οἱς ἠνιαθης ἀφορμῃ προς φιλοσοφιαν ἐχρησω , μικρου τον λυπησαντα ἐπῃνεσα : ὡς δε εἰδον την ἀριστην Μαριανην και πειραν
, οὑς ἐτι ζωντος ἐπονεις Ὀλυμπιου χαριζομενος Ὀλυμπιῳ , πολλακις ἐπῃνεσα και νυν περι ἡμας εὑρισκων σε τοιουτον και θαυμαζω
9999946 ἀπιστια
, ὁτι ἀτοπωτατον των παντων ἡ περι τους εὐ ποιουντας ἀπιστια : ἡ δε του φευγοντος θεσις , ὁτι δεινοτατον
ἀγευστος : ἀπειρος . ἀγη : χαρα . θαυμα . ἀπιστια . ζηλος . ἐνιοι ἱερεια . παρ ' Ἡροδοτῳ
9999946 ἐκλειψεως
των τοσουτων ὡρων παροδον , ὁσων ἐστιν ὁ πας της ἐκλειψεως χρονος , μηδεμιαν πανταπασιν αἰσθητην ποιειν την της ὑπεροχης
ὑποκεισθω και ἀπογειον του ἡλιου και του μεσου χρονου της ἐκλειψεως . και το μεν Δ το του ἡλιου κεντρον
9999946 Τοιουτο
ἀν θελειν ἀποκαρτερειν , ἠ ταυτ ' ἀκουων καρτερειν . Τοιουτο των ξενων τι καταχειται σκοτος . Ἐντευθεν εἰς Ὠρωπον
ἠν ἡ τεχνη αὐτοις ἐς δεον οἰκονομησασθαι την ὑλην . Τοιουτο δη τι και το του συγγραφεως ἐργον εἰς καλον
9999944 ἀφαιρεσεως
' ἀμφοτερων των συνδεσμων : αὑτη γαρ ἠν διακριτικη της ἀφαιρεσεως και της ἀποκοπης , ἐπει , εἰ συναπεκεκοπτο το
και ἀνουσια , ὡσπερ ὁ κατ ' ἐπινοιαν ἀνθρωπος ἐξ ἀφαιρεσεως των αἰσθητων ἐν ταις φαντασιαις ἡμων ἠ ταις δοξαις
9999944 Ἰσχομαχος
ὁπως οὐκ εἰ παρασιτος , φιλτατε : ὁ δ ' Ἰσχομαχος ὁδι τρεφων σε τυγχανει . ὁπως δε την νυμφην
τα ὑποζυγια , τουτο συ με διδασκε . Και ὁ Ἰσχομαχος γελασας εἰπεν : Ἀλλα παιζεις μεν συγε , ἐφη
9999944 ἀφαιρει
χειρι ἐπιμελως , ἀχρις ἀν οὑ ὑποστῃ ἡ λεπις , ἀφαιρει τα ἐφεστωτα , ἀποχεας τε το ὑδωρ ἐπιχει ὀμβριου
ἐᾳ την συνεσιν ἀνθρωποις ἐνεργειν : ἀλλα και τον ὑπνον ἀφαιρει , και κλονον παρεχει τῃ ψυχῃ , και τρομον
9999944 Ἀντιμαχος
μορφην . ἐνταυθα δε κωμῳδειται ὡς ἀκολαστος . οὑτος ὁ Ἀντιμαχος πορνος ἠν λιαν και φαυλου βιου ἀνθρωπος και ἀναισχυντος
, μισησας οἱ ' ἀνεπεμψεν ἐπη . Λυδης δ ' Ἀντιμαχος Λυδηιδος ἐκ μεν ἐρωτος πληγεις Πακτωλου ῥευμ ' ἐπεβη
9999943 πικροτητος
ὡστε ὑπολειπεσθαι το γεωδες αὐτων της οὐσιας , ὁ χωρις πικροτητος ἐπιφανους ἐδεσμα ξηραντικον γινεται . Λιπαρον ἐστι το των
συγκεραννυμενου χλοωδες : ἐτι δε συμμειγνυται ξανθον χρωμα μετα της πικροτητος , ὁταν νεα συντακῃ σαρξ ὑπο του περι την
9999943 φιλοποτης
ἀμετριοισι ποτοις . ὁτι φιλοινος ὁ προς οἰνον ἑτοιμος , φιλοποτης δε ὁ προς ποτους , κωθωνιστης δε ὁ μεχρι
ἐνατον εἰναι μερος της ἀμβροσιας κατα την ἡδονην . οὐδεις φιλοποτης ἐστιν ἀνθρωπος κακος . ὁ γαρ διματωρ Βρομιος οὐ
9999943 φιλτατης
καλλει προηκειν της ἐμης εὐμορφιας και σης , Ἀθανα , φιλτατης ἐμοι θεων , εἰ μη κατασκαφεισαν ὀψομαι πολιν Πριαμου
ἐξαφειλετο , ὁς ς ' ὡδε μοι προὐπεμψεν , ἀντι φιλτατης μορφης σποδον τε και σκιαν ἀνωφελη . Οἰμοι μοι
9999943 Ἐπαφροδιτος
του Διος , ὡς δηλοι Νυμφιος ὁ φιλοσοφος . Οὑτως Ἐπαφροδιτος ἐν Ὑπομνηματι θʹ Ἰλιαδος , παρατιθεμενος Κλειταρχον Αἰγινητην λεξικογραφον
οἱ δικασται : ἠσαν δε κογχαι τινες , ὡς φησιν Ἐπαφροδιτος ἐν ταις Λεξεσιν . τας χοιρινας ] ἠγουν τας
9999942 Ἀσκληπιος
. . ἐχων : Φορων . . στεφανηφορος γαρ ὁ Ἀσκληπιος ἀει στεναζων . ὑγειας γαρ ἐστιν ἐφορος . .
