την Δημητρος πλανην και Κορης εὑρεσιν και Κελεου ξενιαν και Τριπτολεμου γεωργιαν και Ἰκαριου ἀμπελουργιαν και την Ἠριγονης συμφοραν ,
την γην διδοντα αὐτον σπερματα : ἠ οὐκ ἐλασαντος ταυτῃ Τριπτολεμου , ὁτε περ ἐκ Δημητρος ἐσταλη σπειρειν την γην
9999975 κτητικων
και ἐγκλιθειη , ὁπερ ἰδιον αὐτῃ παρηκολουθει προς την των κτητικων ἀντεξετασιν , καθο αὑται μονως ὀρθοτονουνται : γινεται γαρ
νικησαι ἀγνοει . . Ἑξης ῥητεον και περι της των κτητικων ἀντωνυμιων συνταξεως . Αὑται δη προτασσομεναι των κτητικως νοουμενων
9999974 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999974 παραλαβουσα
δεδωκοτι την χαριν . Τι γαρ ἐλευθεριας σεμνοτερον , ἡ παραλαβουσα θεον τον ἀνθρωπον ἀπεργαζεται ; Ἀρ ' οὐν οὐκ
, ἀγονα τε ἐστι και ἀνεμιαια και οὐ ταμιευεται αὐτα παραλαβουσα ἡ μνημη , ἀλλα δεχεται ἐκπιπτοντα παραχρημα ὁ της
9999972 συναιρεμα
δε ἐπι πασιν εἰρηται τοις προηπορημενοις , το ἐν ἑκαστῳ συναιρεμα παντων προ παντων ἑν των ἐν ἑκαστῳ , ἐστι
ἀδιακριτως το γνωστον , ὡστε παν μεν ὁμου και ἑν συναιρεμα των παντων , οὐπω δε ἑν τι ἠδη το
9999972 μεταφορικως
. : ἡμιοπος : αὐλος ὁ ὑποτεταγμενος τωι τελειωι . μεταφορικως δε ἡμιοπος † θρασος † . . Ὀνομαστ .
“ κυτταρον ” δε “ οὐρανου ” λεγοι ἀν νυνι μεταφορικως το κοιλοτατον και μυχαιτατον : μεταφορικως δε το κοιλοτατον
9999972 βουλευτηριου
οἱ Ἀννιβου φιλοι , προυθηκε νυκτος λαθων γραμματα προ του βουλευτηριου , ὁτι παντας ὁ Ἀννιβας τους βουλευτας παρακαλοιη τῃ
ἐμελλον ἐγχειρησειν , ἱδρυσαν αὐτους ἐν ὁπλοις μεταξυ του τε βουλευτηριου και του θεατρου ἐν τῳ Πομπηιου περιπατῳ . Ἠν
9999972 καθαρωτατου
τοις κακιστοις ἐξ ἀταξιας και πλεονεξιας , ἐξεληλακως ἐκ του καθαρωτατου της οὐσιας , οὐρανου . ὁ δε δευτερος κεφαλαιον
ἀρχηγετας του μικτου γενους ὑπελαβεν εἰναι , τουτονι δε του καθαρωτατου και διηθημενου , ὁπερ ὀντως ἐστι λογικον . καθαπερ
9999972 κομιζων
ἀει θαλλουσης χαμελαιας βλαστους , και πηγανον συμ πασι τουτοις κομιζων ἐμβαλλε . Ἀταρ οὐν δη διαπυρον πανυ σφοδρα ἐμβαλλων
του σωματος ἀπηνεγκεν εἰς την πολιν , οὐδεν δε ἡττον κομιζων την ἰδιαν πανοπλιαν , και ταυτα του Κλεοννιδος προεχοντος
9999971 Ἀμφιδαμαντος
Κερκυονος του Ποσειδωνος . ὡς δε Ἑλλανικος , Μειλανιωνος του Ἀμφιδαμαντος του Ἐποχου του † ἀργηπου του Κηφεως του Ποσειδωνος
καλλιγυναικα . ἐνθα δ ' ἐγων ἐπ ' ἀεθλα δαϊφρονος Ἀμφιδαμαντος Χαλκιδα [ τ ' ] εἰσεπερησα : τα δε
9999971 Δημοσθενεος
και οὐ περιττοσυλλαβουσα δηλονοτι πεπονθεν : ἀρ ' οὐν το Δημοσθενεος και τα ὁμοια ἐντελεστερα εἰσι και ὁλοκληρα ὡς περιττο
δε Δημοσθενους τετρασυλλαβει , δηλονοτι πεπονθεν : ἀρα οὐν ἡ Δημοσθενεος γενικη πεντασυλλαβουσα ὁμοιως τῃ δοτικῃ των πληθυντικων ἐντελεστερα ἐστιν
9999971 Ὀλυμπιον
τεως την Ἀθηναν την ἐν πολει ἠ τον Δια τον Ὀλυμπιον , και σοι ταυτα ἀποχρησει προς το Φειδιαν θαυμασαι
αἰνησα , τον εἰδον κρατεοντα χερος ἀλκᾳ βωμον παρ ' Ὀλυμπιον κεινον κατα χˈρονον ἰδεᾳ τε καλον ὡρᾳ τε κεκραμενον
9999971 ναυμαχουντες
ἀκροπολιν ἀνηγαγον , πολλα δε και καλα και πεζῃ και ναυμαχουντες ἐστησαν τροπαια , ἐφ ' οἱς ἐτι και νυν
ναυτας ἀκοντιζοντες . τελος δε τουτῳ τῳ τροπῳ κατα κρατος ναυμαχουντες οἱ Συρακοσιοι ἐνικησαν , και οἱ Ἀθηναιοι τραπομενοι δια
9999971 ἐνεργητικων
