Τουτοις δη συ , ἐφη , ὠ παι , πιστευων ἐρχῃ , τοις παρα Κυαξαρου χρημασιν ; Ἐγωγ ' ,
οὐν ὁ ἐλεγχος τῃ ψυχῃ φησιν αὐτῃ : ” ποθεν ἐρχῃ , και που πορευῃ ” . τουτο δ '
9999685 Πελληνῃ
ἐθελουσιν ὀνομαζειν , ὁτι κατελυσε πολιτειαν ἐμοι δοκειν την ἐν Πελληνῃ , δωρον το ἐπιφθονωτατον παρα Ἀλεξανδρου του Φιλιππου λαβων
τῃ Κλειτοριᾳ , ἐν δε τῳ προς ἀρκτους Αἰγειροις και Πελληνῃ , ταις Ἀχαϊκαις πολεσι . κειται δε ὑπο το
9999679 ἐλπιδι
βεβαιως χρησαμεναι δυσμαχωτατοι τοις ἀντιπαλοις γινεσθαι . Συν δη τοιαυτῃ ἐλπιδι και ἡμεις , διχῃ την δυναμιν διελοντες το πρωτον
οἰκετου δ ' αὐτον ἐμφηναντος ὁπλιταις , τους ὁπλιτας ἐπεισεν ἐλπιδι χρηματων πλεον - ων πεμψαι τινας ἀπο σφων προς
9999666 ἁλουργιδα
συναγειρας , προςεταχθη μεν ὑπο Μαξιμιανου κατασφαγηναι , γνους δε ἁλουργιδα τε ἐνεδυ και καταλαμβανει τας βρεττανικας πολεις . Παντων
το της ληθης ὑδωρ πιοντα ἐκ της στρατιωτικης χλαμυδος την ἁλουργιδα μεταμφιασασθαι . ἀλλ ' ἐκεινο ὑπειληφα ἀξιεπαινον , μαλλον
9999658 Λευκιππην
το ὀνομα ἐλεγε : Μελιτην μεν εἰναι την μισθωσαμενην , Λευκιππην δε την ἀνῃρημενην . εἰ δε ταυτα γεγονεν οὑτως
προς θεαν , ὡς ᾠετο . ἐπει δε εἰδε την Λευκιππην , ἀνεφλεγη την ψυχην , και ἐδοξεν αὐτῳ τοτε
9999657 σα
τῳ βασιλει συνων : το γαρ Σατυρος ὀνομα εἰς το σα Τυρος διαλαβων προθυμοτερον τον βασιλεα πολεμειν ἐποιησεν , ὡστε
οἱ περι φιλοσοφιαν , και ποιειν οὐκ ὀλιγους εἰς τα σα βλεποντας δικαιοτερους . ποιεις δε και ἡμιν τα περι
9999655 ἡμιολιῳ
τετταρων ἁρμονια ἐστιν : ὁ δε ἐννεα προς ἑξ ἐν ἡμιολιῳ , καθ ' ὁν ἡ δια πεντε : ὁ
το ἐν τῳ διπλασιῳ , παιωνικον δε το ἐν τῳ ἡμιολιῳ . Των δε ποδων ἐλαχιστοι μεν εἰσιν οἱ ἐν
9999654 κολοκυντη
ἡ μεν Ἰνδικη κατα το πλειστον ἑψεται , ἡ δε κολοκυντη και ὀπταται . ἀχρι δε του νυν λεγεσθαι παρα
ὑδατι και ἁλι και ἐλαιῳ . δευτεραν δε χωραν ἐχει κολοκυντη : δει δ ' ἐπιλεγεσθαι τας σφοδρα νεαρας :
9999652 χαλεπωτατη
ξανθη χολη ὑπεροπτηθειϲα εἰϲ την μελαιναν μεταπεϲουϲα , ὁτε και χαλεπωτατη ἡ φρενιτιϲ γινεται : ἐϲτιν ὁτε και τῳ διαφραγματι
ἀφεσεις ἐκβαλλομεναι εἰς τας φθαρτικας των κακοποιων ἀκτινας ἐμπεσωσιν , χαλεπωτατη γινεται ἡ νοσος . εἰ μεν γαρ ἀπο Ἀρεως
9999650 ὀκτωκαιδεκα
προελθοντι δυο εἰσιν ἀλλοι λοφοι , Φιλιππων μεν αὐτων ὁσον ὀκτωκαιδεκα σταδιους ἀφεστωτες , ἀλληλων δε ὁσον ὀκτω , ἐν
. κατα δε την ναυμαχιαν των μεν Ἀθηναιων διεφθαρησαν τριηρεις ὀκτωκαιδεκα , των δε Λακεδαιμονιων διεφθαρησαν μεν εἰκοσι και τετταρες
9999647 θεωρητικῳ
. ὡστε γενοιτ ' ἀν ποτε και ἡ ἐν τῳ θεωρητικῳ νῳ ὀρεξις αἰτια τῳ σωματι της κατα τοπον κινησεως
φοβον ἐγκυμονει και οἱον χρειωδεις τινας ἀφορμας ἐκ τουτου τῳ θεωρητικῳ μερει του νοος ἐμβιβαζει , ἐξ ὡν διδασκεται της
9999642 τραχηλῳ
της κεφαλης , των δ ' ἐπικειμενων αὐτοις ἁμα τῳ τραχηλῳ παντι την κεφαλην . ἀνανευουσι μεν οὐν ἐπ '
. Τῳ Καλλιμεδοντος ξυνηνεγκε προς το φυμα το ἐν τῳ τραχηλῳ , σκληρον ἐον και μεγα και ἀπεπτον και ἐπωδυνον
9999640 βελτιστ
στεφανον , οὐχι προησονται τουτοις τας πραξεις , ἀλλα τα βελτιστ ' ἐρουσιν αὐτοι . εἰ δε γενησεται τουτο και
' ἐν τριβωνι παραγων αὐτον φησιν οὑτως : Σωκρατες ἀνδρων βελτιστ ' ὀλιγων , πολλῳ δε ματαιοταθ ' , ἡκεις
9999640 ἀπελθῃς
τῳ νομῳ αὐτου , ἐξελθῃς ἐκ της πολεως αὐτου και ἀπελθῃς ἐν τῃ πολει σου και τῳ σῳ νομῳ χρησῃ
οἰκει ; Ξενω γαρ ἐσμεν ἀρτιως ἀφιγμενω . Μηδεν μακραν ἀπελθῃς , μηδ ' αὐθις ἐπανερῃ με , ἀλλ '
9999637 ψυχρῳ
: βληστρισμος : περι δειλην , ἱδρωσε δι ' ὁλου ψυχρῳ : ψυξις : ἀκρεα ψυχρα : οὐκ ἐτι ἀνεθερμαινετο
, δυσθυμιαι : δεξιῳ ἰλλαινεν : ἱδρωσε περι κεφαλην ὀλιγῳ ψυχρῳ : ἀκρεα ψυχρα . Πεμπτῃ , παντα παρωξυνθη :
9999636 ὁρμητηριῳ
αἰσθησεων φθαρται τε και φθορας αἰτιαι , ὁ δ ' ὁρμητηριῳ χρωμενος ταις ἀρεταις λογος ἱερος και θειος ὀντως ,
ἠγουν την Μεσσηνην . ἐξ αὐτου ὁρμωμενοι : ἠγουν ὡς ὁρμητηριῳ χρωμενοι . σφισι : τοις Συρακουσιοις . βουλομενοι .
