μονην αἰτιαν ἐπινοω δι ' ἡν ὁ Νειλος δι ' Αἰ - γυπτου και των ἐκεινῃ ῥει και μεγιστος δη
, παιδες Αὐτολυκου , Ὀδυσσευς μεν Ἀντικλειας , Σινων δε Αἰ - σιμου . οὑτος ὁ Αὐτολυκος κλεπτοσυνῃ παντας ὑπερεβαλε
9999243 γαϲτροϲ
ἐϲτι γεννητικον . βλιτον δε και ἀτραφαξυϲ ὑγρα μεν και γαϲτροϲ ὑπακτικα , ὀλιγοτροφα δε . τα δε ἀκανθωδη παντα
ὑδατι γλυκει . ἁπαϲι δε τοιϲ ὀϲτρακοδερμοιϲ ὑπαρχει χυλοϲ ὑπακτικοϲ γαϲτροϲ : διο και τοιϲ χερϲαιοιϲ κοχλιοιϲ : και τουτων
9999204 Καρκινῳ
εὑρισκονται ἐν τῳ τριτῳ δεκανῳ των Διδυμων , ἐν δε Καρκινῳ νωχελεις και δολεροι , ἐν δε Λεοντι γενναιοι και
μενοντες , ἐν πλαναις και ξενιτειαις γινομενοι . Ἐστι τῳ Καρκινῳ ὑποτεταγμενα ταδε : ἐμπροσθια , Βακτριανη : ἀριστερα ,
9999185 πικρῳ
, ἐγνων χρηναι την κακοχυμιαν καθαιρειν τῳ δια της ἀλοης πικρῳ φαρμακῳ : ἀθροως μεν οὐν οὐκ ἐτολμησα καθαιρειν τον
τραγικος Αἱμων ὁ του Σοφοκλεους ἀπεδειξατο της Ἀντιγονης ἐρων και πικρῳ ζυγομαχων πατρι τῳ Κρεοντι : και γαρ τοι και
9999181 δακτυλῳ
ἐν τῳ δακτυλῳ ἀλγηματος , ἀλλα την μεν ἐφεξης τῳ δακτυλῳ , ὁτι ὁ ταρσος ἀλγει , την δε τριτην
ἐντοϲ : ἐπι δε των ἀϲυντρητων οὐκ ἀμεϲωϲ ὁμιλει τῳ δακτυλῳ το ὀργανον , ἀλλα δια μεϲου του μενοντοϲ ἀϲυντρητου
9999169 ἱππικῃ
' ἀπο του ἀναβαινειν ἐπι τους ἱππους παντα τα ἐν ἱππικῃ μελεταν „ . το δ ' ἀναβας τον ἱππον
εὐδοκιμους μεν ἱππους ἐχειν , εὐδοκιμειν δε αὐτον ἐν τῃ ἱππικῃ , ἠν μη τι δαιμονιον κωλυῃ ; Γραψαι δε
9999151 ἱδρωσε
: ποδων ὀδυνη παρεμεινεν : παρακοπη . Εἰκοστῃ ἑβδομῃ , ἱδρωσε πολλῳ : ἀπυρος : ἡ κωφωσις ἐξελιπεν : ἡ
λευκη : ἀδιψος ἐγενετο : εὐπνοος . Τριακοστῃ τεταρτῃ , ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀπυρος : ἐκριθη παντα .
9999148 Ἀρχιλοχῳ
μ ' ἐχρην προβαινων ἱκομην δι ' ἀστεως και παρα Ἀρχιλοχῳ ἐν τετραμετροις Γλαυχ ' , ὁρα , βαθυς γαρ
και τοὐνομα ἐστι παρα Πλατωνι τουτο , ὡς παρ ' Ἀρχιλοχῳ ἐκεινο . κοκκοι ῥοας : και οὑτω μεν ὁ
9999142 Πινδαρῳ
ἐκτισαντο ἀντι του ᾠκησαν , ὡς το ὀρεικτιτου συος παρα Πινδαρῳ [ . ] , ἀντι του ὀρειοικου . ἱεραν
ἀνειπουσα Δελφοις , ὁποσων ἀπηρχοντο τῳ Ἀπολλωνι , μοιραν και Πινδαρῳ την ἰσην ἁπαντων νεμειν . λεγεται δε και ὀνειρατος
9999140 ἡσυχιᾳ
ἡσυχιαν ἀγουσα , ὡς μεχρι γε του ἐκει εἰναι ἐν ἡσυχιᾳ , οὐδεν ἐτι πολυπραγμονουσα εἰς ἑν γενομενη βλεπει ,
ἀρχην διετελεσαν , εἰρηνην μεν ἀγοντες ἀπο των ἐξωθεν πολεμωνἐν ἡσυχιᾳ γαρ ἠν παντα τα διαφοραὑπο δε των ἐν τῃ
9999133 σκηνῃ
ἐστι περιακτος ὑψηλη : το δε βροντειον , ὑπο τῃ σκηνῃ ὀπισθεν ἀσκοι ψηφων ἐμπλεοι διωγκωμενοι φερονται κατα χαλκωματων .