ποιητης , νοσει τινα νοσον : και ἰαται αὐτον ὁ Ἀσκληπιος , και προσταττει χαριστηρια της ὑγιειας . ὁ δε
9999942 ἐμαινετο
παυσαντες νοσουν . Καπανευς δε πως εἰποιμ ' ἀν ὡς ἐμαινετο ; μακραυχενος γαρ κλιμακος προσαμβασεις ἐχων ἐχωρει , και
ἠν ἐκφρων μετα την θεαν : τα μεν δη πλειονα ἐμαινετο , ὀλιγακις δε ἐγινετο ἐν ἑαυτῳ . ἁτε δε
9999942 κατεφρονησεν
και ἐφειδετο της ἑαυτου ὡρας . εἰ μεν δη χρυσου κατεφρονησεν ἠ χρηματων ἠ ἱππων ἠ τοιωνδε δελεασματων , οἱς
ὁ μεν δη Σκιπιων ὡδε ἐγκληματος ἀναξιου των βεβιωμενων οἱ κατεφρονησεν , σοφωτερον , ἐμοι δοκειν , Ἀριστειδου περι κλοπης
9999942 Μεσοποταμιας
υἱοι μεθ ' ἡμων , μετα το ἐλθειν ἡμας ἐκ Μεσοποταμιας ἀπο Λαβαν . Και πληρωθεντων δεκαοκτω ἐτων , ἐν
ἐθνος Ἰβηρικον των ἐκτος Ἰβηρος ποταμου . Καρραι , πολις Μεσοποταμιας , ἀπο Καρρα ποταμου Συριας . το ἐθνικον Καρρηνος
9999942 Ἀρχεμαχος
ἐν βʹ Θετταλικων καλεισθαι φησι τους πενεστας και Θετταλικετας . Ἀρχεμαχος δ ' ἐν τῃ τριτῃ Εὐβοικων Βοιωτων , φησιν
Κατα Κτησιφωντος . Ἐοικε το ὀρος της Εὐβοιας εἰναι : Ἀρχεμαχος γουν ἐν γʹ Εὐβοϊκων φησι : Κοτυλος μεν οὐν
9999941 σκληροτητος
συμφερει , μονον προμηθευομενον , ὁπως μη ἡ σανις ὑπο σκληροτητος ὀδυνην παρα καιρον παρεχῃν [ ] . καιτ [
δ ' ὁς , περι λεγεις ; Ἀγριοτητος τε και σκληροτητος , και αὐ μαλακιας τε και ἡμεροτητος , ἠν
9999941 Αἰγυπτιους
οὐλοκρανοι ὡς Αἰθιοπες . οἱ δε βορειοτεροι τουτων κατ ' Αἰγυπτιους μαλιστα ἀν εἰεν τα σωματα . ἐθνεα δε Ἰνδικα
τἀνθρωπων κακα . ἀλλα καθ ' Ὁμηρον φαναι παντας ἀνθρωπους Αἰγυπτιους ἰατρους εἰναι . διεγνω δη ὁ Πλατων και τοις
9999941 ἐπῃνειτο
και τους μετ ' αὐτου ταις εὐνοιαις ἰδιους κατεσκευασεν . ἐπῃνειτο δε και ὑπο του δημου των Γελῳων ὡς αἰτιος
' οὐκ ἀπαιδευτως , ἀλλα πανυ τορως και συγκεκροτημενως : ἐπῃνειτο γουν μεταξυ πινοντων οὐ προς ὑδωρ μεμετρημενον , ἀλλα
9999941 Ὀλυνθιους
οὐδ ' ἀν εἰπειν δυναιτ ' οὐδεις ὁσα τους ταλαιπωρους Ὀλυνθιους προτερον δους Ποτειδαιαν ἐξηπατησε και πολλ ' ἑτερα :
μεταγινωσκειν ἀπρεπες . ἀλλ ' ἐβουλομεθα μεν ἐχθρους καταστησαι τους Ὀλυνθιους , οὐ μην νυν οὐδε τουτον τον τροπον .
9999941 βαραθρου
δι ' ὡν τις ἀπωλλυτο , βροχου , κωνειου , βαραθρου , οὑτος μετα το ἀποθανειν και διελθειν τα τρια
πολεμοιϲ γιγνεται , ἠ ἐκ τελματων τινων ἠ λιμνων ἠ βαραθρου τινοϲ παρακειμενου και ἀναθυμιαϲιν δηλητηριωδη και πονηραν ἀναπεμποντοϲ :
9999941 Σπαρταν
. Σικελος ὀμφακιζεται : ἐπι των τα εὐτελη κλεπτοντων . Σπαρταν ἐλαχες , κειναν κοσμει : δηλον . Σπιθαμη του
. Ἡφαιστειος δεσμος : ἐπι των ἀφυκτων . Ἡ φιλοχρηματια Σπαρταν ἑλοι , ἀλλο δε οὐδεν : ἐπι των ἐξ
9999940 κατεκειτο
την Πτωχελενην μαστιγιας ἐμισθωσατο . θερους δε ὀντος ἐπει γυμνος κατεκειτο , τους τυπους των πληγων ἰδουσα : ποθεν οὑτοι
ὡς παρουσιν ὑμιν ἐνδον ἐν τῳ οἰκῳ , ἐνθα Εὐκλειδης κατεκειτο , ἀσμενως ἐλεσχαινον . οἰδατον δε δη , ὠ
9999940 συλλογισμος
ἀποκριθεις το δοκει ἠ ταχα εὐδαιμων ἐστι , γινεται ὁ συλλογισμος ἐλεγχοειδης , ἠγουν ἐοικως τῳ ἐλεγχῳ : ᾑ μεν
ὁνπερ ἐπι του ὑπαρχειν , ἐσται τε και οὐκ ἐσται συλλογισμος ” . ἠ δει μεταλαμβανειν το ἐνδεχομενον καθολου ἀποφατικον
9999940 μεινῃ
ὁ σκιρρωδης ὀγκος , ἐδεδιειν δε μη τι λειψανον αὐτου μεινῃ , τοὐναντιον εἰργαζομην , ἐπιχριων τῳ των πιττωτων φαρμακων
τουτο τουτον ἀνελωμεν , ἱνα παρα των ἀλλων ὁ πλουτος μεινῃ τοις ἁπασιν ἡμιν ἀκεραιος . Ὡρκωσε Σωκρατης Ἀλκιβιαδην ,
9999940 ἐθελουσαν
ὑπερ μεγα τειχος ὀρουσας Ἀλκαθοῳ στονοεντα φερειν ἠμελλεν ὀλεθρον ἁρπαξας ἐθελουσαν ἐυφρονα Τριτογενειαν ἡ τ ' ἐρυμα πτολιος τε και
τους ἐρωντας το ἀναλγητον , ὁπου και Μελανιππῳ τοτε ἐθελοντι ἐθελουσαν ἀγεσθαι Κομαιθω οὐτε παρα των ἑαυτου γονεων οὐτε παρα
9999940 κατεχρησατο
γαρ μονος ἠ μαλιστα Πλατων τῃ ἀπο του προνοουντος αἰτιᾳ κατεχρησατο φησιν ὁ Θεοφραστος τουτο γε καλως αὐτῳ μαρτυρων .
