ἀγγειον , θερμον σε οὐ λειψει . † Εὐτραπελος τις ἰατρῳ λεγει : Πολλους ἀνθρακας ἐχω . κἀκεινος ἐφη :
προγνωσεως προεθετο διαλεχθηναι ; και λεγομεν ὁτι πασα σημειωσις τῳ ἰατρῳ ἀπο των παροντων ἠτοι ἐνεστωτων ἀποδεικνυται . και γαρ
9999725 Πατροκλῳ
οὐν λεγεσθαι , ὁτι χρησθαι αὐτοις μελλει εἰς τον ἐπι Πατροκλῳ ἀγωνα προς τα ἐναντια τοις τραυμασιν ἀγωνισματα . ὑπεξαιρουμενος
: ὁ ἀστερισκος , ὁτι ἐντευθεν μετενηνεκται εἰς τον ἐπι Πατροκλῳ ἀγωνα ἐπ ' Ὀδυσσεως τρεχοντος . . . Ν
9999716 ὀξυμελιτοϲ
μετ ' ἀψινθιου διδοναι και ὑϲϲωπον γληχωνα πηγανον μετ ' ὀξυμελιτοϲ και ἁλων . ἐπειτα και καϲτοριῳ την κεφαλην ἐπιχριειν
ἡ τεφρα των χαλκειων καταπλαττομενη ϲυν ὠμῃ λυϲει δι ' ὀξυμελιτοϲ , και ὁ του κενταυριου χυλοϲ ἐξωθεν ἐπιτιθεμενοϲ και
9999701 ὀλιγῃ
ἐπι Θρᾳκης : μερη δηλονοτι . τῃ παρουσῃ δυναμει : ὀλιγῃ οὐσῃ ἀνωθεν στρατιᾳ ἐσβεβληκοτων : ὡστε τον Περδικκαν μεταξυ
λειοτριβηθενταϲ , ἠ ᾠῳ ὁλῳ χρηϲτεον μετα ῥοδινου και ϲυν ὀλιγῃ κηρωτῃ , ἠ ϲτυπτηριᾳ και ψυλλιῳ ϲυν κοριαννῳ ἠ
9999695 ἐδωκε
, ἀλλ ' αὐτου τερποιτο μενων : μεγα γαρ οἱ ἐδωκε Ζευς ἀφενος , ναιεν δ ' ὁ γ '
ἐδωκε τα ὀργανα ἠ ἀμφω . Ἀλλ ' εἰ μεν ἐδωκε και τας αἰσθησεις , οὐκ ἠσαν αἰσθητικαι προτερον ψυχαι
9999695 χαλκῳ
δαμεις ἐν δηϊοτητι . βη δε δια προμαχων κεκορυθμενος αἰθοπι χαλκῳ , ἀμφι δ ' ἀρ ' αὐτῳ βαιν '
α , ὀξουϲ # α : ἑψε το παν ἐν χαλκῳ ϲκευει , μελιτωδει δε χρω δια μοτων . Ἀλλο
9999693 σκληρη
γινεται , ἐξ εὐχροου δε πελιδνη , ἐκ μαλθακης δε σκληρη , ἐξ εὐκαμπτου δε ἀκαμπτος , ὡστε ταχεως ἀποπνιγεσθαι
τῃ κοπρῳ αἱματωδεα και ἰωδεα ὑπερχεται , ἡ δε γαστηρ σκληρη , και ὁ σπλην καθα λιθος ἐστιν . Οὑτος
9999688 εὐρεα
ἐπηρετμοι και ἑταιροι , οἱ κεν μιν πεμποιεν ἐπ ' εὐρεα νωτα θαλασσης . ὡς ἐφατ ' Ἀτρεϊδης , δουρικλειτος
πολεμοιο κυδοιμος . Ὡς δ ' ὁτ ' ἀν ' εὐρεα ποντον ἐρημαιῃ περι νησῳ ἀνθρωπων ἀπατερθεν ἐεργμενοι ἀσχαλοωσιν ἀνερες
9999687 ἐγραψα
λογῳ και τῳ γραφω το γραφειν παρακεισεται , τῳ τε ἐγραψα το γραψαι . . Ἀλλ ' ἐστιν γε προς
δεκαπλασιον . ταυτ ' ἐγω οὐχι δεδοικως σου τας ἀπειλας ἐγραψα , ἀλλ ' οὐ βουλομενος σε δι ' ἐμε
9999682 σκληρᾳ
ἑκαστον πλεθρον ἐργασιας ἀρκειν ἑπτα , ἐν δε τῃ πανυ σκληρᾳ ὀκτω . και το πλεθρον δε των παλαιων ἀμπελων
θαλασσης . ἐριβρομου νεφελας στρατος : τον ὀμβρον φησι , σκληρᾳ μεταφορᾳ χρησαμενος διθυραμβωδως , παροσον πολλων νεφων εἰς ταὐτο
9999681 νεα
και τελεσφορουσι την ἐν ἑκαστοις φυσιν δολιχευειν παρασκευαζοντες , ὡς νεα παλαιοις ἐπανθειν και ἐπακμαζειν προς χορηγιας ἀφθονους των δεομενων
του θεου φυλακτεα . Πατερ , πιθου μοι , κεἰ νεα παραινεσω . Τον ἀνδρ ' ἐασον τονδε τῃ θ
9999681 κρεα
ἀγριων ὀλιγα ποικιλιας χαριν διδοσθω , παντα δε τα διδομενα κρεα , συμπεπτωκοτα ἐστω μεχρι δυοιν ἡμερων ἐν χειμωνι μαλιστα
, περιφραδεως δ ' ἐρυσαντο . οὐδεις δε περιφραδεως ἐξελκει κρεα , ἀλλα μαλλον ὀπτᾳ . . αὐταρ ἐπει ποσιος
9999679 ξενῳ
γιγνομενα ; τουτο δε ἀποντος ἀνδρος γυναικα εἰς ὁμιλιαν ἀφικνεισθαι ξενῳ ἀνδρι πως εἰκος [ τουτο δε ] μηδε των
