ἀναγκαζουσῃ χρησομεθα : ἐπιστομιει γαρ ὁ λογος και ἐγχαλινωσει την ῥυμην | και φοραν του παθους . ἐγω γουν αὐτο
γαρ την ἀφαιρεσιν ἑνι καιρῳ γενομενην ὑπομενει οὐτε την ἀφθονον ῥυμην και φοραν της διδασκαλιας : ἀλλα καθ ' ἑκατερον
9999972 νεωτεριζειν
γενοιτ ' ἀν , ὁπως μηδενι ἑτοιμα ᾐ των βουλομενων νεωτεριζειν . Εὐηθες γαρ των μεν ἀφικνουμενων ἀνδρων παραιρεισθαι τα
ἁπτεα του ἐργου πριν και των λοιπων ἐπαρθηναι εἰς το νεωτεριζειν τας γνωμας . . . . ἀτασθαλα . .
9999970 τρυφων
ὑπ ' αὐτου , εἰ ταλαντα ἐχων ὁμου χιλια και τρυφων αὐτος ἐνενηκοντουτης ὠν ὀκτωκαιδεκαετει νεανισκῳ τετταρας ὀβολους παρειχες .
βοτανη . Ἑρμηνεια . Ἐπι γης ὁ βαδιζων και λαμπρως τρυφων Εἰς γην κειται γεωργοις τας τροφας διδους . Ἀρχη
9999970 πιστευσαντας
δια το και πλειους διεψευσθαι της ἀληθειας ἐν τουτοις , πιστευσαντας τῃ Φιλινου γραφῃ . Οὐ μην ἀλλ ' εἰ
δε μηνυσεως ὑπο του Μηνυκιου τους παροντας ἐν τῳ συνεδριῳ πιστευσαντας ἀληθη τα λεγομενα εἰναι , γνωμην ἀποδειξαμενου των πρεσβυτερων
9999970 Ἑλληνικαις
ἐκεινου μεχρι και νυν τῃ διαδοχῃ του χρονου παραδοθεντα ταις Ἑλληνικαις ἱστοριαις και ξυγγραφαις ᾀδεσθαι και θαυμαζεσθαι παρα πασι και
ἀνδρειαν των Ἑλληνων ἀγνοεις : τους γαρ ἀφισταμενους των βαρβαρων Ἑλληνικαις δυναμεσι καταπολεμεις : ὡστε μη νομιζε τους ὑπερ της
9999970 κλινομενα
. το δε Δεξικρων και Ἑρμοκρων ὡς δια του ΝΤ κλινομενα περισπαται . Τα εἰς ΡΩΝ μη παραληγομενα τῃ ΟΙ
, ὁ ὀδους του ὀδοντος ὠ ὀδους . Προσκειται περιττοσυλλαβως κλινομενα , ἐπειδη ὁτε ἰσοσυλλαβως κλινονται οὐκ ἐχουσι την αὐτην
9999970 μετεωροτερα
ἐν τῃ ἐγρηγορσει ἐνεργειων , ἀναδιδονται τινες ἀτμοι εἰς τα μετεωροτερα και συμβαινει ἐπι πλειον λεπτοποιουμενης της ὑλης ἐκ της
ΒΚ ἡ ΚΖ , οὐκουν ἡ μεν ΓΔ της ΔΖ μετεωροτερα φαινεται , ἡ δε ΔΖ της ΖΚ : τα
9999970 κατεμεινεν
Λυγκεως παιδες την βασιλειαν ἐνειμαντο , και Ἀκρισιος μεν αὐτου κατεμεινεν ἐν τῳ Ἀργει , Προιτος δε το Ἡραιον και
την Ἑλλαδα και την βαρβαρον αὐθις ἐσκεδασθη , ὀλιγον δε κατεμεινεν ἐν Ἰταλιᾳ των Ἀβοριγινων προνοιᾳ . πρωτον μεν οὐν
9999970 γραφομενα
† ὑειος καρα και χρυσειος σταυρος δια της ει διφθογγου γραφομενα , . , . + . . . Ἀμβροσιην
αὐτον οἰμωγων τε ἀφορμαι και δακρυων , ὡν ἐπι τα γραφομενα ῥει τα πλειω . Καλως σοι τεθρηνηται τἀμα κακα
9999969 βελτιστος
ᾡ καλειται ἠ της χαριτος ἐπιλαθοιτο . οὑτω δε ἐστι βελτιστος ὡστ ' , ἐπειδη δεομενῳ γραμματα λαβειν προς τους
' ἁ προτερον ἰσχυσειν . ἠν δε ἀρα ὁ Ἑρμογενης βελτιστος ἀρχοντων και οὐ πολλοις μεν ὁμιλειν ἀξιων , πρᾳος
9999969 δωδεκατον
ἐτεσι του βιου : δευτερον , ἑκτον , ἐννατον , δωδεκατον , συν τουτοις της εἰκοσαδος πρωτιστον , δευτερον σαρανταδος
δε μη , ὑδωρ θερμον καταχειν . Ὀφθαλμων , σποδιου δωδεκατον , κροκου πεμπτον , πυρηνος ἑν , ψιμυθιου ἑν
9999969 στρατευσαντα
δε της ἐπιβολης καθικομενου . Καμβυσην μεν γαρ μεγαλῃ δυναμει στρατευσαντα την τε στρατιαν ἀποβαλειν ἁπασαν και αὐτον τοις ὁλοις
' οὐ φησι συστρατευσαι : Ἀλκμαιωνα γαρ τον Ἀμφιαρεω , στρατευσαντα μετα Διομηδους και των ἀλλων Ἐπιγονων και κατορθωσαντα τον
9999969 οἰκητηριον
, Ζωστηριου τε κλιτυν , ἐνθα παρθενου στυγνον Σιβυλλης ἐστιν οἰκητηριον , γρονῳ βερεθρῳ συγκατηρεφες στεγης . Τοσαυτα μεν δυστλητα
ἡκει δευρ ' ἐχουσα Τρωϊκας ; ὡς Ἑλλας αὐτηι σμικρον οἰκητηριον . οὐδεν το δουλον προς το μη δουλον γενος
9999969 σπουδαιας
και ποιησασαι φυγας προς τους ναους των θεων διαδρομους και σπουδαιας και συντονους , διερροθησατε και ἐκινησατε και δια του
ἐσθηματα ψυχης , οἱς σκεπαζεται και συγκρυπτεται , της μεν σπουδαιας το ἀγαθον , της δε φαυλης το κακον .
