εἰποντος του Ἐτεοκλεους , λεγ ' ἀλλον ἀλλαις ἐν πυλαις εἰληχοτα , φησιν ὁ ἀγγελος , και δη λεξω τον
λʹ ὡν τελευταιος : λεγ ' ἀλλον ἀλλαις ἐν πυλαις εἰληχοτα . ἐπι τῳ τελει ἑκαστης περιοδου παραγραφος . τουτῳ
9999968 εἰληχεν
ἀγροικικοι , οἱ δε θαλαττιοι , οἱ δε ἠπειρωτικοι : εἰληχεν δε ἀλλος ἀλλην ἑστιαν σωματος , ὁ μεν Σωκρατην
την δικην τον κυριον διωκειν ἐμε . νυν δ ' εἰληχεν μεν ἐμοι , κατηγορει δ ' ἐκεινου . ταυτα
9999965 ἐπελθουσα
οὑτω της ἀγορας συνεχως ὁμοιας ἀπολαυεις , και οὐδε νυξ ἐπελθουσα την ἀκμην διακοπτει , ἀλλα πλεον τι παρ '
χειμων ἐπιπεσων ἀμηχανον ἀν ποιησειεν , και γεωργον χαλεπη ὡρα ἐπελθουσα ἀμηχανον ἀν θειη , και ἰατρον ταὐτα ταυτα .
9999964 ἐξαιρετου
προθετικους ἐκαλουν συνδεσμους τας προθεσεις , ἀμεινον ἡγησαμενοι ἀπο της ἐξαιρετου συν - ταξεως την ὀνομασιαν θεσθαι ἠπερ ἀπο της
ἑκαστα και πραπιδων πλουτον και τα ἐοικοτα ἐμφαντικα μαλιστα της ἐξαιρετου και ἀκριβεστερας παρα τους ἀλλους διοργανωσεως ἠν ἐν τε
9999963 κατασκευαστικα
τοιαυτα . ΠΡΟΒΟΛΗ ΟΡΟΥ . Γνωστεον , ὁτι του ἀνθορισμου κατασκευαστικα και τα ἑξης τυγχανει κεφαλαια : και τον αὐτον
ἐστι και ἀφανους πραγματος , τα δε του κατηγορου κεφαλαια κατασκευαστικα , οὐκ ἀποδειξεις , οὐκ ἠδυνηθη ταυτα προταγηναι εἰς
9999963 ἀπολογια
ἡ ἀντιληψις , ἡ μεταθεσις της αἰτιας , ἡ πιθανη ἀπολογια : ἐχοντων οὐν ἀμφοτερων τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι
παριων ἐς Πελοποννησον τῳ λογῳ . ἡ γαρ ἐμοι προσηκουσα ἀπολογια τις ; οὐκ ἐθυσα οὐ θυω οὐ θιγγανω αἱματος
9999963 κρυσταλλος
το χρυσιον και τα ἐλεφαντινα σκευη και τα ἠλεκτρινα και κρυσταλλος και θυον και ἐβενος και ὁ των γυναικων κοσμος
λευκην : εἰ δ ' οὐκ ἐχεν ἐνδον ἐθειρας , κρυσταλλος κεν ἐην : ὁ δε χρυσολιθῳ δεμας ἀντην εἰκελος
9999963 πτεροισι
και πολεις ἐλθειν , ἀλλα κατ ' αἰθερ ' αἰει πτεροισι φορεισθω . εἰ δε θεοις ἠν ξυνεσις και σοφια
' ἀν Ϛ λαβραζων κα περκνος ζ αἰχμητης θ χαρων πτεροισι κβ χερσον κη αἰετος η διαγραφων λ ῥαιβῳ λβ
9999962 νευματι
οὐ προσηκουσης τοσαυτην θεμενον προνοιαν , ὑποταττει σου Παλαιστινην τῳ νευματι : συ δε περιχαρως ἐδεξω το γερας οὐ προς
δε στησαι , ἠ τῃ τουβᾳ ἠ τῃ φωνῃ ἠ νευματι της χειρος , και ἱστανται : δια δε τουτο
9999962 συγγενεια
τοις πολεμιοις σχεδον , ἐξ οὑπερ γεγονεν ὁ πολεμος , συγγενεια ἀρχει μια δια τελους , ἡν ποτε κατεστησαν οἱ
γενησεται και νυν πανταχου γινεται : του , ὁση ἡ συγγενεια ἀνθρωπου προς παν το ἀνθρωπειον γενος : οὐ γαρ
9999962 ἐμποιουσα
φυτον * * * δηξιν και κνησμον ἐν τῳ ἁπτεσθαι ἐμποιουσα , κατα ἀντιφρασιν ἡ ἐχουσα ἀκαλην την ἁφην ,
, πολυκοπιαστοις , πολυκαματοις . Ἀλγινοεσσα : ὀδυνηρα , ἀλγη ἐμποιουσα . κατενηρατο : ἐφονευσεν : ἀναιρω το φονευω .
