ἐπιδεχομενον , δια των καθ ' ἑκαστα και καθολου τῳ ὁριστῳ τον ὁρισμον ὑπαρχειν δεικνυομεν , πρωτον μεν τουτο ἀδυνατον
ὁρος : και γαρ ὁ ὁρος συνειρει και συναπτει τῳ ὁριστῳ τα ἰδια αὐτου . ὁ μεντοι Ἡρωδιανος ἀπο του
9999965 ἀπιστῳ
μαλλον γιγνεσθαι αὐτῳ ἠ προτερον δια την ἀρχην φθονερῳ , ἀπιστῳ , ἀδικῳ , ἀφιλῳ , ἀνοσιῳ και πασης κακιας
νουν ἐχοντι , εἰ δε μη ἀναγκαιον εἰναι ἐκδουναι αὑτον ἀπιστῳ δυσκολῳ φθονερῳ , βλαβερῳ μεν προς οὐσιαν , βλαβερῳ
9999962 λαμβανοιτο
ἐν πλειοσι και ἐν ἐλαττοσιν ἐνιαυτοις της αὐτης θεωρεισθαι : λαμβανοιτο δ ' ἀν ἐγγιστα ἀκριβως ἡ τοιαυτη ἀποκαταστασις ,
τον λογον , εἰτε ἀμφω του ὑποκειμενου κατα συμβεβηκος κατηγορουμενα λαμβανοιτο εἰτε το μεν ἑτερον του ὑποκειμενου και ἐν ᾡ
9999961 τεσσαρεσκαιδεκατην
, τοιαυτα οὐρει , οἱα κἀγω εἰδον . Περι δε τεσσαρεσκαιδεκατην ἐουσῃ , παλμοι δι ' ὁλου του σωματος :
: ἠν δ ' ἑβδομαιος ἐων πυρετηνῃ , ἐς την τεσσαρεσκαιδεκατην ἠ ἑπτακαιδεκατην : ἠν δε τῃ ἑνδεκατῃ ἀρξηται πυρεταινειν
9999961 τεσσαρες
ὁλως το κακον και το ἀγαθον . οὑτοι δε οἱ τεσσαρες τροποι εἰς δυο ἀναφερονται τους καθολικωτατους , και τουτων
εὐνης . ἀμφιπολοι δ ' ἀρα τειος ἐνι μεγαροισι πενοντο τεσσαρες , αἱ οἱ δωμα κατα δρηστειραι ἐασι . γινονται
9999960 βουλευτηρια
, βασιλευ : τουτο γαρ , τουτο ἐστιν ὁ τα βουλευτηρια κεκενωκε μαλιστα . ἰσως μεν γαρ τι και ἀλλο
ἁρμονιαν ἀπταιστον : ἀλλα πολιτικης και της περι δημους και βουλευτηρια παρασκευης ἡκεις ἐνδεης ὠν ; συ μεν και πεφωρακας
9999960 Πελοποννησιων
διηγουμενον πραγματα ἀρκουντως εἰπειν ὁ πολεμος οὑτος : ὁ των Πελοποννησιων ʃ λειπει το τοινυν : και ὁ πολεμος τοινυν
μυριασι δε ἑξ στρατιας των πολεμιων εἰσβεβληκοτων , και τουτων Πελοποννησιων , οὐδε γαρ τουτο φαυλον εἰς προσθηκην , ἀνθρωπων
9999958 φοβερωτερα
μικρον ἀναγκαζονται καταφρονειν : οὑτως ἐνιοτε τα πρωτα και ἀρχομενα φοβερωτερα των χρονιζομενων εἰναι δοκει . διο πολλακις ἠδη τινες
ὑπηρετουντας του Παυσανιου και μαλλον το μηδενα ἀπονοστησαι των πεμπομενων φοβερωτερα μηνυσις ἐγενετο τοις μηπω ἀπεσταλμενοις . και ἐπει το
9999958 ἀπεφηναντο
ἡ ψυχη εἰναι και γνωστικον οὑτως , ἐνιοι ἐξ ἀμφοιν ἀπεφηναντο την ψυχην ἀριθμον κινουνθ ' ἑαυτον . διαφερονται δε
οἱ μεν εὑρηκεναι το ἀληθες ἐφασαν , οἱ δ ' ἀπεφηναντο μη δυνατον εἰναι τουτο καταληφθηναι , οἱ δε ἐτι
9999957 Αἰθιοπων
. το ἐθνικον Μερμησσιος και Μερμησσευς . Μεροη , πολις Αἰθιοπων . Ἡροδοτος δευτερᾳ . ἀπο Μεροης . ἐστι και
και Φοινικων θεοτευκτων . Τῳ δ ' ὑπο Θρηικιων και Αἰθιοπων κλιμα κειται . Τῳ δ ' ὑποκειθ ' Ἑλλας
9999957 Καρχηδονιων
Καρχηδονα . , . . ) Ὑπηρχον γαρ οἱ μετα Καρχηδονιων στρατευσαμενοι Ἰβηρες , Κελτοι , Βαλεαρεις , Λιβυες ,
τῃ ἀποικιᾳ την πολιν διεγραφον , ἐνθα ποτε ἠν ἡ Καρχηδονιων , οὐδεν φροντισαντες , ὁτι Σκιπιων αὐτην , ὁτε
9999957 Ὀλυμπιονικην
των Ἑλλανοδικων τον ἀγωνα θεασασθαι , παρελθουσα ἐδικαιολογησατο πατερα μεν Ὀλυμπιονικην ἐχειν και τρεις ἀδελφους και αὐτη παιδα Ὀλυμπιων ἀγωνιστην
, ἠγουν την συνηθειαν , τιμα και τον ἀνδρα τον Ὀλυμπιονικην , τον εὑροντα ἀρετην , ἀντι του εὐφημιαν ἑνεκα
9999955 εἰλικρινως
ἐπικρατειαν προηγεισθαι της κατ ' εἰλικρινειαν . ἱνα γαρ τι εἰλικρινως κινηθῃ , τουτεστιν ὁλον δι ' ὁλου , προτερον
μεταξυ που κυλινδειται του τε μη ὀντος και του ὀντος εἰλικρινως . Ηὑρηκαμεν . Προωμολογησαμεν δε γε , εἰ τι
9999955 αἰσθανομεθα
τα ἀλλα ὁσα ζῳου παθη εἰρηται . Ἀλλα πως ἡμεις αἰσθανομεθα ; Ἠ , ὁτι οὐκ ἀπηλλαγημεν του τοιουτου ζῳου
ἐν αὐτῳ διαφορας , τουτο ἀνωθεν ἀναλαβοντες ἀκριβεστερον ἐπισκεψομεθα . αἰσθανομεθα τοινυν οὐ μονον το λευκον του μελανος διαφερον ,
9999955 Πελοποννησιακων
προτερου , ὁς ἐπεκληθη Μελικερτης . γεγονε δε προ των Πελοποννησιακων : και γεγραφε Γενεαλογιαν ἐν βιβλιοις τρισιν : Εὑρηματα
, ὡς το σαν . Καλλιστρατος δε Σαμιος ἐπι των Πελοποννησιακων μετηνεγκε την γραμματικην και παρεδωκεν Ἀθηναιοις ἐπι ἀρχοντος Εὐκλειδου
9999954 Ἀρχιλοχου
τους κηρυκας . περι δε της σκυταλης και ἐν τοις Ἀρχιλοχου ὑπομνημασιν εἰρηται : ἀχνυμενη σκυταλη . . . .
