τοδ ' ἠμαρ : σμικρα κερδανω φυγῃ . ἀλλ ' ἰσθι τλημων οὐς ' ἀπ ' εὐτολμου φρενος . οὐδεις
] κατα ταξιν διηγοιμην . . εὐ γαρ τοδ ' ἰσθι ] καλως γαρ γινωσκε ὁτι οὑς εἰπον θανειν οὐδε
9999829 ἑψηματοϲ
κεκαθαρμενων ἀνα # αϲ ὀροβων λευκων λελεπιϲμενων λειοτατων # β ἑψηματοϲ και μελιτοϲ το ἀρκουν : εἰϲ ἀναληψιν διδου κοχλιαριον
αὐτηϲ βαλων ἐν αὐτῃ χωριϲ του ϲπερματοϲ και πληϲαϲ αὐτην ἑψηματοϲ ἠ οἰνου γλυκεοϲ παλαιου ἐα βρεχεϲθαι ἡμεραν και νυκτα
9999820 Αἰγυπτοιο
ἐς πατριδα γαιαν , πριν γ ' ὁτ ' ἀν Αἰγυπτοιο , διιπετεος ποταμοιο , αὐτις ὑδωρ ἐλθῃς ῥεξῃς θ
στοματων εἱλιγμενος εἰς ἁλα πιπτει , ὑδασι πιαινων λιπαρον πεδον Αἰγυπτοιο . οὐ γαρ τις ποταμων ἐναλιγκιος ἐπλετο Νειλῳ ,
9999819 μεμνησθε
προθυμως σε τους λοιπους ἡμων ἀνταφεστιαν . Ἀρ ' οὐν μεμνησθε ὁσα ὑμιν και περι ὡν ἐπεταξα εἰπειν ; Τα
ἀποκτεινῃ , εὐθυς ἐγραψεν ἀγωγιμον εἰναι . τουτο φυλαττετε και μεμνησθε , ὁτι παντων ἐναντιωτατον ἐστι τῳ κρινειν το μη
9999818 ἐσθιετω
οἰνον ἐπιχεουσα πινετω , και ἐς τα λοιπα ἐλαιον ἐπιχεουσα ἐσθιετω : και των δριμεων και των ἁλμυρων και ὀξεων
προσδεχηται , και ὑποθυμιῃν ὁκοσα ξηραινει , και των πουλυποδων ἐσθιετω , και την λινοζωστιν . Ἠν λειανθεωσιν αἱ μητραι
9999817 Εὐρωπην
τας Ἀττικας ναυς . ἐν δε ταυταις κομισθεις εἰς την Εὐρωπην προηγε συμμιξων Ἀντιπατρῳ . κατα δε τουτους τους καιρους
ταυρον . τουτον Ἀ . μεν εἰναι φησι τον διαπορθμευσαντα Εὐρωπην Διι . . . Αὐτονοης δε και Ἀρισταιου παις
9999815 φυλασσε
λαοφθορον . ἀλλα συ , Φοιβε , ἱλαος ἡμετερην τηνδε φυλασσε πολιν . Ἠλθον μεν γαρ ἐγωγε και εἰς Σικελην
μετα σου , δειξω σοι . τας ἐντολας του κυριου φυλασσε και ἐσῃ εὐαρεστος αὐτῳ και ἐνγραφησῃ εἰς ἀριθμον των
9999814 χαλκευτικη
μεταλλευτικη και ὑλοτομικη : παρασκευαστικαι γαρ εἰσιν . ἡ δε χαλκευτικη και ἡ τεκτονικη μετασχηματιστικαι εἰσιν : ἐκ μεν γαρ
ἀμφω : ἀναγκαιαι μεν και χρησιμοι , ὡς οἰκοδομικη και χαλκευτικη , και γεωργια και ῥητορικη : ψυχαγωγικαι δ '
9999812 πορρωτατω
εὑρηματα ἀνθρωπου τους νομους ἀλλα θεου χρησμους σαφεστατους εἰναι , πορρωτατω των πολεων ἀπηγαγε το ἐθνος εἰς ἐρημην βαθειαν και
ἀτομοι ἀπειροι οὐσαι , ὡς ἀρτι ἀπεδειχθη , φερονται και πορρωτατω . οὐ γαρ κατανηλωνται αἱ τοιαυται ἀτομοι ἐξ ὡν
9999811 Σικελια
Μαρκιανος . Σικελια ἡ νησος Σικανια προτερον ὠνομαζετο , εἰτα Σικελια ἐκληθη , ὡς φησι Ἑλλανικος Ἱερειων της Ἡρας β
δε Κυκλαδων κρατιστη ἐστιν ἡ Ναξος : διο μικρα λεγεται Σικελια . Ἐκ δεξιων δε αἱ Σποραδες . Ἡ δε
9999809 τετταρες
, οἱπερ δη και ἀκριβως ἀναδεικνυνται τῳ ταυτῃ δερματι , τετταρες εἰσι τον ἀριθμον . ἐκ μεν των ἀνωθεν μερων
ἐστι γενναια γυνη . ἠσαν ἀνθρωποι δε πεντε και γυναικες τετταρες . θολος Ἰδου κατοπτρον : εἰπε μοι τουτῳ τι
9999809 ἠκολουθησε
, και ὁτι κοινον ἐστι και τῃ κλισει των θηλυκων ἠκολουθησε : τα γαρ εἰς υξ θηλυκα μη ὑποπιπτοντα ἑτεροις
ἐχοις λεγειν , ὡς ἐγω μεν ἁπλως αὐτο ἐπραξα , ἠκολουθησε δε τι τελος ἀλλως χρηστον , ἐμου μη θελησαντος
9999809 ϲτοματοϲ
ϲκοτοδινοι ἀνατροπαι τε ϲτομαχου ϲπαραγμοι ἐμετωδειϲ ναυτιαι τε και ἀνορεξιαι ϲτοματοϲ ξηροτηϲ και πικροτηϲ ἐρυγαι ἀηδειϲ και βρομωδειϲ και πνευματοϲ
το ϲτομα ἀπερευγονται το αἱμα : ὡϲ τῃ γε ἀπο ϲτοματοϲ οὐδε ἀναχρεμψιϲ παρομαρτει . ἐμπτυϲιϲ ἡδε καλεεται : ἐπι
9999809 ἡδυν
' ἁμων ἀκουσει . Οὐδεις δε λεγει τον Ἀριστειδου βιον ἡδυν ἀλλα τον Σμινδυριδου του Συβαριτου και τον Σαρδαναπαλου ,
φυγην εἰς την θαλασσαν οἰνοποιιαν σημαινειν φασι παλαι γνωριζομενην . ἡδυν γαρ εἰναι τον οἰνον παρεγχεομενης θαλασσης . ἐπαινων δε
