των ὀξυτερων ἐπι τα βαρυτερα ἀνεσις , ἡν τινες ὀνομαζουσιν ὑφεν ἐξωθεν : ϹϜ # Ϝ # Ϝ . Προκρουσις
δυο : δασεια ψιλη . παθη δε τρια : ἀποστροφος ὑφεν ὑποδιαστολη . Ὀξυτονον ὀνομα καλειται το ἐπι τελους ἐχον
9999956 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999955 βλεπουσαν
δ ' ἰατρου τους συμφωνηθεντας μισθους αὐτην ἀπαιτουντος ὡς καθαρως βλεπουσαν ἠδη και τους μαρτυρας παραγαγοντος : ” μαλλον μεν
ἱστου θοἰματιον καθελομενην ἡμιεργον ἀμφιεσασθαι , εἰς τε το κατοπτρον βλεπουσαν προς την παρ ' αὐτης ἐμφασιν εἰς αὐτο γιγνομενην
9999954 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999954 αἰχμαλωτους
τῳ Φιλιππῳ δ ' , ἐπειδη ταυτ ' εἰς τους αἰχμαλωτους ἠξιουν αὐτον ἀναλισκειν ἐγω , οὐτε κατειπειν τουτων εἰχε
παραδοξον τεταραγμενοι την ἡσυχιαν ἐσχον , οἱ δε Συρακοσιοι τας αἰχμαλωτους ναυς ἀναψαμενοι κατηγαγον εἰς την πολιν . μετεωρισθεντες δε
9999954 Ἑλλανων
εἰσιοντι εἰς τον ναον ἀριστερας χειρος : Αἱδ ' ὑπερ Ἑλλανων τε και ἀγχεμαχων πολιηταν ἑστασαν εὐχομεναι Κυπριδι δαιμονιᾳ .
. . Λακαινα μεν παρθενων ἀγελα Ὁμολα Ὁμολωϊα Βουλομαι παιδεσσιν Ἑλλανων . . . . * * * ἀν δε
9999954 ἀγανακτουντες
ἀνδραποδων και χρηματων ἀφθονους ἀγοντες ὠφελειας . Ῥωμαιοι δ ' ἀγανακτουντες ἐπι τῃ συμφορᾳ και τον ἑτερον των ὑπατων Ποστομιον
κατηγορουντες αὐτοι τα αἰσχιστα ἡδονης ἑνεκα ποιειτε και πασχετε , ἀγανακτουντες εἰ τις μη καλεσειεν ἐπι δειπνον : εἰ δε
9999954 προστεθεισα
διακεισθαι τον φυσει πυκτικον ποιον λεγομεν , οὐδεν ἡ δυναμις προστεθεισα ποιει , ἐπει και ἐν ταις ἑξεσι δυναμις .
κονιας στακτης λεια , γλοιωδης δι ' ἐριου και μηλωτιδος προστεθεισα . Οὐχ ὡς ἐπι των ἀλλων μοριων φλεγμαινοντων χρωμεθα
9999953 μολουσα
σοφος . Ὠ δαϊα Τεκμησσα , δυσμορον γενος , ὁρα μολουσα τονδ ' ὁποι ' ἐπη θροει : ξυρει γαρ
ὡς ἐγω λογοις τοις νυν παρουσιν ἐκπεπληγμενη κυρω . Πευθου μολουσα τἀνδρος , ὡς ταχ ' ἀν σαφη λεξειεν ,
9999953 διεκαρτερουν
' ἐπι των ἐλεφαντων ἐφεστηκοτες το μεν πρωτον ἀντειχον και διεκαρτερουν πανταχοθεν κατατιτρωσκομενοι , βλαψαι δ ' οὐδεν τους πολεμιους
παντων των ἀναγκαιων ἐκεινην μεν την ἡμεραν και την νυκτα διεκαρτερουν ὑπαιθριοι , πολλοις συνεχομενοι κακοις : δια γαρ το
9999953 συστρατευσαι
Ζελειτας δε ἀφηκε της αἰτιας , ὁτι προς βιαν ἐγνω συστρατευσαι τοις βαρβαροις : Δασκυλιον δε παραληψομενον Παρμενιωνα ἐκπεμπει :
την χωραν των Ἀμαζονων μετα στρατιας της συνεκπεσουσης αὐτωι : συστρατευσαι δε και Σιπυλον τωι Μοψωι τον Σκυθην πεφυγαδευμενον ὁμοιως
9999953 κορην
μι ' ὡρα χρονος ἐστι τοις ποθουσιν . Μικρον οὐν κορην προσειπων , μελεων ἐμων ἀφορμην , θαλιης μελισμα πασης
δια το και την ἀκριδα μελαιναν εἰναι και αὐτην την κορην Συραν . μαντις καλαμαια δια το μη λευκην εἰναι
9999953 ἀκανθαι
τοις δ ' ἰον ἐχει στομα : τοισι δ ' ἀκανθαι τυμμασι λευγαλεοισιν ἀμυνεμεναι πεφυασι , πικραι τ ' ὀξειαι
οὐδ ' ἰσως ἀντελεγες τουτῳ τῳ δειπνιῳ : οὐ γαρ ἀκανθαι . πεζιδα πηριδιον τριτοστατις και μην ποθεν Πλουτων γ
9999953 Σικελιας
την πειραν Ἀθηναιων στρατηγοι δυο , ὁ μεν τας ἀπο Σικελιας ναυς προσπλεουσας ἁπασας λαβων αὐτοις ἀνδρασιν , ὁ δε
Νιναιος ἠ Νιναιευς . . . . Ζαγκλη : πολις Σικελιας . Ἑκαταιος Εὐρωπηι . οἱ μεν ἀπο Ζαγκλου του
9999953 ἐλευθεριως
ἐλεγε και οὐ χρη νομοις πειθαρχειν τον σοφον , ἀλλα ἐλευθεριως ζην . . , . , . Δ .