οὑ και τον Πινδαρον μνημονευειν δια τουτων : το μεν Ἀρχιλοχου μελος φωναεν , και τα ἑξης . μεταβαντος οὐν
9999954 βουλοιτο
πολλα ; εἰ μη ἀρα και τας στιγμας μοναδας εἰναι βουλοιτο και τετραχως αὐτων ὁρωμενων ἐκ πασων αὐτων ἀριθμους πλεκοι
ὁ σκοπος , ἀλλα μεταχωρειν δυναμενος : τις ἀν οὐν βουλοιτο εἰκῃ πλειονα ἐκβαλλειν βελη ; και γαρ το λεγομενον
9999954 κρατιστῳ
των βαρυτερων ἀθλων , εἰ ὁ στεφανος ἐδιδοτο μη τῳ κρατιστῳ , ἀλλα τῳ διαπραξαμενῳ ; οὐδεις ἀν ποτ '
ἡ τοτε ἠν του Οὐολουσκων ἐθνους ἐπιφανεστατη τε κἀν τῳ κρατιστῳ μαλιστα τοπῳ κειμενη . στρατοπεδευσας δε πλησιον της πολεως
9999954 Κλεαρχου
τετρακοσιους και χιλιους , πελτασται δε εἰς ἑπτακοσιους , οἱ Κλεαρχου Θρᾳκες , Ξενοφωντι δε ὁπλιται μεν εἰς ἑπτακοσιους και
στρατηγου δεκα εἰς τον Ἑλλησποντον διασωθεισαι , Βυζαντιον ἀφιστασι μετα Κλεαρχου : οὐσαι . ἠρχεν : του στολου του λοιπου
9999954 χρησομεθα
τηλεως καθεψομενων . ἐπι δε σκληριας χωρις φλεγμονης τοις αὐτοις χρησομεθα τοις ἐπι των διαφορησεως δεομενων . ψυχει δε και
. των μεν δη ἐς το θειον ἡκοντων τοις εἰρημενοις χρησομεθα : Μαντινεων δε ἡ πολις σταδιους μαλιστα που δωδεκα
9999954 κολοκυντην
αὐτα λαμβανειν ἑφθα μαλλον . Ἀττικοι δε μονως καλουσιν αὐτην κολοκυντην . Ἑρμιππος : την κεφαλην ὁσην ἐχει : ὁσην
Οἱ οὐν διαφυγοντες ἐλεγον τουτο . Ἠ κρινον , ἠ κολοκυντην : το της κολοκυντης ἀνθος καλειται κρινον . Ἐταττον
9999954 ἀπελογειτο
ἐπι σφισι της αἰτιας . ἐπειδη δ ' οὐδεις οὐκετι ἀπελογειτο , ἀνεδωκαν οἱ δημαρχοι την ψηφον ταις φυλαις τιμημα
ταραχης εἰς την αὐλην , ὁ βασιλευς μεταπεμψαμενος τον ἀδελφον ἀπελογειτο μετα δακρυων , μη πιστευειν τῳ την βασιλειαν ἐπιχειρουντι
9999953 διαιρετικῃ
ἐλαττονα κατα γενος ἐστι τα ζητουμενα , ἠδη δεικνυσι τῃ διαιρετικῃ μεθοδῳ χρωμενος . τι δε τουτων ἑκαστον δηλοι ,
την των ζητουμενων τοις ἀλλοις ζητημασιν εὑρεσιν , οἱον τυχον διαιρετικῃ ἠ ἀναλυτικῃ το εἰναι εὑρισκουσαις και τι εἰναι ,
9999953 κατεσκευαζετο
εἰωθοτας μισθους , και παρα των συμμαχων βοηθειαν μετεπεμψατο : κατεσκευαζετο δε και ὁπλων πληθος και νομισμα κατεκοψε χρυσουν τε
ὁ δε Στρατων μετ ' αὐλητριδων και ψαλτριων και κιθαριστριων κατεσκευαζετο τας συνουσιας . και μετεπεμπετο πολλας μεν ἑταιρας ἐκ
9999953 ἐμησατο
μιν ἐξαπατησε Προμηθευς ἀγκυλομητης : τοὐνεκ ' ἀρ ' ἀνθρωποισιν ἐμησατο κηδεα λυγρα , κρυψε δε πυρ : το μεν
κατ ' ἀλλοθροους ἀνθρωπους : τοφρα δε ταυτ ' Αἰγισθος ἐμησατο οἰκοθι λυγρα , κτεινας Ἀτρεϊδην , δεδμητο δε λαος
9999953 ἀγημα
