: ὡσπερ σαυρα ἐστιν ὁ ἀσκαλαβωτης : λεγεται δε και γαλεωτης . γαλεωτης : ἑκατερως λεγεται , και ἀσκαλαβωτης και
περιφορας , εἰτ ' ἀνω κεχηνοτος ἀπο της ὀροφης νυκτωρ γαλεωτης κατεχεσεν . ἡσθην γαλεωτῃ καταχεσαντι Σωκρατους . ἐχθες δε
9999975 διδακτον
χαλασον , και συγχωρησον ἐξ ὑποθεσεως αὐτο σκοπεισθαι , εἰτε διδακτον ἐστιν εἰτε ὁπωσουν . λεγω δε το ἐξ ὑποθεσεως
σωζομεναι δι ' ἑης ἀλκης . . . τοις δε διδακτον ἐδωκε φαους γνωρισμα λαβεσθαι : τους δε και ὑπνωοντας
9999975 Ἀριστοκρατης
γραφην εἰδος : οἱον ὡς ἐπι του ψηφισματος οὑ ἐγραψεν Ἀριστοκρατης : περι γαρ του ἠδη γεγραμμενου , φασιν ,
ἀπ ' αὐτου νεωτερου και ὁ Θηραμενης ἠδη θρασυτερον και Ἀριστοκρατης και ὁσοι ἀλλοι των τετρακοσιων αὐτων και των ἐξωθεν
9999974 ἐπιγραφομενῳ
χρυσουντας : και Φιλοξενος δ ' ὁ Κυθηριος ἐν τῳ ἐπιγραφομενῳ Δειπνῳ φησιν πινετο νεκταρεον πωμ ' ἐν χρυσεαις προτομαις
. ἐπει δε και ἀλλῳ Χρυσιππου του Τυανεως συγγραμματι ἐνετυχον ἐπιγραφομενῳ Ἀρτοποιικῳ και πειραν ἐσχον των αὐτοθι ὀνομασθεντων παρα πολλοις
9999974 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999974 Ἑλληνικαις
ἐκεινου μεχρι και νυν τῃ διαδοχῃ του χρονου παραδοθεντα ταις Ἑλληνικαις ἱστοριαις και ξυγγραφαις ᾀδεσθαι και θαυμαζεσθαι παρα πασι και
ἀνδρειαν των Ἑλληνων ἀγνοεις : τους γαρ ἀφισταμενους των βαρβαρων Ἑλληνικαις δυναμεσι καταπολεμεις : ὡστε μη νομιζε τους ὑπερ της
9999974 βαρυτης
, ἀνωθεν πλατυνομενη , ἐπιπονος , βουβωνας ἐγειρουσα . τηνεσμος βαρυτης και φλεγμονη ἀνοιδαινοντος του δακτυλιου , μυξωδη ὑγρα ἠ
, ἐαν ἀφαιρῃς αὐτον ἠ συγγνωμης ἠ φιλανθρωπιας δικαστων . βαρυτης γινεται και ὁταν τι ἀτοπον σεαυτῳ ἐπαρασῃ , οἱον
9999974 ἐπακολουθουντες
οἱ δ ' ἀλλοι ἐφευγον . οἱ δ ' Ἑλληνες ἐπακολουθουντες αἱρουσι και το στρατοπεδον αὐτων . και οἱ μεν
οὐ μονον δ ' εἱς , ἀλλα και πλειστοι αὐτῃ ἐπακολουθουντες , και δια μολιβδου ἐπιτηδευουσιν εἰσελθειν την θηλειαν εἰς
9999974 ἀμετακινητον
ὡσπερ το ἀγγειον τοπος μεταφορητος , οὑτως ὁ τοπος ἀγγειον ἀμετακινητον : διοπερ ἐπειδαν ἐν κινουμενῳ τι κινηται ὡς πλοιον
ἀληθειης εὐπειθεος ἀτρεμες ἠτορ , ὁπερ ἐστι το της ἐπιστημης ἀμετακινητον βημα , ἑτερον δε βροτων δοξας . . .
9999973 διεξοδος
δ ' ἐτι λοιπας . ἡ τεταρτη δε φορα και διεξοδος ἁμα και πεμπτη ταχει μεν ἡλιῳ σχεδον ἰση ,
τῳ μη πανυ γελασειοντι γελωτα παρεξει γενναιον ἡ του ἐργου διεξοδος . , . . ἠνειχοντο οὐτε ἐπεγγελαν ἠνειχοντο τοις
9999973 ἀνακως
ἐχειν λεγουσιν : και Ἀνακας ἐντευθεν τους Διοσκουρους , ὁτι ἀνακως αὐτοις ἐχρησαντο δια την Ἑλενην τας Ἀφιδνας ἐκπορθουντες .
