χειρισματος , εἰτε κακον , εἰτε ἀγαθον . Οἱ μεντοι ἰητροι οἱ τα τοιαυτα ἐπιτηδευοντες , σκαιοι εἰσιν , οὑς
τουτῳ το μελαντερον ἠυτε πισσα . : . . . ἰητροι μεν γαρ Ποδαλειριος ἠδε Μαχαων , τον μεν ἐνι
9999961 ἰητρικης
ποιεουσι προσφερομενα τοισι νοσημασιν . Ὁστις δε την τυχην ἐξ ἰητρικης ἠ ἐξ ἀλλου τινος ἐξελασει , φαμενος οὐ τους
τεμνομενοι τα σαθρα ὑπο των ἰητρων ὑγιαινονται : και τοδε ἰητρικης το λυπεον ἀπαλλασσειν , και ὑφ ' οὑ πονεει
9999961 Εὐκλειδου
του ῥω καππα τε . Των δ ' ἀπ ' Εὐκλειδου ἐστι και Ἰχθυας Μεταλλου , ἀνηρ γενναιος , προς
της προς ἀλλα των οὑτω ταχθεντων ἀκολουθιας ὡμολογηται παρα πασιν Εὐκλειδου εἰναι . σκοπος δε τουτου του βιβλιου περι των
9999961 Σελευκεια
. . . . . . ξθ ∠ ʹ λε Σελευκεια προς Βηλῳ . . . . . . .
πολεως της Τρωϊκης , ἱερευς ἱερειτης , Μαρωνεια Μαρωνειτης και Σελευκεια Σελευκειτης ' . . . α . το α
9999961 συγγενης
ἡ δελτος ἀνοιχθῃ και ἀνακηρυχθῃ μου ὁ καινος δεσποτης ἠτοι συγγενης τις ἠ κολαξ ἠ καταπυγων οἰκετης ἐκ παιδικων τιμιος
λεγειν Ἱπποκρατους , περι τουτον τον καιρον γενομενην , ὁς συγγενης ἠν Μεγακλεους του νικητου : εἰκος γαρ ἠν ἀκουσαντα
9999959 κελευθου
ὀιζυος ἰδριες εἰμεν ; ἀλλα παρεξ ἐχε διφρον ἐυξοον ἠδε κελευθου εἰκε † παρεξ ἰεναι † : Τρηχιναδε τοι παρελαυνω
τυχῃς παρα πατρος ἐμοιο . δηομεν ἀγλαον ἀλσος Ἀθηνης ἀγχι κελευθου αἰγειρων , ἐν δε κρηνη ναει , ἀμφι δε
9999959 ἀπηλιωτης
. Αἰγυπτιοις ζεφυρος ἠ λιψ . Εὐδοξῳ ἐπισημαινει . Ἱππαρχῳ ἀπηλιωτης . ιγʹ . ιδʹ . Δοσιθεῳ και Εὐδοξῳ ἐπισημαινει
νοτιον ὀνομαζει . Ἀνεμοι δε πνεουσιν ἀπο μεν ἰσημερινης ἀνατολης ἀπηλιωτης , ἀπο δε ἰσημερινης δυσεως ζεφυρος , ἀπο δε
9999958 ἐξαλλασσουσι
ἐν τῳ ἑτερῳ ἡμικυκλιῳ αἱ ἰσαι περιφερειαι ἐν ἀνισοις χρονοις ἐξαλλασσουσι το φανερον ἡμισφαιριον , και ἐν πλειονι μεν ἡ
, Γ μερη αἱ ἰσαι περιφερειαι οὐκ ἐν ἰσοις χρονοις ἐξαλλασσουσι το φανερον ἡμισφαιριον , ἀλλ ' ἐν πλειονι ἡ
9999958 ἀδελφων
, φιλος ἀνδρι : κρεισσων δε τινων μυριων ὁμαιμονων και ἀδελφων , ἠ κοινως εἰπειν συγγενων : συναναπλασθῃ : ξενος
την συναφην της Σεληνης ἀπεκδεχομενος ὡς ἐπι το πλειστον σπανιν ἀδελφων ἀρρενων ποιει . Το μεν οὐν ἀτεκνον τουτον γεγενησθαι
9999958 ἐκρατησαν
και Νικοστρατος . οὑτοι δε πλευσαντες ἐπι πρωτην την Μενδην ἐκρατησαν της πολεως προδοντων τινων αὐτην : την δε Σκιωνην
την ἐπιουσαν νυκτα και τους ἀπο του ἐρυματος μαχομενους ἀνειρξαντες ἐκρατησαν της παρεμβολης . μετα δε τουτο το ἐργον ὁσην
9999957 στρατευμα
μεν σαλπιγγι : δια της σαλπιγγος παρ ' ἁπαν το στρατευμα : ἠγουν δια παντος του στρατευματος . ἀπιστα μεν
ἐπειδη το τε φρουριον ἐξ ἐφοδου κατειληφεσαν και το ἀλλο στρατευμα ἐμαθον τεταραγμενον , ἐπεκειντο αὐτοις κτεινοντες και διωκοντες .
