δε το δια τεσσαρων , ὁ ἐστιν ἐπιτριτον , τῳ τονῳ , τουτεστι τῳ ἐπογδοῳ διαστηματι , οὑτω . συμφωνειται
του Πολυδωρου του Καδμου . Ἑτερος δε τριπους ἐν ἑξαμετρῳ τονῳ λεγει : Σκαιος πυγμαχεων με ἑκηβολῳ Ἀπολλωνι νικησας ἀνεθηκε
9999974 θαυμασιωτατος
ἐκ της Μιλητου ἐκεινην Ἀσπασιαν , ᾑ και ὁ Ὀλυμπιος θαυμασιωτατος γε αὐτος συνην , οὐ φαυλον συνεσεως παραδειγμα προθεμενοι
Σωφρων δε στρουθωτα ἑλιγματα φησιν ἐντετιμημενα . Ὁμηρος δε ὁ θαυμασιωτατος των στρωματων τα μεν κατωτερα λιτα εἰναι φασκει ἠτοι
9999973 τετρακοσιους
θυρωμασι και πετροις , ἐξεβιβασε δ ' εἰς αὐτον στρατιωτας τετρακοσιους και βελων πληθος παντοδαπων , ἀπεχοντος ἀπο των τειχων
ἐδεξατο ἐρετας πλειους των τετρακισχιλιων , εἰς δε τας ὑπηρεσιας τετρακοσιους : εἰς δε το καταστρωμα ἐπιβατας τρισχιλιους ἀποδεοντας ἑκατον
9999972 τροφιμωτεροι
και των ἐν θωρακι γλιϲχρων εὐαναγωγοι : διϲεφθοι δε γιγνομενοι τροφιμωτεροι μεν , οὐκ εὐαναγωγοι δε , το πικρον ἀποβαλλοντεϲ
παγουρου και μαλιστα τριγλων . παρα δε σκευασιας ὀπτοι μεν τροφιμωτεροι , δυσδιαχωρητοι δε : ἑφθοι δ ' ὀλιγοτροφοι ,
9999972 ἡμετεροισι
: μαλα δε χρη σπευδεμεν ἐμπης : μνηστηρας κατεπεφνον ἐν ἡμετεροισι δομοισι λωβην τεινυμενος θυμαλγεα και κακα ἐργα . ”
? ? ? ] , βελεεσσιν ? ? ὑφ ' ἡμετεροισι ? δαμεντας [ ? , ] ὀφρα τις ἐν
9999972 χαρακτηριστικον
βαρυτονως , τοτε το Ἰωνικον ἐχει προ του αται το χαρακτηριστικον συμφωνον του μεσου παρακειμενου , οἱον πεφρασται πεφραδαται ,
ὁ ἐχεσον , ἐξενεχθεντες δια του σ , ὁπερ ἐστι χαρακτηριστικον του πρωτου ἀοριστου , κατα δε ἀντιπαθειαν εὑρεθη .
9999971 συλλογιστικαι
ὁμοιως του τε ἀναγκαιου και του ὑπαρχοντος τιθεμενων αἱ συζυγιαι συλλογιστικαι : και γαρ ὁτε το ὑπαρχον καθολου ἀποφατικον ,
, οὑτως ἐχουσι και αὑται : αἱτινες γαρ ἐκει ἠσαν συλλογιστικαι , αὑται και ἐνταυθα γινονται : ὁμοιως και αἱ
9999971 ἐκειτο
Ὀλυμπιῳ Διι , λογος δε ὁ ποιηθεις εἰς την πανηγυριν ἐκειτο , ἐμε δε τα τε ἀλλα ἐτηκε και ἀγρυπνια
χορευτης ἠν λαβων ἀκοντιῳ : ἀλλος στερηθεις της κεκαρμενης καρας ἐκειτο πρηνης σταυρικως ἡπλωμενος και τους ἑαυτου δυστυχως κινων ποδας
9999971 κρατεροι
κλονεουσι ῥινοισιν πισυνοι σακεεσσι τε και τελαμωσι , τους οὐτε κρατεροι γενυων ταμνουσιν ὀδοντες , οὐτε σιδηρειων ὀνυχων πειρουσιν ἀκωκαι
, νυν μοι ἐελδομενῳ τεκμηρατε , οἱ τινες ἐστε ἐκπαγλως κρατεροι και ἀμυμονες : ἠ γαρ ἱκανει ἐργον ἀναγκαιης .
