μη ὀδαξεται , ὑφ ' ὡν καθαρειται . Ὁταν δε σκληραι ἐωσιν αἱ ὑστεραι και τῃδε ἀλγεωσι , προσθετα τιθεναι
μαλακας βουλεται τας ἀνατριβουσας εἰναι χειρας . και γαρ αἱ σκληραι σκληραινειν τε και ξηραινειν και ἀνιᾳν πεφυκασιν . οὑτως
9999981 σκληριαν
, εἰ δε δια φλεγμονην ἠ ἑλκος ἠ οἰδημα ἠ σκληριαν ἠ τι των παραπλησιων δυστοκουσι , των ἐνοχλουντων παθων
ἐν μητρᾳ ἐστι διαθεσις περι τι μερος αὐτης ὡστε εἰναι σκληριαν ἀντιτυπον , ὀχθωδη , ἀνωμαλον , ἀπονον τα πολλα
9999973 σκληρου
δοκει μοι τεκμηριῳ την ἁπαλοτητα ἀποφαινειν , ὁτι οὐκ ἐπι σκληρου βαινει , ἀλλ ' ἐπι μαλθακου . τῳ αὐτῳ
ἁπασων την ἐφευρεσιν , και την ἐκ του ἀπεριττου και σκληρου βιου ἐκεινου ἐπι το θηλυπρεπεστερον και βλακωδεστερον μεταῤῥυθμησιν .
9999972 κατεφαινετο
του τοιουτου καταμετρησιν , το δε και πηλικην πανυ ἡμιν κατεφαινετο δισταξιμον της ἐν ταις ἐπιβολαις του ἐπιπροσθησαντος πλατους ἐπι
ἀπταιστον ἠν , το γουν δυνατον αὐτου μεγιστης σπουδης ἀξιον κατεφαινετο , τον αὐτον οἰμαι τροπον και ἐπι του φυλακτικου
9999970 ἀντιστατικη
τουτο ἐπεσημηνατο ὁ τεχνικος : ἐμπιπτει γαρ ἡ ἀντεγκληματικη ἠ ἀντιστατικη . Ἐπι δε του παραδειγματος ἐσται φανερωτερον : οἱον
οὑτως οὐν και ἐν τῃ ἀντιθεσει ὁ φευγων χρησεται : ἀντιστατικη δε ἐνταυθα ἡ ἀντιθεσις . ἀντιτιθησι γαρ εὐεργεσιαν ἀντιστατικως
9999970 προμηκες
, παρομοιον ὀστρεῳ : το δ ' ἐστιν ἁδρον και προμηκες , ἐχον ἐν αὑτῳ σαρκα και μεγαλην και λευκην
το ἐχειν τον αὐτον λογον το ὑπο των μειζονων ὁρων προμηκες προς τα ὑπο των ἐλαττονων , ὁνπερ και ὁ
9999970 παραληψομεθα
; δια ταυτας ὡς ἀχρηστον ταυτην παραδραμουμεθα και οὐδεποτε ὁλως παραληψομεθα , ἠ χρη ἀντιθεσθαι ταυταις παρατηρησεις τινας , δι
παντα βοηθηματα συν ποσῳ μεγεθει νοειται , παντα τα βοηθηματα παραληψομεθα και ἀδιαφορησομεν , ὁπερ ἐστιν ἀλογωτατον . εἰ δε
9999969 συνεγραψαν
και ] ἰδιωτῃ και οὐ δεομενα μαθηματικης σημειωσεως , ὡστε συνεγραψαν ἀν πολλοι και των παλαιων των τα Περσικα ἱστορουντων
των ἱστοριων ἀναλεξαμενος , ἁς οἱ προς αὐτων ἐπαινουμενοι Ῥωμαιων συνεγραψαν Πορκιος τε Κατων και Φαβιος Μαξιμος και Οὐαλεριος ὁ
9999969 τεσσαρακοστης
περιξ ἁπαντα , και δια τουτο πολλακις και μεχρι της τεσσαρακοστης ἡμερας ἐκτεινονται : και γαρ και μετα το παυσασθαι
εὐωνοτερους εἰναι , και το ψηφισμα ἀκυρον γεγονε . της τεσσαρακοστης : Οὑτος ἐγραψε τεσσαρακοστην εἰσενεγκειν ἀπο της οὐσιας εἰς
9999968 κολοκυντας
' ἰδοις ἀν νιφομενα συκων ὁμου τε μυρτα . ἐπειτα κολοκυντας ὁμου ταις γογγυλισιν ἀρουσιν . ὡστ ' οὐκ ἐτ
, και ἑξεις τουτους νεαρους ἐν τῳ χειμωνι . Τας κολοκυντας φυλαξεις , οὑτως . λαβων ταυτας ἁπαλας κατατεμε ,
9999968 ἐγενομεθα
οἱ δ ' ἡμας ἐκελευον εἰσιεναι . ἐπειδη δε ἐνδον ἐγενομεθα , ἐμε μεν ἐκβαλλουσιν ἐκ της οἰκιας , τουτονι
ἡμεις ἀρα , οἱ φθονῳ ἐμετρηθημεν και οὐκ ἐλασσονες φθονου ἐγενομεθα , ἀλλα την ἀρετην των παροντων ἐχομεν αἰτιασθαι και
9999968 ὀξυμελιτος
: παχεος δε και γλισχρου , | ῥαφανιδας μετ ' ὀξυμελιτος και ταριχου και το δια ναπυος και ὑσσωπον δι
τελεια δοσις ⋖ δ συν οἰνομελιτι . ἡ δι ' ὀξυμελιτος πικρα κατα βραχυ κενοι μηδεν των δυναμεων ὑποκοπτουσα :
9999968 παρελθουσα
. κωλυοντων δε αὐτην των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και
τῃ νησῳ των Λαιστρυγονων ἡ Κιρκη ἠν , πασας γυναικας παρελθουσα μαγειαις . προσεσχεν οὐν Ὀδυσσευς ἐν τῃ νησῳ μετα
9999968 θεραπειης
το οὐλον σωμα θεραπευειν παντα , ὁκοιης ἀν δοκεῃ δεεσθαι θεραπειης , ἠν τε σοι δοκεῃ ἐξ ἁπαντος του σωματος
δε χρη παρα τον ἀνδρα , ὁταν τα ὑπο της θεραπειης καλως ἐχῃ , ληγοντων ἠ ἀρχομενων των ἐπιμηνιων :
9999968 παραφροσυνη
νοσειν με κατα σε κριτην , ἐαν νοσημα ἐστι και παραφροσυνη και μανια το μισειν τους ἐμους ἐχθρους . .