9999957 πολυτελειᾳ
οὐδ ' ἱματιων γε ἑνεκα χρηματιστεον : οὐ γαρ ἐσθητος πολυτελειᾳ ἀλλα σωματος εὐεξιᾳ κοσμουνται . οὐδε μην του γε
. Ἐν δε ταυτῃ συμποσιον ἐννεακλινον ἠν , παραπλησιον τῃ πολυτελειᾳ τῳ μεγαλῳ , και κοιτων πεντακλινος . Και τα
9999956 σκορπιους
καθευδουσαι και ἀνυποδητοι βαδιζουσαι και μονον οὐ πατουσαι τους προειρημενους σκορπιους εἰτα μεντοι ἀπαθεις διαμενουσι . σεβουσι δε ἀρα οἱ
ἐστι και φυκοφαγος . ἐν δε πεμπτῳ ζῳων μοριων Ἀριστοτελης σκορπιους και σκορπιδας ἐν διαφοροις τοποις ὀνομαζει . ἀδηλον δε
9999956 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999956 μαχομενη
καταλελειπται ἀρα μια προτασις ἡ λεγουσα οὐ πας ἀνθρωπος ἀντιφατικως μαχομενη : και γαρ ἐπι παντος χρονου και ἐπι πασης
ἀλογος κατα την εἰρημενην , ἀλλα πῃ μετεχουσα λογου και μαχομενη προς τον λογον . διο και τον του ἐγκρατους
9999956 κατελαβεν
ἀεκων ᾐον : και ἐπει με ἀναγκαιη μεγαλη ἐκ σεο κατελαβεν , τοιαδε ἐπετελεσα , ἐσθλα μεν ἐς δεσποτεα ,
ἁμαρτωλος και ἀδικος . ἀλιτηριοι δε ἐντευθεν ἐκαλουντο . λιμος κατελαβεν ποτε τους Ἀθηναιους : ἡρπαζον οὐν τινες ἀλουμενα τα
9999956 ἀσπιδος
ἐπι τῳ ἑαυτων λυσιτελει . πορπαξ : το ἐντος της ἀσπιδος προσθημα , δι ' οὑ την χειρα διειρον .
φριμαγμος , ὀξυτης ἀκοντιων , σπαθης τε και θωρακος , ἀσπιδος τασις , ἁ γην κατηδαφισε βαρβαρουμενην , ἁ δεσποτης
9999956 τιμωροι
, παραπλεουσιν : ἀλλα μεταβασει ἐχρησατο ἀπο δοτικης ἐπι αἰτιατικην τιμωροι : οἱ Πελοποννησιοι δηλονοτι ὀντι ἰδιωτῃ : ἠγουν ἐξω
Ταυτα μεν νυν ἐπι τοσουτο εἰρησθω . Οἱ δε Φερετιμης τιμωροι Περσαι , ἐπειτε ἐκ της Αἰγυπτου σταλεντες ὑπο Ἀρυανδεω
9999955 παραδοξῳ
και διαφερουσιν ἀλληλων : κοινωνει τοινυν ὁ παραδοξος στοχασμος τῳ παραδοξῳ ὁρῳ , καθ ' ὁ ἀμφοτεροι ξενα τινα εἰσαγουσι
κἀνταυθα το ἠθος ἐφανη το τους θεωμενους φοβεισθαι ἐπι τῳ παραδοξῳ του θεαματος . Ἠθος ἀλλο παλιν ἀφανες και κεκρυμμενον
9999955 σκοπωμεν
ἐχων ἀνειργεσθαι της ἀπατης και του ἐν αὐτῃ ὑπνου . σκοπωμεν οὐν τα γεγραμμενα : γραφῃ γαρ παρεστηκαμεν . περικεινται
δει δε τους ἑτερους ἑλομενους μη καταλιπειν μηδε προδουναι , σκοπωμεν ποτερων μαλλον προνοηθηναι προσηκει . φερε δη προς του
9999955 ἐπεμελειτο
και τους βιους ταττων ἀνομοθετητον ἑαυτῳ τον βιον κατεσκευαζεν . ἐπεμελειτο δε και της ὀψεως , την τε τριχα την
ἀλλα συνεσπειραμενην ἐχων την των συν ἑαυτῳ ἑξακοσιων ἱππεων ταξιν ἐπεμελειτο ὁ τι ποιησει βασιλευς . και γαρ ᾐδει αὐτον
9999955 Συρακουσας
ἐν Ἱμερᾳ στρατηγος συνεβουλευσε τοις ναυαρχοις την ταχιστην ἐκπλειν εἰς Συρακουσας , ἱνα μη συμβῃ κατα κρατος ἁλωναι την πολιν
τῳ Διονυσιῳ , και τους ἀριστους των στρατιωτων ἀπεσταλκοτες εἰς Συρακουσας , ἠναγκασθησαν διατηρησαι την προς Διονυσιον συμμαχιαν , καιπερ
9999955 μνημονευσαι
ἐστι και τα κακα κακα ἐστι . και δια του μνημονευσαι Λιβυης , την θερμοτατην χωραν ἐδηλωσε , δια δε
ἐγω δε ἁπαντα τἀλλα παρεις , οὑ μαλιστα ἐμοι προσηκει μνημονευσαι , τουτο ἐκλεξομαι . δοκει γαρ μοι καλλιστα δη
9999955 ἐκελευσαν
. χορευουσαι τοινυν ποτε αἱ Νηρεϊδες ἐπεφανησαν τῳ Σισυφῳ και ἐκελευσαν εἰς τιμην του Μελικερτου ἀγειν τα Ἰσθμια . ἀλλως
ἐδησεν ἐν τοις ξυλοις . Ἀνακαλεσαντες δε τους στρατηγους ἀνειπειν ἐκελευσαν Ἀθηναιων τους μεν ἐν ἀστει οἰκουντας ἰεναι εἰς την
9999955 βλαστοι
, κυαμος ἐξωθεν ἐπιτιθεμενος , κυπαρισσου τα φυλλα και οἱ βλαστοι και τα σφαιρια τα νεα και μαλακα , κυπερου