ἐγενετο . ἐειδομενοι : ἀντι του ὁμοιοι . ὁμαδησαν : κατεχρησατο : ὁμαδος γαρ κυριως ἐπι ἀνδρων , ὁμοαυδος τις
9999940 ἀλεαν
αὐθις ἀποθησαυριζει της γης ἰκμαδα και την ἐς νεωτα ἀναμενει ἀλεαν . παλαι δ ' ἀν ἀπεμαραινετο ἡτε , των
φυλακη και ἡ φυγη . ἡ μεν φυλακη παρα την ἀλεαν , την θερμασιαν , και το ὠρειν , το
9999940 παρεμυθειτο
, πολλη , και ἠγανακτουν οἱ στρατιωται τῳ πονῳ : παρεμυθειτο αὐτους Ἀρχιδαμος , ὡς οἱον τε ἠν , και
μη φανερως ὑβρισθωμεν . ” εἰθ ' ὁ μεν πατηρ παρεμυθειτο ⌈ ⌉ τον παιδα , τῳ δε ηὐξετο το
9999940 σπουδαιαν
τωι βιωι γραμμην διανυσαντα , και ταυ - την οὐδε σπουδαιαν τροπον τινα προς το μεγεθος της οἰκουμενης , λεγω
, ταν δε πραξιν ἠ εὐδαιμονα ἠ κακοδαιμονα : και σπουδαιαν μεν ταν ἀρετας μετειληφυιαν , φαυλαν δε ταν κακιας
9999940 προειλετο
χρονων . ἐν ᾑ διετριβομεν ἐν Μακεδονιᾳ , τι ἑκατερος προειλετο πραττειν ; ἐγω μεν τοινυν τους αἰχμαλωτους ἀνασωζειν και
τυχῃ τροπον ; οἰμαι γε . τις γαρ μαλλον ἀν προειλετο Ἑλλην ἀληθως οὐσα λεπομενους ὁραν αὐτους ὑφ ' αὑτων
9999940 μετεπεμποντο
πολεμιοις εἰεν φ και ἁ μεταπεμπομενοι ἠσαν : και ἁ μετεπεμποντο . αὐτοις : τοις Μιτυληναιοις . διαφοροι : το
την βασιλικην περιεσπασαν και τον πρεσβυτερον Πτολεμαιον ἐκ της Κυπρου μετεπεμποντο . Ὁτι λεγουσιν ἑαυτους οἱ της Καππαδοκιας βασιλεις εἰς
9999940 ἐσπουδακοτων
τινος , οὐκ αὐτος μονον , ἀλλα και των ἡγεμονων ἐσπουδακοτων , ἰσως μεν ὑμιν , ἰσως δε κἀμοι χαριζεσθαι
μεν ἐπιπληττειν ἐνιους οὐδεν ἰσως ἀτοπον , εἰ πρωτον μεν ἐσπουδακοτων των ἀλλων περι πλουτον ἐγω πενης αἱρουμαι βιουν ,
9999940 τεταρτημοριαιαν
τον λπ κυκλον ἐπι τον φυ : ὁ δε ἡλιος τεταρτημοριαιαν κεκινησθω περιφερειαν την πτ : ἐσται οὐν ἐπι του
: ὁ δε ἡλιος ἐπι τα αὐτα τουτῳ φερομενος ὁμοιως τεταρτημοριαιαν ἐνηνεχθω περιφερειαν του εζηκ την εζ : ἐσται οὐν
9999940 κουρεως
και εἰς φρονημα Ἰφικρατην τον στρατηγον , δειξας αὐτῳ του κουρεως Μειδιου ἀλεκτρυονας ἀντιον των Καλλιου πτερυξαμενους . και αὐτον
ὑποδηματα δε και εἰς γναφειον [ ἱματια ] και εἰς κουρεως κατα μηνα οὐκ ἠν αὐτῳ οὐδε κατ ' ἐνιαυτον
9999940 συνεβουλευεν
. ὡς δε ἐγενοντο κατα τι φρεαρ , ὁ ἑτερος συνεβουλευεν ἀμελετητως καθαλλεσθαι . ὁ δε ἑτερος ἐλεγεν : ”
της Γελωνος γενομενης προς τον πατερα αὐτων εὐεργεσιας , και συνεβουλευεν αὐτοις ἠδη την ἡλικιαν ἠνδρωμενοις ἀπαιτησαι λογον παρα Μικυθου
9999940 κλησεως
, οὐδεν κωλυει και τας λοιπας ἐγκλισεις μετατιθεσθαι της ἰδιας κλησεως , ἀναδεξαμενας την ἐκ των συνδεσμων δυναμιν . οὐ
, τον αὐτον και Βριαρεων καλων . περι δε της κλησεως του πελαγους . . . μεν ἐν τῳ τριτῳ
9999939 γραμματικης
' ὡς θεωριαι ἁπλως τῳ εἰδει διαφοροι : και μερη γραμματικης ἀναγνωστικον ἐξηγητικον κριτικον , ὡς δε θεωριαι τινες και
ὁ περι των ἰδεων λογος ῥητορικης ἐστι , καιτοι δια γραμματικης πολλης κατασκευαζομενος : και γαρ εἰς τοσουτον χρειας ἠλθεν
9999939 κατελαβοντο
ἐχοντας ὡς θεραπαινιδας δωρα τῃ κορῃ κομιζουσας . ἐπει δε κατελαβοντο την οἰκιαν , οἱ μεν τας μαχαιρας ἐσπασαντο ,
. Ὡς Ἀθηναιοι διαπλευσαντες εἰς τον μεγαν λιμενα των Συρακοσιων κατελαβοντο τους περι το Ὀλυμπιον τοπους . Ὡς Ἀθηναιοι τας
9999939 διεκαρτερουν
' ἐπι των ἐλεφαντων ἐφεστηκοτες το μεν πρωτον ἀντειχον και διεκαρτερουν πανταχοθεν κατατιτρωσκομενοι , βλαψαι δ ' οὐδεν τους πολεμιους
παντων των ἀναγκαιων ἐκεινην μεν την ἡμεραν και την νυκτα διεκαρτερουν ὑπαιθριοι , πολλοις συνεχομενοι κακοις : δια γαρ το
9999939 Ὀλυμπικον
αὐθαιρετον συμφοραν ἀπεχθανομενοι τε Ἠλειοις και σπουδην ποιουμενοι τιθεναι τον Ὀλυμπικον ἀγωνα ἀντι Ἠλειων , οἱγε ὀλυμπιαδι μεν τῃ ὀγδοῃ
. . ωνα [ ] Ῥοδιον : ἀγωνα τε και Ὀλυμπικον . . . λοκρινωλε . . . . .
