ἐστιν ὁριον της Ἠπειρου , ἐν τῳ Ἀδριατικῳ πελαγει Αἰτωλιας Χερσονησου ἀκρον μηʹ ∠ ʹʹ λζʹ γʹ ιβʹʹ Εὐηνου ποτ
κατεστησαντο . Ὁ δε πρωτον μεν ἀπετειχισε τον ἰσθμον της Χερσονησου ἐκ Καρδιης πολιος ἐς Πακτυην , ἱνα μη ἐχοιεν
9999967 Χερρονησου
της ἀμμοριης ὁ μετεχων των δυο ὁρων ὁμου των της Χερρονησου και της Θρᾳκης . δια γαρ τουτο ἀμοριαν αὐτον
ὡς ἐδυνατο παρα των ἐφορων ἐξεπλει ὡς πολεμησων τοις ὑπερ Χερρονησου και Περινθου Θρᾳξιν . ἐπει δε μεταγνοντες πως οἱ
9999961 Σαλαμινιος
κοινωνουσι : των γαρ Αἰαντων ὁ μεν ἐστι Τελαμωνος υἱος Σαλαμινιος , ὁς ἐμονομαχησεν Ἑκτορι , ὁ δε ἑτερος Ὀιλεως
ἠ ὁτι ἐν Ἀργει ἐναυπηγηθη , ὡς φησιν Ἡγησανδρος ὁ Σαλαμινιος . πεταυρον δε καλειται ἡ πλατεια σανις . αὑτη
9999960 χερρονησου
ἐν δ ' αὐτοισι πολις Χερρονησος ἐν τωι ἰσθμωι της χερρονησου . και τον πολιτην Χερρονησιον φησι : Ἀψινθιοισι προς
ἀναστρεψας γαρ παρ ' Ἀλεξανδρον ἐξηγγειλεν το μεγεθος τε της χερρονησου θαυμαστον τι εἰναι και ὁσον οὐ πολυ ἀποδεον της
9999960 προφερομεθα
, οὐδε παρατεινεται τῃ διεξοδῳ της λεξεως δι ' ἡς προφερομεθα το ἀνθρωπος ἡ συνθεσις του νοηματος : και γαρ
παντες Ἑλληνες κοινῃ χρυσον και το μεν ὀνομα ὁμοιως παντες προφερομεθα , διχοστατουμεν δε περι την δοξαν τουτου , ὁ
9999960 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999959 σκληρου
δοκει μοι τεκμηριῳ την ἁπαλοτητα ἀποφαινειν , ὁτι οὐκ ἐπι σκληρου βαινει , ἀλλ ' ἐπι μαλθακου . τῳ αὐτῳ
ἁπασων την ἐφευρεσιν , και την ἐκ του ἀπεριττου και σκληρου βιου ἐκεινου ἐπι το θηλυπρεπεστερον και βλακωδεστερον μεταῤῥυθμησιν .
9999958 θεραπειης
το οὐλον σωμα θεραπευειν παντα , ὁκοιης ἀν δοκεῃ δεεσθαι θεραπειης , ἠν τε σοι δοκεῃ ἐξ ἁπαντος του σωματος
δε χρη παρα τον ἀνδρα , ὁταν τα ὑπο της θεραπειης καλως ἐχῃ , ληγοντων ἠ ἀρχομενων των ἐπιμηνιων :
9999957 καθαρωτερα
το ἀγελαιαν εἰναι : τα γαρ ἐν τοις ὀρεσι διατριβοντα καθαρωτερα και ὑγιεινοτερα των ἀλλων . ἠ ἁγνης της ἀσινους
ζητων ἀντιστροφον ἐνταυθα προβεβληκεναι σκοπων ἀρα ἐστι τις ἑτερας ἀλλη καθαρωτερα ἐπιστημης ἐπιστημη , καθαπερ ἡδονης ἡδονη . Και μαλα
9999957 ἀθροισθηναι
χαιροντων ταις ἁρπαγαις , ὡς ἐν βραχει τῳ χρονῳ δυναμιν ἀθροισθηναι μεγιστην περι αὐτον , οὐκ ἐλαττω των πεντε μυριαδων
ὁτι ἐν παντι μοριῳ διαφορος τικτεται κακοχυμια : ἐνδεχεται οὐν ἀθροισθηναι χολωδη ὑλην ἐν τῳ ὑπεζωκοτι και ἐμφραγηναι και ποιησαι
9999956 ὑψιβρεμετης
θεων , ὁ ῥα παγχυ μαχης ἐπι μηδεα κειρε Ζευς ὑψιβρεμετης , Τρωεσσι δε βουλετο νικην : χαζετο δ '
? ? ? στοιχιων ? ? ? παντων [ ] ὑψιβρεμετης ? ? [ ] ? ? φερεπι ? ?