, ἐμετος , και λειποψυχιη γινεται . Ἐπι αἱματος ῥυσει παραφροσυνη ἠ σπασμος , κακον . Ἐπι εἰλεῳ ἐμετος ,
9999968 ἐστρατευσαν
δυναμεως ἀπηρεν εἰς την Ἀσιαν . Ὡς Καρχηδονιοι μεγαλαις δυναμεσιν ἐστρατευσαν εἰς την Σικελιαν . Ὡς Γελων καταστρατηγησας τους βαρβαρους
μερων ἀνθρωποι το γενος ἀσημοι , καταθαρσησαντες ἐπι την χωραν ἐστρατευσαν , και ῥᾳδιως ἀμαχητι ταυτην κατα κρατος εἱλον .
9999968 δακτυλικον
, ἐκ χοριαμβου και ἀναπαιστου : εἰ δε βουλει , δακτυλικον πενθημιμερες . το εʹ ἰαμβικον ἑφθημιμερες του πρωτου και
δακτυλικον πενθημιμερες : το ιδʹ ἀναπαιστικον τριπουν : το ιεʹ δακτυλικον τετραπουν εἰς τρισυλλαβιαν : το ιϚʹ δακτυλικον διπλουν εἰς
9999968 ἀθροισθηναι
χαιροντων ταις ἁρπαγαις , ὡς ἐν βραχει τῳ χρονῳ δυναμιν ἀθροισθηναι μεγιστην περι αὐτον , οὐκ ἐλαττω των πεντε μυριαδων
ὁτι ἐν παντι μοριῳ διαφορος τικτεται κακοχυμια : ἐνδεχεται οὐν ἀθροισθηναι χολωδη ὑλην ἐν τῳ ὑπεζωκοτι και ἐμφραγηναι και ποιησαι
9999968 ἐτελευτησαν
των ἰδιων , ὁσα ἑκαστῳ ἐγενετο ἐπειδη ἐκεινοι οἱ ἀνδρες ἐτελευτησαν , τιμωρησατε τον αἰτιον τουτων . ἀποδεδεικται δ '
κοιμηθεντες ἐν τῳ συνελκειν ἐν ταις ἀναπνοαις αὐτης την ἐνεργειαν ἐτελευτησαν . Ἀνομοιος δε ἡ Κρητη την ἀκτινοβολιαν : την
9999968 διειλοντο
πλημυριδος , ἐπικλυσθεισα ἡ Κυρβη ἐρημος ἐγενετο , αὐτοι δε διειλοντο την χωραν , και ἑκαστος ἑαυτου πολιν ὁμωνυμον ἐκτισε
δεινοτατοι ὀντες των βαρβαρων ; ἐξ ὁλοσφυρου γαρ ἰσον μερισμον διειλοντο , και πρωτοι χαρακτηρα ἐβαλον , † εἰς τον
9999968 Παφλαγονιαν
, τρωθεις ἀνεχωρησεν και ἀπεθανε καθ ' ὁδον περι την Παφλαγονιαν . την δε περι Σθενελου ἱστοριαν ἐλαβε παρα Προμαθιδα
εἰς Εὐαρχον ποταμον σταδιοι πʹ : οὑτος ὁ ποταμος ὁριζει Παφλαγονιαν και την ἐχομενην Καππαδοκιαν . Οἱ παλαιοι γαρ την
9999967 κολπου
προρρηθεντος Ἀραβιου πορθμου . Μετα δε τα στενα του Ἀραβιου κολπου ἐκδεχεται ἡ Ἐρυθρα θαλασσα , ἡν περιπλεοντι και την
ἀρα μειζον , ὁ λαθρα ἰατο , το δε του κολπου τινα ἀν τροπον κατασταιη διεσκοπουντο : και ἐδοκει αὐτοις
9999967 ἀπολωλεκεν
δε , ἁ μεν πλευσασιν ἠν σωσαι , βαδιζειν κελευων ἀπολωλεκεν οὑτος , ἁ δ ' εἰπουσι τἀληθη , ψευδομενος
των ἀνοητων πλουτος ἐοικε πολεμουμενῃ πολει : ἁ μεν γαρ ἀπολωλεκεν , ἁ δε μελλει , ἁ δε φοβειται .
9999967 θαυμασθηναι
ἐκαθημεθα δε ἐν τῃ στοᾳ . και ἀποβλεφθηναι ἐπι του θαυμασθηναι Αἰσχινης εἰπεν ὁ Σωκρατικος . γλωττας δε τας των
. ῥηθεντων δε τουτων των ἐπων , οὑτω σφοδρως φασι θαυμασθηναι τους στιχους ὑπο των Ἑλληνων ὡστε χρυσους αὐτους προσαγορευθηναι
9999967 προστακτικα
, ἐξ ἀμφοιν δε παν διακριθεν εἰς τα συνεχη και προστακτικα των ὁλων σχισθηναι . Πιθανως δε και την νησον
ἐνεστωτος βραχειᾳ θελει παραληγεσθαι . τιθετω : τα εἰς θι προστακτικα τροπῃ του θι εἰς τω το τριτον ποιει .