τον Αἰσωπον τυφθηναι ὑπεκριθη , και λαβουσα λεντιον προσεφερε τῳ ξενῳ την λεκανην . ὁ δε θεασαμενος και γνους ὁτι
9999670 ἡλιῳ
ἰσως ἐξηρκει : περι γαρ μονης ταυτης των ὑφ ' ἡλιῳ πολεων ἠρισαν και καταλαμβανουσι την ἀκροπολιν ὡσπερ ἐπι μοναρχιᾳ
λυθηναι ψυξαϲ ἐπιπαϲϲε θειου ἀπυρου # α και καταχριε ἐν ἡλιῳ ἠ ἐν βαλανειῳ . τινεϲ ἁμα τῃ ῥοδοδαφνῃ και
9999669 ἐνϲταζε
. Περι των ἐν ὠϲι ῥυπων . ναρδινον μυρον χλιαναϲ ἐνϲταζε και τῃ ἑξηϲ δια κυαθιϲκου μηλωτριδοϲ το προχειροτερον ἐκκαθαιρε
ἠ θερμῳ γαλακτι γυναικειῳ βραχυ ἀποτριβων λιβανου : ἠ ἁλμην ἐνϲταζε , και μαλιϲτα ἀπο Καππαδοκικων ἁλων : και πυριᾳ
9999667 φωνῃ
Μυν , τουτον ἀποσταλεντα ὑπο Μαρδονιου τον Μυν ἐπερεσθαι τε φωνῃ τῃ σφετερᾳ και οἱ χρησαι τον θεον , οὐχ
προσβολῃ μαχην , προεισι γουν χαιρουσα φαιδρῳ βλεμματι και λαμπρᾳ φωνῃ προσκαλειται κειμενον το σωμα : οὑτω φησιν ἐργοις ,
9999666 Φοινικῃ
οὑ και ξοανον εἰναι μαλα σεβασμιον και ναον ζυγοφορουμενον ἐν Φοινικῃ : παρα δε Βυβλιοις ἐξαιρετως θεων ὁ μεγιστος ὀνομαζεται
κερδος ἐν δικαστηριοις οὑτοσι Παλλαδιος . διαφυγων μεν τας ἐν Φοινικῃ χορειας , τῳ πονειν δε ἡσθεις πλεον ἠ τῳ
9999664 ἐθη
' ἑπου χωρας τροποις : ὁτι δει τα ἑκαστης χωρας ἐθη μιμεισθαι τον ἐν ἑκαστῃ διατριβοντα . Ἀλλ ' οὐκ
παρακαταθεμενων , ἀλλα και πολεις και χωραν και πολιτειαν και ἐθη και νομους και την ἐπωνυμιαν αὐτην του γενους ,
9999661 γλευκινῳ
θαλποντων οἱον ἐϲτι το ἀνηθινον ἠ κικινον : μυροιϲ δε γλευκινῳ ἠ ϲουϲινῳ ἠ ἰρινῳ ἠ ἀμαρακινῳ , τροφαιϲ δε
Ψυλλος ὁ ἐν τοις αἰγιαλοις εὑρισκομενος ἑψηθεις ἐν ῥοδινῳ ἠ γλευκινῳ ὠταλγιαις ὠφελει . ψυλλους δε θαλασσιους ἐαν ζεσῃς ἐν
9999661 δα
ὁ λοιπος πεντε δα των ηων : τα δε πεντε δα των ηων δεκα ὀγδοα εἰσι . . Ἐαν τε
καθως ἐν τοις ἑξης εἰρησεται , ὡς τα μεν εἰς δα παρακειμενα τοις εἰς δον ὀξυνεται , τα τε ὁμοφωνουντα
9999658 Καρχηδονι
των δ ' ἐχθρων Συφακα μεν αἰχμαλωτον ἑλειν αὐτοχειρι , Καρχηδονι δ ' αἰτιον της ἀναστασεως γενεσθαι , παμπαν ἀσθενη
Φοινικουσσαι : δυο νησοι ἐν τωι Λιβυκωι κολπωι προς τηι Καρχηδονι , ὡς Ἑκαταιος Περιηγησει Λιβυης . . Κυβος :
9999657 κυριευσῃ
κατα το λογικον , θυμικον και ἐπιθυμητικον . ὁταν οὐν κυριευσῃ το λογικον του θυμικου και ἐπιθυμητικου , τοτε εὐρυθμως
. ἐαν δε ὁ γαμοστολος γενηται προς Κρονον και αὐτος κυριευσῃ του δαιμονος ἠ Ἀρης , ἀγαμοι μενουσιν . ἐαν
9999656 ἀριϲτολοχιαϲ
# α γϼ . η , γεντιανηϲ # α , ἀριϲτολοχιαϲ μακραϲ και ϲτρογγυληϲ ⋖ δ # ∠ ʹ ,
ἐχουϲηϲ , ἡν καλουϲι κοραλλιον , # ∠ ʹ , ἀριϲτολοχιαϲ μακραϲ # δ και ϲτρογγυληϲ # δ . ἡ
9999645 Ἐπιδαυρῳ
πονηρων εἰς ταὐτο συνεληλυθοτων : φασι δε γραυν τουτο εἰπειν Ἐπιδαυρῳ ἐπι δυο κλεπτων . Συρβα τυρβα : ἐπι των
της Σιβυλλης χρησμους , καθαπερ και του Ἀσκληπιου του ἐν Ἐπιδαυρῳ . ἐστι δε και ὀρος ὑπερκειμενον της πολεως το
9999643 ἀηθη
Διος τεχνης , ἑαυτῳ δε εἰργαζετο καινας ὁδους και πλουν ἀηθη , ἐδεδουλωτο δε πλατανῳ και ἐθαυμαζε το δενδρον .