9999808 Ἰωνα
μονη οἱ παις ἠν , γυναικα αὐτῳ διδους και αὐτον Ἰωνα ἐπι τῃ ἀρχῃ παιδα ποιουμενος . και πως ταυτα
τι οὐν ὁ Σπαρτιατης ; και τον νησιωτην και τον Ἰωνα και τον Ἑλλησποντιον ἀφεις αὑτον ἐσωφρονιζε , και τα
9999807 χρυσα
περιουσιαν και τα ἐπι Θρᾳκης κτηματα και ἐν Σκαπτησυλῃ μεταλλα χρυσα . δοκει οὐν τισιν ὑιδους εἰναι του Μιλτιαδου ἠ
φορων σχιαστας δια μαργαριτων και κλαβια ἀνα πεντε , και χρυσα ψελια εἰς τας χειρας αὐτου , ἐν δε τῃ
9999807 Ἀγαμεμνονα
ἐστι , και των ἀγαθων τηι πολει μεταδωσομεν και τον Ἀγαμεμνονα ἀκινδυνως θρηνησομεν . και τοτε ] ὁταν ἀπαλλαγωμεν .
ὀργην οὑτω πολιτικως ἐσχες ὡστ ' οὐδ ' αὐτον τον Ἀγαμεμνονα ᾠου δειν τεθναναι : μεγα τουτου τεκμηριον : οὐκουν
9999807 πτερυγες
μεν ἠ κατα νητταν , ὁμοιος δε . ] ἠ πτερυγες ἠ τι και ὁπου μερος τι πτερου ἠ μοριον
τουτο εἰρηται δια το πτερυγας ἐχειν τας Θετταλικας χλαμυδας . πτερυγες δε καλουνται αἱ ἑκατερωθεν γωνιαι δια το ἐοικεναι πτερυξιν
9999806 αἰσθητικη
περιελκεται και συρεται ὑπο της ἐπιθυμιας , ἀλλ ' ἡ αἰσθητικη , ἠτοι ἡ μερικη δοξα ἡτταται ὑπο της ἐπιθυμιας
' ἁπλως τα καθ ' ἑκαστα και ἐν οἱς ἡ αἰσθητικη γνωσις ἐνεργειν πεφυκεν . εἰ γαρ τις περι τησδε
9999806 ἀπιθησε
τοξων ἐϋ εἰδως . Ὡς ἐφατ ' , οὐδ ' ἀπιθησε μεγας Τελαμωνιος Αἰας . αὐτικ ' Ὀϊλιαδην ἐπεα πτεροεντα
Ἀθηναιη Δαναων ἐπεμηδετο νοστῳ . Αὐταρ ὁ γ ' οὐκ ἀπιθησε , μολων δ ' ἐκτοσθε μελαθρων χερσιν ὑπ '
9999805 θεραπευθῃ
καθαιρειν την κεφαλην και καιειν τας φλεβας : κἠν ἀρχομενος θεραπευθῃ ταυτα , ἱσταται το κακον και οὐ χωρεει ἐπι
ἐπιδεχεται . τα δε χρονιζοντα ἐν τῳ πνευμονι ἑλκη κἀν θεραπευθῃ ποτε , καταλειπει γε τι λειψανον ἐν αὐτῳ τυλωδεϲ
9999805 συριγγα
τριτῃ δε ἡμερᾳ παρθενος ἱερεια του τοπου παρελθουσα την μεν συριγγα εὑρισκει χαμαι , την δε γυναικα οὐδαμου . προς
αὐλους , ἡ δε ἐν μεσῳ προκειμενην ἐχει τῳ στοματι συριγγα . Ὁτι δ ' οὑτος οὐκ ἐμος ὁ λογος
9999805 ἀπελυσε
τοξευσας τον ἀετον ἀπεκτεινε , τον Προμηθεα δε κακης μεριμνης ἀπελυσε . ταυτα δε ἠν πασχων ὁ Προμηθευς δια δυο
παρεσπονδηκοτων ὑμων και ἐς πρεσβεις ἁμαρτοντων , ἡ τε πολις ἀπελυσε , κἀγω καταχθεντας ἐς το στρατοπεδον προς ὑμας ἠδη
9999804 Σαρδοι
ἀποθνῃσκουσι . Φιλοξενος δε φησιν ἐνιους ἱστορειν , ὁτι ἐν Σαρδοι τῃ νησῳ ξοανον ἐστι του Κρονου προτεινον τας χειρας
ὁ δε Ἀριστοτελης ἀπο μακροτερου τουτο πιστουται ὑπνου των ἐν Σαρδοι τῃ νησῳ παρα τοις ἡρωσι μυθολογουμενων καθευδειν , κτλ
9999803 χιλιαδες
ἐπεθηκε θανοντι . Μυριασιν ποτε τῃδε τριηκοσιαις ἐμαχοντο ἐκ Πελοποννασου χιλιαδες τετορες . Ὠ ξειν ' , ἀγγελλειν Λακεδαιμονιοις ,
ὁπως ἐκδοθειεν μεν τοις Οὐννοις οἱ φυγαδες , και ἑξ χιλιαδες χρυσιου λιτρων ὑπερ των παλαι συνταξεων δοθειεν αὐτοις :
9999801 σμικροτητι
ἀλληλων και του ὁλου , ἀλλ ' ἠ μεγεθει και σμικροτητι ; Ἐκεινως μοι φαινεται , ὠ Σωκρατες , ὡσπερ
μεν και κουφον και μαλακον και σκληρον και μεγεθει και σμικροτητι και τῳ μανῳ και πυκνῳ , θερμον δε και
9999801 κωνοειδες
ἐν αὐτῳ ἡ του θυμου δυναμις : το σχημα αὐτης κωνοειδες , οἱον στροβιλος . Πυρωδεστερα γαρ οὐσα παντων των
̈ , . Κλεανθης μονος των Στωικων το πυρ ἀπεφηνατο κωνοειδες . . . , . ἡγεμονικον δε του κοσμου
9999800 λαμβανῃ
ποτον ἰσχῃ ] την ποσιν πινῃ . περιφραστικως ἰσχῃ ] λαμβανῃ λεπτα ] τα ἰσχνα διαστειλας ] ἀποπεμψας , κωλυσας
των θερμων ἐαν μη ἀρτιβλαστη ᾐ ἠ και ἐν ἀνθησει λαμβανῃ : τοτε γαρ ἀποκαει τα ψυχρα καθαπερ εἰρηται .
