' Ἀλεξανδρου παραπλησια συμβηναι : διοπερ εἰκος ἐστι και τον Ποσειδω τιμασθαι παρ ' αὐτοις καιπερ μεσογαιοις οὐσι , και
παντας δηλοι . θενων : Τυπτων . . νη τον Ποσειδω : Τουτο ὁ Ποσειδων λεγει μηδεπω ἐμφανισας ἑαυτον ,
9999891 Ποσειδωνι
ἐπει δε Τευκροι κατα χρονον τον ἱκνουμενον οὐκ ἀπεδιδοσαν ἱερα Ποσειδωνι , ἀλλα ὑπ ' ὀλιγωριας ἐξελειπον , χαλεπηνας Ποσειδων
. Ὁμηρος μεντοι οἰκειως τῃ του ὑδατος φυσει και τῳ Ποσειδωνι ἀπονεμει τα θυματα : ταυρους παμμελανας ἐνοσιχθονι κυανοχαιτῃ .
9999850 φυλακα
ὡν φλεχθεις ὠλετο . Ῥυτηρα : ῥυστην , βοηθον , φυλακα . Τυφαονιον : του Τυφωνος . ὀλετηρα : φθορεα
λωβαις , οὐδε χωρις ὀντ ' ἐμου : τοιον πυλωρον φυλακα Τευκρον ἀμφι σοι λειψω τροφης ἀοκνον ἐμπα , κεἰ
9999831 κολακα
, κωμῳδει αὐτον . εἰχε οὑτος ὁ Παμφιλος και τινα κολακα παρασιτον βελονοπωλην καλουμενον , ὁς ἐμελλε παραπολαυσειν τῳ Παμφιλῳ
συναπελαυσαν , και θανατῳ περιεπεσον . Τῳ οὐν διακρινουμεν τον κολακα του φιλου ; μητε τῳ τελει , μητε ἡδονῃ
9999828 Ἑλλαδι
Ἀρτεμιδι και Ἐνυαλιῳ και ἀλλοις θεοις , ὡν χαλεπον ἐξειπειν Ἑλλαδι γλωττῃ τα ὀνοματα , ἐν ἁπασαις τε ταις κουριαις
ζωγραφημασι , και ἀνδριασι , και ὑφασματων ποικιλιαις , ἐν Ἑλλαδι και βαρβαρῳ κατα πολιν ἑκαστην εὐδοκιμουντα ; τουτων οὐν
9999826 ἀγορασω
: ἀλλ ' ἀνυσον : οὐ μελλειν ἐχρην , ὡς ἀγορασω ἁπαξαπανθ ' , ὁς ' ἀν κελευῃς , ὠ
εἰ συναλλαξαι συμφερει μοι ιθ εἰ εὐτυχης εἰμι κ εἰ ἀγορασω το προκειμενον κα εἰ γαμησω και συμφερει μοι κβ
9999819 τυραννιδα
και αἰτει το γερας : ἡ προβολη : ἐπαυσα την τυραννιδα και δει λαμβανειν με την δωρεαν : τουτο δε
μεν οὐν και ἀριστοκρατιαν και δημοκρατιαν ἐφιεσθαι του ὀρθου : τυραννιδα δε και ὀλιγαρχιαν και ὀχλοκρατιαν του φαυλου . Γιγνεσθαι
9999818 φοινικες
ἀρνων σαρξ , το του σησαμου σπερμα , βολβοι , φοινικες οἱ λιπαροι . Φοινικες χλωροι χυμων ὠμων ἐμπιπλωσι τους
, και στεφανος κυκλῳ χρυσους ἀμπελινος . Παρηλθον δε και φοινικες ἐπιχρυσοι ὀκταπηχεις ἑπτα , και κηρυκειον ἐπιχρυσον πηχων τεσσαρακοντα
9999818 ἀπαλλαγη
οὐκ ἀλλο τι ἠ ἡ της ψυχης ἀπο του σωματος ἀπαλλαγη , και ἐστι τουτο το τεθναναι , χωρις μεν
' ἀριστα διαπονουμενου . νυν δ ' εὐτυχης γενοιτ ' ἀπαλλαγη πονων εὐαγγελου φανεντος ὀρφναιου πυρος . ὠ χαιρε λαμπτηρ
9999816 ἑνδεκατη
ὑστερον παρα Ῥωμαιων ἐκ της Κιλικιας τοις προ Ἀρχελαου και ἑνδεκατη στρατηγια , ἡ περι Κασταβαλα τε και Κυβιστρα μεχρι
' ἀγε νυν ἐπιμεινον ἐνι μεγαροισιν ἐμοισιν , ὀφρα κεν ἑνδεκατη τε δυωδεκατη τε γενηται : και τοτε ς '
9999816 ἐννεακαιδεκα
ἡ Ἑκαβη οὐ δυσχεραινει . λεγει γουν ὁ Πριαμος : ἐννεακαιδεκα μεν μοι ἰης ἐκ νηδυος ἠσαν , τους δ
και δεκατην τε ὁ λιψ προσεπιπνεει : προς δε τας ἐννεακαιδεκα Ὑαδες μεσαι δυνουν , την εἰκοστην δε του μηνος
9999815 ἀερωδες
: τρεφεται δε τῳ ψυχρῳ το κατα το λευκον και ἀερωδες διαπνεομενον . Οὐδε γαρ ἀγνοειν χρη ὁτι κατα την
φωνηεν , τροπικον , ἀνθρωποειδες , ἀνωφερες , δικαιον , ἀερωδες , εὐμεταβολον , μετοπωρινον , ὑπογειον κοσμου , δημοσιον
9999815 ἀτρεμα
ἁμα εὐθαρσεστατοις ἐς τους ναυτικους ἀγωνας , τα μεν πρωτα ἀτρεμα τῃ εἰρεσιᾳ ἐπι μιας νεως ἐξεπλεον ἀνευ κελευστων τας
τῳ σιγω το σιγα , ἀντω ἀντα , οὑτως ἀτρεμω ἀτρεμα και ἀτρεμας , καθ ' ὁν λογον ἐστι πολλακις
9999815 κριθη
, . , . . Ἀμφικαυτις : ἡ † ὀρεινη κριθη , ἡν ἡμεις εὐστραν καλουμεν : και οὑτω μεν
οὑτοι και τας εἰρεσιωνας διεκοσμουν . ἀμφικαυστις : ἡ ὡριμη κριθη , ἡν ἡμεις εὐστραν καλουμεν . παρα δε τοις
9999813 Λευκτρα
ἐπ ' ἐκεινους τους χρονους , ἐν οἱς Λακεδαιμονιοι περι Λευκτρα παραδοξως ἡττηθεντες μεγαλῃ περιεπεσον συμφορᾳ , και παλιν περι
