ἱπτω : Νειρευς δε ἐκ του νεω το πορευομαι : Νηρευς ἐκ του νηχω το κολυμβω . ] Προαναφωνησις ἐστι
πολυ νεωτατος . Ἀγις Ῥοδιος ὠπτηκεν ἰχθυν μονος ἀκρως : Νηρευς δ ' ὁ Χιος γογγρον ἡψε τοις θεοις :
9999933 Ἀτρευς
ἐναντιαν ὁδον δομους τ ' ἐσωσα και τυραννος ἱζομην . Ἀτρευς γαρ εὑρε των πλανητων την ἐναντιαν φοραν , ὡσπερ
παρα το τρεω γινεται τρευς και μετα του στερητικου α Ἀτρευς , ὁ ἀφοβος , . , . , +
9999930 Φαληρευς
αὐτου το πλασμα και μαλακον , ὡν και Δημητριος ὁ Φαληρευς ἐστιν . . . . : παρα δε [
τα κοπρια εἰς το μεσον ἑλκοντες „ ; Δημητριος ὁ Φαληρευς ἐφη , ὡς οἱ θυμοι καθαπερ οἱ κυνες τυφλα
9999927 Ἀρευς
γραμματα ἀμυδρα ὑπο του χρονου . μετα δε τον Εὐτελιδαν Ἀρευς τε αὐθις ὁ Λακεδαιμονιων βασιλευς και Ἠλειος παρ '
μετα θνητοισιν ἐχε θρονον , ἀλλα κυδοιμοι δυσκελαδοι και θουρος Ἀρευς φθισηνορος ἀτη μαια τ ' ἐρικλαυστων πολεμων Ἐρις ἀλγεσιδωρος
9999926 ἐθεραπευσεν
τις ἐγενετο ἰατρος ἀφυης ὁς τον ποδα τινος ἀλγουντος κακως ἐθεραπευσεν . . . , . . , . .
ὁ Ἀννιβας ἐπεμεινε τε τῃ σεμνολογιᾳ και τον Σκιπιωνα λαθων ἐθεραπευσεν ὡς καθελοντα τον ἀμεινονα Ἀλεξανδρου : διαλυομενης δε της
9999924 ἀπεστερησε
Νειλῳ και τοις μετα τουτους μεγαλοις . ταυθ ' ἡμας ἀπεστερησε μεν των παρα σου περι του λογου γραμματων ,
προοπτησαντα χλιαινειν παλιν , ἠ μη προοπτησαντα συντελειν ταχυ , ἀπεστερησε της τεχνης την ἡδονην . εἰς τους σοφιστας τον
9999924 κουρευς
' ἐμου τον φαλακρον ἐξυπνισεν . Σχολαστικος και φαλακρος και κουρευς συνοδευοντες συνεθεντο προς τεσσαρας ὡρας βιγλευσαι . ἐλαχεν οὐν
ποιμενας , ἐν δε Χρυσῳ γενει Εὐπολιδος ἐπειθ ' ὁ κουρευς τας μαχαιριδας λαβων ὑπο της ὑπηνης κατακερει την εἰσφοραν
9999923 Καρχηδονιος
δεξασθαι , και παρηλθεν εἰσω των στρατηγων ἀγνοουντων . Ἀμιλκας Καρχηδονιος , ἀριστος των ἐν Λιβυῃ στρατηγων , πολλους πολεμους
λοιπῃ χρειᾳ ἀναπαυσας ἑως Μεσσηνης διεσωσε . Καρθαλων μεν ὁ Καρχηδονιος μετα την ναυαγιαν των Ῥωμαιων πολιορκησας Ἀκραγαντα ταυτην εἱλε
9999922 καθαρτικη
. Οὐκουν το γε εἰκος . Ἐστω δη διακριτικης τεχνης καθαρτικη , καθαρτικης δε το περι ψυχην μερος ἀφωρισθω ,
ἐπικρατει δ ' ἐν μεν τῳ φλοιῳ της ῥιζης ἡ καθαρτικη , ἐν δε τοις ἀωροις μοροις ἡ ἐφεκτικη :
9999922 ὡροσκοπουσης
. λογιζομαι το διαστημα το ἀπ ' αὐτου ἑως της ὡροσκοπουσης μοιρας : γινονται μοιραι λεʹ , ἁτινα ἐστι ὡραι
ὁρωντων . συν δε τῃ Σεληνῃ δυνοντος ἠ της Σεληνης ὡροσκοπουσης , μαχλοι και σπαναδελφοι . εἰ δε συν Ἀφροδιτῃ
9999922 Νιρευς
τουτο εἰδεναι . Νιρευς και Θερσιτης . Ποτερος οὐν ὁ Νιρευς και ποτερος ὁ Θερσιτης ; οὐδεπω γαρ τουτο δηλον
και τον Αἰαντα ποταμον . δευτερεια : ὁτι εὐειδης ὁ Νιρευς , Ὁμηρος ἐν τῃ Βοιωτιᾳ λεγει . . Λιβυσσαν
9999921 κἀκεινῳ
συνεχειν το στρατοπεδον : ὁ δε βαρεως το κελευομενον ἐφερε κἀκεινῳ ὑπισχνειτο ἐγκαρτερησειν εἰ μονον ἐξαποστειλειεν ὑστερον κατα των Τουρκων
το γουν ἐμε τε παρα σοι δια την σπουδην εὐδοκιμειν κἀκεινῳ τινα παραμυθιαν εἰναι το μη περιωφθαι δυστυχουντα παρα των
9999920 Θησευς
οὑτος οὐν ὁ λεων ἐλυμαινετο τους ἐν τῃ χωρᾳ . Θησευς οὐν βασιλευων των Μυκηνων και μηνιων τῳ Ἡρακλει ,
Κρονον ζητουντα ἀπηρνησατο : και ἐντευθεν Ἀρνη ὠνομασθη . οὑτως Θησευς ἐν Κορινθιακων τριτῳ , . , . * .