. Σχοινους λαβων ἀνειρε τα κρεα . Και τας θυρας ἀνακως ἐχειν . παιδες γεροντες μειρακια παλλακια . αὐτη δ
9999973 συλλαμβανει
, ᾡ δ ' οὐδεν προσηκει , τουτῳ τα ψευδη συλλαμβανει και των οὐ πραχθεντων γραμματειον ἡκει φερων : πολυ
βουλομενον τον ἰατρον αἰτιωμεθα οὐδ ' ὁστις ἐκεινῳ προς τουτο συλλαμβανει . καλως δ ' ἀν ἐχοι κἀκεινῳ και τοις
9999973 αὐτοδιδακτος
και μετα ἀλλων μερων λογου ἐν ἀρχῃ , αὐταρεσκος , αὐτοδιδακτος . και δια τουτο ἐσημειουτο το φιλαυτος : εἰρηται
ὡραν τοις ἀναγκαιοις χρωμενων . Ἑνος χανοντος μετεσχηκεν ἁτερος : αὐτοδιδακτος . Ἑνος φιλιη ξυνετου κρεσσων ἀσυνετων παντων : ἐκ
9999973 Ταυρομενιτης
μασσαι ὠνομασται . . , , . : Τιμαιος ὁ Ταυρομενιτης τους ἐμβαλλοντας ποταμους εἰς την Ἀτλαντικην δια της Κελτικης
τους περιπατους ἐν τοις ἰχθυσι . Τιμαιος δ ' ὁ Ταυρομενιτης και Ἀριστοτελη τον φιλοσοφον ὀψοφαγον φησι γεγονεναι . και
9999973 ἀναλουν
ναυς εἰκῃ περιπλευσαι . οἱ δ ' Ἀθηναιοι νομιζοντες αὐτον ἀναλουν τον της ὡρας εἰς τον περιπλουν χρονον , συγγνωμην
ἀντι του ἀναιρουντες . Θουκυδιδης [ και ἀναλων ] και ἀναλουν το ἀναιρειν και ἀναλωμα ὁ αὐτος . ἀνανεουσθαι :
9999973 ἐπιγραφομενῃ
ὁς ᾠκισε Χερρονησον . μαρτυρει τουτοις και Ἑλλανικος ἐν τῃ ἐπιγραφομενῃ Ἀσωπιδι . ἀλλ ' οὐκ ἀν εἰποι τις ,
καλως ἐδεξατο τον νουν των Ὁμηρου ποιηματων ἐν τῃ Μνημοσυνῃ ἐπιγραφομενῃ φασκουσα την ἀμβροσιαν τῳ Διι τας Πλειαδας κομιζειν .
9999972 ἐξαιρουντες
το σπειδω . Ἀργειοι γαρ , φησι , και Κρητες ἐξαιρουντες το ι τασσουσι το ν την εἰς προθεσιν ἐνς
περι μεσημβριαν ἀριστον , την δε περι ἑσπεραν δειπνον , ἐξαιρουντες την δειελινην . ἀμεταχειριστα τα κοινα : τα κοινα
9999972 ἐπακολουθησαι
και διψησωσιν αἱ ἀρουραι , οὐδεμια μηχανη μη οὐχι λιμον ἐπακολουθησαι τῳ διψει αὐτων : και ὁτι οὐ μεσουντος θερους
του θωρακος ἐξαιρεθῃ το δορυ , συμβησεται και τον θανατον ἐπακολουθησαι , εὐψυχοτατα την του βιου καταστροφην ἐποιησατο . πρωτον
9999972 συμμαχων
. τον γαρ πολεμον τουτον γενομενον μεν Λακεδαιμονιων και των συμμαχων προς Μεσσηνιους και τους ἐπικουρους , ὀνομασθεντα δε οὐκ
δια τελους ἀν ἠσαν , συγκλυδες δε και πανταχοθεν συμπεφορημενοι συμμαχων οὐχ ἡττον ἡμιν ἐχουσι ταξιν ἠ πολεμιων . οὐ
9999972 ἐξαιρων
λεγει τουτο , καιτοι προστιθεις το νοειν σωματικην πασαν κινησιν ἐξαιρων ἀπ ' αὐτου . . . . το γαρ
τουτων ὁ ἠχος ἀκουεται ὑπ ' εὐφωνιας , ὡστε ὁ ἐξαιρων την συγκρουσιν οὐδεν ἀλλο ἠ μελος ἀτεχνως ἐξαιρει του
9999972 Βοιωτους
Φερας Φωκεων ἐγενοντο συμμαχοι . λʹ . Μαχη Φωκεων προς Βοιωτους περι Ὀρχομενον και ἡττα Φωκεων . λαʹ . Ἀλλαι
τα τειχη των Ἀθηναιων ἀνῳκοδομησεν . Ὡς περι Κορινθον Λακεδαιμονιοι Βοιωτους ἐνικησαν και ὁ πολεμος οὑτος ἐκληθη Κορινθιακος . Ὡς
9999972 γραμματιστης
στατικη , ἰατρικη . και τα ἀπ ' αὐτων ὀνοματα γραμματιστης και γραμματικος , ῥητωρ ῥητορικοςὁ αὐτος και πολιτικοςσοφιστης σοφιστικος
οἱ διδασκαλοι διδασκαλοι εἰσιν , ὡσπερ ὁ κιθαριστης και ὁ γραμματιστης διδασκαλοι δηπου ἠσαν σου και των ἀλλων παιδων ,
9999972 τελευτησαντα
των ἐλευθερων . το δε ζωντα μεν φαινεσθαι πενητα , τελευτησαντα δε καταφωραθηναι πλουσιον , ἀλλα τουτο των ἐν ἀνθρωποις
, ἀλλ ' ἐσοιτο αὐτῳ ὁστις ζωντα τε γηροτροφησοι και τελευτησαντα θαψοι αὐτον και εἰς τον ἐπειτα χρονον τα νομιζομενα
9999972 μηνιδος
του ἐνατου ἐτους ἠρξατο , ἐπει τα προ της Ἀχιλλεως μηνιδος ἠν ἀτονωτερα και πραξεις οὐκ ἐχοντα λαμπρας οὐδ '
θεους συναπτειν αὐτας δυναται . Και δη και αἱ της μηνιδος ἐξιλασεις ἐσονται σαφεις , ἐαν την μηνιν των θεων
9999972 ἀκροπολεως
των πολιορκουντων ἀπεκτεινον και κατετραυματιζον , συνεργον ἐχοντες την της ἀκροπολεως ὀχυροτητα : ὡς δ ' ἡ μεν των ἀναγκαιων
τοις δε πιστοτεροις ἐν τῳ μικροτερῳ τροχῳ και προς της ἀκροπολεως μαλλον ὀντι διετετακτο ἡ φρουρα , τοις δε παντων
9999972 κοινωνιαις
νομους και θεων ἱερα , κηδειας τε συναψαντες ἀλληλοις και κοινωνιαις πολεμων ἀνακερασθεντες , οἱ συμπαντες κοινῃ ὀνομασιᾳ προσαγορευοντες ἑαυτους
' αὐτην ἐνεργειαι ἀνθρωπικαι ἐν ταις προς ἀλληλους των ἀνθρωπων κοινωνιαις συνισταμεναι . δικαια γαρ και ἀνδρεια και τα ἀλλα
9999972 σκοτεινης
δια του σπηλου . διαϊξασα : ἐξελθουσα . μελαινης : σκοτεινης , κελαινης , της βαθειας . Γυρωσασα : κυρτωσασα
φως . εἰ ζῃ δηλονοτι . λαμπραν . ἡμεραν . σκοτεινης . μελαινης . Ἀρτεμβαρης ] ὁ . πολλης .