, εἰπε ποθεν γεγεννησαι : οἱον προς το εἰδος και ἐλευθεριως φθεγγου . φαμι διδασκαλιαν Χειρωνος οἰσειν : φημι και
9999953 ἀκανθων
στεγασταις ἀπο δοκων μεν και στρωτηρων των κητειων ὀστεων και ἀκανθων , φυλλαδος δ ' ἐλαϊνης . Οἱ δε χελωνοφαγοι
παρατιθεντες ἐκ διαστηματων . Ἀκανθον τον ὀρνιν ἐκ των τρεφουσων ἀκανθων λαβειν το ὀνομα οἱ σοφοι τα ὀρνιθων φασι .
9999953 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999953 ἀδιδακτον
, ἁπερ συλληβδην ὀτταν καλουμεν , το δε ἀτεχνον και ἀδιδακτον , τουτεστιν ἐνυπνια και ἐνθουσιασμους . οὐδε ταυτα οὐν
αὐτων ψυχης ἐνεργειας : ἐαν δε μεχρι παντος ἀπαιδαγωγητον και ἀδιδακτον ἐασῃς σεαυτον , δουλευσεις τον αἰωνα χαλεπαις δεσποιναις ,
9999953 σανιδος
εἰ μη καταβαλῃ αὐτον εὐστοχιᾳ σφενδονητικῃ ἀντι σκοπου κειμενον ὑπερ σανιδος . σισυρνα δε παχυ περιβολαιον ἠ δερματινον ἱματιον ἡ
αἱρετωτερον ἐστι βαθρον μαλλον παν το κατα το περας της σανιδος τετραγωνοις ἐκκοπαις ἐκκεκομμενον προς ἀσφαλη την εἰς αὐτο του
9999953 ἐθελουσαν
ὑπερ μεγα τειχος ὀρουσας Ἀλκαθοῳ στονοεντα φερειν ἠμελλεν ὀλεθρον ἁρπαξας ἐθελουσαν ἐυφρονα Τριτογενειαν ἡ τ ' ἐρυμα πτολιος τε και
τους ἐρωντας το ἀναλγητον , ὁπου και Μελανιππῳ τοτε ἐθελοντι ἐθελουσαν ἀγεσθαι Κομαιθω οὐτε παρα των ἑαυτου γονεων οὐτε παρα
9999953 ἐλλεβορον
. ἐλλεβορον και ὀριγανον λεια ἐμφυϲα ἰϲα . Ἀλλο . ἐλλεβορον μελανα και ϲανδαρακην ἰϲα λεαναϲ μετ ' ἐλαιου ἀναλαβων
' ἑκαστα καθαιρομενων ὑπο του ἐλλεβορου ἡ πιστις του παντα ἐλλεβορον καθαιρειν . ὁμοιως δε και ἐπι των πρακτων και
9999953 συνεγενετο
ᾡ πραγματι ἐπιθεωρειται δεκας αὐτοδεκας ἐσται . Ἀλλ ' ἀρα συνεγενετο και συνεστη τοις οὐσιν ; Ἀλλ ' εἰ συν
ἐτελευτησε δε τριτον ἀγων και πεντηκοστον ἐτος . ὁτε δε συνεγενετο ἐν Αἰγυπτῳ Χονουφιδι τῳ Ἡλιου - πολιτῃ , ὁ
9999953 ὑπηκουσαν
και οὐ πολεμιοις , και ὁτι οὐδε οἱ πατερες ὑμων ὑπηκουσαν μηδενι , μητε Ξερξῃ μητε Μαρδονιῳ μητε Δαρειῳ μητε
προς ἁρπαγην ὡρμησαν : των δε ἡγεμονων διωκειν κελευοντων οὐχ ὑπηκουσαν ὠφελειαν φανεραν οὐ καλον ἡγουμενοι προεσθαι . Μιθριδατης δε
9999952 λαβουσαν
ἐκ της πολεως , και μιαν ἡμεραν παρα του Κρεοντος λαβουσαν εἰς την της φυγης παρασκευην , εἰς μεν τα
του ὀντος ἱστασθαι οὐκ ἐᾳ τα πραγματα , οὐδε τελος λαβουσαν την φοραν του φερεσθαι στηναι τε και παυσασθαι ,
9999952 συνεστειλεν
και συλλαβης : ὁ δε Πινδαρος του ἰαμβου την μακραν συνεστειλεν . το θʹ Εὐριπιδειον . το τʹ ἰαμβικον διμετρον
δηριαασθων . . Φ : Δηριαασθων : Τυραννιων το α συνεστειλεν , ὁ δε Ἀσκαλωνιτης ἐξετεινεν ὁμοιως τῳ δηριασθων ,
9999952 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ
9999952 εὐπρεπους
και στρατιας κατηναγκασμενης , και στρατηγιας ἀκουσιου , και φυγης εὐπρεπους . Ταυτα τοινυν φημι τας περιστασεις διαφευγειν ἐκεινον τον
