: ἡ ὑπαι και ἡ ὑπειρ μακροκαταληκτοι και ἐπεκτεταμεναι . Τα εἰς ην ἐπιῤῥηματα ὑπερ μιαν συλλαβην δια του η
δε χρη , ὁτι αἱ κριθαι παλαιουμεναι πικραι γινονται . Τα ἀλευρα ἀβλαβη διαμενει ἐπι χρονον , δᾳδιων λιπαρων συγκοπεντων
9999773 τεσσαρεσκαιδεκα
Εὐναπιου Χρονικης ἱστοριας της μετα Δεξιππον νεας ἐκδοσεως ἐν βιβλιοις τεσσαρεσκαιδεκα . ἀρχεται μεν της ἱστοριας ἀπο της Κλαυδιου βασιλειας
πεντακισχιλιοι , ἱππεις δε ἑξακισχιλιοι ἑκατον , ἐλεφαντες δε ἑκατον τεσσαρεσκαιδεκα . Ἀντιγονος δ ' ἐκ μετεωρων τοπων κατιδων την
9999768 τεσσαρεσκαιδεκατῃ
, ἐκ τρωματος κεφαλης ὡς δωδεκαετης θνησκει ἐν μεσῳ θερει τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἡμερῃ : θυρην τις αὐτῃ ἐνεβαλε , και το
, ὁτι τῃ μεν δεκατῃ ἱδρως ἀνω , τῃ δε τεσσαρεσκαιδεκατῃ κατω . διατι δε , οὐκ ἰσμεν . ἀλλα
9999764 ῥητορικη
γαρ ζητουμενον ὡς ὁμολογουμενον ἐλαβε : ζητουμενου γαρ εἰ ἐστι ῥητορικη , ὡς ἐφ ' ὡμολογημενων αὑτη προβαινουσα ἐφη ,
ἀγαθου τινος ἑνεκα ποιουσιν ἁ ποιουσιν , ἰατρικη ὑγειας , ῥητορικη του εὐ λεγειν , σκυτοτομικη του περισωζεσθαι το σωμα
9999761 Γαλατειᾳ
ἐν Σικελιᾳ ἠν παρα Διονυσιῳ . λεγουσι δε ὁτι ποτε Γαλατειᾳ [ τινι ] παλλακιδι Διονυσιου προσεβαλε : και μαθων
ἐστιν οὑτω καλουμενος ἱερος ἰχθυς . Καλλιμαχος δ ' ἐν Γαλατειᾳ τον χρυσοφρυν : χρυσειον ἐν ὀφρυσιν ἱερον ἰχθυν ,
9999758 Φοινικες
τουτον , ἱνα μισθον λαβω ἐμπορευομενος τον ὑμνον καθαπερ οἱ Φοινικες τα σφων αὐτων πραγματα . το δε ἐν Αἰολιδεσσι
μη καταδηλος γενηται . Ταυτα μεν νυν Περσαι τε και Φοινικες λεγουσι . Ἐγω δε περι μεν τουτων οὐκ ἐρχομαι
9999754 αἰτιᾳ
του φευγοντος , πλατυνεται δε τοις ἐκ διαιρεσεως σχημασιν , αἰτιᾳ δι ' ἡν τουτο πεπραχεν , παραδειγμασι , προσωπου
ταὐτον αἰτια τ ' ἐστι και το δουλευον εἰς γενεσιν αἰτιᾳ . Τι μην ; Οὐκουν τα μεν γιγνομενα και
9999750 ἐμελησε
ἠ ἀναγινωσκειν . ταυτας δε τας σχεσεις καλουσιν , οἱς ἐμελησε της τουτων τεχνολογιας , των προτασεων ὑλας , και
τας λειτουργιας : σεμνη γαρ ἡ ἀναπαυσις και βεβηκυια : ἐμελησε γαρ τῳ ῥητορι του μη διολου καλλωπιζειν δοκειν .
9999750 συλλογισμῳ
των προτασεων μειζονι : οὐ γαρ ἀλλως ἐγχωρει ἐν ἑνι συλλογισμῳ συναγεσθαι τα ἀντικειμενα , ὡσπερ εἰρηται , οἱον ἐν
και το ἀναγκαιον , τουτο ὑλικον ἐστιν . ἐν τῳ συλλογισμῳ ἀρα ὁ μεσος ὡς ὑλικον ἐστιν αἰτιον : ὡστε
9999747 δεκανῳ
ἡ κεφαλη του Λεοντος της δωδεκαωρου . τῳ δε βʹ δεκανῳ παρανατελλουσι Μουσα λυριζουσα και τα μεσα του Κορακος και
των ποδων ὁ της δωδεκαωρου . και τῳ μεν πρωτῳ δεκανῳ ὀνομα Χοου πελει . παρανατελλουσιν αὐτῳ των κατησττερισμενων Πλειαδες
9999746 λανθανετω
και τῃ πατριδι πολλα ἀναθηματα και δωρεας παρεχοντα . μεν λανθανετω δε σε μηδε τουτο ὡς των ἀστερων ὀντων παντων
μηδ ' ἐκειν ' ὑμας , ὠ ἀνδρες Ἀθηναιοι , λανθανετω , ὁτι των αἰσχιστων ἐστιν παντας ἀνθρωπους ἰδειν και
9999745 τρισκαιδεκατῃ
Θεοπομπος μεν ἐφη ὁ Χιος ἐν ταις Ἑλληνικαις κἀν τῃ τρισκαιδεκατῃ δε των Φιλιππικων Ἀγησιλαῳ τῳ Λακωνι εἰς Αἰγυπτον ἀφικομενῳ
