ΦΣ περιφερειαν διαπορευεται , ἐπει και ἡ ΦΠ τῃ ΖΗ ἰση οὐσα της ΦΣ μειζων ἐστιν . Γεγραφθω δη δια
και ἡ ΠΡ τῃ ΡΟ ἐστιν ἰση . και ἐπει ἰση ἐστιν ἡ ΒΓ τῃ ΒΔ , ἡ δε ΗΚ
9999906 ἀναγκαιῳ
ὡστε ἐκειθεν ἐφηκει το ἀναγκαιον και τῳ κατα την βιαν ἀναγκαιῳ . ὁμοιως δε και ἐπι των συναιτιων του ζην
ἀναγκαιου δι ' ἀδυνατου οὐ δεικνυνται , ἐπειδη ἐν τῳ ἀναγκαιῳ και ἐνδεχομενῳ αἱ ἀντιφασεις λαμβανονται ἀντιτιθεντων ἡμων τροπον τροπῳ
9999903 ἠναγκασαν
των ἑξακοσιων , τους δε λοιπους ἐκβαλοντες ἐκ της χωρας ἠναγκασαν φυγειν εἰς Ἀργος . αἱ μεν οὐν κατα Πελοποννησον
ταις μηχαναις καταβαλλειν τα τειχη , τας πολεις των διδαξαντων ἠναγκασαν ποιειν το προσταττομενον . και νυν ἀν Καρχηδονιοι βιασωνται
9999899 ἐλαλησεν
ἐθεασατο Τρυφων : ἐμοι και σοι και τοις περι Διονυσιον ἐλαλησεν Τρυφων , ὁ γενησεται ἡμιν ἐλαλησεν : ἐκ δε
ὁ θεος ἀπεκρινετο αὐτῳ φωνῃ ” , οὐ κατα συντελειαν ἐλαλησεν , ἀλλα κατα μηκυνομενην παρατασιν ἐλαλει , και ὁ
9999898 ἐτελειτο
Ὠρωπῳ τα Ἀμφιαρηϊα . * ἐν ταις Θηβαις τα Ἡρακλεια ἐτελειτο , ὡν ἀθλον ἠν χαλκος τριπους . νενομισμενοι ἐγνωσαν
, πολλων διακρινομενων ἐκ των ἐχοντων ὑλην τινα περισπουδαστον . ἐτελειτο δε ταυτα ἐφ ' ὁλοις νυχθημεροις δεκα , της
9999896 ὑπερμεγεθες
ὁν οὐκ ἀν καταφαγοιμεν ἡμερων τριων ἠδη κατεσθιοντες δωδεκα : ὑπερμεγεθες γαρ ἐστι . Τι οὐν ἀγοραζω ; φραζε γαρ
ὠν του οἰκου του Ἁγνιου , ἐψευσατο προς τους δικαστας ὑπερμεγεθες ψευδος περι τε της Φυλομαχης της του Πολεμωνος ἀδελφης
9999896 ἐνεπεσεν
ἀνδρα κατ ' ἀξιαν οὐτ ' ἐραστην , ἀλλ ' ἐνεπεσεν εἰς δυο , νησιωτην πενητα , και ἑτερον ,
πολεων ἀλληλας φθανουσαι προς Ἀμιλκαν ἀφισταντο : τοσαυτη τοις ὀχλοις ἐνεπεσεν ὁρμη μετα την ἡτταν δια το προς τον τυραννον
9999896 κορυφαν
ἐπι ναυν εἰναλιαισι πλαταις ἠ Σαλαμιν ' ἱεραν ἠ διπορον κορυφαν Ἰσθμιον , ἐνθα πυλας Πελοπος ἐχουσιν ἑδραι . εἰθ
ταν προ πολεως τον ἀνιερον ἀνιερον ἀνοσιον ἀνοσιον και ? κορυφαν ? ? ἀπαται ? ? θ [ οἰχομεθ ]
9999894 ἠλευθερωσαν
νικησαντες , τους μεν Τυρρηνους ἐταπεινωσαν , τους δε Κυμαιους ἠλευθερωσαν των φοβων , και ἀπεπλευσαν ἐπι Συρακουσας . Ἐπ
προγονοι ὑπο παντων των Ἑλληνων , βιᾳ και τους ἀλλους ἠλευθερωσαν , ἀναγκασαντες ἐν Σαλαμινι μεθ ' αὑτων προς τους
9999894 σμυρνης
, ὀπιου ⋖ δ , λιβανου # α # , σμυρνης # α , καστοριου # δ . ἀναλαμβανε οἰνῳ
. . . . ⎪ ⎬ ἀνα δρ . δʹ σμυρνης . . . . . ⎪ πηγανου φυλλων .
