μεγηρῃς ῥεξαι ὁπως μοι θυμος ἐελδεται , ὀφρα και ἀλλοι αἰζηοι τρομεωσι θεων ἀριδηλον ὁμοκλην . Ὡς φαμενην προσεειπε πατηρ
ἐπιβρισαντες ἀολλεες , ἠυτε νηα ἑλκωσιν μογεοντες ἐσω ἁλος ἠχηεσσης αἰζηοι , στιβαραι δε περιστεναχουσι φαλαγγες τριβομεναι , δεινον δε
9999955 διδασκοντι
τυμπανα γραφοντος , παις μεν ὠν τῳ πατρι ὑπηρετει γραμματα διδασκοντι , ἀνηρ δε γενομενος το μεν πρωτον ὑπεγραμματευσε ταις
ἐξωθεν ἐπαγομενους κινδυνους καλουμενος ὁ δημος εὐπειθης γενοιτο , και διδασκοντι , ὡς εἰ βιαν προσαξουσι τοις μη πειθομενοις εἰς
9999954 εὐπρεπους
και στρατιας κατηναγκασμενης , και στρατηγιας ἀκουσιου , και φυγης εὐπρεπους . Ταυτα τοινυν φημι τας περιστασεις διαφευγειν ἐκεινον τον
τοιαυτην . Τισιφονη μια των Ἐρινυων εἰς ἐπιθυμιαν ἐμπεσουσα παιδος εὐπρεπους , Κιθαιρωνος τοὐνομα , και μη στεγουσα την ἐπιτασιν
9999953 Ὑπεριδης
ὡστε συγγνωμην ἐχω . ὁ τ ' ἐν λογοισι δεινος Ὑπεριδης ἐχει . τους ἰχθυοπωλας οὑτος ἡμιν πλουτιει . και
κατα ταυτα ἐπολεμει : κἀκεινος ἐν αὐτοις ἠν φιλος . Ὑπεριδης δε και Δημοσθενης και Λυκουργος , οἱ γε δοκουντες
9999953 ἐφροντισεν
ἀλληλων πλεον ἐχωσι , χρη μιμεισθαι . Ἡσιοδος μεν γαρ ἐφροντισεν ἡδονης δι ' ὀνοματων λειοτητος και συνθεσεως ἐμμελους .
οὐ . . . βδεω ] διοτι οὐκ ἠν μυριστικον ἐφροντισεν ] νυν οὐκ ᾐσθετο οὐδ ' ἐνοησε ἀγροικον ]
9999952 πληθουσης
διελεγετο τοις προσιουσιν , ὁποσα ἠρωτων , και οὑτως ἀγορας πληθουσης ἀφικνειται γραμματευς κελευων ἐπι θυρας ἠδη εἰναι „ μη
αἱ χειροτονουσιν . ἐν ἀλλαις δε των πολεων οὐτε προ πληθουσης ἀγορας νεον φαινεσθαι οὐτε μετα δειλην ὀψιαν καλον ,
9999952 παρεταξατο
ἑαυτης ἀδικον : οὑτω προς την κοινην βλασφημιαν τῳ ἠθει παρεταξατο . οἰσθα τον Μηδειον ἐκεινον τον ἀπο της Συριας
' Εὐτρησιων και της ἐπι Μηλεας ὁδου , ἐνταυθα ἐκβας παρεταξατο ὡς μαχουμενος . ἐφασαν δ ' αὐτον και προ
9999952 χαλεπωτατος
ὁς μετριαζων μεν ἐστιν εὐχαρις , ἐπιτεινομενος δε και διαταραττομενος χαλεπωτατος . φησι δ ' αὐτον και διδυμα τοξα ἐντυνεσθαι
λεχει τε μοιχος ἐντρυφων , και φαρμακειαι , και νοσων χαλεπωτατος φθονος , μεθ ' οὑ ζῃ παντα τον βιον
9999952 διδασκαλεια
] [ εν ] : αλλα μοι αλ [ ] διδασκαλεια [ ] [ η ] τα ανθρωπ [ ]
Κλαυδιος ὁ της δεκαδαρχιας ἡγεμων ἀναγινωσκουσαν ἐν γραμματιστουἠν δε τα διδασκαλεια τοτε των παιδων περι την ἀγορανεὐθυς τε ὑπο του
9999952 πολεμιστηρια
“ ὠ φιλε ” , οἱ δε κυριον ἡνιοχου . πολεμιστηρια : κατα τινας ἀγων Ἀθηνησιν ἱππικου δρομου : ἑνα
ἁμιλλαις συνεργουντα , ἀγωνιστηρια δε τα ἐν τοις ἀγωσι . πολεμιστηρια . . . ] τα ἁμιλλητηρια ὠφειλεν εἰπειν ,
9999952 κατελελειπτο
Τιθαιος Δατιος παιδες . Ὁ δε τριτος σφι συνιππαρχος φαρνουχης κατελελειπτο ἐν Σαρδισι νοσεων . Ὡς γαρ ὁρμωντο ἐκ Σαρδιων
τουτοις μεν οὐν ἀπεκριθη διοτι του ζην οὐδεν ἀξιον αὐταις κατελελειπτο , αὐτος δε τροφης ἀποσχομενος ἐνδειᾳ κατεστρεψε τον βιον
9999952 ἀναιρεθεισης
φερειν νομιζω : σωτηριαν σοι τῳδε τ ' : το ἀναιρεθεισης της Ἑλενης , φησιν ἡ Ἠλεκτρα , ἐνεδρευσαι και
χειρ δε μερος ἐστιν του ἀνθρωπου , και της χειρος ἀναιρεθεισης συναπολλυται και ὁλος ὁ ἀνθρωπος : οὐκετι γαρ ὁλος
9999952 διδασκουσι
φυουσιν ἀλληλοις και κροκοδειλους ποιουσι και τα τοιαυτα ἀπορα ἐρωταν διδασκουσι τον νουν . Ἀλλα ἐμε ἀμαθη και ἀπαιδευτον εἰναι
ἐκδιδασκει . και αἱ Ἰδεαι δε το βιβλιον εὑρεσεις τινων διδασκουσι . τι οὐν ἐστιν εἰπειν ; ἠ ὁτι ἐν
9999952 ἡγεμονικων
ἀρχην . ἀλλως . ὑπνος ἐστιν ἡσυχια και παυλα των ἡγεμονικων . τις ποιητικη αἰτια του ὑπνου ; ἡ ἐν
τον ἐγγυτερον ἠ ἀπωτερον του πληττομενου , των ἐν ἡμιν ἡγεμονικων τῃ συμφυτῳ μουσικῃ θαυμασιως ἁμα και προχειρως εὑρισκοντων τε
9999951 ναρδινον