9999969 παρασημα
. ἀπο δε των ἐκτος . † οἱ θεοι ἐχουσι παρασημα . οἱ τα αὐτα ἐχοντες , † ἱνα μη
το κωλυσον τας βουλομενας ἀποθεισας τα στεμματα και τα λοιπα παρασημα της ἱερωσυνης γαμεισθαι . και ἐποιησαν τινες τουτο πανυ
9999968 μετονομασθηναι
μεν Σικυωνος την Ἀσωπιαν , ἀπο δε Κορινθου την Ἐφυραιαν μετονομασθηναι . Κορινθον δε οἰκουσι Κορινθιων μεν οὐδεις ἐτι των
ὁτ ' οὐπω τελειος ἐγεγενητο , ἀλλ ' ἐτι πριν μετονομασθηναι τα μετεωρα ἐφιλοσοφει , ἐπισταμενη ὁτι οὐκ ἀν δυναιτο
9999968 Ἀπολλωνιος
. . . . Πυανοψια : . . . . Ἀπολλωνιος και σχεδον παντες οἱ περι των Ἀθηνησιν ἑορτων γεγραφοτες
νυν Σαννοι . Στραβων δωδεκατῃ . και Ἑκαταιος Ἀσιᾳ και Ἀπολλωνιος δευτερῳ . Μακτωριον , πολις Σικελιας . Φιλιστος πρωτῳ
9999968 ἐποιησαμην
παρ ' ἐμου ἀκηκοοτα , διοτι την περι ταυτα ἐφοδον ἐποιησαμην ἀξιωθεις ὑπο Ναυκρατους του γεωμετρου , καθ ' ὁν
ἀν συγχεαιμι τους ὁρκους οὑς προς την τροφον της Φαιδρας ἐποιησαμην : οὐκ εἰ πατρῳας ἐκτος : το εἰμι το
9999968 ἀμετακινητον
ὡσπερ το ἀγγειον τοπος μεταφορητος , οὑτως ὁ τοπος ἀγγειον ἀμετακινητον : διοπερ ἐπειδαν ἐν κινουμενῳ τι κινηται ὡς πλοιον
ἀληθειης εὐπειθεος ἀτρεμες ἠτορ , ὁπερ ἐστι το της ἐπιστημης ἀμετακινητον βημα , ἑτερον δε βροτων δοξας . . .
9999968 παρατιθεμενα
δυο πλεκεται ἀγκυλια [ και ] κατ ' ἐναλλαγην ἀλληλοις παρατιθεμενα , το μεν ἐσωθεν ἐξω , το δ '
τουτοις : εἰπερ αἱ δυο γραμμαι μια γινονται , τα παρατιθεμενα ἀλληλοις σωματα ἑνι ἀκρῳ ἐσται ἐλασσονα : γεγονασι γαρ
9999968 συγγραφων
και ἑδνων και ὑποσχεσεων και ἀπατων , ὁμολογιων τε και συγγραφων , και τελευταιον πολλακις ἐν αὐτοις τοις γαμοις λοιδοριων
: οὑτως δηλον ἐστιν ὁτι περι των καθολου λογων και συγγραφων ὁ παρων ἐστι λογος . Πολιτικον δε λεγει τον
9999968 κατεχομενη
ἑτερου , φοβῳ δε του ἀνδρος και ἐρωτι του μοιχου κατεχομενη ἀγωνιᾳς . δυναται και ὡς του Θησεως ἐχοντος ἑτεραν
ἐλεον ὀξυτονως σημαινει το ἐλεεινον ] . ὑπο των ὀνυχων κατεχομενη φωνην ἀφιησιν ἐλεεινην , ὡς οἱ ἀδικουμενοι ὑπο των
9999968 συμπληρωσιν
τινος ἀνθρωπου σωματι παλιν ὡς μερος εἰς την ἐκεινου τελειν συμπληρωσιν , τῳ μητε αὐτην την προσλαμβανουσαν σαρκα παντοτε φυλαττειν
προσεληλυθεναι τῳ σωματι και ἐπιδεδωκεναι ἑαυτην ὡσπερ την ἡμετεραν εἰς συμπληρωσιν του ζῳου . Τουτο γαρ ἐνδεικνυται και το ξυμπεφυκοτα
9999968 παραγγελλομενα
λεγοντες , ὡς δ ' ἀν ὀξεως ἐχοιεν ἐς τα παραγγελλομενα χρησθαι . και οἱ Καρχηδονιοι , νομιζοντες ἐκλυσειν την
προυχοντας και ἐμπειριᾳ πολεμικῃ , ἐπειτα ὁμοιως παντας ἐς τα παραγγελλομενα ἰοντας , ναυτικον τε , ᾡ ἰσχυουσιν , ἀπο
9999968 ὑστερα
φιλοσοφοις , ὡς τα αὐτα των αὐτων προτερα ποιουσα και ὑστερα , σαφεστερα και ἀσαφεστερα , αἰτια και αἰτιατα :
, ὁτι μετρον ἐχει χρονου προς καθαρσιν και ἀποτεξιν : ὑστερα δε δια το ὑστερον ἀποδιδοναι τα ἑαυτης ἐνεργηματα ,
9999967 παρεκρουσεν
διεθερμανθη : ἱδρωσε δι ' ὁλου : ἀκρεα ψυχρα : παρεκρουσεν : πνευμα μεγα , ἀραιον : μετ ' ὀλιγον
οὐχ ἱδρυτο : ἀπο δε κοιλιης ἐξεκοπρισεν ἀθροα : πολλα παρεκρουσεν : οὐδεν ὑπνωσεν . Δευτερῃ , πρωϊ ἀφωνος :
9999967 ὁμοφωνων
παλιν του Α , λαμβανομενων περιφερειων , τους τε των ὁμοφωνων και τους των συμφωνων και ἐτι τον τονιαιον ,
ποιησει τα τμηματα τον μεν διπλασιον λογον του πρωτου των ὁμοφωνων , τουτεστι του δια πασων τριχως : τα τε
9999967 ἐντυγχανειν
ἰδου γε τοι τολμω μη μονον τοις ἱεροις Μωυσεως ἑρμηνευμασιν ἐντυγχανειν , ἀλλα και φιλεπιστημονως διακυπτειν εἰς ἑκαστον και ὁσα
, προς τῃ ἀνατολῃ οἰκουντες , τεσσαρσιν ὡραις πρωτοι λεγονται ἐντυγχανειν τῃ ἐκβολῃ του ἡλιου των Ἰβηρων , προς δυσμαις
