,
9999967 ὀλιγαρχικον
αὐτης ἐστι δημοκρατικον , ἀλλο δε ἀριστοκρατικον , τριτον δε ὀλιγαρχικον , τεταρτον βασιλικον , πεμπτον τυραννικον . δημοκρατικον μεν
ποιμενα λαων : ἐμφανισκειν γαρ βοσκηματα τους ἀλλους ὀντας , ὀλιγαρχικον ὀντα . τοις κυαμοις πολεμειν ὡς ἀρχηγοις γεγονοσι του
9999967 συμπλεκομενα
ὁμονοητικην κοινωνιαν συμπλεκοντα και προς αὐτην ἐν μετροις τοις προσηκουσι συμπλεκομενα . Τοιαυτα δη οὐν νοεισθω των πρωτων θειων γενων
αὐτῳ τινα τε και ὁποσα και πως ἐχει προς ἀλληλα συμπλεκομενα τε και διαιρουμενα δεδηλωται . ἐκ δε τουτων φανερον
9999967 παρεχῃ
και τον τυφον καταπαυσει , κἀν ποταμος χρυσου ναματα σοι παρεχῃ . οὐ θρυον , οὐ μαλαχην ἀνεμος ποτε ,
τους πελας οἱα δη συγγενης , ἀλλ ' ἱνα γελωτα παρεχῃ τοις μειρακιοις λεγων τ ' ἀνοητα πολλα και πραττων
9999967 παραστησω
τῃ [ παρουσῃ ] ? [ ] [ - ] παραστησω [ - ] . της ἀγαθης τοινυν ἐλπιδος [
λημματων μονον : οὐθετερον δε τουτων ἐστιν ἀποδειξις , ὡς παραστησω : οὐκ ἀρα ἐστιν εἰδικη ἀποδειξις . το μεν
9999967 ἐλευθεριαν
. δουλους δε ἐλευθερους ποιει : ἡλιον γαρ και την ἐλευθεριαν καλουσιν ἀνθρωποι . τοις δε λοιποις εἰς ἐπικτησιν ὠφελιμος
μεγαλην ἡγεμονιαν κατεργασεσθαι , ἐαν ἡγησωνται τοις Ἑλλησι προς την ἐλευθεριαν και το σωθηναι . Λακεδαιμονιους δε , ὡσπερ οἱ
9999967 γονην
τα ἀλλα και ὁτι ἡ γυνη κατακοιμηθεισα μαλλον κατεχει την γονην . ἐπει δ ' ἐξ ἀφροδισιων ἀραιοτερον τε και
, και οὐ θελει ψαυεσθαι , οὐδ ' ἑλκουσι την γονην , και ὀδυνη ἰσχει την νειαιρην γαστερα και τας
9999967 Εὐκρατης
πολεμον οὐδεις παρεστι . φυλαττων Εὐκρατην : Στρατηγος Ἀθηναιων ὁ Εὐκρατης , κωμῳδειται δε ὡς δωροδοκος και προδοτης και ξενος
διεξιοντες . Καιτοι , ὠ Τυχιαδη , ἀξιοπιστος τις ὁ Εὐκρατης ἐστιν , και οὐδεις ἀν οὐδε πιστευσειεν ὡς ἐκεινος
9999967 ὀλιγωριαν
δε και οὐκ εὐσαρκοι , ἐπιτηδειοι γε μην και φερειν ὀλιγωριαν δεσποτου εἰσιν . οὐτε γουν αὐτοις κομιδην προσφερουσιν οἱ
Ἀρχιππος ἀνεχωρησεν εἰς Ταραντα , ὁ δε Λυσις μισησας την ὀλιγωριαν ἀπηρεν εἰς την Ἑλλαδα και ἐν Ἀχαϊαι διετριβε τηι
9999967 παραπλῳ
τους πολλους ἐξαιφνης ἱδρυσηται . Τουτο δε πραξειν ἐμελλεν ἐν παραπλῳ κατα την εἰς Αἰγυπτον ἀποδημιαν . ἀλεκτος γαρ τις