ἀλοιφη μεν οὐν ἐϲτω πηγανινον ἠ δαφνινον ἠ ἰρινον ἠ ναρδινον ἠ και του βαλϲαμου ὁ ὀποϲ , και μαλιϲτα
και ϲπλαγχνοιϲ ἐκλελυμενοιϲ ἁρμοττει : τοιαυτα δε ἐϲτι μαϲτιχινον , ναρδινον , γλευκινον , τονωτικωτερον δε το δια του ὀμφακιου
9999951 κατεκτανεν
ἐκβολης . ἰαμβικα ζʹ . οὐδ ' ἱκεθ ' ὡς κατεκτανεν : ὁ Ἐτεοκλης : πρωτος γαρ κατεκτανε τον Πολυνεικη
μαλα σχεδον ἠλυθον αὐτων . ἐνθ ' Ἑκτωρ δυο φωτε κατεκτανεν εἰδοτε χαρμης εἰν ἑνι διφρῳ ἐοντε , Μενεσθην Ἀγχιαλον
9999950 ἐκκαθαιρει
θερμαντικη και εὐωδηϲ ἐϲτιν , ἡτιϲ ϲυν οἰνῳ πινομενη ὑϲτεραϲ ἐκκαθαιρει : ὁ δε καρποϲ ϲυν ῥοφηματι πινομενοϲ γαλα γεννᾳ
: ὡϲτε μετα μελικρατου πινομενη τριων δραχμων μεγεθοϲ τα ἐντοϲ ἐκκαθαιρει : ῥυπτει δε και τα περι το δερμα .
9999950 διδακτεον
ἀνθρωποις παθηματα , ἐν πασιν τοις τοιουτοις της ἑκαστων διαθεσεως διδακτεον και ὁριστεον το τε καλον και μη . μετα
τα προτερον προς τους ἀναλογιστικους των γραμματικων εἰρημενα , και διδακτεον ὁτι τῃ συνηθειᾳ προσεκτεον μαλλον ἐστι θελοντας εὐ λεγειν
9999950 μονογενης
ἡ τον μεγιστον κυκλον ἐχουσα ὀρθον προς τον ἀξονα : μονογενης δε αὑτη ἐστιν ἡ θεσις , ὡς ἐφημεν ,
της μονοτητος αὐτου δια τουτου παρισταμενης : εἱς γαρ και μονογενης ὁ κοσμος ἐστι . τας δε Νυμφας διωκειν ,
9999950 πινουσα
ἐδοκεεν ἀποθανεισθαι παντως , ἡκιστα δ ' ἀν , ὑδωρ πινουσα ψυχρον , ἑως ἐμετος εἰχεν : ἐπει δε ἐψυχθη
κηπωρου γυνη , πυρετος εἰχεν αὐτην ξυνεχης : και φαρμακα πινουσα , οὐδεν ὠφελεετο : ἐν δε τῃ γαστρι κατωθεν
9999950 εὐφροσυναις
. θυμον ἀλδαινουσαν ] την ψυχην αὐξουσαν . . ἐν εὐφροσυναις ] ἁς ἐχω εἰς τους θεους τιμαις . .
μηδεν περι της αὑτου τελευτης εὐλαβηθεις , ἀλλα ταις ἀρχαιαις εὐφροσυναις νεας ἑτερας προσειληφως οὐ μονον δια μνημην των προτερον
9999950 δημιουργιας
οὑτω τοι φαμεν κἀν τῃ τοιᾳδε κρασει ἐκ της ὁλης δημιουργιας τους των παθων ἐνιεναι λογους κατα την ἀξιαν ἑκαστῃ
ἐπιφεροντας τοις σοφιας ἐφιεμενοις , τοις δε δια τας συνεχεις δημιουργιας τε και ἐργασιας καματηροις τε και ἐπιπονοις των ἀνθρωπων
9999950 τελευτησαντι
πολεως και φυλακα , και τιμας δοτεον και ζωντι και τελευτησαντι , ταφων τε και των ἀλλων μνημειων μεγιστα γερα
οἰκειοτατων ἐπιβουλευθεις ἀπωλετο . ζωντι μεν Δαρειῳ τοιαυτα ξυνηνεχθη , τελευτησαντι δε ταφη τε ἡ βασιλικη και των παιδων ὁποια
9999950 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999950 Κορινθιον
Ἡσιοδος δε Ἰδυιαν . . . . Ἐπιμενιδης δε φησι Κορινθιον τωι γενει τον Αἰητην , μητερα δε αὐτου Ἐφυραν
οἰκειων ἐχειν ἁρματων θεις περας του δρομου ἐπαθλον γαμου τον Κορινθιον ἰσθμον εἰ δυνηθειεν ἀφικεσθαι μεχρι τουτου . αὐτος δε
9999950 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ
9999950 κοινοτητα
διορισαμενοι , δει και την ἐν ἀμφοτεροις συνοραν διαφοραν και κοινοτητα . ἑν μεν οὐν τῳ ἀριθμῳ ὁλον λεγεται ,
Ἑρμοκρατην προσομιλουντες μαλιστα ἐποθησαν την τε ἐπιμελειαν και προθυμιαν και κοινοτητα . ὡν γαρ ἐγιγνωσκε τους ἐπιεικεστατους και τριηραρχων και
9999950 πιστευσαντα
τουτοις ἐπειτα παντων ἀμνηστιαν λαβων και κακος φανεις περι τον πιστευσαντα ἐπανεστη κατα του βασιλεως . και πρωτα μεν λαθρᾳ
εἰκοτ ' , ἀλλ ' ὁμως σε βουλομαι θεοις τε πιστευσαντα τοις τ ' ἐμοις λογοις φιλου μετ ' ἀνδρος
9999950 ἐπαγγελιαν
ὡς οἱον τε μαλιστ ' ἀπεδεξασθε , την τ ' ἐπαγγελιαν την ἐμην και το συμβαν ἀπο της τυχης ,
ὁμαλα γινεται τοις ἐκλεκτοις αὐτου , ἱνα ἀποδοι αὐτοις την ἐπαγγελιαν , ἡν ἐπηγγειλατο , μετα πολλης δοξης και χαρας
9999950 Ὀλυνθιους
οὐδ ' ἀν εἰπειν δυναιτ ' οὐδεις ὁσα τους ταλαιπωρους Ὀλυνθιους προτερον δους Ποτειδαιαν ἐξηπατησε και πολλ ' ἑτερα :
μεταγινωσκειν ἀπρεπες . ἀλλ ' ἐβουλομεθα μεν ἐχθρους καταστησαι τους Ὀλυνθιους , οὐ μην νυν οὐδε τουτον τον τροπον .