9999956 κατεφαινετο
του τοιουτου καταμετρησιν , το δε και πηλικην πανυ ἡμιν κατεφαινετο δισταξιμον της ἐν ταις ἐπιβολαις του ἐπιπροσθησαντος πλατους ἐπι
ἀπταιστον ἠν , το γουν δυνατον αὐτου μεγιστης σπουδης ἀξιον κατεφαινετο , τον αὐτον οἰμαι τροπον και ἐπι του φυλακτικου
9999956 λαμπροτατην
δε ἀντεδιδου την αἰτησιν , και δημοθοινιαν ἐξω της πολεως λαμπροτατην παρασκευασαμενος τοις πολιταις , και ταυτῃ μηδε τας πυλας
ἠν , τον μεν Σικκιον ἐθαπτον , ἐκκομιδην τε ποιησαμενοι λαμπροτατην και πυραν νησαντες ὑπερμεγεθη και των ἀλλων ἀπαρχομενοι κατα
9999956 ἐλευθερωσας
' ὁτιουν διενηνοχεν ; ἀλλ ' ὁ μεν ταυτην προτερον ἐλευθερωσας την πολιν ἐκ τυραννιδος ὁμοιας και παρα μικρον ὁμωνυμου
μεν τον τυραννον μελλοντα ἀνηκεστους συμφορας ἐπαγειν τοις ἀνθρωποις , ἐλευθερωσας δε της ὠμοτατης τυραννιδος Σικελιαν . ὁτι δε αὐτος
9999956 ἐπετελεσε
ἀττα των τοιουτων ἐπιτηδευματων ἐχομενα , ὁσα τε Πυθαγορας αὐτος ἐπετελεσε γενναιως , ἀποδημων πανταχου μονος και προς πονους και
ἑορτην γυναιξιν ἁμα και τεκνοις , ἐπειδη τας τε θυσιας ἐπετελεσε τῳ Ποσειδωνι και τους ἀγωνας , τῃ τελευταιᾳ των
9999955 εἰργασαντο
, την τυχην ἀμειψαντες , βασιλεας ἀντι φυγαδων Πελοποννησου πασης εἰργασαντο : Θρᾳκων δε και Ἀμαζονων , των μεν της
την Τυρον πασαν τε ἐνεπρησαν και πολλην ἁρπαγην και φονον εἰργασαντο . Τουτων κατα Συριαν γινομενων και στρατου ὑπο Νιγρου
9999955 ἐστεφανουντο
ἑταιρε , ἐξηγουμενος το χωριον ἐφη , ὁτι και λυγοις ἐστεφανουντο οἱ ἀρχαιοι . Τεναρος δε ἀγροικων εἰναι λεγει στεφανωμα
το ἀπεριττον και ἀπεριεργον : διο και οἱ Διοσκουροι καλαμῳ ἐστεφανουντο . λευκῳ ] περικαλλει και ὡραιῳ . σωφρονος ]
9999955 χειρονες
πανυ με θραττει , πως ὡς κρειττονες παρακαλουμενοι ἐπιταττονται ὡς χειρονες : ἐγω δε σοι ἐρω την ὁλην περι των
ἐργων οὐ γνωμῃ διαφεροντες ἀλληλων οἱ μεν βελτιονες οἱ δε χειρονες εἰσιν , ἀλλα σαφως ἐπιμελειᾳ . ἁ γαρ και
9999955 χαλεπων
εὐνομιαι ἀγαθα , ἁπερ ἐπικουρηματα τηι ζωηι και παραψυχη των χαλεπων ἐξ αὐτης γιγνεται : τα δ ' ἐκ της
των ἀλλων ζωων . Ἀνηρ γαρ καμνων νουσηματι μητε των χαλεπων τε και ἀφορων , μητ ' αὐ των πανταπασιν
9999955 φοινικων
δε ἑλκωδηϲ ἐῃ , κομμι και ἀμυλον δευθεντα ῥοδων ἠ φοινικων ἀφεψηματι , και πτιϲανηϲ ἠ τραγου χυλοϲ . ἐπι
περι τον τοπον , ὁς τας τε δη βαλανους των φοινικων τας ὀνομαστας και τον ὀπον φερει , λιμνην εἰναι
9999955 ἀνεκειτο
ἐπεκαλειτο , ἐφ ' οὑ καθεζομενος ἐθεωρει την ναυμαχιαν . ἀνεκειτο δε εἰς τον παρθενωνα της Ἀθηνας . Ἀργαιος :
και ἐξ ἀπαντησεως τι προσημαινοντα . ταυτα δε παντα Δημητερι ἀνεκειτο , ὡς φησι Φιλοχορος . . . . ξυμβολους
9999955 συλλογιστικην
ἀλλων , περι δε τας νεφελας ἐπτοημενας . γνωμην ] συλλογιστικην , νοησιν . διαλεξιν ] διαλεκτικην , λογον διαλεκτικον
ἡ ἐγγινομενη τῃ ψυχῃ , ἀποδειξις δε ἡ ὑπο την συλλογιστικην ἐπιστημην και ἡ ὁδος ἡ οὑτω γινομενη . Εἰ
9999955 ἀπορησειεν
μηδεμιαν ἐχοντα διαφοραν . Τοδε δ ' ἀν τις ἰσως ἀπορησειεν προς αὐτον τον πρωτον οὐρανον ἀναφερων , ποτερον ἡ
λαμπρου φωτιζεσθαι . περι δε των ἀστερων ὁρωμενων ἐν νυκτι ἀπορησειεν ἀν τις : εἰ γαρ αἰτια του μη ἐν
9999955 Σικελιωτων
τῃ ναυμαχιᾳ των μεν Καρχηδονιων οὐκ ὀλιγοι , των δε Σικελιωτων ναυς μεν πλειω των ἑκατον , ἀνδρες δ '
ἐν τοιαυταις ἀναγκαις τοτε στασιωτικων καιρων κατειλημμενοι ξυνεστρατευον , και Σικελιωτων Ναξιοι και Καταναιοι , βαρβαρων δε Ἐγεσταιοι τε ,
9999955 Ἀμφιλοχος
προειδοτες και προειπειν δυναμενοι τοις ἐρομενοις . Ὠ Μενιππε , Ἀμφιλοχος μεν οὑτος ἀν εἰδειη ὁ τι αὐτῳ ἀποκριτεον ὑπερ
εἰτ ' Ἀμφιλοχικον Ἀργος λεγομενον : τουτο δε κτισαι δοκει Ἀμφιλοχος , υἱος Ἀμφιαραου μαντεως . Εἰσι δ ' ἐπανω
9999955 ἐγενομεθα
οἱ δ ' ἡμας ἐκελευον εἰσιεναι . ἐπειδη δε ἐνδον ἐγενομεθα , ἐμε μεν ἐκβαλλουσιν ἐκ της οἰκιας , τουτονι
ἡμεις ἀρα , οἱ φθονῳ ἐμετρηθημεν και οὐκ ἐλασσονες φθονου ἐγενομεθα , ἀλλα την ἀρετην των παροντων ἐχομεν αἰτιασθαι και
9999955 πεπληρωμενη
μελλουσι παθειν . . στεναζεις ] θρηνεις . πλεα ] πεπληρωμενη . . ἐπισχες ] προσμεινον , ἠ κρατησον το
συνεχεσιν , ἐπαλληλοις . Ἀπειρεσιῃσι περιπληθης ἀγελῃσι : ἀπειραις ἀγελαις πεπληρωμενη . ἀπειρεσιῃσιν : πολλαις , ταις πολλαις ἀγελαις των
9999955 λουτροισι
μελι μιξας , λειην διδοναι ὡς πλειστην , και τοισι λουτροισι λουειν , μηδε ῥιγουτω , και μαλθακως κοιμασθω .
