: ὑπωπια και ἐμβλεψιες των ὀφθαλμων πονηραι : και ἡ διψα ἰσχυρη : πιεουσα , παλιν ᾐτει , και ἡρπαζε
ἠν δε μη περιγενηται , ἐπην ἐξερασῃς το ὑδωρ , διψα ἐπιλαμβανει και βηξ , και ἀποθνησκει . Στηθος ἠ
9999916 παρεσκευασεν
τοτε ᾑρημενος Λυκορταν μεν και την συν αὐτῳ στρατιαν ἀναχωρησαι παρεσκευασεν ἀπρακτον , τας ἐς την Μεσσηνιαν ἐκ της Ἀρκαδιας
γαρ τυχη , φησι , τουτους ἡμιν παντας τους καιρους παρεσκευασεν : οὐκουν μεθ ' ἡμων εἰσιν οἱ κρειττους .
9999913 παιδευμα
, ὡσπερ οὐν οἱ φυλακες οἱ λοιποι , και αὐτοις παιδευμα την φρουραν ἐχειν οὐ κατανυσταζουσι : διδασκονται γαρ τοι
, ἀναγκαζεσθαι δε μηδεν μηδε προσταττεσθαι πραγμα ἱερον και θεων παιδευμα και ἀνθρωπων σοφων ἐπιτηδευμα , μηδ ' ὑπο δουλειαν
9999911 πεπονες
, κιναρα , και μαλλον ὁταν σκληροτερα γενηται , σικυοι πεπονες , μηλοπεπονες δ ' ἡττον . κολοκυνθη τουτων μεν
χυμον ψυχροι και ὑγροι ἱκανως τυγχανοντες και δυσπεπτοι . οἱ πεπονες δε ὡς πεπανσιν λαβοντες πολλῳ γ ' ἀμεινους :
9999911 κρητικου
καταληκτικος ἐξ τριτων ἐπιτριτων δυο – – ˘ – και κρητικου ἠτοι ἀμφιμακρου – ˘ – , και ἐστι χοριαμβικος
αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον καταληκτικον ἐκ διιαμβου , παιωνος πρωτου και κρητικου . το βʹ ὁμοιον τριμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου
9999910 ἐσπουδακοτας
συνεπεσεν ἐρις , ὁς ἀναβησεται πρωτος . ἐδοξεν ἀν τις ἐσπουδακοτας ἰδων οὐ προς ἀγωνα και κινδυνον αὐτους ἀναβαινειν ,
Ἀδαμ „ , τους γηϊνους ἁπαντας τροπους οὐρανιον οὐδεν ἀγαθον ἐσπουδακοτας ἰδειν ἠλασεν , ἀοικους και ἀπολιδας και σποραδας ὀντως
9999909 ἀνεβοησεν
θαλασσης παρετασσετο : γενομενος δε κατα ἀλσος βαθυ και συσκιον ἀνεβοησεν ἐξανιστασθαι τους ἐγκαθημενους . οἱ πολεμιοι φοβηθεντες ἐνεδραν μεγαλην
Φιλωτεραν ἀποκτεινας ὡρμησεν ἐπ ' αὐτην ὡπλισμενος . ἡ δε ἀνεβοησεν : ὁ μητροφοντης ἐπι φονῳ πρασσει φονον . τουτο
9999909 διετριβεν
τους στρατιωτας πολυ της πολεως , ἐν ᾑ καθηστο και διετριβεν , ἀπεχοντας . ἐδεδιει γαρ , οἰμαι , μη
αὐτῃ : παρεδιδου δε και τα Ἀλινδα , ἐν ᾡ διετριβεν αὐτη : ἐπαινεσας δε και βασιλισσαν ἀναδειξας , ἁλουσης
9999909 διατελω
ἡνικα ἠρχες την μεγαλην ἀρχην , και νυν δε ἐπαινων διατελω την τε δικαιοσυνην και την ἀνδριαν , ὡν ἡ
Ἰσι , ὑπερ της θαυμαστης ψυχοποιιας του θεου και θαυμαζων διατελω : οὐπω δε μοι ἀπηγγειλας που των σωματων ἀπολυθεισαι
9999909 ὑπεμεινα
, εἰ ἐγω μεν τα ἐργα των ὑπερ ὑμων πονων ὑπεμεινα , ὑμεις δε μηδε τους λογους αὐτων ἀνεξεσθε .
γιγνωσκειν ὑμας ἡγουμαι και αὐτους παρεσκευασθαι , οἱσπερ ἐγω πιστευσας ὑπεμεινα , ὁρων ὑμας και ἐν τοις ἰδιοις και ἐν
9999909 δακτυλος
θειναι το λογισασθαι , και δακτυληθρας ὡς Ξενοφων . και δακτυλος ὁ ῥυθμος . και τους Ἰδαιους Δακτυλους κεκλησθαι λεγουσιν
, εἰ τυχοι , τον δακτυλον . ἀν γαρ ὁ δακτυλος μετρῃ και τον πηχυν και το μεγεθος , ὁπερ
9999909 δριμυτητος
Τἀναντια δ ' αὐ ὡδε ὁσα και εἰς ξηροτητα μετα δριμυτητος ὁ χολωδης αἱματικου πεπλεονεκτηκε χυμου και ταις μεν πεψεσι
ὠ Παφλαγων ] προς τον Κλεωνα . Γ ἐσκοροδισας ] δριμυτητος ἐνεπλησας . τον δακτυλιον ] την σφραγιδα , της
9999908 εὐδαιμονως
ἠν δε εἰ συμβαλλονται τι τοις εὐδαιμονως ζησασι και τελευτησασιν εὐδαιμονως αἱ των ἐκγονων τυχαι προς το διαμενειν την εὐδαιμονιαν
προτιμωντες ἐν ἐλευθερᾳ τῃ πατριδι , εἰ και τα ἀλλα εὐδαιμονως δουλευειν παρειη . ἐπετραφη δε νεοτης και ἀλλαχου της
9999908 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999908 δοθεντι
γραμμη ἠκται ἡ ΑΖ : ὁπερ ἐδει ποιησαι . Τῳ δοθεντι ἐπιπεδῳ ἀπο του προς αὐτῳ δοθεντος σημειου προς ὀρθας
Ἐαν ᾐ τρια μεγεθη , και το πρωτον του δευτερου δοθεντι μειζον ᾐ ἠ ἐν λογῳ , ᾐ δε και
9999908 φιλοκερδης
ἀν σχωσι της ἀρετης ἀδιαλειπτον την μνημην . ὁτι δε φιλοκερδης πανταχου ὁ Πινδαρος , ἐκ των φθασαντων δηλος ἐστιν
ἀνδρος . ὁ δε ταχυ μεν , μικρα δε βαινων φιλοκερδης , κακουργος , δειλιας εἰς ἀκρον μεστος . σχολαια
9999908 ὑποστρεφει
μεν γαρ εἰς ἀμετρητον ἐμβεβληκυια τον βυθον προς την δυσιν ὑποστρεφει , μεγεθει τε διαρκη και πνευματων σκεπανον παρεχει τον
. ἀτιμιαν ] † ἠγουν ὁτι ἐν διερρηγμενοις ἐνδυμασιν ἀτιμως ὑποστρεφει . ἀμφι ] περι . σωματι ] τῳ .