9999950 Ἡρακλεια
τα Δημητρια τα και Ἐλευσινια . * ἐνθα ἐτελειτο τα Ἡρακλεια . αἱ ἐν Σικελιᾳ πολεις . * * πολιες
βελος . πικρον [ δ ' ἀχος ] | ἐσχεθεν Ἡρακλεια ? [ ὡς ] | ἰδεν ? και ?
9999950 ἐμφαινουσα
τας λιτας Ὁμηρος . Εἰκασια ἐστι φρασεως ὑποληψις ἰδιωσεως μορφην ἐμφαινουσα , εἰ μεν τις θεος ἐσσι , τοι οὐρανον
δια λεξεως μιας διαβολη τις ἐγκατεσπειρετο τῳ προοιμιῳ , προπετειαν ἐμφαινουσα της ἀνθυπατικης ἀρχης , ὡς οὐ προσηκον αὐτοις οὐδε
9999950 γραμματικης
' ὡς θεωριαι ἁπλως τῳ εἰδει διαφοροι : και μερη γραμματικης ἀναγνωστικον ἐξηγητικον κριτικον , ὡς δε θεωριαι τινες και
ὁ περι των ἰδεων λογος ῥητορικης ἐστι , καιτοι δια γραμματικης πολλης κατασκευαζομενος : και γαρ εἰς τοσουτον χρειας ἠλθεν
9999949 παρακολουθημα
του ἀριθμου . Τις οὐν ἡ φυσις αὐτου ; Ἀρα παρακολουθημα και οἱον ἐπιθεωρουμενον ἑκαστῃ οὐσιᾳ , οἱον ἀνθρωπος και
Πλατων την τυχην ἀπεφαινετο αἰτιαν ἐν ἀπροαιρετοις κατα συμβεβηκος και παρακολουθημα και συμπτωμα και προαιρεσεως κατα την προς το τελος
9999949 ἀφαιρεσεως
' ἀμφοτερων των συνδεσμων : αὑτη γαρ ἠν διακριτικη της ἀφαιρεσεως και της ἀποκοπης , ἐπει , εἰ συναπεκεκοπτο το
και ἀνουσια , ὡσπερ ὁ κατ ' ἐπινοιαν ἀνθρωπος ἐξ ἀφαιρεσεως των αἰσθητων ἐν ταις φαντασιαις ἡμων ἠ ταις δοξαις
9999949 κολοσσος
Φαιδρῳ . Παρα το Κυψελιδων ἀναθημα σφυρηλατος ἐν Ὀλυμπιᾳ ἐσταθη κολοσσος , ἀλλ ' οὐ των Κυψελιδων . Κυψελου δε
δε συνταξις οὑτως ἐχει : κολοσσοβαμων δε σταθεις ἠγουν ἀνδριαντογλυφος κολοσσος γαρ ὁ ἀνδριας σταθεις δε που ; ἐν ταις
9999949 παραπετασμα
τοσουτονι . ὀξυγλυκειαν τἀρα κοκκιεις ῥοαν . [ το ] παραπετασμα , το Κυπριον , το ποικιλον . ἐνταυθα δη
πλουσιαν : τα δε χρηματα ταυτ ' ἐστιν ὀψις , παραπετασμα του βιου . Κἀν μυριων γης κυριευῃς πηχεων ,
9999949 ἀποδεδωκεν
. και ὁτι πονον το ἐργον . και ὁτι ἀντικειμενως ἀποδεδωκεν οὐδ ' ἀκαχοιτο : προς το συνηθες . .
ἐχειν ὡμολογησεν . ταυτην οὐτ ' αὐτην οὐτε τον σιτον ἀποδεδωκεν . λαβε τας ἀλλας και ἀναγιγνωσκε . Δυ '
9999949 ἀνακαθαιρει
Αὑτη διαχεει μαλιστα τας ἐν μαστοις σκληριας : ἐπισπαται , ἀνακαθαιρει , πληροι , κολλᾳ , ἐπουλοι , ποιει προς
ἰαται πινομενον και κολλᾳ μεν μεγαλα τραυματα χλωρον ἐμπλασσομενον , ἀνακαθαιρει δε τα ῥυπαρα και εἰς οὐλην ἀγει ταυτα .