9999633 πυρετοϲ
ὡϲ βυρϲα τιϲ ἱϲταται . ὁ μεν οὐν ἀκριβηϲ μαραϲμωδηϲ πυρετοϲ , ὡϲ ἐφην , ἀνιατοϲ ἐϲτι . μαραινεται γαρ
ἐπι πλειον ϲαπειη , προηγειται μεν ῥιγοϲ , ἑπεται δε πυρετοϲ , ἐκνικωμενηϲ τηϲ ψυξεωϲ ὑπο του πληθουϲ τηϲ θερμαϲιαϲ
9999633 ὀλιγαρχιᾳ
ἀρχων . Το δε σοφοι λεγει , ἐπειδη ἐν τῃ ὀλιγαρχιᾳ οἱ ῥητορες τον δημον ἀγουσι , καθαπερ ἠσαν ἐν
χαριν ᾐδει . και ἀρχην μεν οὐδεμιαν ἠρξεν ἐν τῃ ὀλιγαρχιᾳ : ἐπειδη δε ταχιστα ἠλθον εἰς την Ἀκαδημειαν Λακεδαιμονιοι
9999630 ἐξαλλαγη
δια τεσσαρων ποιησαι προς τους προ της μεσης φθογγους , ἐξαλλαγη γινεται και πλανη ταις αἰσθησεσι του γενομενου παρα το
ἐπειδη τριγωνα και παραλληλογραμμα τα δεικνυμενα , και ἐστιν εἰδων ἐξαλλαγη , ἡ ἰσοτης γενεσεως δειται και μηχανης ὡς καθ
9999630 τετμησθω
ΑΒΓ προς ὀρθας τε και δια των πολων τεμνει . τετμησθω ἡ ΖΑ διχα κατα το Η σημειον : το
προτε - ρον παραλληλοι αἱ ΑΚ , ΔΕ : και τετμησθω ἡ ΔΕ διχα κατα το Λ , και ἐπεζευχθω
9999629 Αἰθιοπες
των βαρβαρων ὡς την εὐκρατον οἰκουντες . Σκυθαι δε και Αἰθιοπες , οἱ μεν ὑπο κρυους ἐνοχλουμενοι , οἱ δε
δε Μεγαν κολπον τον προς τῳ δυτικῳ ὠκεανῳ , ἰχθυοφαγοι Αἰθιοπες , και μεσημβρινωτεροι μεν τουτων μεχρι της ἀγνωστου γης
9999626 ἀκανθα
ἐν τοις ποταμοις γινεται . ἐν ἑτεροις δε τοποις ἐστιν ἀκανθα λευκη τριοζος , ἐξ ἡς και σκυταλια και βακτηριας
στολου : Ἰθακης ἀνακτα Λαρτιαδην Ὀδυσσεα ἐγω κατεπεφνον , οὐκ ἀκανθα τρυγονος . ὡς οὐτι χαιρησοντες , ὠ δυσδαιμονες ,
9999624 ἡμικυκλιῳ
ἐπι τα Δ , Ξ μερη τῳ ἀπο του Α ἡμικυκλιῳ ὡς ἐπι τα Α , Θ μερη . ὁμοια
χρονῳ ἀνατελλει ἠ δυνει , των δε ἐν τῳ λοιπῳ ἡμικυκλιῳ , ὁ ἐστιν μετα τον αἰγοκερω , ἡ τυχουσα
9999624 αἰσχυνῃ
την ψυχην λεγειν : ἠ οὐ τουτο λεγεις ; Οὐκ αἰσχυνῃ , ἐφη , ὠ Σωκρατες ; ἐρωτωμενος ἀντερωτᾳς ;
ἐναυλισθηναι ὁσον δυνασαι ἐπιτρεπεις . και ταυτα λεγων οὐτε θεους αἰσχυνῃ οὐτε τονδε τον ἀνδρα , ὁς νυν μεν σε
9999624 ἠρωτησε
ἐοικε τρωγων σικυον , ὡς ἐφανη μελιτωδης ὁ χυμος , ἠρωτησε την διακονουσαν , ὁποθεν πριαιτο : της δε κηπον
πολις , ἀλλα μολις . ἐν Πελλῃ προς φρεαρ προσελθων ἠρωτησε εἰ ποτιμον . εἰποντων δε των ἱμωντων , ἠσαν
9999623 δουλῳ
ἐαν ἁλληται ἠ ὁ βολος , πενητι ἀηδιαν δηλοι , δουλῳ διαβολην , παρθενῳ κινδυνον , χηρᾳ ψογον : ἐχθρου
συμβουλοις χρησαμενος τοις ἀριστοις και σοφωτατοις , Ἑλικωνι τῳ εὐπατριδῃ δουλῳ , σπερμολογῳ , περιτριμματι , και Ἀπελλῃ τινι τραγῳδῳ
9999622 ἐδαμασσε
τα ὀξεα , ὡς ὁταν λεγῃ τις νυ σε κηρ ἐδαμασσε τανηλεγεος θανατοιο ; ἠ δολιχη νουσος , ἠ Ἀρτεμις
ἀγκεα μακρα και ὑλην . Πολλους δ ' αἰψ ' ἐδαμασσε μεμαοτας εὐχος ἀρεσθαι Τρωας ὁμως Λυκιοισι . Περιτρομεοντο δε
9999621 Ἀχιλεα
ἐγχωριοι ἐκ νομου ἀει ἐκει ἐσονται μελανηφοροι και τον ἐννεαπηχυν Ἀχιλεα δακρυουσαι , οὑ ἑνεκα Θετις τῃ θεᾳ Ἡρᾳ δωρειται
εἰς το ἀντρον του Χειρωνος ἐδειξεν * αὐτῳ * τον Ἀχιλεα ἐκει παιδευομενον και παρεδωκεν αὐτον αὐτῳ εἰπων : ἰδε
9999618 νησιδα
Φυλαμον δοκησεται : εἰτα μετ ' ὀλιγον και : φερωνυμον νησιδα νασσονται προμου . Ἐξερχομενος Διομηδης ἐπι Τροιαν Κομητην τον
τῃ μαχῃ . ἐνιοι δε κατεφυγον καταπονουμενοι εἰς την καταντικρυ νησιδα την Σφακτηριαν . και αὐτος ὁ Δημοσθενης μετεπεμψατο ἀπο
9999614 Μακεδονι
τοὐνομα του βαλλοντος ἐγκεχαραγμενον : ὁθενπερ και Φιλιππῳ ἐφωραθη τῳ Μακεδονι πολιορκουντι Μεθωνην ὁ βαλων ἐκ του τειχους τοξοτης .
