: νοσος του κατα φυσιν . Ἐλπις προσδοκια ἀγαθου . Μανια ἑξις φθαρτικη ἀληθους ὑποληψεως . Λαλια ἀκρασια λογου ἀλογος
ποτ ' ἐν τοις ὀρεσι ταχιστα θηριων τρεχειν ; ἡ Μανια δ ' : αὐτομολος , ὠ βελτιστ ' ,
9999950 Ἀμφιαραος
τουτο οὐ συγκοπη , ἀλλα μετασχηματισμος : ἀπο γαρ του Ἀμφιαραος Ἀμφις , ὡς παρ ' Αἰσχυλῳ , ὡσπερ ἀστραγαλος
λιπαρω . χθονα ] την γην . μαντις ] ὁ Ἀμφιαραος . κεκευθως ] κρυφθεις . κεκευθως ] κρυβεις .
9999950 προσεταξε
ἡ ὀρεξις και ἡττατο της φυσεως , τηνικαυτα οὐκ ἐνεγκων προσεταξε τον παιδα πριασθαι την λοπαδα . ἐπει δε ἐφατο
ἐπενοησε τι τοιουτο . την μεν ἀλλην δυναμιν παραδους Πιθωνι προσεταξε κατα σχολην ἀκολουθειν , αὐτος δε τους ἱππεις ἀναλαβων
9999949 ἀναιδες
και τυχοντος . παροσον ἡ θριξ οὐδενος ἀξια ἐστιν . ἀναιδες και θρασυ βλεπει . . ἀσπαλαθος : ἀκανθωδες φυτον
. , παρειας . μιαρε ] μεμιασμενε . Ὀρεστα , ἀναιδες . φημ ' ] ναι . λεγω . .
9999948 κατηγορησε
και ἐνιοτε οἱς αὐτος τις ἐνοχος ἐστι , ταυτι φθασας κατηγορησε του πλησιον ἐκφυγειν οὑτω πειρωμενος την διαβολην . και
, μαθητου την φωνην αὐτωι χρησαντος Ἀρχαγορου του Θεοδοτου . κατηγορησε δ ' αὐτου Πυθοδωρος Πολυζηλου , εἱς των τετρακοσιων
9999948 ἀκλινες
τῳ ἀερι και τοις ἀλλοις συνδιαιρουμενον σωμασιν , ἀλλ ' ἀκλινες και βεβαιον και ἀκινητον και πασης μεταβολης ἐξῃρημενον τετασθαι
συνεστωσα γαρ ἐκ τριαδος και τετραδος το ἐν τοις οὐσιν ἀκλινες και ὀρθον φυσει παρεχεται : ὁν δε τροπον ,
9999947 μανια
οὑτοι κατη - γορουσι . Τις γαρ ἀν γενοιτο ταυτης μανια μειζων ἠ τοτε μεν ὁτε Δεινιᾳ διαφορος ὠν ἐτυχεν
κακων εὑρομενη . τριτη δε ἀπο Μουσων κατοκωχη τε και μανια , λαβουσα ἁπαλην και ἀβατον ψυχην , ἐγειρουσα και
9999946 κρανια
γαρ τας γυναικας , προς παιδικα δε τρεπῃ νυν . κρανια δισσα φορειν , ὀφθαλμοι δ ' οὐκ ἀριθμητοι .
πολλης τιμης ἀξιον ἐστιν . εἰωθασι τοις δενδροις κωλα και κρανια προσπατταλευειν : οἱ δε γεωργοι προς ἀποτροπην βασκανιας και
9999946 σχεδοθεν
αὐ αἱ ψυχαι μετεκιαθον εἰς Ἀχεροντα πορθμιδος ἐκ γλαφυρης : σχεδοθεν δε οἱ εἰσι ποληες ἀρρηκτοι τ ' Ἀιδαο πυλαι
Κυπροθεν , Ἀβυδοθεν , οὐρανοθεν , Διοθεν , αὐτοθεν , σχεδοθεν . ἁπαντων τῳ λογῳ τουτῳ ὑποπιπτοντων ἰδιαιτερον ἐβαρυνθη το
9999944 σπανιζει
σπανιζει τοις Βασσιδαις . ἠ Βασσιδαισιν ἁ τ ' οὐ σπανιζει , εἰτα ἀπ ' ἀλλης ἀρχης : παλαιφατος ,
ἐχει τους συνησθησομενους , ἐαν δε τι σφαλῃ , οὐ σπανιζει των βοηθησοντων . ἀλλα γαρ εἰ μητε ἐκ των
9999944 ὀνομασθεισαν
Ἀλφειος , οὐ μην οὐδε ἐν τῃ Ἀρκαδων Πυλον ποτε ὀνομασθεισαν ἰσμεν πολιν . ἀπεχει δε ὡς πεντηκοντα Ὀλυμπιας σταδιους
' ἐκεινης Ὀρτυγιαν ὑπο τε των χρησμων και των ἀνθρωπων ὀνομασθεισαν . ὁμοιως δε και κατα την νησον ταυτην ἀνειναι
9999944 κρυσταλλου
κωλυοντων το διψος και ἰσχοντων , τουτο δε ὁταν τις κρυσταλλου πεπηγοτος την χειρα προτεινας ἀπονιψαμενος θερμοτερος αὐτος αὑτου και