μαλαχη ἀγρια , μαστιχη Χια , μελι , περσικης οἱ βλαστοι και τα φυλλα , ῥοδοδαφνη , ὀλυνθοι , ὀποβαλσαμον
9999955 λαμπροι
ἰχθυων , οὑς ὠνουνται πλειονος ἠ τους κοππατιας ποτε οἱ λαμπροι , οὐδ ' ἁλουργιδος ἐβασκηνα οὐδενι , οὐδε Παμφυλου
αὐτῃ και οἱ περι αὐτην ἐξ ἰσου πολλοι τε και λαμπροι και ποθεινοτερους οὐχι λελοιποτες . ἀλλ ' ἐστιν ἁπασα
9999954 Συρακουσων
κατα την προτεραν φιλιαν πεισθεντες . ἀφικομενων οὐν ἐκ μεν Συρακουσων Ἑρμοκρατους και ἀλλων ἐς την Καμαριναν , ἀπο δε
κολπωι , μικρον ὑστερον της [ ἀπο ] Κροτωνος και Συρακουσων κτισεως ἀποικισθεντες ὑπο Εὐανθους : Ἐφορος δ ' οὐκ
9999954 στρατευμασι
Ξερξης ἐξηρτησε την θαλασσαν ναυσι και κατεσπειρε την ὁλην γην στρατευμασι και ἐσκεπασε τοις ὁπλοις τον ἀερα και ἐπληρωσε την
ἑτερα κωλων ιζʹ . + εἰωθασιν οἱ περιλειφθεντες ἐν τοις στρατευμασι κομιζειν εἰς τους οἰκους των ἀπολωλοτων ὁσαπερ ἐτι ζωντες
9999954 ἀδελφοις
την οἰκιαν και των ὀντων ἁπαντων μετεδωκα , οὐχ ὡς ἀδελφοις οὐσιν , νομιζων δ ' ἀναγκαιον εἰναι μοι ,
αὐξηθηναι τον Ἐρωτα . ἐσται δε αὑτη φυσις τοισδε τοις ἀδελφοις : ἀλληλοις αἰτιοι της αὐξης ἀμφω γενησονται . ὁρωντες
9999954 ἐπελθουσης
οὑτοι μεν δη φυλλασσομενοι τε ἀφανως και της κυριας ἡμερας ἐπελθουσης ἐς την δικην ἀνακαλουμενοι , Μερολας μεν τας φλεβας
ἐξαισιων και κατακλυσμων γενομενων , μιας ἡμερας και νυκτος χαλεπης ἐπελθουσης , το τε παρ ' ὑμιν μαχιμον παν ἁθροον
9999954 Θεμιδος
σπευδων ἐπι ποταμον Ἠριδανον , ἡκε προς νυμφας Διος και Θεμιδος . αὑται μηνυουσιν αὐτῳ Νηρεα . συλλαβων δε αὐτον
ἐσω , δηλουσαι ὡς τελος ἐχει τα ἀνταποδιδομενα † ἐπειδη Θεμιδος παις Προμηθευς ἐμισειτο , ἀνθρωπων δ ' ἠν ὁ
9999954 παραδειγμασι
ὁραν . ἐρω δε ὀλιγα , οἱς ἀν τις δυναιτο παραδειγμασι χρησθαι πολλων . ἀπαγγελλων δη προς τους Φαιακας Ὀδυσσευς
συλλαβη εἰς μερος λογου ἠι πεπερατωμενη ὡς ἐν τοις προκειμενοις παραδειγμασι , σπανιωτερον δε ἐπι μεσης λεξεως . οὐ μην
9999954 ἐνικησαν
τε πατριδα την ἑαυτων ἐξελιπον και μαχομενοι προς τους βαρβαρους ἐνικησαν . μυρια και ταυτης ἐστι λαβειν της ἀσθενειας δειγματα
και Ἐφιαλτην : οἱ πλευσαντες εἰς την Στρογγυλην μαχῃ τε ἐνικησαν τους Θρᾳκας και την πολιν ἐξεπολιορκησαν . εἰτα ἡ
9999954 λαμβανοι
εἰσιν εἰς εὐχυμιαν και εἰς ὑπνον ἀγουσαι τα παιδια . λαμβανοι δ ' ἀν καλως και φοινικων : διουρητικοι γαρ
: τουτον ἀν τις τον τροπον πολιορκων τας πολεις ἀν λαμβανοι μαλιστα μηθεν αὐτος ἀνηκεστον παθων . Ὁστις μη ἀσπαζεται
9999954 προσεταχθη
λογῳ οὐ πανυ ῥᾳδιον . ἑτερον τοινυν λουτρον ἐν Σμυρνῃ προσεταχθη χειμωνος ἱσταμενου , ἐδει δε πορευθεντα προς τας πηγας
ὡς ἐπιτηδειοτερον δικαστηριοις και δικαις . ἀποθανοντος δε του βασιλεως προσεταχθη μεν τις αὐτῳ νησος , λαβων δε ἐν τῃ
9999954 δωδεκατημοριων
τας μεγιστας ἀποστασεις τετηρημενων περι τας Ϛ μοιρας των αὐτων δωδεκατημοριων , ὡς ἐκ των τοιουτων ἀν τις ἐπιλογισαιτο .
και ἐν ταις ἐσχαταις δε μοιραις ὀντες οἱ ἀστερες των δωδεκατημοριων περι τα ἀκρα μαλιστα τα σινη και τα παθη
9999954 παραδωσω
. . . : της προκειμενης , οἱον : οὐ παραδωσω . . . λυπαις . . . : ἀντι
ἀταφον βουλονται Πολυνεικην εἰναι , ἐγω δε τουτων ἀκοντων ταφῃ παραδωσω . . δεινον το κοινον ] χαλεπη και βιαιος
9999954 παραλιᾳ
σταδιων διαρμα ἀπολειπουσα μεταξυ : ὁλη γαρ σχεδον τι τῃ παραλιᾳ ταυτῃ ἀντικειται παραλληλος ἡ Κρητη στενη και μακρα .