τοιαυτην . Τισιφονη μια των Ἐρινυων εἰς ἐπιθυμιαν ἐμπεσουσα παιδος εὐπρεπους , Κιθαιρωνος τοὐνομα , και μη στεγουσα την ἐπιτασιν
9999952 ἀνωμαλια
, τοδι ὑπαρξαι , οἱον ὁμαλοτητα , ἱνα μη ᾐ ἀνωμαλια των χυμων . εἰ δε τουτο , δει θερμοτητος
ἐπι δε της ☍ ἀπαλλασσονται . κεισθω δε σοι ἡ ἀνωμαλια οὑτως . ἐφ ' ᾡ ἀν ζωδιῳ γενηται ἡ
9999952 Λακεδαιμονιους
ἀλληλους φονευουσιν ; Ἀργειους ὁρᾳς , ὠ Χαρων , και Λακεδαιμονιους και τον ἡμιθνητα ἐκεινον στρατηγον Ὀθρυαδαν τον ἐπιγραφοντα το
. φημι δειν ἁμα τουτους ἀξιουν καθαιρειν τας στηλας και Λακεδαιμονιους ἀγειν εἰρηνην , ἐαν δε μη ' θελωσι ποιειν
9999952 Ἀρεθουσαν
το τεμενος ἐπικλυσαντος τοπους , ὀνθου τε πληθος ἀναβλυζειν την Ἀρεθουσαν ἐκ των κατα την πανηγυριν θυομενων βοων , και
της θαλασσης χαραδρα τῳ ποταμῳ γινεται : και ἐπι την Ἀρεθουσαν οὑτω τον Ἀλφειον νυμφοστολει . ὁταν οὐν ᾐ ἡ
9999952 ὡροσκοπουντων
μετα Κρονου ἠ και Ἀρεως ἠ και τουτων των ἀστερων ὡροσκοπουντων και τοτε συντυχε τῳ δυσωπουντι σε : τοτε γαρ
ὑπο ἐξουσιας τινος και φρουρας . Ἀρεως δε και Κρονου ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδωσουσιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη
9999952 Μακαρτατου
του βωμου φεροντες του Διος του φρατριου , παροντος τουτουι Μακαρτατου , ἐψηφισαντο τα δικαια , ὠ ἀνδρες δικασται ,
περι δε Θεοπομπου του πατρος του Μακαρτατου και αὐτου τουτουι Μακαρτατου , περι τουτων μοι ἐστιν ἐξ ἀναγκης λεγειν .
9999952 ἐπλασεν
μου ὁ θεος , ἀλλα ζητησει το ἰδιον σκευος ὁ ἐπλασεν . ἀναστα μαλλον εὐξαι τῳ θεῳ ἑως οὑ ἀποδω
ὁ Αἰας ; εἰεν . εἰ δε Λυσιππος τον Ἀλεξανδρον ἐπλασεν ἐοικοτα Λυσιππῳ το μηκος , οἰει ἀν κεχαρισμενον εἰναι
9999952 χαλεπωτατος
ὁς μετριαζων μεν ἐστιν εὐχαρις , ἐπιτεινομενος δε και διαταραττομενος χαλεπωτατος . φησι δ ' αὐτον και διδυμα τοξα ἐντυνεσθαι
λεχει τε μοιχος ἐντρυφων , και φαρμακειαι , και νοσων χαλεπωτατος φθονος , μεθ ' οὑ ζῃ παντα τον βιον
9999952 φοβηθεντες
τα παροντα , οἱ δε πολλοι και δημοτικοι τοτε μεν φοβηθεντες ἐπεισθησαν τοις συμβουλευουσι : και πεμψαντες προς Μιλωνα τον
συγγενων φιλιας . ὁτε πρωτον καμηλος ὠφθη , οἱ ἀνθρωποι φοβηθεντες και το μεγεθος καταπλαγεντες ἐφευγον . ὡς δε χρονου
9999952 τετραμμενα
δε κωλα αὐτων , ἁ τινες αὐλους καλουσιν , ἐξω τετραμμενα ἐωσιν , ὁπως δια των αὐλων ὁ σιτος ῥιπιζομενος
ὁ Μεγα - ρευς ἐνισταμενος λεγει και Μεγαρεις προς ἑσπεραν τετραμμενα τα σωματα των νεκρων τιθεναι : και μειζον ἐτι
9999952 μαγειρικης
ἀλλοι ἀδελφοι . οὑτως ἐνδοξον ἠν και μεγιστον το της μαγειρικης τεχνης ἀξιωμα . και παρα Ῥωμαιοις δ ' οἱ
τακτικης , ἑκαστα που τεθησεται : ἀριθμῳ το πληθος εἰδεναι μαγειρικης . οὐθεις ἑτερος σοι προς ἐμε και γραφησεται .
