και περι ῥυθμων ἁρμονιας και γραμματων ὀρθοτητος και ἀστρονομιαν και γεωμετριαν και μουσικην και την περι φυσεως θεωριαν . ἐμοι
δε ἐτι ἀσωματον τι ὠν πραγμα : εἰτα μετα ταυτα γεωμετριαν φησι και ἀστρονομιαν , τα [ δε ] ἐν
9999993 ἀμετριαν
λυειν εἰωθασι την του σωματος συνεχειαν , μη στεγουσης την ἀμετριαν της φυσικης δυναμεως , ἐπειτα και ἀλλως ἐν πυρετοις
ὡϲ κανθαριϲ και βουπρηϲτιϲ ἀνθρωπου . ὁϲοι δε κατα την ἀμετριαν τηϲ θερμοτητοϲ μονηϲ , εἰ μεν παχυτεροι και γεωδειϲ
9999990 γεωμετραις
ἐστιν ὁ ἀκαριαιος ἐνεστως , και το σημειον παρα τοις γεωμετραις ἀτομον ἐστιν . ἀτομον δε και το δυσδιαιρετον ὡσπερ
περιφερης ἐστιν ἡ νησος : θεατρου γαρ σχημα παρα τοις γεωμετραις περιφερες . κλιτει δε . . . θεατρομορφῳ ἡμικυκλιῳ
9999983 ἀρτηριαν
κεχυμενης της σαρκος εἰς ἀραιωσιν , διισταντας ἐπιτηδες την τε ἀρτηριαν και τας ἀλλας διεξοδους του πνευματος κατα τας βαρυτατας
καλουμενος σφυγμος παντελη μεν ἀφανισμον οὐ ποιει της κατα την ἀρτηριαν κινησεως , ἀθροως δε ἀποκοπεις και ἐφησυχασας κατα την
9999983 κοινωνιαις
νομους και θεων ἱερα , κηδειας τε συναψαντες ἀλληλοις και κοινωνιαις πολεμων ἀνακερασθεντες , οἱ συμπαντες κοινῃ ὀνομασιᾳ προσαγορευοντες ἑαυτους
' αὐτην ἐνεργειαι ἀνθρωπικαι ἐν ταις προς ἀλληλους των ἀνθρωπων κοινωνιαις συνισταμεναι . δικαια γαρ και ἀνδρεια και τα ἀλλα
9999983 καταπλαϲϲομενη
οὐϲα δυϲωδηϲ τε και θερμη χωριϲ του ξηραινειν : ὁθεν καταπλαϲϲομενη διαφορητικηϲ ἐϲτι δυναμεωϲ . Ἀποχυμα ἡ ἀπο των πλοιων
φυλλα και ἡ ῥιζα λεια μετριωϲ κυαμου ἡ ϲαρξ λαμψανη καταπλαϲϲομενη λειχην ὁ ἐπι των πετρων λευκοιου παντα τα μερη
9999983 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999983 ἐπιστευσεν
σκεψασθαι ταχεως πιστευων τοις τυχουσιν . Ἀλλ ' εἰ βραδεως ἐπιστευσεν προ του σκεψασθαι , οὐκ ἀν ἡμαρτανεν ; Μα
ὑπεσχοντο ἀν : ἀτοπον οὐν εἰ , διοτι προειτο και ἐπιστευσεν , μη διησουσιν . ὁ δε χρονος οὑτος ,
9999983 κατεσκευασθαι
δεδεται το λελυμενον και ἐν αὐτῳ τῳ μη δοκειν δεινως κατεσκευασθαι το δεινον ἐχει . [ , ] το μεν
Ἰλιου , παρακαταθεσθαι δε Δημοφωντι , ἐκ του Πελοπος ὀστων κατεσκευασθαι , καθαπερ τον Ὀλυμπιον ἐξ ἀλλων ὀστων Ἰνδικου θηριου
9999983 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999982 σημαινομενῳ
ὁρισμου , λεγω δη το αἰτιον , ὀνομασομεν και τινι σημαινομενῳ συνταξομεν ; καθ ' ἑαυτο και τουτο χωριζοντες ,
καθ ' ἡν διαφερειν φησι τοις τονοις τοὐνομα και τῳ σημαινομενῳ . σημειον και τεκμηριον διαφερει . Ἀντιφων ἐν τῃ
9999982 δαιμονιου
των δικαστων κατεγνωσθη θανατος , οἰεται αὐτον ἐλεγχεσθαι περι του δαιμονιου ψευδομενον , ἐννοησατω πρωτον μεν ὁτι οὑτως ἠδη τοτε
' αὐτοις και των κακων ἀρχη ἐγενετο , μηνισαντος του δαιμονιου . ἐδοξαν γουν οἱ ἀρχοντες αὐτων μετ ' ὀλιγον
9999982 πινομενη
προσαγορευουσιν . αὑτη ξηραντικης μετεχει φυσεως . και συν οἰνῳ πινομενη ἰσχιαδικους και δυσεντερικους ἰαται , και σπληνα ἐσκιρωμενον θεραπευει
σμυρνης σπερματος ἰσον : και ἀριστολοχια δε μαλιστα ἡ στρογγυλη πινομενη ὁσον δραχμης πληθος πνευματα διαλυει και τους βραδυπεπτουντας ὠφελει
9999982 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999982 σπληνικους
πηγανινῳ ἐλαιῳ ἐνιεμενον κωλικους ἰαται . πινομενον δε στομαχικους , σπληνικους , ληθαργικους και ὀπισθοτονους ἀκρως ἰαται . εἰς δε
: ἡλους και σκολοπας ἐπισπαται : ἀκρως δε ποιει προς σπληνικους και ποδαγρικους και ἡπατικους μαλιστα και ῥευματιζομενους : ἐχει