τε καθηραι και προ της ὑποκαθαρσιος πυριησαι : και τοισι λουτροισι μη πυκινα λουεσθω , ἀλειφεσθω δε μαλλον , μηδε
9999954 σκληριαν
, εἰ δε δια φλεγμονην ἠ ἑλκος ἠ οἰδημα ἠ σκληριαν ἠ τι των παραπλησιων δυστοκουσι , των ἐνοχλουντων παθων
ἐν μητρᾳ ἐστι διαθεσις περι τι μερος αὐτης ὡστε εἰναι σκληριαν ἀντιτυπον , ὀχθωδη , ἀνωμαλον , ἀπονον τα πολλα
9999954 θεραπεια
οθ Τριταιου ἀκριβουϲ ἐκτεταμενου και διπλου διαγνωϲιϲ π Τριταιου ἀκριβουϲ θεραπεια πα Τριταιων νοθων θεραπεια πβ Περι ἡμιτριταιου πγ Τεταρταιου
ἀλλα θαρρει μοι , φιλτατε : ῥᾳων γαρ ἡ τουτου θεραπεια : ῥοδα γαρ μονα εἰ φαγοις , ἀποδυσῃ μεν
9999954 Συριακου
κατα παντα ἀπεβη μοι καλλιστα . ἐμιξα δε και σισωνος Συριακου , σεσελεως , ἀνα δραχ . βʹ , και
πεπερεως μελανος . . . . γρ . ιεʹ σισωνος Συριακου . . . . . γρ . ιβʹ στυρακος
9999954 Λευκιος
ὁ τι πρακτεον ἠν . Κατιδων δ ' αὐτον ἀμηχανουντα Λευκιος Ἰουνιος Βρουτος , ἐκεινος ὁ δημαγωγος ὁ τεχνησαμενος ,
ὑπατων ἐγενοντο χιλιαρχοι ἑξ , Γναιος Γενουκιος [ και ] Λευκιος Ἀτιλιος , Μαρκος Πομπωνιος , Γαιος Δυιλιος , Μαρκος
9999954 συνεκειτο
δε των ἑπτα ὁ Δαρειος , του ἱππου , καθα συνεκειτο ἀλληλοις , πρωτου μηχανηι τινι και τεχνηι , ἐπειδαν
οἱ ποδες ἠσαν , δι ' ὡν ὁ πας λογος συνεκειτο . Των ποιουσων μεγεθος λογου και ὀγκον ἐφην μετα
9999954 ἀνελευθερια
ἀσωτια ἰασιμος ἐστιν , ὡς εἰρηται , ἡ δ ' ἀνελευθερια ἀνιατος . ἀνιατος δε εἰπεν ἀντι του δυσιατος :
ὑπαρχοντα παρασφραγισηται , οὐκ ἐστιν ἁψασθαι , οὑτως ἐνιων ἡ ἀνελευθερια και δυσελπιστια τα ὑπαρχοντα παρεσφραγισται οὐκ ἐωσα ἁψασθαι ,
9999954 ἀπεπλευσαν
των Λιπαραιων την γην : ἐκεινων των νησιωτων δηλονοτι . ἀπεπλευσαν : ἀποπλευσαντες ἐπανηλθον . του δ ' ἐπιγιγνομενου θερους
ἐφθασαν καταφυγειν ἐς τας οἰκειας τριηρεις . οὑτω μεν δη ἀπεπλευσαν ἀπρακτοι ἐκ Μιλητου οἱ Περσαι . Ἀλεξανδρος δε καταλυσαι
9999954 ὀξυμελιτος
: παχεος δε και γλισχρου , | ῥαφανιδας μετ ' ὀξυμελιτος και ταριχου και το δια ναπυος και ὑσσωπον δι
τελεια δοσις ⋖ δ συν οἰνομελιτι . ἡ δι ' ὀξυμελιτος πικρα κατα βραχυ κενοι μηδεν των δυναμεων ὑποκοπτουσα :
9999954 ἀσθενεστεροι
, οἱ μεν ἀγαθοποιοι τους ἐνιαυσιους χρονους λαβοντες ἠ ἐπεμβαντες ἀσθενεστεροι εἰς το εὐεργετειν γενησονται , παραχωρησουσι δε τοις κακοποιοις
, ᾡ μονῳ προσεστι το εἰναι . ἐαν δ ' ἀσθενεστεροι τας φυσεις ὀντες ἐπιζητωσι προσρησιν , δηλωσον αὐτοις μη
9999954 καθαρα
προς ἀντιδιαστολην των ἀρσενικων ὀνοματων : και εἰ μεν ὠσι καθαρα , ἠ ἐχει προ του α το ρ ,
δυσχερες περιφερων , ἀλλ ' ἐστω πασα περι σου διηγησις καθαρα του χειρονος . εἰ ἡξεις ὡς ἡμας θεου διδοντος
9999953 ἀσθενεστερα
ἰσχυροτερα ταχεως ἐργαζεται το ἑαυτης ἐργον , ἡ δ ' ἀσθενεστερα βραδυτερον , οὐδε λογου δει . δια ταυτα μεν
: διαμενον γαρ και τουτο φαινεται και ἑτερα πολλῳ τουτων ἀσθενεστερα . Ταυτα μεν οὐν οὐ λυει την ἀποριαν ἀλλ
9999953 ἀνεχωρησεν
του ἀνακτος λεγει , τουτεστι † της τυφωσεως † , ἀνεχωρησεν ἡ φλοξ : ἠ ἡ φλοξ του ἀνακτος τουτου
και πολλα τετραποδα καταλιπων του καπνου σκοτεινοτεραν την νυκτα ποιουντος ἀνεχωρησεν ἐς τοπον δασυ και συσκιον . ἡμερας δε γενομενης
9999953 Αἰγυπτιος
τα ἱερα „ . ” ποια ; ” εἰπεν ὁ Αἰγυπτιος „ ὁρω γαρ οὐδεν ἐνθαδε . „ ὁ δε
πολυμαθιας . , . . Παμπρεπιος ἠν δε ὁ Παμπρεπιος Αἰγυπτιος . ποιητικος δε ὠν και προς ποιησιν εὐφυης ἀφικετο
9999953 Νικανδρος
ἐμφαγειν : ἀρτον γαρ τις τυρωντα τοις παιδιοις ἰαλε . Νικανδρος δ ' ὁ Κολοφωνιος ἐν ταις Γλωσσαις τον ἀζυμον
Ὠλος τ ' Εὐρυβατος τε , δυω βαρυδαιμονες ἀνδρες . Νικανδρος : ἀγινευν Ὠλον τ ' Εὐρυβατον τε πανουργοτατον .