9999908 δολιως
ἑνα βιον ἀληθως φιλοσοφησασαν ἀποκαταστηναι και τρισμυριους φιλοσοφησασαν ἐμπαθως και δολιως μη ἀποκαταστηναι . Δηλοι δε και ὁ Ἀρδιαιος ἐν
χερσι το θαλασσιον ὑδωρ ἀνακλυζοντες ἀφρον προσενεγκειν ἀναγκαζουσι και τουτον δολιως τῳ κεπφῳ προτεινουσιν , ὁ δε τον ἀφρον λαβειν
9999908 λευκοτητα
ἱνα τοιανδε ἑτεροχροιαν και οὐ την σαφη του γαλακτος την λευκοτητα θεασαμεθα , ὁθεν προδηλως και τον κακωσαντα χυμον ὁρισομεν
λευκον , ὁπερ ἐστιν οὐσια : οὐδε γαρ δυνανται την λευκοτητα διελειν εἰς ψιμυθιον και κυκνον και χιονα , ἐπειδη
9999908 ἐχρησεν
μετα της ἀδελφης Εὐρυτιωνης κατεφλεχθη . λοιμου δε ὑστερον γενομενου ἐχρησεν Ἀθηνα , μη προτερον παυσασθαι τον λοιμον , πριν
το μαντειον ἀπηλθεν ἐρωτησων περι τουτου : ὁ δε θεος ἐχρησεν ἠσαν ποτ ' ἠσαν ἀλκιμοι Μιλησιοι . ἀντι του
9999908 ἀποτελεσμα
δʹ . Σκοπος ἐστι προεπινοουμενον τελος : τελος δε το ἀποτελεσμα του σκοπου . εʹ . Ἀφορισμος ἐστι λογος συντομος
, ὁτι αἰτιον ἐστι του ἀποτελεσματος , ὁταν ἐκεινο ὡς ἀποτελεσμα καταλαμβανωμεν . ἀλλ ' οὐδε το ἀποτελεσμα του αἰτιου
9999908 συγκριτικως
δημοσιευῃ του γενους , και τα τοιαυτα : προς τι συγκριτικως : ὁτι χαλεπωτερος οὑτος ἐστιν : οἱ μεν γαρ
και το ἑκατερος . Τα εἰς ΤΕΡΟΣ ὑπερτρισυλλαβα συγκριτικα ἠ συγκριτικως παραληγομενα προπαροξυνεται : ἰθυντερος ἀβελτερος μελαντερος ὀρεστερος . τουτοις
9999906 Ἀφροδιτας
, ἀγριαινεται ἡ θαλασσα . αἰκεν τον Λυκιδαν ὀπτευμενον ἐξ Ἀφροδιτας ῥυσηται : το αἰκεν ἀντι του ἱνα : ἱνα
αἰ τον Ἀδωνιν : και ποταμοι κλαιοντι τα πενθεα τας Ἀφροδιτας , και παγαι τον Ἀδωνιν ἐν ὠρεσι δακρυοντι ,
9999906 θινες
ἐτι ἐκπαιδευεται και αὐξεται τα δεινα . . . οἱ θινες δε και οἱ σωροι των νεκρων καιπερ φωνην μη
ἀκται μεν γαρ εἰσιν οἱ πετρωδεις τοποι της θαλασσης , θινες δε οἱ ἀμμωδεις . ἀκοντιον δορατος διαφερει . ἀκοντιον
9999906 παρεστηκε
εἰς το του λεγοντος προσωπον : και εἰ τῳ ἀρα παρεστηκε τον μεν Συρακοσιον , ἑαυτον δ ' οὐ πολεμιον
ὀρθη και ἐναρμοζει τῃ δευτερᾳ και μιαν περονην λαμβανει : παρεστηκε δε τῃ κλιμακι ξυλον ὑψηλοτερον , ζυγωμα ἐχον ,
9999906 διετριψεν
ταις ἀνατριψεσιν εὐχρους ἐν ταχει γινοιτο , μετριως ἐν αὐτῳ διετριψεν : εἰ δε δυσεκθερμαντος τε και ἀχρους διαμενει μεχρι
Ῥωμαιων βασιλειαν παρελαβε , Πυθαγορας δε μετα την πεντηκοστην ὀλυμπιαδα διετριψεν ἐν Ἰταλιᾳ . τουτου δ ' ἐτι μειζον ἐχω
9999906 Φιλοκτητου
και πανταπασιν ἠλθεν εἰς αὐτους τῃ τε ἀλλῃ και την Φιλοκτητου νοσον , ἡν Ὀδυσσευς και Ἀτρειδαι προκαταγνοντες ἀνιατον εἰναι
τοπους . Ἀπολλοδωρος δε ἐν τοις Περι νεων , του Φιλοκτητου μνησθεις , λεγειν τινας φησιν , ὡς εἰς την
9999906 πεπονθατε
νοειν . και μετα ταυτα τυραννουντος ἐφη , εἰ δε πεπονθατε λυγρα δι ' ὑμετεραν κακοτητα , μη θεοισιν ταυτην
εἰ δ ' ἀκοντων ὑμων ἐκεινος ἐκρατει , τι δεινον πεπονθατε λαβοντος ἐμου και τον τοπον τοις πλεουσιν ἀσφαλη παρεχοντος
9999906 δριμεων
βλεφαρα καθευδειν μελλοντεϲ : ἀπεχεϲθωϲαν δε ὀξεων και ἁλμυρων και δριμεων . Ἡ μεν ϲκληροφθαλμια ϲκληροτηϲ και δυϲκινηϲια ἐϲτι του
συνιστανται . φειδεσθαι οὐν χρη της συνεχους ἐδωδης ἁπαντων των δριμεων , και μαλιστα ὁταν ὁ προσφερομενος αὐτα χολωδεστερος ᾐ
