χειρων αἱ διαναγκασεις ἱκαναι , καταναγκασαι δε τα ὑπερεχοντα ἐς ἑδρην πτερνῃ ἠ θεναρι ἐπι τινος : ὡστε κατα μεν
ὀδυνην λυουσα , κοιλιην μαλα καθυγραινει . Τα καθ ' ἑδρην ὀδυνωδεα ἐκπυηματα κοιλιην ἐπιταρασσει . Θανατωδεα ἐστι των διαχωρηματων
9999956 ὀξυτατου
γυναικειον αἰδοιον . οὑτω Θεοπομπος . κεπφος : εἰδος ὀρνεου ὀξυτατου . κερας , κερως , κερᾳ : ἐπι της
ποιειν του πρωτου , και ἐπι τα αὐτα ἀπο του ὀξυτατου , δια το και καθολου παν ὁτιουν το κατα
9999955 ἡμετεροισι
: μαλα δε χρη σπευδεμεν ἐμπης : μνηστηρας κατεπεφνον ἐν ἡμετεροισι δομοισι λωβην τεινυμενος θυμαλγεα και κακα ἐργα . ”
? ? ? ] , βελεεσσιν ? ? ὑφ ' ἡμετεροισι ? δαμεντας [ ? , ] ὀφρα τις ἐν
9999954 πιστει
ἀναγκασας συνθεσθαι ? ? ? [ ] οὐκ ἐμμεινας τηι πιστει Ὀκταουιον ἀπεκτεινεν , Συλλας δ ' ἐπι της Ἀττικης
φανερως λογχῃ φονιοις ἐν ἀγωσι κρατησας , ἀλλ ' ἀνδρος πιστει χρησαμενος δολιου . Ἐνταυθα δη πιων ἀκονιτον ἐτελευτησεν ,
9999953 ἐκινησαν
και εὐτελους προφασεως , οἱα τυραννιδος σφαλματα , πρωτοι ὁπλα ἐκινησαν ἐς τε ἀποστασιν εὐσταθως ὡρμησαν Λιβυες , ἐξ αἰτιας
Ἐπι Σαμνιτας γουν , τριακοσιοις ἀπῳκισμενους σημειοις , την στρατιαν ἐκινησαν , ἠς ἀφηγειτο Παπιριος Κουρσωρ , την της δικτατωριας
9999953 τετταρακοντα
Διονυσιον ὠνησασθαι παρα των συγγενων του Φιλολαου ἀργυριου Ἀλεξανδρινων μνων τετταρακοντα και ἐντευθεν μεταγεγραφεναι τον Τιμαιον . : τελευτᾳ δ
γαρ δη δει πρωτον ἀναλαβειν ἡμας τον των πεντακισχιλιων και τετταρακοντα , ὁσας εἰχεν τε και ἐχει τομας προσφορους ὁ
9999953 σμικροτητος
ὡς ἐοικε , και ἰσοτητος ἀν μετειη και μεγεθους και σμικροτητος . Ἐοικεν . Και μην και οὐσιας γε δει
[ εἰπειν ] , οἱον πρωτον ἡ του μεγεθους και σμικροτητος , και ψυχροτητος και θερμοτητος , και πληθους και
9999953 νυκτερινης
τριγωνου ἠ ἑξαγωνου και ὑπαρχουσιν ἀμφω κεκακωμενοι , και μαλιστα νυκτερινης οὐσης της ἐναλλαγης , βλαβησεται αὐτος τε και ὁ
γην ἡμισφαιριῳ , πολυ κρειττον το διαθεμα , ἐπι δε νυκτερινης γενεσεως τους μεν γεννηθεντας ἀφ ' ἑαυτων ποριζοντας ποιει
9999953 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999953 νυκτερινην
εἰσβολην της θαλασσης γινονται βιαι κατα τας νεομηνιας ὑπο την νυκτερινην μαλιστα πλημην , ὡστε ἀρχομενης ἠδη της εἰσαγωγης ,
ἐκβαλλω την νυκτερινην θεαν : το φαντασμα : ἀποτροπιαζομαι την νυκτερινην φαντασιαν και την θεαν του ὀνειρου : † ἡντινα
9999952 ὀδυνην
, δια δε περιαπτων φυσικων ἀναγκαζουσιν ἡμας ἀποπαυειν αὐτων την ὀδυνην , ἐσπουδασα και περι τουτων ἐκθεσθαι ὑμιν , ὡν
ἐνταυθα γαρ οὐχ ὑπεικει ἡ ὑλη , ἡτις δηλοι μεγιστην ὀδυνην των περι τον θωρακα μοριων . Ἀλλα και κατα
9999952 ἀποδεικνυουσι
τοις ἀγαθοδαιμονουσι ζῳδιοις ὀντες του Ἡλιου μετα Διος ἀποκεκλικοτος ἀτεκνους ἀποδεικνυουσι : κακοποιου τον πεμπτον τοπον ἐπεχοντος του ἑτερου μετα
ἀνατολεων ἀρξαμενον γην περι πασαν ῥεειν , ἐργῳ δε οὐκ ἀποδεικνυουσι . Ἐνθευτεν τον Ἡρακλεα ὡς ἀπικεσθαι ἐς την νυν
9999952 τονῳ
δε το δια τεσσαρων , ὁ ἐστιν ἐπιτριτον , τῳ τονῳ , τουτεστι τῳ ἐπογδοῳ διαστηματι , οὑτω . συμφωνειται
του Πολυδωρου του Καδμου . Ἑτερος δε τριπους ἐν ἑξαμετρῳ τονῳ λεγει : Σκαιος πυγμαχεων με ἑκηβολῳ Ἀπολλωνι νικησας ἀνεθηκε
9999952 Συρακουσαι
Ἀλεξανδρειας προς δυσεις ὡρᾳ α ∠ ʹιε : αἱ δε Συρακουσαι την μεγιστην ἡμεραν ἐχουσιν ὡρων ιδ ∠ ʹη ,
δε Κατανη πολις , ὑπερ δε ὀρος Αἰτνη . . Συρακουσαι : πολις Σικελιας μεγιστη , ὡς Ἑκαταιος Εὐρωπηι .