9999972 ἐπιγραμματι
ἀμφοτερων βασιλεα δημιουργησαι . ἐτιμησα ἀν ὑμας τοιῳδε και αὐτος ἐπιγραμματι : αἱ πολεις τους ἀρχοντας ἑκατερωθεν βασιλεως ἀνδραγαθιας ἑνεκα
ἐρεισμα ἐφη , Θουκυδιδης δ ' ἐν τῳ εἰς Εὐριπιδην ἐπιγραμματι Ἑλλαδος Ἑλλαδα , ὁ δε Πυθιος ἑστιαν και πρυτανειον
9999972 ὑποτεταγμενα
, Κρονου εʹ , Ἀρεως δʹ . ἐχει δε κλιματα ὑποτεταγμενα ταυτα : Κιλικιαν , Τυρον , Κελτικην , Σπανιαν
ἱερων προεστωτες , ἐπισημοι , λαμπροι . Ἐστι δε τα ὑποτεταγμενα κλιματα : κατα την κεφαλην Μηδια και οἱ συνεχεις
9999972 πληρουσι
ἀγγειον κεραμεουν οἰνηρον συκων ἐμβαλλουσι προς ἡμισυ μερος , εἰτα πληρουσι το ἀγγειον ὑδατος καθαρου , και συνεχως ἀπογευονται .
Γοργιας μεν και Πωλος σφοδρα του καλλους πεφροντικοτες παντοδαπων παρισωσεων πληρουσι τους λογους , Ἰσοκρατης δε ἐπ ' ἐλαττον ,
9999972 ὀνομασθεις
, θεασαμενος αὐτην Γαϊος Ἰουλιος Καισαρ ὁ δια τας πραξεις ὀνομασθεις θεος ταυτην ἀνεστησεν . Ἐναντια γαρ παθη συνειχε τας
Διζηρου πορῳ „ . ἰσως ἀπο του διζησθαι την Μηδειαν ὀνομασθεις . το ἐθνικον Διζηριος και Διζηριτης , ὡς Ἀλωρος
9999972 ἐποιησαμην
παρ ' ἐμου ἀκηκοοτα , διοτι την περι ταυτα ἐφοδον ἐποιησαμην ἀξιωθεις ὑπο Ναυκρατους του γεωμετρου , καθ ' ὁν
ἀν συγχεαιμι τους ὁρκους οὑς προς την τροφον της Φαιδρας ἐποιησαμην : οὐκ εἰ πατρῳας ἐκτος : το εἰμι το
9999972 παρεκρουσεν
διεθερμανθη : ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀκρεα ψυχρα : παρεκρουσεν : πνευμα μεγα , ἀραιον : μετ ' ὀλιγον
οὐχ ἱδρυτο : ἀπο δε κοιλιης ἐξεκοπρισεν ἀθροα : πολλα παρεκρουσεν : οὐδεν ὑπνωσεν . Δευτερῃ , πρωϊ ἀφωνος :
9999972 ἀργαλεως
λιλαιομενοι μαχεσασθαι δευρο κιον , παντεσσι φονον στονοεντ ' ἐφεηκα ἀργαλεως , παντων δε παρα Ξανθοιο ῥεεθρα ὀστεα τε σαρκας
οἰνον Μαιονιηθεν : ἀνιηρῃ δ ' ὑπο λιμῳ φθισομεθ ' ἀργαλεως , εἰ και μαλα τειχος ἀμυνῃ . Ἀλλ '
9999972 παρειχοντο
την ἐπωνυμιην . Δωριεες δε οἱ ἐκ της Ἀσιης τριηκοντα παρειχοντο νεας , ἐχοντες τε Ἑλληνικα ὁπλα και γεγονοτες ἀπο
χρηματ ' εἰσεφερον , οἱ δε τεχνιται τας αὑτων ἐπιστημας παρειχοντο προς την των ὁπλων κατασκευην , ἁπας δ '
9999972 διαιρετικης
το λογικον εἰναι συνελογιζοντο . Ἐπει δε προειπομεν περι της διαιρετικης τινα , ὁτι τε μικρον μοριον ἐστι της συλλογιστικης
τουτων διαφορα : νυνι δε προκειται δειξαι , πως της διαιρετικης τεχνης ὑποβαλλομενης των κεφαλαιων ἑκαστον ἡμεις ἐκλαβοντες αὐτο κατασκευασομεν
9999971 συγγραμματα
' ἀσκοπῳ οὐτ ' ἀκυλιστῳ Πρωταγορῃ : ἐθελον δε τεφρην συγγραμματα θειναι , ὁττι θεους κατεγραψ ' οὐτ ' εἰδεναι
και Καλλιμαχον ἐν τῳ των παντοδαπων συγγραμματων Πινακι ἀναγραψαντα πλακουντοποιικα συγγραμματα Αἰγιμιου και Ἡγησιππου και Μητροβιου , ἐτι δε Φαιτου
9999971 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999971 Νεμειων
ἑστηκετουτῳ τῳ ἀνδρι ἀθλησαντι πενταθλον ἡ τε Ὀλυμπικη νικη και Νεμειων γεγονεν ἡ ἑτερα , Ἰσθμιων δε δηλα ὡς και
Ἠλειου , παλης ἀνελομενου στεφανον : ἐγενετο δε αὐτῳ και Νεμειων ἐν τε παισι και ἀγενειων ἑτερα νικη . Παραβαλλοντι
9999971 σποδος
εἰναι στοιχειον , ὡσπερ δοκει πολλοις των ἀνθρωπων γη και σποδος . ἀλλα και ὁ ποιητης τουτο λεγει ἀλλ '
ξυμμιξαντα και ἑψησαντα , λιπαρον διδοναι ἐκλειχειν . Ὀφθαλμων : σποδος πεπλυμενη , λιπαρῳ πεφυρημενη , ὡς σταις μη ὑγρον
9999971 πιστευσαντας