ἀτμους ἀφελκεται , καμνοντα δε τα σωματα και δια την ἀηθη του περιεχοντος τροπην νοσουντα λοιμικοις παθεσιν ἀναλουται . Των
9999642 νεφροιϲ
και ϲτυφεϲθαι τον οὐρητικον πορον . ταυτα των ἐν τοιϲ νεφροιϲ λιθων τεκμηρια τελειοιϲ μαλλον ἀνδραϲι γινομενων : ἡ δε
, και δηλονοτι θερμοτητοϲ μετεχει , ᾑ και τουϲ ἐν νεφροιϲ λιθουϲ ἡ ῥιζα θρυπτει : και ψωραϲ και τραχυτηταϲ
9999641 Κορινθιῳ
' ἀπ ' ἀγκυλης ἐπονομαζους ' ἁμα ἱησι λαταγας τῳ Κορινθιῳ πεει . προς του Σολωνος και Δρακοντος οἱσι νυν
ἀλλον οὐδεν τι χειρονα αὐτων . Εὐδαμιδας Κορινθιος Ἀρεταιῳ τῳ Κορινθιῳ και Χαριξενῳ τῳ Σικυωνιῳ φιλοις ἐκεχρητο εὐποροις οὐσι πενεστατος
9999640 ἐψηφισασθε
, ποτερον ἰστε ὁτι ἐσται οὑ ἑνεκα πραττειν διανοεισθε ἁ ἐψηφισασθε , οὐκ οἰομαι ἀν φησαι ὑμας . τι δ
ἐδεηθη ἐξετασεως , ἀλλα ὡσπερ προτερον ἐν τῳ φανερῳ παντες ἐψηφισασθε , ὁποτε με ὑπενοησατε βουλεσθαι , το αὐτο και
9999639 ὀρεα
και Ἠμαθιην ” ἐρατεινην σευατ ' ἐφ ' ἱπποπολων Θρῃκων ὀρεα „ νιφοεντα : ἐξ Ἀθοω δ ' ἐπι ποντον
γαρ ἐπι κακοτροπον ἐμολε τοτε βιον ἀδικομηχανῳ τεχνῃ ; τις ὀρεα βαθυκομα ταδ ' ἐπεσυτο βροτων ; ῥηματα τε κομψα
9999636 σχοινῳ
φυεται ἐν Κρητῃ μονῃ : ἐχει δε τα φυλλα ὁμοια σχοινῳ και τας ῥαβδους και τον καρπον : μικροτερα δε
και θειον ἐπιβαλλειν , ἐπειτα φλογωθεντα φακελλον και ἐξαψαντα ἐπαφιεναι σχοινῳ ἐπι την χελωνην . Τα δε τοιαυτα προτεινομενα ἀπο
9999635 ϲκληριαϲ
και ὀδυνηρου παυϲαμενου , μενοντοϲ δε του ὀγκου και τηϲ ϲκληριαϲ . τουτοιϲ οὐν και το ϲτομα δυϲωδεϲ γινεται ,
ἠ κολοκυνθῃ ὠμῃ . χρονιου δε τηϲ διαθεϲεωϲ οὐϲηϲ μετα ϲκληριαϲ ϲικυου ἀγριου ῥιζαν ἑψηϲαϲ ἐν μελικρατῳ και λειοτριβηϲαϲ μετα
9999634 Σικυωνιῳ
αὐτῳ λεγεται την παλην καθα δη και το παγκρατιον τῳ Σικυωνιῳ Σωστρατῳ : και γαρ τον Λεοντισκον καταβαλειν μεν οὐκ
λαμβανομενον ὠφελει , ταυτα και κατα του δερματος ἐπιτιθεμενον ἁμα Σικυωνιῳ ἠ παλαιῳ ἐλαιῳ . τα δε πλειονος θερμοτητος δεομενα
9999633 Κυριῳ
, μη φθονειτε , μνημονευοντες ὁτι πασα σαρξ ἀποθανειται . Κυριῳ δε ὑμνον προσφερετε , τῳ παρεχοντι τα καλα και
τεκειν τον Ἰωσηφ , δωδεκα ἐτη ἐστειρευσε : και προσηυξατο Κυριῳ μετα νηστειας δωδεκα ἡμερας : και συλλαβουσα ἐτεκε με
9999632 Πυθαγορᾳ
ἀνατιθεναι τα συγγραμματα ἑαυτου : ἐν μεν τῳ Φαιδρῳ τῳ Πυθαγορᾳ , ἐν δε τῳ Χαρμιδῃ Ζαμολξιδι σοφῳ τινι ,
παντος σφαιραν . Πλατων δε συμφερεται και ἐν τουτοις τῳ Πυθαγορᾳ . Παρμενιδης στεφανους εἰναι πεπλεγμενους προς ἀλληλους τον μεν
9999630 Μανθανω
, ἀλλα μαλλον πολυ τεκτονικης και κεραμικης και χαλκοτυπικης . Μανθανω . Τι δε τεταρτον ; ἀρ ' ἑτερον εἰναι
βαρβαροις τι ἐστιν ; Ὁ τι ἐστιν ; Τριβαλλοι . Μανθανω . Ἐντευθεν ἀρα τοὐπιτριβειης ἐγενετο . Μαλιστα παντων .