τε Ἰταλιας και Σικελιας καλως ἐφαινετο αὐτοις ἡ νησος ἐν παραπλῳ κεισθαι . Τοιαυτῃ μεν γνωμῃ οἱ Ἀθηναιοι τους Κερκυραιους
9999967 θελουσαν
ἐρωτευομενας νεανισκος ξενοδοχησας προς τους παιδας αὐτου ἐφη : Την θελουσαν κερασατε και την θελουσαν ἀφροδισιασατε . κἀκειναι εἰπον :
γαμων γενεσθαι . ὁ δε μη λογοισι πειθων τοτε μη θελουσαν ἀγχει : μετα γαρ νεων ὁ Βακχος μεθυων ἀτακτα
9999967 καταφρονητικως
το χαλεπως ἐχειν προς ἀτιμιαν , ἐκ τουτων δε το καταφρονητικως ἐχειν της τυχης . οὑτοι μεν οὐν των ἀτομων
δε της ἑαυτων εὐγενειας ὑπομνησθεντες και φραξαμενοι δυνατωτερᾳ χειρι μαλα καταφρονητικως ᾐεσαν ὡς αὐτοβοει περιεσομενοι και συμπλακεντες τους μεν εὐθυς
9999967 ἀπιστως
. οὑτω χρη παντα τινα μητε ἐπιδρομον την γνωμην μητε ἀπιστως ἐχειν ἐς τα σπανιωτερα , ἐπει τοι και ἐγω
και διακινδυνευειν πολιορκουμενους τους την κορυφην κατεχοντας των Ῥωμαιων : ἀπιστως δε τους Καρχηδονιους ἀντεχειν , των τε πολεμιων πανταχοθεν
9999967 μετωνομασεν
: ὁς ἀκμασας εἰς τιμην του συγκυρηματος τον ποταμον Τιγριν μετωνομασεν , καθως ἱστορει Ἀριστωνυμος ἐν γʹ * * .
δε ὡς οὐδε Πρωτευς ἐτι καλεισθαι ἀξιοι , ἀλλα Φοινικα μετωνομασεν ἑαυτον , ὁτι και φοινιξ , το Ἰνδικον ὀρνεον
9999967 τριακοσιοις
των βασιλεων : δεκα που σχεδον ἠ και πλειονων ἐν τριακοσιοις ἐτεσιν ἑξης γενομενων , ἀναθεσιν εἰκονων ἠ ἀνδριαντων ἐν
. , ἐν δε τοις ἀπεχουσι της Μασσαλιας ἑξακισχιλιοις και τριακοσιοις πολυ μαλλον τουτο συμβαινειν : ἐν δε ταις χειμεριναις
9999967 εὐφωνιαν
περιοδον , λυμαινεται γουν την τε συμμετριαν αὐτης και την εὐφωνιαν . νυν μεν γαρ δυσι περιλαμβανομενη κωλοις συμμετρος ἐστι
ἐτυχεν . Ἀμφοτεραις μεντοι ἐπακολουθει το ν ἀποβαλλειν δι ' εὐφωνιαν , ἀλλα σφι δοσαν , ἐτι γαρ σφισι κυδος
9999967 νενομισμενα
ὑποτοπησαντες εἰρησθαι νυνι συμβολικως αἰσθησιν τε και νουν , τα νενομισμενα καθ ' ἡμας αὐτους εἰναι κριτηρια , τοπον δε
των πλουσιων , ἱνα και χορηγωσι και φιλοτιμωνται ταυτι τα νενομισμενα δαπανηματα , δει δε και κολακων ἀνδρων , ἱνα
9999967 παρεχουσης
. [ το δε δραμα την ἐπιγραφην ἐσχεν ἀπο της παρεχουσης την ὑποθεσιν Ἀντιγονης . ] Κειται δε ἡ μυθοποιια
Ζακυνθῳ λιμνης φησιν Εὐδοξον ἱστορειν ὁτι ἀναφερεται πισσα , καιτοι παρεχουσης αὐτης ἰχθυς . Ὁ τι δ ' ἀν ἐμβαλῃς