ἠδη προηκων , οὐκ ἀν αὐτον θεασαιτο τις ὑπεκδυομενον του κρυσταλλου και ἐμπιπτοντα ἐς τον βοθρον , ἀλλ ' ἠ
9999943 Μακεδονικοις
και των γιγαντων μαχη ἐνταυθα μυθευεται γενεσθαι . Θεαγενης ἐν Μακεδονικοις . : Παρθενοπολις , Μακεδονιας πολις , ἀπο των
την Ὁμολην ἀποδοτεον αὐτοις : εἰρηται δ ' ἐν τοις Μακεδονικοις ὁτι ἐστι προς τῃ Ὀσσῃ κατα την ἀρχην της
9999943 ἐποιησε
. κρατησειν ] κυριευσειν . πως ταδ ' ] ἁ ἐποιησε . . δεδοικα μη πολυς ] φοβουμαι , φησι
διο και τας τιμωριας ὁ Σολων τοις μεν ἰδιωταις βραδειας ἐποιησε , τοις δε ἀρχουσι και δημαγωγοις ταχειας . „
9999943 ἐπιγνωσομεθα
, πως δια της ἀνατολης και της δυσεως των ἀστρων ἐπιγνωσομεθα την ὡραν της νυκτος , λεγει ταυτι : κεν
φρονιμης διαθεσεως φαινεσθαι γινομενον τι ὑπο του φρονιμου ἠ ποιουμενον ἐπιγνωσομεθα , ὁτι της φρονησεως ἐργον ἐστιν . αὐτη γαρ
9999943 γυναικες
' Ἰνους συμφορα χρονον πολυν νυν ὀμμ ' ἐγειρει φιλαι γυναικες , πως ἀν ἐξ ἀρχης δομους Ἀθαμαντος οἰκησαιμι των
. . : δουρι δ ' αὐ Σκυθομητρες ἐπεδραμον εἰτα γυναικες ] οἱ μη τας ἱστοριας ἀκριβως ἐπισταμενοι , ἀλλ
9999942 ἀπειληφθωσαν
Δ , Η , Λ γωνιων στερεαν γωνιαν συστησασθαι . ἀπειληφθωσαν ἰσαι αἱ περιεχουσαι αὐτας εὐθειαι , και ἐπεζευχθωσαν αἱ
, ἀπο δε του λοξου κυκλου του ΔΖΕ ἰσαι περιφερειαι ἀπειληφθωσαν αἱ ΚΘ , ΘΗ ἑξης ἐπι τα αὐτα μερη
9999942 δεδομενῃ
εἰδει εἰδος , ἀπο δε της ἑτερας χωριον παραλληλογραμμον ἐν δεδομενῃ γωνιᾳ , ἐχῃ δε το εἰδος προς το παραλληλογραμμον
. Κοσμει Σπαρταν ἡν ἐλαχες : ὁτι δει στεργειν τῃ δεδομενῃ τυχῃ και ἀνεχεσθαι . Καδμεια νικη : ἡ ἐπι
9999942 κατεστρεψατο
, ἠρχε νομιμως των Αἰγυπτιων και μεγαλης ἐτυγχανεν ἀποδοχης . κατεστρεψατο δε και τας ἐν Κυπρῳ πολεις και πολλα των
των ἐθνων ἀκολουθως Κτησιᾳ τῳ Κνιδιῳ πειρασομεθα συντομως ἐπιδραμειν . κατεστρεψατο μεν γαρ της παραθαλαττιου και της συνεχους χωρας την
9999942 ἀδελφου
Μυκηνας εἰχον „ . ἀπο Μυκηνεως του Σπαρτωνος του Φορωνεως ἀδελφου : ἠ ἀπο μυκητος του ξιφους ὁ ἐφορει Περσευς
ὀμοσον μοι κατα του [ ὀνοματος ] ? του σου ἀδελφου Ἀρεσνουφιος [ : ] ἐαν ἐλθηις μετ ' ἐμου
9999942 ἐξαγγελλει
: μεση δε οὐσα ἀμφοτερων ὑπηρετει μεν τῳ ἐφεστηκοτι , ἐξαγγελλει δε τοις ἐτι κατεχομενοις ἐν σωματι ἁπερ ὁ ἐπιβεβηκως
μεν το Σωκρατης , χωρις δε το βαδιζει , και ἐξαγγελλει χωρις τα μη χωρις : χωρισας μεντοι γε αὐθις
9999941 ἐδωδης
γεμουσας πολλων και καλων ἑστιασιν τε αὐτοις παραθειναι κατακλιθεισιν ἁπασης ἐδωδης , ἡν οὐδ ' ἀν ἐκ πολλου πανυ χρονου
ὑπτιος , ἠε τις ἀλλος πεφνῃ μιν νεποδων πυματης ἐμφορτον ἐδωδης . σημα δε τοι τοδε γαστρος ἀειμαργοιο πιφαυσκω :
9999941 τυγχανοντι
τας τω γαμω κοινωνιας λαμβανοντες ταν καταρχαν . οὑτοι δε τυγχανοντι ἠτοι πατερες ἠ ἀδελφοι ἠ μητροπατορες ἠ πατροπατορες ἠ
προς τουτοις ἐν Πειραιει , τῳ κοινῳ Ἑλλαδος ἐμποριῳ πολυανθρωπῳ τυγχανοντι : εἰτα τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους .
9999941 κατεσκαψεν
τον δ ' ἀλλον ὀχλον ἀπεδοτο , την δε πολιν κατεσκαψεν . Ἐπι δε της ἑβδομηκοστης ὀλυμπιαδος , ἡν ἐνικα
πολεις τας ὑπο Μουσικανῳ τεταγμενας ἐπελθων τας μεν ἐξανδραποδισας αὐτων κατεσκαψεν , εἰς ἁς δε φρουρας εἰσηγαγε και ἀκρας ἐξετειχισε
9999941 μνημης
Ὀρθως μην ἐχει , διωρισμενων των τετταρων , ἑνος ἑκαστου μνημης ἑνεκα ἐφεξης αὐτα καταριθμησασθαι . Τι μην ; Πρωτον
. ὡς γαρ εἰδε το σταδιον , ἰλιγγιασας ἐξενηνεκτο της μνημης και ἐβοα μηδε τοτε πεπαυσθαι τον γοητα ἐμε :
9999940 κατειληφε
ἐληξεν , ἑως διχοθεν ἀνεβη και την ἐπικειμενην τῃ θυριδι κατειληφε ζωνην οὐδε ταυτην ἑτερας οὐσαν πλακος . ζωναι γαρ
των μεν λεγοντων , ὁτι παν το ὑφεστως χωραν τινα κατειληφε , και ἀλλων ἀλλην ἀπονεμοντων , ἠ ἐντος του
9999940 κοτε
' ἀνθρακοϲ , ἀλλοτε δε ὡϲ ἀπο κρυϲταλλου ψυχροπαγηϲ : κοτε δε και αἱμα τοιϲι ἐϲχατοιϲι ϲκυβαλοιϲι ἐπιρρεει ξανθον ,
του ὀρεος εἰσι πεντε : τουτο το πεδιον ἠν μεν κοτε Χορασμιων , ἐν οὐροισι ἐον Χορασμιων τε αὐτων και
9999940 προαστειῳ
. μικρον δε ἀναληψομαι . ἐτυχον μεν ὠν ἐν τῳ προαστειῳ κατα θερους ἀκμην , νοσος δε κατεσχε λοιμωδης παντας
και τεμενος περι αὐτον οὐρισε τουτο το νυν ἐν τῳ προαστειῳ ἐστι . Μετα δε , ὡς οἱ ἐπεποιητο ,
9999940 ἰατρικως
, οἱον κατα γεωμετριαν γεωμετρικως , και κατα την ἰατρικην ἰατρικως : λεγω δε κατα τεχνην το κατα τας ἐκεινης
μουσικως , ἀστρονομικως , γεωμετρικως , ἀριθμητικως , στατικως , ἰατρικως . και ἀπο μεν του γραμματικου ῥημα οὐκ ἐστιν
9999940 Σιμωνιδου
προφερονται , ἀκροτατης κορυφης τυμβος ἀκρος κατεχει . τουτο τινες Σιμωνιδου φασιν εἰναι . Ὑστερον δ ' ὁ Ἐμπεδοκλης και
ταυτην ἐπηρεισε τον λογον . ἐπιστουτο δε τουτο ἐξ ἐπιγραμματος Σιμωνιδου . ἑνικως δε εἰπεν Εἰλειθυια , ὡς και Ἡσιοδος
9999940 Αἰγινης
. . . , : Θεογενης δε ἐν τῳ Περι Αἰγινης οὑτω γραφει : Ἀλλοι δε τινες πιθανωτερον ἐξηγουνται περι
λεγεις . Ταυτα ἐλεγε παρελθων ὁ Ἀριστειδης , φαμενος ἐξ Αἰγινης τε ἡκειν και μογις διεκπλωσαι λαθων τους ἐπορμεοντας :
9999940 εἰδες
ἐκπλαγεις οὐν ὁ Χαιρεας ἀνεκραγε “ που γαρ συ Καλλιροην εἰδες την ἐμην ; ” “ οὐκετι σην ” εἰπεν
τοπον , τον χρονον , ποτε , που , πως εἰδες : εἰ δε μετεχων , ἐνοχος εἱς ταις αὐταις
9999940 Τερπανδρου
τι . ] το μεν Ἀριϲταρχειον δο κουν ] ὁτι Τερπανδρου ἐϲτιν ἡ ] ἀρχη , Εὐφρονιοϲ δε ὁτι ἐκ
μελη λογικην διαφοραν , οὑτω πειθειν και τα Θαλητου και Τερπανδρου πεπαυκεναι των Λακωνων . . . και περι Στησιχορου
9999940 σαφεστερα
τροφη . Ὁτι μεν οὐν το αἰσθητον και ἡ τροφη σαφεστερα της θρεπτικης δυναμεως και της αἰσθησεως και των κατα
περι αὐτων προτερον ἠ περι των ὑποκειμενων ταις ἐνεργειαις ; σαφεστερα γαρ ἐπι πολλων ἡμιν τα πραγματα περι ἁ γινονται
9999939 κατεποθη
ὡς ἐπῃνεσεν ὁ Ἀδραστος εἰς Ἀμφιαραον . οὑτος ὑπο γης κατεποθη πολεμων ἐν Θηβαις . τις οὐν του Ἀδραστου προς
ἱερεως κοσμον , στρατηγησας και πολλους φονευσας , ὑπο γης κατεποθη . Ὁ Αἱμιλιος δε βωμον ἱδρυσας , ἐνικησε και
9999939 Θετταλιας
. το ἐθνικον Μελιευς ὡς Ὑριευς . Μελιβοια , πολις Θετταλιας . Στραβων ἐνατῳ . το ἐθνικον Μελιβοευς , ὡς
των Λακεδαιμονιων συμμαχιαν : αὐτος δε μετα της δυναμεως δια Θετταλιας την πορειαν ποιησαμενος ἡκεν εἰς Διον της Μακεδονιας .
9999939 ἀφικοιντο
χρυσιον , ἱνα μηδεις αὐτους διεφθειρεν , ἀλλ ' ἐπειδη ἀφικοιντο εἰς την ἡλικιαν , χρησιμοι γιγνοιντο ταις πολεσι .