μονη ἐστιν των παθητικων ἡ συνταξις : των γε μην ἐνεργητικων ἐστιν και γενικη , οὐ συνουσης της ὑπο προθεσεως
μαι και την παραληγουσαν συστελλοντα προς την παραληγουσαν των πληθυντικων ἐνεργητικων παθητικα γινεται , τιθημι τιθεμαι , διδωμι διδομαι ,
9999971 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999970 πεντασυλλαβου
και κρητικου . το γʹ ὁμοιον διμετρον ὑπερκαταληκτον ἐκ παιωνος πεντασυλλαβου , διτροχαιου και συλλαβης . το δʹ ὁμοιον τῳ
διαλελυμενων χοριαμβων , του αʹ ἑξασυλλαβου , του δε δευτερου πεντασυλλαβου . το ιβʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον . το ιγʹ
9999970 κομισασθαι
ἑτερωσε ὁρωσαν λαβειν ζητει και τους εἰωθοτας μισθους των εὐεργεσιων κομισασθαι . δια ταυτα οἱ Φωκεις και το Τιλφωσσαιον ὑμνειται
μεν Ποτιδαιαν και τας ἀποικιας , Αἰγινηται δε την αὑτων κομισασθαι , Μεγαρεις δε ἀγοραις και λιμεσι χρησθαι τοις Ἀθηναιων
9999970 ἡγεμονικων
ἀρχην . ἀλλως . ὑπνος ἐστιν ἡσυχια και παυλα των ἡγεμονικων . τις ποιητικη αἰτια του ὑπνου ; ἡ ἐν
τον ἐγγυτερον ἠ ἀπωτερον του πληττομενου , των ἐν ἡμιν ἡγεμονικων τῃ συμφυτῳ μουσικῃ θαυμασιως ἁμα και προχειρως εὑρισκοντων τε
9999970 Κρητικου
το αὐτο καθηψημενοις : ἡ δε ποσις δια γλυκεος γινεσθω Κρητικου # α , πιουσα δε περιπατειτω κινειτω τε ἐμμηνα
ʹ , πεπερεωϲ ⋖ α , οἰνου Χιου και γλυκεοϲ Κρητικου ἀνα κοτυλην α ∠ ʹ : λεαναϲ παντα ἐν
9999970 πεπεικως
λογους οὑς ἐγω περι σου προς ἁπαντας ἀνθρωπους ἐλεγον , πεπεικως ἐμαυτον ἀληθη λεγειν , οὐκ ἐκ του πεπλησιακεναι σοι
φιλους και τον Μενεκρατη , ὡς δη τινα των ἑταιρων πεπεικως ὑποστηναι της κορης τον γαμον . ἐπει δε ἐδεδειπνητο
9999970 δραστηριος
τε και παρασκευασαμενων , οὑς ἠγε Λευκιος Μαμιλιος , ἀνηρ δραστηριος , ἐχων την μεγιστην ἐν τῃ πολει τοτε ἀρχην
πραγματα μεν συνιδειν ἱκανος , ἐξικεσθαι δε προς τα συνεωραμενα δραστηριος , οἰκτιρμων τε το ἠθος και χρηστος , και
9999970 σπουδαζειν
τοις δημοκρατουμενοις πρεπειν ὡς περι το ἰσον και το δικαιον σπουδαζειν . δει τοινυν τους λιαν ἐπ ' αὐτα παρακαλουντας
τοις ὁμοιοις τουτων . ἐγω μεν οὐν οὑτως οἰμαι ἰασθαι σπουδαζειν τους ἐσχηκοτας καταρρουν ἐπι θερμῃ δυσκρασιᾳ και ἀναπτυσαντας αἱμα
9999970 συλλογισασθαι
ἐκ των ὑποκειμενων ταις ἑξεσι λαμβανεται . ἐστι δε οὑτω συλλογισασθαι το προκειμενον : του φρονιμου μαλιστα ἐργον φαμεν το
τις ἀνατεταλκος , δυνατον ἐστιν ἀκριβως την ὡραν της νυκτος συλλογισασθαι κατα τον προειρημενον τροπον . εἰ μεν γαρ ἑκαστον
9999970 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999970 τεταμενη
λουτρα τα μεν τετελεσμενα , τα δε ἀνιοντα , στοα τεταμενη τε εἰς μηκος και εἰς ὡραν ἀνθουσα τοσουτον ἐχουσα
δε ἀπορραγεν τουτο ὀφρυς ἠν ὡρας εἱνεκα ὑπερ της θυρας τεταμενη λιθου του στιλβοντος ἐγκειμενου τῳ μη τοιουτῳ : ὁν
9999970 βεβαιωσασθαι
ἐντιμων . και συνεβη δη μοι οὐ μονον την ἀτελειαν βεβαιωσασθαι , ἀλλα και μετα τιμης τοσαυτης και σχηματος ,
της ἐμης : χωρας ἐμου : του Συρακουσιου δηλονοτι . βεβαιωσασθαι : βεβαιοτατα σχειν ἠ περιποιησασθαι εἰ τε τις φθονει
9999969 παραταξεσι
, μετ ' ὀλιγον δε τον Ἀννιβιακον κληθεντα πολεμον συστησαμενη παραταξεσι και ναυμαχιαις και πολλαις περιβοητοις πραξεσι νικησασα , στρατηγον
δ ' ἐξ ἐπιλεκτων ἀνθρωπων μεγαλας ποιειται ῥοπας ἐν ταις παραταξεσι και κατα το πλειστον αἰτιος γινεται της νικης .