9999967 Ἀλεξανδρειαν
πλησιον δ ' αὐτου τοπον εὐθετον ἐκτισεν ἐν αὐτῳ πολιν Ἀλεξανδρειαν . εἰς δε την των Ὠρειτων χωραν δια των
αὐτοις , οἱον ῥοδα ἠ κρινα , ἠ κατα την Ἀλεξανδρειαν λωταρια . και χρη γινωσκειν ὁτι και τουτο καλλιστα
9999967 συμπληρωτικον
ἀν εἰη ἀτοπον ; Ἡ λαλια κεφαλης μεν ἐχει τι συμπληρωτικον και βαρους ἐμποιητικον : ἐστι δε και δυναμεως καταλυτικη
δε κυμινον και δια την πληκτικην ἀποφοραν της κεφαλης ἐστι συμπληρωτικον . Ἀφθης δε γενομενης μικρας μεν ἐσχαρας οὐσης μελιτι
9999967 μετατιθησι
μετα της οὐ ἀποφασεως παραλαμβανομενος , οὐ δεοντως τον τονον μετατιθησι . ταυτῃ γουν και ἡ μη ἀπαγορευσις , συνταττομενη
σφαλερον ἀναβολη , και πολλα ὁ χρονος ἐν ἡμερᾳ μιᾳ μετατιθησι : και το μη στασιαζον ἐν τοις προεστηκοσι των
9999967 ὁκου
, ἐβουλευοντο , προθεντος Εὐρυβιαδεω γνωμην ἀποφαινεσθαι τον βουλομενον , ὁκου δοκεοι ἐπιτηδεοτατον εἰναι ναυμαχιην ποιεεσθαι των αὐτοι χωρεων ἐγκρατεες
καυθεισης και στηθεος , ὁμοιως δε και παντι τῳ σωματι ὁκου ἀν καυθῃ . Ὁταν δε ξυῃς βλεφαρα ὀφθαλμου ,
9999967 ὑπερβαλλουσαν
μαλακον ; ἠ ἀντι τουτων βελτιον κατα την συνοχην ἠτοι ὑπερβαλλουσαν ἠ ἐλλειπουσαν το διαφορον αὐτων ὑπολογιζεσθαι . τα τε
, την κατα σωμα των μεν ἀσθενειαν , των δε ὑπερβαλλουσαν ἐν ἁπασιν ἰσχυν κατανοησαντες . εἰκοτως οὐν κατηλεσε τον
9999967 ὑπερηφανως
χρυσης κλινης καθεζομενον μετεωρον , και ἐν πορφυρᾳ χλανιδι και ὑπερηφανως ἀποδεχομενον τας πρεσβειας των Ἑλληνων , σχηματισας εἰπεν ὀνειδιστικως
εἰκος και το πολυ , βασιλεων τουτ ' εἰναι νοσημα ὑπερηφανως ζωντων δια τρυφας . Οὐκουν δηλον ὡς πρωτον τουτο
9999967 στερητικαι
' αὐτην ἐπ ' ἐλαττον και της μετ ' αὐτην στερητικαι Δ ἀνθρωπος ἀδικος οὐκ ἐστιν ἀνθρωπος ἀδικος ἐστιν Α
' αὐτην ἐπ ' ἐλαττον και της μετ ' αὐτη στερητικαι οὐ πας ἀνθρωπος ἀδικος ἐστιν πας ἀνθρωπος ἀδικος ἐστιν
9999967 γραμματικων
ὁ δειπνοσοφιστης Λαρηνσιος , ἀλλος δε τις φησιν ὁτι ἐθος γραμματικων παισι περι παντων των προβαλλομενων λεγειν : εἰδος φυτου
οὐκ ἐπεθετο , ἀλλα γαρ ἐμοιγε δοκει οὐδεν ἐλαττον των γραμματικων οὐ δευτερος ἠ των ῥητορων , δι ' ὡν
9999967 σατραπειαν
εὐθυς της ἀρχης και παραδιδωσι τον τε στολον και την σατραπειαν Καλλιουπολεως Χαμουζᾳ , των ἑταιρων τινι και ᾡ μαλιστα
οὐκ ἀξιον παραδραμειν ἀνεπισημαντον . κειται γαρ κατα μεσην την σατραπειαν της Ἰδουμαιας , τῳ μεν μηκει παρεκτεινουσα σταδιους μαλιστα
9999967 δημαρχους
οὐ πολυ στρατηγων Καισαρα παραιτησαμενος δογμα ἐκυρωσεν κατιεναι τους ἀπελαθεντας δημαρχους και , ὡσπερ βουλεται ὁ δημος , πεπαυμενους της
Πλημηνιος . ἡ δε συγκλητος ἀπεστειλε πρεσβευτας ἀγορανομον και δυο δημαρχους , εἰ μεν εὑρωσιν ἀπο της Σκιπιωνος γνωμης γεγενημενην
9999967 ἐπιστευσεν
σκεψασθαι ταχεως πιστευων τοις τυχουσιν . Ἀλλ ' εἰ βραδεως ἐπιστευσεν προ του σκεψασθαι , οὐκ ἀν ἡμαρτανεν ; Μα
ὑπεσχοντο ἀν : ἀτοπον οὐν εἰ , διοτι προειτο και ἐπιστευσεν , μη διησουσιν . ὁ δε χρονος οὑτος ,
9999967 παραλογῳ
προδοσιαν ἐς την πολιν παραπεσοντων οἱ μεν ἀνδρες εὐρωστως ἐν παραλογῳ κινδυνῳ παρετασσοντο , αἱ δε γυναικες ἐπι τας στεγας
κατεφρονουν , ἑως ἐντυχοντες ὁπλοις τε καινοις και ἀνδρων προθυμιᾳ παραλογῳ κατεπλαγησαν και ὑπεχωρουν . και εὐθυς αὐτοις τουτο πρωτον
9999967 δικαστηριοις
γαρ ἡ ῥητορικη δοκει ἐν ταις βουλαις και ἐν τοις δικαστηριοις λυσιτελειν . Ποτε δε χρη το ὀνομα του γενους
ὑμας νομους ἀναγκαζουσι λυειν , τους μεν κεκριμενους ἐν τοις δικαστηριοις ἀφιεντες , ἑτερα δε παμπληθη τοιαυτα βιαζομενοι παρανομειν .