εἰς τουτο προηλθον ὑβρεως ὡστε παντων των ἀνθρωπων εἰς οὑς ἀφικοιντο ἠκρωτηριαζον τας ῥινας : [ ἀφ ' ] ὡν
9999939 ὑπερβαλλῃ
τουτεοισι τας ἀποστασιας , ἠν τας εἰκοσιν ἡμερας ὁ πυρετος ὑπερβαλλῃ : τοισι δε πρεσβυτεροισιν ἡσσον γινονται , και πολλῳ
εἰμ ' οὐτε λιαν μεθυων . ὁς δ ' ἀν ὑπερβαλλῃ ποσιος μετρον , οὐκ ἐτ ' ἐκεινος της αὑτου
9999939 ἑτεροτητι
ἀνθρωπικας ποιουσα , ἡτις εἰς ταὐτον τῃ κατ ' οὐσιαν ἑτεροτητι των ψυχων συντρεχει . Δευτερα δ ' ἐστι κρισις
ἀλληλων . ὁλως δε τας μεν ἀρχας ἁμα οὐσας εὐλογον ἑτεροτητι διαφερειν , ὡσπερ και τους της φυσεως λογους ἁμα
9999939 κατεσκευασεν
της πραγματειας περι παντων τουτων ἀναδιδασκει και ἐν τουτοις λεληθοτως κατεσκευασεν , ὁτι του σοφου περι τουτων ἐπιστασθαι : εἰ
' Ἡρακλης ἐκ του Φλεγραιου πεδιου κατελθων ἐπι την θαλατταν κατεσκευασεν ἐργα περι την Ἀορνον ὀνομαζομενην λιμνην , ἱεραν δε
9999939 Συρακοσιους
, ὡσπερ ἀδειαν οὐσαν . ἐγω δ ' ἡγουμαι μεν Συρακοσιους οὐχ οὑτω παραφρονειν ὡστ ' ἀγαπητως και παρα δοξαν
μεν γαρ δια τον ἀπο των πολεμιων φοβον νομιζει τους Συρακοσιους μηθεν ἐπιχειρησειν κατ ' αὐτου πραξαι , καταπονηθεντων δε
9999939 εὑρεθεν
παιδιον ζητεινἐκθειναι γαρ εὐθυς τεκουσαν δια φοβον του Τυφωνος : εὑρεθεν δε χαλεπως και μογις , κυνων ἐπαγοντων την Ἰσιν
προς Ἀδαιον παρα Ἠλειοις φησι μυρον τι ΠΛΑΓΓΟΝΙΟΝ καλεισθαι , εὑρεθεν ὑπο τινος Πλαγγονος . ὁμοιως ἱστορει και Σωσιβιος ἐν
9999939 ἐντελεχειᾳ
και το δυναμει , ὡσπερ ἰσα ἀντιδιδοντων κατα μεν το ἐντελεχειᾳ το ἀντιποιειν , κατα δε το δυναμει το πασχειν
δε ἐκ δυναμει ὀντος μανθανον και λαμβανον ἐπιστημην ὑπο του ἐντελεχειᾳ ἐπισταμενου ἠτοι οὐδε πασχειν φατεον , ἠ δυο τροπους
9999939 εὐδαιμονια
μεν ἐστι τα θεια πραγματα , τελος δε ἡ θεωρητικη εὐδαιμονια : ἡ δε λογικη πραγματεια οὐτε ὑλην την αὐτην
εὐδαιμονει και ὁλως ἐφ ' ὁσον ἡ θεωρια και ἡ εὐδαιμονια διατεινει οὐ κατα συμβεβηκος ἀλλα κατ ' αὐτην δηπου
9999939 λαμβανοιεν
δυο αἰτιαϲ , ἠ διψῃ πολλῃ πιεζομενοι , εἰ μη λαμβανοιεν ποτον , ἠ λαμβανοντεϲ ποτον ἀπο πολληϲ πληρωϲεωϲ ἠ
ἐτι του Εὐκτημονος , μισθωται δε αὐτοι γενομενοι τας προσοδους λαμβανοιεν . Και ἐπειδη πρωτον τα δικαστηρια ἐπληρωθη , ὁ
9999939 εἰληφασι
ἠ θυγατερων ἐζησαν μητερες , και τῳ χρονῳ του παθους εἰληφασι ληθην της λυπης μεμαρασμενης . δελφις δε ἀρα θηλυς
και ἐλεγχοντος ἀει τουτους και λεγοντος ἀντικρυς ὁτι χρηματ ' εἰληφασι και παντα πεπρακασι τα πραγματα της πολεως . και
9999938 προεταξε
ὑπογραφει και το ποιον . και ἐν μεν τῃ ἐπιγραφῃ προεταξε το ποιον , ἐν δε ταις ὑπογραφαις την ὑπογραφην
ταξεως , δια τι τεχνην μεν και μεθοδον της πραξεως προεταξε και της προαιρεσεως , αὐθις δε τεχνην μεν μεθοδου
9999938 προμηθειᾳ
κατηνεχθη και τους παιδας αὐτῳ διδασκαλῳ κατελαβε , θειᾳ δε προμηθειᾳ ὁ Γελων περιῃει μονος , και το γε παραδοξον
ἠδη μελλων ἀνηνυτον και ἀτελη πονον διαθλειν ἐπικουφιζεται ἐλεῳ και προμηθειᾳ του παντων σωτηρος θεου , ὁς ἐχρησεν ἐκ των
9999938 ἐλευθερια
και το μεν σοφιαν ] το δε ἐξ ἀμφοιν ἐργον ἐλευθερια . Ταττε δη μοι παν , ὁσον θεωρητικον τεχνης
δει δη οὐν και ἀναγκαιον μεταλαβειν ἀμφοιν τουτοιν , εἰπερ ἐλευθερια τ ' ἐσται και φιλια μετα φρονησεως : ὁ
9999938 ἐπαινεσομεθα
τα των Λακεδαιμονιων ἁρμοττει γενεσθαι : οὐτε γαρ ἐν Ἀθηναις ἐπαινεσομεθα την ξενηλασιαν , οὐτε ἐν Λακεδαιμονι το τοις ξενοις
των τους τριβωνας ἠμφιεσμενων τουτου κατηκοον ἰσμεν , και τουτον ἐπαινεσομεθα και ζηλωσομεν , ὡς αὐτῳ γε οὐκ ἐξεγενετο Σωκρατει
9999938 Ἀτρειδης
γινεται ἡ ἐγκλισις : μεταμελει μοι , πολλακις τις , Ἀτρειδης τε . ταυτα γαρ οὐτε τον ἰδιον τονον δυνανται
. ἐστιν ὑποδειγματα παρελκοντος μεν του γε οὑτος γ ' Ἀτρειδης , εὐρυκρειων Ἀγαμεμνων , και ἐν συνδεσμῳ ἀρα γε
9999938 Ἀντιμαχου
φησιν , ὁτι των Χοιριλου τοτε εὐδοκιμουντων , Πλατων τα Ἀντιμαχου προὐτιμησε , και αὐτον ἐπεισε τον Ἡρακλειδην εἰς Κολοφωνα