9999939 συγχωρουσι
προς την τυχην ἠ προς τους ἐρωτας , ὁτι μη συγχωρουσι θεσμον φιλιας διαμενειν βεβαιον , ἀλλ ' ἀλλοτε ἀλλους
δε και Ἐπικουρος ὁσοι το αὐτοματον εἰσαγουσιν , οὐδετερον τουτων συγχωρουσι , φυσει δε τινι ἀλογῳ διοικεισθαι . Ἀριστοτελης οὐτε
9999939 Ἡροδοτου
δε Κριαννιου Μακεδων Λυσος ἐστιν ὁ ἐργασαμενος . Κλαζομενιου δε Ἡροδοτου και Φιλινου του Ἡγεπολιδος Κῳου ἀνεθεσαν τας εἰκονας αἱ
παρεστι τῳ βουλομενῳ σκοπειν . ληψομαι δ ' ἐκ της Ἡροδοτου λεξεως την ἀρχην της ἱστοριας , ἐπειδη και γνωριμος
9999939 ἀνεστησεν
ἐποιειτο Τιμαρχος οὑτοσι ἐπι του ἰατρειου , ἀργυριον τι προαναλωσας ἀνεστησεν αὐτον και ἐσχε παρ ' ἑαυτῳ , εὐσαρκον ὀντα
χαλκουν ἀνεθηκε τῳ Ἡφαιστῳ και παρ ' αὐτῳ την ἰδιαν ἀνεστησεν εἰκονα ἐπιγραψας Ἑλληνικοις γραμμασι τας ἑαυτου πραξεις . τριτος
9999939 ἐπεκρατησεν
προς τας μηχανας ὑπηντησεν . ὀφειληται ] χρεωστηται . οὐδετερον ἐπεκρατησεν . ἐχεις ἐπιτηδειοτητα εἰς το λεγειν . λεγειν μεν
ἐν δευτερῳ προσωπῳ διφθογγον ἐχει την μετα του ι , ἐπεκρατησεν ἡ οι διφθογγος ἐκθλιβεντος του υ . τυπτει :
9999939 κοιλιαις
ἐκφυσωμενος ἀηρ φερεσθαι δι ' αὐτης ἐξω πριν ἐμπεσειν ταις κοιλιαις , κἀν τουτῳ λοιπον ἀλυπως φωνουσι μηκετι ἐμποδιζομενοι :
, κατα μεγεθος ὀροβων , το δε τι ἐν ταις κοιλιαις ξυσματωδες και συνεστος . δολουται δε και σαρκοκολλῃ και
9999939 ἐσπουδαζον
νεων οἱ μεν προς βιβλιοις ἠσαν , οἱ δ ' ἐσπουδαζον γεωμετρικους ἐπιχαραττοντες τυπους τῃ γῃ , το δ '
προς την θειαν των θεων τελετην ἐπειγομενος ἐκκλινειν των ἁμαρτηματων ἐσπουδαζον : και τα τοιαυτα . παντα δε σπουδαζε παρακεκαλυμμενως
9999939 κατεκτανεν
ἐκβολης . ἰαμβικα ζʹ . οὐδ ' ἱκεθ ' ὡς κατεκτανεν : ὁ Ἐτεοκλης : πρωτος γαρ κατεκτανε τον Πολυνεικη
μαλα σχεδον ἠλυθον αὐτων . ἐνθ ' Ἑκτωρ δυο φωτε κατεκτανεν εἰδοτε χαρμης εἰν ἑνι διφρῳ ἐοντε , Μενεσθην Ἀγχιαλον
9999939 δημιουργων
δημιουργηματος ἀκριβως την τεχνην ἐξετασον , και μαθε τις ὁ δημιουργων ταυτην την καλην και θειαν του ἀνθρωπου εἰκονα .