9999967 ἐδυνηθησαν
ἐμον θειον οὑτοι ἀπεκτειναν και μισθον ἐλαβον , οἱ οὐκ ἐδυνηθησαν ἐμης νοσου λογον εἰπειν , οὐδε ἐξ ἐπομβριας πως
: ἠτοι ἀριθμῳ , ἠ ἀντι του πολλακις . ὁσοι ἐδυνηθησαν ἐν γῃ και ἐν Ἁιδῃ . . . .
9999967 ἐχετωσαν
! ] ? [ ! ! ! ! ] μη ἐχετωσαν ? μητε [ ] ἀρετης στεφανον ? [ ]
ἡ ΒΓΔ της ΑΒ ἐφαπτεσθω κατα το Β , και ἐχετωσαν ἀντεστραμμενα τα κυρτα , και συμπιπτετω πρωτον ἡ ΒΓΔ
9999967 κατεστρατοπεδευσαν
ἐκ της ἐν Φεραις τυραννιδος : συστησαμενοι δε δυναμιν ἀξιομαχον κατεστρατοπεδευσαν περι Μαντινειαν . μετα δε ταυτα ἐπι πολιν Ὀρνεας
περι Ἀγαθοκλεα και βραχυ διαχωρισαντες ἀπ ' ἀλληλων την δυναμιν κατεστρατοπεδευσαν . εἰθ ' οἱ μεν Καρχηδονιοι πυθομενοι την τουτων
9999967 συλλογιστικης
δια κατηγορικου συλλογισμου . κἀν το συνεχες δε δεηται δειξεως συλλογιστικης , κἀκεινο δια κατηγορικου δειχθησεται συλλογισμου : εἰ γαρ
δι ' ἀκριβειας ἐν τοις ἑπομενοις ῥηθησεται οὐ περι της συλλογιστικης της κοινης ἁπλως εἰπεν , ἀλλα περι της διαλεκτικης
9999967 φλεγματωδεις
και τους ἀλλους ἁπαντας , ὁσοι τε μελαγχολικοι και ὁσοι φλεγματωδεις εἰσι και σπλαγχνων φλεγμονης ἐκγονοι : και γαρ οὐν
οὐδ ' ἐκφυσαν ἠ πινειν ψυχρον . γινονται δε και φλεγματωδεις ἐμετοι . και ὁσα δια γαστρος ἐκκενουται , ψυχροτερα
9999967 φαλαγγιων
Λεγουσι φυσικοι ἀνδρες την ἐλαφον καθαρσεως δεομενην σεσελιν ἐσθιειν , φαλαγγιων δε κνησμασιν ἐχομενην καρκινους . Ὀλυμπιας τῃ Φιλιππου θυγατρι
πατηρ ὠν . λεγονται δε και των ἑτερων δακετων και φαλαγγιων δε ἀντιπαλοι τοδε το γενος εἰναι . και ταυτα
9999967 μετεχειριζετο
κατηνθιστο και πεπλος ἀφετος κατα νωτου εἰς σφυρον κατῃει , μετεχειριζετο δε την λυραν , ἡ δε ἰσαριθμους ταις Μουσαις
ὡς φησιν Ἀλεξανδρος ἐν Διαδοχαις . οὑτος και τα Παρμενιδεια μετεχειριζετο , και οἱ ἀπ ' αὐτου Μεγαρικοι προσηγορευοντο ,
9999967 τελεσι
ἡδι : αὑτη . ἠγουν ἰδου ] παρεταθη ] τοις τελεσι δηλονοτι , ἐβαρυνθη ὑπο του τελους , ἐξηπλωται .
θασσον ἐτεσι δεκα , ἐκ τε του δημοσιου δοθηναι τοις τελεσι τοις ἐς αὐτον ἀπο Ἀντωνιου μεταστασιν , ὁσον αὐτοις
9999967 σπουδαστεον
τε και αἰτιας και των ἀρχων ὁ θεος ἐξηγειται , σπουδαστεον ἐν τουτῳ μαλιστα ἐκεινην την ἐπιστημην κτησασθαι , δι
εἰ δε ἐν τουτῳ μαλιστα ἐστιν ἡ ὀντως εὐδαιμονια , σπουδαστεον περι αὐτην , εἰπερ ὀντως βουλομεθα μακαριοι εἰναι .
9999967 ἁρμοττουσαν
βασιλευοντος θεου προηγησιν εὐδαιμονιας της ἀκρας πεπληρωσθαι ; δικην οὐν ἁρμοττουσαν οἱς ἐτιθεντο διδοασι : φυραντες γαρ το ἱερον περι
μελη και ὁλον το σωμα φαινεται . ᾡ τιν ' ἁρμοττουσαν εἰκον ' ἐνεγκω σκοπων οὐχ ὁρω , ἀλλα παρισταται
9999967 Θρασυβουλου
. ἱερα μεν σφισι ταυτῃ τοσαυτα ἐστι , ταφοι δε Θρασυβουλου μεν πρωτον του Λυκου , ἀνδρος των τε ὑστερον
τυραννοι μετα τον Πελοποννησιακον πολεμον γενομενοι Ἀθηνησιν ἐπειδη καθῃρεθησαν , Θρασυβουλου του ἀπο Φυλης ἀγωνισαμενου , ψηφισμα ἐτεθη ἀμνησικακειν των
9999967 συνδρομης
ἡρωικως δε μαχομενος και πολλοις τραυμασι περιπεσων ἐτελευτησε , τοτε συνδρομης γενομενης περι του πτωματος νεκρων πληθος ἐσωρευθη . ἀναρχιας
συμπτωματων εἰδως , πολλακις ἀνομοιου δοκουσης εἰναι τοις πολλοις της συνδρομης , τοις αὐτοις χρησεται , οἱον ὀπισθοτονικοι τινες λεγονται
9999967 σκευοφοροις
και οἱ πορευθεντες ἐπι την καταλυσιν αὐτου καταλαμβανουσιν ἐν τοις σκευοφοροις τα κατακρυφθεντα ὑπο των θεραποντων ξιφη . μετα τουτο
. οὑτω δη ἀπολαβουσαι παλιν το ἑαυτων σχημα ἐν τοις σκευοφοροις διαγουσι . Και οἱ μεν ἀμφι τον Κυρον δειπνοποιησαμενοι
9999967 συμπληροι
το παρ ' ἡν παρακειται ἀντι του μεθ ' ἡς συμπληροι το χωριον . ῥητον ἀρα ἐστι το ΑΔ .