9999967 θεραπειαις
θυμον , ποταπον ; ἀταλον , ἠγουν ἱλαρυνων αὐτον ταις θεραπειαις και προσηνη ποιων : Διος κορινθος . παροιμια ἐστιν
δε και τουτοις οὑς ἀγασθειη ἠ ἐν φυλακαις ἠ ἐν θεραπειαις ἠ ἐν αἱστισινουν πραξεσιν , ἐνσημαινομενος τουτο , ὁτι
9999967 κολακος
ἀπειλητικως . δειπνοπιθηκος : ὁ δειπνου ἑνεκα πιθηκιζων και ὑποθωπευων κολακος τροπον . διατοιχειν : το εἰς τον ἑτερον τοιχον
, οὐτε ἀγροικος τροπος εἰς ὁμιλιαν . Πιθηκου ὀργην και κολακος ἀπειλην ἐν ἰσῳ θετεον . Του βιου καθαπερ δραματος
9999967 κολποις
σης . “ Σφραγισασα δε την ἐπιστολην ἀπεκρυψεν ἐν τοις κολποις και ὁτε ἐδει λοιπον ἀναγεσθαι και ταις τριηρεσι παντας
θεριζουσι και περι την ἁλω τας διατριβας ἐπεποιητο και τοις κολποις της γης την ἑαυτου τροφην ἐθησαυριζεν , οἱα προμηθεστερος
9999967 ἀνομοιοι
οἱ φιλουμενοι μητε οἱ φιλουντες μητε οἱ ὁμοιοι μητε οἱ ἀνομοιοι μητε οἱ ἀγαθοι μητε οἱ οἰκειοι μητε τα ἀλλα
. ἠτοι γαρ περιῳδικα ἐστιν , ὁταν αἱ μεν ἑκατερωθεν ἀνομοιοι ὠσιν ἀλληλαις , αἱ δε ἐν μεσῳ ἀλληλαις μεν
9999966 τρυφωντες
, το δε οὐπω και ἀδηλον : ὁποιον και οἱ τρυφωντες πασχουσι το παρον εὐ ποιειν ἀξιουντες . ὡμολογησεν δ
ἡν ἡδοντο νικωντες , και την λειαν ἐπιζημιον ἡν ἀπηγον τρυφωντες , οὐκ ἠξιους εἰς τον ἡλιον ἐλευθερως βλεπειν ,
9999966 κουφων
και τεχνη και νομος σκληρων και μαλακων και βαρεων και κουφων προτερα ἀν εἰη : και δη και τα μεγαλα
γαρ ἀναρμοστοι και ἀβεβαιοι οἱ γαμοι ἐρχονται των συνερχομενων τυγχανοντων κουφων τα ἠθη . και ἠν μεν ἐν θηλυκῳ ζῳδιῳ
9999966 κομισαντος
ἀρχην ἀπ ' ἐκεινου αὐθις Λυκαονες ὠνομασθησαν , Οἰνωτρου δε κομισαντος αὐτους εἰς Ἰταλιαν Οἰνωτροι χρονον τινα ἐκληθησαν . μαρτυρει
δε περι Σωκρατους και ὁσα ἐντυχων τῳ συγγραμματι εἰποι , κομισαντος Εὐριπιδου καθα φησιν Ἀριστων , ἐν τῳ περι Σωκρατους
9999966 πολιτευμα
' ἠν δημοσιος τε και ὑλης ἀναπλεως . τουτο το πολιτευμα εἰσαγων ὁ δημαρχος τοις τοτε ὑπατοις και τῃ βουλῃ
τους νομους ἐπυθετο αὐτων και ὁτι προς των ἀριστων το πολιτευμα ἐχεται , ταυτα τε ἐπῃνεσε και ἠξιωσε των τε
9999966 φοινιον
Εὐρυπυλοιο διηλυθεν ἀνθερεωνος πολλα πονησαμενη : του δ ' ἐκχυτο φοινιον αἱμα ἐσσυμενως : ψυχη δε δι ' ἑλκεος ἐξεποτηθη
ἀργυρου αἰγλη . εἰδωλοις δ ' ἐν ὑγροισι Κρονον και φοινιον Ἀρην ξυνην ἐξανυοντας ὁδον Τιταν ὁτε λευσσῃ , πλωτηρας
9999966 γραφαις
πραγματικου , το λεγομενον μεν οἰκονομικον , ἐν ἁπασαις δε γραφαις ἐπιζητουμενον , ἐαν τε φιλοσοφους προεληται τις ὑποθεσεις ἐαν
και ῥᾳδιως ὀχλον ἀγοντες , ἠν ἀντιπεσῃ καιρος , ἐν γραφαις τε και εἰσαγγελιαις και τιμηματι και τῳ ξυλῳ .