και Κυαθον δε τον Πυλητος μεν υἱον , ἀδελφον δε Ἀντιμαχου ἀπεκτεινεν ἀκων Ἡρακλης οἰνοχοουντα αὐτωι , ὡς Νικανδρος ἱστορει
9999937 ἀπελαυσαν
. κευθμωνα : το βαθος . ἠντησαν : ἐτυχον , ἀπελαυσαν . ἐρωτος : ἐπιθυμιας . Ἐνθ ' : τοτε
Ἀμαζονας πολεμου δεξαμενη , και ὑστερον δη τους ὑστερους . ἀπελαυσαν δε της μητροπολεως ἀμφοτερα , ἁβροτητας μεν εἰς το
9999937 ἁρμονια
μεταβαλε . . γινωσκε σαυτον και μεθαρμοσαι τροπους ] τυχον ἁρμονια τις ἐστιν ἐν τοις της ψυχης ἠθεσι : μεθαρμοζει
' ἑπεσθαι . Συνεδοκει . Πολλου ἀρα δει ἐναντια γε ἁρμονια κινηθηναι ἀν ἠ φθεγξασθαι ἠ τι ἀλλο ἐναντιωθηναι τοις
9999937 Νικομαχου
δε θεος νους ἐστι του κοσμου . ] Ἀριστοτελης δε Νικομαχου Σταγειριτης ἀρχας μεν ἐντελεχειαν ἠτοι εἰδος ὑλην στερησιν :
ἠνικ ' Ἀριστογειτων Ἱππαρχον κτεινε και Ἁρμοδιος , και παλιν Νικομαχου του την περι των ζωγραφων ἐλεγειαν πεποιηκοτος οὑτος δη
9999937 ἀπομελι
, τοτε παλιν συμφερει μεταβαινειν ἐπι το ὑδαρες μελικρατον ἠ ἀπομελι παρεχειν αὐτο κατ ' ὀλιγον και μη ἀθροως :
και χωρις πυρετου το νευρωδες πεπονθοσιν . ὑδρομελι δε και ἀπομελι και μελιμηλον αὐτα μεν ἐφ ' ἑαυτων οὐκ ἐπιτηδεια
9999937 ὀργανικης
. ἐπει δε ἠτοι παντα ἠ πλειστα των ἀρθρων χωρις ὀργανικης μηχανοποιϊας καταρτιζειν παρακελευσαμενος καινον ὀργανου τροπον ἐν τοις ἐφεξης
διεπει . ὁτι οὐ μονον της ἀνθρωπινης φωνης ἀλλα και ὀργανικης και κοσμικης και ἁπλως ἐναρμονιου φωνης ζʹ ὑπαρχει τα
9999937 πιθανην
τοιουτων παυσαμενῳ προκαλυμματων ἀποδυσασθαι την αἰδω . μελετησας τοινυν πολλακις πιθανην ὁμιλιαν , ὡς ἐπλησιαζον τῳ πατρι και την ἐννοιαν
φευγων τον ἐλεγχον : ὁ δε κατηγορος παλιν ἀνατρεψει την πιθανην ἀπολογιαν δια τριων τοπων , τυχης , ἀγνοιας ,
9999937 σπανια
ὀξυνομενον . Τα δια του αικος ὑπερ δυο συλλαβας , σπανια : τα δε ὀντα , δια της αι διφθογγου
μην ἐπιεικη γε οὐδ ' ἐπιεικες το ἠθος ἐχει . σπανια οὐν ὁπερ ἐφην της τοιαυτης μεθοδου τα παραδειγματα ,
9999937 δακτυλου
: δουλῳ εὐφρασιαν , παρθενῳ μνηστειαν . Ὀνυξ του μικρου δακτυλου της δεξιας χειρος ἐαν ἁλληται ἠ μυρμηκιᾳ , κακοπαθειαν
δε ἁπαλη και ὑγρη διατηκεται και ἀπολλυται , θερμαινομενου του δακτυλου : λυειν δε ἀρθρον δακτυλου τριταιον ἠ τεταρταιον :
9999937 ἀρχιερευς
' ὁτι οὐδ ' ᾠκισθη . : Μανεθω ὁ Σεβεννυτης ἀρχιερευς των ἐν Αἰγυπτῳ μιαρων ἱερων μετα Βηρωσσον γενομενος ἐπι
Ἡφαιστου , τῃ ὑστατῃ της ὁρτης μελλοντων κατασπεισειν , ὁ ἀρχιερευς ἐξηνεικε σφι φιαλας χρυσεας τῃσι περ ἐωθεσαν σπενδειν ,
9999937 ἐναλλαγης
των χρονων ἐναλλαγη . Εἰ βουλει ποιησαι την σχηματογραφιαν της ἐναλλαγης του ἐτους μετα και των ταυτῃ ἐγγραφομενων και ἐργασασθαι
ζῳδιου ἐνθα κατηντησεν ὁ χρονος δʹ Και του ὡροσκοπου της ἐναλλαγης ὁτε τυχοι εἰναι τις των κατα πηξιν οἰκων εʹ
9999937 δακτυλιων
προαγει τον νεοττον . Αἰγυπτιων δε οἱ μαχιμοι ἐπι των δακτυλιων εἰχον ἐγγεγλυμμενον κανθαρον , αἰνιττομενου του νομοθετου , δειν
[ - ] , ὑποβολας παιδιων , ἀναγνωρισμους δια τε δακτυλιων και δια δεραιων , ταυτα γαρ ἐστι δηπου τα
9999937 σπλαγχνοις
' εἰς ἀκμην ἡκοι και τῳ προσωπῳ προσβαλοι και τοις σπλαγχνοις ἑδρασειεν , ἀνελπιστος . δει οὐν τουτους φλεβοτομειν μετ
συνεψεθηναι ἠ εἰς ζεμα χαμαιμηλων προσηνες και εὐκρατον ἐπιπλασθεν τοις σπλαγχνοις . οὑτω γαρ το ζεον πραϋνθησεται και τα διατεταμενα
9999937 σκληροτης
ἡν δια το ζην προϊεται το ἐμβρυον . και ἡ σκληροτης δ ' ἡ γενομενη του παθηματος μωλυσεως ἐργον ἐστιν
την πυκνοτητα , και μαλιστα εἰ τις ἐνουσα ταις ἀρτηριαις σκληροτης ἀπειργοι το ἐπι τῃ χρειᾳ μεγεθος . τἀναντια δε
9999937 ἑτερομηκες
' εὐθειαν , το ὁλον γινεται . οἱ γουν το ἑτερομηκες τετραγωνισαι βουλομενοι μεσην ἀναλογον ζητουσι : και ἐπει ἑτερομηκες
και ὁ ῥομβος σαλευθεν εἰναι τετραγωνον και το ῥομβοειδες κεκινημενον ἑτερομηκες : διο κατα τας πλευρας οὐ διεστηκεν ταυτα ἐκεινων
9999937 Πρωταγορου
ἐοικεν . δια του ἐοικεν ὁ Θεαιτητος φαινεται ἀγαπων το Πρωταγορου δογμα και μενων τῃ ἐξ ἀρχης ἑαυτου ἀποκρισει .
