μενει ἐν Λεοντι ἡμερας λʹ ὡρας κδʹ . εἰς την Παρθενον Αὐγουστου κδʹ ὡρᾳ ἡμερινῃ ιδʹ και μενει ἐν Παρθενῳ
ὁρασεως : προσνεμει και ἀνδρειαν . Λεξωμεν και την καλλιστον Παρθενον κατα μερος ὡς θηλυκην και συνθετον και καταπτερωμενην νυκτερινην
9999996 Παρθενος
Λεων τον στομαχον και τας πλευρας κεκτηται , ἡ δε Παρθενος την κατω κοιλιαν . ὁ δε Ζυγος γλουτων δεσποτευει
Λεων δε προσαντεις και τραχεις και ἐρημους , ἡ δε Παρθενος σιτοσπορους , ὁ δε Ζυγος πεδινους , ὁ δε
9999992 καταλαμβανοντες
γαρ δηπου τουθ ' ὁτι παντες οἱ ξεναγουντες οὑτοι πολεις καταλαμβανοντες Ἑλληνιδας ἀρχειν ζητουσιν , και παντων , ὁσοι περ
ἀντι του εἰς των Ἐρινυων . ἀσυλον γαρ εἰχον οἱ καταλαμβανοντες τα ἱερα των Ἐρινυων . την μιαν κομων γναθον
9999992 καταγελαστον
σε μονον θαυμαζοντες . δια τουτο ἀν μεν τινα αἰσθῃ καταγελαστον και του παντος ἡμαρτηκοτα , τουτῳ και εὐμενης εἰ
; ἀρα τους πνευματα ἐχοντας τουτεστι δαιμονια ; ἀλλα τουτο καταγελαστον . πνευματιας γαρ καλει τους ἐχοντας μεγαλην και πυκνην
9999992 κατορθουμενων
εἰ στεφανουν ἐπι τοις ἠτυχημενοις ἠξιου την βουλην : των κατορθουμενων γαρ ἐγωγ ' ἡγουμην ἐργων τας τοιαυτας ὡρισθαι τιμας
ἐπιεικειας κρινομενα παντων ἐστι των ἀγαθων των παρα του φρονιμου κατορθουμενων , προς ἀλλον του ἐπιεικους την οἰκειαν ἐνδεικνυμενου ἐνεργειαν
9999992 ἀναστατον
ἀλλοις συμμαχοις οἰκισαι την Μεσσηνην , πολλα μεν ἐτη γεγενημενην ἀναστατον ὑπο Λακεδαιμονιων , τοπον δ ' εὐθετον ἐχουσαν κατα
' , ἐν οἰκῳ διαπεπυκτευκας τῳ δουλαριῳ , την οἰκιαν ἀναστατον πεποιηκας , τους γειτονας συντεταραχας : και ἐρχῃ μοι
9999992 κατασκευαζομενος
, καταλυσαι την Ῥωμαιων ἡγεμονιαν ἐπεβαλετο εἰθ ' ἑαυτῳ τυραννιδα κατασκευαζομενος εἰτε τῳ Σαβινων ἐθνει πραττων ἀρχην και κρατος εἰτ
την διανοιαν καθολου ἐκφερεται , ὁτι πας ὁ πραττων και κατασκευαζομενος τα δι ' ὡν τινα ληψοιτο , οὑτος ἐκεινῳ
9999992 καθαιρεται
προσθετων , ὁσα τε δριμεα ἐστι και ὑφ ' ὡν καθαιρεται αἱμα , και των ποματων ἁσσα ὑστερας καθαιρει .
ὑδατος κοτυλην ἐπιχεας , ἐνειναι ἐς την ἑδρην , και καθαιρεται . Ἠν το στομα των ὑστερεων σκληρον γενηται ὑπο
9999992 κατεχων
τῳ λεγομενῳ ἐς το μεσον . Προϊουσης δε της ποσιος κατεχων πολλον τους ἀλλους ὁ Ἱπποκλειδης ἐκελευσε οἱ τον αὐλητην
ἰθυς κιεν αὐτου διος Ὀδυσσευς . ἠ τοι ὁ μεν κατεχων κεφαλην φυτον ἀμφελαχαινε : τον δε παρισταμενος προσεφωνεε φαιδιμος
9999991 διαβαλλοντων
αἱρουμενους των πατριων ὑπο φρονηματος , ὡς μεν ἐνιοι των διαβαλλοντων εἰποιεν ἀν , βαρβαρικου , ὡς δε ἐχει τἀληθες
φιλοσοφιαν λογων οἰκειουσθαι και ἐμοι συγγιγνεσθαι , φοβουμενος τους των διαβαλλοντων λογους , μη πῃ παραποδισθειη και Διων δη παντα
9999991 κατεχοντων
ἠ ῥοιων , το ϲαρκωδεϲ και ϲκληρον ἀποπτυετωϲαν . μη κατεχοντων δε την τροφην ϲικυαν ὡϲ μεγιϲτην κουφην τῳ ϲτομαχῳ
ἡς ἐν τῃ χειρουργιᾳ προεπιπτεν ὁ διδυμος , χαλασθεντων των κατεχοντων αὐτον και περιειληφοτων ἀγγειων , συν οἱς και ὁ
9999991 τερατευομενος
. τον γουν γραφεντα κατα Κτησιφωντος Δημοσθενης πολλα βοων και τερατευομενος ἡρπασεν . ὁθεν και ὁ Αἰσχινης κακον ἐθος φησιν
] ἱνα δυνηται πιπρασκειν τα κτηματα . . . . τερατευομενος ] τερας τι και παραδοξον λεγει με ἐπαγγελλειν .