θεσθαι Τηλεγονον και Ἀντικλειαν . Πολυβιος δ ' ἐν τῃ τρισκαιδεκατῃ των ἱστοριων Φιλιππου του καταλυθεντος ὑπο Ῥωμαιων κολακα γενεσθαι
9999745 τεθαυμακα
μη πλανηθεισα δια - μαρτῃ της ὀρθης ὁδου . πανυ τεθαυμακα κἀκεινους , τον μεν φιλοπευστουντα περι του μεσου των
ποθεν ἐπηλθεν αὐτῳ [ λεγειν ] , ὑπερ παντα ἐγωγε τεθαυμακα . οὐδεν γαρ εὑρισκω τουτων παρα Δημοσθενει κειμενον ,
9999744 κλητικη
παγκρατες εἰ μεν προς το ὠ Ζευ συναψεις , ἀρσενικη κλητικη ἐστιν , εἰ δε προς το βελος , οὐδετερος
ἰδιοτητος . . Φησι γουν ὁ Τρυφων : Καθοτι ἡ κλητικη ὀνομα , κἀν δευτερον προσωπον ᾐ , και το
9999743 Παφλαγονα
καθα φησιν Ἀρριανος , ὁς και γνησιον παιδα Φινεως ἱστορει Παφλαγονα , ἐξ οὑ χωρα Παφλαγονια . και γην λεγει
θεραποντες οἱ στρατηγοι . Παραγει τινα Κλεωνα , τον καλουμενον Παφλαγονα κἀτι βυρσοπωλην πικροτατα , κατεσθιοντα πως τα κοινα χρηματα
9999743 πυρωδες
Αἰγυπτιοι : πνευματικωτατον γαρ το ζωιον παντων των ἑρπετων και πυρωδες ὑπ ' αὐτου παρεδοθη : παρ ' ὁ και
περι την γλωσσαν στρυφνοις και δριμεσι , λαμπρον δε το πυρωδες λευκον , τα δε ἀλλα ἐκ τουτων : ἐν
9999742 Θουκυδιδης
παυσασθαι τον πολεμον ἐστιν ὁ Κλεων . ὁπερ οὐν και Θουκυδιδης ἱστορει δια τουτων : “ ἐπειδη και ἡ ἐν
ἑκατερον αὐτων . και ὁριστικῳ συντασσεται ῥηματι και ἀπαρεμφατῳ . Θουκυδιδης ἐν δʹ : ” ἐφ ' ᾡ φυλακῃ τῃ
9999742 φυγαδες
χρησαιτ ' ἀν παραδειγμασι λεγων , ὡς οἱ μεν Ἀθηνησι φυγαδες το πρωτον μετα πεντηκοντα ἀνδρων Φυλην τε καταλαβοντες και
και ἐκπεσοντας ἐκ της πατριδος ὑπεδεξαντο . Μετα δε οἱ φυγαδες των Κολοφωνιων φυλα - ξαντες τους Σμυρναιους ὁρτην ἐξω
9999742 ἀπυρῳ
προς δε τας ψωριασεις και κνησμους σταφις ἀγρια συν θειῳ ἀπυρῳ και ὀξει : προς δε τας ὀγκωδεις ὑπεροχας ὑοσκυαμου
κεκαυμενοις , σπογγῳ ὁμοιως , ἐλλυχνιῳ ἀρτι ἐσβεσμενῳ , θειῳ ἀπυρῳ θυμιωμενῳ , βδελλαις καπνιζομεναις : ἐπι δε προπεπτωκυιας ὑστερας
9999742 ἀργυριῳ
ἀγανακτησας φανησεται , ἀλλ ' ἰδιᾳ πεισθεις ὁποσῳ δηποτ ' ἀργυριῳ καθυφεις τον ἀγωνα : ἐπειθ ' ὁ πληγεις ἐκεινος
ὑπο φιλοσοφου , οὑτως παρασιτει φιλοσοφος , οὑτως ἐπ ' ἀργυριῳ ἐκμισθοι ἑαυτον , οὑτως ἐν συγκλητῳ τις οὐ λεγει
9999741 Φοινικα
νεωτερου του Μενελαου προς γεροντα τον φαινομενον δια της Ἀθηνας Φοινικα . φησι γαρ : Φοινιξ , ἀττα , γεραιε
λογῳ κατασκευαζων το ἀναγκαιον εἰναι μενειν , μιμουμενος τον Ὁμηρου Φοινικα . και γαρ ἐκεινος ἐν ταις Λιταις προτεινεται την
9999741 κηρυκες
οὐ γαρ φαινεται ἁλισκομενα τῳ δελεατι . πορφυραι δε και κηρυκες ἐπει ἑπονται δελεαζομενα , μετεχοι ἀν και ὀσφρησεως :
δε κογχυλια , οἱον πινναι , πορφυραι , λεπαδες , κηρυκες , ὀστρεα , αὐτη μεν ἡ σαρξ ξηραινει ,
9999740 Πανα
Σαεττης δε της Λυδης . κλωποπατωρ : ἡ Πηνελοπη τον Πανα ἐγεννησε κατα μεν τινας ἀπο Ἑρμου , κατα δε
ἐστι των δυο πρωτων στιχων αὑτη : ἡ Πηνελοπη ἐγεννησε Πανα τον αἰπολον . εἰπε δε την Πηνελοπην Οὐδενος εὐνατειραν
9999739 ἐλανθανε
ζηλον εἰς την πολιν ἡμων εἰσαγηοχεν . εἰ μεν οὐν ἐλανθανε σε τοιουτος ὠν , νυν ὁτ ' ἐγνωκας ἀγανακτειν
δε ἐκεινης ὁπου , τουτο γε και τας αὐτοθι πολεις ἐλανθανε δια τον οὐδαμου καθημενον ἀετον . εὐχομην δη σε