φρουριων και πολισματων του βασιλεως ἐν τε τῃ μεσογειᾳ και παραλιᾳ και προσεθεντο αὐτοις , ἐν οἱς και φρουρους ἐγκατεστησαν
9999954 Νεαρχος
ἀλκιμωτερην Ἰνδοι ἀγουσι . τιγριος δε δορην μεν ἰδειν λεγει Νεαρχος , αὐτην δε τιγριν οὐκ ἰδειν : ἀλλα τους
και τοισιν ἑλεσιν ὑπο δενδρεσι μεγαλοισιν , ὡν την σκιην Νεαρχος λεγει ἐς πεντε πλε - θρα ἐν κυκλῳ ἐξικνεεσθαι
9999954 σφοδροτης
νου ἠ τις ἐπιτευξις ἠν ἡ ἀληθης μαντεια , ἠ σφοδροτης και ἐπιτασις ἐνεργειας ἠ παθους ἠ ὀξυτης και φορα
' ἀνοια μανιας , ὁ δε λογος φρονουντος , ἡ σφοδροτης δε θηρος , ὁ δε πονος ἀδαμαντος , ἡ
9999953 κελευοι
τους τε ἐμαυτου παντας , και εἰ τινας των ἀλλοτριων κελευοι , ὡμολογουν πεισας τον δεσπο - την παραδωσειν αὐτῳ
ἐτι και νυν ζῳοθυτουντων εἰ τον αὐτον ἡμας τροπον τις κελευοι θυειν , ἀποσταιημεν ἀν της πραξεως . οὐ γαρ
9999953 ἀπειρια
του χρονου , αὐτος δε ἐδειξεν ὡς ἀλλη ἐστιν ἡ ἀπειρια του χρονου και ἀλλος ὁ αἰων . εὑρεν δε
νοοιο . ” ἐνιοι δε ἀγνοιας : και γαρ ἡ ἀπειρια ἀγνοια . αἰτιζων αἰτων : “ αἰτιζων ἀκολους ,
9999953 θεληματι
ἀκουσματι , ἀνηρτα δ ' ὁμως τα περι τουτου τῳ θεληματι της μητρος . Ἐν ἀγωσιν οὐν εὐθυς ἁπας ὁ
πασχεις . . ἰδιοις νομοις κρατυνων ] ἠτοι τῳ οἰκειῳ θεληματι ἀρχων . . ὑπερηφανον ] ὑπεροπτικην , τραχειαν .
9999953 τετραπλασια
προς γ : της δε ἡμισειας της ΒΔ δυναμει ἐστι τετραπλασια , ὡστε δια τουτο μειζονα γινεσθαι ἑκατεραν των ΒΖ
δυναμει τετραπλασιονες . Ἰσμεν , ὁτι τα μηκει διπλασια δυναμει τετραπλασια . ὡστε και ἡ Α ὁλη της ἡμισειας αὐτης
9999953 ἀκροτατης
δειν καρπον ἑτερον ἀπο των τοιουτων θεωρηματων , ἁ της ἀκροτατης ἀληθειας κεκοινωνηκε : και φιλοθεαμονα ὀντα τας τοιαυτας των
πολιτειας τυραννις καθισταται ἠ ἐκ δημοκρατιας , ἐξ οἰμαι της ἀκροτατης ἐλευθεριας δουλεια πλειστη τε και ἀγριωτατη . Ἐχει γαρ
9999953 νομιζοι
ἐχων και τουτ ' ἀγαπων , εἰκοτως ἀν ἡμιτελη αὑτον νομιζοι . τουτου δ ' ἑνεκα οὐκ ἐγω , ἐφη
μετα γλυκυτητος ἐποιησεν εἰπων ἐν τοις Ἀπομνημονευμασι , και μη νομιζοι το μεγιστον κερδος ἐχειν φιλον ἀγαθον κτησαμενος ἠθος γλυκυ
9999953 σκληροτητος
συμφερει , μονον προμηθευομενον , ὁπως μη ἡ σανις ὑπο σκληροτητος ὀδυνην παρα καιρον παρεχῃν [ ] . καιτ [
δ ' ὁς , περι λεγεις ; Ἀγριοτητος τε και σκληροτητος , και αὐ μαλακιας τε και ἡμεροτητος , ἠν
9999953 θαλασσαν
ὁπου ταις δυσιν σιαγοσι ˈ φυσων ὁ Βορεας κυκαι την θαλασσαν οὐ γαρ φερω ἐπι μνημης τα ἰαμβεια ἐπιλαθομενος :
των φωστηρων κατα μηνα συνοδου ἁπαντα κατα τε γην και θαλασσαν ζωογονειται και ἀλλοιουται . χρη οὐν ἐπι πασης καταρχης
9999953 ἐστρατευοντο
γαρ ἐφερον ἐς ἀπιστιαν ὀνειδιζομενοι , εἰ και πολεμιῳ Ῥωμαιων ἐστρατευοντο : ἀλλ ' αὐτο δη τουτο και μαλιστα ὑπεδακνεν
ἡ συναφεια , μεγεθους αἰτιον γινεται μαλλον , οἱον ὁτι ἐστρατευοντο Ἑλληνες τε και Καρες και Λυκιοι και Παμφυλοι και
9999953 ἀδελφος
ἐπαγγελιαν ἐπαγγελειν ἡνπερ ἐγω Τιμαρχῳ , και ἐπειδη Κρωβυλος ὁ ἀδελφος αὐτου ἐδημηγορει , και ὁλως ἀπετολμων ὑμιν οὑτοι περι
ὁ μεν Ἀρχιαδης οὐκ ἐγαμει , ὁ δε Μειδυλιδης ὁ ἀδελφος αὐτου , παππος δε τουτουι ἐγημε . και οὐδεπω
9999953 Ἀπατουρια