9999919 ἐξειργασαντο
ἐκκλησιαις δεομενοι , τα δε καταμονας συντυγχανοντες : και τελος ἐξειργασαντο τους ἀνδρας μεγαλας ὑποτεινοντες ἐλπιδας αὐτοις , εἰ τα
περι ταυτην ἐσχον την φυσιν . ἀλλ ' οἱ μεν ἐξειργασαντο ἐν τοις αὑτων λογοις , οἱ δε οὐκ ἐν
9999919 ἐκοσμησεν
Θηβαιων εἰσι και αἱ Θεραπναι και ὁ Τευμησσος , ὁν ἐκοσμησεν Ἀντιμαχος δια πολλων ἐπων , τας μη προσουσας ἀρετας
θεος . . . . . παντι κοσμῳ την γυναικα ἐκοσμησεν . πως ἀνω μεν Ἡφαιστος ἐποιησε , το δε
9999919 ἀποδεδωκε
' ἡς αὐτους ἐτρεψατο ἀν . ὁ μεντοι Ἀπολλωνιος αἰτιαν ἀποδεδωκε , δι ' ἡς ὁ Ἡφαιστος κατεσκευασε τῳ Αἰητῃ
. , = . , : γελοιως ὁ Ἀπιων ἱπποκορυστας ἀποδεδωκε τους κορυθας ἐχοντας ἱππειαις θριξι κεκοσμημενας . εἰ γαρ
9999919 φαινοιτο
εἰναι σον εὑρημα : και ἐγω εἰπον ὁτι τουτο εἰ φαινοιτο σοι οὑτως ἐχειν , πολλων ἀν εἰης λογων ἐμε
περι αὐτων ἐρω . εἰ δε τι βλασφημον ἠ τραχυ φαινοιτο ἐχων ὁ λογος , οὐ τον διελεγχοντα ἐμε ,
9999918 ἐδοξεν
ἐτη ιʹ και μηνας θʹ . Ἐμοι δ ' οὐκ ἐδοξεν ὡς τινες κατα την ἑπταζωνον τα ὁρια ὑπεθεντο ,
, τους γε μην σκυμνους αὐτης κομιζων προηλθε , και ἐδοξεν ἐπι τουτῳ θαυμαζεσθαι ὁ Περδικκας . πεπιστευται δε οὐ
9999918 ἀπεδεχετο
ἀντεποιουντο δ ' αὐτου και οἱ ἐν Σιδωνι Κιτιεις . ἀπεδεχετο δ ' αὐτον και Ἀντιγονος , και εἰ ποτ
τα δικαια λεγων ἠνθουν “ . ταυτα γαρ ἀγαν Ἀριστοφανης ἀπεδεχετο ὡς εὐ πεποιημενα . λεξω τοινυν την ἀρχαιαν :
9999918 καθαρτικα
τους τοπους ἐγκαθισμασιν . Ἐπειδη δε οὐ μονον τα τοιαυτα καθαρτικα της ὑστερας προς συλληψιν ἐνεργει , ἀλλα και ἀλλας
νοϲημαϲιν ἐν τῳ η λογῳ κεφαλαιῳ ξγ . Ἐρρινα κεφαληϲ καθαρτικα . χρειαϲ δε καλουϲηϲ και δια ῥινων καθαιρειν χρη
9999918 ἀπελαβεν
δοκει φωρασαι , ὁτι τας πεμπομενας παρα του ἀνθρωπου οὐκ ἀπελαβεν : ἠν γαρ αὐτοις ἀρνηθηναι και φασκειν ἐπιβουλευεσθαι ὑπο
σιτος ὑομενος κατασαπειη : τον δε θερισθεντα κατα συνθηκας αὐτος ἀπελαβεν . ἀναγκαιως οὐν τον μεν ἀπο της χωρας τῳ
9999917 καιροϲ
τηϲ ἐπιϲημαϲιαϲ διδωϲι ταϲ τροφαϲ : και γαρ οὑτοϲ ὁ καιροϲ πλειϲτον ἀπεχει του μελλοντοϲ παροξυϲμου . ἐτι δε και
μηδενοϲ κωλυοντοϲ των προρρηθεντων ἐπι του ϲυνοχου πυρετου , ἠδη καιροϲ τηϲ του ψυχρου δοϲεωϲ . ἐφ ' ὡν μεν
9999917 ἐσπουδακεν
ταις ἐκμυζησεσιν τα βρεφη μη ἐπιχορηγουμενου τοσουτου γαλακτος , ὁσον ἐσπουδακεν ἐπισπασασθαι , αἱ δε ἀγαν σηραγγωδεις κινδυνον ἐπαγουσι πνιγμου
τι : περιτρεχει κυκλῳ τηρουσα τουτο , καταπιειν δ ' ἐσπουδακεν , ἑτεραι διωκουσιν δε ταυτην . ταὐτον ἠν .
