ὁ Ξερξης πεποιηκεν . ταυτα δε κωμῳδειται . Εὐπολις ἐν Μαρικᾳ : πεπερακε μεν ὁ περσεπτολις ἠδη Μαρικας . ὁ
της ἀντιθεσεως . ταττεται και ἐπι του ἀνυποπτου : Εὐπολις Μαρικᾳ και πολλα ἀγαθ ' ἐν τοισι κουριοις ἐγω ἀτοπως
9999363 σκεψωμεθα
εἰπειν ἐν τῳ παροντι , ὠ Σωκρατες . Ἀλλα ὡδε σκεψωμεθα αὐτο . φερε , εἰ τις βουλοιτο ταυτην την
φαινεται τισιν το ἀξιουμενον ὑπο των φιλοσοφων , ὁμως δε σκεψωμεθα κατα δυναμιν , εἰ ἀληθες ἐστι το δειν ἁμα
9999345 Θετταλικα
τι προς τα Λυδων δειπνα και τα Θετταλων ; τα Θετταλικα μεν πολυ καπανικωτερα . ἐρειδετον : κἀγω κατοπιν σφῳν
, καινου το ἐντευθεν βιου φασιν ἀρχεσθαι . τα δε Θετταλικα ἐναγισματα φοιτωντα τῳ Ἀχιλλει ἐκ Θετταλιας ἐχρησθη Θετταλοις ἐκ
9999344 Ἀρτεμισιῳ
ἐπιβαλλειν . και ὁ Οὐλπιανος ἐφη : μα τους ἐν Ἀρτεμισιῳ κινδυνευσαντας , οὐδεις τινος γευσεται πριν λεχθηναι που κειται
Κορινθιοι δε το αὐτο πληρωμα παρεχομενοι το και ἐπ ' Ἀρτεμισιῳ : Σικυωνιοι δε πεντεκαιδεκα παρειχοντο νεας , Ἐπιδαυριοι δε
9999325 θωρακα
τας ἐπιδρομας και ἀναχωρησεις ἐπιτηδειοι και τῃ ὁπλισει κουφοι : θωρακα γαρ ἠ ἀσπιδα εἰχεν οὐχ ἑκαστος , ὁσοι δε
λεπτυνειν μετα και του θερμαινειν την ψυξιν : τον δε θωρακα και τον πνευμονα διακαθαιρειν και τα εἰς τον στομαχον
9999320 Πρωταγορᾳ
: ἐξει τον ἀσκαντην λαβων : και Πλατων ὁ φιλοσοφος Πρωταγορᾳ : και ἁμα ἐπιψηλαφησας του σκιμποδος , ἐκαθεζετο παρ
ἐκ γε του λογου ἀναγκη εἰναι . Τι δε αὐτῳ Πρωταγορᾳ ; ἀρ ' οὐχι ἀναγκη , εἰ μεν μηδε
9999317 ἀμιδα
ἀπωθεισθαι προσποιουμενων , ἁ μηδεις αὐτοις διδωσι . Σιτιον εἰς ἀμιδα μη ἐμβαλλειν : ἐπισημαινει γαρ ὁτι εἰς πονηραν ψυχην
' ὁλην διακονειν . το μισθαριον γαρ ἀν ἀπαιτῃς , ἀμιδα μοι ἐνεγκε πρωτον φησιν . ὀξος ἡ φακη οὐκ
9999312 ἐφυγε
ἐτη της κατασκαφης ἑκατον και δυο . ὁτι Βομιλχαρ κατηγορουμενος ἐφυγε προ δικης και Ἰογορθας συν αὐτῳ , τουτο δη
. και τυγχανοι γε θεων εὐμενων ἐκεινος , ὁς οὐτε ἐφυγε την χαριν οὐτε ἀηδως ἐδωκε . νυν δ '
9999303 ἡλικιαϲ
. Χολαγωγοιϲ χρηϲτεον ὡρᾳ μεν παϲῃ πλην χειμωνοϲ , ἐπι ἡλικιαϲ δε ἀκμαϲτικηϲ τε και παρακμαϲτικηϲ , ἑξεων δε καταξηρων
ἑτερου παροξυϲμου ποιουμενοϲ . εὐεκτικων δε ϲωματων και πολυαιμων και ἡλικιαϲ θερμηϲ οἰκειοϲ ὁ ϲυνοχοϲ πυρετοϲ . ϲυνιϲταται γαρ ἐπι
9999283 ἠελιοιο
εἰσι , παλιν δ ' , ἀγκωνας ἑλιξας , ἀντην ἠελιοιο μεσην Βαβυλωνα περησας , Περσιδος εἰς ἁλος οἰδμα θοην
αἰψα δ ' ἰαινετο κηρος , ἐπει κελετο μεγαλη ἰς ἠελιοιο . οὐ παντως δε , εἰ τι ἰαινεται ,
9999283 γονῃ
δι ' ἀερος εἰς ὑδωρ : και ὡσπερ ἐν τῃ γονῃ το σπερμα περιεχεται , οὑτω και τουτον σπερματικον λογον
. . . . ἀρσην : ἀπο του ἀρδω τῃ γονῃ . ἠ παρα το † ἀρδω , το πραττω
9999258 ἐδεηθη
ἀλλος ἐν τε ἱστοριας μνημῃ και κινησεως καλλει διενεγκων , ἐδεηθη του Δημητριου εὐγνωμονεστατην , οἰμαι , την δεησιν ,
εἰναι και ποτοις κοινον των βασιλεων : διοπερ οὐδε πιστεως ἐδεηθη προς τουτο , ὡς των ἀκροατων αὐτοθεν συγχωρουντων .