9999966 σκοτεινην
διοτι οὐδε ἑν ὀρνεον δυναται αὐτην παραπετασαι δια το εἰναι σκοτεινην και μεγαλην . και ὁ μεν Λυκοφρων λιμνην λεγει
ἡλιῳ . Ξ ἀναλιον ] σκοτεινην . ἀναλιον ] την σκοτεινην , ἡν οὐδ ' ὁ ἡλιος ὁρᾳ . ἀναλιον
9999966 εὑρεσεως
δια μαθησεως ὡς δι ' ἀκοης , ἠ δι ' εὑρεσεως ὡς δι ' ὁρασεως . αὐθαιρετα οὐν πηματα ἐχειν
το μεν χρωμα ἐρυθραι , τοὐνομα δε δηλοι τον της εὑρεσεως τοπον . και Θετταλις δε ὑποδημα μηνυον τους εὑρετας
9999966 κρατηθεντες
' ὁτιουν ἐσωζετο χρηστης , οὑτως ἠδη πανταχοθεν κατακλεισθεντες και κρατηθεντες ὑπο της ἀηθειας και της ὑπερβολης των παροντων κακων
μεν ἀρχηθεν οὐκ Ἰδουμαιοι , ἀλλα Φοινικες και Συροι , κρατηθεντες δε ὑπ ' αὐτων και ἀναγκασθεντες περιτεμνεσθαι και συντελειν
9999966 σαρκων
ἑλκωσις ἐν τῳ βαθει των μυκτηρων μεχρι των καλουμενων ἡθμοειδων σαρκων , πυωδες και δυσωδες ὑγρον ἀφιεισα , την αἰσθησιν
του λογιζεσθαι και | μεταλλοιωσαντες εἰς την ἀψυχον και ἀκινητον σαρκων φυσινἐγενοντο ” γαρ οἱ δυο εἰς σαρκα μιαν ”
9999966 χαλκος
μεταφορας της στηλης : στηλη δε ἐστιν ἠ λιθος ἠ χαλκος ἐν ἐπιμηκει τετραγωνῳ σχηματι , ἐν ᾑ ἐγγεγραπται ἡ
γυναιξιν ἐσχατον : ἐνθα δε οἱ κειμηλια κειτο ἀνακτος , χαλκος τε χρυσος τε πολυκμητος τε σιδηρος . ἐνθα δε
9999966 πηδων
ξηρον νεμομενοι πολλακις αὐτῳ περιπιπτουσιν , οὑς ὁταν προϊδηται φευγει πηδων και ἀσπαιρων , ἑως ἀν εἰς το ὑδωρ ἀποκυμβησῃ
ἐν ἀντροις λευκος , ὠ ξεν ' , ἀργυρος . πηδων ὁ θυμος των φρενων ἀνωτερω θυννος βολαιος πελαγος ὡς
9999966 ἀποδοκιμαζειν
διδασκει ἡ τεχνη : μαλλον δε τεχνῃ ἀνεγκλητον το ἐπιτηδειως ἀποδοκιμαζειν τα μη ὀφειλοντα ἑπεσθαι . ἐκρατιστευσεν ] σημειωσαι ὡς
γεγενημενην , δι ' ἡν οὐ δυναμενοι αἱρεισθαι τι ἠ ἀποδοκιμαζειν καταληγομεν εἰς ἐποχην . ὁ δε ἀπο της εἰς
9999966 κατηνεχθησαν
του τεως ἀπιστουμενου και της γης οὐ φερουσης το ἀχθος κατηνεχθησαν οἱ της ἐπιστολης ἀκηκοοτες εἰς γην ἐξεταζοντες οἱ πολλοι
. ἀναχθεντες οὐν ἐκ του Πειραιεως περιεπλευσαν την Πελοποννησον και κατηνεχθησαν εἰς Κορκυραν : ἐνταυθα γαρ παραμενειν παρηγγελτο και προσαναλαμβανειν
9999966 ἀναγεγραμμενων
ὁμοιως ἐξιατεον και δια των αὐτων βοηθηματων του ὁλου σωματος ἀναγεγραμμενων , αὐτου δε του γαλακτος την κακωσιν πρωτον μεν
των τραγῳδιων ποιητου μετελαβον ἐγω διοτι παραφερειν μελλοντος τι των ἀναγεγραμμενων ἐν τῃ βιβλῳ προς τι δραμα τας ὀψεις ἀπεγλαυκωθη
9999966 φλεβοτομειν
την ὑλην , ἀλλα κατεχειν . ἐπισφαλες δε και το φλεβοτομειν , ὁτι μη κρατηθεισης μεν της φορας του αἱματος
: και δει σχεδον ἐπι παντων και μαλιστα των συνοχων φλεβοτομειν , ἐαν μηδεν ἀντιπραττῃ , καθαπερ ἐν τῳ θʹ
9999966 συμπτωσεων
: συμπεσειται δη ταις τομαις , και αἱ ἀπο των συμπτωσεων ἐπι το Λ ἐφαψονται των τομων . ἐκβεβλησθω και
τομης συμπιπτουσα ταις προς ὀρθας εὐθειαις , αἱ ἀπο των συμπτωσεων ἀγομεναι εὐθειαι ἐπι τα ἐκ της παραβολης γενηθεντα σημεια
9999966 ἀπαιτησαι
αὐτων εὐεργεσιας , και συνεβουλευεν αὐτοις ἠδη την ἡλικιαν ἠνδρωμενοις ἀπαιτησαι λογον παρα Μικυθου του ἐπιτροπευοντος , και την δυναστειαν
προς δε τουτοις ὁποιας εὐεργεσιας ὠφειλεν ἡ μητηρ παρα σου ἀπαιτησαι ταυτην την χαριν , ἀνθ ' ὡν ἀνεθρεψεν ,
9999966 Συρακουσιον
ταις ὑστεραις ἐς χαριν την Ἱερωνος του Δεινομενους ἀνηγορευσεν αὑτον Συρακουσιον , τουτων ἑνεκα οἱ Κροτωνιαται την οἰκιαν αὐτου δεσμωτηριον
δε υἱον Δεινομενην . νικησας δε τα Ὀλυμπια ἀνεκηρυξεν ἑαυτον Συρακουσιον και Αἰτναιον : ἐκτισε γαρ πολιν ἐν Σικελιᾳ Αἰτνην
9999966 ἀκαταληκτων
] αἱ ἑξης αὑται συστηματων περιοδοι στιχων εἰσιν ἰαμβικων τριμετρων ἀκαταληκτων ἐνενηκοντα ἑπτα , ὡν τελευταιος χαρις γαρ οὐκ ἀτιμος
ἐρωτω : ἡ μονοστροφικη αὑτη περιοδος στιχων ἐστιν ἰαμβικων τριμετρων ἀκαταληκτων καʹ ὡν τελευταιος : ἠκουσας οὐκ ἠκουσας ἠ κωφῃ
9999966 θαυμασιωτερον
πολει μητε ἁγνισμων μητε νεου πυρος . Ἐτι δε τουτου θαυμασιωτερον ἐστι και μυθῳ μαλλον ἐοικος ὁ μελλω λεγειν .