9999739 κινδυνωδες
, κακιον γιγνεται : το τε γαρ ξανθον ἀκρητον ἐον κινδυνωδες , το δε λευκον και γλισχρον και στρογγυλον ἀλυσιτελες
. ἐνθεν τοι και ἀνθρωπῳ δηγμα ἀνθρωπου μιαρον ἐστι και κινδυνωδες οὐδενος θηριου μειον . Ἐν ὡρᾳ θερειῳ , ἀμητου
9999739 λυπηρα
ἐκλυει τας δυναμεις του σωματος , αἱς διωθουνται παντα τα λυπηρα αἰτια . καθ ' ὁν οὐν χρονον ἀνωδυνια γενηται
γαρ και τας κεφαλαλγιας κουφιζει και τοις ἐμουσιν οὐδαμως ἐστι λυπηρα . καλλιστον δε και του ἀψινθιου το ἀποβρεγμα προ
9999737 εὐωδες
μελαν , φησι , την μεν αὐτην θεωριαν ἐχει , εὐωδες δ ' ἐστι πολυ μαλλον . Ἀπολλοδωρος δε ἐν
ἐκπιεσθεντων και ἀναπλασσομενων : ἐστι δ ' αὐτου καλον το εὐωδες , μεσως κατασμυρνον , βαρυ , μελαν , ἀξυλον
9999736 ἀμαρ
ἀειν , ὁ ἐστι πνειν και ὀδωδεναι . νοτῳ τριτον ἀμαρ ἀεντι : δια τριων ἡμερων νοτου πνεοντος . εἰσω
βραχειας , ὡν ἀν θελωσι πραξαι . κεινο κειν ' ἀμαρ : ἐν ἐκεινῃ τῃ ἡμερᾳ ἐκεινο το πραγμα διετελεσεν
9999736 ἡγεμονιᾳ
δυναστειαις ἐπιστησας τον νουν και τῃ μετα ταυτα γενομενῃ Ῥωμαιων ἡγεμονιᾳ . Ὁτι των πρεσβευτων των Καρχηδονιων τους αἰτιους του
ἐπανασταντων γαρ των κατα την Ἰταλιαν ἐθνων τῃ της Ῥωμης ἡγεμονιᾳ και των ἐξ αἰωνος ἀριστων κεκριμενων ἐλθοντων εἰς ἐριν
9999735 βελτιστη
ἀρχας και αἰτιας ἐνῳκισθη τοις Ἑλλησι . πολιτεια δε ἡ βελτιστη και ὁμοδημια και κοινα τα φιλων και θρησκεια θεων
τελος δε ἀφνω καταλιπων οὑτως ἀπιστως και προδοτικως : ἡ βελτιστη δε Πενια πονοις με τοις ἀνδρικωτατοις καταγυμνασασα και μετ
9999735 στρογγυλῳ
διορθωσις κοινη ἠ χερσιν ἠ μοχλῳ , τα μεν ἐσω στρογγυλῳ , τα δε ἐξω ὑποπλατει . μαλιστα δε το
πιθῳ την κεραμειαν ἀντλιον χρωμαι γαρ αὐτου του στοματος τῳ στρογγυλῳ , τους νους δ ' ἀγοραιους ἡττον ἠ '
9999735 δυσωδες
ἐστι και την αἰτιαν ἑκαστου εἰπειν . το λεπτον και δυσωδες οὐρον ἐνδεικνυται ἐσχατην ἀπεψιαν και ἀκραν καταβολην των φυσικων
οἱ πολλοι ἀπολλυνται . Οἱσι καιομενοισι πυον βορβορωδες ἐρχεται και δυσωδες , ἀπολλυνται ὡς τα πολλα . Οἱσιν ἀπο του
9999733 Σπαρτῃ
οὐσαν ; οὐ γαρ ἱκανον ἠν Πιτθεως θυγατερα οὐσαν ἐν Σπαρτῃ δουλευειν , ἀλλ ' ᾑρειτο ἀκολουθειν εἰς Τροιαν ,
τῃ Πλαταιᾳ , ἡ πλησιαζει τουτῳ τῳ ὀρει . Ἐν Σπαρτῃ δ ' ἐρεω ] ἐρεω δε και λεξω ἐν
9999733 σκληροτητι
το μεν γαρ δερμα αὐτου παν φολιδωτον ἐστι και τηι σκληροτητι διαφορον : ὀδοντες δε ἐξ ἀμφοτερων των μερων ὑπαρχουσι
δ ' οὐ δεχοιτο ἀλλ ' ἀποστεγοι τῃ πυκνοτητι και σκληροτητι . Διῃρημενου δ ' οὑτω του τεραμονος και ἀτεραμονος
9999733 ἐκινδυνευσε
Θεμιστοκλης οὐκ ἐχων ὁπου ὑποστρεψει ἐπι την Περσιδα ἐπλει . ἐκινδυνευσε δε και πλεων ἁλωναι και παραληφθηναι . Ναξον γαρ
' εἰ μεν μιαν ἀπωλεσε ναυν , περι θανατου ἀν ἐκινδυνευσε : τουτο μεντοι και διπλην ἐχει την της πλασεως
9999733 χοινικα
και ἀμπελου λευκηϲ ῥιζα : ϲυνθετα δε : αἰρινου ἀλευρου χοινικα , καρδαμωμου λευκου ⋖ δ , νιτρου ἀφρου ⋖
ἀν λειφθῃ το ἡμισυ : ἑψειν δε και ἐρεβινθων λευκων χοινικα ἐν δυσι χοευσι , και τουτου λειπετω το ἡμισυ
9999733 καρκινῳ
βιβρωσκεται ὑπ ' αὐτου . πινοτηρης ] ζῳον συννομον τῳ καρκινῳ . ποιει ] κοινη . των ὀρχιλων : ὀρχιλος