9999255 ἐδακρυσε
συγγνωμην , οἱον Κλεωνος τους ἐκ Πυλου τριακοσιους εἰσαγοντος Νικιας ἐδακρυσε , και κρινεται ὑπο Κλεωνος ὑβρεως : την γαρ
ἐξῃει των Σαρδεων . και ὁ Θεοδωρος τον συγγραφεα μεταπεμψαμενος ἐδακρυσε την ἐξοδον , και ἀνδρι τἀλλα γε ἀτεραμονι και
9999255 χαλκουϲ
χαλκουϲ ηʹ . Το ἡμιωβολον ἐχει κερατιον αʹ ʂ , χαλκουϲ δʹ . Θερμοϲ ἐχει κερατια βʹ , χαλκουϲ εʹ
χʹ , θερμουϲ Ϡʹ , κε - ρατια ͵αωʹ , χαλκουϲ ͵δωʹ [ ἀλλοι ͵γχʹ ] . ἡ Πτολεμαϊκη μνα
9999255 ἀμαθη
ματαιαν ἡγειται την της παιδειας ἐπιβολην και εὐδαιμονα προκρινει τον ἀμαθη . Ταυτα δε εἱμαρμενης και τυχης ἐστιν ἐργα ,
προς ἐπιστημης κατα το παντελες ἐαθῃ ; ποτε δε τον ἀμαθη και λιαν ἀπαιδευτον ; οὐχ ὁταν ἀπολειψιν την ἐπ
9999249 ὑδατωδεϲ
ὑδατωδουϲ ὑγρου ϲυλλεγομενου : κατα το πλειϲτον μεν οὐν το ὑδατωδεϲ ϲυλλεγεται , ἐνιοτε δε τρυγωδεϲ ἠ διαιμον ϲυνιϲταται ,
δια τουτο ϲτυφει μαλλον , ἐν δε τῳ ἐνυδρῳ το ὑδατωδεϲ , και δια τουτο προϲ ταϲ ζεουϲαϲ φλεγμοναϲ ἁρμοττουϲι
9999248 ἠμεσε
: οὐροισιν ὑποστασις , πελιδνη , ὑπογλισχρος . Τεταρτῃ , ἠμεσε χολωδεα , ξανθα , ὀλιγα : διαλιπων ὀλιγον ,
ἐγινοντο ἑκαστης ἡμερης . Πεντεκαιδεκατῃ , ζωμιον νεοσσου ῥυφων , ἠμεσε χολην : και κοιλιη κατω ἐξεταραχθη : και ὁ
9999247 ἀσπιδα
μενειν , ἀλλ ' ἠ συν αὐτῳ σε κρατειν την ἀσπιδα και γην μολυνειν αἱμασιν των βαρβαρων . Ἐπει δε
δοσις : και ὀργισθεις ἐτυψε τινα και φοβηθεις ἐρριψε την ἀσπιδα , παθος ἡ ὀργη και ὁ φοβος , πραξις
9999242 ἰδιωτῃ
οὐκ εἰς ἀλλο τι ἠ εἰς ἀγαν δουλειαν μεταβαλλειν και ἰδιωτῃ και πολει . Εἰκος γαρ . Εἰκοτως τοινυν ,
. οἰδα δε και τουτο , ὁτι πολλῳ κρειττον ἐστιν ἰδιωτῃ δανεισαντα χρεωκοπεισθαι ἠ πολει : ὑπο ἰδιωτου μεν γαρ
9999241 κομισῃ
Διατετακται παρα Δελφοις τῃ θυσιᾳ των θεοξενιων , ὁς ἀν κομισῃ γηθυλλιδα μεγιστην τῃ Λητοι , λαμβανειν μοιραν ἀπο της
γαρ παρα Δελφοις τῃ θυσιᾳ των Θεοξενιων , ὁς ἀν κομισῃ γηθυλλιδα μεγιστην τῃ Λητοι , λαμβανειν μοιραν ἀπο της
9999240 φαρεα
' ἁπλοϊδας χλαινας , τοσσους δε ταπητας , τοσσα δε φαρεα λευκα , τοσους δ ' ἐπι τοισι χιτωνας .
' ἁπλοϊδας χλαινας , τοσσους δε ταπητας , τοσσα δε φαρεα καλα , τοσους δ ' ἐπι τοισι χιτωνας .
9999235 θαυμαζε
εἰδως . ὀργην πληθους μη παροξυνε . ἐπαινον πληθους μη θαυμαζε ἠ μη ἀτιμαζε . θορυβον τματων [ . .
, εἰκοτως οἰει ταυτῃ παντα ταυτα γεγονεναι . και μη θαυμαζε : κακος γαρ ἀν ἐχοντι γε νουν ἀνδρι φαινοιμην
9999234 τυγχανω
. ἐστι δε τοιουτος : Εἰ και πολυ σου διαστημα τυγχανω κεχωρισμενος , τῳ σωματι μονον πασχω τουτο . οὐδε
μεντοι ἀορας οὐδε λεβητας οὐδε κρατηρας οὐδε κλινας και τραπεζας τυγχανω κεκτημενος , ὡς τινες φασι κεκτησθαι Δαρειον ἐν Περσαις
9999232 φοβεισθε
γε ἡμας τους ἀλλους . εἰ δε ὑμεις οἱ νεοι φοβεισθε , ὡσπερ ἐν Καρι ἐν ἐμοι ἐστω ὁ κινδυνος
τον ἀνδρα . κατεγνωτε και της θεου ἀκρασιαν , εἰ φοβεισθε ὑπ ' ἀνδρος αὐτην θεραπευεσθαι . μη συγκαθιζετω μοι
9999232 ἀκανθωδη
' ἰδιαν , τινα λεπιδωτα αὐτων ἐστι , και τινα ἀκανθωδη , και τινα λεια , και τινα μαλακοστρακα ,
σκευην , και ἐασας την εὐθειαν ὁδον , προς την ἀκανθωδη ἀναδραμῃ πλανην . Το δε ἐν ἀγγειοις ἀποκειμενα τα
9999230 Θεσσαλιᾳ