9999952 ξηρην
ᾐ . Γνωσῃ δε τῳδε : ψαμμον ὑποβαλειν λεπτην και ξηρην , ὁταν οἱ τα ἐπιμηνια γινηται , και ἐν
Πακτωλου ῥευμ ' ἐπεβη ποταμου : δαρδανη δε θανουσαν ὑπο ξηρην θετο γαιαν κλαιων , αἰαζων δ ' ἠλθεν ἀποπρολιπων
9999952 ὑποστρεφων
, και σημειωσαι ὁτι της Λευκαδος ἐστι μερος ἀναχωρων : ὑποστρεφων . αὐτοις : τοις πρεσβεσιν . ᾑ : το
' ἡλικιαν και τα ἱερατικα σοφωτατος , ἀπο της Ἑλλαδος ὑποστρεφων εἰς τα ἰδια , ἱνα τον ἀγερθεντα χρυσον τῳ
9999952 τροφιμωτεροι
και των ἐν θωρακι γλιϲχρων εὐαναγωγοι : διϲεφθοι δε γιγνομενοι τροφιμωτεροι μεν , οὐκ εὐαναγωγοι δε , το πικρον ἀποβαλλοντεϲ
παγουρου και μαλιστα τριγλων . παρα δε σκευασιας ὀπτοι μεν τροφιμωτεροι , δυσδιαχωρητοι δε : ἑφθοι δ ' ὀλιγοτροφοι ,
9999952 πιστευομεν
εἰσιν ἡμιν συγγνωμην νεμειν , εἰ περι των δοκουντων Πλατωνι πιστευομεν οἱς αὐτος Ἑλλην ὠν , προς Ἑλληνας ἡμας ,
ὁτι δε ὁ σπουδαιος φιλος ἀλλος ὁ φιλων ἐστι , πιστευομεν ἐκ των ὁσημεραι . ἀν γαρ τις σφοδρα φιλῃ
9999952 πιστευτεον
ἀταραξια ἀφοβια ἐλευθερια . οὐ γαρ τοις πολλοις περι τουτων πιστευτεον , οἱ λεγουσιν μονοις ἐξειναι παιδευεσθαι τοις ἐλευθεροις ,
Διδυμων ὁμοιως το ὑπερ γην ἡμισφαιριον της ἡμερας ἐστιν . πιστευτεον οὐν ἐν τῳ Ὑδροχοῳ μονον πιπτειν τον ὡροσκοπον .
9999952 ἀπεβησαν
δ ' αὐτων ἑκαστοι ταδε . οἱ μεν Ἀρκαδες ὡς ἀπεβησαν νυκτος εἰς Καλπης λιμενα , πορευονται εἰς τας πρωτας
ἠ ἀκουσαν καταστρεψαιντο , ῥᾳδιως των πολλων Ἑλληνων ἀρξειν , ἀπεβησαν εἰς Μαραθωνα , νομισαντες οὑτως ἀν ἐρημοτατους εἰναι συμμαχων
9999952 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999951 κρατησαι
κρινομαι : εἰ δε της πολιορκιας ἀπαλλαξαι , και του κρατησαι των πολεμιων , οὐ κρισεως οὐδε μεμψεως τα κατ
και παντι τροπῳ ἀποβαντας των τε ἀνδρων και του χωριου κρατησαι . και ὁ μεν τους τε ἀλλους τοιαυτα ἐπεσπερχε
9999951 προσελθουσα
και ἐργατικον ἰδιωμα , οὑτως ἡ ἑνωτικη δυναμις της μοναδος προσελθουσα τῃ δυαδι , εὐποριας και χυσεως οὐσῃ πηγῃ ,
ἡ ψυχη ζωην ἀλλην ἰσχει τοτε και προσιουσα και ἠδη προσελθουσα και μετασχουσα αὐτου , ὡστε γνωναι διατεθεισαν , ὁτι
9999950 συνεπιμεριζει
και βιαιῳ θανατῳ περιπεσειται ἠ φονῳ αἰσχρῳ . εἰ δε συνεπιμεριζει τῳ Ἀρει ὁ Ζευς και ὑπαρχει ὁ Ἀρης ἀκακωτος
ἐν τῳ καιρῳ καθ ' ὁν ὁ κακοποιος ἐπιμεριζει ἠ συνεπιμεριζει . εἰ δε ὁ κυριος του κληρου του κατα
9999950 ἐπεχειρησε
της Ἀντιγονου βασιλειας ἀναλαβων την δυναμιν παρεγενετο εἰς Φοινικην και ἐπεχειρησε κατα τας γενομενας συνθηκας την Κοιλην Συριαν ἰδιοποιεισθαι .
