καταφρακτον ἑξακισχιλιαν ἱππον ἐκταξας ἐπεδειξεν , ἡνικα εἰς την Μηδιαν ἐνεβαλε συν αὐτῳ . ταυτης δε της ἱππειας οὐ Μηδοι
ἐπορευετο δια της χωρας : ἐπει δε εἰς την Θρᾳκην ἐνεβαλε , παρα την θαλατταν ᾐει : και γαρ ἠσθενει
9999913 πινακες
. . . . . . . . ια , πινακες . . . . . . . . .
Εὐρωπης πινακες ι , χωραι λδ πολεις ριη , Λιβυης πινακες δ , χωραι ιβ , πολεις μβ , Ἀσιας
9999906 βαλε
ἑλκετο χαιτας . ” και ἐπι του “ προθελυμνα χαμαι βαλε δενδρεα ” ἀλλα ἐπ ' ἀλλοις ἐστιν πεπτωκοτα ,
ἀσπαραγον πολυν ποιησαι , κριων ἀγριων κερατα εἰς λεπτα κοψας βαλε εἰς τας πρασιας , και ἀρδευε . τινες φασι
9999903 ἐτυραννησε
ἑως δεσποται γενωνται των ἐξαπατηθεντων . ἰδιωτατα δε παντων Ἀγαθοκλης ἐτυραννησε των Συρακοσιων , ἀφορμαις μεν ἐλαχισταις χρησαμενος , ἀτυχημασι
Ἀρη βασιλει Καππαδοκων θεμενοι . και Ταρσου δε Ἐπικουρειος φιλοσοφος ἐτυραννησε , Λυσιας ὀνομα : ὁς ὑπο της πατριδος στεφανηφορος
9999902 ἐργαζομεθα
συναπτωμεν , και το ὁλον τουτο , ὁπως , ἁ ἐργαζομεθα , εὐχωμεθα και εὐχωμεθα , ἁ ἐνεργουμεν , συναψας
ἀλληλων και κεχωρισται τα ζητηματα , συναπτειν μεν ἐπιχειρουντες συγχυσιν ἐργαζομεθα : διαιρουντες δε εὐκρινη και σαφη τον λογον παρεξομεθα
9999900 δραμα
οὐκ οἰδα ποθεν δαιμων ἐπικωμασας ἐμοι και βασκηνας του ἐρωτος δραμα καινον ἐπι την ἐμην ἐτολμησεν οἰκιαν . και σιωπω
ἐμφερεις εἰναι τους του χορου , ἐξ ὡν και το δραμα : οἱ ὁτε μεν ἠσαν νεοι , πικρως ταις
9999899 ὀργανικα
πρωτον ἐστι τῃ γενεσει , τα δε ὁμοιομερη και τα ὀργανικα ὑστερα . εἰ τοινυν και το πυρ πρωτον τῃ
, οὐκ ἀν ποιησειε βουλομενος ταυτα . και γαρ τα ὀργανικα μερη και χειρες και ποδες οὐκ ἐξωθεν ὑπ '
9999899 ἐργωδες
; ἐν ᾡ ὁτι πανταχοθεν οὐτε ἀσυμφορον , οὐτε ὁλοκληρον ἐργωδες το ἐγχειρημα , ἀλλα και ὀλιγα ἀρκεσει χρηματα :
Το δε και ταυτας ἐκθεσθαι πολυχουν τε ταις δειξεσιν και ἐργωδες ἐν τοις ἐπιλογισμοις μη ὡρισμενων καθ ' ἑκαστην των
9999899 κοινῳ
ἐσθ ' ὁτε , και αὑται μεν αἱ ἀλλοιωσεις τῳ κοινῳ δη λογῳ γινονται , του παντος ἀλλοιωθεντος σωματος .
ἐστι δημοσιᾳ βλαβος εἰ τις ψευδεται , ἐν δε τῳ κοινῳ μη χρησθαι τῳ νομῳ τουτῳ την πολιν την αὐτην
9999898 σμικροτητι
ἀλληλων και του ὁλου , ἀλλ ' ἠ μεγεθει και σμικροτητι ; Ἐκεινως μοι φαινεται , ὠ Σωκρατες , ὡσπερ
μεν και κουφον και μαλακον και σκληρον και μεγεθει και σμικροτητι και τῳ μανῳ και πυκνῳ , θερμον δε και
9999897 Καρχηδονιοι
, και τησδε παρα τας συνθηκας ἐφιεμενος . οἱ δε Καρχηδονιοι πεζοις μεν δισμυριοις και πεντακισχιλιοις , ἱππευσι δε πολιτικοις
και την ὁλην εὐνοιαν , Φιλινῳ μεν παντα δοκουσιν οἱ Καρχηδονιοι πεπραχθαι φρονιμως , καλως , ἀνδρωδως , οἱ δε
9999895 ἀττικη
, πολλην , ἐξακουστον , ἀπειρον , το δε περιωσιον ἀττικη ἡ αὐξησις , ὡς το πλωϊζω πλωτον . περιωσιον
. οὑτω και το ἀναξ ὠναξ . εἰ δε ἐστιν ἀττικη συναλοιφη ἀντι του ὠ ἀναξ , περισπαται δια το
9999894 ἑψημα
ἀντι μυροβαλανου πευκινον . ἀντι μαλαχηϲ τηλιϲ . ἀντι μελιτοϲ ἑψημα . ἀντι μαννηϲ λιβανου φλοιοϲ . ἀντι μυοχοδων μυϊαϲ
ἀμυγδαλα πικρα ἰϲχαδεϲ ϲταφιδεϲ ϲτροβιλια και μαλιϲτα τα χλωρα μελι ἑψημα γλυκυϲ οἰνοϲ καϲτοριον ὀροβιον ἀλευρον πιτυιδεϲ ἀμμωνιακον βδελλιον λιβανοϲ
9999893 ἐνικησε
των Κορκυραιων , ἱνα μη τοις πολεμιοις ὑποχειριοι γενωνται . ἐνικησε δε και πεζῃ τους ἐπι τῃ γῃ λοφον τινα
