σποδιας ⋖ ιβ , λεπιδος χαλκης , εἰτε μελαινης ἠ ἐρυθρας ⋖ μη , χαλκανθου ⋖ κδ , στυπτηριας σχιστης
εὐθειας , ἐγκαρσιον ἀτραπον εὑρων και νομισας κατατεινειν ἀχρι της ἐρυθρας θαλαττης ὁδοιπορειν ἠρχετο . τεραστιον δε φασι συμβηναι κατ
9999980 προσταξας
δε ἀλλο πληθος των νεων ἐξεπεμψεν ἐπι την Σαλαμινα , προσταξας ἐξαπτεσθαι των πολεμιων και ναυμαχιᾳ κρινειν τον ἀγωνα .
' , ἐφη , ὁ των Ὑρκανιων ἀρχων , ὑπομεινον προσταξας τοις ἡγεμοσι των σων στρατιωτων ἐξοπλιζειν αὐτους . ἐπει
9999975 ἀμεινονας
. ταυτ ' οὐν ὁρωντες οὐκ ἀπεικοτως ἐφρονουν ἑαυτους εἰναι ἀμεινονας των ἐκδρομων , κἀν ἀρα δοκῃ τον ἐκ του
' εἰς ἑτερον σε του παθους ῥεποντα ὁρω , ποτερους ἀμεινονας ἡγῃ , τους φιλοπαιδας ἠ τους γυναιοις ἀσμενιζοντας ;
9999975 ἀντικεισθαι
ὁμοιας . τεταρτη μεν ἡ και ὑπεναντια λεγομενη δια το ἀντικεισθαι και ἀντιπεπονθεναι τῃ ἁρμονικῃ ὑπαρχει , ὁταν ἐν τρισιν
τι δογματικως , ἰσος αὐτῳ κατα πιστιν και ἀπιστιαν , ἀντικεισθαι φαινεται μοι , ὡς εἰναι την του λογου προφοραν
9999975 ὁρισμον
ῥηματος . Παραδους ἡμιν δια των προειρημενων τον του ῥηματος ὁρισμον κοινοτερον τε και εἰδικωτερον , βουλεται δια τουτων εἰπειν
τουτο δηλοι ὁτι ἀδυνατον ὁλως ἐχειν ἑνος τινος του αὐτου ὁρισμον και ἀποδειξιν . Τα μεν εἰρημενα δυο συμπερασματα ὡς
9999975 δρακοντων
δρακοντων : λειπει ἡ μετα , ἱν ' ᾐ μετα δρακοντων . νασιωταις δε τοις Σεριφιοις : ἡ δε Σεριφος
ἀνασκιρτωντας και τῃ προνομαιᾳ την πλευραν τυπτοντας ὡς καθιξομενους των δρακοντων , εἰτα ἀει κενουμενου του ζωτικου , πηδαν μεν
9999975 ἀντικειμενην
δε τον στρατον παραλαβοντες νικηφοροι δη κατα Βρεττανων ἐς την ἀντικειμενην Γαλλιαν , διαβαντες τον ὠκεανον , ἀφικοντο . ὁπως
αὐτην , εἰθ ' ὡς ἐπι το στηθος και την ἀντικειμενην μασχαλην , χιεσματος γεγονοτος κατα την σφαγην . ἡ
9999975 ἀντιδικοις
την τολμαν ὡσπερ ὁπλον προβεβλησθαι , ἱνα φοβερος ᾐ τοις ἀντιδικοις , ἀπατητικον τε και γοητα τυγχανειν και χειριστοις ἐντεθραμμενον
ἐκφερων ] τα δικαιωματα των ἀνακειμενων αὐτῳ μηνυων κρυφα τοις ἀντιδικοις και προδιδους τα πραγματα . . ἐπικεκλυκε ] οὑτω
9999975 δρασαντας
ποιουμενοι : ἐγκαλουντες . το ἀγος : τους το ἀγος δρασαντας της θεου : της Ἀθηνας Κυλων ἠν κτἑ .
, τοιουτος ἐγενετο περι αὐτον οὑτος , ὡστε ζητησας τους δρασαντας και πυθομενος οἱτινες ἠσαν , ἀργυριον λαβων ἀπηλλαγη .
9999975 δρακοντιον
καρδαμωμον , ἑλενιον , ἀριστολοχιαν , καστοριον , ἀδιαντον , δρακοντιον , πευκεδανον , πηγανου φυλλα και τον καρπον ,
και Φαινιας ἐν τῳ προειρημενῳ βιβλιῳ γραφει οὑτως : ” δρακοντιον , ὁ ἐνιοι ἀρον † ἀρωνια † . ”
9999974 ἀναλαμβανοντες
μετανοουσι : ἐσθ ' ὁτε δε δειλον και εὐκαταφρονητον ἠθος ἀναλαμβανοντες , ἐγκρατεις και ὑποκριτικοι και ἡττονες προς οὑς οὐκ
λεγομεν , νυν δε ὡς ἀνακεφαλαιουμενοι , ἐν ἑνι παντα ἀναλαμβανοντες . Περι συντομιας . Ἀναγκαιον εἰδεναι και τουτο ,
9999974 προσουσαν
: οὐ μην οὐδε κατα στεγνωσιν συμβαινειν ὠφελεν δια την προσουσαν ἁλεαν . Ῥητεον , ὁτι εἰ και ταυτα παρακολουθει
μεν , ὁτι ἀνιατον ἐπεμψε τον δεσποτην και την μη προσουσαν αὐτῳ μελαγχολιαν περιηψε , θεσπιῳδιας δε δια το προσεχες
9999974 κατεδραμον
ἐλαυνειν του λοιπου προβατα συνδεδεμενα . Ὁτε δε οἱ Γαλαται κατεδραμον την Ἰωνιαν και τας πολεις ἐπορθουν , ἐν Μιλητῳ
ἐπιβηναι . της ἀνδρειας * οὐν * αὐτων πειρωμεναι πολλους κατεδραμον τοπους , ἐλθουσαι δε προς την Ἀττικην μολις μεν
9999974 ἀδικησαντας
] , διοτι τοιαυτ [ ' εἰδε ] τουτους [ ἀδικησαντας ] . . π . εὐσεβ . , .
