των βαρβαρων ἐπιδρομας , και εἰ τις ἐκ των Ταραντινων ἐπιβουλη σφισιν ἀπροσδοκητος γενοιτο . και λαμβανουσι Καμπανους μεν ὀκτακοσιους
, ὑποβαλλειν . τα δε πραγματα γοητεια , ἀπατη , ἐπιβουλη ἐπιβουλια , ἐξαπατη , ποικιλια , πολυτροπια , κακουργια
9999984 ἐπιβουλευουσι
αὐτοις την ὀπισω οὐκετι ἐκπτηναι . και οἱ σαυροι δε ἐπιβουλευουσι ταις μελιτταις και οἱ κροκοδειλοι οἱ χερσαιοι : ὀλεθρος
: μυθοι μεν λειοι και μειλιχοι , ἐχθρα δε ἐργα ἐπιβουλευουσι και συνοικουσι και περισαινουσι . δεινη δε ἡ παρρησια
9999979 ἐπικρατησαι
θεων νομισθεντων συνδραμειν εἰς Κρητην . γενομενης δε παραταξεως μεγαλης ἐπικρατησαι τους περι τον Διονυσον και παντας ἀνελειν τους Τιτανας
ἀλληλους , το δε τελευταιον πολλων πεσοντων παρ ' ἀμφοτεροις ἐπικρατησαι τους παρ ' Εὐμενει τεταγμενους δια τας των ἀργυρασπιδων
9999978 οἰκειοτατων
, σωτηρια πατριδος ἠ τιμη γονεων ἠ τεκνων και των οἰκειοτατων σωματων ἀσφαλεια ἠ συνολως ἰδιων τε και κοινων ἐπανορθωσις
βοας θυει Ποσειδωνι παρα τῃ θαλαττῃ δια των φιλτατων και οἰκειοτατων τεκνων , βασιλευς ὠν και πολλους ἐχων ὑπηκοους .
9999978 ὑπερβαλλουσι
τα φωτα ἐν ἀρσενικοις ᾐ ζῳδιοις , οἱ μεν ἀνδρες ὑπερβαλλουσι του κατα φυσιν , αἱ δε γυναικες του παρα
του τα δεοντ ' ἐχειν τα περιττα μισω : τοις ὑπερβαλλουσι γαρ τερψις μεν οὐκ ἐνεστι πολυτελεια δε . Εἰ
9999977 ἀναμαρτητους
. Των μεν δη τοιουτων παντων ἐν ἁπασι τας ἀκεσιας ἀναμαρτητους δει εἰναι , οὐχ ὡς ῥηϊδιας , ἀλλ '
εὐδιορθωτοισι δικαιως οὐκ ἀν ἐγχειρεοι τῃσι νουσοισιν , ἠ ἐγχειρευμενας ἀναμαρτητους ἀν παρεχοι , οἱ τε νυν λεγομενοι λογοι δηλουσιν
9999977 βουλομενην
. Κεινην τε δη ὑπερβαλλεσθαι την ἀποδοσιν των ἱππων , βουλομενην ὡς πλειστον χρονον συνειναι τῳ Ἡρακλεϊ , και τον
την Βρουτου γυναικα Νικολαος ὁ φιλοσοφος ἱστορει και Οὐαλεριος Μαξιμος βουλομενην ἀποθανειν , ὡς οὐδεις ἐπετρεπε των φιλων , ἀλλα
9999977 ἀρχαιρεσιων
προθυμιας ἐπιψηφισαντος αὐτοι μεν οἱ δεκα ἀνδρες προειπον τον των ἀρχαιρεσιων καιρον , μετῃεσαν δε την ἀρχην οἱ ἐντιμοτατοι τε
τῳ χαρακι , ἐλαμβανον . Ἐπειδη δε καθηκεν ὁ των ἀρχαιρεσιων καιρος , ὁ μεν Αἰμιλιος ἐμεινεν ἐπι στρατοπεδου δι
9999977 μνημονευομενων
. τα παλαι μεν οὐν ἀγνοειται , Ἀκρισιος δε των μνημονευομενων πρωτος διαταξαι δοκει τα περι τους Ἀμφικτυονας και πολεις
και την Ἀσσυριων ἡγεμονιαν ἀρδην ἀνετρεψε , πολυχρονιωτατην γενομενην των μνημονευομενων . Ἀρβακης γαρ τις , Μηδος μεν το γενος
9999977 Λακεδαιμονος
] ! [ ! ] ! [ [ Εὐρυδικην ] Λακεδαιμονος [ ] [ ] ι ? [ ! ]
πολιορκουντων , ἀπεδρασαν νυκτωρ . ἐπει δε ἡκον ἐκ της Λακεδαιμονος ἀπαγγελλοντες ὁτι ἡ πολις ἐπιτρεποι Ἀγησιλαῳ διαγνωναι τα ἐν
9999977 ἐπιβαλλουσα
Δαις μεν ἐστιν ἡ ἀνωθεν ἐφηκουσα αὐτοις τελειοτης και ἡ ἐπιβαλλουσα ἑκαστῳ ἀποπληρωσις κατα τα οἰκεια μετρα : διο και
αὐτους , ἡ δ ' ὡς ὀμμα της ψυχης αὐτοις ἐπιβαλλουσα ἐξεταζει περι αὐτων και των ἑπομενων αὐτοις και εὑρισκει
9999977 ἀμελεισθαι
Οὐκουν τιθωμεν τον νομον τουτον , μεχρι γε τοσουτου μη ἀμελεισθαι τα περι τον πολεμον γυναιξιν δειν , ἐπιμελεισθαι δε
μεν ᾐτησεν , ἐγω δε ἐδωκα νομισας οὐ πανταπασιν ἐμαυτον ἀμελεισθαι παρ ' ὑμιν . καιτοι τινες ἠσαν οἱ τουτο
9999976 διακοσιους
τους μεν εὐγενεις ἁπαντας ἀπεσφαξεν , τους δε συμμαχους ὀντας διακοσιους τον ἀριθμον ἀπελυσε των κινδυνων , ἁμα μεν ἐλεησας
ἐς τα προτερα ἐπανηξοιεν . Στεφανος μεν οὐν ἀνδρας ἐς διακοσιους ἱπποτας μαχιμωτατους και τῃ ὁπλισει ἀριστα ἐσκευασμενους ἐπαγομενος ὡς
9999976 μακροτατον
