συνοικους γενεσθαι τοις Ἀντιοχευσιν . Ὑπερκειται δε τετταρακοντα σταδιοις ἡ Δαφνη , κατοικια μετρια , μεγα δε και συνηρεφες ἀλσος
μεν δη κατα θεων βουλησιν ἀφανης γινεται , Ἀπολλωνα δε Δαφνη ἐπ ' αὐτην ἰοντα προιδομενη μαλα ἐρρωμενως ἐφευγεν .
9999699 εὐχωμεθα
Σωσια : σπονδη : καλως . ἐγχει . θεοις Ὀλυμπιοις εὐχωμεθα Ὀλυμπιαισι πασι πασαις : λαμβανε την γλωτταν ἐν τουτῳ
των ὀντων τε νυν ἀγαθων ὀνησιν πασι . ταυτ ' εὐχωμεθα . και παρα Σιμωνιδῃ δε φησιν ἑτερος : ὑν
9999683 ἐνεπλησθη
ἐπι Σαρδις . Ταυτα ἐπιλεγομενῳ Κροισῳ το προαστειον παν ὀφιων ἐνεπλησθη . Φανεντων δε αὐτων οἱ ἱπποι , μετιεντες τας
τε ἐπραξαν οἱ τοτε Καδμειοι και ὁ μετα ταυτα χρονος ἐνεπλησθη του παραδειγματος . ὀρθως ἀρα ὁ Θηβαιος Ἐπαμεινωνδας μετα
9999656 ἐδυνηθη
σοι , που μεν ἐγνω με , που δε οὐκ ἐδυνηθη . και δη συγγνωμη παρ ' ἀμφοτερων ἐστω ,
και ἁμα ταυτα λεγων κατεδακρυσε την ἑαυτου τυχην και οὐκετι ἐδυνηθη πλειω εἰπειν . Και ὁ Κυρος ἀκουσας του μεν
9999655 βελτιστῳ
εἰς δε την Ἀκαδημειαν ἠ εἰς το Λυκειον ἐλθοντα τῳ βελτιστῳ τουτῳ Διαλογῳ συμπεριπατειν ἠρεμα διαλεγομενους , των ἐπαινων και
δυναμενους ἀποδεδοται , ὡστε τον χειριστον των αὐτων τυγχανειν τῳ βελτιστῳ : οὑτως , ὠ ἀνδρες , ταυτην την ὑβριν
9999651 μαχωμεθα
φραζωμεσθα τι λωιον ἀμμι γενηται , ἠ ἐτι που στυγεροισι μαχωμεθα δυσμενεεσσιν , ἠ ἠδη φευγωμεν ἀπ ' ἀστεος ὀλλυμενοιο
: τον δ ' ἐμε φασι γεινασθαι : νυν αὐτε μαχωμεθα φαιδιμ ' Ἀχιλλευ . Ὡς φατ ' ἀπειλησας ,
9999649 τερεβινθινηϲ
, πιϲϲηϲ ξηραϲ , ταυρειου ϲτεατοϲ ἀνα # κ , τερεβινθινηϲ # γ , κηρου # ε , ἰου ξυϲτου
χυλου , ἀμυγδαλων πικρων , κομμεωϲ ἰϲα . Ἀλλο . τερεβινθινηϲ # α ∠ ʹ , κηρου , λιβανου ,
9999649 Θεογονιᾳ
, Βοιωτον ὀντα , τας Μουσας , ὡσπερ ἐν τῃ Θεογονιᾳ πεποιηκεν , ἀλλ ' ἀπο της Πιεριας , εἰς
πολεμον γιγαντων και τιτανων . ὁ δε Ἡσιοδος ἐν τῃ Θεογονιᾳ δια τουτο φησι τον Δια ὁρκον των θεων ποιησαι
9999645 λογισμῳ
των ἀγαθων : ἀφθονον γαρ το θειον και ἀπεριληπτον ἀνθρωπινῳ λογισμῳ , και τα εἰδη δε και οἱ ἀριθμοι θεια
θεων ? , [ εἰ μη ὁμου ] # συν λογισμῳ ? [ . ἑν ] μονον δ ' ἀξιω
9999645 ἀμηχανιᾳ
ζωντα ἀπολαβειν αὐτον , ἀπεκλεισθη συν τῳ νεκρῳ . ἐν ἀμηχανιᾳ δε πολλῃ τυγχανων εἰδε δρακοντα ἐπι τον νεκρον ἰοντα
, ὡστε ἐν πολλῃ γενεσθαι τους ἐν τῳ συνεδριῳ παροντας ἀμηχανιᾳ . διαλυθεισης δε της βουλης οἱ προσηκοντες κατα γενος
9999644 διηνεγκε
ποτερον Θεμιστοκλης δια συνουσιαν τινος των σοφων ἠ φυσει τοσουτον διηνεγκε των πολιτων , ὡστε προς ἐκεινον ἀποβλεπειν την πολιν
, ὡν ἠν ἐπιφανεστατος Διοκλης . τοσουτο γαρ των ἀλλων διηνεγκε συνεσει και δοξῃ , ὡστε της νομοθεσιας ὑπο παντων
9999643 σπουδαιῳ
ἀρετας , ἀλλα και τας ἀλλας τεχνας τας ἐν τῳ σπουδαιῳ ἀνδρι ἀλλοιωθεισας ὑπο της ἀρετης , και γενομενας ἀμεταπτωτους
κακιᾳ κακος : ἐναντιον δ ' ἀρετῃ μεν κακια , σπουδαιῳ δ ' ὁ κακος . εἰκοτως τοινυν ἐναντιοτης θεωρειται
9999643 βιᾳ
ἐλευθερῳ . γρ . βιᾳ ὡς ἐλευθερῳ : γρ . βιᾳ ὡς ἐν ἐλευθερῳ . προστρεπομενου . ἀποπεμπομενου , τρεπομενου
βουκολων ἀλαστορα , λεοντ ' , ἀπλατον θρεμμα κἀπροσηγορον , βιᾳ κατειργασασθε , Λερναιαν θ ' ὑδραν , διφυη τ
9999640 Λευκιππης
: οὐ παρελιπε δε οὐδε ὁσα ἰδιᾳ προ των της Λευκιππης θυρων διελεχθησαν προς ἀλληλους περι αὐτης . και ὁ