τῳ Κλαυδιῳ . τους μεν οὐν Τιγυριους ὑποστρατηγος αὐτου Λαβιηνος ἐνικησε , τους δε ἀλλους ὁ Καισαρ , και Τρικουρους
9999893 κολοκυνθης
τον στομαχον κυστιν πληρωσας ὑδατος ψυχρου ἠ χιονα ἐπιβαλλε ἠ κολοκυνθης ξεσματα . Ἐκκαιομενοις ἀδιψον καταποτιον : σικυου ἡμερου σπερματος
λεκιθων , καρυων , ζωμου , πολφων , οἰνου , κολοκυνθης . Εἱς οἰωνος ἀριστος ἀμυνεσθαι περι δειπνου . ὡς
9999893 γλυκυς
δε οὑτος γενος τι οἰνου . και ἐστιν οὑτος οὐτε γλυκυς οὐτε παχυς , ἀλλ ' αὐστηρος και σκληρος και
ἐν τινι των μελων : Ἐρως με δαὐτε Κυπριδος ϝεκατι γλυκυς κατειβων καρδιαν ἰαινει . λεγει δε και ὡς της
9999893 γεωμετρικῃ
μειζονων , οἱον βʹ δʹ εʹ . ὑπηναντιωται δε τῃ γεωμετρικῃ , διοτι ἐπι μεν ἐκεινης ἠν ἡ των μειζονων
γ του δυο ἡμιολιος . ἐοικε δε και αὑτη τῃ γεωμετρικῃ ἐναντιοτητι : ἐπιστρεφει γαρ ἡ των λογων μεσοτης ὡς
9999892 θυμιαμα
και ἐκειθεν ὁμοιως ἐκφερεται τα προειρημενα φορτια [ και ] θυμιαμα το λεγομενον μοκροτου . Οἱ δε κατοικουντες ἐμποροι σκληροτεροι
θυμιατε μινδακα . Ἀκηκοας συ δεσποτ ' ἠδη πωποτε το θυμιαμα τουτο ; Εἰς την ἑσπεραν χορταζομεσθα πασιν ἀγαθοις .
9999892 βαλανειῳ
, οἱ δ ' ὀφθαλμοι μενωσιν ὠχροι , διδου ἐν βαλανειῳ ὀξους δριμυτατου κοχλιαριον δια των μυκτηρων ἀνελκειν : ἀπορρει
, μετα κρασεως κονδιτου θερμανθεντος : διδοται δε ἐν τῳ βαλανειῳ , ἐν τῃ ἐμβασει του θερμου . Εὐδοκιμει ,
9999892 Ἀγαμεμνονα
ἐστι , και των ἀγαθων τηι πολει μεταδωσομεν και τον Ἀγαμεμνονα ἀκινδυνως θρηνησομεν . και τοτε ] ὁταν ἀπαλλαγωμεν .
ὀργην οὑτω πολιτικως ἐσχες ὡστ ' οὐδ ' αὐτον τον Ἀγαμεμνονα ᾠου δειν τεθναναι : μεγα τουτου τεκμηριον : οὐκουν
9999891 διεκωλυσε
ποιειν , ὁσαι μετα των ἐναντιων ἐγενοντο , ἀντειπε και διεκωλυσε , νομιζων ὁμοιον τι συμβησεσθαι τῳ την Ἑλλαδα ἐκσπονδον
τε με και διαλεχθηναι πριν ἠ της ἀρχης ἁψασθαι , διεκωλυσε δε , οἰμαι , το πληθος των φροντιδων ,
9999891 ϲωματοϲ
φλεγμαινοντων , ὡϲ εἰ γε φλεγμαινοιεν ὠμων χυμων πεπληρωμενου του ϲωματοϲ ἀνελπιϲτοϲ ὁ καμνων ἐϲτιν των ϲφυγμων οὑτω τραπεντων .
, και ὁμοιωϲ ὑδρωπικοιϲ περιτεινεται αὐτοιϲ ἡ ἐπιφανεια ὁλου του ϲωματοϲ , τα τε οὐρα ἐπεχεται . βοηθει δε αὐτοιϲ
9999891 τετταρες
, οἱπερ δη και ἀκριβως ἀναδεικνυνται τῳ ταυτῃ δερματι , τετταρες εἰσι τον ἀριθμον . ἐκ μεν των ἀνωθεν μερων
ἐστι γενναια γυνη . ἠσαν ἀνθρωποι δε πεντε και γυναικες τετταρες . θολος Ἰδου κατοπτρον : εἰπε μοι τουτῳ τι
9999891 ἠλθες
δ ' ἐφθεγξατο τοιον : Ξεινε τις εἰ ; ποθεν ἠλθες ἐπ ' ἠϊονας ; τις ὁ φυσας ; παντα
Ὀδυσσευς ποθεν ἠλθεν ὁ Ἐλπηνωρ , και οὐ φησι ποθεν ἠλθες ; οὐ μην την ἐφοδον , δι ' ὁ
9999890 πορρωτατω
εὑρηματα ἀνθρωπου τους νομους ἀλλα θεου χρησμους σαφεστατους εἰναι , πορρωτατω των πολεων ἀπηγαγε το ἐθνος εἰς ἐρημην βαθειαν και
ἀτομοι ἀπειροι οὐσαι , ὡς ἀρτι ἀπεδειχθη , φερονται και πορρωτατω . οὐ γαρ κατανηλωνται αἱ τοιαυται ἀτομοι ἐξ ὡν
9999889 ὀργανα
, ἐργατου . σχεδον τι ταυτα ἐστιν ἐξ ὡν τα ὀργανα κατασκευαζεται : δει δε με τουτων ἑπομενως τας χρειας
αὐτην ἐχοντων δυναμιν . Ὡσπερ τας φλεβας ἡ φυσις ἀναδοσεως ὀργανα ποιησασα δυναμιν ἐνεθηκεν αὐταις αἱματος γεννητικην , ὁπως μη
9999889 νομισθειη
ψυχρον ἀν νομισθειη , προς δε το ψυχρον συγκρινομενον θερμον νομισθειη ἀν : οὑτως οὐν και κατα τον αὐτον τροπον
τουτι το πνευμα φαινεσθαι , τις ἀν μαλλον προσηκουσα ὡδε νομισθειη διαιτα , εἰ μη ἡ μετριως ψυχουσα και ξηραινουσα