και ἐμφυεσθαι δυναμενος , τι ἀν εἰη της φυσεως ταυτης θαυμασιωτερον ; τριτον ἡμας προς τουτοις παρακαλει προς την προκειμενην
9999966 λαμβανομενα
πενταφυλλου ῥιζα , αἱμα τε τραγου ἠ αἰγος , ὁμοιως λαμβανομενα : δρυος τε φλοιος ἠ φηγου ἠ πρινου ,
αἰτηματα οὐτε ἀμεσα οὐτε ἀναποδεικτα , ἀλλα δεομενα μεν ἀποδειξεως λαμβανομενα δε χωρις ἀποδειξεως ἐν τοις λογοις . και εἰσιν
9999966 δεισιδαιμονιαν
γενομενην ὁπλα λαβειν οὐ θελησαντες , ἀλλα δια την ἀκαιρον δεισιδαιμονιαν χαλεπον ὑπεμειναν ἐχειν δεσποτην . . : , ,
τας θυσιας , ὁπως ἁμα ταυτῃ ἑσμον κακων εἰσηγαγον , δεισιδαιμονιαν , τρυφην , ὑποληψιν του δεκαζειν δυνασθαι το θειον
9999966 μελανοφθαλμους
λʹ το ἐσχατον του κεντρου . Ἀποτελει δε μελανοχροας , μελανοφθαλμους , αὐστηρους , οὐλοτριχας , λεπτοφωνους , εὐψυχους ,
των μεν ἀῤῥενων τους μεγαλοφυεις τοις ὠσι και ὀγκοις , μελανοφθαλμους , μυκτηρα ὁμοχρουν ἐχοντας , χειλη μελανουντα ἠ ὑπερυθρα
9999966 κατοικια
Ὀτρεως Ὀτροιαν καλεισθαι * προτερον . Ὁτι δ ' ἠν κατοικια Μυσων ἡ Βιθυνια πρωτον μαρτυρησει Σκυλαξ ὁ Καρυανδευς φησας
γαρ τους τεμνομενους τα αἰδοια γαλλους καλουσι . Γαμαλα , κατοικια Συριας . ὁ οἰκητωρ Γαμαλευς . Ἰωσηπος ἐν τεταρτῳ
9999966 ὁριστικην
, ἀντεγκληματα , συγγνωμας : ἀλλος δε τις φησιν , ὁριστικην μεν εἰναι την ἀχαριστειαν : ἀν γαρ ὁρισηται ὁ
συγγραμμα και εἰς τας διαλεκτικας μεθοδους , εἰς την διαιρετικην ὁριστικην ἀποδεικτικην και ἀναλυτικην . παραδιδωσι δε και τον διδασκαλικον
9999966 Στρατονικος
, ἐφη , ὡς βουν ἐπι φατνῃ δειπνισας ἀπεκτονεν . Στρατονικος εἰς Ἀβδηρ ' ἀποδημησας ποτε ἐπι τον ἀγωνα τον
ἀπεψοφησε , κᾀτα τῳ Σικυωνιῳ ἀμυγδαλην ἐπιβασα συνετριβεν ταχυ . Στρατονικος εἰπεν , Οὐχ ὁμοιος ὁ ψοφος . ὑπο νυκτα
9999966 δρομαιος
τολμησαι και ἀναβηναι αὐτον . ὡς δε τουτο ἐγενετο , δρομαιος μεν ὁ Ζευς ὡρμησεν ἐπι την θαλασσαν φερων αὐτην
ἐκει γαρ εὑρησει Ἀττικας χιλιας . και ὁς περιχαρης γενομενος δρομαιος ἡκεν ἐπι την ἠιονα . ἐνθα δη λῃσταις περιπεσων
9999965 αὐτοδιδακτον
τῳ δε κατ ' εὐμοιριαν φυσεως αὐτηκοον και αὐτομαθη και αὐτοδιδακτον κτησαμενῳ την ἀρετην βραβειον ἀναδιδοται χαρα : του δ
εἱνεκα , χαριν . Ἐσσεται : ἐγκειται , ἀκολουθει . αὐτοδιδακτον : φυσικον , αὐτοφυες . Μαλακη : μαλακη ἀπο
9999965 Ἀπολλωνιου
Αἰλιανῳ τοτε , ὁ δ ' ἀνηρ οὑτος παλαι του Ἀπολλωνιου ἠρα ξυγγεγονως ποτε αὐτῳ κατ ' Αἰγυπτον και φανερον
εἰς , ὡστε οὑτως ἀκουειν , χαριν Ἀπολλωνιου εἰς χαριν Ἀπολλωνιου , εἰγε και το ἐμην χαριν ἐν ἰσῳ ἐστι
9999965 κατασκευαζομενα
. και τα μεν προς ἐμβολεις της ὀρθογωνιου κωνου τομης κατασκευαζομενα πυρια κατα τον προυποδεδειγμενον τροπον ῥᾳδιως ἀν ἐξαπτοιτο προς
σφοδρα λοιδοροι . πομπεια δε λεγεται τα εἰς τας πομπας κατασκευαζομενα σκευη , ὡς ὁ αὐτος ῥητωρ κατ ' Ἀνδροτιωνος
9999965 ἐναρμονιος
χρωματος διαιρεσιν : τετταρων δ ' οὐσων παρυπατων ἡ μεν ἐναρμονιος ἰδιος ἐστι της ἁρμονιας , αἱ δε τρεις κοιναι
ἡμας ἐφηφθαι των ὀξυτερων συστηματων . αἱ δε μετα ταυτην ἐναρμονιος χρωματικη τε και διατονος δι ' ἁς προειπομεν αἰτιας
9999965 ἀποστελλει
ἐστιν : ὁ μεν γαρ ἀνωθεν ἐπι γην τον ὑετον ἀποστελλει , ὁ δε κατωθεν ἀνω , το παραδοξοτατον ,