το ἑαυτου ἀμεινον γοργιαζειν πολλα τε κατα την Ἱππιου και Πρωταγορου ἠχω φθεγγεται . ζηλωται δε ἐγενοντο ἀλλοι μεν ἀλλων
9999936 Κλεαρχος
, ὁτι καταλιπων την προτεραν ἑτεραν ἐβουλευετο περικαλλεστεραν ἀγαγεσθαι . Κλεαρχος δ ' ὁ Σολευς ἐν τοις περι Παροιμιων ἐν
χαριν εἰρημενον . ἐν δε τῳ περι γριφων ὁ αὐτος Κλεαρχος φησιν ἑπτα εἰδη εἰναι γριφων . ἐν γραμματι μεν
9999936 γεγραφθωσαν
του ζῳδιακου , και ἐν τῃ κοινῃ τομῃ των ἐπιπεδων γεγραφθωσαν τε περι το Γ ἀπογειον του ἐκκεντρου και περι
σημειον μεταξυ των Λ , Χ το Π , και γεγραφθωσαν μεγιστων κυκλων περιφερειαι αἱ ΡΠ , ΣΠ . Λεγω
9999936 Φιλιππικοις
και Βιτιαν και Βουχετα . . . Πανδοσια : Δημοσθενης Φιλιππικοις . περι της ἁλωσεως των ἐν Κασσωπιαι πολεων ,
λεγεται και τραπεζικος , οὑ μεμνηται και Δημοσθενης ἐν τοις Φιλιππικοις : τον μεν των χρηματων λογον παρα παντων λαμβανειν
9999936 ἐνδοθεν
τε Παριν δαμασαντο Φιλοκτηταο βελεμνα ἠδ ' ὁποσοι δολοεντος ἐσηλυθον ἐνδοθεν ἱππου ἀνερες ὡς τε ποληα θεηγενεος Πριαμοιο περσαντες δαινυντο
καταποσει συνεργειν ἐδεικνυτο τα μεγιστα : κατα δε την ἀρτηριαν ἐνδοθεν μεν τους χονδρους ὑπαλειφει και αὐτην ἀνασπᾳ μετα του
9999936 στηριζει
ἀναποδιζει οὑτος ταχεως ἐξελευσεται κενος και ἀπρακτος , εἰ δε στηριζει και οὑτω παλιν ἀπρακτος ἐσται , ἁμα δε και
τῃ φυσει , τα μεν ἐξακοντιζεται , τα δε τουτων στηριζει . ὁ γαρ ἐξακοντιζεται , πυρος παρατριφθεντος οὑτως ἐξ
9999936 θαυμαστα
τον τοπον ἀθεωρητον . προ δε της εἰσοδου πεφυκεναι δενδρα θαυμαστα , τα μεν καρπιμα , τα δε ἀειθαλη ,
ἐκχαυνουν τον πολυν λαον . ἐν τοισι γαρ τουτοισι ταυτα θαυμαστα ἐστιν , ἠν ἠ κρεμαμενον ἰδωσιν ἠ ῥιπτομενον .