πρωτης μεχρι εἰκοστης . και δητα μεχρι μεν τεσσαρακοντα το μακροτατον , των ὀξεων νοσηματων αἱ κρισεις γινονται . τα
ἐπι μηκος τεινομενην σπειραν ποικιλην ποιει . * περιμηκεα : μακροτατον * ποικιλον : πολυτροπον * αἰολλει : κινει στρεφει
9999976 νυκτεριναι
του Ἀργου του πανοπτου φυλακην , λεγουσα ὁτι ἀει ὀψεις νυκτεριναι , ἠτοι ὀνειροι ἀναστρεφομενοι εἰς τους ἐμους οἰκους ,
αὐτου πλαγιοφυλακας ἀξιους μεγαλῃ ἐφοδῳ ἀντικαταστηναι . Πολλακις δε και νυκτεριναι ἀδοκητοι ἐφοδοι κατα του φοσσατου αὐτου δια το ἀδιακριτως
9999976 δυνηθηναι
, και ἀναγεσθαι παιδας ὀντας τοις τοιουτοις ἐθεσιν , ὡστε δυνηθηναι χαιρειν μεν οἱς δει , λυπεισθαι δε οἱς προσηκεν
δυναμιν κατα εἰσαγωγην , ὡς Δημοσθενης : ὁτι εἰκος αὐτον δυνηθηναι πρεσβευτην ὀντα : εὑρισκεται δε και ἡ βουλησις και
9999976 βουλευσαμενοι
οἰκειῳ πολεμῳ νοσουσαν ἀρασθαι . ἐπι τουτους δη στρατιαν ἐξαγειν βουλευσαμενοι και δοξαντες ἁπασι τοις συνεδροις ὀρθως βεβουλευσθαι προειπον ἡκειν
βραβευειν τα κατα πολεμον προτερηματα . Ἀθηναιοι μεν οὐν κακως βουλευσαμενοι μετενοησαν ὁτε οὐδεν ὀφελος , και λογοις προς ἀρεσκειαν
9999976 καθαρσιων
και χολην , και φυσας ἀγει : προ δε των καθαρσιων τῃσι πυριῃσι χρησθαι τῃσιν ἐκ των θυμιηματων : ὁταν
του Ἐρωτος ἐξ ἀρχης δια τον Λυσιου λογον , ἐφησε καθαρσιων δεισθαι , ἐπειδη ὁπως ποτε κατα του ὀνοματος του
9999976 προταττει
πιθανα , ὁ δε Ἑρμογενης ἀληθεστερῳ λογῳ τινι και φυσικῳ προταττει την πηλικοτητα του προς τι : δει γαρ προτερον
τριων διαγραμματων . και ἐστι το α διαγραμμα τοιουτον . προταττει τας καταφασεις πρωτον του δυνατου και του ἐνδεχομενου λεγων
9999975 πολυτελεστατα
των τα πολλα της ἁρπαγης ἐξιδιοποιουμενων : τινες δε τα πολυτελεστατα των εὑρισκομενων τοις ξιφεσι διακοπτοντες τας ἰδιας ἀπεκομιζον μεριδας
. τοιγαρουν ἡδιον μεν προσεφερετο μαζαν ἠ οἱ ἀλλοι τα πολυτελεστατα των σιτιων , ἡδιον δε ἐπινε του ῥεοντος ὑδατος
9999975 λαγχανειν
ὑπηρχε κοινωνια , προσταττει , διαρρηδην κελευων του μερους ἑκαστον λαγχανειν και τοις κατα ταὐτο ἀμφισ - βητουσι τιθεις ἑνα
ἀλλα τοιαυτα οὐτε χαλεπον γνωναι τινα τροπον χρη ταξεως ἐννομου λαγχανειν , οὐδ ' αὐ μετατιθεμενα ἐνθα ἠ ἐνθα μεγα
9999975 μιγνυμενων
' ἀμφοτερας ἐνεργει τας δυναμεις . παρα δε την των μιγνυμενων ὑγρων αὐτῃ δυναμιν ἐναργως ἐπιδεικνυται των δυναμεων ἑκατεραν :
ὁρμης και ἐπιπνοιας κατεχομενους ὑπο ἐνθουσιασμου , ἠ και τουτων μιγνυμενων προς ἀλληλα κατα τινας συντυχιας τε και περιστασεις ,
9999975 κεκρασθαι
ὀγκον και μηδεις ὀγκος ὠν ἐν αὐτοις , ἀνωμαλως δε κεκρασθαι . και ταυτα μεν περι των κατα φυσιν ὑποχονδριων
εἰχον και προ της μιξεως : δοκειν δ ' αὐτα κεκρασθαι τωι την αἰσθησιν δια μικροτητα των παρακειμενων μηδενος αὐτων
9999975 συμβαλλουσι
ὁρωσι την Ἀνθιαν και ἠν μεν ἐτι ἀγνωστος αὐτοις , συμβαλλουσι δε παντα , τον ἐρωτα , τα δακρυα ,
κυβειῳ , οὑ ἡ τηλια τιθεται και τους ἀλεκτρυονας τινες συμβαλλουσι . Τηλια : ἠτοι κυβευτικα ὀργανα , ἠ τραχηπιθου
9999975 ἰσχυροτατον
. ταμιαν ] διοικητην . . ἀγριον ] μεγαν , ἰσχυροτατον , ἰσχυρον , βιαιον . μοχλευτην ] παρακτην ,
μεν του βρεγματος χαυνοτατα και ἀσθενεστατα εἰσι : πυκνοτατον και ἰσχυροτατον το κατ ' ἰνιον : μεσον δε ἀμφοιν το
9999975 πρεσβειων
λαβων , τουτεστι προσλαβομενος και προσκληρωσας ἑαυτῳ , της των πρεσβειων ἠξιωσε μεριδος : ὡστε ἐνθενδε δηλον εἰναι , ὁτι
ἐλεον οὐν αὐτῳ κινησομεν ἀναμιμνησκοντες τους δικαστας δημηγοριων αὐτου , πρεσβειων , των ἀλλων αὐτου πολιτευματων , ὡς ἐπι του
9999975 συνεκτικωτατον