ἀποστειλαντος Ἀλεξανδρου ἠρετο τους κομισαντας : τι δε ἐδοκει τῳ Μακεδονι τοσων ὀντων Ἀθηναιων και τοσων ἐμε δωρησασθαι μονον χρυσιῳ
9999614 Εὐρυπυλοιο
κρυερου Βορεαο βιηφιν ἐκ ῥιζων ἐριπουσα : τοσην ἐπικαππεσε γαιαν Εὐρυπυλοιο δεμας , μεγα δ ' ἐβραχε Τρωιον οὐδας και
θεινομεναι μελιῃσι τοτ ' ἀσπιδες . Ὀψε δε μακρη Πηλιας Εὐρυπυλοιο διηλυθεν ἀνθερεωνος πολλα πονησαμενη : του δ ' ἐκχυτο
9999613 ὑδατοϲ
και τα ἀγγεια τα τε του οἰνου και τα του ὑδατοϲ , και ἐν οἱϲ ἑψωϲι τα ὀψα , πωματιζετωϲαν
ἐρευθουϲ χωριϲ ὑγραϲιαϲ . πυριαν οὐν αὐτουϲ ϲυχνωϲ ϲπογγοιϲ ἐξ ὑδατοϲ θερμου και ἐπιτιθεναι τοιϲ βλεφαροιϲ εἰϲ κοιτην ᾠον μετα
9999612 βραχη
σταδιους Ϛʹ ὀψει ἀκρωτηριον προτεινον προς ἑσπεραν : παρακειται δε βραχη μετεωρα : φυλασσου παραπλεων : ὀψει δε νησιον ταπει
λιμενας ἐχουσι , δια [ δε ] το ἐπικεισθαι αὐταις βραχη εἰς ταυτας πλεουσι συμμετρα πλοια . Τῃ δε Ἀχολλῃ
9999611 τριψεωϲ
Πυκνωθεντοϲ δερματοϲ θεραπεια μζ Πωϲ ἐπιμελητεον ἐγκαυϲεωϲ μη Περι ἑωθινηϲ τριψεωϲ μθ Περι ἑϲπερινηϲ τριψεωϲ ν Περι ἀπεψιαϲ να Περι
χωριϲ λιπουϲ ἠ ϲυν τινι των διαφορητικων . Περι ἑϲπερινηϲ τριψεωϲ . Ἡ δε ἑϲπερινη τριψιϲ τοιϲ κοπωδεϲιν ἠ ἐξηραϲμενοιϲ
9999609 ἐκληθη
ἀμφοτερογλωττοιο μεγα σθενος οὐκ ἀλαπαδνον Ζηνωνος . ἀμφοτερογλωσσος δ ' ἐκληθη οὐχ ὁτι διαλεκτικος ἠν , ὡς ὁ Κιττιευς ,
ἑκαστος την ἰδιαν γην ἀπελαμβανε διχα μαχης και φονου . ἐκληθη οὐν ἡ ῥαβδος , ἐν ᾑ ἐγεωμετρουν , ἀκαινα
9999609 Καρ
εἰς τρισχιλιους και Καρριναν τον ἀντιστρατηγουντα σφισιν ἐπολιορκουν , ἐστε Καρ - βων μεν ἑτερον τῳ Καρρινᾳ στρατον ἐπεμψεν :
' ἠρξαντο μισθου διδασκειν , και πρωτος ἀνεῳξε γραμματοδιδασκαλειον Σποριος Καρ - βιλιος ἀπελευθερος Καρβιλιου του πρωτου γαμετην ἐκβαλοντος .
9999609 ἀμαρακινῳ
χρυσων ὁλκειων ἠλειφε κροκινῳ μυρῳ και κινναμωμινῳ και ναρδινῳ και ἀμαρακινῳ και ἰρινῳ . και συγκαλων αὐτους εἰς εὐωχιαν ποτε
και ἀρτεμισιας , και ἐγχυματιζεσθωσαν εἰς τον κολπον σουσινῳ ἠ ἀμαρακινῳ , ἠ πεσσος προστιθεσθω οἱος ὁ ἐννεαφαρμακος και ὁ
9999609 κυβερνητικη
ταυταις ἀλλαι ἀλλων ἀκριβεστεραι και αὐταρκεστεραι : ἡττον γαρ διηκριβωται κυβερνητικη γυμναστικης και το πλειστον ἐπι τῃ τυχῃ ἐστι .