ἐκπληξις : πηγη . θραυσις . κλαυσις . ἀπωλεια . ἀγημα : το προιον του βασιλεως ταγμα ἐλεφαντων και ἱππων
δε τους καλουμενους ἑταιρους ἐννακοσιους και το Πευκεστου και Ἀντιγενους ἀγημα , τριακοσιους ἐχον ἱππεις μιᾳ περιειλημμενους εἰλῃ , ἐπ
9999953 συνεβουλευσε
εἰς τοὐναντιον . Ὁτι Δαρειος μελλων νυκτωρ τοις πολεμιοις ἐπιθεσθαι συνεβουλευσε το τιαροδεσμιον , ὁ της κεφαλης ὀπιθεν ἀποσφιγγει την
οὐτε την κατηγοριαν Φιλιππου , ἀλλα της πολεως το συμφερον συνεβουλευσε , καλως ἀν τον λογον εἰποιμεν εἰδους εἰναι συμβουλευτικου
9999953 δωδεκαεδρου
πολυεδροτερον ἀει και μειζον . οἱον το μεν εἰκοσαεδρον του δωδεκαεδρου , το δε δωδεκαεδρον του ὀκταεδρου , και ὁμοιως
ὑπο δε Ἀπολλωνιου ἐν τῃ δευτερᾳ ἐκδοσει της συγκρισεως του δωδεκαεδρου προς το εἰκοσαεδρον , ὁτι ἐστιν ὡς ἡ του
9999953 ἀγορησατο
και προσθεν ἀριστη φαινετο βουλη : ὁ σφιν ἐϋ φρονεων ἀγορησατο και μετεειπεν : ἰσχεσθ ' , Ἀργειοι , μη
ἠγερθεν ὁμηγερεες τ ' ἐγενοντο , τοισιν δ ' Ἀλκινοος ἀγορησατο και μετεειπε : “ κεκλυτε , Φαιηκων ἡγητορες ἠδε
9999953 ἀποκατεστησε
τοις Ἀκραγαντινοις μετα των ἀλλων των διαμειναντων παρα τοις Καρχηδονιοις ἀποκατεστησε τον ταυρον , ὁς και τωνδε των ἱστοριων γραφομενων
ὀλιγαρχιαν ἐν τῃ πολει , τῳ μεν δημῳ την ἐλευθεριαν ἀποκατεστησε , παρα δε των ἁψαμενων της ὀλιγαρχιας χρηματων πληθος
9999953 ἀπεδυσατο
ὁτι προσταξαντος αὐτου ἐν τοις ὁπλοις συνεχειν ἑαυτον ὁ δε ἀπεδυσατο : ἠλπισε γαρ δια της κολακειας και ὑποδρομης χειρωσασθαι
ἠλθεν αὐχμου και τριβωνος και ἐς τα του Ἀπολλωνιου ἠθη ἀπεδυσατο . Ἐπιπληξαι δε λεγεται περι Διονυσιων Ἀθηναιοις , ἁ
9999953 τριπλασιονι
ηʹ ιϚʹ λβʹ ξδʹ . ἀπο μοναδος ζʹ ἀριθμοι ἐν τριπλασιονι λογῳ προσαυξηθεντες ποιουσι τετραγωνον και κυβον τον ψκθʹ ,
τα τριγωνα εὑρεθησονται ἐν τετραπλασιονι , εἰ δε ἐκειναι ἐν τριπλασιονι , ταυτα ἐν ἑξαπλασιονι και καθεξης ὁμοιως . Ἀντιστρεφει
9999953 γινομεθα
ἐκινηθημεν ἐξειπειν μετα πονου , ἐξ ἀγαπης των ἀποκαλυφθεντων ἡμιν γινομεθα ὑμιν κοινωνοι . Οἱς ἐντυχοντες και ἀκουσαντες μετα σπουδης
δε κιθαρισται . οὑτω δη και τα δικαια πραττοντες δικαιοι γινομεθα και τα σωφρονα σωφρονες και τα ἀνδρεια ἀνδρειοι .
9999953 ὁριστικα
ἐκεινου οὑ ἀν ᾐ ἀριθμος οὑτω και τα εἰδη παντων ὁριστικα εἰσι και μετρητικα : ἐπει οὐν λογοι των εἰδων
καταφασει , τα ἐν καταφασει ῥηματα ἀναιρει , ἁπερ ἐστιν ὁριστικα , ἐχοντα ἐν αὑτοις την καταφασιν , ἀνθ '
9999953 Ὀλυμπιονικης
τραχει νεανισκῳ συμβεβληκεν . Ἱνα τι ; φησιν . Ἱνα Ὀλυμπιονικης γενῃ : διχα δ ' ἱδρωτος οὐ γιγνεται .