αὐτην ἐβλαβησαν . Σπαρτιαται μεν γε πταισαντες μαχῃ τῃ περι Λευκτρα , ἐν ᾑ χιλιους και ἑπτακοσιους ἀνδρας ἀπεβαλον ,
9999813 ἠδικησε
μεν λαβων πλεον μεν ἐχει και ἀδικα ἐποιησεν , οὐκ ἠδικησε δε , εἰ μη δωροις ἠ ἀλλῃ τινι πειθοι
ἀχρηστα ; τι σοι κακον ἐποιησεν φιλοσοφια ; τι σε ἠδικησε Χρυσιππος , ἱν ' αὐτου τους πονους ἐργῳ αὐτος
9999813 ὀρωδες
την δριμυτητα , λεπτυνει δ ' ὁμως ἐτι . το ὀρωδες του γαλακτος λεπτυνει παχος χυμων . συκα ῥυπτει :
φλεγμα προκαλειται , και καππαρεως της ῥιζης ὁ φλοιος . ὀρωδες μεν οὐν περιττωμα δια των τοιουτων κενουται : το
9999812 ἐθεραπευσε
ἀλλ ' ἡ μετα μετρου του προσηκοντος ἐναλλαξ αὐτων χρησις ἐθεραπευσε το παιδαριον : μετα γαρ το λυθηναι την σκληροτητα
ὑστερον ἀφικνειται ἐς Ἐφεσον . και ὁ Θεμιστοκλης ἐκεινον τε ἐθεραπευσε χρηματων δοσει και μετα των κατω Περσων τινος πορευθεις
9999811 καθαρϲεωϲ
πεπτηκοτι δει διδοναι το φαρμακον και κωλυειν ὑπνουν μεχρι παντελουϲ καθαρϲεωϲ και κινηϲιν μετριαν , εἰ δυνατον , παραλαμβανειν και
δε διαλιποντα παλιν ἀνακαμπτεον ἀπο τηϲ δια τηϲ ἱεραϲ ἀρχομενον καθαρϲεωϲ ὑπερτιθεμενουϲ την φλεβοτομιαν ἐπιβλαβεϲτεραν μαλλον ἠ ὠφελιμον ἐϲομενην ,
9999811 κεκτημεθα
. Ἀπροσδοκητον οὐδεν ἀνθρωποις παθος : ἐφημερους γαρ τας τυχας κεκτημεθα . Ἐμε μεν οὐχ ὁρᾳς πεπωκοτα ἠδη τ '
διηγουμενος . οὑτω γαρ και οἱ ἀνθρωποι οὐδεν των τῃδε κεκτημεθα ἰδιον : ἀλλα ζωντες μεν προς ὀλιγον ἐπιπλαστῳ σεμνυνομεθα
9999810 οἰκοδομικη
ἐστι το ὁλον τοιουτον , ὁτι ἐπει οὐ μονον ἡ οἰκοδομικη ἐπιδεχεται τουτον τον ὁρισμον ἀλλα και πασα τεχνη ,
ὑλας λαμβανουσαι συμφορητον ἐκ τουτων ποιουσι το τελος , ὡς οἰκοδομικη και τεκτονικη και πολιτικη , το αὐτο συμβαινει :
9999810 δωδεκατῳ
διαφορᾳ τοις # Ϛ , και την ΟΠ ἰσην τῳ δωδεκατῳ μερει της ΘΠ τοις # δ , και τῃ
Καρχηδονος κτισεως ἐτη ρνεʹ , μηνες ὀκτω . τῳ δε δωδεκατῳ ἐτει της Ἱερωμου βασιλειας ἐν Ἱεροσολυμοις ὁ ναος ᾠκοδομηθη
9999809 ἐφυλασσε
των πυλεων και της ἀνοδου , τῃ δη οὐτε τις ἐφυλασσε οὐτ ' ἀν ἠλπισε μη κοτε τις κατα ταυτα
ἀλοκα δαιμονων βιᾳ . λαβων δε τον χρησμον και ἀπελθων ἐφυλασσε μη συνευνασθαι τῃ ἰδιᾳ γυναικι . ἐν μιᾳ δε
9999807 ἀμετρῳ
τας ψυχας ἡμων ἐπεισιοντα μη παραδεχεσθαι . ἀκολουθει γαρ τῳ ἀμετρῳ πλουτῳ και ἀκολαστῳ συνημμενη και ἰσα , φασι ,
πεποιημενων , οἱς ἡδυνεται ποιησις , εἰς κορον ἐγκαταμιγεντων τῃ ἀμετρῳ λεξει , ὁ ποιουσιν ἀλλοι τε πολλοι και οὐχ
9999807 Ἀρταξερξης
παρασκευην , ῥᾳδιως ἀπο των τειχων ἠμυνοντο τους πολιορκουντας . Ἀρταξερξης δε ὁ βασιλευς πυθομενος τα περι την Κυπρον ἐλαττωματα
, ἀλλα λειτουργησει τοις κοινοις , κἀν μη προαιρηται . Ἀρταξερξης γαρ αἰτουμενῳ Σατιβαρζανῃ σατραπειαν τινα μη προσηκουσαν ἐπι τρισχιλιοις
9999807 λογισασθε
ἡμας βουλεσθε οὑς ᾐτησατο δεκα ῥητορας ; εἰ συμφερει , λογισασθε . τουτο μεντοιγε ὑμιν προμηνυω , ἀνδρες Ἀθηναιοι ,
' αὐτος μη ἐπιορκησειεν . ἐξ αὐτου δη του πραγματος λογισασθε , ὠ ἀνδρες δικασται , παρ ' ὑμιν αὐτοις
9999806 ἐθνικα
ἀντικειται . ± ] παντα ? τα δια του ιος ἐθνικα [ ἠ τοπικα προπαροξυνεται ] . ιος , ἐνδαπιος
οἰκησαι , ἠ Κιμμεριδα Κιμμεριων ἐνοικουντων ἑκατον ἐτη . τα ἐθνικα της μεν Ἠδωνιδος Ἠδωνοι , της δε Κιμμεριδος Κιμμεριοι
9999806 τειρεα
πανθ ' Ἡγησιαναξ τε και Ἑρμιππος τα κατ ' αἰθρην τειρεα και πολλοι ταυτα τα φαινομενα βιβλοις ἐγκατεθεντο , †
το ὀνομα αὐτης ἐτυμολογουσι παρα το ῥειν ἀει και ποιειν τειρεα . και φυσικως ταυτης ἀνδρα τον Κρονον φασιν ,
9999805 Κλεωνα
ἁρπαγες γαρ και οἱ λυκοι . Κλεωνυμον ] ἠ τον Κλεωνα λεγει ἠ ἑτερον Κλεωνυμον τοὐνομα . ἐλαφοι . .