9999628 φορη
ἠν δε ἐπιταϲιν ἰϲχῃ ὁ εἰλεοϲ , παντων ἀνω ἡ φορη , πνευματων , φλεγματοϲ , χοληϲ : ἐμουϲι γουν
και το παγερον ἰϲχει . ἠν μεν ὠν ξυνεπειγῃ ἡ φορη , ἁπαξ τηϲ ἡμερηϲ προ τηϲ προϲαρϲιοϲ δοτεον :
9999627 ἠλπισε
, θαυμαστης δε της ῥωμης , ὁστις ταυτα πρωτος πεισειν ἠλπισε και οὐκ ἀπεγνω πραγμα τοσουτον : θαυμαστης δε και
γε ὁ μεν τυχων ἐπι του κατορθωσαντος και ἐπιτυχοντος ὁ ἠλπισε λεγεται , ὁ δε ὑπονοησας ἐπι του προαισθομενου το
9999624 φαρυγγα
μεντοι τα ἀκεα ἑτερωθι λελεξεται . Θεραπεια των κατα την φαρυγγα λοιμικων παθων . Πη μεν ξυνη και τωνδε προϲ
εὐκερως τε και λευκος και βεβηκως ἠδη και βαθυς την φαρυγγα και πιων τον αὐχενα και ἱλαρον βλεπων ἐς την
9999624 αἰφνιδιῳ
γαρ [ οὐχ ] οὑτω , δεησει πλεονασμῳ της θαλαττης αἰφνιδιῳ γενομενῳ την ἐπικλυσιν συμβαινειν , καθαπερ ἐν ταις ἀναβασεσι
ὡς ἐπι πολυ το ἡττον ἐχειν , αἱ δε τῳ αἰφνιδιῳ και παρ ' ἐλπιδα χωρησαντι * λογισμῳ τε ἀσφαλει
9999624 γνωμῃ
τιμης ἀφαιρειν ἐδοκει , και ταυτα της καλλιονος μοιρας ἠν γνωμῃ θεων . ὁτε γουν ἀφῃρεθης την του βαδιζειν ὁποι
τε γελωτα . τοιαυτη δε ποσις σωματι τ ' ὠφελιμος γνωμῃ τε κτησει τε : καλως δ ' εἰς ἐργ
9999622 ἐγραψε
δικαστας , ὁρους και κανονας αὐτοις ταξας , οὑς αὐτος ἐγραψε νομους . ἐπει δ ' αὐτῳ τα ἐν τῃ
ἀνανεουσθαι , εἰ τοτ ' ἠξιωσε τυχειν τουτων και τις ἐγραψε των ἀφεθεντων ὑπ ' αὐτου , ἐαν τις ἀποκτεινῃ
9999622 θρυαλλιδα
ἀδικουντων διαφυλαττον . θαττον γουν των ἐπιορκειν τις ἐπιχειρουντων ἑωλον θρυαλλιδα φοβηθειη ἀν ἠ την του πανδαματορος κεραυνου φλογα :
, ἐξω Ἑλληνες . θεμελια και θεμελιον οὐδετερως Ἀττικοι . θρυαλλιδα Ἀττικοι , ἐλλυχνιον Ἑλληνες . και Ἡροδοτος κεχρηται .
9999621 ἐφυλαξε
ἐχουσιν , ὁτι Πομπηιῳ κατ ' αὐτου συνεμαχουν , ὁμως ἐφυλαξε πλην της ἐν Κομανοις ἱερωσυνης , ἡν ἐς Λυκομηδην
! ! ! ! ! ] ! αδε ! ! ἐφυλαξε ! [ ! ! ] μηδεμτιπαρ ! ! [
9999619 Καλαϊς
Πυθωνος ἀγωνι : Καστωρ σταδιον , πυξ Πολυδευκης , δολιχον Καλαϊς , ὁπλιτην Ζητης , δισκον Πηλευς , παλην Τελαμων
του Καλυδωνιου και Ἡρακλης ἀποκτεινων τους παιδας τους Ἀκτορος , Καλαϊς δε και Ζητης τας Ἁρπυιας Φινεως ἀπελαυνουσιν : Πειριθους
9999618 Μαρδονιῳ
Αὐτος δε θωμασας τον λογον εἰπειν προς αὐτον : Οὐκων Μαρδονιῳ τε ταυτα χρεον ἐστι λεγειν και τοισι μετ '
οὐδε οἱ πατερες ὑμων ὑπηκουσαν μηδενι , μητε Ξερξῃ μητε Μαρδονιῳ μητε Δαρειῳ μητε ἀλλῳ τινι , και ὁτι μηδε
9999618 ἀλωπεκιαϲ
δε δερμα αὐτου καυθεν ξηραντικωτερον τε και διαφορητικωτατον γινεται : ἀλωπεκιαϲ γουν μετα πιϲϲηϲ ὑγραϲ καταχριομενον ἰαται . του δε
δριμεια . ἑτεροϲ δε κεφαλην ὁλην λαγωου καιων ἐχρητο προϲ ἀλωπεκιαϲ μετα ϲτεατοϲ ἀρκειου . αἱ δε των ἐχιδνων κεφαλαι
9999617 Ἀρεα
ὑπαυγου αὐτης οὐσης ὁ διαθεμενος ταχεως τελευτησει . τον δε Ἀρεα δει παραφυλαττεσθαι ἀναγκαιως ἱνα μητε ὡροσκοπῃ μητε συν τῃ
ψυχροτητος ἐκ του θερμου κἀν ὁλως , τον δ ' Ἀρεα ξηροτατον ἐντυγχανοντα κρασει το της νυκτος ὑγροτατον παρενεβαλον μιξει
9999615 νικῃ
συνιστατο , ὁ δε Καισαρ και ὁ Ἀντωνιος ἐπι τῃ νικῃ τῃ περι Φιλιππους ἐθυον τε λαμπρως και τον στρατον
σφισιν ἐσεσθαι το ἐτι λοιπον ἐπι τῃ κατα Δυρραχιον γενομενῃ νικῃ : το δ ' ἐναντιον αἰσχιστον εἰναι , καταλιπειν
9999613 ἐξηλθε
, εὐθυς [ Γαδατας ] ὁ εὐνουχος τα ἐνδον καταστησας ἐξηλθε προς τον Κυρον , και τῳ νομῳ προσκυνησας εἰπε