9999906 ἀναγκα
και διαγωγαν καταρχα ὑβριος και ὀλεθρω ῥιζουται τοις ἀνθρωποις . ἀναγκα γαρ τως πολλα ἐχοντας τετυφωσθαι πρατον , τετυφωμε -
, ἀλλα ὁ τις ἀνθρωπος ἐπιδεχεται . και γαρ ποιον ἀναγκα και παλιν ποσον και ποτι τι πως ἐχεν τον
9999906 δακτυλοις
ληφθεντα μετ ' οἰνου ξηρα , λεια ὁσον τοις τρισι δακτυλοις , πολλων οὐρων εἰσι κινητικα : και της σαρκος
κυριως μεν το ταις ψηφοις ἀριθμειν , καταχρηστικως δε και δακτυλοις ἀριθμειν . διαφερει δε μεταφορα και καταχρησις , ὁτι
9999905 παραδειγμα
τῳ χρωμενῳ μοχθηροις ὀργανοις και ὑποκειμενοις . Το του στρατοπεδου παραδειγμα ὡς ἐν ταξει ὀργανου παρελαβεν , τα δε σκυτη
εἰναι ἰδεᾳ ἐν τῳ παραδειγμα εἰναι τι , το δε παραδειγμα προς τι : τινος γαρ το παραδειγμα . ἐτι
9999905 συμβολικως
την δυαδα , καλως ἐλαμβανετο ὁ Ἀριστοτελης : νυν δε συμβολικως λεγουσι την δυαδα ἀρχην των μεριστων παντων , ἐπειδη
εἰρηται ἐν τῃ Περι ψυχης πραγματειᾳ . παλιν ἡ εὐθεια συμβολικως λαμβανεται εἰς την ψυχην , δια το ποθεν ποι
9999905 παρεθετο
δειξαι τι ἐστι το λεγειν λογους ἀριθμων τα ἐνταυθα εἰναι παρεθετο την συμφωνιαν : και γαρ ἡ συμφωνια οὐκ ἀριθμος
Κυθνος γεγονεν , ἐστι δε ὀνομα κυριον . ταυτα μεν παρεθετο , ὁ τε Ὠριγενης και Ὠριων πατρωνυμικα : τυπου
9999905 ἐπαγγελιαις
' Ἡρακλεους συγγενειας και λογοις φιλανθρωποις , ἐτι δε μεγαλαις ἐπαγγελιαις μετεωρισας ἐπεισε την πατροπαραδοτον ἡγεμονιαν [ της Ἑλλαδος ]
τους ἡγεμονας και τους μεν δωρεαις , τους δ ' ἐπαγγελιαις μεγαλαις , παντας δε φιλανθρωποις ὁμιλιαις ἐξιδιοποιησαμενος προετρεψατο προς
9999905 διεβαινεν
ἐν τοις ὑποκειμενοις μενουσης , του αἰσθητηριου μη θιγοντος , διεβαινεν ἡ ταυτης αἰσθησις προς ἡμας . ἀλλα γαρ κἀν
ἐχθρας και ὁθεν ἠσαν οἱ Σηστον καταλαβοντες , εἰς Σηστον διεβαινεν , ἡν εἰχε Κοτυς . καιτοι μη νομιζετε μητ
9999905 παραφροσυνη
νοσειν με κατα σε κριτην , ἐαν νοσημα ἐστι και παραφροσυνη και μανια το μισειν τους ἐμους ἐχθρους . .
, ἐμετος , και λειποψυχιη γινεται . Ἐπι αἱματος ῥυσει παραφροσυνη ἠ σπασμος , κακον . Ἐπι εἰλεῳ ἐμετος ,
9999905 ἐλευθεριης
Κλυθι πολυθρονιου βριαρον σθενος ἀντιδοτοιο , Καισαρ , ἀδειμαντου δωτορ ἐλευθεριης , κλυθι Νερων : ἱλαρην μιν ἐπικλειουσι Γαληνην εὐδιον
ὡστε οὐδεν δει τουτο γε ὀνειδιζειν . Ἀλλ ' ὁμως ἐλευθεριης γλιχομενοι ἀμυνεομεθα οὑτω ὁκως ἀν και δυνωμεθα . Ὁμολογησαι
9999905 αἰσθητικου
δε ἐνυπνιον φαντασμα τι φαινεται εἰναι , φανερον ὁτι του αἰσθητικου μεν ἐστι το ἐνυπνιαζειν , τουτου δ ' ᾑ
ἠ τουδε , ἀλλα της ὁλης : εἰτα την του αἰσθητικου φυσιν οὐκετι τῳ σωματι συμπεφυρμενην , ἐποχουμενην δε :
9999905 παρελιπεν
Πυθαγορου και Τιμων ἐν τοις Σιλλοις δακνων αὐτον ὁμως οὐ παρελιπεν , εἰπων οὑτως : Πυθαγορην τε γοητας ἀποκλινοντ '
ἀνομοια ὡς ἑνα ὁρισμον ἐπιδεχομενα τον της ἀνομοιοτητος . κἀν παρελιπεν ὁ Ἀριστοτελης την διαιρεσιν κατα την ταξιν των γενικωτατων
9999905 ἀπαγγελιας
και τα δημηγορικα . τον αὐτον δε τροπον και τας ἀπαγγελιας συναψομεν τῳ προοιμιῳ ἠ παρα τα μερη πιστας και
μεν ἱστοριαν παραδιδωσι , το δε ὑπτιον και ἀνειμενον της ἀπαγγελιας σοι οὐκ ἐπιτηδειον . . Π . ἰδ .