9999800 ἐλαλησε
ἡττον γινονται ἐκ των προηγησαμενων : ἐνθεν εἰπου τις πολλα ἐλαλησε και ἀσθενεστερον ἐποιησε τον λαρυγγα , ἐκει μαλλον ἐπεσυρατο
μετα των πατερων αὐτου . Ἀντιγραφον διαθηκης Ἀσηρ , ἁ ἐλαλησε τοις υἱοις αὐτου ἑκατοστῳ εἰκοστῳ ἐτει ζωης αὐτου .
9999800 φυλαττῃ
τοις διαλογοις δεινοτητα του ἀνδρος και μαλιστα ἐν οἱς ἀν φυλαττῃ τον Σωκρατικον χαρακτηρα , ὡσπερ ἐν τῳ Φιληβῳ ,
, και εἰ τον οἰκετην δραπετην και κλεπτην , ἱνα φυλαττῃ : εἰ δε την πατριδα πονηραν και ἀχαριστον ᾐσθου
9999799 υἱες
νυκτος ἐκεινης . ἐνθ ' ἀλλοι μεν παντες ἀκην ἐσαν υἱες Ἀχαιων , Ἀντικλος δε σε γ ' οἰος ἀμειψασθαι
χαιρουσιν , το παροιθεν ἐπιστεναχοντες ἀρουραις : ὡς ἀρα Τρωιοι υἱες , ὁτ ' ἐδρακον ἐνδοθι πατρης δεινην Πενθεσιλειαν ἐπι
9999799 ἐργαζομεθα
συναπτωμεν , και το ὁλον τουτο , ὁπως , ἁ ἐργαζομεθα , εὐχωμεθα και εὐχωμεθα , ἁ ἐνεργουμεν , συναψας
ἀλληλων και κεχωρισται τα ζητηματα , συναπτειν μεν ἐπιχειρουντες συγχυσιν ἐργαζομεθα : διαιρουντες δε εὐκρινη και σαφη τον λογον παρεξομεθα
9999799 ἐλευθερῳ
ἀγνοεις . εἰ δε ᾐδεις , ὁτι αὐτοπραγια μεν οἰκειοτατον ἐλευθερῳ , οἰκετῃ δ ' ἀλλοτριον , ἐπεπαιδευσο ἀν αὐθαδειαν
του πυρεττοντος πολυ ἀθλιωτερος , διπλασια γουν ἐσθιει ματην . ἐλευθερῳ το καταγελασθαι μεν πολυ αἰσχιστον ἐστι , το δ
9999798 ῥητορικα
ὡςτε μηδεν ἡμας δυνασθαι διαφυγειν . τα τοινυν ἰδια και ῥητορικα ἠθη τουτοις διαιρειται : κατα ἐθνη , γενη ,
, οἱον ῥητορσι τε και γραμματισταις , αὐτους δε τα ῥητορικα ἠ τα γραμματιστικα οὐκ ἐργαστεον . τῳ γαρ ὀντι
9999798 ἀμηχανα
τα Σαπαιων στενα ἀγειν , κατεχοντων δε αὐτα των πολεμιων ἀμηχανα ἐς διοδον εἰναι , την δε περιοδον τριπλασιονα τε
των Ῥιπαιων οὑτω καλουμενων παρ ' αὐτοις ὀρων καταπετονται κυκνων ἀμηχανα τωι πληθει νεφη , και περιελθοντες τον νεων και
9999798 εὐελπιδες
δυναμιν τολμηται και παρα γνωμην κινδυνευται και ἐν τοις δεινοις εὐελπιδες : το δε ὑμετερον της τε δυναμεως ἐνδεα πραξαι
ἐχουσιν ἀξιωμα . οἱ μεν γαρ δια το πολλακις κατωρθωκεναι εὐελπιδες μετα φρονηματος τινος ἐπιασι , οἱ δε δι '
9999797 σταδιῳ
, ὡς παρ ' Ἀριστοφανει ἐν Βατραχοις Εὐριπιδου πλειν ἠ σταδιῳ λαλιστερα : και παλιν δεον δειν , δειν τοδε
' αὐτο . τον νουν προσεχε δη . ἐν τῳ σταδιῳ των ἀνταγωνιστων με τις ἐδοκει στεφανουν γυμνος προσελθων .