συνθηκας . και ἑτερα δ ' ἐστιν ἀδικηματα ὡν τους ἀδικησαντας οὐκ ἐστιν ὀνομαζειν , ἀλογιου , κακωσεως , ἀποπομπης
9999974 κατοικουντες
Κραγος , ὁς κρατεων πασας ληιζετ ' ἀρουρας . οἱ κατοικουντες Τρεμιλεις . Ἀλεξανδρος δευτερωι : τελευτησας [ τας ]
των ἀπογονων αὐτου τοιαυτα μυθολογουσιν οἱ την ὀρεινην της Ἰνδικης κατοικουντες . Τον τε Ἡρακλεα φασι παρ ' αὑτοις γεγενησθαι
9999974 λαμβανοντα
. ὁμως δε οὐδεις δειξει παρα τῳ ποιητῃ τρις τινα λαμβανοντα τροφας . διαμαρτανουσι δε πολλοι παρα τῳ ποιητῃ ἐφεξης
γαρ ἀν ἠθελεν ἰσα φαινεσθαι μηδεν ἀνθ ' ὠν ἀφιησι λαμβανοντα . Ὁ δε Ἀριστοτελης παντη μενειν ἐπι της αὐτης
9999974 βουλευτων
ὀλιγοι δε τινες περι του πλη - θους των προσκαταγραφεντων βουλευτων διαφερονται . οὐ γαρ ἑκατον ἀλλα πεντηκοντα τους ἐπεισελθοντας
βουλευμα και ἡ σκεψις . βουλη και το ἀθροισμα των βουλευτων . ἀπο τουτου και ὁ τοπος , ἐν ᾡ
9999974 κατακαυσας
κερατος ἐλαφειου κεκαυμενου και σανδαραχης ἐμφυσα . ἀλλο . μολυβδον κατακαυσας , και οἰνῳ ἀναλαβων καταχριε . ἀλλο . ῥοιας
. συνην δε , ὡς φησι , και ὁ Ἀθηνησι κατακαυσας ἑαυτον : ποιειν δε τουτο τους μεν ἐπι κακοπραγιᾳ
9999974 πλευσας
και αὐτο χρυσους βοστρυχους , κελευσας ἀποκειραι τινα αὐτους . πλευσας δε ἐς Τυρρηνους , τα του Ἀπολλωνος και της
οὐ δρομῳ των μελλοντων πλειν εἰσεβη εἰς τας ναυς . πλευσας δε ἐνθα ἠσαν αἱ πολεμιαι τριηρεις , καταλαμβανει ἀπο
9999974 ἀκοντιοις
τιμωμενη . ἐκει γεροντες εἰς φυγην ὡρμηκοτες ὀπισθεν ἐπληττοντο τοις ἀκοντιοις . ἐκει νεους φευγοντας ἡ χιτωνιων ἀζωστος εἰς ὀλισθον
δε τουτῳ τῳ καιρῳ ἐγκελευειν ταις κυσι και χρησθαι τοις ἀκοντιοις . κρατησαντα δε τουτου πορευεσθαι και ἐπι τους ἀλλους
9999974 αἰωνιον
, και παρα το ταναον ταναλεγης και τανηλεγης , ὁ αἰωνιον κοιμημα και μακροχρονιον ἐχων . . . . .
στασιν , ὡσπερ οὐδε τον αἰωνα αἰωνιον : το γαρ αἰωνιον το μετεχον αἰωνος . Ἐπειτα ἡ κινησις πως αἰωνιον
9999974 ἀναγει
, ἀνιᾳ τε αὐτο και δακνει και εἰς κινησιν ὀδυνηραν ἀναγει , ὡστε μηκετι κατεχεσθαι , ἀλλ ' εὐθεως ὡσπερ
Θεος ἁπασιν ἐμπνεων συνεχει και διασῳζει και ἐπι το τελειον ἀναγει , ὠ θεια Τριας και Μονας ἁγια , δοιης
9999974 φροντιστης
ἐν τῃ του Σωκρατους ἀπολογιᾳ : „ τα τε μετεωρα φροντιστης και τα ὑπο γης παντα ἀνεζητηκως . „ και
ἐν Ἀθηναιοις και τοις Ἑλλησι γενησει εἰ μνημων εἰ και φροντιστης και το ταλαιπωρον ἐνεστιν ἐν τῃ ψυχῃ και μη
9999974 κατειλεγμενων
ἀποστελλουσι συνεδρευσοντας ἐς Ἀμφικτυονιαν πασαν : ἀπο δε ἐθνων των κατειλεγμενων ἑκαστῃ πολει ἀνα μερος ἐς Ἀμφικτυονας και ἐν χρονου
ἑκαστου δε ἁπαξ του μηνος θυουσιν ἐπι παντων Ἠλειοι των κατειλεγμενων βωμων . θυουσι δε ἀρχαιον τινα τροπον : λιβανωτον
9999973 διοικησις
οἱον και ἐφ ' ἑνος ἑκαστου τελειται ἡ του ζῳου διοικησις , ἐν χρονῳ ἑκαστον κινουσης και γεννωσης , οἱον
τῳ κατ ' Αἰσχινου . Συνταξις : ἀντι του συντεταγμενη διοικησις : Δημοσθενης Φιλιππικοις ” και μιαν συνταξιν εἰναι την
9999973 κοινωνιας
πραγματα : ὁθεν οὐ πανταπασιν ἀπηλλακται της κατα τους ἀριθμους κοινωνιας . Το δε αὐτοκινητον και αὐτῃ προσεμαρτυρησεν . Πυθαγορας
ἐμαν Δωριον χορειαν . περι δε της αὐλων προς λυραν κοινωνιας , ἐπει πολλακις και αὐτη ἡμας ἡ συναυλια ἐθελγεν
9999973 εἰσενεγκοντες