9999962 ἑλκουσαν
μετα . και την μεν ἀν προσειδες εὐθηλον ποριν μυκωμενην ἑλκουσαν ἐν χεροιν διχα , ἀλλαι δε δαμαλας διεφορουν σπαραγμασιν
μεγιστος οὐ φοβειται τους ψοφους : Και νους ἐχεφρων πασαν ἑλκουσαν βιαν . Ἀκων μεν , ὡς Ζευς οἰδεν :
9999962 δεινῳ
τοις ἑτεροις ἠ κατορθωσαντες πλειον ἑξειν ἠ σφαλεντες ἐν μηδενι δεινῳ ἐσεσθαι δια το συγγενες , καθ ' ὡν δ
την συγκρουσιν των φωνηεντων γραμματων , οὐ μαλα ἐπιτηδεια ἐστι δεινῳ λογῳ : πολλα γαρ [ τα ] ἐκ της
9999961 παρεθετο
δειξαι τι ἐστι το λεγειν λογους ἀριθμων τα ἐνταυθα εἰναι παρεθετο την συμφωνιαν : και γαρ ἡ συμφωνια οὐκ ἀριθμος
Κυθνος γεγονεν , ἐστι δε ὀνομα κυριον . ταυτα μεν παρεθετο , ὁ τε Ὠριγενης και Ὠριων πατρωνυμικα : τυπου
9999961 ἀπεθεντο
εἰναι θεμενοι τα ὁπλα : ὁπλισθεντες . ἐθεντο : ἠγουν ἀπεθεντο . Ἀνακειῳ : Διοσκουρων ναῳ : ἀνακες γαρ οἱ
: και οὑτοι αἰει ἀνθεουσι : τους [ στεφανους ] ἀπεθεντο οἱ θεοι ἐν Αἰγυπτωι , πυθομενοι βασιλευειν τον Βαβυν
9999961 Συρακουσαις
' οὑ τα ἐπιτηδεια ἑξει . Τῳ δε Ἁβροκομῃ ἐν Συρακουσαις ὡς χρονος πολυς ἐγενετο , ἀθυμια ἐμπιπτει και ἀπορια
και ὁσων δεοι παρασκευασωνται ὡς ἐς το ἐαρ ἐπιχειρησοντες ταις Συρακουσαις . Και οἱ μεν ταυτῃ τῃ γνωμῃ ἀπεπλευσαν ἐς
9999961 στρατιᾳ
προσεχοιεν τῳ σατραπῃ τον νουν . αὐτος δε ξυν τῃ στρατιᾳ τῃ πολλῃ , και γαρ και Ἡφαιστιων ἀφικετο ἀγων
. ὁ δ ' ὑπατος δυο τε μηνων τροφας τῃ στρατιᾳ και δυο χιτωνας κατ ' ἀνδρα και ἀργυριον εἰς
9999961 σοφωτατου
ἐπιστειλαντος μου μεριμνησειν ὑπερ των Θεοφιλου πραγματων , ἀνδρος και σοφωτατου και δικαιοτατου και ὁς ἐν μεσῳ βιβλιων και ἐγρηγορε
της εὐδαιμονιας τελος , και ταυτα δια του παρεισαγομενου προσωπου σοφωτατου παρ ' αὐτῳ . Πεποιηται γαρ Ὀδυσσευς ἀναφωνων :
9999961 προθυμιᾳ
ταυτα οὐδενες αὐτων ἐγγυς της πολεως οὐτε πληθει στρατοπεδου οὐτε προθυμιᾳ γενομενοι , ἡ δε ὑμετερα πολις πολλῳ προτερον της
. βλεψας οὐν εἰς τον διδοντα την ἐπιστολην ἡμερον χρησαι προθυμιᾳ περι το ἐργον . Ἐγω σε φιλον τε ᾐδειν
9999961 ἀπουσιᾳ
, ἡ πολις ἐκεινη διαφθειρεται ; και μην σωμα μεν ἀπουσιᾳ ψυχης , ψυχη δε ἀπουσιᾳ λογισμου , λογισμος δε
γης . μεταξυ γαρ ἐστιν Εὐρωπης και Ἀσιας . τῃ ἀπουσιᾳ αὐτων ἐπιμονως πενθουσαι , ὡς δοκειν ἁβρυνεσθαι ἐπι τῳ
9999961 λιθαργυρον
. ξεστ . δʹ . ἑψε το ἐλαιον και την λιθαργυρον και το ὀξος ἑως ἀμολυντου , εἰτα θες χαμαι
, ψιμμυθιου δραχμας κε , ἐλαιου λιτραν ἡμισειαν . Ἑψε λιθαργυρον , ἐλαιον , ἑως συστῃ , εἰτα κηρον ,
9999961 χαλεπωτατων
και ἐπιστημην ἐλθειν του εἰναι τι ἀπο τοιουτου τροπου των χαλεπωτατων ἐστιν . εἰρηται γαρ και προτερον ὁτι το ἀπο
χερσι καλλιστον διδασκαλιον γινεται : περι δε των ἀφανεστατων και χαλεπωτατων νουσηματων δοξῃ μαλλον ἠ τεχνῃ κρινεται : διαφερει δε
9999960 ἐλαβεν
τι γαρ ; οὐχι και ἐξελασας τις τυραννον ἠδη τιμην ἐλαβεν τυραννοκτονου ; και μαλα δικαιως : ἐλευθεριαν γαρ κἀκεινος
την πολιν προὐδωκε . και μετα το παραλαβειν την πολιν ἐλαβεν αὐτην ἐπανω του πλοιου και ἐδησεν αὐτην εἰς το
9999960 εἰληφοτα
τουτον ἐχοντ ' ἐξελεγχουσιν ἐκεινοι και ἐγω οἰδ ' αὐτον εἰληφοτα , περι τουτων ἠδη ποιησομαι τους λογους προς ὑμας
καλουμενῳ και τῳ κατα φυσιν συμβαινοντι . Τα γε μην εἰληφοτα των οὐρων παχος ἠτοι τον πλεοναζοντα χυμον ὑποδεικνυσιν ,
9999960 συλλογιστικως
μεν δη ἑνα τροπον φησι , δι ' οὑ ὁρισμον συλλογιστικως μεν , οὐκ ἀποδεικτικως δε εὑρεθηναι ἐνδεχεται , και
τ ' αὐτο συναγων τῳ ἀνδρειῳ , οὐ πανυ τι συλλογιστικως : ὡς δε ἀκολουθουντος τῳ τους ἐπιστημονας και ἐμπειρους
9999960 κατενευσεν
' ἐκφατο μυθον : Εἰ μεν δη Μεμνων τοι ἀριφραδεως κατενευσεν ἡμεων αἰνον ὀλεθρον ἀπωσεμεν , οὐ τι μεγαιρω μιμνειν
, ὠγυγιος τις ἠλιθιοτης . οὐδε γαρ Μωυσῃ τῳ πανσοφῳ κατενευσεν ὁ θεος τουτο γε , καιτοι γε μυριας ποιησαμενῳ
9999960 ἐπεθετο
και του θειου κατεφρονει . Των γουν προειρημενων , οἱς ἐπεθετο , παμπολλους ἐν τοις ναοις ἀπεκτεινε : ἑνος δε