9999953 Φαιδρου
τοις νοημασι και τοις λογοις χρησαμενος . Συγκαταθεμενου οὐν του Φαιδρου , λεγει ὁ Σωκρατης τον δευτερον λογον , εἰς
ὡς φησι Φαιδρος , οὐχ ὁμοιον ἐστι τῃ θρυψει του Φαιδρου : ὁ μεν γαρ Φαιδρος τῳ ὀντι ἐσχηματιζετο ἁτε
9999953 ὑπεστησατο
μετα την ὑπαρξιν των πολλων αὐτα ἐν ἑαυτῃ ἡ ψυχη ὑπεστησατο . δια τουτο και το ζῳον το καθολου οὐδεν
μηνα των εἰρημενων σημειων βραδειαν αὐτης την ἐπι δυσμων κινησιν ὑπεστησατο . Τοσαυτα μεν δη και περι σεληνης , περι
9999953 Ἀμφιτριτης
τε παρεξ ἁλα και στομα Ποντου στεινον ἀμειβομενοι δολιχον δρομον Ἀμφιτριτης . ὡς δ ' ὁτ ' ἀπ ' Αἰθιοπων
διδου οὐν , φησιν , ὠ Ποσειδον , ὠ ποσις Ἀμφιτριτης , εὐπλοησαι καματων ἐκτος ἐοντα . τελος ἀπηνης Ἀγησιᾳ
9999953 Τροφωνιος
κορωνην . λαβοντι δε αὐτῳ νεαν γυναικα κατα το μαντευμα Τροφωνιος γινεται και Ἀγαμηδης . λεγεται δε ὁ Τροφωνιος Ἀπολλωνος
το μαντευμα Τροφωνιος γινεται και Ἀγαμηδης . λεγεται δε ὁ Τροφωνιος Ἀπολλωνος εἰναι και οὐκ Ἐργινου : και ἐγω τε
9999953 ὑπερβαλλουσῃ
ὡστε παν εἰδεναι το στρατοπεδον . τουτου και οἱ ἑταιροι ὑπερβαλλουσῃ τροφῃ ἐχρησαντο . ὡν εἱς ὠν ὁ Ἁγνων χρυσους
κατηγορειτο πορνοβοσκος ὠν ἑταιρας : ἀλλοι δε , ἐπι των ὑπερβαλλουσῃ πονηριᾳ χρωμενων . Ζευς κατειδε χρονιος εἰς τας διφθερας
9999953 παραληψομεθα
; δια ταυτας ὡς ἀχρηστον ταυτην παραδραμουμεθα και οὐδεποτε ὁλως παραληψομεθα , ἠ χρη ἀντιθεσθαι ταυταις παρατηρησεις τινας , δι
παντα βοηθηματα συν ποσῳ μεγεθει νοειται , παντα τα βοηθηματα παραληψομεθα και ἀδιαφορησομεν , ὁπερ ἐστιν ἀλογωτατον . εἰ δε
9999953 Κασανδρου
τωι ἐγγονωι Ἀλεξανδρωι ἀπηνως παρα του υἱου του Ἀντιπατρου του Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την
και τον χοιρον ἰακχον . τοιουτος ἠν και Ἀλεξαρχος ὁ Κασανδρου του Μακεδονιας βασιλευσαντος ἀδελφος , ὁ την Οὐρανοπολιν κτισας
9999953 κυκλισκου
περι ὁ κινειται ἰσοταχως , τα αὐτα σημεια παντοτε του κυκλισκου καταλαμβανουσης , ἁ καλουμεν ἀπογειον τε και περιγειον ,
ξ προς τα μγ Ϛʹ , και ἐπι τουτου του κυκλισκου κινεισθω ὁ ἀστηρ περι το κεντρον αὐτου ἰσοταχως ,
9999953 δακτυλικον
, ἐκ χοριαμβου και ἀναπαιστου : εἰ δε βουλει , δακτυλικον πενθημιμερες . το εʹ ἰαμβικον ἑφθημιμερες του πρωτου και
δακτυλικον πενθημιμερες : το ιδʹ ἀναπαιστικον τριπουν : το ιεʹ δακτυλικον τετραπουν εἰς τρισυλλαβιαν : το ιϚʹ δακτυλικον διπλουν εἰς
9999953 γιγνομενηϲ
βαθοϲ γιγνομενον και ὡϲ ἐπιπαν ἐν τῃ ἀνακαθαρϲει μειζονοϲ διαβρωϲεωϲ γιγνομενηϲ των ὑμενων προχειται ἐκ του κατα λογον τα ὑγρα
ὑλη ἐπιρρευϲῃ τοιϲ τοποιϲ . ἐπι μονῳ τοινυν τῳ αἱματι γιγνομενηϲ τηϲ μανιαϲ ταυτα παρεπεται τοιϲ παϲχουϲι : γελωϲ ἀϲχετοϲ
9999953 δυσεντερια