9999991 ὀνομαζομενους
γενομενου και ζεσαντος , ἐνσκηψαντος μοριῳ τινι , συμραινει τους ὀνομαζομενους ἀνθρακας γινεσθαι , οἱπερ εἰσι χαρακωδη ἑλκη , το
τους ἰδιους λογους και μυθους , τους ἀχρι και νυν ὀνομαζομενους , κατελιπεν εἰς την βιβλιοθηκην και λαβων παρα του
9999991 μιγνυμενον
ἐπι την ἐκκρισιν : ὀλιγον δ ' εἰναι χρη το μιγνυμενον αὐτῳ μελι , μη πως γενηται δακνωδες . ἐλαιαι
δε καθ ' ἑκαστον ἐστι το συνεκτρεφομενον και συνανα - μιγνυμενον εἰτε δια τας χωρας , ὁπερ οὐκ ἀλογον ,
9999991 παραλλαττειν
πασι ποιεισθαι τοις ζῳδιοις , ἐτι δε , δια το παραλλαττειν , ὡς φαμεν , τας ὁμολογους κινησεις και κατα
συγκατεστρεψεν ἐπι τα προειρημενα , ὡστε τοις καιροις μη πολυ παραλλαττειν ἐς το τελος την γραφην . [ . .
9999991 κομιζομενον
μετεσχηκοτα και τεθεαμενον θεον τον αὑτου νεων τον ἐν ἀστει κομιζομενον μετα την ἐξω τειχους διατριβην την κατα νομον .
της ἀκτης το ἀνθος . καρυοφυλλον το ἐκ της Ἰνδιας κομιζομενον . κονια ἠτοι ἡ στακτη ὀνομαζομενη . κισσανθεμον ἠτοι
9999991 ἀθροιζομενον
οὐχ ὡς ὁ Σωρανος ᾠηθη φλεγμονην εἰναι : το γαρ ἀθροιζομενον αὐταις κατα βραχυ σπερμα μενον και καταψυχομενον , διδωσι
γενναται μαλλον τῃ χοληδοχῳ κυστει ἐοικοτα , ἐν οἱς το ἀθροιζομενον ὑγρον περιεχεται . παρεπεται δε ταις πασχουσαις ὀγκος μεγας
9999991 καταλιπειν
του Ὑρτακου , ὁτι του στρατηγου κελευσαντος ἐξω της ταφρου καταλιπειν τους ἱππους μονος οὐχ ὑπηκουσεν , ἀλλα συν αὐτοισιν
Ἀριστοτελης ἐπιτρεψει . πειραται δε προσαναγκαζειν αὐτους ἠ ὁρον τινα καταλιπειν ἐν τοις πραγμασι και μη παντων ἀταξιαν και ἀοριστιαν
9999991 εὐτυχηματων
δε ἡδονη ποτου . Εἰτα ἡδονης μεν ἐσται κορος , εὐτυχηματων δε οὐκ ἐσται κορος ; εἱς μεν , οἰμαι
τους περι Σελευκον και Λυσιμαχον και Κασανδρον ἐγραψε περι των εὐτυχηματων και περι του πληθους των προς αὐτον αὐτομολησαντων ,
9999991 παραδοντων
πολεσιν ἐκειναις . ἡμεις δε ἀν ἀπολαβωμεν το πρωτειον ἀμαχει παραδοντων αὐτο των Νικαεων , ποτερα ληψομεθα τους φορους ,
και του παντελους ἀνδραποδισμου της πολεως , και της των παραδοντων σφας Λακεδαιμονιοις οὐχ Ἑλληνικης γενομενης δια Θηβαιους σφαγης ,
9999991 κατοιχομενοις
. Ἐναγιζειν . τας χοας ἐπιφερειν , ἠ θυειν τοις κατοιχομενοις , ἠ το δια πυρος δαπαναν . Ἡβηδον .
Ἐπιτρεπουσι και Φιλημων ἐν Μυρμιδοσι . | ἐναγιζειν : τοις κατοιχομενοις ἠ τοις καταχθονιοις θυειν . ἐρυματων : στηριγματων .
9999991 καθαιρον
ὑδατι διεις , εἰριῳ ἑλιξας , προστιθει . Ἑτερον χολην καθαιρον : σικυης ἐντεριωνην λειην τριψας , μελιτι φυρησας ,
μιξας και ἐλαιον ἀνθινον , κλυζειν . Φλεγμα και χολην καθαιρον : κοκκους κνιδιους ἑξηκοντα , μελι τε και ἐλαιον
9999990 καινοτατον
, παντα γαρ ἰσα ἀλληλοις . ἀλλ ' ὁ γε καινοτατον , ἐπι θρονου γαρ , οἱου συ , καθιζων
ἠ κοιλον μελλωσιν ὑπερβαινειν , και ὑπομιμνησκειν αὐτους , το καινοτατον , ὁτι βαδιζουσιν . δεινον οὐν ἐποιειτο , εἰ
9999990 παραλαμβανουσιν
δια καρδαμωμου και κυμινου και κνιδης σπερματος και πεπερεως ἐκλειγματα παραλαμβανουσιν . ἡμεις δε ταυτα δια την δριμυτητα παραπεμψαντες ,
, ἐν σοφῳ μονῳ φυομενην . το δε λεγειν ἀμφοτεροι παραλαμβανουσιν ὡς διαφερον του διαλεγεσθαι , ἐπειδηπερ το μεν ἐν
9999990 γινωσκομενον
. Ἐντευθεν δεικνυσιν ὁτι ἑκαστον αἰτιον ἱκανον ἐστι σοφιαν ἐμποιησαι γινωσκομενον , ὡς εἰρηται αὐτῳ ἐν τῳ μειζονι Α .
οὑτως τοινυν , ὡς ἐρρεθη , δυνατον κρειττονως γινωσκειν το γινωσκομενον ἠ κατα την φυσιν αὐτου , ὡς ἐπι Σωκρατους
9999990 παρεδρον
? [ κοινην Ὀλυμπου την ἀνω μοναρχιαν . ἡ τοι παρεδρον [ ] θεων δρομον κεκτημενη ? ? Δικη ?