την ναυαγιαν , την Αἰγυπτον , τους βουκολους , της Λευκιππης την ἀπαγωγην , την παρα τῳ βωμῳ πλαστην γαστερα
9999640 Εὐρυσθευς
της μητρος κωλυουσης , του δε πατρος συνεπαινουντος Κρεοντος . Εὐρυσθευς δε ὁ Σθενελου του Περσεως , αἰσθομενος τα καταλαβοντα
Ἁιδου . Μακαρια γαρ ἡ Ἡρακλεους , ὁπηνικα ἐπεστρατευσεν ὁ Εὐρυσθευς ταις Ἀθηναις , ἑαυτην ἐπεδωκε σφαγιον ὑπερ της των
9999639 ὀφθαλμοιϲ
λβ Περι ἀνθρακων ἐν βλεφαροιϲ λγ Περι καρκινωδων ἑλκων ἐν ὀφθαλμοιϲ λδ Περι κακοηθων ἑλκων ἐν ὀφθαλμοιϲ λε Περι μυοκεφαλων
λη Περι των ἐπουλωϲεωϲ δεομενων ἑλκων λθ Περι των ἐν ὀφθαλμοιϲ οὐλων ἠτοι λευκωματων μ Ὑλη λεπτυνειν δυναμενη οὐλαϲ και
9999638 νοησε
θαλαμονδε Μελανθιος , αἰπολος αἰγων , οἰσων τευχεα καλα : νοησε δε διος ὑφορβος , αἰψα δ ' Ὀδυσσηα προσεφωνεεν
! ? ποντον ? χθονα τ ' , ἠδε ? νοησε [ ως . ] ? ? οἰδμα πολυπλαγκτοιο θαλασσης
9999635 αἰσχυνεσθε
' ὑμων τινες ἐνθαδε ποιουσιν ; κἀκει παλιν εἰτα οὐκ αἰσχυνεσθε , εἰ μηδ ' ἁ παθοιτ ' ἀν ,
δια το ἀπαρασκευοι ἐγχειρειν . ὑποστικτεον οὐν εἰς το μη αἰσχυνεσθε ὁ μεμφονται : οἱ Κορινθιοι μεμφονται πολιν : την
9999633 γλυκυτητι
και τουτων αἱ μεν ὀνομαζομεναι περσαιαι καρπον διαφορον ἐχουσι τηι γλυκυτητι , μετενεχθεντος ἐξ Αἰθιοπιας ὑπο Περσων του φυτου καθ
τε και ὀξυτητος ὡς προσηκουσων τῃ τε ἀφελειᾳ και τῃ γλυκυτητι . Ὁ δε περι ἡδονης οὑτος και γλυκυτητος ἡμιν
9999633 γαληνῃ
ἐν εὐδιᾳ πλανωμενον , ἰδιου χειμωνος γεμον και βαπτιζομενον ἐν γαληνῃ . θαυμασαντες ἠλθομεν πλησιον . ἐδοξα τον της ἀθλιας
νησους ἠ πετρας ἐκτρεπεται : και τα μεν εὐδιᾳ και γαληνῃ σφριγᾳ , τα δε κλυδωνι και κυματωσει : ταις
9999633 γυμναστικῃ
την δε ἰατρικην . της δε πολιτικης ἀντιστροφον μεν τῃ γυμναστικῃ την νομοθετικην , ἀντιστροφον δε τῃ ἰατρικῃ την δικαιοσυνην
ὡσπερ λεγω , ἡ ὀψοποιητικη κολακεια ὑποκειται : τῃ δε γυμναστικῃ κατα τον αὐτον τροπον ἡ κομμωτικη , κακουργος και
9999631 χελωνη
λαβων σκυτινῃ ποτ ' ἐν χυτρᾳ ταριχος ἐλεφαντινον ἡψε ποντιας χελωνη πευκινοισι κυμασιν , καρκινοι ποδηνεμοι τε και τανυπτεροι λυκοι
, ταττει προ παντος του λοιπου σωματος τα κερατα : χελωνη δε συναισθανομενη τινος ἐπιθεσεως την κεφαλην και τους ποδας
9999630 τιμιωτατη
τε ἀλλης ψυχης και του νου . και γαρ εἰ τιμιωτατη δυναμις της ψυχης ὁ νους , ἀλλ ' οὐ
ξυμφορης τερμα . Δου . σοφιη ἀθαμβος ἀξιη παντων [ τιμιωτατη οὐσα ] . Δου . μουνοι θεοφιλεες , ὁσοις
9999629 ἀπελθῃ
δεομενου Νικιου ἀνενεωσαντο : ἐφοβειτο γαρ μη παντα ἀτελη ἐχων ἀπελθῃ και διαβληθῃ , ὁπερ και ἐγενετο , αἰτιος δοκων
ἀν τις αἰσθηται της διαφορας , εὐθυς συναρπασθεις και ἡττηθεις ἀπελθῃ . ἀλλα το μεγα τουτο , ἀπολιπειν ἑκαστῳ την
9999629 ἑκκαιδεκατῃ
αὐτοις της πατριδος ὑφ ' Ἡρακλεους . Γενεᾳ δ ' ἑκκαιδεκατῃ μετα τον Τρωικον πολεμον Ἀλβανοι συνοικιζουσιν ἀμφω τα χωρια
κοινον ὀνομα πολλων ἐθνων . λεγονται και Λευκοσυροι . Στραβων ἑκκαιδεκατῃ „ δοκει δε ἀπο Βαβυλωνιας των Συρων το ὀνομα
9999627 Κελτικη
Ἀλοη ἀνθεμιϲ ἀγαρικον ἀψινθιον λαδανον λινοϲπερμον μαλαβαθρου φυλλον ναρδοϲταχυϲ ναρδοϲ Κελτικη οἰνοϲ νεοϲ ὀρροϲ γαλακτοϲ τυροϲ ϲυκα ξηρα . Ὁϲα
μαλλον οὑτοι και εὐεργετικοι και κοινωνικοι : Τυρρηνια δε και Κελτικη και Σπανια τῳ Τοξοτῃ και τῳ του Διος ,
9999626 ὀρθογωνιῳ