. * Ἐν Εὐβοιᾳ ἀγων τελειται τα , ἐν δε Θεσσαλιᾳ Πρωτεσιλεια , ἐν δε Εὐβοιᾳ τα Γεραιστεια . Πρωτεσιλα
Αἰθρας , ὡς ἐνιων λεγοντων Ἀλεξανδρον μεν , τον ἐν Θεσσαλιᾳ Παριν , ὑπ ' Ἀχιλλεως και Πατροκλου μαχῃ κρατηθηναι
9999229 ὁρῳ
εἰ ὑπηρξεν ἠ εἰ ὑπαρξει ζητουμεν , ἐν δε τῳ ὁρῳ το ἰδιον του πραγματος , ὁπως το ὀνομα ὁρισθῃ
κεκωλυκεν αὐτον λεγειν . Ἡ πηλικοτης , ὡς ἐν τῳ ὁρῳ : ὁτι μεγα το γινομενον : ὁ βιαιος ὁρος
9999229 ἐσωσε
. ὁ γαρ δη θειος Θεοδοσιος ἁμαρτοντας μεν ἠδη τινας ἐσωσε , δικην δε παρ ' οὐδενος οὐδεν ἀδικουντος ἐλαβεν
συμπαντα ἁ κεκτηται διδοντα ἀξια σφων εἰναι νομισαι , ὡστε ἐσωσε τον πρεσβευτην το σχημα της προξενιας . οὐ μην
9999227 φυγαδα
πραϋνεται . ἡ Ἀφροδιτη εὑρεσιν ὑποφαινουσα ἐν τοπῳ ἱερῳ τον φυγαδα δεικνυσιν εἰναι . Ἐαν τις ἀστηρ ἐν οἰκῳ ἰδιῳ
. ] σου θεμις [ μαθειν ] ; [ . φυγαδα ] Πολυνεικη ? [ ] ? πατρας . [
9999227 ἠρεμιᾳ
πρωτον μεν εἰ μονος ζῳη και καθ ' αὑτον ἐν ἠρεμιᾳ , παντων αὐτῳ ὑπαρχοντων ἀφθονως , οὐκ ἐστιν ὁπως
τας ἐπιθυμιας οὐχ ἡδεται : ἡ γαρ ἡδονη ἐν τῃ ἠρεμιᾳ ἐστιν . ἐτι τον ἐχοντα ἑξιν ἀνδρειας ἐπιοντα ἐξαιφνης
9999226 κωμῳδιᾳ
κακοσκελης , και σκελις ἡ νυν καλουμενη περνα ἐν τῃ κωμῳδιᾳ , και παρα Πλατωνι ἀσκελες και ἀπουν : ταχα
, ἀλλ ' ἐς ἀκρατον και ἑταιρους οἱους παρασχειν και κωμῳδιᾳ λογον , οἱον παρεσχον λογον οἱ Καλλιαν ποτε τον
9999226 δραχμη
Ϛʹ . καλειται δε ἡ # τετρασαριον Ἰταλικον . Ἡ δραχμη ἐχει γραμμαρια γʹ , ὀβολους Ϛʹ , θερμους θʹ
ϲταγιον κερατια κδʹ . Το κερατιον ϲιταρια δʹ . Ἡ δραχμη κερατια ιηʹ . Ἡ ὁλκη κερατια ιηʹ . Το
9999224 σπορᾳ
Πετοσιριν ὁτι ἐν ᾡ ζῳδιῳ εὑρισκεται ἡ Σεληνη ἐν τῃ σπορᾳ τουτο ὡροσκοπησει ἐν τῃ ἐκτεξει , ὁπου δε ἐν
του κατηγορου ὁτι ἠγαγετο ὁ τουτου πατηρ ἐπι γνησιᾳ παιδων σπορᾳ ἐλπιζων γηροκομεισθαι : εἰτα ὁτι πεποιηκε παιδα : ἀνηγαγε
9999221 ὀπισω
του ἠτρου ὡς ἐπι τον περινεον και δια της ἑδρας ὀπισω ἐνεγκειν , ἱνα ὁμοσε αἱ τεσσαρες των καιριων ἀρχαι
διαλιπειν την ἡμερην ταυτην : ἠν δε μη , πυριῃν ὀπισω : πυριωμενη δε , ἠν δυνηται σκεψασθαι , κελευειν
9999221 θαυμαϲτωϲ
δια δριμειϲ τε και δακνωδειϲ χυμουϲ ὀδυνηθεντων το κωλον . θαυμαϲτωϲ δε ποιει προϲ αὐτουϲ , κἀν ἐμοιεν , ἀνηθον
εὐ μαλα ἐκτριβει , ὁθεν ἐπιληψιαϲ και ταϲ ἐντευθεν μανιαϲ θαυμαϲτωϲ ἀποϲκευαζομενον φαινεται . [ εὑρον δε ἐγω την γραφην
9999220 δρασω
δε εἰπουσης : Δος μοι περιπλοκαςἀνεβοησεν : Οἰμοι , τι δρασω ; δυσι κακοις μεριζομαι . Ὀζοστομος και ὀζοχρωτος ,
ζην ἐν ἀθυμιᾳ και τοιουτοις αἱρουμαι κακοις . ἀλλα τι δρασω ; τους μεν ἀπελασω , ποιησω δε το περι
9999220 πυλιδα
τας ὑποσχεσεις ἡ Ταρπεια τοις μεν πολεμιοις ἀνεῳξε την συγκειμενην πυλιδα , τους δ ' ἐν τῳ χωριῳ φυλακας ἀναστησασα
ἐξεπιπτον , εἰσι δ ' οἱ το τειχος ὑπερβαντες και πυλιδα ἀνεῳξαν , ἡ προεσταυρωτο πυκνοτατοις σταυροις , και τους
9999219 νεανισκε
ἐφης . . . στεφανουν αὐτον ; Εὐδαιμονικη , ὠ νεανισκε . ὁ γαρ στεφανωθεις ταυτῃ τῃ δυναμει εὐδαιμων γινεται
Ὁ αὐτος ἐπει ἐλοιδορειτο ὑπο τινος νεανισκου τα αἰσχιστα „ νεανισκε „ ἐφη : ” ἡ γλωττα σου οὐκ ἐν
9999218 βλαπτῃ