9999904 ἀμεινονες
διοριζεται λεγων ὁτι Ἐν πολεμῳ , ἀγορῃ δε τ ' ἀμεινονες εἰσι και ἀλλοι . ἐχων οὐν ἐνεχυρον ὁ Ὀδυσσευς
' ἐπισταμενος σαφα εἰπειν : ἡμεις τοι πατερων μεγ ' ἀμεινονες εὐχομεθ ' εἰναι : ἡμεις και Θηβης ἑδος εἱλομεν
9999904 παρελαμβανετο
. Ἐπι πασι δε τοις κατειλεγμενοις ὁ τουτων συνδετικος συνδεσμος παρελαμβανετο , οὐδεν δυναμενος ἰδιᾳ παραστησαι χωρις της των λεξεων
' ἀν τουτο πιθανον , εἰ παντοτε ἀντι του και παρελαμβανετο ὁ κατα . και φαινεται ὁτι , δι '
9999904 παρεκαλεσε
: χρη νοειν ὁτι κατα το σιωπωμενον εἰσελθουσα ἡ γραυς παρεκαλεσε - την μηδειαν ἐξελθειν : αὑτη οὐν ἐξελθουσα φησιν
και ποσῳ , εἰπεν , ἡμεις ἐκεινοις φοβερωτεροι ; Ἰφικρατης παρεκαλεσε τους στρατιωτας , ἀνθ ' ὡν πολλους και ἐνδοξους
9999904 Κορινθιους
ποτε μετα Γλαυκωνος συν ναυσιν εἰκοσι Κερκυραιοις βοηθησων διαφερομενοις προς Κορινθιους . μετα δε ταυτα αἰτιαθεις ἀσεβειν ὡς και αὐτος
αἰσθομενοι τον θρουν τουτον ἐν τῃ Πελοποννησῳ καθεστωτα και τους Κορινθιους διδασκαλους τε γενομενους και αὐτους μελλοντας σπεισεσθαι προς το
9999904 μετρῳ
ξδʹ . ἑξης δε εἰς ἑτεραν ὑποθεσιν μεταβας και ἑτερῳ μετρῳ ἐχρησατο . και εἰσι τα ἑξης κωλα χοριαμβικα διμετρα
τοις Ἠπειρωτικοις ἐθνεσιν . ἀλλ ' ὡσπερ οὑτος τῃ παραλιᾳ μετρῳ χρωμενος ἐντευθεν ποιειται την ἀρχην , ἡγεμονικον τι την
9999904 δωδεκαεδρον
. νβʹ . Εἰς την δοθεισαν σφαιραν [ το ] δωδεκαεδρον ἐγγραψαι . Ἐγγεγραφθω , και ἐστω σημεια των γωνιων
. οἱον το μεν εἰκοσαεδρον του δωδεκαεδρου , το δε δωδεκαεδρον του ὀκταεδρου , και ὁμοιως το μεν ὀκταεδρον του
9999904 παραιτουμεθα
αἱ ποιοτητες : και ἐπι μεν των ἀσθενουντων , καλως παραιτουμεθα τας των δοκουντων ἐπ ' ὠφελειᾳ διδοσθαι φαρμακων ποσεις
και θρομβια μεταξυ αὐτων . Ἐφ ' ὡν τον ἐμετον παραιτουμεθα , των θρομβων μαλλον ἐν τῳ στομαχῳ σφηνουμενων ,
9999904 ποτοιο
πληρωσιν τινα σημαινει . Ὁμηρος : κουροι δε κρητηρας ἐπεστεψαντο ποτοιο . και : ἀλλα θεος μορφην ἐπεσι στεφει .