, Ἀλεξανδρος ἐπηκολουθει πολλοις ἱππευσι και τοις ἐπι της οὐραγιας ἐπεθετο . των δε Βοιωτων οἱ μεν κατακοντιζομενοι συνεχως ἀπεθνησκον
9999960 κατεφιλησεν
Ταυτα εἰπων ἐντιθησι τοις κολποις : ἡ δε ἐγγυς γενομενον κατεφιλησεν , ὡστε ὁ Δαφνις οὐ μετεγνω τολμησας ἀνελθειν εἰς
ἑκυρα ἡ μητηρ του ἀνδρος . ἐκυρσεν ἐπετυχεν . ἐκυσεν κατεφιλησεν τῳ στοματι : ἀφ ' οὑ και ἡμεις το
9999960 Κασανδρου
τωι ἐγγονωι Ἀλεξανδρωι ἀπηνως παρα του υἱου του Ἀντιπατρου του Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την
και τον χοιρον ἰακχον . τοιουτος ἠν και Ἀλεξαρχος ὁ Κασανδρου του Μακεδονιας βασιλευσαντος ἀδελφος , ὁ την Οὐρανοπολιν κτισας
9999960 ἀπανευθεν
ἀμφι δε φορμιγγων ἰαχη πελεν ἱμεροεσσα . Ἀργειοι δ ' ἀπανευθεν ἐθαμβεον εἰσοροωντες αὐλων φορμιγγων τ ' ἰαχην αὐτων τε
μεν ἀρ πολεμοιο τεραατα παντα τετυκτο : εἰρηνης δ ' ἀπανευθεν ἐσαν περικαλλεα ἐργα . Ἀμφι δε μυρια φυλα πολυτλητων
9999960 κυαμου
τον δε ἰσχυροτερον ἐνδεχεται . Της δ ' ἀσθενειας του κυαμου κἀκεινο σημειον ἀν τις λαβοι : μονος γαρ δοκει
φυλλα , ἰσα λειωσας ἀναπλασσε και παραπλασας χυλῳ διδου καταπινειν κυαμου μεγεθος και ἐπιρροφειτω οἰνον κεκραμμενον : κινει και καταμηνια
9999960 τριχες
το ὀστρακον καυθεν , σηπεας ὀστρακον , ἐρια κεκαυμενα , τριχες κεκαυμεναι , καρκινων ἡ τεφρα , γαρος , ἁλμη
των ὀμματων δερματα , βλεφαριδες δε αἱ ἐπι των βλεφαρων τριχες . βρυκειν το τριζειν τους ὀδοντας , βρυχειν ἐπι
9999960 σπουδας
φρονουντων τα των πολλων ἀνθρωπων ἰδων ἐργα και τας ὑπερβαλλουσας σπουδας , αἱς ἠ προς ἀργυρισμον ἠ δοξαν ἠ την
ὡρισμενης ὡρας ἡκουσης . ἰδοις δ ' ἀν και τας σπουδας τας περι τινα μεχρι των ὑπνων ἐπακολουθουσας : ὁ
9999960 τεκουσα
τον τοκετον . Γειναμενη : ἡ γεννησασα , και ἡ τεκουσα . καταδαινυται : κατεσθιει , και τρωγει , εὐωχειται
θυοδοκων ὑπερτελης ἀντηλιον προσωπον ἐκφαινει θεων ; φευγωμεν , ὠ τεκουσα , μη τα δαιμονων ὁρωμεν , εἰ μη καιρος
9999960 συνελθουσης
τῳ κρατυναντι τον θηρα την δοραν δωσειν ἀριστειον ὑπεσχετο , συνελθουσης δε μετα των ἀριστεων και Ἀταλαντης της Σχοινεως ,
Ῥεας Σιλβιας , οὑτω καλουμενης Ἑστιακης παρθενου , τῳ Ἀρεϊ συνελθουσης , ὡς ὁ πολυς κατειχε λογος , ἐκ διδυμου
9999959 δριμειαι
. αἱ δε ῥιζαι των λαχανωδων φυτων κακοχυμοι μεν ὁσαι δριμειαι , καθαπερ ἡ των κρομμυων και πρασων και σκοροδων
και προς τας ἐκκρισεις εὐ ἐχουσιν . σαλπαι αἱ πελαγιαι δριμειαι , εὐστομοι , δυσφθαρτοι , δυσδιαχωρητοι , τροφωδεις ,
9999959 ἀμελεια
„ Πλεθρον . ἑκτον μερος σταδιου . Πλημμελεια . πολλη ἀμελεια . Πλημμελειν , το ἀτακτειν και ὑβριζειν και ῥᾳθυμειν
ἐρων , ἡ του τοιουτου ἀπληστια και ἡ των ἀλλων ἀμελεια και ταυτην την πολιτειαν μεθιστησιν τε και παρασκευαζει τυραννιδος
9999959 ἐπικρατειᾳ
' ὁλα τα ὀντα τῃ της αἰτιας δυναμει και τῃ ἐπικρατειᾳ εὐλογως ἀν ἀποδοιη τις , ἡ δ ' ἐχει
ὀξει ἐν Σικανοις της Σικελιας : ἐν τῃ Καρχηδονιων δε ἐπικρατειᾳ κρηνη ἐστιν ᾑ το ἐφισταμενον ἐλαιῳ ἐστιν ὁμοιον ,
9999959 δακτυλος
θειναι το λογισασθαι , και δακτυληθρας ὡς Ξενοφων . και δακτυλος ὁ ῥυθμος . και τους Ἰδαιους Δακτυλους κεκλησθαι λεγουσιν
, εἰ τυχοι , τον δακτυλον . ἀν γαρ ὁ δακτυλος μετρῃ και τον πηχυν και το μεγεθος , ὁπερ
9999959 κατειληφεν
δυναμεις ἐκ του Δημιουργου την ἀρχην εἰληφεναι καλως ὁ λογος κατειληφεν : οὐδεν γαρ ἀργον , οὐδε περιττον , οὐδε
δε τησδε σεμνοτερον . οὐ γαρ ἑνος πελαγους το μεσον κατειληφεν : ἐξεστι δ ' εἰπειν οὐ πολλην αὐτῃ μονον
9999959 ὠφελεια
ἐργαζεσθαι και καταμηχανασθαι , ἐξ ὡν αὐτοις οὐδ ' ἡτισουν ὠφελεια ἀν γιγνοιτο . Εἰ οὐν μητε σωματικαις αἰτιαις ἀναθησομεν
ἀν ἀπατηθειη . . ὠ κοινον ὠφελημα ] ὠ κοινη ὠφελεια γεγονως ὁλου του γενους των ἀνθρωπων , ἀθλιε Προμηθευ
9999959 ἀπελυσαν
την κρισιν ἐθανατωσαν τηι ψηφωι , οὑς δ ' ὑπακουσαντας ἀπελυσαν . ταυτα μεν οὐν της ὀγδοης . . .