θ οὐκ ἀφιστασαι ἀπο του τοπου ι ἑτερῳ συναλλαξας , βλαπτῃ α φυγαδευθητι προς ὀλιγον β οὐ γινῃ βιοπρατης τελειως
ἀγωνιας γ οὐ κινῃ ἐκ του τοπου ἀρτι δ οὐ βλαπτῃ . μη ἀγωνια ε γαμεις ἡν θελεις γυναικα Ϛ
9999216 ἐδωκε
, ἀλλ ' αὐτου τερποιτο μενων : μεγα γαρ οἱ ἐδωκε Ζευς ἀφενος , ναιεν δ ' ὁ γ '
ἐδωκε τα ὀργανα ἠ ἀμφω . Ἀλλ ' εἰ μεν ἐδωκε και τας αἰσθησεις , οὐκ ἠσαν αἰσθητικαι προτερον ψυχαι
9999216 Κιλικιᾳ
λεχθεισων δεκα ἐστι πολισμα τα Τυανα , ἐν δε τῃ Κιλικιᾳ καλουμενῃ τα Μαζακα ἡ μητροπολις του ἐθνους : καλειται
οἰκησαντα κολασθεντα δ ' ἐν Σικελιᾳ Ὁτι ὁ Τυφως ἐν Κιλικιᾳ μεν ἐγεννηθη ἐν Σικελιᾳ δε ἐκεραυνωθη ἐν τοις ποσι
9999213 Ἐπι
τουτο λυσιτελησει τῳ λογῳ και ἀλλως χαριεν ὀν λεγομενον . Ἐπι τινα θεραπειας τινος δεομενον ἀφικομην , ἑπετο δε και
του κυκλου , κατα μηκος της φυσιος του ἀνθρωπου . Ἐπι παντι ἑλκεϊ ἐρυσιπελατος ἐπιγενομενου , καθαρσιν δει ποιεεσθαι του
9999213 ἐξηνεχθη
εἰς την ὑποκειμενην ἐρριψε θαλασσαν , ἡτις προς Σεριφον νησον ἐξηνεχθη μιαν οὐσαν των Κυκλαδων ἡς ἐβασιλευε Πολυδεκτης υἱος Ποσειδωνος
πλαζεται , και ἀναγκη φθασαντα αὐ μεταθειν και ἀναλαβειν ὁσον ἐξηνεχθη του δρομου . και αἱ δυσχωριαι προς του λαγω
9999210 κλεα
: και παλιν Μους ' ἀρ ' ἀοιδον ἀνηκεν ἀειδεμεναι κλεα ἀνδρων . ὁ δε γε Ἀλκινους αὐτος συνιστας αὐτον
ἐν Ἰλιαδι Ἀχιλλευς , ὁ τῃ κιθαρᾳ προσᾳδων και τα κλεα των προτερων δια του μελους ἐς μνημην ἑαυτῳ ἀγων
9999209 ἐδιδαξε
δε λεων ἐφησε προς ταυτην οὑτως : Τις ς ' ἐδιδαξε μεριζειν οὑτως , φιλη ; Ἡ συμφορα του ὀνου
τῃ ὑπωρειᾳ της Ἰδης , την πολιν Δαρδανιαν καλεσας και ἐδιδαξε τους Τρωας τα ἐν Σαμοθρᾳκῃ μυστηρια : ἐκαλειτο δε
9999209 πυξιδα
μισγε γλυκεος Κρητικου παλαιου , και συλλεανας ὑγρον ἀνελου εἰς πυξιδα κεραμιαιαν και ὑπαλειφε . Ὁταν ἡ κορη τῳ μεν
θυειας τριβε εὐτονως , και ἐξιπωσας ἀνελου το ἀπορρεον εἰς πυξιδα ἐρυθρου χαλκου : τουτο γαρ ἐστιν ὡσπερει ἀνθος λεπιδος
9999208 Βρισηιδα
ὁτι ἐντευθεν πλανηθεις Ζηνοδοτος συναριθμεισθαι ἐν ταις ἑπτα και την Βρισηιδα ἐδοξεν , και ἐν ἀλλοις γραφει ἐκ δ '
Ἀχιλεως προτερον ὑβριν , πως ἀφῃρεθη την * Ἱπποδαμειαν * Βρισηιδα ἐτι δε λογισαμενος και του Παλαμηδους τον ἀδικον θανατον
9999206 ἐβοηθησε
, ὡς ὁμως και μελλων ἀρχεσθαι ὑπο Λακεδαιμονιων ὁ Γελων ἐβοηθησε ἀν τοισι Ἑλλησι , εἰ μη ὑπο Θηρωνος του
. οὑτος ἐβοηθησε μεν ἐν ταξει ῥητορος μυριοις ἀδικουμενοις , ἐβοηθησε δε ἀπο ψηφου πλειοσι . και ταυτα οἰδεν Εὐφρατης
9999206 Περγαμῳ
μνηματι ποιηται τε ᾀδουσι και γραφας ἐν τε Ἀθηναις και Περγαμῳ τῃ ὑπερ Καϊκου θεασαμενος οἰδα ἐχουσας ἐς της Πολυξενης
ἀει . και παρελθοντος ἐνιαυτου και μηνων ἐπι την ἐν Περγαμῳ καθεδραν ἠλθομεν . Νυν δε ὁθεν ἐξεβημεν τρεπωμεθα προς
9999203 Κορισκῳ
μεν δικαιον και μουσικον , ἐπειδη μιᾳ οὐσιᾳ συμβεβηκε τῳ Κορισκῳ , το δε μουσικον και Κορισκος , ὁτι θατερον
ἑν ἐστι , και οὐδεν διαφερει το εἰπειν ὁτι τῳ Κορισκῳ συμβεβηκε το μουσικον και το ὁ Κορισκος μουσικος και
9999198 φειδω
Ἑλληνος ξενου ὁ Ἀναχαρσις την ἀφθονιαν των ἐργων και την φειδω των λογων . Ἠσαν δε που και οἱ Πυθαγορου
και φιλου μαχου πανυ . Ὑβριν δε τικτει πλουτος ἠ φειδω βιου . Ὑφασμ ' ὑφαινειν μανθανε στροφας λογων .