και την εὐσεβειαν των φεροντων ἀγαμενος ἀνατιθησιν ἐν τῃ καθιερωμενῃ σκηνῃ της εὐχαριστιας των ἀνδρων ὑπομνημα . παγκαλη δε ἡ
9999129 Ὀλυμπιῳ
: το δε τριτον ὀλυμπικως τῳ σωτηρι τε και τῳ Ὀλυμπιῳ Διι , ἀθρει ὁτι οὐδε παναληθης ἐστιν ἡ των
ἀρχαιοις Ἀττικοις γραμμασι , Ζηνι μ ' ἀγαλμ ' ἀνεθηκαν Ὀλυμπιῳ ἐκ χερονησου τειχος ἑλοντες Ἀρατου : ἐπηρχε δε Μιλτιαδης
9999129 φρασω
τρισιν πληγαις ἀπηδεσθη το ῥαμφος . Ἐγω γαρ ὑμιν νυν φρασω . Εἰξασιν γαρ τοις παιδαριοις τουτοις , οἱ ἑκαστοτε
Μιλησιον ἀπικομενον ἐς Ἀθηνας χρηισαι σφεων βοηθεειν , ταυτα πρωτα φρασω . Ἀθηναι , ἐουσαι και πριν μεγαλαι , τοτε
9999118 ὀλυμπιαδι
Ταυροσθενην καταπαλαισειεν ὁ Χειμων τον Αἰγινητην και ὡς Ταυροσθενης τῃ ὀλυμπιαδι τῃ ἐφεξης καταβαλοι τους ἐσελθοντας ἐς την παλην και
δοξαν του θεου παρεισφερων . . . . . ἑβδομηκοστηι ὀλυμπιαδι φασι γενεσθαι Δημοκριτον και Ἀναξαγοραν φιλοσοφους φυσικους ὁμου τε
9999117 δακρυα
οὐν ἀδελφηι ταυτ ' ἐμηι ; μη προς θεων . δακρυα γουν γενοιτ ' ἀν . οὐκουν οὑτος οἰωνος μεγας
τυμβον ἐπ ' εὐρωεντα : κυσεν δ ' ὁ γε δακρυα χευων στηλην εὐποιητον ἀποφθιμενοιο τοκηος , και ῥα περιστεναχων
9999114 Αἰγα
την ἀρχην , ἐν τοις ἀστροις αὐτον ἐθηκε και την Αἰγα την μητερα . δια δε τον κοχλον ἐν τηι
μεν τε λογος Διι μαζον ἐπισχειν : Ὠλενιην δε μιν Αἰγα Διος καλεους ' ὑποφηται . Ἀλλ ' ἡ μεν
9999106 χορῳ
και περι των ἑξης ἐπιτρεψαις [ ἀν ] ὑποκριτῃ και χορῳ διαλυεσθαι τα της ἀντιλογιας εἰς μυθον , ὡς οἱ
γαμουντων διδομενα ταις γαμουμεναις . . παρθενιος , τον ἐτικτε χορῳ καλη Πολυμηλη : ἡ διπλη ὁτι παρθενιος λεγεται ὁ
9999105 γιγνωσκω
μεν ταυτα οὐκ εἰθισμενοι ποιειν οἱ ἱππεις εἰσιν οἰδα : γιγνωσκω δε ὁτι ἀγαθα και καλα και τοις θεαταις ἡδεα
. ἐγω δε ἁμα τε αὐτον ὁρω εὐ πραττοντα και γιγνωσκω δη αὐτου την γνωμην . εἰποι δη τις ἀν
9999104 βελτισθ
των γιγνομενων ἐλλειπειν . ὡστε ἑως ἀν ᾐ το τα βελτισθ ' αἱρεισθαι , οὐδ ' ἀν εἱς ἑκων ἀπατωμενος
: ἰδιωτης μεγας αὐτοις ὁ Σευθης : οἰσθας , ὠ βελτισθ ' , ὁτι ἀγαθου στρατηγου διαφερειν οὐθεν δοκει .
9999096 χαλκιτεωϲ
Ϛ , κομμεωϲ # δ , καδμιαϲ , ὀπιου , χαλκιτεωϲ κεκαυμενηϲ , κροκου , ἀλοηϲ ἡπατιτιδοϲ , καϲτοριου ,
δε ἐπι τουτοιϲ γενομενηϲ και πυου μη ὑποπιπτοντοϲ τῳ δια χαλκιτεωϲ ἐμπλαϲτρῳ φαρμακῳ θεραπευειν ἠ τινι των ὁμοιων των προϲ
9999091 κολοκυνθη
φυλλα βλιτον βρυον θαλαττιον γλαυκιον δορυκνιον ἰξοϲ ἰτεαϲ τα φυλλα κολοκυνθη κοτυληδων κωνειον πευκη το δενδρον μαλαχη ἡμεροϲ μηκων μηλα
τρις ὀλιγιστην . ῥοιαι δ ' ὀλιγοτροφοι , ἀπιοι , κολοκυνθη , σταφιδες αἱ αὐστηραι και ἀλιπεις . Φασιλοι ,
9999089 δριμεα
ταϲ ἐπιϲημουϲ εὐωδιαϲ τε και ἀρτυϲειϲ και τα ἀλλα τα δριμεα . ἀπεχεϲθω δε ἡ τιτθη και λαγνειων και πονειτω
δ ' οἰνον ἐπι τουτων ἀνακουφιζειν δει και παντα τα δριμεα ἀποζεματα , τῳ δ ' εὐκρατῳ καταχρηστεον και ἀρτῳ
9999082 γαϲτηρ
κἠν μεν ἐπι τοιϲι ἰϲχηται μεν ὁ ἱδρωϲ και ἡ γαϲτηρ ὁ τε ϲτομαχοϲ δεχηται τα ϲιτια και μη ἐμεῃ
φαρμακου , εἰτα καθαραν χολην . πολλακιϲ δε και ἡ γαϲτηρ ὑπερχεται κατω : ὁτε δε και εὐφορωτερα ἡ καθαρϲιϲ
9999069 γλυκυ
και ἀπ ' ἀμφοτερων ἐς το ἡσσον . Γλυκυ οὐ γλυκυ , γλυκυ ἐς δυναμιν οἱον ὑδωρ , γλυκυ ἐς
ὡς κυαμου μεγεθος εἰς πεσσον ἐγχριστεον και καταβαπτεον εἰς ἐλαιον γλυκυ ἠ Σουσινον , ἱνα το πολυ της δηξεως ἀπαμβλυνθῃ
9999068 Ἐννεα
το σωμα κατα τον ἀγρον της γυναικος ἐν ταις καλουμεναις Ἐννεα τυρσεσιν , οὐσαις τῳ βαρει των ἐργων θαυμασταις .
Ἀθηναιων κτισμα ἐν τῳ τοπῳ ἱδρυμενον τουτῳ , ὁς καλειται Ἐννεα ὁδοι : εἰτα Γαληψος και Ἀπολλωνια , κατεσκαμμεναι ὑπο
9999065 ἑξαδι
. ἐπι δε το ἑτερον , το ἐλαττον , τῃ ἑξαδι : προ γαρ του ζ ὁ Ϛ , ὁς
. . § : ἑβδομην δε λεγω και την συν ἑξαδι τῃ γονιμωτατῃ και την ἀνευ ἑξαδος . . .