9999952 συνεστησεν
που τινα αὐτην καθ ' αὑτην αἰσθησεων ἑνεκα σαρκα οὑτω συνεστησεν , οἱον το της γλωττης εἰδος τα δε πλειστα
τοις κατ ' Αἰσχινου λογοις ἐξισαζοντος του ὁτι ἀμφοτεροι πολιτευονται συνεστησεν αὐτο εἰπων συ μεν γαρ ὑπερ των ἐχθρων ἐγω
9999952 συνισταντο
μαχιμωτατα των κατα την Ἰταλιαν ἐθνων περι ἡγεμονιας φιλοτιμουμενα παντοιους συνισταντο κινδυνους . οἱ μεν οὐν των Ῥωμαιων ὑπατοι μερος
ὁ κρατιστος ἐλαμβανεν : εἰ δε τις ἑτερος ἀντιποιησαιτο , συνισταντο μονομαχησοντες μεχρι θανατου . ἀλλοι δ ' ἐν θεατρῳ
9999952 τεκτονικην
καταπλασσε , ἠ λεπιδος χαλκου και χαλκανθου , ἠ κολλαν τεκτονικην μετα μιλτεως καταχριε . [ Προς τους ἐπι του
, ἡ νυν οὐχ εὑρισκεται : ὡσπερ δε ἀνατιθεαμεν την τεκτονικην και ὑφαντικην τῃ Ἀθηνᾳ , οὑτω και την ὁπλοποιητικην
9999952 Σικελικον
εἰναι τα περι τον Ποντον , το δε Κρητικον και Σικελικον και Σαρδῳον πελαγος σφοδρα βαθεα : των γαρ ποταμων
της των Ἀθηναιων δυναμεως παραπλευσαντες εἰς Αἰγεσταν , Ὑκκαρα μεν Σικελικον πολισματιον ἑλοντες ἐκ των λαφυρων συνηγαγον ἑκατον ταλαντα :
9999952 πολεμιστηρια
“ ὠ φιλε ” , οἱ δε κυριον ἡνιοχου . πολεμιστηρια : κατα τινας ἀγων Ἀθηνησιν ἱππικου δρομου : ἑνα
ἁμιλλαις συνεργουντα , ἀγωνιστηρια δε τα ἐν τοις ἀγωσι . πολεμιστηρια . . . ] τα ἁμιλλητηρια ὠφειλεν εἰπειν ,
9999952 ἐπαισεν
ἑαυτον , παντως δυο αἰτιατικας σημαινει : αὐτος γαρ αὑτον ἐπαισεν . Κἀκεινο δε ἐπιστατεον , εἰ ὁλως συν τῳ
' ἡς και πυκτης , πυκτευειν , ἐξεπυκτευσεν , πυξ ἐπαισεν , πυξ ἐπαταξεν , πυξ ἐπληξεν : ἡ δε
9999952 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999952 ἐμπιπτουσαν
διαιρεσιν και τεχνην ἑτερα διαιρεσις ὡς προς την ὑλην την ἐμπιπτουσαν : ἡ γαρ τεχνη διδασκαλος ὡς προς την ὑλην
σκαιον ῥιον ὠθει . και τῳ μεν κυλινδων την ἀνωθεν ἐμπιπτουσαν φοραν του ἀνεμου ἐμφαινει , τῳ δε ὠθει την
9999952 ἀκολουθησει
κινουντι πολλα , ἑως ἀν τοιαυτην κινησῃ κινησιν , ᾑ ἀκολουθησει το πραγμα . ὡς γαρ αἱ πολλαι ῥανιδες ἐπιτηδειον
, ὡσαυτως δε και το ι και το υ , ἀκολουθησει και το ε και το η ἑν εἰναι στοιχειον
9999952 ἀποστρεψαι
παντας τους πολεμιους παρεσκευασμενους παρερχεσθαι . δευτερον δυνασαι τον λογον ἀποστρεψαι προς τον πλουσιον , και εἰπειν αὐτο ὑπερ ἐμου
της ἠπειρου ἐρχομενοι ποταμοι ἠπειρον αὐτην ποιησωσι , δεηθηναι Ποσειδωνος ἀποστρεψαι τα των ποταμων ῥευματα : ἐπισχεθεντων οὐν τουτων ἀντι
9999952 Συρακουσιοις
και λεγουσιν ἀλλο παραδειγμα : ἀναγομενων Ἀθηναιων ἀπο Κερκυρας ἀπαγγελλει Συρακουσιοις ὁ Ἑρμοκρατης την ἀφιξιν : ἰδου γαρ ἐνταυθα φασιν
ἐπιβαινοντες οὐδε τας κεφαλας ἐπι τοις ὠμοις φεροντες . Κορινθιοι Συρακουσιοις βοηθειαν πεμποντες , μαθοντες εἰκοσι ναυς Ἀττικας περι Ναυπακτον
9999952 ἀκαταστατησει
πολυφιλος , ὀξυς , μισοπονηρος , ἀσελγης , εὐμεταβλητος , ἀκαταστατησει δε κατα γυναικα και ὑστερον εὐνοηθησεται ὑπ ' αὐτης
πιστευθησεται και ὑπο ὀχλου δοξαν ληψεται και νομοις ὑπηρετησει , ἀκαταστατησει δε ἐν τοις κατα γυναικα και ἐπι τοις τεκνοις
9999952 συγχωρησαι
εἰναι κατω της γης πραεις προς τον Δαρειον , ὡστε συγχωρησαι αὐτον προς ἡμας ἐλθειν . ἀλλ ' , ὠ
ἀλλων παντων ἐπι τας ναυς ὁρμωντων , ὁ Νικιας ἠναγκασθη συγχωρησαι περι της εἰς οἰκον ἀναγωγης . ὁμογνωμονων δε ὀντων
9999952 συνεστησατο
τῃ ἑπταχορδῳ λυρᾳ την ὀγδοην Πυθαγορας προσθεις την δια πασων συνεστησατο ἁρμονιαν . Πως οἱ ἀριθμητικοι των φθογγων λογοι εὑρεθησαν
προτεραν και πρεσβυτεραν ψυχην σωματος ὡς δεσποτιν και ἀρξουσαν ἀρξομενου συνεστησατο ἐκ τωνδε τε και τοιῳδε τροπῳ . της ἀμεριστου
9999952 πτερα
δεδοικε τα ὀρνεα και καταπτησσει φανεντος , ἀλλα και τα πτερα ἐκεινου ἐαν τις τοις των ἀλλων συναναμιξῃ , τα
αὐχενα και περικυρτωσασα και θριξι μεν ἁπασαις φριξασα , τα πτερα δε τειχος ὀχυρον τοις ἀπτεροις χαλασασα και ταυτῃ τον
9999952 ἀνεπαυοντο
τους χορους και τας ᾠδας και τας θυσιας οἱ ἀνδρες ἀνεπαυοντο ἐν τοις οἰκοις ἀμεριμνοι , ὡς ἀναπλευσαντων των Ἑλληνων
ἀντειχον οἱ Ἀθηναιοι , ἐπειτα προελθοντες πεντε ἠ ἑξ σταδιους ἀνεπαυοντο ἐν τῳ πεδιῳ : ἀνεχωρησαν δε και οἱ Συρακοσιοι
9999951 εὐφροσυναις
. θυμον ἀλδαινουσαν ] την ψυχην αὐξουσαν . . ἐν εὐφροσυναις ] ἁς ἐχω εἰς τους θεους τιμαις . .