Περι σοφιστειας προς τους Ἀκαδημαϊκους . Δουρατεον σκυφος εὐρυ μελιζωροιο ποτοιο . Ἀρτεμι , σοι τα πεδιλα Κιχησιου εἱσατο υἱος
9999904 συνεγραψαν
και ] ἰδιωτῃ και οὐ δεομενα μαθηματικης σημειωσεως , ὡστε συνεγραψαν ἀν πολλοι και των παλαιων των τα Περσικα ἱστορουντων
των ἱστοριων ἀναλεξαμενος , ἁς οἱ προς αὐτων ἐπαινουμενοι Ῥωμαιων συνεγραψαν Πορκιος τε Κατων και Φαβιος Μαξιμος και Οὐαλεριος ὁ
9999904 εὐγνωμονως
ἠ κολαζειν τινας ἀπεστη , μεταβαλομενος δ ' εἰς τοὐναντιον εὐγνωμονως τοις πληθεσι προσεφερετο και πολλους μεν εὐεργετων , οὐκ
αἰτιον της δημιουργιας γεγονεναι . Διδακτεον οὐν αὐτους , εἰ εὐγνωμονως ἀνεχοιντο , τις ἡ φυσις τουτων , ὡς αὐτους
9999904 φυτεια
ὁ νεογνος , ἀφ ' οὑ και μοσχεια ἡ νεα φυτεια . . . γαμηλια και γαμηλια διαφερει . γαμηλια
μεν γαρ τοις εὐδιεινοις και ἀπνευματοις ἐτι δε ὁταν ἡ φυτεια πυκνη εὐαυξη μεν τα δενδρα μανα δε και ὑγρα
9999904 παραβληθῃ
ὀντα προτερον δια τας ἐκ του Καϋστρου προχωσεις , ἐαν παραβληθῃ χωμα τῳ στοματι πλατει τελεως ὀντι , ἐκελευσε γενεσθαι
συμμετρος τῃ ΑΒ μηκει . Ἐαν ἀρα ῥητον παρα ῥητην παραβληθῃ , και τα ἑξης . Το ὑπο ῥητων δυναμει
9999903 παρεσκευαστο
κυριον ʃ εὐθεια των ἐκεινων τι χωριων : αἰνιττεται Ἐπιδαμνον παρεσκευαστο : τα της μαχης πεμπτος αὐτος : ἀντι του
του βωμου ἐκαθητο Μουνιχιασι , σωθηναι : και γαρ πλοια παρεσκευαστο και οἱ ἐγγυηται ἑτοιμοι ἠσαν συναπιεναι . καιτοι εἰ
9999903 λινουν
, ῥοδων ϲπερματοϲ ⋖ δ : και οὐλοιϲ ποιει . λινουν ἀπο πορφυραϲ θαλαττιαϲ περιτεθεν ἐχιδνηϲ τραχηλῳ και πνιξαν αὐτην
διαυγης ἐν ὀξυκρατῳ βρεχεται μεχρι διαλυθειη , ἐπειτα εἰς ῥακος λινουν ἐμπλασσεται και κατακολλαται του τε ἠτρου και της ὀσφυος
9999903 Σικελιωτων
τῃ ναυμαχιᾳ των μεν Καρχηδονιων οὐκ ὀλιγοι , των δε Σικελιωτων ναυς μεν πλειω των ἑκατον , ἀνδρες δ '
ἐν τοιαυταις ἀναγκαις τοτε στασιωτικων καιρων κατειλημμενοι ξυνεστρατευον , και Σικελιωτων Ναξιοι και Καταναιοι , βαρβαρων δε Ἐγεσταιοι τε ,
9999903 ἀπουσιᾳ
, ἡ πολις ἐκεινη διαφθειρεται ; και μην σωμα μεν ἀπουσιᾳ ψυχης , ψυχη δε ἀπουσιᾳ λογισμου , λογισμος δε
γης . μεταξυ γαρ ἐστιν Εὐρωπης και Ἀσιας . τῃ ἀπουσιᾳ αὐτων ἐπιμονως πενθουσαι , ὡς δοκειν ἁβρυνεσθαι ἐπι τῳ
9999903 ἀναγκαιᾳ
μετα συμποτων πλειονων γυμναζομενος ἐπιδεικνυσθαι την ἐν τῃ του πωματος ἀναγκαιᾳ διαφορᾳ δυναμιν ὑπερθεων και κρατων , ὡστε ὑπ '
γαρ ἀψευδειν , το δε τι εὐνοιᾳ τῃ προς ὑμας ἀναγκαιᾳ . εἰ δε και πατρος ἑνεκα παντ ' ἐποιουν
9999903 ἀθροισθηναι
χαιροντων ταις ἁρπαγαις , ὡς ἐν βραχει τῳ χρονῳ δυναμιν ἀθροισθηναι μεγιστην περι αὐτον , οὐκ ἐλαττω των πεντε μυριαδων
ὁτι ἐν παντι μοριῳ διαφορος τικτεται κακοχυμια : ἐνδεχεται οὐν ἀθροισθηναι χολωδη ὑλην ἐν τῳ ὑπεζωκοτι και ἐμφραγηναι και ποιησαι
9999903 τεσσαρεσκαιδεκατον
, ἐμετος χολωδων ἠ φλεγματωδων . τουτων προφαινομενων περι το τεσσαρεσκαιδεκατον ἐτος , δει τον ἰατρον τεκμαιρεσθαι ὡς ἐπειγει ἡ
παιδι Κλεοδαμου νικησαντι την οϚʹ Ὀλυμπιαδα . . . Το τεσσαρεσκαιδεκατον εἰδος μονοστροφικον ἐστιν ἐκ ιηʹ κωλων και ιζʹ .
9999903 παραγωγη
ἐκληθη δε δια το ἐμπεριεχεσθαι τοις ὀρεσι τοις παρακειμενοις . παραγωγη δε , ὡς ἐκ της ἀντι Ἀντισσα και ἐκ
ἡφι βιηφιν ὁλοκληρος ἡ παραγωγη . εἰ γαρ αὐ ἡ παραγωγη στοιχειου γινεται ἀφαιρετικη , ὡς ἐπι γενικης του υ
9999903 παρεκελευσατο
ἐπειθε , τοις Ἑλλησι ἐφρασε κρυφα τα πραττομενα , και παρεκελευσατο φυλαττεσθαι . Οἱ δε , θυσιαν τινα παρασκευασαμενοι και
χωριων και ἐδει κατα ταχος βοηθειν , ἐξορμων ὁ Ἱππαρινος παρεκελευσατο τῳ παιδι , εἰτις ἐντος της αὐλης βιαζοιτο ,
9999903 πολεμικῃ
, λελεκται δε και καθ ' ὁ τι ἐοικεν τῃ πολεμικῃ ἐπιστημῃ ἡ κυνηγετικη , και ἡντινα ἡλικιαν ἐχοντα χρη
δε παντες , ὡς εἰρηται , ἐν μιᾳ νηϊ Ῥωμαιᾳ πολεμικῃ , ἡτις ἠν διηρης , ὡν την μεν ἀνω
9999903 ἀφροδιτην
: σκληρον γαρ ἐστι το κεντρον , το προς την ἀφροδιτην αἰδοιον , οἱονει ὀστουν οὐχ ὑπεικον , οὐδε καμπτομενον
δηλοι , πενητι δε καματον . Βαλανος ἁλλομενος δουλῳ εἰς ἀφροδιτην ἐλθειν δηλοι . Ἀκρωμος ἁλλομενος ἡδονην τινα πιστευεται σημαινειν
9999903 καθαρωτερα
το ἀγελαιαν εἰναι : τα γαρ ἐν τοις ὀρεσι διατριβοντα καθαρωτερα και ὑγιεινοτερα των ἀλλων . ἠ ἁγνης της ἀσινους
ζητων ἀντιστροφον ἐνταυθα προβεβληκεναι σκοπων ἀρα ἐστι τις ἑτερας ἀλλη καθαρωτερα ἐπιστημης ἐπιστημη , καθαπερ ἡδονης ἡδονη . Και μαλα
9999903 πινοι
λεγοντος ὁτι θερμον εἰη παρ ' ἑαυτῳ το ὑδωρ ὁ πινοι , Ὁταν ἀρ ' , ἐφη , βουλῃ θερμῳ
στρατηγημα ; τοιαυτα πολλα δεξιως ἐλεγεν τε και ἐπρησσεν ὁτε πινοι [ ἠ πρασσοι ] . τα μεντοι πολιτικα οὐτε
9999903 παρεσκευαζεν
και ὁτι ἐν τοις συμποσιοις συνων αὐτωι ὠρχειτο και γελωτα παρεσκευαζεν ἀπεστειλε διαφθερουντα Περραιβους και των ἐκει πραγματων ἐπιμελησομενον .