του παρεδρου πατερα , ἐβουλευου δε ὁπως αὐτον ἐκβαλῃς τον παρεδρον ὡς πλειονων ἠ προσηκε γραμματων εἰσιοντων τε και ἐξιοντων
9999990 ἀπειρατον
, ἀφιξεσθαι , ἠγουν παραγενησεσθαι , ἀπελευσεσθαι ὑμας , μηδε ἀπειρατον , ἠγουν ἀδοκιμον , ἀμετοχον καλων , ἐργων δηλονοτι
της ἱστοριας περιγινομενη συνεσις των ἀλλοτριων ἀποτευγματων τε και κατορθωματων ἀπειρατον κακων ἐχει την διδασκαλιαν . ἐπειτα παντας ἀνθρωπους ,
9999990 κατεχεις
, σκηπτουχε κλεινοιο πολου , πολυωνυμε , σεμνη , ἡ κατεχεις κοσμοιο μεσον θρονον , οὑνεκεν αὐτη γαιαν ἐχεις θνητοισι
τι ἐργῳ , το δε προτιβαλλεαι ἀντι του σωφρονιζεις , κατεχεις . . . . ἀϊδηλος : κεινος δ '
9999990 ἐπιμελειαν
ζητειν παρακελευεται κἀκεινου ἐχεσθαι και της προς ἐκεινον ὁμοιωσεως πλειστην ἐπιμελειαν ποιεισθαι . και οὑτως ἀμφοτερα συμβαινει , τα τε
ᾡ φυσει ἐοικε , της προς ἐκεινον ὁμοιωσεως ἀει την ἐπιμελειαν ἐχοις , παν δε το της ὁμοιωσεως παραγον μεγιστην
9999990 καρδιας
πλευριτιδος . κʹ περι ἐμπυηματων . καʹ περι παθων της καρδιας . αʹ Περι ἀνωρεξιας . βʹ περι βουλιμου .
ἰδεας . δια δη την εὐποριαν της τοιαυτης τροφης ἀπο καρδιας ἐπιπεμπεται τῳ πνευμονι , του αἱματος ἀκριβως ἐν ἐκεινῃ
9999990 ὑπερβαλλοντος
ἐστιν περι την δοθεισαν εὐθειαν παντος του παραβεβλημενου ἠδη χωριου ὑπερβαλλοντος τετραγωνῳ μειζον χωριον παραβαλλειν ὑπερβαλλον τετραγωνῳ και παλιν ἐλασσον
: ἰστεον δε , ὡς το παραγραφικον το ἀπο του ὑπερβαλλοντος τοτε μονον θελει ἐμπιπτειν ὁ Μαϊωρ ὁτ ' ἀν
9999990 παραταττεσθαι
ταὐτον ἐμοι ἐφη , Ὑγιαινε , βασιλευ , καιρος ἠδη παραταττεσθαι . ταραχθεντων δε των παροντων προς το παραδοξον της
πως δε κἀν ἡμεις οἱ μηδε την ἀγοραν εἰδοτες ὑπομειναιμεν παραταττεσθαι και ὁπλομαχοις ἀνδρασιν ὑπηρετειν ; δυοιν δε ὀντοιν χαλεποιν
9999990 βουλευομενον
, ἡτις ἐστιν ἡ προς ἑκαστον μερος της εὐδαιμονιας τον βουλευομενον ἀποφερουσα . ὁτι δε και περι του ἁπλως τελους
συλλογιζομενον εἰ καλως ἡ ὀρεξις ὠρεκται , ἐπειτα προαιρουμενον και βουλευομενον ὁπως του ὀρεκτου ἐπιτευξεται , δια τουτο ἡ προαιρεσις
9999990 καταλυσας
μηδε τα νηπια παιδια εἰδεναι τι . . . : καταλυσας , κατασπασας , ἀποστας τουτου . . : ὡς
και τουτ ' ἐξελεγξειν ἠ παρ ' αὑτου καταθησειν , καταλυσας ψηφισματι κληρωτην ἀρχην ἐπι τῃ προφασει ταυτῃ , ἐπι
9999990 κατεχομενους
και διδωσι τῃ γῃ . τους δε βιᾳ ὑπο τινος κατεχομενους ἀπαλλασσει : και γαρ το περιεχομενον του περιεχοντος ἀπαλλασσει
βραχιονας αὐτου , τῃ δ ' ἑτερᾳ τους ποδας ῥυτηρσι κατεχομενους μακροις : ἐλαυνοντων δε των ἡνιοχων τας συνωριδας ἀπ
9999990 διατριβοντων
τα στρεβλα ξυλα . τευταζοντων . πραγματευομενων , ἐπι πολυ διατριβοντων ἐν τῳ αὐτῳ , φροντιζοντων , ἠ ἐπιστροφως τι
τοιοσδε τις ἠν . εἰναι τινας ἐφη των περι αὑτον διατριβοντων , οἱ πολλακις ἐποιουντο μνειαν των Πυθαγορειων , διασυροντες
9999990 καταγραφειν
” ἐν τῃ ψυχῃ αὐτα και μη ἐν τοις χαρτιοις καταγραφειν . “ ὡσπερ ὑπο του ἰου τον σιδηρον ,
αὐτοκρατορας του πολεμου Τυλλον τε και Μαρκιον δυναμεις τε ψηφιζονται καταγραφειν και χρηματ ' εἰσφερειν και τἀλλα παρασκευασασθαι , ὁσων
9999990 ἐπιλαμβανεσθαι
ἡ βατος , ” ἐμου βουληθεισα ἐπιλαβεσθαι , ἡτις παντων ἐπιλαμβανεσθαι εἰωθα . ” ὁ μυθος δηλοι , ὁτι οὑτω
ψυχη οὐν αἰτια τοιαυτην ἐχουσα φυσιν ὡστε των αἰσθητων παραρρεοντων ἐπιλαμβανεσθαι των ὁμοιων τυπων και ἐναποτιθεσθαι τῃ μνημῃ , συλλεγουσαν