9999065 ζωδιῳ
Χαιρει γαρ ἀστηρ οὑτος εἰς Ὡροσκοπον Ἐν παντι προστυχοντι τουτῳ ζωδιῳ . Ἐν δευτερῳ δε πραγματων πληθος φερει , Χαραν
Παρεμποδισμον ἐμπεσειν προμηνυει : Ὁ Ζευς δε τυχων ἐν τροπικῳ ζωδιῳ Ἐν συντομῳ πληρωσιν ἐργῳ μηνυει : Εἰπερ Σεληνη προς
9999062 λιμνῃ
παντες καταπονουσιν ἡμας . βελτιον ἐστιν ἡμας ῥιψαι ἐν τῃ λιμνῃ και πνιγηναι . ” ταυτ ' οὐν εἰποντες ἀπῃεσαν
του λειμωνος του ἐν τῳ ἑλει . ἐτι ἐν τῃ λιμνῃ το μειρακιον , ἐτι ἐπι του σχηματος , ᾡ
9999054 ῥεα
Βρομιοιο μορφην παντοιην ἐπιειμενον ἐσθλον ἀχατην . Πολλα μεν οὐν ῥεα γ ' ἐστιν ἀχατου χρωματ ' ἰδεσθαι : ἐν
κειτο μεγας παρ ' ἐπαλξιν ὑπερτατος : οὐδε κε μιν ῥεα χειρεσς ' ἀμφοτερῃς ἐχοι ἀνηρ οὐδε μαλ ' ἡβων
9999053 Ἀρχιδαμῳ
στοχασμος : ἀλλως τε και λογων ἀφορμας διδωσι τουτο τῳ Ἀρχιδαμῳ : ἐρουμεν γαρ , ὡς εἰς το της Ἀθηνας
Περσων γην οὑτω καλειν , ὡσπερ ἐν τε Φιλιππῳ και Ἀρχιδαμῳ . Ἡρακλεια : Δημοσθενης ἐν τῳ κατ ' Αἰσχινου
9999053 ζῳδιῳ
και στενοχωριας βιωτικας ἀπεργαζεται . Και ἐαν μεν ἐν ἡλιακῳ ζῳδιῳ τυχῃ καλως κειμενος προκοπας παρεχει και πραξεις ἀφ '
ὑπαρχουσι την του ὡροσκοπου μοιραν ἀποδεδωκασιν , ἐν ᾡ ἀν ζῳδιῳ ἐκπεσῃ ὁ ὡροσκοπος και μαλιστα τῳ οἰκειοτερῳ αὐτων ἐπι
9999052 βλαβησῃ
συ δε ἐπιτηρει και περιβλεπε μη τι ἐν τῃ ὁδῳ βλαβησῃ . . ζηλω ς ' ὁθουνεκ ' ἐκτος αἰτιας
ἐπισκοπος ταχυ , μεταμεληθησῃ δε δ καταληφθησῃ μοιχος και οὐ βλαβησῃ ε ἀγορασεις το κτημα ὁ ἐνθυμῃ Ϛ παραμενεις πρεσβυτερος
9999051 ἐρριψε
θαττον ἐκφυγειν ἠ πυξ ἐπαισε τῃ χειρι ἠ λιθον ἀραμενος ἐρριψε : καιριως δε της πληγης ἐνεχθεισης , εἰ μεν
. λεγει δε τουτο δια τον Δια : ἠδη γαρ ἐρριψε τον ἑαυτου πατερα Κρονον της βασιλειας , και νεοις
9999050 Ὀλυμπιαδι
Μηδαν γημας την του Θρᾳκων βασιλεως ἐπεισηγαγε και ταυτην τῃ Ὀλυμπιαδι , ἐπι πασαις δε Κλεοπατραν την Ἀτταλου ἀδελφιδην ἐπεισαγων
, το πελαγος . Διονυσιος : ὁς προτερον ἐπι τῃ Ὀλυμπιαδι πολιν ἐκτισεν Ἀδριαν ἐν τῳ Ἰωνικῳ κολπῳ , ἀφ
9999049 κωλῳ
, ἡττον δεινον , ὁμως δεινον : εἰ δε ἐν κωλῳ γενοιτο , κατα το πλειστον εἰσιν ἰασιμα . Χρη
κωλου ἐπεχον διαϲπειρει παντῃ χεομενον : ἀπεψιη δε ἡ ἐν κωλῳ χοληϲ ἐϲτι ἐργαϲιη . ὡδε και ἐπι παντι γιγνεϲθαι
9999048 ἑλκη
κυστει : ὁταν δε μηκετι αἱμοῤῥαγῃ , ὡς τα ἀλλα ἑλκη θεραπευε : τας δε ἐκ του καυλου αἱμοῤῥαγιας ἐπιθεματα
: τα δε προς τους ἐν τῃ κυστει λιθους και ἑλκη : τα δε προς ὑστεραν : τα μεν δη
9999046 ἠνεγκε
ὀρος Ἀρκαδιας και πολις . ἐνταυθα μιχθεις αὐτῃ ὁ Ζευς ἠνεγκε τῳ Λοκρῳ , ἱν ' ὡς ἑαυτου ἀναθρεψῃ τον
εἰπειν ἠθελησαν , ὡς δ ' εἰκασαι ῥᾳδιον , οὐκ ἠνεγκε παρευδοκιμουμενα , οὐδε ἠνεσχετο της προς σε ἁμιλλης ,