μηδεν περι της αὑτου τελευτης εὐλαβηθεις , ἀλλα ταις ἀρχαιαις εὐφροσυναις νεας ἑτερας προσειληφως οὐ μονον δια μνημην των προτερον
9999951 Ἀδωνιδος
Βυβλος , το του Κινυρου βασιλειον , ἱερα ἐστι του Ἀδωνιδος , ἡν τυραννουμενην ἠλευθερωσε Πομπηιος πελεκισας ἐκεινον : κειται
ἀφανισθηναι ἐξ ἀνθρωπων οὐδεν δοκει πραξαι λαμπρον : περι δε Ἀδωνιδος ἠ Ἰασιωνος ἠ των ὁμοιων , ὁσοι περιττης δοξης
9999951 θεραπαινης
ἐλθειν και βοηθησαι σοι . μαλλον δε ἁρμοζει ὑπο της θεραπαινης τα δυο ταυτα ἰαμβεια λεγεσθαι : πυνθανεται γαρ της
βουληται συνοικιειν : ὁπερ οὐδεις πωποτε κατεκριθη παθειν , ἀντι θεραπαινης , και ταυτης αἰχμαλωτου , μηδεν παθουσης , [
9999951 λευκοι
ὀρος . ὀρεσφι : και τοις ὀρεσιν . Ἀργυρεοι : λευκοι , καθαροι παρα το ἀργον , ὁ σημαινει το
θερμοτατοι δ ' οἱ κιρροι , ὑγροτατοι δ ' οἱ λευκοι . τα δε σιραια θερμαινει μεν ἡσσον , ξηραινει
9999951 φευγουσαν
ἐπλεο κιρρος , Τυνδαρεην ? μεθεπεις , ἀλλ ' οὐ φευγουσαν , ἀκοιτιν . ὀψεαι και μετα ? ? ταυτα
μη διαλειπειν αὐτην ὁτε μεν διωκουσαν τον ἡλιον ὁτε δε φευγουσαν , εἰτα ἐν τῳ ζῳδιακῳ μετερχομενην ζῳδια και ταχεως
9999951 φιλουσα
χοροισι την κυνητινδ ' , ὡσπερ εἰκος , τους καλους φιλουσα . ἡ δ ' ἀκινητινδα ἁμιλλαν του ἀκινητι μενειν
. . , : φιλομειδης : ἐπιθετον Ἀφροδιτης , ἡ φιλουσα τα μειδιαματα , ἐξ οὑ την ἱλαραν σημαινει .
9999950 ναρδινον
ἀλοιφη μεν οὐν ἐϲτω πηγανινον ἠ δαφνινον ἠ ἰρινον ἠ ναρδινον ἠ και του βαλϲαμου ὁ ὀποϲ , και μαλιϲτα
και ϲπλαγχνοιϲ ἐκλελυμενοιϲ ἁρμοττει : τοιαυτα δε ἐϲτι μαϲτιχινον , ναρδινον , γλευκινον , τονωτικωτερον δε το δια του ὀμφακιου
9999950 ἀγανακτησιν
και ἀντιθεσις κινηθησεται : ὡς δεος μη τῳ δαιμονιῳ κινησωμεν ἀγανακτησιν , τιμωντες ὁν τιμασθαι τῃ συμφορᾳ κεκωλυκεν : βαρυνομενος
μη τοις ὁμοιοις ἡμων της κακιας ὑπολισθαινοντες πλημμελημασι την θειαν ἀγανακτησιν ἐφ ' ἑαυτους ἐπισπωνται . οὐδε γαρ ἀλλου τινος
9999950 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999950 ἀδιαφορως
. . . . ἑτερον ] παρατηρησαι ὁτι οἱ Ἀττικοι ἀδιαφορως λεγουσι το ἑτερον οὐ μονον ἐπι δυο , ἀλλα
ἐλαττων ἀποφατικη γενηται : εἰ δε καταφατικον το συμπερασμα , ἀδιαφορως προστιθεται . εἰ δε ἀπο του πρωτου εἰς το
9999950 προσεκτησατο
ἐχων φρενας . ὁ Ἀρταφερνης ἐξ ἐτυμολογιας . Κυρος πρωτος προσεκτησατο Περσαις την ἀρχην Μηδων ἀφελομενος . Κυρου υἱος Καμβυσης
σημεια της ἀλλοεθνιας . ἠσαν δ ' οὐν διωρισμενοι , προσεκτησατο δ ' αὐτους Ἀριαραθης ὁ πρωτος προσαγορευθεις Καππαδοκων βασιλευς
9999950 ἀκαθαρτους
μεν τας καθαρας ἐπι τον ὑψιστον , τας δ ' ἀκαθαρτους μητ ' ἐκειναις πελαζειν μητ ' ἀλληλαις , δεισθαι
και μαλιστα θελει βαινειν ὁ ἱππος ἐπι τας ἀψηκτους και ἀκαθαρτους και ῥυπαρας . κυει δε δεκα μηνας : τῳ
9999950 ἀναγινωσκουσι
[ ] την ? Ἀφροδιτην Θεων [ και Τυραννιων ] ἀναγινωσκουσι [ χρυσω ] κατα γενικην , ἱν ' ἠι
των πλεοναζοντων ὑγρων ποιειται τας ἐκκρισεις , τοις μεν συντονωτερον ἀναγινωσκουσι μαλλον και δι ' ἱδρωτων , τοις δ '
9999950 Ἀλεξανδρος
παγων των τραχεων ἀκρωτηριων . * γρουνος : γρουνος ὁ Ἀλεξανδρος ἀρχαιαν δε ἐριν λεγει την ἀπο Ἰους των βʹ
τινος λυσιῳδου γυναικος ἐχαρισατο αὐτῃ . ἀκουσας δ ' ὁ Ἀλεξανδρος και συναγων φιλοσοφων και ἐπισημων ἀνδρων συμποσιον ἐκαλεσε και
9999950 μικροτεροι