9999969 ἀναπνοης
γενηθεντος ἀποληται το κατ ' ἐκεινο το μερος ἐργον της ἀναπνοης , ἡ λοιπη κοιλια σῳζομενη το γουν ἡμισυ της
τα των φλεβων ποιει ῥευματα . Παλιν δε το της ἀναπνοης ἰδωμεν παθος , αἱς χρωμενον αἰτιαις τοιουτον γεγονεν οἱονπερ
9999969 κουραις
ἐτι και κληροισιν ἐπηβολα τοια περ ὡραι εἰαριναι φορεουσιν ἐνεψιηματα κουραις , ἀλλοτε δε στρουθεια , τοτε βλοσυροιο Κυδωνος κεινο
ἀγαπατε , και ἐς χαιροντας ἀφικνευ . Αἰει τουτο Διος κουραις μελει , αἰεν ἀοιδοις , ὑμνειν ἀθανατους , ὑμνειν
9999969 θετικως
ἐπηβολος εἰη , οἱον ἰατρικης ἠ ῥητορικης ἠ φιλοσοφιας , θετικως ἐπαγοντα τον ἐν τουτοις ἐπαινον , εἰς ὁσα τουτων
ἀντιτιθησι γαρ εὐεργεσιαν ἀντιστατικως πλατυνων αὐτην . δει δε και θετικως αὐτην μεταχειρισασθαι : ἀκολουθος γαρ τῃ ἀν - τιστασει
9999969 φιλονεικιαν
, τον ἀλειπτην του Τιμασαρχου , την ἐριδα και την φιλονεικιαν ἀποστρεψαι , την παρα των ἀλλων δηλαδη . ἀπαλαιστος
ἐχομεν , ὑμεις δε παντ ' ἐχοντες οὐδεν ἐχετε δια φιλονεικιαν και φθονον και φοβον και κενοδοξιαν . Ἀπο μεν
9999969 ἐκοινωνουν
. . Φησι δε Νεανθης ὁτι μεχρι Φιλολαου και Ἐμπεδοκλεους ἐκοινωνουν οἱ Πυθαγορικοι των λογων : ἐπει δ ' αὐτος
ὁτι ἐκεινων μεν ἑκαστος ἰδιας ἐχων τιμας οὐ μετεποιειτο ὡν ἐκοινωνουν ἑτεροι , ὁ δε τας παντων ἀθροων ἐσφετεριζετο φθονῳ
9999969 μετουσιᾳ
δε τε νεικεϊ λυγρῳ , ἐμφαινων ὡς γην μεν καταλαμβανομεθα μετουσιᾳ γης , ὑδωρ δε κατα μετοχην ὑδατος , ἀερα
θειας ἀποδοχης ἠξιωμενος ὡς το της φυσεως ἰσον τῃ κρειττονι μετουσιᾳ κοσμησας . προσηκει γαρ τιμαν τῳ ἐραστῃ του θεου
9999969 ἐπικινδυνα
και ῥιζα δενδρου , ἡτις των ὀφεων δηγματα δοκει ἀπεχειν ἐπικινδυνα : τους μεν ἐκ της χωρας ἐν ᾑ πεφυκε
τοις Συρακουσιοις δηλονοτι . πονηρα : ἀσθενη ʃ ἐπισφαλη , ἐπικινδυνα . καταγγελτους : δηλους δια μηνυματων . λαθειν γαρ
9999969 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999968 γενοιτο
δευτερου κεφαλαιου . τριτον κεφαλαιον : ζητεισθω πως ἑν πλεγμα γενοιτο ὑπο τουτων , εἰ γε οἱ εἰς του γραμματικου
εἰναι δοξει . Ἀπαγε , ὠ Σολων , ὑμιν ταυτα γενοιτο τα ὠφελιμα και τερπνα , ἐμε δε εἰ τις
9999968 δραπετου
των Χιων τα ἐπικηρυχθεντα χρηματα και θαψας το σωμα του δραπετου εἰς την ἰδιαν ἐχωρησε . και οἱ Χιοι παλιν
το Ϛʹ περι τετραποδων , το ζʹ περι ἀηδιας ἠ δραπετου , το ηʹ περι κλεμματος ἠ ἀποβολης , το
9999968 μακαριζειν
μακαριζειν τους ἀχρηματους , ἐνηλλαξε , και ἀντι του εἰπειν μακαριζειν λαμπειν εἰπεν . . ταυτα μοι διπλη μεριμν '
και ζητωμεν , εἰ οὐ δει ζωντας ἀλλα μετα τελευτην μακαριζειν : ταχα γαρ ἀν ἐξ ἐκεινης θεωρηθειη και το
9999968 Ὀλυμπιασιν
Ἐπειους . παραλαβειν δε και την ἐπιμελειαν του ἱερου του Ὀλυμπιασιν , ἡν εἰχον οἱ Ἀχαιοι : δια δε την
ὁ των ῥοδων των οἰκοθεν και ὁ της ἐλαιας της Ὀλυμπιασιν . Ἀλλα ταυτα μεν ἐασειν μοι δοκω και χαριεισθαι
9999968 τοιγαρουν