τα λεγομενα ἐνθυμηθεντες , εἰ [ των δημοτων ] ἡμων ἐπεχειρησε τις ἐν τῳ πληθει τοιαυτα λεγειν ἠ πρατ -
9999950 ἀποσκευης
ἱππικη τε και πεζη μεθ ' ὁπλων τε βαρους και ἀποσκευης , ὁσης οὐδ ' ἀν εἰποι τις , ἐτι
ἐχυραν , τοις ὀπισθοφυλακουσιν ἐπιπεμψας ἱππικα στιφη πολυ μερος της ἀποσκευης αὐτου κατεσυρεν . Ἀντιγονος περι την Γαβιηνην συνεβαλλεν Εὐμενει
9999950 κατεληξεν
οἱον τε ἀνθρωπον ἀγαθον ἀποτελουσα . εἰς τουτο γαρ και κατεληξεν ὁ λογος μελλων μεταβαινειν ἐπι τα θεοποια παραγγελματα .
ζῳδιῳ παρειχον μοιρας λ : και ὁπου δ ' ἀν κατεληξεν , ἐκεινο ἐλεγον εἰναι το δωδεκατημοριον . οὑτω και
9999950 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999950 τουτοιϲ
ἀρχηϲ των παροξυϲμων ἐϲτι ϲυμπτωματα ἐπι των τοιουτων κραϲεων , τουτοιϲ ἁπαϲιν ἀρτον ἐξ οἰνου κεκραμενου δια ταχεων προϲφερων ἐπαυϲα
, ἀγρυπνια τε εἰη και παραφροϲυνη και γλωϲϲηϲ τραχυτητεϲ , τουτοιϲ θερμαϲματα δει προϲφερειν , ὡϲτε ἑλκυϲθηναι το θερμον ἐπι
9999950 δριμυτερων
τινες ἀλγηδονες ἀλλοιωθηναι μη δυναμεναι , εἰ μη τι των δριμυτερων αὐταις προσενεγκοις . ὁ γουν λογος οὐτε θαυμαζει τουτων
χολην μετα μελιτοϲ . παραιτειϲθαι μεντοι την ϲυνεχη χρηϲιν των δριμυτερων φαρμακων , ϲυνεχωϲ δε κεχρηϲθαι τῳ παλαιοτατῳ ἐλαιῳ .
9999950 προμαχοισι
ἐρατος δε γυναιξιν ζωος ἐων , καλος δ ' ἐν προμαχοισι πεσων . ἀλλα τις εὐ διαβας μενετω ποσιν ἀμφοτεροισιν
, τους γεραιους . αἰσχρον γαρ δη τουτο , μετα προμαχοισι πεσοντα κεισθαι προσθε νεων ἀνδρα παλαιοτερον , ἠδη λευκον
9999950 Κυρηναιος
ἐν ἡδονῃ και καλλει διαφερει . „ Ἀριστιππος , ὁ Κυρηναιος φιλοσοφος , πλεων εἰς Ἀθηνας ἐναυαγησεν και ὑποληφθεις ὑπ
και βωμακευ - ματα και βωμολοχευματα . Ἀπολλοδωρος δε ὁ Κυρηναιος ὡς εὐτραπελον και γελωτοποιον , τινες δε τον μετα
9999950 Λακεδαιμονιων
. Λακεδαιμονιοι δε κτἑ . : ἀρχη της διαφορας των Λακεδαιμονιων και Ἀθηναιων οἱ δ ' ἠλθον κτἑ . :
και Ἀπολλωνος Καρνειου ξοανα ἐστι κατα ταὐτα καθα δη και Λακεδαιμονιων νομιζουσιν οἱ Σπαρτην ἐχοντες . ἐπι δε της ἀκροπολεως
9999950 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999949 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999949 ῥητορικους
ἡ παιδευσις τῃ Γοργιου πραγματειᾳ : λογους γαρ οἱ μεν ῥητορικους οἱ δε ἐρωτηματικους ἐδιδασκον ἐκμανθανειν , εἰς οὑς πλειστακις
δε ἀνηρ εὐδοκιμος ἐπι τῃ τεχνῃ γεγονως Ἑρμογενης και κριναι ῥητορικους λογους ἱκανωτατος , ὡς δηλοι αὐτου τα γε εἰς
9999949 ἀκροπολις
ὁ ἡλιος δημοσιος θεος . το μεν οἰκημα σου καλλους ἀκροπολις , οἱ δε ἐσιοντες ἱερεις , οἱ δε στεφανουμενοι
δοκω , ἁ δ ' εὐθυς εἰς ὀφθαλμους ἐρχεται , ἀκροπολις μεν αὑτη τοσαυτη το μεγεθος , πορρωθεν ἀστραπτουσα ἀπο
9999949 χαλεπωτατος
ὁς μετριαζων μεν ἐστιν εὐχαρις , ἐπιτεινομενος δε και διαταραττομενος χαλεπωτατος . φησι δ ' αὐτον και διδυμα τοξα ἐντυνεσθαι
λεχει τε μοιχος ἐντρυφων , και φαρμακειαι , και νοσων χαλεπωτατος φθονος , μεθ ' οὑ ζῃ παντα τον βιον