9999893 ὁποσοιουν
των τον αὐτον λογον ἐχοντων αὐτοις . Ἐστωσαν οἱ δοθεντες ὁποσοιουν ἀριθμοι οἱ Α , Β , Γ : δει
ἐκτεθεντων . Ὁπερ ἐδει δειξαι . Ἐαν ὠσιν ἀπο μοναδος ὁποσοιουν ἀριθμοι ἐν ἰσῃ ὑπεροχῃ , ὁ συμπας πολυπλασιασθεις ἐπι
9999893 ἐκληθησαν
' αὐτας ὀρνιθας ἐποιησε : και ἀπο του πατρος Ἀλκυονες ἐκληθησαν : αἱ δε νηνεμοι και γαληνην ἐχουσαι ἡμεραι ,
γεγενηται , πλουσιωτατος ὠν . γεγονασιν οὐν ἐξ αὐτου οἱ ἐκληθησαν ἀλκμαιωνιδαι , οἱ και κατελυσαν την των πεισιστρατιδων τυραννιδα
9999893 ἐνδοτερω
λοχος ὁδε ὁ πρωτος : ὁ γε μην δευτερος , ἐνδοτερω σαπρου κρεως και ὀδωδοτος μοιραν μηρινθου τινος μακροτερας ἐξαρτωσι
ἐκβαλλειν . “ Κινουνται τε συνεχως αἱ ἀτομοι φησι δε ἐνδοτερω και ἰσοταχως αὐτας κινεισθαι του κενου την εἰξιν ὁμοιαν
9999891 ἐδεισεν
μονον ἀπεφαινον ἐξ ἁπαντων σφων ἐλευθερον , ὁς οὐτε πολεμιων ἐδεισεν ἐπιοντων ὀχλον οὐτε πολιτων αὐθαδεις και παρανομους ἐκολακευσεν ὁρμας
και κορυφαι , Τρωων τε πολις και νηες Ἀχαιων . ἐδεισεν δ ' ὑπενερθεν ἀναξ ἐνερων Ἀϊδωνευς , δεισας δ
9999891 συνηκε
οὐν ὁ Λιχας ὡς ἐστι κατακειμενα ἐν οἰκιᾳ χαλκεως , συνηκε δε οὑτως : ὁποσα ἐν τῃ του χαλκεως ἑωρα
παχυτερα τον νουν οὐσα ἡ γραυς τοις τοσουτοις αἰνιγμοις οὐ συνηκε το λεγομενον ὑπο της Φαιδρας , ἀγανακτουσα ἡ Φαιδρα
9999891 ἀσθενες
ἀνθησιν πολυχρονιωτεραν ποιουνται τα χεδροπα των σιτωδων ὁτι των μεν ἀσθενες το ἀνθος : εἰρηται δε ὁτι τα ἀσθενεστερα πανταχου
μη ἐχειν : αὐτο γαρ καθ ' ἑαυτο ἑν ἑκαστον ἀσθενες , και δοκει ἀνευθυνον εἰναι , συζευχθεντα δε ὁρον
9999890 βελτιστοι
, διορισον μοι : την του διαμαχεσθαι Ἀθηναιοις ὁπως ὡς βελτιστοι ἐσονται , ὡς ἰατρον , ἠ ὡς διακονησοντα και
γε δρᾳ αὐτο ; Ἀκουων σκοπει . οἱ γαρ που βελτιστοι ἡμων ἀκροωμενοι Ὁμηρου ἠ ἀλλου τινος των τραγῳδοποιων μιμουμενου
9999890 κατεστησε
ἐλευθεριας ” Σαμον δε φρουρουμενην ὑπο Κυπροθεμιδος , ὁν “ κατεστησε Τιγρανης ὁ βασιλεως ὑπαρχος . ” Κυπασσις : Λυσιας
διαδεχομενοι κατεληξαν εἰς Ἀρσην , ὁν ἀποκτεινας Βαγωος ὁ εὐνουχος κατεστησε Δαρειον οὐκ ὀντα του γενους των βασιλεων . τουτον
9999890 δειγμα
και μονους ὀντας εἰς ἐλπιδα τοις πραγμασι . καιτοι τοσουτον δειγμα σωφροσυνης και καρτεριας τις πωποτε ἐξηνεγκε των ἐν τοις
ἐπιδειξωμεν ἑαυτοις και τῳ λογῳ κοσμησωμεν . ἑν μεν οὐν δειγμα αὐτης ἐκεινο ἐστω , οὑ και προτερον ἐμνημονευσαμεν ,
9999890 θεραπαινα
βοας . οἱ δε ζητουσι το Πολυβωτου ποτερον θυγατηρ ἠ θεραπαινα . και μην ἐνιοι δε πολυβωτην προσηγορευον την πλουσιαν
. λεγουσι δε και ἐπεγειραι και ἐπεγερθηναι : „ ἡ θεραπαινα ἐπεγειρασα με „ . ἐγρηγορα χρη λεγειν , οὐ
9999890 Εὐριπιδου
“ ὠφελε μηδ ' ἐγενοντο θοαι νεες ” και το Εὐριπιδου ἐν Μηδειᾳ κατ ' ἀρχας του δραματος , ἱν
μακρῳ λογιωτατος Ἀθηναιων και εὐφυϊᾳ παντας ὑπεραιρων , ζηλῳ δε Εὐριπιδου † † , τοις δε μελεσι λεπτοτερος . ἐδιδαξε
9999889 ἀναιδειᾳ
, ὑπ ' αὐτου τῃ βοῃ , περιγενῃ δε ἐν ἀναιδειᾳ , οὐδεν ἡττον ἡμετερα ἡ νικη . πυραμους δε
αὐτων και παιδων παιδες ἀναισχυντοι . ἀκολουθει δε ἀναισχυντιᾳ και ἀναιδειᾳ ὑβρις και ἀδικια , τουτοις δ ' ἑπεται ὀλεθρος
9999889 ὁρωσαν
, και αὐτη γενησεται ὁμοιοειδης ἐκειναις : την γαρ ὁρασιν ὁρωσαν καταλαμβανομενη πολυ προτερον ὁρασις γενησεται , και την ἀκοην