9999981 ἀκροπολεως
των πολιορκουντων ἀπεκτεινον και κατετραυματιζον , συνεργον ἐχοντες την της ἀκροπολεως ὀχυροτητα : ὡς δ ' ἡ μεν των ἀναγκαιων
τοις δε πιστοτεροις ἐν τῳ μικροτερῳ τροχῳ και προς της ἀκροπολεως μαλλον ὀντι διετετακτο ἡ φρουρα , τοις δε παντων
9999981 παρεσχεν
την Ἰωνιαν ἀποθανειν . Τουτων οὐδεν ἐγγραφον ὁ Κρατερος τεκμηριον παρεσχεν , οὐτε δικην οὐτε ψηφισμα , καιπερ εἰωθως ἐπιεικως
ἱερα , τοις δε Πλαταιευσιν ὁ τροπος της ἁλωσεως σωτηριαν παρεσχεν ἐν ἰσῳ πασιν : ἐκπεσοντας δε σφας ἐδεξαντο αὐθις
9999981 παρηγαγεν
ἐν τῳ δευτερῳ των σποραδην ὑπομνηματων φησιν ὁτι ὁ Περικλης παρηγαγεν αὐτον ἐπι το δικαστηριον διερρυηκοτα και λεπτον ὑπο νοσου
ἐτυγχανε παρα των ἐν Φιδηνῃ ξενων και τον κομισαντα αὐτας παρηγαγεν . ἀναγνωσθεισων δε των ἐπιστολων και του ἀνδρος ἐξηγησαμενου
9999981 κελευθους
ἀν και πετρον ὀριναις . τις σε πολυπλανεων ἐπεων ἐδιδαξε κελευθους ; ὠμοι , τις σε κομισσεν ἐμην εἰς πατριδα
! ] ! ! ! ! ! τας ἐναλους ἀπεβα κελευθους [ ] ! ! ! [ ! ! !
9999981 σημαινουσης
ἐχειν τουβατορας τε και βουκινατορας : και της τουβας τρισσακις σημαινουσης περι ἑσπεραν παυεσθαι των πονων και δειπνουντας ψαλλειν τον
το εἰναι τι λεκτον ἀσωματον , ὁ κεχωρισται της τε σημαινουσης φωνης , οἱον της ” Διων “ , και
9999981 παρεκρουσεν
διεθερμανθη : ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀκρεα ψυχρα : παρεκρουσεν : πνευμα μεγα , ἀραιον : μετ ' ὀλιγον
οὐχ ἱδρυτο : ἀπο δε κοιλιης ἐξεκοπρισεν ἀθροα : πολλα παρεκρουσεν : οὐδεν ὑπνωσεν . Δευτερῃ , πρωϊ ἀφωνος :
9999981 παρεπλευσαν
, και Μυσιας και Λυκιας και Ἀρκαδιας . ἠνυσαν : παρεπλευσαν . ἠρι δε νισσομενοισιν : Ἀθως ὀρος της Θρᾳκης
την ἐπι Προκοννησου : ὁ δ ' , ἐπει ἐκεινοι παρεπλευσαν , ὑποστρεψας εἰς Ἀβυδον ἀφικετο : ἠκηκοει γαρ ὁτι
9999981 φαινομενη
αἱ διφθεραι της καρφης ἐμπιπλαμεναι και ἡ ὀχθη πασα πληρης φαινομενη τῃ μεν ἱππεων , τῃ δε πεζων , οὐκ
ἀπειχεν του ἀπογειου του ἐπικυκλου μοιρας Ϙβ , ἡ δε φαινομενη περι την ἀρχην του Τοξοτου , ὡς και ἐντευθεν
9999981 κιναιδος
τι του χθιζου αὐτῳ ζωμου ἐγκατεμεμικτο . και ὁ γε κιναιδος , ὁ συνεδρος , οὐκ ἀμουσως ποτε και εἰς
στρουθωδης . ὁ δε Διδυμος μητερα Κλεοκριτου , ὁτι ὡς κιναιδος κωμῳδειται . ἐν δε τοις μυστηριοις της Ῥεας μαλακοι
9999981 Παναθηναιων
δε Ἀρειου παγου πλησιον δεικνυται ναυς ποιηθεισα ἐς την των Παναθηναιων πομπην . και ταυτην μεν ἠδη που τις ὑπερεβαλετο
το ἐν ἀκροπολει ξοανον της Ἀθηνας ἱδρυσατο , και των Παναθηναιων την ἑορτην συνεστησατο , και Πραξιθεαν νηιδα νυμφην ἐγημεν
9999981 σμικροτατον
, ὁτι οὑτως ἀν παν παντι ὁμοιον γενοιτο και το σμικροτατον τῳ μεγιστῳ , εἰ τις τα μη συμβαντα διεξιοι
, ἁ διηρμενα το στομα και παμμεγεθες κεχηνοτα οὐδε το σμικροτατον φθεγγεται . ἡμεις δε ἐμπαλιν : ὁσῳ γαρ δη
9999981 ἡμικυκλιον
ἡ δ ' ἐπι της ΓΝ των λοιπων εἰς το ἡμικυκλιον Ϙ κ : και των ὑπ ' αὐτας ἀρα
ἐστω μειζων ἡ ΑΒ , και γεγραφθω ἐπ ' αὐτης ἡμικυκλιον το ΑΒΓ , και εἰς το ΑΒΓ ἡμικυκλιον ἐνηρμοσθω
9999981 Καρκινος
μισθουται ὀθνειον στρατον : ἠλθε δε αὐτῳ ἀγων την στρατιαν Καρκινος ὀνομα τῳ ἀνδρι , μεγας την ἰσχυν και πολεμικος
πεπονημενους τοπους , οἱ δε Διδυμοι . . . , Καρκινος δε ἐνυδρους και χερσαιους , ὑψηλους , Λεων δε
9999981 Ἀριστοκρατης
γραφην εἰδος : οἱον ὡς ἐπι του ψηφισματος οὑ ἐγραψεν Ἀριστοκρατης : περι γαρ του ἠδη γεγραμμενου , φασιν ,