9999888 τρισκαιδεκα
οὑς ἀποκτεινων ὁ Οἰνομαος ἀνεβαλλετο τον της θυγατρος γαμον ἐπι τρισκαιδεκα ἠδη νεοις . ἀλλα ἡ γη νυν ἀνθη φυει
ἀπερχεται μισθον οὐκ ὀλιγον της ἀγγελιας προλαβων . ἑωθεν δε τρισκαιδεκα ἡκουσιν κομιζοντες , ἑκαστος ὡς πολλα εἰπε και ὡς
9999888 ἁρμονιᾳ
. ἁρμονικη δε κεκληται ἡ μεσοτης ὁτι σπερματικως τους ἐν ἁρμονιᾳ λογους ἐστιν ἐνιδειν αὐτῃ , οἱον ἐν τῃ γʹ
κατα τον οἰκον του ἰδοντος ἐσεσθαι σημαινουσιν , ἐπειδη τῃ ἁρμονιᾳ οὐκετι χρωνται [ και ὁταν σαλευομενοι μη ἐκπιπτωσιν ]
9999888 τηλικαυτῃ
αἱ δ ' εἰς Αἰγυπτον ἀπερριφησαν . ὁ δε Θιβρων τηλικαυτῃ συμφορᾳ περιπεσων ὁμως ἀντειχετο του πολεμου , προχειρισαμενος δε
παραταξει Ἀγαθοκλεα τας Συρακουσσας ἐπολιορκουν , ἐν Λιβυῃ δε Ἀγαθοκλης τηλικαυτῃ μαχῃ προτερησας εἰς πολιορκιαν ἐνεκλεισε Καρχηδονιους , και το
9999888 εὐειδες
των Ὀλυνθιων αἰτειν ἐπεχειρησεν , ὁ την μεν ὀψιν ἠν εὐειδες και χαριεν , ἠν δε και αἰχμαλωτος ἐκ Μακεδονιας
και το μεχρι των ἐμφυτων καρποις και ἐτι φυλλοις το εὐειδες και το ῥᾳστα εὐανθες και ῥαδινον και ποικιλον ,
9999887 ἐπληρωσε
Περσαις . οὐ κατειδως ] οὐ γινωσκων . ἠνυσεν ] ἐπληρωσε τα παροντα κακα . ἱρον ] ἱερον , θειον
ἐκεινων κομισας προς Ἀγαμεμνονα φρονηματος μετα την ὑβριν τον Φθιωτην ἐπληρωσε και δεδωκεν αὐτῳ καταλεγειν τας πολεις των Τρωων ,
9999887 σαρκες
, πυτια πασα , κοπρος πασα , ὑσσωπον μετριως , σαρκες ἐχιδνων ἰσχυρως ἐπι το δερμα κινουσαι τα περιττωματα ,
των δ ' ἀλλων ζῳων , καθ ' ὁσον αἱ σαρκες εἰς ἀρετην τροφης ἀπολειπονται των ὑων , κατα τοσουτον
9999887 ἐνομισθη
δαιμων δε οὑτος ὁ Τυφων . Ἡ Ἰσις ἡ αὐτη ἐνομισθη τῃ Ἰοι τῃ ἁρπασθεισῃ ὑπο του Διος . ὁ
πατριδι μικρον ἐμπροσθεν ἐφανη και τοις ἀλλοις Φοινιξι και ῥητωρ ἐνομισθη : νυν δ ' ἐπελθειν ἐθελων την Παλαιστινην ,
9999887 Ἑλληνικῃ
την οἰκησιν ἐν ᾡ βουλονται χωριῳ , και χρησασθαι δυναμει Ἑλληνικῃ συμμαχῳ μαλλον ἠ διαφορῳ : ἀμφοτερους δε το ὀναρ
το ἀνηγκακα βαρβαρον ἐστιν : οὐχ εὑρισκεται γαρ ἐν χρησει Ἑλληνικῃ , ὡς λεγει Ἡρωδιανος : ἐν μονῃ γαρ τῃ
9999887 ἀφεισα
ἡμων . „ και εἰπεν αὐτοις ἡ συκη : ” ἀφεισα την γλυκυτητα μου και το γεννημα μου το ἀγαθον
καταδυσα παλιν ] ἀνηβᾳ τε και ἐγειρεται , δακρυα τε ἀφεισα και θρηνους , κωμαζειν τε και χορευειν ἀρχεται ,
9999886 δυνησῃ
το προσταχθεν ἀκριβως εἰργασαι προσωπον , ἐκ τινος ἑτερου παραστησαι δυνησῃ ; Και μην ὀρχηστης μεν ἠ τραγῳδιας ὑποκριτης ἠ
τε γαρ του μυθου ἐκβησῃ και τα ὁμογενη τουτοις συνοραν δυνησῃ : μαλιστα δε σεαυτον ἀποδος εἰς την των ἀρχων
9999886 ἐβουλομεθα
ὀντας και τα ὁπλα ἐχοντας ἐν χερσιν , οὐτε προτερον ἐβουλομεθα μαχην συναπτειν οὐτε νυν ἐτι θαρσουμεν ἐπι τοιουτοις συμμαχοις
δη γελοιοτατον , πασαι γαρ ἐπι ταὐτον ἀνισταμεναι ἀλληλας λανθανειν ἐβουλομεθα : θατερᾳ δε οἱ ἀνθρωποι ὑπο την λοχμην παρηρχοντο
9999886 χαρακτηρα
' ἀλληλων ποιησαμενους ὁμοεθνεις μηκετι διασωζειν τον αὐτον της διαλεκτου χαρακτηρα δια τας προς τους πελας ὁμιλιας : το δε
οὑτος σωσει και μετ ' ἐνιαυτον του παθητικου λογου τον χαρακτηρα . Διαιρεθησεται δε ὁ ἐπιταφιος λογος , ὁ παθητικος
9999885 ἐνεπρησε
ἀπο Θηβων και τον πεφυκοτα πυργον προς τῃ Ὑδρᾳ προσελθων ἐνεπρησε , και συν ταυτῃ τῃ δυναμει ἐκπορθει αὐτους ὁ