. Πορισμα Ἐκ δη τουτου φανερον , ὁτι ἐαν ἐν ὀρθογωνιῳ τριγωνῳ ἀπο της ὀρθης ἐπι την βασιν καθετος ἀχθῃ
ὀρθογωνιον ἰσον ἐστιν τῳ ὑπο των ΛΔ και ΔΜ περιεχομενῳ ὀρθογωνιῳ , δεδεικται δ ' ἡμιν , ὁτι , οἱων
9999625 κινδυνῳ
κρειττονες , ἐαν ἐξω του τειχους ὀντες οἱ ἡττονες ἐν κινδυνῳ δοκωσιν εἰναι , ἀλλ ' ἐπειδαν γε εἰσω του
ἀπατην γεγοητευμενου . ἐοικε των ἀνθρωπινων ἀγαθων ὀντως ἑκαστον εἰναι κινδυνῳ κεκαλυμμενον , μηδεν τε ἀκρατον του ἐναντιου , και
9999624 ἐσεσθε
κινδυνων και δαπανης , ἠ καλην και δικαιαν προφασιν εἰληφοτες ἐσεσθε του πολεμου . το γαρ μη των ἀλλοτριων ἐπιθυμειν
. νικησαντες μεν γαρ ἁπαντων τουτων ὑμεις ὡσπερ προσθεν κυριοι ἐσεσθε : εἰ δ ' ἡττηθησεσθε , εὐ ἰστε ὁτι
9999624 κτισθεισα
, και οὐδετερως Μυριναιον . Μυρκινος , τοπος και πολις κτισθεισα παρα τῳ Στρυμονι ποταμῳ . το ἐθνικον Μυρκινιος και
, . . . . Αὐλωνια : πολις ὑπο Κροτωνιατων κτισθεισα και ἀπο των προκειμενων αὐλων ἐχουσα το ὀνομα :
9999624 κεδριᾳ
. Τελλιναι ταριχηραι καυθειϲαι καυϲτικην ἐργαζονται τεφραν , ἡτιϲ μιγνυμενη κεδριᾳ των τριχων των βλεφαριτιδων ἐκ ῥιζηϲ ἐκτιλθειϲων ἐνϲταζομενη κωλυει
και ὀφρυων και γενειων λιποτριχιας συν κηκιδιοις και χαλκανθῳ και κεδριᾳ και λυχνου θρυαλλισι . καθ ' ἑαυτο δε το
9999620 μυθωδες
τριπηχυν τοις δε διπλασιαν . Ὑπερεκπιπτων δ ' ἐπι το μυθωδες πεντασπιθαμους ἀνθρωπους λεγει και τρισπιθαμους , ὡν τινας ἀμυκτηρας
αἰτιασθαι μεταβολην ἠ ἀγνοιαν ἠ καταψευσιν των τοπων κατα το μυθωδες . τουτο μεν δη ἀσαφες ὁν [ ἐω ]
9999618 ἀφαιρεθῃ
αὐτῳ ἰσα και τῳ γʹ ἐαν δε ἀπο ἰσων ἰσα ἀφαιρεθῃ . το δε ἐπι τελει του θεωρηματος ἐκ δη
εἰσι δυναμει μονον συμμετροι . ἐαν δε ἀπο ῥητης ῥητη ἀφαιρεθῃ δυναμει μονον συμμετρος οὐσα τῃ ὁλῃ , ἡ λοιπη
9999617 ἀπαλλαγησῃ
ἐργαστηριον μετα μαχης α πεφαρμακευσαι . σεαυτῳ βοηθει β οὐκ ἀπαλλαγησῃ της γυναικος ἑως θανατου γ λησεται σου ὁ δρασμος
ἐκκοπηναι και καλως η ἀπολυθησεται ὁ συνεχομενος μετα κοπου θ ἀπαλλαγησῃ της φιλης ταχεως ι γενησῃ ἐπισκοπος , πλην βραδεως
9999617 μικραϲ
, γαλακτι ἀντι ὠου ἐγχυματιζουϲιν , ἐλαθον δε αὑτουϲ ἀντι μικραϲ παραμυθιαϲ χρονιαϲ διαθεϲεωϲ τῳ παϲχοντι προξενοι γιγνομενοι . το
Ἡ παροξιϲ κερατιον ἑν ἡμιϲυ . Ὁ κυαθοϲ ἐχει μναϲ μικραϲ ἠτοι μυϲτρα μικρα δυο . το γαρ μυϲτρον ἐχει
9999617 θυειᾳ
του ὀποβαλσαμου και μελιτος θερμου , εἰτα λειου ὁμοιως ἐν θυειᾳ : δυνατον δε και μετα μελιτος ὀλιγου τηκειν τον
του μολυβδου . γινεται δε ὁ χυλος οὑτως : ἐν θυειᾳ μολυβδινῃ ἐμβαλων χυλον τινα των στυφοντων ἁμα και ψυχοντων
9999614 κλειδα
ἑκουσαι θυματα γινονται , ἐπαταξαν ἑαυτας τῃ κερκιδι παρα την κλειδα και ἀνερρηξαν την σφαγην . και αὐται μεν ἀμφοτεραι
του ποντου κληιδα : λεγει δε το στενον ὁθεν και κλειδα το στενον - ἐκεινο ὠνομασε : ἀπο γαρ του
9999614 εὐωδιᾳ
ἐν τῃ πολει πηγην αὐτοματως ἐκ της γης οἰνου ῥειν εὐωδιᾳ διαφεροντος : των δ ' ἀλλων οἱ μεν ἱεραν
ἐδοκει , και προς την του ἀερος φθοραν ἀντεχειν ἐλεγετο εὐωδιᾳ τε της των δαφνων ἀποφορας και τῃ των δενδρων
9999614 ἐξεβληθη
περισσον ἠν ἐνταυθα το ἀσβεστον [ πορον ] : διο ἐξεβληθη παρ ' ἐμου : ὁμοιον γαρ χρη το κωλον
ω ῥηματα παντως διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐξεβληθη το υ : οὐ γαρ ἠδυνατο τριφθογγος εἰναι ,
9999613 Ἀφροδιτῃ