του γαρ ἐν τῳ τοιγαρτοι , και μετα του οὐν τοιγαρουν . δυναμιν γαρ ἐχουσιν οἱ τοιουτοι ἰσην τῳ ἀρα
ἐστιν ἀπ ' ἐκεινων , οἱς ὁ Βορεας προγονος . τοιγαρουν δειται του Βορεου προς το κινεισθαι , κἀν μη
9999968 χαλεπος
μητρας , μυθος ἐστι . λιμωττων μεν οὐν λεων ἐντυχειν χαλεπος ἐστι , κορεσθεις δε πραοτατος : φασι δε και
βορεης ἀνεμος μεγας οὐδ ' ἐπι γαιῃ εἰα ἱστασθαι , χαλεπος δε τις ὠρορε δαιμων : τῃ τρεισκαιδεκατῃ δ '
9999968 παρεκαλεσεν
και ἐβασανισεν αὐτος ἐφ ' ἑαυτου , ἡμας δε οὐ παρεκαλεσεν , ὀμωμοκως κοινῃ ζητησειν και πραξειν μετ ' ἐμου
δυναμενοι . γυνη πρεσβυτις τους ὀφθαλμους νοσουσα ἰατρον ἐπι μισθῳ παρεκαλεσεν . ὁ δε εἰσιων , ὁποτε αὐτην ἐχρισε ,
9999968 πιστευομεν
εἰσιν ἡμιν συγγνωμην νεμειν , εἰ περι των δοκουντων Πλατωνι πιστευομεν οἱς αὐτος Ἑλλην ὠν , προς Ἑλληνας ἡμας ,
ὁτι δε ὁ σπουδαιος φιλος ἀλλος ὁ φιλων ἐστι , πιστευομεν ἐκ των ὁσημεραι . ἀν γαρ τις σφοδρα φιλῃ
9999968 ἀπαλλαγεις
οὐν ἰδων ἑρμαιον ᾠηθην , εἰ των κατα ἀστυ πραγματων ἀπαλλαγεις εἰς ἀγρον βαδιοιμην και συνεσοιμην ἀνδρι φιλῳ , γεωργῳ
αὐτου φυσιν ὠσθη εἰς ὁ ἐχει και ἐνταυθα και ἐντευθεν ἀπαλλαγεις εἰς ἀλλον τοιουτον τοπον φυσεως ὁλκαις . Τῳ δε
9999968 συνισταντο
μαχιμωτατα των κατα την Ἰταλιαν ἐθνων περι ἡγεμονιας φιλοτιμουμενα παντοιους συνισταντο κινδυνους . οἱ μεν οὐν των Ῥωμαιων ὑπατοι μερος
ὁ κρατιστος ἐλαμβανεν : εἰ δε τις ἑτερος ἀντιποιησαιτο , συνισταντο μονομαχησοντες μεχρι θανατου . ἀλλοι δ ' ἐν θεατρῳ
9999968 τοιουδε
ἐπεκτασεις εἰσιν , αἱ δε ἐπεκτασεις οὐ κλινονται , τοιοσδε τοιουδε , α ἀλφα , β βητα και ἑξης .
την ψυχην ἐνταυθα , ἀλλα την του αἱματος ἀρχην του τοιουδε ἐνταυθα λεγεσθω εἰναι . Πως οὐν , εἰπερ τῳ
9999968 συμπτωσεως
κυκλου περιφερειας δυο εὐθειαι ἐφαπτομεναι συμπιπτωσιν , ἡ ἀπο της συμπτωσεως ἀγομενη διαμετρος διχα τεμει την τας ἁφας ἐπιζευγνυουσαν εὐθειαν
προσεισιν : ἐκ γαρ της [ δια ] των τοπων συμπτωσεως προδηλα κρινειν των γενομενων τα πραγματα . και το
9999968 ἐκπεπληγμενοι
ἐνοχους . και ἡμεις ἐπειδη ταχιστα ἐπυθομεθα το γεγονος , ἐκπεπληγμενοι τῳ πραγματι προσῃμεν τουτῳ τῳ ἀρχιτεκτονι της ὁλης ἐπιβουλης
ἀναρσιοι πολεμιοι , ἀπο του συνηρμοσθαι τοις ἠθεσιν . ἀνεῳ ἐκπεπληγμενοι , και οἱον ἀνωϊοι , ἀφωνοι δι ' ἐκπληξιν
9999968 μιγνυσθαι
Ἀσελγαινειν : σημαινει μεν κυριως το παρα φυσιν ταις γυναιξι μιγνυσθαι : καταχρηστικως δε το ὁπωσδηποτε ἀκολασταινειν . εἰρηται δε
μετα το ἐπιφανηναι ἐπιμεινασαν , ὁκοταν ἠδη ξηρη ᾐ , μιγνυσθαι . Ἡ | τινι ἀν ἡ μητρη ἐμπυος γενηται
9999968 Ὀλυμπον
το ὑδωρ και ὁ ποταμος ὁ Συςτων δε περι τον Ὀλυμπον χειμαρρων και ὁ Συς ἐστι , τοτε οὐν οὑτος
προσεφη Τελαμωνιον υἱον : Αἰαν ἐπει τις νωϊ θεων οἱ Ὀλυμπον ἐχουσι μαντεϊ εἰδομενος κελεται παρα νηυσι μαχεσθαι , οὐδ
9999968 Δημοσθενεις
τους Πηλεις ὠ Πηλεις , οἱ Δημοσθενεις τους Δημοσθενεις ὠ Δημοσθενεις : οὑτως οὐν και οἱ βους τους βους ὠ