9999198 νευρῳ
χρηϲομεθα : οὐ γαρ ὀλιγοϲ ὁ κινδυνοϲ ἐγκεφαλου γειτνιωντοϲ ἀκουϲτικῳ νευρῳ φλεγμαινοντι . καλωϲ οὐν τουτο παρηγορει : ὀπιου μεροϲ
βραχεντα αὐτα μητε νοτισθεντα μηδεν δεινον πασχειν : τῳ δε νευρῳ παν το τοιουτον ἐστι πολεμιον : οὐ γαρ οἱον
9999197 Πολυϊστωρ
σπουδην . Φαγρωριον , πολις , ὡς Ἀλ . ὁ Πολυϊστωρ ἐν Αἰγυπτιακοις . Ἐξ οὑ συνθετον Φαγρωριοπολις και Φαγρωριοπολιτης
ἐν τριτῳ Λιβυκων . Δρακοντος νησος , Λιβυης , ὡς Πολυϊστωρ ἐν τριτῳ Λιβυκων . Εὐφραντα , πολις Λιβυκη .
9999195 ἐκλεψε
φιλονικιαν ὑπο νεου ὀντος ἐμου ἐγραφη , και τις αὐτο ἐκλεψε γραφεν , ὡστε οὐδε βουλευσασθαι ἐξεγενετο εἰτ ' ἐξοιστεον
του μαινομενου , ἱνα μη ἑαυτον ὁ μαινομενος ἀποσφαξῃ , ἐκλεψε μεν , κλεπτης δε οὐκ ἐστι : και ὁ
9999194 κραδιη
ἡσυχος ἀνστρεφεται και μειλιχος ἀνθρωποισι , του δε σιδηρεη μεν κραδιη , χαλκεον δε οἱ ἠτορ νηλεες ἐν στηθεσσιν :
ἀλλα και ὑπο τηϲ πνιγοϲ ξυνδιωκομενοι ἀμαυρουνται : θωρηξ και κραδιη φλεγεται : ποθη ψυχρου ἠεροϲ : εἰϲπνεουϲι δε ϲμικρον
9999192 θηλεα
γαρ ἀνδριαν , και εἰ ποτε μιγεισαι γεννησειαν , τα θηλεα ἐτρεφον , και τους μεν δεξιους μαστους ἐξεθλιβον ,
διαμηριζειν μηδεν μαλλον μηδε ἡσσον παιδικα ἠ μη παιδικα μηδε θηλεα ἠ ἀρρενα : οὐ γαρ παιδικοις ἀλλα ἠ μη
9999191 Νικοκλεα
ὁρων . . πρυτανειας : Ἀ . ἐν τῳ προς Νικοκλεα . ἐστι δε ἀριθμος ἡμερων ἡ πρυτανεια ἠτοι λϚʹ
χρηται δε τῃ παροιμιᾳ ταυτῃ και Ἰσοκρατης ἐν ταις προς Νικοκλεα ὑποθηκαις . το δε βουλευεται δε πολυν χρονον ἐλλιπως
9999190 ἐκπεφευγε
των ζῳων ἡ σαρξ , και την εἰς εὐχυμιαν χρησιν ἐκπεφευγε . Κοινῳ δε λογῳ , τα μεν νεαρωτερα των
σκιρρος ὀγκος ἐστι παρα φυσιν σκληρος τε και ἀναισθητος . ἐκπεφευγε δε τον ἀκριβη ὁ μετριως αἰσθανομενος : ἀλλ '
9999189 Θρασυβουλῳ
λεγει Διονυσιον τον ἐν Σικελιᾳ ἐξωλη και ἐμμανη τυραννον ἐοικεναι Θρασυβουλῳ τῳ Λυκου ἀνδρι φιλοπολιδι και παντος κρειττονι λογου δια
Μιλησιοι δε ταδε προστιθεισι τουτοισι , Περιανδρον τον Κυψελου ἐοντα Θρασυβουλῳ τῳ τοτε Μιλητου τυραννευοντι ξεινον ἐς τα μαλιστα ,
9999189 Ἀλκινοοιο
χαλκον . και τα μεν εὐ κατεθηχ ' ἱερον μενος Ἀλκινοοιο , αὐτος ἰων δια νηος , ὑπο ζυγα ,
και ἐστιν ἐκ τε φιλων παιδων ἐκ τ ' αὐτου Ἀλκινοοιο και λαων , οἱ μιν ῥα θεον ὡς εἰσοροωντες
9999187 δωδεκ
Κασταλιας ξενωθεις γερας ἀμφεβαλε τεαισιν κομαις , ἀκηρατοις ἁνιαις ποδαρκεων δωδεκ ' ἀν δρομων τεμενος . κατεκˈλασε γαρ ἐντεων σθενος
τουτεστι πρωτῳ τῳ Ἀλφειῳ ἐθυσεν ὡς ἐντοπιῳ θεῳ . μετα δωδεκ ' ἀνακτων : ἀντι του ἐν δωδεκα θεοις .