9999041 κολοκυνθιδα
ἀποβρεγμα κολοκυνθιδος . γινεσθω δε το ἀποβρεγμα οὑτω : λαβων κολοκυνθιδα πληρωσον ἑψηματος καθαρας αὐτην προτερον καλως , ὡς μηδεν
και ἡ καθαρσις ἡ δια των κοκκων των ἐχοντων την κολοκυνθιδα και το εὐφορβιον , ὡν ἡ συνθεσις ἐχει οὑτως
9999039 κενωϲεωϲ
και μαϲτιχηϲ . ἱκανηϲ δε και δια του ϲτοματοϲ γιγνομενηϲ κενωϲεωϲ τῃ δια του ἀγαρικου ἐμπλαϲτρῳ ἠ τῳ δια καχρυοϲ
των ἀλλων ἀπαλλαττοιτο ϲυμπτωματων εὐχρουϲτεροϲ τε γιγνοιτο προϲ λογον τηϲ κενωϲεωϲ εὐϲφυκτοτεροϲ τε εἰη και ἰϲχυροτεροϲ ἐν ταιϲ ἐπαναϲταϲεϲι ,
9999037 κολοκυνθιδοϲ
φλεγματοϲ και μελαγχολιαϲ και των λοιπων κοινον καθαρτηριον . Λαθυριδων κολοκυνθιδοϲ ἐντεριωνηϲ χαμελαιαϲ φυλλων ξηρων ϲκαμμωνιαϲ ἐπιθυμου πολυποδιου ἀνιϲου ἀνα
μελικρατῳ : και διαϲτηϲαντα παλιν κλυζειν τῳ δια κενταυριου και κολοκυνθιδοϲ : εἰτα την ἱεραν αὐθιϲ διδοναι και ἐφεξηϲ ἀποφλεγματιϲμοιϲ
9999035 Κυπρι
τῳ σῳ βουλομαι κολπῳ πληκτιζεσθαι μετα της σης πυγης . Κυπρι , τι μ ' ἐκμαινεις ἐπι ταυτῃ ; μεθες
. Γλυκυ Θησεως το τεκνον βαλε και λογοις με , Κυπρι , ἱνα παν μελος συνᾳδῃ , ἀκοη , φρενες
9999034 Δωρικῃ
του ι και ἐκτασει του ε εἰς η και τροπῃ Δωρικῃ του δ εἰς το συγγενες ζ ἀζηχες . σημαινει
, ἡ μετοχη ἀρηρως : οὐτε φρεσιν ᾑσιν ἀρηρως . Δωρικῃ τροπῃ ἀραρα και ἀραρεν , οἱον : ἀραρε γαρ
9999030 γληχωνι
ἰϲχυροτεροιϲ τε τῃ τε ἀρτεμιϲιᾳ και κονυζῃ και καλαμινθῃ και γληχωνι και ἀνθεμιδι . προϲθετοιϲ δε χρηϲθαι τερμινθινῃ και νιτρῳ
συνεκλεανθεις : και μηλα κυδωνια ἐσθιομενα λεια : ἠ συν γληχωνι και ὑδατι πινομενα , ἀμωμον τε και βαλσαμου καρπος
9999029 Εὐρυσθεα
τοι ] ἀεικες ἐστ ' ἐχοντα προς πατραν μολειν . Εὐρυσθεα γαρ πως δοκεις ἀν ἀσμενον , ἐμ ' εἰ
δικαιον δε νομιζοντες εἰναι , οὐ προτερας ἐχθρας ὑπαρχουσης προς Εὐρυσθεα , οὐδε κερδους προκειμενου πλην δοξης ἀγαθης , τοσουτον
9999028 Ἠελιῳ
ἀγει δειλοισι βροτοισιν , ἐξοχα δ ' εἰ γε συν Ἠελιῳ βεβαωτες ὁρῳντο : τημος γαρ πτωχοι πανδημιοι ἰνδαλλονται ὀθνειῃσι
ἠ ἐτι και πιναροισιν ἐφεζομεναις στεγεεσσιν . Ἑρμης δ ' Ἠελιῳ ξυνην βαινων κατ ' ἀταρπον ἠμερσεν σοφιης και παιδειης
9999027 Ἀλκμηνῃ
Διος . ὁ γαρ Ζευς ὁμοιωθεις τῳ Ἀμφιτρυωνι συνεγενετο τῃ Ἀλκμηνῃ . και ἐγεννηθη ὁ Ἡρακλης , ὁς και τους
Ἐν αὐτῃ δε τῃ νυκτι ἐβουλευσατο , και συνεγινετο τῃ Ἀλκμηνῃ , ἱνα μη ἐλεγχθῃ μοιχευθεισα . . ΑΥΤΗι Δ
9999027 δαφνῃ
, ὡς ὁλοσχοινου το παχος , πεταλον δε μικρον , δαφνῃ ἐμφερες τῳ τε σχηματι και τῃ χροᾳ , μικροτερον
κτυποι κινουνται . δαφνᾳ τε χρυσεᾳ : τῃ δε εὐφυλλῳ δαφνῃ τας ἑαυτων κεφαλας στεφομενοι εὐωχουνται σωφρονως και συνετως .