9999971 μειζονες
της ΚΛ . και ἐπει αἱ μεν ΘΖΗ της ΘΗ μειζονες εἰσιν , αἱ δε ΓΘΚ της ΓΚ , συναμφοτεροι
δυειν ὀρθων : αἱ ἀρα ὑπο ΑΒΔ , ΑΒΗ οὐ μειζονες εἰσι τριων ὀρθων . ἡ ἀρα ὑπο ΔΒΗ οὐκ
9999971 καθαρωτατου
τοις κακιστοις ἐξ ἀταξιας και πλεονεξιας , ἐξεληλακως ἐκ του καθαρωτατου της οὐσιας , οὐρανου . ὁ δε δευτερος κεφαλαιον
ἀρχηγετας του μικτου γενους ὑπελαβεν εἰναι , τουτονι δε του καθαρωτατου και διηθημενου , ὁπερ ὀντως ἐστι λογικον . καθαπερ
9999971 Λακεδαιμονιων
. Λακεδαιμονιοι δε κτἑ . : ἀρχη της διαφορας των Λακεδαιμονιων και Ἀθηναιων οἱ δ ' ἠλθον κτἑ . :
και Ἀπολλωνος Καρνειου ξοανα ἐστι κατα ταὐτα καθα δη και Λακεδαιμονιων νομιζουσιν οἱ Σπαρτην ἐχοντες . ἐπι δε της ἀκροπολεως
9999970 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999970 παραλαβουσα
δεδωκοτι την χαριν . Τι γαρ ἐλευθεριας σεμνοτερον , ἡ παραλαβουσα θεον τον ἀνθρωπον ἀπεργαζεται ; Ἀρ ' οὐν οὐκ
, ἀγονα τε ἐστι και ἀνεμιαια και οὐ ταμιευεται αὐτα παραλαβουσα ἡ μνημη , ἀλλα δεχεται ἐκπιπτοντα παραχρημα ὁ της
9999970 ἐπεμελουντο
ἀν ἠσαν ποιουντες μεν ὡν ὠλιγωρουν , ὀλιγωρουντες δε ὡν ἐπεμελουντο , ἠ ὡς νυν ἐποιησαν . οὐδεις γαρ ἀν
δ ' οὐκ ἰσασιν , ἐπει μαλλον χρηματων ἠ σοφιας ἐπεμελουντο . ” Ὁ αὐτος ἐρωτηθεις ὑπο τινος , τι
9999970 προσαγορευουσι
λευκην , εὐωδη σφοδρα . ἐξ ὡν ἐξαιρουντες ὀστα λευκα προσαγορευουσι μεν μαργαριτας , κατασκευαζουσι δ ' ἐξ αὐτων ὁρμισκους
προσηγοριας γινομενον , οἱον ἐν οἱς τινες τον ἐντυχοντα παντα προσαγορευουσι και την δεξιαν ἐμβαλλοντες χαιρετιζουσιν . ἀλλο εἰδος ,
9999970 ἀποδεικνυουσι
τοις ἀγαθοδαιμονουσι ζῳδιοις ὀντες του Ἡλιου μετα Διος ἀποκεκλικοτος ἀτεκνους ἀποδεικνυουσι : κακοποιου τον πεμπτον τοπον ἐπεχοντος του ἑτερου μετα
ἀνατολεων ἀρξαμενον γην περι πασαν ῥεειν , ἐργῳ δε οὐκ ἀποδεικνυουσι . Ἐνθευτεν τον Ἡρακλεα ὡς ἀπικεσθαι ἐς την νυν
9999970 τετρασι
τετρασι : ταις μεν τριασι συνημμεναις ἁπασαις , ταις δε τετρασι δυο μεν παρα δυο συνημμεναις , δυο δε παρα
λογος βιωφελης . διαφερει δε ἡ μεν γνωμη της χρειας τετρασι τοισδε , τῳ την μεν χρειαν παντως ἀναφερεσθαι εἰς
9999970 κρατουσαν
το φως συναιτιον της ἐμφασεως : την δε χροαν την κρατουσαν μαλλον εἰς την ἑτεραν ἐμφαινεσθαι ἀει . τον αὐτον
ἐν τῃ ἀτελει και σωματικῃ , και την συνεχουσαν και κρατουσαν ἐν τῃ ἐχομενῃ και ἀρχομενῃ , ὡσπερ ἀν εἰ
9999970 τελεωτερα
κοινως τοις ζῳοις ἐνυπαρχουσης , ὁδῳ προεισιν ἐπι τε τα τελεωτερα των ζῳων και τας τελεωτερας των γνωσεων , δεικνυων
μυθου ὡς εὐχερεστερου και ἁπλουστερου ὀντος ἀρχομενοι καταντωμεν ἐπι τα τελεωτερα : δει γαρ ἀφελει οὐσῃ τῃ του νεου ψυχῃ
9999970 Ὀλυμπιον
τεως την Ἀθηναν την ἐν πολει ἠ τον Δια τον Ὀλυμπιον , και σοι ταυτα ἀποχρησει προς το Φειδιαν θαυμασαι
αἰνησα , τον εἰδον κρατεοντα χερος ἀλκᾳ βωμον παρ ' Ὀλυμπιον κεινον κατα χˈρονον ἰδεᾳ τε καλον ὡρᾳ τε κεκραμενον
9999970 Ὀλυμπιασιν
Ἐπειους . παραλαβειν δε και την ἐπιμελειαν του ἱερου του Ὀλυμπιασιν , ἡν εἰχον οἱ Ἀχαιοι : δια δε την
ὁ των ῥοδων των οἰκοθεν και ὁ της ἐλαιας της Ὀλυμπιασιν . Ἀλλα ταυτα μεν ἐασειν μοι δοκω και χαριεισθαι
9999970 θεραπευων
ὀνομα . Ἀλβιος ἐς την ἱππαδα τελων , την Ἀντωνιου θεραπευων και ὑπαικαλλων ἁμα φατνην . ἐπει οἱ Ἑλληνες Κλεισοφους
αὐτῳ . οὑτος τοινυν τουτο μεν ἐλεεινον ἐπεπονθει , και θεραπευων την δυστυχιαν ξυλινους ποδας πεποιητο , και τουτους ὑποδουμενος
9999970 συμπτωσεως
κυκλου περιφερειας δυο εὐθειαι ἐφαπτομεναι συμπιπτωσιν , ἡ ἀπο της συμπτωσεως ἀγομενη διαμετρος διχα τεμει την τας ἁφας ἐπιζευγνυουσαν εὐθειαν
προσεισιν : ἐκ γαρ της [ δια ] των τοπων συμπτωσεως προδηλα κρινειν των γενομενων τα πραγματα . και το
9999970 καταλαμβανω
ἡμων ἀπαγγελλομενων . Και ἡ ἀκαταληπτω δε και ἡ οὐ καταλαμβανω φωνη παθους οἰκειου ἐστι δηλωτικη , καθ ' ὁ
και μετ ' ὀλιγον εἰσεκληθην πανυ δεδιως και τρεμων , καταλαμβανω τε παντας ἁμα συγκαθημενους οὐδε αὐτους ἀφροντιδας : ὑπεταραττε
9999970 μετουσιᾳ
δε τε νεικεϊ λυγρῳ , ἐμφαινων ὡς γην μεν καταλαμβανομεθα μετουσιᾳ γης , ὑδωρ δε κατα μετοχην ὑδατος , ἀερα
θειας ἀποδοχης ἠξιωμενος ὡς το της φυσεως ἰσον τῃ κρειττονι μετουσιᾳ κοσμησας . προσηκει γαρ τιμαν τῳ ἐραστῃ του θεου
9999970 δριμυτερων
τινες ἀλγηδονες ἀλλοιωθηναι μη δυναμεναι , εἰ μη τι των δριμυτερων αὐταις προσενεγκοις . ὁ γουν λογος οὐτε θαυμαζει τουτων
χολην μετα μελιτοϲ . παραιτειϲθαι μεντοι την ϲυνεχη χρηϲιν των δριμυτερων φαρμακων , ϲυνεχωϲ δε κεχρηϲθαι τῳ παλαιοτατῳ ἐλαιῳ .