9999797 νοϲηματοϲ
ἀγαθαι κριϲειϲ μαλιϲτα γινεϲθαι φιλουϲι . Παρακμηϲ διαγνωϲιϲ ὁλου του νοϲηματοϲ . ἐπι δε τηϲ παρακμηϲ του ὁλου νοϲηματοϲ τα
βοηθηματων . ψυχραϲ δε τηϲ δυϲκραϲιαϲ ὑπαρχουϲηϲ και δυϲλυτου του νοϲηματοϲ ὀλιγοϲιτια τε παραλαμβανεϲθω και τηϲ κεφαληϲ ἀλοιφη δια των
9999797 κολοκυνθης
τον στομαχον κυστιν πληρωσας ὑδατος ψυχρου ἠ χιονα ἐπιβαλλε ἠ κολοκυνθης ξεσματα . Ἐκκαιομενοις ἀδιψον καταποτιον : σικυου ἡμερου σπερματος
λεκιθων , καρυων , ζωμου , πολφων , οἰνου , κολοκυνθης . Εἱς οἰωνος ἀριστος ἀμυνεσθαι περι δειπνου . ὡς
9999797 Ὀλυμπιασι
Προμαχος ὁ Δρυωνος , ἀνελομενος παγκρατιου νικας , την μεν Ὀλυμπιασι , τρεις δ ' Ἰσθμιων και Νεμεᾳ δυο :
: οὐ καλως . ἀκουοι Ὀλυμπιασι . ἀλλαχου : ἀκουσαι Ὀλυμπιασι . [ ἀν ] ἀγνωτες . το ἀν ἐν
9999797 ἑτερωθι
πεπειρου , μητε ἐπι τινι των εἰωθοτων ἰαματων , μητε ἑτερωθι μετασταντος του πονου εἰ μηδε ὡδε γινοιτο , ἀναγκη
πασχητιασμον τινα και ἀσελγειαν οὐκ ἀνθρωπινην : την γυναικα δε ἑτερωθι ὑπο του μαγειρου και αὐτην . . . Τι
9999795 πλαστιγγα
της πλαστιγγος , ἀπο τουτου δε καταχρηστικως και ὁλην την πλαστιγγα σταθμην φασι . Περισσας δε λεγει , ἐπειδη ἡ
, ὡσπερ εἰπον , ἐγχεον , ἐντευθενι δε σπαρτιοις ἠρτημενην πλαστιγγα προσθες , καὐτο σοι γενησεται τα συκ ' ἐν
9999795 ἀφωνα
, βρεφη δ ' ἐν αὑτῃ περιφερει τα γραμματα : ἀφωνα δ ' ὀντα ταυτα τοις πορρω λαλει οἱς βουλεθ
βρεφη σῳζους ' ὑπο κολποις αὑτης , ὀντα δ ' ἀφωνα βοην ἱστησι γεγωνον και δια ποντιον οἰδμα και ἠπειρου
9999795 ἀλευρῳ
τῳ γαλακτι ἀπεφθῳ ϲυμμετρωϲ καθαιρειν , εἰτα ϲπογγῳ πυριαϲαντα καταπλαϲϲειν ἀλευρῳ ὀροβινῳ ἠ πυρινῳ ἐν μελικρατῳ ἑφθῳ , ἐνιοτε και
τῳ μελικρατῳ , και ἐπειδαν διαλυθῃ , ἑψειται ὁμου τῳ ἀλευρῳ . αὑτη ἡ κατασκευη ἀνυσιμωτερα ἐστι προς ἀμφω ,
9999795 μαλακῃ
γης ἐστρωμενα περι τον καυλον και τον πυθμενα , ἐλαιᾳ μαλακῃ ὁμοια , στενοτερα δε και μακροτερα : καυλια σπιθαμης
ὑστερον δε τῳ χρονῳ παραφθαρεντος του ὀνοματος τηβεννος ἐκληθη . μαλακῃ δε και πολυτελει ἐσθητι χρησθαι πλουσιοις μεν ἀγαθον και
9999794 δενδρῳ
τε ] ἀνδραχνου το ὑπολοιπον : τραφηναι δε ὑπο τῳ δενδρῳ τον Ἑρμην τουτῳ νομιζουσιν . οὐ πορρω δε θεατρον
. ὁταν δε ἐμπαλαχθωσιν αὐτῳ , προσαραττουσι την οὐραν ἠ δενδρῳ ἠ τοιχῳ ἠ αἱμασιᾳ : παιομενοι δε οἱ σφηκες
9999794 ἀπηγγελλετο
: ὡς δε τοις Φωκευσιν ἡ Κριτολαου συμφορα και Ἀχαιων ἀπηγγελλετο , ἀπελθειν ἐκ της Ἐλατειας κελευουσι τους Ἀρκαδας .
. Ὁ δε εἰκοτως ὡσπερ ὑβριοπαθει ὁτι συμπαθεια τις αὐτῳ ἀπηγγελλετο μηδεν ὁλως των κακων πλημμελησαντι , εἰς ἀποκρισεις δε
9999794 χαρακα
φαλαγγα ταττειν και καταλεγειν λοχους , στρατοπεδευειν τε ἐπικαιρως και χαρακα πηγνυσθαι και τ ' ἀλλα ὁσα δη τα τακτικα
μαχῃ πεφευγασιν , ἐξαγαγων την δυναμιν ὁ Ἀκυλλιος τον τε χαρακα των πολεμιων αἱρει μεστον ὀντα ὑποζυγιων τε και ἀγορας
9999794 ἐγωγε
γαρ ἐστι προσωπου . ἐδει δε σῃ . οὐ γαρ ἐγωγε σχησομαι : ἀντι του : ἐγω οὐκ ἀνεξομαι .