καλειται δε ῥυγχος και τοπος τις περι Αἰτωλιαν . ὁτι Ἀφροδιτῃ ὑς θυεται και μαλιστα παρ ' Ἀργειοις παρ '
Κρονῳ Ϛ , Ϛ , Ἑρμῃ Ϛ , ιβ , Ἀφροδιτῃ η , κ , Διι ε , κε ,
9999611 ἠδικηκε
γαρ ἐγωγε οἰδα , ὁ τι σε Νικοκλης ἐν ἐκεινοις ἠδικηκε τοις χρονοις . ἀλλ ' ἁ μεν συνειπε ,
ἡ γυνη μη πεινησει : ὡστ ' εἰ και σφοδρα ἠδικηκε , κεκολασται . και μεχρι θερους γε δωσει ταυτην
9999611 δυτικῳ
ὁταν δε ὁ το σινος σημαινων ἀστηρ εὑρεθῃ ἐν τῳ δυτικῳ κεντρῳ ἠ ἐν τῳ ὀγδοῳ ἐξ ἐκεινου του παθους
ἐλευθεριαν προμηνυτεα και χρονους ζωης . Μηνη δ ' ἐν δυτικῳ συν ἑοι φθοροποιον ἐχουσα αἰψα κεν ἐξολεσειε πεφευγοτα δουλιον
9999609 ὠνομασθη
ἀποβαλλει την Ἑλλην , ὁθεν και ἀπ ' αὐτης Ἑλλησποντος ὠνομασθη , τον δε Φριξον ἐπι την Σκυθιαν διακομιζει .
, νυκτος δ ' ἐπωδυνα ἐστιν : διοπερ και οὑτως ὠνομασθη : και ὀδυναι μειζους ἠ κατα το μεγεθος του
9999609 Αἰγυπτῳ
την ἱεραν συνεγραψε βιβλον , ἡν ὡς μεγα χρημα ἐν Αἰγυπτῳ γενομενος ἐκτησαμην . γʹ Σουφις ἐτη ξϚʹ . δʹ
, ἐπειδη μαγοις Βαβυλωνιων και Ἰνδων Βραχμασι και τοις ἐν Αἰγυπτῳ Γυμνοις συνεγενετο , μαγον ἡγουνται αὐτον και διαβαλλουσιν ὡς
9999608 ἐφυτευσε
παιδες Ἱεριου , σοι δε ὁμιληται ; ὁ μεν γαρ ἐφυτευσε δεινους δεξασθαι λογους , συ δε των λογων ἐνεθηκας
[ γονος ] , ἡς ἀπο λεκτρων Ἀρκαδιης [ ] ἐφυτευσε ? [ ] Λυκαονα ποιμενα γαιης . [ !
9999608 ἐσπουδασε
πλεον θατερον ἡγησαμενος ἀπεργαζεσθαι , τας δε περι το μανθανειν ἐσπουδασε τε και κοσμησας την ψυχην οὐκ ἀλλοτριῳ ἀλλα τῳ
τους οὐν ἐκ φυσεως συναγωνιστας ὑπαρχοντας εἰς ἐχθρων μετελθειν ταξιν ἐσπουδασε κατηγορους ἐπιστησας τους δεοντως ἀν συναγορευοντας , πατερα και
9999607 αἰσθητηριῳ
μετα βαρυτητος και στερροτητος . και προς τουτοις τῳ κυριως αἰσθητηριῳ το αἰσθητον ἐν χρῳ ἐπιθεμενον κατεχει ἀναισθητον , καιπερ
και κατ ' αὐτας διατιθεμενου ἐμφαινεσθαι συμφημι και ἐν τῳ αἰσθητηριῳ τα φαντασματα , ἀλλ ' οὐχ ὡς αἰσθητικῳ οὐδε
9999607 φορειῳ
αὐθις βασανισων . μετα τρεις ἡμερας την Ἐπιχαριν ἐκομιζετο ἐν φορειῳ , ἡ δε λυσαμενη την ζωνην ἀπεβροχισεν ἑαυτην ἐν
ἀτερπεα δαιτα φεροντες . ” Φειδων ὀνομα κυριον . φερτρῳ φορειῳ : “ κειμενον ἐν φερτρῳ . ” φηγος ἡ
9999607 ἠδυνηθη
κλειν , εὐθυνων ἐπ ' αὐτην , ταραττομενος δε οὐκ ἠδυνηθη . Καισαρ δ ' ἀνεστη ὡς ἀμυνουμενος ἐπ '
λαβειν εἰς βρωσιν : ἡτις εἰς τουτο πολλα μηχανωμενη οὐκ ἠδυνηθη την ὀρεξιν πληρωσαι . Μετα δε ταυτα μειδιασασα αὑτη
9999605 ἀγρυπνιᾳ
και θοινωνται αὐτων τας σαρκας . παυονται δε της λυττης ἀγρυπνιᾳ την ῥωμην ἐπιτριβεισαι : ἐκχεει γαρ πως την λυτταν
ξηροι . οἱ δε ϲφυγμοι μικροτεροι παϲι τοιϲ ἐπ ' ἀγρυπνιᾳ και λυπῃ και φροντιδι γιγνονται , τοιϲ δε ἐπι
9999604 κριτηριῳ
, πολυ δε ὡραιοτερος ἀποφθεγματων λογοις , μεγαλως εὐδοκιμησεν ἐν κριτηριῳ λεξας : ἐοικεν , ἀνδρες δικασται , Δρακων ὁ
' ἐστιν αὐτοις ἡ ἐπιλαμψις ἀμαρτυρος πιστις ὀφθαλμοις ὠτων ἐναργεστερῳ κριτηριῳ βεβαιουμενη . το δε δοκουν των παρ ' ἐμοι
9999604 νευρωδες
παρυγρον , δισωμον , πολυγονον , λιχηνωδες , λεπιδωτον , νευρωδες , κυρτωτον , ἀλφωδες , διμορφον , ἀφωνον ,
την σαρκωδη φυσιν : ἐπικρατει δ ' ἐν αὐτοις το νευρωδες και το δερματωδες , οἱον το καθ ' ὁλον
9999604 τμητικηϲ
μικροτεροϲ μεν των κοκκυμηλων , δυναμει δε παραπληϲιοϲ . Μυρικη τμητικηϲ ἐϲτι και ῥυπτικηϲ δυναμεωϲ ἀνευ του ξηραινειν ἐπιφανωϲ .