9999025 Ξανθοιο
δ ' ἀρα κυμα κατεσσυτο καλα ῥεεθρα . Αὐταρ ἐπει Ξανθοιο δαμη μενος , οἱ μεν ἐπειτα παυσασθην , Ἡρη
παντες δε θεους ὡς εἰσοροωσι , και τεμενος νεμομεσθα μεγα Ξανθοιο παρ ' ὀχθας καλον φυταλιης και ἀρουρης πυροφοροιο ;
9999024 Θετταλιᾳ
Ἡρακλει κεκμηκοτι . ταυτην ἐπειραθη καταδραμειν ὁ Φιλιππος ὠν ἐν Θετταλιᾳ , μαθοντες δε Ἀθηναιοι και περιπλευσαντες τον τοπον ἀπεωσαντο
κυων ἐς την ἀγοραν παραβαλῃ , ἀναιρουσιν αὐτον . ἐν Θετταλιᾳ δε ὁ μελλων γαμειν θυων τα γαμοδαισια ἱππον ἐσαγει
9999022 χολῃ
τευθου , οἱα τε σηπιαδος φυξηλιδος ἡ τε μελαινει οἰδμα χολῃ δολοεντα μαθους ' ἀγρωστορος ὁρμην . των ἠτοι ζοφοεις
. ς κηρου # α ⊂ χαμαιμηλινου το ἀρκουν : χολῃ ταυρειᾳ λειου τα ξηρα . και ἑνωσας χρω ἐνετεον
9999018 κτησῃ
. φιλους μη ταχυ κτω : οὑς δ ' ἀν κτησῃ μη ἀποδοκιμαζε . ἀρχε πρωτον μαθων ἀρχεσθαι . συμβουλευε
πολλους δε ἱππους , πολλους δε ἀνδρας και γυναικας καλας κτησῃ , οὑς οὐ λῃζεσθαι σε δεησει , ἀλλ '
9999017 ἱρῳ
το ἀστυ και τινας ὀλιγους εὑρισκουσι των Ἀθηναιων ἐν τῳ ἱρῳ ἐοντας , ταμιας τε του ἱρου και πενητας ἀνθρωπους
ὑδατος χρημα πολλον . τα δε ποιεοντες Δευκαλιωνα ἐν τῳ ἱρῳ τονδε νομον θεσθαι λεγουσι συμφορης τε και εὐεργεσιης μνημα
9999016 ἡσυχῃ
και τουτο λεγειν . Ἀλλ ' ὡσπερ ἁρπασθεις ἠ ἐνθουσιασας ἡσυχῃ ἐν ἐρημῳ και καταστασει γεγενηται ἀτρεμει , τῃ αὑτου
ψιλωσιος . Χρη δε δια τριτης ἐρειδειν τοισι ναρθηξι πανυ ἡσυχῃ , οὑτω τῃ γνωμῃ ἐχοντα , ὡς οἱ ναρθηκες
9999014 σφραγιδα
δε Ῥωμαιοι χαριστηρια της συμμαχιας στεφανον τε ἀπο χρυσου και σφραγιδα χρυσην ἐπεμπον και ἐλεφαν - τινον διφρον και πορφυραν
εἰχες σαυτου ἐχειν ἐργον ὡς ἐπισταμενος δακτυλιους γλυφειν και ἀλλην σφραγιδα σον ἐργον , και στλεγγιδα και ληκυθον ἁ αὐτος
9999011 ἐρᾳς
ἐρᾳς του εἰτε μη : οἰδα γαρ ὁτι οὐ μονον ἐρᾳς , ἀλλα και πορρω ἠδη εἰ πορευομενος του ἐρωτος
αὐτος πολλακις . Γυναικος , ὠ Ἀλφειε , ἠ νυμφης ἐρᾳς ἠ και των Νηρεϊδων ἁλιας ; Οὐκ , ἀλλα
9999010 ῥιζα
του ἀκορου και το λευκον και της λευκης ἀμπελου ἡ ῥιζα ἠ λαπαθου ἀγριου της ῥιζης μετα σκιλλης τριωβολον ἠ
ὑποδασυς : ἀνθη λευκα , ὑποχλωρα : σπερμα μελαν : ῥιζα μακρα , στρυφνη , παχος ἐχουσα δακτυλου . φυεται
9999007 Καπιτωλιῳ
. . Ἐτι δ ' οὐν πολιορκουμενων των ἐν τῳ Καπιτωλιῳ καταφυγοντων νεος τις ἀπο της Οὐιεντανων πολεως ὑπο Ῥωμαιων
τε μετα Τουσκων σπονδας ναον τε ᾠκοδομησεν ἐν τῳ καλουμενῳ Καπιτωλιῳ . Μετα ταυτα πολιορκων την Ἀρδεαν , πολιχνην δεκα
9999007 ἀμολγῳ
Αἰαντι . Μεθοδιος . . . . , , : ἀμολγῳ : . . . Φιλοξενος δε ἐν ᾑ οὐδεις
ἠ πωϋ μεγ ' οἰων θηρε δυω κλονεωσι μελαινης νυκτος ἀμολγῳ ἐλθοντ ' ἐξαπινης σημαντορος οὐ παρεοντος , ὡς ἐφοβηθεν
9999007 Ὀλυμπιαδα
βραχυκαταληκτον . . Ψαυμιδι : ὁ Ψαυμις ἐνικησε την πβʹ Ὀλυμπιαδα τεθριππῳ . ἠν δε Σικελος ἀπο Καμαρινης πολεως ,
και εὐτυχης , προτερον ναυτης ὠν . ἐγραψεν Ἀπολογισμον προς Ὀλυμπιαδα της ἑαυτου δωδεκαετιας : Ἱστοριαν περι Δηλου και της
9999006 ἠκμασε
. δις δε ἡβησαι φησι τον Πελοπα , ἐπει πρωτον ἠκμασε την φυσικην ἡλικιαν , δευτερον δε κατακοπεις και τυθεις
. ἐν δε τῳ Ἰωνικῳ λογῳ τῳ και κιναιδολογῳ καλουμενῳ ἠκμασε Σωταδης ὁ Μαρωνειτης και ὁ υἱος αὐτου Ἀπολλωνιος ,
9999005 ἑβδομη
και τριτη συν εἰκαδι , Εἰκας συν αὐτῃ παλιν ἐστιν ἑβδομη , Ἡ δωδεκατη πεντε συν λοιποις δεκα , Εἰκας
και κατασκευαζομενου : ἑκαστου γαρ μηνος ἡ νουμηνια και ἡ ἑβδομη ἀφιερωτο τῳ Ἀπολλωνι : ἡ δε τεταρτη τῳ Ἑρμῃ
9999005 ἡρῳ
ταυτα ἐν οἱς φησι τοτ ' ἐγω και Φοιβος Ἀπολλων ἡρῳ Λαομεδοντι . . στευτο δ ' ὁ γ '
ἐτι . και τουτο δη πολυ ἀνακεισθαι το ἀργυριον τῳ ἡρῳ τας τιμας των ἱερειων . φαινεσθαι δε ἐνυπνιον τον