ἡμας . ὁ δε ταυτα μαθων και ὑπερζεσας τωι θυμωι ἐξηλθε μετα δορατος και εὐθεως ἀκοντιζει το δορυ κατ '
9999612 δωρῳ
πεμπειν αὐτον ἐγνωκε πολλαχοι της γης : οὑτως ἡσθη τῳ δωρῳ : ἐμοι δε μικρα μεν οὐδε ταυτα , το
τα σωματα , μελλων δε ἱππων ἁμιλλας χαριζεσθαι τῃ πολει δωρῳ βασιλικῳ τετιμηται . δυο τεθριππα το δωρον , οἱ
9999611 δυαδι
γενος ἰδιως τε και συμ - βεβηκοτως : ἀρτιος μεν δυαδι ἰδιως , συμβεβηκοτως δε και μοναδι : ἐπερχεται γαρ
την κατα κορυφην ὑπο τετταρων συγκλειομενη , ὡστε ἐκ τουτου δυαδι ἐοικεναι : ἡ δε τριτη τριαδι , ἐπι ἡμιτετραγωνου
9999610 φαιδιμ
κεκασμενε , κερδαλεοφρον : ἡ διπλη , ὁτι Ζηνοδοτος γραφει φαιδιμ ' Ὀδυσσευ . ἀσυμφωνως δε τῃ ἐπιπληξει φαιδιμος ἀν
τουτο : ᾐομεν , ὡς ἐκελευες , ἀνα δρυμα , φαιδιμ ' Ὀδυσσευ : εὑρομεν ἐν βησσῃσι τετυγμενα δωματα καλα
9999609 βαθοϲ
αἱ ἑλμινθεϲ ὑποβιβαζοιντο κατω . εἰ δε ϲαπειϲαι κατα το βαθοϲ μη ἐκκρινοιντο , ἀλλα μαλλον ἀναθυμιαϲειϲ ἐργαζοιντο , δει
και την ἐν τῳ βαθει ὑλην ἐφελκεται και ἐμψυχει το βαθοϲ και πολλακιϲ ἱδρωταϲ ἠνεγκεν ἐξατμιϲαι το πολυ των δριμεων
9999609 ἑνοϲ
πτυαδεϲ αἱ μεγιϲται πηχων δυο , αἱ δε χελιδονιαι πηχεωϲ ἑνοϲ , κατα δε χροαν των χελιδονιων εἰϲιν ὁμοιαι ,
και [ ψογοϲ ] ? : κρεαιδια δυ ' ἐξ ἑνοϲ ποιουϲι και χορδηϲ τομουϲ ἐκ του ] ? μεϲου
9999609 Ὀδυσσεα
τρυφερον κατακρημνιζει . και Ἀντινοος δ ' ὁ λεγων προς Ὀδυσσεα οἰνος σε τρωει μελιηδης αὐτος οὐκ ἀπειχετο του πωματος
τον μεν δη Ἀχιλλεα φησιν ἐπαξιως ὑμνησθαι , τον δε Ὀδυσσεα μειζονως . και ὁποσα δε Σθενελου τε και Παλαμηδους
9999608 ὁρῳ
εἰ ὑπηρξεν ἠ εἰ ὑπαρξει ζητουμεν , ἐν δε τῳ ὁρῳ το ἰδιον του πραγματος , ὁπως το ὀνομα ὁρισθῃ
κεκωλυκεν αὐτον λεγειν . Ἡ πηλικοτης , ὡς ἐν τῳ ὁρῳ : ὁτι μεγα το γινομενον : ὁ βιαιος ὁρος
9999608 ϲανδαραχηϲ
θαψιαϲ ⋖ γ , ἀρϲενικου ⋖ α ∠ ʹ , ϲανδαραχηϲ ⋖ γ , μελιτοϲ το ἀρκουν : χρω ,
ὀξουϲ λεαναϲ χρω , ἠ ῥητινηϲ τερεβινθινηϲ ⋖ α , ϲανδαραχηϲ το διπλαϲιον ἁμα ἐπιτιθει τῃ ῥιζῃ του ὀνυχοϲ :
9999607 ἐλπιζω
εἰς τα ἁμαρτηματα ἐπι τῃ ἐμῃ προφασει δοιη δικην . ἐλπιζω μεν οὐν αὐτον και δωσειν δικην , θαυμασιον δε
μεγαλης Ἀσιας ἀνωθεν ἐπιρρεων και ἀνθρωποι τρυφωντες και ἀπραγμονες : ἐλπιζω δε τινας αὐτοθεν εὑρησειν και γνωριμους . ” ὑδρευσαμενοι
9999607 ὀριγανῳ
ὡϲπερ και τα λοιπα ὑγρα ἐδεϲματα . χαιρει δε εἰκοτωϲ ὀριγανῳ ἀρτυομενη δια την ἐν αὐτῃ ὑδατωδη ποιοτητα . παντα
ἠ χαλκανθῳ μετ ' ὀξους ἠ ναπεϊ ἠ ὑσσωπῳ ἠ ὀριγανῳ . τας δε τῳ βρογχῳ προσφυεισας ἐκβλητεον ἐμβιβασαντας εἰς
9999607 πικραϲ
. το δε γιγγιδιον ὁμοιον ἐϲτι τῳ ϲκανδικι ϲτυφουϲηϲ και πικραϲ οὐκ ὀλιγηϲ μετεχον ποιοτητοϲ : ἐϲτι δε και εὐϲτομαχον
ϲυνθετον ἐχετωϲαν δυναμιν ἐκ τε τηϲ χαλαϲτικηϲ και λεπτομερουϲ και πικραϲ και τηϲ ϲτυφουϲηϲ . Τοιϲ μεν κριτικωϲ γιγνομενοιϲ ῥιγεϲιν
9999607 ϲτομαχοϲ
πληττονται ὑπο τηϲ του ψυχρου ποϲεωϲ : τῳ μεν γαρ ϲτομαχοϲ ἐπαθεν οὑτωϲ ἰϲχυρωϲ , ὡϲτε ἀπολεϲαι την ἐνεργειαν και
, ἀταρ και τα ἀλλα διψαλεα ὀργανα , ϲτομα , ϲτομαχοϲ : οὐρα λεπτα , ὑδατωδεα : κοιλιη τα πολλα
9999605 ἐκλεψε
φιλονικιαν ὑπο νεου ὀντος ἐμου ἐγραφη , και τις αὐτο ἐκλεψε γραφεν , ὡστε οὐδε βουλευσασθαι ἐξεγενετο εἰτ ' ἐξοιστεον
του μαινομενου , ἱνα μη ἑαυτον ὁ μαινομενος ἀποσφαξῃ , ἐκλεψε μεν , κλεπτης δε οὐκ ἐστι : και ὁ