ἀπ ' αὐτου νεωτερου και ὁ Θηραμενης ἠδη θρασυτερον και Ἀριστοκρατης και ὁσοι ἀλλοι των τετρακοσιων αὐτων και των ἐξωθεν
9999981 πιστευσαντες
ὡσπερ ἐνεχυρον αὐτο τουτ ' ἐχοντες ἐπαρθηναι και τουτῳ μαλιστα πιστευσαντες ἁμαρτειν , οὐ τῳ δια τελους κρατησειν της πολεως
' ἀγνοησαιεν ὁσῳ λαμπροτερος και μειζων ἀνηρ , τοσουτῳ προχειροτερον πιστευσαντες αὐτῳ , μηδε ἡν οὐ θεμις οὐδεν φλαυρον ἀκουσαι
9999981 συστειλαι
: τον δε Μωυσον παλιν τῃ ῥαβδῳ παταξαντα το ὑδωρ συστειλαι το ῥευμα . Τουτου δε γενομενου , τον βασιλεα
ἡδεως ὁρων την ταπεινωσιν αὐτων και βουλομενος τα Λευκτρικα φρονηματα συστειλαι των Βοιωτων ὀλιγους ἀπεστειλε στρατιωτας , αὐτο μονον φυλαττομενος
9999981 εὐδοκιμουντων
. Θεος ἡ Ἀναιδεια : ἐπι των δι ' ἀναιδειαν εὐδοκιμουντων . Θετταλον σοφισμα : ἐπι των τι σοφιζομενων ἠ
κατακαιεται . Πυρ εἰς ἀκανθας : ἐπι των περι τι εὐδοκιμουντων . Πυρ ἐπι δαλῳ ἐλθον : ἐπι των ταχεως
9999981 προτροπαδην
ταξεις γενναιως ἐξωρμων κατα των Τουρκων . Οἱ δε φευγοντες προτροπαδην εἱλκον ἐκεινους προς τας ἐνεδρας , ἑως ἐγγυς πρωτης
ὀντας . Ὑποστρεφοντες οὐν κυκλουν αὐτους ἐσπευδον : οἱ δε προτροπαδην φευγοντες τε και ἀπιοντες , ἐπει ἐγγυς των ἰδιων
9999981 διδακτον
χαλασον , και συγχωρησον ἐξ ὑποθεσεως αὐτο σκοπεισθαι , εἰτε διδακτον ἐστιν εἰτε ὁπωσουν . λεγω δε το ἐξ ὑποθεσεως
σωζομεναι δι ' ἑης ἀλκης . . . τοις δε διδακτον ἐδωκε φαους γνωρισμα λαβεσθαι : τους δε και ὑπνωοντας
9999981 μαλακωτεραν
ἑνεκεν ταυτῃ τῃ ταξει ἐχρησατο ; φαμεν ὁτι ἀπο των μαλακωτεραν ἐχοντων την ἀντιθεσιν , λεγω δη των προς τι
και ϲφοδροϲ και την ϲυϲταϲιν τηϲ ἀρτηριαϲ οὐτε ϲκληροτεραν οὐτε μαλακωτεραν του κατα φυϲιν ἐχων , ταχουϲ δε εἰϲ τοϲουτον
9999981 μεταγενεστεροι
δια των θεωρηματων ἐκματτομενη το παραδειγμα , ὡς δε οἱ μεταγενεστεροι λογος [ ἠ πραξις ] ὁμοιωσιν εὐ ἐχουσαν του
, ἐπιεικως και φιλανθρωπως προσφερομενοι τοις ὑποτεταγμενοις : οἱ δε μεταγενεστεροι βιαιως και χαλεπως χρωμενοι τοις συμμαχοις , ἐτι δε
9999981 παρειχοντο
την ἐπωνυμιην . Δωριεες δε οἱ ἐκ της Ἀσιης τριηκοντα παρειχοντο νεας , ἐχοντες τε Ἑλληνικα ὁπλα και γεγονοτες ἀπο
χρηματ ' εἰσεφερον , οἱ δε τεχνιται τας αὑτων ἐπιστημας παρειχοντο προς την των ὁπλων κατασκευην , ἁπας δ '
9999981 παρεγενηθησαν
δια το μισος ὑπειληπτο . ὡς δε παντες οἱ συμμαχοι παρεγενηθησαν εἰς Κροτωνα , [ και ] κατα την ἑαυτου
του της Ἀσιας βασιλεως περι τον της Λυσιμαχειας πολεως ἀνοικισμον παρεγενηθησαν οἱ παρα Φλαμινιου πρεσβεις . εἰσαχθεντες δε εἰς το
9999980 καθηκεν
διεγνωσαν βιον ζην . ἡ μεν οὐν νυκτερις ἀργυριον δανεισαμενη καθηκεν εἰς το μεσον , ἡ δε βατος ἐσθητα μεθ
ἀφελομενος μερος τι του κρεως εἰς τον του ἑτερου κολπον καθηκεν . ἐπιστραφεις δε ὁ μαγειρος και ἐπιζητων αὐτο ὁ
9999980 ἀσθενεστεραι
και προ του παθειν ἀποσκευαζονται την ἀλογιαν , αἱ δε ἀσθενεστεραι μολις ἐκ της προς αὐτην την γενεσιν κοινωνιας εἰς
δ ' ἀν αὐτο μαλακισθεν ἀπαγορευσῃ την οἰκειαν ἐνεργειαν , ἀσθενεστεραι μεν αἱ πεψεις γινονται : πεψεων δε ἀσθενων οὐρα
9999980 μαλακτικων
ὁ δη και διαυγεϲτερον ἐϲτιν , ἐπι μαλλον ξηραινει των μαλακτικων . χρωνται δε αὐτοιϲ τινεϲ και μαλιϲτα τῳ ἀραβικῳ
φαρμακα προσφερειν χρη και των ἀρωματων ἐχοντα τι και των μαλακτικων και των διαφορητικων , οἱον ἐστι και το δια
9999980 ἐναρμονιου
της ἡμιολιου ἐπι την ἐναρμονιον διεσις , ἀπο δε της ἐναρμονιου ἐπι την βαρυτατην χρωματικην ἑκτημοριον , ἀπο δε της