δε Ἀφροδιτης και Ἑρμου τον διευκρινημενον της ἀνωμαλιας ἀριθμον πρωτον εἰσενεγκοντες εἰς τους ἀριθμους του οἰκειου κανονιου τα παρακειμενα αὐτῳ
εἰς τας τξ το ἡμισυ παντοτε των οὑτως εἰλημμενων μοιρων εἰσενεγκοντες εἰς τους αὐτους ἀριθμους σκεψομεθα , ποσα ἑξηκοστα παρακειται
9999973 ἐπιτεταμενης
παρασκευαζουσιν . Ἐπι δε του διαβητου καλουμενου παθους δυσκρασια τις ἐπιτεταμενης θερμοτητος περι τους νεφρους αἰτια πεφυκεν : αὑτη γαρ
παυομενων αὐτων διερεθιστεον . λυγμου δε διοχλουντος ἠ ξηρας βηχος ἐπιτεταμενης , θερμον ὀλιγον καταρροφειτωσαν . το δε παγολυτον ἠ
9999973 πεντηκοντα
ἐγενοντο , ἱπποι δε και ἱππεις ἐδοκιμασθησαν τῃ ὑστεραιᾳ εἰς πεντηκοντα , και σπολαδες και θωρακες αὐτοις ἐπορισθησαν , και
τῳ ιδʹ Ψυρα φησιν οὐδετερως ” τα Ψυρα νησος ἀπο πεντηκοντα σταδιων της ἀκρας ” . το ἐθνικον Ψυρευς ὡς
9999973 αἱρετωτερος
τον ἐσθλον ἀνδρα και τον σωφρονα . Ζωης πονηρας θανατος αἱρετωτερος . Ζην βουλομενος μη πραττε θανατου ἀξια . Ζηλος
καταβαλειν , την δε κτησασθαι . τοις δε ἀγαθοις ἀνδρασιν αἱρετωτερος θανατος δοξης αἰσχρας : το μεν γαρ του βιου
9999973 δεχομενην
, ὡστε και την φιαλην εἰναι χαλκιῳ προσεοικυιαν ἐκπεταλῳ , δεχομενην ψυχρον ὑδωρ . την δ ' ἀμφιθετον ποτερα δυο
το πυρουμενην και ὑγραινομενην , δηλοι τε ἐν τῳ μορφας δεχομενην οὐ το μεμορφωσθαι αὐ - την , ἀλλ '
9999973 δυνατωτατους
οἱ δε ἀσμενοι τε ὑποδεχονται τον πολεμον οὐκ ἀξιουντες τους δυνατωτατους των ἀστων ἀφαιρεθηναι , και πριν ἀφικεσθαι Ῥωμαιων δυναμιν
δ ' εἰς αὐτην των μεν Ἀσσυριων τους πλειστους και δυνατωτατους , ἀπο δε των ἀλλων ἐθνων τους βουλομενους .
9999973 καρδιαν
ἑξιν ὑγραν και θερμην , εἰ μη τα κατα την καρδιαν ἀντιπραττοι . εἰ δ ' ἐπι πλειον ἀμφοτεραις ταις
ἀγρας της προειρημενης . Λεγεται δε και ἐλεφας διπλην ἐχειν καρδιαν και διπλα νοειν , και τῃ μεν θυμουσθαι ,
9999973 πλαγιον
της κρουσεως : προσλαμβανομενος : ζητα ἐλλειπες και ταυ # πλαγιον ⊢ ὑπατη ὑπατων : γαμμα ἀπεστραμμενον και ⌉ γαμμα
μεν ἐνθεν , την δε ἐνθεν , και ἐπειτα ξυλον πλαγιον ἐνειη ἐν ταις φλιαις ὡσπερ κλιμακτηρ , ἐπειτα εἰ
9999973 πλεονασαντος
ἐκ τοπου Ἀρκαδιηθεν . ἐκαλουν αὐτους και Ἀρκαδιωνδας του δ πλεονασαντος . ἐστι και Ἀρκαδια Αἰγυπτου πολις . [ Ἀρκεσινη
' ἀρχην συμφωνου . εἰρηται κατ ' ἀρχην περι του πλεονασαντος ε κατα το δευτερον προσωπον . Της ἐκεινος και
9999973 ἐπικλησις
ὁποσα ἀγαλματα Διος μαλιστα ἐς ἐκπληξιν ἀδικων ἀνδρων πεποιηται : ἐπικλησις μεν Ὁρκιος ἐστιν αὐτῳ , ἐχει δε ἐν ἑκατερᾳ
ἱερον Δημητρος και της παιδος , πεποιηται δε Ἀθηνας : ἐπικλησις δε ἐστι τῃ θεῳ Προμαχορμα . προκειται δε Βουπορθμου
9999973 ἀνελαμβανον
Κυριον . και εἰ ποτε διεγογγυζον αἱ θεραπαιναι μου , ἀνελαμβανον το ψαλτηριον και τον μισθον της ἀνταποδοσεως ἐψαλλον ,
διεστωτες ἐν τουτοις τοις τοποις παρεχειμαζον ἁμα και τας δυναμεις ἀνελαμβανον . Κατα δε την Εὐρωπην Κασανδρος μεν ἐν Πελοποννησῳ
9999973 ἀνασπασας
. ἐπαν δε αἱ βοταναι πασαν την ἰκμαδα ἀποβαλωσιν , ἀνασπασας και διηθησας το ἐλαιον και τηξας κατ ' ἰδιαν
. τουτ ' ἐστιν ἀνδρος νουν ἐχοντος , οὐκ ἐαν ἀνασπασας τις τας ὀφρυς οἰμοι λαλῃ , ἀλλ ' ὁς
9999973 μελλησας
ὡς οὐδεν ὁλως ἀνδρωδες αὐτων . ἑλομενων δε , μη μελλησας λεγε ὁττι κεν ἐπ ' ἀκαιριμαν γλωτταν ἐλθῃ ,
ἡ βασιλεια , τελευτησαντος δε του πρεσβυτερου των προαρξαντων ἀπολαβειν μελλησας το χρεος , ἱνα μη δοκοιης ἐπιτιθεσθαι τῳ λειπομενῳ