ἀπαλειφειν τους νομους λαβοντος την φρουραν του Πεισιστρατου και οἱ Δημοσθενεις τρεις , ὁ μετα Χαιρωνειαν προσαγων ἑαυτον και ὁ
9999968 μακαριος
ἡγειται , παντων δε ἀνθρωποις : ἡς ὁ γενησεσθαι μελλων μακαριος τε και εὐδαιμων ἐξ ἀρχης εὐθυς μετοχος εἰη ,
ἀθλιος μεν οὐδεποτε γενοιτ ' ἀν , ἀλλα μονον οὐ μακαριος της γε τυχης ἑνεκα , ἐαν Πριαμικαις περιπεσῃ τυχαις
9999968 αἰτουντι
βουλης , ἀλλα παρα του δημου νομῳ , και συνεπραξα αἰτουντι , ἱνα τοις τε σφαγευσι Δολοβελλας ἐχθρος ἀντι φιλου
πατρι παλαι φιλος γεγενημενος , ἐδεηθη δουναι την ἐμην ἀδελφην αἰτουντι τῳ ὑει τῳ Νικοφημου . ὁ δε ὁρων αὐτους
9999968 μαραθρου
και ποτιζειν λιβανωτιδος ἀφεψημα και σχινου ἀνθους , μιου , μαραθρου και μαλιστα ἀνηθου : καλως δε ποιει τουτοις και
, ἐχει δε οὑτως . Καρυου δραχμας δεκα ἑξ , μαραθρου δραχμας ἑξ , σελινου σπερματος δραχμας ὀκτω , λιβυστικου
9999968 ἀνεκαθεν
και ὁτι Ἀγησιας ἐπολιτευετο ἐν Συρακουσαις : ἠν δε το ἀνεκαθεν Στυμφηλιος ἐξ Ἀρκαδιας . ἡντινα , φησι , την
ἐκεινων ὁμως : και γαρ εἰ μιγαδες , Ἑλληνες ὁμως ἀνεκαθεν ἠσαν και ἐμεμνηντο του κοινου των Ἑλληνων ἐθους :
9999968 βελτιον
, ὡστε και το χειρον προς το χειρον ὡς το βελτιον προς το βελτιον , οἱον ὡς ὀμμα προς ὀμμα
ἀναμφισβητητως ἀγαθον ἐστι : ποιον γαρ ἀν τις πραγμα οὐ βελτιον πραττοι σοφος ὠν ἠ ἀμαθης ; Τι δε ;
9999968 παρθενικη
καλλος ἠ δια το ἀφωνητειν . ἀταυρωτος ] ἀζευκτος , παρθενικη . εὐποτμον ] ζηλωτον ἐποιει δι ' ἑαυτην τον
βραβιλοιο ἡδιον , ὁσσον ὀις σφετερης λασιωτερη ἀρνος , ὁσσον παρθενικη προφερει τριγαμοιο γυναικος , ὁσσον ἐλαφροτερη μοσχου νεβρος ,
9999968 ἀφαιρεσεις
μαθειν τι προτερον . Διδασκουσι μεν οὐν ἀναλογιαι τε και ἀφαιρεσεις και γνωσεις των ἐξ αὐτου και ἀναβασμοι τινες ,
λαμβανοντα οὐκ ἀναγκαιας ὡς προς τον νουν , τοτε δε ἀφαιρεσεις ἀτελη ποιουσας την διανοιαν , ἁς οὐκ ἀλλου τινος
9999968 Μιλησιοις
ἐπιμιξια . Πυθου ἀνδρος ἐνδοξου θυγατηρ Πιερια ἑορτης οὐσης παρα Μιλησιοις , ἡν Νηληϊδα κλῃζουσιν , ἡκεν ἐς Μιλητον .
Προχοννησον λεγουσιν εἰρησθαι ἀπο της προχοου , ἡν ἐχουσα τοις Μιλησιοις ἀπηντησεν ἡ παρθενος , ὁτε την ἀποικιαν ἐστελλοντο .
9999968 συνεταξατο
δε θυγατηρ αὐτου Σκυλλα θεωρησασα τον Μινωα ἐφιλησεν αὐτον και συνεταξατο αὐτῳ προδουναι την πολιν , εἰ λαβοι αὐτην γυναικα
ἀρχοντα και ὁ κατα Μει - διου λογος , ὁν συνεταξατο μετα την χειροτονιαν , ἡν ὁ δημος αὐτῳ κατεχειροτονησε
9999968 κοπου
ἐλαιῳ : διαφορουϲι γαρ ἱκανωϲ . Περι του τονωδουϲ αὐτοματου κοπου . Ὁ δε τονωδηϲ αὐτοματοϲ κοποϲ ὁταν ἀνευ γυμναϲιων
τα νευρα εἰκοτως ἀπ ' αὐτων και την ἰασιν του κοπου λαμβανει . αὑτη δε ἐστιν [ ἡ ] δια
9999968 χαλεπωτατος
ὁς μετριαζων μεν ἐστιν εὐχαρις , ἐπιτεινομενος δε και διαταραττομενος χαλεπωτατος . φησι δ ' αὐτον και διδυμα τοξα ἐντυνεσθαι
λεχει τε μοιχος ἐντρυφων , και φαρμακειαι , και νοσων χαλεπωτατος φθονος , μεθ ' οὑ ζῃ παντα τον βιον