προς ? ? ? ? τους μεταξυ αὐτων , αἰδεσθεντες ἀπελυσαν με . τουτου δε ? [ ] του πειρασμου
9999959 μυστικως
τοπον τουτον ἐκ πληρους συντεταχεναι ὁ Πετοσιρις , εἰ και μυστικως ἀποκεκρυφε λεγων . ἀρχη τελος κρατησις των ὁλων διοπτευτηριων
οἱ παλαιοι κεχρηνται , προδηλον ἡμιν γεγονεν και ἐκ του μυστικως εἰρηκεναι τον συγγραφεα : ὁρον παντος ἀποτελει ζωης χρονου
9999959 Ἀνδρου
Τριτωνων και ὀρχουνται . πλει και Διονυσος ἐπι κωμον της Ἀνδρου και καθωρμισται μεν ἡ ναυς ἠδη , Σατυρους δε
ταυτης πελαγους ἰθυναντες τα ἱστια , τα παρα ποδας της Ἀνδρου μετα τινος σφοδροτατου ῥοιζηματος κατελαβομεν . οὐ γαρ ἐποιουμεθα
9999959 κρατουσης
τυχῃ αὐτην εἰναι θερμοτεραν , ψυχρον ὑδωρ προς λογον της κρατουσης δυσκρασιας ἐπιβαλειν τῃ κεφαλῃ συμμετρως . ἀλλα τουτο γε
. δοξης μεν οὐν ἐπι το ἀριστον λογῳ ἀγουσης και κρατουσης τῳ κρατει σωφροσυνη ὀνομα : ἐπιθυμιας δε ἀλογως ἑλκουσης
9999959 ἀστερες
τα ὀρη διεζωσμενα νοτια ὡς τα πολλα . Οἱ κομηται ἀστερες ὡς τα πολλα πνευματα σημαινουσιν , ἐαν δε πολλοι
Παρατηρειν δε δει πως ἐχουσι συνοικειωσεως οἱ την κυρειαν λαβοντες ἀστερες προς τας χωρας ἠ πολεις αἱς το συμπτωμα διασημαινεται
9999959 νεωτεροι
ὁπλιταις : ἠδη γαρ ποτε και ἐκ τοσουτου διωξαντες οἱ νεωτεροι των Λακεδαιμονιων ἑλοντες ἀπεκτειναν τινας αὐτων . καταφρονουντες δε
ὁμοιαν την λαμπηδονα ποιησαι της ἀληθους . μαλεροιο : οἱ νεωτεροι του λαμπρου , οἱ δε του μαραντικου . Ἀντιοπης
9999959 τεσσαρεσκαιδεκατον
, ἐμετος χολωδων ἠ φλεγματωδων . τουτων προφαινομενων περι το τεσσαρεσκαιδεκατον ἐτος , δει τον ἰατρον τεκμαιρεσθαι ὡς ἐπειγει ἡ
παιδι Κλεοδαμου νικησαντι την οϚʹ Ὀλυμπιαδα . . . Το τεσσαρεσκαιδεκατον εἰδος μονοστροφικον ἐστιν ἐκ ιηʹ κωλων και ιζʹ .