9999990 ἀπεχομενους
τον Ὁμηρον Συρον ὀντα το γενος κατα τα πατρια ἰχθυων ἀπεχομενους ποιησαι τους Ἀχαιους δαψιλειας πολλης οὐσης κατα τον Ἑλλησποντον
, οὑ μηποτε φυσιν την αὑτου ῥιζωθεν ληψεται γονιμον , ἀπεχομενους δε ἀρουρας θηλειας πασης ἐν ᾑ μη βουλοιο ἀν
9999990 ἐπικαιρους
το τελος ἐπηνεγκαν , ἐπι δε το μεσουρανημα ἠ τους ἐπικαιρους τοπους ἀπραξιας και αἰτιας ἐπιταραχους ἠ κινδυνωδεις : ὁμοιως
εἰληθερουσας στερνα τ ' ἠμφιεσμενας , γυμνας ἐφεξης τ ' ἐπικαιρους τεταγμενας : ὡν ἐστιν ἐκλεξαμενον ᾑ τις ἡδεται ,
9999990 κομιζομενος
της ὑδρειας ταξαμενος παρα τοις ἀγρονομοις , ταυτην ἡμερας ἑκαστης κομιζομενος , οὑτω κοινωνειτω τοις γειτοσιν ὑδατος . ἐαν δε
αὐτους φανερους ποιησαι . και το μεν πρωτον οὑτος οὐ κομιζομενος παρ ' αὐτων τα χρηματα μηνυσειν ἐφη τῃ πολει
9999990 βαθυτερον
και γαρ μαλλον τε και ἡσσον φλαται , και ἐς βαθυτερον τε και δια παντος του ὀστεου , και ἡσσον
οὐκ ἀκος το μη συμμιγνυναι μηδε σκεδαννυναι ταυτην ἀλλα τοσουτῳ βαθυτερον τον γυρον ἠ την ταφρον ὀρυξαντα τον τε τροχμαλον
9999990 ἀφικομενους
παιδιων ἐκεισε τρεπειν τας ἡδονας και ἐπιθυμιας των παιδων οἱ ἀφικομενους δει τελος ἐχειν , τουτ ' εἰ δει φησαι
βιᾳ ἐξαιρειν ἠ ὁμολογιᾳ παριστασθαι και ἐπι τον Ἰνδον ποταμον ἀφικομενους παρασκευαζειν ὁσα ἐς την διαβασιν του ποταμου ξυμφορα .
9999990 παρακαλουντων
φρουραν ἐκβαλουντες , παραγενομενων δε πρεσβευτων ἐκ της Ἀλεξανδρειας και παρακαλουντων παυσασθαι της φιλοτιμιας τουτους μεν ἀπεκτειναν , την δ
ἐπ ' ἀκουσιῳ τῳ κακῳ , των δε ἀλληλους ἀμυνειν παρακαλουντων : και οἱ μεν ὀπισθεν ἀνειχον τους ποδας χερσι
9999990 πινοντων
οὑτως : Την συμβολην την εἰς τα συμποσια ὑπο των πινοντων εἰσφερομενην Ἀργειοι χων καλουσι , την δε μεριδα αἰσαν
πολυγονωτατον και γλυκυτατον : διο και λυειν τας κοιλιας των πινοντων μιξιν ἐχον λιτρωδη . . . και των γλυκεων
9999990 προγεγραμμενον
τυμπανικους και σκιρρωδες ἐχοντας το ἡπαρ ποιει μεν και το προγεγραμμενον βοηθημα , πολυ δε μαλλον ἐκεινα δει σκευαζειν ,
. και το δια του χυλου του μολυβδου χρισμα το προγεγραμμενον ἐπι των αἱματικων ῥευματων χρησιμωτατον ἐστι και τουτοις .
9999990 καταλαβειν
ἡ γενεσις , ἀλλα και ἡ αὐξησις τῳ πλειονα τοπον καταλαβειν , και ἡ μειωσις τῳ ἐλαττονα τοπον καταλαβειν ,
τινα των ἐμων δυναμεων κατα την οὐσιαν ἐλπισῃς ποτε δυνησεσθαι καταλαβειν . των δ ' ἐφικτων , ὡς εἰπον ,
9999990 διπλασιον
παραλληλοις ταις ΒΓ , ΑΕ . ἀλλα το ΑΒΓΔ παραλληλογραμμον διπλασιον ἐστι του ΑΒΓ τριγωνου : ἡ γαρ ΑΓ διαμετρος
ἐστιν ἰση ἡ ὑπο ΔΛΠ γωνια τῃ ὑπο ΚΛΝ : διπλασιον ἀρα ἐστι το ὑπο ΚΛΝ του ὑπο ΛΔΓ .
9999990 καταλαβοντες
, συν ὁσοις εἰχον ἀμφ ' αὑτους , το Ἀρτεμισιον καταλαβοντες ἐκρατυνοντο και Κοιντον Φλακκου παιδα ἐς την βουλην ἐπεμπον
τους μεν φευγοντας ἐπιδιωκουσι και δακνουσι και διεσπασαν ἐστιν οὑς καταλαβοντες , τους δε ἐπιοντας και μαχομενους φοβουνται και ἀναχωρουσι
9999990 σημαινομενοις
λεξεσιν ὁ συλλογισμος το εἰναι ἐχει ἀλλ ' ἐν τοις σημαινομενοις , σημαινει δε λογοις ὀνοματα ταὐτον , ὁταν ὠσιν
γενομενους , διαφθαρηναι ἐν Θηβαις , ὁτι μη ἐπειθοντο τοις σημαινομενοις ἀπο θεων . και τον Ἑκτορα οὐ πεισθεντα Πουλυδαμαντι
9999990 παραθεις
ἐμπλησαι , ἑστιαν δ ' αὐτον και μυρτοις ᾠετο και παραθεις ἀν των ῥοδων ἠ των ἰων κομιδῃ ὀλιγα .