9999949 Ἀλεξανδρος
παγων των τραχεων ἀκρωτηριων . * γρουνος : γρουνος ὁ Ἀλεξανδρος ἀρχαιαν δε ἐριν λεγει την ἀπο Ἰους των βʹ
τινος λυσιῳδου γυναικος ἐχαρισατο αὐτῃ . ἀκουσας δ ' ὁ Ἀλεξανδρος και συναγων φιλοσοφων και ἐπισημων ἀνδρων συμποσιον ἐκαλεσε και
9999949 δημιουργον
ἐθελοντες . το μεν γαρ εἰναι με μη κακων λογων δημιουργον συνεκεχωρητο , θατερον δε ἐδοκιμαζετο . και ἐδοξα τοις
θεους ὠνομασεν ὁ λογος τους ἀει και ὡσαυτως νοουντας τον δημιουργον θεον και ἀει προς το ἐκεινου ἀγαθον συντεταγμενους και
9999949 προτερωσε
οἱτινες εἰεν , ἐυξεινως ἀρεσαντο : και σφεας εἰρεσιῃ πεπιθον προτερωσε κιοντας ἀστεος ἐν λιμενι πρυμνησια νηος ἀναψαι . ἐνθ
δ ' Αἰγειδεω Θησεος ἐστι λυρη . Αὐταρ ὁ γε προτερωσε κιων Οἰκουσιον ἀστυ κτισσατο , Τραγασιην δε Κελαινεος ἠγετο
9999949 καβαλλαριοι
του στρατου και την ποιοτητα τασσειν . Ἐαν γαρ οἱ καβαλλαριοι πλειους εἰσι των πεζων , τας μεν καβαλλαρικας ἀκιας
ἀφεστωτα ἀλληλων ὡς ἀπο λιθου βολης . Ἐαν δε συνεισι καβαλλαριοι ἠ τουλδος , ὀπισθεν αὐτων τον τουλδον ποιειν και
9999949 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999949 μεγαλοφροσυνης
. Τοσαυτα περι των κατα τας νοησεις ὑψηλων και ὑπο μεγαλοφροσυνης ἠ μιμησεως ἠ φαντασιας ἀπογεννωμενων ἀρκεσει . Αὐτοθι μεντοι
και συγγυμνασθητι περι τουτο το μερος : οὐδεν γαρ οὑτως μεγαλοφροσυνης ποιητικον . ἐξεδυσατο το σωμα και ἐννοησας ὁτι ὁσον
9999949 ἑπτακαιδεκατον
. το δεκατον . . . τῳ τεταρτῳ . το ἑπτακαιδεκατον . . . το εἰκοστον ὁμοιον τῳ πεντεκαιδεκατῳ .
δε και των σμγʹ τα ιεʹ μειζον μεν μερος ἠ ἑπτακαιδεκατον , ἐλαττον δε ἠ ἑκκαιδεκατον , ὡστε συντεθεντων αὐτων
9999949 ἀκανθαι
τοις δ ' ἰον ἐχει στομα : τοισι δ ' ἀκανθαι τυμμασι λευγαλεοισιν ἀμυνεμεναι πεφυασι , πικραι τ ' ὀξειαι
οὐδ ' ἰσως ἀντελεγες τουτῳ τῳ δειπνιῳ : οὐ γαρ ἀκανθαι . πεζιδα πηριδιον τριτοστατις και μην ποθεν Πλουτων γ
9999949 συνεταξατο
δε θυγατηρ αὐτου Σκυλλα θεωρησασα τον Μινωα ἐφιλησεν αὐτον και συνεταξατο αὐτῳ προδουναι την πολιν , εἰ λαβοι αὐτην γυναικα
ἀρχοντα και ὁ κατα Μει - διου λογος , ὁν συνεταξατο μετα την χειροτονιαν , ἡν ὁ δημος αὐτῳ κατεχειροτονησε
9999949 μιγνυντες
οὐτε ἀγαν ὑγρα οὐτε καταξηρος . δολιζουσι δ ' αὐτην μιγνυντες ῥητινην και ἐρεγμον και ἀμμωνιακον : καθαιρει δ '
τους μαστους χρησιμον ἱκανως ἐστιν . ὠῳ ὁλῳ ὠμῳ χρωμεθα μιγνυντες ῥοδινῳ , οὐ μονον ἐπι τιτθων φλεγμαινοντων , ἀλλα
9999949 Μενανδρος
ἐνιοι μεντοι ὡς διαφερουσαν συγκαταλεγουσιν αὐτην τῃ Νεμεσει , ὡς Μενανδρος και Νικοστρατος . Δημητριος δε ὁ Σκηψιος Ἀρτεμιν φησιν
οὑ δη λεγεται ” πρωτη Σαπφω „ ὡς φησιν ὁ Μενανδρος „ τον ” ὑπερκομπον θηρωσα Φαων ' οἰστρωντι ποθῳ
9999949 κοιλιαις
ἐκφυσωμενος ἀηρ φερεσθαι δι ' αὐτης ἐξω πριν ἐμπεσειν ταις κοιλιαις , κἀν τουτῳ λοιπον ἀλυπως φωνουσι μηκετι ἐμποδιζομενοι :
, κατα μεγεθος ὀροβων , το δε τι ἐν ταις κοιλιαις ξυσματωδες και συνεστος . δολουται δε και σαρκοκολλῃ και
9999949 διοριζει
ὁ μεν γαρ παθη ποιων της αἰσθησεως καθ ' αὑτα διοριζει την φυσιν : ὁ δε καθ ' αὑτα ποιων
τε τον Εὐρωπον ποταμον , ὁν Ὁμηρος Τιταρησιον ὠνομασε , διοριζει Μακεδονιαν μεν προς βορραν , Θεσσαλιαν δε προς νοτον
9999949 πρεσβυτεροι
καλειται προτελεια . Προφερεις : οἱ νεοι μεν ὀντες , πρεσβυτεροι δε φαινομενοι : Αἰσχινης ἐν τῳ κατα Τιμαρχου .