. Τα ἀπ ' ἀρχης ἀχρι τελους ἐστι μεν το συνεκτικωτατον παντων των κεφαλαιωνἐνθεν γαρ και τα ἀλλα γινεται κεφαλαια
, ὁπερ ἐστι το μεσαιτατον της νεως , ὁ ἐστι συνεκτικωτατον , ἡτις ἐστι τροπις , ὑπο δε των ἀλλων
9999975 συμβουλης
κεκινημενος ἐξ ἐπιστολης . ἐκοινωνουν οὐν των παρακλησεων και συνεφηπτομην συμβουλης , ἡς οὐδεπωποτε ἐπαυσαμην . οἰμαι δε , οὐ
ἀτιμαζομενος , ἀλλ ' , οἰμαι , της ἐμης ἐκρατει συμβουλης ὁ περι τῳ παιδι φοβος . ἀκουων δε σου
9999975 μονομετρα
ἀνενευσεν . ΓΓ ἀνανευει ] ἀρνουμενος γαρ ἀνενευεν . ἰαμβικα μονομετρα βραχυκαταληκτα . ἀλλως : ἠλιθιως και ματαιως , ὡς
αʹ , βʹ , γʹ , δʹ , εʹ ἀναπαιστικα μονομετρα και διμετρα ἀκαταληκτα , το δε Ϛʹ ἀναπαιστικον διμετρον
9999975 καθαροτητος
κυκλῳ προς τοις ὑψηλοις των τοπων , εὐερκειας τε και καθαροτητος χαριν : προς δε αὐτοις οἰκησεις τε ἀρχοντων και
περι του Ἰσοκρατους λεκτεον . Ὁ τοινυν Ἰσοκρατης ἑνεκα μεν καθαροτητος και εὐκρινειας , αἱ δη τον σαφη ποιουσι λογον
9999975 κατοικισαι
ὡς βασιλευς Δαρειος ἐβουλευσατο Φοινικας μεν ἐξαναστησας ἐν τῃ Ἰωνιῃ κατοικισαι , Ἰωνας δε ἐν τῃ Φοινικῃ , και τουτων
καταβαλλοντας φορον , την δε δευτεραν ἀπαγαγειν ἐν Κωνσταντινουπολει και κατοικισαι , την δε τριτην ἀνδραποδισας διεδωκε τοις στρατιωταις :
9999975 ἀμεταβολων
' , ἠ του κ , ἠ ἑνος των λοιπων ἀμεταβολων , ἠ του ξ , δια του ι γραφεται
λεξει ληγουσα εἰς ρ , ἠ εἰς ἑν τι των ἀμεταβολων της ἑξης συλλαβης ἀρχομενης ἐκ συμφωνου , δια του
9999975 καταγελαστα
ἐκεινας προσκαλεσαμενη τας των μελιττων ἀγελας συνεταττε ; Ταυτα μοι καταγελαστα διαφαινεται , σοι δε οὐχ οὑτως ; Ταχα δε
ἐτι μαλλον ἐπιτηρουσα το στομα και τας ῥινας , τα καταγελαστα δη ταυτα ἁ και λεγων ἀν τις αἰσχυνοιτο ,
9999975 πουλυποδος
, ἱν ' ἐχων ἀποτρεχω παντα τἀμαυτου κατω , του πουλυποδος μοι το καταλοιπον ἀποδοτε . κἀν ἀλλῳ δε μερει
πλαζονται , χειρες τε περι χροϊ κυμαινονται : ὡς και πουλυποδος κοτυληδονες οὐ κατα κοσμον πλαζομεναι κενεῃσι παλαισμοσυναις μογεουσιν .
9999975 οἰκοδομειν
και τελικωτερον , οἱον ἡ οἰκοδομικη τελος μεν ἐχει του οἰκοδομειν την οἰκιαν , της δε οἰκιας σκοπιμωτερον και τελικωτερον
, θησαυρους , μαλιστα δε Σκορπιῳ ἐπει και φωλευει , οἰκοδομειν δε ἐν τοις αὐτοις ζῳδιοις πλην των τροπικων .
9999975 ἀμετροις
ἐν χρονιαις ἀσθενειαις ἠ ἐπι δυναμει ἀσθενουσῃ ἠ ἐπι ταις ἀμετροις κενωσεσιν , ἐπικινδυνοι γιγνονται : ἐπιτεινεται δε το κακον
ἐοικεν τα κωλα και οὐτ ' ἐμμετροις πανταπασιν οὐτ ' ἀμετροις , οἱον ἐν τῳ περι μουσικης λογῳ ἐπαμ φῃ
9999975 βουλησις
τιμη ; νομος μεν ὁ δημιουργικος νους και ἡ θεια βουλησις ἡ ἀϊδιως παραγουσα τα παντα και εἰς ἀει διασῳζουσα
, ἠ αἰτιαν τινα παριστανειν βουλεται και λεγεται αὑτη ἡ βουλησις ὑποτακτικη : ἐπει γουν τεσσαρες εἰσιν αἱ της ψυχης
9999975 παρηλλαγμενην
. ἀλλοκοτον φησι την νοσον αὐτου , ἠγουν ξενην και παρηλλαγμενην , παροσον ὁ μεν πατηρ φιλοδικος ἐστιν , ὁ
ὑπο τινος , τιμωριαν ἐλαβε παρ ' αὐτης ἀνηκεστον και παρηλλαγμενην : μεθ ' ἱππου γαρ αὐτην εἰς οἰκισκον τινα
9999975 Ἀττικοις
γενικας : εἰς τα πολλα γαρ ἡ κοινη διαλεκτος τοις Ἀττικοις ἑπεται . Ταυτα μεν ἐν τουτοις . Ἰστεον δε
δε ταυτα οὐχι ἀττικως ἀλλα κοινως κατα παθος συνεμπεσοντα τοις Ἀττικοις . Των δε ὑπερ μιαν συλλαβην ἀγαν σαφεις οἱ
9999975 προσουσης
τοινυν δυοιν θατερον , ἠ τον νομον χαιρειν ἐασας της προσουσης ἐχεσθαι δοξης , ἠ τουτον στησαι ζητων προς τῳ
και τρεφειν δυναμενην αὐτας και καθεκτικην , δια μεν της προσουσης θερμοτητος ἑλκτικην , δια δε της ψυξεως καθεκτικην .