ποτερον διτονος ἐστιν ἡ λιχανος ἠ συντονωτερα ὡς μιας οὐσης ἐναρμονιου : ἡμεις δ ' οὐ μονον πλειους ἐν ἑκαστῳ
9999980 διεξοδους
το κλεινον ἠλθομεν Φοιβου πεδον , τρεις μεν φαεννας ἡλιου διεξοδους θεαι διδοντες ὀμματ ' ἐξεπιμπλαμεν . και τουθ '
πεπραγμενων το περας , αἱτινες σπουδῃ και αὑται παρα τας διεξοδους ἐγγυθεν προσορμισθεισαι ἐπεμπον τῃ πολει τους βαρβαρους , τα
9999980 προϋπαρχουσης
τας κατ ' αὐτας ἐνεργειας ἀποδιδουσων . και της μεν προϋπαρχουσης τροφης ἐν τοις ἀγγειοις οὐδαμως καταναλισκομενης . της δ
κινδυνων , ἀλλα και το πληθος εἰς εὐνοιαν μειζονα της προϋπαρχουσης παρεστησατο . οὑτος μεν οὐν παλιν εἰς ἀνελπιστους κινδυνους
9999980 Σιδωνιος
ἐν Ἐπιτομῃ των ἑνδεκα . Το ἐθνικον Κωθωνιος , ὡς Σιδωνιος . Λως , νησος περι Θετταλιαν , ὡς Κως
Σιδων , πολις Φοινικης . Ἑκαταιος Ἀσιᾳ . ὁ πολιτης Σιδωνιος δια του ω μεγαλου και δια του ο μικρου
9999980 ἀμπελων
. γλευκει ὀξιζοντι βοηθησαι . Τον περι της φυτειας των ἀμπελων καταρτισαντες λογον , μελλοντες τε λοιπον περι της των
ἐς πολεμον ἀθλουντι οἰνος μεν , οὐ μην ὁ των ἀμπελων , ἐπει τον μεν ἐξ ὀρυζης χειρουργουσι , τον
9999980 λαμβανομενη
ὁσον βραχιων το λεπτοτατον . αὑτη ἡ ῥιζα ὁσον σπιθαμη λαμβανομενη , οὑ ἀν προσαχθηι , ἁπαντα ἑλκει προς ἑαυτην
παρ ' Ἀττικοις πολλακις [ και ] ἐπι του τυχοντος λαμβανομενη , παρα δε Συρακουσιοις διχα του α , οὐχ
9999980 γυμνικους
Ὁ μεν δη ἁμαρτων του χρηστηριου προσειχε γυμνασιοισι ὡς ἀναιρησομενος γυμνικους ἀγωνας , ἀσκεων δε πενταεθλον παρα ἑν παλαισμα ἐδραμε
, ἀλλ ' ἐπειδη ἐθος ἠν τοις παλαιοις κατα τους γυμνικους ἀγωνας ἐλαιῳ ἀλειφεσθαι προτερον , κἀντευθεν το ἀλειφεσθαι συμβολον
9999980 κατεμεινεν
Λυγκεως παιδες την βασιλειαν ἐνειμαντο , και Ἀκρισιος μεν αὐτου κατεμεινεν ἐν τῳ Ἀργει , Προιτος δε το Ἡραιον και
την Ἑλλαδα και την βαρβαρον αὐθις ἐσκεδασθη , ὀλιγον δε κατεμεινεν ἐν Ἰταλιᾳ των Ἀβοριγινων προνοιᾳ . πρωτον μεν οὐν
9999980 Ἀριστοτελικων
αἱ κατα φιλοσοφιαν αἱρεσεις . δευτερον τις ἡ διαιρεσις των Ἀριστοτελικων συγγραμματων πολλων ὀντων , χιλιων τον ἀριθμον , ὡς
φιλοσοφων αἱρεσεις ὠνομασθησαν , φερε δευτερον και την διαιρεσιν των Ἀριστοτελικων συγγραμματων ποιησωμεθα . τουτων οὐν τα μεν ἐστι μερικα
9999980 γεγενημενην
λαμπροτεραν οὐχ ὁτι Καρχηδονιοις ἀλλ ' οὐδ ' ἀλλοις τοιαυτην γεγενημενην ῥᾳδιως ἀν εὑροις περι τουτους τους χρονους , και
παρακαλων μητε την Ἑλλαδα χωλην μητε την πολιν ἑτεροζυγα περιιδειν γεγενημενην . . . , : ὁ δε ποιητης Ἰων
9999980 κολπους
διακεκομμενων και ὀστων θαυμαστως : ἐτι ποιει προς ἐπιφορας και κολπους και ἐπι των ἀποστηματων , ὁταν κομισαμενος το ὑγρον
των σπληνων και ἡπατος . προσλαβον δε νιτρον ὀλιγον ῥησσει κολπους και σκολοπας ἀναγει : εἰ δε μιξαις τοις συκοις
9999980 λεγουσης
ἡμερας μεν ἡσυχαζει , νυκτωρ δε ᾀδει . της δε λεγουσης ὡς οὐ ματην τουτο πραττει , ἡμερας γαρ ποτε
λευκον και ἐστιν οὐ λευκον : της γαρ καταφασεως της λεγουσης ἐστι λευκον οὐκ ἐστιν ἀποφασις ἡ ἐστιν οὐ λευκον
9999980 προσηγορευσαν
κωμῃ τινι κατεκαυσεν , ἡν Αἰγυπτιοι δια το συμπτωμα τουτο προσηγορευσαν ἱεραν βωλον : τῳ δ ' ἐν Ἡλιουπολει θεῳ
, Ἑστιαν ἁτε δη μενουσαν ἐν θεων οἰκωι † κλιτα προσηγορευσαν οἱ παλαιοι δια την στασιν και πηξιν : ἡς
9999980 νομισαντα
ἐς κορακας . ὁ δε Αἰσωπος μυθικως κολοιον μεγαν , νομισαντα τοις κοραξιν ὁμοιον εἰναι , προς αὐτους πολευθηναι :