μεν ὑπερ των ποιητων ἀχθομενος , Ἀνυτος δε ὑπερ των δημιουργων και των πολιτικων , Λυκων δε ὑπερ των ῥητορων
9999939 ἀριστῃ
τε ὠν και φιλανθρωπος τοις συνουσι , φημῃ και δοξῃ ἀριστῃ πλειους ἐς εὐνοιαν και φιλιαν προυκαλειτο . ὁ δ
μετα ὑψους και σεμνοτητος , τῃ τε διασκευῃ των πραγματων ἀριστῃ και πιθανωτατῃ κεχρηται , ποιησας τον Ὀδυσσεα μετα Νεοπτολεμου
9999939 ἡγεμονιαις
ἐν πλουτῳ πενιας μεμνησθαι και ἀδοξιας ἐν δοξῃ και ἐν ἡγεμονιαις ἰδιωτικου σχηματος και ἐν εἰρηνῃ κινδυνων των ἐν πολεμῳ
| εὐεξια μετ ' εὐμορφιας ἐξαρκειν ἐοικασι τοις ἐν ταις ἡγεμονιαις ἐπι χρειων τεταγμενοις προς την οἱα βασιλιδος ἀρετης ὑπηρεσιαν
9999939 ἀπεκαλουν
ὡς θαυμαστον τι θεαμα θεωμενοι : και μακαριον τον βασιλεα ἀπεκαλουν , ὁτι ἐξεστιν αὐτῳ τουτων ἀπολαυειν , και ἑτερα
: τοις γαρ δυνατωτατοις φθονουντες την ἐκεινων ὑπεροχην δεσποτειαν αὐτων ἀπεκαλουν . διοπερ ἐξεπεμψαν πρεσβεις τους ἐπαινουντας ἐν Συρακουσαις και
9999939 οἰκοδεσποτιαν
. του οὐν δωδεκατημοριου εἰς ὁ ἐμπιπτει ἐπισκεψασθαι χρη τους οἰκοδεσποτιαν λαβοντας και πως ἐχουσιν οὑτοι δυναμεως και οἰκειοτητος ,
ὁσα τουτοις παραπλησια . Ὁ δε του Ἀρεως μονος την οἰκοδεσποτιαν λαβων καθολου μεν ἐστι της κατα ξηροτητα φθορας αἰτιος
9999939 χαλεπωτερος
ἀποκεχωρισται : Ἡσιοδος ἐν Θεογονιᾳ : ἀλλος ἐξ ἀλλου δεχεται χαλεπωτερος ἀθλος : εἰναετες δε θεων ἀπαμειρεται αἰεν ἐοντων ,
: ἐπει και ὁλως ἀν διειργασμενην λαβῃ την γην , χαλεπωτερος : μανης γαρ οὐσης , ἐσικνειται μαλλον : ἀπαθεστεραι
9999939 λαμπροτης
' ὑπηρχε τῳ Διωνι των προτερηματων μαλιστα μεν ἡ ἰδια λαμπροτης της ψυχης και ἀνδρεια και ἡ των ἐλευθερουσθαι μελλοντων
γαρ οὐκ ἐπι πολυ ἀντεχει , ἡ δε παραυτικα τε λαμπροτης και ἐς το ἐπειτα δοξα αἰειμνηστος καταλειπεται . ὑμεις
9999939 σκορπιους
καθευδουσαι και ἀνυποδητοι βαδιζουσαι και μονον οὐ πατουσαι τους προειρημενους σκορπιους εἰτα μεντοι ἀπαθεις διαμενουσι . σεβουσι δε ἀρα οἱ
ἐστι και φυκοφαγος . ἐν δε πεμπτῳ ζῳων μοριων Ἀριστοτελης σκορπιους και σκορπιδας ἐν διαφοροις τοποις ὀνομαζει . ἀδηλον δε
9999939 βαρεως
] ὑδατος . , ὑετου . βαρειαι ] ἀντι του βαρεως , σφοδρως οὐσαι , μετα βαρους , φορτικαι .
λογικων ζῳων των ἐν σωματι . και πως ] οὐ βαρεως ἀλγοιην ἀν . φρουδα τα χρηματα ] δια τον
9999939 παρεμυθησατο
συμβασεις εἰς την οἰκειαν ἀπεπεμψε , τους δ ' Ἰλιεας παρεμυθησατο πολλοις ἐπανορθωμασι . καθ ' ἡμας μεντοι Καισαρ ὁ
δια των της γοργοτητος ἰδιων το λιαν ὑπτιον ὁ ῥητωρ παρεμυθησατο το τε γαρ ἀφηγηματικον και το μυθωδες πολλην ὑπτιοτητα
9999939 ἐξαιρετους
μετα ἀδειας ὡν ἐκτησαμεθα πονων : δυνησομεθα δε αὐτους ἐλεγεν ἐξαιρετους παρα Ἀψυρτου λαβειν δωρεαν . Ταυτα εἰπων ῥᾳδιως ἐπειθεν
, εἰς ἁφην : ἑκαστῃ μεντοι προσενειμεν ὁ ποιων και ἐξαιρετους ὑλας και κριτηριον ἰδιον , ᾡ δικασει τα ὑποπιπτοντα
9999939 ὡροσκοπουντων
μετα Κρονου ἠ και Ἀρεως ἠ και τουτων των ἀστερων ὡροσκοπουντων και τοτε συντυχε τῳ δυσωπουντι σε : τοτε γαρ
ὑπο ἐξουσιας τινος και φρουρας . Ἀρεως δε και Κρονου ὡροσκοπουντων ἑαυτους παραδωσουσιν ἐξουσιαις τισιν . Ἀρης δε και Ἀφροδιτη
9999939 Ἡσιοδου
τε τα παρ ' ἑαυτου φησι κλεψαντα αὐτον τα περι Ἡσιοδου και Ὁμηρου γραψαι . . . . . ,
ὑπο Σκυλακος ἐν τωι Περιπλωι λεγομενους Τρωγλοδυτας και τους ὑπο Ἡσιοδου ἐν γ Καταλογωι Κατουδαιους ὀνομαζομενους . [ Ἀντιφων ἐν
9999939 κατεσκαψαν
ἀποβιωσιν του πατρος αὐτων λαβοντες δικελλας και ἀξινας και δρεπανα κατεσκαψαν πασαν την γην ἐκ ποθου . και τον μεν
ἁπλως παντων , ἀλλα των δυο πολεων των Βοιωτικων ὡν κατεσκαψαν οἱ Θηβαιοι , Θεσπιεων και Πλαταιεων . . .