9999975 θεραπαιναι
δε πεντακις της ἡμερας , ἐκυμβαλιζον „ δ ' ἑπτα θεραπαιναι κυκλῳ , αἱ δ ' ὠλολυζον ” . ”
: κυριως των κυνηγων τα ὑποδηματα . ἀλετριδες : αἱ θεραπαιναι αἱ ἀληθουσαι . καιτοι περ κακως τῃ Λητοι ἐχαρισατο
9999975 καθαραι
ἐν πρυτανειῳ σιτησεως μετεχεις . ἐκαλουντο γαρ Ἀχιλλειαι κριθαι τινες καθαραι 〚 ὡς εὐγενεις αὑται 〛 . ΓΘ κἀκεινος μεν
ὑλη , ἀλλα ποιοτης , καθαιρωμεν . τινι δε εἰχε καθαραι ὁ Ἱπποκρατης ἐν τοις τοτε χρονοις , ἠ ἐλλεβορῳ
9999974 καθαραν
' ἐπιτρεπει την κρισιν Παριδι τῳ Πριαμου ψηφον ἐναργη και καθαραν ἐξενεγκων , ὁτι και φρονησεως και σοφιας και ῥωμης
ἀκαθαρτου αὐτου εἰσπνεομενου , ἀποκαθαιρεται δικην ἰσθμου το ἀκαθαρτον και καθαραν την εἰσπνοην του ἀερος ποιειται . Τα δε παθη
9999974 ὀξυτατων
της συναγχης παθος , εἰπερ τι και ἀλλο , των ὀξυτατων ἐστι παθων : δικην γαρ ἀγχονης και βροχου ἀποπνιγειν
και γαρ ἐς πλεον του μηκους ἐλαυνουσι και ταχυτεροι των ὀξυτατων ποταμων φερονται και διαφευγει αὐτους οὐδεν : τουτοις και
9999974 ἑλκομενοι
πλανηθεντες ἐξωθεν μεν μη λαβωσι διαπνοην , ἐντος δ ' ἑλκομενοι την αὑτων ἀτμιδα τῃ της ψυχης διαθεσει σφοδρα συμμιξαντες
ἡν οἰκουσιν οἱ προειρημενοι , ἀλφιτα αἰγειῳ ζωμῳ διαβραχεντα . ἑλκομενοι δε οἱ σαργοι ὡς ὑπο τινος ἰυγγος της ὀσμης
9999974 πληθυντικαι
, ὡσπερ και τα αὐτων ἐπιῤῥηματα . Αἱ μεντοι ὑπολειπομεναι πληθυντικαι γενικαι , αἱ μη ὑποπιπτουσαι τουτοις τοις κανοσιν ἀκολουθουσι
πυρα φιληματα κερατα . Αἱ μεν εἰς ες δισυλλαβοι εὐθειαι πληθυντικαι περισπωσι τας γενικας , μηνων χηνων γραων , ἐννεα
9999974 ἡλικιων
σπορον ἐμβαλλῃ . κουροτερος γαρ ἀνηρ : περι των ἑπτα ἡλικιων . ἰστεον ὁτι ὁ Ἱπποκρατης ἑπτα ἡλικιας ἐπ '
Σαραπιωνος , ὀγδοηκοντουτης ἐτελευτα , κατα την ἰδιαν ὑπογραφην των ἡλικιων : ὡς δ ' οἱ πλειους , ἐτη βιους
9999974 δραστικωτερον
: ἡ μεν γαρ πλειστη τῳ ποσῳ , το δε δραστικωτερον . ἀναισθητα μεν οὐν τα φυτα , ὁτι ἁπλα
προσπλεξει ὀλιγον ἠ και ἀλλης τινος ἀντιδοτου διαφορητικης , ἐτι δραστικωτερον ἐργασεται το φαρμακον . εἰ δε παυσαιτο μεν ἠδη
9999974 φιλονεικον
ἡμιν αὐτοις εἰσι τινες , οἱς το δυσερι τουτο και φιλονεικον ἐνεστιν ἰδιᾳ τε και κοινη οὐκ ἀξιουσιν ἡτ -
οὐκ ἐμου κλυεις . δει αὐτον μη εἰναι δυσεριν και φιλονεικον : ὁ γαρ τοις ἐναργεσι μαχομενος , φησιν ὁ
9999974 καταλαβοι
ἀσφαλης : σαλευοιεν δε ἀπαθεις , εἰ μη μεγας χειμων καταλαβοι . Ἀπο δε Ἰωνοπολεως εἰς Αἰγινητην , πολιχνιον και
Σκιπιων αὐτοις εἱπετο , βλαπτων τι και λυπων , ὁσακις καταλαβοι . ὡς δ ' οἱ μεν ὀχυρον τι χωριον
9999974 δυνατωτεροι
; ἀφ ' οὑ ποτερον πλουσιωτεροι γενησομεθα ἠ μειζονες ἠ δυνατωτεροι ; το κενοδοξειν ἀνοητον μεν εἰναι και ἐπι των
ἐδεσματων κοινῃ και μη κατα μερος τιθεμενων το προτερον οἱ δυνατωτεροι τας τροφας των ἀσθενων ἡρπαζον , και συνεβαινε τουτους
9999974 συνδεσμοις
ἐν ὀνομασι και ἀντωνυμιαις και ῥημασιν και ἐν ἐπιῤῥημασι και συνδεσμοις εὑρισκεται ἐγκλινομενα . και ἐν ὀνομασι μεν το τις
το πνευμα και συντιθεται μαλιστα και εὐτονον γινεται τοις συνεχεσι συνδεσμοις τοις συμπλεκτικοις , και πασχει δε γε κοσμουμενον ἀπ
9999974 οἰκοδομηματων