δ ' ἠλθον ἐχοντες των νεοδαμωδων ὡς τριακοσιους , και παρεσκευαζεν αὐτοις την διαβασιν . ἐν τουτῳ δε και Λεσβιοι
9999903 φαρετρην
θαλερων αἰζηων . Μηριονης δ ' Ὀδυσηϊ διδου βιον ἠδε φαρετρην και ξιφος , ἀμφι δε οἱ κυνεην κεφαληφιν ἐθηκε
θελω μανηναι . ἐμαινετ ' Ἡρακλης πριν , δεινην κλονων φαρετρην και τοξον Ἰφιτειον : ἐμαινετο πριν Αἰας , μετ
9999903 Ἀμφιλοχος
προειδοτες και προειπειν δυναμενοι τοις ἐρομενοις . Ὠ Μενιππε , Ἀμφιλοχος μεν οὑτος ἀν εἰδειη ὁ τι αὐτῳ ἀποκριτεον ὑπερ
εἰτ ' Ἀμφιλοχικον Ἀργος λεγομενον : τουτο δε κτισαι δοκει Ἀμφιλοχος , υἱος Ἀμφιαραου μαντεως . Εἰσι δ ' ἐπανω
9999903 γλυκυτητος
εἰ και βραχυ , ἀλλ ' οὐν ἐχειν τι και γλυκυτητος , δηλον γε μην , ὁπερ ἐφην , ὁτι
δυο , μεστη χυλου , δριμεια μετα ποσης στυψεως και γλυκυτητος , ὑπερυθρος : ὁμοιως δε και ὁ χυλος ἐρυθρος
9999902 σπουδαστεον
τε και αἰτιας και των ἀρχων ὁ θεος ἐξηγειται , σπουδαστεον ἐν τουτῳ μαλιστα ἐκεινην την ἐπιστημην κτησασθαι , δι
εἰ δε ἐν τουτῳ μαλιστα ἐστιν ἡ ὀντως εὐδαιμονια , σπουδαστεον περι αὐτην , εἰπερ ὀντως βουλομεθα μακαριοι εἰναι .
9999902 ἐλαττονες
πηχων ἑκκαιδεκα , καταργυρος ὠν ὁλος , οἱ δε τρεις ἐλαττονες ὀντες διαλιθοι κατα μεσον ὑπηρχον . Μετα τουτους ἐφεροντο
τῃ κατεψυγμενῃ ζωνῃ . Ἀναπαλιν δε τοις προς μεσημβριαν οἰκουσιν ἐλαττονες ἀει μαλλον και ἐλαττονες αἱ ἡμεραι γινονται . Παρ
9999902 ἐπανηγαγεν
δ ' οὐχ αὑτον τε και σε παλαι προς ταυτην ἐπανηγαγεν ἀπο τοσαυτης γλωττης , κατηγορησομεν , το τιμημα δε
. Δειξασα δε μοι τα τοσαυτα κἀμε τοις ἐπαινουσιν ἐκεινοις ἐπανηγαγεν αὐθις , οὐκετι την αὐτην ἐσθητα ἐκεινην ἐνδεδυκοτα ἡν
9999902 Σμυρνης
: ὡνπερ οἰμαι και μονων ἠν κρειττον τι της τοτε Σμυρνης ἐξευρειν . Τοιαυτη τις ἡμιν της τυχης ἡ περι
θεμις σιωπῃ παρελθειν γλωσσαν τοσαυτην γεννησανταἀνισχει μεν ἐκ προαστειων της Σμυρνης , τικτουσι δ ' αὐτον μυριαι πηγαι και πλησιον
9999902 δεινῳ
τοις ἑτεροις ἠ κατορθωσαντες πλειον ἑξειν ἠ σφαλεντες ἐν μηδενι δεινῳ ἐσεσθαι δια το συγγενες , καθ ' ὡν δ
την συγκρουσιν των φωνηεντων γραμματων , οὐ μαλα ἐπιτηδεια ἐστι δεινῳ λογῳ : πολλα γαρ [ τα ] ἐκ της
9999902 ἐντιμως
παρθενους λυτρωσαμενος ὁ Βιας παρα λῃστων ἠγεν ὡς ἰδιας θυγατερας ἐντιμως . μετα δε τινας χρονους παραγενομενων των συγγενων κατα
κακοποιου κατα τον καιρον της ἐναλλαγης , οὐ σωθησεται πλην ἐντιμως ἀποθανειται . Ἑκτον εἰπομεν εἰδος το εἰναι τον ἐπιμερισμον
9999902 κατενευσεν
' ἐκφατο μυθον : Εἰ μεν δη Μεμνων τοι ἀριφραδεως κατενευσεν ἡμεων αἰνον ὀλεθρον ἀπωσεμεν , οὐ τι μεγαιρω μιμνειν
, ὠγυγιος τις ἠλιθιοτης . οὐδε γαρ Μωυσῃ τῳ πανσοφῳ κατενευσεν ὁ θεος τουτο γε , καιτοι γε μυριας ποιησαμενῳ
9999902 σκολιαις
παθος σκολιον , ὡς ἁπλουν το ἀπαθες . ταις οὐν σκολιαις δικαις ἑπεται και ἐπιορκια , διοτι δικαζειν ἐθελοντες ὠμνυον
το σον , ὁτι και δικα τειχος ὑψιον , και σκολιαις ἀπαταις ἀναβαινειν ἐπιχθονιον γενος ἀνθρωπων , ἀλλ ' ἀπροσβατον