και λιθειας πολυτελειαν ὑπο Περσων σεσυλησθαι καθ ' οὑς καιρους ἐνεπρησε τα κατ ' Αἰγυπτον ἱερα Καμβυσης : ὁτε δη
9999885 αἰσθητικη
περιελκεται και συρεται ὑπο της ἐπιθυμιας , ἀλλ ' ἡ αἰσθητικη , ἠτοι ἡ μερικη δοξα ἡτταται ὑπο της ἐπιθυμιας
' ἁπλως τα καθ ' ἑκαστα και ἐν οἱς ἡ αἰσθητικη γνωσις ἐνεργειν πεφυκεν . εἰ γαρ τις περι τησδε
9999885 δριμυς
ὀντα νοηται . ἀλλα και δριμυς ἐστιν : ὁτι γαρ δριμυς , δηλοι αὐτου μια ἐπιστολη : μετα γαρ θανατον
τοις φυτοις και καρποις γινονται , και γαρ πικρος και δριμυς και ὀξυς , ὁ δ ' ἀλμυρος οὐκετι :
9999885 γυμναστικη
ἀλλο σωμα ; Ἐμοιγε δοκει . Αὑτη δ ' οὐ γυμναστικη ; Μαλιστα . Γυμναστικῃ μεν ἀρα ποδος ἐπιμελουμεθα ,
ἁπαντα δι ' αὐτης πεποιηται , και ὁπερ ἐν σωματι γυμναστικη και ἰατρικη , συναμφοτερον λεγω , τουτ ' ἐν
9999884 ἐναλλαγῃ
ὑπαρχουσι δε και τα σχηματα των ἀστερων τοιαυτα ἐν τῃ ἐναλλαγῃ οἱα τα των ἀτροφων γενεσεων , δηλουσιν ἀπογνωσιν ζωης
δισσον του τονου δυναμενη ἐπιδεξασθαι παρα το δεον του τονου ἐναλλαγῃ . ὡς αἱ ἀρκτικαι ἀντωνυμιαι φυσικως ὀρθοτονουνται : το
9999883 ἐβουλετο
ἑαλωκοτα , κοινωνει τραπεζης , λυει αὐτῳ των δεσμωτων οὑς ἐβουλετο , τελευταιον και αὐτον της αἰχμαλωσιας ἐλευθεροι και συμβολα
οὐ βαλοντος οὐδε τυχοντος οὑ τ ' ἐβαλλε και ὁ ἐβουλετο και περι οὑ ἐβουλευετο και οὑ ἐφιετο . Ταυτα
9999882 γεννησῃ
και το γεννωμενον οὐκ ἀνευ κινησεως , το μεν ἱνα γεννησῃ , το δε ἱνα γεννηθῃ : μονον δ '
αἰδους ἐχων . Ἀλλ ' ἀνδρα χρη , κἀν σωμα γεννησῃ μεγα , δοκειν πεσειν ἀν κἀν ἀπο σμικρου κακου
9999882 Μακεδονα
Καυκασῳ . τουτον φασι διαβηναι συν ὁπλοις πρωτον Ἀλεξανδρον τον Μακεδονα , μεθ ' Ἡρακλεα τε και Διονυσον , στρατευσαντα
. παιαν δ ' ἐστιν και ὁ εἰς Κρατερον τον Μακεδονα γραφεις , ὁν ἐτεκτηνατο Ἀλεξινος ὁ διαλεκτικος , φησιν
9999882 ἐτρεφετο
εἰκοσι ἱππους . Κυνων δε Ἰνδικων τοσουτο δη τι πληθος ἐτρεφετο ὡστε τεσσερες των ἐν τῳ πεδιῳ κωμαι μεγαλαι ,
Ἀριστοφανης ἠξιωσε τοις πατρῳοις τοιαυτα προσθειναι χρηματα , ἀλλ ' ἐτρεφετο μεν τοις οἰκοθεν ἐν ξενῃ , το δε διαπεφευγεναι
9999882 Ἀρκαδες
πολιν , ἡν ὀνομαζουσι και ἐς ἡμας ἐτι Πτολιν οἱ Ἀρκαδες : ἐκειθεν δε Ἀντινοη Κηφεως του Ἀλεου θυγατηρ κατα
. . . . . δʹ , : Πυλιοι και Ἀρκαδες περι γης ὁρων ἐπολεμουν περι το καλουμενον Ἀγκαιον ὀρος
9999882 κοιλιᾳ
ἀληθως ἐστι θειος : „ ἐπι τῳ στηθει και τῃ κοιλιᾳ πορευσῃ „ : περι μεν γαρ τα στερνα ὁ
πιτταν . εἰχον γαρ οἱ Λακεδαιμονιοι τριηρεις . κενῃ τῃ κοιλιᾳ : ἀντι του πενης ὠν ἀναξιως ἐκ των κοινων
9999882 Μαιανδρῳ
ἐχει πελαγια οὐσα : φασι δε και δικας εἰναι τῳ Μαιανδρῳ μεταφεροντι τας χωρας ὁταν περικρουσθωσιν οἱ ἀγκωνες , ἁλοντος
οὐν Ἀντιοχεια μετρια πολις ἐστιν ἐπ ' αὐτῳ κειμενη τῳ Μαιανδρῳ κατα το προς τῃ Φρυγιᾳ μερος , ἐπεζευκται δε
9999882 θεωρητικη
και πρακτικαι , λεγομεν ὁτι κυριως μονη ἡ φιλοσοφια ἐστι θεωρητικη και πρακτικη . και θεωρητικη μεν κυριως μονη ἐστιν
: θεωρητικη , πρακτικη , ποιητικη και μικτη . Και θεωρητικη μεν λεγεται ἡ δια μονου του λογου παραδιδουσα τα
9999881 βραδυτητι
κατα λογον , και συντομους ποιεισθαι , ἱνα μη τῃ βραδυτητι της συμπλοκης δια της των ἐναντιων συνεχους τοξειας πλειονα
βραδυτητι : ἐν . βαρυνεται : συνεχεται , δεσμειται . βραδυτητι βαρυνεται : ἠτοι βαρεια φαινεται ὑπο της βραδυτητος ,
9999881 νοϲηματοϲ