9999968 καταλαμβανω
ἡμων ἀπαγγελλομενων . Και ἡ ἀκαταληπτω δε και ἡ οὐ καταλαμβανω φωνη παθους οἰκειου ἐστι δηλωτικη , καθ ' ὁ
και μετ ' ὀλιγον εἰσεκληθην πανυ δεδιως και τρεμων , καταλαμβανω τε παντας ἁμα συγκαθημενους οὐδε αὐτους ἀφροντιδας : ὑπεταραττε
9999968 ἀδιδακτον
, ἁπερ συλληβδην ὀτταν καλουμεν , το δε ἀτεχνον και ἀδιδακτον , τουτεστιν ἐνυπνια και ἐνθουσιασμους . οὐδε ταυτα οὐν
αὐτων ψυχης ἐνεργειας : ἐαν δε μεχρι παντος ἀπαιδαγωγητον και ἀδιδακτον ἐασῃς σεαυτον , δουλευσεις τον αἰωνα χαλεπαις δεσποιναις ,
9999968 μαλαβαθρου
και πεπλυμενου ⋖ ιδ , ὀπιου , λυκιου Ἰνδικου , μαλαβαθρου , ναρδου Ἰνδικηϲ , κροκου , ἀλοηϲ ἀνα ⋖
, ϲταχυοϲ Ϲκυθικου ἀνα # Ϛ , πετροϲελινου Μακεδονικου , μαλαβαθρου φυλλων ἀνα # α , ἀμωμου , βοτρυοϲ ,
9999968 μονογενης
ἡ τον μεγιστον κυκλον ἐχουσα ὀρθον προς τον ἀξονα : μονογενης δε αὑτη ἐστιν ἡ θεσις , ὡς ἐφημεν ,
της μονοτητος αὐτου δια τουτου παρισταμενης : εἱς γαρ και μονογενης ὁ κοσμος ἐστι . τας δε Νυμφας διωκειν ,
9999967 τραχηλου
νοσος ἐκ πληθους αἱματος και στεγνωσις και ἐκπυρωσις και του τραχηλου και ὀστεων ἀλγησις και ἀγρυπνια ὑπερβαλλουσα και ἐπιθυμια πολλη
οἱ παιδες , και ὁποτε ἠ πνιγεσθαι συμβαινοι , του τραχηλου ταθεντος ἐξαιφνης ἠ του στομαχου κατασταντος εἰς ἀποριας ,
9999967 τυπτουσι
ἠ ἐνεργειᾳ : ἐνεργειᾳ μεν , ὡς Αἰασι Αἰασιν , τυπτουσι τυπτουσιν , λεγουσι λεγουσιν , δυναμει δε , οἱον
, ὡς ἐπι ἐνεστωτος παρατατικου μελλοντος και ἀοριστου δευτερου . τυπτουσι : ἐνεστωτων και μελλοντων ὁμοφωνον ἐστι το τριτον προσωπον
9999967 συνεστησεν
που τινα αὐτην καθ ' αὑτην αἰσθησεων ἑνεκα σαρκα οὑτω συνεστησεν , οἱον το της γλωττης εἰδος τα δε πλειστα
τοις κατ ' Αἰσχινου λογοις ἐξισαζοντος του ὁτι ἀμφοτεροι πολιτευονται συνεστησεν αὐτο εἰπων συ μεν γαρ ὑπερ των ἐχθρων ἐγω
9999967 λιπαραν
εὐδιαν χωρειν και αὐ παλιν ἐξ εὐδιας χειμαζειν πεφυκασιν . λιπαραν : δια την ἐλαιαν την οὐσαν ἐν αὐτῳ .
ὀμβροφοροι “ ὁμοιον τῳ αʹ : το βʹ ” ἐλθωμεν λιπαραν “ ὁμοιον τῳ βʹ : το γʹ ” χθονα
9999967 μελεσι
ὁδοις εὐτακτως ἐς κιθαριστου . ὁθεν εἰ και κεκλασμενοις τισι μελεσι νυν και γυναικωδεσι ῥυθμοις θηλυνει τον νουν ἡ μουσικη
ὑγιαινον ὁλον δι ' ὁλων , εἰ τοις μερεσι και μελεσι πασιν εὐ ἡρμοσμενον προς τας ἐπιβαλλουσας ἑκαστῳ σχεσεις τε
9999967 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999967 μνημονευομεν
θειοτερον τι και ἀπαθες ἐστι : το δε , οὐ μνημονευομεν δε ὁτι τουτο μεν ἀπαθες ὁ δε παθητικος νους
, ἐκεινους δε ἐφ ' οἱς δοξα ; ἠ οὐ μνημονευομεν ὁτι φωνας τε και χροας καλας και τα τοιαυτ
9999967 παρελαμβανεν
την Ἑλλαδα ἐλανθανεν διαφθειρων τους συγγιγνομενους και μοχθηροτερους ἀποπεμπων ἠ παρελαμβανεν πλεον ἠ τετταρακοντα ἐτη οἰμαι γαρ αὐτον ἀποθανειν ἐγγυς