9999970 προσελθουσα
και ἐργατικον ἰδιωμα , οὑτως ἡ ἑνωτικη δυναμις της μοναδος προσελθουσα τῃ δυαδι , εὐποριας και χυσεως οὐσῃ πηγῃ ,
ἡ ψυχη ζωην ἀλλην ἰσχει τοτε και προσιουσα και ἠδη προσελθουσα και μετασχουσα αὐτου , ὡστε γνωναι διατεθεισαν , ὁτι
9999970 αἰσχυνας
λευκος μυελος γλυκερος , λεπτοις ἀραχνας ἐναλιγκιοισι πεπλοις συγκαλυπτων ὀψιν αἰσχυνας ὑπο , μη κατιδῃ τις μηλογενες . . .
προς τῳ τους ἀφ ' αἱματος διαφθειρειν βλαβας ἁμα και αἰσχυνας προδηλοι . Ἡ περι ὀδοντων κρισις πολλην ἐπιδεχομενη διαιρεσιν
9999970 δυσκολου
: το δε ἑξης , ὑμας ἁπαντας ἀπαλλαγεντας ψυχρου και δυσκολου βιου ζησειν . 〛 ψυχρου : Νεκροποιου : τοιουτος
ψυχρου : Νεκροποιου : τοιουτος γαρ ὁ των πενητων . δυσκολου : Δυσποριστου . ἀπαλλαγεντας : Ἐλευθερωθεντας . . τι
9999969 ἀγανακτησαντες
ἱερον , παντες ἐνοχοι τῃ δικῃ γεγονασιν , ὡς μη ἀγανακτησαντες ἐπι τῳ ἀσεβηματι . Δει γαρ μη ἐπιτρεπειν τοις
παροντες δε ἐγελων . Ἀνθ ' ὡν αὐτοι τε ἀνεληλυθαμεν ἀγανακτησαντες και σε ἀξιουμεν τιμωρησειν ἡμιν τα ἐσχατα ὑβρισμενοις .
9999969 κατεσκευασμενην
Σφιγγα την ὠμοσιτον ἐνωμα και ἐκινει και ἐφερε προσμεμηχανημενην και κατεσκευασμενην ἐν σακει χαλκηλατῳ γομφοις , ἠτοι διαπεπερονημενῳ τοις ἡλοις
, ἠ το μελαιναν θηκην ἐχον , ὡς ἐκ δερματος κατεσκευασμενην , ἠ το ἐκ μελανος σιδηρου δεδεμενον . Ὁ
9999969 Λακεδαιμονιους
ἀλληλους φονευουσιν ; Ἀργειους ὁρᾳς , ὠ Χαρων , και Λακεδαιμονιους και τον ἡμιθνητα ἐκεινον στρατηγον Ὀθρυαδαν τον ἐπιγραφοντα το
. φημι δειν ἁμα τουτους ἀξιουν καθαιρειν τας στηλας και Λακεδαιμονιους ἀγειν εἰρηνην , ἐαν δε μη ' θελωσι ποιειν
9999969 Ἀριστοφανην
ἱδρυσαντο ἱερον Ἀχαιας Δημητρος . οὐτως εὑρον ἐν Ὑπομνηματι εἰς Ἀριστοφανην . Ἀρης , παρα την ἀραν , την βλαβην
ὠ Διομηδη , ὁ Ἀριστοφανης του Ἀριστοφανους τῳ Ἀριστοφανει τον Ἀριστοφανην ὠ Ἀριστοφανη : ἐπι δε των ἐπιθετων οὐτε εἰς
9999969 ἀπαλλαγεις
οὐν ἰδων ἑρμαιον ᾠηθην , εἰ των κατα ἀστυ πραγματων ἀπαλλαγεις εἰς ἀγρον βαδιοιμην και συνεσοιμην ἀνδρι φιλῳ , γεωργῳ
αὐτου φυσιν ὠσθη εἰς ὁ ἐχει και ἐνταυθα και ἐντευθεν ἀπαλλαγεις εἰς ἀλλον τοιουτον τοπον φυσεως ὁλκαις . Τῳ δε
9999969 τετραχως
και ὁτι ὁρισμος ἀποδειξει ταὐτον τῃ θεσει διαφερων . Ὁτι τετραχως του αἰτιου λεγομενου , εἰδικου , ὑλικου , ποιητικου
και ὁ σπερματικος και ἀλλοι πλειονες . κατα δε Πλατωνα τετραχως λεγεται λογος , ἡ τε διανοια ἀνευ φθογγου και
9999969 ὑπερβαλλουσα
ἑο μνησασθαι ἀναγκῃ και μαλα τειρομενον και ἐνιπλησθηναι ἀνωγει . ὑπερβαλλουσα γαρ ἐν τουτοις φαινεται αὐτου λαιμαργια μετα του μηδε
το ἐπισκυνιον , ὀδοντες λευκοι και καθαρωτατοι , σκελων ὠκυτης ὑπερβαλλουσα και προς αὐτον συγκρινομενη τον ζεφυρον , ὁν οἱ
9999969 τραγικης
λυθεντα , μη δραμασι . νυνι δε , ὠ της τραγικης ὀντως , ὠ της ἀωρου και ἀπηνους των γνωρισματων
ἐστιν εἰδος , καθαπερ φησιν Ἀριστοξενος ἐν τῳ περι της τραγικης ὀρχησεως . ἐστι δε τοὐνομα και ἐν τῃ ἀρχαιᾳ
9999969 Ὀλυμπον
το ὑδωρ και ὁ ποταμος ὁ Συςτων δε περι τον Ὀλυμπον χειμαρρων και ὁ Συς ἐστι , τοτε οὐν οὑτος