9999604 ὀδυνηϲ
ἀναγκη , και ὀπιου μικτεον ἐλαχιϲτον , χωριϲ δε μεγιϲτηϲ ὀδυνηϲ παραιτητεον τα ναρκωτικα . εἰ δε μετρια ἡ φλεγμονη
ἐκτεινουϲιν μεν το ϲκελοϲ τελεωϲ , οὐ καμπτουϲιν δε χωριϲ ὀδυνηϲ του γονατοϲ , οὐδε προκοπτειν ἐπι τα ἐμπροϲ δυνανται
9999604 Μελαμποδα
. κὠ τοξοτας Ἡρακλεης καλλιστ ' ὑπαυλην κἀ μεγασθενης Ἀσαναια Μελαμποδα τ ' Ἁρπολυκον τε ἀρχοι μεν γαρ † κοθρασιων
ὑπο τουτου παιδευθεντες ἡρωες , ὁσα τε εἰς Ἀριστεα και Μελαμποδα και Πολυειδον ἀναφερεται . παρα δε Αἰγυπτιοις ἠν μεν
9999603 γλαυκα
της χλοερας κομης ἀπονασθαι , ἀλλ ' οὐν την γε γλαυκα μη τουτο τοις ὀρνεοις ποιειν παραινειν μηδε φυτου βλαστῃ
θεους εἰναι . Ἐαν δε τις εἰς γναθιον λιθον γλυψῃ γλαυκα το ὀρνεον και ὑπο τους ποδας αὐτου γλαυκον τον
9999603 ὡροσκοπῃ
ἐναντιῳ αὑτου τριγωνῳ εὑρετικος γινεται , ἐαν δε ἐν τουτοις ὡροσκοπῃ ἀνευρετον δηλοι το κλεμμα . Ἐφ ' ὡν δε
ἑκουσιως ὑποστρεφουσιν , ἐαν δε της Σεληνης ἐν Κριῳ οὐσης ὡροσκοπῃ Λεων ἠ Τοξοτης ἠ Ἰχθυες ἠ Διδυμοι οὐχ εὑρεθησεται
9999603 σφεα
μελεα διαταμοντας ὡς μεγιστα κομιζειν ἐς ταυτα τα χωρια και σφεα θεντας ἀγχου των νεοσσιεων ἀπαλλασσεσθαι ἑκας αὐτεων : τας
. ἰομεν αὐτις ἑκαστοι ἐπι σφεα : οὐχ ὑγιως το σφεα κειται , ἰσοδυναμει γαρ τῳ σφα ἐπι τριτου προσωπου
9999602 ὡροσκοπῳ
τους γονεις ποιουσιν . ὁ Ἡλιος δυνων , διαμετρος τῳ ὡροσκοπῳ , χωρισμον γονεων ποιει . το αὐτο δε Σεληνη
ἐσονται τα τοιαυτα προφασει μεγιστανων : εἰ δε ἐν τῳ ὡροσκοπῳ , ἐξ ἰδιας κινησεως και ἀγωνος και οἰκειου ἐργου
9999602 Γαληνοϲ
μετωπον . ἐνιοι δε των ἡμετερων διδαϲκαλων , φηϲιν ὁ Γαληνοϲ , τουτῳ ἐχρωντο προϲ ἡμικραιραϲ : πεπερεωϲ λευκου ⋖
θωρακοϲ και πνευμονοϲ ἀναγωγαιϲ ϲυναιρεται . και ταυτα μεν ὁ Γαληνοϲ . τα δε δια πειραϲ ταυτα : τοιϲ ἀρθριτικοιϲ
9999598 Αἰολιδα
αὑτη γαρ ἐστι , φησιν ὁ Ἡρακλειδης , ἡν ἐκαλουν Αἰολιδα , ὡς και Λασος ὁ Ἑρμιονευς ἐν τῳ εἰς
. . . [ ] γονασα ? ? [ [ Αἰολιδα ] ? [ [ ] ιπ ? ? [
9999596 ἠϋκομοιο
κειτο γαρ ἐν νηεσσι ποδαρκης διος Ἀχιλλευς κουρης χωομενος Βρισηϊδος ἠϋκομοιο , την ἐκ Λυρνησσου ἐξειλετο πολλα μογησας Λυρνησσον διαπορθησας
εὑρε μαχης ἐπ ' ἀριστερα δακρυοεσσης διον Ἀλεξανδρον Ἑλενης ποσιν ἠϋκομοιο θαρσυνονθ ' ἑταρους και ἐποτρυνοντα μαχεσθαι , ἀγχου δ
9999593 βιαιῳ
και της ψυχης ἑκαστου των πολιτων , και τοις μεν βιαιῳ θανατῳ τετελευτηκοσι βοηθησαι , τους δε παρανομον τι των
ὡς νομιμως και σφοδρ ' ἀνθρωπινως κειται . ἐαν τις βιαιῳ θανατῳ ἀποθανῃ , φησιν . πρωτον μεν δη τουτο
9999592 Κλεανδρῳ
τε τοις κοθορνοις μετεωρισας . ἐχρησατο δε ὑποκριτῃ πρωτα μεν Κλεανδρῳ , ἐπειτα δε καθο δευτερον αὐτῳ προσηψε Μυωνισκον τον
. Ὡς δε και Ἱπποκρατεα τυραννευσαντα ἰσα ἐτεα τῳ ἀδελφεῳ Κλεανδρῳ κατελαβε ἀποθανειν προς πολι Ὑβλῃ , στρατευσαμενον ἐπι τους
9999590 ὁλῳ
φερει νιφετον , κρυμως δε φοβευμαι . εἰαρ ἐμοι τριποθητον ὁλῳ λυκαβαντι παρειη , ἁνικα μητε κρυος μηθ ' ἁλιος
ὁλης ἡμερας και νυκτος ἐλαιον καταντλειν θερμον , ὑποβεβλημενου δερματος ὁλῳ τῳ σωματι : γυμνος γαρ ἐπ ' αὐτου κατεκειμην
9999590 Εὐπολιδι
ὡς δωριζω , ἀφ ' οὑ το ἐντεθετταλισμεθα παρα τῳ Εὐπολιδι ἐν Μαρικᾳ , τουτεστι χλαμυδα Θετταλικην φορουμεν . Θετταλικον
χειρος εἰσιοντων προς τῃ Νεμεᾳ ἑστηκεν ἐπιδεξια , παρα δε Εὐπολιδι προποσεως σχημα ὁταν δε δη πινωσι την ἐπιδεξια .