, πυρος μη προσαχθεντος , και ἀλλα πολλα . Διωξιππος Ὀλυμπιονικης ἀθλητης , ὁ Ἀθηναιος , ἐσηλαυνεν ἐς τας Ἀθηνας
9999953 ἐμελησεν
κατηγορησαι : εἰ δ ' ἐλεγχθησονται ψευδομενοι , οὐδεν αὐτοις ἐμελησεν . Ὡσπερ οὐν , εἰ ἀληθη ἠν ταυτα ἁ
ὁ βασιλευς : ἑτεροις δε ἐν ταις τηλικαυταις των Ἀφροδιτης ἐμελησεν . ὁ δε τοσουτον ἀπεσχε του ζητειν , εἰ
9999953 τεταρταιῳ
τῃ ἡμερῃ ταυτῃ , μακροτερον ξυμπιπτει . Ὁκοταν δε πυρεσσοντι τεταρταιῳ ἡ γλωσσα ἐκτεταραγμενα διαλεγηται , και ἡ κοιλιη χολωδεα
τεταρταιῳ . λεγει δε οὑτωϲ : ” πρωτον μεν τῳ τεταρταιῳ πυρετῳ διϲ ωὑτοϲ ἀνθρωποϲ οὐτε ἁλιϲκεται οὐτε ἑαλωκε που
9999953 φροντιδα
. Ὁτι δε και ταις εὐνομωταταις των πολεων ἐπιμελες γεγενηται φροντιδα ποιεισθαι της γενναιας μουσικης , πολλα μεν και ἀλλα
ἑαυτης ἀνατραπειη και ἀφανισθειη . ὁθεν διπλην κατα νουν στρεφω φροντιδα . ἐστι δε αὑτη τις ; μητε τον πλουτον
9999953 ἀποδεχομεθα
σκοπον αἱρησω - μεθα μαλλον του χειρονος . οὑτως οὐκ ἀποδεχομεθα τους λεγοντας σκοπον ἐχειν ἐν Γοργιᾳ την ἐν Πωλῳ
πολλοις εἰωθοτα θρυλεισθαι . εἰπερ τοινυν , φασι , φιλοσοφιαν ἀποδεχομεθα σωφρονιζουσαν τον ἀνθρωπινον βιον και τα ψυχικα παθη καταστελλουσαν
9999952 Καρχηδονιοις
Καρχηδονα τοις Ἀκραγαντινοις μετα των ἀλλων των διαμειναντων παρα τοις Καρχηδονιοις ἀποκατεστησε τον ταυρον , ὁς και τωνδε των ἱστοριων
αἰχμαλωτους ναυς , και ἀνελκυσαντες αὐτας ἐθεραπευον , ὡστε τοις Καρχηδονιοις μη μονον ἀκουστον , ἀλλα και θεωρητον ποιησαι το
9999952 Φιλιππου
” και λεγε ἐς τοδε : ὁ Δημοσθενης ἐπι του Φιλιππου ἐκπεσων και δειλιας φευγων . „ μελετωντι δε οὐ
μου κατηγορει ] ἠ ὁτι πλουτον ἐχει πολυν , του Φιλιππου δοντος και Ἀλεξανδρου , και οὐ πανυ φοβειται κἀν
9999952 Ὀλυμπιαν
σε ἐφη οὐκ ἐς μυλην ἐμβαλω , ἀλλ ' ἐς Ὀλυμπιαν ἀξω . πολλῳ γαρ ᾠετο πικροτεραν ὡς το εἰκος
ξυντονου κατασχουσης το Ἑλληνικον ζην τον ἀνδρα και ἀφιχθαι ἐς Ὀλυμπιαν , καταρχας μεν ἐδοκει μη ἐρρωσθαι ὁ λογος ,
9999952 κολοκυντης
ἀμφιβολως λαλουντων . Ἠ κρινον ἠ κολοκυντην : το της κολοκυντης ἀνθος καλειται κρινον : ἀδηλον δε , εἰ οἰσει
, γενυων δολος , ἀντι δε ῥινων αἰγοδορων ἁψιδες ἀναπτομεναι κολοκυντης ἀζαλεης θηρειον ἀνω δεμας αὐ ἐρυουσι . Λαμνης δε
9999952 ἐμνημονευσεν
σκιλλα , ἡν ἐνιοι μυηφονον „ . ἐπει δε ἀρου ἐμνημονευσεν ὁ Νικανδρος , προσαποδοτεον ὁτι και Φαινιας ἐν τῳ
σχολην Στρατων Ἀρκεσιλαου Λαμψακηνος , οὑ και ἐν ταις διαθηκαις ἐμνημονευσεν : ἀνηρ ἐλλογιμωτατος και φυσικος ἐπικληθεις ἀπο του περι
9999952 ἀναιδεα
δ ' ἀδμητοις ἐπιμαιεται ἀμμορος ὑπνου γλαυκοις ἀμφ ' ὀσσοισιν ἀναιδεα κανθον ἑλισσων . Αὐταρ ἐπει κλυομεν τοδ ' ἐτητυμον
ἐθελων σοφος αἰψα γενεσθαι , μηδε φοβου πολλων ἀκριτον και ἀναιδεα βαξιν : οὐ γαρ πληθος ἐχει συνετην κρισιν ,
9999952 διαφορητικηϲ
Λιβανωτιδεϲ τρειϲ εἰϲιν ὁμοιαϲ ἁπαϲαι δυναμεωϲ , μαλακτικηϲ τε και διαφορητικηϲ , ὁ δε χυλοϲ ὁ τε τηϲ ῥιζηϲ και
την τριτην ἀποϲταϲιν , ξηραινει δε κατα την δευτεραν : διαφορητικηϲ δε ἐϲτι δυναμεωϲ , ὡϲ ὑπωπια χρονιζοντα και τα
9999952 ἐνθυμημα
τουτ ' εἰδεν , εὐθυς ἠγετ ' ἀνω κατω . ἐνθυμημα και ἐνθυμιον [ ] διαφερει . το μεν γαρ
το κεφαλαιον , το ἐπιχειρημα , ἡ ἐργασια , το ἐνθυμημα . Κεφαλαιον μεν οὐν ἐστι μερος λογου ἀποδειξιν ἐχον
9999952 βραχεν
' ἁλων : ἀδιαντον μεθ ' ἁλων : ὀροβινον ἀλευρον βραχεν οὐρῳ παιδος ἀφθορου και ἀναληφθεν πισσῃ και κηρῳ και
ἐν ὀξει ἑφθην ἠ ὀροβινον ἀλευρον ἐν οὐρῳ ἀφθορου παιδοϲ βραχεν και ἀναληφθεν πιϲϲῃ και κηρῳ ἐν ἐλαιῳ τετηκοϲιν ἠ
9999952 ἀνεβαλλετο
οὐν τουτο το κομμα : τηνελλα , οὑτως τα ἑξης ἀνεβαλλετο , και αὐτος μεν το μελος της κιθαρας ἐν