9999959 ἑλκουσι
ἠ ἡτταν ἐκ βιας ἐπιθυμιων , αἱ προσελθουσαι ἀγουσι και ἑλκουσι και οὐκετι ἐργα ἐωσιν εἰναι , ἀλλα παθηματα παρ
διογενεις δε τους θεους λεγει ὁτι ἐκ Διος το γενος ἑλκουσι : πατηρ γαρ ἀνδρων τε θεων τε ὁ Ζευς
9999959 σαρκωδεις
ἀσθενεις ἀνανδριαν , δειλιαν , αἱ δε πανυ σκληραι και σαρκωδεις ἀμαθιαν , αἱ δε περιφερεις και πληρεις , ὡς
δε σφυρα και κολοβους δακτυλους και πτερνας τραχειας και ποδας σαρκωδεις και κνημας παχειας ὁσοι φορουσι , μωραινουσιν , ἐξηχουσιν
9999959 βαρυτεροι
, ὁπου μηδε τοις ἐλαττοσιν , ὁτι , ἐφη , βαρυτεροι ὀντες ἀσθενεστερους τους ἀντιπαλους ἑξομεν και της τουτων χωρας
βλαπτει και βαρυνει . Οἱ δε ποταμιοι και λιμναιοι ἐτι βαρυτεροι τουτεων . Πουλυποδες δε και σηπιαι και τα τοιαυτα
9999959 ἀπεφαινεν
[ εἰ ἠνεγκατε τοτε μαρτυρα και ἐπεμαρτυρασθε , νυν ] ἀπεφαινεν ἀν ἐκεινος εἰδως ἀκριβως ὁπως εἰχεν ἑκαστα τουτων ,
και χαλεπος ᾐ : πολεμου δε πασαν ἐσεσθαι προφασιν εὐλογον ἀπεφαινεν ἡγεμονιας ἀντιποιουμενῃ πολει και ὑπο παντων ἐπιφθονουμενῃ , κατα
9999959 ἐλθουσαν
τῃ δε μητρι την ἀπο των τεκνων ἐπ ' αὐτην ἐλθουσαν διαφθοραν ἀμηχανον φυγειν . Μονη δε των ἀλλων ἑρπετων
εἰωθοτας πελανους ἐπι το πυρ και αὐτικα προς τους βασιλεις ἐλθουσαν εἰπειν . τον μεν οὐν Ταρκυνιον ἀκουσαντα τε και
9999959 Ἀριστοτελες
ὁρων φανερον . νυν μονον ἐχεις ὁρους , φασιν , Ἀριστοτελες : δια τι γαρ μη και προτερον , ὁτε
, αἱ αὐται εἰσιν . ὁταν οὐν λεγῃς , ὠ Ἀριστοτελες , των δε γε ὑπ ' ἀλληλα τεταγμενων οὐδεν
9999959 ἁρμονικης
τοιουτον οἱον ἐν πρωτοις ὑπο της αἰσθησεως συνορασθαι των της ἁρμονικης πραγματειας μερων : το γαρ πως ἀπαιτουν ἀποδειξιν οὐκ
του μουσικου ἑξις . Τους μεν οὐν ἐμπροσθεν ἡμμενους της ἁρμονικης πραγματειας συμβεβηκεν ὡς ἀληθως ἁρμονικους εἰναι βουλεσθαι μονον ,
9999959 κομισθεντα
δενδρα ταυτα τα ἀγλαοκαρπα , ὁτι σοι μη ἐθελοι δευρο κομισθεντα βριθομενων των κλαδων ἐναρμοσθεντα τῃ γῃ ταὐτον ποιειν .
λαβειν . τα μεν οὐν εἰς Ἰταλιαν ὑπ ' Αἰνειου κομισθεντα ἱερα τοις εἰρημενοις ἀνδρασι πειθομενος γραφω των τε μεγαλων
9999959 ῥητορικου
Ἑρμογενους ὁρου πιπτοντας εὑρησομεν . ἐτι δε οὐ μονον του ῥητορικου ὁρου οἰκειος ἐστιν ὁ ὁρος , ἀλλα και τοις
δοκεις ἀληθη εἰρηκεναι : ἀλλα δη την του τῳ ὀντι ῥητορικου τε και πιθανου τεχνην πως και ποθεν ἀν τις
9999958 κἀντευθεν
ἐφη , κωφον ἡγῃ τον Ἀσκληπιον , εἰ μη δυναται κἀντευθεν ἡμων εὐχομενων ἀκουειν . Ἰδων δε ποτε δυο τινας
τι βροντᾳ ἀποδιδομενος λογος ὁτι πυρ ἐν τοις νεφεσιν ἀποσβεννυται κἀντευθεν ἐν αὐτοις ψοφος γινεται , οὐκ ἐστιν εἰς προτασεις
9999958 Σκορπιου
τα γαρ λϚʹ ἐτη ἀναφορα Λεοντος , ὁμοιως δε και Σκορπιου , ἐνθα ἐτυχεν Ἀφροδιτη καθυπερτερουμενη ὑπο Κρονου . ἐμελλε
. . . . . . . . . . Σκορπιου κζ # βο νβ δʹ με των ἐν τῳ
9999958 Καλλικρατης
δε ἐπελαβετο αὐτικα ὁ Ῥωμαιος της προφασεως , και ὁποσοις Καλλικρατης ἐπηγεν αἰτιαν Περσει σφας φρονησαι τα αὐτα , ἀνεπεμπεν
της βουλης . και αὐτων ὁ μεν κατα την ὁδον Καλλικρατης τελευτᾳ νοσῳ , οὐδε οἰδα εἰ ἀφικομενος ἐς Ῥωμην
9999958 ἀσχημοσυνην
παραφερομενος τε και ἐρωτων ἀηθεις ὀντας ἀποκρισεων , εἰτ ' ἀσχημοσυνην ἀπρεπειαν τε ἐντεκῃ ἀηδη , δοκει δη μοι χρηναι
ἀλλα σχισαι το ἐνδυμα του ναου , ὡστε μη κατακαλυπτειν ἀσχημοσυνην ὑμων . Και διασπαρησεσθε αἰχμαλωτοι ἐν τοις ἐθνεσι ,