9999902 ὀγδοος
. ἑπτα μεν ἠσαν συγγενεις μου ἐπισκοποι , ἐγω δε ὀγδοος : και παντοτε την ἡμεραν ἠγαγον οἱ συγγενεις μου
ἑκκαιδεκατος ὠν ἐκ Δαρειου του Ὑστασπου , Περσων βασιλεως , ὀγδοος δ ' ἀπο Μιθριδατου , του Μακεδονων ἀποσταντος τε
9999902 ὀποπανακος
βʹ : ὀρτυγος ταριχηρου της σαρκος δραχ . βʹ : ὀποπανακος δραχ . αʹ . ἀναλαμβανε τριψας γλοιῳ , και
λιβανου , ἀνα οὐγγιας η . κηρου οὐγγιας δ . ὀποπανακος , χαλβανης , ἰου , ἀνα οὐγγιαν μιαν ,
9999902 μιγνυμεν
: στησαντες δε το ἀγγειον ἐν ὑδατι ψυχρῳ ἠ χιονι μιγνυμεν ἀλφιτου λεπτου ὀλιγον και ἀναδευσαντες ἐπιρριπτουμεν . δει δ
ἀποζεματι . και του ϲπερματοϲ δε των κωδυων ἐϲτιν ὁτε μιγνυμεν ἀνωδυνιαϲ χαριν : εἰ δε πολλη τηϲ ὀδυνηϲ ἡ
9999902 διετελεσεν
νησου την τε χωραν ἐπ ' ἰσης κατεκληρουχησε και τἀλλα διετελεσεν ἀρχων ἐπιεικως . το δε τελευταιον μετ ' Ἀγαμεμνονος
αὐτην ἀφιησι και πασων μαλιστα γυναικων ἀσπαζομενη τε και τιμωσα διετελεσεν . ἐκ ταυτης γινεται της Ὀκρισιας ἐτι δουλευουσης παιδιον
9999902 ᾐσεν
τα ἐς τας ᾠδους τας χρυσας , ἁ δη Πινδαρος ᾐσεν ἐπ ' ἐκεινῳ τῳ ναῳ : χρυσειαι δ '
Ἐρεσον τε και Λαομεδοντα , ὁσα γε ἡμεις ἐπισταμεθα , ᾐσεν οὐδεις . ἐστι δε οἰκια τε ἡ Ἀντηνορος και
9999902 ἀναφορα
διπλη ὁτι συν τῳ ν ἡ κλητικη . ἡ δε ἀναφορα προς το ᾡ τε συ , Καλχαν , ὁτι
Πολυϊδος ὁ τον Μινωος ἀνευρων παιδα μαντις . ἡ δε ἀναφορα προς το Αἰθρη Πιτθηος θυγατηρ . . ὀνειροπολοιο :
9999902 ἰσημερινα
βλεπειν ἀλληλα δια το ἐπισκοπειν το κυκλωμα της γης τα ἰσημερινα . βλεποντα δε τα ἰσον ἀπεχοντα των τροπικων και
τοις κατα κορυφην σημειοις ἐγχρονιζειν ταχειας γινομενης της περι τα ἰσημερινα τμηματα κατα πλατος παραχωρησεως , ὁθεν ἀν το θερος
9999902 ἀναθημα
σφισιν ἐφασαν οἱ Μαντινεις , και τουδε ἑνεκα τροπαιον ἐποιησαντο ἀναθημα τῳ Ποσειδωνι . πολεμῳ δε και ἀνθρωπων φονοις παρειναι
' ἀνθεντων δημοσιᾳ Σαμιων : τουτο μεν δη τους το ἀναθημα ἀναθεντας μηνυει , το δ ' ἐφεξης ἐς αὐτον
9999902 ἱκετευσας
ἱκετας μεγιστον γιγνεται ἁμαρτημα ἑκαστοις : μεθ ' οὑ γαρ ἱκετευσας μαρτυρος ὁ ἱκετης θεου ἐτυχεν ὁμολογιων , φυλαξ διαφερων
, φρουρειν τοις οἰκεταις παρακελευσαμενος : ἑωθεν δε εἰσερχεται πολλα ἱκετευσας . και παρελθων ἐπι πολυ μεν ἐζητει τον Ἀντιφιλον
9999902 θαυμασθηναι
ἐκαθημεθα δε ἐν τῃ στοᾳ . και ἀποβλεφθηναι ἐπι του θαυμασθηναι Αἰσχινης εἰπεν ὁ Σωκρατικος . γλωττας δε τας των
. ῥηθεντων δε τουτων των ἐπων , οὑτω σφοδρως φασι θαυμασθηναι τους στιχους ὑπο των Ἑλληνων ὡστε χρυσους αὐτους προσαγορευθηναι
9999902 διανοητικη
, εἰη ἀν ἡ προαιρεσις ἠ ὀρεκτικος νους ἠ ὀρεξις διανοητικη : ταυτα δ ' ἀν εἰη ἐν μονῳ τῳ
ἡ γραμμη ἀπλατης ὑπαρχει , και καθολου φαναι πασα ἐπιστημη διανοητικη , τουτεστιν ἡ λογῳ μονῳ χρωμενη , ὡσπερ γεωμετρια
9999902 σκοτεινα
ἑψητοι τα λητα ἰχθυδια : ἑψια ἡ παιδια : ἐψιοωντα σκοτεινα . Πασα λεξις δια της βε συλλαβης ἀρχομενη ,