9999973 συντεταγμενοι
ἀπογραψασθαι πλεον ἠ ἑξακισχιλιους , ὡστε φοβον αὐ οὑτοι παρειχον συντεταγμενοι και λιαν ἐδοκουν πολλοι εἰναι : ἐπει μεντοι ἐμενον
γυμνοι παντες . οἱ Λακωνες ἀφνω προσπεσοντες ὡπλισμενοι γυμνοις , συντεταγμενοι ἀσυντακτοις ἐνικησαν : αἱρουσιν αἰχμαλωτους και τας τριηρεις ἁπασας
9999973 ἠκουομεν
παρα των φιλοσοφων ; εἰ γε μη ὡς ἐπαοιδων αὐτων ἠκουομεν , ὁτι ὁ κοσμος οὑτος μια πολις ἐστι και
αἰδουμενος και ἡμας οὐκ ἀτιμαζων , ἐργον δε οὐδεν ὡν ἠκουομεν ὁρω . και σε γραφομαι κατ ' ἀμφω ,
9999973 πρεσβευεσθαι
] παλιν τους Ἀθηναιους ἐπι το ἀξιωμα της ἡγεμονιας ἐφιστησι πρεσβευεσθαι κελευων , και διδασκει τους πρεσβεις ἁ ὀφειλουσι διαλεχθηναι
τηρουντες , οὑτω προηνεγκαντο . πρεσβευεσθαι του πρεσβευειν διαφερει . πρεσβευεσθαι το πεμπειν πρεσβεις , πρεσβευειν δε το πεμπεσθαι πρεσβευτας
9999973 κρατερας
Πολλακι δ ' Αἰαντος μεγαλου στιβαρους ὑπο μηρους καββαλε Τυδειδης κρατερας χερας , ἀλλα μιν οὐ τι ἀψ ὠσαι δυνατο
θεσθ ' ἐνι θυμῳ , ἀλληλους τ ' αἰδεισθε κατα κρατερας ὑσμινας . αἰδομενων δ ' ἀνδρων πλεονες σοοι ἠε
9999973 ἐρεων
προϊοντος . Ἀναβησομαι δ ' αὐθις ὀπισω περι της ὑγιειης ἐρεων , ὁτι δη το σωμα του ἀνθρωπου ἀπο των
' εἰρομενος μεγ ' ἐγηθεεν ᾡ ἐνι οἰκῳ παντων Ἀργειων ἐρεων γενεην τε τοκον τε . τους νυν εἰ πτωσσοντας
9999973 βαρυτερος
ὁς και ὑποαιολιος καλειται : ὑποφρυγιοι δυο , ὡν ὁ βαρυτερος και ὑποιαστιος καλειται : ὑποδωριος . τουτων ὀξυτατος μεν
Ἀλλ ' εἰ ἀλλο τι φθογγος ὁ ἀκουστος και ὁ βαρυτερος και ὁ ὀξυτερος , διαφερουσιν ἀλληλων ἠ ὡς φθογγοι
9999972 θερμοτερας
και ξηροτεραι τυγχανουσαι εὐκατεργαστοι εἰσι και εὐδιοικητοι και τας ἑξεις θερμοτερας και καθαρωτερας παρασκευαζουσιν . διαφερουσι δε και οἱ μεσογειοι
ἐστι δε και λεπτομερης . ἡ ῥητινη δ ' αὐτης θερμοτερας δυναμεως ἐστιν . Ἀκακια ξηραινει μεν σφοδρως , ψυχει
9999972 κατακλιθεις
κωμασαι προς την Ταναγρικην δει γαρ , ἱν ' ἐκει κατακλιθεις ἐπιδορπισηται τας ὀνειας ματτυας . ὁ πορνοβοσκος γαρ μ
οὐτε πεσων , ἀλγησας δε το σκελος ἐξ ἀρχης και κατακλιθεις ἐπι τρεις μηνας , εἱλκυσθη και ἐξεβαλε την του
9999972 γονιμον
: κατα δε την δευτεραν καιρος του δυνασθαι προϊεσθαι σπερμα γονιμον : τριτῃ δε γενειων αὐξησις και τεταρτῃ προς ἰσχυν
και ψευδος ἀποτικτει ? του νεου ἡ διανοια ? ἠ γονιμον τε και ἀληθες . Ἐδηλωσεν ὁτι οὐ τουτο ἐλεγεν
9999972 παρειμενα
παρειμενοις : δια δε των ἑξης αὐξομεν ἠ μειουμεν τα παρειμενα : ἐτι δε λειπουσης ἡμιν εἰς ἐλεγχον της του
φευγων τους λογους μεριζονται , και ὁ μεν ἐχει τα παρειμενα , ὁ δε ἐκ των πεπραγμενων την κατηγοριαν ποιειται
9999972 τεταρταιων
Πολλα δε και ἀλλα πυρετων ἐπεδημησεν εἰδεα , τριταιων , τεταρταιων , νυκτερινων , ξυνεχεων , μακρων , πεπλανημενων ,
ὡϲ ἐπι των κατα περιοδον τινα παροξυνοντων , οἱον τριταιων τεταρταιων ἀμφημερινων κεφαλαιαϲ ἐπιληψιαϲ ποδαγραϲ και των παραπληϲιων . ἡ
9999972 ἀνεπιληπτος
και Ἀρτεμις ἰοχεαιρα . * * * τουτεστιν ὑγιης και ἀνεπιληπτος δια την παρθενιαν , παρθενος γαρ ἡ θεος και
γενητοις : ἡ δ ' οἱα τεχνιτης ἠ κυριωτερον εἰπειν ἀνεπιληπτος τεχνη ζῳοπλαστει την μεν ὑγραν οὐσιαν εἰς τα του
9999972 χαλωντων