πρεσβυτερων Ἰσραηλ , οὑς αὐτος συ οἰδας ὁτι οὑτοι εἰσι πρεσβυτεροι „ . οὐκουν οὐ τους ὑπο των τυχοντων γεροντας
9999949 Συρακουσιοις
και λεγουσιν ἀλλο παραδειγμα : ἀναγομενων Ἀθηναιων ἀπο Κερκυρας ἀπαγγελλει Συρακουσιοις ὁ Ἑρμοκρατης την ἀφιξιν : ἰδου γαρ ἐνταυθα φασιν
ἐπιβαινοντες οὐδε τας κεφαλας ἐπι τοις ὠμοις φεροντες . Κορινθιοι Συρακουσιοις βοηθειαν πεμποντες , μαθοντες εἰκοσι ναυς Ἀττικας περι Ναυπακτον
9999949 ἐπιμελειᾳ
ἡλικας ἀμυνεσθαι καλον και δικαιον που φησομεν , ἀναγκην σωματων ἐπιμελειᾳ τιθεντες . Ὀρθως , ἐφη . Και γαρ τοδε
εὐ πονουνθ ' ὁλως ἀπογνωναι ποτε . Ἁλωτα γιγνετ ' ἐπιμελειᾳ και πονῳ ἁπαντα . Σιωπῃ φασι τουτῳ τῳ θεῳ
9999949 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999949 αἰσθητηριον
οὐ : και μετα τινος ἀπορροιας το ὀσφραντον ἐπι το αἰσθητηριον προεισιν , ὁθεν ἐπι των δυσωδων ῥακους ταις ῥισιν
ὑποκειμενων αἰσθησεται , και οὐ δηπου κἀν τῳ ὑμενι το αἰσθητηριον . οὑτως οὐδ ' ἀν εἰη δια ταυτα το
9999949 προστεθεισα
διακεισθαι τον φυσει πυκτικον ποιον λεγομεν , οὐδεν ἡ δυναμις προστεθεισα ποιει , ἐπει και ἐν ταις ἑξεσι δυναμις .
κονιας στακτης λεια , γλοιωδης δι ' ἐριου και μηλωτιδος προστεθεισα . Οὐχ ὡς ἐπι των ἀλλων μοριων φλεγμαινοντων χρωμεθα
9999949 Ἀριστοφανης
ἐμεσεγγυησαν , ἐν μεσεγγυηματι ἐποιησασθε : μεσεγγυον την μειρακα καταθεσθαι Ἀριστοφανης λεγει , και μεσεγγυημα μεν Ξενοφων , μεσεγγυηματα δε
ἠτοι ὁμαλον πεδιον και τετριμμενον και οἱον ἀληλεσμενον , ὡς Ἀριστοφανης Δαιταλευσιν δια ψιλου “ ἐν ἀλιπεδῳ . ” ἐνιοι
9999948 κατεφρονησεν
και ἐφειδετο της ἑαυτου ὡρας . εἰ μεν δη χρυσου κατεφρονησεν ἠ χρηματων ἠ ἱππων ἠ τοιωνδε δελεασματων , οἱς
ὁ μεν δη Σκιπιων ὡδε ἐγκληματος ἀναξιου των βεβιωμενων οἱ κατεφρονησεν , σοφωτερον , ἐμοι δοκειν , Ἀριστειδου περι κλοπης
9999948 Ἑλλανων
εἰσιοντι εἰς τον ναον ἀριστερας χειρος : Αἱδ ' ὑπερ Ἑλλανων τε και ἀγχεμαχων πολιηταν ἑστασαν εὐχομεναι Κυπριδι δαιμονιᾳ .
. . Λακαινα μεν παρθενων ἀγελα Ὁμολα Ὁμολωϊα Βουλομαι παιδεσσιν Ἑλλανων . . . . * * * ἀν δε
9999948 κατελαβοντο
ἐχοντας ὡς θεραπαινιδας δωρα τῃ κορῃ κομιζουσας . ἐπει δε κατελαβοντο την οἰκιαν , οἱ μεν τας μαχαιρας ἐσπασαντο ,
. Ὡς Ἀθηναιοι διαπλευσαντες εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων κατελαβοντο τους περι το Ὀλυμπιον τοπους . Ὡς Ἀθηναιοι τας
9999948 ἐμφανης
παρ ' ὑμων κοινος ἠχειται κτυπος σαφης μεν αὐτων , ἐμφανης δε του ξενου ; μη τις Διος κεραυνος ,
ἐσται ταὐτο τουτο σοι παλιν . πολλῳ δε κρειττον ἐστιν ἐμφανης φιλος ἠ πλουτος ἀφανης , ὁν συ κατορυξας ἐχεις
9999948 κυριως
και τουτων τοις συμβαλλομενοις ἡμιν χρηστεον . Τελικα δε κεφαλαια κυριως μεν ἐστι τρια ὡς και ἐν προγυμνασμασιν εἰρηται ,
ἐπι τουτων των κατα μερος , οὑτως ἑξει κἀπι του κυριως ὁλου : ἐστι γαρ κυριως και ἁπλως ὁλον οὑ
9999948 Θεμιν