λυσιτελησον τῳ παθει . Ἐπει δ ' οὐκ οἰδα ὁπως ἀνεβαλλετο περισχεθεισα δεει . οὐπω γαρ τοι ἐτυχε και ὀνομα
9999952 ἀμερες
πρωτων σωματων , ἀπαθη μεν ἐφυλαξεν αὐτα , το δε ἀμερες αὐτων παρειλετο , ὡς δια τουτο ὑπο του Ἀριστοτελους
ἐχει το ἀμερες και το ἀνυποστατον : το γαρ νυν ἀμερες λεγομενον ἁμα λεγομενον και νοουμενον παρεληλυθε και οὐκ ἐστι
9999952 ἀπεσφαξεν
τους δ ' ἀποκτειναντες , ὁ δ ' Εὐφραιος ἐκεινος ἀπεσφαξεν ἑαυτον , ἐργῳ μαρτυρησας ὁτι και δικαιως και καθαρως
, νεανισκον ὀντα καλον , δεηθεισης αὐτης λυσαι ἐξαγαγων αὐτον ἀπεσφαξεν : οἱ δε τινες ὡς ἐπει παιδες αὐτῳ οὐκ
9999952 τερατωδες
“ και ὁ Ζηνας : ” δεσποτα , πραγμα τι τερατωδες ἐν τῳ ἀγρῳ σου συνεβη . “ ὁ δε
ἐπιστασαι . σεμνοπροσωπεις ] σεμνυνῃ . ⸎ , . . τερατωδες ] παραδοξον και οὐ συνηθες . αὑται ] ναι
9999951 φοβεοντο
ἀλληλους ἀνεμιμνον . οἱ δ ' ἐτι καμ μεσσον πεδιον φοβεοντο βοες ὡς , ἁς τε λεων ἐφοβησε μολων ἐν
δε χαρμα πεσων μεγα Τρωσιν ἐθηκας , οἱ σε παρος φοβεοντο , λεονθ ' ὡς αἰολα μηλα : νυν δ
9999950 βουλευμα
ἡ γνωμη , καθαπερ το τοιουτο , σοφον γαρ ἑν βουλευμα τας πολλας χερας νικᾳ , συν ὀχλῳ δ '
ἀν ἀσπιδος κυτει καλως ὁμιλησειας οὐτ ' ἀλλων ὑπερ νεανικον βουλευμα βουλευσαιο τι ἀλλ ' ἐμοι πιθου : παυσαι ματαιζων
9999950 ἑβδομαδας
. εἰ γαρ δη τας τετραδας δια την προς τας ἑβδομαδας συμπαθειαν ἰσχυν ἐχειν κρινειν φαμεν , ᾑπου δυναμικωταται ἀν
συνεχειαν . και αἱ μεν ἑβδομαδικαι περιοδοι τας δυο ἐχουσιν ἑβδομαδας κατα διεχειαν , την δε τριτην ἀει κατα συνεχειαν
9999950 τραγημα
οἱ παρα Τιμοθεῳ . θαττον πλεκειν κελευε πορκων πυκνοτερους . τραγημα , μυρτιδες , πλακους , ἀμυγδαλα . ἐγω δε
ἐδει . το δε περιαγομενον ποτηριον οὐ μειζον κοτυλιαιου , τραγημα δε θερμος μεν ἠ κυαμος συνεχως , ποτε δε
9999950 πιονες
Ἡβας γαμῳ : σκορπιοι τε ποικιλοι σαυροι τε , γλαυκοι πιονες . Νουμηνιος ἐν Ἁλιευτικῳ : ὑκην ἠ καλλιχθυν ,
ἐχει . Φυσις μεν αὐτεῃσι σπογγωδης , ἀραιαι μεν και πιονες , και ἐστιν οὐτε σαρκια ἰκελα τῳ ἀλλῳ σωματι
9999950 ἐβουλευσαντο
: ἐπει δε συνηλθον οἱς ἐμελε περι του φρουριου , ἐβουλευσαντο κοινῃ φυλαττειν οἱσπερ ἀγαθον ἠν φιλιον ὀν , ὁπως
συσταντες ἀνδρες ἐκ της συγκλητου τε και των ἱππεων ἑξηκοντα ἐβουλευσαντο αὐτῳ φονον . Ἠσαν δε ἡγεμονες της των ἀνδρων
9999950 ἐρασθεισαν
τον ὀνον τον ἀγαπηθεντα νυν γενομενον ἀνθρωπον ὑπερτρυφαν και την ἐρασθεισαν ὑπεροραν : και δειπνω συν αὐτῃ και πολυ ἐκ
, Ἀργυραν δε εἰναι μεν των ἐν θαλασσῃ νυμφων , ἐρασθεισαν δε αὐτην Σελεμνου φοιταν τε ὡς αὐτον φασιν ἐκ
9999950 ἐθαρρησαν
ἱεραι μελιτται , τροφοι του Διος . εἰς τουτο παρελθειν ἐθαρρησαν Λαιος και Κελεος και Κερβερος και Αἰγωλιος , ὁπως
ἐτολμησαν , μηδε τι περι της ἐς Ῥωμην ἀφοδου βουλευσασθαι ἐθαρρησαν , ἀγαπητως ἐκει μενοντες , και την ἐφημερον τρυφην
9999950 συνηθη
. οἱ δε Δωριεις , ἁπερ τοις Ἀττικοις ἐπι δοτικην συνηθη , ταυτα ἐπι γενικην μεταγουσι , μεμφομαι σου λεγοντες
ὀλιγων ὁμου και σπουδαιων προς ἐκεινας ῥηματων ἐπιλαθομενοι , ταυτα συνηθη τοις ἐρα - σταις . τουτων οὐδεν ἐγω ποιησαι
9999950 ὑδατι
διδους ἐπι ἡμερας δεκα , το δε λοιπον διηθων ἐν ὑδατι ἐπι εἰκοσιν ἡμερας , και λουειν δις της ἡμερης
, και ξυμμισγων και αὐτο καθ ' ἑαυτο ἀφεψων ἐν ὑδατι ἠ ἐν οἰνῳ ὡς ἀν βουλῃ , διδου πινειν
9999950 σκολοπας
δε ἐπιτεθεντες βελοτρωτοις ἐξαγουσι τας ἀκιδας των βελων , και σκολοπας και ἀκανθας και ὁσα τοιαυτα ἀποβαλλει . συν κηρῳ
μηδεμια φειδω τοις ἐθελουσι τεμνειν εἰς χαρακωματα και σταυρους και σκολοπας ταφροις και , ὁποτε δεοι , κλιμακων και πυργων
9999949 τολμημα