γνοιης , εἰ σοι εἰποιμι τοὐνομα . Ἀλλα και νυν ἐγωγε γιγνωσκω , ὁτι ἀμαθης τις ἐστιν . Μερμερος πανυ
9999793 ἐργωδες
; ἐν ᾡ ὁτι πανταχοθεν οὐτε ἀσυμφορον , οὐτε ὁλοκληρον ἐργωδες το ἐγχειρημα , ἀλλα και ὀλιγα ἀρκεσει χρηματα :
Το δε και ταυτας ἐκθεσθαι πολυχουν τε ταις δειξεσιν και ἐργωδες ἐν τοις ἐπιλογισμοις μη ὡρισμενων καθ ' ἑκαστην των
9999793 ἑψημα
ἀντι μυροβαλανου πευκινον . ἀντι μαλαχηϲ τηλιϲ . ἀντι μελιτοϲ ἑψημα . ἀντι μαννηϲ λιβανου φλοιοϲ . ἀντι μυοχοδων μυϊαϲ
ἀμυγδαλα πικρα ἰϲχαδεϲ ϲταφιδεϲ ϲτροβιλια και μαλιϲτα τα χλωρα μελι ἑψημα γλυκυϲ οἰνοϲ καϲτοριον ὀροβιον ἀλευρον πιτυιδεϲ ἀμμωνιακον βδελλιον λιβανοϲ
9999793 λογιζεσθε
. το δε φιλομμειδης Ἀφροδιτη , κἀν ἐγω παραλειψω , λογιζεσθε . ὁ δε Ἐρως και ἀνεκαγχασεν εὐστοχως την Αἰητου
ἠ διειναι , ὡς ἀν τις μηδετερου δικαιως τυχοι . λογιζεσθε γαρ , εἰ μεν , ὠ ἀνδρες Θηβαιοι ,
9999793 εὐειδες
των Ὀλυνθιων αἰτειν ἐπεχειρησεν , ὁ την μεν ὀψιν ἠν εὐειδες και χαριεν , ἠν δε και αἰχμαλωτος ἐκ Μακεδονιας
και το μεχρι των ἐμφυτων καρποις και ἐτι φυλλοις το εὐειδες και το ῥᾳστα εὐανθες και ῥαδινον και ποικιλον ,
9999792 Τρωιαδες
ἀνασσαν δη ποτ ' οὐσαν Ἰλιου Ἑκαβην ἀν ἐξευροιμι , Τρωιαδες κοραι ; αὑτη πελας σου νωτ ' ἐχους '
δ ' ἀπο πυργων σταθμον ἀνοιγομενων πυλεων ἀνεκοπτε τριαινῃ . Τρωιαδες δε γυναικες ἀνα πτολιν ἀλλοθεν ἀλλαι , νυμφαι τε
9999792 Ἀντιγονη
' ἐν ἡμεραι τεκνοιν ] . ὠ τεκνον ἐξελθ ' Ἀντιγονη δομων παρος . [ οὐκ ἐν χορειαις οὐδε παρθενευμασιν
διπλα λεγειν και διπλα ὁραν παρεστι , δια τουτο φησιν Ἀντιγονη και αὐθις ὁτι ταδε τα παροντα κακα πλησιον τοιουτων
9999792 θατερῳ
ὁ δημηγορων δε Ἀθηνησιν ἐστεφανουτο και ὁτε ἐπαυετο , παρεδιδου θατερῳ και ὁποτε εἰποι , ὀρθως ἐτιματο στεφεσθαι . ὁ
Καλλιμαχου λαμπρων ἀριστειαν αἰτει ὡστε και τουτο τον λογον τῳ θατερῳ παρασχειν . δυναμεως ἐστιν ἐργον , οὐκ ἐπιδειξεως :
9999791 θανατοϲ
δε παραμενουϲιν μεχρι τηϲ ἑβδομηϲ : ὀξυτεροϲ δε γινεται ὁ θανατοϲ , ὁταν τιϲ ὑπο θηλυκου ζῳου πληγῃ . βοηθουνται
τελεϲθῃ : ὀξειη γαρ ἡ τηκεδων , ταχυϲ δε ὁ θανατοϲ , ποτι και βιοϲ αἰϲχροϲ και ϲπιπονοϲ . διψοϲ
9999791 μακροτατη
θερινας τροπας ὁ ἡλιος κατα κορυφης γινεται , ἡ δε μακροτατη ἡμερα ὡρων ἰσημερινων ἐστι τρισκαιδεκα και ἡμιωριου , ἐν
ἀποφηνω ὁτι των παιδιων γινεται ἡ διακρισις των μελεων ἡ μακροτατη ἐπι μεν τῃ κουρῃ ἐν τεσσαρακοντα και δυοιν ἡμερῃσιν
9999791 ἐτυγχανες
και μαλιστ ' εἰ και προτερος αὐτος εὐ ποιησας τουτον ἐτυγχανες . εἰθ ' ὡν οὐκ ἀν ποτ ' αὐτος
οὐ γαρ οἰδα τι ἀν δεινοτερον ἐπασχομεν , εἰ ἀπων ἐτυγχανες , οὑ νυν παροντος βλαπτομεθα . εἰ δ '
9999791 δορκαδες
νεβροτοκοι και ζορκες , τουτεστιν αὐτοι οἱ ἐλαφοι και αἱ δορκαδες . * κινωπησταις : ἑρπησταις κινουμενοις ἑρπυστικως * ζορκες
μεν και ὀρνιθες , διακεινται δε λεοντες τε ὁλοι και δορκαδες και συες και τιγρεων ὀσφυες , τα γαρ λοιπα
9999791 ἠρεμια
λεγεται ἰδια ἑκαστης εἰναι αἰσθησεως , κοινα δε πλειονων κινησις ἠρεμια ἀριθμος σχημα μεγεθος . ἀλλα κινησις μεν ἁπασων κοινον
συμφωνων ἀνομοιοτητα : και μεταξυ γαρ δυο ἐναντιων κινησεων ἐστιν ἠρεμια , ὡς ἐν τῳ σφυγμῳ δεικνυται . εἰ δε
9999790 τερεβινθινη
λεια ἐν οἰνῳ και ῥοδινῳ προστιθεσθωσαν : ἀγαθον δε και τερεβινθινη μετα σμυρνης και κροκου και μελιτος . τουτο δε
βολβοϲ κρομμυον ϲκορδον μαλιϲτα κοϲτοϲ ἀμωμον ναρδοϲταχυϲ θειον ϲτυραξ χαλβανη τερεβινθινη ϲμυρνα ὀποπαναξ ϲκιλλα ὀριγανον γληχων ὑϲϲωπον ἀβροτονον βρυωνιαϲ ῥιζα
9999789 νομισθειη