9999917 κατεσκαφη
πασης ἐπαρξασα της Ἀσιας , ὡς ἁπαξ ὑπο των Ἑλληνων κατεσκαφη , τον αἰωνα ἀοικητος ἐστι ; τουτο δε Μεσσηνην
, και μετ ' οὐ πολυ τριτος , ἐν ᾡ κατεσκαφη Καρχηδων : ἁμα δε την τε Λιβυην ἐσχον Ῥωμαιοι
9999916 μουσικῃ
μερισθηναι μεν συμβεβηκεν εἰς μερη δωδεκα ἰσαριθμως τοις τε ἐν μουσικῃ τονοις και τῃ περιμετρῳ του ὀρθογωνιου τριγωνου : τουτο
' ἐγω , ὠ Γλαυκων , τουτων ἑνεκα κυριωτατη ἐν μουσικῃ τροφη , ὁτι μαλιστα καταδυεται εἰς το ἐντος της
9999916 ἀπεδημησεν
Βοιωτου Σχοινεως ἐχων την κλησιν . εἰ δε ὁ Σχοινευς ἀπεδημησεν οὑτος παρα τους Ἀρκαδας , εἰεν ἀν και οἱ
εἰ τελευτησειεν ἀταφον μενειν , ἐχων τις γυναικα και υἱον ἀπεδημησεν , ὑπο καταποντισταις γενομενος ἐδηλωσε τοις οἰκοι περι λυσεως
9999916 τετραπλευρῳ
. ἐστι δε και το ΒΕΗ τριγωνον ἰσον τῳ ΛΕ τετραπλευρῳ , και ἐστι το ΑΕΖ τριγωνον ἰσον τῳ ΒΗΕ
χειμερινην , παραπλησια κατα το εἰδος τραπεζιῳ , σχηματι γεωμετρικῳ τετραπλευρῳ , ἀπο Γαδειρων ἀρξαμενη , ἠτοι του Ἡρακλεωτικου πορθμου
9999916 ἀγνωμονες
ἀγαθα περιποιησησθε , ὁρατε ὑμεις , πως ἀνισοι ἐστε και ἀγνωμονες . τι δε και βουλεσθε μαλλον ; ἀργυριον ἠ
, ἀλλα των τας τιμας παρεχοντων , ἱνα , κἀν ἀγνωμονες ὠσι , δια γε τους νομους ἀμοιβην ἀπονεμοιεν τοις
9999916 ἀπεστω
ἡ μεγαλαυχια και ἡ κακοηθεια και το βρενθυεσθαι και λαρυγγιζειν ἀπεστω , και το διασιλλαινειν τα των ἀλλων και οἰεσθαι
ἐστω και μη πολυ ἀποδεων του ὑπεροπτης εἰναι ἐλεος τε ἀπεστω λεγοντος : ὁ γαρ μη ἀντιβολησαι ξυγχωρων τι ἀν
9999916 θαυμασειεν
παντων ὡν μνημονευομεν ἀμφοτεροις τοις εἰρημενοις πεπρωτευκοτα . διο και θαυμασειεν ἀν τις εἰκοτως , εἰ στερησαι σφας αὐτους ἀνδρος
σωφρονα πασιν ἐπιδειξας . ὁ και μαλιστ ' ἀν τις θαυμασειεν : των γαρ ἀλλων ἐπι μεν της πραοτητος ταπεινων
9999916 ἐτειχισαν
πρωτοι το Καπιτωλιον και το Παλατιον και τον Κυρινον λοφον ἐτειχισαν , ὁς ἠν οὑτως εὐεπιβατος τοις ἐξωθεν ὡστ '
πλειστον μερος ἐν θαλασσῃ , τας ἀπο της γης προσοδους ἐτειχισαν και πυργους πυκνους ἐποιησαν , και ταφρον ὀρυξαντες μεγαν
9999916 τεθαρρηκοτως
ἀληθινοις θηριοις , οἱς συνηθεις ὀντες οἱ των Ἰνδων ἱπποι τεθαρρηκοτως προσιππευον : τοις δ ' ἐγγισασιν ἡ τε ὀσμη
δειν εἰς τας ναυς ἀπιεναι , οἱ δε μενειν και τεθαρρηκοτως παραταξασθαι . ἐτι δ ' αὐτοις τεθορυβημενοις ἐπεφανησαν οἱ
9999915 κατεσκευασε
τρισμυριους νεανισκους ἐπιλεξας και παιδευσας τα πολεμικα των ἐργων ἀντιταγμα κατεσκευασε τῃ Μακεδονικῃ φαλαγγι . νβʹ . Ὡς Ἁρπαλος δια
ὑποτροχον δε πασαν τροχοις στερεοις τεσσαρσιν ὀκταπηχεσι το ὑψος . κατεσκευασε δε και κριους ὑπερμεγεθεις και χελωνας δυο κριοφορους .
9999915 κατεστρεψε
. ὁ οὐν Σκυθης ἐν Περσαις μεγα ὀλβιος ὠν γηρᾳ κατεστρεψε τον βιον . Εὐθυμος ὁ Λοκρος των ἐν Ἰταλιᾳ
τἀλλα ἀπαρακαλυπτως ἡδυπαθει . βιους δε προς τα ὀγδοηκοντα ἀσιτιᾳ κατεστρεψε . Βιβλια δε αὐτου φερεται ταδε : περι ἀπαθειας
9999915 ἐθεραπευεν
μηρου ὀστεον ἠ βραχιονος ἐξεσχεν Ἐπειδη ἐν τοις προλαβουσιν ἐκβυρσωμα ἐθεραπευεν , βουλεται και νυν την συνεχειαν του λογου *
ἐγω αὐτος εἰσηγαγον ἰατρον ᾡ πολλα ἐτη ἐχρωμην , ὁς ἐθεραπευεν αὐτην ἀρρωστουσαν , και ἐπεδειξα ὡς εἰχεν , εἰσαγαγων
9999915 ἐστελλετο
την κτισθεισαν ἐν Παραπαμισαδαις , ὁτε το πρωτον ἐπι Βακτρων ἐστελλετο . και τον μεν ὑπαρχον , ὁστις αὐτῳ ἐπι
αὐτῳ ᾀδοντες . Ἱκανως δε ἐχων των περι την Ἀλεξανδρειαν ἐστελλετο ἐς Αἰγυπτον τε και ἐς Αἰθιοπιαν ἐς ξυνουσιαν των
9999914 δερματοϲ
τρωθεντοϲ δια την ϲυνεχειαν αὐτου . δει οὐν την του δερματοϲ τρωϲιν διατηρειν ἀκολλητον , ἱνα δι ' αὐτηϲ οἱ
αὐτικα δη μαλα πληθοϲ μεν ἀνειϲιν ἀτμου θερμου δια του δερματοϲ προαγγελλον ἱδρωταϲ : ἐμετοϲ τε ἐπιφαινεται χοληϲ και ἡ
9999914 ἐλθουσα
συνδειπνων ? ? [ ] παντελως την γνωμην διασεσεισμενη . ἐλθουσα δη ἐπι σκηνην και ῥιψασα ? ? ? ἑαυτην
, τον αὐτον βαλλοντα δεικνυς και βαλλομενον : γη δε ἐλθουσα το παθος ἀνηκεν ὁμωνυμον : την μνημην του νεου
9999914 ἐθελησειεν
τις οὑτως ἀθλιος ἐστιν , ὁστις ἑκων ἀν μιαν δραχμην ἐθελησειεν ἀναλωσαι ; οὐδεις δηπου . ἀλλ ' , οἰμαι
. τι δαι ; ἀκολασταινειν εἰς ἀνθρωπους ἠ ἐξυβριζειν μων ἐθελησειεν ἀν ὁ φιλανθρωπος ; ἠ παντων ἡκιστα ; πως
9999914 ἀξιωσειεν
ὡς βελτιων οὑτος ; ἀλλ ' οὐδ ' ἀν αὐτος ἀξιωσειεν . ἀλλ ' ὁτι ἀποβεβληκως τα ὁπλα σωσαντι δικαζομαι
. ἀπο δ ' οὐν ταυτης ἠ τουτων των ἀρχων ἀξιωσειεν ἀν τις τα ἐφεξης εὐθυς ἀποδιδοναι και μη μεχρι
9999914 στρατευσῃ
καταλλασσῃ τῃ γυναικι α ἐαν κοινωνησῃς , βλαπτῃ β ἐαν στρατευσῃ , ταχυ προκοπτεις γ οὐκ ? ἐστιν ? ?