παντων ἐγενετο και θεων ἁπαντων ἐστι πατηρ , και την Θεμιν οὐσαν του Κρονου το παλαιον γυναικα ἠγαγετο . εἰ
ἡν Φιλοστεφανος ἐν τοις Ἠπειρωτικοις ὠνομασθαι φησι δια το την Θεμιν ἐπι βοος ὀχουμενην ἐκεισε ἐλθειν κατα τον Δευκαλιωνος κατακλυσμον
9999948 φαυλοτεροι
ἰοβολου . Καππαδοκαι φαυλοι μεν ἀει , ζωνης δε τυχοντες φαυλοτεροι , κερδους δ ' εἱνεκα φαυλοτατοι . ἠν δ
ἀκολαστος εὐμαθης : κρεισσων ἰδιωτης δικαιος ἠ ἀρχων ἀδικος . φαυλοτεροι : ἀντι του ἀμαθεστεροι προς τους ξυνετωτερους : συγκρινομενοι
9999948 διπλασιονα
ἡγεμονες ἀθροοι ἐμπιπτουσι τοις πολεμιοις . ἀρισται δε εἰσιν αἱ διπλασιονα τον ἀριθμον ἐν τῳ μηκει ἠπερ ἐν τῳ βαθει
ΕΚΖ . εἰχε δε και το ΕΒΖ προς το ΕΚΖ διπλασιονα λογον ἠπερ το ΓΑΔ προς το ΕΚΖ : ὡς
9999948 ὀδυνης
τῃ κενωσει την λειποθυμιαν ἐπαγουσιν . Ἀλλα και δια μεγεθος ὀδυνης ἐκλυσεις γινονται δηξεων τινων ἠ στροφων . Οἰδε γαρ
οὐκ ἀναπνεουσι μεγα δια το μη ἐπιταθηναι αὐτοις τα της ὀδυνης , ἀλλα μικραν ποιουνται την ἀναπνοην , τῃ δε
9999948 εὐϲτομαχον
κηρυξι δυναμεωϲ . Κοιλιαν αἰθυιαϲ ἠ προϲφατον ἑφθην ἠ ϲκελετευθειϲαν εὐϲτομαχον εἰναι φαϲιν , εἰ βρωθειη , ὁμοιωϲ δε και
και χλιαρον ὑδωρ ποτον , εἰτα καθαρθενταϲ λουϲομεν και τροφην εὐϲτομαχον προϲοιϲομεν . χρονιζουϲηϲ δε τηϲ καθαρϲεωϲ διδοναι χρη μελικρατον
9999948 δωδεκατημοριον
ῥητον τοιουτον τι δει νοειν οἱον ἐν τοις διαστηματικοις το δωδεκατημοριον του τονου και εἰ τι τοιουτον ἀλλο ἐν ταις
και ὁσα τουτοις παραπλησια δηλοι . Το δε Καρκινου πρωτον δωδεκατημοριον σημαινει περι ἀρχης ἠ ἀρχιερωσυνης ἠ ἱερουργιας , το
9999948 ἐνδικως
του θανοτος τηνδ ' ἐθεσθ ' ἐπιστροφην : ὡστ ' ἐνδικως ὀψεσθε κἀμε συμμαχον , γῃ τῃδε τιμωρουντα τῳ θεῳ
τοι φεροντι σημ ' ὑπερκομπον τοδε γενοιτ ' ἀν ὀρθως ἐνδικως τ ' ἐπωνυμον , καὐτος καθ ' αὑτου τηνδ
9999948 κελευουσι
και τῳ γυμναστῃ ἐπηρτημενης , εἰ τι παρ ' ἁ κελευουσι πραττοι . κελευουσι δε ἀπαραιτητα , ὡς παραιτουμενοις ταυτα
: νομῳ δε οὑτω : και οἱ νομοι δε οὑτω κελευουσι τας ἀποδειξεις ἐκ των φανερων ἐλεγχων και ἀναμφισβητητων :
9999948 τελευτωσαν
ὁμως ἐτεσιν ἀντεσχε πολεμῳ τοσῳδε και λιμῳ , τοτε ἀρδην τελευτωσαν ἐς πανωλεθριαν ἐσχατην , λεγεται μεν δακρυσαι και φανερος
μηκος δ ' ἐκτεταμενα ὁσον τριακοσιων σταδιων και ποιουντα ῥαχιν τελευτωσαν πως ἐπι τα στενα . ἐν μεσῳ δ '
9999948 γεγραφοτες
της παλαιστρας κλεπτειν τα ἱματια . ἐπει τοι παντες οἱ γεγραφοτες περι Σωκρατους παντα τἀναντια αὐτῳ προσμαρτυρουσιν , ὁτι ἡδυς
τυχειν ἐθελειν δωρεας . σκοπειτε γαρ : τους νομους οἱ γεγραφοτες , ὁσα των πραττομενων συμβαινειν εὐκολως οὐ πεφυκεν ,
9999947 μνημονευων
φρονει μεγα . ὡς σκαιος ἁνηρ και ξενοισιν ἀξενος και μνημονευων οὐδεν ὡν ἐχρην φιλου . σπανιον ἀρ ' ἠν
Πυθιαδα , οὐ φαινεται δε ὁ Πινδαρος ταυτης της νικης μνημονευων , ἰσως ὁτι φθασας της εἰκοστης ὀγδοης ἐγραψεν .