και βατον και ἀψινθιον και παντων ὁμοιως στυπτικων . Αἱματηρα δυσεντερια λεγεται , ὁταν αἱμα καθαρον ᾐ το κενουμενον ,
ὀψει τα διαχωρουμενα . και καλειται το παθος τουτο ἡπατικη δυσεντερια . οἱ μεν οὐν πολλοι των ἰατρων ἐπειδαν θεασωνται
9999952 λεγοιεν
αὐτῳ ἐν ἑαυτῳ συνηγμενον . Εἰ δε τινες μηδε ζην λεγοιεν τον τοιουτον , ζην μεν αὐτον φησομεν , λανθανειν
και τοις ἐμοις ἐπιτηδειοις ἀδικειν δοκοιην , ὡς προς ἐκεινον λεγοιεν . ἀρα γε ταυτα ξυμβαινει τοις ἀπαγγελλομενοις ; ὁ
9999952 παρελθουσα
. κωλυοντων δε αὐτην των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και
τῃ νησῳ των Λαιστρυγονων ἡ Κιρκη ἠν , πασας γυναικας παρελθουσα μαγειαις . προσεσχεν οὐν Ὀδυσσευς ἐν τῃ νησῳ μετα
9999952 φαλαγγιων
Λεγουσι φυσικοι ἀνδρες την ἐλαφον καθαρσεως δεομενην σεσελιν ἐσθιειν , φαλαγγιων δε κνησμασιν ἐχομενην καρκινους . Ὀλυμπιας τῃ Φιλιππου θυγατρι
πατηρ ὠν . λεγονται δε και των ἑτερων δακετων και φαλαγγιων δε ἀντιπαλοι τοδε το γενος εἰναι . και ταυτα
9999952 μετεχειριζετο
κατηνθιστο και πεπλος ἀφετος κατα νωτου εἰς σφυρον κατῃει , μετεχειριζετο δε την λυραν , ἡ δε ἰσαριθμους ταις Μουσαις
ὡς φησιν Ἀλεξανδρος ἐν Διαδοχαις . οὑτος και τα Παρμενιδεια μετεχειριζετο , και οἱ ἀπ ' αὐτου Μεγαρικοι προσηγορευοντο ,
9999952 κρητικου
καταληκτικος ἐξ τριτων ἐπιτριτων δυο – – ˘ – και κρητικου ἠτοι ἀμφιμακρου – ˘ – , και ἐστι χοριαμβικος
αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον καταληκτικον ἐκ διιαμβου , παιωνος πρωτου και κρητικου . το βʹ ὁμοιον τριμετρον ἀκαταληκτον ἐκ παιωνος τεταρτου
9999952 ἀπεχρησεν
ταξιαρχος οὐ λοχαγος οὐχ ἱππευς οὐ τοξοτης , ἀλλ ' ἀπεχρησεν οἱ και ὁ εἱς ὁπλιτης οὑτος πληρωσαι την της
βασιλειαν μεγαλην οὐδαμου μαχης ἐδεηθη και φονων , ἀλλ ' ἀπεχρησεν ἡ φρονησις και το ποθεισθαι τον ἀρχοντα . μεγιστη
9999952 σπουδαστεον
τε και αἰτιας και των ἀρχων ὁ θεος ἐξηγειται , σπουδαστεον ἐν τουτῳ μαλιστα ἐκεινην την ἐπιστημην κτησασθαι , δι
εἰ δε ἐν τουτῳ μαλιστα ἐστιν ἡ ὀντως εὐδαιμονια , σπουδαστεον περι αὐτην , εἰπερ ὀντως βουλομεθα μακαριοι εἰναι .
9999952 θεραπαιναν
εἰς τα οἰκια παραδιδωσι τῃ Ἀηδονι κατα τα συγκειμενα ὡς θεραπαιναν την ἀδελφην , ἡ δε αὐτην διεφθειρε προς τα
αὐτοπτης ἐγινετο και φησιν , ὁτι γυνη τις ὑπηρχεν ἐχουσα θεραπαιναν , ἡτις εὐπρεπεστατη ἠν , και ἐκ της πορνειας
9999952 συνεχωρησεν
. ἐπεβουλευον : και οἱς σπεισαμενος Δημοσθενης Μαντινευσι και Μενεδαϊῳ συνεχωρησεν ἀναχωρησαι , οὑτοι κρυφα ἐβουλευοντο ἀναχωρειν , ἱνα μητε
βαρβαρον και πολεμικον : οὑ δη περιδεης Διονυσιος γενομενος ἁπαντα συνεχωρησεν και ἐτι πλειω τοις τοτε συλλεχθεισι των πελταστων .