προκοπτεις ἀρτι Ϛ οὐ κοινωνεις ἀρτι τῳ πραγματι ζ ἐαν στρατευσῃ , μετανοησεις η μετα φοβου ἐρωτησον και ἀκουεις ἀληθειαν
9999914 μελικρατῳ
ἀργος , ἡπαρ μεγα ἐχων . τουτου ἡ χολη συν μελικρατῳ ποθεισα ἡπατικους ἀκρως ἰαται . το δε ἡπαρ αὐτου
χρω . Εἰ δε κολπος εὐθυς ἐξ ἀρχης γενοιτο , μελικρατῳ κλυσας ἐπιμελως , σπογγον καινον ἐφ ' ἱκανον μετα
9999914 ἀνεχωρησε
κατα σπουδην δε της ἐλασεως οὐσης , το μεν θηριον ἀνεχωρησε , παρεδραμε δε και ὁ τρωσας και οἱ λοιποι
πολλακις τουτο ποιησας ὠφεληθη μηδεν , μετ ' ὀργης εἰπων ἀνεχωρησε : „ ἀλλ ' ἐγωγε μωροτερος ἀν ὑμων εἰην
9999913 ἐποιησασθε
τετιμημενοι χαριν εἰχον ὑμιν . ἀπο ταυτης της ἐξουσιας ὑπατον ἐποιησασθε Σκιπιωνα , ὁτε αὐτῳ περι Λιβυην ἐμαρτυρησατε : και
ὑμιν προς Ἀθηναιους : ἡν γε οὐκ ἐπι τοις φιλοις ἐποιησασθε , των δε ἐχθρων ἠν τις ἐφ ' ὑμας
9999913 ἀπελιπεν
δε κρινας ἐχεσθαι του πολεμου , Πνυταγοραν μεν τον υἱον ἀπελιπεν ἡγε - μονα των ὁλων ποιησας ἐν τῃ Κυπρῳ
γε : τρις γαρ τελειος ὑπαρχουσα οὐδ ' ἐπιδοσιν αὐξησεως ἀπελιπεν , ἀλλα και δυο κυβων ἁμα συνθεσις , του
9999913 ἐβουλευσεν
εἰσι τροχαιων τετραμετρων καταληκτικων νϚʹ , ὡν τελευταιος τηνδ ' ἐβουλευσεν κελευθον και στρατευμ ' ἐφ ' Ἑλλαδα . ἐπι
ἡν ἐθελει δικην αὐτοις ἐπιβαλῃ . και ὁ μεν Ἑρμης ἐβουλευσεν ἀποκοψαι τους ποδας αὐτων και τας χειρας : Ἀρης
9999913 μαντειῳ
. εἰ δ ' εἰη μεν Ὀλυμπιονικας , βωμῳ τε μαντειῳ ταμιας Διος ἐν Πισᾳ , συνοικιστηρ τε ταν κλειναν
, ὑστερον δε και οἱ πορρωθεν ἀφικνουντο και ἐχρωντο τῳ μαντειῳ και ἐπεμπον δωρα και θησαυρους κατεσκευαζον , καθαπερ Κροισος
9999913 ἐξαπεστειλεν
βαθειᾳ και χαρακωματι περιλαβων , τους δ ' ἱππεις ἁπαντας ἐξαπεστειλεν ἐπι τους κατα την χωραν πλανωμενους των πολεμιων και
ἐμισειτο . , . . ) Ὁτι ἡ συγκλητος πρεσβευτας ἐξαπεστειλεν εἰς την Ἀσιαν τους καταλυσοντας τον πολεμον Νικομηδους και
9999913 συλλογῳ
Ἀχαιοις ἐκκλησιαν ἀθροισας ὁ ποιητης τον Τυδεως ἀνιστησι ῥητορα τῳ συλλογῳ και διδωσιν ἐπη τῳ νεανισκῳ τοιαυτα , ἁ ἀν
ὁτι τῳ προτερος λεγειν πλεονεκτει λοιδοριαις και σκωμμασιν ἐμφραττων τῳ συλλογῳ τας ἀκοας , πως ἀν τις πολλην ἐπιστομισειε φημην
9999913 Ἀλεξανδρευσι
δημαρχων νομον , ἀνευ στρατιας Πομπηιον ἐχοντα ῥαβδουχους δυο διαλλαττειν Ἀλεξανδρευσι τον βασιλεα . Και Πομπηιος μεν ἐδοκει τῳ νομῳ
ἐπιχρυσοι και θυμιατηρια και τρυβλια . ΒΗΣΣΑ ποτηριον παρ ' Ἀλεξανδρευσι πλατυτερον ἐκ των κατω μερων , ἐστενωμενον ἀνωθεν .
