τις δ ' οὐ θεαμα της πανηγυρεως αὐτης ταχα σεμνοτερον ἰδοι σε ; εἰτα ἐρεις : αἰδεισθαι δε σε δει
ζωης : ἠν γαρ ποτε γηρασας προς τας πτησεις ἑαυτον ἰδοι νωθεστερον ἠ τας αὐγας των ὀμματων ἐλασσουμενας , ἐφ
9999958 ἀπωλεια
βλαβεισιν , οἰδημα ὁλου του σωματος και καταρρηξις και συντομος ἀπωλεια . Τα οὐν ἁρμοζοντα τουτοις βοηθηματα παρενεκτεον ἐκ των
και των σκευαριων ἡψαμην . . Ἀλλως . ἀντι του ἀπωλεια . μεταφερεται δε ἀπο του σιτου . ὁταν γαρ
9999956 λαμβανοι
εἰσιν εἰς εὐχυμιαν και εἰς ὑπνον ἀγουσαι τα παιδια . λαμβανοι δ ' ἀν καλως και φοινικων : διουρητικοι γαρ
: τουτον ἀν τις τον τροπον πολιορκων τας πολεις ἀν λαμβανοι μαλιστα μηθεν αὐτος ἀνηκεστον παθων . Ὁστις μη ἀσπαζεται
9999955 ἀπειχοντο
. οἱ μεν γαρ δια τας προϋπαρχουσας ἐχθρας οὐδεμιας ἐπηρειας ἀπειχοντο κατα των μισουμενων , ἐχοντες ἐξουσιαν διατιθεναι παν το
ἐχειν . Εἰ μεν γαρ των αὐτων νεκρων σωματων και ἀπειχοντο της ἁφης και ἡπτοντο , ἠν ἀν τουτο προς
9999954 λαμβανουσης
. ἐν δε τοις ὑστερον χρονοις της πολεως πολλην ἐπιδοσιν λαμβανουσης δια τε τας ἀπο της θαλαττης ἐργασιας και δια
ἀκεραιοι διηγωνιζοντο . τελος δε της μεν ἐνδον δυναμεως ἀφαιρεσιν λαμβανουσης , των δε πολεμιων ἀει πλειονων εἰς την πολιν
9999954 παραλιᾳ
σταδιων διαρμα ἀπολειπουσα μεταξυ : ὁλη γαρ σχεδον τι τῃ παραλιᾳ ταυτῃ ἀντικειται παραλληλος ἡ Κρητη στενη και μακρα .
φρουριων και πολισματων του βασιλεως ἐν τε τῃ μεσογειᾳ και παραλιᾳ και προσεθεντο αὐτοις , ἐν οἱς και φρουρους ἐγκατεστησαν
9999953 κατελελειπτο
Τιθαιος Δατιος παιδες . Ὁ δε τριτος σφι συνιππαρχος φαρνουχης κατελελειπτο ἐν Σαρδισι νοσεων . Ὡς γαρ ὁρμωντο ἐκ Σαρδιων
τουτοις μεν οὐν ἀπεκριθη διοτι του ζην οὐδεν ἀξιον αὐταις κατελελειπτο , αὐτος δε τροφης ἀποσχομενος ἐνδειᾳ κατεστρεψε τον βιον
9999953 συστρατευσαι
Ζελειτας δε ἀφηκε της αἰτιας , ὁτι προς βιαν ἐγνω συστρατευσαι τοις βαρβαροις : Δασκυλιον δε παραληψομενον Παρμενιωνα ἐκπεμπει :
την χωραν των Ἀμαζονων μετα στρατιας της συνεκπεσουσης αὐτωι : συστρατευσαι δε και Σιπυλον τωι Μοψωι τον Σκυθην πεφυγαδευμενον ὁμοιως
9999953 ἐξασθενει
ἀμβλυνεται ] παρερχεται . ἀμβλυνεται ] ἀπρακτουσι . ἀμβλυνεται ] ἐξασθενει . θ ἀμβλυνεται ] ἀσθενη γινονται . Ξ πολυστονοι
γευσαμενον ὑπνοποιου , καρωσιν τινα ἑλκτικην εἰς ἀναισθησιαν ἐμποιουντος , ἐξασθενει και παρειται , ἐστ ' ἀν παραδραμῃ ὁ ἀνθρωπος
9999953 μαστιχης
, δορυκνιον . ἀντι μαννης , λιβανου φλοιος . ἀντι μαστιχης , σχοινου καρδια ἠ τερεβινθινη . ἀντι μελιλωτου ,
και ὠτικη ἀγαθη . Ψυλλιου κεκαθαρμενου ⋖ μ , Ἰλλυρικης μαστιχης , ἠλεκτρου ῥινηματος , κροκου ἀνα ⋖ λ ,
9999953 παραγραφη
εὐθυδικιαν το ῥητον ἐξεβαλλεν ἠ κρινεσθαι ἐπι τοισδε ἐλεγον , παραγραφη ἀν ἠν : τουτο γαρ παραγραφης ἰδιον το δια
, πως δυναται ἡ μεταληψις παραγραφη λεγεσθαι : ὁτι γαρ παραγραφη και αὑτη κεκληται , δηλον ἀφ ' ὡν Ἑρμογενης
9999953 ὡροσκοπουντων
μετα Κρονου ἠ και Ἀρεως ἠ και τουτων των ἀστερων ὡροσκοπουντων και τοτε συντυχε τῳ δυσωπουντι σε : τοτε γαρ
ὑπο ἐξουσιας τινος και φρουρας . Ἀρεως δε και Κρονου ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδωσουσιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη
9999953 ἐκλειπτικας
ὡς ἐπιπαν μηνων σεληνιακων δυνατον ἐσται τας συζυγιας των φωτων ἐκλειπτικας γινεσθαι , χρησιμον ἀν γενοιτο τοις προαποδεδειγμενοις προσθειναι ,
ὑπερβαλλειν , ἐκει δυνατον ἐσται και τας ἀκρας συνοδους ἀμφοτερας ἐκλειπτικας γινεσθαι . . . και τα ἑξης . Ἐπει
9999953 Σκαμανδρου
δε ἱστορια οὑτως ἐχει . κλωπα : Τευκρος υἱος ἐγενετο Σκαμανδρου του Κρητος . τουτοις ἐδοθη χρησμος ἐκει οἰκησαι ,
. . . . . . νε δʹ μα ιβʹ Σκαμανδρου ποταμου ἐκβολαι νε δʹ μα Σιγειον ἀκρον . .