9999952 ἀμεινονες
διοριζεται λεγων ὁτι Ἐν πολεμῳ , ἀγορῃ δε τ ' ἀμεινονες εἰσι και ἀλλοι . ἐχων οὐν ἐνεχυρον ὁ Ὀδυσσευς
' ἐπισταμενος σαφα εἰπειν : ἡμεις τοι πατερων μεγ ' ἀμεινονες εὐχομεθ ' εἰναι : ἡμεις και Θηβης ἑδος εἱλομεν
9999952 Μαρδονιος
δε συμπαντων Παυσανιας , ἐπιτροπος ὠν του Λεωνιδου παιδος . Μαρδονιος δε πυθομενος την των πολεμιων δυναμιν προαγειν ἐπι Βοιωτιας
δε οὐ ποιευμενων το λεγειν , αὐτος [ τε ] Μαρδονιος ἐλεγε : Ἐπει τοινυν ὑμεις ἠ ἰστε οὐδεν ἠ
9999952 Αἰγυπτιακων
” . Χηνοβοσκια , πολις Αἰγυπτου . Ἀλεξανδρος ἐν πρωτῳ Αἰγυπτιακων „ ἀντικρυ δε του Διοσπολιτου [ νομου ] Χηνοβοσκιον
' ἐν τοις Περσικοις και Λυκεας ὁ Ναυκρατιτης ἐν τριτῃ Αἰγυπτιακων την Νειτητιν Κυρῳ πεμφθηναι φασιν ὑπο Ἀμασιδος : ἐξ
9999952 κρηνην
. : Φησι δε ὁ Φιλων ἐν τοις Περι Ἱεροσολυμων κρηνην εἰναι , ταυτην δε ἐν μεν τῳ χειμωνι ξηραινεσθαι
ἐχινωδεις οὑς καλουσιν ἐχινας . Ἐν Κολουσοις δε της Ἀρκαδιας κρηνην εἰναι τινα φασιν , ἐν ᾑ χερσαιοι μυες γινονται
9999952 θαυμαζειν
και τῃ κινησει διαδεικνυσθαι , ὡστε τῃ ποικιλιᾳ των ἐξω θαυμαζειν τας περι των ἐνδον νοησεις : οἱονει τις ζωγραφος
την των ἁρμονιων ἀκριβειαν . ὁ δε μαλιστα των ἀλλων θαυμαζειν ἀξιον , ῥυθμος οὐδεις των μακρων οἱ φυσιν ἐχουσιν
9999952 ῥητορικας
ποιητας και νομοθετας γενεσθαι . τας τε γαρ τεχνας τας ῥητορικας και τους λογους τους ἐπιδεικτικους και τους νομους τους
της πραγματειας , ὡς οὐ μειρακιον ἠν , ὁτε τας ῥητορικας συνεταττετο τεχνας , ἀλλ ' ἐν τῃ κρατιστῃ γεγονως
9999952 κοσμικης
του Ἀρεος ἀπορροιας δοκει γεγενησθαι : ἐτυχε δε ἐπι της κοσμικης καταβολης ἐν Σκορπιῳ βαλλων ἀκτινα ὁ Ἀρης : ἐβαλε
λεγομενην μοιραν ἠρτημενην της τε προνοιας του θεου και της κοσμικης εὐταξιας και της ἀνθρωπινης προαιρεσεως . εἰ γαρ μη
9999952 εὐπραγιαν
. κρεμαμενη εἰς οἰκον εὐθετει . και ἐν ἐργαστηριῳ κειμενη εὐπραγιαν παρεχει : καθως και ἡ ἀρτεμισια τα αὐτα ὠφελει
φερουσαν τερψιν ἀτιμαζειν , την δε της θειας βουλησεως ἐχομενην εὐπραγιαν περι πολλου ποιεισθαι , και τα μεν ἀνθρωπινα ἐθη
9999952 μεταλλικα
λιτραν μιαν , μυρσινινου λιτραν μιαν . οἰνῳ λειου τα μεταλλικα . Αὑτη ἐπουλοι τα χρονια και κακοηθη και ἐν
: εἰ δε παν ἐπιχυθειη το ὑγρον , τα μεν μεταλλικα ὑφιζανει , τα δ ' ἀρωματικα ἐπιπολαζει , και
9999952 χαμαθεν
ἁτε κυρηβι ' ἐσθιων . ὁς την πιτυν ἐκαμπτεν ἑστως χαμαθεν ἀκρας της κομης καθελκων . ἀλλ ' εἰσιθ '
το χαμοθεν κατα το συνηθες , του σχηματος ἀπαιτουντος το χαμαθεν . Και ἐπει , ὡς προκειται , το ο
9999952 διετελεσεν
νησου την τε χωραν ἐπ ' ἰσης κατεκληρουχησε και τἀλλα διετελεσεν ἀρχων ἐπιεικως . το δε τελευταιον μετ ' Ἀγαμεμνονος
αὐτην ἀφιησι και πασων μαλιστα γυναικων ἀσπαζομενη τε και τιμωσα διετελεσεν . ἐκ ταυτης γινεται της Ὀκρισιας ἐτι δουλευουσης παιδιον
9999952 τετραμμενη
ἐννοιαι τραχεως ἐκει και μεθωδευθησαν . Λεξις δε τραχεια ἡ τετραμμενη και [ ἡ ] ἀφ ' ἑαυτης σκληρα ,
φεροι , ἡ δε δια των ὀρεων και προς ἀρκτον τετραμμενη ὁτι εἰς Καρδουχους ἀγοι . τουτους δε ἐφασαν οἰκειν
9999952 κομισαι
δε των συγγραφεων φασι τους μεν υἱους της Μηδειας δωρα κομισαι τηι νυμφηι φαρμακοις κεχριμενα , την δε Γλαυκην δεξαμενην
τε καρπων και πληθους ἀνθρωπων , ἐξ Αἰγυπτου τον Ἐρεχθεα κομισαι δια την συγγενειαν σιτου πληθος εἰς τας Ἀθηνας :
9999952 σκληραι
μη ὀδαξεται , ὑφ ' ὡν καθαρειται . Ὁταν δε σκληραι ἐωσιν αἱ ὑστεραι και τῃδε ἀλγεωσι , προσθετα τιθεναι
μαλακας βουλεται τας ἀνατριβουσας εἰναι χειρας . και γαρ αἱ σκληραι σκληραινειν τε και ξηραινειν και ἀνιᾳν πεφυκασιν . οὑτως
9999952 δριμεις
πηγανον , κυμινον , δαφνιδες , ἀνηθον , ἀσφαλτος . δριμεις δ ' ἁλμη , θαλασσια , γαρος σιλουρου ,
ἀγωνας οὐ τους τυχοντα ὑπομενουσι και καθαιρεσεις . ἀλλως τε δριμεις και εὐσυνετους περι τας πραξεις ἀποτελουσι , ποικιλως τον
9999952 γεννωμενῳ
και ὑπαρχει ἐν κεντρῳ οἰκειῳ . Ἡ Ἀφροδιτῃ περιποιειται τῳ γεννωμενῳ ἡδονην ἐν τῳ μοριῳ , οὑ κυριευει το ζῳδιον
κατα δυο και πλειους ἐσχηματισμενων ἀστερων ἡμιθανες τι συντεχθησεται τῳ γεννωμενῳ ἠ σαρκωμα τι ἀτελες , ὁπερ ἐπικυημα καλουσιν ,
9999952 ἀπολαβουσα
ἐτι μετεωρος τυγχανουσα , παλιν προσεπιδιισταται και τοτε την ὀφειλομενην ἀπολαβουσα συστολην , ὁμοιως ἐξερεθιζει την ἁφην διπλην ἐν τῃ
συμβολικως τελειοτητος τι οἰκειον μετρον δηλουσιν , ὁ το προσηκον ἀπολαβουσα ἡ ψυχη και την ἑαυτης σχουσα τελειοτητα ἀποκαθισταται .