αἱ μελαιναι ὑδατικον και μαλλον αἱ δειλης . Ἐν τῳ καρκινῳ δυο ἀστερες εἰσιν , οἱ καλουμενοι ὀνοι , ὡν
9999733 φλεγματοϲ
ρδ Κοινον καθαρτηριον ρε Ἀλοηδαρια δια ῥοδομελιτοϲ ρϚ Χοληϲ και φλεγματοϲ ἀγωγα ρζ Ἀλοηδαρια δοκιμα ρη Ἀλοηδαρια Ὀριβαϲιου ρθ Ἀλλωϲ
ἐμφρονεϲτερον και τουϲ τον ἀλλον τροπον ἐκμανενταϲ και τοιϲ ἀπο φλεγματοϲ νοϲημαϲι κρατιϲτον ἐϲτιν : οἱ δε και εὐϲιτοτεροι ἀντι
9999732 πλατοϲ
πεφωγμενην ἠ κυϲτεϲι βοων ἐλαιου θερμου ἡμιπληρεϲι , ὡϲ ἐϲ πλατοϲ ἐπικεηνται των πυριωμενων χωριων . ἐβιηϲατο κοτε ἀναγκη πυριηϲαι
ἱκανωϲ ἰϲχνα και μη ῥυπαρα , ἐχουϲηϲ τηϲ κλινηϲ δαψιλεϲ πλατοϲ προϲ το ἐπ ' ἀλλα και ἀλλα των πρωτων
9999732 θυμιατηρια
στεφανος ἐπεκειτο ἐκ μυριων κατεσκευασμενος χρυσων . ἐπομπευσε δε και θυμιατηρια χρυσα τριακοσια και πεντηκοντα , και βωμοι δε ἐπιχρυσοι
. μεθ ' οὑς Νικαι χρυσας ἐχουσαι πτερυγας , φερουσαι θυμιατηρια ἑξαπηχη , ζῳωτους ἐνδεδυκυιαι χιτωνας , μετα δε ταυτας
9999731 λινοιο
δεμας ἠπαφε νηων . Και μεν δη σκολιῃσιν ἐν ἀγκοινῃσι λινοιο κυκλωθεις ξιφιης μεγα νηπιος ἀφροσυνῃσιν ὀλλυται , ὁς θρωσκει
δωσων , χαριν ἀζυγος ἀμβροτοπωλου : κλωστου δ ' ἀμφιβολοις λινοιο ναος ὡσει σκαφος κελαινον εἰς ἑδρανα λαϊνα δαπεδα τε
9999730 πυωδες
τῃ πεμπτῃ και ἑκτῃ ἐπι δεκα ξηρανθῃ και μηκετι ἀποβησσῃ πυωδες , ὑγιης ἐστιν : ἠν δε μη , προσεχε
οἱ κοποι , οἱον ἡ Κλινια ἀποσιτος , τηκομενη , πυωδες , ἀλλοτε σμικρον αἱματωδες , ποδες ἐπῳδεον . Ἡ
9999730 μακαρεσσι
, ἱνα μιν περι παντα καλυπτοι , ὀφρ ' εἰη μακαρεσσι θεοις ἑδος ἀσφαλες αἰει , γεινατο δ ' οὐρεα
ἠδ ' Ἀρκαδιης ] πολυμηλου ἀφνειος ἠνασσε [ , φιλος μακαρεσσι θεοισιν ] ? [ ] ? : ἡ οἱ
9999730 τερμινθινη
μηδεν ἐχοντι στυψεως . των δε φαρμακων ἐπιτηδειος ἐστι ῥητινη τερμινθινη καθ ' ἑαυτην ἐπι παιδων , γυναικων και ἁπαλοσαρκων
ἐχοντι στυψεως . των δε φαρμακων ἐπιτηδειος ἐστι ῥητινη ἡ τερμινθινη , καθ ' ἑαυτην μεν ἐπι παιδιων και γυναικων
9999730 ἀρτηριᾳ
ϲτυψεωϲ : ὁθεν και τραχυτηταϲ ἐκλεαινει , οὐ ταϲ ἐν ἀρτηριᾳ μονον , ἀλλα και ἐν ψωρωδει κυϲτει : ἐϲτι
ἐν τῃ τραχειᾳ ἀρτηριᾳ ἑλκων , ὁϲα ἐν τῃ τραχειᾳ ἀρτηριᾳ γιγνεται ἑλκη κατα τον ὑπαλειφοντα αὐτην ἐνδον ὑμενα και
9999729 λιθινα
τε παντοδαπα ὑπερεχοντα του τειχιου και ἀνδριαντας και ἀλλα ζῳα λιθινα τε και ξυλινα και παντοια εἰργασμενα , οἱον εἰκος
πεντε ἀνδρων ἐργον , ἐν πενθ ' ἡμεραις ἀποτελουμενον : λιθινα δε ἐπιστηματα μη μειζω ποιειν ἠ ὁσα δεχεσθαι των
9999729 Μηδειᾳ
ἀξιοι παρ ' αὐτου πιστιν λαβειν . και Εὐριπιδης ἐν Μηδειᾳ Μηδεια δ ' ἡ δυστηνος ἠτιμασμενη βοᾳ μεν ὁρκους
Τελμησσευσι και Φερεκρατης ἐν Πεταλῃ , Στραττις δ ' ἐν Μηδειᾳ οὑτως : και λεγ ' , ὁτι φερεις αὐτῃ
9999729 χρωμεθα
ὑπο το γενειον ἀγαγοντας ἁμματιζειν , τουτῳ και ἐπι ἰνιῳ χρωμεθα τας ἀρχας ἐκ πλαγιων της κεφαλης ἁμματιζοντες . Κεφ
γευστων μεταφερομεν τας ἐπικλησεις και ταις των χυμων προσηγοριαις ἀναλογον χρωμεθα ἐπι των ὀσφραντων : οὐδεμια γαρ λανθανει χυμου διαφορα
9999728 ἑψηθεισα