9999939 φαιδιμος
‚ : οὑτως , ὡς το ὡς εἰπων πυλεων ἐξεσσυτο φαιδιμος Ἑκτωρ : ἱνα συνδεσμον , ὡς το , ‚
ἀποπνειουσι , παις δ ' ἐπιτερπεται ἐργῳ : ὡς ἀρα φαιδιμος υἱος ἀμειλικτου Ἀχιληος γηθεεν ἀμφι νεκυσσι . Και οὐκ
9999939 μεταβαλῃ
ὁταν μεν οὐν ἁπλως εἰς το λευκον ἐκ του μελανος μεταβαλῃ , ἐκ του ἁπλως ἐναντιου κινειται εἰς το ἐναντιον
⌋ , ὁταν ἠ πλειονα γενη [ το ] εἰδος μεταβαλῃ ἠ ἐν ἀνοικειωι [ καθισῃ - ] : και
9999939 φανεισαν
μεν „ εἰπε ” μη παραστηναι σοι την φαντασιαν ἠ φανεισαν ἡσυχασθηναι ἠ , εἰ και διηγειτο τις , μακραν
σεληνιακων ἐκλειψεων , ὡς την ἐν μεν Ἀρβηλοις πεμπτης ὡρας φανεισαν , ἐν δε Καρχηδονι δευτερας , ἀναγραφης ἠξιωσθαι ,
9999939 συμβεβηκεν
τις μοι περιϊοντα αὐτον συλλεγειν και πυνθανεσθαι , τισι πωποτε συμβεβηκεν ὑβρισθηναι και λεγειν τουτους και διηγεισθαι προς ὑμας μελλειν
και Λιβυην : ἀφ ' “ ὡν τας ἠπειρους ὀνομασθηναι συμβεβηκεν . ” τῃδ ' ] τῃ Περσιδι δεικτικως ,
9999939 νικησαντι
Κριτοβουλῳ , ὡς μη ἐξαπατηθειησαν οἱ κριται , και τῳ νικησαντι μη ταινιας ἀλλα φιληματα ἀναδηματα παρα των κριτων γενεσθαι
ἐκ του νικητου : Γεγραπται ὁ ἐπινικιος τελεσικρατει κυρηναιῳ ὁπλιτοδρομῳ νικησαντι την κηʹ πυθιαδα , την δε λʹ σταδιῳ .
9999939 καταφατικη
ἐστιν ἀγαθον . ἀντιστραφεισα δε ἡ καθολου καταφατικη ἐπι μερους καταφατικη γινεται : τι ἡδυ ἀπονον , οὐδεν ἀπονον ἀγαθον
οἱον οὐ πας ἀνθρωπος δικαιος ἐστιν , ἡ τε μερικη καταφατικη προσλαβουσα το οὐ γινεται μερικη ἀποφατικη , οἱον τις
9999938 Σικυωνιος
ὁ Ἀργειος εἰσηγαγεν , μετεστησεν δε ταυτην πρωτος Λυσανδρος ὁ Σικυωνιος μακρους τονους ἐντεινας και την φωνην εὐογκον ποιησας και
ἐπι τι των ἐδεσματων ἀναφερειν . Μαχων δ ' ὁ Σικυωνιος των μεν κατα Ἀπολλοδωρον τον Καρυστιον κωμῳδιοποιων εἱς ἐστι
9999938 τρανως
ἀντιστροφους : των τετραμετρων οὑς ἐφη δε των στιχων , τρανως ἐπιρρημα τι τους πρωτους λεγει , τους δευτερους αὐ
οὐκ ἀτελεστα γενοιτο . Γελατε ἐμην φωνην , διοτι οὐ τρανως ἑλληνικα γραμματα λεγει . Ἀναχαρσις παρ ' Ἀθηναιοις σολοικιζει
9999938 ἀποδεδωκεν
. και ὁτι πονον το ἐργον . και ὁτι ἀντικειμενως ἀποδεδωκεν οὐδ ' ἀκαχοιτο : προς το συνηθες . .
ἐχειν ὡμολογησεν . ταυτην οὐτ ' αὐτην οὐτε τον σιτον ἀποδεδωκεν . λαβε τας ἀλλας και ἀναγιγνωσκε . Δυ '
9999938 αἰχμαλωτους
τῳ Φιλιππῳ δ ' , ἐπειδη ταυτ ' εἰς τους αἰχμαλωτους ἠξιουν αὐτον ἀναλισκειν ἐγω , οὐτε κατειπειν τουτων εἰχε
παραδοξον τεταραγμενοι την ἡσυχιαν ἐσχον , οἱ δε Συρακοσιοι τας αἰχμαλωτους ναυς ἀναψαμενοι κατηγαγον εἰς την πολιν . μετεωρισθεντες δε
9999938 ἡμισφαιριου
κυκλου ἀποσχῃ ἡ σεληνη , διχοτομος θεωρειται : τοτε γαρ ἡμισφαιριου του πεφωτισμενου ὑπο του ἡλιου το ἡμισυ ἐφ '
των ὀμματων διαστημα μειζον ᾐ της διαμετρου της σφαιρας , ἡμισφαιριου μειζον το ὁρωμενον της σφαιρας ὀφθησεται . ἐστω γαρ
9999938 Νεμεσεως
, Ὀρμενος τε και Λυκος , οὑς Βακχυλιδης μεν φησι Νεμεσεως Ταρταρου , ἀλλοι τινες δε λεγουσι της Γης τε
ἑορτην τῃ Λιμνατιδι ἀγοντες . του θεατρου δε οὐ πορρω Νεμεσεως ναος και ἑτερος ἐστιν Ἀφροδιτης : μεγεθει μεγαλα λιθου
9999938 χαλεπωτατον
μεγιστα κατηγορουντες αὑτων , φιληδονιαν , μισανθρωπιαν , ἀνδροφονιαν καιτο χαλεπωτατον ἀγοςτεκνοκτονιαν . φιληδονοι μεν γαρ , εἰ μη σπορας
παρα το δικαιον , ἀλλα στεργειν τοις παρουσιν , ὁ χαλεπωτατον παντων τοις πλειστοις των ἀνθρωπων ἐστιν . οὑτω γαρ
9999938 διεβαλλοντο
οἱ Χαονες . Γερητοθεοδωρους ] Γερητος και Θεοδωρος εἰς μαλακιαν διεβαλλοντο . ἐν Καμαρινῃ κἀν Γελᾳ κἀν Καταγελᾳ : Καμαρινα
ἐδωκεν ἡμιν * ληϊστορα : κλεπτην ἐνιπτον δε ἀντι του διεβαλλοντο , ἐλοιδορουντο τῳ Προμηθει ὁτι μη ἀει αὐτους νεους
9999938 ἰητρικης
ποιεουσι προσφερομενα τοισι νοσημασιν . Ὁστις δε την τυχην ἐξ ἰητρικης ἠ ἐξ ἀλλου τινος ἐξελασει , φαμενος οὐ τους
τεμνομενοι τα σαθρα ὑπο των ἰητρων ὑγιαινονται : και τοδε ἰητρικης το λυπεον ἀπαλλασσειν , και ὑφ ' οὑ πονεει
9999938 ἀνατολικωτεροι
Πιαλαι και ὑπ ' αὐτον ὁμωνυμοι Οἰχαρδαι . Παλιν δε ἀνατολικωτεροι μεν των Ἀννιβων Γαριναιοι και . . . .