9999000 ξανθηϲ
τα μεν οὐν αἱματωδη πτυϲματα μετρια , τα δε τηϲ ξανθηϲ ἠ μελαινηϲ χοληϲ χαλεπα . προϲεπιϲκεπτεϲθαι δε δει και
τα ἀηδη και θυμικα : ὑπεροπτωμενηϲ δε ἐπι πλεον τηϲ ξανθηϲ χοληϲ και παχυνομενηϲ και οἱον προϲπλαττομενηϲ αὐτῳ τῳ ϲωματι
9998999 ἐξαιφνηϲ
πλειοϲιν ἐξωθεν αἰτιοιϲ τουτο το παθοϲ ἑπεται . ἐπειδαν οὐν ἐξαιφνηϲ φλεγμηνῃ τι μοριον ἀνευ του προηγηϲαϲθαι φανεραν αἰτιαν ,
πολλαι μεν αὐθιϲ ἐπανηνεγκαν , τινεϲ δε κατα τουϲ παροξυϲμουϲ ἐξαιφνηϲ ἀπωλοντο των μεν ϲφυγμων πυκνουμενων τε και ὑποϲπαιροντων ἀτακτωϲ
9998998 σφυρῳ
σκορπιον ἀνηκε κατ ' αὐτου και κρουσθεις οὑτος ἐν τῳ σφυρῳ τεθνηκεν . Οἱ οὐν θεοι ἐλεησαντες αὐτον δι '
τῃ ἀλοχῳ χαριν της ἡρακλεους σπερμογονιας : Ὀρθῳ ἐστασας ἐπι σφυρῳ . ἀντι του : ἀσφαλη αὐτοις ἀπειργασω την βασιν
9998994 γλωσσῃ
τε αὐτεοισιν ἐδοκεεν εἰναι , και προπετεστερη : και ὑπο γλωσσῃ φλεβες ἐμφανεες . Καταπινειν οὐκ ἠδυναντο , ἠ πανυ
ὡς τεθαψεται . Ἠδη ποτ ' εἰδον ἀνδρ ' ἐγω γλωσσῃ θρασυν ναυτας ἐφορμησαντα χειμωνος το πλειν , ᾡ φθεγμ
9998987 λιχανῳ
σπιθαμη το μετρον . εἰ δε τον μεγαν δακτυλον τῳ λιχανῳ ἀντιτεινας , το μετρον λιχας . ἀπο δε ὀλεκρανου
ἑνος δ ' ἐτι του τον μεγαν προσαγοντος τῳ οἱον λιχανῳ , το συμπαν πληθος ἑπτα γινεται . τριτον δ
9998985 Αἰσχυλῳ
γυμνος ἀληλιμμενος τοις παιανιζουσι των ἐπινικιων ἐξηρχε . Παρ ' Αἰσχυλῳ δε την τραγῳδιαν ἐμαθε . και πολλα ἐκαινουργησεν ἐν
ἐπιφυσεις παραγωγως κοτυληδονες . και τα κυμβαλα δε παρ ' Αἰσχυλῳ κοτυλαι : χαλκοδετοις κοτυλαις ὀτοβει . Μαρσυας δε το
9998984 χονδροϲ
ὁ ϲεμιδαλιτηϲ και τριτοϲ ὁ ϲυγκομιϲτοϲ . πυροι ἐφθοι ϲεμιδαλιϲ χονδροϲ . κυαμοι ϲαρκουϲι την ἑξιν οὐκ ἐϲφιγμενῃ και πυκνῃ
γλιϲχρον χυμον . ἐϲτι δε και ἡ ϲεμιδαλιϲ και ὁ χονδροϲ ἱκανωϲ γλιϲχρα . τενοντεϲ και ἀπονευρωϲειϲ και τα περι
9998979 ιβʹ
προς Ϛʹ ἐκ του ἡμιολιου θʹ προς Ϛʹ και ἐπιτριτου ιβʹ προς θʹ και παλιν ἡμιολιου ιβʹ προς ηʹ και
ιδ μ , τας δε τοσαυτας μοιρας και ἐτι το ιβʹ αὐτων ἡ σεληνη κινειται μεσως ἐν ἡμερᾳ μιᾳ και
9998978 Κατ
ἐν βροτοις ἀπληστια . Καιροι δε καταλυουσι τας τυραννιδας . Κατ ' † ἰδιαν φρονησιν οὐδεις εὐτυχει . Κολαζε τον
ἀλλ ' ἐνθαδε μεν την συνεχειαν , ἐν δε τῳ Κατ ' ἰητρειον κἀν τῳ Περι καταγματων φησιν ἰξιν του
9998976 τηλεωϲ
ζ ∠ ʹ , χειμωνοϲ δε λι . θ , τηλεωϲ # ∠ ʹ , λινοϲπερμου # ∠ ʹ ,
ἠ βουτυρῳ προϲφατῳ , μικρον δε διαλιπων λουεϲθω ϲυγχριομενοϲ χυλον τηλεωϲ ἠ πτιϲανηϲ ἠ ἀμμωνιακου βραχυ ὀξει διειμενου . μετα
9998975 λυθρῳ
: θεων δ ' ἐξερρεε δακρυ , και νηοι δευοντο λυθρῳ : στοναχαι δ ' ἐφεροντο ἐκποθεν ἀπροφατοιο : περισσειοντο
βλημενου ἐν κονιῃσι , περι μελεεσσι δε θωρηξ δευετο φοινηεντι λυθρῳ . Ὁ δε λοιγιον ἐγχος ἐκ χροος ἐξειρυσσε και
9998971 ἱκανωϲ
και γιγνεται μεν ἡ προϲθεϲιϲ αὐτων δυϲαφαιρετοϲ , ξηραινει δε ἱκανωϲ . προϲκειϲθαι δε δια παντοϲ αὐτοιϲ προϲηκεν , ἀχριϲ
μητε ὀξυτητα μητε πικροτητα και προϲ τουτοιϲ ἐτι μηθ ' ἱκανωϲ θερμου μηθ ' ὑπερβαλλοντωϲ ψυχρου . ἐντευθεν γαρ ὁρμωμενοϲ
9998971 Ἀσκληπιῳ
και νησον οὐκ ὀλιγην ἐργαζεται . τουτο το χωριον τεμενος Ἀσκληπιῳ παιδες Ῥωμαιων ἀνεθεσαν . . . Ἀσκληπιος μετα το
τριχας ἐκφυσαι . Ἐδοξε τις λεγειν αὐτῳ τινα θυσον τῳ Ἀσκληπιῳ . τῃ ὑστεραιᾳ μεγαλῃ συμφορᾳ ἐχρησατο : κατηνεχθη γαρ
9998969 ηὐξηθη
Δημοσθενους ἐν τῳ λεγειν δυναμις ἐπ ' ἀπωλειᾳ της Ἑλλαδος ηὐξηθη ” . Ὁ αὐτος ἐφη , ὡσπερ ἀγωνιστου γινεσθαι
Ἰοκαστην . . ἱν ' ἐτραφη ] ὁπου σπερμα καταβληθεις ηὐξηθη . . ῥιζαν ] γονην . αἱματοεσσαν ] συγγενικην
9998968 ναρκη
του ἐτους τικτουσι και μαλιστα τῳ μετοπωρῳ , ἡ δε ναρκη και αὐτη μεν δις * * τῳ φθινοπωρῳ .