δια το και πλειους διεψευσθαι της ἀληθειας ἐν τουτοις , πιστευσαντας τῃ Φιλινου γραφῃ . Οὐ μην ἀλλ ' εἰ
δε μηνυσεως ὑπο του Μηνυκιου τους παροντας ἐν τῳ συνεδριῳ πιστευσαντας ἀληθη τα λεγομενα εἰναι , γνωμην ἀποδειξαμενου των πρεσβυτερων
9999971 μαχομενην
φιλονεικων , την περι ὑμας ὀψεται δοξαν μετα ἀληθειας αὐτῳ μαχομενην και νικηθηναι μηδαμου δυναμενην : εἰ δε ἀκων μεν
μη ἁρμοττει ἠ ὁ κατηγορουμενος , την δε ἀποφασιν ἁτε μαχομενην τῃ καταφασει ψευδεσθαι μεν ἐφ ' ὡν ἐκεινη ἀληθης
9999971 εὐπορησομεν
, εἰ ἀληθεις αἱ φημαι , και ἀλλα ἀλλοθεν . εὐπορησομεν δε και νομων ἀνασκευης πολλαχου μεν παρα πλειστοις των
ὁποιους ἀν αὐτων ἐχωμεν , ἐκ των τοιουτων προκαταλαμβανοντες ἀντιλεγειν εὐπορησομεν : περι δε των ἀμφιβολων ἐαν οὑτως ὑπολαμβανωσιν ,
9999971 ἀλλαγην
τινας των πολεμιων και των σωματων κυριευσας ἠναγκασε τους Λοκρους ἀλλαγην ποιησασθαι των νεκρων . κρατων δε των ὑπαιθρων και
μετεπεσε , και τις ἡ του δαιμονος ἐπιφανεια περι την ἀλλαγην των ἱεροποιων ἐγενετο , ἐπειδαν κατα τουτο γενωμαι του
9999971 Κρατης
μελιτι κεχρισμενοι . ” Ἀριστοφανης δ ' ὁ γραμματικος και Κρατης τα ἐξ ἀφρυκτων κριθων οὑτω φασιν ὀνο - μαζεσθαι
αὐτος γεγονως ἐκ του οὐρανιου αἱματος ἁμα τῃ Ἀφροδιτῃ . Κρατης δ ' ὁ Ἀρκας εἰπων : πομπιλος , ὁν
9999971 παρεγενηθησαν
δια το μισος ὑπειληπτο . ὡς δε παντες οἱ συμμαχοι παρεγενηθησαν εἰς Κροτωνα , [ και ] κατα την ἑαυτου
του της Ἀσιας βασιλεως περι τον της Λυσιμαχειας πολεως ἀνοικισμον παρεγενηθησαν οἱ παρα Φλαμινιου πρεσβεις . εἰσαχθεντες δε εἰς το
9999971 πληρωσεις
κενουται ῥᾳστα . κενωσεις μεν δη φυσικαι των ἀρκτων και πληρωσεις ἐς δεον εἰρηνται μοι μητε ἰατρων μητε συγκραματων ,
κενουται ῥᾳστα . κενωσεις μεν δη φυσικαι των ἀρκτων και πληρωσεις εἰς δεον εἰς τοσουτον εἰρηνται μοι , μητε ἰατρων
9999971 ἀπονεμουσι
κλεψωσιν ἠ ἀρνησωνται ἠ χρεωκοπησωσιν ἠ ἁρπασωσιν ἠ λεηλατησωσι μοιρας ἀπονεμουσι τοις βωμοις , οἱ δυσκαθαρτοι , το μη δουναι
μυθος προς ἀνδρας οἱτινες ἀπο κινδυνου διασωθεντες τοις εὐεργεταις τοιαυτας ἀπονεμουσι χαριτας . Λυκος δε ποτ ' ἀρας ἀρνιον ἐκ
9999971 θεραπειαις
θυμον , ποταπον ; ἀταλον , ἠγουν ἱλαρυνων αὐτον ταις θεραπειαις και προσηνη ποιων : Διος κορινθος . παροιμια ἐστιν
δε και τουτοις οὑς ἀγασθειη ἠ ἐν φυλακαις ἠ ἐν θεραπειαις ἠ ἐν αἱστισινουν πραξεσιν , ἐνσημαινομενος τουτο , ὁτι
9999971 κιναιδος
τι του χθιζου αὐτῳ ζωμου ἐγκατεμεμικτο . και ὁ γε κιναιδος , ὁ συνεδρος , οὐκ ἀμουσως ποτε και εἰς
στρουθωδης . ὁ δε Διδυμος μητερα Κλεοκριτου , ὁτι ὡς κιναιδος κωμῳδειται . ἐν δε τοις μυστηριοις της Ῥεας μαλακοι
9999971 τριακοσιων
ἑσπεραν πλεουσι μεχρι μεν του Κανωβικου στοματος χιλιων που και τριακοσιων σταδιων , ὁ δη και βασιν του Δελτα ἐφαμεν
, και καθ ' ἡμας δε οὐκ ἐλαττους εἰναι [ τριακοσιων ] . διο και τους ἀρχαιους βασιλεις ἱστορουσι κατα
9999971 τρισχιλιους
και το ἀπο Βυζαντιου διαστημα ἐπι τον Βορυσθενη σταδιους εἰναι τρισχιλιους ἑπτακοσιους , τοσουτοι ἀν εἰεν και οἱ ἀπο Μασσαλιας
ταυτης και της ἀλλης Καριας φυλακην ἐγκαταλιπων ξενους μεν πεζους τρισχιλιους , ἱππεας δε ἐς διακοσιους και Πτολεμαιον ἡγεμονα αὐτων
9999971 κομισαντος
ἀρχην ἀπ ' ἐκεινου αὐθις Λυκαονες ὠνομασθησαν , Οἰνωτρου δε κομισαντος αὐτους εἰς Ἰταλιαν Οἰνωτροι χρονον τινα ἐκληθησαν . μαρτυρει