καλουμενοις κωλοις , ἁ συντιθεται μεν ἐκ των ὀνοματων , συμπληροι δε τας περιοδους , οὐ μονον ταυτα , ἀλλα
9999966 ἀπολαβουσα
ἐτι μετεωρος τυγχανουσα , παλιν προσεπιδιισταται και τοτε την ὀφειλομενην ἀπολαβουσα συστολην , ὁμοιως ἐξερεθιζει την ἁφην διπλην ἐν τῃ
συμβολικως τελειοτητος τι οἰκειον μετρον δηλουσιν , ὁ το προσηκον ἀπολαβουσα ἡ ψυχη και την ἑαυτης σχουσα τελειοτητα ἀποκαθισταται .
9999966 ἡγεμονικου
τα ἀρσενικα τῳ κυριῳ „ . εἰπων περι των του ἡγεμονικου γεννηματων ἀρχεται διδασκειν και περι των του ἀλογου ,
ἡγεμονικου μεχρι ὀφθαλμων , ἀκοην δε πνευμα διατεινον ἀπο του ἡγεμονικου μεχρι των ὠτων : των δε λοιπων το μεν
9999966 σκοροδων
γε τα λεπτα γηθυλλιδες εἰσι , και ἀγλιθες αἱ των σκοροδων ς ' ἀρκεσαι δυνανται : ταυτα παντα την ἀπο
τῳ πασσαλῳ . “ ἀγλιθας ” δε τας κεφαλας των σκοροδων . φησιν οὐν ὁτι ὡσπερ ἀρουραιοι μυες ὀρυσσετε τῳ
9999966 Κασανδρου
τωι ἐγγονωι Ἀλεξανδρωι ἀπηνως παρα του υἱου του Ἀντιπατρου του Κασανδρου . ὁς Κασανδρος μετα τους τοιουτους φονους ἐγημε την
και τον χοιρον ἰακχον . τοιουτος ἠν και Ἀλεξαρχος ὁ Κασανδρου του Μακεδονιας βασιλευσαντος ἀδελφος , ὁ την Οὐρανοπολιν κτισας
9999966 θαυμαζειν
και τῃ κινησει διαδεικνυσθαι , ὡστε τῃ ποικιλιᾳ των ἐξω θαυμαζειν τας περι των ἐνδον νοησεις : οἱονει τις ζωγραφος
την των ἁρμονιων ἀκριβειαν . ὁ δε μαλιστα των ἀλλων θαυμαζειν ἀξιον , ῥυθμος οὐδεις των μακρων οἱ φυσιν ἐχουσιν
9999966 ἐλθουσαν
τῃ δε μητρι την ἀπο των τεκνων ἐπ ' αὐτην ἐλθουσαν διαφθοραν ἀμηχανον φυγειν . Μονη δε των ἀλλων ἑρπετων
εἰωθοτας πελανους ἐπι το πυρ και αὐτικα προς τους βασιλεις ἐλθουσαν εἰπειν . τον μεν οὐν Ταρκυνιον ἀκουσαντα τε και
9999966 Καλλιμαχον
κατεσκαψαν δ ' Ἱεραπυτνιοι . οὐκ εὐ δε οὐδε τον Καλλιμαχον λεγειν φασιν , ὡς ἡ Βριτομαρτις φευγουσα την Μινω
ὁρασθαι συν τοις ἀμφι τον Κυνεγειρον και Ἐπιζηλον τε και Καλλιμαχον . ἐστι δε και οὑτοι και ὁ κυων Μικωνος
9999966 παρεκελευσατο
ἐπειθε , τοις Ἑλλησι ἐφρασε κρυφα τα πραττομενα , και παρεκελευσατο φυλαττεσθαι . Οἱ δε , θυσιαν τινα παρασκευασαμενοι και
χωριων και ἐδει κατα ταχος βοηθειν , ἐξορμων ὁ Ἱππαρινος παρεκελευσατο τῳ παιδι , εἰτις ἐντος της αὐλης βιαζοιτο ,
9999966 μυστηριοις
φυλαξασθαι ] ἐξελθειν εἰς Χαιρωνειαν . . . . τοις μυστηριοις ] μυστηρια δει νοειν τα Κορης και Δημητρος .