πορθησιν και την ἐρημωσιν της πατριδος πλησιον των ποδων αὐτης ὁρωσαν . ἀλμα το ἀλσος . λεγεται δε και ὁ
9999888 ἐτελευτησεν
ἐν μεν τῳ τοτε ἀμεληθηναι , ὑστερον δε , ἐπειδη ἐτελευτησεν ἐν Βαβυλωνι Ἀλεξανδρος , ἐς μνημην ἐλθειν των ἀκουσαντων
του ἐμαυτου ἐπυνθανομην , ὁς ἐτη βιους ἐνενηκοντα και πεντε ἐτελευτησεν , ἁπαντων μετασχων των πονων τῃ πολει , ὁς
9999888 ἐλευθερα
ἐσηι . [ ] και τους λαθραι λεγοντας [ ὡς ἐλευθερα δουλης γυναικος [ παις ἐνικησεν τεκνα . μη νυν
βαθυν οὐτε διαιταν κεκολασμενην , ἀλλ ' ἀνετα παντα και ἐλευθερα . ταχα δε και πορφυριδα μεταμφιασομαι , ὡς εἰδειεν
9999888 ἐπαναγκες
πανυ ἐν τῳ νομῳ , ἁ δει ποιειν τους προσηκοντας ἐπαναγκες : ἀλλα πολλα πανυ ἐστιν ἁ προσταττει ποιειν τοις
την ἐν ἑτερῳ γαρ κειμενην ἁμαρτιαν εἰς μεμψιν ἰδιαν αὐτον ἐπαναγκες λαβειν . ὁστις δε διαβολαισι πειθεται ταχυ , ἠτοι
9999888 βραδεια
ποσιν ὁ ῥυθμος λεγεται . ὁταν γαρ ἡ ταχεια και βραδεια των ποδων ἀρσις και θεσις λογον ἐχῃ προς ἀλληλα
τοξικη και ἀκοντιστικη . και τουτων ἑκαστη ἠτοι ταχεια ἠ βραδεια : και ταχεια ἠτοι καθ ' αὑτην ἠ κατα
9999888 χαλβανης
ἀλοης Γοʹ αʹ ʹʹ , κροκου πυρεθρου , ὀποπανακος , χαλβανης , λιβανου ἀνα , Γοʹ αʹ , ἀμμωνιακου θυμιαματος
Ἀρχιγενης , κοινωσομαι προς ἑκαστον . Σαγαπηνου , πεπερεως , χαλβανης , πυρεθρου , κροκου , σπονδυλιου , σμυρνης ἀνα
9999887 εὐδαιμονα
Ἀχιλλεα , ὁτι Ὁμηρου ἐτυχε κηρυκος , ἐγω δε ἐμαυτον εὐδαιμονα ὑπολαμβανω , ὁτι σε κηρυττειν ἐλαχον οἱ ἐμοι λογοι
και πλειονα ἐκ των προειρημενων . Ἐαν δε βουληθῃ τις εὐδαιμονα πολιν κτισαι και παραμονον , ὁμοιως τε ναων και
9999887 ἐξεθηκεν
μυστηρια ἀνεφηνεν ἐν Ἐλευσινι και τας του πατρος Μουσαιου ποιησεις ἐξεθηκεν ἐτη ΧΗΔ βασιλευοντος Ἀθηνων Ἐρεχθεως του Πανδιονος . .
Σωτηρος μητερα . τουτον δε τον Πτολεμαιον οὐδεν οἱ προσηκοντα ἐξεθηκεν ἀρα ὁ Λαγος ἐπ ' ἀσπιδος χαλκης . διαρρει
9999887 πρισμα
ΗΛ ἡμισυ το ΗΘΚΛΜ πρισμα . και το ΑΒΓΔΕΖ ἀρα πρισμα τῳ ΗΘΚΛΜΝ πρισματι ἰσον ἐστιν : ὁπερ ἐδει δειξαι
, ἰσα ἐστι τα πρισματα , ἰσον ἀρα ἐστι το πρισμα το περιεχομενον ὑπο δυο μεν τριγωνων των ΒΚΖ ,
9999887 ἐμπιπλησι
ἐφυπερθε το θαμβηεστατον ἀλλο δερκηθρον : συναοιδα μεγιστουχοιο λοετροις ῥευματος ἐμπιπλησι βαθυν ῥοον ἐξανιεισης . ῥευμα γαρ ὑψιφαεινον ἐν ὑετιοις
και ἡττον των κριθινων ἀρτων ἡ μαζα και φυσης μαλλον ἐμπιπλησι την γαστερα , και εἰ ἐπι πλεον ἐν αὐτῃ
9999887 ἐνεθηκεν
τοις δε ἀνθρωποις δικαιοσυνην συμφυτον ἐνεσπειρε , και το κοινωνικον ἐνεθηκεν αὐτων τῃ φυσει . Διοπερ οἱ ἀδικοι τοις ἀλογοις
. . . . . . . . . κρυψας ἐνεθηκεν φαρμακοεν λυσεις . ἀταρ οὐτι γε Καρκινος αἰθων οὐτε
9999887 κατελαβετο
εἰς Ἀμφικτυονας κατα των Σπαρτιατων , ὁτι Φοιβιδας ὁ Σπαρτιατης κατελαβετο την Καδμειαν , και διετιμησαντο το ἀδικημα ταλαντων πεντακοσιων
Κορνηλιον . ἐπι δε τουτων Θεμισων ὁ Ἐρετριας τυραννος Ὠρωπον κατελαβετο . ταυτην δε την πολιν οὐσαν Ἀθηναιων παραλογως ἀπεβαλεν
9999887 ἀπηλλαγησαν
βραχυ σφαλματα και δια την ἐν τῃ Σικελιᾳ ξυμφοραν , ἀπηλλαγησαν του σφας τε αὐτους καταμεμφεσθαι και τους πολεμιους ἐτι
ἀσμενοι δη και οἱ των Φωκαεων συμμαχοι των πολεμιων ἀπελθοντων ἀπηλλαγησαν . τοτε Ἀγησιλαος ἐπιστρεφει , και συμμαχων ἐρημον το
9999887 ἠναγκασθησαν