9999949 συνεθεντο
Ἀποστασις Πασιφιλου στρατηγου ἀπο Ἀγαθοκλεους . λεʹ . Ὡς Καρχηδονιοι συνεθεντο την εἰρηνην προς Ἀγαθοκλεα . λϚʹ . Ὡς Ῥοδον
: οὐ γαρ ἐστιν αὐτων πατρις αὑτη . Αἱ γυναικες συνεθεντο παντα μηχανησασθαι εἰς το δοξαι ἀνδρες εἰναι , και
9999949 παρακολουθουν
, ῥυθμος ἀξιωματικος , μεταβολη μεγαλοπρεπης , το πασι τουτοις παρακολουθουν πρεπον : αἰτια δε και ἐνταυθα ἡ τε των
. εἰ οὐν φαινεται τῳ λογῳ το ἰδιον του ποσου παρακολουθουν , ποσον ἀν και ὁ λογος εἰη . ἀλλα
9999949 τραγικης
λυθεντα , μη δραμασι . νυνι δε , ὠ της τραγικης ὀντως , ὠ της ἀωρου και ἀπηνους των γνωρισματων
ἐστιν εἰδος , καθαπερ φησιν Ἀριστοξενος ἐν τῳ περι της τραγικης ὀρχησεως . ἐστι δε τοὐνομα και ἐν τῃ ἀρχαιᾳ
9999949 τελεωτερα
κοινως τοις ζῳοις ἐνυπαρχουσης , ὁδῳ προεισιν ἐπι τε τα τελεωτερα των ζῳων και τας τελεωτερας των γνωσεων , δεικνυων
μυθου ὡς εὐχερεστερου και ἁπλουστερου ὀντος ἀρχομενοι καταντωμεν ἐπι τα τελεωτερα : δει γαρ ἀφελει οὐσῃ τῃ του νεου ψυχῃ
9999949 πιστευων
τοις τας εὐθυνας διαφυγουσιν : ἀν δε τις τουτων , πιστευων τῳ κεκρισθαι , την ἀνθρωπινην φυσιν ἐπιδειξῃ κακος γενομενος
πιστον γενεσθαι , και ᾡ Κυρος ἀνεβη ξενικῳ δια μισθοδοσιας πιστευων τουτῳ ἐμε καταβηναι δι ' εὐεργεσιαν ἰσχυρον . ὁσα
9999949 ἁρπαζειν
' , ἐφη , τας φυλακας , οὐκ οἰει και ἁρπαζειν ἐξουσιαν ἐσεσθαι τῳ βουλομενῳ ; ἀταρ , ἐφη ,
νεανισκος . Οὐκουν , ἐφη , εἰ μεν ἀργυριον δεοι ἁρπαζειν , τους φιλαργυρωτατους πρωτους καθισταντες ὀρθως ἀν ταττοιμεν ;
9999949 κρατεροι
κλονεουσι ῥινοισιν πισυνοι σακεεσσι τε και τελαμωσι , τους οὐτε κρατεροι γενυων ταμνουσιν ὀδοντες , οὐτε σιδηρειων ὀνυχων πειρουσιν ἀκωκαι
, νυν μοι ἐελδομενῳ τεκμηρατε , οἱ τινες ἐστε ἐκπαγλως κρατεροι και ἀμυμονες : ἠ γαρ ἱκανει ἐργον ἀναγκαιης .
9999949 δυσκολου
: το δε ἑξης , ὑμας ἁπαντας ἀπαλλαγεντας ψυχρου και δυσκολου βιου ζησειν . 〛 ψυχρου : Νεκροποιου : τοιουτος
ψυχρου : Νεκροποιου : τοιουτος γαρ ὁ των πενητων . δυσκολου : Δυσποριστου . ἀπαλλαγεντας : Ἐλευθερωθεντας . . τι
9999949 νυσσαν
ἀθανατοισι νοημα , φαινε τε και σημαινε και ἀρχεο , νυσσαν ἀοιδης ἰθυνων : βουλας δε περισσονοων ἁλιηων αὐτος ,
και τας Πιθηκινους νησους . Κεντει τον πωλον περι την νυσσαν : ἠτοι προς το προκειμενον ἐπανηκε . νυσσα δε
9999949 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999949 Πυθαγορειον
την ἀχειμαντον τε Μεμφιν και δονακωδεα Νειλον . οὑτος την Πυθαγορειον φιλοσοφιαν ἐπιδεικνυσιν ἡτις ἐστι , μετα σιωπης πανθ '
ἐστιν αἱ δ ὀρθαι . και ἐστι το θεωρημα τουτο Πυθαγορειον . Πορισμα ἐστι το ἐκ των ἀποδεδειγμενων ἑτερον μη
9999949 πρωτεια
αὐτον ἐψηφισατο ὁ βασιλευς , και ἀπηλθεν ἡ Σμυρνα τα πρωτεια νικωσα και τον Πολεμωνα αὐτοις ἀναβεβιωκεναι φασκοντες . Ἐπει
ὁτιουν . πανταχου γαρ το ὀν και ἡ οὐσια τα πρωτεια φερεται , και ἡ ἑστια του πραγματος αὑτη .