ἀγαθαι κριϲειϲ μαλιϲτα γινεϲθαι φιλουϲι . Παρακμηϲ διαγνωϲιϲ ὁλου του νοϲηματοϲ . ἐπι δε τηϲ παρακμηϲ του ὁλου νοϲηματοϲ τα
βοηθηματων . ψυχραϲ δε τηϲ δυϲκραϲιαϲ ὑπαρχουϲηϲ και δυϲλυτου του νοϲηματοϲ ὀλιγοϲιτια τε παραλαμβανεϲθω και τηϲ κεφαληϲ ἀλοιφη δια των
9999881 ἀπαθη
μη της ἁρμονιας τουτο λεγουσης . Τι οὐν χρη ζητειν ἀπαθη την ψυχην ἐκ φιλοσοφιας ποιειν μηδε την ἀρχην πασχουσαν
γραμμης ἀδιαιρετον . εἰ δε και ἐστιν ἀτομα μεγεθη και ἀπαθη και ἀποια , ὡς οἱ περι Δημοκριτον ἐλεγον και
9999881 εἱλετο
γαρ ἀν ἠ πολις πεμπουσα τον του μηδενος ἀξιον θεραπευειν εἱλετο , ἠ πρεσβευτης ἡκων προσηλθεν ἀν ποτε τουτῳ του
ἐπι δε Τρωες κελαδησαν νηπιοι : ἐκ γαρ σφεων φρενας εἱλετο Παλλας Ἀθηνη . Ἑκτορι μεν γαρ ἐπῃνησαν κακα μητιοωντι
9999881 σαυτῳ
καταμισθοδοτησας και παντα τροπον διαφθειρας , και οὐδε τοτε μεντοι σαυτῳ πραττειν την δυναστειαν λεγων , ἀλλ ' ἡμιν φυλαξειν
ἐφη ” ὠ Ἀσκληπιε , την ἀρρητον τε και συγγενη σαυτῳ φιλοσοφιαν μη συγχωρων τοις φαυλοις δευρο ἡκειν , μηδ
9999880 μαχομεθα
οὑς ἀντιλεγειν ἐξεστιν . ἠ γαρ προς αὐτους τους λογισμους μαχομεθα των ἀντιλεγοντων , δεικνυντες αὐτους σαθρους ὀντας , ἠ
δολους γαρ μελω : ὁμοιον ἐστι τῳ ” σοι παντες μαχομεθα „ τουτεστι δια σε . . . . .
9999880 κολλωδες
και μιξαντες τον καρπον του παλιουρου . Τουτου γαρ συμμιγεντος κολλωδες μεν το παν πολυ μαλλον γινεται , δοκει δ
οἰνον , ἠ ἐμβληθηναι εἰς τους πιθους , παχυ και κολλωδες ᾐ το γλευκος , μονιμωτερος ἐσται ὁ οἰνος :
9999880 ἡδυν
' ἁμων ἀκουσει . Οὐδεις δε λεγει τον Ἀριστειδου βιον ἡδυν ἀλλα τον Σμινδυριδου του Συβαριτου και τον Σαρδαναπαλου ,
φυγην εἰς την θαλασσαν οἰνοποιιαν σημαινειν φασι παλαι γνωριζομενην . ἡδυν γαρ εἰναι τον οἰνον παρεγχεομενης θαλασσης . ἐπαινων δε
9999880 γεγραφθω
, και δια των Α , Λ σημειων μεγιστος κυκλος γεγραφθω ὁ ΑΛ . και ἐπει ἐν σφαιρᾳ δυο κυκλοι
ΖΚ και ἡ ΖΔ , περι δε την ΚΔ τμημα γεγραφθω , ὁ δεχεται την ὑπο των ΚΖΔ . ἐφαψεται
9999880 ἀπεδειχθη
παλιν , ἐπει το μεν της ἡλιακης ἀνωμαλιας πλειστον διαφορον ἀπεδειχθη μοιρων β κγ , το δε της σεληνιακης το
διο και την εὐτονιαν αὐταις συνεβαινεν ὑπαρχειν , καθως ἀνωτερον ἀπεδειχθη . περι μεν οὐν των χαλκοτονων και της περι
9999880 μαγειρῳ
ἀρχης . ἡκειν ἠδη και μη μελλειν , τῳ τε μαγειρῳ μη λυμαινεσθ ' , ὡς των ὀψων ἑφθων ὀντων
δειπνον ἐστιν ὑποδοχης . τινος ; ποδαπου ; διαφερει τῳ μαγειρῳ τουτο γαρ : οἱον τα νησιωτικα ταυτι ξενυδρια ἐν
9999879 ἐτυγχανες
και μαλιστ ' εἰ και προτερος αὐτος εὐ ποιησας τουτον ἐτυγχανες . εἰθ ' ὡν οὐκ ἀν ποτ ' αὐτος
οὐ γαρ οἰδα τι ἀν δεινοτερον ἐπασχομεν , εἰ ἀπων ἐτυγχανες , οὑ νυν παροντος βλαπτομεθα . εἰ δ '
9999879 ἐθαυμαζεν
μελλοντα χειμωνα ἐκ της παρουσης αἰθριας προηπιστατο ἐξεπληξε : και ἐθαυμαζεν Ἱερων αὐτον , και Νικαευσι τοις Βιθυνοις συνηδετο ὁτι
. του δε δουλου κατωθεν τρησαντος και τον οἰνον αἰροντος ἐθαυμαζεν , ὁτι των σημαντρων σωων ὀντων ὁ οἰνος ἐλαττουται
9999879 γαλακτωδες
ἀποσπογγιστεον τε το προσωπον ὀξυκρατῳ ψυχρῳ και δοτεον καταρροφειν ὑδωρ γαλακτωδες κατα βραχυ , ὀσφραντα δε ποικιλα προσφερεσθω κυδωνιον ,
του ψυχρου δεξαμενην μη ἐχουσαν το ὑδωρ ψυχρον , ἀλλα γαλακτωδες , περιβαλλομενος δε τα σαβανα μη πανυ ἐγχρονιζετω ἐν
9999879 Ἀλεξανδρε
κρινων . τον δ ' εἰπειν : ἀλλα μην , Ἀλεξανδρε , | οὐ βασιλικον ἐστι [ ψευδεσθαι ] .