γαρ και παρεϲιϲ και ναρκη νευρων , ὑπνοϲ πουλυϲ : ναρκη δε και ψυξιϲ ϲατυριηϲιν ἰηται . γιγνεται δε το
9998961 Ἀμφιαραῳ
ἐπ ' αὐτῳ ] ὁμως δε ἐπ ' αὐτῳ τῳ Ἀμφιαραῳ ἀντιταξομεν και ἀντιστησομεν πυλωρον , ἠγουν φυλακα των πυλων
, ἡτις ὡσπερ τις ὁρκος πιστοτατος δοθεισα τῳ Ὀϊκλεος παιδι Ἀμφιαραῳ και γυνη αὐτῳ γενομενη ἐσβεσε την μαχην , και
9998954 ἀκμηϲ
περιεχομενῳ τινι τεταρταιων δουναι τηϲ θηριακηϲ προ τηϲ του νοϲηματοϲ ἀκμηϲ : εἰτ ' αὐξηθεντων ἁπαντων ϲυνεχηϲ διαδεξαμενοϲ πυρετοϲ ἀπεκτεινε
περιγλυπτεον , ἐπι δε των μικροτερων μειζονα τοπον δια τηϲ ἀκμηϲ περιγραπτεον : ἀναϲταθειϲηϲ δε δηλονοτι τηϲ ϲαρκοϲ ἀγκιϲτρῳ ἠ
9998953 πικρᾳ
προσαγειν το καθαρτηριον : βελτιον δε τῃ δια της ἀλοης πικρᾳ προσπλεκειν σκαμμωνιας γραμμαριον ἑν ἠ πλειον προς δυναμιν ,
νευρας τοξου . Δουλοτερος Μεσσηνης : ἐπι των ἐσχατῃ και πικρᾳ δουλειᾳ ἐνεχομενων . Λακεδαιμονιοι γαρ τοις Μεσσηνιοις ὡς δουλοις
9998947 βραδεωϲ
μικρον και μειουρον . ἑρπει δε ἐπ ' εὐθειαν και βραδεωϲ , καθ ' ὁλον δε το ϲωμα διακεκοϲμηται ϲτιγμαιϲ
κραϲιν οἱ ὀρχειϲ γενοιντο , ψιλα τα περιξ τριχων και βραδεωϲ ἀφροδιϲιαζειν ἀρχονται , και οὐδε ὁρμητικοι προϲ την ἐνεργειαν
9998947 ξηροϲ
θερμοϲ και ξηροϲ , ἐν δε τῃ φθινοπωρινῃ ψυχροϲ και ξηροϲ , ἐν δε τῃ χειμερινῃ ὑγροϲ και ψυχροϲ .
ταξιν , ξηραινει δε χλωροϲ μεν ὠν πρωτηϲ ταξεωϲ , ξηροϲ δε δευτεραϲ . ὁ δε καρποϲ ὁ ξηροϲ τηϲ
9998945 γλυκεα
, δι ' ὁ και τα πολλα των ἀνθων ἐστι γλυκεα . Και τουτο κατα λογον ἐκλελυμενην τε και θηλυτεραν
διδοσθω , πολεμιωτατον δε αὐτοις το ψυχρον : τα δε γλυκεα παντα των προποματων παραιτητεα . Τα μεν οὐν κατα
9998940 ὀργῃ
οἱ δε πεζοι ὡς ἑκαστοις προὐχωρει ἐσωζοντο . ἐνθα δη ὀργῃ οὐχ οὑτως τι οἱ Μακεδονες , ἀλλα Φωκεις τε
οὐδεν ἀρα οὑτως βεβαιως δεδησεται , οὐ νοσῳ , οὐκ ὀργῃ , οὐ τυχῃ οὐδεμιᾳ , ὁ μη οἱον τ
9998934 ἐρεξε
' ἀμησειεν : εἰ κε παθοι , τα τ ' ἐρεξε , δικη κ ' ἰθεια γενοιτο . . ,
δ ' ἐπει φρενας ἀασεν οἰνῳ , μαινομενος κακ ' ἐρεξε δομον κατα Πειριθοοιο . ἡρωας δ ' ἀχος εἱλε
9998932 Ἀκουε
εἰσιν αἱ πονηριαι ἀφ ' ὡν δει ἡμας ἐγκρατευεσθαι ; Ἀκουε , φησιν : ἀπο μοιχειας και πορνειας , ἀπο
κτυπος οὐατα βαλλει και μαντευομαι τι ἀγαθον ἀκουσεσθαι μεγα . Ἀκουε , ξενε : παρελθοι δε με , ὠ Πρωτεσιλεω
9998931 ἑξηϲ
μαλλον ἐκκενωθῳϲι , τοϲουτον μαλλον ἡ γαϲτηρ ἰϲχεται κατα ταϲ ἑξηϲ ἡμεραϲ . ἐπιϲχεθειϲηϲ δε τηϲ γαϲτροϲ αὐτων , ἐνιεναι
γαρ ὑπνον ἐπαγει ἡδυν και τα αἰτια του πυρετου τῃ ἑξηϲ ϲυν ἑαυτῳ ἐξαγει . βουτυρον δε μεθ ' ὑδατοϲ
9998929 εἱλκε
[ Ἐτι δε τετρατον ] εἰ τις ορ˘˘˘ [ ] εἱλκε Δικας ταλαντον [ , ] Δεινομενεος κ ' ἐγεραιρομεν
τα ὁπλα ἐν χιτωνι μονον ἀνεβη , και ἀλλος ἀλλον εἱλκε , και ἀλλος ἀνεβεβηκει , και ἡλωκει το χωριον
9998929 ἠξιωσε
τῳ τοτε βασιλει Κορινθου Πολυβῳ : ὁς λαβων αὐτον ἐπιμελειας ἠξιωσε και εἰς ἀνδρων ἡλικιαν ἠγαγεν . ἐπειτα δε ὁ
ἀγαπησαντας τον ἀληθη θεον και ἀνταγαπηθεντας προς αὐτου , ὁς ἠξιωσε , καθαπερ δηλουσιν οἱ χρησμοι , δια τας ὑπερβολας