9999949 Ὀλυμπιον
τεως την Ἀθηναν την ἐν πολει ἠ τον Δια τον Ὀλυμπιον , και σοι ταυτα ἀποχρησει προς το Φειδιαν θαυμασαι
αἰνησα , τον εἰδον κρατεοντα χερος ἀλκᾳ βωμον παρ ' Ὀλυμπιον κεινον κατα χˈρονον ἰδεᾳ τε καλον ὡρᾳ τε κεκραμενον
9999949 ἀποδεδωκως
τουτου του μερους πιστεις ἐν τοις περι της συνθεσεως γραφεισιν ἀποδεδωκως οὐκ ἀναγκαιον ἡγουμαι κἀνταυθα λεγειν . τριτον ἐτι και
μεν οὐν προαιρεσις τυπῳ . προσεθηκε το τυπῳ οὐχ ὡς ἀποδεδωκως τον λογον της προαιρεσεως , ἀλλ ' ἀντι του
9999949 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999948 καθαρωτατου
τοις κακιστοις ἐξ ἀταξιας και πλεονεξιας , ἐξεληλακως ἐκ του καθαρωτατου της οὐσιας , οὐρανου . ὁ δε δευτερος κεφαλαιον
ἀρχηγετας του μικτου γενους ὑπελαβεν εἰναι , τουτονι δε του καθαρωτατου και διηθημενου , ὁπερ ὀντως ἐστι λογικον . καθαπερ
9999948 ἀπηντησαν
δια τον πλουτον ὡς οὐδεν πεισονται , ἐπι την μαρτυριαν ἀπηντησαν : ἀν δε γε μη ὠσιν , αἰτειν χρη
ὡς ἡδεως και ῥᾳδιως Δεκελειαν ἐπετειχισαν ἡμιν και εἰς Σικελιαν ἀπηντησαν και πανταχου πριν κληθηναι παρησαν . περι μεν γαρ
9999948 ἐσθης
ἀρ ' οὐχι σκεπης ; Ναι . Τι δε ; ἐσθης του χαριν ; ἀρα οὐχι και αὑτη της σκεπης
βελονιδες , ῥαφεις ῥαφιδες . Ἐκ δ ' ἐσθητων ὀνοματα ἐσθης ἐσθηματα , ἀμπεχονη , στολη , ἐνδυμα , ἱματιον
9999948 διαιτῃ
οὐκ εὐτυπωτον ποιει το πνευμα , ἐν μη οἰκειουμενοις τῃ διαιτῃ πνευμασιν . Ἱν ' οὐν μη ταις ἀντικειμεναις διαιταις
ταυτα γιγνωσκοντα φωμεν και Ἀσκληπιον τους μεν φυσει τε και διαιτῃ ὑγιεινως ἐχοντας τα σωματα , νοσημα δε τι ἀποκεκριμενον
9999948 χωρισθεν
[ και λευκοτατον ] ? ? ? ? [ ] χωρισθεν ἀφ ' ἑωυτου ? . τουτον οὐν ? τογ
την του κοσμου φυσιν . το δη θειον ἐκεινο και χωρισθεν ὑλης φθαρτης δι ' ἀερος ὀχουμενον , ὁταν ἐπι
9999948 γνωμην
διχα των ἀνδρων εἰς ἑν χωριον και λογον ἑαυταις δουσαι γνωμην ἐποιησαντο συμβατηριων ἀρξαι προς ἀμφοτερους αὐται λογων . ἡ
δ ' ἐνην ; Οὐ ταυτ ' ἀβουλου και κακου γνωμην πατρος ; δοκω μεν , εἰ και σης διχα
9999948 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999948 καρδιης
θερμαινομενη , και ψυχειν τα ἀνω των φρενων πλην της καρδιης : τα δε κατω θερμαινειν ἐν σκαφῃ ὑδατος θερμου
ἀρα και αἱμοῤῥαγει ; Οἱσιν ἐξαιφνης ἀπυρετοισιν ἐουσιν ὑποχονδριου και καρδιης πονος , και περι σκελεα και τα κατω μερεα
9999948 ναυμαχουντες
ἀκροπολιν ἀνηγαγον , πολλα δε και καλα και πεζῃ και ναυμαχουντες ἐστησαν τροπαια , ἐφ ' οἱς ἐτι και νυν
ναυτας ἀκοντιζοντες . τελος δε τουτῳ τῳ τροπῳ κατα κρατος ναυμαχουντες οἱ Συρακοσιοι ἐνικησαν , και οἱ Ἀθηναιοι τραπομενοι δια
9999948 δριμυτατον
' αὐτους χρη μεθ ' ἁλων ἐπι πλειστον . Ἀδαρκιον δριμυτατον ἐστι και θερμαντικωτατον : διο και καθ ' αὑτο
παντι καιρῳ προϲ ἀχωραϲ τεμνον και διαφορουν και ἀποκρουομενον , δριμυτατον δε ἐϲτι . διαφορει δε καλλιϲτα και κρινου ῥιζα
9999948 κελευουσι
και τῳ γυμναστῃ ἐπηρτημενης , εἰ τι παρ ' ἁ κελευουσι πραττοι . κελευουσι δε ἀπαραιτητα , ὡς παραιτουμενοις ταυτα
: νομῳ δε οὑτω : και οἱ νομοι δε οὑτω κελευουσι τας ἀποδειξεις ἐκ των φανερων ἐλεγχων και ἀναμφισβητητων :
9999948 ἐδυνατο
ηὐτυχηκοσι , των δε ἀποτετυχηκοτων : παλιν δε πορευθεις ὡς ἐδυνατο ταχιστα εἰς την Τεγεαν τους μεν ὁπλιτας ἀνεπαυσε ,
Ποτειδαιαν προειτο , οὐδ ' ἀν ἐν Μακεδονιᾳ μενειν ἀσφαλως ἐδυνατο . ἀμφοτερ ' οὐν οἰδε , και αὑτον ὑμιν
9999948 μελισσαν
του ἰου μελι προϊεναι . το δε σημειον ὁτι ἰον μελισσαν εἰπε το μελι δια το ἀφιεσθαι ὑπ ' αὐτων
αὐταις οὑτω διαφθερεις . . . και παντα τα την μελισσαν φθειροντα ἀποσοβει και ἀναιρει . προς παντας δε τους
9999947 σωτηριαν
οὑτωσι δηλων , τουτο δε ὡς οὐδεν ἀλλο εἰποντος εἰς σωτηριαν του Φημιου μειζον ἠ ὁτι οὐδενος ἀνθρωπων ἐστι μαθητης
και τῳ πληθει των οἰκτιρμων σου ὡρισας μετανοιαν ἁμαρτωλοις εἰς σωτηριαν . συ οὐν , κυριε ὁ θεος των δικαιων
9999947 σπουδαιος
κατηγορειται ἡ ποιοτης ὡς ἀρετη και σπουδαιος : ὁ γαρ σπουδαιος οὐχ ὡς ἀπο της σπουδης : ἡ γαρ σπουδη
ὁ σπουδαιος ἀλλ ' οὐχ ὡς ὁ Σαρδαναπαλος , ὁ σπουδαιος ἀρα ἑαυτῳ βουλεται τα ἀγαθα και τα ὀντως ἀγαθα
9999947 συμπασης
. . . . καλλη διαφορα . ἐτι δε της συμπασης πολεως ἐν ἑορταις τε και μεθαις . . .