μεγαλωϲ ὁ ἐγκεφαλοϲ ἀντιπραξειεν . Ψυχροτεραϲ καρδιαϲ γνωριϲματα . Ϲφυγμοι μικροτεροι των ϲυμμετρων , οὐ μην βραδυτεροι γε ἐξ ἀναγκηϲ
πελιδνοτερον , οὑϲτιναϲ καλουϲι μολιβδοχρωταϲ . οἱ ϲφυγμοι δε παντων μικροτεροι τε εἰϲι ἠ κατα λογον τηϲ θερμηϲ ἀμυδροτεροι τε
9999950 τεταμενη
λουτρα τα μεν τετελεσμενα , τα δε ἀνιοντα , στοα τεταμενη τε εἰς μηκος και εἰς ὡραν ἀνθουσα τοσουτον ἐχουσα
δε ἀπορραγεν τουτο ὀφρυς ἠν ὡρας εἱνεκα ὑπερ της θυρας τεταμενη λιθου του στιλβοντος ἐγκειμενου τῳ μη τοιουτῳ : ὁν
9999950 πικροτητος
ὡστε ὑπολειπεσθαι το γεωδες αὐτων της οὐσιας , ὁ χωρις πικροτητος ἐπιφανους ἐδεσμα ξηραντικον γινεται . Λιπαρον ἐστι το των
συγκεραννυμενου χλοωδες : ἐτι δε συμμειγνυται ξανθον χρωμα μετα της πικροτητος , ὁταν νεα συντακῃ σαρξ ὑπο του περι την
9999950 δριμειαν
ϲπερμα ξηραινει και θερμαινει κατα την τριτην που ταξιν και δριμειαν δε μετριωϲ ἐχει την ποιοτητα . ταυτα τοι και
προϊεται δια τριτης ἡμερας ἐσφαιρωμενον : προϊεται δε και φυσαν δριμειαν και οὐρον ὀσμην ἐχον σαπραν . γινονται δε οἱ
9999950 θυγατριδους
ὁτι κατα διαλυσιν ἐγενοντο , οἱον ἀπο του ἀδελφιδους και θυγατριδους το ἀδελφιδεος και θυγατριδεος κατα διαλυσιν της ου διφθογγου
Τα εἰς ΟΥΣ πολυσυλλαβα ἁπλα μεν ὀντα περισπαται : ἀδελφιδους θυγατριδους διπλους τριπλους , πλην του ὀδους . τα δε
9999950 ἀναπληρωσαι
των ἐπιτεταγμενων ἐγκαθιστωνται αὐτοις ἀλλοι ἐπ ' εὐθειας , ὡς ἀναπληρωσαι το προσθεν ἀπολειπομενον κενον της φαλαγγος : προσταξιν δε
εὐπορωτερων ταλαιπωροτερον ἐπι την του βιου κτησιν ὡρμηνται το ἐλλειπον ἀναπληρωσαι της τυχης σπευδοντες , οὑτως , οἱς μη παρεστι
9999950 συγχωρησας
αὐτοις προσενεχθηναι . ὁ δε βασιλευς ἐπαινεσας τους ἀνδρας και συγχωρησας την εἰρηνην δωρεαις τε μεγαλαις και τιμαις ἡρωικαις ὑπο
υἱοις οἱ πατερες συναγωνιουμενους ἐν τοις γυμνασιοις . ὁ δε συγχωρησας τουτο Λυκουργος τοις ἐμμεινασι τῃ των παιδων ἀγωγῃ πολιτειας
9999950 ἡντινουν
παντων ἐχειν ψηφιζεσθαι , οὐδ ' οὑτως ἀν ἠν παρακρουσιν ἡντινουν ὑφορασθαι , δια το τον δημον των Ἀθηναιων των
ἀνθρωπων βοσκηματος ὁτουουν : ἀποδειξιν δε και ἀναγκην οὐδ ' ἡντινουν λεγετε ἀλλα τῳ εἰκοτι χρησθε , ᾡ εἰ ἐθελοι
9999950 ἐπεκρατησεν
προς τας μηχανας ὑπηντησεν . ὀφειληται ] χρεωστηται . οὐδετερον ἐπεκρατησεν . ἐχεις ἐπιτηδειοτητα εἰς το λεγειν . λεγειν μεν
ἐν δευτερῳ προσωπῳ διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐπεκρατησεν ἡ οι διφθογγος ἐκθλιβεντος του υ . τυπτει :
9999950 παραπετασμα
τοσουτονι . ὀξυγλυκειαν τἀρα κοκκιεις ῥοαν . [ το ] παραπετασμα , το Κυπριον , το ποικιλον . ἐνταυθα δη
πλουσιαν : τα δε χρηματα ταυτ ' ἐστιν ὀψις , παραπετασμα του βιου . Κἀν μυριων γης κυριευῃς πηχεων ,
9999950 καλεισθω
ἰσοπλευρον οὐτε ὀρθογωνιον , τα δε παρα ταυτα τετραπλευρα τραπεζια καλεισθω . Την των τετραπλευρων διαιρεσιν εἰς δυο ποιεισθαι χρη
ἑκουσια , τα δε οὐτε ἑκουσια οὐτε ἀκουσια , ἀλλα καλεισθω οὐχ ἑκουσια . και ἀκουσια μεν ὁσα ποιησαντες λυπουμεθα
9999950 διεχουσα
δε το μεγιστον δυειν σταδιων , ἐλαχιστον τετταρων πλεθρων , διεχουσα της ἑκατερωθεν του αὐχενος ἠπειρου σταδιους ἑξηκοντα , ἀμμωδης
μεταξυ του τε ἐπινειου αὐτης μαλιστα και της Μαραθου , διεχουσα της γης σταδιους εἰκοσιν . ἐστι δε πετρα περικλυστος
9999950 βαρεως
] ὑδατος . , ὑετου . βαρειαι ] ἀντι του βαρεως , σφοδρως οὐσαι , μετα βαρους , φορτικαι .