. ἐτυχον δε οἱ ἐκεισε τον τοτε καιρον ἀγοντες ἑορτην Ἀπατουρια . και τις των Σαμιων ἰδων τον Ὁμηρον ἀπιγμενον
μυστηρια την ὑγραν οὐσιαν δαιραν ὀνομαζουσιν . . . . Ἀπατουρια : Δημοσθενης ἐν τωι Προς Βοιωτον . ἑορτη ἐστι
9999953 Πελιαν
ἀθλον , ὑφ ' ἡς εἰκος αὐτον σεσωσθαι ἱνα τον Πελιαν φονευσῃ ἐχθρον ὀντα της Ἡρας . ἐτι δε και
ἐν τοις κατα τον Ποντον τοποις ἀπολωλασι . διοπερ τον Πελιαν καιρον ἐχειν ὑπολαμβανοντα τους ἐφεδρους της βασιλειας παντας ἀρδην
9999953 παρελαβεν
ὡς ἐτελευτα καταλιποντος παιδας Ἀγις τε πρεσβυτερος ἠν ἡλικιᾳ και παρελαβεν ἀντι Ἀγησιλαου την ἀρχην . ἐγενετο δε Ἀρχιδαμῳ και
της ἐκεινων ἰσοτητος . δια τουτο και ὁ στοιχειωτης ἀμφω παρελαβεν ἐπι των ἐπιζευγνυμενων το τε ἰσας εἰναι και παραλληλους
9999953 καταπλασματι
ῥοδινῳ βεβρεγμενῳ . εἰτ ' ἐξωθεν ὁλη ἡ κεφαλη καταπλασσεσθω καταπλασματι παρηγορικῳ , ὡς τῳ δια μελιλωτου ἠ λινοσπερμου ἀλευρου
φιλοπονως ὡστε εὐαφες γενεσθαι : και μαλαξας παραπτομενος ῥοδινῳ χρω καταπλασματι ἐπιρριπτων και ἐξωθεν φυλακης χαριν φυλλα σευτλου ἠ θριδακινης
9999953 θαυμαστης
, ὁ μοι πολλων τῳ ὀντι πραγματων αἰτιον γεγονε και θαυμαστης ἀηδιας . ὡστε προτερον μεν οὐκ ᾐδειν το των
των δ ' ὑπερ των ἐναντιων λεγοντων και πραττοντων ἀφθονιας θαυμαστης , ὡν κρατησαι πολυ μειζον ἠν ἠ των ἐξω
9999953 Λακεδαιμονιου
θυγατηρ Χειλωνος του Λακεδαιμονιου , Κρατησικλεια Λακαινα γυνη Κλεανορος του Λακεδαιμονιου , Θεανω γυνη του Μεταποντινου Βροτινου , Μυια γυνη
, αὐτος ἀπετεμε , και ἐθριαμβευσεν . ἀναχωρησις Κλεαρχου του Λακεδαιμονιου ἁμα των συν αὐτωι Ἑλληνων της νυκτος : και
9999953 κομισαι
δε των συγγραφεων φασι τους μεν υἱους της Μηδειας δωρα κομισαι τηι νυμφηι φαρμακοις κεχριμενα , την δε Γλαυκην δεξαμενην
τε καρπων και πληθους ἀνθρωπων , ἐξ Αἰγυπτου τον Ἐρεχθεα κομισαι δια την συγγενειαν σιτου πληθος εἰς τας Ἀθηνας :
9999953 Αἰσχυλον
, φαιδιμ ' Ἀχιλλευ . . . ] προς τον Αἰσχυλον ὁ χορος ἀπο των αὐτου . ἐστι δε ἀρχη
καθαπτομενος . ποθεν ; μη μεν οὐν ἐμοιγε κατ ' Αἰσχυλον μητε παρασπιστης μητ ' ἐγγυς εἰη ὁστις μη φιλος
9999953 ποιησαιτο
οὐν τις ἐξ ἀρχης ἀπο των ἐναργων ὁρμωμενος την ὁλην ποιησαιτο ταυτην ἀναβασιν ; Οὐκουν ἀξιωμα τουτο προβλητεον , ᾡ
προς τον σατραπην της Παφλαγονιας , ὁπως δι ' ἐκεινου ποιησαιτο την ἀναβασιν : τον δε Φαρναβαζον φοβηθεντα μη περι
9999953 διπλασιονα
ἡγεμονες ἀθροοι ἐμπιπτουσι τοις πολεμιοις . ἀρισται δε εἰσιν αἱ διπλασιονα τον ἀριθμον ἐν τῳ μηκει ἠπερ ἐν τῳ βαθει
ΕΚΖ . εἰχε δε και το ΕΒΖ προς το ΕΚΖ διπλασιονα λογον ἠπερ το ΓΑΔ προς το ΕΚΖ : ὡς
9999953 θαυμασαντα
των βραχιονων αἱμα ἀφελοντα σωσαι την παιδα , τον δε θαυμασαντα συνοικισαι αὐτῳ την παιδα και δουναι την χερρονησον :
Σωπατρου κομισθηναι φασιν Ἀλεξανδρῳ τῳ Μακεδονι , και ἐκεινον πυνθανομαι θαυμασαντα ἐς Δελφους ἀναθημα ἀναθειναι τῳ Πυθιῳ το κερας ,
9999953 ἐστρατευσαν
δυναμεως ἀπηρεν εἰς την Ἀσιαν . Ὡς Καρχηδονιοι μεγαλαις δυναμεσιν ἐστρατευσαν εἰς την Σικελιαν . Ὡς Γελων καταστρατηγησας τους βαρβαρους
μερων ἀνθρωποι το γενος ἀσημοι , καταθαρσησαντες ἐπι την χωραν ἐστρατευσαν , και ῥᾳδιως ἀμαχητι ταυτην κατα κρατος εἱλον .