ἐμε ἐξηπατησας ἐν τῃ νομῃ των κρεων ὀστα πιμελῃ κεκαλυμμενα παραθεις και την ἀμεινω των μοιρων σεαυτῳ φυλαττων , τι
9999990 Ποντικον
ἀπαθων , τουτεστι των ἀτομων , οἱ δε περι τον Ποντικον Ἡρακλειδην και Ἀσκληπιαδην ἐξ ἀνομοιων μεν , παθητων δε
φασι και τα θρεμματα . ἀηρ διαλλαττων δε παρα τον Ποντικον ἐστιν ὑπερ αὐτους , καιπερ ὀντας πλησιον : οὐ
9999990 καταστασεως
ταις ἀπαντησεσι ταις προς τας ἀντιθεσεις ἠ και ἀλλως χωρις καταστασεως ταχειαις χρησθαι , οἱον ποι δη προσορμιουμεθα ; ἠρετο
πολιτην ὑβρισεν , οὑτος ἐγραφετο : ποιησεις την εἰςαγωγην της καταστασεως παθητικην , ὡς ἐθος ποιειν Πολεμωνι : ἐν οἱς
9999990 μαινομενοις
εἰη γινωσκων ὀργην ἡντιν ' ἑκαστος ἐχει . ἐν μεν μαινομενοις μαλα μαινομαι , ἐν δε δικαιοις παντων ἀνθρωπων εἰμι
ὡς μη δει συμβουλευοντας κρινετε ; ἠ τοις τοιουτοις ὡς μαινομενοις οὐκ ἐπιτρεπειν συμβουλευειν προσηκει ; εἰ δε μητε τους
9999990 κοινωνον
ὑποκρινομενου , πιθανως δε δακρυοντος : ὁν νομιζω και αὐτον κοινωνον γενομενον του φονου περι ἑαυτου φοβεισθαι : ὡστ '
ἐγκαθημενων αὐτῃ στρατιωτων τετρακιςμυριων , ἐθριαμβευσεν ἐπι τῃ νικῃ , κοινωνον ἐχων του θριαμβου τον κοινωνον της βασιλειας και του
9999990 ὠνομασμενον
οὐκ ἐστιν εὐχερες ἐρωτησαι και το καθολου δια το μη ὠνομασμενον εἰναι , ἠγουν δια το μη ἐν ἐνι ὀνοματι
Μαιωτιδος λιμνης το Παντικαπαιον ἐστιν ἐσχατον , του Βοσπορου βασιλειον ὠνομασμενον . . . . Ἀνωθε τουτων ἡ Σκυθις γη
9999990 σωφρονος
οὐ μαχη τις ἐστιν , ἀλλ ' οἱον ἐπι του σωφρονος , του λογου προστασσοντος δειν ἀπεχεσθαι των αἰσχρων ἡδονων
νεανισκου ἐπιμελειας τε και ἀγωγης καλης τε και ἀνδρικης και σωφρονος γινομενης πολυ εἰναι μερος το παραδιδομενον εἰς την του
9999990 παρεξεσθαι
την Μηδειαν παραχρημα ἐπι του σωματος ἑαυτης τας τουτων πιστεις παρεξεσθαι . εἰπουσαν γαρ μιαι των Πελιου θυγατερων καθαρον ἐνεγκειν
μονον οὐκ ἐλαττω της ἱκανης , ἀλλα και θαυμαστην πληθει παρεξεσθαι ; ταυτην ἐγω μονην αἰτιαν ἐπινοω δι ' ἡν
9999990 κατασκευαζομενον
, ἐπιφορα δε [ συμπερασμα ] το ἐκ των λημματων κατασκευαζομενον ἀξιωμα . οἱον ἐν τουτῳ τῳ λογῳ εἰ ἡμερα
. εὑρειν δ ' αὐτον και το ἐκ της κριθης κατασκευαζομενον πομα , το προσαγορευομενον μεν ὑπ ' ἐνιων ζυθος
9999990 καταστησαντος
ηὐτυχει : και ἐμελλον ἐπι μειζον χωρησαντος αὐτου και ἀντιπαλα καταστησαντος των μεν στερεσθαι , τοις δ ' ἐκ του
εἰς Ἐφεσον κατεφυγον : Ἀτταλου δ ' εἰς Μυοννησον αὐτους καταστησαντος μεταξυ Τεω και Λεβεδου , πρεσβευονται Τηιοι δεομενοι Ῥωμαιων
9999990 διδασκομενον
φυσει ἐπιφημιζοντα ὀνομα , ἠ τον ὑπηρετουμενον τῳ ἐπιστημονι και διδασκομενον μεν παρ ' ἐκεινου την οὐσιαν ἑκαστου των ὀντων
. ὁ παλιν ἀπορον ἐστιν : ὡσπερ γαρ αὐτο το διδασκομενον κατα τουτο διδασκεται καθο τι ἐστιν , οὑτως ἐπει
9999990 διαλειποντων
αὐτων εἰσι διαλειποντες , οἱ δε συνεχεις , περι των διαλειποντων πρωτως εἰποντες και περι των συνεχων εἰθ ' οὑτως
ποτον παραυξειν . πληθος δ ' ἡμερων ἐπι μεν των διαλειποντων παθων ἐστω μητε ἐλαττον ιδ μητε πλεον κα ,
9999990 παραβαλλοντες
τα ἀλλα ὁποιος εἰμι πολιτης ἐγω , προς ὁντινα βουλεσθε παραβαλλοντες τοσουτων οὑς οὐ κατακαετε . ἐστι μεν γαρ χωρια
. διαγνωσομεθα δε , εἰ το νοσημα σωτηριον ἐστι , παραβαλλοντες δηλονοτι τον τονον της δυναμεως τῳ μεγεθει του νοσηματος
9999990 παρεσεσθαι