ἀπο θαλασσης ἀνω Ἀκαρνανες , οὐ παραγιγνεται , ἀλλ ' ἠναγκασθησαν περι τας αὐτας ἡμερας της ἐν Στρατῳ μαχης ναυμαχησαι
ὁ Πελοποννησιακος πολεμος κατελυθη . Ὡς Καρχηδονιοι λοιμικῃ νοσῳ περιπεσοντες ἠναγκασθησαν συνθεσθαι την εἰρηνην προς Διονυσιον τον τυραννον . Εἰ
9999886 ἐγραψας
νυν αὐτος γραφεις , ὡσπερ διοβλης και κατεβροντημενος τοις οἱς ἐγραψας λοξοσυστροφοις λογοις μνημης ἁπασων ἐστερηθην ἁθροως . τι γαρ
γαρ εἰ τις ἐκεινων προεαλω , συ ταδε οὐκ ἀν ἐγραψας , οὑτως ἐαν συ νυν δικην δῳς , ἀλλος
9999886 τυγχανει
, ἀλλ ' ἐξαπατωσιν οἱ ὑπισχνουμενοι , ἠ μαθημα μεν τυγχανει ὀν , μη μεντοι πανυ σπουδαιον , τι και
εἰπειν οὐδενι μελει , εἰ μη εἰ τις ἐραστης σου τυγχανει ὠν . εἰ δ ' αὐ ἐθελεις εἰς πλουτους
9999886 Μελιτης
Θερσανδρον ὁστις ἐστιν εἰπειν , ὡς ἀν μαλλον ἡσθειης . Μελιτης μεν ἀνηρ , ἡν εἰδες ἐν τοις ἀγροις :
και πληθος ῥητορων οὐχ ἡττον δεκα : και ἡ της Μελιτης σπουδῃ προς την ἀπολογιαν παρεσκευαστο . ἐπει δε ἐπαυσαντο
9999886 ἀπιθανως
. οὐδ ' ἀμφιλεκτως ] ἠγουν οὐδ ' ἀμφιβολως και ἀπιθανως και δυσχερως , ἀλλ ' ἀληθως και ἀναμφιβολως εἰσι
λογισμῳ την προτερον ὁρμην ἀναχαλινωσας . Την δε φρονησιν οὐκ ἀπιθανως μωλυ , μονους εἰς ἀνθρωπους ἠ μολις εἰς ὀλιγους
9999886 ἐτελεσεν
. ” πολλα οὐν κοπιασας το δεκατον εἰς τον μηρον ἐτελεσεν , και φησι “ δος μοι τα ἱματια ,
. ἐτελεσε : κατηνυσε . Θουκυδιδης : ἐς Φαρσαλον τε ἐτελεσεν . εὐειλος : εὐηλιος . Ἀριστοφανης . εὐηθες :
9999886 ἐτελουντο
μυστηρια της ⌈ Δημητερος [ Δημητρος ] και της Κορης ἐτελουντο . μυστοδοκος ⌈ δομος [ δημος ] ] ὁ
τοποι ἐν Ἀθηναις ἐν οἱς ἱσταντο ἀγαλματα θεων και ἀγωνες ἐτελουντο οὑτω καλουμενοι . ἀπεδειξα : φανερα ἐποιησα . Γ
9999885 δριμυτης
φυσαν , ἐαν μη πληθος ᾐ ξυλων . ἡ δε δριμυτης του καπνου κατα την ὑγροτητα την ἑκαστου . διο
ἀλλα μαλλον λευκοτερα . Προσεστι δε τοις μεν δια λυπην δριμυτης μαλλον ἠ πληθος θερμασιας : ὡς τοις γε δια
9999885 νοσημασι
! α κρημνισαι ἑαυτον . νοσουσι δε οἱ ἱπποι πλειοσι νοσημασι , ποδαγρᾳ και ἰλεῳ και τετανῳ και ἐμπυησεσι και
και τοις ἀνευ πυρετου ὀξεως νοσουσι και τοις ἐν χρονιοις νοσημασι δεομενοις χολαγωγου φαρμακου , οἱον μαινομενοις , ἑτεροκρανικοις ,
9999885 προϲ
ϲμυρνηϲ ⋖ β οἰνῳ αὐϲτηρῳ λεαναϲ καταχριε . ποιει και προϲ τα ἐν τῳ γενειῳ . Ἀλλο ποιουν και προϲ
ἐπιουϲηϲ ἡμεραϲ και παλιν λυϲαϲ ἀνανεωϲαϲ ἐπιτιθει . Ἀλλο μαλαγμα προϲ παϲαν κεφαλαλγιαν . ἰου ⋖ δ χαλκου κεκαυ -
9999885 στη
τε πανορμοι πετραι τ ' ἠλιβατοι και δενδρεα τηλεθαοντα . στη δ ' ἀρ ' ἀναϊξας και ῥ ' εἰσιδε
κλισιῃ , περι δ ' ἀμβροσιος κεχυθ ' ὑπνος . στη δ ' ἀρ ' ὑπερ κεφαλης Νηληϊῳ υἱι ἐοικως
9999885 κατελυσε
. . . Κριτιας δε ὁ σοφιστης , εἰ μεν κατελυσε των Ἀθηναιων τον δημον , οὐπω κακος , ἀλλ
τις κυκλιος αὐλητης τα πελματα των ποδων αὐτου ηὐλοκοπησθαι . κατελυσε και ἐπαυσατο αὐλων τε και ἀγωνιζομενος , και οὑτως
9999885 συστολη
θωρακα , διαστολη μεν ὁταν ἀπο του πνευμονος ἐφελκηται , συστολη δ ' ὁταν τουτῳ παλιν ἀνταποδιδῳ . Οἱ Στωικοι
. Ἐπι δε του ἐπι σηψει τοὐναντιον κατεπειγει μαλλον ἡ συστολη του σφυγμου δια το ἐξωθησαι την ὑποκειμενην σηψιν ἐν
9999885 Ἀντικλειδης
προς γαμου κοινωνιαν ὁ Πεισιστρατος Ἱππαρχωι τωι υἱωι , ὡς Ἀντικλειδης ἱστορει ἐν η Νοστων : ἐξεδωκεν . . .