9999952 εἰπες
μοι θνῃσκων λεχεων ἐκ χειρας ὀρεξας , οὐδε τι μοι εἰπες πυκινον ἐπος , οὑ τε κεν αἰει μεμνῃμην νυκτας
Ποτερον σχημα ἡ στρογγυλοτης ἐστιν ἠ σχημα τι ; “ εἰπες δηπου ἀν ὁτι σχημα τι . Πανυ γε .
9999952 παραδωσω
. . . : της προκειμενης , οἱον : οὐ παραδωσω . . . λυπαις . . . : ἀντι
ἀταφον βουλονται Πολυνεικην εἰναι , ἐγω δε τουτων ἀκοντων ταφῃ παραδωσω . . δεινον το κοινον ] χαλεπη και βιαιος
9999952 συλλογισμους
ἀναγκαιων . Περι δε του ἐνδεχομενου . Μετα τους ὑπαρχοντας συλλογισμους και τους ἀναγκαιους και την μιξιν του ὑπαρχοντος και
προτασεις και δειξαντες , ποιους ποιουσι καθ ' ἑκαστον σχημα συλλογισμους , ἑξης λεγομεν περι των ἐκ μιξεως ἀναγκαιας τε
9999952 Ταραντινοι
Κροτωνιατης και Τιμαιος ὁ Λοκρος και Φιλολαος και Ἀρχυτας οἱ Ταραντινοι και ἀλλοι πλειους , και μετα ταυτα Πλατων ἐν
πρωτος ἐξεθηκε την ἐννεακαιδεκαετηριδα . Ὡς την ἐν Ἰταλιᾳ Ἡρακλειαν Ταραντινοι ἐκτισαν . Ὡς ἐπι της Ῥωμης Σποριος Μαιλιος ἐπιθεμενος
9999952 κοινως
τοις φιλοσοφοις ὁ λογος : αἱ γαρ ἰδιως και αἱ κοινως εἰς διαιρεσιν των γενων οὐ χρησιμευουσιν : οὐδεις γαρ
ἐναρθρῳ και σημαντικῃ μιᾳ και ἁπλῃ . λεγεσθω γαρ νυν κοινως ὀνοματα παντα τα τοιαυτα , ὡς ζῳον , ἀριθμος
9999952 θαυμασιωτατον
: ὁ δ ' ἁπαντων ἐστι των του ἀνδρος ἐγκωμιων θαυμασιωτατον και οὐπω τετευχε λογου , τουτ ' οἰομαι δειν
ἐποτισεν αὐτον ἑως ἐπαυσατο πινων „ , προς φιλανθρωπιαν διδαγμα θαυμασιωτατον : ἐαν γαρ τις πλειονων μεν τυγχανῃ χρειος ὠν
9999952 παρεταξατο
ἑαυτης ἀδικον : οὑτω προς την κοινην βλασφημιαν τῳ ἠθει παρεταξατο . οἰσθα τον Μηδειον ἐκεινον τον ἀπο της Συριας
' Εὐτρησιων και της ἐπι Μηλεας ὁδου , ἐνταυθα ἐκβας παρεταξατο ὡς μαχουμενος . ἐφασαν δ ' αὐτον και προ
9999952 νουσημα
ἐπιχωρια ἐστιν : χωρις δε , ἠν τι παγκοινον κατασχῃ νουσημα ἐκ μεταβολης των ὡρεων , και τουτεου μετεχουσιν .
: ὁκοταν δε αἱ ἡμεραι παρελθωσιν ἐν ᾑσι κρινεται το νουσημα , ὁ τε πονος ἐλασσων ἐχῃ , ἀναμαρτητον διαιτησθαι
9999952 ἐμφαντικως
ἀδυνατοι ἠμεν τοις Ἀθηναιοις ἀντεχειν φ αὐτονομοι δη ὀντες : ἐμφαντικως εἰπε το δη , ἀντι του δηθεν , και
„ μειζον του ἀνθρωπεια . και το „ κειτο ” ἐμφαντικως . οὐ γαρ ἀν ἐκ προνοιας ἀνεκλιθη , ἀλλα
9999952 Ἀθηνης
περιπορπιδα θηησαιο . Τοι ' ἀρα δωρα θεας Ἰτωνιδος ἠεν Ἀθηνης : δεξιτερῃ δ ' ἑλεν ἐγχος ἑκηβολον , ὁ
, την νυκτ ' , Οἰνειδαο παις , δια μητιν Ἀθηνης . ἀθετειται , ὁτι και τῃ συνθεσει εὐτελης :
9999952 στρατευμα
μεν σαλπιγγι : δια της σαλπιγγος παρ ' ἁπαν το στρατευμα : ἠγουν δια παντος του στρατευματος . ἀπιστα μεν
ἐπειδη το τε φρουριον ἐξ ἐφοδου κατειληφεσαν και το ἀλλο στρατευμα ἐμαθον τεταραγμενον , ἐπεκειντο αὐτοις κτεινοντες και διωκοντες .