προσεφη Τελαμωνιον υἱον : Αἰαν ἐπει τις νωϊ θεων οἱ Ὀλυμπον ἐχουσι μαντεϊ εἰδομενος κελεται παρα νηυσι μαχεσθαι , οὐδ
9999969 πεπερασμενῳ
δυναμει ἀπειρου , οὐκ ἐνεργειᾳ , ἐνδεχοιτ ' ἀν ἐν πεπερασμενῳ χρονῳ και ἁπτεσθαι παντος και διελθειν . και γαρ
γινομενα ἐσται ἀπειρα . συμβησεται οὐν το ἀπειρον ἐν τῳ πεπερασμενῳ εἰναι . . . . , : ἀλλ '
9999968 κατασκευαζουσα
μηπω τολμηθεισα . παλινορτος ] ὑστερον ὁρμωμενη . δολια ] κατασκευαζουσα δολιως τον του ἀνδρος θανατον . μναμων ] μνημονευτικη
ἀηρ . . ῥιπη ] ὁρμη . . τευχουσα ] κατασκευαζουσα . . ὠ μητρος ἐμης σεβας ] περιφραστικως ,
9999968 ὑπηρετουσι
φαμεν , ὁποιαν δουλοι δεσποταις το κελευομενον ἀοκνως ποιειν ἐγνωκοτες ὑπηρετουσι . διοισει δε παλιν , ὁτι οἱ μεν δεσποται
παντες ἐλπιζοντες ὠφεληθησεσθαι ἠ των προτερων εὐεργεσιων χαριν ἀποδιδοντες . ὑπηρετουσι δε παντες κερδους ἑνεκεν ἠ τιμης ἠ ἡδονης ἠ
9999968 θαυμασιωτατον
: ὁ δ ' ἁπαντων ἐστι των του ἀνδρος ἐγκωμιων θαυμασιωτατον και οὐπω τετευχε λογου , τουτ ' οἰομαι δειν
ἐποτισεν αὐτον ἑως ἐπαυσατο πινων „ , προς φιλανθρωπιαν διδαγμα θαυμασιωτατον : ἐαν γαρ τις πλειονων μεν τυγχανῃ χρειος ὠν
9999968 Συρακουσιους
στρατευσαντες ἐπι την Ἑλλαδα : ἑτερον δε , τῳ μονους Συρακουσιους , ἀν κατορθωσωσι , δοκειν νενικηκεναι τους Ἀθηναιους ,
Φιλιστον : και πρωτον μεν ἀποδυσαντας αὐτου τον θωρακα τους Συρακουσιους , και γυμνον ἐπιδειξαμενους το σωμα , προπηλακιζειν ,
9999968 ἀφαιρεσεις
μαθειν τι προτερον . Διδασκουσι μεν οὐν ἀναλογιαι τε και ἀφαιρεσεις και γνωσεις των ἐξ αὐτου και ἀναβασμοι τινες ,
λαμβανοντα οὐκ ἀναγκαιας ὡς προς τον νουν , τοτε δε ἀφαιρεσεις ἀτελη ποιουσας την διανοιαν , ἁς οὐκ ἀλλου τινος
9999968 κυριωτατων
, ἡλιῳ καθαρῳ τον ἰδιον βιον ἀνταυγασοντες και δια των κυριωτατων αἰσθησεων τους συλλογους ὀνησοντες , ὁρωντας μεν ἡδιστας ὁμου
ἐκει - νως σημαινει , περι δε των μεγιστων και κυριωτατων δια καλλιστου ἀγγελου σημαινει ; τι ἐστιν ἀλλο ,
9999968 σοφωτατους
τους κλεπτας σοφους ἐλεγον . σοφωτατε ] ὁτι τους κλεπτας σοφωτατους ἐλεγον . Γ σοφωτατε ] φρονιμωτατε , ἐπιτηδειοτατε :
τα δυσχερη . ἐγωγε δυο λαβειν μαγειρους βουλομαι οὑς ἀν σοφωτατους δυνωμ ' ἐν τῃ πολει : μελλοντα δειπνιζειν γαρ
9999968 κελευομενα
προς τα πραγματα και ἡ των πατρικιων νεοτης ἑτοιμος τα κελευομενα ποιειν : μεγιστον δε παντων ὁπλον και δυσκαταγωνιστον ,
των ἀλλοτριων ἐσθητων ἑκαστος οὐ φειδομενος ἑτοιμοτερος ἠν πραττειν τα κελευομενα . Χαρης ἀπηγε στρατοπεδον ἐκ Θρᾳκης : ἐπεκειντο οἱ
9999968 ἀπαρτιζοντως
ὁ πας χρονος λεγεται , οὐδενος αὐτου των μερων ὑπαρχοντος ἀπαρτιζοντως . „ . ̈ . . το δε παν
ὁμοιογενων καταμετρουντων ἀει τα ὁλα , ὡς εἰπομεν , ὁταν ἀπαρτιζοντως μεμετρηκασι τινα , ὡς ὁ γ το ιε ἠ
9999968 νομισθεις
σοφου : των δοκουντων , φησιν , εἰδεναι τι κρεισσων νομισθεις ἐπαχθης ἐσῃ . ὡστε συμβαινει και παρα τοις ἀπαιδευτοις
δογματων , ὁ δε λογισμος εἰς την ἀνδρος χωραν ταττεσθαι νομισθεις τας ἱεροπρεπεις και θειας ὑποδεχεται σπορας : ἠ μηποτε
9999968 δουλοι