Καλειται μεχρι της Πουβα λιμνης : εἰτα των μεν Δαραδων ἀνατολικωτεροι Μακχουρηβοι , των δε Σοφουκαιων Σολουεντιοι : τουτων δ
9999938 δαπεδου
. . . ἀλλοδαπης και ἀλλοδαπος : ὁ ἀπο ἀλλου δαπεδου , ἠγουν γης , ὠν . . . .
περιστασαι την τραπεζαν την μεν λοιπην σπειραν ἐωσι κατα του δαπεδου , ἀρασαι δε την κεφαλην περιλιχμωνται , και ἡσυχη
9999938 ἀπεσταλησαν
ὠνησομενους : Ποπλιος δε Οὐαλεριος και Λευκιος Γεγανιος εἰς Σικελιαν ἀπεσταλησαν . . . . τυραννοι δε τοτε κατα πολεις
ὁ Νειλευς και οἱ λοιποι των Κοδρου παιδων ἐς ἀποικιαν ἀπεσταλησαν , ἀγαγοντες μεν και αὐτων Ἀθηναιων τον βουλομενον ,
9999937 σφετερα
το Δηλιον οἱ Βοιωτοι ἁθροοι , ἀλλ ' ἐπι τα σφετερα αὐτων ἑκαστοι κινουμενα . και εἰ κατορθοιτο ἡ πειρα
, διεφθειρεν ἐς πεντακισχιλιους : και των λοιπων ἐς τα σφετερα δια ἀπορου χωρας και χειμωνος ἐπιπονου διατρεχοντων οἱ ἡμισεις
9999937 ἐσχατως
ζῳδιων κυκλου ἐστω το εʹ , και το εʹ ἀστρον ἐσχατως μεν περικαταλαμβανεσθω ὑπο των του ἡλιου αὐγων του ἡλιου
, ἀλλα και παροξυνομενος , και μελι μετα πεπερεως προσενεγκαμενος ἐσχατως ὠδυνηθη : και χυλον τηλεως ἁμα μελιτι λαβων ἱκανως
9999937 Μενελαος
θρασυν ὁρμαινοντες . ” την δ ' ἀπαμειβομενος προσεφη ξανθος Μενελαος : “ οὑτω νυν και ἐγω νοεω , γυναι
οὐδ ' εἰφ ' ὑπερ σου μη θανειν σπουδην ἐχων Μενελαος ὁ κακος , ὁ προδοτης τοὐμου πατρος ; οὐδ
9999937 περιεβαλετο
μυριαδας διακοσιους . ἀπολαβουσα δε τον Εὐφρατην ποταμον εἰς μεσον περιεβαλετο τειχος τηι πολει σταδιων ἑξηκοντα και τριακοσιων , διειλημμενον
και ὑγιης ἀφριζοντι ] ἀφρουντι εἰδηνατο ] καθ ' ὁμοιωσιν περιεβαλετο χροιην ] κατα το χρωμα πελλισι δε σκαφισι ,
9999937 συγγενης
ἡ δελτος ἀνοιχθῃ και ἀνακηρυχθῃ μου ὁ καινος δεσποτης ἠτοι συγγενης τις ἠ κολαξ ἠ καταπυγων οἰκετης ἐκ παιδικων τιμιος
λεγειν Ἱπποκρατους , περι τουτον τον καιρον γενομενην , ὁς συγγενης ἠν Μεγακλεους του νικητου : εἰκος γαρ ἠν ἀκουσαντα
9999937 τρισκαιδεκατον
οἱον Ὀδυσσευς περι της ἀναιρεσεως Δολωνος λεγει Νεστορι , τον τρισκαιδεκατον σκοπον εἱλομεν ἐγγυθι νηων . εἱλομεν εἰπε , καιτοι
“ ἀγε , ὠ Ἡρακλες ” , ἐφη , “ τρισκαιδεκατον ἡμιν ἐπιτελεσον / ⌈ ἀθλον και ἑψησον τον φακον
9999937 κολακας
] , φησι , και [ περι ] τους | κολακας : δια μεν αὐτο ? [ το ] |
δε τουτο ἑκατερου αὐτων γνωρισμα ἐστιν , το τους μεν κολακας οὐκ ὀκνειν και ψευδεσθαι του χαρισασθαι ἑνεκα τοις ἐπαινουμενοις
9999937 Κορωνιδος
ἑαυτου οἰδεν . γνωμαν : την προγνωσιν την περι της Κορωνιδος . πεπιθων : ἀντι του πεισθεις ὑπο του κοινωνου
] * Οὑτω λεγε τουτο : Το λημα της καλλιπεπλου Κορωνιδος , ἠτοι ἡ Κορωνις , ἐσχε και ἐλαβε τοιαυτην
9999937 συγχωρησει
οὑτω τιθωμεν , φησιν , ὡς ἐμπροσθεν , και ἡμιν συγχωρησει τις εἰναι δυνατον ἁ οἰδεν τις δοξασαι αὐτα ἀττα
νομου : μαθετω με δια των αὐτης βεβλημενον βελων , συγχωρησει τουτον ἡ πολις καταγωνισασθαι με τον πολεμον : αὐτον
9999937 περιεκτικα
και ὡς περιεκτικα το ω φυλαττουσιν ἐπι της γενικης , περιεκτικα μεν , οἱον κοιτων κοιτωνος , δαφνων δαφνωνος ,
καθ ' ἑκαστα ἐν Κατηγοριαις εἰρηται , δευτεραι δε τα περιεκτικα τουτων εἰδη και γενη παντα : ὁμως ἐπει μετ
9999937 παρειληφεν
ὡσπερ κτλ . ] ὡς φοινικα πτερα ἐχοντα και τουτον παρειληφεν : ὁν Αἰσχυλος λεγει ἐν Μυρμιδοσιν . ὁ Αἰσχυλος
τροφην , μελι δε ὡς την ἐν τῃ τροφῃ γλυκυθυμιαν παρειληφεν . πληρωσαμενος . οὐκ ἐμπλησθεις ἀλλα προσδεης ὠν .