πολλοις κεχρημενον και το δια τους τροπους εὐδοκιμειν οὐ χειρον νομισαντα του δια τους λογους . καιτοι συ πεμπειν αὐτον
9999980 Ἑλληνικοις
των πολλων δικαι ' εἱλομην , οὐτ ' ἐν τοις Ἑλληνικοις τα Φιλιππου δωρα και την ξενιαν ἠγαπησα ἀντι των
θαλαττης δι ' ὑλης ὁρωμεν τινα στηλην χαλκου πεποιημενην , Ἑλληνικοις γραμμασιν καταγεγραμμενην , ἀμυδροις δε και ἐκτετριμμενοις , λεγουσαν
9999980 ἐπλευσαν
ἐπαγει . ἀρχεται δε της ἱστοριας , δι ' ἡν ἐπλευσαν οἱ Ἀργοναυται . θεσφατον δε μεμοιραμενον , χρησμῳδηθεν .
ὑπερ της Λεοντινων ἐλευθεριας , οἱς βοηθουντες δια τους ὁρκους ἐπλευσαν εἰς ἐκεινους τους τοπους , δια δε μηκος του
9999980 ἀνακτησασθαι
ἀπο της χθεσινης διαρροιας τον στομαχον ἡμων θελει τῳ ὀξει ἀνακτησασθαι . ” και μετα το πιειν αὐτους προς δυο
λοφου τους τοτε κατοικουντας Σικελους : διο δη φασκοντες πατρῳαν ἀνακτησασθαι χωραν και περι ὡν εἰς τους ἑαυτων προγονους ἐξημαρτον
9999980 ἀμετακινητον
ὡσπερ το ἀγγειον τοπος μεταφορητος , οὑτως ὁ τοπος ἀγγειον ἀμετακινητον : διοπερ ἐπειδαν ἐν κινουμενῳ τι κινηται ὡς πλοιον
ἀληθειης εὐπειθεος ἀτρεμες ἠτορ , ὁπερ ἐστι το της ἐπιστημης ἀμετακινητον βημα , ἑτερον δε βροτων δοξας . . .
9999980 κατοπισθεν
' ἀν ἐν οἰκοισιν Κυθερεια φαινηται συν Ζηνι , Κρονου κατοπισθεν ἰοντος , δεχνυμενης αὐτου συναφην καλης Ἀφροδιτης , Κυπριδι
μισθους παρα θεων : παιδας γαρ παιδων φασι και γενος κατοπισθεν λειπεσθαι του ὁσιου και εὐορκου . ταυτα δη και
9999980 αἰσχυνομενοι
ποιουντες ἁ πραττουσιν ὡστ ' εἰναι φανεροι και φυλαττομενοι και αἰσχυνομενοι . ἐκ δε τουτων ἡ κοινη και παντων των
, διακειται δε , ὡσπερ οἱ καταψηφισασθαι μεν ἐπιθυμουντες , αἰσχυνομενοι δε το μη ἐπ ' ἀληθεσι , και προφασιν
9999980 κομισαμενοι
παρον εὐ διαθειναι ἠβουλοντο . και οὐν αὐτικα τα πιστα κομισαμενοι προς Ναρσου , ὡς οὐδεν αὐτοις των προγεγενημενων ἑνεκα
τοινυν Αἰνιοι ἐδεισαν και ἀφηκαν τον ἑαλωκοτα . και ἐκεινοι κομισαμενοι ὡς ἑνα των κηδεστων ᾠχοντο ἀπιοντες . σπανιως δε
9999980 οἰκειοτερα
ἐστι και πολιαις κατηρτυμενης ἡλικιας [ ἡ τουτων καταληψις ] οἰκειοτερα , πολλῃ μεν ἱστοριᾳ λογων τε και ἐργων ,
ᾡ θεωρειται ἀληθεια ἠ ψευδος . Ῥητορικης γαρ ἠ ποιητικης οἰκειοτερα ἡ σκεψις . οὐ γαρ περι λογους ἡ φιλοσοφια
9999980 ἐξεγενοντο
χυτη κατα γαια καλυπτει . Πορθει γαρ τρεις παιδες ἀμυμονες ἐξεγενοντο , οἰκεον δ ' ἐν Πλευρωνι και αἰπεινῃ Καλυδωνι
] , ἰε Παιαν : [ του ] δε και ἐξεγενοντο Μαχαων και Ποδαλειριος [ ] ἠδ ' Ἰασω ,
9999980 νομιστεον
ὁ μουσικος ἐν Νομῳ παιδευτικῳ . φησι γουν διαφοραν τηνδε νομιστεον αἰδους και αἰσχυνης , ὁτι ἡ μεν αἰδως προς
ἀπολογια : τοσουτον της ἐν πλουτῳ διαφερουσης αἱρετωτεραν την εὐειδη νομιστεον , ὁσον ἡ μεν ἰσως ἀν εὑροι χρηματαἠδη γαρ
9999980 κοσμου
δωδεκα θεοι . Τινες μεν οὐν τας δωδεκα σφαιρας του κοσμου ἠκουσαν , την ἀπλανη , τας ἑπτα πλανωμενας και
ἀπο των λιμενων τε και νεωριων οὐδ ' ἀπο του κοσμου του κατα την πολιν , ἀλλ ' ὁτι μεγιστα
9999980 Ταυρομενιτης
μασσαι ὠνομασται . . , , . : Τιμαιος ὁ Ταυρομενιτης τους ἐμβαλλοντας ποταμους εἰς την Ἀτλαντικην δια της Κελτικης
τους περιπατους ἐν τοις ἰχθυσι . Τιμαιος δ ' ὁ Ταυρομενιτης και Ἀριστοτελη τον φιλοσοφον ὀψοφαγον φησι γεγονεναι . και
9999980 παρεστε
ἐρεθιζοντες ὑμας . εἰ δη τινες των ᾠκισμενων ἠ οἰκισθησομενων παρεστε , χαρισασθε μοι και ἐπισημηνασθε ἑαυτους . “ Ἐπισημηναμενων
γλαχωνα ] το ὀριγανον . αὐληται παρα : ἀντι του παρεστε . ἐσπουδαζον γαρ οἱ Θηβαιοι περι τον αὐλον .