καταλαβοντες του πολιτευματος , γενομενοι πολλοι τινες το πληθος . δουλοι δ ' ἠσαν οὑτοι των φυγαδων , ὡς Τιμαιος
Οἰδατε , φησιν , ὁτι ἐπι ξενης κατοικειτε ὑμεις οἱ δουλοι του θεου : ἡ γαρ πολις ὑμων μακραν ἐστιν
9999968 κρατηρας
και ταλαντα δια μνημης ἐχεις ; Και τους δυο δε κρατηρας , εἰ βουλει , προσθησω οὑς ἐλαβον ἀποκτεινας Κλεοκριτον
πενταρραβδωι χορδαν ἀρθμωι χερα καμψιδιαυλον ἀναστρωφων ταχος . πρωτοι παρα κρατηρας Ἑλλανων ἐν αὐλοις συνοπαδοι Πελοπος Ματρος ὀρειας Φρυγιον ἀεισαν
9999968 ἐμπλησθεις
αὐτος ἠδη ἐμον υἱον εἰναι : ἐπειδη δε ἀναλυω μη ἐμπλησθεις αὐτου , πεποιθα και σοι , διοτι την αὐτην
” Προσπεσων γαρ , οἰμαι , τοιουτῳ ὀντι Ἀναξαγορᾳ μετεωρολογιας ἐμπλησθεις και ἐπι φυσιν νου τε και διανοιας ἀφικομενος ,
9999968 κατελυσεν
Σερτωριον ὑστερον διαφθειραντες , ὑστατους δε Κανταβρους , οὑς [ κατελυσεν ] ὁ Σεβαστος Καισαρ : την [ τε ]
εὐβατος ἐστι περασθαι . . Ὑβρισε τας ἀρουρας , ἠτοι κατελυσεν και ἠρημωσεν . ἀφυβρισε δε πελαγος παρα Συνεσιῳ ,
9999968 σπουδαζειν
τοις δημοκρατουμενοις πρεπειν ὡς περι το ἰσον και το δικαιον σπουδαζειν . δει τοινυν τους λιαν ἐπ ' αὐτα παρακαλουντας
τοις ὁμοιοις τουτων . ἐγω μεν οὐν οὑτως οἰμαι ἰασθαι σπουδαζειν τους ἐσχηκοτας καταρρουν ἐπι θερμῃ δυσκρασιᾳ και ἀναπτυσαντας αἱμα
9999968 κρατησαι
κρινομαι : εἰ δε της πολιορκιας ἀπαλλαξαι , και του κρατησαι των πολεμιων , οὐ κρισεως οὐδε μεμψεως τα κατ
και παντι τροπῳ ἀποβαντας των τε ἀνδρων και του χωριου κρατησαι . και ὁ μεν τους τε ἀλλους τοιαυτα ἐπεσπερχε
9999968 κελευουσι
και τῳ γυμναστῃ ἐπηρτημενης , εἰ τι παρ ' ἁ κελευουσι πραττοι . κελευουσι δε ἀπαραιτητα , ὡς παραιτουμενοις ταυτα
: νομῳ δε οὑτω : και οἱ νομοι δε οὑτω κελευουσι τας ἀποδειξεις ἐκ των φανερων ἐλεγχων και ἀναμφισβητητων :
9999968 κατεπιεν
, ὀρος Ἀρκαδιας , ἐν ᾡ τον λιθον ὁ Κρονος κατεπιεν . οἱ ἐνοικουντες Θαυμασιοι . Θαψακος , πολις Συριας
ἀνασπασας την βοτανην ταυτην , τον μεν χυλον αὐτης διαμασησαμενος κατεπιεν ὡς ἀποκρουστικον του ἰου , το δε μασημα ἐπεθηκε
9999968 ἀποδεικτικης
και πως γινεται : εἰρηται δ ' ἁμα και περι ἀποδεικτικης ἐπιστημης : ταυτης γαρ ἐργον ἀποδειξις . Περι δε
και τῃ ἀποδειξει συναγεται , την δυναμιν της συλλογιστικης και ἀποδεικτικης ἐπιστημης ἐπεγνωμεν , και αὐθις ἐκ των κατ '
9999968 αἰσθητηριον
οὐ : και μετα τινος ἀπορροιας το ὀσφραντον ἐπι το αἰσθητηριον προεισιν , ὁθεν ἐπι των δυσωδων ῥακους ταις ῥισιν
ὑποκειμενων αἰσθησεται , και οὐ δηπου κἀν τῳ ὑμενι το αἰσθητηριον . οὑτως οὐδ ' ἀν εἰη δια ταυτα το
9999968 τετραμμενα
δε κωλα αὐτων , ἁ τινες αὐλους καλουσιν , ἐξω τετραμμενα ἐωσιν , ὁπως δια των αὐλων ὁ σιτος ῥιπιζομενος
ὁ Μεγα - ρευς ἐνισταμενος λεγει και Μεγαρεις προς ἑσπεραν τετραμμενα τα σωματα των νεκρων τιθεναι : και μειζον ἐτι
9999967 πρωτεια
αὐτον ἐψηφισατο ὁ βασιλευς , και ἀπηλθεν ἡ Σμυρνα τα πρωτεια νικωσα και τον Πολεμωνα αὐτοις ἀναβεβιωκεναι φασκοντες . Ἐπει
ὁτιουν . πανταχου γαρ το ὀν και ἡ οὐσια τα πρωτεια φερεται , και ἡ ἑστια του πραγματος αὑτη .