και δια το τας καμπας ἀνελειν . Κραμβη δε ἐλαττον ἑψηθεισα , και ἐσθιομενη , λυει γαστερα , ἐπι πλεον
ἐκβαλλει . και ἀνδραχνης ὁ χυλος πινομενος και θαλασσια ἀψινθια ἑψηθεισα ἠ καθ ' αὑτην ἠ μετ ' ὀρυζης και
9999728 Μαραθωνα
αὐτους Ἀθηναιοισι τροπῳ τῳ εἰρημενῳ , ἡκον δε τοτε ἐς Μαραθωνα βοηθεοντες . Τοισι δε Ἀθηναιων στρατηγοισι ἐγινοντο διχα αἱ
ἐν τῳ λεγειν , ὁτι ὑπερβαλεσθαι με δει τα κατα Μαραθωνα , νικησω τα κατα Σαλαμινα , και τα τοιαυτα
9999728 ἐθυσα
, ἐγενομην ἐν ἀγρῳ , εἰ δε τουτο , και ἐθυσα , εἰ δε ἐθυσα , και ἐφαγον . λεγοντων
μαλιστα ἐγω της Δημητρος ἑνεκα ἐς Φιγαλιαν ἀφικομην . και ἐθυσα τῃ θεῳ , καθα και οἱ ἐπιχωριοι νομιζουσιν ,
9999727 αἰτῃ
διηγουμενος προς τον χορον οὐκουν ] οὐδαμως ποροις ] παρασχοις αἰτῃ ] ζητεις παντα γαρ πυθοιο μοι ] † παντα
μη ἀρτον , ἑως οὑ αὐλισθῃ : ἐαν δε ἀργυριον αἰτῃ , ψευδοπροφητης ἐστιν . Και παντα προφητην λαλουντα ἐν
9999726 Κρητικα
. „ παλιν δ ' ἐν τοις ἑξης και τα Κρητικα συμπλεκει τουτοις „ ὠ θαλαμευμα ” Κουρητων , ζαθεοι
ὀρχηστην περ ἐοντα ἐγχος ἐμον κατεπαυσεν . ὁθεν και τα Κρητικα ὑπορχηματα : Κρηταν τε καλεουσι τον τροπον και το
9999726 θαλαμῳ
. ἐν θαλαμῳ : το σημειον , ὁτι το ἐν θαλαμῳ πλεοναζει : ἱκανον γαρ ἠν εἰπειν εἰς Ἀϊδαο δομον
πεσοντος του συνδεσμου ἐγενετο καδ δ ' ἱς ' ἐν θαλαμῳ , ὁμολογως οὐν γενομενης ἐσωθεν της κλισεως , ὁτι
9999726 ὁλκαδες
ὑπο του Λεπιδου καθειλκοντο , και ὑστερον αὐτας προσιουσας αἱ ὁλκαδες ὡς και τασδε ἀλλας πολεμιας ἐξεκλιναν , ἑως αἱ
χρονοις ἁπαξ ἠ δις , ἀλλ ' ὁσημεραι συνεχως και ὁλκαδες και ἐμποροι κομιζονται δι ' ἀμφοτερας της θαλαττης ,
9999726 ἐπλησθη
διοπερ τοσουτων νεων και των ἐν αὐταις γεγενημενων ἀνδρων ἀπολωλοτων ἐπλησθη της Κυμαιων και Φωκαεων ἡ παραθαλαττιος χωρα νεκρων και
μεν Ἰωνες συστελλουσι και ὁ Ποιητης των δ ' ἁπαν ἐπλησθη πεδιον . . . οἱ δε Ἀττικοι ἐκτεινουσι την
9999725 εὐθυγραμμῳ
. Παρα την δοθεισαν ἀρα εὐθειαν την ΑΒ τῳ δοθεντι εὐθυγραμμῳ τῳ Γ ἰσον παραλληλογραμμον παραβεβληται το ΑΞ ὑπερβαλλον εἰδει
εὐθειας γραψαι τμημα κυκλου δεχομενον γωνιαν ἰσην τῃ δοθεισῃ γωνιᾳ εὐθυγραμμῳ . Ἐστω ἡ δοθεισα εὐθεια ἡ ΑΒ , ἡ
9999725 συμπεπληρωσθω
. κεισθω τῃ ΑΗ ἰση παλιν ἡ ΓΤ , και συμπεπληρωσθω ὁμοιως το ΓΦ στερεον . ἐπει ἐστιν ὡς ἡ
και ἀναγεγραφθω ἀπο της ΑΒ τετραγωνον το ΑΔ , και συμπεπληρωσθω το ΑΖ παραλληλογραμμον . και ἐπει το ΒΖ το
9999724 τεθῃ
νυν δεικνυει : οἱον ἐαν ἐπι του κεντρου της περιφερειας τεθῃ το ὀμμα , αἱ δε ἐκ του κεντρου ὑποτεθωσιν
και του σημειου ἰση ἐπ ' εὐθειας ἐντος της τομης τεθῃ , ἡ ἀπο της ἁφης ἐπι το γινομενον σημειον
9999724 Σολωνα
δημαγωγος ἠνειχετο καλουμενος : Ἀριστειδην μεν γαρ και Λυκουργον και Σολωνα και Ἐπαμεινωνδαν , και εἰ τις ἑτερος τοιουτος ,
δωροδοκηματων παρακαλῃ , ὑπολαμβανετε καθοραν ἐπι του βηματος ἀντιπαρατεταγμενους , Σολωνα μεν τον καλλιστοις νομοις κοσμησαντα την δημοκρατιαν , Ἀριστειδην
9999724 εὐμεγεθες
τῃ ἑβδομηκοστῃ πνειν ἐπετρεπεν , ἀριθμου κρατος και φυσεως το εὐμεγεθες ἁμα και μονιμον τοις νοτοις δωρουμενος . ἀναγκαιως οὐν