9999958 δουλοσυνην
ἀν προκαμων ἀλλωι καματον μεταδοιης , οὐτ ' ἀν πτωχευων δουλοσυνην τελεοις : οὐδ ' , εἰ γηρας ἱκοιο ,
τουτους ηὐξησατε ῥυματα δοντες , και δια ταυτα κακην ἐσχετε δουλοσυνην . ὑμεων δ ' εἱς μεν ἑκαστος ἀλωπεκος ἰχνεσι
9999958 κοποι
ἐστιν ἡ γεννησις , πληθυνθησονται αἱ φροντιδες αὐτου και οἱ κοποι και συγχυσιν ἑξει ὁ βιος αὐτου και οὐκ ὠφεληθησεται
ὡς ἐπι το πολυ προηγουνται και λυπαι και θυμοι και κοποι και ἐπι σιτιοις μοχθηροις και κακοχυμοις . ἐτι δε
9999958 ἁρμοζουσαν
χειρουργιαν , εἰ μεν καυτηριῳ χρησαιμεθα , παραληπτεον θεραπειαν την ἁρμοζουσαν ταις καυσεσιν : εἰ δε μη , ἐναιμως ἀκτεον
δικαιον εἰναι χαριν ἀποδιδοναι σε Πλατωνι πασων μεγιστην κἀκεινῳ μαλιστα ἁρμοζουσαν , ἀποδῳης δ ' ἀν εἰ παραγενομενος την ἀκαδημειαν
9999958 ἰδιωτας
ᾐ περι των ὀντων ἑκαστου νομος , και μη τους ἰδιωτας αὐτο τουτο ταραττῃ και ποιῃ των ἁπαντας εἰδοτων τους
κηρυκας και τοσουτων ἐθνων ἐπιμελειας . ἐπεγειρας δε προς ἀρετην ἰδιωτας και ὁσα χρην ἀρχοντας ἀκουσαι διηλθεν εἰδως μεν οὐ
9999958 πορευομενῳ
συμμαχους ἐπορευετο , και πρεσβεις Φωκεων ἠσαν οἱ παρηκολουθουν αὐτῳ πορευομενῳ , και παρ ' ἡμιν ἠριζον οἱ πολλοι Θηβαιοις
τῃ του νικηφορου οἰκιᾳ , προσυποτιθεται δε ὁτι και ὑπηντησε πορευομενῳ εἰς τον ἀγωνα και της μαντειας ἐφηψατο και αὐτος
9999958 ὑπετιθεντο
εἰ μεν και καθ ' ὑποστασιν ἐχωριζον , ἀδυνατα ἀν ὑπετιθεντο : οὐ γαρ ἐστιν ὑποστασις των περατων καθ '
περι δε του διδαξαι ἡμας οὐδεν ἐφροντισαν : θεους γαρ ὑπετιθεντο εἰναι τας ἀρχας και ἐκ θεων γεγονεναι , και
9999958 ἀφαιρεσει
ἐπει και νυν προστιθεμενων τινων ληθη , ἐν δ ' ἀφαιρεσει και καθαρσει ἀνακυπτει πολλακις ἡ μνημη . Μονης δε
διαχεω , ἰαινος , ὁ διαχεων την ψυχην , και ἀφαιρεσει του ι , ὡς † ἰηος ἠος † γεγονεν
9999958 καταπλασμασι
πλειον ποτον και τα οὐρητικα , ταις πυριαις δε και καταπλασμασι και ἐγκαθισμασιν ἀνιεναι τα μερη , και κενουν την
σκληροτερα τυχῃ , συν τινι των λεπτομερων ἐλαιων . και καταπλασμασι δ ' ἀν τις ἐπι των φλεγμαινοντων και σηπομενων
9999958 κατηγορησω
, ἀληθες , οὐκ ἐχω σκοπουμενος εὑρειν ὁ τι μειζον κατηγορησω , εἰ γαρ ὁ της εἰρηνης χρηματα ἀναλωσας .
- μενος οὐδεν ἐμοι ὀφελος ἐσται . φθασας τοινυν αὐτου κατηγορησω αὐτος ἐπι του δεσποτου , πριν αὐτος τουτ '
9999958 τελευτησασι
, ἱν ' ὡς ἀλλο τι δικαιον τελευταιον ἀποδωμεν τοις τελευτησασι : λαμβανεις δε παραδειγματα τους πολεμιους τους κακουργους πληρουντας
γονεας και παιδευτας , και ὁπως τουτοις και ζωσι και τελευτησασι τον ἁπαντα του βιου κεχρηνται χρονον , οὐ μονον
9999958 Ἀντικυραν
βαθυρροου Ὠκεανοιο . ἀλλα μακαρ Ἀηρ δια των νεφεων διαπεμψον Ἀντικυραν , ἱνα τονδε κοριν κηφηνα ποιησω . γρυμεα θυροκοπειν
Οἰα , ὡς Ἀριστοφανης εἰρηκεν ἐν τῳ περι Ἑταιρων , Ἀντικυραν αὐτην φασκων κληθηναι ἠτοι ὁτι συνεπινε παρακινουσι και μεμηνοσιν
9999958 παρελθουσα
. κωλυοντων δε αὐτην των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και
τῃ νησῳ των Λαιστρυγονων ἡ Κιρκη ἠν , πασας γυναικας παρελθουσα μαγειαις . προσεσχεν οὐν Ὀδυσσευς ἐν τῃ νησῳ μετα
9999958 Ἀλεξανδρου
και βιαιως το δορυ ὠσαμενος διαρρηξας τε την τε ἀσπιδα Ἀλεξανδρου και την δεξιαν ἐπωμιδα διηλασε δια του θωρακος .