9999952 τριπουν
ὑπαρχοντα τετραπουν εἰναι , αὐξησαντα δε διπουν , γηρασαντα δε τριπουν , βακτηριᾳ χρωμενον δια την ἀσθενειαν . ἐνταυθα την
γλαφυρον : ὁ δε Θεοδωρος ἐδεικνυεν αὐτοις , ὁτι το τριπουν και πεντεπουν τετραγωνον ἀσυμμετρα ἐστιν κατα το μηκος τηι
9999952 Ἀριστοκλης
Βαθυκλης δε ὁ ἐρωμενος Ἀνακρεοντος , οὑτως και παρα το Ἀριστοκλης Ἀριστυλλος . . . . ἀριπρεπεα : τον ἀγαν
ἠ κροτου τε και ἠχους ξυγκεισθαι . ἐτελευτα δε ὁ Ἀριστοκλης μεσαιπολιος , ἀρτι προσβαινων τῳ γηρασκειν . δʹ .
9999952 ἀτοπου
των ἀκουοντων ἠ ὡς τινες οἰονται . ἠ οὑτως ἐξ ἀτοπου προτασεως : εἰ μεν ἑωρων παραπλησιως ὑμας διακειμενους τουτοις
. και δη και το παρον ἡμιν ὡσαυτως ποιητεον : ἀτοπου γαρ τα νυν ἐμπεπτωκοτος λογου περι νομων , ἀναγκη
9999951 τελευτωσαν
ὁμως ἐτεσιν ἀντεσχε πολεμῳ τοσῳδε και λιμῳ , τοτε ἀρδην τελευτωσαν ἐς πανωλεθριαν ἐσχατην , λεγεται μεν δακρυσαι και φανερος
μηκος δ ' ἐκτεταμενα ὁσον τριακοσιων σταδιων και ποιουντα ῥαχιν τελευτωσαν πως ἐπι τα στενα . ἐν μεσῳ δ '
9999951 ἀποκηρυξιν
της ὑβρεως : λογιζομαι γαρ ὡς ἀπο τινος δικαστηριου την ἀποκηρυξιν : τινι ταυτην εἰπε μοι την τιμωριαν παρεσχηκας ;
ἐξην ἑτερως πληγαις , ἀπειλαις . και ὁτι αὐτην την ἀποκηρυξιν ἠν ἀνελειν , και ὁτι χρονου παρελθοντος οὐκ ἐπεκλασθη
9999951 ἐπελθουσης
οὑτοι μεν δη φυλλασσομενοι τε ἀφανως και της κυριας ἡμερας ἐπελθουσης ἐς την δικην ἀνακαλουμενοι , Μερολας μεν τας φλεβας
ἐξαισιων και κατακλυσμων γενομενων , μιας ἡμερας και νυκτος χαλεπης ἐπελθουσης , το τε παρ ' ὑμιν μαχιμον παν ἁθροον
9999951 παρακολουθημα
του ἀριθμου . Τις οὐν ἡ φυσις αὐτου ; Ἀρα παρακολουθημα και οἱον ἐπιθεωρουμενον ἑκαστῃ οὐσιᾳ , οἱον ἀνθρωπος και
Πλατων την τυχην ἀπεφαινετο αἰτιαν ἐν ἀπροαιρετοις κατα συμβεβηκος και παρακολουθημα και συμπτωμα και προαιρεσεως κατα την προς το τελος
9999951 δριμειαν
ϲπερμα ξηραινει και θερμαινει κατα την τριτην που ταξιν και δριμειαν δε μετριωϲ ἐχει την ποιοτητα . ταυτα τοι και
προϊεται δια τριτης ἡμερας ἐσφαιρωμενον : προϊεται δε και φυσαν δριμειαν και οὐρον ὀσμην ἐχον σαπραν . γινονται δε οἱ
9999950 ἐλαθεν
ἐν τοσουτῳ δε θυννος διωκομενος και πολλῳ τῳ ῥοιζῳ φερομενος ἐλαθεν εἰς το σκαφος ἐναλλομενος . οἱ δε συλλαβοντες αὐτον
εἰς την εἰσοδον ἐξηταζεν εἰ ἀληθης ἐστιν και εἰ μη ἐλαθεν καθ ' ἡν οὐκ ἐχρην εἰσελθων , ἀλλ '
9999950 ἐκκαθαιρει
θερμαντικη και εὐωδηϲ ἐϲτιν , ἡτιϲ ϲυν οἰνῳ πινομενη ὑϲτεραϲ ἐκκαθαιρει : ὁ δε καρποϲ ϲυν ῥοφηματι πινομενοϲ γαλα γεννᾳ
: ὡϲτε μετα μελικρατου πινομενη τριων δραχμων μεγεθοϲ τα ἐντοϲ ἐκκαθαιρει : ῥυπτει δε και τα περι το δερμα .