γυναικα λαβων : Ὀρεστης δε δια το ἐς την μητερα τολμημα παρειθη , παραμεινασης τε ἐς ἁπαν Ἑρμιονης αὐτῳ και
μεν λεγει ὁτι και Καλλισθενην ἐπαραι σφας ἐφασαν ἐς το τολμημα : και Πτολεμαιος ὡσαυτως λεγει . οἱ δε πολλοι
9999949 ποιησωμεθα
τι ἐρει , κοινῃ ἡμων αὐτων και των μειρακιων ἐπιμελειαν ποιησωμεθα . Ἐμοι μεν ἀρεσκει , ὠ Σωκρατες , ἁ
μεσον ἐκθωμεθα και την τουτων ἀνατροπην ὡς οἱον τε ἐστι ποιησωμεθα σαφως ἐλεγχοντες την τουτων ἀνοιαν . τινες δε εἰσιν
9999949 ἐγχειρημα
, οὑτως , ἐκεινως , τουτο γινωσκων ὁτι ἑν καινον ἐγχειρημα , κἀν τολμηρον ᾐ , πολλων παλαιων ἐστι χρησιμωτερον
ἐμαυτου , ὁτι με προς την διανοιαν ταυτην και το ἐγχειρημα χρησιμον σαυτῳ νενομικας . μεχρι νυν μεν γαρ ,
9999949 ἐκτησατο
ᾠηθη ἀν εἰναι . Ἀριστοφανης τοινυν γην μεν και οἰκιαν ἐκτησατο πλειν ἠ πεντε ταλαντων , κατεχορηγησε δε ὑπερ αὑτου
των της ἀρετης μοριων , ἀλλ ' ἀπο παντων συλληβδην ἐκτησατο ; ὁτι γαρ οὐκ ἀτιμαστεον αὐ τους πολλους οὐδε
9999949 βουλη
, ὁτι Ῥωμαιοις συμφερει πολεμειν Αἰτωλους Φιλιππῳ , ἡ μεν βουλη τας συνθηκας ἐκωλυσε και τοις Αἰτωλοις ἐπεμπε συμμαχιαν πεζους
ἀπηλλαχθαι των παροντων κακων . και μεν δη , ὠ βουλη , φανερον εἰναι πασιν ἡγουμαι ὁτι , εἰ Νικομαχου
9999949 μακαριοτητα
το βεβαιον ἐχουσιν , οὐκ ἀποβαλειται ὁ εὐδαιμων την προσουσαν μακαριοτητα δια τυχης μετακλισιν . ἀει γαρ ἠ μαλιστα παντων
. Ὡν ἡ σοφια παρασκευαζεται εἰς την του ὁλου βιου μακαριοτητα πολυ μεγιστον ἐστιν ἡ της φιλιας κτησις . Ἡ
9999949 Θετταλιαν
τριακοντα πολεις ἐπι Θρᾳκης ὑπερ ὑμων ἀνῃρηκεναι φησει , και Θετταλιαν ἁπασαν ἐχειν φρουραις και τετραδαρχιαις κατειληφως , ἱν '
Ἀσωπον . Πηνειος μεν οὐν κατοικησας περι την νυν οὐσαν Θετταλιαν ἐπωνυμον ἑαυτου τον προειρημενον ποταμον ἐποιη - σεν :
9999949 ἠκολουθησεν
ταυτα , καθαπερ ἐστι παρα τοις γεωμετραις , οὐδεν ἀν ἠκολουθησεν ἀτοπον : νυνι δε ἐπειδη ἐν αἰσθητοις και φυσικοις
της παραληγουσης λογῳ , πῃ δε τῳ της προπαραληγουσης λογῳ ἠκολουθησεν . Ἐτι δε σεσημειωται το εἰπον δια μονης της
9999949 εὐδαιμονες
ἀρχωμεθα και τουτου ἐντευθεν . ὀρθως λεγονται οἱ μηδενος δεομενοι εὐδαιμονες εἰναι , και ὡς των ἀπεραντους ἐχοντων τας ἐπιθυμιας
ἐπιμισγεται , ἀλλοτε δ ' ἐσθλῳ . δοκουσι γαρ οἱ εὐδαιμονες συγκεκραμενον ἐχειν τοις ἀγαθοις και φαυλον : οἱ δε
9999949 συγγραμμασι
ἀδελφου βελτιω γενησεσθαι και λογοις λεγομενοις και ἐργοις πραττομενοις και συγγραμμασι ποιουμενοις και δοξῃ τῃ μεν αὐξομενῃ , τῃ δε
ἐληλυθος περι ὁτουουν παρα ἀνθρωποις , ὁ μη ἐν τοις συγγραμμασι τουτοις διηκριβωται . εἰ τοινυν ὁμολογειται τα μεν Πυθαγορου
9999949 ἀπιστω
Κρατυλε , θαυμαζω και αὐτος παλαι την ἐμαυτου σοφιαν και ἀπιστω . δοκει οὐν μοι χρηναι ἐπανασκεψασθαι τι και λεγω
. Και ὁ Βαβυλωνιος : Ἀλλ ' ἐγωγε σοι οὐκ ἀπιστω : τοδε μοι λεξον : εἰ βασιλευς εἰης ἁπασης
9999949 Ἀγαθοκλει
ἡ Ἀρσινοη , ἀποτυγχανουσα δε † ἐπι τῳ βουλευσαι λεγουσιν Ἀγαθοκλει θανατον . λεγουσι δε και ὡς Λυσιμαχος αἰσθοιτο ὑστερον
τον Γετην ὑπερ αὐτου πραξαντος . ὡς δε ἐπανηλθεν , Ἀγαθοκλει Λυσανδραν γυναικα ἠγαγετο , Πτολεμαιου τε του Λαγου και
9999949 Πελοποννησιοις
ὁ Ἀδμητος κατελεησας αὐτον οὐκ ἐξεδωκεν ἀλλ ' ἀπεκριθη τοις Πελοποννησιοις μη ὁσιον εἰναι ἐκδουναι τον ἱκετην . ὁ δε
μετα τον Χαλκιδεως θανατον και την ἐν Μιλητῳ μαχην τοις Πελοποννησιοις ὑποπτος ὠν , και ἀπ ' αὐτων ἀφικομενης ἐπιστολης
9999949 διηνεγκεν
φθαρτου . τῃ μεν οὐν πρωτῃ διαφορᾳ τα ζωα ταυτῃ διηνεγκεν , ὁτι τοις μεν ἁπασαι της ψυχης ὑπαρχουσιν αἱ
ποδας αἰνετος , ἠδ ' Ἀμαρυνθος . και οὑς ὀνομαστι διηνεγκεν . . . , ὡς καταλεξῃ : . .