δε εἰσιν αἱ στοχαστικαι πασαι τεχναι , οἱον ἰατρικη , κυβερνητικη , ῥητορικη και αἱ τοιαυται : οὐ γαρ ἐξ
9999608 βελτιονι
ἡ των παθων ἀμετρος ἰσχυς ἐξασθενησασα πλατος ἐμπαρασχῃ ψυχης τῳ βελτιονι μερει . Προσεξεταστεον δε ὁτι και οἰκειοτατον ἑκαστῳ των
μεν μετασχειν αὐτοις της πολιτειας ἁπαντες ἐν ἐπιτηδευμασι και βιωι βελτιονι διετελουν ὀντες : ἐπει δε της δημοκρατιας των Βυζαντιων
9999608 βακτηριᾳ
ἐκ της Σινωπης ἀγωνιστην , κατα τον Τηλεφον ἐκεινον , βακτηριᾳ και θυλακῳ . Συνετελει δε αὐτοις και τα σχηματα
ὀγκῳ τε χλανιδος εὐ τεθωρακισμενος , σχημ ' ἀξιοχρεων ἐπικαθεις βακτηριᾳ , ἀλλοτριον , οὐκ οἰκειον , ὡς ἐμοι δοκει
9999608 ἀσεβειᾳ
ἀσεβεστατος ἐκριθη . ἀπ ' ἐκεινου οὐν τους Μηλιους ἐπι ἀσεβειᾳ κωμῳδουσιν . οἱ δε , ἐπειδη τις Ἀρισταγορας διθυραμβοποιος
ὁ φιλοσοφος ὑπ ' Ἀνυτου και Μελητου κατηγορηθεις ἐπ ' ἀσεβειᾳ και φθορᾳ των νεων , θανατῳ κατεδικασθη και πιων
9999607 λεπιδοϲ
κεκαυμενου , κηκιδοϲ , ἀριϲτολοχιαϲ ϲτρογγυληϲ , ἁλοϲ ἀμμωνιακου , λεπιδοϲ χαλκου , ϲχιϲτηϲ ϲτυπτηριαϲ και ὑγραϲ , ἰρεωϲ ,
, χαλκου κεκαυμενου , ἀριϲτολοχιαϲ ϲτρογγυληϲ , ἰου ξυϲτου , λεπιδοϲ ϲτομωματοϲ , περιϲτερεωνοϲ ὀρθου , ϲτυπτηριαϲ ϲτρογγυληϲ ἀνα #
9999605 τωι
ται πιονες σκατοφαγοι σαλπαι βδελυχραι , ἁδεαι δ ' ἐν τωι θερει . ἀγε δη τριγλας τε κυφας κἀχαριστους βαιονας
Ταρσου , ἡτις ἐστι πολις της Κιλικιας , διαυγεστατος ἐν τωι ὑδατι και πραυτατος ἐν τωι ῥειν . καυματος δη
9999604 ξηροτητοϲ
θερμον ἐν τῃ πρωτῃ που ταξει , και ὑγροτητοϲ και ξηροτητοϲ ἐν τῳ μεϲῳ πωϲ τετακται . ἐϲτι δε κακοϲτομαχον
τεταμενα ϲωματα και οὐδεν ἀλλο ὑπολειπεται κατα το ϲωμα πλην ξηροτητοϲ , ἡν ἐκ τηϲ ἀμετροτεραϲ κινηϲεωϲ ἐϲχεν : ὡϲτε
9999602 κοκκουϲ
: βοηθει δε αὐτοιϲ και ὁ τηϲ παιωνιαϲ καρποϲ , κοκκουϲ δε πεντεκαιδεκα τουϲ μελαναϲ τριψαϲ μεθ ' ὑδατοϲ πινειν
ἀνα ὀβολουϲ β πυρεθρου ὀβολον α ἀκορου το ἰϲον πεπερεωϲ κοκκουϲ ι μεθ ' ὑδρομελιτοϲ κυαθων β , διδου το
9999602 βιῳ
μεν οὐν εἰχεν ἐπαγωγον τι και θελκτηριον ἐν τῳ τοιουτῳ βιῳ , ἐπειδη δε την σκληραγωγιαν μονην εἰδεν , οὐδε
ἐκ καταληψεων ἐγγεγυμνασμενων προς τι τελος εὐχρηστον των ἐν τῳ βιῳ . τα αὐτα δε ταυτα και τῃ ῥητορικῃ ἀν
9999602 ὀστρεα
οἱ παγουροι , τα δ ' ὀστρακοδερμα , ὡς τα ὀστρεα : των ἐναιμων τα μεν λεγεται σελαχια , ζωοτοκουσιν
. των δ ' ὀστρακοδερμων τα μαλακοσαρκα , οἱα τα ὀστρεα , ὀλιγοτροφα . ἀρτοι κριθινοι , ὁπως ἀν σκευασθωσιν
9999601 ἐθαυμασε
ποθεν τοινυν ἰχνη παγανων ἐν τῳ παραδεισῳ ; ὁ δε ἐθαυμασε , [ και ] ὡς μεν ἡ παραβολη δηλονοτι
τελευτην και ὡς ταυτα σοι προηγορευε Καλχας . ὁ δε ἐθαυμασε τε και καλειν ἐκελευσε και ἐπεμψεν ὁσα ἐξην ,
9999600 μορφη
ἡ ἐξουσια προς βιαν ] ἠγουν βιαιως πρασσειν ] ποιειν μορφη ] ἡ φρενες ] αἱ . ἐμου διαστροφοι ]
ἀμυδρου ἐρως φωτος μεγαλου . Το γαρ ἰχνος του ἀμορφου μορφη : τουτο γουν γεννᾳ την μορφην , οὐχ ἡ
9999599 Μαραθωνι
το ὀνομα ἀφ ' αὑτης . ἐστι δε ἐν τῳ Μαραθωνι λιμνη τα πολλα ἑλωδης : ἐς ταυτην ἀπειριᾳ των
περι αὐτου , Μιλτιαδην δε , φησι , τον ἐν Μαραθωνι . καιτοι τουτο ἐστιν ἐγγυτερω θρηνου τινος ἠ μεμψεως
9999599 Φιλοξενῳ
την συν Πευκεστᾳ τε ἐκ Περσων και ἀπο θαλασσης ξυν Φιλοξενῳ και Μενανδρῳ ἡκουσαν ἐς τας Μακεδονικας ταξεις : διψησαντα
ἀμεινον δε προπαροξυνειν , ὡσπερ και τοις πλειοσιν ἐδοξε και Φιλοξενῳ , ἱνα αὐτης της πτωσεως , λεγω δε της