ψυχρον ἀν νομισθειη , προς δε το ψυχρον συγκρινομενον θερμον νομισθειη ἀν : οὑτως οὐν και κατα τον αὐτον τροπον
τουτι το πνευμα φαινεσθαι , τις ἀν μαλλον προσηκουσα ὡδε νομισθειη διαιτα , εἰ μη ἡ μετριως ψυχουσα και ξηραινουσα
9999789 ἐλαιῳ
κυαμους τριψας λειον , διπλασιον δε ἐστω της ῥαφανου , ἐλαιῳ διειναι , ὁσον τεταρτημοριον κοτυλης , τουτο ἐγχειν χλιαρον
τῳ δε της ἀγριας μαλαχης χυλῳ εἰ τις χρισαιτο συν ἐλαιῳ , οὐτε ὑπο σφηκων πληγησεται , και τον φθασαντα
9999789 ἀμιγες
την θαλατταν κατα μεν την πρωτην ἐκβολην σωζουσιν το ῥευμα ἀμιγες ἀλλῃ φυσει πικροτερᾳ , και τοις ναυταις θαλαττιοις προσπλευσασιν
κρειττον , ὁτι το μεν ληθῃ κεκραται , το δε ἀμιγες και ἀκρατον ἐξ ἀρχης ἀχρι τελους διαμενει . Και
9999789 γονη
ταυτα ἐστιν ἀληθεα : τῃσι πρωτῃσι των ἡμερεων ὁκοταν ἡ γονη ἐς τας μητρας πεσῃ , ἐλαχιστον αἱμα ἐρχεται ἀπο
θωυμαστη αὐτεων ἡ φυσις : πρωτον μεν γαρ το παν γονη εἰσι , και ἠν ἀποδυσῃς κυαμον ἐτι χλωρον ἐοντα
9999789 κολλωδες
και μιξαντες τον καρπον του παλιουρου . Τουτου γαρ συμμιγεντος κολλωδες μεν το παν πολυ μαλλον γινεται , δοκει δ
οἰνον , ἠ ἐμβληθηναι εἰς τους πιθους , παχυ και κολλωδες ᾐ το γλευκος , μονιμωτερος ἐσται ὁ οἰνος :
9999789 Κρητικα
. „ παλιν δ ' ἐν τοις ἑξης και τα Κρητικα συμπλεκει τουτοις „ ὠ θαλαμευμα ” Κουρητων , ζαθεοι
ὀρχηστην περ ἐοντα ἐγχος ἐμον κατεπαυσεν . ὁθεν και τα Κρητικα ὑπορχηματα : Κρηταν τε καλεουσι τον τροπον και το
9999789 Θεωνα
, ἀλλα κατα συμμνημονευσιν λαμβανεται . θεωρουντες γαρ Διωνα και Θεωνα και Σωκρατη και κοινως τους κατα μερος ἡμιν ὁμοιους
πιπτοντων ῥηματων ἐνδεικνυμενων την ἑκαστης διαθεσιν , ὡς ἐχει το Θεωνα διδασκει Τρυφων , τουτον φιλω ἐγω , φιλει Θεων
9999788 Κρατηρ
ἐκτεταμενας τας χειρας ἀνω και ὁ νωτος της Ὑδρας και Κρατηρ και Κυμβαλα και οἱ Φρυγιοι Αὐλοι και τα μεσα
Ὑδρος [ τε και Κρατηρ ] ἑως Κορακος . παρειται Κρατηρ . Ἰχθυων ἀνατελλοντων ἀνατελλει νοτιος Ἰχθυς οὐχ ὁλος Ἀνδρομεδας
9999788 θαυμασιε
Ἀπολλωνος : εἰς ἁ ἀποβλεψας ὁ βασιλευς εἰπεν : ὠ θαυμασιε λυτικε , ἐαν ἀφελῃς του Σωτηρος το σω ,
σοι φερονται νεοττοι , κατοκνεις ; ἀλλ ' , ὠ θαυμασιε , μη τουτο ποιου κωλυμα μηδ ' οὑτως οἰου
9999788 Σιμωνα
Οἱ φιλομεμφεες εἰς φιλιην οὐκ εὐφυεες : Δημοκρατους . Οἰδα Σιμωνα και Σιμων ἐμε : δυο ἐγενοντο ἡγεμονες , Νικων
εἰ ὁ Σιμων ἐστι σκυτευς μοχθηρος , ἀναγκαιον και τον Σιμωνα ἀγαθον εἰναι σκυτεα μοχθηρον ὀντα . ” εἰη δ
9999788 μακρη
: ἀριϲτοι δε και οἱ ἐπι τῳ δειπνῳ . αἰωρη μακρη , νηνεμοϲ , ἀνηλιοϲ τῃ κεφαλῃ : κακοϲ γαρ
: ἡ μεν γαρ ἡμερη βραχειη , ἡ δε νυξ μακρη : δια ταυτα οὐν οὐκ ἐχει ὑπερβολην ὁ χρονος
9999788 κανθαρῳ
βουλομενος οὐν το γενος το των ἀετων σπανισθηναι συνεβουλευε τῳ κανθαρῳ διαλλαγας προς τον ἀετον θεσθαι . του δε μη
ἠσθιεν ” : ἀποθανων γαρ ἠν ὁ Κλεων . τῳ κανθαρῳ : οὐχ ὡς πινοντος του κανθαρου , ἀλλ '
9999788 ὡρισαμεθα
: ἐπει γαρ κινησιν αὐτην αἰσθησεως της κατ ' ἐνεργειαν ὡρισαμεθα , ὡς ἀν ἡ αἰσθησις ἑξοι , οὑτω και
ὑπο των σοφιστων ὀχλωμεθα . ὡστε , φησιν , καλως ὡρισαμεθα την κοινην προτασιν , και ἐστιν μεν ἡ συλλογιστικη
9999787 φιλη
Σεμπρωνιος Γρακχος . Καραυιν δε πολιν , ἡ Ῥωμαιων ἠν φιλη , δισμυριοι Κελτιβηρων ἐπολιορκουν : και ἐπιδοξος ἠν ἁλωσεσθαι
. συ δ ' ] † ἀποστροφη το σχημα . φιλη ] προσφιλες ἐμοι ἠ ἐκεινῳ . κοσμον ] †
9999787 ϲωματοϲ
φλεγμαινοντων , ὡϲ εἰ γε φλεγμαινοιεν ὠμων χυμων πεπληρωμενου του ϲωματοϲ ἀνελπιϲτοϲ ὁ καμνων ἐϲτιν των ϲφυγμων οὑτω τραπεντων .