λογικων ζῳων των ἐν σωματι . και πως ] οὐ βαρεως ἀλγοιην ἀν . φρουδα τα χρηματα ] δια τον
9999950 κατεπαυσεν
μεγα μετα του Σ ἐπι της αἰδους κἀνταυθα την διδασκαλιαν κατεπαυσεν . Καιτοι ἐνεδεχετο και περι των εἰς ψ ληγοντων
μεγιστῳ ἐπαινῳ λελεκται το αἰψα τε και μεγα νεικος ἐπισταμενως κατεπαυσεν . Τι οὐν ; οὐ λιαν ἐστι νυν ἀσφαλες
9999950 θελοι
κατ ' ἰδιαν κεκτημενον κηρυκα κηρυττοντα τε ἑκαστον αὐτων ὁτε θελοι νουμηνιαν σχεδον τε τους κηρυκας ἐν τῳ χωριῳ ὀντας
εἰ σοι λιπαρουντι μεν τυχειν μηδεν διδοιη μηδ ' ἐπαρκεσαι θελοι , πληρη δ ' ἐχοντι θυμον ὡν χρῃζοις ,
9999950 ἀγγελιαν
Μακεδονιαν καταφευγουσι παρα Ἀλεξανδρον , ᾡ Μαρδονιος ὁ Γωβρυου την ἀγγελιαν ἐπιστευσεν ἐς Ἀθηναιους ἀπαγγειλαι : ὁ δε ἀλλος δημος
ἡ δε διανοια : προς την των εὐ πρασσοντων φιλων ἀγγελιαν ἐχαρησαν οἱ ἀγαθοι . ἠ οὑτω : την δε
9999949 ἐκληπτεον
ὡς παντα γ ' ἐστ ' ἐκεινα ] το ὡς ἐκληπτεον ἀντι του ὁτι και ἀντι του λιαν . παντα
κατα το δικαιον γινωνται , κατα το ἀναλογον την ἰσοτητα ἐκληπτεον : ὁ γαρ σκυτοτομος τῳ οἰκοδομῳ ὑποδημα δωσει ,
9999949 Συρακουσαι
Ἀλεξανδρειας προς δυσεις ὡρᾳ α ∠ ʹιε : αἱ δε Συρακουσαι την μεγιστην ἡμεραν ἐχουσιν ὡρων ιδ ∠ ʹη ,
δε Κατανη πολις , ὑπερ δε ὀρος Αἰτνη . . Συρακουσαι : πολις Σικελιας μεγιστη , ὡς Ἑκαταιος Εὐρωπηι .