συνεχη παραλιαν μεχρι του Κρισαιου κολπου και της Μεγαριδος και συμπασης της Ἀττικης : νομιζει δ ' οὐδ ' ἀν
9999947 κατεστησαντο
μεθ ' ὁπλων διαπραττονται , ἠ και προ τουτου φοβησαντες κατεστησαντο την τοιαυτην πολιτειαν . ἠ οὐχ οὑτως ; Οὑτω
των παλαιοτερων οὐδεμιαν ἡκει μνημην , αὐτοι δε ἀρεσαν σφισι κατεστησαντο Ἠλειοι . δρομου μεν δη και παλης ἐτεθη παισιν
9999947 παραλαβουσα
δεδωκοτι την χαριν . Τι γαρ ἐλευθεριας σεμνοτερον , ἡ παραλαβουσα θεον τον ἀνθρωπον ἀπεργαζεται ; Ἀρ ' οὐν οὐκ
, ἀγονα τε ἐστι και ἀνεμιαια και οὐ ταμιευεται αὐτα παραλαβουσα ἡ μνημη , ἀλλα δεχεται ἐκπιπτοντα παραχρημα ὁ της
9999947 δημιουργικους
δε τοιαυτα παντα ὁ Πλατων ἰδεας προσηγορευσε λεγων λογους εἰναι δημιουργικους , και ἐξ αὐτων τα τῃδε γινεσθαι κατα μεθεξιν
δεσμον του σωματος τον δεθεντα ὑπο της προνοιας ἀνατρεπει τους δημιουργικους νομους : οὐ δει οὐν θαναταν . εἰ τοινυν
9999947 γλυκυτατον
τον Δια τον σωτηρα , κεχαρισαι γε μοι , ὠ γλυκυτατον , την γραυν ἀπαλλαξασα μου . ὡστ ' ἀντι
ἀντι των φιληματων τα δακρυων χευματα . οἱαν , ὠ γλυκυτατον τεκνον , ὡς φασιν , ἀπο του ἀστεος πομπην
9999947 ἐμης
' ἑρμηνευματα . ἠ και δαμαρτος εἰμ ' ἐγω φονευς ἐμης ; μιας ἁπαντα χειρος ἐργα σης ταδε . αἰαι
καταδυουσι τῳ ἀχει . ὡς γαρ ὁ θρους διηλθε της ἐμης συμφορας , οἱ μεν ἐχθροι ἐφηδονται μοι , οἱ
9999947 συλλαβαις
χρωμενος , ὡσπερ ἐχρησατο ἰσαις ταις γε κατα το τελος συλλαβαις ἐν τῳ ἁμα τῃ τε πολει βοηθειν ᾠετο δειν
τι δηποτε το μεν ηὐτε και ἠϋτε λεγεται ἐν τρισι συλλαβαις , ἠϋτε περ κλαγγη γερανων πελει , παλιν ἀναγκαιως
9999947 φλεγμονης
θαλαττιων ἀτμων δριμυτερων ὀντων ἐστι βιβρωσκομενος , και τυλωσιν μετα φλεγμονης ἀναδεχεται , ὡς ἐκ τουτου παχυνθεντος το του πτερυγιου
πεπονηκοσι μοριοις . ἐν μεν οὐν τοις κατω μερεσι της φλεγμονης συστασης , τεμνειν χρη των ἐν ἀγκωνι φλεβων ἠτοι
9999947 ἀπεχωρησαν
των ἐγκληματων ἐπι ἰσῃ και ὁμοιᾳ . και οἱ μεν ἀπεχωρησαν ἐπ ' οἰκου και οὐκετι ὑστερον ἐπρεσβευοντο : αἰτιαι
βαρος και το πληθος των πολεμιων οὐ δυναμενοι φερειν εὐθυς ἀπεχωρησαν προς τας δυσχωριας , τηρουντες τας ταξεις ἐπιμελως .