, ἠ οἱς ἀν ἐπικτησωμεθα πριαμενοι . Παφλαγονα ] τον Κλεωνα λεγει . Παφλαγονα ] τον Κλεωνα . νεωνητον ]
9999805 ἀκριβειᾳ
το ἐπικατηγορουμενον ὀνομα μη κολαζειν πριν ἠ τἀληθες ἐπ ' ἀκριβειᾳ καταμανθανειν , ἡμας δε προλημματι λοιδοριας ἀνεξεταστως μεμισηκεναι ;
ἀμεινον . τῳ τε γαρ τροπῳ της ἀπαγγελιας και τῃ ἀκριβειᾳ των διανοηματων πανυ συνηθεις ποιει . λεγω δε οὐχ
9999804 λαβρακα
' εὐπροσωπον λοπαδα του θαλαττιου γλαυκου φερουσαν εὐγενεστερον * * λαβρακα θ ' ἑφθον * * ἁλμῃ μιαν . Ὠ
ἀλκη γυιοις , ἀλλα δολοισι και ἀλκιμον ὠλεσαν ἰχθυν , λαβρακα , σφετερῃσιν ἐπικλεα λαβροσυνῃσιν . οἱ μεν γαρ σπευδουσι
9999804 χοριαμβικα
, εἰτα παραγραφος . στροφη ἑτερα κωλων ζʹ . + χοριαμβικα κωλα ὁμοια τοις ῥηθεισιν ζʹ , εἰτα παραγραφος και
. ἀνδροκμητας ] στροφη ἑτερα . τα δε κωλα εἰσι χοριαμβικα ὁμοια τοις ῥηθεισι ιβʹ . ταδε τοι χωρᾳ ]
9999804 ἐνθυμῃ
ἐκεινο ᾡ δει θεωμενου και συνοντος αὐτῳ ; ἠ οὐκ ἐνθυμῃ , ἐφη , ὁτι ἐνταυθα αὐτῳ μοναχου γενησεται ,
δε μετριως γ οὐ γενησῃ ποτε βιοπραγος δ ἀγορασεις ὁ ἐνθυμῃ και πωλησεις φυρασας ε ἐαν ἀρτι πωλησῃς , βλαβησῃ
9999804 θυμιαματοϲ
ʹ : κοχλιαριον ὑδατι . Ἀλλο . καϲτοριου , ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ ἀνα ⋖ η , πεπερεωϲ κοκκουϲ μ : γλυκει
, ἰξου το ἀρκουν . Ἀλλο , ἐπιϲπαϲτικον . ἀμμωνιακου θυμιαματοϲ # Ϛ , κηρου , τερμινθινηϲ ἀνα # δ
9999803 ἠπειλησε
καλος ἠν και ἀστικος και ἡλικιωτης Χαιρεου ; Ἀλλ ' ἠπειλησε Χαιρεας ἀποσφαξειν ἀμφοτερους , εἰ λαβοι με ποτε μετ
ἀνακτι : ἐπι δε ὀργης : αἰψα δ ' ἀναστας ἠπειλησε μυθον . το δε εὐχομαι παρα τας † ἀπελλας
9999803 ἐθεραπευε
τοις Κορινθιακοις λογοις εἰρηκα , παραγενομενος ἐς την Ῥωμην ὑστερον ἐθεραπευε μεν τον Ἀπολλωνιον , ἐπηφιει δ ' αὑτον τῳ
. ὁ γαρ Μαρινος ἐμμενων τῃ παραδοθεισῃ σεμνοτητι των φιλοσοφων ἐθεραπευε μεν τα εἰκοτα τον Θεαγενη : και οὐκ ἠν
9999802 ἐτιμησε
ἐγενετο και με φευγοντα ἐκ της πατριδος τα τε ἀλλα ἐτιμησε και μυριους ἐδωκε δαρεικους : οὑς ἐγω λαβων οὐκ
ὁς ἠν ἀντι πατρος τῳ βασιλει . παλιν τοινυν τουτον ἐτιμησε λογοις οἱ την ἐπι τῳ τοτε χωρισμῳ κηρυττουσιν ἐτι
9999801 κοιλη
το παν . φανερον δη ὁτι ἐν ᾡ χρονῳ ἡ κοιλη σφαιρα του πλανωμενου της των ἀπλανων ὑπολειπεται φερουσα την
ὑπαρχουσιν ἐν ταις εὐδιαις ἐχρητο , εἰ δε ἡ θαλασσα κοιλη γενοιτο , θατερα δια της παρεξειρεσιας κατα τας θρανιτιδας
9999799 δωδεκατη
δε παραπληϲιωϲ ὀγδοη τε και δεκατη , μεθ ' ἁϲ δωδεκατη και ἑξκαιδεκατη και ἐννεακαιδεκατη . μεταξυ δε τουτων ἐϲτιν
ἑκκαιδεκαταια : ἡ γαρ μεση οὐκ ἐστιν ιγʹ , ἀλλα δωδεκατη . ἡ λυσις οὐν ἡδε . δεκατῃ ἐν Ἁλιμουντι
9999799 ἐφιλησε
ἐπει αὐτον ἠρωησεν ὁ χωρος . οὑτος ὁ Ἐρῳδιος πλειστον ἐφιλησε τας ἀγελας των ἱππων και ἐτρεφεν αὐτας ἐν τῳ