ᾑ τε κρατειται . Πρωτον μεν θεογνωσιαν και θεολογικην ἐπιστημην παρεσεσθαι τοις οὑτως ἀχθεισι προλεγει και παντων των ἀπο της
παρα των Ἀντιατων βοηθειᾳ , ἡν οὐ δια μακρου σφισι παρεσεσθαι ἐπιστευον , ἀνοιξαντες ἁπασας τας πυλας ὡρμησαν ἐπι τους
9999990 καθαιροντων
αὐτων ἀκολασιαν και πονηριαν , μηδε μαντεων μαντευομενων μηδε ἱερεων καθαιροντων . εἰς δε τας πολεις συνελθοντας , ὁπως ὑπο
ἐν ᾡ δη καιρῳ και κρισις γινεται . των δε καθαιροντων φαρμακων κακουντων το στομα της γαστρος , ἡ μιξις
9999990 συντελει
τα παντα , και οὐδεν ἐστιν , ὁ τι μη συντελει εἰς τα παντα , οὐδεν ἐστιν αὐτου , ὁ
ἑκαστος , ἀλλ ' εἰ τον φθογγον τον αὑτου εἰσφερομενος συντελει εἰς μιαν ἁρμονιαν ζωην και αὐτος φωνων , ἐλαττω
9999990 κρατερον
? ? [ ἐτλη ἐσαντα ἰδων ? ? [ μειναι κρατερον ] ? Μελεαγρον ? [ ἀνδρων ἡρωων , ὁποτ
τρωγειν , εἰασε Φοιβος Ἀπολλων . ὡς ἰδον Στρατοκλη , κρατερον μηστωρα φοβοιο , τριγλης ἱπποδαμοιο καρη μετα χερσιν ἐχοντα
9999990 ἀποφαινεσθαι
ταυτην τηνικαυτα συμβαινει την δυναμιν ἀπατασθαι και το ξανθον εὐθυς ἀποφαινεσθαι και γλυκυ , συνδραμειν αὐτα και νυν οἰηθεισαν ,
χαριν , ἀλλ ' ὁ βελτιστον ἑκαστος ἡγειτο , τουτο ἀποφαινεσθαι : πραγματων δε οὑτως : ἀντι πολλων , ὠ
9999990 βιαζομενους
φυγοντες ἐπι τινα τοπον ἐρυμνον το μεν πρωτον ἠμυνοντο τους βιαζομενους , ἀνυδρον δε κατειληφοτες τοπον και τῳ διψει πιεζομενοι
τοις αὐτοις ἐνεχεσθαι : οὑτως , ὠ ἀνδρες , τους βιαζομενους ἐλαττονος ζημιας ἀξιους ἡγησατο εἰναι ἠ τους πειθοντας :
9999990 δειξαντος
Λιβυν φησιν , οὐ μαθηματικον , ἀπολιθωθηναι δε ὑπο Περσεως δειξαντος αὐτῳ την γοργονην δια το μη ἐαν αὐτον διελθειν
παντας ἐπισχειν ἀξιουντος , ἠρωτησε δια τι : προσμενουσι . δειξαντος δε του μαντεως αὐτωι τον ὀρνιθα και φησαντος ,
9999990 ἀπαλλαττομενος
, τους μεν βαδιζειν εὐθυ του ἱερου , αὐτος δε ἀπαλλαττομενος δεξιουσθαι τε αὐτους και χαριν ἐχειν , ὁτι πανταχου
ὡστε ὁ μεν προσιων θεῳ στασεως ἐφιεται , ὁ δε ἀπαλλαττομενος ἁτε γενεσει τῃ τρεπομενῃ προσιων κατα το εἰκος φορειται
9999990 παραβαλλομενων
τουτου γινομενου , τουτεστιν ἀφ ' ἑτερων εὐθειων ἀλογων χωριων παραβαλλομενων παρα την Β ῥητην και πλατη ποιουντων τας εὐθειας
μειζον ἐστιν . Παντων ἀρα των παρα την αὐτην εὐθειαν παραβαλλομενων παραλληλογραμμων και ἐλλειποντων εἰδεσι παραλληλογραμμοις ὁμοιοις τε και ὁμοιως
9999990 γινομεναις
ἡ μεν βασις ἰση ἐστιν ταις ὑπο των ΑΔ ΔΓ γινομεναις κατα την στροφην ἐπιφανειαις , ὑψος δε ἡ ἀπο
προς ᾠδαις ἀναρθροις και προς ταις συνουσιαις ταις παιδιας χαριν γινομεναις , ὑπ ' οὐδενος περισπωμενοι , δια την εὐκοπιαν
9999990 ἀστατον
. Ὁ Ἐρως δικαια πραττει , ὁροων γαρ Ἀφροδιτην νοον ἀστατον λαχουσαν , ῥοδεοις ἐνυξε κεντροις . Γενεην ῥοδων φανεισαν
ἠλθον αἰτιας , ἀλλα τοὐναντιον και το τουτων συγκεχυμενον και ἀστατον και ἀβεβαιον και πλημμελες ἐκ της οὐσιας ἐκεινης ὑπελαμβανον
9999990 ἐπιστρατευειν
συμβῃ την χωραν εὐεπιβουλευτον γενεσθαι , δειχθεισης παροδου τοις ἐξωθεν ἐπιστρατευειν ἐθελουσιν . ὡς δ ' ἐπυθετο λογῳ μεν πεμπομενον
Μινυειον . δι ' ἀνυδριαν : των νησων δηλονοτι . ἐπιστρατευειν : ταις νησοις . Κνιδαιων : Κνιδαιος , εἰ
9999990 συνειρειν
. Ἀριστον δε ἱππασιμων ὀντων τοπων και ὑπαρχοντων ἱππων ἱππεας συνειρειν , ἱνα δια τωνδε θασσον ἀγγελληται . Πεμπειν δε
προϊοντος ἀει του λογου δυναμεως ἐμπιπλασθαι μετα κουφοτητος , και συνειρειν οὑτως ὡσθ ' ἑπεσθαι μολις τους ἀκροωμενους . και