ἡ τις και Πτολεμαϊς . ἠν δ ' ἐκ πλινθινων οἰκοδομηματων συντεθεισα , κτισμα Περσεως Ζακυνθου Ἀριστομεδοντος Λυκου . λεγεται
ἀλλα σεισμος ἐς την χωραν σφισιν αὐτικα κατασκηψας των τε οἰκοδομηματων την κατασκευην και ὁμου τῃ κατασκευῃ και αὐτο της
9999974 βουληθωμεν
ἐξελιξαντες τον του βαθους τοπον διπλασιασωσιν . ἀποκαταστησαι δε ὁταν βουληθωμεν εἰς τας προουσας ταξεις , τους ἐπεντεταγμενους ἀνακαλεσομεθα εἰς
συμμετρον και παραφθεγγομενον την εὐχην τῳ τροπαιῳ : κἀν παρακουσαι βουληθωμεν , ταχα ἑλληνιει . Ἐς αὐτα ἡκεις Ὀλυμπια και
9999974 στρατευσαμενοι
; ἡμεις γουν οὐ πολυν χρονον διχα του ὑμετερου πληθους στρατευσαμενοι δικην ἐδομεν ὡς και ὑμεις ἐπιστασθε . ἐπι τουτῳ
τοις ἀνδρασιν , ἀλλα και τοις χωριοις πολεμιοις χρωμενοι : στρατευσαμενοι δε και εἰς Ἀσινην της Λακαινης ἐνικησαν τε την
9999974 Ὠκεανον
Ὠκεανοιο : ἡ διπλη ὁτι ποταμον , οὐ θαλασσαν τον Ὠκεανον παραδιδωσι . . οὐ . και . . ξεστῃς
δε ἐκ Κρητης , Ὀρφευς δε ἐκ των περι τον Ὠκεανον τοπων , Φανοδημος δε ἀπο της Ἀττικης , Δημαδης
9999974 οἰκοις
τοιουτοι φιλουσι πανυ τας ἑαυτων γυναικας . ἡ Ἀφροδιτη ἐν οἰκοις ἠ ὁριοις Ἀρεως δολους , κρισεις και πολλα κακα
ς ' ἐπαρας ψευσομαι : δωσω δε σοι , καλλιστον οἰκοις κτημ ' , Ἀχιλλεως ὀχον . αἰνω : λαβων
9999974 συνεδροις
ἐπι τουτους δη στρατιαν ἐξαγειν βουλευσαμενοι και δοξαντες ἁπασι τοις συνεδροις ὀρθως βεβουλευσθαι προειπον ἡκειν ἁπασι τοις ἐν ἀκμῃ χρονον
, τι τῳ κοινῳ συμφερει , και τι προβουλευσαι τοις συνεδροις παραινει . ὁ δ ' ἀναστας και πολλους διεξελθων
9999974 συναλλαγας
, κρινεσθαι κατα τους νομους : των δε περι τας συναλλαγας ἀμφισβητηματων εἰς μεγαλους κλυδωνας και δεινας προβεβηκοτων ἀτοπιας τε
φιλιας , ὁμιλιας , ἐπικτησεις ὑπαρχοντων , ἀγορασμους κοσμου , συναλλαγας ἐπι το ἀγαθον , γαμους , τεχνας καθαριους ,
9999974 μεταβαλουσα
Ὡς δε ἐσιωπων ἐγω κατω νενευκως , μικρον διαλιπουσα λεγει μεταβαλουσα : “ Ἁ μεν εἰπον , ὠ φιλτατε ,
οὑτω δε των πραγματων τῳ Θιβρωνι προχωρουντων ἡ τυχη ταχυ μεταβαλουσα ἐταπεινωσεν αὐτον δια τοιαυτας αἰτιας . των ἡγεμονων των
9999974 βουλευσομενοι
ἐσται χρονος , ἐν ᾡ περι οὐδενος των κοινων συνελευσομεθα βουλευσομενοι . Ἀξιω δ ' ὑμας , Ἀππιε , τους
παρεσχε . . Συνῃεσαν δ ' ἐν φανερῳ μεν οὐποτε βουλευσομενοι , λαθρα δε κατ ' ὀλιγους εἰς τας ἀλληλων
9999974 οἰκειοτητας
' αὐτου , λεγω το οὐ γαρ τα ῥηματα τας οἰκειοτητας ἐφη βεβαιουν , εἰθ ' ἡ θεωρια μαλα σεμνως
: κατα δη τας τοιαυτας των μελων προς τους θεους οἰκειοτητας παρουσια τε αὐτων γιγνεται , ὡστε μετεχειν αὐτων εὐθυς
9999974 καθαιρει
διοικων , και τους ἀδυνατους δυναμοι , και τους δυνατους καθαιρει της δυναμεως . Ὡν το μεν δηλοι το βριαειν
χρηματιζει τε ὁ θεος και ἐπισχει τινας ἡμερας : και καθαιρει την ἀνω , και σχεδον οὐκ εἰσαπαξ . και
9999974 ἐπικουροι
πολυσκαρθμοιο Μυρινης : ἐνθα τοτε Τρωες τε διεκριθεν ἠδ ' ἐπικουροι . Τρωσι μεν ἡγεμονευε μεγας κορυθαιολος Ἑκτωρ Πριαμιδης :
λεοντα : ἡμεις δε μαχομεσθ ' οἱ περ τ ' ἐπικουροι ἐνειμεν . και γαρ ἐγων ἐπικουρος ἐων μαλα τηλοθεν
9999974 βουλευομενοι
ἀλληλους , εἰ τις ἀδικως τιμαται . πολλακις δε και βουλευομενοι ἁ μεν ἀν ἐπιθυμωμεν πραττειν , ταυτα ἐπαινουμεν ,