και θεασαμενη συν πολλῃ χαρᾳ ἐδεξιουτο τε αὐτον , και ἐφιλησε παντων ὁρωντων , εἰς τε το ἁρμα αὐτου μετενεβη
9999799 ὑδρομελι
ἠ ῥοδινον ἐναφηψημενον ἐπι των τεινεσμωδως ὀχλουμενων ἐν ἀρχῳ . ὑδρομελι δ ' ἠ φακου ἀφεψημα μετα μελιτος ἐνιεμεν ἠ
προβρεχειν κοπρῳ δεδευμενῃ μεθ ' ὑδατος . ἐνιοι δε εἰς ὑδρομελι νυκτα μιαν προβρεχουσι τα σπερματα . δει δε το
9999798 νομῃ
ἐπι τουτοις τον κληρον του πατρος , το παν τουτο νομῃ δικαιοτατῃ δασαμενους . Δια μεν σχειν τον τε οὐρανον
αὑται πλησιον των μελισσων , ὁπως ὑδροφορουσαι μη καμνωσι . νομῃ δε θυμου μαλιστα χαιρουσι , και ἀφθονως τουτου νεμομεναι
9999798 πυριᾳ
εὐφοριας αἰσθανεσθαι , γινωσκε μη εἰναι πληθος και θαρρων τῃ πυριᾳ και τοις τοπικοις κεχρησο βοηθημασι : διαφορησεις γαρ το
οὑ το ἑτερον περας εἰς το γυναικειον ἁρμοζει αἰδοιον και πυριᾳ τους τοπους δι ' ὀλιγου πυρος ἀναθερμαινων τα ἀγγεια
9999798 ϲτυπτηρια
ἀναλαμβανοντεϲ ἐριῳ το ἡμετερον φαρμακον ἀκρωϲ ἐνεργουν : ἐϲτι δε ϲτυπτηρια ὑγρα και μελι και ῥοδινον ἰϲα ἐπ ' ὀλιγον
τουτων τινι και ἀκανθηϲ Αἰγυπτιαϲ ὁ καρποϲ και ἡ ϲχιϲτη ϲτυπτηρια , του δε ῥοδου και το ϲπερμα και τα
9999798 Πρωταγορα
σοφιστην λεγουσι ποιειν . ἑκαστου γαρ των προσιοντων λεγοντος ὠ Πρωταγορα , ποσου με διδαξεις ; ἀπεκρινατο φοιτων παρ '
εἰ οὐν εἰποι : ” Ἀληθη ὁδε λεγει , ὠ Πρωταγορα ; συ φῃς οὐκ εἰναι το ἑτερον μοριον οἱον
9999798 κλητικη
παγκρατες εἰ μεν προς το ὠ Ζευ συναψεις , ἀρσενικη κλητικη ἐστιν , εἰ δε προς το βελος , οὐδετερος
ἰδιοτητος . . Φησι γουν ὁ Τρυφων : Καθοτι ἡ κλητικη ὀνομα , κἀν δευτερον προσωπον ᾐ , και το
9999797 ὑδατωδες
αὐτα ψυχρα και ὑγρα την κρασιν τυγχανοντα , λεπτον και ὑδατωδες αἱμα ἀπογεννωσι καλως πεφθεντα . πεφυκασι δε και ταυτα
τοιουτου καιρου των οὐρων ἡ χροα : το μεν οὐν ὑδατωδες ἀπεπτον ἐτι σημαινει τον ἐκ της γαστρος ἀναδοθεντα χυμον
9999797 φρικωδες
. ιβʹ . Το θηριωδες φθινοπωρον , καρδιαλγιαι και το φρικωδες και τα μελαγχολικα . Πολλων ζητουμενων λογων ἐν τῳ
πριν δη τις ἀδυτων ἐκ μεσων ἐφθεγξατο δεινον τι και φρικωδες , ὠρσε δε στρατον στρεψας προς ἀλκην . ἐνθ
9999797 νεκρωδες
ἀλλα και ἡ ἀγρυπνια ἡ ἐπιτεταμενη οἰδε διαφορησιν ποιειν και νεκρωδες ἀπεργαζεσθαι το προσωπον . και ὁ λιμος οὐν ,
δε καθ ' ἡπαρ πληγεντι ἀκοντιῳ εὐθυς το χρωμα κατεχυθη νεκρωδες : τα ὀμματα κοιλα : ἀλυσμος : δυσφοριη :
9999795 εὐωδες
μελαν , φησι , την μεν αὐτην θεωριαν ἐχει , εὐωδες δ ' ἐστι πολυ μαλλον . Ἀπολλοδωρος δε ἐν
ἐκπιεσθεντων και ἀναπλασσομενων : ἐστι δ ' αὐτου καλον το εὐωδες , μεσως κατασμυρνον , βαρυ , μελαν , ἀξυλον
9999795 ἀφρωδες
ἐαν το διαχωρημα ὑδαρες ἐστιν ἠ λευκον ἠ ὠχρον ἠ ἀφρωδες , πονηρα ἐστι ταυτα παντα . και ἡ αἰτια
καθαιρεται ἁμα τῃ βηχι , το μεν πρωτον πολυ και ἀφρωδες σιαλον , ἑβδομῃ δε και ὀγδοῃ , ὁκοταν ὁ
9999795 Ἐπικουρῳ