ἀλλως τε και τουτο , ὁ χρησιμον ἐφης , ὠ Ἀλεξανδρε , το δια τουτο κρατειν ῥᾳδιως , πολυ της
9999879 Εὐκτημονι
Πλειαδες ἐπιτελλουσι : και ἐπισημαινει . Ἐν δε τῃ λαῃ Εὐκτημονι Ἀετος ἑσπεριος ἐπιτελλει . Ἐν δε τῃ λβῃ Εὐκτημονι
μ ἀπο τροπων και παραμενει . Ἐν δε τῃ ιζῃ Εὐκτημονι ζεφυρον ὡρα πνειν . Καλλιππῳ Ὑδροχοος μεσος ἀνατελλει :
9999879 γνωμονι
ΕΞ : ὁλον ἀρα το ΑΞ ἰσον ἐστι τῳ ΦΧΨ γνωμονι . ἀλλα ὁ ΦΧΨ γνωμων τῳ Γ ἰσος ἐστιν
τῳ τυχοντι ἀποδωσομεν , ἀλλα κατα την αὐτην ἀναλογιαν , γνωμονι χρωμενοι και οἱον κανονι τῳ μητε πλεονεκτησαντι μητε πλεονεκτηθεντι
9999878 ἐνοσησε
δε ἐκ γενεης , ἠ αὐξομενοισιν , ἠ ὑπο νουσου ἐνοσησε και ἐξαρθρα ἐγενετο , οὑτοι μαλιστα κακουνται δια την
ὁ ἐπικληθεις Εὐδαιμονικος κατεγελα Ἀλεξανδρου ἑαυτον ἐκθεουντος . ἐπει δε ἐνοσησε ποτε Ἀλεξανδρος . εἰτα προσεταξεν αὐτωι ὁ ἰατρος ῥοφημα
9999878 Αἰγινα
ἡρωϊδος Αἰακος , ἀφ ' ἡς παρωνομασθη ἡ πολις ἡ Αἰγινα . . Τουτους ἐπιβουλους εὑρων ἑαυτου ὁ Ζευς ὀργισθεις
τον λογον προς την Αἰγιναν : σε δε , ὠ Αἰγινα , φησιν , εἰς την Οἰνοπιαν διακομισας νησον συνεκοιμηθη
9999878 ἀπεστρεψε
σε : ἀποστροφη το σχημα : νυν γαρ προς Ἀλεξανδρον ἀπεστρεψε τον λογον * και φησι * και δη σε
οὐδεμιαν ἡμεραν ὑπευθυνος εἰναι φημι . ἀκουεις , Αἰσχινη ; ἀπεστρεψε τον λογον , ἱνα δοκοιη τον ἐχθρον λυπειν ,
9999878 ὀξεες
δε μαλ ' ἀργαλεη περααν : σκολοπες γαρ ἐν αὐτῃ ὀξεες ἑστασιν , ποτι δ ' αὐτους τειχος Ἀχαιων ,
τουτων κακουσθαι : φρικωδεες πυκνα : πολλακις πυρετοι ξυνεχεες , ὀξεες : ἱδρωτες ἀκαιροι , πουλλοι , ψυχροι δια τελεος
9999877 λαμβανῃ
ποτον ἰσχῃ ] την ποσιν πινῃ . περιφραστικως ἰσχῃ ] λαμβανῃ λεπτα ] τα ἰσχνα διαστειλας ] ἀποπεμψας , κωλυσας
των θερμων ἐαν μη ἀρτιβλαστη ᾐ ἠ και ἐν ἀνθησει λαμβανῃ : τοτε γαρ ἀποκαει τα ψυχρα καθαπερ εἰρηται .