9999936 φιλοτεχνως
ἐπιμιξιαν ἐξημερωμενοι τας ἀγωγας . οὑτοι τον κασσιτερον κατασκευαζουσι , φιλοτεχνως ἐργαζομενοι την φερουσαν αὐτον γην . αὑτη δε πετρωδης
ποταμου γεφυραν σταδιων πεντε το μηκος κατεσκευασεν , εἰς βυθον φιλοτεχνως καθεισα τους κιονας , οἱ διεστηκεσαν ἀπ ' ἀλληλων
9999936 μετεστησε
, τας ἀλλας χηρωσας πολεις ἀνθρωπων , εἰς το Βυζαντιον μετεστησε , και προς τους ἐν τοις θεατροις κροτους παραβλυζοντων
Βυζαντιον ἀπεδοτο την δεκατην των ἐκ του Ποντου πλεοντων . μετεστησε δε ἐξ ὀλιγαρχιας εἰς το δημοκρατεισθαι τους Βυζαντιους :
9999936 ἐδεδοικεσαν
Ἀσιας τους στρατιωτας ἐπεισε καταφρονειν των βαρβαρων , οὑς τεως ἐδεδοικεσαν , αἰχμαλωτους Περσας ἀποδυσας και τοις Ἑλλησιν ἐπιδειξας ,
ἐς τας ὀχθας διερριπτει , μεχρι πλησιαζουσης ἡμερας οἱ μεν ἐδεδοικεσαν ὡς ἐν φωτι καταδηλοι τοις πολεμιοις ἐσομενοι , ὁ
9999936 ἀναγκηϲ
πικρον ὁμοιον τιτανῳ και τεφρᾳ , ξηρον και θερμον ἐξ ἀναγκηϲ ἀποτελειται . και μεν δη και δι ' αὐτο
ἐν τῳ β λογῳ . εἰ δ ' ὑπ ' ἀναγκηϲ ποτε χρηϲθαι τινι των τοιουτων ϲυμβαιῃ , αὐτικα προϲφερεϲθαι
9999936 ποιησομεθα
ἑκαστην αὐτων , λεγω δη των Ἐμπειρικων και Μεθοδικων , ποιησομεθα . ἐστι δε ἰδια των Ἐμπειρικων ταυτα : ἡ
ἀριθμων ἠ αἰσθητως δι ' ἀκοης ἀναληπτεον . ὁρους τοινυν ποιησομεθα τουτο θεωρειν πειρωμενοι προσλαμβανομενον μεν θ͵σιϚ : μεση δε
9999936 φανερωτερα
τι τῳ Φιλοκρατει θεασασθε : παρ ' ἀλληλα γαρ ἐσται φανερωτερα . πρωτον μεν τοινυν Φωκεας ἐκσπονδους και Ἁλεας ἀπεφηναν
: ἐν γαρ τῃ μεταληψει των ὀνοματων εἰς τους λογους φανερωτερα γινεται τα λεγομενα . ἐπι γουν του προκειμενου το
9999936 ἀπηλλαγησαν
βραχυ σφαλματα και δια την ἐν τῃ Σικελιᾳ ξυμφοραν , ἀπηλλαγησαν του σφας τε αὐτους καταμεμφεσθαι και τους πολεμιους ἐτι
ἀσμενοι δη και οἱ των Φωκαεων συμμαχοι των πολεμιων ἀπελθοντων ἀπηλλαγησαν . τοτε Ἀγησιλαος ἐπιστρεφει , και συμμαχων ἐρημον το
9999936 κατεδυσε
πρωτος ἐμβολην ἐδωκε τῃ ναυαρχιδι των Περσων , και ταυτην κατεδυσε και τον ναυαρχον διεφθειρε . των δ ' Ἀθηναιων
κατηνεγκεν , και ὁ της Σαρδονος στρατηγος ἐπιπλευσας μακραις ναυσιν κατεδυσε μεν αὐτων εἰκοσιν , ἑξηκοντα δ ' ἐλαβεν ,
9999936 Ἀφροδιτης
μετεωρῳ μεν ᾠκισται , θεας δε αὐτοθι ἀξια το μεν Ἀφροδιτης ἐστιν ἱερον , το δε Ἀσκληπιου και ἀγαλμα ὀρθον
την Νικοπολιν και το Ζεφυριον , ἀκρα ναϊσκον ἐχουσα Ἀρσινοης Ἀφροδιτης : το δε παλαιον και Θωνιν τινα πολιν ἐνταυθα
9999936 πιπτουσης
ἀλλ ' ἐξαιρεται ὑψου ἀει προς τον οὐρανον , χαμαι πιπτουσης της ἐπι τον ζοφον ἀγουσης . ἀλλ ' οὐδε
, ἁτε της ὀψεως ἐν τῳ δι ' αὐτων ἐπιπεδῳ πιπτουσης και ἐτι ὁ δια Συηνης παραλληλος ὀρθος προς ἐκεινην
9999936 ἀμφισβητουσι
του , „ τους ἡγεμονας ἀνειλεν ὁ θεος φυλαττεσθαι και ἀμφισβητουσι προς ἑαυτους οἱ ῥητορες και οἱ στρατηγοι , ”
οἱ τον Εὐξεινον οἰκουντες το ἀγαλμα εἰναι παρα σφισιν , ἀμφισβητουσι δε και Λυδων οἱς ἐστιν Ἀρτεμιδος ἱερον Ἀναιιτιδος .
9999936 Ἀναξαρχος
ἐπι τον οὐρανον ἀνθρωπους φερουσαν ὁδον Ἀθηναιους εἰδεναι μονους . Ἀναξαρχος δε ὁ εὐδαιμονικος φιλοσοφος , ὡς ἱστορει Σατυρος ,
[ και δογματος ] ὡσπερ ἡ Εὐδαιμονικη : ὁ γαρ Ἀναξαρχος τελος της κατ ' αὐτον ἀγωγης την εὐδαιμονιαν ἐλεγεν
9999936 Συρακοσιος
θεαματων καλων , και ὀνειρων ἀληθινων . Ἠλθεν εἰς Σπαρτην Συρακοσιος σοφιστης , οὐ κατα την Προδικου καλλιλογιαν , οὐδε
ταττειν συν αὐτοις και ἐκεινο γε δηπου . Γελων ὁ Συρακοσιος καθευδων βαθυτατα ἐδοκει διοβλητος γεγονεναι . και το μεν
9999936 Κορινθιου
Μονιμος Συρακοσιος μαθητης μεν Διογενους , οἰκετης δε τινος τραπεζιτου Κορινθιου , καθα φησι Σωσικρατης . προς τουτον συνεχες ἀφικνουμενος
ὀψοφαγος Ἀπολλων . ὁτι ἐν Πισσατιδι γραφη ἀνακειται Κλεανθους του Κορινθιου ἐν ᾑ Ποσειδων πεποιηται θυννον τῳ Διι προσφερων ὠδινοντι