ψευσασθαι . . Ἑβδομοι δε εἰσιν οἱ ὑπερ των κοινων βουλευομενοι ὁμου τῳ βασιλεϊ , ἠ κατα τας πολιας ὁσαι
9999974 λαβους
Ξερξου φιλη , ἐλθους ' ἐς οἰκους κοσμον ὁστις εὐπρεπης λαβους ' ὑπαντιαζε παιδι . † παντα γαρ κακων ὑπ
: ἱκανως κεχορτασμαι γαρ . ἀγαθου δαιμονος . δεχομαι . λαβους ' ἀπενεγκε ταυτην ἐκποδων . ἐπειτα της αὐτης ὁδου
9999974 κομιζοντας
. Χρηματων αὐτῳ κομισθεντων ἀπ ' Ἀλεξανδρου , ἑστιασας τους κομιζοντας τον αὑτου τροπον ἀπαγγειλατε ἐφη Ἀλεξανδρῳ , ὁτι ἐστ
και καλλιστα πιστευσας και παντοθεν μαλλον ἠ Κεγχρεαθεν ἀναγομενῳ τους κομιζοντας ἐπιβησας σκαφει . ἐρρωσο . Τῳ μεν κηρυκι σευ
9999974 καθαιρουσι
ἰσχυρας καθαρσεις . τι ποτ ' οὐν αὐτος ὁ Ἐρασιστρατος καθαιρουσι χρηται φαρμακοις και οἰνον διδωσιν ὑδατι ψυχρῳ κεραννυς ,
τοιαυτην καθαιρουσι χολην , αἱ δε μελαντεραι τοις τον μελαγχολικον καθαιρουσι χυμον . χρη γαρ προ της του πεπονθοτος μοριου
9999974 ἡγεμονιας
, ποτε μεν ἰδιωτης ὠν , ποτε δε ἐφ ' ἡγεμονιας τεταγμενος , ὑπεληφθη δραστικος εἰναι και φιλοτεχνος ἐκ του
και των μεγιστων περιγενοιτο , ἐπισταμενους ἀκοῃ ὁτι Ἀθηναιων της ἡγεμονιας στερηθεντων και τα τειχη ταις ἑαυτων χερσι κατασκαψαντων και
9999974 εὑρισκομενων
εἰναι την ἀνθρωπου φυσιν και ἀτελεστεραν των ὑπ ' αὐτης εὑρισκομενων μεθοδων και τεχνων , ὡς δεισθαι ἐκεινων προς την
συγγραφεων εἰδος αὐτα σκωληκων ἱστορουσι των ἐπι τοις σαπροις ὑδασιν εὑρισκομενων . ἀπαρτι : ἀντι του ἀπηρτισμενως και παντελειως και
9999974 εὐστοχος
τοιαυτης . παρεσσεται : ἐσεται , ὑπαρξει , γενησεται . εὐστοχος : ἐπιτυχης , ἐξοχος , εὐτυχης . Ἀλλοι :
ἀκριβης , και γνωμη ὑγιης , και λογος βραχυς , εὐστοχος , ἐοικως οὐ πελταστῃ μισθοφορῳ , ἀπροορατως θεοντι ,
9999974 γεγραμμενοις
Ἱππολυτου φθοραν κατηγορει κατ ' ἐπιβουλην . πιστευσας δε τοις γεγραμμενοις τον μεν Ἱππολυτον ἐπεταξε φευγειν , αὐτος δε τῳ
κολλυριῳ . χρη δε το κολλυριον ἐνιεντα καταπλασσειν τοις ἀνωτερω γεγραμμενοις , ὁσα ψυχειν δυναται ἠ στυφειν ἠρεμα : τα
9999974 γυναικειοις
ἀρχην ἀφικνουνται , ὡς οὐδεν δεον παρεχειν τα ὠτα κωμοις γυναικειοις και σκιρτημασι σατυρικοις καταβαντας ἀπο των ἐλεφαντων , οἱ
συντροφιαν : ὁς ἐκ παιδος το μειρακιον ἐν τρυφῃ και γυναικειοις ἐπιτηδευμασι συνεχων διεφθειρεν αὐτου την ψυχην . Ὁτι ὁ
9999974 συμμαχους
ἐαν τις στρατηγος ὁρων ἀθυμως ἐχον το στρατευμα ψευσαμενος φησῃ συμμαχους προσιεναι και τῳ ψευδει τουτῳ παυσῃ της ἀθυμιας τους
τοσουτον δυναται το την ἐχθραν καταθεσθαι , ὡστ ' εὐθυς συμμαχους ἐχειν ὑμας , το γε ἐσχηκεναι προτερον τους ἑτερους
9999974 βουληθεντα
των ἀδυνατων ἐπιθυμησαντα και εἰς το των θεων ἀθροισμα παραγενεσθαι βουληθεντα . το δε παρ δικαν γλυκυ : το δε
νομος , οὐ τον δρασαντα μονον , ἀλλα και τον βουληθεντα : και τοιχωρυχον τον ἐπιχειρη - σαντα , κἀν
9999974 μεμαθηκεναι
οὐδεν γαρ ἀλλο ἠ ὡσπερ ἀναμιμνησκομενοι περι ὡν δοκουμεν μη μεμαθηκεναι μηδε ἐγνωκεναι καταλαμβανομεν το ζητουμενον : πως δ '
το ἡγεισθαι σε πολλων μεν ἐμπειρον γεγονεναι , πολλα δε μεμαθηκεναι , τα δε αὐτον ἐξηυρηκεναι . εἰ οὐν ἐχεις
9999974 αἰσχιστων
τον παιδα ἠ μη ἐαν πορευεσθαι την τεταγμενην ὁδον των αἰσχιστων ἐστιν , ὡς ἐξομολογουμενοις ὁτι ἀναξιος ὁ παις εἰη