9999589 σαρκωδη
κλειτοριζειν το ψηλαφαν την κλειτοριδα . τα δ ' ἑκατερωθεν σαρκωδη μυρτοχειλιδες ἠ κρημνοι ἠ πτερυγωματα . παρασταται δ '
και νευρα και ὀστα και ὑμενας : ὁσα μεν γαρ σαρκωδη την ἰδεαν ἐστι , ἐξ αἱματος ἐγενετο , τα
9999589 ηὐξησε
παρα του δαιμονιου ῥοπης . δια τουτο δε την τυχην ηὐξησε και την παρ ' ἐκεινης ῥοπην , ἱνα μαλλον
δουλειας περιεπεσε τυχῃ . Οὑτος ὑπηγαγετο Σαβινους και τρισι λοφοις ηὐξησε την πολιν , τῳ Κυριναλιῳ και τῳ Βιμιναλιῳ και
9999587 Ἰσχομαχε
ὠφελεισθαι νομιζωσιν . Ἀταρ ἐννοω γε , ἐφην , ὠ Ἰσχομαχε , ὡς εὐ τῃ ὑποθεσει ὁλον τον λογον βοηθουντα
χοιρους ἐκτρεφειν . Λεγεις συ , ἐφην ἐγω , ὠ Ἰσχομαχε , τῃ ἀσθενεστερᾳ γῃ μειον δειν το σπερμα ἐμβαλειν
9999587 Περσικῃ
το ἐθνικον Ἐλπιανος . Ἐλυμαια , χωρα Ἀσσυριων προς τῃ Περσικῃ , της Σουσιδος ἐγγυς . οἱ οἰκουντες Ἐλυμαιοι .
τον χαλκηρη στολον , ἠτοι το ἐμβολον , ἐν νηϊ Περσικῃ δηλονοτι . στολος δε λεγεται το ἐμβολον παρα το
9999584 Ἀτρεα
δια γαρ τουτου κατεσχεν . ἠ παρα το κρατησαι τον Ἀτρεα . ἠ ἀντι του φονου του Μυρτιλου διαδοχαι φονων
Πελοψ , Τανταλου και Εὐρυανασσης , γημας Ἱπποδαμειαν , ἐσχεν Ἀτρεα και Θυεστην : ἐκ δε Δαναϊδος νυμφης Χρυσιππον ,
9999583 ἀφορμῃ
συγγραφεων , ἀλλα τινες και των τῃ δοξῃ πεπρωτευκοτων . ἀφορμῃ δε προς την ἐπιβολην ταυτην ἐχρησαμεθα μαλιστα μεν τῃ
, ἀλλ ' ὁτι και των κομιδη τινες οὐδενος ἀξιων ἀφορμῃ ταυτῃ χρωμενοι μελετην ἠδη το πραγμα πεποιηνται και τολμωσι
9999582 ἐβοησε
του λαου , ἐκτελεσαι βουλομενος την οἰκονομιαν αὐτου . Τοτε ἐβοησε ὁ λιθος , λεγων : Ὠ μωροι υἱοι Ἰσραηλ
Το δ ' οὐν δευτερον Ἀντωνιου ἐπιτιθεντος , ὁ δημος ἐβοησε Χαιρε βασιλευ της ἑαυτου γλωττης . Ὁ δε οὐ
9999582 πυνθανῃ
περι αὐτων διαπερανθηναι . Τι γαρ βουλεται τα ἀσημα ὀνοματα πυνθανῃ : τα δε οὐκ ἐστιν ἀσημα , ὁ συ
ἐπιστολην ἐμαυτῳ γεγραφθαι νομισας ἀποκρινουμαι σοι αὐτα τἀληθη ὑπερ ὡν πυνθανῃ . Οὐδε γαρ ἀν εἰη πρεπον Πυθαγοραν μεν και
9999581 κραδιῃ
και χωρος ἐφεστιος , ἐνθ ' ἐγενοντο , σταζει ἐνι κραδιῃ γλυκερον γανος , οὐδ ' ἀρα μουνοις πατρις ἐφημεριοισι
ὡς μη Πριαμος ἰδοι υἱον , μη ὁ μεν ἀχνυμενῃ κραδιῃ χολον οὐκ ἐρυσαιτο παιδα ἰδων , Ἀχιληϊ δ '
9999580 σκληρῳ
βουληται . Πως οὐν , ἐφασαν , δυνησονται παλαιειν ἐν σκληρῳ και δασει οὑτως ; ὁ δ ' εἰπε :
περιτεταμενον , και τουτοις μαρτυρησουσι τα ἐναντια : τῳ γαρ σκληρῳ ἀντικειται το μαλακον , τῳ περιτεταμενῳ το χαλαρον ,
9999578 ἠρκεσθη
γινεσθαι τα ἐξαρθρηματα . οὐ μονον δε ταυταις ἡ φυσις ἠρκεσθη , ἀλλα και συνδεσμοις ἐδησεν το ἀρθρον : και
δυναστης και πλειστον ἰσχυσας των καθ ' αὑτον βασιλεων οὐκ ἠρκεσθη ταις παρα της τυχης δωρεαις , ἀλλ ' ἐπιβαλομενος
9999576 λεαναϲ
ὀξει ἐν ξυλινῳ ϲκευει καταχριε . Ἀλλο . ϲπυραθουϲ αἰγοϲ λεαναϲ καταχριε και ἐπιδηϲον : τουτο ποιει πρωϊ και δειληϲ
μεγεθοϲ . ἀλλο : | ἐξεραμα κυνοϲ ἀραϲ ξηρανον και λεαναϲ θεϲ ἐν πυξιδι και χρω ὡϲ καλλιϲτῳ προϲ λυϲϲοδηκτουϲ
9999574 Μιθριδατῃ
οὑτω μεν και Φιμβριας ἀπεθανε , πολλα την Ἀσιαν ἐπι Μιθριδατῃ λελυμασμενος . και αὐτον ὁ Συλλας ἐφηκε τοις ἀπελευθεροις
ἐφεισασθε . ἐφ ' οἱς ἐδοτε μεν τινα και αὐτῳ Μιθριδατῃ δικην , ἀπιστῳ τε ἐς ὑμας γενομενῳ και φονου