9999953 ἱερουργιαις
αὐτων ἀνηκειν . Ὁ τοινυν ποικιλος τροπος της ἐν ταις ἱερουργιαις ἁγιστειας τα μεν ἀποκαθαιρει , τα δε τελειοι των
τον ἀνθρωπινον βιον ἐπιτηδειων δεομενοι ἡμιν γενεσθαι παρα των κρειττονων ἱερουργιαις χρωμεθα : ταυτα δ ' ἐστι δηπου κηδεμονιαν σωματι
9999952 ἀπορησειεν
μηδεμιαν ἐχοντα διαφοραν . Τοδε δ ' ἀν τις ἰσως ἀπορησειεν προς αὐτον τον πρωτον οὐρανον ἀναφερων , ποτερον ἡ
λαμπρου φωτιζεσθαι . περι δε των ἀστερων ὁρωμενων ἐν νυκτι ἀπορησειεν ἀν τις : εἰ γαρ αἰτια του μη ἐν
9999952 ἐγχειρησαι
, εἰτε πυρεκτικως ἐχοιεν εἰτε και μη , και εἰτε ἐγχειρησαι ἠ ἀπαγορευσαι . Αἱ μεν οὐν ὀλεθριως διακειμεναι καταφερονται
τοις νομοις , ἰσμεν ἁπαντες . ἐγω μεντοι οὐδ ' ἐγχειρησαι οἰμαι προτερον τον Λυκουργον ταυτην την εὐταξιαν καθισταναι πριν
9999952 ἐκελευεν
ἐπετελλε περιφρων Νηλεος υἱος . Αὐταρ ὁ οἱς ἑταροισιν ἐπισπερχων ἐκελευεν ὑδατος ἐν πυρι θεντας ἀφαρ κρυεροιο λεβητας θερμηναι λουσαι
παις ὁ της Μισμης Ἀσκαλαβος ἰδων ἐποιησατο γελωτα και αὐτις ἐκελευεν ὀρεγειν αὐτῃ λεβητα βαθυν ἠ πιθακνην . Δημητηρ δε
9999952 Πανθεια
ἀκουσας εἰπε : Τι ἀν οὐν ἐγω ποιων , ὠ Πανθεια , χαριν Κυρῳ ὑπερ τε σου και ἐμαυτου ἀποδοιην
τινας ἁ ᾠετο συμφερειν τῳ πραγματι ᾠχετο . Ἡ δε Πανθεια ὡς ᾐσθετο οἰχομενον τον Ἀρασπαν , πεμψασα προς τον
9999952 Μακεδονικον
Ἰλιαδος . ἡ μεν χλαινα ἡρωικον φορημα , χλαμυς δε Μακεδονικον μετα ἑξακοσια ἐτη των ἡρωικων ὀνομασθεισα : Σαπφω πρωτη
ὁπλιτων βαρυτατῃ παρα παντας τους πεζους κεχρηται καθοπλισει κατα τον Μακεδονικον τροπον , ἀσπισι περιφερεσι και δορασι περιμηκεστεροις : το
9999952 παρελθουσης
„ Λυκηρον τον βασιλεα ἠδικησεν , ὠ βασιλευ , της παρελθουσης νυκτος οὑτος ὁ αἰλουρος : ἀλεκτρυονα γαρ αὐτου πεφονευκε
ἐθεασαμην . εἰδον . εὐφρονης παροιθεν ἐπι , και της παρελθουσης νυκτος , ἐπι της παρελθουσης νυκτος δυϊκως : ἐνομισθησαν
9999952 φυλλορροειν
και το αἰτιον , ὡς ἐπι του πλατυφυλλου και του φυλλορροειν , και του ἐν μεσῳ εἰναι την γην και
δευτερον μεσον του μειζονος αἰτιον τῳ ἐσχατῳ , ὡς του φυλλορροειν και της συκης μεσα το πηγνυσθαι τον ὀπον και
9999952 ἀπηλασαν
Ὀλυμπιου ἱερου , καιπερ οὐκ ἀρχαιου Ἠλειοις ὀντος , οὐκ ἀπηλασαν αὐτους , νομιζοντες τους ἀντιποιουμενους χωριτας εἰναι και οὐχ
ὠτα τετρυπημενον . και εἰχεν οὑτως . τουτον μεν οὐν ἀπηλασαν : οἱ δε ἀλλοι παρα τας ταξεις ἰοντες ,
9999952 Μαιωτιδος
ἐνταυθα δ ' ἐστιν ὁ στενωτατος πορθμος του στοματος της Μαιωτιδος ὁσον εἰκοσι σταδιων ἠ πλειονων , ἐχων ἐν τῃ
θρασυσπλαγχνως ] θαρσαλεως αὐλων ' ] τον στενον αὐλον της Μαιωτιδος θνητοις ] τοις ἀνθρωποις εἰσαει ] διηνεκως μεγας ]
9999952 Αἰγυπτιος
τα ἱερα „ . ” ποια ; ” εἰπεν ὁ Αἰγυπτιος „ ὁρω γαρ οὐδεν ἐνθαδε . „ ὁ δε
πολυμαθιας . , . . Παμπρεπιος ἠν δε ὁ Παμπρεπιος Αἰγυπτιος . ποιητικος δε ὠν και προς ποιησιν εὐφυης ἀφικετο
9999952 λαμβανουσα
. , . : γαστηρ : ἡ παντα τον βιον λαμβανουσα και μη πληρουμενη . οὑτω Φιλοξενος . . .