Πλατων κατα το συμποσιον και Ξενοφων . παρα δ ' Ἐπικουρῳ οὐκ ἀπαρχη θεοις , οὐ σπονδη , ἀλλ '
ἡ δε του ἀλγουντος ὑπεξαιρεσις , ὡς εἰρηται παρ ' Ἐπικουρῳ , δοκει αὐτοις μη εἰναι ἡδονη : οὐδε ἡ
9999795 σφαιροειδες
ὁ της Ἐλεατικης αἱρεσεως ἡγησαμενος ἑν εἰναι το παν ἐφησε σφαιροειδες και πεπερασμενον , οὐ γενητον ἀλλ ' ἀιδιον και
και Κοδρατος και ὁ διδασκαλος μου Ἰσιδωριανος διαφερειν σφαιρας το σφαιροειδες ταυτηι , ἡι ἡ μεν σφαιρα κυκλοτερως πανταχοθεν εἰς
9999795 μανιᾳ
δηθεν ἐλεους ἐχομενον καθ ' ἑαυτον βουλευσαμενος , ταχα τῃ μανιᾳ της φιλαργυριας εἰς τουτο συνελαθεις , οὐχι δε συμπαθειᾳ
την αὐτου του καλλους ἀχραντον τε και καθαραν ἰδεαν ἐξορμωσαν μανιᾳ σωφρονι των ψυχων , “ ὁσαι Ζηνος ἐγγυς και
9999794 ἀριϲτολοχια
καλαμοϲ ἀρωματικοϲ ϲτυραξ κενταυριου του μεγαλου ἡ ῥιζα βραθυ ἰριϲ ἀριϲτολοχια κυδωνιων το ἀνθοϲ και ὁ χνουϲ λαπαθου ῥιζηϲ ἀφεψημα
δε ϲκολοπαϲ και ἀκανθαϲ , ἐπιϲπωνται ἀναγαλλιδεϲ αἱ δυο , ἀριϲτολοχια ϲτρογγυλη , ἀμμωνιακον ϲυν μελιτι , ὑοϲκυαμου καρποϲ λειοϲ
9999794 φθαρτικα
* οὐτε γαρ ὑγιεινα ταὐτα πασιν ὑπαρχει οὐτε θρεπτικα ἠ φθαρτικα οὐτε τα τουτοις ἐναντια , ἀλλα ταὐτα τους μεν
, κατα μερος δε τα μεν προηγουμενα αὐτου καυσωδη και φθαρτικα , τα δε μεσα εὐκρατα , τα δε ἑπομενα
9999793 ἀσπιδες
καλειται δε Λαλιχμιον του ἀναθεντος ἐπωνυμον . περι δε αὐτο ἀσπιδες ἀνακεινται , θεας ἑνεκα και οὐκ ἐς ἐργον πολεμου
λευκην ἀσπιδα φερων . λευκασπις ] + ἀπεστιλβον γαρ αἱ ἀσπιδες αὐτῳ τῳ χαλκῳ . ὀρνυται ] διεγειρεται . ὀρνυται
9999793 χειροϲ
μεν ἀπο του ϲκελουϲ , ὁτε δε ἀπο των τηϲ χειροϲ δακτυλων : ὠφθη δε ποτε και ἀπο τηϲ ὑϲτεραϲ
δακτυλοιϲ ἠ πολυπικῳ ϲπαθιῳ κεκρυμμενῳ ἐν αὐτοιϲ προηγουμενηϲ τηϲ ἀριϲτεραϲ χειροϲ και τι των λιπαρων ὑγρων δια κλυϲτηριδιου εἰϲ το
9999793 ἀπηλαυνε
τους εὐεργετας . ταυτ ' εἰπων ἀναβας ἐπι τον ἱππον ἀπηλαυνε και συν αὐτῳ οἱ ἀλλοι ἱππεις πλην τετταρων ἠ
και καταστησας Ἀρταφρενεα ἀδελφεον ἑωυτου ὁμοπατριον ὑπαρχον εἰναι Σαρδιων , ἀπηλαυνε ἐς Σουσα ἁμα ἀγομενος Ἱστιαιον , Ὀτανην δε ἀποδεξας
9999793 Ἀφροδιτη
Ἀρεως ὀντος Καρκινῳ ἠ Τοξοτῃ ἠ τοις τουτων τετραγωνοις . Ἀφροδιτη Σκορπιῳ μοιρᾳ κζʹ ὁριοις Ἡλιου : αἱ διαμετρουσαι Ταυρου
ἀνθωδες το ] τουτο ἀπεστυγεν ] ἐμισησεν Ἀφρω : ἡ Ἀφροδιτη , ἡ ἀφρογενης , ὑποκοριστικως ἐριδμαινεσκε ] ἠριζεν χροης
9999792 Χαλκιδευς
της Λημνου Μυρρινα τε και Ἡφαιστια δηλοι και Διονυσιος ὁ Χαλκιδευς ἐν γʹ Κτισεων . . . : Χαλκιδεις οἱ
ὡς Ἀντηνωρ ἐν τοις Κρητικοις ἱστορηκε , και Διονυσιος ὁ Χαλκιδευς ἐν ταις Κτισεσιν . . . : Ξανθος δε
9999792 πνευμονοϲ
περι μυελου τεκμαιρεϲθαι χρη περι των ὑπολοιπων μεθοδων . Περι πνευμονοϲ . Πνευμων ἀρνειοϲ και χοιρειοϲ καιομενοι και λειοι ἐπιτιθεμενοι