9999950 Συρακοσιον
τουτων την αἰτιαν και τον λογον ἐπεγνωκεναι φασιν τινες τον Συρακοσιον Ἀρχιμηδη : μονος γαρ οὑτος ἐν τῳ καθ '
ἐπει δε σιγᾳς , ἐγω ἐρω . κατα γαρ τον Συρακοσιον ποιητην : τα προ του δυ ' ἀνδρες ἐλεγον
9999950 ἐξαιρετους
μετα ἀδειας ὡν ἐκτησαμεθα πονων : δυνησομεθα δε αὐτους ἐλεγεν ἐξαιρετους παρα Ἀψυρτου λαβειν δωρεαν . Ταυτα εἰπων ῥᾳδιως ἐπειθεν
, εἰς ἁφην : ἑκαστῃ μεντοι προσενειμεν ὁ ποιων και ἐξαιρετους ὑλας και κριτηριον ἰδιον , ᾡ δικασει τα ὑποπιπτοντα
9999950 εὐκλεια
συγγενες ἀδοξια , ἀρετην δε ὀνειδος , ᾑ παντων οἰκειοτατον εὐκλεια , δι ' ἡν πεφυκε νικαν ἠ διατηρειν αὑτην
και τους γε θρασυσπλαγχνους δουλοι , οὑτως ἡ τουτων , εὐκλεια και λαμπροτης ζηλωτους , ἀγαν παρασκευαζει τους ἐξ αὐτων
9999950 παιωνικα
διμετρα : το ηʹ ἑφθημιμερες ὁμοιον : τα θʹ ιʹ παιωνικα μονομετρα ἐκ κρητικων : τα ιαʹ ιβʹ ιγʹ ἀναπαιστικα
κωλων συνεστηκεν ιηʹ , ὡν το αʹ και το βʹ παιωνικα τριμετρα βραχυκαταληκτα , ἐκ διιαμβου , παιωνος τριτου και
9999950 συλλογισμων
και τοποις . ὁτι μεν οὐν ὁτι μεν οὐν των συλλογισμων οἱ μεν κατα ἀληθειαν εἰσι συλλογισμοι , οἱος ὁ
ὡρισμενα δε ἐχοντων τα ἐμμεσα , γινονται δυο τροποι ὑποθετικων συλλογισμων , ἀμεσων μεν οἱον ὁ ἀριθμος ἠ περιττος ἐστιν
9999950 πολυτελες
“ Ποιον γαρ ὀψον , ” ἐφη , “ μοι πολυτελες ἠ ποιος οἰνος τιμιωτερος της σης ὀψεως ; ”
ποιειν . Ὁ αὐτος το Σκρηβωνιας μνημα καλον ἐφη και πολυτελες εἰναι , ἀλλα ἐπινοσῳ τοπῳ οἰκοδομησθαι . Σχολαστικῳ λεπτον
9999950 στροφοι
ἐμπυων τα φερομενα ὁτι σημειον . κζʹ . Ἀμφι ἀμητον στροφοι περι τον ὀμφαλον , και ὀδυναι ἐστιν οἱσιν ἀπο
ὑγρη ἡ κοιλιη ᾐ , και χολη ὑποχωρεῃ , και στροφοι , και ἐμετοι , και πνιγμοι , και δηγμοι
9999950 γραφεν
ὑπομοσασθαι λεγουσιν . και οὐκ ἠν μετα την ὑπωμοσιαν το γραφεν , πριν κριθηναι , κυριον . παραγραφη δ '
, ὑποκεισθω το κεντρον αὐτου κατα το Ζ , και γραφεν - τος περι αὐτο του ΗΘΚ ἐπικυκλου ἐπεζευχθωσαν μεν
9999950 συγχωρησας
αὐτοις προσενεχθηναι . ὁ δε βασιλευς ἐπαινεσας τους ἀνδρας και συγχωρησας την εἰρηνην δωρεαις τε μεγαλαις και τιμαις ἡρωικαις ὑπο
υἱοις οἱ πατερες συναγωνιουμενους ἐν τοις γυμνασιοις . ὁ δε συγχωρησας τουτο Λυκουργος τοις ἐμμεινασι τῃ των παιδων ἀγωγῃ πολιτειας
9999950 ποιησαιτο
οὐν τις ἐξ ἀρχης ἀπο των ἐναργων ὁρμωμενος την ὁλην ποιησαιτο ταυτην ἀναβασιν ; Οὐκουν ἀξιωμα τουτο προβλητεον , ᾡ
προς τον σατραπην της Παφλαγονιας , ὁπως δι ' ἐκεινου ποιησαιτο την ἀναβασιν : τον δε Φαρναβαζον φοβηθεντα μη περι
9999950 τοιουτοιϲ
καμνοντοϲ δε εὐφορια μεγιϲτον και αὐτη ϲημειον . εὐαλωτοι τοιϲ τοιουτοιϲ πυρετοιϲ εἰϲιν , ἐφ ' ὡν αἱ ἀπορροιαι του
διαθεϲιν και αἰϲθηϲιν ἐπιφερει , και τοτε μαλιϲτα ἐπιτεινεται τοιϲ τοιουτοιϲ , ἐπειδαν κινειϲθαι προελωνται . ϲκεπτεον δε ἐπι τουτων
9999950 κατεστησατο
πολιταις . εἰθ ' ἑξης λεγων περι της ὀλιγαρχιας ἡν κατεστησατο μετα των φιλων ἐπιφερει : και πολλας μεν γυναικας
ἀρχης οὐπω το των εἰρηνοδικων συστημα παρα Ῥωμαιοις ἠν . κατεστησατο δ ' αὐτο Νομας ὁτε Φιδηναταις ἐμελλε πολεμειν λῃστειας
9999950 κελευθου
ὀιζυος ἰδριες εἰμεν ; ἀλλα παρεξ ἐχε διφρον ἐυξοον ἠδε κελευθου εἰκε † παρεξ ἰεναι † : Τρηχιναδε τοι παρελαυνω
τυχῃς παρα πατρος ἐμοιο . δηομεν ἀγλαον ἀλσος Ἀθηνης ἀγχι κελευθου αἰγειρων , ἐν δε κρηνη ναει , ἀμφι δε
9999950 ἀναιρεθεισης
φερειν νομιζω : σωτηριαν σοι τῳδε τ ' : το ἀναιρεθεισης της Ἑλενης , φησιν ἡ Ἠλεκτρα , ἐνεδρευσαι και
χειρ δε μερος ἐστιν του ἀνθρωπου , και της χειρος ἀναιρεθεισης συναπολλυται και ὁλος ὁ ἀνθρωπος : οὐκετι γαρ ὁλος