9999598 θηλυκα
γενικῃ . και ἐστιν εἰπειν , ὁτι τα εἰς ηξ θηλυκα οὐ φαινεται παραληγομενα τῳ ω , οἱον πηληξ ἡ
φαυλων ποιει . ἐν δε τοις της Ἀφροδιτης τοποις δια θηλυκα προσωπα μετεωρισμους ποιει , και ψογον και λυπας και
9999597 ἐδημιουργησε
γενος το αἰσθησεων ἐστιν , ᾡ κρατηρας οἰκειους ἡ φυσις ἐδημιουργησε . κρατηρες δε ὁρασεως μεν ὀφθαλμοι , ἀκοης δε
ζωτικην οὐσαν τας ἁπλας και ἀπαθεις σφαιρας ἀπ ' αὐτης ἐδημιουργησε , το δε ἐσχατον αὐτης εἰς τα γεννητα και
9999596 λευκῳ
σιδιον , κηκιδα , ῥουν την ἐρυθρην , ἐν οἰνῳ λευκῳ διατριψας , τουτῳ χρισας , ἐντιθεναι : ἐπειτα πισαι
, καλαμινθη ἐν οἰνῳ ἑφθη , λιθαργυρος πεπλυμενη συν ῥοδινῳ λευκῳ . τας δ ' ἐκ λειχηνων οὐλας και τας
9999596 ἀφαιρῃ
, τους δε φιλους ἐχθρους ἀποκαλεις τε και τον στρατον ἀφαιρῃ και τα ἐθνη ; ” και ὁ Καισαρ “
παρακολουθῃς και τεκμαιρῃ την νοσον , ἐαν δε τοις ἀριθμοις ἀφαιρῃ ἐκλυτους και νοσωδεστερους ποιει και ταις λαλιαις τετραυλωμενους και
9999596 ὑγροτητοϲ
κατα φυϲιν εὐεξιαν ἐπαναγει το μοριον . τηϲ γαρ μοχθηραϲ ὑγροτητοϲ δαπανωμενηϲ ἡ φυϲιϲ ἐπι ταϲ ἰδιαϲ ἐνεργειαϲ ἀφικνειται ,
: οἱ τε εὐθυϲ ἐν τῃ κομιδῃ των καρπων πολληϲ ὑγροτητοϲ πληρωθεντεϲ , οἱ τε ἀλλωϲ ὑδατοϲ προϲλαβοντεϲ , ὀξειϲ
9999595 ἠθελησε
μεν ἐν τῃ πολει τεθνηκοτων , των δε πεφευγοτων , ἠθελησε κατασχειν : ἠν δε μειζων ἠ ὡστε ὑπ '
ἡμερησια τροφη τῳ στρατῳ . στρατευοντων οὐν κατα της Ἑλλαδος ἠθελησε καινοτομησαι τας φυσεις : Βουβαρης γαρ και ὁ πενταπηχυς
9999594 Κρονιδα
παρα Διος : τι ἐρδων φιλος σοι τε , καρτεροβροντα Κρονιδα , φιλος δε Μοισαις Εὐθυμιᾳ τε μελων εἰην ,
πολλους ἀνδρας ἀγαγειν ἀπο Θηρας εἰς την Λιβυην . τεμενος Κρονιδα : τον Νειλον Κρονιδαν [ φησιν ] , ὡς
9999594 πτερυγι
, ἡς ἡ ἀρχη Ἀοιον ἀεροφοιταν ἀστερα μεινωμεν ἀελιου λευκηι πτερυγι προδρομον . φαινεται δε τετελευκως ἐκ τουτων : παιζων
. Λεοντος κθ βο γʹ γʹ των ἐν τῃ ἀριστερᾳ πτερυγι δ ὁ προηγουμενος . . . . . .
9999594 ὀξειᾳ
, βεβαως βεβως : οὑτως οὐν και ποος πους ἐν ὀξειᾳ τασει , ὡσπερ και ἐκ τοὐναντιου ἡ ὀξεια και
και ἐχει λογον εἰς τους δηλωθεντας τοπους , νοσῳ περιπεσειται ὀξειᾳ και ἐπικινδυνῳ και τινα φοβον ἑξει παρα ἐξουσιαστῃ και
9999593 ἐκαθισε
δε Βαρουχ ἐπεθηκε χουν ἐπι την κεφαλην αὐτου , και ἐκαθισε , και ἐκλαυσε τον θρηνον τουτον , λεγων :
δ ' ἐπει ἐγνω ὁτι διατριβη ἐσται ἀμφι ταυτα , ἐκαθισε το στρατευμα ἐνθα ᾠετο ὑγιεινοτατον εἰναι και εὐπροσοδωτατον ὁσα
9999592 ἐδησε
μεν εὑρων ῥιψεν , ὁ δ ' οὐχ εὑρων λυγρον ἐδησε βροχον . Ἁ Κυπρις Μουσαισι : κορασια , ταν
βοεους δ ' ἐξηπτεν ἱμαντας , ἐκ διφροιο δ ' ἐδησε , καρη δ ' ἑλκεσθαι ἐασεν : ἐς διφρον
9999592 ναυμαχιᾳ
την Σαλαμινα , ναυμαχων δε και τοις Ἀθηναιοις νικησας τῃ ναυμαχιᾳ ὁσους ἐζωγρησεν ἀνευ λυτρων ἀφηκεν . ὁπερ μαθοντες οἱ
περι Ἐρασινιδην στρατηγων , ὁτι τους ἐν Ἀργινουσσαις ἐν τῃ ναυμαχιᾳ ἀπολομενους οὐκ ἀνειλοντο . ἐγενετο δε ἡ ναυμαχια ἐπι
9999591 Ἀτρειδαο
γαρ και ἐμευ , οὐχ ὡς ἡ Ἀτρειδεω και ἡ Ἀτρειδαο ἠ καλοιο . . Καθως προκειται οὐν , ἀναφερομεναι
κατα την παραληγουσαν , οὐδεποτε δε ἐν ἀμφοτεροις βραχυνονται , Ἀτρειδαο Ἀτρειδεω , Πριαμοιο , και ἐτι ἐπ ' ἀντωνυμιων
9999590 χωρησῃ
ἀλλ ' ἐκ του τελους : και ὁταν μεν τουτο χωρησῃ κατα νουν , κἀν τα μεταξυ πολλα ὀντα μη
δη δια του ζῳδιακου ἀπο του α ἐπι το β χωρησῃ , της φορας αὐτων οὐκ ἐπι εὐθειας του ζῳδιακου