9998927 φλεβοϲ
δε ϲαρκοϲ ὑποτραφειϲηϲ , ἀλλοτε δε και αἱματοϲ ϲυναναδοθεντοϲ δια φλεβοϲ ἠ ἀρτηριαϲ ῥηξιν , ὡϲ ἐπι των ἀνευρυϲματων ,
. τα ϲπερματικα δε ἀγγεια φλεβεϲ εἰϲιν ἀπο τηϲ κοιληϲ φλεβοϲ εἰϲ τουϲ ὀρχειϲ ἑλικοειδωϲ φερομεναι , δι ' ὡν
9998926 βιβλιῳ
ἀλλα και προς ἀνομοιους , δεδεικται ἐν τῳ προ τουτου βιβλιῳ . φιλει γαρ ὁ φαυλος τον σπουδαιον ἀνομοιον ὀντα
ὠν . δεησαν δ ' ἐπιμνησθηναι ἐν τῳ προς ἐκεινον βιβλιῳ και του προς σε τουτουϊ βιβλιου , γραφηναι εἰσ
9998918 Ἀτθιδι
και ταυτα , ὁποια λεγεται , προτερον ἐτι ἐν τῃ Ἀτθιδι συγγραφῃ . Περσει δ ' ἐς Λιβυην και ἐπι
ὑπο Νηλεως του Κοδρου κτισθεισων , ὡς φησιν Ἑλλανικος ἐν Ἀτθιδι . . . : οὐκετι Κολαινις ] φησι δε
9998917 ἠγε
το Βρεντεσιον , ὁ μεν Γαβινιος οὐχ ὑποστας το προσταγμα ἠγε τους βουλομενους δια της Ἰλλυριδος , οὐδαμου διαναπαυων :
[ τοὐργον ] ἐδειξας ἐγ κεινοισι χρονοις ὁκα δη στρατον ἠγε Φιλιππος εἰς Σπαρτην , ἐθελων ἀνελειν βασιληϊδα τιμην .
9998913 ξενῃ
τους παιδας καταλι - ποντες , οἱ δ ' ἐν ξενῃ γῃ , πολλων ἐναντιουμενων ἠλθετε εἰς τον Πειραια .
. Σεληνης Παρθενῳ : ὁ ἀποδημησας χρονισει μεν ἐν τῃ ξενῃ , ἀβλαβως δε ὑποστρεψει . Σεληνης Ζυγῳ : ὁ
9998912 ζʹ
ʹʹγʹʹ λϚʹ ιβʹʹ Βαρβησολα πολις ζʹ δʹʹ λϚʹ Ϛʹʹ Καρτηϊα ζʹ ∠ ʹʹ λϚʹ Ϛʹʹ Καλπη ὀρος και στηλη της
μονομετρον . το Ϛʹ περιοδος , διπλους τροχαιος . το ζʹ προσοδιακον διμετρον ἀκαταληκτον . το ηʹ τροχαϊκον διμετρον ἀκαταληκτον
9998911 ἐδωδῃ
πολυ . Τερπονται : χαιρουσιν . ἀγρωσσονται : ἀγρευονται . ἐδωδῃ : τροφῃ . βιῳ . Πλωοι : πλεετω .
, καθαπερ αὐτοϲ ἐκεινοϲ ὁ θεραπευϲαϲ ἐδιδαξεν , ἐπι θερμων ἐδωδῃ : τουτων δη των ϲυνηθωϲ ἐϲθιομενων μετ ' ἀρτου
9998910 χερσῳ
γαρ ἀνθρωποις ᾑ ἀνθρωποις και χερσαιοις οὐσι ζῳοις το ἐν χερσῳ διαγειν , ἰχθυσι δε ὑδρηλοις οὐσι το διατριβειν ἐν
' ἀρουραις , και τας ἐργασιας της μοσχειας κομιζεται τῃ χερσῳ παραπλησιως : την τε ἀροσιμον ὑπερ κεφαλης εἰναι των
9998907 ῥοδα
' οὐ μαλοις : οὐκ ἠρατο ὡστε μηλα διδοναι ἠ ῥοδα ἠ ἑτερον τι εἰς το καλλωπιζειν , ἀλλα μανιαις
φλεγμονων ἀρνογλωσσον ἠ πολυγονον ἐγκαθεψωμεν τῳ ὑδατι ἠ σιδια ἠ ῥοδα ἠ βατου ἀκρα . ἐπι δε των σπασμον καταγγελλουσων
9998907 Ἀλκιβιαδῃ
εἰρημενον τεινειν και προς το ὑπο Πλατωνος εἰρημενον ἐν τῳ Ἀλκιβιαδῃ , το ὁπερ τις οἰδε , μαθων ἠ εὑρων
ἐνθα ἀνεκειτο πινακιον ἐχον γης περιοδον , και προσεταξε τῳ Ἀλκιβιαδῃ την Ἀττικην ἐνταυθ ' ἀναζητειν . ὡς δ '
9998906 Ἰλιαδι
τῳ του Καλυδωνιου συος δερματι οὑ και Ὁμηρος μνημονευει ἐν Ἰλιαδι . των Ναυβολειων : Τεμεσσα πολις Ἰταλιας ἐνθα μετα
ἐμμελως ὁτι πραϋνομαι . δοκει δε μοι και ὁ ἐν Ἰλιαδι Ἀχιλλευς , ὁ τῃ κιθαρᾳ προσᾳδων και τα κλεα
9998906 ἐβιωσε
θανατον αὐτου τον βουλομενον διδασκειν τα Αἰσχυλου χορον λαμβανειν . ἐβιωσε δε ἐτη ξγʹ , ἐν οἱς ἐποιησε δραματα οʹ
ἡ ψυχη προ του τῳδε τῳ σωματι ἐνδεθηναι παλαι ποτε ἐβιωσε , και ἑαυτον δε ἀναμφιλεκτοις τεκμηριοις ἀπεφαινεν Εὐφορβον γεγονεναι

Back