δε περι Σωκρατους και ὁσα ἐντυχων τῳ συγγραμματι εἰποι , κομισαντος Εὐριπιδου καθα φησιν Ἀριστων , ἐν τῳ περι Σωκρατους
9999971 Παγκρατης
μελανοστικτα ὡσπερ κοσσυφος , τα δε ποικιλοστικτα ὡσπερ κιχλη . Παγκρατης δ ' ὁ Ἀρκας την κιχλην ὀνομασι πολλοις φησι
θεριζομενου σιτου . λαβε δ ' ἐν Μιτυληνῃ αὐτην . Παγκρατης ἐν ἐργοις θαλασσιοις : σαλπαι τ ' ἰσομηκεες ἰχθυς
9999971 προσεποιουντο
, οἱ μεν Ἀθηναιοι , καθαπερ ἠν αὐτοις παρηγγελμενον , προσεποιουντο φευγειν , οἱ δε Πελοποννησιοι περιχαρεις ὀντες ἠκολουθουν κατα
πονηριαν , ἀλλ ' οἰομενος εἰναι ἐπιεικεις ἀνθρωπους και οἱοιπερ προσεποιουντο και ἐφασαν εἰναι , και ἡγουμενος ποιησειν αὐτους παντα
9999971 ὀλιγοχρονιους
ἀντιπτωμασι μονον ἠ ἀσθενειαις περικυλιουσιν , προσθετικοι δε ἠ ἐπικεντροι ὀλιγοχρονιους ἠ ἐπισινεις ποιουσι τας μητερας ὀλιγοχρονιους μεν ὁμοιως ἐπι
δε ἠ ἐπικεντροι ὀλιγοχρονιους ἠ ἐπισινεις ποιουσι τας μητερας , ὀλιγοχρονιους μεν ὁμοιως ἐπι των ἀπηλιωτικων ὀντες κεντρων ἠ ἐπαναφορων
9999971 νεωτεριζειν
γενοιτ ' ἀν , ὁπως μηδενι ἑτοιμα ᾐ των βουλομενων νεωτεριζειν . Εὐηθες γαρ των μεν ἀφικνουμενων ἀνδρων παραιρεισθαι τα
ἁπτεα του ἐργου πριν και των λοιπων ἐπαρθηναι εἰς το νεωτεριζειν τας γνωμας . . . . ἀτασθαλα . .
9999971 διδαχθεις
τον πατερα των ὁλων ἀνειθην ὑπ ' αὐτου δυναμωθεις και διδαχθεις του παντος την φυσιν και την μεγιστην θεαν ,
Ἀττικης ἀφικομενου τον τε καρπον λαμβανει τον ἡμερον και οἰκισαι διδαχθεις πολιν Ἀροην ὠνομασεν ἐπι τῃ ἐργασιᾳ της γης .
9999971 προϋπαρχουσης
τας κατ ' αὐτας ἐνεργειας ἀποδιδουσων . και της μεν προϋπαρχουσης τροφης ἐν τοις ἀγγειοις οὐδαμως καταναλισκομενης . της δ
κινδυνων , ἀλλα και το πληθος εἰς εὐνοιαν μειζονα της προϋπαρχουσης παρεστησατο . οὑτος μεν οὐν παλιν εἰς ἀνελπιστους κινδυνους
9999971 στρατευσαντα
δε της ἐπιβολης καθικομενου . Καμβυσην μεν γαρ μεγαλῃ δυναμει στρατευσαντα την τε στρατιαν ἀποβαλειν ἁπασαν και αὐτον τοις ὁλοις
' οὐ φησι συστρατευσαι : Ἀλκμαιωνα γαρ τον Ἀμφιαρεω , στρατευσαντα μετα Διομηδους και των ἀλλων Ἐπιγονων και κατορθωσαντα τον
9999971 ὀργανικον
ὁ θωραξ νευρωδης και μυωδης και φλεβωδης και ἀρτηριωδης , ὀργανικον μοριον συνδετικον ταις ὠμοπλαταις και ταις κατακλεισι και ταις
ἑνεκα γαρ της ψυχης το σωμα : ταυτῃ τοι και ὀργανικον προς τας ἐκεινης ἐνεργειας ἀπετελεσθη . ἐπιζητουμεν οὐν θεωρησαι
9999971 νοσουντα
Πανι , κτημα δε τερπνον πασιν ἀνθρωποις , ὁ και νοσουντα ἰασεται , και λυπουμενον παραμυθησεται , τον ἐρασθεντα ἀναμνησει
μαλιστα εἰ παραληφθειη οὐκ ἀπο του ὑγιαινοντος τοπου ἐπι τα νοσουντα , τοτε γαρ ἐπισυρεται , ἀλλ ' ἀπο του
9999971 στερητικαι
' αὐτην ἐπ ' ἐλαττον και της μετ ' αὐτην στερητικαι Δ ἀνθρωπος ἀδικος οὐκ ἐστιν ἀνθρωπος ἀδικος ἐστιν Α
' αὐτην ἐπ ' ἐλαττον και της μετ ' αὐτη στερητικαι οὐ πας ἀνθρωπος ἀδικος ἐστιν πας ἀνθρωπος ἀδικος ἐστιν
9999971 γραφομενα
† ὑειος καρα και χρυσειος σταυρος δια της ει διφθογγου γραφομενα , . , . + . . . Ἀμβροσιην
αὐτον οἰμωγων τε ἀφορμαι και δακρυων , ὡν ἐπι τα γραφομενα ῥει τα πλειω . Καλως σοι τεθρηνηται τἀμα κακα
9999971 ἐπικουρια
εἰ μη παραχρημα προληφθειη τοις βοηθημασιν , ἀνονητος ἡ εἰςαυθις ἐπικουρια , της φθοροποιου δυναμεως καταδραξαμενης των σωματων . Διοπερ
Χαρις : ἡ σωματοειδης θεα . και ἡ μετα χαριτος ἐπικουρια . και ἡ δωρεα . χαρμη : χαρα .