παθοιεν το παθημα το Λυδιον : ἀλλα τον μεν ἱππον παρελαμβανεν ἐξεπιτηδες ἐπ ' αὐτῳ τουτῳ παρεπομενος τις ὑπηρετης ,
9999967 ἐπυνθανοντο
ἐφαινετο ἡ Ἑλενη , ἀλλα τον αὐτον λογον τῳ προτερῳ ἐπυνθανοντο , οὑτω δη πιστευσαντες [ τῳ λογῳ τῳ πρωτῳ
της ἐξοδου των γυναικων , εἰ συγχωρητεον αὐταις , γνωμηδον ἐπυνθανοντο . πολλοι μεν οὐν ἐλεχθησαν και παρα πολλων λογοι
9999967 θεωρητικων
το λογικον ὑπο ποιων λογων εὐφραινεται , ὁτι ὑπο των θεωρητικων : το δε ἐπιθυμητικον ὑπο τοιωνδε και τα τοιαυτα
[ ] , ἐν βιῳ ὁ ἀπαιδευτος . Ἐπι των θεωρητικων φαντασιων παντες σχεδον το ἀγαθον και το κακον ἐν
9999967 πιστευσαντα
τουτοις ἐπειτα παντων ἀμνηστιαν λαβων και κακος φανεις περι τον πιστευσαντα ἐπανεστη κατα του βασιλεως . και πρωτα μεν λαθρᾳ
εἰκοτ ' , ἀλλ ' ὁμως σε βουλομαι θεοις τε πιστευσαντα τοις τ ' ἐμοις λογοις φιλου μετ ' ἀνδρος
9999967 Ἐπιδαμνος
δε τον Ῥιζονικον κολπον Λισσος ἐστι πολις και Ἀκρολισσος και Ἐπιδαμνος , Κερκυραιων κτισμα , ἡ νυν Δυρραχιον ὁμωνυμως τηι
„ . Δυρραχιον , πολις Ἰλλυρικη , [ και ] Ἐπιδαμνος κληθεισα ἀπο Ἐπιδαμνου . τουτου θυγατηρ Μελισσα , ἡς
9999967 Αὐτολυκου
. Ὁτι μεν . , ] δια το ιαʹ του Αὐτολυκου . Λημμα . ἐν γαρ σφαιρᾳ μεγιστος κυκλος ὁ
. ὁτι γε μην συ , ὠ Καλλια , ἐρᾳς Αὐτολυκου πασα μεν ἡ πολις οἰδε , πολλους δ '
9999967 μαννης
ε , τερεβινθινης ⋖ γ , ἀσφαλτου ⋖ γ , μαννης τριωβολον χειμωνος και μυρσινου κοχλιαριον . τερεβινθινης # α
Στυπτηριας σχιστης , κηκιδος των ἐντος , ἀκακιας χυλου , μαννης ἀνα ⋖ α , ὠων ὀπτων λεκιθους δ .
9999967 ἀκαθαρτους
μεν τας καθαρας ἐπι τον ὑψιστον , τας δ ' ἀκαθαρτους μητ ' ἐκειναις πελαζειν μητ ' ἀλληλαις , δεισθαι
και μαλιστα θελει βαινειν ὁ ἱππος ἐπι τας ἀψηκτους και ἀκαθαρτους και ῥυπαρας . κυει δε δεκα μηνας : τῳ
9999967 Αἰγυπτου
Πυρωναιαι ναπαι „ . Πωλις και Σηνος , πολεις [ Αἰγυπτου ] ἐν νησοις . ὁ μεν Πωλιτης , ὁ
τε ὁποια ἐπραξαν και ὡς ἐς τους πατερας αὐτων περιεχωρησεν Αἰγυπτου και ἡ Μυσων και των προσοικων ἀρχη . Πτολεμαιον
9999967 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999967 συστρατευσαι
Ζελειτας δε ἀφηκε της αἰτιας , ὁτι προς βιαν ἐγνω συστρατευσαι τοις βαρβαροις : Δασκυλιον δε παραληψομενον Παρμενιωνα ἐκπεμπει :
την χωραν των Ἀμαζονων μετα στρατιας της συνεκπεσουσης αὐτωι : συστρατευσαι δε και Σιπυλον τωι Μοψωι τον Σκυθην πεφυγαδευμενον ὁμοιως
9999967 δακρυον
, το δ ' ἐπιπολης ὑδατωδες ὡσπερ το φλεγμα και δακρυον . Ταχα δε ταυτα μεν εὐλογως , το μεν
το στελεχος και τιτρανας ὁσον τε παλαιστιαιον το πανταχοθεν ἀπορρεον δακρυον ἐπι ταὐτο ἐᾳ καταρρειν . τουτο μεν οὐν ἀν
9999967 λαμπροτερα
ἐκλαμποντα και γενομενοι της μεγαλοπρεπειας ἡγεμονες πολλους ἐσχον τους ἀκολουθησαντας λαμπροτερα της δυναμεως βεβουλευμενους . ἐνταυθοι γαρ ὁ μεν οὐκ
Σικελοις , προμυθηκτρια . Εἰλαπηνη : ἐστι θυσια και παρασκευη λαμπροτερα τις . Δαιτυμονες και δαιταλεις : οἱ θοινομενοι .