9999589 ἀμυγδαλα
νηʹ . ποτε δει συναγειν τας ἀμυγδαλας . νθʹ . ἀμυγδαλα πικρα γλυκεα ποιησαι . ξʹ . καταγραπτα ἀμυγδαλα ποιησαι
, ἡ δε δοϲιϲ κοχλιαριον νηϲτει . καλον δε και ἀμυγδαλα μαλιϲτα πικρα ϲυνεψειν τῃ πτιϲϲανῃ και κεφαλωτον πραϲον ϲυν
9999589 σκε
. ὑπερεχει οὐν το ἀπο της ΒΓ τετραγωνον ὀν μοναδων σκε των ἀπο των ΓΑ , ΑΒ τετραγωνων ὀντων ρπε
ΒΑ ρξθ , τα συναμφοτερα γινονται τξε . ὡστε το σκε τετραγωνον το ἀπο της ΑΓ της ὑποτεινουσης την ὀξειαν
9999589 Μεσσηνιᾳ
κατα μεν δη του λογου το εἰκος ἐταφησαν ἐν τῃ Μεσσηνιᾳ και οὐ ταυτῃ : Μεσσηνιων δε αἱ συμφοραι και
: εἰτε τουτου μεν Παμισου καλουμενου ὁμωνυμως τοις ἐν τῃ Μεσσηνιᾳ δυσι , της δε πολεως ἀδηλον ἐχουσης την ἐτυμολογιαν
9999586 ᾐτησε
γε τον Ἀσκληπιον προς ἡμας ἐπιστολην μηνυουσαν ὡς οὐ ματην ᾐτησε την ἐμην ἐπιστολην . Δομνος ὁ χρηστος ἐκ παλαιων
εἰτα Ποσειδωνος αὐτῃ πλησιασαντος μεταβληθηναι εἰς ἀνδρα : τουτο γαρ ᾐτησε και ἀτρωσιαν . ἠρισε δε και Ἀπολλωνι και ἐνικηθη
9999585 φαραγγι
ἐνειμαν . Ἡ δ ' ἡμετερα πολις κειται μεν ἐν φαραγγι βαθειᾳ και μεγαλῃ , δι ' ἡς ὁ Ἰρις
τις ἐστιν ἡ του μοι δυναμις σημηνον ] εἰπε ἐν φαραγγι ] ἐν τῳ κρημνωδει τουτῳ τοπῳ ὀχμασεν ] προσεπατταλευσεν
9999584 ἐκομισε
δαφνης τα φυλλα , ἡν τα Θεσσαλιας μεν το πρωτον ἐκομισε Τεμπη , ἐστεφανωσατο δε ὁ ἐν Δελφοις Ἀπολλων την
εἰναι αὐτου . καταβας δε ἐκ τριτου την ἰδιαν ἀξινην ἐκομισε και ἐπηρωτησεν αὐτον , εἰ τουτον ἀπωλεσεν . ὁ
9999583 στυπτηριᾳ
εἰς οὐρον παιδος συν ἁλμῃ , θαλασσιῳ ὑδατι , και στυπτηριᾳ σχιστῃ , ζεσον ἑπτακις ; και ἐασον , και
και διασκεψον ὁτι τον ἰον λαμβανων , ποτε μεν ἐν στυπτηριᾳ προσπλεκει , ποτε δε ὠχραν , ποτε δε ἐλυδριον
9999583 νυκτωρ
κατ ' ὀλιγον ἐμπιμπλανται των ἀλφιτων και καταναλισκουσιν αὐτα . νυκτωρ δε ἐαν ἐπειγηι τι τους Αἰγυπτιους , κροτουσι παλιν
γαρ αὑτου κρατειν ἰσως ἀν ἐδυνατο , οὐτε τῳ ἀπαγοντι νυκτωρ μακραν ὁδον ἡ προφασις ἀν εἰκοτως ἐγιγνετο : ζητουμενου
9999583 λαμπρῳ
μεν οὐν , ὁσοι παρεγενοντο ἑλκων κοινωνοι , ἠ τῳ λαμπρῳ σιδηρῳ τα μελη τετρωμενοι , ἠ χειροπληθει λιθῳ μακροθεν
τας ἐλπιδας ἐχοντα | γυμνῃ τῃ ψυχῃ ὑφ ' ἡλιῳ λαμπρῳ και | κονει αὐχμηρᾳ ἐγκαρτερησαι . μεγαλα γαρ |
9999582 ἐριῳ
περι τον μηρον αὐτης . ἐκεινη δε μυσαχθεισα το γεγονος ἐριῳ σπογγισασα τον θορον εἰς την γην ἐρριψε και ἐξ
πεσσῳ προστιθει δια ὑδατος . ἀλλο . γληχωνα λειον ἀναλαβων ἐριῳ καθαρῳ προστιθει : βοηθει δε ὀξει ξεστῳ σπογγος βαπτομενος
9999581 ἡγεμονικῳ
δε αὐτον ἐλυπει το φιλοτιμον , Ἀντιπατρου δε ἠχθετο τῳ ἡγεμονικῳ , Πτολεμαιου δε το δεξιον ὑφεωρατο , Ταρριου δε
ἐπιρρεψει , ἀν τε θελῃς ἀν τε μη . λογικῳ ἡγεμονικῳ δειξον μαχην και ἀποστησεται : ἀν δε μη δεικνυῃς
9999581 ἐξεπεμπε
, βαλβιδος ἐμφυλιῳ αἱματι τας χειρας μιανουσιν . Εὐθυς οὐν ἐξεπεμπε τους ἀπειρξοντας την ὁρμην των στρατιωτων , οἱ φθασαντες
ὡς δε ἐπι συμφορᾳ μειζονι , Μαικηναν μεν ἐς Ῥωμην ἐξεπεμπε δια τους ἐπτοημενους ἐτι προς την μνημην Πομπηιου Μαγνου
9999580 ἡλικιᾳ
μηδ ' ὁτιουν αὐτῳ προσηκειν , και ταυτα ἐν τῃ ἡλικιᾳ ὠν τῃ αὐτῃ . καιτοι πως οἰεσθε , ὠ
δε και παλαιειν εἰδοτας , ἡ δε Παρθενος συμμετρους τῃ ἡλικιᾳ , εὐπλαστους τῳ σωματι , ὀρθιους την ἀναδρομην του
9999580 κινδυνοϲ
το δε πληθοϲ μη μεχρι λειποθυμιηϲ : περιπνευμονιην γαρ ἐπιφοιτηϲαι κινδυνοϲ , ἠν το ϲωμα ἐπιψυχθεν την ψυχην ἐκλειπῃ .