9999913 ἐγχειριδια
πεδιλα νεβρων , προς δε ἀκοντια τε και πελτας και ἐγχειριδια σμικρα . Οὑτοι δε διαβαντες μεν ἐς την Ἀσιην
αἰωρεομενα , περι δε τῃσι κεφαλῃσι πιλους πτεροισι περιεστεφανωμενους : ἐγχειριδια δε και δρεπανα εἰχον : Λυκιοι δε Τερμιλαι ἐκαλεοντο
9999913 Σιμωνιδης
οὐ σπονδη , οὐκ ἀπαρχη θεοις , ἀλλ ' ὡσπερ Σιμωνιδης ἐφη περι της ἀκοσμου γυναικος , ἀθυστα δ '
ὀνομαζει αὐτον . . . . . : Φερεκυδης και Σιμωνιδης φασιν , ὡς ἡ Μηδεια ἀνεψησασα τον Ἰασονα νεον
9999913 νοσημα
ὡν ἐπιγραφει ὁ Ἱπποκρατης , ἀλλ ' οὐκ εἰχε το νοσημα . τα γαρ ἐπιῤῥηγνυμενα και ἐπιγενομενα συμπτωματα κακοηθεστερα ἠσαν
μηδε την ἰδιαν χροιαν και δια τουτο χρονιωτερον σημαινει το νοσημα . ἐπι δε των συνεχων πυρετων ἐπι πληθει αἱματος
9999913 θερμοτεροϲ
ὁ κιρροϲ την χροιαν . ὁ δε παλαιοτεροϲ του νεου θερμοτεροϲ τε και ξηροτεροϲ . αὑτη μεν ἡ του οἰνου
ἱκανωϲ ὀντεϲ και πνευματωδειϲ . ὁ δε Κυρηναιοϲ ἁπαντων ἐϲτι θερμοτεροϲ τε και λεπτομερεϲτεροϲ . Ὀριγανοι παϲαι τμητικηϲ τε και
9999912 ἐνικα
ἐβουλευσαμεθα περι του τι χρη ποιειν , ἀλλ ' εὐθυς ἐνικα σοι το πραγμα ἐπιτρεπειν ὡς εὐνῳ τε ἡμιν και
ἐπιοντι ἐτει [ ᾡ ἠν Ὀλυμπιας , ᾑ το σταδιον ἐνικα Κροκινας Θετταλος , Εὐδιου ἐν Σπαρτῃ ἐφορευοντος , Πυθοδωρου
9999912 ὑπηγετο
ἀποδωσοντα ἀθροως ” . Ὁ μεν οὑτωσι τον στρατον οἰκειουμενος ὑπηγετο , των δε ὑπατων Πανσας μεν ἀνα την Ἰταλιαν
Ἀσιας βασιλεων ὑπηκουον . ἐς τε την Εὐρωπην διαπλευσας Θρᾳκην ὑπηγετο και τα ἀπειθουντα ἐβιαζετο Χερρονησον τε ὠχυρου και Λυσιμαχειαν
9999912 παλλακιδα
οὐσης : ἐλευθεραν μεν οὐ δει γημαι , ἀλλα δουλην παλλακιδα μαλλον δει : και γαρ ὁ Ζυγος μοιχειαν ἐπιφερει
ἐπι σημειοις φαρμακων ὁ ἀριστευς ἐτελευτα μητρυιαν ἐχων και αἰχμαλωτον παλλακιδα και ἀντεγκαλουσιν ἀλληλαις : ἐνταυθα μονη ἡ βουλησις και
9999912 ἀνακτορα
: Τηνερος Ἀπολλωνος υἱος βασιλευς των Θηβων Τηνερου τ ' ἀνακτορα τα του Τηνερου μαντεια και βασιλεια . ὁ δε
τα μουσεια δικαστηρια καθισταναι και πρατηριον ποιειν του δικαιου τα ἀνακτορα των Μουσων και ἀναφυρειν τους μανθανοντας τοις δικαζομενοις ,
9999912 ἐξενικησεν
δραν , και οὑτω την Ἀλφειαιαν θεον Ἐλαφιαιαν ἀνα χρονον ἐξενικησεν ὀνο - μασθηναι . Ἐλαφιαιαν δε ἐκαλουν οἱ Ἠλειοι
Ἀρτεμιδος σφισιν ἐπελθειν νομιζοντες . οὐ μην και αὐτικα γε ἐξενικησεν Αἰγειραν ἀντι Ὑπερησιας καλεισθαι , ἐπει κατ ' ἐμε
9999912 ἀκανθης
, κεινται δε ἐν τοις δυσεντερικοις και ὁ δια της ἀκανθης και ὁ δι ' ἠλεκτρου , προς αἱμοπτοϊκους ἀναγραφεντες
κατα δε τον νωτον αὐτων ἡ πολλη και ἐπιμηκης της ἀκανθης περιπλοκη τραχυνεται . Των δε δυσμενων και ἀγριων ἀνδρων
9999912 ἐστρατοπεδευσε
ἐπερα μαλα θρασεως και σταδιους εἰκοσιν ἀπ ' Ἀντιοχου διασχων ἐστρατοπεδευσε . τετταρσι τε ἡμεραις ἐφεξης ἐξετασσον ἑκατεροι παρα τον
τῃ κεφαλῃ του ὀρους γενομενος , ὁ Μαροξος καλειται , ἐστρατοπεδευσε κἀκειθεν τους πολεμιους περιεσκοπει ἐγγυς που του χωριου ὁ
9999912 βοηθημα
οὐγγ . Ϛʹ ἠ περισσοτερας . μεγιστον ἐστι τουτο το βοηθημα και εἰς πολλα χρησιμον : οὐ μονον γαρ τοις
* εἰλαρ : κυριως το φυλαγμα και την ἀσφαλειαν , βοηθημα * ἐμεν : εἰναι ὁσα φωτας : του δηγματος
9999912 συστατικα
και μη ἠσαν ἐναντια , ἀδυνατον τα δυο εἰναι ἡμων συστατικα : ἰδου γαρ και ἡ λογικη και ἡ ἀλογος
οὐ σαφετεραις τοις πολλοις ἐχρησαντο παραδοσεσι , τα ἀναγκαια και συστατικα και ὡν νυν χρεια παραδραμοντες . Ἡμεις δε χρειωδες
9999912 Σιμωνιδην
, συ ὁ του λογου κληρονομος , τι φῃς τον Σιμωνιδην λεγοντα ὀρθως λεγειν περι δικαιοσυνης ; Ὁτι , ἠ
και τετραγωνος ἀνευ ψογου τεταγμενος , ὡς φαναι κατα τον Σιμωνιδην . ὡστε μηδε τους ἐπανασταντας αὐτῳ συκοφαντας τουτους ἀρνεισθαι
9999911 κυβερνητης
ὁδου ἐπανελθειν μη δυνηθεντες , ταυτα ὁρων οὐχ ὡς ἀπειρος κυβερνητης εἰασεν ὁπως ἐτυχε φερεσθαι οὐδε κινδυνευειν , ἀλλ '
: μακροτατω δε των ἐκπεμφθεντων προὐχωρησεν Ἱερων ὁ Σολευς ὁ κυβερνητης , λαβων και οὑτος παρ ' Ἀλεξανδρου τριακοντορον .