9999950 παρεμυθησατο
συμβασεις εἰς την οἰκειαν ἀπεπεμψε , τους δ ' Ἰλιεας παρεμυθησατο πολλοις ἐπανορθωμασι . καθ ' ἡμας μεντοι Καισαρ ὁ
δια των της γοργοτητος ἰδιων το λιαν ὑπτιον ὁ ῥητωρ παρεμυθησατο το τε γαρ ἀφηγηματικον και το μυθωδες πολλην ὑπτιοτητα
9999950 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999949 Φιλιππον
, ἐπειδη βουλευεται ὁ δημος ὁ Ἀθηναιων ὑπερ εἰρηνης προς Φιλιππον , οἱ δε πρεσβεις οὐπω παρεισιν , οὑς ἐξεπεμψεν
προσαγαγωσιν , εἰτ ' εἰπων , δι ' ὡν ἡγειται Φιλιππον πολεμειν τῃ πολει και ὁτι πανθ ' , ὁσα
9999949 φοβηθεντες
τα παροντα , οἱ δε πολλοι και δημοτικοι τοτε μεν φοβηθεντες ἐπεισθησαν τοις συμβουλευουσι : και πεμψαντες προς Μιλωνα τον
συγγενων φιλιας . ὁτε πρωτον καμηλος ὠφθη , οἱ ἀνθρωποι φοβηθεντες και το μεγεθος καταπλαγεντες ἐφευγον . ὡς δε χρονου
9999949 ἀπεφαινοντο
εἰ τι ἀλλο τυγχανει τουτοις ὁμοιογενες ὀν . ἀρχην δε ἀπεφαινοντο ἐν παντι ἑν τι των τιμιωτατων εἰναι ὁμοιως ἐν
και ἀριθμους κραθεντων των πρωτων στοιχειων . σχεδον οὐν ταὐτον ἀπεφαινοντο τοις ἁρμονιαν αὐτην τιθεμενοις , πλην ὁσῳ σαφεστερον οὑτοι
9999949 βλεπουσαν
δ ' ἰατρου τους συμφωνηθεντας μισθους αὐτην ἀπαιτουντος ὡς καθαρως βλεπουσαν ἠδη και τους μαρτυρας παραγαγοντος : ” μαλλον μεν
ἱστου θοἰματιον καθελομενην ἡμιεργον ἀμφιεσασθαι , εἰς τε το κατοπτρον βλεπουσαν προς την παρ ' αὐτης ἐμφασιν εἰς αὐτο γιγνομενην
9999949 πεφυλαγμενως
συριγμος : των γουν παλαιων τινες σπανιως ἐχρωντο αὐτῳ και πεφυλαγμενως : εἰσι δ ' οἱ και ἀσιγμους ὁλας ᾠδας
ὁρωμεν , ἐμπειρους γενομενους και προλεγειν και θεραπευειν τα τοιαυτα πεφυλαγμενως . Θυμος ἑλκος ἐστιν ὑπερσαρκουν τραχειᾳ και ψαθυρᾳ σαρκι
9999949 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις
9999949 ζωγραφουσι
παραφερομενον . Σεληνης δε ἀνατολην γραφειν βουλομενοι , παλιν κυνοκεφαλον ζωγραφουσι σχηματι τοιῳδε : ἑστωτα και τας χειρας εἰς οὐρανον
. Ἐνιαυτον δε βουλομενοι δηλωσαι , Ἰσιν , τουτεστι γυναικα ζωγραφουσι , τῳ δε αὐτῳ και την θεον σημαινουσιν .
9999949 συλλαβης
ὀκνουσι χρησθαι και ἑτεροις μυριοις . Ἐνταυθα δε προσθηκη γινεται συλλαβης , ὡς ἐν τῳ ἐτητυμα και ἑτεροις . .
. ἐξ οὑ φυτω φυτιζω , και πλεονασμῳ της αλ συλλαβης φυταλιζω . . . . . φυταλιμος : φυταλμιος
9999949 εἰσατο
ἀντι του χρως : διο βαρυτονητεον . και ὁτι το εἰσατο νυν ἀντι του ἐφανη . . Αἰαντε , μεμαοτε
κινησεις . ἀζαλεῃσιν ἐπηρεφεας φολιδεσσιν : ξηραις λεπισιν ἐσκεπασμενας . εἰσατο : ὡρμησεν . θελξαι ἀντι του κοιμισαι . χθονιην
9999949 σκοπησωμεν
περι φυτων και οὐσιας ἐπι την ἀνθρωπειον γενναν κατελθωμεν και σκοπησωμεν . ἀπο δυο φυσεων , ἀπο του αὐτου πατρος
πασχειν πεφυκοτα . Ὁτι μεν οὐν ἰσαριθμος , δηλον . σκοπησωμεν δε , εἰ και το εἰκελον αὐτοις παρεστι προς
9999949 φαρμακου
σπληνιου , ἐπι δε των κολπων δια σκωληκων ἐκ του φαρμακου παρενθεντος και ἐνιεμενου : ἐχουσα δε παντοτε πηλον δι
. και ὁς εἰπεν ἡδιον ἀν παρα Σωκρατους την του φαρμακου κυλικα εἰληφειν ἠ παρα σου την του οἰνου προποσιν
9999949 κατεκειτο
την Πτωχελενην μαστιγιας ἐμισθωσατο . θερους δε ὀντος ἐπει γυμνος κατεκειτο , τους τυπους των πληγων ἰδουσα : ποθεν οὑτοι
ὡς παρουσιν ὑμιν ἐνδον ἐν τῳ οἰκῳ , ἐνθα Εὐκλειδης κατεκειτο , ἀσμενως ἐλεσχαινον . οἰδατον δε δη , ὠ
9999949 Ταναιδος
ᾡ ἠκολουθησεν Ἀπολλωνιος . ὁ μεν γαρ Σκυμνος αὐτους δια Ταναιδος πεπλευκεναι ἐπι την μεγαλην θαλασσαν , ἐκειθεν δε εἰς
ἡ ἐκτος Ἰστρου πασα ἡ μεταξυ του Ῥηνου και του Ταναιδος ποταμου μεχρι της Ποντικης θαλαττης και της Μαιωτιδος .