9999980 ἀποπεμψαι
μεν οὐδενι τροπῳ ἐτι αὐτας , ἑωυτων δε τους νεωτατους ἀποπεμψαι ἐς αὐτας , πληθος εἰκασαντας ὁσαι περ ἐκειναι ἠσαν
ἀπ ' αὐτου , δοκεοντες τον Ἀπριην ἐκ προνοιης αὐτους ἀποπεμψαι ἐς φαινομενον κακον , ἱνα δη σφεων φθορη γενηται
9999980 εὐδοκιμουντας
ἁπλοτητα και την φιλομυθιαν . Ὁρωντες γαρ τους φανερως μυθογραφους εὐδοκιμουντας ᾠηθησαν και αὐτοι παρεξεσθαι την γραφην ἡδειαν , ἐαν
ἁπλοτητα και την φιλομυθιαν . ὁρωντες γαρ τους φανερως μυθογραφους εὐδοκιμουντας ὠιηθησαν και αὐτοι παρεξεσθαι την γραφην ἡδειαν , ἐαν
9999979 διηκουσαν
εὐρυχωριαν ἐχοντος και παντος ὑπαρχοντος ἀργου δια την ἐν αὐτῳ διηκουσαν ἁλμυριδα τοσουτον συνεβη ὑπο των ἱππεων ἐξαιρεσθαι κονιορτον ὡστε
' ὡς πρεσβυτεραν αὐτων και ἀρχικωτεραν προειληφοτα , οὐ μην διηκουσαν δι ' αὐτων , ἀλλα προτεταγμενην προ των ἰδιων
9999979 ἡμιτονιου
ἐστι δια τεσσαρων , συστημα δυο τονων και του λεγομενου ἡμιτονιου . εἰτα προσληφθεντος ἀλλου τονου , τουτεστι του μεσεμβοληθεντος
δε τονιαιου χρωματος των μεν του πυκνου δυο διαστηματων ἑκατερον ἡμιτονιου ποιει , το δε λοιπον ἑνος τονου και ἡμισεος
9999979 ἐμβαλλομενα
και ἰξωδες τριβεσθαι το φαρμακον : οὑτως γαρ ἑνωθησεται τα ἐμβαλλομενα προς ἀλληλα : εἰ δε παν ἐπιχυθειη το ὑγρον
γην και παραπλησιον το συμβαινον ὡσπερ τα ἐπι το ζεον ἐμβαλλομενα των ἑψομενων : οὐδεμιαν γαρ οὐδε κἀκεινα λαμβανει μολυνσιν
9999979 λογιστεον
γαρ , εἰ μηδεν φαυλον ἀπηντησε , τουτο τῃ τυχῃ λογιστεον , αὐτους δε οὐ προσηκει παραβαλλεσθαι ἐκ χειμωνος εἰς
της ἀνατελλουσης μοιρας ὀντων των κακοποιων ἠ των ἀγαθοποιων ὁλον λογιστεον , κατα το ἀναλογον δε της ἀποχωρησεως ὑφαιρετεον ἑως
9999979 γεγραμμενας
. διο και κατα τας ταφας των τετελευτηκοτων ἐνιους ἐπιστολας γεγραμμενας τοις οἰκειοις τετελευτηκοσιν ἐμβαλλειν εἰς την πυραν , ὡς
; ἀποδημουντες [ ] ἠγνοησατε τας [ περι ] τουτων γεγραμμενας ὑμειν [ ] ἐπιστολας ; ἀμεινον δ ' αὑται
9999979 τουτονι
αὐτος αὑτου κυριος γενομενος γραφεται προς τους θεσμοθετας γραφην Στεφανον τουτονι , ἀδικως εἱρχθηναι ὑπ ' αὐτου , κατα τον
τουτους ἁπαντας , παυσαμενους ψηφισματων . Ἐχε νυν ἐπι τουτοις τουτονι τον ὀκλαδιαν και παιδ ' ἐνορχην , ὁσπερ οἰσει
9999979 ἐπεβουλευσαν
, ἀλλ ' ἐργοις , ὡν οἱ πειραθεντες αὐθις οὐκ ἐπεβουλευσαν . τουτ ' εἰδοτες Καμαριναιοι πειραν οὐ βουλονται λαβειν
τους Μυσους [ παλιν ] ? ? ἀνθ ' ὡν ἐπεβουλευσαν αὐτῳ περι τον Ὀλυμπον , [ ὑστερον ] δε
9999979 διεξοδος
δ ' ἐτι λοιπας . ἡ τεταρτη δε φορα και διεξοδος ἁμα και πεμπτη ταχει μεν ἡλιῳ σχεδον ἰση ,
τῳ μη πανυ γελασειοντι γελωτα παρεξει γενναιον ἡ του ἐργου διεξοδος . , . . ἠνειχοντο οὐτε ἐπεγγελαν ἠνειχοντο τοις
9999979 μελικρατου
πλειοναϲ ὁϲον κοχλιαρια β καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν μετα του μελικρατου πινομενον . Ἐκ των Ἀϲκληπιαδου προϲ ἐπιληπτικουϲ . ὀξαλιδα