οὐν ποι εἰπειν . το δε ἐκτοθι βαλλει ἀντι του ἀποστελλει . Παναχαιιδα δε την Θεσσαλιαν φησιν , ὁτι αὑτη
9999965 καταπλασσομενη
ἐριφου σπλην ἐπιτιθεμενος τηκει σπληνα . ἀλλο . ἀγρια κραμβη καταπλασσομενη ἰαται σπληνικους . ἀλλο . Περσικης φυλλα καταπλασσομενα ποιει
, ἑλξινη ἡ και περδικιον μετριως , ἐλυμος ἠ μελινη καταπλασσομενη , ἐπιμηδιον μετριως , ἰου τα φυλλα μετριως ,
9999965 συμμαχων
. τον γαρ πολεμον τουτον γενομενον μεν Λακεδαιμονιων και των συμμαχων προς Μεσσηνιους και τους ἐπικουρους , ὀνομασθεντα δε οὐκ
δια τελους ἀν ἠσαν , συγκλυδες δε και πανταχοθεν συμπεφορημενοι συμμαχων οὐχ ἡττον ἡμιν ἐχουσι ταξιν ἠ πολεμιων . οὐ
9999965 σκοτεινης
δια του σπηλου . διαϊξασα : ἐξελθουσα . μελαινης : σκοτεινης , κελαινης , της βαθειας . Γυρωσασα : κυρτωσασα
φως . εἰ ζῃ δηλονοτι . λαμπραν . ἡμεραν . σκοτεινης . μελαινης . Ἀρτεμβαρης ] ὁ . πολλης .
9999965 διαιρετικης
το λογικον εἰναι συνελογιζοντο . Ἐπει δε προειπομεν περι της διαιρετικης τινα , ὁτι τε μικρον μοριον ἐστι της συλλογιστικης
τουτων διαφορα : νυνι δε προκειται δειξαι , πως της διαιρετικης τεχνης ὑποβαλλομενης των κεφαλαιων ἑκαστον ἡμεις ἐκλαβοντες αὐτο κατασκευασομεν
9999965 παρειχοντο
την ἐπωνυμιην . Δωριεες δε οἱ ἐκ της Ἀσιης τριηκοντα παρειχοντο νεας , ἐχοντες τε Ἑλληνικα ὁπλα και γεγονοτες ἀπο
χρηματ ' εἰσεφερον , οἱ δε τεχνιται τας αὑτων ἐπιστημας παρειχοντο προς την των ὁπλων κατασκευην , ἁπας δ '
9999965 νυκτερινας
† συνοχων πασας ἀμφι γυναικας , ὑπο σκολιοιο τυπεντα τοξου νυκτερινας οὐκ ἀποθεσθ ' ὀδυνας : ἀλλα Μακηδονιης πασας κατενισατο
ἀπο τρυφης , ἑαυτον τε διηγειται μογις ἐκφυγειν ἰσχυσαι τας νυκτερινας ἐκεινας φιλοσοφιας και την μυστικην ἐκεινην συνδιαγωγην . τον
9999965 κατεσκευασμενας
εἰναι δε τας πολλας των ἀνθρωπινων ἐπιθυμιων ἐπικτητους τε και κατεσκευασμενας ὑπ ' αὐτων των ἀνθρωπων , διο δη και
: οὐ γαρ ἀναγκη πασας ἐξαριθμεισθαι τας εἰς τον αὐτον κατεσκευασμενας της διαλεκτου χαρακτηρα . ἱνα δε μη δοξῃ τις
9999965 μηνιδος
του ἐνατου ἐτους ἠρξατο , ἐπει τα προ της Ἀχιλλεως μηνιδος ἠν ἀτονωτερα και πραξεις οὐκ ἐχοντα λαμπρας οὐδ '
θεους συναπτειν αὐτας δυναται . Και δη και αἱ της μηνιδος ἐξιλασεις ἐσονται σαφεις , ἐαν την μηνιν των θεων
9999965 κομιζομενοι
το πλειστον της χωρας ἐλαιαις καταφυτον , ἐξ ἡς παμπληθη κομιζομενοι καρπον ἐπωλουν εἰς Καρχηδονα : οὐπω γαρ κατ '
τινες των ὀγκων οἱον προσηρτημενοι εὑρισκονται και εὐμετακινητοι και ῥᾳδιως κομιζομενοι , τινες δε προσφυεις και δυσμετακινητοι και προσοχης δεομενοι
9999965 ζητουμενα
νικης . σεσημειωται ὁ τοπος προς τα περι των Μολιονιδων ζητουμενα . . οἱ δ ' ἀρ ' ἐσαν διδυμοι
ἐν τε ταις ἠρεμιαις και ταις ἡσυχιαις μαλλον εὑρισκομεν τα ζητουμενα και κατα τας ἀναγνωσεις αὐτας , ἀν σφοδρα τισιν
9999965 Νεμειων
ἑστηκετουτῳ τῳ ἀνδρι ἀθλησαντι πενταθλον ἡ τε Ὀλυμπικη νικη και Νεμειων γεγονεν ἡ ἑτερα , Ἰσθμιων δε δηλα ὡς και
Ἠλειου , παλης ἀνελομενου στεφανον : ἐγενετο δε αὐτῳ και Νεμειων ἐν τε παισι και ἀγενειων ἑτερα νικη . Παραβαλλοντι
9999965 αἰσχυνομενοι