9999949 αἰσθητικων
, ὡστε και τας κρειττους ἀποτυπουται ἐνεργειας ᾑ ὑπο των αἰσθητικων κινειται εἰδων . πως οὐν και μη παροντων των
ἐπιστημαι οὑτως ἐχωσι προς ἀλληλας , το μεν ὁτι των αἰσθητικων εἰδεναι , το δε διοτι των μαθηματικων : οὑτοι
9999949 ὑποθες
ἠ δʹ . ἐκβαλλειν . ] Ὀποπανακος ὀβολου κολλυριον ποιησας ὑποθες . ἀκινδυνον ἐστι και πεπειραται ἐπι πολλων . ἀλλο
. Εἰς δε τον λυγγουρον λιθον γλυψον γυπα , και ὑποθες ὀλιγον λιβανον και ἀκροπτερον του πτηνου και φορει .
9999949 ὀσσαν
ποσσιν . ἐνθεν ἀπορνυμεναι κεκαλυμμεναι ἠερι πολλῳ ἐννυχιαι στειχον περικαλλεα ὀσσαν ἱεισαι , ὑμνευσαι Δια τ ' αἰγιοχον και ποτνιαν
ψαυω . τα . Ἀπολλοδωρος μεν ἀπο του δεχεσθαι την ὀσσαν φησιν . οὑτως ἐν τῳ ς της καθολικης Προσῳδιας
9999949 διδακτεον
ἀνθρωποις παθηματα , ἐν πασιν τοις τοιουτοις της ἑκαστων διαθεσεως διδακτεον και ὁριστεον το τε καλον και μη . μετα
τα προτερον προς τους ἀναλογιστικους των γραμματικων εἰρημενα , και διδακτεον ὁτι τῃ συνηθειᾳ προσεκτεον μαλλον ἐστι θελοντας εὐ λεγειν
9999949 πιστευσαι
της Εὐρωπης πασαν , ἡν οὐδ ' ἀν τωι Ἑρμηι πιστευσαι τις λεγοντι . Ἐρατοσθενη δε τον μεν Εὐημερον Βεργαιον
, ἑλεσθαι σε δει σημερον σωζεσθαι μεθ ' ἡμων και πιστευσαι σεαυτον ἐλπιδι κρειττονι , ᾑ παντες πεπιστευκαμεν , ἠ
9999949 κομισθεντες
ἀποδεικτικοι εἰσι λογοι , φασιν , οἱ κατα του σημειου κομισθεντες ὑπο των ἀπορητικων ἠ οὐκ ἀποδεικτικοι . και εἰ
συμφορητοι τοπων , οἱ μεν ἐκ των ἐν Ἰταλιᾳ πολεων κομισθεντες , οἱ δ ' ἐξ Ἐρυθρων των ἐν Ἀσιᾳ
9999949 ῥητορικων
ἡδονῃ : ἀκοης χαριτι , γλυκυτητι , κολακειᾳ . ʃ ῥητορικων λογων καινοτερα και παραδοξα ὑμιν εἰσηγουμενων . σοφιστας δε
οὐκ ἐσιγησεν . ὁτι Ἀσπασια σοφη του Σωκρατους διδασκαλος των ῥητορικων λογων ἐφη ποτε προς Σωκρατη ἰδουσα αὐτου το καταστημα
9999948 Καλλικλεους
εἰναι νεον το ἐπιγραμμα το ἐπ ' αὐτῳ φησι : Καλλικλεους δε του Μεγαρεως ποιημα ὁ ἀνδριας ἐστιν . ἀνηρ
, πως παλιν ἠνεσχετο Θρασυμαχου , πως Πωλου , πως Καλλικλεους , πως της γυναικος ἠνειχετο , πως του υἱου
9999948 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ
9999948 φυτευομενα
δε φυτειας καθ ' οἱονδηποτε τροπον γινομενης , πριζεσθωσαν τα φυτευομενα πριονι . διατηρητεον δε ἀκριβως τον φλοιον , ἱνα
μελλουσα φυτευεσθαι χωρα . ηʹ . ὁποια εἰναι δει τα φυτευομενα κληματα , και ἀπο ποιου μερους της ἀμπελου ,
9999948 ἀνατολικωτεροι
Πιαλαι και ὑπ ' αὐτον ὁμωνυμοι Οἰχαρδαι . Παλιν δε ἀνατολικωτεροι μεν των Ἀννιβων Γαριναιοι και . . . .