9999967 Συρακουσιοις
και λεγουσιν ἀλλο παραδειγμα : ἀναγομενων Ἀθηναιων ἀπο Κερκυρας ἀπαγγελλει Συρακουσιοις ὁ Ἑρμοκρατης την ἀφιξιν : ἰδου γαρ ἐνταυθα φασιν
ἐπιβαινοντες οὐδε τας κεφαλας ἐπι τοις ὠμοις φεροντες . Κορινθιοι Συρακουσιοις βοηθειαν πεμποντες , μαθοντες εἰκοσι ναυς Ἀττικας περι Ναυπακτον
9999967 ἀνθρωπινη
. κγʹ Ἐπιρρυεισης δε της τροφης Φυσικως ἐχει πασα ψυχη ἀνθρωπινη το ἀναγεσθαι : τουτο οὐν λεγει την δυναμιν αὐτης
ἀθεατος θεοσσυτος ] ἐκ θεου ὁρμηθεισα ἠγουν θεια βροτειος ] ἀνθρωπινη κεκραμενη ] μεμιγμενη ἠγουν ἡρωϊκη ἱκετο ] ἀφικετο τερμονιον
9999967 ἐπεβουλευσεν
ἀσελγως εἰσπεπηδηκοσιν εἰς τους δημους ὀργιζομενη παρωξυντο , τηνικαυτα μοι ἐπεβουλευσεν . ἠν δ ' ἐκεινος μεν ὁ καιρος του
εἰπε τμητικον γεγονοτα εἰς ἀπωλειαν , παροσον δολιᾳ τεχνῃ χρησαμενος ἐπεβουλευσεν . ὁ γαρ Δαιδαλος ἐκ Κρητης εἰς Σικελιαν ἀφικομενος
9999967 ἀνομοιομερες
. . 〚 τι το φλαττοθρατ : Συστημα κατα περικοπην ἀνομοιομερες στιχων ἰαμβικων τριμετρων ἀκαταληκτων ιγʹ . ἐπι τῳ τελει
. ἡμετερα + τον ἁμον νυν : συστημα κατα περικοπην ἀνομοιομερες και στροφη κωλων εʹ . το αʹ ἀντισπαστικον τριμετρον
9999967 κοσμουσι
ὑμων τους Ἀθηναιους ἀνενεγκοντες , οὑς αἱ μεν ἀλλαι συγγραφαι κοσμουσι σχεδον ὡς εἰπειν ἁπασαι , μονη δε ἡ κωμῳδια
λυμαινεται πονων ἀτελειαν ἐχουσα , ἀλλα μαλλον τας τεχνας αὑται κοσμουσι προθυμοτερους ποιουσαι τους μετιοντας , ὡσπερ τους μακραν πορευομενους
9999967 Ἰσοκρατης
Καλλιστρατος , λαμπρος δ ' ὁ καταλογος , Ἀλκιδαμας , Ἰσοκρατης , Ἰσαιος , Εὐβουλιδης . μυριων μεν ἐφελκομενων Ἀθηνησι
και ἀναθρεψαντες και οὐ πολυ ἀποσχοντες του τελειωσαι ῥητορων μεν Ἰσοκρατης ὁ Ἀθηναιος ἐγενετο , φιλοσοφων δε Πλατων ὁ Σωκρατικος
9999967 ἐβασιλευσαν
και κατ ' Ἀσιαν ἁπασαν , νειμαμενοι κατα χωρας , ἐβασιλευσαν . ἐκεινων δε προς ἀλληλους διαφερομενων , πολεμοις τε
ἀφαιρω λʹ , λοιπα ιʹ Σεβηρου και Ἀντωνινου . και ἐβασιλευσαν κεʹ , γινεται λεʹ : ἐξ ὡν ἀφαιρω λʹ
9999967 κουραν
τι ὑποθεμα στερεον , και οὑτως ἐπι την του σφηνος κουραν την ἠκροτομημενην ἐπιθεντα το του προκαθηγητηρος στομα κρατειν του
γαρ ἐσθητι ἐχρητο περιεργῳ ὁ Ἀριστοτελης και ὑποδεσει , και κουραν δε ἐκειρετο και ταυτην ἀηθη Πλατωνι , και δακτυλιους
9999967 φιλανθρωπου
και ἐλπισαντες , εἰ μη δια μαχης ἐλθοιεν , τευξεσθαι φιλανθρωπου , πρωτοι μεν , οἱ Κραγον και Ἀντικραγον εἰχον
βασιλεις εἰς πολλην ἀλλοτριοτητα και κινδυνους ἀπηλπισμενους προαχθεντα παραδοξου και φιλανθρωπου συλλυσεως ἐτυχε . Ὁτι οἱ περι τον Ὀροφερνην ,
9999967 μακαριους
δε και ὁ αὐτος ἑτερον : νοσησας μεν γαρ τις μακαριους κρινει τους ὑγιαινοντας , και κρειττον παντων ἀποφαινεται την
αὑτον μαλιστα ἐθαυμαζε και ἐξεπληττετο , σοφους ἀν ἡγεισθαι και μακαριους : ὁμως δε προλεγω ὑμιν ὁτι ἐσπουδακατε ἀνδρος ἀκουσαι
9999967 Ἀττικως
δημιουργων . τον ὁρμον ὁν ἐπεσκευασας : Ἀντι του ὁρμου Ἀττικως . ὡς προς τινα ἀπο τινος . βαλανος :
κωλων ιβʹ . ἀναξ δ ' ] περισσος ὁ δε Ἀττικως . ὁ πρεσβυς ] ὁ Ἀγαμεμνων . + ἀναξ
9999967 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999967 Λακεδαιμονιους
ἀλληλους φονευουσιν ; Ἀργειους ὁρᾳς , ὠ Χαρων , και Λακεδαιμονιους και τον ἡμιθνητα ἐκεινον στρατηγον Ὀθρυαδαν τον ἐπιγραφοντα το
. φημι δειν ἁμα τουτους ἀξιουν καθαιρειν τας στηλας και Λακεδαιμονιους ἀγειν εἰρηνην , ἐαν δε μη ' θελωσι ποιειν
9999967 κινδυνευσαντες
' ὡρας , εἰ μεν ἑξ εἰη ταγματα , δυο κινδυνευσαντες , εἰ δε πεντε , δυσιν ἐτι μικρον ἐπιθεντες
ἐναντιων φοβηθεντες , ἀλλ ' ἐν τοις σωμασι τοις ἑαυτων κινδυνευσαντες , τροπαιον μεν των πολεμιων ἐστησαν , μαρτυρας δε
9999967 σεληνιακου
. τα δε περι μητρος λαμβανεται οὑτως . ἀπο του σεληνιακου ζῳδιου , ἐφ ' οὑ ἑστηκεν ἡ Σεληνη ,
κατα το ἑτερον διδοσθαι , ὡς ἐστιν ιβʹ θεωρηματι του σεληνιακου ἀποστηματος δοθεντος και των διαμετρων ἡλιου και σεληνης ,

Back