9999947 σανιδος
εἰ μη καταβαλῃ αὐτον εὐστοχιᾳ σφενδονητικῃ ἀντι σκοπου κειμενον ὑπερ σανιδος . σισυρνα δε παχυ περιβολαιον ἠ δερματινον ἱματιον ἡ
αἱρετωτερον ἐστι βαθρον μαλλον παν το κατα το περας της σανιδος τετραγωνοις ἐκκοπαις ἐκκεκομμενον προς ἀσφαλη την εἰς αὐτο του
9999947 Λακεδαιμονιοις
κᾀτα κελευειν βοηθειν αὐτοις , ἠ παλιν οὐκ ἐθελων χαρισασθαι Λακεδαιμονιοις , εἰτα προσταττειν ὑμιν κινδυνευειν ὑπερ αὐτων ; εἰ
, πειστεον . Οὐ γαρ πατριον , ὠ Σωκρατες , Λακεδαιμονιοις κινειν τους νομους , οὐδε παρα τα εἰωθοτα παιδευειν
9999947 δαιμονιως
ἠθει κεχρησαι του βιουὁσον αὐτον ἐκεινον . ἐρωτικος γαρ ἐστι δαιμονιως , και Βακχιδος οὐδ ' ἀν των σκυθρωποτατων τις
αὐτος δ ' ἐρωσῃ ἐκσταιη , βοη ἐγενετο , ὡς δαιμονιως αὐτα του Ἀπολλωνιου προειποντος , ὑπολαβων ὁ Τιμασιων ”
9999947 δογματικοι
ἐπινοιαν και την φυσιν του ἀγαθου , δηλουσιν ἐργῳ οἱ δογματικοι . ὡς μεν γαρ ὠφελει το ἀγαθον και ὁτι
μερος του σωματος . διαφωνουσι δε γε περι τουτου οἱ δογματικοι των φιλοσοφων : οὐκ ἀρα καταλαμβανει ἑαυτον ὁ νους
9999947 εὐγενεστατοι
τῳ πρυτανειῳ τοις Μυτιληναιοις . και παρα Ῥωμαιοις δε οἱ εὐγενεστατοι των παιδων την λειτουργιαν ταυτην ἐκτελουσιν ἐν ταις δημοτελεσι
σατυρους και βουκολους ὁρωντες . και ὀρχουνται γε ταυτα οἱ εὐγενεστατοι και πρωτευοντες ἐν ἑκαστῃ των πολεων , οὐχ ὁπως
9999947 παρεμυθειτο
, πολλη , και ἠγανακτουν οἱ στρατιωται τῳ πονῳ : παρεμυθειτο αὐτους Ἀρχιδαμος , ὡς οἱον τε ἠν , και
μη φανερως ὑβρισθωμεν . ” εἰθ ' ὁ μεν πατηρ παρεμυθειτο ⌈ ⌉ τον παιδα , τῳ δε ηὐξετο το
9999947 ἀγευστοι
οἱ πολλοι ξυνιοντες ἐπι τον τοιουτον και λεγειν κελευοντες , ἀγευστοι δηλον ὁτι των της ἀληθειας ὀντες λογων , ἐπειθ
κἀκεισε | . . . . . . πραττοντες ] ἀγευστοι λογων ἀληθινων και φιλοσοφιας ἐτυγχανον : ἐπει δε τυχῃ
9999947 παρειχετο
Ξερξης , ἠιε μεν το μεσον αὐτεων , στρατηγους δε παρειχετο Σμερδομενεα τε και Μεγαβυζον . Ὁ μεν νυν ναυτικος
παλαιου Πελοποννησιοις πασιν αἰδεσιμον και τοις αὐτοθι ἱκετευουσιν ἀσφαλειαν μαλιστα παρειχετο : ἐδηλωσαν δε οἱ τε Λακεδαιμονιοι τον Παυσανιαν και
9999947 Ἀρτεμιδωρος
Ἰλλυριας προς τῃ Ἀκυληιᾳ , [ ἀπο Τεγεστρου . ] Ἀρτεμιδωρος δ ' ἐν ἐπιτομῃ των ἑνδεκα Τεργεστρον αὐτην και
Παρρασιος ὁ ζωγραφος και Ἀπελλης , των δε νεωτερων [ Ἀρτεμιδωρος και ] Ἀλεξανδρος ῥητωρ ὁ Λυχνος προσαγορευθεις , ὁς
9999947 πολιτικη
, της κυριωτατης και μαλιστα ἀρχιτεκτονικης : τοιαυτη δε ἡ πολιτικη : ἐχει γαρ τα ὑπαρχοντα τῃ ἀρχιτεκτονικῃ : και
σαθρας οὐσης της μεταβασεως , οὐκ εὐπορος ἡ μετα ταυτα πολιτικη πραξις οὐδεμιᾳ γιγνοιτ ' ἀν πολει . ἡν ἡμεις
9999947 δασυνει
μωλωπας ταχιστα θεραπευσει . ἀποσμηχει και φακους , και ἀλωπεκιας δασυνει : τελευταια δε ἐσθιομενη πνευματος ἀποκαθαρσιν ποιειται . Μεγαλα
και παν ἑλκος εὐθεως εἰς οὐλην ἀγει . ἀλωπεκιας δε δασυνει μετα στεατος ἀρκειου ἠ δελφινιου ἠ ὑειου ἀλειφομενον .