Καλειται μεχρι της Πουβα λιμνης : εἰτα των μεν Δαραδων ἀνατολικωτεροι Μακχουρηβοι , των δε Σοφουκαιων Σολουεντιοι : τουτων δ
9999948 ῥητορικοις
τος [ ! ] : ἐκ μεν των ἐκ τοις ῥητορικοις [ λογοις ἠ τοις καλουμενοις [ ἐριστικοις διατριβοντων οὐκ
ἰσως προστιθεντος και ταχα ἐλεγχοειδες . Ἐτι καθαπερ ἐν τοις ῥητορικοις ἑκατερως τοις λογοις ἐπιχειρουμεν και τα αὐτα κατασκευαζομεν και
9999948 τοιηνδε
συμμιγεντος κινευμενου του ὑγρου διακοσμεεται το σωμα κατα φυσιν δια τοιηνδε ἀναγκην : δια μεν των στερεων και ξηρων οὐ
αἱρεει , πολιων πασεων πρωτην Ἑλληνιδων και βαρβαρων , δια τοιηνδε τινα αἰτιην . Καμβυσεω του Κυρου στρατευομενου ἐπ '
9999948 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999948 διπλασιονα
ἡγεμονες ἀθροοι ἐμπιπτουσι τοις πολεμιοις . ἀρισται δε εἰσιν αἱ διπλασιονα τον ἀριθμον ἐν τῳ μηκει ἠπερ ἐν τῳ βαθει
ΕΚΖ . εἰχε δε και το ΕΒΖ προς το ΕΚΖ διπλασιονα λογον ἠπερ το ΓΑΔ προς το ΕΚΖ : ὡς
9999948 διδασκοντι
τυμπανα γραφοντος , παις μεν ὠν τῳ πατρι ὑπηρετει γραμματα διδασκοντι , ἀνηρ δε γενομενος το μεν πρωτον ὑπεγραμματευσε ταις
ἐξωθεν ἐπαγομενους κινδυνους καλουμενος ὁ δημος εὐπειθης γενοιτο , και διδασκοντι , ὡς εἰ βιαν προσαξουσι τοις μη πειθομενοις εἰς
9999948 μνημονευων
φρονει μεγα . ὡς σκαιος ἁνηρ και ξενοισιν ἀξενος και μνημονευων οὐδεν ὡν ἐχρην φιλου . σπανιον ἀρ ' ἠν
Πυθιαδα , οὐ φαινεται δε ὁ Πινδαρος ταυτης της νικης μνημονευων , ἰσως ὁτι φθασας της εἰκοστης ὀγδοης ἐγραψεν .
9999948 τραφεν
γενεαι μεροπων ἀνθρωπων ἐφθιαθ ' , οἱ οἱ προσθεν ἁμα τραφεν ἠδ ' ἐγενοντο , μετα δε τριτατοισιν ἀνασσεν :
γενεαι μεροπων ἀνθρωπων ἐφθιαθ ' , οἱ οἱ προσθεν ἁμα τραφεν ἠδ ' ἐγενοντο ἐν Πυλῳ ἠγαθεῃ , μετα δε
9999948 ἀγανακτουντες
ἀνδραποδων και χρηματων ἀφθονους ἀγοντες ὠφελειας . Ῥωμαιοι δ ' ἀγανακτουντες ἐπι τῃ συμφορᾳ και τον ἑτερον των ὑπατων Ποστομιον
κατηγορουντες αὐτοι τα αἰσχιστα ἡδονης ἑνεκα ποιειτε και πασχετε , ἀγανακτουντες εἰ τις μη καλεσειεν ἐπι δειπνον : εἰ δε
9999948 συγγενης
ἡ δελτος ἀνοιχθῃ και ἀνακηρυχθῃ μου ὁ καινος δεσποτης ἠτοι συγγενης τις ἠ κολαξ ἠ καταπυγων οἰκετης ἐκ παιδικων τιμιος
λεγειν Ἱπποκρατους , περι τουτον τον καιρον γενομενην , ὁς συγγενης ἠν Μεγακλεους του νικητου : εἰκος γαρ ἠν ἀκουσαντα
9999948 ἐπιστευσε
οὐν ὁτι με οἱς μεν ἐπραξεν ἐτιμησεν , οἱς δε ἐπιστευσε μολις ἐλυπησεν . ἀλλα και αὐτος μεντοι τον ἀνδρα
Κυριος ἐδωκε μοι χαριν ἐν ὀφθαλμοις του μεταβολου , και ἐπιστευσε μοι τον οἰκον αὐτου . Και εὐλογησεν αὐτον Κυριος
9999948 φανεροι
ἑτερος δε τις , ᾑ τους Ἑλληνας , εἰκοτως ἀν φανεροι πασιν ἐγιγνομεθα προς ἐκεινον ἀντιταττομενοι : εἰ δε πασης
τοιχους παρ ' ἀλληλους , ὁπως μη δια των ὁδων φανεροι ὠσιν ἰοντες , ἁμαξας τε ἀνευ των ὑποζυγιων ἐς
9999948 ἀκαταλληλως
τουτεστι παιδικῳ δορατι ἐχρησατο . ἰσον τ ' ἀνεμοισιν : ἀκαταλληλως ἐξενηνοχεν : ἐδει γαρ εἰπειν , λεοντων ἀγροτερων μαχας
το ἐθος των εὐδοκιμουντων Ἑλληνων . σολοικισμος δε ἐστι λογος ἀκαταλληλως συντεταγμενος . . ̈ . . γενος δε ἐστι
9999948 ὁποιωνουν
ζητω προτερον τρεις ἀριθμους και τυχοντα ὁπως ὁ ὑπο δυο ὁποιωνουν προς τον τυχοντα λογον ἐχῃ τον ἐπιταχθεντα . ἐστω
. κα . Εὑρειν τρεις ἀριθμους ἀναλογον , ὁπως δυο ὁποιωνουν ἡ ὑπεροχη ᾐ τετραγωνος . Τεταχθω ὁ μεν ἐλασσων
9999947 εὐδοκιμουντα
τοις λογοις του Πυθαγορου , ἐπικαλεσασθαι δε τα ἐθνη τα εὐδοκιμουντα , προσφερομενον αὐτων τας τελετας και τα δογματα τας
τἀληθη γαρ εἰρησεταιἀλλα ἀλλως ἐμαινετο και τον Καλλιμαχου νεκρον ὁρων εὐδοκιμουντα ἐπεθυμει μετα ἀλλου σχηματος ἀπολεσαι την ἀλαζονα δεξιαν ὁπως
9999947 παρηγγειλαν
] ἐλθον το φως . οἱ ] οἱ φυλακες . παρηγγειλαν ] ἐφθασαν δια του πυρος . προσω ] ἐμπροσθεν
διακοσιοι Πλαταιεων ἀσεληνον νυκτα και χειμεριον παραφυλαξαντες τοις ἀλλοις πολιταις παρηγγειλαν κατα το ἐναντιον μερος του τειχους προσβαλοντας βοησαι .