9999947 ἀκουσειεν
ὁτῳουν των δημηγορων , ταχ ' ἀν και τοιουτους λογους ἀκουσειεν ἠ Περικλεους ἠ ἀλλου τινος των ἱκανων εἰπειν :
ἐκεινου . και σοι ἀναγγελεει εἰ ἐπεροιο ὁ τι μευ ἀκουσειεν ἠ ἰδοι . συ δε ποιει οὑτως , ἠν
9999947 προσεκτησατο
ἐχων φρενας . ὁ Ἀρταφερνης ἐξ ἐτυμολογιας . Κυρος πρωτος προσεκτησατο Περσαις την ἀρχην Μηδων ἀφελομενος . Κυρου υἱος Καμβυσης
σημεια της ἀλλοεθνιας . ἠσαν δ ' οὐν διωρισμενοι , προσεκτησατο δ ' αὐτους Ἀριαραθης ὁ πρωτος προσαγορευθεις Καππαδοκων βασιλευς
9999947 πιστευσαντα
τουτοις ἐπειτα παντων ἀμνηστιαν λαβων και κακος φανεις περι τον πιστευσαντα ἐπανεστη κατα του βασιλεως . και πρωτα μεν λαθρᾳ
εἰκοτ ' , ἀλλ ' ὁμως σε βουλομαι θεοις τε πιστευσαντα τοις τ ' ἐμοις λογοις φιλου μετ ' ἀνδρος
9999947 Λακεδαιμονιους
ἀλληλους φονευουσιν ; Ἀργειους ὁρᾳς , ὠ Χαρων , και Λακεδαιμονιους και τον ἡμιθνητα ἐκεινον στρατηγον Ὀθρυαδαν τον ἐπιγραφοντα το
. φημι δειν ἁμα τουτους ἀξιουν καθαιρειν τας στηλας και Λακεδαιμονιους ἀγειν εἰρηνην , ἐαν δε μη ' θελωσι ποιειν
9999947 προσελαβε
δια το χρηστηριον συνεβη δοξαντι ἀψευδεστατῳ των παντων ὑπαρξαι , προσελαβε δε τι και ἡ θεσις του τοπου . της
λεχθεντα το μεν ὀψον οὐκ ἐπαυσατο ἐσθιων , ἀρτον δε προσελαβε . και ὁ Σωκρατης καταμαθων , Παρατηρειτ ' ,
9999947 σεληνην
δυσεων , και ἀπο της ἁλω της γινομενης περι την σεληνην , και ἀπο των διαϊσσοντων ἀστερων , και ἀπο
σεληνης τας προσηγοριας των ἡμερων κατωνομασθαι . Του δε κατα σεληνην ἀγειν ἀκριβως τας ἡμερας παραδειγμα ἐστι το τας μεν
9999947 ἀπαιτησει
μονοις διαιρειται κεφαλαιοις : παραγραφικῳ , ὁτε ἐμπιπτει , ἐλεγχων ἀπαιτησει , βουλησει , δυναμει , και οὐκ ἐτι τοις
ἀναγκαιως διεγειρει τας ἀντωνυμιας , εἰ μη τα του λογου ἀπαιτησει : οἱον τε γαρ φαναι ὁτι σε ἐτιμησα ὑβρισθην
9999947 μαλακως
ὑπεροχην . ῥοφειν φακην ἐσθ ' ἡδυ μη δεδοικοτα , μαλακως καθευδειν ἀθλιον δεδοικοτα . Ἐγω γαρ ἀν εἰ των
ὡς εἰ τι κατα πορειαν Κρατερῳ συμπιπτοι , ὁτι και μαλακως το σωμα ἐχοντα ἀπεπεμπεν αὐτον , μη ποθησαι στρατηγον
9999947 αἰχμαλωτων
. Σηταιον χωρα περι Συβαριν , ἐνθα Σηταιαν μιαν των αἰχμαλωτων πεισασαν τας ἀλλας των Ἑλληνων ἐμπρησαι τας ναυς αὐτοι
φυγην ἀνεσκεδασαν , τους δε ἐπιστροφαδην κτεινοντες ἡβηδον διαφθειρουσιν , αἰχμαλωτων δε πολυν ὀχλον ἀγαγοντες μετα της ἀλλης λειας διενεμοντο
9999947 ἀπορρυπτει
ἀναδιδουσιν . Ἡ μεν λεπτυνουσα διαιτα τας στενας ἐκφραττει διεξοδους ἀπορρυπτει τε το προσπλαττομενον γλισχρον των χυμων , τεμνει δε
ἱκανωϲ , ὁθεν καταπλαϲϲομενη μετ ' ἀλφιτων ἐρυϲιπελαϲ ὠφελει . ἀπορρυπτει δε και ἐξωθεν ἐπιτιθεμενη και δια τουτο και ἀλφουϲ
9999947 μαρτυρησαι
ἐοικε , του λαβειν τι των ἐψηφισμενων , ὁσον του μαρτυρησαι μεν ἐμοι δημοσιᾳ το μη δικαιως ἐξεληλασθαι , καταγνωναι
τῳ ἀνδρι τουτῳ χαλεπαινειν : ἐχω γαρ και αὐτος αὐτῳ μαρτυρησαι . Σευθης γαρ ἐρωτωντος ἐμου και Πολυνικου περι Ξενοφωντος
9999947 ὑπεθεντο
Ἱππασος το πυρ , τινες δε ἀλλο τι των τριων ὑπεθεντο , ὁ ἐστι πυρος μεν πυκνοτερον ἀερος δε λεπτοτερον
δαεις : σαφως μεμαθηκως ἁ οἱ πατερες αὐτῳ ἐχρησμῳδησαν και ὑπεθεντο . σαφα δαεις : ταυτα λοιπον ὡς προς ἑαυτον
9999947 δουλεια