9999967 λελεγμενα
πεμψω σον κασιγνητον ταχυ , ᾡ παντα λεξεις τἀξ ἐμου λελεγμενα , και αὐτος λαλησει βασιλεως ἐναντιον , συ μεν
τοι των αἰτιων , πιστωσαιτ ' ἀν τις μαλλον τα λελεγμενα . Και ὁ μεν περι της διαγνωσεως οὐρων λογος
9999967 θριαμβον
ἀλλος : και τουτον μεν ἡττηθησαν οἱ Λατινοι , και θριαμβον ἐσχεν ἡ νικη . Τοις ὑπατοις δε ὡς ὑπερ
Μιθριδατην νενικηκως ὡς ἐπι πολλαις ἁμα βασιλειαις ἁς καθηρηκει τον θριαμβον ἀγων . Ἀλλα τα μεν Μακεδονων οὐκετ ' ἐκινειτο
9999967 τρια
πρεμνων . Χρη δε κοπριζειν τας ἐλαιας παρα δυο ἠ τρια ἐτη . δει δε τον φυτευοντα ἐλαιαν παντι τροπῳ
ἑνος τον τρια προς ἑνα τριπλασιον , καταλειπεται δυο προς τρια ὑποημιολιος . Ὁτε οἱ τρεις ὁροι οὐκ εἰσιν ἐν
9999967 δυσι
∠ ʹ και δʹ ἐγγιστα , περιδρομαις δε του ἀστερος δυσι και μοιρᾳ α και διμοιρῳ και εἰκοστῳ , ἐπειδηπερ
των ἐν τῃ κεφαλῃ . Ἀνατελλει δε ὁ Ἀετος ἐν δυσι πεμπτημοριοις της ὡρας . Του δε Δελφινος ἀνατελλοντος συνανατελλει
9999967 εὐπραγιας
παντας τους Μακεδονας ὑπερφρονειν ἐδοξε , τας [ τε ] εὐπραγιας αὐτωι φθονου ἐπαξιας ἐποιει . ἐπι δε τωι φθονωι
εἰρηνης . ἐω λεγειν τας των βασιλεων μεγαλας και ὑπερογκους εὐπραγιας , οἱς ἀγωνισμα πρωτον εὐθυς ἁμα τῃ παραληψει της
9999967 σπουδαιους
ἐπειπερ ὀνοματων οἰκειων ἠμοιρησεν , ἐασωμεν τους περι τα τοιαυτα σπουδαιους ταις ἐπινοιαις μανθανειν . Των οὐν ἐπι σηψει αἱματος
κατανοειν . κατασκοπους ἐπιλεκτεον σταθερους , ὀξεις , πιστους , σπουδαιους , δοξης μαλλον ἠ χρηματων ἐρωντας : οὑτοι μεν
9999967 παραφροσυνης
. πεμφιγωδεις οὐν φασι , τους ἁπτομενους την ψυχην μετα παραφροσυνης . πεμφιγας δε λεγει τας φλυκταινας τας ἀπο παχυτερου
χειλος το κατω σειεται . Ταυτα δε ἐν ἀρχῃσιν ἐπιφαινομενα παραφροσυνης δηλωτικα ἐστι σφοδρης , και ὡς ἐπιτοπολυ ἀποθνησκουσιν :
9999967 παραδειγματικως
ὡς ἀδικουντες παρωξυναν , την συνηθη πολιτειαν ζητησαντες ; εἰτα παραδειγματικως τουτο εἰπε : δια τουτο προς Δαρειον ἡμεις παρεταξαμεθα
Πολιτειᾳ γραμμης εἰκονας μεν εἰναι των νοητων , προεσταναι δε παραδειγματικως των αἰσθητων : ἐν δε Φαιδωνι της ἀναμνησεως ἡμιν
9999967 ἐμπλησθηναι
εἰναι και το περιστενεται ἀντι του περιτεινεται , δια το ἐμπλησθηναι του αἱματος . . ” . . , .