την θεον θυσιαις τ ' ἐπιφανεσταταις και τοις ἐν Ἐλευσινι μυστηριοις , ἁ δια την ὑπερβολην της ἀρχαιοτητος και ἁγνειας
9999966 ἀποτυγχανει
τινων μεν τυγχανει του ὀντος , ἐπι δε των πολλων ἀποτυγχανει . Οὐ μην οἱ γε θεοπεμπτοι καλουμενοι ὀνειροι τουτον
παντα τελειοι , ἡ δε διψυχια μη καταπιστευουσα ἑαυτῃ παντων ἀποτυγχανει των ἐργων αὐτης ὡν πρασσει . βλεπεις οὐν ,
9999966 Κλεαρχον
ἁρπαζειν , ὑβριζειν , τιτρωσκειν . ἀγανακτουντες οἱ πολιται παρεκαλεσαν Κλεαρχον βοηθειν : ὁ δε οὐκ ἀλλως ἐφη δυνατον εἰναι
οὐδεν ἡττον ἐτρωσεν αὐτον . Τισσαφερνης οὐκ ὠμοσε τοις περι Κλεαρχον ; τι δε ; ὁ βασιλευς οὐχι και τους
9999966 ἐκρατουν
ὁμως δε ὡς οἱ μεν περι τον Κλεομβροτον το πρωτον ἐκρατουν τῃ μαχῃ σαφει τουτῳ τεκμηριῳ γνοιη τις ἀν :
πολεμου . ᾐσαν ἐς χειρας : συνεπλακησαν . ἐπειχον : ἐκρατουν . οὑτοι δε ἐν τῳ εὐωνυμῳ μαλλον : οἱ
9999966 Ἀρηνην
Κορυφασιον ἡ τε Ἐρανα ἐστιν , ἡν τινες οὐκ εὐ Ἀρηνην νομιζουσιν κεκλησθαι προτερον ὁμωνυμως τῃ Πυλιακῃ , [ και
ποιητης „ οἱ ” δε Πυλον τ ' ἐνεμοντο και Ἀρηνην ἐρατεινην . „ οὐδαμου γαρ σαφως εὑρισκοντες ἐνταυθα μαλιστα
9999966 Πυθαγορειους
μεγεθη τε και αἰσθητα ποιουντας , ἀπορει προς μεν τους Πυθαγορειους , πως ἐξ ἀβαρων και ἀμεγεθων των ἀριθμων τα
αὐλου ῥυθμον κατα πολεμιων χωρουντας . φασι δε και τους Πυθαγορειους , εἰ ποτε κινηθειεν αὐτοις τα παθη ἠ τινας
9999966 αἰχμαλωσιαν
ταξιν , και ἐντευθεν βλαβην γινεσθαι . Εἰ δε συμβῃ αἰχμαλωσιαν αὐτους ἠ πραιδαν ἐπιφερεσθαι , εἰτε καθ ' ἑνος
' ἐποιησαμεν αὐτους ὑποσπονδους , και ἀπεδωκαμεν αὐτοις πασαν την αἰχμαλωσιαν . Και ᾠκοδομησα ἐγω την Θαμνα και ὁ πατηρ
9999966 ἐστρατοπεδευοντο
Ἀσωπου και της κρηνης της Γαργαφιης , ἐπ ' ᾑ ἐστρατοπεδευοντο τοτε , δεκα σταδιους ἀπεχουσα , προ της Πλαταιεων
ὑφορωντες τουτους αὐτοι ἐφ ' ἑαυτων ἐχωρουν ἡγεμονας ἐχοντες . ἐστρατοπεδευοντο δε ἑκαστοτε ἀπεχοντες ἀλληλων παρασαγγην και πλεον : ἐφυλαττοντο
9999966 ἐνδεεστερως
ὡστε και ἀναπηρα θυουσιν ἑκαστοτε και τἀλλα παντα οὐκ ὀλιγῳ ἐνδεεστερως τιμωσιν ἠπερ ἡμεις , χρηματα οὐδεν ἐλαττω κεκτημενοι της
ἐννοουντα τυχειν προειδοτα ἐκεινο ᾡ φησιν αὐτο προσεοικεναι μεν , ἐνδεεστερως δε ἐχειν ; Ἀναγκη . Τι οὐν ; το
9999966 ἀξιως
, ἡκον προς αὐτην , ἐρωτησεν , εἰ καλως και ἀξιως της Σπαρτης ὁ υἱος ἐτελευτα : μεγαλυνοντων δ '
προτερον ἐπι την Πελοποννησον ἐλθοντα ἠ τα παρ ' ὑμων ἀξιως προαπαντησαι , και νυν τους Ἀθηναιους οὐχ ἑκας ,
9999965 παραγγελμασι
οὐδε την ῥητορικην ὑποληπτεον ἐχειν τεχνικην ὑποστασιν , ἐπι τοιουτοις παραγγελμασι σαλευουσαν . ἀμελει γε τοι και οἱ περι Κριτολαον
μεντοι μη παυσηται πλεοναζων , ἀπειθῃ δε και τοις σοις παραγγελμασι και τοις ἐμοις λογοις , μη ἀγνοησῃς ὁτι και
9999965 παραιτουμεθα
αἱ ποιοτητες : και ἐπι μεν των ἀσθενουντων , καλως παραιτουμεθα τας των δοκουντων ἐπ ' ὠφελειᾳ διδοσθαι φαρμακων ποσεις
και θρομβια μεταξυ αὐτων . Ἐφ ' ὡν τον ἐμετον παραιτουμεθα , των θρομβων μαλλον ἐν τῳ στομαχῳ σφηνουμενων ,
9999965 ἐπεδεικνυντο
οὑς και ὁ Κομοδος ᾐδειτο και ὁσοι πατρῳαν αὐτῳ εὐνοιαν ἐπεδεικνυντο της τε ἐκεινου σωτηριας προμηθειαν εἰχον , ποιησαμενος τε
εὐθενουντων βοτρυων προ του ἀντρου τεθηλυιαι το φιλεργον της Ἀταλαντης ἐπεδεικνυντο . ὑδατα τε διατελη και ἀει ῥεοντα και καθαρα
9999965 γιγνωσκον
παιδιον , και θηριον δε , ἱκανον εἰναι ἰασθαι αὑτο γιγνωσκον ἑαυτῳ το ὑγιεινον , ἀλλα ἐνταυθα δη ἀλλον ἀλλου
προ αὐτης το αὐτοζων , κατα δε την ἐσχατην το γιγνωσκον ἑαυτο και το γνωθι σαυτον : και ἐχουσι προς