ἑτερον γενοϲ των ἐρεβινθων καλουμενον ὀροβια δυναμεωϲ εἰϲιν ἐπιϲπαϲτικηϲ διαφορητικηϲ τμητικηϲ ῥυπτικηϲ : διο και ϲπληνα και ἡπαρ και νεφρουϲ
9999604 κτισμα
τε Καρησος τε Ῥοδιος τε . ” ἡ δε Δαρδανος κτισμα ἀρχαιον , οὑτω δ ' εὐκαταφρονητον ὡστε πολλακις οἱ
, δοκω ἐγω τον Τυριον εἰναι Ἡρακλεα , ὁτι Φοινικων κτισμα ἡ Ταρτησσος και τῳ Φοινικων νομῳ ὁ τε νεως
9999604 κυριωτατη
τετραδος θεωρεισθαι . ἡ μεν γαρ μονας ἀρχη παντων και κυριωτατη πα - σων . . . . . .
, του νομου εἰποντος ἀναιρειν , φρουρειν : ἡ δε κυριωτατη λυσις ἐστι συγγνωμονικη : ὁτι ὠργισθη , παρωξυνθη ,
9999604 γλοιωδες
τοτηνικαυτα ἐπιβαλλειν δει το των πιτυρων ἀποζεμα : ἐστι γαρ γλοιωδες και χαλαστικον , ἐτι γε μην και συγγενειαν ἐχον
Λιθαργυρον , θειον ἀπυρον ἰσα μετ ' ὀξους και οἰνου γλοιωδες ἐπιχριε : ἐγω ἐλαιον οὐ μιγνυμι και ἀντ '
9999603 ἀπηνεα
ἠϋτ ' ἐπεγγελοωσα παρισταται : ὡδε κε φαιης μυθεισθαι μυραιναν ἀπηνεα κερτομεουσαν : τι πτωσσεις δολομητα ; τιν ' ἐλπεαι
δη τοι , γαιηοχε κυανοχαιτα , τονδε φερω Διι μυθον ἀπηνεα τε κρατερον τε , ἠ τι μεταστρεψεις ; ταυτα
9999603 ἐτεθη
Ἀλκιβιον ἀλλη τις ἐνταυθα κεκληται βοτανη , ᾑ τοὐνομα μεν ἐτεθη ἀπο του εὑροντος . Διδοται δε αὐτης τοσουτον μετ
γης δε της Ἀττικης τεθαφθαι : ἠ γαρ οὐκ ἀν ἐτεθη ἐν τοις πατρῳοις μνημασιν , ἠ κρυβδην τεθεις οὐκ
9999603 ἑξακισχιλια
πεντηκοντα και ἑκατον : ἐτεα δε δυο και τεσσαρακοντα και ἑξακισχιλια : ἐν δε τουτοισι τρις το παν εἰς ἐλευθεριην
ἡ πολις εἰς τον προς βασιλεα πολεμον . ὁτι γαρ ἑξακισχιλια ταλαντα ἠν το τιμημα της Ἀττικης , και λυθεντος
9999602 ῥοωδες
. προς ῥοδα : ῥοδον παρα το θαττον ἀπορρειν : ῥοωδες γαρ ἐστιν ἠτοι συντομως φθειρομενον . ἠ ἀπο του
το δακρυον . χρονιζειν δε εἰωθε το παθος τῳ γενει ῥοωδες ὑπαρχον . διο προσφατου μεν αὐτου τυγχανοντος ὡσπερ ἐν
9999602 ἀκανθωδες
δε φυλλα αὐτης ὀζει κεδρομηλων . Μεσπιλον : το δενδρον ἀκανθωδες ἐστι , καρπον φερον μικρον , μηλῳ ὁμοιον ,
το δενδρον ὁ λωτος οὐ μεγα , τραχυ δε και ἀκανθωδες , ἐχει δε φυλλον χλωρον παραπλησιον τῃ ῥαμνῳ ,
9999602 Εὐρυτιωνα
μηδ ' αἰσιμα πινῃ . οἰνος και Κενταυρον , ἀγακλυτον Εὐρυτιωνα , ἀας ' ἐνι μεγαρῳ μεγαθυμου Πειριθοοιο , ἐς
τηλικουτον Κυκλωπα ὑπο μικρου σωματος δια ταυτην ἀπολλυμενον παριστησι και Εὐρυτιωνα τον Κενταυρον : τους τε παρα Κιρκῃ λεοντας ποιει
9999602 ἐλυπησε
αἱρεισθαι μαλλον ἠ κερδος αἰσχρον : ἡ μεν γαρ ἁπαξ ἐλυπησε , το δε δια παντος . ἀτυχουντι μη ἐπιγελαν
και την ψυχην ἀγαθου και το καλλος διαφεροντος . τουτον ἐλυπησε τι Φαλαρις τον Μελανιππον : δικαζομενῳ γαρ αὐτῳ προς
9999601 εὐεργεσιᾳ
εὐσεβειαν ἀβεβαιων και τα προγεγονοτα ᾐτιωντο ὡς οὐκ ἐπ ' εὐεργεσιᾳ συμβαντα μαλλον ἠ δια μετουσιαν ἀργαλεωτερων συμφορων , ἀμεινον
εἰς τα κενα και ματαια συντελοι , τους δε ὑποτεταγμενους εὐεργεσιᾳ προς εὐνοιαν ἀγοι την ἑαυτου : και γαρ ὁ
9999600 ἐξεθηκε
ὀχος . αὐτωι δε συν κλυδωνι και τρικυμιαι κυμ ' ἐξεθηκε ταυρον , ἀγριον τερας : οὑ πασα μεν χθων