πρωτον εὑροντος τας ἀρχας των στοιχειων αὐτης , ὡς φησιν Ἀντικλειδης ἐν δευτερῳ Περι Ἀλεξανδρου . μαλιστα δε σχολασαι τον
9999885 κατεπολεμησε
, φυγας ὠν ὑπο Διονυσιου , μετα δισχιλιων στρατιωτων αὐθις κατεπολεμησε , και ὁ προτερον αὐτος ἠν , τουτο ἐκεινον
τω χειρε περιαγαγων εἰς τοὐπισω : ὡστε ἀμφισβητησιμον εἰναι ποτερον κατεπολεμησε τους ἀνθρωπους ἠ καθωμιλησε . Κερβουλων μεν οὐν ὁ
9999885 ἐκαλειτο
και ἑον ἠτοι τον ἰδιον ἀνδρα . ὁτι Ἀκεσσαια προτερον ἐκαλειτο ἀπο Ἀκεσσαιου τα νυν Ἐκβατανα καλουμενα . . οἱτε
: Ἀσσυριαν εἰπε [ την Συριαν ] την Καππαδοκιαν . ἐκαλειτο δε παλαι Συρια : διο τον Ἁλυν ποταμον μεταξυ
9999885 μηκετι
και της ΒΚ διδομενης τε της ΘΚ περιφερειας , ἐαν μηκετι , ὡσπερ ἐπι της ἀναπαλιν δειξεως , ἀπο του
, ἱνα αὐτῳ γενηται κυριος εἰς θεον : ἐβουλετο γαρ μηκετι ὡς ἀρχοντα εὐλαβεισθαι , ἀλλ ' ὡς εὐεργετην ἀγαπητικως
9999884 σκιλλαν
σικυου ἀγριου ῥιζαν ἑψησας τῳ ἀφεψηματι χρω . ἀλλο . σκιλλαν ὀπτησας και ὁταν μαλακη γενηται , ἐκπιασας τον χυλον
: των μελιτηρων ἀγγειων παρασκευασας τι και εἰς λεπτα την σκιλλαν διαθρυψας ταις χερσι και βαλων εἰς το ἀγγειον πωμασας
9999884 διεστηκε
] ἐπικλησιν Ὀλυμπιας . ἐνταυθα ὁσον ἐς πηχυν το ἐδαφος διεστηκε , και λεγουσι μετα την ἐπομβριαν την ἐπι Δευκαλιωνος
σωματων ἰδιον εἰδος κεκτηται και ἰδιαν μορφην , και πολυ διεστηκε το σκωληκος σωμα προς το ἱππου , και το
9999884 δοκιμωτατοι
εὑρισκουσιν οἰνου πεπλησμενους τους λεβητας . ταυτα Ἠλειων τε οἱ δοκιμωτατοι ἀνδρες , συν αὐτοις δε και ξενοι κατωμνυντο ἐχειν
πολλοι , μεγεθει δε και ἀλκῃ και ἐς ἐμε ἐτι δοκιμωτατοι Φωκεων . το δε ὀνομα τῃ πολει τεθηναι λεγουσιν
9999884 Μιθριδατης
ἀσχολιᾳ των προβουλων ἐπι το κοινον , Τιγρανη τον γαμβρον Μιθριδατης ἐπεισεν ἐς Καππαδοκιαν ἐμβαλειν ὡσπερ ἀφ ' ἑαυτου .
δε συνηλθον Συλλας τε Κορνηλιος ὁ των Ῥωμαιων ἡγεμων και Μιθριδατης ὁ κληθεις Εὐπατωρ , και συνεβησαν προς ἀλληλους ἐπι
9999884 ῥιζαν
στεαρ και κηρον και θειον και κυπαρισσου σπερμα , πευκεδανου ῥιζαν , μυρσινης φυλλα χλωρα κεκομμενα , καστορος ὀρχιν ,
φλοιος ἐβρωθη ξυλου και ἀγρωστιν εὑρειν βλαστανουσαν ἠ φλεω τινα ῥιζαν εὐτυχες ἠν ; βαλανου δε γευσαμενοι και φαγοντες ἐχορευσαν
9999884 κομιδην
ὑμας μεμαθηκεναι . ὁτι δ ' ὑστερον οὐκ ἐνι την κομιδην γεγενησθαι τουτων των χρηματων , τουτο βουλομαι δειξαι .
μην και φερειν ὀλιγωριαν δεσποτου εἰσιν . οὐτε γουν αὐτοις κομιδην προσφερουσιν οἱ δεσποται , οὐ καταψωντες , οὐ καλινδηθραν
9999884 ἐποιησαμεθα
την εὐεργεσιαν ἀπεχουσιν ; ἠ κἀν εἰ ἐπ ' αὐτοις ἐποιησαμεθα , οὐκ ἀν εἰχον μειζω προσαιτησαι ; θαυμαζω τοινυν
Μιλτιαδου προκηρυκευσαμενου προς Λακεδαιμονιους , ὀντος προξενου , σπονδας πεντηκονταετεις ἐποιησαμεθα , ἐχρησαμεθα δε ἐτη τριακαιδεκα . Ἐν δε τουτῳ
9999884 γλυκυτης
ποιοτης μενει , οἱον γλυκυτης ἡ του μελιτος οὐδεν ἐλαττον γλυκυτης ἐστιν ἡ ἐφ ' ἑκαστῳ , οὐκ ἀν εἰη
ἐπιτμηθεντος του ἐρινου και ἐκρυεντος του ὀπου . ἡ δε γλυκυτης προσεμφερης τῳ συκῳ και τα ἐσωθεν τοις ἐρινοις :
9999884 νομισειεν
των ὑπερ τον Βορυσθενην νομαδων ἀφιχθαι συμμαχιαν τοις Τρωσι τις νομισειεν , ἐπαινει δε μαλιστα την Ἑκαταιου του Μιλησιου και
ἐξαιφνης ἐπιστας τοις γινομενοις οὐκ ἀν μαινεσθαι και παραφρονειν ἡμας νομισειεν , οἱ φιλοτιμουμεθα μεν ἐπι τοις των προγονων ἐργοις