9999911 ἀπετελεσε
ὑπερ γην ἐστιν ὁ εἰ συνδεσμος συναψας την της ἑνωσεως ἀπετελεσε φαντασιαν . και ἐστι το ἑν των τοιουτων λογων
ὀρη ἐγενετο , ὁσον λεπτον ταυτης , ἐκμυζηθεν την θαλασσαν ἀπετελεσε . ποια δε ὀρη ἐγεννησε ; τα κατοικητηρια των
9999911 Αἰσχινης
σχημα τιθησιν : εἰ ἐκρινομην μεν ἐγω , κατηγορει δε Αἰσχινης , Φιλιππος ἠν ὁ κρινων : ταυτα γαρ οὐτε
ἡ Ἀθηνα θερμα λουτρα τῳ Ἡρακλει ἐποιησε . Θερσανδρος : Αἰσχινης κατα Τιμαρχου . ὁτι παιδεραστης οὑτος σφοδρος και Ἀριστογειτων
9999911 νομαδες
ἐξ ἀρχης Ταυλαντιοι τε και Μαχαονες ἐκαλουντο το παλαιον , νομαδες οἱ πλειους αὐτων και αὐτονομοι και ἀβασιλευτοι ἐκ πολλου
. κακοβιοι τε δη και γυμνητες εἰσι τα πολλα και νομαδες : τα τε βοσκηματα αὐτοις ἐστι μικρα , προβατα
9999910 χαλεπωτατην
και ἐκκρισιν , ὡς ὁ μεν Ἐρασιστρατος και ἀντικρυς την χαλεπωτατην της κρισεως ὁμολογει . λεγει δε οὑτως : χαλεπον
' ἀποδειξεως φαινομενης και συλλογισμου συναχθησεται , και δια τουτο χαλεπωτατην λεγω ταυτην την ἀγνοιαν , ὁτι οἰησις ἐστιν ἐπιστημης
9999910 Ἑλληνικα
πολιν ἡν * Αἰνιανα καλεισθαι , και δεικνυσθαι ὁπλα τε Ἑλληνικα ἐνταυθα και σκευη χαλκα και ταφας : ἐνταυθα δε
των Ἀττικων δε ἐστιν . κεκτημαι και ἐκτημαι , ἀμφοτερα Ἑλληνικα . Θουκυδιδης ἑκατερως : „ και οὐδεν το προτερον
9999910 στυπτηριην
την ἑδρην , σμυρναν τριψας λειην και κηκιδα , και στυπτηριην αἰγυπτιην κατακαυσας , ἑν και ἡμισυ προς τἀλλα ,
τα αὐτα . Ὀξος ὡς ὀξυτατον λευκον , μελι , στυπτηριην αἰγυπτιην , νιτρον ὡς ἀριστον ἡσυχως φρυξας , χολης
9999910 δαιμονι
τεταρταιων ἀπηλλαχθαι δι ' αὐτου φησοντας και νυκτωρ ἐντετυχηκεναι τῳ δαιμονι τῳ νυκτοφυλακι . οἱ καταρατοι δε οὑτοι μαθηται αὐτου
οἰκουσιν ἀφθονεστατην τε χρημασιν . Μη τρηχυς ἰσθι . Ὠ δαιμονι ' ἀνδρων , μη φθονερον ἰσθ ' ἀνδριον .
9999910 ἐζητησεν
ἀλλων πολιτων οὐ κοινην , ἀλλ ' ἰδιαν την σωτηριαν ἐζητησεν . Ἀγανακτω δε μαλιστα ὠ ἀνδρες , ἐπειδαν ἀκουσω
ἀναιρεσεως . Τουτο δ ' ἐντος οὐ πολλου χρονου παις ἐζητησεν οὐδε δωδεκα ἐτη γεγονως τον δεσποτην ἀποκτειναι : και
9999910 ἀπαλλαγην
βηξ μονος εἰχε ῥᾳστωνην , ἀλλ ' οὐδε οὑτος τελειαν ἀπαλλαγην . εἰ δε ποτε ἐδοξε την ὑλην πασαν εἰς
' ἀσυμφωνιαν ἐλαττουμενοι . διο και Πυθαγοραν φασι την ἐντευθεν ἀπαλλαγην ποιουμενον μονοχορδιζειν τοις ἑταιροις παραινεσαι δηλουντα ὡς την ἀκροτητα
9999910 Ἀνδρομαχου
οὐκ ἀξιον . και ἡ δι ' ἐχιδνων δε θηριακη Ἀνδρομαχου , περι ἡς πλειστα ὁ Γαληνος διεξηλθεν , χρησιμως
ἐπιτιθει . παραδοξως δε ποιει και ἡ δι ' ἐχιδνων Ἀνδρομαχου , ὡς ἐμπλαστρος ἐπιτιθεμενη . Ὑπο σφηκων ἠ μελισσων
9999910 θυγατερες
ταις νηστειαις εὐφροσυνας . οὐχ ὁρᾳς ὁτι και πεντε Σαλπααδ θυγατερες , ἁς ἀλληγορουντες αἰσθησεις εἰναι φαμεν , ἐκ του
] Ἀριστοδημου παιδες ἁτε ὀντες και αὐτοι διδυμοι λαμβανουσι , θυγατερες δε ἠσαν Θερσανδρου του Ἀγαμηδιδα , βασιλευοντος μεν Κλεωναιων
9999910 ἀδηκτως
ἐστι την συστασιν , ἀναγκη γεωδες ὑπαρχειν αὐτο και ξηραινειν ἀδηκτως ἐμπλαττεσθαι τε δυσαπολυτως τοις κατα το σωμα ποροις .