των πασῃ προθυμιᾳ χρωμενων . παρηκται δε ἀπο των ἀρμενα χαλωντων . παντα λιθον κινειν : Πολυκρατῃ τῳ Θηβαιῳ χρησμος
των ἠπιων τουτων και ὁσημεραι ἀναφερομενων ἀτμων τεγγοντων ἠδη και χαλωντων το της αἰσθησεως συντεταμενον ἀναισθητα τε και ἀκινητα τα
9999972 ξηραινοντα
καταῤῥοωδεις δε οἱ τοιουτοι γινονται . Διαιτησθαι δε ξυμφερει ὁκοσα ξηραινοντα ψυχει και σιτων και ποτων και πονων , τους
λυει το παθοϲ . χρη δε ταριχευϲαντα τα ἐντοϲθιδια και ξηραινοντα ἀποτιθεϲθαι , μη παροντων δε τουτων ὑποθυμιαν την ϲαρκα
9999972 μισουντας
μελλησεσι . Καιτοι τις οὐκ ἀν εἰκοτως μισησειε τουτους τους μισουντας κτημα οὑτω καλον , τους λογους , οὑς ἐδωκε
διδοναι : ὁ δε Πεισιστρατος γελασας , Και τι τους μισουντας ἡμας , ἐφη , ποιησωμεν , ἐαν τους φιλουντας
9999972 παθητικοις
οὐ διενηνοχασι προς τα ὁριστικα , οὑτω και ἐν τοις παθητικοις τα δευτερα και τριτα προσωπα της δευτερας και τριτης
τις ὁτι ἡ φυσις , ὡσπερ τα πολλα ἐν τοις παθητικοις και διηρμενοις αὐτονομον , οὑτως οὐκ εἰκαιον τι κἀκ
9999972 παραμυθησασθαι
ἐκ της θεου βοηθεια . Ἐδοξεν οὐν αὐτοις πολλα βουλευομενοις παραμυθησασθαι τον χρησμον ὡς οἱον τε και συζευξαι γαμῳ τους
δοξειε ῥᾳστωνην τινα φερειν : ἀρκει δε των τοιουτων τινι παραμυθησασθαι το σφοδρον της ὀδυνης , ὁσα δια γλυκεος τε
9999972 ἠκουσας
προσεισφεροντες οἰκοθεν ἡδονται τοις δαπανημασιν . Αἰτιον δε ὁτι καλως ἠκουσας Πλατωνος του σοφου και δεσμον ὑπελαβες ἰσχυροτερον ἀναγκης ἐπιθυμιαν
τε και Ἀγαμεμνων . σημειωσαι . οὑτως ] ἀπεθανεν ὡς ἠκουσας . φιλητωρ ] ἡ ἐκ ψυχης φιλουμενη . παροψονημα
9999972 καταφατικου
τοις τρισι δεικνυται σχημασι , το δε ἀποφατικον ὑπο του καταφατικου , ὁ ἐν δυσιν ἐστι σχημασι , τῳ τε
μονῳ λαβειν ἀποδειξιν ἐνδεχεται ὁρισμου , εἰπερ ἐνδεχεται , ὡς καταφατικου και καθολου ὀφειλοντος ἐξ ἀναγκης συναγεσθαι , δεδεικται ἱκανως
9999972 διαιρεθεντα
μεν το γενος , διαιρουν δε ἡ διαφορα , τα διαιρεθεντα εἰδη : γενη δε και διαφορας και εἰδη ἐνταυθα
το ΔΗ , συγκειμενα μεγεθη ἀναλογον ἐστιν : ὡστε και διαιρεθεντα ἀναλογον ἐσται . ἐστιν ἀρα ὡς το ΑΕ προς
9999972 δευτεροις
κανονι των ἐπ ' ὀρθης της σφαιρας ἀναφορων ἐν τοις δευτεροις ξʹξʹ μιας ὡρας ἰσημερινης , ἐαν μεν ἀπο των
, ἀλλα ταυτα μεν ἑαυτῳ , θεον δε ἀσεβως τοις δευτεροις ἐτιμα . . . [ Οὑτως οἰμαι ] τα
9999972 γυμνων
οἱ αὐτων , οἱ δε οὐ πολλῳ πρεσβυτεροι , ἐπι γυμνων των ἱππων ἐλαυνουσιν , ῥαβδῳ χρωμενοι ἐπ ' αὐτοις
μεν ἐν μερει τας Λοκρων παρθενους : και γυμνος μετα γυμνων οὐδεν αἰσχυνης παρελιπεν ἐπι του στρωματος κυλινδουμενος . τοιγαρουν
9999972 ἐπιτεταμενην
ἀδηκτως κατα την τριτην ἀποστασιν και θερμαινει κατα την πρωτην ἐπιτεταμενην , ἀποκρουεσθαι τε ἁμα και διαφορειν πεφυκε μετα του
ἀπορει τις λεγων ὁτι ἐνδεχεται ποτε και δια δραστηριον και ἐπιτεταμενην ἐκτηξιν της πιμελης γενεσθαι ἀθροαν ἐκκρισιν των γλισχρων διαχωρηματων
9999972 προσκτησασθαι
γαρ ἀπολωλεκεναι τριηρεις το μη ἀπολεσαι ἀντικειται , το δε προσκτησασθαι ἐναντιον ἐστιν . ἀπο του μαχομενου : θαυμαζω δε
κατ ' ἐργασιαν ἐκπλειν , ἡνικα οὐδ ' ἀν εἱς προσκτησασθαι οὐδεν ἀν ἐζητησεν , ἀλλα τα ὑπαρχοντα μονον διαφυ
9999972 ἐντεροις
καυμα , ἠ το μη δυνασθαι διαχωρησαι σκληροτερου παρεγκειμενου τοις ἐντεροις περισσευματος , ἠ δια δυσαρεστησιν ἀλλην ἠ νοσον :