, και μη οὐσῃ : τῃ γαρ του πεπονθοτος εὐφροσυνῃ λαμβανουσα την συστασιν , οὐ τῃ αὑτης φυσει , ἱκανως
9999952 κατεπλευσεν
Μεγαρεων , Αἱλωρων , Νεαιτινων , Ταυρομενιων . τουτων πραττομενων κατεπλευσεν Ἀννιβας μετα ναυτικης δυναμεως εἰς την Ξιφωνιαν βοηθησων τῳ
Ἰμιλκων δε τοις ἀπο των πολεμιων σκυλοις κοσμησας τας ναυς κατεπλευσεν εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων , και πολλην
9999952 ἰστωσαν
χαριν αἰτιας ἐβουληθη συμπαν διαφθειραι το γενος . ἀλλ ' ἰστωσαν ὁτι ταυτα δοξαζοντες ἐπελαφριζουσι και ἐπικουφιζουσι τα των παλαιων
δε ἐγκαλουσιν ὡς ἐν ἱερῳ τοπῳ ἐκτεθεντος του παιδος , ἰστωσαν ὁτι και Ἀθηναι ἱεραι μεν λεγονται της Ἀθηνας ,
9999952 συγχωρησει
οὑτω τιθωμεν , φησιν , ὡς ἐμπροσθεν , και ἡμιν συγχωρησει τις εἰναι δυνατον ἁ οἰδεν τις δοξασαι αὐτα ἀττα
νομου : μαθετω με δια των αὐτης βεβλημενον βελων , συγχωρησει τουτον ἡ πολις καταγωνισασθαι με τον πολεμον : αὐτον
9999952 ἐφοροι
εἰπεν ὁτι ἐπιδημειν οἱ παρηγγελμενον εἰη . ἀκουσαντες ταυτα οἱ ἐφοροι ἐσκεμμενα τε λεγειν ἡγησαντο αὐτον και ἐξεπλαγησαν , και
βλαπτειν . διαφθειρειν . μαρτυροι : το συνηθες . και ἐφοροι . μαστακα : την τροφην λεγουσι . και το
9999952 φαιδιμος
‚ : οὑτως , ὡς το ὡς εἰπων πυλεων ἐξεσσυτο φαιδιμος Ἑκτωρ : ἱνα συνδεσμον , ὡς το , ‚
ἀποπνειουσι , παις δ ' ἐπιτερπεται ἐργῳ : ὡς ἀρα φαιδιμος υἱος ἀμειλικτου Ἀχιληος γηθεεν ἀμφι νεκυσσι . Και οὐκ
9999952 ἑπτακαιδεκατον
. το δεκατον . . . τῳ τεταρτῳ . το ἑπτακαιδεκατον . . . το εἰκοστον ὁμοιον τῳ πεντεκαιδεκατῳ .
δε και των σμγʹ τα ιεʹ μειζον μεν μερος ἠ ἑπτακαιδεκατον , ἐλαττον δε ἠ ἑκκαιδεκατον , ὡστε συντεθεντων αὐτων
9999952 νοσηματι
σημαινομενον του νεκρωδους προσωπου , λεγω δη του ἐπι χρονιῳ νοσηματι γινομενου . δια δε του εἰπειν ἐπανερεσθαι μη ἠγρυπνησεν
. ὁτε μεν οὐν ὁ ἑκτικος πυρετος ἀμικτος ἐστιν ἑτερῳ νοσηματι , βαλανειου χρῃζει , καθαπερ και αἱ ἀλλαι πασαι
9999952 αἰσθητου
ὑπεμνησαμεν . μη ὀντος οὐν ἐν τῃ φυσει των πραγματων αἰσθητου τινος ἀφ ' οὑ ἡ νοησις ἐσται του σωματος
την αἰσθησιν παθους , ἀφ ' οὑ δε καθαπερ του αἰσθητου , προς ὁ και ὁμοιοτητα τινα σῳζει . τουτο
9999952 κρατησει
, ἐφ ' ᾡ , εἰ μεν αὐτος νικησει , κρατησει και της των Ἀθηναιων ἀρχης , εἰ δε ὁ
των θεων γνωμης ἐπανελεσθαι τον πολεμον ἐπηρωτησε την Πυθιαν εἰ κρατησει του βασιλεως των Περσων . ἡ δ ' ἐχρησεν
9999952 στρωμασι
αὐτῳ ποιητης φησι : κἀτ ' ἐν κλιναις ἐλεφαντοποσιν και στρωμασι πορφυροβαπτοις κἀν φοινικισι Σαρδιακαισιν κοσμησαμενοι κατακεινται . ἠκμασε δ
αἰνειθ ' , οἱ μολγοι ἐσονται . ὁστις ἐν ἡδυοσμοις στρωμασι παννυχιζων την δεσποιναν ἐρειδεις . και συ κυρηβιοπωλα Εὐκρατες
9999952 ἐπιθετικα
ὑποδηματοραφος και ἱπποτροφος . Τα εἰς ΧΟΣ δισυλλαβα μη ὀντα ἐπιθετικα βαρυνεται : κολχος βρογχος μοσχος κοχλος τροχος βροχος .
αἰεν ἐφ ' Ἑκτορι , πανυ εὐλογως , ἐπει τα ἐπιθετικα μετα κυριων ἐκφερομενα συν ἀρθρῳ παραλαμβανεται : τοιουτον γαρ
9999952 συγγνωμην
ἀτιμιαν ἐτηρησα τῳ νεῳ το κερδος . πεμπε δη γραμματα συγγνωμην αἰτουντα και τους πολλους των παιδαγωγων ἱεροσυλους ἡγου .
τι των της ψυχης παθων αἰτιον εἰναι λεγῃ , ποιει συγγνωμην , ὡς ἐπι τουτου : δι ' ἐρωτα τον
9999952 ἑξακοσιους
: οἱ δε παντες ὑπηρχον ἱππεις τε και πεζοι περι ἑξακοσιους . Ἀντιγονος δε παραλαβων την μετ ' Εὐμενους δυναμιν
Ἀθηναιους και τους μετ ' αὐτων συστρατευομενους ὡς βοσκηματα , ἑξακοσιους τον ἀριθμον , ἐζωγρησε δε και περι τετρακοσιους .