9999965 μιγνυμεν
: στησαντες δε το ἀγγειον ἐν ὑδατι ψυχρῳ ἠ χιονι μιγνυμεν ἀλφιτου λεπτου ὀλιγον και ἀναδευσαντες ἐπιρριπτουμεν . δει δ
ἀποζεματι . και του ϲπερματοϲ δε των κωδυων ἐϲτιν ὁτε μιγνυμεν ἀνωδυνιαϲ χαριν : εἰ δε πολλη τηϲ ὀδυνηϲ ἡ
9999965 Αἰγισθον
προς ἀνδρα νηπιον . στενω ] εὐγνωμονως ἐλεουσι τους περι Αἰγισθον . ἐπηκρισεν ] ἐπ ' ἀκρον ἠλθεν . διπλους
γυναι , δηλωσον εἰσελθους ' ὁτι Φωκης ματευους ' ἀνδρες Αἰγισθον τινες . Οἰμοι ταλαιν ' , οὐ δη ποθ
9999965 πανουργιᾳ
τοις κολοιοις δε δια την φυσικην φιλοστοργιαν , καιπερ τοσουτον πανουργιᾳ διαφερουσιν , ὁμως ὁταν ἐλαιου κρατηρ τεθῃ πληρης ,
των ἰσχυροτερων γεγονεναι κρειττων . οὐ μην ἠδυνηθη γε τῃ πανουργιᾳ κατασοφισασθαι την ἐκ της πεπρωμενης ἀναγκην , ἀλλα ποιητης
9999965 Πυθαγορειοις
κεχωρισμενος και καθ ' αὑτο ὑπαρχων , ὡς ἐδοκει τοις Πυθαγορειοις τε και Πλατωνι , εἰ μη εἰη το ἑν
, ἐπειδη διαφερουσιν ἀλληλων . ὡστε ἐνταυθα φαινεται ἑπομενος τοις Πυθαγορειοις και τῳ Πλατωνι : κἀκεινοι γαρ φασιν ὁτι ἑτερος
9999965 θαυμαζοντα
δε λογων των ἑαυτου . ἐλεγε τε πολλακις και Ἐπικουρον θαυμαζοντα την Πυρρωνος ἀναστροφην συνεχες αὐτου πυνθανεσθαι περι αὐτου διηκουσε
ἐτι νεος τε και εὐηθης ἐστι . Κἀγω γνους αὐτον θαυμαζοντα , Ἀρα οὐκ οἰσθα , ἐφην , ὠ Κλεινια
9999965 θαλατταν
κατα προνοιαν Ἡρας ἐμμανης γενομενος , περιηρχετο γην τε και θαλατταν , ἀπαλλαγηναι του παθους θελων . Γενομενος δ '
ἀνθρωποις δ ' ἐπι γης , θαλαττιοις δε φυλοις την θαλατταν ἀπεδωκε , και πτηνοις ἀερα , ὡς μαλιστα της
9999965 ἀπαραλλακτως
πεποιημενα και προσηγμενα , της ἐμπειριας και τεχνης τας ὑπεροχας ἀπαραλλακτως ἐχοντα προς την ἀληθειαν , ὡστε και ῥιπιζοντος του
ἡμερινων ποιουμεν γενεσεων , ἐπι δε των νυκτερινων τἀλλα μεν ἀπαραλλακτως , τους μεντοι ἀναφορικους χρονους του ἀφετου και τους
9999965 ἀμεινονες
διοριζεται λεγων ὁτι Ἐν πολεμῳ , ἀγορῃ δε τ ' ἀμεινονες εἰσι και ἀλλοι . ἐχων οὐν ἐνεχυρον ὁ Ὀδυσσευς
' ἐπισταμενος σαφα εἰπειν : ἡμεις τοι πατερων μεγ ' ἀμεινονες εὐχομεθ ' εἰναι : ἡμεις και Θηβης ἑδος εἱλομεν
9999965 παραδειγμα
τῳ χρωμενῳ μοχθηροις ὀργανοις και ὑποκειμενοις . Το του στρατοπεδου παραδειγμα ὡς ἐν ταξει ὀργανου παρελαβεν , τα δε σκυτη
εἰναι ἰδεᾳ ἐν τῳ παραδειγμα εἰναι τι , το δε παραδειγμα προς τι : τινος γαρ το παραδειγμα . ἐτι
9999965 ἀκρωτηριου
ἠγεν Ἰολην αἰχμαλωτον . και προσορμισθεις Κηναιῳ της Εὐβοιας ἐπι ἀκρωτηριου Διος Κηναιου βωμον ἱδρυσατο . μελλων δε ἱερουργειν εἰς
δε δεξιων των της Λιβυης μερων μεχρι του καλουμενου Πρασου ἀκρωτηριου και της Μενουθιαδος νησου τας μεν προσηγοριας των πολεων
9999965 ὑπολαμβανετε
οὑτως σεμνα και καλα και προσηκοντα τοις ὑμετεροις ἠθεσιν ὑμεις ὑπολαμβανετε εἰναι , ὡστε και των προγονων τους ταυτα πραξαντας
ὁταν μεν μη φῃ την βουλην αἰτειν , ταυθ ' ὑπολαμβανετε : ὁτι δ ' οὐδε τον δημον ἐᾳ διδοναι
9999965 ἀπορησειεν
μηδεμιαν ἐχοντα διαφοραν . Τοδε δ ' ἀν τις ἰσως ἀπορησειεν προς αὐτον τον πρωτον οὐρανον ἀναφερων , ποτερον ἡ
λαμπρου φωτιζεσθαι . περι δε των ἀστερων ὁρωμενων ἐν νυκτι ἀπορησειεν ἀν τις : εἰ γαρ αἰτια του μη ἐν
9999965 προφερομεθα
, οὐδε παρατεινεται τῃ διεξοδῳ της λεξεως δι ' ἡς προφερομεθα το ἀνθρωπος ἡ συνθεσις του νοηματος : και γαρ
παντες Ἑλληνες κοινῃ χρυσον και το μεν ὀνομα ὁμοιως παντες προφερομεθα , διχοστατουμεν δε περι την δοξαν τουτου , ὁ
9999965 Τροφωνιος