ποιουντες ἁ πραττουσιν ὡστ ' εἰναι φανεροι και φυλαττομενοι και αἰσχυνομενοι . ἐκ δε τουτων ἡ κοινη και παντων των
, διακειται δε , ὡσπερ οἱ καταψηφισασθαι μεν ἐπιθυμουντες , αἰσχυνομενοι δε το μη ἐπ ' ἀληθεσι , και προφασιν
9999965 ἀναγνωσεως
και προς ἑτερον Τμημα τριτον περιεχον λογους δεκα αʹ Περι ἀναγνωσεως ἐτων και του τοπου του μερισμου και του ἐπιμεριζοντος
βιβλιον ὁπερ ἠσαν αὐτῳ συνταξαντες τινες των φιλων , ἐξ ἀναγνωσεως ἐλεξε τοιαδε : „ ἀπιστα μεν οἰδα και παραδοξα
9999965 Ἀριστοτελικων
αἱ κατα φιλοσοφιαν αἱρεσεις . δευτερον τις ἡ διαιρεσις των Ἀριστοτελικων συγγραμματων πολλων ὀντων , χιλιων τον ἀριθμον , ὡς
φιλοσοφων αἱρεσεις ὠνομασθησαν , φερε δευτερον και την διαιρεσιν των Ἀριστοτελικων συγγραμματων ποιησωμεθα . τουτων οὐν τα μεν ἐστι μερικα
9999965 πιστευσαντες
ὡσπερ ἐνεχυρον αὐτο τουτ ' ἐχοντες ἐπαρθηναι και τουτῳ μαλιστα πιστευσαντες ἁμαρτειν , οὐ τῳ δια τελους κρατησειν της πολεως
' ἀγνοησαιεν ὁσῳ λαμπροτερος και μειζων ἀνηρ , τοσουτῳ προχειροτερον πιστευσαντες αὐτῳ , μηδε ἡν οὐ θεμις οὐδεν φλαυρον ἀκουσαι
9999965 συνηκεν
ἀρχομενου , προεκοπτεν ἡ γαστηρ : ἐν δε τῳ λουτρῳ συνηκεν ἡ Πλαγγων , ὡς ἀν ἠδη πειραν ἐχουσα των
χρυσος ἐν αἰθερι λαμπρος ” ἀντι του μαρτυρων . ξυνετο συνηκεν . ξυνεσις συναφεσις , ἠ εἰς το αὐτο συμβολη
9999965 Θηβαις
, χαλκασπιδων λοχος , ὁς γαν τεκνων τεκνοις μεταμειβει , Θηβαις ἱερον φως . ὠ λεκτρων δυο συγγενεις εὐναι ,
ἡμετεροις ὁριοις . ὁτι μεντοι ἱν ' ἑτοιμα ποιησηται τἀν Θηβαις ἡκει , σαφως ἐπισταμαι . ὡς δ ' ἐχει
9999965 συμπληρουντα
ἐκεινα , ὡσπερ ὁ οἰκος εἱς λεγεται τῳ παντα τα συμπληρουντα αὐτον περιεχειν . τουτο δε διχως λεγεται : ἠ
το της ψυχης εἰδος ἀπομαξαμενης εἰς αὐτην της τεχνης τα συμπληρουντα την ψυχην : και γαρ λογισμου κατηγορειτο δηλωμα και
9999965 προσιετο
ἱνα κουφος εἰη : αὐτομολων τε πολλων αὐτῳ προσιοντων οὐδενα προσιετο . και των ὑπατων αὐτον αὐθις περι την Πικηνιτιδα
μελλοι τισι χρηματιζειν , ἐπι πορφυρων εἱματων βαδιζων τους δεομενους προσιετο . Περδικκᾳ δε και Κρατερῳ φιλογυμναστουσιν ἠκολουθουν διφθεραι σταδιαιαι
9999965 Μιλησιος
ἁψασθαι τοιουτοι τινες ὑπηρξαν : Ὁμηρος τε και Ἀναξιμανδρος ὁ Μιλησιος και Ἑκαταιος ὁ πολιτης αὐτου , καθως και Ἐρατοσθενης
νεον ὀντα ἡνιοχευειν παραβεβηκοτα τωι πατρι . Διονυσιος δε ὁ Μιλησιος φησιν ὁτι Αἰητης ἐδιωξεν αὐτους : οἱ δε ἀριστεις
9999965 Κτησιφωντος
παλιν ἁψομαι του πανυ ἡρμηνευσθαι δαιμονιως δοκουντος , του ὑπερ Κτησιφωντος , ὁν ἐγω κρατιστον ἀποφαινομαι παντων λογων : ὁρω
στρατιωταις και ἡδονας ποριζομενος . Ὁτι τοσαυτη ἐν τοις προαστειοις Κτησιφωντος ἀφθονια των ἐπιτηδειων ἠν ὡστε την περιουσιαν κινδυνον τοις
9999965 δεκατην
: ἐπην δε γενηται δεκαταιη , ἀφαιρεειν του γαλακτος την δεκατην μοιρην και του ὑδατος : ὁσον δ ' ἀν
. δια τουτο οἰμαι τα πρωτοτοκα καθιερωσε παντα , την δεκατην , λεγω Λευιτικην φυλην , ἀντικαταλλαξαμενος προς διατηρησιν και
9999965 ἀνακως
ἐχειν λεγουσιν : και Ἀνακας ἐντευθεν τους Διοσκουρους , ὁτι ἀνακως αὐτοις ἐχρησαντο δια την Ἑλενην τας Ἀφιδνας ἐκπορθουντες .
. Σχοινους λαβων ἀνειρε τα κρεα . Και τας θυρας ἀνακως ἐχειν . παιδες γεροντες μειρακια παλλακια . αὐτη δ

Back