Δαφνιδος εἰς τον Κοματαν μετηνεγκεν . τουτον γαρ ἡ μητηρ ἐξεθηκε τον πατερα Ἀνακτα εὐλαβουμενη , εἰδυια ὁτι οὐ πεισει
9999600 ἀπαγωγῃ
το ἐνδεχομενως τινι . και τουτο δεικνυμεν τῃ εἰς ἀδυνατον ἀπαγωγῃ : εἰ γαρ ψευδος το ἐνδεχεται τινι , ἀληθες
εἰ δεοι τοις σωμασιν . Ἡ Λυσις τῃ εἰς ἀτοπον ἀπαγωγῃ , ὁτι ἀτοπον και οὐδεν ἐκ τουτου ὀφελος ἡμιν
9999599 ὑδατωδη
οὐτε της ἐλαιωδους , ἀλλ ' ἐστιν ἀποια πως και ὑδατωδη . πεττεται δε το καρυον μαλλον του λεπτοκαρυου και
ἀλλ ' οὐδεπω καυστικον : ὁσα δ ' ἐλαιωδη παντα ὑδατωδη τε ἐστι και ἀερωδη . ἑπεται δε δηπου και
9999599 ναυτικῳ
ἡξειν πυνθανομενοι την νησον πολιορκεισθαι . εἰ γαρ κρατησειαν τῳ ναυτικῳ , το Ῥηγιον ἠλπιζον πεζῃ τε και ναυσιν ἐφορμουντες
ταυτης ἠδη ἐς αὐτον τε τον Θερμαιον κολπον ἐγινετο τῳ ναυτικῳ στρατῳ ὁ πλοος και γην την Μυγδονιην , πλεων
9999599 ἐξειλε
ἀγαθους ἐνεποιησεν : ὁταν δε μελλῃ κακως πραξειν πολις , ἐξειλε τους ἀνδρας τους ἀγαθους ἐκ ταυτης της πολεως ὁ
Σπαρτην και Τεγεαν και Πατρας της Ἀχαϊας , και φρουρια ἐξειλε πλειστα και ἐρυμνοτατα και κατεστησε πασαν την Πελοπος φορου
9999599 ἐνηλλαξε
Περιφας . ἐπει οὐν ἡ ἰων μετοχη ἐν τῳ Ἀμφιων ἐνηλλαξε το μερος του λογου , τουτου χαριν και τον
ἀνθρωπος ᾐ . τῳ μεν ὀνοματι τῳ αὐτῳ ἐχρησατο , ἐνηλλαξε δε το σημαινομενον : το μεν γαρ κοινως εἰρηται
9999599 πιμελη
πολυ ϲκληροτερον τηϲ πιμεληϲ . ὑγροτατη δε ἡ των ὑων πιμελη ϲχεδον των ἀλλων ἁπαντων , μαλακτικωτερα τε ἐλαιου και
και γλοιωδης την συστασιν και ἐλαιωδης ὀφθηναι , γινωσκειν χρη πιμελη και νεοπαγη σαρκα τηκεσθαι προς του πυρετου διακαεστατου και
9999598 Φοινικη
Παφλαγονες παρεχουσι : τα γαρ τ ' ἀναθηματα δαιτος . Φοινικη καρπον φοινικος και σεμιδαλιν : Καρχηδων δαπιδας και ποικιλα
τον Πτολεμαιον Ἰταλια , Γαλλια , Σικελια , Ἀπουλια , Φοινικη , Χαλδαϊκη , Ὀρχηνια . κατα μερος δε ὡς
9999598 Ἀρειῳ
ἑν δ ' οὐν ἰδιωτατον παντων και σεμνοτατον το ἐν Ἀρειῳ παγῳ δικαστηριον , περι οὑ τοσαυτα ἐστι καλα παραδεδομενα
. . οὐκ ἐπεξιων ] οὐκ εἰσηλθες εἰς την ἐν Ἀρειῳ παγῳ βουλην . ἐγραψατο γαρ ὁ Δημοσθενης Δημομελην τον
9999598 τεθνηκε
αἰτιον του ἀλυειν αὐτους . και ἐπελεγεν εἰ μεν σοι τεθνηκε ζευγος , παρ ' ἐμου λαβων ἀπιθι και ἐργαζου
τῳ προτερον λογῳ και ἐκεινον τον λεγοντα ὁτι νικων μεντοι τεθνηκε , παλιν ὁ Ξενοφων ἐπεθετο τῃ κεφαλῃ τον στεφανον
9999598 ὀξυτατῳ
τα δε χρηστους ἐγχυλοτερα ποιειν . Κραμβην χρη κατακοψαι ὡς ὀξυτατῳ σιδηριῳ , εἰτα ἀποπλυναι και το ὑδωρ ἐασαι ἀπηθηθηναι
ἐμφραγεντα ὀλιγα ἐδεησαν ἀπολεσθαι τον ἀνθρωπον ταις δυσουριαις και τῳ ὀξυτατῳ πονῳ . ἀλλα τῃ στενῃ λαβιδι οἱοι τε ἐγενομεθα
9999596 ὑδρομελιτοϲ
' ἐκεινων εἰρημενα . εἰϲι δε εὐβοηθητοι μαλιϲτα ὠφελουμενοι ὑπο ὑδρομελιτοϲ ϲυνεχωϲ αὐτο πινοντεϲ μιγνυμενων αὐτῳ πηγανου φυλλων . Γυψοϲ
ἀνιϲου ϲπερμα ἀριϲτολοχιαϲ ἀφεψημα βραθυοϲ λειοτατου ⋖ α μεθ ' ὑδρομελιτοϲ : ἐπι δε των ἀπυρετων μετ ' οἰνου βαλϲαμου
9999596 δηλαδη
τοις ἱπποις χρωνται . Ἀμειψαντες ] Οἱ της Θηρας ἀποικοι δηλαδη . Κεινος ὀρνις ] * Ἐπειδη ὀρνις ἐστιν ἡ