Ἑλληνας ἁπαντων ὡς εἰπειν ἀνθρωπων , ὡστε την μεν θαλατταν ἐμπλησθηναι τριηρων , την δε γην πεζων , εἰναι δε
9999967 συμπρεσβεις
τα γε δη καταγελαστα παντελως , ἐφ ' οἱς οἱ συμπρεσβεις ἐνεκαλυψαντο , ὡς ἐξενισε τους πρεσβεις τους Φιλιππου ,
. Ὁτι δ ' ἀληθη λεγω , καλει μοι τους συμπρεσβεις και την μαρτυριαν αὐτων λεγε . Ἐπειδη τοινυν ,
9999967 παρεστησατο
ἀλλ ' ἑωρα την των Σικελιωτων ὁρμην ἀκατασχετον οὐσαν , παρεστησατο κηρυκας τους μετα βοης δηλωσοντας τοις Μοτυαιοις φυγειν εἰς
ἀριστως ἐξεθετο , και πρωτα μεν την εἰς Α καταληξιν παρεστησατο δι ' ἑνος κανονος του βηματος , ἐπειδη και
9999967 προστιθεισα
, ἱερα , ταφους , ἐλευθεριαν , ὑπαρξιν , οὐδαμου προστιθεισα πολιν την Καρχηδονα , παρακρυπτουσα δε την ταυτης ἀναιρεσιν
χρωματι διαπρεπη . αἰδως δ ' ἐπερρυθμιζεν ἠπιωτατον ἐρυθημα λαμπρῳ προστιθεισα χρωματι : κομαι δε κηροχρωτος ὡς ἀγαλματος αὐτοισι βοστρυχοισιν
9999967 ὑγροτερα
δι ' ἀτονιαν του ἡπατος ἐκκρινοντες δι ' ἑδρας αἱματωδη ὑγροτερα , ὡς ἀποπλυματα κρεων νεοσφαγων , οὑστινας οἱ ἰδιωται
, κινδυνος ἠ πυρετον ἠ διαῤῥοιην ἐπιλαβειν . Ὁσα δε ὑγροτερα ἐστι των διαχωρηματων ἠ ὡστε ἐκτυπουσθαι ἐν τῃ διεξοδῳ
9999967 Σικελιωται
οἱ πολεμιοι σκηνας ἐπι τας ναυς ἐφευγον . οἱ δε Σικελιωται διωκοντες παρα ταις ναυσι τους πλειστους διεφθειραν . Σελινουντιοι
δη λογους εἰπεν . Οὐτε πολεως ὠν ἐλαχιστης , ὠ Σικελιωται , τους λογους ποιησομαι οὐτε πονουμενης μαλιστα τῳ πολεμῳ
9999967 γνωσεως
, οὑτω και της νοερας και ψυχικης εἰναι τινα κοινοτητα γνωσεως οὐσιωδους , οὐ συννοων ὁτι ἡ ψυχικη ἀπο της
. εἰ δε συνεπιμεριζει τουτῳ ὁ Ζευς , δηλοι προσθηκην γνωσεως και παιδευσεως δι ' ὡν ὠφεληθησεται και ἐπικτησεται ὠφελειας
9999967 λευκην
* νομαιου : τοις ἑλεσι χαιροντος * ἀργεννην : την λευκην δια την χιονα λευκην * βησσαν : την γην
ἱερειων τα μηρια ἐπι λευκης καυσαι ξυλων : την δε λευκην ὁ Ἡρακλης πεφυκυιαν παρα τον Ἀχεροντα εὑρε τον ἐν
9999967 μαχην
μεν δη δυναμις αὑτη ἀμφοτερων : διηγησομαι δε και την μαχην , και πως ἐγενετο οἱα οὐκ ἀλλη των γ
τοις πενησι διετελει πολιτευομενος , τῃ πρωτῃ νυκτι μετα την μαχην ἀνασπασαντες τας σκηνας ἀνευ παραγγελματος ἀπεδρα - σαν ἐκ
9999967 Ἀριστειδου