9999949 ἀσημα
, ὡσπερ οἱ νυμφιοι , τα δε ὁπλα κατεσκευασθαι μεν ἀσημα και σωφρονα , συγκεκρασθαι δε αὐτοις ποικιλμα ὑλης μεθισταμενον
χειρας τῳ φονῳ , θυμου πνεοντες , φονικον βλεποντες , ἀσημα φθεγγομενοι , ἀπηρυθριασμενοι προς παντα τα χειριστα ἁτε πληθος
9999949 Πελοποννησον
ἀπαγειν την στρατιην ἑκατον τε ἐτεων μη ζητησαι κατοδον ἐς Πελοποννησον . Προεκριθη τε δη ἐκ παντων των συμμαχων ἐθελοντης
ἐν Ἱκετισιν ἠ Δαναισι το γενος αὐτων . και την Πελοποννησον δε Πελασγιαν φησιν Ἐφορος κληθηναι : και Εὐριπιδης δ
9999949 ἀμφορευς
διωτον σταμνιον . ἠ το ἑκατερωθεν αἰρομενον † ἀμφαιρευς και ἀμφορευς κατα συγκοπην , πλεονασμῳ του ο . . .
ω οὐδις και ἐν συνθεσει ἀμφουδις . . . . ἀμφορευς : το ἑκατερωθεν διωτον σταμνιον . ἠ το ἑκατερωθεν
9999948 ἐφεισατο
ἡμιν Εὐριπιδου εἰρηται . σπαρτων ] ἠγουν των γιγαντων . ἐφεισατο ] φειδω ἐλαβεν . ἐφεισατο ] ἠλεησεν . ῥιζωμ
και παρακαλουμενου ὑπο της Νυμφης μη τεμειν , ὁμως οὐκ ἐφεισατο , ἀλλ ' ἐτεμε και ἐμεινε ποινηλατουμενος και των
9999948 ἐνεπλησεν
, οἰμαι , ἀνατειλας ἡλιος τον ζοφον του ἀερος φωτος ἐνεπλησεν , οὑτως και ἀρετη ἀνατειλασα ἐν ψυχῃ την ἀχλυν
τας ἀφ ' ἑαυτου προσβαλον κηρας ἀσης και ἀδημονιας αὐτον ἐνεπλησεν ἠ πιανθεν ἀμετρως ἀπολαυσει ἡδονων ἀμβλυτερας τας εἰς το
9999948 γραμματικη
οὐκουν ἐπει οὐδεν ἐστιν εἰδησις παρα τον εἰδοτα , οὐδε γραμματικη τι παρα τον εἰδοτα γραμματικον , ὡς οὐδε περιπατησις
, συμβαινειν ἀπο ἐμπειριας την γνωσιν , ὡς και ἡ γραμματικη γνωσις ἐστι τινων , ὡν αὐτος παρατιθησιν . Ἀλλοι
9999948 διεθετο
Φορμιων , μητε παραγενομενους ἐκεινῳ διατιθεμενῳ μητ ' εἰδοτας εἰ διεθετο , πως οὐ περιφανως ἀναισχυντια δοκει ὑμιν εἰναι ;
διαθηκας , ἐκ τινος ἀν τροπου , εἰ τις παρανοων διεθετο , γνοιητε , πριν περι αὐτου του διαθεσθαι πιστευσαι
9999948 παραβεβλησθω
, και τῳ ἀπο της ΑΓ ἰσον παρα την ΔΕ παραβεβλησθω το ΔΖ πλατος ποιουν την ΔΗ . και ἐπει
μεν ἀπο της ΑΒ ἰσον παρα την ΕΖ παραλληλογραμμον ὀρθογωνιον παραβεβλησθω το ΕΚ , τοις δε ἀπο των ΑΓ ,
9999948 ἐκπληρουν
τυχειν σωτηριας , ἐγενετο ζωια και ἐμεινεν δια το ἀλληλοις ἐκπληρουν την χρειαν , τους μεν ὀδοντας τεμνοντας τε και
αὐτοις ὀνομα : ἐαν δε και τηλικαυτα , ὡστε στροφην ἐκπληρουν , και προτεταχθαι μεν την του ποιητου στροφην ,
9999948 κρυσταλλοειδους
κερατοειδους και ἐπιπεφυκοτος . και ὑγρων τριων , ὑελοειδους , κρυσταλλοειδους και ὠοειδους ὡς ἠδη ἐπιπεφυκοτος νευρωδους ἠ νευρων ὀπτικων
αὐτα κατα θατερον μερος το ἐνδον το οἱον ἡμισφαιριον του κρυσταλλοειδους ἀσφαλειας ἑνεκα και κυκλος εἱς ὁ προειρημενος ὁ μεγιστος
9999948 κινησεσι
προτερον και το ὑστερον προδιατεταγμενα και τοις πραξεσι και ταις κινησεσι την ταξιν παρεχεται . και περι μεν του ποτε
τας ἐνεργειας , αὑται προτερον οὐσαι χωρισται παρεχουσι και ταις κινησεσι και ἐνεργειαις και τοις παρεπομενοις το διιστασθαι : και
9999948 γυναικειῳ
της ὁδου ἀπατησει σε εἰς ὀλεθριον κακον : ἀνανδρῳ , γυναικειῳ : ἐνδοθεν ὁ Πολυμηστωρ τυφλουμενος ταυτα βοᾳ : θρηνον
ὡς μαλακωτατοισι χρησθω . Ἑτερον : σκαμμωνιην τριψας ἐν γαλακτι γυναικειῳ ἐν εἰριῳ ἀνασπογγισας προσθειναι . Ἑτερον : λινοζωστιος φυλλα