λωτος δενδρον ἐστιν ἐν Λιβυῃ κατα την Μεμφιν φυομενον , εὐμεγεθες , ἡλικον ἀπιος ἠ μικρῳ ἐλαττον : φυλλον δε
9999724 ἀφαιρεισθω
Φιλισκος ἀφῃρεθη το εἰναι ἀτελης , αἱδε ἐγενοντο , μη ἀφαιρεισθω δε αὐτον τα περι τῳ βλεμματι και τῳ φθεγματι
. ἐστω ἑξ και ἑξ : ἀπο θατερου των ἑξ ἀφαιρεισθω τυχον τρια και προστεθεισθω θατερῳ [ β ] :
9999723 εὑρεθεισα
και βηξ ἐγενετο . ἐγενετο οὐν ὁ βηξ και ποτε εὑρεθεισα ἡ δυναμις ἐῤῥωμενη ἀπεδιωξε τον χυμον : ἀπεδιωξε μεντοι
συντυχουσα “ λεγε ἀντι του ” κατα τυχην φανεισα και εὑρεθεισα “ συντασσων το ” ἡμιν “ προς το ”
9999723 Πυθια
μονον τουτο οὐ προεχωρησε το ἐργον : Κνιδιους δε ἡ Πυθια τον ἰσθμον ὀρυσσοντας ἐπαυσεν . οὑτω χαλεπον ἀνθρωπῳ τα
ἀναθηματων εἰ ἐντος ἀναθησει του ναου , ἐκελευεν αὐτον ἡ Πυθια το παραπαν ἀποφερειν ἐκ του ἱερου . και ἐχει
9999723 δαιδαλα
ἀναθηματα διεσπειραν . οὐκουν διαλαθων ἐπι τῳ βωμῳ κατεπηξε τα δαιδαλα των τριποδων , ἁ ἐπηγετο . ληξει οὐ μα
Φερεκλον ἐνηρατο , τεκτονος υἱον Ἁρμονιδεω , ὁς χερσιν ἐπιστατο δαιδαλα παντα τευχειν : ἐξοχα γαρ μιν ἐφιλατο Παλλας Ἀθηνη
9999723 Δευκαλιωνα
ὡς Θησεα ἀνασωθεντα ὑστερον ἀπωσθηναι . στελλεται δη Θησευς παρα Δευκαλιωνα ἐς Κρητην , ἐξενεχθεντα δε αὐτον ὑπο πνευματων ἐς
διειργομενος σταδιων ἑξηκοντα και ἑκατον . ἐν δε τῳ Κυνῳ Δευκαλιωνα φασιν οἰκησαι , και της Πυρρας αὐτοθι δεικνυται σημα
9999722 ἑκκαιδεκατῳ
λεγειν βαρυνειν Ἀττικους το στρουθος , ὁμοιως και ἐν τῳ ἑκκαιδεκατῳ της καθολου λεγων και Τρυφωνα μεμνησθαι ἐν δευτερῳ περι
δε Γινδαρους ἐφη . Γιττα , πολις Παλαιστινης . Πολυβιος ἑκκαιδεκατῳ . το ἐθνικον Γιτταιος . Γλανις , ποταμος Κυμης
9999722 μαλθακα
. ] : οὐ ταυτολογει ἐνταυθα ὁ Ἱπποκρατης εἰπων “ μαλθακα ” και παλιν “ τῳ δακτυλῳ ὑπεικοντα ” ,
δε της ἐκφυσιος των φλεβων σωματα τῃσι κοιλιῃσιν ἀμφιβεβηκασι , μαλθακα , σηραγγωδεα , ἁ κληϊσκεται μεν οὐατα , τρηματα
9999722 ῥητορι
και προπετης και εὐχερως ἐπι το λοιδορειν αἰσχρως και ἀπρεπως ῥητορι ἐξαγομενη , ἐχουσα δε τι και εὐφυες και εὐαγωγον
διανοιας και δρομον ῥηματων κεκραμενον καταπληξει και εὐμενειᾳ οὐδε ἐν ῥητορι τουτο ἐργον ποιουμενῳ ῥᾳδιως κατειδον . ὡστε μοι μικρος
9999722 Στρεψιαδην
πασχομεν , ἡ δε ἱππικη ἐγενετο αἰτια του παθειν τον Στρεψιαδην , ἁ φησιν : ὁθεν και εἰκοτως ἐκαλεσεν αὐτην
. παρακελευεται τον πρεσβυτην εὐφημειν χρη : ταυτα προς τον Στρεψιαδην . παρακελευεται γαρ αὐτον σιωπαν και εὐφημειν , ἱνα
9999722 κωνοειδες
ἐν αὐτῳ ἡ του θυμου δυναμις : το σχημα αὐτης κωνοειδες , οἱον στροβιλος . Πυρωδεστερα γαρ οὐσα παντων των
̈ , . Κλεανθης μονος των Στωικων το πυρ ἀπεφηνατο κωνοειδες . . . , . ἡγεμονικον δε του κοσμου
9999722 σκεψομεθα
ποιησομεν . οὐ γαρ εἰ δικαιως ἐκεινους ἀναιρησουσι , τουτο σκεψομεθα , ἀλλ ' εἰ ταυτον τουτο και ἡμας ἀδικως
ποιησομεν . οὐ γαρ εἰ δικαιως ἐκεινους ἀναιρησουσι , τουτο σκεψομεθα , ἀλλ ' εἰ ταυτον τουτο και ἡμας ἀδικως
9999722 χρυσιῳ
; τελευταιον δ ' ἰσως ἐρωτησεις και εἰ ἐχρησω τῳ χρυσιῳ ὡσπερ τραπεζιτικον λογον παρα της βουλης ἀπαιτων , και