9999990 δεκατον
ἐς Ἀθηνας ἀποπλειν , Θησεα δε , ὡς ἑκτον και δεκατον ἐτος ἐγεγονει , την πετραν ἀνωσαντα οἰχεσθαι [ και
και τεταρτῳ διαφερειν ἀπεχοντα μοιρας λγʹ γʹʹ . τον δε δεκατον ὡραις δυσι και ἡμισει διαφερειν ἀπεχοντα μοιρας λϚʹ :
9999990 ἀκροωμενους
σταγονες των τουτου λογων ἀποσταζουσαι , γλυκειας πληρουσιν ἡδονης τους ἀκροωμενους ἁπαντας : ὡστε ἐγωγε προτερον ἐπι τοις Ἡροδοτου λογοις
δε πολλα τα συναναγκαζοντα ὁρω , ἡγουμαι ῥᾳδιως πεισεσθαι τους ἀκροωμενους ὑμας , εἰ τουτων πυθοισθε μαλλον . Ὁποταν δε
9999990 καταντιον
μεσσον ἀυτεεν . Ὁς δε μιν οὐ τι ταρβησας οἰμησε καταντιον : ἀμφι δε πολλη ποσσιν ὑπ ' ἀμφοτερων κονις
πολιν και ἠθεα λαων . Τοις δ ' ἀφαρ ὠμαρτησε καταντιον ἐρχομενοισι κουρη ὁμογνητη μεγαλοφρονος Αἰηταο , Ἠελιου θυγατηρ :
9999990 λαμπροτερον
. και οὐκ οἰδα γε , εἰ τι παραδειγμα τουτου λαμπροτερον ἐχομεν του μεχρι τουτου Λασθενης φιλος ὠνομαζετο Φιλιππου και
σε τινες ἀφ ' ἑαυτων ἐπιχειρησουσιν , ἀλλ ' ὁσῳ λαμπροτερον τἀκει χωρησειν ὑπολαμβανω , τοσουτῳ σφοδροτερον ἐπικεισθαι τουτους ἡγουμαι
9999990 βουλευεται
ὡσαυτως , οὐχ ὡς περι ἰδιου μιᾳ τινι των αἰσθησεων βουλευεται , ἀλλα περι του ἁπλως και καθ ' ἑκαστα
μη ἐχων ὁ Στρεψιαδης , τι ποιησει τα χρεα , βουλευεται ⌈ προσελθειν [ προσαγαγειν ] τῳ Σωκρατει τον τουτου
9999990 παρασχεσθαι
τινος παραδοντος ἐρωτατ ' αὐτον , και καθ ' ἑκαστον παρασχεσθαι μαρτυρας ἀξιουτε . ἐαν δ ' εἰναι μοι φῃ
, εἰτε οἰκτῳ του ἀνθρωπου εἰτε και ἀποδοχῃ , παντα παρασχεσθαι , μητε ὑπουργιας τινος φεισαμενον μητε δαπανης μηδεμιας .
9999989 πρισματων
ἰσοπληθη . μειζων δε ἡ ΑΒΓΔ πυραμις των ἐν αὐτῃ πρισματων παντων . μειζον ἀρα και το Ω στερεον των
πρισματα ἰσουψη τῳ κυλινδρῳ : και ἑκαστον ἀρα των ἀνασταθεντων πρισματων μειζον ἐστιν ἠ το ἡμισυ μερος του καθ '
9999989 καταδεεστερον
Ἑκτορι προ παντων προθυμον μονομαχειν , καιπερ ὀντα τῃ ῥωμῃ καταδεεστερον , ἐφ ' οὑ μονου των στρατευσαμενων εἰρηκεν :
Ἑκτορι προ παντων προθυμον μονομαχειν , καιπερ ὀντα τῃ ῥωμῃ καταδεεστερον , ἐφ ' οὑ μονου εἰρηκεν : ἐν δ
9999989 ναιων
και δεκα μηνας ἡ ἀβεβαιος εἰρηνη Λακεδαιμονιων και Ἀθη - ναιων , μετα την συμπληρωσιν του δεκατου ἐτους , παρεμεινεν
πολιταις ἐδοξαν ἐμμεν . Σωτηρ ὑψινεφες Ζευ , Κρονιον τε ναιων λοφον τιμων τ ' Ἀλφεον εὐρυ ῥεοντα Ἰδαιον τε
9999989 ἀκριτον
: “ τυμβον δ ' ἀμφι πυρην ἑνα χευομεν ἐξαγαγοντες ἀκριτον ἐκ πεδιου . ” ἀκμητες ἀκοπιατοι : “ ῥεια
ἀλλ ' εὐδαιμονος βασιλειας εὐδαιμονα ἐργα , οὐ προς ἐξουσιαν ἀκριτον ἀποχρωμενης τῃ της δυναμεως περιουσιᾳ , ἀλλα κατα τους
9999989 ἀδικηματων
οὐκ ἀνεῳξεν αὐτοις ὁ στρατη - γος και κρινεται δημοσιων ἀδικηματων : ἐνταυθα γαρ και ὁ κατηγορος ἀπο πρεσβυτερων ἀδικηματων
ἀνανδρος ἐστιν , το δε ἀδικειν φοβειται : πολλων γαρ ἀδικηματων γεμοντα την ψυχην εἰς Ἁιδου ἀφικεσθαι παντων ἐσχατον κακων
9999989 ἐξηλλαγμενον
εἰ παρα τους λοιπους ἐστι τι , και εὑρον σπλαγχνον ἐξηλλαγμενον και την καρδιαν δασειαν , ὡς Ἡροδοτος και Πλουταρχος
ταυτης της τιμης . ἰδιον δε τι ποιουσι και παντελως ἐξηλλαγμενον περι τας των τετελευτηκοτων ταφας : συγκοψαντες γαρ ξυλοις
9999989 καταφατικον
, ἐκ μεν των , οἱς ἑπεται αὐτα , το καταφατικον , ἐκ δε των , οἱς ἑπεται ταυτα ,