9999952 ἀπελαυνει
ἐξ ἐθους σχημα περιζωσαμενος δημηγορησαι . . . . οὐκ ἀπελαυνει ] ταυτα προσαγωγα ἐστι προς τους δικαστας ἰδιωτας ὀντας
ποτα τα μεν πλειω ἠ ἐλαττω των δεοντων την ὑγιειαν ἀπελαυνει , τα μεσα δε και ποιει και αὐξει και
9999952 ἐφοροι
εἰπεν ὁτι ἐπιδημειν οἱ παρηγγελμενον εἰη . ἀκουσαντες ταυτα οἱ ἐφοροι ἐσκεμμενα τε λεγειν ἡγησαντο αὐτον και ἐξεπλαγησαν , και
βλαπτειν . διαφθειρειν . μαρτυροι : το συνηθες . και ἐφοροι . μαστακα : την τροφην λεγουσι . και το
9999952 κομισθηναι
, σφισι δε ἀσμενοις ἀντι χρυσου γενεσθαι το σκηπτρον . κομισθηναι δε αὐτο ἐς την Φωκιδα ὑπο Ἠλεκτρας της Ἀγαμεμνονος
ὁσῳ παρα μεν ἐκεινων βουλομενων ἀπολυσαι ἐστι και ἀλλοθεν εὐπορησαντι κομισθηναι , ἐπι δε τοις ἐχθροις γενομενον οὐ δυνατον :
9999952 Ἀρηνην
Κορυφασιον ἡ τε Ἐρανα ἐστιν , ἡν τινες οὐκ εὐ Ἀρηνην νομιζουσιν κεκλησθαι προτερον ὁμωνυμως τῃ Πυλιακῃ , [ και
ποιητης „ οἱ ” δε Πυλον τ ' ἐνεμοντο και Ἀρηνην ἐρατεινην . „ οὐδαμου γαρ σαφως εὑρισκοντες ἐνταυθα μαλιστα
9999952 ἐπολεμησεν
θαλασσιᾳ σεριφῳ νησῳ και τοις ἐν αὐτῃ λαοις : ἀϋσεν ἐπολεμησεν . ἀπο της ἀϋτης . [ . ] Ἠτοι
: ὁ μεντοι Τισσαφερνης το τε Κυρειον στρατευμα καταλογιζομενος ὡς ἐπολεμησεν αὐτοις και τουτῳ παντας νομιζων ὁμοιους εἰναι τους Ἑλληνας
9999952 συνηθες
ὀθονιων : ἐφεξης δε δι ' ἐλαιου τριβεσθω , καθοτι συνηθες ἠν αὐτῳ , κἀπειτα γυμναζεσθω πληθει μεν ἰσα γυμνασια
νυν κατα τον ἀρχαιον της διαλεκτου τροπον Οὐελια ὀνομαζεται . συνηθες γαρ ἠν τοις ἀρχαιοις Ἑλλησιν ὡς τα πολλα προτιθεναι
9999952 βοτανης
και τα παραπλησια τα προῤῥηθεντα ἐν τοις νεφριτικοις . Προσωπιδος βοτανης , ἡν σκορδονιαν καλουσιν οἱ Ῥωμαιοι , και περσωναν
και μεσπιλων : ἀκρως δε ποιει και ὁ της σιδηριτιδος βοτανης χυλος . Ἑκαστον μεντοι τουτων συν ῥοδινῳ ἠ μυρσινινῳ
9999951 συνειχετο
τοις ἀδικοις ἐναντιουται . ὁδοιπορος πολλην ὁδον διανυσας ἐπειδη κοπῳ συνειχετο , πεσων παρα τι φρεαρ ἐκοιματο . μελλοντος δε
. οὑτος ὡδε ἐκ Κροτωνος ἀπιγμενος Πολυκρατει ὡμιλησε . πατρι συνειχετο ἐν τηι Κροτωνι ὀργην χαλεπωι . τουτον ἐπειτε οὐκ
9999951 διειλοντο
πλημυριδος , ἐπικλυσθεισα ἡ Κυρβη ἐρημος ἐγενετο , αὐτοι δε διειλοντο την χωραν , και ἑκαστος ἑαυτου πολιν ὁμωνυμον ἐκτισε
δεινοτατοι ὀντες των βαρβαρων ; ἐξ ὁλοσφυρου γαρ ἰσον μερισμον διειλοντο , και πρωτοι χαρακτηρα ἐβαλον , † εἰς τον
9999951 ἀφαιρεσις
μοναδων σπ ἰσοι ἀριθμῳ ἑνι . . Διχως γινεται ἡ ἀφαιρεσις κατα τε μοναδα και ἀριθμον . Και γαρ προτερον
του η ὁ β και ὁ δ . Ἡ δε ἀφαιρεσις των λογων ἐκ του ιʹ . λαβοντες τον μεταξυ
9999951 συμπληροι
το παρ ' ἡν παρακειται ἀντι του μεθ ' ἡς συμπληροι το χωριον . ῥητον ἀρα ἐστι το ΑΔ .