, ὁδοϲ ἀρτηριη , χωρη δε πνευμων , θωρηξ δε πνευμονοϲ ἐρυμα και δοχη . ἀλλα τἀλλα μεν ὁκωϲ ὀργανα
9999791 Περιπλῳ
, πολις παρα την Περσικην θαλασσαν , ὡς Μαρκιανος ἐν Περιπλῳ αὐτης . Μαλλαδα , πολις Περσικη . Μαρκιανος ἐν
φασιν . Χαλδια , χωρα της Ἀρμενιας . Μενιππος ἐν Περιπλῳ των δυο Ποντων : την * * * :
9999790 κυλικες
φιαλη . Ἀχαιος δε ὁ Ἐρετριευς ἐν Ἀλκμαιωνι ἀντι του κυλικες παραγωγως κυλιχνιδας εἰρηκε δια τουτων : ἀλλ ' ὡς
. νυν γαρ δη ζαπεδον καθαρον και χειρες ἁπαντων και κυλικες : πλεκτους δ ' ἀμφιτιθει στεφανους , ἀλλος δ
9999790 ὀξυμελιτι
ταυτα δ ' ἠτοι φοινιξιν ἀναλαμβανεσθω ἠ συν αἰρινῳ ἀλευρῳ ὀξυμελιτι ἡψησθω . εἰ δ ' ἀνευ νομης φλεγμαινοι ,
αἱ δι ' ἁλων . κατα δε της ἐμπλαστρου σπογγον ὀξυμελιτι ἠ ὀξυκρατῳ ἠ οἰνῳ διαβροχον ἐπιβαλουμεν : ἐπιδησομεν δε
9999790 ἐθαυμαζετο
ποιησας , ἐτι δε τας χειρας διατεταμενας ποιων , εἰκοτως ἐθαυμαζετο παρα τοις ἀνθρωποις : οἱ γαρ προ τουτου τεχνιται
. . Κ ἡ παλαι μουσικη και μεχρι των Πυθαγορειων ἐθαυμαζετο καλουμενη καθαρσις . . . . βουλομαι δε ἀνωθεν
9999790 ἀπελιπε
και ῥᾳθυμιᾳ ἐπειρωντο το χωριον ἀβατον φυλαττειν . Ἀριστοτελης ὁτε ἀπελιπε τας Ἀθηνας δεει της κρισεως , προς τον ἐρομενον
τοιουτῳ συνων σωματι τινα ἡγουμεθα εἰχε ψυχην ; Διογενης ἡνικα ἀπελιπε την πατριδα , εἱς αὐτῳ των οἰκετων ἠκολουθει ὀνομα
9999789 ἀμφορεα
, ὁσον ἐμοιγε φαινεται . τρεχ ' εἰς τον οἰνον ἀμφορεα κενον λαβων των ἐνδοθεν και βυσμα και γευστηριον ,
το μερος αὐτου ἐν τῳ μερει , ἐπει και τον ἀμφορεα του οἰνου φησαιμι ἀν εἰναι ἐν ἑαυτῳ , ὁτι
9999789 Ὀδυσσειᾳ
τε δαιμων ” ἀντι του ἐμαρτυρησε . και ἐν τῃ Ὀδυσσειᾳ “ ξεινοδοκος μεν ἐγω ” ἐδοξε τισι λεγειν .
. Ι διπλη ὁτι ὀνοματοθετικος ὁ ποιητης , και ἐν Ὀδυσσειᾳ παραπλησιως ποιει . οἱ δ ' εὑδειν ὠρνυντο κατα
9999788 ἐθελησειε
και ἀγροι και θεραπαιναι και ἐσθητες εὐανθεις και χρυσον ὁποσον ἐθελησειε . Και τι γαρ ; ἐν βραχει ὁ Λυσωνος
δε Σωκρατης : και ἐπιφωνησας ὁτι και συνεξαμαρτανειν ἀν τις ἐθελησειε τουτοις τοσουτοις και τοιουτοις οὐσιν , ἐπιφερει κατα λεξιν
9999788 πουλυβοτειρῃ
θεοις . Τρις γαρ ὡς ἀληθως μυριοι εἰσιν ἐπι χθονι πουλυβοτειρῃ οὐκ ἀθανατοι , ἀλλα λιθινοι και ξυλινοι δεσποται ἀνθρωπων
τουτων ποιητων : ἁρματα δ ' ἀλλοτε μεν χθονι πιλνατο πουλυβοτειρῃ , ἀλλοτε δ ' ἀϊξασκε μετηορα : τοι δε
9999788 δεσμωτηριῳ
ξυνεχομενους τους ἀνθρωπους ἐν τῃδε τῃ φρουρᾳ και τῳδε τῳ δεσμωτηριῳ μενειν τον τεταγμενον ἑκαστον χρονον , και μη πριν
κατηγορος διανοιας το ῥητον , ὁτι δεσμωτας λεγει τους ἐν δεσμωτηριῳ οὐ τους ἐν ἰδικῃ οἰκιᾳ : διαφερει δε του
9999788 ὁποιῳ
Ἀθηναζε , καθ ' ὁτι ἀν ἐπαγγελλωσιν Ἀθηναιοι , τροπῳ ὁποιῳ ἀν δυνωνται ἰσχυροτατῳ κατα το δυνατον : ἠν δε
και τα ἀλλα ὡς ἐχει φυσεως εὐ μαλα φαινεται . ὁποιῳ οὐν παθει ἐοικε , κατα τουτο χρη φυσιογνωμονειν .