ἀναιρετικον ἐστι πασων των του ἐνδεχομενου προτασεων . ὡστε οὐτε καταφατικον οὐτε ἀποφατικον ἐνδεχομενον συναγεται . ταυτα μεν οὐν εἰρησθω
9999989 συντεταγμενους
νοουντας τον δημιουργον θεον και ἀει προς το ἐκεινου ἀγαθον συντεταγμενους και ἀπ ' ἐκεινου το εἰναι και το εὐ
ἀκρας μεθιεται , ἀνοιξας δε τας † φυγαδας πυλας ἀπηιει συντεταγμενους ἐχων τους λοιπους , ἀγομενος ἐπι ταις κρατισταις συνωρισι
9999989 παρακειμενης
νευρον ἐν ἑαυτῳ περιεχον αἱματος ἐπιρρυτου τινος ἐξωθεν ἐκ της παρακειμενης φλεβος της ἀληθινης αἱματος ἑτερου , ἀλλ ' ἱκανον
πελαγων μεγαλους κολπους και βαθεις ἀναξηρανθεντας ἠπειρωσθαι και γεγενησθαι της παρακειμενης χωρας μοιραν οὐ λυπραν σπειρομενους και φυτευομενους , οἱς
9999989 συνεχεστερον
θεοσεβειας . ἀρχομενος ἀπο θεου πραττε ὁ ἀν πραττῃς . συνεχεστερον νοει τον θεον ἠ ἀναπνει . ἁ μαθοντα δει
ποιησας κηρωτην και ἀναμιξας ἐν τῃ θυϊᾳ και ἀναλαβων χρω συνεχεστερον . εἰ δε ὀδυνη τις εἰη πολλη , και
9999989 ἀμετροτερον
ῥευματα και το σπερμα το κατα τους ὀνειρωγμους και ἀλλως ἀμετροτερον φερομενον : ὀνινησι δε και δυσεντερικους . ἡ δε
, εἰ τα γυμνασια βραδεα και ὀλιγα μετα του συμπαλαιοντος ἀμετροτερον ἁπαλου , κἀπειτα περι ποματος , εἰ πλεον ,
9999989 παραλιας
τουτοις οἰκουντα και ταις ὑπωρειαις της τε ἐκτος μεχρι της παραλιας της Ἀδριατικης και της ἐντος . ἀρκτεον δε παλιν
αὑτους ὀντων , πλην εἰ τι Μιλησιοι και Μυουσιοι της παραλιας ἀποτετμηνται . ἀρχη μεν οὐν της Καριας ἐστιν ἡ
9999989 ποιησαντας
τουτῳ πεπραγμενων ἑκαστον ὀλιγον χρονον πραξαντας τινας ἀναστατους τους οἰκους ποιησαντας : οὑτος δ ' ἐπιτηδευων ἁπαντα πολυτελεστατα διπλασιαν οὐσιαν
περι τινος συμβολαιου ἐρχεσθαι ἐπι τον εἰρημενον τοπον και μαζας ποιησαντας ἐπι τινων πεταυρων τιθεναι : τους δε κορακας την
9999989 πεμπτος
Ἀπολλωνος , τεταρτος δε Ἀρτεμιδος ἐπικλησιν Κοκκωκας , και Ἀπολλωνος πεμπτος Θερμιου . τον μεν δη παρα Ἠλειοις Θερμιον και
ἐν τῳ δεξιῳ ποδι του Ὀφιουχου , και ὁτι ὁ πεμπτος και ἑβδομος σφονδυλος ἐπ ' εὐθειας εἰσι τῳ ἐν
9999989 ποιησαντων
πεποιημενους ὑπο Ἑρμοκλεους του Κυζικηνου , ἐφαμιλλων γενομενων των παιανας ποιησαντων πολλων και του Ἑρμοκλεους προκριθεντος . ἀλλα μην και
κοινῃ των Μακεδονων ἐκκλησιᾳ κατηγορειν της προειρημενης γυναικος . ὡν ποιησαντων το προσταχθεν και της μεν Ὀλυμπιαδος οὐτε παρουσης οὐτε
9999989 ἀνθρωπινος
κατα δυναμιν ; οὐ γαρ ἀν ἀπετολμησε τοσουτον ἀναδραμειν ὁ ἀνθρωπινος νους , ὡς ἀντιλαβεσθαι θεου φυσεως , εἰ μη
τοὐναντιον , ἀλλα προσδειται μεν τουτων προς την εὐδαιμονιαν ὁ ἀνθρωπινος βιος , καθαπερ εἰπομεν : ἡ δε οὐσια της
9999989 βουλευομενος
ἐν Ῥοδῳ διηγε μετα των συντροφων , ὁ τι πραξει βουλευομενος : ὁ δε Ἱπποθοος διεγνω την Ἀνθιαν ἀγαγειν ἀπο
ἐγκαλει , και ἐμαρτυρησεν ὡς ὀργιζομενος ἐκεινῳ και οὐκ ὀρθως βουλευομενος ταυτα διεθετο . Πως γαρ ἀν εὐ φρονων ,
9999989 ἐπιμελεστερον
φιλοσοφουσιν ἀπαρκειν ἐμοιγε φαινεται , ἀλλ ' οὐδε τοις ἐμπορευομενοις ἐπιμελεστερον . καιτοιγε οἱ μεν ἐπι τα εὐτελεστατα στελλονται ,
ἀποικιας ἡγησατο . ἱστορειται ταυτα παρα Πινδαρῳ ἐν Πυθιονικαις , ἐπιμελεστερον δε παρα Θεοχρηστῳ ἐν αʹ Λιβυκων και παρα Ἀκεσανδρῳ
9999989 παραβολιον
ε γαμησεις την φιλην , νυν δε οὐ Ϛ θες παραβολιον : νικησεις γαρ ζ οὐχ ἑξεις ἐλπιδα πιστεως το
την παρακαταθηκην γ οὐ δυνησῃ γημαι την φιλην δ θες παραβολιον : νικησεις γαρ ε ἑξεις ἐλπιδα πιστεως καλην Ϛ

Back