ὑπαρχοντων , ὡς ἐστι των αἰσχρων , μαλλον δε των αἰσχιστων , μη μονον πολεων και τοπων ὡν ἠμεν ποτε
9999974 φιλονεικειν
μελετωμεν τον αἰτουντα την δωρεαν . Οὐ λειπουσιν ἀρα τοις φιλονεικειν βουλομενοις ἐριδος ἀφορμαι . ἀνηρ ὁλην πατριδα τυραννιδος ἐλευθερωσας
φυσει γαρ δυσερις πασα γυνη , και το πραγμα πεισει φιλονεικειν ἀμφοτερας , την μεν παλαι συνοικησασαν Ἀχιλλει , την
9999974 ἀντικειμενη
, ἀπο ἰνιου λοξη παρα κορυφην και ἐπι βρεγμα , ἀντικειμενη τῃ πρωτῃ ἐπι μεσοφρυον , ὡς κατ ' αὐτου
φερομενον : ἡ γαρ ὁλη φορα οὐθεν ἡττον ἑκατερα ἑκατερᾳ ἀντικειμενη ἐπ ' ἀπειρον νοειται . “ Και μην και
9999974 ἐπιδεικνυς
οὐτε γαρ τριηρεις οὐτε στρατιωτην προδεδωκα . Λυσεις ὁρικως , ἐπιδεικνυς ὁτι τουτο ἐκεινων ἐστι χαλεπωτερον : και οὐχ εἱς
ὀντα και νοσουντα μαλλον και φευκτον δια τουτο τοις ἐρωμενοις ἐπιδεικνυς , ἐν δε τῳ μετα το ἐραν ἀπιστον τινα
9999974 ἀμειψασθαι
Κυμαιους δε κελευεις τον ἱκετην ἐκδιδοναι ; Τον δε αὐτις ἀμειψασθαι τοισδε : Ναι κελευω , ἱνα γε ἀσεβησαντες θασσον
καλεσας Χαιρεαν εἰπε ” τα μεν πρωτα σου των κατορθωματων ἀμειψασθαι καιρον οὐκ ἐσχον : συ γαρ μοι Τυρον ἐδωκας
9999974 ἀφοριας
ἀτοπον γαρ γεωργον μεντοι σημειον ποιεισθαι ? εὐετηριας τε και ἀφοριας , φυτων ? τε τινων και ποιων ? πρωϊαιτερα
ἀνεδιδου . Πεμψας οὐν εἰς Δελφους ὁ Ἀθαμας περι της ἀφοριας ἐπυνθανετο . Δωροις δε πεισασα Ἰνω τους πεμφθεντας ὑπεθετο
9999974 ἀτοπωτερον
δυσπροσωπον ὁραθεν συναγει τας ψυχας των ὁρωντων και συστελλει . ἀτοπωτερον δ ' ἀν εἰη των οἰκειων τινα ἰδειν τοιουτῳ
τι των ποιουμενων ] ἐνδον λαλουμενων θ ' ἁμα . ἀτοπωτερον ] τουτου , μα τω θεω , ξενον οὐπωποτ
9999974 ἐπεχειρησεν
το ἐθνος το Φλεγυων , ἐτι δε Πυρρος ὁ Ἀχιλλεως ἐπεχειρησεν αὐτῳ , και δυναμεως μοιρα της Ξερξου , και
προς πασαν Σικελιαν . των δη μισθοφορων τους πρεσβυτερους Διονυσιος ἐπεχειρησεν ὀλιγομισθοτερους ποιειν παρα τα του πατρος ἐθη , θυμωθεντες
9999973 δεισιδαιμονιας
Ἀντιπατρος ὁ Ταρσευς ὁ ἀπο της στοας ἐν τεταρτῳ περι δεισιδαιμονιας λεγεσθαι φησι προς τινων ὁτι Γατις ἡ των Συρων
και το διαλεκτικον . δυνασθαι γαρ και εὐ λεγειν και δεισιδαιμονιας ἐκτος εἰναι και τον περι θανατου φοβον ἐκφευγειν τον
9999973 τετρακοσιας
τοιαδε διδωμι : ξεινον τε σε ποιευμαι ἐμον και τας τετρακοσιας μυριαδας τοι των στατηρων ἀποπλησω παρ ' ἐμεωυτου δους
ἡλιον ἀπεχειν ἀπο της γης σταδιων μυριαδας [ μυριαδων ] τετρακοσιας και σταδια ὀκτακις μυρια , την δε σεληνην ἀπεχειν
9999973 ἐπαγγελλομενοι
ἐχοντας προσιεναι τουτοις τοις πραγμασιν οἱς προσιασιν . οὑτως οἱ ἐπαγγελλομενοι ὁτιουν πραττειν * * ἀκουομεν τον μαθοντα τα ἰατρικα
του σχηματος , οἱ δε την καλλιστην και την ἐλευθεριωτατην ἐπαγγελλομενοι δυναμιν , δι ' ἡς ἁπαντα πραγματα ἐξεταζεται και
9999973 Ἀθηνησιν
ὑπο τῳ θρονῳ , και καθηται ὡσπερ ἐν τῳ Μητρῳῳ Ἀθηνησιν ἡ του Φειδιου . ἐνταυθα και ἡ ἀγκυρα δεικνυται
την πεζαν προσερραπτο ἐν τε Σικυωνι ἐπι των τυραννων και Ἀθηνησιν ἐπι των Πεισισρατιδων , ὁπως αἰσχυνοιντο εἰς ἀστυ κατιεναι
9999973 κεινοισι
: και μαχομην κατ ' ἐμ ' αὐτον ἐγω : κεινοισι δ ' ἀν οὐ τις των οἱ νυν βροτοι