κατα τους ὑστερον χρονους Ἀγαθοκλεα τον Συρακοσιων βασιλεα μιμησαμενον την Ἀλεξανδρου στρατηγιαν ἀνελπιστον και μεγαλην νικην περιποιησασθαι : διαβαντα γαρ
9999958 ἐσπουδακοτας
συνεπεσεν ἐρις , ὁς ἀναβησεται πρωτος . ἐδοξεν ἀν τις ἐσπουδακοτας ἰδων οὐ προς ἀγωνα και κινδυνον αὐτους ἀναβαινειν ,
Ἀδαμ „ , τους γηϊνους ἁπαντας τροπους οὐρανιον οὐδεν ἀγαθον ἐσπουδακοτας ἰδειν ἠλασεν , ἀοικους και ἀπολιδας και σποραδας ὀντως
9999958 ἀσυλλογιστοι
ἐχωσι κατα τε το ποιον και τους τροπους , πασαι ἀσυλλογιστοι εἰσιν . ἀποδειξις δε του ἀσυλλογιστους αὐτας εἰναι ἡ
την ἐνδεχομενην ἀντιστροφην ἀλλα και ἀναπαλιν , οὐδεν μαλλον αἱ ἀσυλλογιστοι συλλογιστικαι εἰσιν ἠ ἐμπαλιν . ἠ ἀποφασιν εἰς καταφασιν
9999958 δυσδαιμονα
του θεου το θεσφατον . Κυλινδετ ' εἰσω τονδε τον δυσδαιμονα . Ὠ στεφανε , χαιρων ἀπιθι , και ς
μαλλον , εἰ μαλλον θελοι κομιζετ ' εἰσω τονδε τον δυσδαιμονα . ἠσθ ' εἰς θεους μεν εὐσεβης , ὁτ
9999958 κοπιδας
στροβεις σεαυτον , ζων κοχλιου βιον . εἰς ματρυλεια και κοπιδας και φαρμακα οἱαν ἀδικω γυναιχ ' ὁ δυσδαιμων ἐγω
τεταρτηι των Ἱστοριων . . . . . . : κοπιδας δε τας των λογων τεχνας ἀλλοι τε και ὁ
9999958 ἐρωτικοι
λογου μητηρ , παντως γε οὐκ ἰδιοι οἱ του Σωκρατους ἐρωτικοι λογοι , οὐδε πρωτου : θεασωμεθα γαρ οὑτως ,
σωμα κακοσυνθετον ἐχοντες : ἐν δε πραξεσιν εἰσι μεγαλοψυχοι , ἐρωτικοι , ἀνδρειοι , φιλονεικοι , ἁρπαγες , κλεπται ,
9999958 ἐρωτα
και ἐμβριθεστερον και κατεσταλμενον και οὐ σφοδρα κεκινημενον φερει τον ἐρωτα : παντα γαρ τα Διια σταθερα , μονιμα ,
ὁ μεν δη ἀπεδειξεν ἐργον ἀνθρωπων ὡν ἰσμεν διατεθεις ἐς ἐρωτα ἀπλαστοτατα : Καλλιροη τε ὡς Κορεσον τεθνεωτα εἰδεν ,
9999958 Ἡρακλης
τοις ἀπο Διος : Διονυσος μεν γαρ ἐχαιρε Σατυροις , Ἡρακλης δε Κερκωψιν . ἐστιν δ ' ὁτε και διερεθισθεις
και θυμῳ φερομενος τῃ χιονι ἐμπεσων καταδυομενος περιπταιων ἁλισκεται . Ἡρακλης πλευσας ἐπι Τροιαν αὐτος μεν ἀπεβη πεζομαχησων , τοις
9999958 Φιλιπποις
: ὁ δε τοπος κοιλος και ἐφυδρος : ἐν τε Φιλιπποις προτερον μεν μαλλον ἐξεπηγνυντο , νυν δ ' ἐπει
μη ῥᾳδιως ἀν περιλαβειν τετταρας ἀνδρας . ἡ δε ἐν Φιλιπποις ἰτεα περιεκοπη μεν τους ἀκρεμονας , οὐ μην παρεπελεκηθη
9999958 μνημονευει
ἑτεροις : τα της θεου γαρ πανταχως ἐχειν καλως . μνημονευει αὐτου και ἐν Ἀνδρογυνῳ ἠ Κρητι . Τιμοκλης δ
ὁ Λυκουργος παρ ' Ἀρκασιν , ὡς φησιν Ἀριστομενης . μνημονευει και Ὁμηρος τουτου του Λυκουργου : τον Λυκοοργοςὑποφθας δουρι
9999958 ἀπολοιτο
ἀντι ἀγαθων και ὁπως αὐτος μεν ἐκκοπειη τους ὀφθαλμους και ἀπολοιτο , συνεκτριβειη δε τουτῳ και ὁ πορφυρογεννητος , οὐκ
τουτεστιν ὁ μη κεκορεσμενος : και νυ κεν ἐνθ ' ἀπολοιτο Ἀρης ἀτος πολεμοιο . ἐστι δε τοιουτον περι του
9999958 ἐμβαλουσα
την ἀνθρωπον ἀκρατως ἠνεμωσθαι . οἰκτον γε μην και δακρυα ἐμβαλουσα παντας , ὡς και τους ἀτεγκτους τε και ἀτεραμονας
και εὐθυς μετα τον ἐγκαθισμον ἡ μαια λελιπασμενον τον δακτυλον ἐμβαλουσα και τον ἐγκειμενον θρομβον πραεως διαλυσασα κομιζεσθω . Χρονιζουσης
9999958 ἀναφορα
διπλη ὁτι συν τῳ ν ἡ κλητικη . ἡ δε ἀναφορα προς το ᾡ τε συ , Καλχαν , ὁτι
Πολυϊδος ὁ τον Μινωος ἀνευρων παιδα μαντις . ἡ δε ἀναφορα προς το Αἰθρη Πιτθηος θυγατηρ . . ὀνειροπολοιο :
9999958 μειζονι
' ἀει την τυχουσαν περιφερειαν του ζῳδιακου ὁ ἡλιος ἐν μειζονι χρονῳ διερχεται ἠπερ ἐκεινη ἀνατελλει ἠ παλιν δυνει .