9999186 γʹʹ
δʹʹ μεʹ δʹʹ ἡ πηγη του ποταμου κηʹ γʹʹ μδʹ γʹʹ Των δε συμβαλλοντων αὐτῳ ποταμων εἰς μεν το ἀπ
μθʹ ∠ ʹʹγʹ ιβʹʹ λδʹ γοʹʹ Ταιναρια ἀκρα νʹ λδʹ γʹʹ και ἐν τῳ Λακωνικῳ κολπῳ Ταιναριον νʹ λδʹ ∠
9999185 ἠφανισε
παραγεται λιχμηρεας δε τους περιλειχοντας ἠρημωσεν ] διεφθειρε ἠρημωσεν ] ἠφανισε ἀλλως : οἱ δε τε πορδαλιαγχες : οἱ δε
' αὐτου τον Νικηρατον ἐστεφανωσεν , ὁ δε Ἀντιμαχος ἀχθεσθεις ἠφανισε το ποιημα . Πλατων δε νεος ὠν τοτε και
9999184 ἐθηκε
' εἰπε , / [ το παραδειγμα τουτο της γυναικος ἐθηκε , ] δια το την ⌈ ἐννην / [
θηκεν θεος , ὁς περ ἐφηνεν . λααν γαρ μιν ἐθηκε Κρονου παις ἀγκυλομητεω . ὁτι Ζηνοδοτος γραφει ἀριδηλον και
9999182 Αἰγοκερω
ὀπισθιους ποδας Κητους οὐραν Λαγωου μεσον Σκορπιου κεντρον Τοξοτου τοξον Αἰγοκερω μεσον Ὑδροχοου ποδας [ ὡστε εἰναι τους τεμνοντας κυκλους
. . . . . . . . . . Αἰγοκερω ιβ νο κ ∠ ʹ γʹ εʹ των λοιπων
9999182 ὑδατωδεα
ἀλγηματος ἀναδρομαι ἐς καρδιην , πυρετωδεες , φρικωδεες , ἀνεμεουσαι ὑδατωδεα , λεπτα , πλεονα , παρενεχθεισαι , ἀφωνοι ,
των οὐρων κακιστα , τοισι δ ' αὐ παιδιοισι τα ὑδατωδεα , ἡττον δε ὀλεθρια γινονται τα μελανα των ἐχοντων
9999180 σανιδι
, οὑτω κατανεινειν : ἁμα δε τῃ κατατασει χρη τῃ σανιδι καταναγκαζειν τον αὐτον τροπον ὡς τα ὑβωματα , κατ
εἰ δε λιθῳ , ὁ λιθος πηδᾳ . εἰ δε σανιδι και ἡλοις , ἐξηλθεντα πεσουνται . εἰ δε σιδηρῳ
9999179 Ἀραβιᾳ
την ἰατρικην χρησιν το μηλινον . Λιβανωτος γενναται μεν ἐν Ἀραβιᾳ τῃ λιβανωτοφορῳ καλουμενῃ : πρωτευει δ ' ὁ ἀρρην
. Ζιγγιβερι ἰδιον ἐστι φυτον , γεννωμενον ἐν τῃ Τρωγλοδυτικῃ Ἀραβιᾳ πλειστον , οὑ χρωνται τῃ χλοῃ εἰς πολλα ,
9999179 ἠνεχθη
μαντευμα ἐκ θεου , ἡκε λογιον , ἐξεπεσε χρησμος , ἠνεχθη μαντευμα , ἀνειπεν ὁ θεος , ἀνειλεν ὁ θεος
μαγος ὑπεσχετο εἰσω των πεντε ἡμερων ἀποκτενειν τον τυραννον , ἠνεχθη σκηπτος εἰσω πεντε ἡμερων κατα του τυραννου , και
9999179 ἠρασθη
φησι και ἀλλα μεν , ἐν δε τοις και ὁτι ἠρασθη δρακων αὐτου . και ὁτι μεν εἰχε κομην χρυσην
ἐν θεατρῳ συριττεται , και κρινεται κακου βιου . μητρυιας ἠρασθη ὁ προγονος και παραχωρησαντος αὐτῳ του πατρος κρινονται οἱ
9999177 Πελιᾳ
προς ἀμυναν των θηριων . τινες δε ἐν τῳ ἐπι Πελιᾳ ἀγωνι φασι τον Πηλεα λαβειν δια σωφροσυνην ἡφαιστοτευκτον μαχαιραν
εἰτε δια μηνιν Ἡρας , ἱν ' ἐλθοι κακον Μηδεια Πελιᾳ , “ το χρυσομαλλον δερας ” ἐφη “ προσεταττον
9999177 ἀφορᾳ
ἐκτεινομενον και προς την πολιν κατα βραχυ συστελλομενον . και ἀφορᾳ μεν ὁ κολπος ἐκ νοτου την λοιπην θαλασσαν ,
ὁ πατος , ὁ κωλος αὐτων . . βλεπει ] ἀφορᾳ . . αὐτος καθ ' αὑτον ] ἠγουν μεμονωμενος
9999176 κινῃ
. . . καλουμενος ] , κἀν πολλακις την μελιαν κινῃ κατ ' Ἰλιον , κἀν μονος | . .