9999967 βουλευτηριου
οἱ Ἀννιβου φιλοι , προυθηκε νυκτος λαθων γραμματα προ του βουλευτηριου , ὁτι παντας ὁ Ἀννιβας τους βουλευτας παρακαλοιη τῃ
ἐμελλον ἐγχειρησειν , ἱδρυσαν αὐτους ἐν ὁπλοις μεταξυ του τε βουλευτηριου και του θεατρου ἐν τῳ Πομπηιου περιπατῳ . Ἠν
9999967 ἀπεδειξαμεν
και ἑτερον ψυχρον ἑλκει , ὁπερ ψευδος ἐστιν , ὡς ἀπεδειξαμεν . Και αὑται μοι ἀναγκαι προηγμεναι . Ἀποδειξας ἀνωτερω
. λαʹ . Ἡμεις δε το παραλελειμμενον ὑπο του Θεοδοσιου ἀπεδειξαμεν ἀστρονομικωτατα τουτον τον τροπον . Ἀνατελλετω γαρ ὁ ἡλιος
9999967 γελοιοι
σημαινουσιν εἰς παρατασιν ἠ ἀνυσιν . . Πως οὐν οὐ γελοιοι και οἱ ἀφορισαμενοι ὡς Δωριεις οὐ περισπωσι τους ὑποτακτικους
και δικαιοι εἰσιν ὁμοιως φιλεισθαι , εἰ δε μη , γελοιοι . δια ταυτα δοκει και ἐξ ἐναντιων συνεσταναι φιλιαν
9999967 καταλληλα
και σφοδροτητα ἐργαζηται . ἐστωσαν δ ' ἁπαντα μετρια και καταλληλα κατα τε ποιοτητα και ποσοτητα τῃ του καμνοντος φυσει
μη καταλληλα ἐν τοις προκειμενοις , ταυτα δια της ἐγκλισεως καταλληλα ποιησαι , των ἀγρων μου ὁ καρπος , τῳ
9999967 βλεπουσι
ἐρασμιου και θειου ὑδατος τουτου παν νοσημα θεραπευεται . Ὀφθαλμοι βλεπουσι τυφλων , ὠτα ἀκουουσι κωφων , μογιλαλοι τρανως λαλουσιν
πανυ σαφεστατων λεγομενη : τα γαρ τοις τυφλοις δηλα τοις βλεπουσι σαφεστατα σφοδρα . λεγει δε , ὡς ὁ κελευσας
9999967 ἐκπεπληγμενοι
ἐνοχους . και ἡμεις ἐπειδη ταχιστα ἐπυθομεθα το γεγονος , ἐκπεπληγμενοι τῳ πραγματι προσῃμεν τουτῳ τῳ ἀρχιτεκτονι της ὁλης ἐπιβουλης
ἀναρσιοι πολεμιοι , ἀπο του συνηρμοσθαι τοις ἠθεσιν . ἀνεῳ ἐκπεπληγμενοι , και οἱον ἀνωϊοι , ἀφωνοι δι ' ἐκπληξιν
9999967 πιθου
ἐβοα βοα , ἐτυπτου τυπτου . το δε λαβου και πιθου παρα Ἀττικοις περισπαται . ἐτι και το ἐλθε και
ξυνιστησιν λεχος ὑμνει τον αὐτον μυθον : ὠ κακως φρονων πιθου : τι μαινηι ; τληθι δεσποινης ἐμης κτησει δ
9999967 κατεκλεισεν
Σηλυμβριανος . οὑτος γαρ του ἐν Σαμῳ Παριου ἀγαλματος ἐρασθεις κατεκλεισεν αὑτον ἐν τῳ ναῳ , ὡς πλησιασαι δυνησομενος .
των ξενων ἐλασει προς ἀφθονιαν μεθιστησιν . ἡμας δε οὐ κατεκλεισεν εἰς τοιαυτην ἰασιν ἡ γη , οὐδ ' ἐστιν
9999967 παρασκευαζουσα
ἐστι : περι γαρ την ὀργην το μεσον αἱρουμενη και παρασκευαζουσα τον ἐχοντα , ἐφ ' οἱς μεν δει ὀργιζεσθαι
ἑορτης ἠρεσκεν , οὐκ ἀν ἐκοπιασε δηπου τα αὐτα ταυτα παρασκευαζουσα ἡ βασιλεια καθαπερ ἐν τοις Χουσιν : εὐωχουνται μεν
9999967 πληθυντικως
ἡνικα γαρ δευτερῳ προστασσεται , ἑνικως μεν γινεται λεγε , πληθυντικως δε λεγετε . οὐ μην ἐν τῳ λεγετω ταὐτον
το σημαινομενον ὑπαρχον , ἀμφοτερως ἐχρησαντο , ἑνικως φημι και πληθυντικως , και ἀει μετα της προθεσεως , οἱον ὑπο
9999967 τυγχανειν
γαρ ἐνεστι λεγειν μη πασαν ἀκαταληπτον φαντασιαν ἰσην πασῃ ἀκαταληπτῳ τυγχανειν φαντασιᾳ , ἀλλα την μεν μαλλον εἰναι ἀκαταληπτον την
περι των σπονδων οὑτως ἐσπεισαντο , ὡστε μη βεβαιους αὐτας τυγχανειν , ἀλλ ' ἀποτεινεται προς Ἀλκιβιαδην τε και Κλεοβουλον
9999967 κρατησας
αὐτοις κατα κρατος , αὐτους νικησας και των ἐλεφαντων ἑξηκοντα κρατησας , εἰς Ῥωμην ἀπεστειλε . και θαυμα Ῥωμαιοι ἐσχον
ἀγωνισται ; Οὐδαμως , ἀλλα εἱς ἐξ ἁπαντων , ὁ κρατησας αὐτων . Εἰτα , ὠ Σολων , ἐπι τῳ
9999967 ἀπεχωρησαν
των ἐγκληματων ἐπι ἰσῃ και ὁμοιᾳ . και οἱ μεν ἀπεχωρησαν ἐπ ' οἰκου και οὐκετι ὑστερον ἐπρεσβευοντο : αἰτιαι
βαρος και το πληθος των πολεμιων οὐ δυναμενοι φερειν εὐθυς ἀπεχωρησαν προς τας δυσχωριας , τηρουντες τας ταξεις ἐπιμελως .
9999967 ὑπερορᾳ
ποικιλοις δελεασι πραϋνειν πειρωνται . ὁ δε ἀχθεται αὐτοις και ὑπερορᾳ . κατασοφιζονται οὐν αὐτου μουσῃ ἐπιχωριῳ μετ ' ὀργανου
θελγειν τον θυμον : ὁ δε ἀχθεται αὐτοις , και ὑπερορᾳ : Τι οὐν ἐκεινοι κατασοφιζονται και δρωσι ; Μουσαν
9999967 παραταξεσι
, μετ ' ὀλιγον δε τον Ἀννιβιακον κληθεντα πολεμον συστησαμενη παραταξεσι και ναυμαχιαις και πολλαις περιβοητοις πραξεσι νικησασα , στρατηγον
δ ' ἐξ ἐπιλεκτων ἀνθρωπων μεγαλας ποιειται ῥοπας ἐν ταις παραταξεσι και κατα το πλειστον αἰτιος γινεται της νικης .