μαχης ταὐτο δηλουσα τῃ ὑστερον ἐπινοηθεισῃ ἠχῃ της σαλπιγγος , δηλαδη το καταρχεσθαι της μαχης : ἀλλως : ἐπει δ
9999596 ἐλπιδα
ῥᾳδιως παρα των ἀδικουντων χρηματα λαμβανουσι . καιτοι τινα χρη ἐλπιδα ἐχειν σωτηριας , ὁποταν ἐν χρημασιν ᾐ και σωθηναι
πιστευσαντα . Καισαρα δη αὐτον ἀποδεικνυει , φθασας αὐτου την ἐλπιδα και την ἐπιθυμιαν τῃ της ἐξουσιας κοινωνιᾳ . ἐπιστελλει
9999595 λεπιδα
ἑως συστραφῃ τε και εὐχρους γενηται : κἀπειτα ἐπιβαλων την λεπιδα , παλιν ἑψε ἑως ἀμολυντου , και ἐπιβαλλε τον
, και οἰνανθην την ἀγριην , και χρυσοκολλην , και λεπιδα , και λωτου πρισματα , και κροκον , και
9999595 ἐζηλωσεν
τοὐναντιον ἐποιησεν : την γαρ φανεραν ἁπασι και τετριμμενην λεξιν ἐζηλωσεν ἐγγιστα νομιζων εἰναι του πεισαι τον ἰδιωτην το κοινον
ἀγελας κεκτημενος οὐ μονον την τρυφην των κατα Σικελιαν Ἰταλικων ἐζηλωσεν , ἀλλα και το κατα τους οἰκετας πληθος και
9999595 Ἀρνη
. Ἀρνη : νυμφη , τροφος Ποσειδωνος , εἰρηται δε Ἀρνη ἡ νυμφη Σινοεσσα καλουμενη , ὁτι τον Ποσειδωνα λαβουσα
, ἀπηρνησατο μη ἐχειν αὐτον , ὁθεν ἡ πολις ἐκληθη Ἀρνη , προτερον Σινοεσσα λεγομενη , ὡς φησι Θησευς ἐν
9999594 ἑκκαιδεκα
δ ' ἡμιμεδιμνος τεσσαρες και εἰκοσιν , ὁ δε τριτευς ἑκκαιδεκα , ἑκτευς δ ' ὀκτω , ἡμιεκτον τετταρες .
. Φησαντος δε του Ἐφορου διοτι την χερρονησον κατοικει ταυτην ἑκκαιδεκα γενη , τρια μεν Ἑλληνικα τα δε λοιπα βαρβαρα
9999593 ἐθαυμασα
' οἱ παροντες ἡμιν οὐκ εἰχον μη πηδαν ἀναγινωσκομενης . ἐθαυμασα οὐν ὁτι ταυτῃ την προτεραν καθελειν ἐπιχειρησας τῳ φαναι
' ἀμφοιν μιαν ἐνηνοχεναι πληγην . ὡς δε τον λογον ἐθαυμασα , και δοκιμασαι την ἀληθειαν ἐγνωκα , σωζεσθαι τον
9999593 ἐκλιθη
σαφους , ψευδης ψευδους , ταυτα δια του - τος ἐκλιθη : ἐστι δε ἐθνικα . . . . .
πλην του ῥωξ ῥωγος : τουτο γαρ δια του γ ἐκλιθη : ῥωξ δε ἐστιν εἰδος φαλαγγιου , τουτεστιν εἰδος
9999592 τυφλα
γαρ εἰπω ὁτι των ὀντων τα μεν βλεπουσι τα δε τυφλα ὑπαρχουσιν , οὐ περιλαμβανω παντα τα ὀντα : οὐτε
. νους ὁρηι και νους ἀκουει : τἀλλα κωφα και τυφλα . ναφε και μεμνας ' ἀπιστειν : ἀρθρα ταυτα
9999591 γαϲτρι
ἑπεται . εἰ δε και κακοχυμια τιϲ περιεχοιτο ἐν τῃ γαϲτρι , ἐϲχατωϲ ἀδικουϲιν αἱ ἰϲχαδεϲ ἐϲθιομεναι : αὐξουϲι γαρ
γαρ ταϲ ξηραϲ διαθεϲειϲ ἀναγκαιον ἐϲτιν οὐ τα πληϲιαζοντα τῃ γαϲτρι μονον , ἀλλα και ϲυμπαν ἰϲχνοτερον γιγνεϲθαι το ϲωμα
9999590 Κορακα
. και τας καλουμενας τεχνας γραψαι τολμησαντες ] Τισιαν και Κορακα λεγει τους Συρακουσιους , και Γοργιαν και Θρασυμαχον ,
δειξαι πρωτον το συμβουλευτικον των ἀλλων . λεγεται γαρ και Κορακα , ὁστις τα της ῥητορικης ἐργα εἰς φως προηγαγε
9999590 δαφνη
οὐν τα τοιαυτα θηριδια τοις γλυκεσι και μαλακοις ξυλοις , δαφνη δε και πτελεα δριμυτατα . το γε μην ἐλυμα
πευκη , πτελεα , μελια , αἰγειρος , λευκη , δαφνη , πιτυς , κυπαριττος , κεδρος , θυον ,
9999590 ἐκοιμηθη
καλην οὐκ εἰπον αὐτος ἐμαυτῳ ὁτι ὠφελον τις μετα ταυτης ἐκοιμηθη και μακαριος ὁ ἀνηρ αὐτης : ὁ γαρ τουτ
παραθεσει του ἀρθρου , εἰγε ἀοριστωδες μεν το παις δειπνησας ἐκοιμηθη , οὐ μην το ὁ παις δειπνησας ἐκοιμηθη .