9999937 ἐρωτικης
Χαρικλεους , βουλομενος αὐτους της λυπης ἀπαγαγειν , ἐμβαλλω λογον ἐρωτικης ἐχομενον ψυχαγωγιας : και γαρ οὐδε ἡ Λευκιππη παρην
δοκει κινηθεις δια την ἐμφυτον ἀμαθιαν ὑπεραραι το μετρον της ἐρωτικης ζηλοτυπιας . και νυν ἐκεινον ἐρωντα μαλλον εὐ ἰσθι
9999937 τετρακοσιοις
ἀπο γης της Χαλδαϊκης , παροικησαντες οὐν ἐν Αἰγυπτῳ ἐτεσι τετρακοσιοις και τριακοντα , ἐν τῳ τον Μωσην μελλειν ἐξαγειν
Λυκιας ἠ τα μικρῳ νοτιωτερα και ἐτι τα Συρακουσιων νοτιωτερα τετρακοσιοις σταδιοις , ἐνταυθα ἡ μεγιστη ἡμερα ἐστιν ὡρων ἰσημερινων
9999937 σπουδαζοντα
Και τους ἐπιτηδειους καιρους δεινως στοχαζομενα τουτοις ἀνυπερθετως κεχρηνται , σπουδαζοντα οὐ τοσουτον τους ἐχθρους χειρι καταγωνισασθαι , ὁσον ἀπαταις
ἡν ἐκεινας ἀνεστησαν ” . Ἀριστοτελης ὁ φιλοσοφος ἰδων νεον σπουδαζοντα περι τας θεας , „ ὁρα „ , εἰπεν
9999937 Λακεδαιμονιος
ἐποιησε πολιν . βοηθησαντες δε ἐς αὐτο Πασιτελιδας τε ὁ Λακεδαιμονιος ἀρχων και ἡ παρουσα φυλακη προσβαλοντων των Ἀθηναιων ἠμυνοντο
σε , σπευδων τοι ξενος γενεσθαι . . Χιλων Δαμαγητου Λακεδαιμονιος . οὑτος ἐποιησεν ἐλεγεια εἰς ἐπη διακοσια , και
9999937 δημιουργιας
οὑτω τοι φαμεν κἀν τῃ τοιᾳδε κρασει ἐκ της ὁλης δημιουργιας τους των παθων ἐνιεναι λογους κατα την ἀξιαν ἑκαστῃ
ἐπιφεροντας τοις σοφιας ἐφιεμενοις , τοις δε δια τας συνεχεις δημιουργιας τε και ἐργασιας καματηροις τε και ἐπιπονοις των ἀνθρωπων
9999937 ἐπιγραμμα
και σπουδαιους , οὐκετι ἀνθρωπους , ἀλλα ταχα δη το ἐπιγραμμα ἀληθεστερον ὁ Ἀθηνησιν ἐπιγεγραπται ἐν τῳ ταφῳ τῳ δημοσιῳ
Θηβαιου , διδαχθεντος παρα τῳ Σικυωνιῳ Καναχῳ : το δε ἐπιγραμμα το ἐπ ' αὐτῳ δεκατην ἀπο του πολεμου Φωκεων
9999937 Ἀριστοφανης
ἐμεσεγγυησαν , ἐν μεσεγγυηματι ἐποιησασθε : μεσεγγυον την μειρακα καταθεσθαι Ἀριστοφανης λεγει , και μεσεγγυημα μεν Ξενοφων , μεσεγγυηματα δε
ἠτοι ὁμαλον πεδιον και τετριμμενον και οἱον ἀληλεσμενον , ὡς Ἀριστοφανης Δαιταλευσιν δια ψιλου “ ἐν ἀλιπεδῳ . ” ἐνιοι
9999937 Διογενην
προς το Βυζαντιον , ἐσκεπτοντο ὁπως ἀν τα κατα τον Διογενην διαθωνται : ἐδεδιεσαν γαρ μηπως ἀδειας παλιν ἐκεινος δραξαμενος
Σωσικρατης . προς τουτον συνεχες ἀφικνουμενος ὁ Ξενιαδης ὁ τον Διογενην ἐωνημενος την ἀρετην αὐτου και των ἐργων και των
9999937 ἀνατολικωτερα
ἡ τε Βαγρανδαυηνη και ὑπ ' αὐτην Γορδυηνη , ἡς ἀνατολικωτερα ἡ Κωταια , και ὑπ ' αὐτην Μαρδοι .
πυλων εἰς Θαψακον , ὡστε τῃ ὑπεροχῃ ἐγινετ ' ἀν ἀνατολικωτερα ἡ Βαβυλων της Θαψακου , ᾑ ὑπερεχει ἡ ἐκ

Back