9999952 τετρακισχιλιους
των Νομαδων των καλουμενων Ἀρεακιδων ἐς φιλιαν ὑπηγετο . και τετρακισχιλιους ἱππεας αὐτομολους αὐτῳ προσφυγοντας , οἱ Συφακος ὀντες τοτε
φιλων Ἀθηναιον , δους δ ' αὐτῳ πεζους μεν εὐζωνους τετρακισχιλιους , ἱππεις δε τους ἐπιτηδειους εἰς δρομον ἑξακοσιους συνεταξεν
9999952 ἀμεταβλητα
βωμοι . . Πεμπταμεροις ] ποιητικον τοὐνομα δια τε το ἀμεταβλητα ἐχειν τα ψιλα δασεος ἐπαγομενου : ὁ τροπος δε
, εἰ μεν συνηπται τα της προθεσεως , παντως και ἀμεταβλητα κατα τον προειρημενον λογον : εἰ δε μη οὑτως
9999952 κινδυνευομεν
τους νομους . Ἐχ ' ἡσυχῃ , ὠ Ἱππια : κινδυνευομεν γαρ τοι , ἐν τῃ αὐτῃ ἐμπεπτωκοτες ἀποριᾳ περι
Κλεινιας . Και ἐγω ἀναμνησθεις εἰπον ὁτι Ναι μα Δια κινδυνευομεν γε το μεγιστον των ἀγαθων παραλιπειν . Τι τουτο
9999952 νυμφης
, ἐξ ἡς και Διος Ἀεθλιος . Ἑλληνος δε και νυμφης Ὀρσηιδος Δωρος Ξουθος Αἰολος . αὐτος μεν οὐν ἀφ
δη ? [ ] , γλυκυτατε ; ὁ της [ νυμφης πατηρ ] . ἀλλα τι παθων ] ὡς ἀθλιος
9999952 κομισαντα
Ἀρθμιον τον Ζελειτην ἠτιμωσαν χρυσιον βαρβαρικον αὐτοις παρα του Δαρειου κομισαντα πρεσβευομενον . Κυρσιλον δε της βουλης ἑνα κατελιθωσαν και
δεσποτας ; ἐοικος γαρ δη τουτο ἐκεινῳ σαφως τῳ τον κομισαντα πολεμιου κεφαλην χρυσιον δεχεσθαι της τολμης . της φημης
9999951 ἀπεκτειναν
τουτους μεν οὐν οἱ ταχθεντες ὑπο των νομων ἑνδεκα ἀρχοντες ἀπεκτειναν , οὐχ οἱον ἠδικηκοτας τι την πολιν , ἀλλα
δε κυριευσαντες τον Μελαγχρον και την Κλεομητραν βαλλοντες τοις λιθοις ἀπεκτειναν . και τον ταφον αὐτων δεικνυουσιν και νυν ἐτι
9999951 ἐπηδησεν
δειλιαν καταγελωσης ἑαυτην ὡς γενναιοτεραν προκρινασα θαρσαλεως εἰς το ὑδωρ ἐπηδησεν . του δε ῥευματος ταυτην εἰς μεσον κατασυραντος και
Στεινεται : στενοχωρειται . ἐσσυτο : ὡρμησεν . Ἐνθορε : ἐπηδησεν . Δειλαιαις : ἀθλιοις . Ἀεθλα : παθηματα .
9999951 συμφωνια
δʹ του γʹ ἐπιτριτος , ἐν ᾡ ἡ δια τεσσαρων συμφωνια . εἰ δε ἐν τῳ δʹ ἀριθμῳ το παν
ἀνειμενον πλειον ἐπιμιγνυται εἰς το ἰσοδυναμησαι : ὡστε ἐστι τις συμφωνια και ἰσοτης των ἐξ ὡν γινεται . Εἰ γαρ
9999951 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999951 Συρακοσιον
τουτων την αἰτιαν και τον λογον ἐπεγνωκεναι φασιν τινες τον Συρακοσιον Ἀρχιμηδη : μονος γαρ οὑτος ἐν τῳ καθ '
ἐπει δε σιγᾳς , ἐγω ἐρω . κατα γαρ τον Συρακοσιον ποιητην : τα προ του δυ ' ἀνδρες ἐλεγον
9999951 ἀναπληροι
και ῥυψεως , ὡσπερ και ἡ πτελεα , καθαιρει και ἀναπληροι τα καθαρα των ἑλκων : ἀνεμωναι προστιθεμεναι . πιτυος
διακειμενου . ἀπορησειε δ ' ἀν τις , εἰ ὡσπερ ἀναπληροι την εὐδαιμονιαν ἡ ὑγιεια , ἁτε κατα φυσιν και
9999951 τετρα
] τα ? [ τοιαυτα , δις , τρις , τετρα ] - κις : ὀλιγακις ? [ , πολλακις
ΑΒ της ΒΓ μηκει διπλασιων . λεγω , ὁτι δυναμει τετρα - πλασιων ἐστιν ἡ ΑΒ της ΓΒ . ἀναγεγραφθω
9999951 Λακεδαιμονιος
ἐποιησε πολιν . βοηθησαντες δε ἐς αὐτο Πασιτελιδας τε ὁ Λακεδαιμονιος ἀρχων και ἡ παρουσα φυλακη προσβαλοντων των Ἀθηναιων ἠμυνοντο
σε , σπευδων τοι ξενος γενεσθαι . . Χιλων Δαμαγητου Λακεδαιμονιος . οὑτος ἐποιησεν ἐλεγεια εἰς ἐπη διακοσια , και
9999950 μαχαιραις
και ἐρωτος ἀπεχοντες . και ὁσαι μεν των γυναικων ταις μαχαιραις των Γαλατων ἐπετυγχανον , αὐτοχειριᾳ τας ψυχας ἠφιεσαν :
καλους ὡν ἐξηρτηντο τα το φως ἐν νυκτι παρεχοντα , μαχαιραις ἐξεκοπτον δεικνυντες , ὁτι δει τον ἐν τῃ πολει

Back