9999947 τρισαριστεως
δε ἀντιληψει του πραγματος ὡμολογημενου και τελειου ὀντος και του τρισαριστεως μοιχου φανερως ἑαλωκοτος ζητειται , εἰ τον τρισαριστεα φονευειν
εἰναι ὡς εἰς βαθος ὠλισθησε κακου τῃ ἑταιριᾳ ὁ του τρισαριστεως υἱος : και το ἑκοντι εἰς τουτο γεγονοτα τον
9999947 κατεπεσεν
' ὀνος πανουργως , ὡς προσηλθε τῳ ῥειθρῳ , ἑκων κατεπεσεν : ἀθροως δε των σπογγων διαβραχεντων πας ὁ φορτος
ἐπειδη ταχιστα προς τον ἡλιον ἐκεινος ἐτακη , πτερορρυησας εἰκοτως κατεπεσεν : ἡμιν δε ἀκηρωτα ἠν τα ὠκυπτερα . Πως
9999947 ποιοιτο
γαρ , εἰ βασιλευς παρ ' αὑτον ὀντα με συμβουλον ποιοιτο , ταὐτ ' ἀν αὐτῳ παραινεσαιμ ' ἁπερ ὑμιν
οἱ ποιηται την θεον . παλιν ἠρομην , εἰ μου ποιοιτο μνημην προς τους φιλους ὡσπερ φιλου , τον δε
9999947 ἁρπαζειν
' , ἐφη , τας φυλακας , οὐκ οἰει και ἁρπαζειν ἐξουσιαν ἐσεσθαι τῳ βουλομενῳ ; ἀταρ , ἐφη ,
νεανισκος . Οὐκουν , ἐφη , εἰ μεν ἀργυριον δεοι ἁρπαζειν , τους φιλαργυρωτατους πρωτους καθισταντες ὀρθως ἀν ταττοιμεν ;
9999947 ἀναποδεικτως
την διαφωνιαν ἐπικριθηναι ἀμηχανον ἰσως εἰναι δοξει . οὐτε γαρ ἀναποδεικτως προκρινοντες τινα των στασεων των προειρημενων πιστοι ἐσομεθα οὐτε
ὡς ἐπελογισαμεθα , ὀφειλει ἀποδεδειχθαι : παν γαρ ἀδηλον , ἀναποδεικτως λαμβανομενον , ἐστιν ἀπιστον . ἠτοι οὐν ὑπο γενικης
9999947 κολακας
] , φησι , και [ περι ] τους | κολακας : δια μεν αὐτο ? [ το ] |
δε τουτο ἑκατερου αὐτων γνωρισμα ἐστιν , το τους μεν κολακας οὐκ ὀκνειν και ψευδεσθαι του χαρισασθαι ἑνεκα τοις ἐπαινουμενοις
9999947 πιστευομεν
εἰσιν ἡμιν συγγνωμην νεμειν , εἰ περι των δοκουντων Πλατωνι πιστευομεν οἱς αὐτος Ἑλλην ὠν , προς Ἑλληνας ἡμας ,
ὁτι δε ὁ σπουδαιος φιλος ἀλλος ὁ φιλων ἐστι , πιστευομεν ἐκ των ὁσημεραι . ἀν γαρ τις σφοδρα φιλῃ
9999947 κατεκλεισεν
Σηλυμβριανος . οὑτος γαρ του ἐν Σαμῳ Παριου ἀγαλματος ἐρασθεις κατεκλεισεν αὑτον ἐν τῳ ναῳ , ὡς πλησιασαι δυνησομενος .
των ξενων ἐλασει προς ἀφθονιαν μεθιστησιν . ἡμας δε οὐ κατεκλεισεν εἰς τοιαυτην ἰασιν ἡ γη , οὐδ ' ἐστιν
9999947 ἐμμανης
ἐπληξε την καρδιαν της Καλλιροης τουτο και οὑτως , ὡσπερ ἐμμανης γενομενη , στησασα τους ὀφθαλμους ἀνεκραγε “ τινες ἠσαν
: προηγουμενη ὡσπερ θρηνητρια των νεκρων [ της ὀψεως ] ἐμμανης οὐσα : την κροκοειδη στολην ἀποβαλουσα , ἀπορριψασα της
9999947 ἀγανακτουντες
ἀνδραποδων και χρηματων ἀφθονους ἀγοντες ὠφελειας . Ῥωμαιοι δ ' ἀγανακτουντες ἐπι τῃ συμφορᾳ και τον ἑτερον των ὑπατων Ποστομιον
κατηγορουντες αὐτοι τα αἰσχιστα ἡδονης ἑνεκα ποιειτε και πασχετε , ἀγανακτουντες εἰ τις μη καλεσειεν ἐπι δειπνον : εἰ δε
9999947 θωρακος
γε μην και περι της γινομενης φθισεως ἐπι τοις παθεσι θωρακος τε και πνευμονος , νυν βουλεται εἰπειν και περι
τῳ ἐξανιστασθαι , και ὑγροτητας ὀφθαλμων ἐπιφερει , βαρος τε θωρακος και ὑποχονδριου , μετα του πολλα πνευματα ἀποδιδοσθαι :
9999947 περιτιθεσθω
εἰς την μασχαλην , βροχος ὁ καρχησιος ἠ ἀλλος ἰσοτονος περιτιθεσθω τῳ βραχιονι , και αἱ του βροχου ἀρχαι ἀγεσθωσαν
: δε καρχησιος βροχος ὑπο το σφηνοειδες ὑπερανω του καταγματος περιτιθεσθω . τουτου αἱ ἀρχαι ἀγεσθωσαν κατω και ἀποδιδοσθωσαν τῃ
9999947 Σικελιας
την πειραν Ἀθηναιων στρατηγοι δυο , ὁ μεν τας ἀπο Σικελιας ναυς προσπλεουσας ἁπασας λαβων αὐτοις ἀνδρασιν , ὁ δε
Νιναιος ἠ Νιναιευς . . . . Ζαγκλη : πολις Σικελιας . Ἑκαταιος Εὐρωπηι . οἱ μεν ἀπο Ζαγκλου του
9999947 Ἐπαφροδιτος
του Διος , ὡς δηλοι Νυμφιος ὁ φιλοσοφος . Οὑτως Ἐπαφροδιτος ἐν Ὑπομνηματι θʹ Ἰλιαδος , παρατιθεμενος Κλειταρχον Αἰγινητην λεξικογραφον
οἱ δικασται : ἠσαν δε κογχαι τινες , ὡς φησιν Ἐπαφροδιτος ἐν ταις Λεξεσιν . τας χοιρινας ] ἠγουν τας
9999947 ἀγγελιαν
Μακεδονιαν καταφευγουσι παρα Ἀλεξανδρον , ᾡ Μαρδονιος ὁ Γωβρυου την ἀγγελιαν ἐπιστευσεν ἐς Ἀθηναιους ἀπαγγειλαι : ὁ δε ἀλλος δημος
ἡ δε διανοια : προς την των εὐ πρασσοντων φιλων ἀγγελιαν ἐχαρησαν οἱ ἀγαθοι . ἠ οὑτω : την δε

Back