α οὐχ εὑρησεις δανεισασθαι β τικτει μετα ἀγωνιας γ οὐ κινῃ ἐκ του τοπου ἀρτι δ οὐ βλαπτῃ . μη
9999175 Προμηθεα
οἱ προς χαριν ἁπαντα πολιτευομενοι τοιαυτα πασχουσιν . λεων κατεμεμφετο Προμηθεα πολλακις , ὁτι μεγαν αὐτον ἐπλασεν και καλον και
αὐτοι γεγονοτες . εἰτ ' οὐ δικαιως προσπεπατταλευμενον γραφουσι τον Προμηθεα προς ταις πετραις και γινετ ' αὐτωι λαμπας ,
9999174 ἐγχεα
. . Ε . τω δ ' ἐκσπασσαμενω δολιχ ' ἐγχεα χερσιν ἁμ ' ἀμφω συν ῥ ' ἐπεσον ,
. ἑπταχα εἰς ἑπτα μερη . ἐπτυσσοντο ἐκραδαινοντο : “ ἐγχεα δ ' ἐπτυσσοντο . ” ἐπωχατο τοις ὀχευσι λεγομενοις
9999174 βοειῳ
ὀκτω κοτυλας , μελι παραχεων : εἰ δε μη , βοειῳ ἠ αἰγειῳ ἑφθῳ δυο χοευσι , μελι παραχεων παρα
δε πιμελῃ ταριχηρᾳ ἐνδοθεν τα χειλη διαχριουσιν : ἀλλοι τυρῳ βοειῳ . καθεξει γαρ εἰσω ζεον το γλευκος τουτο μαλιστα
9999174 ὁρᾳ
χρονου δ ' οὐ μακρου διελθοντος , ἐπιων τους δεσμωτας ὁρᾳ συννοιας και κατηφειας γεμοντας μαλλον ἠ προτερον τους εὐνουχους
, ὠ Μεγαβυζε , θαυμαζει σε τα παιδαρια ταυτα : ὁρᾳ γαρ σου την ἐσθητα και την θεραπειαν την περι
9999173 ἐκπεσῃ
ἐκβαλλε ἀπο της ὡρας , και εἰς δ ' ζῳδιον ἐκπεσῃ ἐκεινο παλιν σκοπει ποιον των ἀστερων ἐχει και πως
και τα ἰσα ἀπο ὡροσκοπου : ὁπου δ ' ἀν ἐκπεσῃ , ἐκει γενομενου Κρονου ἠ ἐν τοις τετραγωνοις ἠ
9999173 ὠκεανοιο
' ἀν Ποταμοιο και αὐτικ ' ἐπερχομενοιο Σκορπιου ἐμπιπτοιεν ἐϋρροου ὠκεανοιο : ὁς και ἐπερχομενος φοβεει μεγαν Ὠριωνα . Ἀρτεμις
δ ' Ὑπεριονιδας δεπας ἐσκατεβαινε χρυσεον , ὀφρα δι ' ὠκεανοιο περασας ἀφικοιθ ' ἱαρας ποτι βενθεα νυκτος ἐρεμνας ,
9999172 Φορμιωνι
τα χρηματα ἐπι της νεως της διαφθαρεισης , ἁ ἐδανεισαμεν Φορμιωνι , οὐκ ἀν ποτ ' ἐλαχομεν την δικην αὐτῳ
ἀναμνησω . γεγραπται γαρ αὐτοθι , μη ἐξειναι δε τραπεζιτευειν Φορμιωνι , ἐαν μη ἡμας πεισῃ . τουτο τοινυν το
9999172 αἰθε
φως παρεχε . Νειφε , χαλαζοβολει , ποιει σκοτος , αἰθε , κεραυνου , παντα τα πορφυροντ ' ἐν χθονι
ποτε βοτανην και † ἀκισσος † μετ ' Ἀνθεστηρια . αἰθε και ὠφελον διαφερει . το μεν γαρ ἐστιν ἀπαρεμφατον
9999171 ἐδοξε
ὁ Μαγνης παγκρατιαστης οὐ προ πολλου του ἐν Ῥωμῃ ἀγωνος ἐδοξε παγκρατιαζοντος αὐτου νυκτα γεγονεναι . οὐ μονον ἐλειφθη τον
σαυτου κρισιν : πατερα σε εἰναι δει : τουτο γαρ ἐδοξε σοι , τουτ ' ἐδοκιμασας , τουτ ' ἐκυρωσας
9999170 ναυκληρῳ
τοκους προκεισθαι και στεφανον διδοσθαι εἰς τιμην , τῳ δε ναυκληρῳ ἀνολκην και καθολκην . Ἐξοπλισιας τε πυκνας ποιεισθαι ,
κρωζους ' εἰς την Λιβυην μεταχωρῃ : και πηδαλιον τοτε ναυκληρῳ φραζει κρεμασαντι καθευδειν , εἰτα δ ' Ὀρεστῃ χλαιναν
9999170 ἐτρωσε
ἀντιχαρινοὑτω γαρ τιμωσιν οἱ δαιμονες τους τιμωντας αὐτουςχαλεψε και χαλεπως ἐτρωσε νιν και αὐτον ἐν ἰῳ και φαρμακῳ ὁ συργαστρος
διψα λιμος . και γαρ φοβηθεις τις μη τρωθειη προλαβων ἐτρωσε και ἐβλαψε προβουλευσαμενος και ἐρων ἐπεισθη κελευσαντι τῳ ἐρωμενῳ
9999167 βαθρῳ
Ἐρωτι ποιουσι . νυν δε ἠδη διειμι ὁποσα ἐπι τῳ βαθρῳ του ἀγαλματος ἐστιν εἰργασμενα , τοσονδε ἐς το σαφες
προσηγορευσαν , ὑποπηξαντες τε αὐτῳ ποδας ὡς ὀργανῳ και ὡς βαθρῳ ἐχρησαντο . ἐστι δ ' αὐτου ἡ κατασκευη τοιαυτη
9999167 σκυτεα
οὑτος δε τοὐναντιον συνεπερανατο , το τον Σιμωνα ἀγαθον ὀντα σκυτεα μοχθηρον εἰναι . ἡ δε ἀγωγη του σοφισματος τοιαυτη
ἐτι δε δοξαν ὑπαρχειν αὐτῳ . ἀναγιγνωσκοντος δε αὐτου τον σκυτεα ἐφη προσεχειν ἁμα ῥαπτοντα . και τον Κρατητα εἰπειν
9999167 κυλινδρῳ
της ΓΖ και του ἀξονος ἐκβεβλησθω ἐπιπεδον ποιουν ἐν τῳ κυλινδρῳ το δια του ἀξονος παραλληλογραμμον το ΗΘ , και