9999947 ἡμισφαιριου
κυκλου ἀποσχῃ ἡ σεληνη , διχοτομος θεωρειται : τοτε γαρ ἡμισφαιριου του πεφωτισμενου ὑπο του ἡλιου το ἡμισυ ἐφ '
των ὀμματων διαστημα μειζον ᾐ της διαμετρου της σφαιρας , ἡμισφαιριου μειζον το ὁρωμενον της σφαιρας ὀφθησεται . ἐστω γαρ
9999947 ἐφροντισεν
ἀλληλων πλεον ἐχωσι , χρη μιμεισθαι . Ἡσιοδος μεν γαρ ἐφροντισεν ἡδονης δι ' ὀνοματων λειοτητος και συνθεσεως ἐμμελους .
οὐ . . . βδεω ] διοτι οὐκ ἠν μυριστικον ἐφροντισεν ] νυν οὐκ ᾐσθετο οὐδ ' ἐνοησε ἀγροικον ]
9999947 Μελανιππον
οὐχ ἁλιον βελος ἡκεν , ἀλλ ' Ἱκεταονος υἱον ὑπερθυμον Μελανιππον νισομενον πολεμον δε βαλε στηθος παρα μαζον . δουπησεν
, ἀλλα μισει τους ὑπερηφανους . τονδ ' ] τον Μελανιππον . ἀντιταξω ] ἀντιτεταγμενως στησω . Ξ προστατην ]
9999947 Ἀριστοφανης
ἐμεσεγγυησαν , ἐν μεσεγγυηματι ἐποιησασθε : μεσεγγυον την μειρακα καταθεσθαι Ἀριστοφανης λεγει , και μεσεγγυημα μεν Ξενοφων , μεσεγγυηματα δε
ἠτοι ὁμαλον πεδιον και τετριμμενον και οἱον ἀληλεσμενον , ὡς Ἀριστοφανης Δαιταλευσιν δια ψιλου “ ἐν ἀλιπεδῳ . ” ἐνιοι
9999947 μητροθεν
' Ὀρεστην , της ἐμης ψυχης τριβην , ὁν ἐξεθρεψα μητροθεν δεδεγμενη . . . . . . . .
ἐγω δε Ἀλανος τε εἰμι και τῃ παιδι ταυτῃ συγγενης μητροθεν : παρ ' ἡμων γαρ οὐσαν την Μαστειραν ἠγαγετο
9999947 συνεταξεν
δ ' οὑτω νομισας πρωτον μεν ἐπι την αὑτου τραπεζαν συνεταξεν ὁπως οἱς αὐτος σιτοιτο σιτοις , τουτοις ὁμοια ἀει
και ἐφεξης δε τωι ἀιδιωι το ἀπειρον κατα την οὐσιαν συνεταξεν εἰπων : ἀρχην τε και τελος ἐχον οὐδεν οὐτε
9999947 Ὀλυμπικον
αὐθαιρετον συμφοραν ἀπεχθανομενοι τε Ἠλειοις και σπουδην ποιουμενοι τιθεναι τον Ὀλυμπικον ἀγωνα ἀντι Ἠλειων , οἱγε ὀλυμπιαδι μεν τῃ ὀγδοῃ
. . ωνα [ ] Ῥοδιον : ἀγωνα τε και Ὀλυμπικον . . . λοκρινωλε . . . . .
9999947 Εὐβουλου
δημων Αἰσχινης Κοθωκιδης . Ὁτι ἐδυνηθη νικησαι την κατηγοριαν , Εὐβουλου συνηγωνισμενου κατα του Δημοσθενους ἐν τῳ ποιησαι τους δικαστας
και εἰς [ τε ] Μυτιληνην ἐλθειν ἐπ ' ἀρχοντος Εὐβουλου τῳ τεταρτῳ ἐτει της ὀγδοης και ἑκατοστης Ὀλυμπιαδος .
9999947 σκοτει
νυκτοφυλακων , ὁπως οἱ μεν φυλακες μη ὁρῳντο ἐν τῳ σκοτει ὀντες μητε ὁποσοι μητε ὁπου εἰεν , οἱ δε
[ , ] , δια τι οὐ και ἐν τωι σκοτει ἑωρα ἀν ἡ ὀψις ; . . . το
9999947 πολυτελειᾳ
οὐδ ' ἱματιων γε ἑνεκα χρηματιστεον : οὐ γαρ ἐσθητος πολυτελειᾳ ἀλλα σωματος εὐεξιᾳ κοσμουνται . οὐδε μην του γε
. Ἐν δε ταυτῃ συμποσιον ἐννεακλινον ἠν , παραπλησιον τῃ πολυτελειᾳ τῳ μεγαλῳ , και κοιτων πεντακλινος . Και τα
9999947 Ἀλεξανδρος
παγων των τραχεων ἀκρωτηριων . * γρουνος : γρουνος ὁ Ἀλεξανδρος ἀρχαιαν δε ἐριν λεγει την ἀπο Ἰους των βʹ
τινος λυσιῳδου γυναικος ἐχαρισατο αὐτῃ . ἀκουσας δ ' ὁ Ἀλεξανδρος και συναγων φιλοσοφων και ἐπισημων ἀνδρων συμποσιον ἐκαλεσε και

Back