9999574 Σιμωνιδῃ
. δικαια εἰναι ταυτα δοκει Πλατωνι τε τῳ Ἀθηναιῳ και Σιμωνιδῃ τῳ Κειῳ . ὁ γαρ Ἀθηναιος τον Κειον ἐρομενου
λεγειν . Ἀλλα μεντοι , ἠν δ ' ἐγω , Σιμωνιδῃ γε οὐ ῥᾳδιον ἀπιστεινσοφος γαρ και θειος ἀνηρτουτο μεντοι
9999573 ὑγιεα
οὐς ἐκτεταμενου του ἀγκωνος οὐ μαλλον δυνανται , ὡσπερ την ὑγιεα , οὐδε παραγειν ἐνθα και ἐνθα ὁμοιως . τα
θερμαινομενος : και οὐτε ἑλκος ἑξει ὑπο της θερμασιης , ὑγιεα τε ξηρανθεντα τα φλεβια . Ἠν δε βουλῃ μητε
9999573 Πελιᾳ
προς ἀμυναν των θηριων . τινες δε ἐν τῳ ἐπι Πελιᾳ ἀγωνι φασι τον Πηλεα λαβειν δια σωφροσυνην ἡφαιστοτευκτον μαχαιραν
εἰτε δια μηνιν Ἡρας , ἱν ' ἐλθοι κακον Μηδεια Πελιᾳ , “ το χρυσομαλλον δερας ” ἐφη “ προσεταττον
9999570 δραχμῃ
παιδων ἀλλον καθισταντων ἐντος δεκα ἡμερων , ἠ ζημιουσθων ἑκαστος δραχμῃ της ἡμερας , μεχριπερ ἀν τοις παισιν καταστησωσι τον
ὀντων χρηματων , ὁποσα δανεισμῳ συμβαλλει τις , οὑτος τῃ δραχμῃ ἑκαστου μηνος ἐπωβελιαν κατατιθετω , δικας δε εἰναι τουτων
9999564 Ἀκαδημιᾳ
ὡς ἀν μηδεν των πανταχου σοφως εὑρημενων διαλαθῃ τους ἐν Ἀκαδημιᾳ φιλοσοφουντας . Οἰον και περι της ὑλης πῃ μεν
μεν Ἀριστοτελης ἐν Λυκειῳ ἐπαιδευεν , ὁ δε Ξενοκρατης ἐν Ἀκαδημιᾳ : ὑστερον δε τοις μεν ὁ τοπος ἐξελιπε και
9999563 ξανθη
, μετ ' εὐθηνιας πορε [ ] πασιν , και ξανθη Δημητηρ ἠγαγεν ἀνθος [ ] ἀρουρης [ . ]
] μελος ἀμουσον . οἱα ] ὡσπερ . ξουθα ] ξανθη . ἀκορεστος ] ἠγουν ἀτροφος . ἀντιστροφη κωλων εʹ
9999562 τυγχανῃ
ἀγαλλεται παρα πλανητας παντας Ἑρμου ἀστηρ ταχυτατος , ἀν ἐξαυγος τυγχανῃ : ἐπαν γαρ ἐκ των πλανητων και ἀλλος χρηματισῃ
: εὐνοια δ ' ἑκουσιος , μεχρι ἀν των δικαιων τυγχανῃ , διαρκεστατον ἐστι . Σκοπω δε κἀκεινο , εἰ
9999561 σελινῳ
Συρμαιην . βρωμα δια στεατος και μελιτος , ἠ λαχανον σελινῳ ἐοικος . Σκυταλαις . ῥαβδοις . Σωστρα . σωτηρια
οἱ Καρχηδονιοι † ἐν ᾑ νησῳ Σαρδοι βοτανη γινεται ὁμοια σελινῳ ἡς οἱ γευομενοι σπασμῳ κατεχομενοι ἀκουσιως γελωσι και οὑτως
9999559 ὀπισσω
δε νησος σκηπτρα τε πατρος ἐμειο παρεσσεται , ἠν και ὀπισσω δη ποτε νοστησας ἐθελῃς ἀψορρον ἱκεσθαι : ῥηιδιως δ
δε χαλινους γαμφηλῃς ἐβαλον , κατα δ ' ἡνια τειναν ὀπισσω κολλητον ποτι διφρον . ὁ δε μαστιγα φαεινην χειρι
9999559 σπασμῳ
. το δε “ σκορδινωμαι ” ἀντι του κλωμαι και σπασμῳ συνεχομαι . οἱ γαρ ἀπο πληθωρας σκοροδων ἐμουντες δια
ἐστι δηλητηριος , ἡτις ἁπαν το σωμα του φαγοντος αὐτην σπασμῳ ὑποβαλλει , ὡς και των χειλεων συσταλεντων γυμνουσθαι τους
9999559 φευγε
ἀναγκαν † : τᾳ δε χολᾳ το προσωπον ἀμειβετο , φευγε δ ' ἀπο χρως ὑβριν † τας ὀργας †
ἱμερτῳ κρατι καθαπτομενος ἀντρον ἐσω στειχοντες ὁμορροθοι . ἀλλα τυ φευγε , φευγε , μεθεις ὑπνου κωμα καταγρομενον . Ἀ
9999558 Μεγαρεα
και ἐδειτο αὐτου συστησας Φιλωνδαν , ἀνδρα το μεν γενος Μεγαρεα , μετοικουντα δ ' Ἀθηνησιν , πιστως δε τουτῳ
. ἠν δε σχολη φιλοσοφων Μεγαρικων λεγομενη , διαδεξαμενων Εὐκλειδην Μεγαρεα Σωκρατικον , ὡς Στραβων ἐνατῃ . το θηλυκον ἐπι
9999555 Δημεα
' ἐτλης ; Ἀμυντορος νυν ἐχρην ὀργην λαβειν σε , Δημεα , και τουτονι ἐκτυφλωσαι . δια σε τουτωι γεγονε
πριαμενος ἡκε ] ? . παντ ' ; ἐμοι , Δημεα [ ] αλιπηι . και ταχεως : ἠδη λεγω

Back