9999788 ὁλκαδες
ὑπο του Λεπιδου καθειλκοντο , και ὑστερον αὐτας προσιουσας αἱ ὁλκαδες ὡς και τασδε ἀλλας πολεμιας ἐξεκλιναν , ἑως αἱ
χρονοις ἁπαξ ἠ δις , ἀλλ ' ὁσημεραι συνεχως και ὁλκαδες και ἐμποροι κομιζονται δι ' ἀμφοτερας της θαλαττης ,
9999788 βουτυρῳ
ἐπ ' ὀστρακου και τριψας προεπαλειψας τε τον ψωριωντα τοπον βουτυρῳ ἐπιπασσε τουτο και καταδει , χρω τε τῳ φαρμακῳ
ἀνθη συν κηρωτῃ και μυελῳ και στεατι , ὑσσωπον συν βουτυρῳ και μελικρατῳ . Προς τας ἑλκωσεις της μητρας ἁρμοζει
9999788 μακρῳ
, ἠν νοσημα ἐμπεσον διαφθειρῃ , ταυτης δ ' αὐ μακρῳ πραγματωδεστεραν νομιστεον , ᾑ τα των ἀνθρωπων ὁ ἀρχων
αὐτους κατα κρατος ἐνικησεν . Ὁτι Ταρκυνιος Γαβιους πολιορκων χρονῳ μακρῳ και μη δυναμενος ἑλειν τον ἑαυτου παιδα Σεξτον πληγαις
9999787 φοινικα
ἐχθρον , ἀλλ ' αὐτος παρελθων τα βραβεια και τον φοινικα ἀναδος και στεφανωσον , εἰ θελει , και ταις
Ὁτι ἀναθηλαι λογος ἐστι Δηλιος φυτα ἐν Δηλῳ ἐλαιαν και φοινικα , ὡν ἁψαμενην την Λητω εὐθυς ἀποκυησαι , τεως
9999787 σφετερῳ
ἀρχειν και φιλον ὀντα πεμπειν στρατιαν και την χορηγιαν τῳ σφετερῳ στρατοπεδῳ . ἀει δε μαλλον αὐξομενος ἐστρατευσεν εἰς την
λεγεται γαρ ὡς ἀρα Διι θηλην ὑπεσχεν ὑς και τῳ σφετερῳ γρυσμῳ περιοιχνευσα τον κνυζηθμον του βρεφεος ἀνεπαιστον τοις παρουσιν
9999787 βρεγμα
μη , ταυτῃ γαρ μονη ἐλπις , σχισαι αὐτου το βρεγμα , και ἐπην ἀποῤῥυῃ το αἱμα , συνθεις τα
ἐστιν . ἀρχη κατ ' ἰνιου λοξη ἐπι κορυφην , βρεγμα και παρειας ὑπο γενειον , εἰτα ἐναντια κειμενη γναθων
9999787 ἡδομεθα
οὐκ ἀει εἰσιν ἡδεις και χρησιμοι : ἀλλοτε γαρ ἀλλοις ἡδομεθα και ἀλλοτε ἀλλο ἐστι το χρησιμον . μη παραμενοντος
ἑνεκα του ἀγαθου . Ἡδυ δε ἐστιν τουτο οὑ παραγενομενου ἡδομεθα , ἀγαθον δε οὑ παροντος ἀγαθοι ἐσμεν ; Πανυ
9999786 πυραμιδα
ΖΗΘΚΛ βασιν , οὑτως ἡ ΑΒΓΔΕΜ πυραμις προς την ΖΗΘΚΛΝ πυραμιδα . Ἐπεζευχθωσαν γαρ αἱ ΑΓ , ΑΔ , ΖΘ
ἡ τριγωνον ἐχουσα βασιν πυραμις προς την τριγωνον βασιν ἐχουσαν πυραμιδα , οὑτως το πρισμα προς το πρισμα δια ιεʹ
9999785 κλιμακτηρες
γυναικων εὐνοηθησεται , ὀψεται δε θανατους τεκνων . οἱ δε κλιμακτηρες αὐτου εἰσιν ἐτος ζʹ , ιαʹ , ιθʹ ,
, και καταπονηθησεται ὑπ ' αὐτου . εἰσι δε οἱ κλιμακτηρες του θεου ἐτος θʹ , ιβʹ , ιδʹ ,
9999785 ἀπελθε
, καταλειψας , αὐτο , ἐκεινο , τα ἀπορηθεντα . ἀπελθε ] μεταβηθι εἰς ἑτερον , ἠγουν εὑρε ἑτερον ,
πατρος τον λογον αἰνιττεται , δεδηλωκαμεν . το δε ” ἀπελθε ἐκ τουτων ” οὐκ ἐσθ ' ὁμοιον τῳ διαζευχθητι
9999784 Περσικη
πεζεταιροι Περσαι [ και ἀσθετεροι ἀλλοι ] και ἀργυρασπιδων ταξις Περσικη και ἡ των ἑταιρων ἱππος και ταυτης ἀλλο ἀγημα
Καρδιανος , Ὀλβια Ὀλβιανος , Ἀδρια Ἀδριανος . Ἀρταια , Περσικη χωρα , ἡν ἐπολισε Περσης ὁ Περσεως και Ἀνδρομεδας
9999784 βουλωμεθα
προτασεων παντος του προτεθεντος προβληματος . δει , ὁταν τι βουλωμεθα ὑπαρχον τινι ἠ μη ὑπαρχον κατασκευασαι , πρωτον ἐκλαβειν
ὑμετεροις . Ὡσπερ γαρ ἐν τῃ τεκτονικῃ , ὁταν εἰδεναι βουλωμεθα το ὀρθον και το μη , τον κανονα προσφερομεν
9999784 ἐκκλησιᾳ
' ἀρχας ἠναγκαζον τοις νομοις χρησθαι , και ἐν τῃ ἐκκλησιᾳ και ἐν τῃ βουλῃ μετα των προεδρων ἐκαθηντο ,
ἀπειριαν : το δ ' αὐτο τουτο και ἐν τῃ ἐκκλησιᾳ διεπραξατο ἐπιψηφισθηναι και γενεσθαι δημου ψηφισμα , ἐπ '
9999784 χοιραδες
ὑγρον , ἐχον ἐν τῳ βαθει σαρκα ὑπωχρον διεφθαρμενην . χοιραδες περι σιαγοσι και τραχηλῳ και μασχαλαις και βουβωσιν ,
τραχηλον συναγχη , κυναγχη , ἀγχονη , ἐξωσις σπονδυλων , χοιραδες , στεατωματα . περι δε ὠμους του ἀκρωμιου καταγμα
9999782 κτητικη