ἐπεσποντ ' . αἰψα δ ' ἀπο κˈλισιαν ὠρτο συν κεινοισι : και ῥ ' ἠλθον Πελια μεγαρον : ἐσσυμενοι
9999973 συμβουλευτικος
δε δικανικος , ὁ δε πανηγυρικος . και ὁ μεν συμβουλευτικος δηλον ὡς ἐν τοις μεγεθος ποιουσι μαλλον πλεοναζει τυποις
ἐπιτιμητικος , νουθετητικος , ἀπειλητικος , ψεκτικος , ἐπαινετικος , συμβουλευτικος , ἀξιωματικος , ἐρωτηματικος , ἀποφαντικος , ἀλληγορικος ,
9999973 κολασεων
. Λητω γαρ ἑλκησε . † ) ποθεν ᾐδει των κολασεων τας αἰτιας ; οὐ γαρ ἠκουσεν . . δια
αὐτων ἀξιοπιστα γενηθηναι . πλην και αὐτοι προειπον περι των κολασεων των μελλουσων ἐσεσθαι ἐπι τους ἀσεβεις και ἀπιστους ,
9999973 ἀπολαυομεν
οὐχ ἱνα ἀπολαυσαιμεν , ἀλλ ' ἱνα οἱων οὐκετ ' ἀπολαυομεν εἰδοτες στενοιμεν , γευσας ἀφειλετο , ὡσπερ ἀν εἰ
ἐπιστροφης την ἡμετεραν κακιαν ἰωμενοι παλιν της των Θεων ἀγαθοτητος ἀπολαυομεν : ὡστε ὁμοιον τον Θεον λεγειν τους κακους ἀποστρεφεσθαι
9999973 ὑπερβαλλοντως
ἐχων αὐτην εὐτραπελος , ἡ δ ' ὑπερβολη βωμολοχια , ὑπερβαλλοντως τινος χρωμενου τῳ γελοιῳ και οὐτε ὡς δει οὐτε
Ἐνδιῳ : ὁ Ἐνδιος ἡ εὐθεια ἐς τα μαλιστα : ὑπερβαλλοντως . ὁθεν και τοὐνομα Λακωνικον . . . :
9999973 καθαρσιος
ἀχροα , και μη κατα τα αὐτα αἰει γινομενα , καθαρσιος δεισθαι σημαινει . Γυναικι ἐν γαστρι ἐχουσῃ , ἠν
ἰατρομαντις δ ' ἐστι και τερασκοπος και τοισιν ἀλλοις δωματων καθαρσιος . ἀναξ Ἀπολλον , οἰσθα μεν το μη ἀδικειν
9999973 ἀμολυντον
, και βαλων εἰς κακκαβον ἑψε μαλθακῳ πυρι , ἑως ἀμολυντον γενηται , και ἀναλαβων χρω . Λιθαργυρου , κηρου
β : ἑψε ἐλαιον , ψιμυθιον , λιθαργυρον , ἑωϲ ἀμολυντον γενηται : εἰτα τα ἀλλα ὑϲτερον προϲβαλλε και χρω
9999973 φιλομαθεις
ἀπορους δε οὐδε ἀσυνετους , πολυπειρους και πολυϊστορας ἠ προγνωστικους φιλομαθεις περιεργους , ἀποκρυφων μυστας , εὐσεβουντας εἰς το θειον
και ἁπλως εἰπειν παντες φιλοπευστεις ὀντες , τουτ ' ἐστι φιλομαθεις , το δε πρακτικον , ὡς δηλοι ἡ ψυχη
9999973 ἀφεστηκοτων
του Λεοντος κατα διαμετρον ἐξ Ὑδροχοου , Ἡλιου και Σεληνης ἀφεστηκοτων της πρωτης του Λεοντος μοιρας δεκα , βαλλετω ὁ
ᾑρηκεναι . χρονῳ δε ὑστερον ἐπλευσε και ἐς Αἰγυπτον , ἀφεστηκοτων ἀπο βασιλεως των Αἰγυπτιων βοηθησων : και ἐστιν Ἀγησιλαῳ
9999973 κατεσκευασμενων
δι ' ὀργανων των προς τουτο αὐτο ὑπο της οἰκειας κατεσκευασμενων φυσεως : ὁσα τε ἀναπνειν δια ῥινων πεφυκε των
ἀν και ἐλευθεριωτερους και γοργοτερους φαινεσθαι . οὑτω γε μην κατεσκευασμενων μορας μεν διειλεν ἑξ και ἱππεων και ὁπλιτων .
9999973 διακοσμησεως
' ἀλλης χωρας ὡς ἡ φυσις εἰχεν και το της διακοσμησεως εἰδος , ἀπομνημονευσαι πειρατεον . πρωτον μεν οὐν ὁ
τι διαφεροντως ὡς ἐνταυθα πρωτως συνεχομενης της ἐν τῳ παντι διακοσμησεως . Δια τουτο γαρ μενει μεν ἐν ταξει τα
9999973 λαβουσαι
Σφιγγα Θηβαιαν δε πασας ἐστι τας πορνας καλειν , αἱ λαβουσαι ἁπλως μεν οὐδεν , ἀλλ ' ἐν αἰνιγμοις τισιν
τῃ ὁλῃ δυναμει κεινται , αἱ δη το ἐν εἰδει λαβουσαι , δυναμει εἰσιν ἡ ὁλη : κατηγορειται γαρ ἡ
9999973 διαμαρτανουσι
παρουσης ὑποθεσεως οὐκ ἰδιον . ἁ δ ' ἐν ἱστοριᾳ διαμαρτανουσι , τα τοιαυτα ἀν εὑροις ἐπιτηρων , οἱα κἀμοι
, λαμπρα δε και ἐμπνους , ὡσπερ ἐκ τριποδος . διαμαρτανουσι μεντοι του ἀνδρος φασκοντες αὐτον τας μεν ἐπιφορας ἀριστα

Back