* ἰσοθεος . σαφη . ἐμου δηλονοτι . πεμποντος . σκοτεινα . τα ποικιλα τῳ θρηνῳ . κακοφημα . δυσφημα
9999902 διπλασιονες
. και ἐπει αἱ ΞΛ , ΛΝ ἰσαι εἰσιν , διπλασιονες ἀρα εἰσι της ΛΝ , ὡστε ἡ ΞΝ της
ἐκ τριων μακρων , μολοττος . Τετρασυλλαβοι δε οἱ τουτων διπλασιονες ιϚʹ , ὡν τετραχρονος εἱς , ἐκ τεσσαρων βραχειων
9999902 συνδρομης
ἡρωικως δε μαχομενος και πολλοις τραυμασι περιπεσων ἐτελευτησε , τοτε συνδρομης γενομενης περι του πτωματος νεκρων πληθος ἐσωρευθη . ἀναρχιας
συμπτωματων εἰδως , πολλακις ἀνομοιου δοκουσης εἰναι τοις πολλοις της συνδρομης , τοις αὐτοις χρησεται , οἱον ὀπισθοτονικοι τινες λεγονται
9999902 κολοκυντας
' ἰδοις ἀν νιφομενα συκων ὁμου τε μυρτα . ἐπειτα κολοκυντας ὁμου ταις γογγυλισιν ἀρουσιν . ὡστ ' οὐκ ἐτ
, και ἑξεις τουτους νεαρους ἐν τῳ χειμωνι . Τας κολοκυντας φυλαξεις , οὑτως . λαβων ταυτας ἁπαλας κατατεμε ,
9999901 συνεμαχουν
δισμυριων , ἱππεις δε περι δισχιλιους : τοις δε Τεγεαταις συνεμαχουν οἱ πλειστοι και κρατιστοι των Ἀρκαδων και Ἀχαιοι και
εὐρυαγυια Μυκηνη : ἡ διπλη ὁτι τουτων των πολεων ἑνεκα συνεμαχουν τοις Ἑλλησιν , οὐ δια το ἀποκεκρισθαι ὑπο Ἀλεξανδρου
9999901 διεδεξαντο
, τα μεν μυθωδη τα δ ' ἐγγυτερω πιστεως . διεδεξαντο μεν γαρ την της Ἀλβας ἀρχην ἀμφοτεροι παρα των
ἀρχοντος δ ' Ἀθηνησι Φαιωνος ἐν Ῥωμῃ την ὑπατον ἀρχην διεδεξαντο Λευκιος Φουριος Μεδιολανος και Μαρκος Μανιλιος Οὐασων . ἐπι
9999901 μελε
? [ . . . . . . [ ] μελε [ [ ] πυρος [ [ ] εδασου [
στηθεα τε στιβαροι τε βραχιονες : αὐταρ Ἀθηνη ἀγχι παρισταμενη μελε ' ἠλδανε ποιμενι λαων . μνηστηρες δ ' ἀρα
9999901 διεφθορεν
Ἀριστοφανης ἐν Ταγηνισταις οὑτως : τον ἀνδρα τουτον ἠ βιβλιον διεφθορεν ἠ Προδικος ἠ των ἀδολεσχων εἱς γε τις .
. . . . τουτον τον ἀνδρ ' ἠ βυβλιον διεφθορεν ἠ Προδικος ἠ των ἀδολεσχων εἱς γε τις .
9999901 ἐνεχθεν
το γαρ ἐκ των τραχειων ἀρτηριων πνευμα το ἐξωθεν ἐσω ἐνεχθεν ἐν μεν τῃ σαρκι του πνευμονος την πρωτην ἐργασιαν
ὡς δε ταυτα διελογιζομην κατ ' ἐμαυτον , νοσημα δεινον ἐνεχθεν την του φιλου κατεσχεν οἰκιαν : παλιν το οἰμοι
9999901 θαρσαλεως
γυνη ἀπεθανε , παρεκαλεις ἀν , οἰομενος δειν ἀνδρωδως και θαρσαλεως και μη βαρεως φερειν : αὐτος δε τοις αὐτοις
πατρι ἐοικως , και μιν ἐποτρυνεσκε ποδαρκεος ἀντ ' Ἀχιληος θαρσαλεως μαρνασθαι ἐναντιον . Ἡ δ ' ἀιουσα γηθεεν ἐν
9999901 ἐλυμαινετο
ὑμεις ἐκινδυνευετε ἐκπλεοντες , οὑτος αὐτου μενων τους Σολωνος νομους ἐλυμαινετο . ἀλλ ' ὁτι χρηματα δεδαπανηκε και πολλας εἰσφορας
ἠν το κητος ἀνελῃ , ὁ ἐπιον την χωραν αὐτου ἐλυμαινετο , δωσειν τους αὐτου ἱππους , ὡς οὐκ ἐδωκε
9999901 Αἰγυπτιακων
” . Χηνοβοσκια , πολις Αἰγυπτου . Ἀλεξανδρος ἐν πρωτῳ Αἰγυπτιακων „ ἀντικρυ δε του Διοσπολιτου [ νομου ] Χηνοβοσκιον
' ἐν τοις Περσικοις και Λυκεας ὁ Ναυκρατιτης ἐν τριτῃ Αἰγυπτιακων την Νειτητιν Κυρῳ πεμφθηναι φασιν ὑπο Ἀμασιδος : ἐξ

Back