μετα μελιτος λαμβανομενος ἐπιτηδειος ἐστιν ὑπαγειν ἁπαντας τους ἐν τοις ἐντεροις μοχθηρους χυμους : ὁτι δε και ῥυπτικης μετεχει δυναμεως
9999972 ἐρχομενης
ἐκ περατης δ ' ἀνιων Φαεθων κατεναντα Κυθηρης ἐς δυσιν ἐρχομενης , πολυολβους τρισμακαρας τε ῥεζει , και μεγαλων ἀλοχων
' ἀρ ' ἐνεπλησθη πεδιον , πασαι δε κελευθοι ληιδος ἐρχομενης , στεινοντο δε πιονες ἀγροι μυκηθμῳ , σηκοι δε
9999972 ἀγομενην
οὐδετερων λεγομενων ὀνοματων την ἐννοιαν ἠ ἐπι το προ ἀμφοιν ἀγομενην , ὡς ὁταν το πρωτον λεγωμεν , ἠ ἐπι
σφαγιον αὐτην αἰτουντων των Ἀχαιων , προς δε τον βωμον ἀγομενην οἱ μεν ἀριστεις οὐ προσεβλεψαν , ἀλλα παντες ἐτρεψαν
9999972 κερασας
; οὐ κυμβιοισι πεπολεμηκ ' Εὐριπιδης ; Φιαλην ἑκατερᾳ ἐδωκε κερασας ζωροτερον Ὁμηρικως . Οἰνον πιοις ἀν ἀσφαλεστερον πολυ ὑδαρη
παιδες του Οὐρανου και της Γης ἐχρηματιζον : και νεκταρ κερασας ηὐφρανε και προς την μαχην ἠρεθισε . και πολεμον
9999972 πελαγιον
τινα ἠ Κιρκην , και ἐκεινην φαρμακιδα εἰναι . Πομπιλον πελαγιον και βυθῳ φιληδουντα εἰδεναι χρη μαλιστα ἰχθυων ὡν ἰσμεν
, τας δε τεσσαρας ἐλαβεν αὐτανδρους . Διοτιμος Ἀθηναιος ναυαρχος πελαγιον πλουν μελλων πλειν , κρυφα συναγαγων τους τριηραρχους προειπεν
9999972 πεισθεντα
λαμβανει , τῃ δε μεταστασει χρηται ἐπι τον δημον τον πεισθεντα την αἰτιαν ἀναφερων , συναιτιοι γαρ οἱ πεισθεντες .
οὐκ οὐσης ἀναγκης ἀπελθειν φησι και καταλιπειν Αἰγυπτον ὑπο Θεοφανους πεισθεντα πραττοντος Πομπειῳ χρηματισμους και στρατηγιας καινης ὑποθεσιν . Ἀλλα
9999972 ἀπειροις
Ἐγνω : ἐνοησεν . αἰπυν : χαλεπον . ἀπειρεσιοις : ἀπειροις , ἐν πολλοις . Ἐρχθεις : κρατηθεις , συσχεθεις
σταδιους , ἡ προσαγορευεται μεν Σερβωνις , τοις δ ' ἀπειροις των προσπελαζοντων ἀνελπιστους ἐπιφερει κινδυνους . στενου γαρ του
9999972 κατεσκευασμενος
ἐν ἀβακισκοις συγκειμενον ἐκ παντοιων λιθων , ἐν οἱς ἠν κατεσκευασμενος πας ὁ την Ἰλιαδα μυθος θαυμασιως , κατα δε
εἰκοσι , γνωμης δε ἱκανως ἐχων και το σωμα εὐ κατεσκευασμενος , ἐῳκει γουν ἀθλητῃ καλῳ και ἐλευθεριῳ το εἰδος
9999972 ὑψηλοτερων
' ἐρει και προσθησει τῳ σοφῳ ὁτι ὡσπερ ἐκ των ὑψηλοτερων εἰς το κοιλον καταρρει το ὑδωρ , οὑτως παλιν
μεν , σφαιρικη δεικνυται οὑτως . πεφυκε γαρ ἀπο των ὑψηλοτερων ἀει εἰσρειν το ὑδωρ ἐπι τα κοιλοτερα : ἐστι
9999972 ἐπιστρατευσαντων
ἐφυγεν εἰς τινα δημον εἰς καλουμενον Φυλην . των δε ἐπιστρατευσαντων και προσπολεμουντων ἠγωνισατο και Ἀρχινου του ἐκ Κοιλης δημου
τα προγεγραμμενα και τα λοιπα παντα των ἐπι το Ἰλιον ἐπιστρατευσαντων Ἑλληνων : ἠν γαρ μετα του Ἰδομενεως του προμαχου
9999972 αἰτιασθαι
. ἠ τοινυν και τουτον ψεγειν ἠ μηδ ' ἐκεινους αἰτιασθαι προσηκον ἐκ των αὐτων δεικνυται . ὡς τοινυν και
, ἠ και ὡς μισοπαις ὠν , καταδρομης ἀφθονιαν τοις αἰτιασθαι βουλομενοις χορηγησει : ὁ και Αἰσχινης ἐν τῳ κατα
9999972 προσταξαι
την τραπεζαν και τα ἀλλα σκευη ἐκει κατατιθεσθαι , καθως προσταξαι αὐτῳ τον προφητην . Προσαγαγειν δε τῳ Θεῳ θυσιαν
ταυτα φυσας τα ἐνδον ἐργα αὐτῃ , φαναι ἐφη , προσταξαι μοι δοκει ὁ θεος . εἰδως δε ὁτι τῃ
9999972 καταλαμβανει
λεγοντα αὐτον ἐκ των δακρυων και της λυπης ὑπνος βαθυς καταλαμβανει . Και αὐτῳ αἱ τρεις ἐφιστανται Νυμφαι , μεγαλαι
τε και φροντισι τετρυχωμενον διατριβοντα τε ἐν Παιοσι νοσος χαλεπη καταλαμβανει . ἐπει δε αὑτῳ τας προς σωτηριαν ἐλπιδας φαυλως