9999967 βελτιστων
τα της ψυχης , διατηρουσαν την ὑγειαν και την των βελτιστων ἐπιτηδευματων ἐπιθυμιαν . φανερον δε εἰναι και δια της
και μετασχων τουτου του μαθηματος οὐκ ἀν ποτε ἀποσταιη των βελτιστων , οὐδε τουτων ἀμελησας αἰσχρον τι και φαυλον προελοιτ
9999967 ἡμικυκλιων
Ἐν δε τῳ τριτῳ βιβλιῳ αἱ μεν πλειονες ὑποθεσεις ἐπι ἡμικυκλιων εἰσιν , ὀλιγαι δε ἐπι κυκλου και τμηματων ,
δε αἱ ἰσον ἀπεχουσαι του θερινου τροπικου ἐν ἑκατερῳ των ἡμικυκλιων . γεγραφθω παραλληλος κυκλος ὁ ΔΘ : ἰση ἀρα
9999967 τετραχορδου
τον ἀπο του βαρυτατου δευτερον του μετα την ὀξυτεραν διαζευξιν τετραχορδου , και παρανητην διεζευγμενων τον τριτον , τριτην δε
ἐν ἑκατερᾳ των διαιρεσεων . το δ ' εἰδος του τετραχορδου ταὐτο , δι ' ὁπερ και τους των διαστηματων
9999967 Μιλησιοις
ἐπιμιξια . Πυθου ἀνδρος ἐνδοξου θυγατηρ Πιερια ἑορτης οὐσης παρα Μιλησιοις , ἡν Νηληϊδα κλῃζουσιν , ἡκεν ἐς Μιλητον .
Προχοννησον λεγουσιν εἰρησθαι ἀπο της προχοου , ἡν ἐχουσα τοις Μιλησιοις ἀπηντησεν ἡ παρθενος , ὁτε την ἀποικιαν ἐστελλοντο .
9999967 Κυρηναιος
ἐν ἡδονῃ και καλλει διαφερει . „ Ἀριστιππος , ὁ Κυρηναιος φιλοσοφος , πλεων εἰς Ἀθηνας ἐναυαγησεν και ὑποληφθεις ὑπ
και βωμακευ - ματα και βωμολοχευματα . Ἀπολλοδωρος δε ὁ Κυρηναιος ὡς εὐτραπελον και γελωτοποιον , τινες δε τον μετα
9999967 εὑρισκομενης
ἀνισου τε και ἀνωμαλου και της ἀκριβους ὁμοιοτητος οὐδε παμπαν εὑρισκομενης , οὐπω λεγω κατα τα προσωπα , ἀλλα κατα
ἐστι , και της διαιρεσεως των κεφαλαιων φανερως ἐκ τουτων εὑρισκομενης : εἰ γαρ το πολιτικον ζητημα περι προσωπα και
9999967 ἀποδεικτικοι
δυνανται δεικνυναι ὁτι οὐκ ἐστιν ἡ ἀποδειξις : εἰ δε ἀποδεικτικοι εἰσιν , αὐτοι οὑτοι την ὑποστασιν της ἀποδειξεως ἐκ
ψυχης λαμβανε τας διαφορας των συλλογισμων . οἱ μεν γαρ ἀποδεικτικοι ἐπιστημονικοι εἰσιν δι ' ἀληθων ἀποδειξεων ἐπιστημονικως ὁδευοντες :
9999967 φονευων
: οἱ δε μετα της θεας . Ἀρτεμιδος τους θηρας φονευων : ἱεροι γαρ αὐτης οὑτοι : Δικτυνναν ἀμφι σεμναν
, και διανεμων τα των πλουσιων τοις πενησι , πολλους φονευων των οὐ διδοντων . τοιουτοι εἰσιν οἱ ἀπο φιλοσοφιας
9999967 θαυμασιος
ῥωμῃ γενναιας φυσεως και θεων ἀγχισπορου ἐν ταις ἐξηγησεσιν ἠν θαυμασιος . , . . ἀμηχανον ποθῳ τε ἀμηχανῳ της
παμφαγον δοκιμαστηριον των ἁμαρτωλων . και ὁ μεν ἀνηρ ὁ θαυμασιος ὁ καθημενος ἐπι του θρονου , αὐτος ἐκρινεν και
9999967 μισθωσασθαι
ναυσθλωσομαι : οὐ νεως ἐπιβησομαι . κυριως δε το ναυν μισθωσασθαι . ὡς εἰς ναυν . του μυθοποιου . φερεται
. μισθοφορων ] μισθον δεχομενος ἐκ της πολεως ὑπερ του μισθωσασθαι ξενους και διαδουναι αὐτοις χρηματα . . . .