, τον δε νου μεν μη μετειλη - φοτα , χρυσιῳ δε πιστευοντα και ἀργυριῳ πρωτον μεν ὁπερ οἰεται κεκτησθαι
9999722 φιλανθρωπιᾳ
εἰ μη τουτο , γοητευθεντα και φενακισθεντα τῃ περι τἀλλα φιλανθρωπιᾳ και ταυτ ' ἐλπισαντα παρ ' αὐτου . οὐκ
θειοις ἐρυμασιν ἐνεσχεθησαν , εὐσεβειᾳ , δικαιοσυνῃ , πραοτητι , φιλανθρωπιᾳ . ἐξιτε οὐν ἠδη θαρσουντες ἐκ των τειχισματων :
9999722 πλατεα
ταις κεναις ; εἰτ ' ἐκεραμευσαντο τοις μεν ἀνδρασιν ποτηρια πλατεα , τοιχους οὐκ ἐχοντ ' ἀλλ ' αὐτο τοὐδαφος
ὑπερ αὐτην , μαλλον δε και ἁπαλωτερα , ἐχοντα θηκαρια πλατεα , ἱνα ἐν καιρῳ δυνατον ἐστι τεταμενα χωρειν τα
9999720 ὠνομασε
τον νομον ὁ Σολων εἰς τας Ἀθηνας μετενεγκειν , ὁν ὠνομασε σεισαχθειαν , ἀπολυσας τους πολιτας ἁπαντας των ἐπι τοις
προσηκει , αὐτος ἐθετο το του πρᾳου ὀνομα και πραοτητα ὠνομασε την τοιαυτην ἀρετην . παλαι δε ὀργιλος μεν ὠνομαζετο
9999720 Κρητικη
ἀφροδιϲιαϲ . ἀντι κομαρεαϲ ἀμμωνιακον θυμιαμα . ἀντι κιϲηρεωϲ γη Κρητικη . ἀντι κυφεωϲ ἰϲχαϲ κεκαυμενη . ἀντι κηρυκων ὀϲτρεα
. εἰσι δε δυο γενη της βοτανης , ἡ μεν Κρητικη , ἡ δε Ἀσιατικη . ὁ δε Πλουταρχος πλειονα
9999720 Ἀνα
Ποσειδιππῳ τῳ ονο [ υριππῳ ] ! τῳ ῥητορι και Ἀνα ? ? [ βῳ ] και Πραξιφανῃ τῳ Μιτυληναιῳ
μεν ὡσπερ ἀγριαι τινες αἱ δ ' ἡμεροι τυγχανουσιν . Ἀνα λογον δε και αἱ ἀπυρηνοι των πυρηνωδων και αἱ
9999719 τεθνηκα
δη τοὐπι ς ' : ὁσον το κατα σε , τεθνηκα : τινα αὐχεις κακοις ἐλαυνειν ; ποτερον Λυδον ἠ
ἐχθρος , ἐπειτα ἠξιους με εἰδεναι χαριν , ὁτι μη τεθνηκα ; ἐγω δε εἰπον ἀν σοι : εἰρωνευῃ ,
9999719 χοιραδες
ὑγρον , ἐχον ἐν τῳ βαθει σαρκα ὑπωχρον διεφθαρμενην . χοιραδες περι σιαγοσι και τραχηλῳ και μασχαλαις και βουβωσιν ,
τραχηλον συναγχη , κυναγχη , ἀγχονη , ἐξωσις σπονδυλων , χοιραδες , στεατωματα . περι δε ὠμους του ἀκρωμιου καταγμα
9999719 χωριῳ
ἀρ ' ἐν Πισᾳ ἐλσαις ὁλον τε στρατον : ἐν χωριῳ τινι χωριζομενῳ της Ὀλυμπιας κατα την των γεωγραφων βουλην
μιαν ἐν τῳ μεταξυ του τε Καπιτωλιου και του Παλατιου χωριῳ , συμπεπολισμενων ἠδη των λοφων ἑνι περιβολῳ και μεσης
9999718 κρυπτε
ἑως στραφῃ ὡς οἰδας , και ἐπιβαλε ἀργυρῳ : τουτο κρυπτε . ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΑΡΣΕΝΙΚΟΥ . Τριψον νεφελην : αὐτην ἐπιβαλε
γαρ τα ἐνδοξα , ἐξ ὡν παντες μεταλαμβανουσιν . μη κρυπτε κοινον : μη ἀποκρυπτε το κοινον και διαδηλον τοις
9999718 πεδιωι
ἐθνων δυναμεις . και το μεν πρωτον γενομενης ἐν τωι πεδιωι παραταξεως , ἐλειφθησαν οἱ την ἀποστασιν ποιησαμενοι , και
Θεοκυδους , ἀνηρ Ἀθηναιος , ἐφη θεασασθαι ἐν τωι Θριασιωι πεδιωι κονιορτον ὡς δισμυριων ἀνδρων ἀναφερομενον ἀπ ' Ἐλευσινος ,
9999718 θερμηϲ
κραϲεωϲ . ἐχει μεν γαρ τι διαφορητικον ἐξ ὑδατωδουϲ οὐϲιαϲ θερμηϲ ϲυμμετρωϲ , ἐχει δε τι και ϲτυπτικον ἐκ τηϲ
. εἰϲω γαρ τα ὑγρα ξυνθεει , τηϲ ἐκτοϲ ἀφαιρεθεντα θερμηϲ τε και ταϲιοϲ . πνευμων δε μανοϲ τε και
9999718 Θουκυδιδην
την εἰκονα ἐποιησε Κριτιας , Οἰνοβιῳ δε ἐργον ἐστιν ἐς Θουκυδιδην τον Ὀλορου χρηστον : ψηφισμα γαρ ἐνικησεν Οἰνοβιος κατελθειν
. ἀφικνουμενου αὐτου : του Θουκυδιδου . αὐτον : τον Θουκυδιδην . περιποιησειν : σωσειν . ἀνειπων : ἀνακηρυξας .