ἀρρωϲτοϲ ᾐ και προϲ τουτοιϲ ἀνωμαλοϲ ἰϲχυρωϲ , ἐϲχατοϲ ὁ κινδυνοϲ και χρη πραττειν τα λελεγμενα , μηδεν ἀλλο περιεργαζομενον
9999580 ἐμῳ
ἑνεκ ' ἀν ποτε ὑπετιθει τον χαλκον τῳ πατρι τῳ ἐμῳ ὁ Βοιωτιος ναυαρχος , Φιλιππῳ ὀφειλων χιλιας δραχμας .
ὑμας . στρατηγων γαρ Κονων περι Πελοποννησον , τριηραρχησαντι τῳ ἐμῳ πατρι παλαι φιλος γεγενημενος , ἐδεηθη δουναι την ἐμην
9999580 διεξοδῳ
δε ὑγροτερα ἐστι των διαχωρηματων ἠ ὡστε ἐκτυπουσθαι ἐν τῃ διεξοδῳ , ταυτα δε παντα κακιω . Τοισι δε συχνα
γε και την της ψυχης κινησιν την ἐν αὐτῃ ἐν διεξοδῳ οὐσαν ἀιδιῳ ; Ἠ ὁτι το προ ταυτης ἐστιν
9999580 κυλικα
λεγοντα ὁτι Λιβυων των Νομαδων τινες οὐδεν ἀλλο κεκτηνται ἠ κυλικα και μαχαιραν και ὑδριαν , και ὁτι οἰκιας ἐχουσιν
δε ὁ πινων : λυσις , γαλακτος ὀνειου πισαι ὁσον κυλικα , ἐπειτα του φαρμακου , ὑφ ' οὑ το
9999578 Αἰσα
. Δικας δ ' ἐρειδεται πυθμην : προχαλκευει δ ' Αἰσα φασγανουργος : τεκνον δ ' ἐπεισφερει δομοις αἱματων παλαιτερων
μιν [ οὑνεκα Μοιρα ποτι κλεινον ὀτρυνους ' Ἀχιληα ] Αἰσα λυγρη κυδαινεν : ἀποπροθι δ ' ἑστηυια χαρμης κυδιαασκεν
9999577 ἐδωκα
εἰμι : οὐτε γαρ ἐκελευσα οὐτ ' ἠναγκασα οὐτ ' ἐδωκα : και ἐτι προστιθημι αὐτοις ὁτι οὐδε παρεγενομην πινοντι
ἐαν ἐνεγκω , μη ὀντων μελλοντων : ὁ γαρ ἐθηκα ἐδωκα ἡκα , ἐπειπερ εἰχον τους μελλοντας ἐλεγχοντας , οὐ
9999576 σαρκα
. τον δ ' ἀγαθον μαλακον τε φυσει και πιονα σαρκα ἁλσι μονον λεπτοισι πασας και ἐλαιῳ ἀλειψας : πληθωρην
, και εἰ τροφη το αἱμα , το τρεφον την σαρκα δυναμει ψυχρον ἐστι , παλιν το αἱμα το τρεφον
9999576 σπυριδα
εἰς την της τροφης παρασκευην θυλακος σαγη ὠνομασται . και σπυριδα δε ὀψωνιοδοκον πλεκτην ὀψων σχοινον ἐν Ἀμφιαρεῳ Ἀριστοφανης ἐφη
στρεβλαις τα σωματα κατατεινων ἀποκτειναι κεκαινουργημεναις ἰδεαις θανατου : ἀμμου σπυριδα πληρη βροχοις ἐκδησαμενος ἀνηρτα κατα των αὐχενων , βαρυτατον
9999576 Σαμοιο
Βοιωτιακον Μινυειον , και Σαμον Θρηικιην συντιθεις „ μεσσηγυς τε Σαμοιο και Ἰμβρου , „ ἱνα χωρισῃ ἀπο της Ἰωνικης
δε τις νησος μεσσῃ ἁλι πετρηεσσα , μεσσηγυς Ἰθακης τε Σαμοιο τε παιπαλοεσσης , Ἀστερις , οὐ μεγαλη , λιμενες
9999576 σταφιδα
. ἀλλο . συκης φλοιον λειον καταπλασσε . ἀλλο . σταφιδα ἀγριαν καταπλασσε . Κεφ . στʹ . [ αʹ
ὀρχιν , λινου καρπον , λιτρον , ἀρου ῥιζαν , σταφιδα ἀγριην , καλαμινθης φυλλα χλωρα , στρουθιου καρπον ,
9999575 δοξῃ
τον λογον λεγειν , ἱνα ἐκ της παραθεσεως των λογων δοξῃ αὐτῳ ὁ Λυσιας σοφος εἰναι : ἐπει δοξει το
λεγει , ἱνα λυθωσιν ἐν τοις νομοθεταις ἠ ἱνα μη δοξῃ μονῳ τῳ Εὐβουλῳ ἐναντιουσθαι ὡς ἐχθρος . οἱ δε
9999573 ἀλωπεκα
ΓΘ κερδω ] ἀλωπεκα . Γ πολυιδριν λεγει τον Κλεωνα ἀλωπεκα , ὁτι πολυπειροι αἱ ἀλωπεκες . και παροιμια “
τολμηρον ὀντα , και ἀλκιμον και των φοβουντων καταφρονητικον , ἀλωπεκα δε πανουργον και δολεραν δια το ἐν ταις ἐνεργειαις