9999972 καταρασθαι
, ὠ πανσοφε , μονος ἀμιγους ἠκρατισω σοφιας : του καταρασθαι χειρον το ὀνομαζειν ὑπειληφας ; οὐ γαρ ἀν τον
οὐδ ' ὁσον ἀραις ἀμυνομενων : τι γαρ δη ἐδει καταρασθαι παντα ἐπισταμενου του δαιμονος , τον ἀδικουντα , τον
9999972 ἐπικρατουντων
οἱα δητινα τυγχανοντα , τοις μεν χρωμασιν ἐπιμαρτυρησει την των ἐπικρατουντων χυμων ποιοτητα τε και ἰδιοτητα και λελεκται περι χρωματων
κρειττον γενεσιν μεν ἁπλως , φθοραν δε τινα ὀνομαζομεν : ἐπικρατουντων δε των χειρονων το ἐμπαλιν . δια ταυτα οὐ
9999972 μυστικον
Κοδρον και Νηλεα ἑαυτων το γενος ἀναβιβαζουσι , πυρ το μυστικον και την τελετην την κατ ' Ἐλευσινα ποθησαντες ,
της τουτου γλωττης βουλομενος . . . Οὐ μιμησαμενος τον μυστικον νομον , ὁς ἐποπτῃ τε και μυστῃ μεριζει τον
9999972 ἀντικειμενης
, βουλεται ἐκθεσθαι και περι της δημωδους ῥητορικης και της ἀντικειμενης τῃ ἀληθινῃ ῥητορικῃ , ἡν και τριβην δει καλειν
αὐτον , οὑτοι ἠσαν οἱ πρωτοι την σφετεραν ἀπο της ἀντικειμενης της των Καρων διορισαι ζητουντες ; ἠ οὑτοι μεν
9999972 πιπτοντων
κατα μεν το εἰδος εὐκαταφρονητων , εἰς δε χρειας ἀναγκαιας πιπτοντων . Μεμνηται δε αὐτης Ἐπιχαρμος ἐν Τρωσιν . Εὑδοντων
εἰς μαχην πολυν ἐποιει φονον . διο και των μεν πιπτοντων , των δε τραυματιζομενων το μεν πρωτον ἰσορροπος ἠν
9999972 καταλαμβανων
διελεγετο , ἐνταυθα ἐγω νυν διαλεγομαι , τοπον τε διαφορον καταλαμβανων των κουφων φυσει και των φυσει βαρεων , ἐτι
' ἐπι την Ἀττικην , και Μεγαροις ἐπιχειρων , και καταλαμβανων Ὠρεον , και κατασκαπτων Πορθμον , και καθιστας ἐν
9999972 ἑψηθεντων
φλεγμαινοντα τῳ τε δια κριθινου ἀλευρου και λινοσπερμου και φοινικων ἑψηθεντων εἰς ἑψημα και κροκου και ψιχων συνηψημενων . φευγειν
ῥοφηματος ἐν αὐτῳ και μαζης τουτῳ φυραθεισης και των ὀψων ἑψηθεντων ἐν τουτῳ . χρῳτο δ ' ἀν τις αὐτῃ
9999972 βροτοις
ἡσυχος . ἀσπιδοεσσαν : την . βροτοισι : τοις και βροτοις . Ἐπικαρσιον : δογμειον . ἀσπιδ ' : και
το βλαστημα , νεην καλυκωπιδα κουρην , ἡ πρωτη κατεδειξε βροτοις μαντηιον ἁγνον Δελφικωι ἐν κευθμωνι θεμιστευουσα θεοισι Πυθιωι ἐν
9999972 προσφερομενα
ἠ προσαγειν θεραπειαν . μετα γαρ του μηδεν ὠφελειν τα προσφερομενα και παρεμποδειν τῃ φυσει πολλακις ἐγγινεται . δια γαρ
αὐτας οὐ χρη ἐπι τα κυνηγεσια , ὁταν μη τα προσφερομενα δεχωνται ἡδεως μηδε ὁταν ἀνεμος πνεῃ μεγας : διαρπαζει
9999972 ἐπιφανεστατων
ἐν κυνηγιοις τισι κεχειρωμενοι τα θηρια . των δ ' ἐπιφανεστατων πολεμιων κεδρωσαντες τας κεφαλας ἐπιμελως τηρουσιν ἐν λαρνακι ,
ἐπι το μυθωδες ἐκνενικηκοτα , ηὑρησθαι δε ἡγησαμενος ἐκ των ἐπιφανεστατων σημειων ὡς παλαια εἰναι ἀποχρωντως . και ὁ πολεμος
9999972 καταληκτικος
των τριμετρων ἰαμβων . ⌈ ἀναπαιστος [ ἀναπαιστικος ] τετραμετρος καταληκτικος . ἡγεισθ ' ] ὁ λογος ἐκ του ποιητου
” βοασομαι γ ' ἀρα ταν ὑπερτονον “ χοριαμβικος τριμετρος καταληκτικος ἐκ διιαμβου , διτροχαιου και δακτυλου : το βʹ
9999972 βασιλευσαντα
. Ἐγενετο οὐν ἀνανεωσις παλιν παιδειας ἁπασης κατα τον ἑβδομον βασιλευσαντα Αἰγυπτου βασιλεα Πτολεμαιον , τον κυριως ὑπο των Ἀλεξανδρεων
δ ' ἐν τηι ἑκκαιδεκατηι Εὐρωπιακων Μαγαν φησι τον Κυρηνης βασιλευσαντα ἐτη πεντηκοντα ἀπολεμητον γενομενον και τρυφωντα κατασαρκον γενεσθαι ἐκτοπως
9999972 παραμυθεισθαι