9999936 προυθεμεθα
ἀνοητων . Ἀλλ ' εἰ το μετα ταυτα διεξιοιμεν ὡν προυθεμεθα , ὠ Κλεινια τε και Λακεδαιμονιε ξενεμετ ' ἀνδρειαν
μεσημβριᾳ . Λεκτεον γαρ οὐν . Οὐκουν , ὁπερ νυν προυθεμεθα σκεψασθαι , τον λογον ὁπῃ καλως ἐχει λεγειν τε
9999935 δαιμονες
τινες οἱ καλουμενοι το πρωτον ἐπιζητει , ποτερον θεοι ἠ δαιμονες ἠ τουτων ἀπορροιαι και ποτερον δαιμων εἱς , ἀλλοτε
, ἡ δε τον των ἑαυτης πολιτων , οἱς προγονοι δαιμονες , οὐχ ὑστερον . ἠν μεν οὐν δη σοι
9999935 ἀπεδειξαν
και του Παλλαδιου εὑρεθεντος , κατα χρησμον αὐτοθι το δικαστηριον ἀπεδειξαν , ὡς Φανοδημος . Κλειτοδημος δε φησιν , Ἀγαμεμνονος
αὐτην και τους καταληφθεντας ἐξανδραποδισαμενοι τους ἱκανους οἰκητορας ἐξ αὑτων ἀπεδειξαν . Ἐπ ' ἀρχοντος δ ' Ἀθηνησιν Ἀστυφιλου Ῥωμαιοι
9999935 γονατι
. ἀλλ ' ὡσπερ ἐπι του ὀγκου ὀντος ἐν τῳ γονατι , εἰ μεν ἐστιν ἀπο πνευματων , οὐδεις χειρουργει
ὀντι ἀγαθα . Πολιτειας δευτερῳ . . γονατιζειν : τῳ γονατι πληττειν . γυναικιζειν : γυναικων τροπῳ διαγειν . και
9999935 πτερωτα
τα κνεφαλα ἀνεπληρουν , Εὐβουλος ἐν Ἀγχισῃ διδασκει : και πτερωτα και πτιλωτα προσκεφαλαια ὀνομαζουσιν . καυνακας δε τινας πορφυρους
ἁμα γαρ τῳ πλησιαζειν το γηρας ἐγγινεται τοις σωμασιν αὐτων πτερωτα γενη φθειρων , ὁμοια μεν τῳ τυπῳ τοις κροτωσι
9999935 ἐκτησαντο
προσηγοριας , οἱ κατοικισθεντες νεμομενοι πολλην και καρποφορον χωραν μεγαλους ἐκτησαντο πλουτους . πολλοις δε μεταδιδοντες της πολιτειας ἐπι τοσουτο
χωρις πονου νικωντες ἀδοξοι . ὀλιγοι τινες εἰσιν οἱ χαραν ἐκτησαντο χωρις πονων . το ὀλιγοι ἀντι του οὐδεις :
9999935 δημιουργει
ἀπ ' αὐτων και ὠδινον γεννησαι , ποιειν σπευδει και δημιουργει . Και τῃ σπουδῃ ταυτῃ περι το αἰσθητον τεταμενη
θερμῳ ὁ χυμος . το μεν οὐν θερμον αὐξανει και δημιουργει την τροφην και το μεν κουφον ἑλκει ἀνω ,
9999935 Βρεττανικην
προς Καισαρα : ἑτοιμοι γαρ ἠσαν κωλυειν τον εἰς την Βρεττανικην πλουν χρωμενοι τῳ ἐμποριῳ . κατεναυμαχησε δε ῥᾳδιως ,
κακοπαθειας και θεραπειας ἀποκαθιστασθαι . Σκυμνος δε ὁ Χιος την Βρεττανικην νησον λεγει σταδιων εἰναι τετρακισμυριων το περιμετρον , γιγνεσθαι
9999935 Λαοδικεια
Εὐμενειαν και Συνναδα , εἰτα Ἀπαμεια ἡ Κιβωτος λεγομενη και Λαοδικεια , αἱπερ εἰσι μεγισται των κατα την Φρυγιαν πολεων
ἡ μεν Ἀπαμεια της γυναικος αὐτου Ἀπαμας , ἡ δε Λαοδικεια της μητρος . οἰκειως δε τῃ τετραπολει και εἰς
9999935 δημιουργου
ὀντα εἰπε νοητα εἰτε και αἰσθητα κατα ἀριθμον ὑπο του δημιουργου νου και της ἀρρητου τουτου σοφιας και του παναγιου
γοναι της θεου , κεφαλαιον μεν εἰπειν ὁτι του παντων δημιουργου και βασιλεως παις ἐστι μονη δη μονου . οὐ
9999935 ἑνδεκατης
: ὑπο ποιαν γαρ κατηγοριαν ταυτα ἀναξομεν ; ἠ δεηθωμεν ἑνδεκατης ; ὁπερ ἀτοπον . Ὁπερ ἐμελλε τῳ Ἀριστοτελει τις
ἑως των αὐτων ἡμερινης . Τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ , ἀπο ὡρας ἑνδεκατης και τριων μοριων ὡρας νυκτερινης , ἑως των αὐτων
9999934 σαλπιγγων
' ἰσημεριαν μετοπωρινην , ἐν ἀρχῃ μεν ἱερομηνια ἀγεται προσαγορευομενη σαλπιγγων , περι ἡς ἐλεχθη προτερον , δεκατῃ δ '
πλοιων πεντηρικων ξυλειᾳ , ὑπο δε ὀχλου μετα βοης και σαλπιγγων κατηγετο . ὑστερον δε των ἀπο Φοινικης τις ἐπενοησε
9999934 τεκτονες
οἱ μεν ὁπλιται ὁπλα εἰχον , οἱ δε ἐρεται και τεκτονες και λιθουργοι τα ἐπιτηδεια ὀργανα προσεταχθη : ἀρχοι .
τα ὀμματα . και οἱ τα βαρεα αἰροντες χαλκεις και τεκτονες εὐχερεστερον ἀδικουνται τους ὀφθαλμους , οἱ δε δρομεις ἡκιστα
9999934 ἀκριβεστερα
οἰκειον μεσον ἀποβλεπουσα ποιει , ἡ δε ἀρετη πασης τεχνης ἀκριβεστερα και ἀμεινων ἐστιν , ὡσπερ και ἡ φυσις ,
, ὁπως ἀν ἡμιν ἡ της στασεως ἐπιγνωσις ἐξ ἀμφοιν ἀκριβεστερα γενοιτο . στασις τοινυν ἐστι προτασις ἁπλη ῥητορικη προς

Back