, και ὁμοιωϲ ὑδρωπικοιϲ περιτεινεται αὐτοιϲ ἡ ἐπιφανεια ὁλου του ϲωματοϲ , τα τε οὐρα ἐπεχεται . βοηθει δε αὐτοιϲ
9999787 κοινῳ
ἐσθ ' ὁτε , και αὑται μεν αἱ ἀλλοιωσεις τῳ κοινῳ δη λογῳ γινονται , του παντος ἀλλοιωθεντος σωματος .
ἐστι δημοσιᾳ βλαβος εἰ τις ψευδεται , ἐν δε τῳ κοινῳ μη χρησθαι τῳ νομῳ τουτῳ την πολιν την αὐτην
9999787 ἐνομισθη
δαιμων δε οὑτος ὁ Τυφων . Ἡ Ἰσις ἡ αὐτη ἐνομισθη τῃ Ἰοι τῃ ἁρπασθεισῃ ὑπο του Διος . ὁ
πατριδι μικρον ἐμπροσθεν ἐφανη και τοις ἀλλοις Φοινιξι και ῥητωρ ἐνομισθη : νυν δ ' ἐπελθειν ἐθελων την Παλαιστινην ,
9999787 ἐχαιρε
Λαιδα γουν ἀναφανδον εἰχε την ἑταιραν και ταις Διονυσιου πολυτελειαις ἐχαιρε , καιτοι πολλακις ἐνυβριζομενος . ἀδοξου γουν ποτε κλισιας
ταυτην ὁ στρατηγος προς ἀνεσιν ἐτραπη και ῥᾳστωνην θηλυδριωτιν . ἐχαιρε γαρ μιμοις και θαυματοποιοις και πασι σκηνικοις ἀθυρμασι ,
9999787 Μαιανδρῳ
ἐχει πελαγια οὐσα : φασι δε και δικας εἰναι τῳ Μαιανδρῳ μεταφεροντι τας χωρας ὁταν περικρουσθωσιν οἱ ἀγκωνες , ἁλοντος
οὐν Ἀντιοχεια μετρια πολις ἐστιν ἐπ ' αὐτῳ κειμενη τῳ Μαιανδρῳ κατα το προς τῃ Φρυγιᾳ μερος , ἐπεζευκται δε
9999787 ἀδειᾳ
των πολεμουντων ἀωρι των νυκτων και τουθ ' ὑπορυττοντες ἐν ἀδειᾳ πολλα τουτου κατεσπασαν εἰς ἐδαφος μερη , ὡστ '
. ὁ δε σοφος οὑτος Λυκοφρων οὐκ οἰδ ' ὁποιᾳ ἀδειᾳ τους Φαιακας και Δαυνιους ἠτοι τους Καλαβρους Αὐσονας καλει
9999787 τρισκαιδεκα
οὑς ἀποκτεινων ὁ Οἰνομαος ἀνεβαλλετο τον της θυγατρος γαμον ἐπι τρισκαιδεκα ἠδη νεοις . ἀλλα ἡ γη νυν ἀνθη φυει
ἀπερχεται μισθον οὐκ ὀλιγον της ἀγγελιας προλαβων . ἑωθεν δε τρισκαιδεκα ἡκουσιν κομιζοντες , ἑκαστος ὡς πολλα εἰπε και ὡς
9999786 ἡμιφωνα
ἑαυτα φωνειται και μεθ ' ἑτερων και ἐστιν αὐτοτελη : ἡμιφωνα δ ' ὁσα μετα μεν φωνηεντων αὐτα ἑαυτων κρειττον
το θ : οὐδενος δε πεφυκε προταττεσθαι των ἀφωνων τα ἡμιφωνα . τουτοις ἐπιφερεται τριτον κωλον τουτι πολυβατον οἱ τ
9999786 ὑπνῳ
τῳ ὑπνῳ , ὁ ἐστι : την μελαιναν καταστασιν τῳ ὑπνῳ ἐδωκε το πυρ , ἀντι του : διεδεξατο ἡ
τε λογων και του ἐνυπνιου : ὁς ἐδοκεε ἐν τῳ ὑπνῳ ἀπαγγειλαι τινα οἱ ὡς Σμερδις ἱζομε - νος ἐς
9999786 βλεφαρα
ἀμετρου παρουσης και ἐσχαρας οὐσης , ὡστε και νεμεσθαι τα βλεφαρα , και τῳ ἀρνογλωσσῳ τῳ μικρῳ ἠ τῳ μεγαλῳ
καιρια ὁστις φυλασσει πραγος ἐν πρυμνῃ πολεως οἰακα νωμων , βλεφαρα μη κοιμων ὑπνῳ . εἰ μεν γαρ εὐ πραξαιμεν
9999785 θεωρητικη
και πρακτικαι , λεγομεν ὁτι κυριως μονη ἡ φιλοσοφια ἐστι θεωρητικη και πρακτικη . και θεωρητικη μεν κυριως μονη ἐστιν
: θεωρητικη , πρακτικη , ποιητικη και μικτη . Και θεωρητικη μεν λεγεται ἡ δια μονου του λογου παραδιδουσα τα
9999785 Ἑνικα
τυπουμενα . Πληθ . Τυπουμενοι , τυπουμεναι , τυπουμενα . Ἑνικα . Τετυψομενος , τετυψομενη , τετυψομενον . Δυϊκα .