9999884 εἰληφθωσαν
ΑΒΓ , ΔΕΖ κυκλοι περι τους αὐτους πολους εἰσιν . εἰληφθωσαν γαρ του ΑΒΓ κυκλου οἱ πολοι και ἐστωσαν οἱ
ἐμπιπτει ἀριθμος . ἐμπιπτετω και ἐστω ὁ Γ , και εἰληφθωσαν ἐλαχιστοι ἀριθμοι των τον αὐτον λογον ἐχοντων τοις Α
9999884 Νικανδρου
ἐχοντα . περσειης δε εἰπε το ἀρχαιον ἀπο του Θεοδοσιακου Νικανδρου μεταγεγραμμενον σκληρ ' ] γραφεται ξηρ ' , ξηρα
χειρον ἐχοντα δευρο νομισθειη ποτε , ὠ Ἑρμησιαναξ . Των Νικανδρου Ἀντιφαρμακων ταδε ἐνεστιν : περι ἀκονιτου περι ψιμυθιου περι
9999884 αἰσχυνοιμην
θεων οὑτω διδοντων περιφανως ἀγαθα και φοβοιμην ἀν αὐτους και αἰσχυνοιμην ἀπολιπων ταυτα εἰκῃ ἀπελθειν . ἐγω μεν οὐν οὑτως
Ἀλλ ' οὐκ ἐρυθριᾳς παρασιτον σαυτον καλων ; Οὐδαμως : αἰσχυνοιμην γαρ ἀν , εἰ μη λεγοιμι . Και νη
9999884 γυναικειᾳ
αὐτη προς ἐμαυτην ἁμιλλωμενη και ζητουσα εἰ δυνατον και τῃ γυναικειᾳ φυσει ἐρευναν τα του βιου πραγματα και εἰδεναι τι
λεγουσιν , ἀπονυμφην δ ' ἠ ἀπονυμφον τον φιλοπαιδα και γυναικειᾳ ὁμιλιᾳ δυσχεραινοντα , ὁν και μισογυνην ἐρεις ὡς τον
9999884 βραχεια
: ἐπανω δε του Ε και του Ο μικρου ἡ βραχεια : ἐπανω δε των διχρονων ποτε μεν ἡ μακρα
εἰπειν βραχειᾳ συλλαβῃ λογος ὁ καταμετρουμενος καταμετρειται : ἡ γαρ βραχεια και αὐτην καταμετρει την μακραν : * * ἐστι
9999884 ἐπικυκλῳ
δια του π , και ὁ αὐτος ἐσται τῳ εζηκ ἐπικυκλῳ . γεγραφθω οὐν ὁ πρχ : ἐπει οὐν δια
μο ξʹξʹ γ . παλιν δη νοεισθω και ἐν τῃ ἐπικυκλῳ σφαιρᾳ κυκλισκος περι το κεντρον αὐτης ἐν τῳ του
9999883 γλυκεια
ποιητης δια την πονηραν φυσιν . ἡ γαρ μεταβολη παντων γλυκεια ἐστιν δια πονηριαν τινα , ἠτοι δια την πονηραν
κατα μερος ἐξεταζων ποιοτητας . Ἡ μεν οὐν των ποιοτητων γλυκεια , ἡ δε λιπαρα , ἡ δ ' ὀξωδης
9999883 ἰσοσυλλαβει
πατρασι πατρος , μητρασι μητρος : ἰδου οὐτε ἐπι τουτων ἰσοσυλλαβει ἡ δοτικη των πληθυντικων τῃ γενικῃ των ἑνικων ,
δια το παχεος παχει , ἡτις δια την συναιρεσιν οὐκ ἰσοσυλλαβει τῃ γενικῃ : το δε παχεϊ ἰσοσυλλαβει . λεγει
9999883 βελτιστα
νομων καθηκῃ . εἰτα κρατησαι και περιγενεσθαι δει τους τα βελτιστα λεγοντας των ἠ δι ' ἀγνοιαν ἠ δια μοχθηριαν
, φησι , παρακαλει ὀρθως το λογον ἐχον ἐπι τα βελτιστα : τουτο δε ἀξιεπαινον . ὁτι δε και ἀλογια
9999883 ἐγινωσκεν
χρησμον προεγνωκυια Ἰοκαστη οὐκ ἐκωλυσεν αὐτον . ἠ οὐν οὐκ ἐγινωσκεν ἠ ὑπωπτευσεν αὐτον ψευδεσθαι ὑπονοησασα ταυτα δια τον ἐρωτα
δε παραλαβοντες το παιδιον , τισιν μεν συνετελουν αὐτην μυστηριοις ἐγινωσκεν οὐδε εἱς , και προς τι την παιδα ἐξεθειαζον
9999883 πεντακισχιλιοι
και Γαλαται πεντακισχιλιοι . τουτοις ἐπεβαλλον Μακεδονες δισμυριοι και χαλκασπιδες πεντακισχιλιοι , ἀλλοι δε ἀργυρασπιδες : οἱς ἐπηκολουθει μονομαχων ζευγη
' εἰς τα ὁρια της Ἰνδικης χιλιους : ὁμου μυριοι πεντακισχιλιοι τριακοσιοι . ἐπ ' εὐθειας δε τῳ διαστηματι τουτῳ
9999883 ὑποδειγμα
ἑως ” και “ τεως ” , και ὁτι εἰς ὑποδειγμα χρησιμον . παρατηρητεον ὁτι ἐνταυθα ἀδιαφορως ἐχρησατο “ τεως
Ἱνα δε , φησιν , φανερωτερον γενηται το λεγομενον ἐκκεισθω ὑποδειγμα . και ὑποτιθεται τον ἀφετην εἰναι ἐπι της του
9999882 ἐπηκολουθησεν
ὁ φρονιμος ἐπιτεταχε και καλως ἡ πραξις ἐνηργηται και τοὐργον ἐπηκολουθησεν , οὐδεν ἀν και οὑτως ἡττον λεχθησεται συνεσις .