καλουμενοις κωλοις , ἁ συντιθεται μεν ἐκ των ὀνοματων , συμπληροι δε τας περιοδους , οὐ μονον ταυτα , ἀλλα
9999951 κατεταξεν
ξανθην χολην ἐν τοις σιμοις του ἡπατος ἐν ἀγγειῳ τινι κατεταξεν , ὁ κεκληται χοληδοχος κυστις . και τα μεν
των συζυγιων , ἁς ὁ τεχνικος ἐν τῃ αὐτου βιβλῳ κατεταξεν , κατα μερος ἐπισκοπησωμεν ἀπο του τυπτω και λειβω
9999951 ἐλθουσαν
τῃ δε μητρι την ἀπο των τεκνων ἐπ ' αὐτην ἐλθουσαν διαφθοραν ἀμηχανον φυγειν . Μονη δε των ἀλλων ἑρπετων
εἰωθοτας πελανους ἐπι το πυρ και αὐτικα προς τους βασιλεις ἐλθουσαν εἰπειν . τον μεν οὐν Ταρκυνιον ἀκουσαντα τε και
9999951 οἰκοδομιαις
ἑκαστον ἐν μερει και ῥυομενος και χειρα ὀρεγων και κοσμων οἰκοδομιαις την πολιν διατελεις , μη διαφθειρῃς πολλας και λαμπρας
ἐαν ὁ χαραξ , τουτεστιν το φοσσατον , ταφρῳ ἠ οἰκοδομιαις ὠχυρωται , ἐδοξε δε ἐν τῳ χαρακι εἰσελθειν τους
9999951 μικρολογιαν
και χρυσον πλειστον . μονοσιτειν τε αὐτους ἀει λεγει δια μικρολογιαν , ἐσθητας τε φορειν πολυτελεστατας „ . ] Ἰβυλλα
ἠ δυσφορουντες ἀπιασιν ἠ διαβαλλοντες το δειπνον ἠ ὑβριν ἠ μικρολογιαν ἐγκαλουντες . πληρεις δε αὐτων ἐμουντων οἱ στενωποι και
9999951 εὐρυχορου
Τωνδε δι ' ἀνθρωπων ἀρεταν οὐχ ἱκετο καπνος αἰθερα δαιομενας εὐρυχορου Τεγεας , οἱ βουλοντο πολιν μεν ἐλευθεριᾳ τεθαλυιαν παισι
ἀλλος ἀυτει ἁρματι : τοι δ ' ἐφεροντο δι ' εὐρυχορου πεδιοιο . . . . . . Ἠλιδος ἐκ
9999951 ἀποδημια
ὁδου καταρχεσθαι και ἐπανιεναι οἰκοι . ἐν Διδυμοις χρονιος ἡ ἀποδημια ἐσται . ἀπο δε της ξενης ἀρχεσθαι εἰς τα
μεν αὐτων ] , θυγατριον δε θατερωι . ἐπειτ ' ἀποδημια ] τιϲ ἀμφοτεροιϲ ἁμα εἰϲ την Ἀϲιαν ] ἐκει
9999950 ἀπεσχοντο
δε θεσπιῳδουσης ἐσεσθαι τον ἐκ ταυτης γεννηθεντα κρειττονα του πατρος ἀπεσχοντο . ἐνιοι δε φασι , Διος ὁρμωντος ἐπι την
ἐκ των θυγατερων οὐτε τας ἐκ των ματερων ἀνοσιωτατας ἡδονας ἀπεσχοντο , ἀλλα και ἐπι πατροκτονιᾳ παρεγενοντο , και πολλοι
9999950 κηρυκας
ἀχνυμενη σκυταλη . ἡ δε σκυταλη τοιουτον ἐστι . Λακωνες κηρυκας διαπεμπομενοι ξυλον μελαινοντες περιειλισσον λευκῳ ἱμαντι και περιεγραφον τῳ
συμμαχοι παρεισιν . Ἀντιγονος μεν ἀκουσας περιχαρης ἀνεπηδησε : τους κηρυκας ἀποπεμψαμενος και της ὑστεραιας το μηκος της φαλαγγος διπλασιον
9999950 Ἀντισθενην
Ἀμυνων : Ῥητωρ ἡταιρηκως , οὐκ ἰατρος ὁ Ἀμυνων . Ἀντισθενην : ἰατρος θηλυδριωδης . και οὑτος των καταπρωκτων .
το γενεσθαι ἐν προκοπῃ τους περι Σωκρατην , Διογενην , Ἀντισθενην . εἰναι δε και την κακιαν ὑπαρκτην δια το
9999950 ἐποιησατο
ἀν ἐγωγ ' αὐτον ἐρωτησαιμι ποτερ ' ἐννομον και δικαιαν ἐποιησατο του ψηφισματος την γραφην ἠ τοὐναντιον ἀδικον και παρανομον
και πολεμικοις κινδυνοις . συστησαμενος οὐν στρατοπεδον ἀξιολογον , συμμαχιαν ἐποιησατο προς Ἀριαιον τον βασιλεα της Ἀραβιας , ἡ κατ
9999950 παιδες
ἠ Ἀρτεμιδες . Και παλιν τῳ αὐτῳ γινονται ἀπο Ῥεας παιδες ἑπτα , ὡν ὁ νεωτατος ἁμα τῃ γενεσει ἀφιερωθη
μηδε γηρασας ματαιοτερας τας φρενας ἐκτησαμην , Ἐρωτι , ὠ παιδες κατεσπεισθε και Ἐρωτι ὑμων μελει . Πανυ ἐτερφθησαν ὡσπερ

Back