9999589 δυοκαιδεκα
Σεληνης ἀνωμαλους δρομους των τε λοιπων ἀστερων δυναμεις και κυκλον δυοκαιδεκα ζῳδιων ἐν ἀποκρυφοις ταυτα ἐχειν και τοις ἀπαιδευτοις ἠ
ἐπανω της χειρος , ὁς Ῥοπαλον καλειται , τους παντας δυοκαιδεκα φερει τοδε το ζῳδιον . Τους δε Διδυμους διεισιν
9999589 κινησῃ
τῃ καρδιᾳ προοραν το μελλον . ὡσπερ γαρ ὁταν τι κινησῃ το ὑδωρ ἠ τον ἀερα , τουθ ' ἑτερον
δ ' ὁτ ' ἀφ ' ὑψηλης κορυφης ὀρεος μεγαλοιο κινησῃ πυκινον νεφος . τοιγαρουν και ὁταν λεγῃ ὡς δ
9999588 Στρυμονι
, ἡ την κατ ' αὐλου εὑρεν εὐεπειαν , συνοικησασα Στρυμονι τεκνοι Ῥησον ὁς ὑπο Ὁδυσσεως και Διομηδους ἀναιρειται .
τους ψιλους τελευταιους ἐπιταξας , τας δε τριηρεις ἐν τῳ Στρυμονι ποταμῳ πληρωσαι οὐ δυνηθεις ἐνεπρησεν : και ταυτα παντα
9999587 φοβηθεισα
, αὐτος γαρ ταυτα λεγει , ματην φασκων γεγονεναι , φοβηθεισα γαρ δηλαδη , μη πως ἐπιλαθηται της τεχνης ,
ἡ δε Λουκρητια δια το παραδοξον ἐκπλαγης γενομενη , και φοβηθεισα μηποτε ταις ἀληθειαις δοξῃ δια την μοιχειαν ἀνῃρησθαι ,
9999587 δοκω
δηπου μανθανω . [ αὐτας ] τας φρενας δη μοι δοκω [ ] ! ὀνυμαζειν μεν ὠν εἰωθαμες [ φρενιτιν
ἑπεσθαι ἀλλα και τῳ Δ το Β , θησειν μοι δοκω και ἀπελεγξαι , ὡς δια παντων τον περι της
9999586 γραμμῃ
του οὐρανου ἐστι το Αα , τῃ μεν ηΔ ἰσῃ γραμμῃ κατα την γην πρωτη ἀπαρχεται εἰναι ὡρα , ὡς
εἰ δε μη , ἐνεργειᾳ πως : ἐν γαρ τῃ γραμμῃ τα σημεια πως δυναμει ὑπαρχουσιν , ἐν ἡμιν δε
9999586 Ἀλεξανδρῳ
τις κακη : και οὐν και τουτο αἰτιον γενεσθαι ἀποσωθηναι Ἀλεξανδρῳ τον στρατον : οὐ γαρ ἀν σωθηναι πλευσαντας ὑπερ
των ἀει βασιλεων πραγματα , κατ ' οὐδεν ἀξιουν συμβαλλειν Ἀλεξανδρῳ τε και τοις Ἀλεξανδρου ἐργοις τον Πολυδευκην και τον
9999586 Πυθωδε
πονηρων τους ἡμαρτηκοτας κλητεον . Ἀπριγγιος κατα την παροιμιαν αὐθις Πυθωδε παλιν εἰς νεων διατριβας . ἡγειται γαρ και νομων
τουτων ἀνηλισκετο , ὡς Ἀνδροτιων γραφει οὑτως τοις δε ἰουσι Πυθωδε θεωροις τους κωλακρετας διδοναι ἐκ των ναυκληρικων ἐφοδιον ἀργυρια
9999586 ὁπλα
αὐτοις τα ἡμιση των ὁπλων . οἱ δε κατατεμοντες τα ὁπλα ἐκελευον αὐτους τα ἡμιση λαμβανειν . Ὁτι μελλοντων τινων
κεφαλην αὐτου περιστεψει χρυσῳ και παν το σωμα οὐδε τα ὁπλα τα ἡφαιστοτευκτα και τα ἱματια αὐτου τα χρυσοϋφαντα περιβαλλομενος
9999586 λευκοϲ
λευκοϲ και αὐϲτηροϲ ἡκιϲτα ὡϲ οἰνοϲ θερμαινει , ὁ δε λευκοϲ ἁμα και αὐϲτηροϲ και παχυϲ και νεοϲ αἰϲθητωϲ ψυχει
ἐξω φοραϲ και ταυταϲ ϲυνεκβαλλοντεϲ . πταρμον δε κινει ἐλλεβοροϲ λευκοϲ ϲτρουθιον πεπερι καϲτοριον κυκλαμινον εὐφορβιον νιτρον ἡ πταρμικη ποα
9999585 πτερῳ
Προς ξηροτητα στοματος . ] Συκα ἑψησας ἐν ἑψηματι φοινικων πτερῳ διαχριε και διακρατειτω . [ Προς χειλη ῥηγνυμενα .
μικρος , σπιθαμιαιος και μειζων , ἐχων τα φυλλα ὁμοια πτερῳ νεοττου : εἰσι δε και ἐκφυσεις των φυλλων σφοδρως
9999584 ἐλεω
μοιχευω , πειθαρχω , παρελκω διατριβω , δανιζομαι ἐπικιχρημι , ἐλεω , χωρογραφω καταμετρω , θεραπευω , [ θεραπευω ]
αὐτων ἰδια σχηματιζεται : το μεν γαρ νηλεης ἀπο του ἐλεω γεγονε και του νη στερητικου ἐπιρρηματος , οἱον ὁ

Back