9999717 κτητικα
ἰδιαν ποιοτητα σημαινει , ὀρθως οὐδε τα ἀπ ' αὐτων κτητικα ἐπι πληθους νοειται , λεγω δε το Ἑκτορειος και
σχηματιζομεναι , ἐχουσι τινα παρεκδεδραμηκοτα παρα τας εὐθειας : τα κτητικα των εἰς κος ληγοντων παρα γενικας σχηματιζεται , ποιμενικον
9999717 δομοιο
οἱ περι τοιχους ἐξειης ἀνεχον , θριγκος δ ' ἐφυπερθε δομοιο λαϊνεος χαλκεῃσιν ἐπι γλυφιδεσσιν ἀρηρει . εὐκηλοι δ '
ἀλγος . ” Ἠ ῥα , και ὀρθωθεισα θυρας ὠιξε δομοιο νηλιπος οἰεανος , και δη λελιητο νεεσθαι αὐτοκασιγνητηνδε και
9999717 ἀδειᾳ
των πολεμουντων ἀωρι των νυκτων και τουθ ' ὑπορυττοντες ἐν ἀδειᾳ πολλα τουτου κατεσπασαν εἰς ἐδαφος μερη , ὡστ '
. ὁ δε σοφος οὑτος Λυκοφρων οὐκ οἰδ ' ὁποιᾳ ἀδειᾳ τους Φαιακας και Δαυνιους ἠτοι τους Καλαβρους Αὐσονας καλει
9999717 βαρυτατῳ
ὁλῳ τεσσαρων , εἰτα τον ἑτερον τονον τῳ λοιπῳ και βαρυτατῳ των διαστηματων ἀποδοντες , μεσην μεν τῃ δυναμει καλουμεν
συνημμενων ἠτοι του μεσου ὀξυτατῳ εἰναι , ἠτοι του ὀξυτατου βαρυτατῳ . ἀπο δε της μεσης και των λοιπων φθογγων
9999717 φαρμακα
προσφυεις . των δε ἀλλων τους μεν εὐθραυστους , τα φαρμακα δυνανται διαλυοντα ἐκκρινειν . τους δε στερεους και δυσλυτους
δοκει καλλιστος των θεων . και μην τα γε ὠφελιμα φαρμακα τοις μεν νοσουσιν ὠφελιμα , τοις δε ὑγιαινουσι περιττα
9999716 ἐνδεα
και μητε του βαρους των χειρων ἡττασθαι μητε του πνευματος ἐνδεα γιγνεσθαι μητε τῳ καυματι ἀχθεσθαι , τουτο δε εἰναι
ἐν τοις μεγαλοις ἀγωσι , παντα τε ἐργῳ ἐτι σφισιν ἐνδεα εἰναι και λογῳ αὐτοις οὐπω ἱκανα εἰρησθαι , αὐθις
9999716 Πατροκλοιο
, ὁ τε μοι Σαρπηδονα φιλτατον ἀνδρων μοιρ ' ὑπο Πατροκλοιο Μενοιτιαδαο δαμηναι . διχθα δε μοι κραδιη μεμονε φρεσιν
παλαισμοσυνῃ πολυτειρει πολλα μογησας , ὁπποτε δη περι σημα δαϊκταμενου Πατροκλοιο Πηλειδης ἐριθυμος ἀγακλυτα θηκεν ἀεθλα . Ὡς φατο Λαερταο
9999716 Ἀκαρνανες
ἐς τον ἐπειτα χρονον σπονδας και ξυμμαχιαν ἐποιησαντο ἑκατον ἐτη Ἀκαρνανες και Ἀμφιλοχοι προς Ἀμπρακιωτας ἐπι τοισδε , ὡστε μητε
ἐφασαν ἀκολουθειν . στασιαζοντων δ ' αὐτων , οἱ μεν Ἀκαρνανες διαλυσαμενοι τοις Ἀμπρακιωταις συνεθεντο την εἰρηνην εἰς ἐτη ἑκατον
9999714 ὑπεταξε
εἱλε πολεις ] τουτο θαυμαστικως φησιν ὁτι τῃ ἀρετῃ Ἑλληνας ὑπεταξε Δαρειος , ἀλλ ' οὐκ ἀναγκῃ . . ὁσας
τον κοσμον ἑνεκα του ἀνθρωπου και πασαν την κτισιν αὐτου ὑπεταξε τῳ ἀνθρωπῳ , και την ἐξουσιαν πασαν ἐδωκεν αὐτῳ
9999714 βραχιονι
τορμους ἠ κονδυλους . και του πηχεως την ὑπο τῳ βραχιονι συμβολην κατα μεν την ἐνδοθεν κοιλοτητα ὀλεκρανον καλεισθαι νομιζουσιν
μασχαλην , βροχος ὁ καρχησιος ἠ ἀλλος ἰσοτονος περιτιθεσθω τῳ βραχιονι , και αἱ του βροχου ἀρχαι ἀγεσθωσαν κατω και
9999714 φλεγματωδεα
λευκα γινεται μαλιστα ταυτην την ὡρην , και τἀλλα νοσηματα φλεγματωδεα . Του δε ἠρος το φλεγμα ἐτι μενει ἰσχυρον
ἐπιμηνια χωρησει οἱ φλεγματωδεα : γνωστον δε ἐστιν ἠν χωρεῃ φλεγματωδεα : ὑμενωδεα τε γαρ φαινεται οἱ , και ὡσπερ
9999714 ἀλεξιφαρμακα
φυλλον ὁμοιον σκιλλῃ : χρησθαι δε αὐτῳ προς τε τα ἀλεξιφαρμακα και τας μαγειας : οὐ μην ὀρυττειν γ '
μιξασα ἐδωκεν Ἰασονι ἡ Μηδεια . ἀντιτομα δε εἰπε τα ἀλεξιφαρμακα κατα μεταφοραν την ἀπο των ῥιζοτομων : ἁπλουστερον γαρ
9999713 αἰσχυνη
μεν τουτο ἐν σπουδῃ , σοι δε οὐκ ἐργον , αἰσχυνη δε ἀπεστι της χαριτος , τι οὐ διδως ;
βροτολοιγος ἰδησι ἠ Φαινων κρυοεις ὀλοον τοδε σημα δαμαρτι ἐσσεται αἰσχυνη τε και οὐκ ἐπι δηθα μενουσιν , ἠν δ
9999713 δεκαδα
ἀποθανοντων Σπαρτιατων . Δεκαζεσθαι . ἐρρηθη μεν ἀπο του κατα δεκαδα φθειρεσθαι δωροις . ὁτε γαρ βουλοιντο τινες ἀρχης τυχειν
γαρ εἰκαδα οὑτω καλουσιν . την δε εἰκοστην πρωτην ὑστεραν δεκαδα . και την μετα ταυτην θʹ φθινοντος , ἑως
9999713 Θρᾳκες
ὑψος οὐ μετριον παρειχον ἐξοιδουντα τῳ χωματι . Οἱ δε Θρᾳκες μερος τι του τειχους διακοψαντες , ὁσον ἐς μεγεθος
ἱππεες δε ἠσαν Βρουτῳ μεν Κελτοι και Λυσιτανοι τετρακισχιλιοι και Θρᾳκες και Ἰλλυριοι Παρθηνοι και Θεσσαλοι δισχιλιοι , Κασσιῳ δε
9999712 ἐδειχθη
ἀρα το ἀπο της ΑΒ του ἀπο της ΒΖ . ἐδειχθη δε το ἀπο της ΑΒ του ἀπο της ΚΛ
ὡστε ἡ ἑξις αὐτης πολλῳ προτερα της ξυνεσεως ἐστιν . ἐδειχθη δε ἁμα ταυτῃ εἰναι το ἐχειν την φρονησιν ,

Back