κορωνην . λαβοντι δε αὐτῳ νεαν γυναικα κατα το μαντευμα Τροφωνιος γινεται και Ἀγαμηδης . λεγεται δε ὁ Τροφωνιος Ἀπολλωνος
το μαντευμα Τροφωνιος γινεται και Ἀγαμηδης . λεγεται δε ὁ Τροφωνιος Ἀπολλωνος εἰναι και οὐκ Ἐργινου : και ἐγω τε
9999965 ἀσθενεστερα
ἰσχυροτερα ταχεως ἐργαζεται το ἑαυτης ἐργον , ἡ δ ' ἀσθενεστερα βραδυτερον , οὐδε λογου δει . δια ταυτα μεν
: διαμενον γαρ και τουτο φαινεται και ἑτερα πολλῳ τουτων ἀσθενεστερα . Ταυτα μεν οὐν οὐ λυει την ἀποριαν ἀλλ
9999965 θαλαττιοι
ἀμφιβιοι γαρ τροπον τινα ἐσμεν και οὐ μαλλον χερσαιοι ἠ θαλαττιοι . και τον Ἡρακλεα εἰκος ἀπο της πολλης ἐμπειριας
. δειλοι δε και οἱ ἀρουραιοι . θρασυτατοι δε οἱ θαλαττιοι . μικρον δε αὐτων το σωμα , τολμα δε
9999965 χαλεπων
εὐνομιαι ἀγαθα , ἁπερ ἐπικουρηματα τηι ζωηι και παραψυχη των χαλεπων ἐξ αὐτης γιγνεται : τα δ ' ἐκ της
των ἀλλων ζωων . Ἀνηρ γαρ καμνων νουσηματι μητε των χαλεπων τε και ἀφορων , μητ ' αὐ των πανταπασιν
9999965 ἀγαθοποιοι
κακοποιοι σκοπει ποτε ἀλλαξουσι τους τοπους και ἀντ ' αὐτων ἀγαθοποιοι εἰσελευσονται , και τοτε την ἐπανοδον ὑπονοητεον ἠ ὁτε
ἐαν οὐν κακοποιος τυχῃ , ἐτι χειρον . οἱ δε ἀγαθοποιοι ἀφαιρουντες τα αὐτα ἀπεργαζονται , ἐπι τουτοις δε και
9999965 ἐγχειρισαι
Πτολεμαιος , ὁ της Αἰγυπτου σατραπης , ἐπειθε πολλοις χρημασιν ἐγχειρισαι οἱ την Συριαν , προβολην τε οὐσαν Αἰγυπτου και
Ἐραον , Δαναην , Εὐρυμαχον . Φασι δε Πυρρῳ μεν ἐγχειρισαι την βασιλειαν τον πατερα , Μολοσσῳ δε την ἐκ
9999965 ἰδιωτικων
δε περι δημοσιων , ὁ δε περι δημοσιων ἁμα και ἰδιωτικων : περι ἰδιωτικων μεν οἱον ἱππον τις τον ἐποχον
, μεστας οἰκητορων , και πολιτειας ἐγχειριζεσθαι μελλων και πραγματων ἰδιωτικων τε και δημοσιων και ἱερων ἐπιμελειαν , ἡν οὐκ
9999965 πιστεως
μυριας ὁσας ἀγελας ἐγχειρισας αὐτοις . Ὁ δε νεανιας τοσαυτῃ πιστεως ἐχρησατο ὑπερβολῃ , ὡστε των καιρων και των πραγματων
μεμερισμενους συνελθειν εἰς ταυτον ὑπερ της προς ἀλληλους ὁμονοιας και πιστεως και μιαν ἐξ ἁπασων πολιν οἰκησαι , ὑμας δε
9999965 ἀπολοιτο
ἀντι ἀγαθων και ὁπως αὐτος μεν ἐκκοπειη τους ὀφθαλμους και ἀπολοιτο , συνεκτριβειη δε τουτῳ και ὁ πορφυρογεννητος , οὐκ
τουτεστιν ὁ μη κεκορεσμενος : και νυ κεν ἐνθ ' ἀπολοιτο Ἀρης ἀτος πολεμοιο . ἐστι δε τοιουτον περι του
9999965 μελλοντοϲ
. ἐαν τυφθωμεν ἐαν τυφθητε ἐαν τυφθωϲι Μεϲου ἀοριϲτου και μελλοντοϲ αʹ Ἑν . ἐαν τυψωμαι τυψῃ τυψηται Δυ .
Δυ . τυψαϲθον τυψαϲθων Πληθ . τυψαϲθε τυψαϲθωϲαν Ἀοριϲτου και μελλοντοϲ βʹ Ἑν . τυπηθι τυπητω Δυ . τυπητον τυπητων
9999965 φοινικων
δε ἑλκωδηϲ ἐῃ , κομμι και ἀμυλον δευθεντα ῥοδων ἠ φοινικων ἀφεψηματι , και πτιϲανηϲ ἠ τραγου χυλοϲ . ἐπι
περι τον τοπον , ὁς τας τε δη βαλανους των φοινικων τας ὀνομαστας και τον ὀπον φερει , λιμνην εἰναι
9999965 ἀφαιρετεον
οὐν τας ἀρχας των ἀρρωστιων και τας των φλεγμονων γενεσεις ἀφαιρετεον ἀν εἰη πασαν προσφοραν ῥοφηματων τε και σιτιων :
την διαιρεσιν δακτυλων δυο : μετα δε την ἐνθεσιν μηδεν ἀφαιρετεον του ἐνθεματος , ἀλλ ' ἐατεον ὁσον ἀν ἐχῃ
9999965 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν
9999965 τεσσαρεσκαιδεκατον
, ἐμετος χολωδων ἠ φλεγματωδων . τουτων προφαινομενων περι το τεσσαρεσκαιδεκατον ἐτος , δει τον ἰατρον τεκμαιρεσθαι ὡς ἐπειγει ἡ
παιδι Κλεοδαμου νικησαντι την οϚʹ Ὀλυμπιαδα . . . Το τεσσαρεσκαιδεκατον εἰδος μονοστροφικον ἐστιν ἐκ ιηʹ κωλων και ιζʹ .
9999965 αὐτοκρατορες
ἐλεγον ἀπαλλαξειων , χαριν ὑμιν , ἐφην , ἐχω , αὐτοκρατορες , πασης προνοιας και τιμης ἡν με τετιμηκατε .