, και συνεστη ὁ κωνος ἐπι της αὐτης βασεως τῳ κυλινδρῳ και ὑπο το αὐτο ὑψος : ἁπερ ἠν τα
9999166 Ἐκβεβλησθω
ὁτι ἰσον ἐστι το ΑΒΓ τριγωνον τῳ ΔΕΖ τριγωνῳ . Ἐκβεβλησθω γαρ ἡ ΑΔ ἐφ ' ἑκατερα τα μερη ἐπι
ὡς μιας και τῳ ἀπο ΑΒ ΔΕ ὡς μιας . Ἐκβεβλησθω γαρ ἡ ΕΖ ἐπι το Η , και κεισθω
9999165 Ἰστρῳ
* γην . ἐρχεσθαι . ἐκινει . την ἐν τῳ Ἰστρῳ . * * Ἰστριανην γραφε δια το μετρον ,
δευτερῳ , περι Ἀλεξανδρειαν . Ὀργαμη , πολις ἐπι τῳ Ἰστρῳ . Ἑκαταιος Εὐρωπῃ . εἰσι και Ὀργομεναι πολις Ἰλλυριας
9999163 δομῳ
τ ' ὠ Μοιραι ματροκασιγνηται , δαιμονες ὀρθονομοι , παντι δομῳ μετακοινοι , παντι χρονῳ δ ' ἐπιβριθεις , ἐνδικοις
πτωσσουσαν βρομιας οἰναδος ἐν πεταλοις , ὀφρα μοι εὐερκει καναχαν δομῳ ἐνδοθι θειη , τερπνα δι ' ἀγλωσσου φθεγγομενα στοματος
9999162 Νικιᾳ
τους λογους : οὐ γαρ ἐπρεπε Περικλει και Ἀρχιδαμῳ και Νικιᾳ και Βρασιδᾳ , ἀνθρωποις μεγαλοφροσι και γενναιοις και ἡρωικην
ἀνδρος σωφρονος προχειρως ἐθελειν αἰτιασθαι και ὁντιναουν των πολιτων , Νικιᾳ τε εἰς εὐνοιαν πλειων μερις παρα παντων ἡμων ἐκ
9999162 Πρωταρχε
δε ἐπιστημαι και διαφοροι . Την τοινυν διαφοροτητα , ὠ Πρωταρχε , [ του ἀγαθου ] του τ ' ἐμου
τοιαυτ ' ἐστιν ; Λεγω τουτ ' αὐτο , ὠ Πρωταρχε . Τι οὐν οὐκ αὐτος ἀπεκρινω σαυτῳ , ὠ
9999161 χονδρῳ
ἀκανθων . Εὑρισκεται δ ' ἐν τῃ κεφαλῃ αὐτου λιθος χονδρῳ παρομοιος ἁλος , ὁς καλλιστα ποιει προς τεταρταιας νοσους
, ὡϲ ἐξυδατουντα τουϲ χυμουϲ , χρηϲτεον δε ἐν τροφῃ χονδρῳ ὠοιϲ ῥοφητοιϲ ἀρτοιϲ ϲεμιδαλιταιϲ και χοιρειοιϲ ποϲι και ἀκροκωλιοιϲ
9999161 κορυζα
ὑποκειμενα φερεϲθαι μορια . ταυτηϲ μεν κατα τουϲ μυκτηραϲ ἐνϲκηπτουϲηϲ κορυζα το παθοϲ προϲαγορευεται , κατα δε φαρυγγα και την
, τοις ἀπο κεφαλης κορυζωδεσιν . ἐστι γαρ και ἀλλοθεν κορυζα . και πρωτον ἐστιν εἰπειν , ὁτι ἐξ ἀναγκης
9999161 ἱερῳ
τοποις της ἀφιξεως ἀλλα τε και φιαλην χαλκην ἐν Ἡρας ἱερῳ γραφῃ δηλουσαν ἀρχαιᾳ του δωρησαμενου τῃ θεῳ Αἰνειου τοὐνομα
νομιζουσι : και θυουσιν οἱ Ὁσιοι θυσιαν ἀπορρητον ἐν τῳ ἱερῳ του Ἀπολλωνος , ὁταν αἱ θυιαδες ἐγειρωσι τον Λικνιτην
9999161 βιαιῳ
και της ψυχης ἑκαστου των πολιτων , και τοις μεν βιαιῳ θανατῳ τετελευτηκοσι βοηθησαι , τους δε παρανομον τι των
ὡς νομιμως και σφοδρ ' ἀνθρωπινως κειται . ἐαν τις βιαιῳ θανατῳ ἀποθανῃ , φησιν . πρωτον μεν δη τουτο
9999160 δρομῳ
Σκιπιωνες , ἐπει της ἀναχωρησεως αὐτου ἐπυθοντο , Λυσιμαχειαν τε δρομῳ κατελαβον και των ἐν Χερρονησῳ θησαυρων τε και ὁπλων
ἀποκτενειν με . ἐγω δε ὁρων του δεινου το μεγεθος δρομῳ εἰσω παρερχομαι ἐνθα οἱ ἐμοι δεσποται κοιμηθησεσθαι ἐμελλον .
9999159 Ἑκτωρ
ἐπει οὐν Τρωας τε και Ἑκτορα . και γαρ ὁ Ἑκτωρ Τρως ἠν . . ἀλλοι θ ' οἱ Κρητην
. Οὐδ ' ἀν πω τοτε γε Τρωες και φαιδιμος Ἑκτωρ τειχεος ἐρρηξαντο πυλας και μακρον ὀχηα , εἰ μη
9999158 ἐνεθυμηθη
Χωρις γαρ του μη τρεπεσθαι το θειον , οὐτε το ἐνεθυμηθη οὐτε το ἐνενοησεν δηλωτικα μεταμελειας ἐστιν : [ το
ᾠχετο . Εἰ τοινυν μητε Θρασυβουλος ἀπεγνω τα πραγματα μηδε ἐνεθυμηθη , τι δ ' ἀν εἰεν ἑβδομηκοντα ἀνθρωποι προς
9999156 σελινῳ
Συρμαιην . βρωμα δια στεατος και μελιτος , ἠ λαχανον σελινῳ ἐοικος . Σκυταλαις . ῥαβδοις . Σωστρα . σωτηρια
οἱ Καρχηδονιοι † ἐν ᾑ νησῳ Σαρδοι βοτανη γινεται ὁμοια σελινῳ ἡς οἱ γευομενοι σπασμῳ κατεχομενοι ἀκουσιως γελωσι και οὑτως
9999155 Αἰητῃ
κριον και διασωσαντα σφαξας και το δερμα ἀποδειρας ἐδωκεν ἑδνον Αἰητῃ της θυγατρος αὐτου . ὁρα δε πως και τα
τοις ὀπισθεν εἰρηκειν και πασαν την ἱστοριαν , ὁτι Ἡλιος Αἰητῃ και Ἀλωει * τοις * παισι την ἀρχην διενειματο

Back