9999971 ἀποκλεισαι
και εἰς τας ναυς ἐμβηναι , και Λακεδαιμονιους βασιλει πυλας ἀποκλεισαι . μεγαλα γαρ ταυτα και σεμνοτητος ἐργα και [
. . Ἀλκιβ . ; ἀποτειχισαι το ἀπολαβειν τειχει και ἀποκλεισαι της ἐξοδου , ἀποτετειχισμενος δε ὁ ἀπειλημμενος και ἀποκεκλεισμενος
9999971 γραφαις
πραγματικου , το λεγομενον μεν οἰκονομικον , ἐν ἁπασαις δε γραφαις ἐπιζητουμενον , ἐαν τε φιλοσοφους προεληται τις ὑποθεσεις ἐαν
και ῥᾳδιως ὀχλον ἀγοντες , ἠν ἀντιπεσῃ καιρος , ἐν γραφαις τε και εἰσαγγελιαις και τιμηματι και τῳ ξυλῳ .
9999971 ὑπηρετουντα
„ Ὁ αὐτος ἰδων τινα πασιν ἑξης προχειρως χαριζομενον και ὑπηρετουντα ” κακος κακως ” εἰπεν „ ἀπολοιο , ὁτι
και τα διακοσμουμενα τοις διακοσμουσι , τοις χρωμενοις τε τα ὑπηρετουντα ὡς ὀργανα ἐστιν οὐκ ἀναρμοστα . Διοπερ τοις μεν
9999971 πιστευσαντες
ὡσπερ ἐνεχυρον αὐτο τουτ ' ἐχοντες ἐπαρθηναι και τουτῳ μαλιστα πιστευσαντες ἁμαρτειν , οὐ τῳ δια τελους κρατησειν της πολεως
' ἀγνοησαιεν ὁσῳ λαμπροτερος και μειζων ἀνηρ , τοσουτῳ προχειροτερον πιστευσαντες αὐτῳ , μηδε ἡν οὐ θεμις οὐδεν φλαυρον ἀκουσαι
9999971 παραγγελλομενα
λεγοντες , ὡς δ ' ἀν ὀξεως ἐχοιεν ἐς τα παραγγελλομενα χρησθαι . και οἱ Καρχηδονιοι , νομιζοντες ἐκλυσειν την
προυχοντας και ἐμπειριᾳ πολεμικῃ , ἐπειτα ὁμοιως παντας ἐς τα παραγγελλομενα ἰοντας , ναυτικον τε , ᾡ ἰσχυουσιν , ἀπο
9999971 ἐπεγενετο
ἀπο των ἀνθρωπων ἐκεινων , οἱς και ἀρχομενοις και μεσουσιν ἐπεγενετο τι . κατα θερη δε και χειμωνας . .
ἐν ποαις νεμομενων . ἀκος ] θεραπεια . ἐπηρκεσαν ] ἐπεγενετο εἰς βοηθειαν . ἰαμβοι . συστημα ὁμοιον τωι ἀνω
9999971 ὁκου
, ἐβουλευοντο , προθεντος Εὐρυβιαδεω γνωμην ἀποφαινεσθαι τον βουλομενον , ὁκου δοκεοι ἐπιτηδεοτατον εἰναι ναυμαχιην ποιεεσθαι των αὐτοι χωρεων ἐγκρατεες
καυθεισης και στηθεος , ὁμοιως δε και παντι τῳ σωματι ὁκου ἀν καυθῃ . Ὁταν δε ξυῃς βλεφαρα ὀφθαλμου ,
9999971 ἀποτυγχανειν
τουτο ποιει , ” μελετω , “ εἰπεν , ” ἀποτυγχανειν . “ αἰτων τινακαι γαρ τουτο πρωτον ἐποιησε δια
ἀργαλεωτατῃ νοσῳ , ἐπαιρομενοι . προς γαρ τῳ του τελους ἀποτυγχανειν ἐτι μετ ' οὐ μικρας βλαβης μεγαλην αἰσχυνην ὑπομενουσιν
9999971 ἀνακτησασθαι
ἀπο της χθεσινης διαρροιας τον στομαχον ἡμων θελει τῳ ὀξει ἀνακτησασθαι . ” και μετα το πιειν αὐτους προς δυο
λοφου τους τοτε κατοικουντας Σικελους : διο δη φασκοντες πατρῳαν ἀνακτησασθαι χωραν και περι ὡν εἰς τους ἑαυτων προγονους ἐξημαρτον
9999971 λαμβανομενα
πενταφυλλου ῥιζα , αἱμα τε τραγου ἠ αἰγος , ὁμοιως λαμβανομενα : δρυος τε φλοιος ἠ φηγου ἠ πρινου ,
αἰτηματα οὐτε ἀμεσα οὐτε ἀναποδεικτα , ἀλλα δεομενα μεν ἀποδειξεως λαμβανομενα δε χωρις ἀποδειξεως ἐν τοις λογοις . και εἰσιν
9999971 ἐγκρατης
Πεσσινουντιους πολεμον ἐχων ηὐξατο τῃ Μητρι των θεων , ἐαν ἐγκρατης γενηται της νικης , θυσειν τον πρωτον αὐτῳ συγχαρεντα
, δια τουτο τον οἰνον ἀγαπᾳ . οὑτω και ὁ ἐγκρατης κυριως τῃ ἀγαθῃ δοξῃ ἐμμενει . εἰ δε που
9999971 αἰσχυνομενοι
ποιουντες ἁ πραττουσιν ὡστ ' εἰναι φανεροι και φυλαττομενοι και αἰσχυνομενοι . ἐκ δε τουτων ἡ κοινη και παντων των
, διακειται δε , ὡσπερ οἱ καταψηφισασθαι μεν ἐπιθυμουντες , αἰσχυνομενοι δε το μη ἐπ ' ἀληθεσι , και προφασιν