τε και Χρυσιππος ἐνια των προσθεν αὐτοις ἀρεσκοντων ἀθορυβως και ἀδηκτως και μεθ ' ἡδονης ἀφεισαν . . . .
9999910 ἑλκουσα
! ! ! ς δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
ἐστι πανυ τουτο . δε ἐχει ἑκαστη και δεκα μνας ἑλκουσα , πεντε δε ἑκαστη ἡ μικροτατη οὐρα . ἐλαιον
9999910 σκοροδου
τουτεστιν ἀνθρωπειᾳ κεφαλῃ ἐοικεναι . Τουτον δε φασι τριβομενον μετα σκοροδου και πινομενον ἀλεξιφαρμακον των ὑπο σκορπιου δηγματων γινεσθαι .
και ὀπωρας ξηρας παντοιας ἀπεχεσθαι οἱον πηγανου , θρυμβης , σκοροδου , πρασων , καρδαμου , ῥεφανου και σινηπεως .
9999910 ἀπεπεμψαν
τον Πελοπιδαν , βουλομενον διελεγχειν της ἀποκρισεως την ἀποριαν , ἀπεπεμψαν ἐκ του συνεδριου . Μιθριδατης μεν οὐν , ὡς
τοις μεν πειραταις τον μισθον ἀποδοντες παραχρημα της πολεως αὐτους ἀπεπεμψαν το ἀπιστον αὐτων περι τους πρωτους φιλους οὐκ ἀσφαλες
9999909 ὑβρισεν
, φερε , εἰ δ ' ἐν ἀλλῳ τινι καιρῳ ὑβρισεν , οὐκ ἀν ἠν δεινον ; εἰ δ '
ἐφ ' ἁπασι τοις ἑαυτῳ νενεανιευμενοις ἐπεθηκεν , ἐμου μεν ὑβρισεν το σωμα , τῃ φυλῃ δε κρατουσῃ τον ἀγων
9999909 τἀλλα
κινουμενοις , ἁρμοζει μαλλον ἡ του ψυχρου ὑδατος ποσις και τἀλλα παντα ὁσα ψυχειν και ἐξωθεν δυναται δυναμει και ἐνεργειᾳ
δε ηὐξε μεγεθει , τῳδε αὐτῳ αὐτα ἐσῳζεν : και τἀλλα οὑτως ἐπανισων ἐνεμεν . ταυτα δε ἐμηχανατο εὐλαβειαν ἐχων
9999909 Ὀλυμπιονικης
τραχει νεανισκῳ συμβεβληκεν . Ἱνα τι ; φησιν . Ἱνα Ὀλυμπιονικης γενῃ : διχα δ ' ἱδρωτος οὐ γιγνεται .
, πυρος μη προσαχθεντος , και ἀλλα πολλα . Διωξιππος Ὀλυμπιονικης ἀθλητης , ὁ Ἀθηναιος , ἐσηλαυνεν ἐς τας Ἀθηνας
9999909 ἐμεμνηντο
ἀλαζονειαν αὐτων και την ὑπεροψιαν μυσαττομενος , και ὁτι μη ἐμεμνηντο θνητοι τε ὀντες αὐτοι και θνητων ἀγαθων τετυχηκοτες .
: ταυτα , φησι , και αἱ των θεων συνοδοι ἐμεμνηντο , ὁτε Ζευς περι της Θετιδος και Ποσειδων ἐφιλονεικησαν
9999909 φαινομεθα
κριθησεται , οὐ δη καλον , ἀφ ' ὡν εὐδοκιμουντες φαινομεθα και μεθ ' ὡν ἐπιτηδευματων διαγεγοναμεν , ἀκυρα ποιειν
ὁσα πολυχορδα και πολυαρμονια , δημιουργους οὐ θρεψομεν . Οὐ φαινομεθα . Τι δε ; αὐλοποιους ἠ αὐλητας παραδεξῃ εἰς
9999909 παρηγγελλε
στεφανωσαμενος και ἀποδυς ἐλαμβανε τα ὁπλα και τοις ἀλλοις πασι παρηγγελλε , και τους λοχαγους ἐκελευεν ἀγειν τους λοχους ὀρθιους
ἀλλ ' αἰσχροκερδειας και ἀπατης δελεαρ . [ Ὁτι Πυθαγορας παρηγγελλε τοις μανθανουσι σπανιως μεν ὀμνυναι , χρησαμενους δε τοις
9999909 ἐδωκαν
ἡμιν ἀρτους πυρινους , αὐτοι δε κεγχρον ἑφθην ἠσθιον . ἐδωκαν δε και οἰνον ἡμιν πιειν , ὑδωρ αὐτοι πινοντες
Λυδοι μεν ἐπασχαλαντες [ συμφοραισι δισχελιοις στατηρας [ ἀμμ ' ἐδωκαν , αἰ κε δυναμεθ ' ἰρ [ ἐς πολιν
9999909 νοημα
. Ἐστι δε των εἰδων ἑν ἑκαστον ἀϊδιον τε και νοημα και προς τουτοις ἀπαθες : διο και φησιν ἐν
πονεις , μονος δε ἑλκεις ὑπερ Ἑλληνων ἀγρυπνον ὀμμα και νοημα , ὡσπερ τις κυβερνητης χρηστος , ὁς παντας ἀφεις
9999909 χερες
Κεινοι γε και ἀν διχομηνι σεληνῃ εἰσωποι τελεθοιεν : ἀταρ χερες οὐ μαλ ' ἐισαι : λεπτοτερη γαρ τῃ και
ἠδη γαρ με φοινια μεγαν δεδυκε λυσσα θυμον . ὠ χερες χερες , προς οἱον ἐργον ἐξοπλιζομεσθα : φευ ,
9999909 ἀλυσιτελες
πλουσιον και το ἀνδρειον και το ἰσχυρον μη ὀντα δοκειν ἀλυσιτελες ἀπεφαινε : προσταττεσθαι γαρ αὐτοις ἐφη μειζω ἠ κατα
. οὑτος ὁ μυθος δηλοι , ὁτι πραττων τις ἐργον ἀλυσιτελες ὡς ἐπωφελες μαλλον και τουτῳ δυσαποσπαστως προσκειμενος ἐς ὑστερον
9999909 εὐφημα
παραγραφος . συστημα κατα περικοπην στιχων ιβʹ . εὐφημειν ] εὐφημα λεγειν . της εὐχης ] ἡν αὐτος εὐξομαι .