δε πραγμα παμπολλην ἐχει την διαφωνιαν . ἐκει μεν γαρ δουλεια σαφης και οὐ πολυ των ἀργυρωνητων και οἰκοτριβων διαφερουσιν
ἠδη γεγηρακως , της νεοτητος πλειονα δυναμενης βιον ἀρκεσαι . δουλεια δε πασα χαλεπον μεν ἑκαστῳ , πικροτερον δε τῳ
9999947 κεχαρισμενα
των τις σοφιστεων τουτων γινεται , ὡς οὐκ ἀν ἀλλως κεχαρισμενα τοις θεοισι θυσαντας . Εἰσι δε και μαντικης οὑτοι
τοις τε νομοις της τεχνης ἐμμενειν και τοις πολλοις ᾀδειν κεχαρισμενα , την τεχνην εἱλετο ἀντι της φιλανθρωπιας . ἐγω
9999947 κατελυσεν
Σερτωριον ὑστερον διαφθειραντες , ὑστατους δε Κανταβρους , οὑς [ κατελυσεν ] ὁ Σεβαστος Καισαρ : την [ τε ]
εὐβατος ἐστι περασθαι . . Ὑβρισε τας ἀρουρας , ἠτοι κατελυσεν και ἠρημωσεν . ἀφυβρισε δε πελαγος παρα Συνεσιῳ ,
9999947 τετρακοσιους
θυρωμασι και πετροις , ἐξεβιβασε δ ' εἰς αὐτον στρατιωτας τετρακοσιους και βελων πληθος παντοδαπων , ἀπεχοντος ἀπο των τειχων
ἐδεξατο ἐρετας πλειους των τετρακισχιλιων , εἰς δε τας ὑπηρεσιας τετρακοσιους : εἰς δε το καταστρωμα ἐπιβατας τρισχιλιους ἀποδεοντας ἑκατον
9999947 κρατησας
αὐτοις κατα κρατος , αὐτους νικησας και των ἐλεφαντων ἑξηκοντα κρατησας , εἰς Ῥωμην ἀπεστειλε . και θαυμα Ῥωμαιοι ἐσχον
ἀγωνισται ; Οὐδαμως , ἀλλα εἱς ἐξ ἁπαντων , ὁ κρατησας αὐτων . Εἰτα , ὠ Σολων , ἐπι τῳ
9999947 προσετετακτο
κηρυκα τον μεγαλοφωνοτατον των ἐν τῳ στρατοπεδῳ . τῳ δε προσετετακτο προσπλευσαι τοις πολεμιοις , και μεγαλῃ τῃ φωνῃ κηρυξαι
γε οὐδε Δημοσθενη ἐθαρρησεν Ἀρχιας βιασασθαι στρατιωτας ἐχων , ᾡ προσετετακτο ὑπο Ἀντιπατρου ζωντα ἀγαγειν κἀκεινον και των ἀλλων ῥητορων
9999947 Ἀριστοφανην
ἱδρυσαντο ἱερον Ἀχαιας Δημητρος . οὐτως εὑρον ἐν Ὑπομνηματι εἰς Ἀριστοφανην . Ἀρης , παρα την ἀραν , την βλαβην
ὠ Διομηδη , ὁ Ἀριστοφανης του Ἀριστοφανους τῳ Ἀριστοφανει τον Ἀριστοφανην ὠ Ἀριστοφανη : ἐπι δε των ἐπιθετων οὐτε εἰς
9999947 δοκευει
, ἡ τ ' αὐτου στρεφεται και τ ' Ὠριωνα δοκευει , οἰη δ ' ἀμμορος ἐστι λοετρων Ὠκεανοιο .
, ἡ τ ' αὐτου στρεφεται και τ ' Ὠριωνα δοκευει , οἰη δ ' ἀμμορος ἐστι λοετρων Ὠκεανοιο :
9999947 κοχλιαριου
ἐμπνευματωσεις κυμινον ἀγριον , ὁ δη αἰθιοπικον καλουσιν , ὁσον κοχλιαριου πληθος μεθ ' ὑδατος θερμου κυαθων δυο ἠ τριων
ταυτα κοψαντα δει και ϲηϲαντα διδοναι καθ ' ἑκαϲτην ἡμεραν κοχλιαριου πληθοϲ νηϲτει τε και εὐπεπτῳ μεθ ' ὑδατοϲ ψυχρου
9999947 προτερωσε
οἱτινες εἰεν , ἐυξεινως ἀρεσαντο : και σφεας εἰρεσιῃ πεπιθον προτερωσε κιοντας ἀστεος ἐν λιμενι πρυμνησια νηος ἀναψαι . ἐνθ
δ ' Αἰγειδεω Θησεος ἐστι λυρη . Αὐταρ ὁ γε προτερωσε κιων Οἰκουσιον ἀστυ κτισσατο , Τραγασιην δε Κελαινεος ἠγετο
9999947 κυριωτατων
, ἡλιῳ καθαρῳ τον ἰδιον βιον ἀνταυγασοντες και δια των κυριωτατων αἰσθησεων τους συλλογους ὀνησοντες , ὁρωντας μεν ἡδιστας ὁμου
ἐκει - νως σημαινει , περι δε των μεγιστων και κυριωτατων δια καλλιστου ἀγγελου σημαινει ; τι ἐστιν ἀλλο ,
9999947 συνεστησατο
τῃ ἑπταχορδῳ λυρᾳ την ὀγδοην Πυθαγορας προσθεις την δια πασων συνεστησατο ἁρμονιαν . Πως οἱ ἀριθμητικοι των φθογγων λογοι εὑρεθησαν
προτεραν και πρεσβυτεραν ψυχην σωματος ὡς δεσποτιν και ἀρξουσαν ἀρξομενου συνεστησατο ἐκ τωνδε τε και τοιῳδε τροπῳ . της ἀμεριστου

Back