9999948 ἀγνωμονα
και βδελυρον , περι ἀναιδειας και βδελυριας : ὁποτε δε ἀγνωμονα και ὀργιλον , ἀγνωμοσυνης και ὀργης ἀποτρεπειν . και
πυθεσθαι των κεκλημενων ἑκαστον . Ἐφη γαρ , ὁτι συμπλουν ἀγνωμονα δει φερειν και συσκηνον , οἱς συμπλειν ἀναγκη και
9999947 γενησομεθα
ἀνδρες , παραπεσουσης τινος δια της τυχης σωτηριας , και γενησομεθα παλιν ἰσοι ὑμιν , εἰτε και ἐκπολιορκηθεντες παρ '
ζητουμενον τῳ λογῳ . ζητουμεν δε δη τινα τροπον σοφοι γενησομεθα , ὡς οὐσης τινος ἑκαστοις ταυτης της δυναμεως :
9999947 μηποτε
Γοργιου μαθητης Ναιδος . ταυτης δε και Φιλωνιδης ἠρα . μηποτε οὐν και ἐν τῳ Ἀριστοφανους Πλουτῳ ἐν ᾡ λεγει
Ἱνα δε και δωμεν , ὁτι καταλαμβανεται ὁ ἀνθρωπος , μηποτε οὐκ ἀν ἐνδεχοιτο δειξαι , ὁτι ὑπ ' αὐτου
9999947 ἀπορῃ
σημαινει το βοηθειν , ἡ βοηθουσα ἑαυτην : ὁποταν γαρ ἀπορῃ τροφης , τους ἑαυτης ποδας ἐκλειχουσα τον καιρον διανυει
ἀγοραν ἰδειν εὐοψον εὐπορουντι μεν ἡδιστον , ἀν δ ' ἀπορῃ τις ἀθλιωτατον . ὁ γουν Κορυδος ἀκλητος , ὡς
9999947 ἐφυγαδευσαν
ὡστε κλεισαι και παλαιστρας και γυμνασια . και τους μεν ἐφυγαδευσαν , Μελητου δε θανατον κατεγνωσαν . Σωκρατην δε χαλκῃ
μεν και εἰκοσι των πολιτων ἀπεσφαξαν , πεντακοσιους δ ' ἐφυγαδευσαν . Λακεδαιμονιων δε παρασκευαζομενων καταγειν και δυναμιν ἀθροιζοντων ,
9999947 λεγομεθα
ἐχειν αὐτα λεγομεθα . ἀλλως δε και τα μερη ἐχειν λεγομεθα , χειρα και κεφαλην , και τα δενδρα τας
' ἑκαστα : ταυτας γαρ και ἐχομεν : ἐπιστημονες γαρ λεγομεθα τῳ ἐχειν των καθ ' ἑκαστα ἐπιστημων τινας .
9999947 καινῳ
χειρονιπτρον . ἀποτιθεται δ ' εἰς τα ὀφθαλμικα ἐν ἀγγειῳ καινῳ ἀκωνητῳ λειοτριβηθεισα συν οἰνῳ και ἀναπλασθεισα . Ἡ δε
τῳ Ἀριστοφανους Αἰολοσικωνι και διαστιλβονθ ' ὁρωμεν , ὡσπερ ἐν καινῳ λυχνουχῳ , παντα της ἐξωμιδος . ἐκαλειτο δε και
9999947 ᾐτησατο
ἐφηλλατο [ ] αὐτου ἐξηγειρεν . ὁ δραξαμενος ἐβουλετο συνγνωμην ᾐτησατο και ὑπισχνειτο αὐτῳ οὐκ ἐλαττονας ἀνοισειν [ αὐτῳ ὑπισχνειτο
Ἁβροκομην και κατεπλαγη την εὐμορφιαν και εὐθυς μεγα κερδος νομιζων ᾐτησατο ἐκεινους . Τα μεν ἀλλα χρηματα και κτηματα και
9999947 γνωμονες
ἑτεροσκιοι τυγχανουσιν ὀντες : οὐδεποτε γαρ κατ ' αὐτους οἱ γνωμονες ἐν ταις μεσημβριαις οὐτε ἀσκιοι γινονται οὐτε τας σκιας
παραδειγματα δε τα Πλατωνος και Δημοσθενους : οὑτοι γαρ ἀριστοι γνωμονες των τοιουτων . Ὁτι ἐν τοις ἀδοξοις και φερουσιν
9999947 ἐδειτο
ἡ παρεισοδος γενοιτο τοις ὑγροις . εἰ δε και φυσικης ἐδειτο σκεπης , αὐταρκες ἠν μονας τας εὐρυχωριας ὑμενι διαπεφραχθαι
τον Καισαρα . Λεπιδος δ ' αὐτοις ἀπιουσιν ἠπειλει και ἐδειτο και των σημειων εἰχετο και οὐ μεθησειν ἐλεγε ,
9999947 γενναιῳ
βασιλευς „ προσευξομενοι μεν τοις θεοις , ξυνεσομενοι δε ἀνδρι γενναιῳ . „ ἐντευθεν ἀνεφυ λογος , ὡς ἐνθυμιος μεν
διεσωσεν : Ἀλανος δε τις των ἐπι μισθῳ συνοντων τῳ γενναιῳ Ἰσαακιῳ , Ἀραβατης το ὀνομα , την ὁρμην ὁτι
9999947 παρεληφθη
τοις δραμασι λεγεσθαι τον Ξενοκλεα προς τας της γυναικος μηχανας παρεληφθη . χλευαζων δε λεγει οὐκ ἀπο σπουδης , ὡς
γινεται ὑποκειμενον , φαμεν προς τουτο ὁτι ἀντ ' ὀνοματος παρεληφθη , δηλοι δε και το το ἀρθρον συνταττομενον ,

Back