ὡς Μαγνης ὁ κωμικος . στομωδη δε τα εὐστομα και εὐφημα Σοφοκλης , στομοδοκον δε τον στωμυλον και λαλον Φερεκρατης
9999908 δρομευς
τ ' εἰη φερειν . και παλιν ὁ μεν ποδωκης δρομευς ῥᾳδιως παρεπεσθαι τοις βραδυτεροις δυναιτ ' ἀν : ὁ
: κωλον οὐν ἐκπλεθρον μεγα πηδημα ὡς ὑπερβαινειν πλεθρον : δρομευς ἱππος : ὁ στεφανος θαυμαστην ῥυσιν του φθαρτικου πυρος
9999908 συνηνεχθη
. οὐ πολυ δε ὑστερον και το περι Κυνανην παθος συνηνεχθη , ὁ Περδικκας τε και ὁ ἀδελφος Ἀλκετας διεπραξαντο
καλος εἰναι και ταις Ἐφεσιων γυναιξι περιποθητος , και που συνηνεχθη πολλα ἱκετευθεις . το ἐντευθεν ἠδη ῥᾳον , ὡς
9999908 κολοβοι
. Γ ναννοφυεις : ναννοι Γ γαρ Γ λεγονται οἱ κολοβοι των ἀνθρωπων : οἱ δε κολοβοι των ἱππων ἰννοι
πανυ ὀντες και λεπτοι ἀνοητοτερους δηλουσιν ἀνδρας . δακτυλοι παχεις κολοβοι τολμητικον και ἀπρονοητον και θηριωδη ἀνδρα δηλουσι , και
9999908 φυσικα
. Παιτος βασιλει βασιλεων τῳ μεγαλῳ Ἀρταξερξῃ χαιρειν . Τα φυσικα βοηθηματα οὐ λυει την ἐπιδημιην λοιμικου παθους : ἁ
οὐν ζητει ἐν τοις ψυχικοις . ἐρχου δε εἰς τα φυσικα . ἀλλα των φυσικων προηγειται ἡ πεινα . διο
9999908 δικαστηριῳ
ἐαν συμβῃ με πεσοντα ἀποθανειν , ⌈ ἠγουν ἐν τῳ δικαστηριῳ με θαψατε . ⌈ δρυφακτα ἐλεγετο * [ ἐνταυθα
τε κατηγορουμενος και ὁ διωκων , καλως ἀν ὡς ἐν δικαστηριῳ και κρισει αὐτων ὀντων ἐλεγομεν εἰναι τον λογον εἰδους
9999908 ἐξηλασεν
ὑπερ της ἀθανασιας ἀθλων συντελεσθεντων ἑνα καταριθμουμενον καθ ' ὁν ἐξηλασεν ἐκ της Στυμφαλιδος λιμνης το πληθος των ἐπιπολασαντων ὀρνιθων
οὐδεις των ἐκει κομπασεται καθ ' ἡμων οὐδ ' ὡς ἐξηλασεν ἑξει λεγειν . παντες γαρ ἀνθρωποι συνησονται , ὁσον
9999908 πικροι
ὀκνῳ εἰκοντεϲ , ἀθυμοι : βρωμωδεεϲ δε την ὀϲμην , πικροι δε την γευϲιν : την ἀναπνοην οὐκ εὐκολοι :
φυλλα συν κηρωτῃ . ῥησσει δε φυματα προπολις , θερμοι πικροι μετ ' ὀξους καταπλασθεντες , σικυου ἀγριου ἡ ῥιζα
9999908 ἀπε
ἀπο τουτου ἐς το ἀνω τα Περσων βασιλεια ἠν , ἀπε - χοντα του ποταμου των ἐκβολεων σταδιους ἐς διακοσιους
. Εἰπαν Ἰωνες προς ταυτα : Ἡμεας [ δε ] ἀπε - πεμψε το κοινον των Ἰωνων φυλαξοντας την θαλασσαν
9999908 λημα
ποιος ἠσθα νερθεν ἐν κακοισιν ὠν ; ὡς ἐς το λημα παντος ἠν ἡσσων ἀνηρ . πως οὐν † ἐτ
Νυν δη σε παντα δει καλων ἐξιεναι σεαυτου , και λημα θουριον φορειν και λογους ἀφυκτους , ὁτοισι τονδ '
9999908 πιθανωτερα
ψυχρων και βαρεων ἀποκρινομενων του παντος . Ἐστι δε τις πιθανωτερα δοξα ταυτης εἰρηκοτων ἐνιων , ὡς οἱ διᾳττοντες ἀστερες
των ? [ γαρ ἀποντων ] αἰει τα [ παροντα πιθανωτερα ] και ? [ ἐπιδοξος ] ἑκαστος ἐστιν ἠ

Back