9999970 παρατιθεμενα
δυο πλεκεται ἀγκυλια [ και ] κατ ' ἐναλλαγην ἀλληλοις παρατιθεμενα , το μεν ἐσωθεν ἐξω , το δ '
τουτοις : εἰπερ αἱ δυο γραμμαι μια γινονται , τα παρατιθεμενα ἀλληλοις σωματα ἑνι ἀκρῳ ἐσται ἐλασσονα : γεγονασι γαρ
9999970 φοινιον
Εὐρυπυλοιο διηλυθεν ἀνθερεωνος πολλα πονησαμενη : του δ ' ἐκχυτο φοινιον αἱμα ἐσσυμενως : ψυχη δε δι ' ἑλκεος ἐξεποτηθη
ἀργυρου αἰγλη . εἰδωλοις δ ' ἐν ὑγροισι Κρονον και φοινιον Ἀρην ξυνην ἐξανυοντας ὁδον Τιταν ὁτε λευσσῃ , πλωτηρας
9999970 ἀντιστρεφει
, οὐτε ἀναγκαιον ἐστιν οὐτε ὑπαρχον . εἰ τοινυν οὐκ ἀντιστρεφει κατα την του εἰναι ἀκολουθιαν το ὀν , ἐπι
ἐξ ἀμφοτερων ἐχοντων των μερων ταν ἀντιστροφαν τα μεν ἀδιαφορως ἀντιστρεφει ἀλλαλοις , ὡς το ὁμοιον και το ἰσον και
9999970 πικριας
καματοις πολυτροποις : καμῃ και μη ἀναπαυου , θλιβεις ἀπο πικριας , και μη γευσῃ γλυκυτητος , θλιβεις ἀπο καυματος
γαρ και σκοροδοις χρησαμενοι πλειοσιν ἀπηλλαγησαν του ἰκτερου και του πικριας ἐχειν του λοιπου συναισθησιν . εἰκοτως δε τουτο συμβαινει
9999970 βεβαιοτητος
. ἠθους γαρ κρισιν οὐδεμιαν ἀκριβεστεραν ἡγουμαι της ἐν φιλιᾳ βεβαιοτητος , ἡς ὑμας αἰσθανομαι και παρα την ἡλικιαν ἐπιμελουμενους
ἡ συν τῃ δυαδι τα παντα ὑφιστασα , ταὐτοτητος και βεβαιοτητος και συνοχης και διαιωνιας ζωης ἐξηγουμενη τοις ὁλοις ,
9999970 ἡμικυκλιον
ἡ δ ' ἐπι της ΓΝ των λοιπων εἰς το ἡμικυκλιον Ϙ κ : και των ὑπ ' αὐτας ἀρα
ἐστω μειζων ἡ ΑΒ , και γεγραφθω ἐπ ' αὐτης ἡμικυκλιον το ΑΒΓ , και εἰς το ΑΒΓ ἡμικυκλιον ἐνηρμοσθω
9999970 ἀμπελων
. γλευκει ὀξιζοντι βοηθησαι . Τον περι της φυτειας των ἀμπελων καταρτισαντες λογον , μελλοντες τε λοιπον περι της των
ἐς πολεμον ἀθλουντι οἰνος μεν , οὐ μην ὁ των ἀμπελων , ἐπει τον μεν ἐξ ὀρυζης χειρουργουσι , τον
9999970 ἐπεσημηνατο
ἀλλα το μη προσσημαινειν χρονον , καλως ὁ φιλοσοφος Πορφυριος ἐπεσημηνατο : ὀνοματα μεν γαρ το σημερινον και χθεσινον και
ἐν οἱς μεν περι του ὀνοματος ἠν ὁ λογος , ἐπεσημηνατο ὡς οἱον ἀν ληφθῃ , οὐκ ἀν γενοιτο διχα
9999970 Ἡρακλεωτης
κατ ' ἀμφοτερα δυστυχων . : Χαμαιλεων δ ' ὁ Ἡρακλεωτης ἐν τῳ περι μεθης , εἰ γε της φωνης
εὐεργεται βασιλεος ὀροσαγγαι καλεονται Περσιστι „ : Νυμφις δε ὁ Ἡρακλεωτης ἐν δευτερῳ περι Ἡρακλειας τους ὀροσαγγας λεγει παρα Περσαις
9999970 ἀφορισμον
ἐστιν ἐν χρονοις κειμενος ἠ ἀλογια ἐν χρονοις κειμενη εἰρημενον ἀφορισμον ἐχουσα . Των δε χρονων οἱ μεν εὐρυθμοι ,
νωσιν . ἐαν το λυπηρον κενουται : ἐνθεν ἐπιφερει τον ἀφορισμον , ἠν οἱα δει καθαιρεσθαι , ἀλλ ' ἐν
9999970 συγγραφων
και ἑδνων και ὑποσχεσεων και ἀπατων , ὁμολογιων τε και συγγραφων , και τελευταιον πολλακις ἐν αὐτοις τοις γαμοις λοιδοριων
: οὑτως δηλον ἐστιν ὁτι περι των καθολου λογων και συγγραφων ὁ παρων ἐστι λογος . Πολιτικον δε λεγει τον
9999970 στρατευσαι
αὐτον ἐκ Σικυωνος οἱ Ἠλειοι φασι και ἀρχειν Σικυωνιων , στρατευσαι δε ἐπι Σικυωνα αὐτοι φιλιᾳ Θηβαιων ὁμου τῃ ἐκ
των Γοργονων ἐθνος , ἐφ ' ὁ λεγεται τον Περσεα στρατευσαι , παρειληφαμεν ἀλκῃ διαφερον : το γαρ τον Διος
9999970 κρατουντα