9999877 Παραδειγμα
ἀδοξα ἀσυστατα : τα δε μη προς ὑπερβολην συνισταται . Παραδειγμα ἀλλο του ἀπιθανου . Περικλης τῃ Ἀσπασιᾳ συνοντα Σωκρατη
ἀφεις το ὁριζεσθαι ἐπι το ὁμοιον αὐτο δεικνυναι μεταβαινει . Παραδειγμα ὁρου , τον μη ὁλοκληρον μη ἱερασθαι , μη
9999877 κρατῃ
φονευει ἠ τα αἰδοια κατεσθιει ἱνα μη ἀλλος της ἀγελης κρατῃ . ὁτι ἡνικα διωκεται , τοις ποσι λακτιζων λιθους
[ . Ὡς χαλεπον ἐστιν οἰνος [ , ἀν τἀνδρος κρατῃ . Ὡς εὐαλωτος προς το κερδος [ ἐσθ '
9999877 χαλκευτικη
μεταλλευτικη και ὑλοτομικη : παρασκευαστικαι γαρ εἰσιν . ἡ δε χαλκευτικη και ἡ τεκτονικη μετασχηματιστικαι εἰσιν : ἐκ μεν γαρ
ἀμφω : ἀναγκαιαι μεν και χρησιμοι , ὡς οἰκοδομικη και χαλκευτικη , και γεωργια και ῥητορικη : ψυχαγωγικαι δ '
9999877 δεσποινῃ
ἀρχομενος ὑπ ' ἐκεινοισι , και ἐνερθε ἐων τοισι ἁπασι δεσποινῃ τῃ ἑωυτου συνοικεε . Ταυτα μεν ἡ Πυθιη ὑπεκρινατο
ἐξελθουσαν την γονην ἁπασαν ἀφ ' ἑαυτης και ἐφρασε τῃ δεσποινῃ , και ὁ λογος ἠλθεν εἰς ἐμε : κἀγω
9999877 Εὐρωπην
τας Ἀττικας ναυς . ἐν δε ταυταις κομισθεις εἰς την Εὐρωπην προηγε συμμιξων Ἀντιπατρῳ . κατα δε τουτους τους καιρους
ταυρον . τουτον Ἀ . μεν εἰναι φησι τον διαπορθμευσαντα Εὐρωπην Διι . . . Αὐτονοης δε και Ἀρισταιου παις
9999877 Σικελια
Μαρκιανος . Σικελια ἡ νησος Σικανια προτερον ὠνομαζετο , εἰτα Σικελια ἐκληθη , ὡς φησι Ἑλλανικος Ἱερειων της Ἡρας β
δε Κυκλαδων κρατιστη ἐστιν ἡ Ναξος : διο μικρα λεγεται Σικελια . Ἐκ δεξιων δε αἱ Σποραδες . Ἡ δε
9999875 μαρτυριᾳ
το ἁρμοζον ζῳδιον τῃ ἀποδημιᾳ ἐφαρμοζειν αὐτο τῃ των ἀγαθοποιων μαρτυριᾳ προς αὐτο τε και τα κεντρα και οὑτω καταρχεσθαι
, οὐχι ψιλῃ εἰκασιᾳ ἀλλα πειρᾳ και τῃ των ἀποτελεσματων μαρτυριᾳ πειθομενος . και ὁσα σπερματωδεστερα και οὐκ ἐξειργασμενα οἱ
9999875 ἐνιοιϲ
, ῥιγη ϲυνεχη , προπτωϲιϲ ἑδραϲ και αἰδοιου ἐνταϲιϲ : ἐνιοιϲ δε και ϲυνεχειϲ ἐρυγαι , γλωϲϲηϲ παχοϲ και ϲκληροτηϲ
, ἡ τε ἰδιωϲ ὀνομαζομενη μελαγχολια . και ϲπλην δε ἐνιοιϲ ᾐρθη δια τοιουτον χυμον , ᾡ καχεξιαι τε και
9999875 ἀγκιστρῳ
ἐπι δινευοντα ἰχθυν ἀσπαλιευς , ἀλοχοις περι μοχθον ἐχοντα , ἀγκιστρῳ κρατερῳ περιβαλλεται ὁττι ταχιστα καριδα ζωουσαν , ἐπ '
κατακοπτει , δαγκανει . Περιξυων : παραψαυων . χαλκῳ : ἀγκιστρῳ . Πειρεν : ἐσουβλισεν , ἐκεντησεν . ἀνακρουων :
9999875 βλεφαρα
ἀμετρου παρουσης και ἐσχαρας οὐσης , ὡστε και νεμεσθαι τα βλεφαρα , και τῳ ἀρνογλωσσῳ τῳ μικρῳ ἠ τῳ μεγαλῳ
καιρια ὁστις φυλασσει πραγος ἐν πρυμνῃ πολεως οἰακα νωμων , βλεφαρα μη κοιμων ὑπνῳ . εἰ μεν γαρ εὐ πραξαιμεν
9999875 Ἡρακλεα
ἐπι τῳ κατηγορειν , Βουσιριν δε ἐπι τῳ ξενοκτονειν και Ἡρακλεα παλιν ἐπι τῳ ἀθλειν , παραιτητεον . . .
ἠχθη πρωτη . βʹ . Ὀσορχω ἐτη ηʹ , ὁν Ἡρακλεα Αἰγυπτιοι καλουσι . γʹ . Ψαμμους ἐτη ιʹ .
9999874 ἐριδες
την Ἀττικην , και μαλιστα ἐξ οὑ φιλοσοφια και λογων ἐριδες ἐπεπολασαν αὐτοις : μαχομενων γαρ προς ἀλληλους και κεκραγοτων
συζευχθησεται γυναικι ἠ τεχθησεται αὐτῳ παις : πληθυνουσι δε αἱ ἐριδες αὐτου και τα κατ ' αὐτον πραγματα συνταραχθησονται και
9999873 τειχισμα
αὐτου μειναι , ἀλλα ἀπολιποντας ἐς φυγην καταστηναι και το τειχισμα τουτῳ τῳ τροπῳ ἁλωναι . των δε φρουρων οἱ
χαρακωσεις ἐξω της ταφρου της προσεχως την παρεκτασιν παρα το τειχισμα λαμβανουσης ὀρθιαι πασαι συντελουνται παρα . . . .
9999873 συγγνωμη
Πυθεου “ οὐδεις ὑπολογος βουλῃ γεγονεν ” ἀντι του οὐδεμια συγγνωμη , οὐδεμια παραιτησις . Ὑπονομευοντες : ἀντι του ὑπονομους
ὀρχησταις , μιμοις , θαυματοποιοις . ἀλλα τουτοις μεν πολλη συγγνωμη και ποιειν ὁτιουν και λεγειν , ἡμιν δ '
9999873 ἐλαλησε
ἡττον γινονται ἐκ των προηγησαμενων : ἐνθεν εἰπου τις πολλα ἐλαλησε και ἀσθενεστερον ἐποιησε τον λαρυγγα , ἐκει μαλλον ἐπεσυρατο
μετα των πατερων αὐτου . Ἀντιγραφον διαθηκης Ἀσηρ , ἁ ἐλαλησε τοις υἱοις αὐτου ἑκατοστῳ εἰκοστῳ ἐτει ζωης αὐτου .