. Χρη σπουδαζειν μετα τον πολεμον τον στρατηγον τοις πληγατοις παραμυθεισθαι και τους διαπιπτοντας ἐν τῳ πολεμῳ ταφης ἀξιουν ,
' ὁσον τις δυναται ἐπικουφιζειν τοις δυστυχουσι τας συμφορας και παραμυθεισθαι : δει δε ἐπισκοπουντας ἀκριβως πλεοναζειν ἐν τῳ οἰκειῳ
9999972 παρεχομενης
. της δε χωρας αὐτων οἱ Ῥωμαιοι κρατουντες ἀφθονα παντα παρεχομενης συχνας διετριψαν ἡμερας , και ἐπειδη καιρος ἀπαρσεως ἠν
της οἰκουμενης [ της ] στυπτηριας γινομενης και πολλην χρειαν παρεχομενης , εἰκοτως μονοπωλιον ἐχοντες και τας τιμας ἀναβιβαζοντες πληθος
9999972 ἀπληρωτος
ταχεα ῥευματα ἐχοντα ὁλκον συστρεφει . Μετα ταυτην δε ἀλλη ἀπληρωτος ἠ μεγιστη , εὐρυτεραις προχοαις και μειζοσιν ἐκβολαις ὡς
ὁθεν και ἀλσος , το εὐαυξες χωριον . ἠ ὁ ἀπληρωτος και ἀκορεστος , ὡς φησιν ὁ ποιητης : μετα
9999972 φθανων
ἀθροως , ἀτονωτεροι δ ' οἱ μυες ὑπαρχωσιν , ἐμπιπτει φθανων τοις τρημασιν , εὐρυνων τε τας κοιλοτητας ἐμφραττει τον
, : ἰξος : ἱκω ἱξω ἱξομαι ἰξος : ὁ φθανων μεχρις ὡν ἀν φθανωσι τοπων τα πτηνα , ἀντι
9999972 φανερους
ἐχθροι της ὀλιγαρχιας και οἱ τεως ἀποκρυπτομενοι το μισος , φανερους ἐποιουν αὑτους τοτε χαιροντες ἐπι ταις κακοπραγιαις των στρατηγων
τας των εὐπορουντων ἀπολαυσεις . ταυτα ἐδει φρονειν και γενεσθαι φανερους οὐ τῳ κολασαντι τας τιμας μεμφομενους , ἀλλα τοις
9999972 κατακλυσμον
και ἑτεραν ἐπιβολην . Ἐπει οὐν και Νωε μετα τον κατακλυσμον ‖ ἀρχη γινεται δευτερας ἀνθρωπων σπορας , ἐξομοιουται τῳ
κατακλυσμου , * * * φησι . μετα δε τον κατακλυσμον γενος παρηλθεν εἰς τον βιον ἱερον , το των
9999972 καθαρου
των ἀλλων χωρων , ἐπι δε της τελευταιας φυλαττομενου αὐτου καθαρου και μη λελυμενου . Ὡσπερ δε ἐν τῳ δακτυλικῳ
Τα γαρ εἰς ΥΣ θηλυκα εἰ μεν παροξυτονα εἰη δια καθαρου του ΟΣ κλινονται πιτυς πιτυος , χελυς χελυος ἐγχελυς
9999972 ὁποτερου
και τα κατα το ἐναντιον ἀναιρουντα , σκεπτεον την ἐπικρατησιν ὁποτερου των εἰδων κατα τε το πληθος των συλλαμβανομενων αὐτοις
μεν ἐχοντι την Ἀσιαν , τῳ δε την Λιβυην , ὁποτερου δη ἐστιν ἡ Αἰγυπτος , δηλονοτι ἡ κατω λεγομενη
9999972 φαυλοτερων
την ἀτονιαν κατηγορει της φυσεως και μαλλον ὁσον ᾐ μετα φαυλοτερων χρωματων . Τα δε γε παχεα μαχην τινα της
μη ὑπο μειζονων και σεμνοτερων τιμασθαι , ὑπο σμικροτερων και φαυλοτερων τιμωμενοι ἀγαπωσιν , ὡς ὁλως τιμης ἐπιθυμηται ὀντες .
9999972 ης
. τοιαυτα δε εἰσι ῥηματα , και ἀπο των εἰς ης εἰς ζω παραγομενα , πλεοναζοντος του αλ , πυκτης
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] ης τοιαυτῃ φθασασ | [ ! ! ! ! !
9999972 ἐπισταμενη
οὐ γαρ ἀγαπητον σοι δοκει εἰναι , εἰ μονον ἠλθεν ἐπισταμενη ἐρια παραλαβουσα ἱματιον ἀποδειξαι , και ἑωρακυια ὡς ἐργα
ὡς ἀγνοουσα , οὐδεις αὐτῃ προσεξει . εἰ δε ὡς ἐπισταμενη , τῳ περιττῳ και τῳ ἀδυνατῳ ἐκβληθησεται , τῳ
9999972 πρεσβευτων
μαχῃ . Μανιος δ ' Ἀκυλλιος ἐπελθων ὑπατος μετα δεκα πρεσβευτων διεταξε την ἐπαρχιαν εἰς το νυν ἐτι συμμενον της
ὡστ ' ἀγαγειν την βοηθειαν τοις Θηβαιοις , και των πρεσβευτων ὡς τουτον ἐλθοντων , ὁν ᾐδεσαν ἐχοντα το βασιλικον
9999972 καταδεξασθαι
ἀφανεις , οἱ συνωμοσαν ἐπι προδοσιᾳ της πολεως Ταρκυνιον τε καταδεξασθαι συνθεμενοι και τους ὑπατους ἀποκτειναι . ἡγεμονες δ '
] : θησσαν : θητικην διαιταν : αἰνεσαι : εὐαρεστησαι καταδεξασθαι : οὑ δη χολωθεις : ἀνθ ' οὑ ,

Back