των ἐν τῳ συλλογισμῳ παραληφθεισων προτασεων ὁ Ἀριστοτελης τῃ μεν μειζονι συγχωρει , τῃ λεγουσῃ παν ὀργανον πασης φυσικης δυναμεως
9999958 πεπονες
, κιναρα , και μαλλον ὁταν σκληροτερα γενηται , σικυοι πεπονες , μηλοπεπονες δ ' ἡττον . κολοκυνθη τουτων μεν
χυμον ψυχροι και ὑγροι ἱκανως τυγχανοντες και δυσπεπτοι . οἱ πεπονες δε ὡς πεπανσιν λαβοντες πολλῳ γ ' ἀμεινους :
9999958 ἀρσενα
θαυμαζειν τας αὐτας γυναικας και τους αὐτους ἀνδρας γονον και ἀρσενα και θηλυν ποιεειν . Ἐχει δε και τοισι κτηνεσιν
. ] ⌈ τοιαυτα οἱ ἱκετευοντες ἐλεγον : εἰ μεν ἀρσενα τις ἐχει , εἰς τους ἀρσενας ἀπιτω : εἰ
9999958 πληρουσα
ἐστιν . Ἐστιν οὐν νοησις : ἡ δε κινησις πασα πληρουσα οὐσιαν πασαν , και ἡ πασα οὐσια νοησις πασα
ἡ Φαιδρα εἰς ἐπιθυμιαν ὠλισθεν , οὐκ ἀκολαστος οὐσα , πληρουσα δε Ἀφροδιτης μηνιν , ἡ τον Ἱππολυτον δια σωφροσυνην
9999958 καταληκτικα
το Ϛʹ μονομετρον , τα δε λοιπα διμετρα ἀκαταληκτα και καταληκτικα , ἠτοι ἑφθημιμερη . ὠμοι πεπληγμαι ] εἰσθεσις διπλης
ἀκαταληκτων ηʹ . ἐν ἐκθεσει δε κωλα βʹ ἰαμβικα διμετρα καταληκτικα ἠτοι ἑφθημιμερη , ἁ καλειται , ὡς εἰρηται ,
9999958 τετρακισχιλιων
τους ὁρους τους της Καρμανιας και της Περσιδος πλειοσι των τετρακισχιλιων και τετρακοσιων : σχεδον δη τι προς την δια
μετα ταυτα γενομενους εὐδαιμονας , ἐκδεκατευσαι τας οὐσιας οὐσας ταλαντων τετρακισχιλιων . Λευκολλος γαρ ὁ των καθ ' αὑτον Ῥωμαιων
9999958 ἀκαταληκτοι
εἰσιοντων αὐθις των ὑποκριτων . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι ξγʹ . ὡν τελευταιος καταιθαλωσεις των νεωτερων τινα .
ἐχομενη της ἀνω ἐκθεσεως . οἱ δε στιχοι ἰαμβικοι τριμετροι ἀκαταληκτοι μαʹ , ὡν . . . ἀκαταληκτον . ἑξης
9999957 ἐπιπλασμα
ὠμη μαλαχη ἀρτῳ ἠ παλῃ ἀλευρων μιγνυται , και γινεται ἐπιπλασμα ταις ὀχληραις φλεγμοναις ἐπιτηδειον , και ἐνιοτε μεν εἰς
ἐν τουτῳ διαχειται φοινιξ ὁ πατητος . τουτο ὀφθαλμων ὀδυνωμενων ἐπιπλασμα ἐστιν . Ἀλλο : φοινικες ὑδατι διεθεντες ἑψωνται συν
9999957 Ἀριστειδης
της ἀγορας ἰδειν ἀνισχοντα , τουτο δε ἀνα στομα ἐχειν Ἀριστειδης μελετησεται τημερον ἐν τῳ βουλευτηριῳ ὡρας τεταρτης . ταυτα
* : δυσπαραιτητοι ] Παραιτουμαι το συγγνωμην αἰτω , ὡς Ἀριστειδης : παραιτεισθαι μεν οὐκ οἰδα . δυσπαραιτητος δε κριτης
9999957 χονδρου
ὠ κυναμυια , μελιπηκτων ἁλις , ἡδεως δ ' ἀν χονδρου φαγοιμι των ὀστρακιδων ἠ των κοκκαλων ἀφθονως ἐχοντος .
ἀν ὑγιης γενηται . Ἑτερος πωλυπος : ἐσωθεν ἐκ του χονδρου προεχει κρεας στρογγυλον : ψαυομενον δε μαλθακον ἐστιν .
9999957 τελευτησασης
. Ἀθαμας δε ἐκ Νεφελης Ἑλλην και Φρυξον ἐγεννησε . τελευτησασης δε της Νεφελης ἠγαγετο γυναικα Ἰνω , ἡτις Ἑλλῃ
ὡς ἰδιον ἐτρεφε , της Κριθηιδος μετα την κυησιν εὐθεως τελευτησασης . χρονου δε οὐ πολλου διελθοντος και αὐτος ἐτελευτησε
9999957 θεραπαιναν
εἰς τα οἰκια παραδιδωσι τῃ Ἀηδονι κατα τα συγκειμενα ὡς θεραπαιναν την ἀδελφην , ἡ δε αὐτην διεφθειρε προς τα
αὐτοπτης ἐγινετο και φησιν , ὁτι γυνη τις ὑπηρχεν ἐχουσα θεραπαιναν , ἡτις εὐπρεπεστατη ἠν , και ἐκ της πορνειας
9999957 λογιζομενῳ
ἐμων μηδενι ἀλλῳ πειθεσθαι ἠ τῳ λογῳ ὁς ἀν μοι λογιζομενῳ βελτιστος φαινηται . τους δη λογους οὑς ἐν τῳ
δε ταφρος κυκλῳ περιειργει στρατοπεδον , ὡστε οὐδε δεκα παρασαγγαι λογιζομενῳ του περιβολου τουτου το περιμετρον , οὐδ ' εἰκοσιν
9999957 δεδομενῳ
πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς τῳ δεδομενῳ : τα δε περι τας του κυκλου περιφερειας παλιν
του παραβληματος . Ἐαν δοθεν παρα δοθεισαν παραβληθῃ ἐλλειπον εἰδει δεδομενῳ τῳ εἰδει , δεδοται τα πλατη του ἐλλειματος .
9999957 συνελαβεν
οἱσπερ οὑς ἠγγυησαντο . Ἡ δε βουλη ἐξελθουσα ἐν ἀπορρητῳ συνελαβεν ἡμας και ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε
οὐκ ἀργην . ὀλιγον οὐν προ του πτωματος ἡ γυνη συνελαβεν . ἀλλα δια τους κινδυνους και την ταλαιπωριαν την

Back