9999967 ὑπηκουσαν
και οὐ πολεμιοις , και ὁτι οὐδε οἱ πατερες ὑμων ὑπηκουσαν μηδενι , μητε Ξερξῃ μητε Μαρδονιῳ μητε Δαρειῳ μητε
προς ἁρπαγην ὡρμησαν : των δε ἡγεμονων διωκειν κελευοντων οὐχ ὑπηκουσαν ὠφελειαν φανεραν οὐ καλον ἡγουμενοι προεσθαι . Μιθριδατης δε
9999967 κρυσταλλον
μεγιστου πιθου και πανυ γαστριδος . οὐκουν ἰχθυες πολλοι τον κρυσταλλον διαδραναι θελοντες οἱονει στεγην ἐπικειμενον και ποθουντες το φως
ἡτις οὐκ ἐχει ζων φυτον δια την χιονα και τον κρυσταλλον , ἀλλ ' ἐψιλωται . και παντα δε τα
9999967 πινομενοϲ
οὐτε πυκνοϲ ἐϲτιν οὐτε καρτεροϲ και δυναται μετ ' οἰνου πινομενοϲ ἀκρατου αἱμοπτυικουϲ ὠφελειν . ὁ δε ἐκλευκοϲ και ϲποδιζων
ὀξυκρατου διδοαϲιν . Ἀκτηϲ του φλοιου τηϲ ῥιζηϲ ὁ χυλοϲ πινομενοϲ ὁϲον # β ϲυν οἰνῳ ὑδωρ ἀγει . Κολοκυνθιδοϲ
9999967 Λακεδαιμονιοις
κᾀτα κελευειν βοηθειν αὐτοις , ἠ παλιν οὐκ ἐθελων χαρισασθαι Λακεδαιμονιοις , εἰτα προσταττειν ὑμιν κινδυνευειν ὑπερ αὐτων ; εἰ
, πειστεον . Οὐ γαρ πατριον , ὠ Σωκρατες , Λακεδαιμονιοις κινειν τους νομους , οὐδε παρα τα εἰωθοτα παιδευειν
9999967 Συρακουσιοις
και λεγουσιν ἀλλο παραδειγμα : ἀναγομενων Ἀθηναιων ἀπο Κερκυρας ἀπαγγελλει Συρακουσιοις ὁ Ἑρμοκρατης την ἀφιξιν : ἰδου γαρ ἐνταυθα φασιν
ἐπιβαινοντες οὐδε τας κεφαλας ἐπι τοις ὠμοις φεροντες . Κορινθιοι Συρακουσιοις βοηθειαν πεμποντες , μαθοντες εἰκοσι ναυς Ἀττικας περι Ναυπακτον
9999967 δοκευει
, ἡ τ ' αὐτου στρεφεται και τ ' Ὠριωνα δοκευει , οἰη δ ' ἀμμορος ἐστι λοετρων Ὠκεανοιο .
, ἡ τ ' αὐτου στρεφεται και τ ' Ὠριωνα δοκευει , οἰη δ ' ἀμμορος ἐστι λοετρων Ὠκεανοιο :
9999967 συνεστρατευοντο
τον υἱον ἐκελευεν αὐτου ἡγεισθαι . προθυμως δ ' αὐτῳ συνεστρατευοντο Τεγεαται : ἐτι γαρ ἐζων οἱ περι Στασιππον ,
παντας και τους λοχαγους . και ἐπει παντες ἐπεισθησαν , συνεστρατευοντο και ἀφικνουνται ἐν δεξιᾳ ἐχοντες τον Ποντον δια των
9999967 χαλεπωτατος
ὁς μετριαζων μεν ἐστιν εὐχαρις , ἐπιτεινομενος δε και διαταραττομενος χαλεπωτατος . φησι δ ' αὐτον και διδυμα τοξα ἐντυνεσθαι
λεχει τε μοιχος ἐντρυφων , και φαρμακειαι , και νοσων χαλεπωτατος φθονος , μεθ ' οὑ ζῃ παντα τον βιον
9999967 ὑπελειποντο
τῃ δυναμει ἡττηθησαν προς ἡμων , και λαμπρα τοις νενικηκοσιν ὑπελειποντο της οἰκειας ἀρετης ὑπομνηματα , ὡν την εὐκλειαν ἐς
ἐκ των νεοδαρτων βοων . δια τας τοιαυτας οὐν ἀναγκας ὑπελειποντο τινες των στρατιωτων : και ἰδοντες μελαν τι χωριον
9999967 ναρδινον
ἀλοιφη μεν οὐν ἐϲτω πηγανινον ἠ δαφνινον ἠ ἰρινον ἠ ναρδινον ἠ και του βαλϲαμου ὁ ὀποϲ , και μαλιϲτα
και ϲπλαγχνοιϲ ἐκλελυμενοιϲ ἁρμοττει : τοιαυτα δε ἐϲτι μαϲτιχινον , ναρδινον , γλευκινον , τονωτικωτερον δε το δια του ὀμφακιου
9999967 κατεληξεν
οἱον τε ἀνθρωπον ἀγαθον ἀποτελουσα . εἰς τουτο γαρ και κατεληξεν ὁ λογος μελλων μεταβαινειν ἐπι τα θεοποια παραγγελματα .
ζῳδιῳ παρειχον μοιρας λ : και ὁπου δ ' ἀν κατεληξεν , ἐκεινο ἐλεγον εἰναι το δωδεκατημοριον . οὑτω και
9999967 κομισασθαι
ἑτερωσε ὁρωσαν λαβειν ζητει και τους εἰωθοτας μισθους των εὐεργεσιων κομισασθαι . δια ταυτα οἱ Φωκεις και το Τιλφωσσαιον ὑμνειται
μεν Ποτιδαιαν και τας ἀποικιας , Αἰγινηται δε την αὑτων κομισασθαι , Μεγαρεις δε ἀγοραις και λιμεσι χρησθαι τοις Ἀθηναιων
9999967 φευγουσι
ἱερειαν Ἰφιγενειαν ἐπεμψε , μεθ ' ἡς και του ἀγαλματος φευγουσι . χειμασθεντες δε ἐξωκειλαν περι τα της Σελευκειας νυν
ἐξιοντες , μαλιστα δε προς τα τραχεα των χωριων , φευγουσι γαρ τα λεια . και χαιρουσι δε των φυτων
9999967 ἀπερισκεπτως
ἡδυ . ἐπειτα οὐχ ὡς ἐτυχεν ἀξιοι ταυτα τιθεναι οὐδε ἀπερισκεπτως συναρμοττειν θατερα τοις ἑτεροις , ἀλλα διακρινουσα τα ποια
ἀλλ ' υἱωνους αὐτου γραφοντα τους παιδας . πανταπασι γαρ ἀπερισκεπτως και ῥᾳθυμως οἱ συγγραφεις περι αὐτων ταυτην ἐξενηνοχασι την

Back