ἐμαυτου οἰκου δεσποζω . φαινεται δε ὁτι παρηξεν αὐτον ἡ κτητικη συνταξις και ἡ προσθεσις του ἀρθρου , ἁπερ οὐκ
παραδεξασθαι την ἐμειο , καθο κυριωτερα λεξις , λεγω ἡ κτητικη ἀντωνυμια , δυναμενη και ἑνεκα μετρου και ἑνεκα λογου
9999781 νενευκυια
Βελγικην προσεισιν ἐπ ' ἀνατολας συχνον ὁσον ἡ Γερμανια , νενευκυια και αὐτη προς την ἐκτος θαλασσαν : μετα δε
δε γʹ καταληκτικον εὐριπιδειον . ἐπι τῳ τελει διπλη ἐσω νενευκυια . τῃ αὐτῃ και το ἐπιρρημα . τουτο δε
9999781 ἐμπλεα
. ἀναμεστα ] πληρη . , πεπληρωμενα , γεγεμισμενα , ἐμπλεα . και . . . Βουφονιων ] ἁπαντα φλυαριαι
και γαρ και τοιϲι κακοχυμοιϲι ἱερειοιϲι τα κρεα χαλαζηϲ ἐϲτι ἐμπλεα . ἠν δε πολλον αἰρηται ἀπο των ἐνδοθεν ἡ
9999781 ξυλωδες
ἐχοντα τιν ' ἡδονην αἱ ῥιζαι δε ἀβρωτοι δια το ξυλωδες ἠ πικρον ἠ ὁλως δυσχυμον ἠ ἀχυμον : διαφορα
το ἀγγειον ἀποτακησεται ὡς δι ' ἠθμου , το δε ξυλωδες ἐν τῳ ὀθονιῳ μενει . Χαμαιδαφνη ῥαβδους ἀνιησι πηχυαιους
9999781 εὐπρεπες
το μεν οὐν προτερον μετα την ἀπαγγελιαν ὁλης της χρειας εὐπρεπες ἐστιν ἐπενεγκειν , οἱον Ἰσοκρατους του ῥητορος τους εὐφυεις
δε ἐπελθουσης ὑπεδυετο αὐτον μισοπονηρια μεν δια το της βασιλειας εὐπρεπες , εὐλαβεια δε περι του μελλοντος : ἀρχην γαρ
9999781 φυλασσω
] ἐλπιδα ἐχον . εὐτ ' ἀν ] ὁποτε δε φυλασσω . δε ] γε . γαρ ] ἠ περισσος
, τοις δ ' ἐν Ἠπειρῳ θεοις πιστευοντα σων τε φυλασσω και ἱκετην ἀπημαντον και ἀβλαβη , και οὐκ ἀνθρωπων
9999781 ὀνειῳ
Ἠν δε χολωδης ᾐ , κολοκυνθιδας δυο ἀποβρεξαι ἐν γαλακτι ὀνειῳ ἑφθῳ ὁσον τεσσαρσι κοτυλῃσι , και ἀπηθησαντα κλυσαι ,
γραφει : καππαρεωϲ τον φλοιον τηϲ ῥιζηϲ ἑψε ϲυν γαλακτι ὀνειῳ μεχρι το τριτον λειφθῃ , και λεαναϲ καταπλαττε εἰϲ
9999781 Ἀλεξανδρωι
ἐγενετο της Ἐφεσιας Ἀρτεμιδος : ἐπεστελλε τε πολλα κατα Χιων Ἀλεξανδρωι , και μεντοι και αὐτον Ἀλεξανδρον ἐγκωμιασας πολλα .
. Ἀθαμαντι σατυρικῳ , . . δευτερος Εὐριπιδης . . Ἀλεξανδρωι . . Παλαμηδει . . Τρῳασι . . Σισυφῳ
9999781 ὁμωνυμιᾳ
προς τους ἐπιληπτους ἐν μελικρατῳ . ταυτα μεν οὐν ὡσπερ ὁμωνυμιᾳ τινι συνειληπται . Των δε ῥιζων και ἐν τοις
στησαμενος , κἀν τα ἐπη του θειου ἐκεινου ἀνδρος τῃ ὁμωνυμιᾳ πεπλανημενοι λεγειν τουτον ἐπλασαντο . Ὁμηροι γαρ πολλοι γεγονασιν
9999779 Ἑκατη
: Εὐρυτον δε θυρσῳ Διονυσος ἐκτεινε , Κλυτιον δε δᾳσιν Ἑκατη , μαλλον δε Ἡφαιστος βαλων μυδροις . Ἀθηνα δε
χθονιην ἐνεροισιν ἀνασσαν . . . . Βριμω ἡ αὐτη Ἑκατη , ὁτι Ἑρμου ἐν κυνηγεσιῳ βιαζοντος αὐτην ἐνεβριμησατο και
9999779 Σαρδεσι
Γοργιου του Λεοντινου , φιλος δε Κυρῳ . οὑτος ἐν Σαρδεσι διατριβων παρα τῳ Κυρῳ ἐπεμψεν εἰς Ἀθηνας ἐπιστολην Ξενοφωντι
του ἀπελθειν εἰς την ἑαυτου πατριδα μετα τοιαυτην ἡτταν ἐν Σαρδεσι παραγεγονως εἰς ἐρωτα της Μασιστιδος ἐμπεπτωκε γυναικος και ταυτῃ
9999779 πελαγη
κατα δεξια οὐ πανυ πορρωθεν γεφυραν ἐπεζευγμενην ὑδατος συναπτοντος τα πελαγη κατα την ἐπιφανειαν , ἐκ της ἑτερας θαλαττης εἰς
θαλασσης , ὁπου ποταμοι και λιμναι συμβαλλουσιν , ἐτι δε πελαγη μεγαλα και κολποι θαλαττης εἰσιν , ἐνταυθα μεν παντες
9999779 Ἐνδυμιωνα
πολυμηλον ἀντρον ὑπο ζαθεον καλλιπλοκαμων Νυμφαων , ἡχι ποτ ' Ἐνδυμιωνα παρυπνωοντα βοεσσιν ὑψοθεν ἀθρησασα κατηλυθε δια Σεληνη οὐρανοθεν :
ὀργανον της συριγγος φησι : τουτο γαρ πολυφωνον ὀν και Ἐνδυμιωνα ἐγειραι δυναιτ ' ἀν : ἀπηχησις συριγξεως : συριγγος
9999779 ἡγεμονι
και μενοντας ἐκστρατευσαι βουλεται κατα γενη ἑκαστους ὑπο τῳ οἰκειῳ ἡγεμονι . και ἐστιν αὐτῳ ἡ των λογων ὑποθεσις οὐχ
ἐπιταττομενα , και τα πλειστα αὐτοκελευστος ὑφιστατο κινδυνευματα δοξαν τῳ ἡγεμονι και τιμην πραττουσα : και διεξηλθε πολλην της Αἰκανων

Back