9999949 συνετελεσεν
την εὐτυχιαν ἐπιεικως προσεφερετο τοις ὑποτεταγμενοις : ὁτε δη και συνετελεσεν ἰδιον τι περι τους λῃστας , οὐτε θανατωσας τους
διο και τελευτησαντος αὐτου την ἐκφοραν κατα την ἐπαγγελιαν αὐτου συνετελεσεν ὁ διαδεξαμενος την βασιλειαν . ἐταφη δ ' αὐτου
9999949 πορφυρουν
τους ἀνθρωπους μολις ἀντεχειν . Κροισῳ μεν οὐν ταχυ στεγασμα πορφυρουν ὑπερετεινον : τοις δε ἀνθρωποις τα μεν ὑπο ζοφου
μιτρα , ζωνη . Ζυγαις . καθεδραις . Ζωνη . πορφυρουν ἐνδυμα . Ζακορος . νεωκορος , ἱερευς . Ἡμεκτεων
9999949 φαυλοτεροι
ἰοβολου . Καππαδοκαι φαυλοι μεν ἀει , ζωνης δε τυχοντες φαυλοτεροι , κερδους δ ' εἱνεκα φαυλοτατοι . ἠν δ
ἀκολαστος εὐμαθης : κρεισσων ἰδιωτης δικαιος ἠ ἀρχων ἀδικος . φαυλοτεροι : ἀντι του ἀμαθεστεροι προς τους ξυνετωτερους : συγκρινομενοι
9999949 κατελυσεν
Σερτωριον ὑστερον διαφθειραντες , ὑστατους δε Κανταβρους , οὑς [ κατελυσεν ] ὁ Σεβαστος Καισαρ : την [ τε ]
εὐβατος ἐστι περασθαι . . Ὑβρισε τας ἀρουρας , ἠτοι κατελυσεν και ἠρημωσεν . ἀφυβρισε δε πελαγος παρα Συνεσιῳ ,
9999949 διεσωσαν
ἁμα δ ' ἐγκαλουντες αὐτοις ὁτι Δουκετιον ὀντα κοινον πολεμιον διεσωσαν ἀνευ της Ἀκραγαντινων γνωμης , πολεμον ἐξηνεγκαν τοις Συρακοσιοις
τον Ἀναπιαν , οἱ τους γονεας ἐπι των ὠμων ἀραμενοι διεσωσαν ἐπιφερομενου του κακου . ὁταν δ ' , ὁ
9999949 ἐπανηκεν
οἱ μεν ἑαυτων ἐγενοντο οἱ παραφρονησαντες , ὁ δε ἀρχων ἐπανηκεν , ὁ δεσμος δε ἠν παρα τους νομους ,
ἐφυγεν , συνῳκισεν αὐτην ὁ πατηρ ἑτερῳ , μετα τουτο ἐπανηκεν ὁ την φθοραν ἐργασαμενος , και ὁ πατηρ ἀξιοι
9999949 κυουσαν
δεησεως την πτηνην και μεταρσιον ἀρετην Σεπφωραν Μωυσης λαβων εὑρισκει κυουσαν ἐξ οὐδενος θνητου το παραπαν . ταυτα , ὠ
τῃ Ὀρχομενου μιγεις , ὠσεν αὐτην εἰς την γην ἠδη κυουσαν , δεδιως την της Ἡρας ζηλοτυπιαν . Ἐκεινης δε
9999949 ὀλιγαρχιας
τοις ἀλλοις πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας
φανερον . μεμνηται γαρ ἐν αὐτῳ ὁ λεγων της κατασχουσης ὀλιγαρχιας . Κατα Τιμοκρατους εἰσαγγελτικος δημου καταλυσεως : ἐργα ποιεις
9999949 ἀλωπεκιαν
ῥινην . Δωριων δ ' ἐν τῳ περι ἰχθυων τον ἀλωπεκιαν μιαν ἐχειν φησι λοφιαν προς τῳ οὐραιῳ , ἐπι
συμβαιη την κεφαλην φλεγματος αὐτην ὑποδραμοντος ἀπορρυηναι τας τριχας , ἀλωπεκιαν τουτο καλουμεν . ἰαται δε ὁμως αὐτο το ἐκεινης
9999949 διπλασιονα
ἡγεμονες ἀθροοι ἐμπιπτουσι τοις πολεμιοις . ἀρισται δε εἰσιν αἱ διπλασιονα τον ἀριθμον ἐν τῳ μηκει ἠπερ ἐν τῳ βαθει
ΕΚΖ . εἰχε δε και το ΕΒΖ προς το ΕΚΖ διπλασιονα λογον ἠπερ το ΓΑΔ προς το ΕΚΖ : ὡς
9999949 συντιθεμενη
: ἑν γαρ ἐχειν ὀφειλει , ἀπο της ἐν προθεσεως συντιθεμενη και του ἐπω : ὡς συλλαβη δε κειται ἐν
ἀριθμον ἀποτελουσιν ἠπερ συντιθεμενοι ἑαυτοις , ἡ δε δυας και συντιθεμενη και πολυπλασιαζομενη τον αὐτον ἀριθμον ἀποτελει : δις γαρ
9999949 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999949 συνεπιμεριζει
και βιαιῳ θανατῳ περιπεσειται ἠ φονῳ αἰσχρῳ . εἰ δε συνεπιμεριζει τῳ Ἀρει ὁ Ζευς και ὑπαρχει ὁ Ἀρης ἀκακωτος
ἐν τῳ καιρῳ καθ ' ὁν ὁ κακοποιος ἐπιμεριζει ἠ συνεπιμεριζει . εἰ δε ὁ κυριος του κληρου του κατα
9999949 τελευτωσαν
ὁμως ἐτεσιν ἀντεσχε πολεμῳ τοσῳδε και λιμῳ , τοτε ἀρδην τελευτωσαν ἐς πανωλεθριαν ἐσχατην , λεγεται μεν δακρυσαι και φανερος
μηκος δ ' ἐκτεταμενα ὁσον τριακοσιων σταδιων και ποιουντα ῥαχιν τελευτωσαν πως ἐπι τα στενα . ἐν μεσῳ δ '
9999949 εὐφροσυνας
ἐαν δε ἡ Ἀφροδιτη δια φιλικας προφασεις ἠ ἑταιρειας ἠ εὐφροσυνας ἠ γυναικας , ἐαν δε ὁ Ἑρμης δια πανουργιας
παθειν . οὐ γαρ ἐπιστανται κατεχειν κορον , οὐδε παρουσας εὐφροσυνας κοσμειν δαιτος ἐν ἡσυχιῃ . . . . .
9999949 δακρυοντα
ἀποδακρυσας : οὐ σημαινει το δακρυσαι , ἀλλα το παυσασθαι δακρυοντα , ὡς το ἀπολοφυρεσθαι και τα ὁμοια . ἀποδειξαι
ἰδων εἰς τον Δαφνιν και ὁρων αὐτον χλωριωντα και κρυφα δακρυοντα ταχεως ἐφωρασε τον ἐρωτα : και ὡς ὑπερ παιδος

Back