τυποιεν : προδηλος ἡ τεχνολογια ἀπο της τυπων μετοχης . Ἑνικα . Τυπτοιμην : παν παθητικον ἠ μεσον ἐχον ἐπι
9999785 βαρβαρῳ
: Ἀθηναιων ἡμιν μεν ἐοντων μη ἀρθμιων , τῳ δε βαρβαρῳ συμμαχων , καιπερ τειχεος δια του Ἰσθμου ἐληλαμενου καρτερου
ὁ Ἀλεξανδρος ἐπιστρεψας τον ἱππον ἐπι τον σατραπην ἐφιππευσε τῳ βαρβαρῳ . ὁ δε Περσης νομισας παρα των θεων αὐτῳ
9999785 θηριωδες
το των νεμομενων τας χωρας ἐκεινας ἀμορφον και ἀκαθαρτον και θηριωδες . τα δε λοιπα του τεταρτημοριου μερη περι το
οἰδε γαρ Ἱπποκρατης και ἐμμεσα ἐναντια . ιβʹ . Το θηριωδες φθινοπωρον , καρδιαλγιαι και το φρικωδες και τα μελαγχολικα
9999785 εἱλετο
γαρ ἀν ἠ πολις πεμπουσα τον του μηδενος ἀξιον θεραπευειν εἱλετο , ἠ πρεσβευτης ἡκων προσηλθεν ἀν ποτε τουτῳ του
ἐπι δε Τρωες κελαδησαν νηπιοι : ἐκ γαρ σφεων φρενας εἱλετο Παλλας Ἀθηνη . Ἑκτορι μεν γαρ ἐπῃνησαν κακα μητιοωντι
9999784 νικωσα
ἐκτος φοβου οὐσα . κρατουσα ] κυριευουσα . κρατουσα ] νικωσα . θ οὐχ ὁμιλητον θρασος ] ἐν θορυβοις οὐ
, και οὑτως ἐστι δια παντων κρατιστη και τοις ὁλοις νικωσα , ὡς μονην ταυτην των ὑφ ' ἡλιῳ πολεων
9999784 βραχυν
ἀπο γονης , και προς των νομεων ἀναιρεθεις ἐκτραφειη , βραχυν ἐπισχων χρονον , εἰτε ὑποτυπωθεις τι των ἀληθων εἰτε
ἐς το κοινον ἐπεσκοπειτο , ἀλλ ' ἐξιων του ὁμιλου βραχυν καιρον . φθεγμα δε ἠν αὐτῳ λαμπρον και ἐπιτονον
9999784 τυνη
Δια , ἠγουν την εἱμαρμενην : κλυθι και ἀκουσον , τυνη και συ , ἰδων τα παροντα , ἀϊων τε
οὑτως ἐστι και το συ τυ και κατ ' ἐπεκτασιν τυνη . συρισδες : ἀντι του συριζεις Δωρικως . οἱ
9999784 τολμᾳ
Ταυροσθενους πατρος , οὑς οὑτος νυνι μισθον λαβων Ἀθηναιους εἰναι τολμᾳ γραφειν , και παλιν ὑπο Θεμισωνος του Ἐρετριεως ,
, ὡστ ' οὐδ ' ὑπερ των ἡμαρτημενων αὑτῳ αἰσχυνομενος τολμᾳ ἡσυχιαν ἀγειν , ἀλλα συκοφαντων ἀλλους τε και ἐμε
9999784 ἐσπασε
Ἡρακλης την Ἀλκηστιν γηθεν ἀναγαγων παρεστησε , τοτε ὁ Ἀδμητος ἐσπασε μεν καταληπτικην φαντασιαν ἀπο της Ἀλκηστιδος , ἠπιστει δ
θηρικλειον εἰπε Μενανδρος ἐν Θεοφορουμενῃ : μεσως μεθυων την θηρικλειον ἐσπασε . και ἐν Μηναγυρτῃ : προπινων θηρικλειον τρικοτυλον .
9999784 ἐθαυμαζεν
μελλοντα χειμωνα ἐκ της παρουσης αἰθριας προηπιστατο ἐξεπληξε : και ἐθαυμαζεν Ἱερων αὐτον , και Νικαευσι τοις Βιθυνοις συνηδετο ὁτι
. του δε δουλου κατωθεν τρησαντος και τον οἰνον αἰροντος ἐθαυμαζεν , ὁτι των σημαντρων σωων ὀντων ὁ οἰνος ἐλαττουται
9999784 μαθησεσθε
δη του αὐτου λογου την τε δικην οὐκ εἰσαγωγιμον οὐσαν μαθησεσθε , και την ὁλην ἐπιβουλην και πονηριαν τουτουι του
ἀν δυνωμαι δια βραχυτατων τους λογους . ὁθεν οὐν ῥᾳστα μαθησεσθε περι αὐτων , ἐντευθεν ὑμας και ἐγω πρωτον πειρασομαι
9999784 ἀπελαβε
τα περατα καταμετρησῃ τῳ λογισμῳ . . Ἡ μεν σαρξ ἀπελαβε τα περατα της ἡδονης ἀπειρα , και ἀπειρος αὐτην
παραδους δ ' αὑτον και την βασιλειαν Ἀλεξανδρῳ παλιν ταυτην ἀπελαβε δια την του κρατουντος ἐπιεικειαν . ὁ δε Σωπειθης
9999784 θανατωδες
: και το κωματωδεσι νενωθρευμενοισιν ὑγρον διαχωρημα , κακιστον : θανατωδες δε και αἱμοῤῥοειν αἱματωδες πολυ θρομβωδες : λευκον τε
και ἱνα μη ταυτολογησῃ ἐν βραχει χωριῳ , δια το θανατωδες εἰπειν ἐπηγαγε “ τον κινδυνον ” , και ἐπι
9999783 Δαμωνα
ἐκεινου παραδωσει , προεκαλεσατο τινα των γνωριμων ὁ Φιντιας , Δαμωνα ὀνομα , Πυθαγορειον φιλοσοφον , ὁς οὐδε διστασας ἐγγυος
τῃ εὐνῃ ὀνταῥιψαι ἑαυτον εἰς την θαλασσαν και καταλαβοντα τον Δαμωνα ἠδη ἀπαγορευοντα φαινεσθαι γαρ ἐπι πολυ ταυτα της σεληνης

Back