” των δε το πραγμα φανερως παραιτησαμενων , και τα Ἀριστειδου μετα πολλης σκεψεως και πονου , προενεγκοντων δε ὁμως
, το δε οἰκειον συνιστας : παραδειγμα του μηδετεροις βοηθειν Ἀριστειδου ὁ πεμπτος των Λευκτρικων . ἰστεον , ὡς ἐν
9999967 ἐπαγγελιας
, κυριε μου Ἁβρααμ , ὁτι και καρπον κοιλιας ἐξ ἐπαγγελιας ἡμιν ἐδωρησαντο τον Ἰσαακ ; ἐκ γαρ των τριων
ὁ τεχνικος περι των λογικων διαλαμβανων στασεων εἰκοτως κατα τας ἐπαγγελιας ἐπι τας νομικας μεταβεβηκε , και ζητησειε δ '
9999966 εὑρεθεις
ἐντυχοντα αὐτῳ . ἀλγυνει ] τον τυγχανοντα . ἀλγυνει ] εὑρεθεις τινι ἀλγυνει ἐκεινον . ἀλγυνει ] λυπει . θ
ἰδιοις χρημασιν ὠνησαμενον οὑτω πονηρον τελος . ὁ μεν οὐν εὑρεθεις ἐρημος τε και ὑπο παντων καταλειφθεις , αἰσχρως ὀλοφυρομενος
9999966 πιτυων
δια το πολλας ἐχειν πιτυς : οἱ γαρ τοποι των πιτυων φθιραι προσαγορευονται . οἱ δε ὁτι τα των πιτυων
ἀφηκεν ἀν τα δενδρα ἀνω φερεσθαι : ἐνταυθα ἑκατερα των πιτυων τον δεθεντα ἐφ ' αὑτην εἱλκε , και του
9999966 παρεθηκεν
θεων ὀπιν ᾐδεσατ ' οὐδε τραπεζαν , την ἡν οἱ παρεθηκεν : ἐπειτα δε πεφνε και αὐτον . καιτοι θεος
Πολυδωρον τον υἱον Πριαμου : αὐτωι γαρ ὁ βασιλευς Πριαμος παρεθηκεν μικρον ὀντα μετα των χρηματων , ἱνα αὐτος περισωθηι
9999966 φυσαν
γαρ αὐτοις διποδια καλως . τους αὐλους , ἀπο του φυσαν . . ὁρμαον : Ἀρχεται τῃ ἰδιᾳ διαλεκτῳ τους
. . ὁρμαον : Ἀρχεται τῃ ἰδιᾳ διαλεκτῳ τους αὐλους φυσαν ὁ Λακων . ὁ δε νους : ὁρμησον ,
9999966 δυσχεραινουσι
ταὐτον τοις πολλοις , οἱ δια τους νοθους του πραγματος δυσχεραινουσι και τους γνησιους . ἀλλ ' οὐχ ὑμεις ,
, ἡδεως ἀν πυθοιμην παρ ' αὐτων , ἐπι τῳ δυσχεραινουσι των ἀξιουμενων και τι μελλουσιν ὑμας πειθειν : ποτερα
9999966 συλλογισμον
ταυτα του πατρος , ὁ ἐστι του κατηγορου , τον συλλογισμον ἐπαγοντος , και ὡς μηδεν διαφερουσι λεγοντος , οὐ
εὑρισκεται το προς τι ἀπο του ἰσου , σιωπωμεν τον συλλογισμον , εἰ μη ἀρα δυναμεθα αὐτον μεθοδῳ τινι εἰσαγαγειν
9999966 Τερπανδρον
υἱον Μαρσυαν , εἰτ ' Ὀλυμπον : ἐζηλωκεναι δε τον Τερπανδρον Ὁμηρου μεν τα ἐπη , Ὀρφεως δε τα μελη
προ Τερπανδρου τιθεις Λεσχην τον Λεσβιον Ἀρχιλοχου νεωτερον φερει τον Τερπανδρον , διημιλλησθαι δε τον Λεσχην Ἀρκτινῳ και νενικηκεναι .

Back