Ἀρισταρχος δασυνει ἀπο του ἑπεσθαι : φησι γαρ , ὁτι ἐπηκολουθησεν αὐτῳ , και δηλον ὁτι παρα [ το ]
9999882 ἀπειληφεν
γενεσις τε και εὑρεσις των συλλογισμων . Ἐπει δε περας ἀπειληφεν ἡμιν το περι εὐποριας των προτασεων σκεμμα , ἐντευθεν
: και ἰδου το ἡττον θερμον την του ἐναντιου προσηγοριαν ἀπειληφεν . Μεμνησθαι δε δει και του εἰρημενου ἐν τῃ
9999882 κολοφωνιαν
γ και του λιθου του αἱμηρου μερη Ϛ . την κολοφωνιαν ἁμα τῳ ἐλαιῳ ἐπι πυρος μαλθακου πρᾳως ἑψησας ,
λοπαδα , ἑψε μεχρι καλης συστασεως και ἐπιβαλλε κηρον , κολοφωνιαν , και τηξας ἀρον , και ψυξας και μαλαξας
9999882 ἐκρατησεν
ὀδυνης . τινι γαρ εἰς ὑπνον : ψυκτικον ἐντευθεν οὐκ ἐκρατησεν , ἀλλ ' ἐπειδη τοις ψυχουσιν ἑπεται ὑπο το
ὁ ἑτερος ὑπατος ὑπ ' Ἀλπειοις καταλαβων , οὐ δυσχερως ἐκρατησεν ἀνδρος ἐμπληκτως ἀλλοκοτον ἐργον ἐπι νουν λαβοντος τε και
9999882 ῥητορικης
και ἀσφαλει καταληξει ἐοικεν αὐτης ἡ ἀποθεσις . Της δε ῥητορικης περιοδου συνεστραμμενον το εἰδος και κυκλικον και δεομενον στρογγυλου
ἱνα μηδε τουτο παρελθωμεν , ταυτον πεπονθα προς τους της ῥητορικης λογους ὁ τι περ τα πεμματα προς τα τῳ
9999882 ἐκομισαν
καταπεισασα . . κραιπνοφοροι δε μ ' ἐπεμψαν αὐραι ] ἐκομισαν δε ἐμε ἐνταυθα αἱ ταχυταται πνοαι των ἀνεμων .
συμβολῃ το ἱππικον ἐτρεψαντο το ἐκ Θεσσαλιας . Φλιασιοι δε ἐκομισαν ἐς Δελφους Δια τε χαλκουν και ὁμου τῳ Διι
9999882 πιθανης
, πιθανη μεν ἀπολογια οὐκ ἐστιν : ἐπιχειρηματα δε της πιθανης ἀπολογιας καθαπερ τοπον τηρουντα , και κατασκευαστικα τυγχανοντα του
ὡς συνειδυιας κατηγορει : μετα ταυτα τους ἐπιλογους θησομεν , πιθανης γαρ ἀπολογιας , ὡς προλαβοντες εἰρηκαμεν , οὐκ ἐμπιπτουσης
9999882 διαφορητικη
βωλοϲ παραπληϲιαϲ ἐϲτι τῃ Ἀρμενιᾳ δυναμεωϲ . ἡ δε ὠχρα διαφορητικη τε και ϲηπτικη την δυναμιν : καταϲτελλει γουν τα
φαρμακων ἡ ἑλκτικη δυναμις , κατα δε τα διαφορητικα ἡ διαφορητικη . ἐστι δ ' ἡ ὑλη και των διαφορουντων
9999882 βραχυκαταληκτα
, ἠτοι ἑφθημιμερη , πενθημιμερη και ἡμιολια , και τριμετρα βραχυκαταληκτα και καταληκτικα . ἑξης δε μεταβας εἰς ἑτεραν ὑποθεσιν
. ὠ φιλον ] ὁμοια χρη εἰναι τοις ἑξης τριμετρα βραχυκαταληκτα . τι οὐν ] ἰαμβικοι τριμετροι στιχοι γʹ .
9999882 ἀπελυσεν
συναποθανειν θελων τῃ γυναικι . ἀλλ ' ὁ δημος σε ἀπελυσεν , ἀκουσιον ἐπιγνους το συμβαν . τα δε τουτων
. γελασας ? δε οὑτως ἐλαχιστον ζῳον χαριτας ἀποδωσειν , ἀπελυσεν αὐτον . οὐ πολλῳ ὑστερον ὑπο κυνηγων δεσμα ἐβληθη
9999882 φαλαγγας
σου φιλοσοφουσι , μεστοι δε οἱ περιπατοι κατα ἰλας και φαλαγγας ἀλληλοις ἀπαντωντων , και οὐδεις ὁστις οὐ τροφιμος της
πευθομαι , οἱ μιν ἰδον / Λυδων ἱππομαχων πυκινας κλονεοντα φαλαγγας / Ἑρμιον ἀμ πεδιον , φωτα φερεμμελιην κτλ .
9999882 ὑπεμνησεν
. λεγουσι ] δ ' οἱ μεν ὁτι ? [ ὑπεμνησεν ] | αὐτον ? [ ὡν ] | περι
και τον ἑαυτου διανυοντος δρομον , οὐδε εἱς των θεων ὑπεμνησεν ὡστε και αὐτῳ του κοσμου μεριδα φυλαχθηναι . οὐδεπω
9999882 στενα
και Μαρκιον Σαυνιτων τε αὐτῳ χειρι πολλῃ προθυμως περι τα στενα κακοπαθουντων , ἀπογνους ἁπαντων ἀσθενως ἐφευγε συν τοις φιλοις
ἀδραφαξυος : ὁμοιον γαρ τῳ του σιλφιου : τα δε στενα και γραμμωδη , καθαπερ του κυμινου . και τοις
9999882 ἐξεπλαγησαν
του ἱερου ἐγιγνομεθα ἐξω . ὁν μεν οὐν τροπον ἁπαντες ἐξεπλαγησαν ἐν τῃ Σμυρνῃ , ὡς εἰδον φανεντα παρ '
ἐτρεψαν , ἀλλ ' εἰς προθυμιαν κατεχρησαντο , οὐδ ' ἐξεπλαγησαν των ὁρωμενων την ἀηθειαν , ἀλλ ' ἡσθησαν ὁρωντες
9999882 ἀναγκασω
συλλαβῃ το αὐτο συμφωνον . γινεται δε ἀπο του ἀναγκαζω ἀναγκασω ἠναγκακα : και καθ ' ὑπερβιβασμον ἀνηγκακα . δυναται