9999873 Λακωνικη
περι νεων καταλογου . . . : Λιται , πολις Λακωνικη . Ἀπολλοδωρος ἑβδομῳ . : Κορωνη , πολις Μεσσηνης
, προς δυσιν δε ἡ Λακεδαιμων . Ἑκατομπολις δε ἡ Λακωνικη το παλαιον , καθα και ἡ Κρητη λεγεται :
9999873 νομιζεσθω
εὐφυϊα σφαλερα . ὁ κακως εὐφυϊᾳ χρησαμενος ἀχαριστος τῃ φυσει νομιζεσθω . ἀσφαλης φυσις μεγαλων οὐτε ἀγαθων οὐτε κακων αἰτια
λογον οἰς οὐ θεμις ὁ λεγων περι θεου προδοτης θεου νομιζεσθω . λογον περι θεου σιγαν ἀμεινον ἠ προπετως διαλεγεσθαι
9999872 ἐρωτατε
ἡμιν . † περικαλυπτεις ἀλλουμεμνησθε ] † ἠγουν περι ἀλλου ἐρωτατε τονδε ] τον περι της του Διος πεπρωμενης καιρος
εἰη . Ἰτε νυν , ἐφη ὁ Ἀγησιλαος , και ἐρωτατε : ἀπαγγελλετε δ ' αὐτοις και ταυτα , ὁτι
9999872 χρυσα
περιουσιαν και τα ἐπι Θρᾳκης κτηματα και ἐν Σκαπτησυλῃ μεταλλα χρυσα . δοκει οὐν τισιν ὑιδους εἰναι του Μιλτιαδου ἠ
φορων σχιαστας δια μαργαριτων και κλαβια ἀνα πεντε , και χρυσα ψελια εἰς τας χειρας αὐτου , ἐν δε τῃ
9999872 εὐωδεσι
, ταυτα και ἐπι της ὀσφρησεως . εἰ κηδεται τοις εὐωδεσι , κεχρησο , και μαλιστα εἰ ἐστι διαθεσις δεομενη
δε σιτοισι χρεεσθαι τοισι δριμεσι και ξηροισι και αὐστηροισι και εὐωδεσι και οὐρητικοισι , τοισι δε δρομοισι τοισι μεν πλειστοισι
9999872 οὐρεα
, θηρης ἐξ ἀνιων : νιφετῳ δ ' ἐπαλυνετο παντα οὐρεα και σκοπιαι περιμηκεες , οἱ δε κατ ' αὐτων
ἡλιον ἀνισχοντα Χορασμιοι οἰκουσι γην , ἐχοντες και πεδια και οὐρεα : ἐν δε τοισιν οὐρεσι δενδρεα ἐνι ἀγρια ,
9999872 σταδιῳ
, ὡς παρ ' Ἀριστοφανει ἐν Βατραχοις Εὐριπιδου πλειν ἠ σταδιῳ λαλιστερα : και παλιν δεον δειν , δειν τοδε
' αὐτο . τον νουν προσεχε δη . ἐν τῳ σταδιῳ των ἀνταγωνιστων με τις ἐδοκει στεφανουν γυμνος προσελθων .
9999872 τερεβινθινη
λεια ἐν οἰνῳ και ῥοδινῳ προστιθεσθωσαν : ἀγαθον δε και τερεβινθινη μετα σμυρνης και κροκου και μελιτος . τουτο δε
βολβοϲ κρομμυον ϲκορδον μαλιϲτα κοϲτοϲ ἀμωμον ναρδοϲταχυϲ θειον ϲτυραξ χαλβανη τερεβινθινη ϲμυρνα ὀποπαναξ ϲκιλλα ὀριγανον γληχων ὑϲϲωπον ἀβροτονον βρυωνιαϲ ῥιζα
9999872 κανθαρῳ
βουλομενος οὐν το γενος το των ἀετων σπανισθηναι συνεβουλευε τῳ κανθαρῳ διαλλαγας προς τον ἀετον θεσθαι . του δε μη
ἠσθιεν ” : ἀποθανων γαρ ἠν ὁ Κλεων . τῳ κανθαρῳ : οὐχ ὡς πινοντος του κανθαρου , ἀλλ '
9999872 εὐελπιδες
δυναμιν τολμηται και παρα γνωμην κινδυνευται και ἐν τοις δεινοις εὐελπιδες : το δε ὑμετερον της τε δυναμεως ἐνδεα πραξαι
ἐχουσιν ἀξιωμα . οἱ μεν γαρ δια το πολλακις κατωρθωκεναι εὐελπιδες μετα φρονηματος τινος ἐπιασι , οἱ δε δι '
9999872 αἰσθητῳ
ἐνδεικνυται , χοανην μεμιμηται : διατετρηται γαρ εἰς το καταντες αἰσθητῳ πορῳ μεχρι της κατα τον ἀδενα κοιλιας : ἐπει
δη και ἡ ψυχη δια μεν του σωματος προς τῳ αἰσθητῳ γινομενη ἰλιγγιᾳ τε και ταραττεται και οἱον μεθυει ,
9999871 ἐμφυσα
ψολοεντος ἐχιδνης , ἡνικα θορνυμενου ἐχιος θολερῳ κυνοδοντι θουρας ἀμυξ ἐμφυσα καρην ἀπεκοψεν ὁμευνου : οἱ δε πατρος λωβην μετεκιαθον
διαψα : ἠ ὀνιδα καυσας την [ αὐτην ] σποδον ἐμφυσα : ἠ χυλισας την ὀνιδα ἐνσταζε τον χυλον :

Back