παχεα και φλεγματωδη : πληθος δ ' ἐξαρκει τετρωβολον μετα μελικρατου . Τα μεν οὐν κατω καθαιροντα , ὁσα ἐγω
9999979 ἀποδεικτικου
λογων , του τε συνακτικου και του ἀληθους και του ἀποδεικτικου , εἰ μεν τις ἐστιν ἀποδεικτικος , οὑτος πολυ
ἀποδεικτικον , διαλεκτικον , σοφιστικον , και περι μεν του ἀποδεικτικου διδασκει ἐν τοις Ὑστεροις ἀναλυτικοις , περι δε διαλεκτικου
9999979 εὑρεσεως
δια μαθησεως ὡς δι ' ἀκοης , ἠ δι ' εὑρεσεως ὡς δι ' ὁρασεως . αὐθαιρετα οὐν πηματα ἐχειν
το μεν χρωμα ἐρυθραι , τοὐνομα δε δηλοι τον της εὑρεσεως τοπον . και Θετταλις δε ὑποδημα μηνυον τους εὑρετας
9999979 παραστῃ
τυχη παραγενηται : ὁπως ἀν ἀγηται ὑπο της τυχης και παραστῃ ἡ τυχη προς το ἐραν : ἀπιθι : πονουμεν
πολεμιους , ἱνα τοις βλακευουσι και ἀποδειλιωσιν ἐκ του ἀναγκαιου παραστῃ το εὐψυχον ἐπισταμενοις , ὁτι τους μη ἀνασωσαντας τα
9999979 παρεσχοντο
το ζην ἡμιν , οἱ δε διδασκαλοι το καλως ζην παρεσχοντο . φαμεν γαρ ἀντιλεγοντες , ὁτι οὐκ ἐνην καλως
δε [ § ] αὐτοι το δικαιον μαλλον της ξυνθηκης παρεσχοντο , ἀντι του , προθυμοτερον ἠπερ ἐχρην κατα συμμαχιαν
9999979 κατεσκευασμενοι
, ” τας των νεων ἀνδρων ταξεις . νεοτευχεες νεωστι κατεσκευασμενοι . ὁ δε λογος ἐπι των διφρων . νεοαρδεα
ὡν ἡ παρασκευη τουτον εἰχεν τον τροπον : πυργοι ξυλινοι κατεσκευασμενοι ἐπετιθεντο τοις νωτοις αὐτων , ἀφ ' ὡν ἀνδρες
9999979 λογισασθαι
ἐξ ἐκεινου την του γενους ἑλκοντων σειραν δικαιοτερον εἰς τουτο λογισασθαι , ἠσχαλλεν , ἐδυσφορει , παρεζηλου το δικαιον ὁρων
. τεκουσι ] τοις πατρασι . φροντισαι ] † ἠγουν λογισασθαι . δοκειν ] ἐστι . ταχ ' ] ταχεως
9999979 ὀνομαζομενη
〛 . μετα 〚 γαρ 〛 τας προειρημενας νησος ἐστιν ὀνομαζομενη μεν Πιτυουσσα , την δε προσηγοριαν ἐχουσα ἀπο του
νησος ἐστιν ἀπο των ἐναυλιζομενων ἐν αὐτῃ ζῳων Φωκων νησος ὀνομαζομενη : τοσουτο γαρ πληθος των θηριων τουτων ἐνδιατριβει τοις
9999979 φυλακος
προ των πυλων ἱστασαν ἀγαλματα του Ἀπολλωνος ὡς ἀλεξικακου και φυλακος των ὁδων . δια γαρ τουτο Ἀγυιευς : τα
δε τοις προφυλαξιν μη πορρωτερω προενεγκειν την σκυταλιδα του ἐχομενου φυλακος . Ἐαν δ ' ὁ ἐλθων καταλαβῃ τοπον ἐρημον
9999979 συμβουλοι
λαφυρων ἐγκρατης ἐγενετο . οἱ δε συνοντες τῳ Ἀγησιλαῳ Σπαρτιαται συμβουλοι και οἱ τας ἡγεμονιας ἐχοντες ἐθαυμαζον , πως δραστικος
ἐπιχειρεις οὐδ εἰδως , εἰ εἰσιν „ ; εἰσιν οἱ συμβουλοι οἱ δοκουντες εἰναι δεινοι ἐν ταις και λεγουσιν τουτῳ
9999979 σατραπειαν
εὐθυς της ἀρχης και παραδιδωσι τον τε στολον και την σατραπειαν Καλλιουπολεως Χαμουζᾳ , των ἑταιρων τινι και ᾡ μαλιστα
οὐκ ἀξιον παραδραμειν ἀνεπισημαντον . κειται γαρ κατα μεσην την σατραπειαν της Ἰδουμαιας , τῳ μεν μηκει παρεκτεινουσα σταδιους μαλιστα
9999979 ἁρμονικους
. Ἡ δε τετρας ἐτιματο , ὁτι περιειχε παντας τους ἁρμονικους λογους : ὁ γαρ τεσσαρα ἁμα ἐπιτριτος , και
αὐτο συνεστηκυιαν ἐκ των ἐκκειμενων στοιχειων και μεμερισμενην κατα τους ἁρμονικους ἀριθμους τῃ ἑαυτης κινησει και το σωμα συμπεριαγειν ,