καλουμενον διαλελυσθαι . και τουθ ' ὁτι ἐστιν ἀληθες , ἀναγκασω μεν μαρτυρειν και Κλεινομαχον τον συναγαγοντ ' αὐτους και
9999882 ἑξακισχιλιοις
της μεν παραλιας το μηκος ὁσον τριακοσιων σταδιων ἐπι τοις ἑξακισχιλιοις [ μετα ] των ὀρων , μικρον δ '
ἐπι πηχεις ἐννεα , ἐν δε τοις ἀπεχουσι της Μασσαλιας ἑξακισχιλιοις και τριακοσιοις πολυ μαλλον τουτο συμβαινειν . ἐν δε
9999881 Πολυβου
, . , : Προμαθιδας ὁ Ἡρακλεωτης ἐν Ἡμιαμβοις , Πολυβου , του Ἑρμου και Εὐβοιας , της Λαρυμνου ,
ἀλλους . ” την δ ' αὐτ ' Εὐρυμαχος , Πολυβου παϊς , ἀντιον ηὐδα : “ κουρη Ἰκαριοιο ,
9999881 Παρμενιωνα
Παρμενιων ἠρχε , τεταγμενοι ἠσαν : και προς τουτων ἀποθανειν Παρμενιωνα , τυχον μεν ὁτι οὐ πιστον ἐδοκει εἰναι Ἀλεξανδρος
κινδυνου μετεχειν . Ἀλεξανδρος δε τῃ τε γνωμῃ ἁμαρτανειν ἐφη Παρμενιωνα και του σημειου τῃ οὐ κατα το εἰκος ξυμβλησει
9999881 μεσουρανημα
τοπος του θεματος της γυναικος ἐμπεσῃ εἰς το του ἀνδρος μεσουρανημα εἰδεναι χρη ἐν αὐτῳ τῳ ἐτει την παιδοποιιαν ποιησασθαι
ἐπι τας Ϛ ὡρας καιρικας ἐπειδη προς το ὑπερ γην μεσουρανημα ἐστιν ἡ των ρμη μζ χρονων ἀποχη , ποιει
9999881 Ζευς
: Ἀρχαιοτατον ἐστι ποτηριον το καρχησιον , εἰ γε ὁ Ζευς ὁμιλησας Ἀλκμηνῃ , ἐδωκε δωρον αὐτο της μιξεως ,
. το οὐν ἡδονας διωκειν προπετως λυπας ἐστι θηρευειν . Ζευς οὐν ὁσα ἐφροντιζεν ὑπερ Τρωων ἀγρυπνων , ταυτ '
9999881 κρατιστη
δε χρῃζοντι διδοναι και καταινειν ἐφη τον θεον ἡ πολυ κρατιστη των ἀλλων ἐσται πολιτειων . ἐπαρθεις δε τουτοις προσηγε
μεταβολαις την συνθεσιν , ὁπως βουλεται . και ἐστι λεξις κρατιστη πασων , ἡτις ἀν ἐχῃ πλειστας ἀναπαυλας τε και
9999881 ἀναγκασθῃ
ἀπαντων , ἀφ ' οὑ προς Φιλιππον ἀφικται , κἀν ἀναγκασθῃ που συντυχειν , ἀπεπηδησεν εὐθεως , μη τις αὐτον
αἰσθητα φας διατριβειν την γεωμετριαν χειρονα της αἰσθησεως αὐτην ὁμολογειν ἀναγκασθῃ , οὐ περι αἰσθητα φησι διατριβειν αὐτην ἀλλ '
9999881 Ἀρταβαζος
και οὑτω Ὀλυνθον Χαλκιδεες ἐσχον . Ἐξελων δε ταυτην ὁ Ἀρταβαζος τῃ Ποτειδαιῃ ἐντεταμενως προσειχε : προσεχοντι δε οἱ προθυμως
λεγοντες εὐ λεγειν ἐμοιγε δοκεουσι . Τους δε περιγενομενους ἀπηγε Ἀρταβαζος ἐς Θεσσαλιην παρα Μαρδονιον . Οὑτοι μεν οἱ προπεμψαντες
9999881 συνηθειᾳ
πορευομαι , και το εἰμι το ὑπαρχω , ἐν τῃ συνηθειᾳ κατα το δευτερον προσωπον ἀποβολην πασχουσι του σ παραλογως
εἰς πλαγιοφυλακας , εἰτε εἰς ὑπερκεραστας χρη ἀφορισθηναι , ἐν συνηθειᾳ πασης ταξεως γενομενα . Ἀναγκαιον ἐστι λοιπον και την
9999881 Αἰολικως
ἐτευξε θαλυσια ὁ Φρασιδαμος και ὁ Ἀντιγενης . το Λυκωπεος Αἰολικως προπαροξυνεται : ἐπειδη οἱ Αἰολεις Ἀχιλλευς και Πηλευς λεγουσι
μελλων πρωτος αἰδεσομαι και αἰδεσεται και πλεονασμῳ του ἑτερου σ Αἰολικως αἰδεσσεται : οἱ γαρ Αἰολεις διπλασιαζουσι τα συμφωνα ,
9999881 ἀφανες
ἐν τοις δωδεκα Διος λεγει , δια του Αἰθιοπηας το ἀφανες παν και νοητον σημαινων . Ὁτι δε παντα οὑτος
το φανερον ἡμισφαιριον , ἐν τουτῳ και ἡ ΓΖ το ἀφανες . Του των ζῳδιων κυκλου αἱ ἰσαι περιφερειαι οὐκ
9999881 ἐλαττω
οἱ την ἀρχαιαν Ἀρδεαν ἐχοντες και ἀλλα συστηματα μειζω και ἐλαττω τα περιοικουντα τους τοτε Ῥωμαιους ὑπηρξαν , ἡνικα πρωτον
τας θυρας . Αὐλον σαλπιγγι συγκρινεις : ἐπι των τα ἐλαττω τοις μειζοσι συγκρινοντων . Αὐλητου βιον ζῃς : ἐπι
9999881 Ἀρτεμιδος
περισχιδη και κερατα καθαπερ ἐκεινος , ὁτε δε την της Ἀρτεμιδος , ἡν και ἐπι του ἁρματος ἐφορει πολλακις ,
περι αὐτο ἀλσος παρεχομενον πηγας , εἰσι δε και ἐν Ἀρτεμιδος ἱερῳ πηγαι : ὑδωρ δε ἀφθονον εἰπερ ἀλλο τι

Back