9999573 Μεσοποταμιᾳ
σταδιοις : τα δε παραπλησια και ὁ Τιγρις ἐν τῃ Μεσοποταμιᾳ και ὁ Νειλος ἐν τῃ Λιβυῃ μικρον προ των
ἐπερρωσθη τῳ εὐψυχει και ἐνυδρῳ της πολεως μετα τον ἐν Μεσοποταμιᾳ ξηρον αὐχμον , τους τε στρατιωτας ἀνεκτατο , και
9999573 κορῳ
ἱππος ὡσπερ και πρῳην πεπεδημενος ἐμεινεν ἐν ἀργιᾳ τε και κορῳ , τῃ δε ἡ μελετη ταχος ἐδεδωκει και νικην
Πορῳ συγγινεσθαι οὐ τῳ ὀντι δηλουντος ἐστι συγγινεσθαι οὐδε τῳ κορῳ , ἀλλα τινι πραγματι εὐμηχανῳ : τουτο δε ἐστι
9999572 δραχ
. αʹ ἐν ἀλλῳ . . . . . . δραχ . Ϛʹ σικυου ἡμερου σπερματος . . . δραχ
. . δραχ . αʹ τερεβινθινης . . . . δραχ . αʹ σταφιδων γλυκεων . . δραχ . δʹ
9999572 αἰσχρῳ
μην ὀνειροπολουντες ἐκ κληρου διαδοχην , μητ ' ἀλλῳ τῳ αἰσχρῳ και κιβδηλῳ τε και καπηλῳ και ἡκιστα ἐλευθερῳ ἁλισκομενοι
και καθ ' ἡσυχιαν , αὐτος δηλονοτι οὐδεποτε εἰξας τῳ αἰσχρῳ ὀνειδει ἀλογως κινδυνευσειν . ξυμβησεσθαι : ἠτοι κατα γνωμην
9999572 κοπῳ
ἐπι θυμῳ και φροντιδι , σωματικως δε ὡς ἐπι ἀμετρῳ κοπῳ . δια δε στεγνωσιν ὁταν δια γλισχροτητα ἠ δια
περιβριθοντα ] ἐμφορτα μελισσαων καματῳ ] τῳ μελιτι καματῳ ] κοπῳ μορυξαις ] μολυναις μορυξαις ] κοψαις ἀναμιξ σκορπιοεντα ]
9999572 ἑνδεκατῃ
ἐν τοισι πυρετοισι τῃ ἑβδομῃ ἠ τῃ ἐνατῃ ἠ τῃ ἑνδεκατῃ ἠ τῃ τεσσαρεσκαιδεκατῃ ἰκτεροι ἐπιγινονται , ἀγαθον , ἠν
νησος . Μασιον , ὀρος ὑπερ της Νισιβιος . Στραβων ἑνδεκατῃ . οἱ οἰκουντες Μασηνοι , ἠ ὡς Παριον Παριανος
9999571 θαυμασῃ
της ὁσιοτητος αὐτον εἰχε τον ἐχθρον . ἱνα δε μη θαυμασῃ τις ἐχθρον ἀκουων τον κοινουμενον της ἀρχης , ἐρω
γαρ τις χαριζεται τῳ θεῳ ” . ὁ δε „ θαυμασῃ „ ἐφη ” μαλλον , ὁτι μητε ἱκετευσας ποτε
9999571 Σεληνῃ
δυο ἀγαθοποιοι μετα του Ἑρμου μαρτυρησωσι τῳ Ἡλιῳ και τῃ Σεληνῃ καλλιστην καταρχην τοις ἀναγομενοις σημαινει και εὐπλοησουσι μαλιστα .
. Σεληνης δυνουσης και Ἀρεως ἐπιδυομενου μηδενος ἀγαθοποιου μαρτυρουντος τῃ Σεληνῃ κακιστος θανατος τῳ φυγοντι δηλουται . Σεληνης δυνουσης και
9999571 τρωγλιτιδοϲ
δε ὑγρα και ἀπεπτα ἀναγοι , ἁρμοδιον τουτο : ϲμυρνηϲ τρωγλιτιδοϲ ⋖ β κροκου ⋖ α πεπερεωϲ κοκκοι ιε μελιτοϲ
κοινου λι ἀϲαρ χαλδαικου λι κελτικου λι θυμιαματοϲ λι ϲμυρνηϲ τρωγλιτιδοϲ λι κοϲτου λι μοϲχου λι ἀμπαρ λι γομφιτου λαδανου
9999571 Ἀντιμαχῳ
το ἀργυριον ἀπο της τραπεζης παρα Φορμιωνος Αὐτονομος , ὁσπερ Ἀντιμαχῳ διετελει γραμματευων τον ἁπαντα χρονον . δοθεντος τοινυν του
μη σφω ' Αἰαντε το πληρες σφωε . παρα γαρ Ἀντιμαχῳ και μονοσυλλαβως ἐν τριτῃ Θηβαϊδος το και σφω γεινατο
9999571 κηρυκα
ἀνδριαντων λιθινων ἠ χαλκων μηδεν ἡμιν διαφερετωσαν : και μητε κηρυκα δεχωμεθα παρ ' αὐτων μητε σπονδας σπενδωμεθα : ἡ
δορυ ἐλαβε και πολεμαρχους και πεντηκοντηρας και ξεναγους καλειν τον κηρυκα ἐκελευεν . ὡς δε συνεδραμον οὑτοι , τοις μεν

Back