9999979 ἀπελαβον
, πολλοι δε πιοντες στερνον ἰαθησαν και το ἀναγκαιον πνευμα ἀπελαβον , των δε ποδας ἐξωρθωσε , των δε ἀλλο
' ὁμως και ἀπολαμβανουσι τα ἀφαιρεθεντα , καθαπερ την Συμβακην ἀπελαβον παρα των Ἀρμενιων ὑπο Ῥωμαιοις γεγονοτων , και αὐτοι
9999979 Περιπατητικος
Οὑτος μεν οὐν οὑτως : ἐγκαλει δε αὐτῳ Πτολεμαιος ὁ Περιπατητικος ὁτι οὐκ ἐχρην ἐμπειριαν εἰρηκεναι την γραμματικην , οὐ
ψυχην . Ἱππων ἐξ ὑδατος την ψυχην . Ξεναρχος ὁ Περιπατητικος και τινες ἑτεροι της αὐτης αἱρεσεως την κατα το
9999979 πληρωσεις
κενουται ῥᾳστα . κενωσεις μεν δη φυσικαι των ἀρκτων και πληρωσεις ἐς δεον εἰρηνται μοι μητε ἰατρων μητε συγκραματων ,
κενουται ῥᾳστα . κενωσεις μεν δη φυσικαι των ἀρκτων και πληρωσεις εἰς δεον εἰς τοσουτον εἰρηνται μοι , μητε ἰατρων
9999979 συνεβησαν
Ἑλκομενης δ ' ἐπι πολυ της φιλονεικιας τελευτωντες ἐπι τουτῳ συνεβησαν τῳ δικαιῳ , ὡστε δυειν θατερον , ἠ τους
ἐτι προτερον Πελασγοι πολεως τε της αὐτης τοις Ἀβοριγισι κοινωνησαντες συνεβησαν ὁμοεθνεις νομιζεσθαι . Ἡρακλεους μεν δη στρατειας περι και
9999979 κελευσαι
διαλεχθωσιν ; ἠ θεαν μη κατανειμαι τον ἀρχιτεκτον ' αὐτοις κελευσαι ; ἀλλ ' ἐν τοιν δυοιν ὀβολοιν ἐθεωρουν ἀν
προσηγοριαν . . . , ἱερειας καλεσας σκιλληι ἠ σκυλακι κελευσαι αὑτον περικαθαραι . . . , , . ,
9999979 λοιδοριαν
[ Ἐργωδεις δε εἰσιν οἱ το στομα εὐλυτον ἐχοντες προς λοιδοριαν και φθεγγομενοι μεγαλῃ τῃ φωνῃ , ὡς συνηχειν αὐτοις
καιτοι και τουτ ' , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι : ἐγω λοιδοριαν κατηγοριας τουτῳ διαφερειν ἡγουμαι , τῳ την μεν κατηγοριαν
9999979 θελωμεν
ἀναγκην συμβαινον οὐκ ἐστιν ἐκκλιναι , ἀλλ ' ἐαν τε θελωμεν ἐαν τε μη θελωμεν , ἐκβηναι δει το τοιουτο
φυσικως αὐτο ἐνδεικνυται ὁτι θηλυκον ἐστι , κἀν ἡμεις μη θελωμεν . ἀλλα το μεν πρωτον οὐκ ἀν εἰποιεν .
9999979 δουλευομεν
δε του βιου τον ὀγκον ἐχομεν τωι τ ' ὀχλωι δουλευομεν . ἐγω γαρ ἐκβαλειν μεν αἰδουμαι δακρυ , το
, ὑποπεπωκοτας , αὐλουμενους . εἰτα ἐπαγει : ἀπαιδευτῳ τυχῃ δουλευομεν . φιληδονον δ ' οἱ ποιηται και τον ἀρχαιον
9999979 ἐπικουρια
εἰ μη παραχρημα προληφθειη τοις βοηθημασιν , ἀνονητος ἡ εἰςαυθις ἐπικουρια , της φθοροποιου δυναμεως καταδραξαμενης των σωματων . Διοπερ
Χαρις : ἡ σωματοειδης θεα . και ἡ μετα χαριτος ἐπικουρια . και ἡ δωρεα . χαρμη : χαρα .
9999979 παρασημα
. ἀπο δε των ἐκτος . † οἱ θεοι ἐχουσι παρασημα . οἱ τα αὐτα ἐχοντες , † ἱνα μη
το κωλυσον τας βουλομενας ἀποθεισας τα στεμματα και τα λοιπα παρασημα της ἱερωσυνης γαμεισθαι . και ἐποιησαν τινες τουτο πανυ
9999979 ἀκριβεστερας
δ ' οἱ μονας τας κεφαλαιωδεις ὑποθηκας των γραμματων ἀνευ ἀκριβεστερας διηγησεως ἀκηκοοτες . . [ . . , ]
μετα ταυτα πειραται λεγειν , δια τι συμβαινει τας αἰσθησεις ἀκριβεστερας εἰναι και των ποιων . ὀσφρησιν μεν οὐν ὀξυτατην

Back