. . . : οὐκ ἐπι του αὐτεξουσιου τεθεικε το αὐτοκρατορες : ἐπει πως συναψει τις αὐτῳ το ” και
9999965 ἀφαιρεσις
μοναδων σπ ἰσοι ἀριθμῳ ἑνι . . Διχως γινεται ἡ ἀφαιρεσις κατα τε μοναδα και ἀριθμον . Και γαρ προτερον
του η ὁ β και ὁ δ . Ἡ δε ἀφαιρεσις των λογων ἐκ του ιʹ . λαβοντες τον μεταξυ
9999965 ἀπαλλαγηναι
κωνειον πιειν ἠ προδοντα την ναυν ὁτι ταχιστα των κακων ἀπαλλαγηναι : ἐπι ζημιας κεινται και προστιμηματος . Ὁ Κρης
προφασει μεν ἀλλοτε ἀλλῃ , το δε δη ἀληθες οὐτε ἀπαλλαγηναι της Καλλιροης δυναμενος οὐτε ἐπαγεσθαι θελων αὐτην : ἐμελλε
9999965 ἐκολασθησαν
εἰ μεν γαρ τινες ἠ ἐν διαφερουσι καιροις ἠ ἑτεραις ἐκολασθησαν τιμωριαις , εἰκος ἠν το ἀστατον της τυχης προφασιζεσθαι
ἐλεγον : Αἱ Ἰβυκου γερανοι . εἰτα ἐκ τουτου ἁλοντες ἐκολασθησαν . Αἰθερα νηνεμον ἐρεσσεις : ἐπι των ματην πονουντων
9999965 παρειλετο
ναυσιν ἀργυριου ταλαντα ἑξακοσια ἀπεσταλμενα εἰς Μακεδονιαν προς τους βασιλεις παρειλετο , φασκων ἑαυτῳ χρειαν ἐχειν προς τας των ξενων
τα ῥηματα κατηγορουντα του ἐπιθετικου εὐλογως την του ἀρθρου συνταξιν παρειλετο . Ἡ αὐτη συνταξις και ἐν προσηγορικοις και [
9999965 ἀπεπλευσαν
των Λιπαραιων την γην : ἐκεινων των νησιωτων δηλονοτι . ἀπεπλευσαν : ἀποπλευσαντες ἐπανηλθον . του δ ' ἐπιγιγνομενου θερους
ἐφθασαν καταφυγειν ἐς τας οἰκειας τριηρεις . οὑτω μεν δη ἀπεπλευσαν ἀπρακτοι ἐκ Μιλητου οἱ Περσαι . Ἀλεξανδρος δε καταλυσαι
9999965 κρυπτουσι
ἁπαλωτεροι γινεσθαι κατακρυπτομενοι τῳ κονιορτῳ δι ' ὁ και Μεγαρεις κρυπτουσι . Θαυμαζεται δ ' εἰ ξηρος ὠν τρεφει :
ὁτι , ὡς αἱ θινες ἀλλαι ἐπ ' ἀλλαις ἐπιφορουμεναι κρυπτουσι τας προτερας , οὑτως ἐν τῳ βιῳ τα προτερα
9999965 τελειοτητι
ἐξαιθριασαντες προσεπλεξαν τῳ κηριῳ και θειῳ : και οὑτως ἐκπυρωσαντες τελειοτητι και συμμετροις πυριαις , τουτεστιν λειωσεσιν ἠ ὀπτησεσιν ἀνελομενοι
ἀλογως δ ' ἀν οὐτε ἀπορησειεν οὐτε ἀξιωσειεν : ἐν τελειοτητι μεν γαρ τινι το σπερμοφυειν και των ζωων ὁσων
9999965 μελαινα
ἐθεντο . τουτῳ δε ἡ μεν χροα παρα τους ἑτερους μελαινα : ὀλιγην δε ἐχει την οὐραν , των ἀλλων
σημαντικη καθ ' ὡν ἀν μαλιστα ποιηται την προσνευσιν . μελαινα δε ἠ χλωρα και παχεια θεωρουμενη χειμωνων και ὀμβρων
9999964 Πυθαγορικους
: εἰ αὐταρκειαν ἀσπαζῃ , φιλοσοφε , τι οὐ τους Πυθαγορικους ἐκεινους ζηλοις , περι ὡν φησιν Ἀντιφανης μεν ἐν
το δεχομενον αὐτην οὐκετι προσδιοριζουσιν , ὡσπερ ἐνδεχομενον κατα τους Πυθαγορικους μυθους , οἱς ἐκεινος μεν ἐχρητο πολιτικως , οὑτοι
9999964 ὀκτακισχιλιους
την Ἀμιλκα δυναμιν ὑπερβηναι . και ἐστρατευσεν ἑξακισμυριους , ἱππεις ὀκτακισχιλιους , ἐλεφαντας διακοσιους . ὑπο δε οἰκετου ἐπιβουλευθεις ἐσφαγη
πεζους μεν πλειους των δισμυριων ὀκτακισχιλιων , ἱππεις δ ' ὀκτακισχιλιους πεντακοσιους , ἐλεφαντας δε ἑξηκοντα πεντε . Διηλλαγμεναις δ
9999964 ἀδελφαι
ἠ ξυντηξιεϲ . και γαρ τοι αἱ τηϲ καχεξιηϲ προφαϲιεϲ ἀδελφαι τηϲ ξυντηξιοϲ ἐαϲι . ἡ δε νουϲοϲ μικρη δυϲεντεριη
. ὡσπερ δε μεμερισται ὁ χορος , οὑτως και αἱ ἀδελφαι : και ἡ μεν Ἰσμηνη τῳ Ἐτεοκλει ἀκολουθει και
9999964 ἐτυμολογει
γαρ ταυταις ταις ἐννοιαις κεχρημενους τους ἀνθρωπους , καθως αὐτος ἐτυμολογει , τα ὀνοματα τεθεισθαι τα ἐκκειμενα δοξαζοντας το παντα
τας ὀψεις ὀχλειν και λυπειν . οὑτως Ἡρακλειδης ὁ Ποντικος ἐτυμολογει . Ἀητης , ὁ ἀνεμος , παρα το ἀειν

Back