βασιλειων ἐπεδυετο , μαργαροις ὀντα και λιθοις καταστικτα προς τον κρατουντα ἐξεπεμπε , μηνυων αὐτῳ την ἐκεινου κατασχεσιν . Ὁ
ἡ δε γυνη του πειθειν ἀπογνουσα καθαπαξ καταφευγει προς τον κρατουντα : και πεμπει δη πρεσβιν τε και ἱκετην τον
9999970 πεντακοσιους
πεζους μεν πλειους των δισμυριων , ἱππεις δε χιλιους και πεντακοσιους προηγεν δια της Θετταλιας ἐπι τους πολεμιους . οἱ
και ἡκε Μενων ὁ Θετταλος ὁπλιτας ἐχων χιλιους και πελταστας πεντακοσιους , Δολοπας και Αἰνιανας και Ὀλυνθιους . ἐντευθεν ἐξελαυνει
9999970 συμπληρουντα
ἐκεινα , ὡσπερ ὁ οἰκος εἱς λεγεται τῳ παντα τα συμπληρουντα αὐτον περιεχειν . τουτο δε διχως λεγεται : ἠ
το της ψυχης εἰδος ἀπομαξαμενης εἰς αὐτην της τεχνης τα συμπληρουντα την ψυχην : και γαρ λογισμου κατηγορειτο δηλωμα και
9999970 δικαστηριοις
γαρ ἡ ῥητορικη δοκει ἐν ταις βουλαις και ἐν τοις δικαστηριοις λυσιτελειν . Ποτε δε χρη το ὀνομα του γενους
ὑμας νομους ἀναγκαζουσι λυειν , τους μεν κεκριμενους ἐν τοις δικαστηριοις ἀφιεντες , ἑτερα δε παμπληθη τοιαυτα βιαζομενοι παρανομειν .
9999970 μελανθιου
, ὡσπερ ἐν τῳ προσθεν προσθηματι . Ἑτερον : του μελανθιου τριψας μελιτι , δευσας οἰνῳ , βαλανον ποιησας προς
δε σμικραι και ξυμμυουσαι , ἀρσενογονοι . Ἐγκυητηριον ἀκρον : μελανθιου γυναικι διδοναι , ἐν οἰνῳ μελανι στρυφνῳ . Γυναικι
9999970 Καθαρτικον
γ , σκαμμωνιας ⋖ α , κολοκυνθιδος ⋖ δ . Καθαρτικον ὀξυπορον . Πεπερεως , κυμινου , πηγανου , σκαμμωνιας
: λουσαμενη δε και ἀφαιρεομενη , διανιζεσθω ὑδατι εὐωδει . Καθαρτικον μαλθακον , ὁπερ ὑδωρ ἀγει και φλεγματα , χλωρα
9999970 ἀποστροφην
Ὁταν δε προς το σημαινον ἀπο του σημαινομενου πραγματος την ἀποστροφην ποιηται ἠ προς το σημαινομενον ἀπο του σημαινοντος ,
προκειμενα ὀσσε ; διο και το σημειον . ἠ νοητεον ἀποστροφην λογου ἀπο του προς τον Μενελαον εἰς τον περι
9999970 τελευτησαι
αὐτον ἐπιγαμιαν ἐποιησατο . ἀλλ ' ἐπει συνεβη τον Λουκιον τελευτησαι , μενοντων τῃ Λουκιλλῃ των της βασιλειας συμβολων Πομπηιανῳ
κελευειν τους παιδας βολβιτοις καταπλαττειν : οὑτω δη κατατεινομενον δευτεραιον τελευτησαι και ταφηναι ἐν τῃ ἀγορᾳ . Νεανθης δ '
9999970 κατασκευαζομενα
. και τα μεν προς ἐμβολεις της ὀρθογωνιου κωνου τομης κατασκευαζομενα πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς
σφοδρα λοιδοροι . πομπεια δε λεγεται τα εἰς τας πομπας κατασκευαζομενα σκευη , ὡς ὁ αὐτος ῥητωρ κατ ' Ἀνδροτιωνος
9999970 κατεμεινεν
Λυγκεως παιδες την βασιλειαν ἐνειμαντο , και Ἀκρισιος μεν αὐτου κατεμεινεν ἐν τῳ Ἀργει , Προιτος δε το Ἡραιον και
την Ἑλλαδα και την βαρβαρον αὐθις ἐσκεδασθη , ὀλιγον δε κατεμεινεν ἐν Ἰταλιᾳ των Ἀβοριγινων προνοιᾳ . πρωτον μεν οὐν
9999970 ἐξανθηματα
ἀραϲ ταυτην ἐπιτιθει του μυρϲινατου λεγομενου . Προϲ τα ἐξερυθρα ἐξανθηματα ἐν τῃ κεφαλῃ . ψιμμυθιον ϲυν δαφνινῳ καταχριε ἠ
οἱ δε περινυκτιδες . οἱ δε δοθιηνες . οἱ δε ἐξανθηματα ἰονθοις ὁμοια . | οὐλας : κριθας . οὐ
9999970 μελαινης
, ὡς προειρηται . ἠμαρ ] ἡμεραν . μελαγχιμου ] μελαινης . μυριας πολλης . βραβευς ] ἡγεμων . στυφλους
θεαμασιν ζωσαν γραφην ἐφαινε , χρωμα δ ' ὀμμασιν λευκον μελαινης ἐργον ἀντηυγει σκιας . ἀλλη δ ' ἐγυμνου καλλιχειρας

Back